Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 4681 - 4716 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Κινητός προφυλακτήρας
Αγγλικός όρος:
Movable guard

Μετάφραση: Movable guard
Ελληνικός όρος:
Κινιλίνη
Αγγλικός όρος:
Quiniline

Μετάφραση: Quiniline
Ελληνικός όρος:
Κινίνη
Αγγλικός όρος:
Quinine

Μετάφραση: Quinine
Ελληνικός όρος:
Κινναμωμική αλδεΰδη ή 3-φαινυλοπροπενάλη ή 3-πεντυλο-2-προπενάλη
Αγγλικός όρος:
Cinnamaldehyde, 3-phenylpropenal, 3-phenyl-2-propenal

Μετάφραση: Cinnamaldehyde, 3-phenylpropenal, 3-phenyl-2-propenal
Ελληνικός όρος:
Κινναμωμική αλκοόλη ή 3-φαινυλο-2-προπεν-1-όλη
Αγγλικός όρος:
Cinnamyl alcohol, 3-phenyl-2-propen-1-ol

Μετάφραση: Cinnamyl alcohol, 3-phenyl-2-propen-1-ol
Ελληνικός όρος:
Κινναμωμικό οξύ ή 3-φαινυλο-2-προπενοϊκό οξύ
Αγγλικός όρος:
Cinnamic acid, 3-phenyl-2-propenoic acid

Μετάφραση: Cinnamic acid, 3-phenyl-2-propenoic acid
Ελληνικός όρος:
Κινναμωμικός αιθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Ethyl cinnamate

Μετάφραση: Ethyl cinnamate
Ελληνικός όρος:
Κινολίνη
Αγγλικός όρος:
Quinoline

Μετάφραση: Quinoline
Ελληνικός όρος:
Κινόνη
Αγγλικός όρος:
Quinone

Μετάφραση: Quinone
Ελληνικός όρος:
Κινοξαλίνη
Αγγλικός όρος:
Quinoxaline

Μετάφραση: Quinoxaline
Ελληνικός όρος:
Κινούμενα μέρη
Αγγλικός όρος:
Moving parts

Μετάφραση: Moving parts
Ελληνικός όρος:
Κινούμενα οχήματα
Αγγλικός όρος:
Moving vehicles

Μετάφραση: Moving vehicles
Ελληνικός όρος:
Κινούμενες ζώνες
Αγγλικός όρος:
Moving boundaries

Μετάφραση: Moving boundaries
Ελληνικός όρος:
Κινυδρόνη
Αγγλικός όρος:
Quinhydrone

Μετάφραση: Quinhydrone
Ελληνικός όρος:
Κιούριο
Αγγλικός όρος:
Curium, Cm

Μετάφραση: Curium, Cm
Ελληνικός όρος:
Κίρρωση
Αγγλικός όρος:
Cirrhosis

Μετάφραση: Cirrhosis
Ελληνικός όρος:
Κιτράλη
Αγγλικός όρος:
Citral

Μετάφραση: Citral
Ελληνικός όρος:
Κιτρική ορφεναδρίνη
Αγγλικός όρος:
Orphenadrine citrate

Μετάφραση: Orphenadrine citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό δικάλιο
Αγγλικός όρος:
Dipotassium citrate

Μετάφραση: Dipotassium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό δινάτριο
Αγγλικός όρος:
Disodium citrate

Μετάφραση: Disodium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό ιόν
Αγγλικός όρος:
Citric ion

Μετάφραση: Citric ion
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό κάλιο
Αγγλικός όρος:
Potassium citrate

Μετάφραση: Potassium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό μονοκάλιο
Αγγλικός όρος:
Monopotassium citrate

Μετάφραση: Monopotassium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό μονονάτριο
Αγγλικός όρος:
Monosodium citrate

Μετάφραση: Monosodium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό οξύ ή 2-υδροξυ-1,2,3-προπανοτρικαρβονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Citric acid, 2-hydroxy-1,2,3-propanetricarboxylic acid

Μετάφραση: Citric acid, 2-hydroxy-1,2,3-propanetricarboxylic acid
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό τρικάλιο
Αγγλικός όρος:
Tripotassium citrate

Μετάφραση: Tripotassium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό τρινάτριο
Αγγλικός όρος:
Trisodium citrate

Μετάφραση: Trisodium citrate
Ελληνικός όρος:
Κλαδικά τεχνικά συμβούλια
Αγγλικός όρος:
Technical sector boards

Μετάφραση: Technical sector boards
Ελληνικός όρος:
Κλαδικό Ινστιτούτο Εργασίας Πετρελαίου και Χημικής Βιομηχανίας
Αγγλικός όρος:
Labour Institute Petroleum and Chemical Industry

Μετάφραση: Labour Institute Petroleum and Chemical Industry
Ελληνικός όρος:
Κλάδος-στόχος
Αγγλικός όρος:
Target sector

Μετάφραση: Target sector
Ελληνικός όρος:
Κλάσεις θερμοκρασίας
Αγγλικός όρος:
Temperature classes

Μετάφραση: Temperature classes
Ελληνικός όρος:
Κλάσμα μάζας
Αγγλικός όρος:
Mass fraction

Μετάφραση: Mass fraction
Ελληνικός όρος:
Κλειδί (γαλλικό)
Αγγλικός όρος:
Wrench

Μετάφραση: Wrench
Ελληνικός όρος:
Κλείσιμο
Αγγλικός όρος:
Closure

Μετάφραση: Closure
Ελληνικός όρος:
Κλειστή πηγή
Αγγλικός όρος:
Sealed source

Μετάφραση: Sealed source
Ελληνικός όρος:
Κλειστή φορτάμαξα
Αγγλικός όρος:
Closed wagon

Μετάφραση: Closed wagon

Ακολουθήστε μας