Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Covid-19
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2018
2017
2006-2016
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 1 - 36 of 367
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση πολιτών
Αγγλικός όρος:
Evacuation
Μετάφραση:
Evacuation
Ελληνικός όρος:
Ομάδες πρώτης (1ης) απόκρισης
Αγγλικός όρος:
First responders
Μετάφραση:
First responders
Ελληνικός όρος:
Οζίδια των φωνητικών χορδών από παρατεταμένη καταπόνηση της φωνής για επαγγελματικούς λόγους
Αγγλικός όρος:
Nodules on the vocal chords caused by sustained work-related vocal effort
Μετάφραση:
Nodules on the vocal chords caused by sustained work-related vocal effort
Ελληνικός όρος:
Οστεοαρθρικές ασθένειες των χεριών και των καρπών που προκαλούνται από μηχανικές δονήσεις
Αγγλικός όρος:
Osteoarticular diseases of the hands and wrists caused by mechanical vibration
Μετάφραση:
Osteoarticular diseases of the hands and wrists caused by mechanical vibration
Ελληνικός όρος:
Οξείδιο του πυριτίου
Αγγλικός όρος:
Silicium oxide
Μετάφραση:
Silicium oxide
Ελληνικός όρος:
Ογκομετρική φιάλη
Αγγλικός όρος:
Volumetric flask
Μετάφραση:
Volumetric flask
Ελληνικός όρος:
Όγκος
Αγγλικός όρος:
Bulk, volume
Μετάφραση:
Bulk, volume
Ελληνικός όρος:
Όγκος διαφυγής
Αγγλικός όρος:
Breakthrough volume, BTV
Μετάφραση:
Breakthrough volume, BTV
Ελληνικός όρος:
Όγκος κατ’ όγκο
Αγγλικός όρος:
Volume per volume (v/v)
Μετάφραση:
Volume per volume (v/v)
Ελληνικός όρος:
Ογκώδη απόβλητα
Αγγλικός όρος:
Bulky waste
Μετάφραση:
Bulky waste
Ελληνικός όρος:
Οδηγία
Αγγλικός όρος:
Instruction, guideline
Μετάφραση:
Instruction, guideline
Ελληνικός όρος:
Οδηγία (π.χ Ε.Ε)
Αγγλικός όρος:
Directive
Μετάφραση:
Directive
Ελληνικός όρος:
Οδηγία για βιοκτόνα προϊόντα
Αγγλικός όρος:
Biocidal products directive, BPD
Μετάφραση:
Biocidal products directive, BPD
Ελληνικός όρος:
Οδηγία για επικίνδυνα παρασκευάσματα
Αγγλικός όρος:
Dangerous preparations directive, DPD
Μετάφραση:
Dangerous preparations directive, DPD
Ελληνικός όρος:
Οδηγία για επικίνδυνες ουσίες
Αγγλικός όρος:
Dangerous substances directive, DSD
Μετάφραση:
Dangerous substances directive, DSD
Ελληνικός όρος:
Οδηγία ΕΚ
Αγγλικός όρος:
EC Directive
Μετάφραση:
EC Directive
Ελληνικός όρος:
Οδηγία πλαίσιο
Αγγλικός όρος:
Framework directive
Μετάφραση:
Framework directive
Ελληνικός όρος:
Οδηγίες ασφάλειας
Αγγλικός όρος:
Safety guides
Μετάφραση:
Safety guides
Ελληνικός όρος:
Οδηγίες ασφαλούς χρήσης
Αγγλικός όρος:
Safety advice
Μετάφραση:
Safety advice
Ελληνικός όρος:
Οδηγίες εργασίας
Αγγλικός όρος:
Work instructions
Μετάφραση:
Work instructions
Ελληνικός όρος:
Οδηγός έκτακτης ανάγκης
Αγγλικός όρος:
Emergency Management System, EMS
Μετάφραση:
Emergency Management System, EMS
Ελληνικός όρος:
Οδηγός ενεργειών εκτάκτου ανάγκης σε πλοία που μεταφέρουν επικίνδυνα φορτία
Αγγλικός όρος:
Emergency procedures for ships carrying dangerous gοοds
Μετάφραση:
Emergency procedures for ships carrying dangerous gοοds
Ελληνικός όρος:
Οδηγός πρώτων βοηθειών
Αγγλικός όρος:
Medical first aid guide, MFAG
Μετάφραση:
Medical first aid guide, MFAG
Ελληνικός όρος:
Οδικά ατυχήματα
Αγγλικός όρος:
Road accidents
Μετάφραση:
Road accidents
Ελληνικός όρος:
Οδική ασφάλεια
Αγγλικός όρος:
Road safety
Μετάφραση:
Road safety
Ελληνικός όρος:
Οδική μεταφορά
Αγγλικός όρος:
Road transport
Μετάφραση:
Road transport
Ελληνικός όρος:
Οδοί έκθεσης (π.χ. σε χημικές ουσίες)
Αγγλικός όρος:
Exposure routes, routes of exposure, exposure pathways
Μετάφραση:
Exposure routes, routes of exposure, exposure pathways
Ελληνικός όρος:
Οδοσήμανση
Αγγλικός όρος:
Road marking work
Μετάφραση:
Road marking work
Ελληνικός όρος:
Οζίδια των φωνητικών χορδών από παρατεταμένη καταπόνηση της φωνής για επαγγελματικούς λόγους
Αγγλικός όρος:
Nodules on the vocal chords caused by sustained work-related vocal effort
Μετάφραση:
Nodules on the vocal chords caused by sustained work-related vocal effort
Ελληνικός όρος:
Όζον
Αγγλικός όρος:
Ozone (O3)
Μετάφραση:
Ozone (O3)
Ελληνικός όρος:
Οζονίδιο
Αγγλικός όρος:
Ozonide
Μετάφραση:
Ozonide
Ελληνικός όρος:
Οζονόλυση
Αγγλικός όρος:
Ozonolysis
Μετάφραση:
Ozonolysis
Ελληνικός όρος:
Οθόνη οπτικής απεικόνισης ή μονάδα οπτικής απεικόνισης (ΜΟΑ)
Αγγλικός όρος:
Visual display unit (VDU)
Μετάφραση:
Visual display unit (VDU)
Ελληνικός όρος:
Οθόνη υγρών κρυστάλλων
Αγγλικός όρος:
Liquid Crystal Display, LCD
Μετάφραση:
Liquid Crystal Display, LCD
Ελληνικός όρος:
Οίδημα
Αγγλικός όρος:
Edema, swelling, inflammation
Μετάφραση:
Edema, swelling, inflammation
Ελληνικός όρος:
Οικοδομική βιομηχανία
Αγγλικός όρος:
Construction industry
Μετάφραση:
Construction industry
Σελιδοποίηση
Τρέχουσα σελίδα
1
Page
2
Page
3
Page
4
Page
5
Page
6
Page
7
Page
8
Page
9
…
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »