Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 4825 - 4860 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Κρανιακές κακώσεις
Αγγλικός όρος:
Head injuries

Μετάφραση: Head injuries
Ελληνικός όρος:
Κράνος
Αγγλικός όρος:
Helmet

Μετάφραση: Helmet
Ελληνικός όρος:
Κράνος ασφάλειας
Αγγλικός όρος:
Safety helmet

Μετάφραση: Safety helmet
Ελληνικός όρος:
Κράτημα
Αγγλικός όρος:
Holding

Μετάφραση: Holding
Ελληνικός όρος:
Κράτος μέλος
Αγγλικός όρος:
Member State, MS

Μετάφραση: Member State, MS
Ελληνικός όρος:
Κρεατινίνη ή 1- μεθυλογλυκοκυανιδίνη
Αγγλικός όρος:
Creatinine, 1-methylglycocyanidine

Μετάφραση: Creatinine, 1-methylglycocyanidine
Ελληνικός όρος:
Κρεζόλη
Αγγλικός όρος:
Cresol

Μετάφραση: Cresol
Ελληνικός όρος:
Κρεόζωτο
Αγγλικός όρος:
Creosote

Μετάφραση: Creosote
Ελληνικός όρος:
Κριθάρι
Αγγλικός όρος:
Barley

Μετάφραση: Barley
Ελληνικός όρος:
Κριμιδίνη
Αγγλικός όρος:
Crimidine

Μετάφραση: Crimidine
Ελληνικός όρος:
Κρίσιμα όρια
Αγγλικός όρος:
Critical limits

Μετάφραση: Critical limits
Ελληνικός όρος:
Κρίσιμα σημεία ελέγχου
Αγγλικός όρος:
Critical control points, CCP

Μετάφραση: Critical control points, CCP
Ελληνικός όρος:
Κρίσιμες στάθμες
Αγγλικός όρος:
Critical levels

Μετάφραση: Critical levels
Ελληνικός όρος:
Κρίσιμη εναπόθεση θείου
Αγγλικός όρος:
Critical sulphur deposition

Μετάφραση: Critical sulphur deposition
Ελληνικός όρος:
Κρίσιμη θερμοκρασία
Αγγλικός όρος:
Critical temperature

Μετάφραση: Critical temperature
Ελληνικός όρος:
Κρίσιμη ομάδα
Αγγλικός όρος:
Critical group

Μετάφραση: Critical group
Ελληνικός όρος:
Κρίσιμη περιοχή
Αγγλικός όρος:
Critical region

Μετάφραση: Critical region
Ελληνικός όρος:
Κρίσιμη τιμή
Αγγλικός όρος:
Critical value

Μετάφραση: Critical value
Ελληνικός όρος:
Κρίσιμο μέγεθος φουρνιάς δειγμάτων
Αγγλικός όρος:
Critical batch size

Μετάφραση: Critical batch size
Ελληνικός όρος:
Κρίσιμο φορτίο
Αγγλικός όρος:
Critical load

Μετάφραση: Critical load
Ελληνικός όρος:
Κρίσιμος δείκτης ασφαλείας
Αγγλικός όρος:
Criticality safety index, CSI

Μετάφραση: Criticality safety index, CSI
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια
Αγγλικός όρος:
Criteria

Μετάφραση: Criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια ανασκόπησης
Αγγλικός όρος:
Review criteria

Μετάφραση: Review criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια αποδοχής
Αγγλικός όρος:
Acceptance criteria

Μετάφραση: Acceptance criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια εξαίρεσης
Αγγλικός όρος:
Exclusion criteria

Μετάφραση: Exclusion criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια επίδοσης
Αγγλικός όρος:
Performance criteria

Μετάφραση: Performance criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια θερμικής άνεσης
Αγγλικός όρος:
Thermal comfort criteria

Μετάφραση: Thermal comfort criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια οριοθέτησης της ιατρικής της εργασίας
Αγγλικός όρος:
Occupational disease case definition

Μετάφραση: Occupational disease case definition
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια σταθερότητας
Αγγλικός όρος:
Stability criteria

Μετάφραση: Stability criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήριο συμμόρφωσης
Αγγλικός όρος:
Conformity criteria

Μετάφραση: Conformity criteria
Ελληνικός όρος:
Κροκιδόλιθος
Αγγλικός όρος:
Crocidolite

Μετάφραση: Crocidolite
Ελληνικός όρος:
Κροκιδωτικό μέσο
Αγγλικός όρος:
Flocculant

Μετάφραση: Flocculant
Ελληνικός όρος:
Κροτωναλδεΰδη ή κροτωνική αλδεΰδη ή 2-βουτενάλη ή βουτυραλδεΰδη ή βουτυρική αλδεϋδη
Αγγλικός όρος:
Crotonaldehyde or crotonic aldehyde or 2-butenal or butyraldehyde

Μετάφραση: Crotonaldehyde or crotonic aldehyde or 2-butenal or butyraldehyde
Ελληνικός όρος:
Κροτωνικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Crotonic acid

Μετάφραση: Crotonic acid
Ελληνικός όρος:
Κροτωνικός αιθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Ethyl crotonate

Μετάφραση: Ethyl crotonate
Ελληνικός όρος:
Κρούση ή χτύπημα
Αγγλικός όρος:
Shock

Μετάφραση: Shock

Ακολουθήστε μας