Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 1225 - 1260 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Αποστείρωση
Αγγλικός όρος:
Sterilization

Μετάφραση: Sterilization
Ελληνικός όρος:
Απόστημα
Αγγλικός όρος:
Abscess

Μετάφραση: Abscess
Ελληνικός όρος:
Αποστολέας
Αγγλικός όρος:
Consignor

Μετάφραση: Consignor
Ελληνικός όρος:
Αποστολή
Αγγλικός όρος:
Consignment, shipment

Μετάφραση: Consignment, shipment
Ελληνικός όρος:
Αποσυμπίεση
Αγγλικός όρος:
Decompression

Μετάφραση: Decompression
Ελληνικός όρος:
Αποσυναρμολόγηση
Αγγλικός όρος:
Dismantling

Μετάφραση: Dismantling
Ελληνικός όρος:
Αποσυναρμολογούμενη δεξαμενή
Αγγλικός όρος:
Demountable tank

Μετάφραση: Demountable tank
Ελληνικός όρος:
Αποσυνδεόμενη δεξαμενή
Αγγλικός όρος:
Demountable tank

Μετάφραση: Demountable tank
Ελληνικός όρος:
Αποσύνθεση ή διάσπαση
Αγγλικός όρος:
Decomposition

Μετάφραση: Decomposition
Ελληνικός όρος:
Αποτέλεσμα (π.χ αναλύσεων)
Αγγλικός όρος:
Result

Μετάφραση: Result
Ελληνικός όρος:
Αποτέλεσμα (π.χ επίδρασης)
Αγγλικός όρος:
Effect

Μετάφραση: Effect
Ελληνικός όρος:
Αποτέλεσμα διακρίβωσης
Αγγλικός όρος:
Calibration result

Μετάφραση: Calibration result
Ελληνικός όρος:
Αποτέλεσμα έρευνας
Αγγλικός όρος:
Research result

Μετάφραση: Research result
Ελληνικός όρος:
Αποτέλεσμα τύπου μελέτης
Αγγλικός όρος:
Study type result

Μετάφραση: Study type result
Ελληνικός όρος:
Αποτελέσματα και συζήτηση
Αγγλικός όρος:
Results and discussions

Μετάφραση: Results and discussions
Ελληνικός όρος:
Αποτελεσματικός
Αγγλικός όρος:
Effective

Μετάφραση: Effective
Ελληνικός όρος:
Αποτελεσματικότητα εκρόφησης
Αγγλικός όρος:
Desorption efficiency

Μετάφραση: Desorption efficiency
Ελληνικός όρος:
Αποτέφρωση
Αγγλικός όρος:
Ashing

Μετάφραση: Ashing
Ελληνικός όρος:
Αποτέφρωση χαμηλής θερμοκρασίας
Αγγλικός όρος:
Low temperature ashing, LTA

Μετάφραση: Low temperature ashing, LTA
Ελληνικός όρος:
Αποτίμηση της ποιότητας
Αγγλικός όρος:
Quality evaluation

Μετάφραση: Quality evaluation
Ελληνικός όρος:
Αποτοξίνωση
Αγγλικός όρος:
Detoxication

Μετάφραση: Detoxication
Ελληνικός όρος:
Απουσία λόγω ασθένειας
Αγγλικός όρος:
Sickness absence

Μετάφραση: Sickness absence
Ελληνικός όρος:
Απουσιασμός
Αγγλικός όρος:
Absenteeism

Μετάφραση: Absenteeism
Ελληνικός όρος:
Απόφαση
Αγγλικός όρος:
Decision

Μετάφραση: Decision
Ελληνικός όρος:
Αποφεύγετε επαφή με το δέρμα και με τα μάτια
Αγγλικός όρος:
Avoid contact with skin and eyes

Μετάφραση: Avoid contact with skin and eyes
Ελληνικός όρος:
Αποφεύγετε να αναπνέετε σκόνη/ αναθυμιάσεις/αέρια/ συγκεντρώσεις σταγονιδίων / ατμούς/ εκνεφώματα
Αγγλικός όρος:
Avoid breathing dust/fume/gas/mist/vapours/spray

Μετάφραση: Avoid breathing dust/fume/gas/mist/vapours/spray
Ελληνικός όρος:
Αποφεύγετε την επαφή στη διάρκεια της εγκυμοσύνης/ γαλουχίας
Αγγλικός όρος:
Avoid contact during pregnancy/while nursing

Μετάφραση: Avoid contact during pregnancy/while nursing
Ελληνικός όρος:
Αποφεύγω
Αγγλικός όρος:
Avoid

Μετάφραση: Avoid
Ελληνικός όρος:
Αποφλοίωση
Αγγλικός όρος:
Debarking, peeling

Μετάφραση: Debarking, peeling
Ελληνικός όρος:
Αποφλοίωση και θερμική μεταχείριση
Αγγλικός όρος:
Debarking and Heat Treatment, DB HT

Μετάφραση: Debarking and Heat Treatment, DB HT
Ελληνικός όρος:
Αποφλοίωση και μεταχείριση με βρωμιούχο μεθύλιο
Αγγλικός όρος:
Debarking and Methyl bromide treatment, DB MB

Μετάφραση: Debarking and Methyl bromide treatment, DB MB
Ελληνικός όρος:
Αποφρακτική πνευμονοπάθεια
Αγγλικός όρος:
Obstructive respiratory diseases

Μετάφραση: Obstructive respiratory diseases
Ελληνικός όρος:
Απόφραξη
Αγγλικός όρος:
Obstruction

Μετάφραση: Obstruction
Ελληνικός όρος:
Αποφύγετε κάθε πιθανή επαφή με το νερό, διότι αντιδρά βίαια και μπορεί να προκληθεί ανάφλεξη
Αγγλικός όρος:
Keep away from any possible contact with water, because of violent reaction and possible flash fire

Μετάφραση: Keep away from any possible contact with water, because of violent reaction and possible flash fire
Ελληνικός όρος:
Αποφύγετε την έκθεση
Αγγλικός όρος:
Avoid exposure

Μετάφραση: Avoid exposure
Ελληνικός όρος:
Αποφύγετε την ελευθέρωσή του στο περιβάλλον
Αγγλικός όρος:
Avoid release to the environment

Μετάφραση: Avoid release to the environment

Ακολουθήστε μας