Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 1729 - 1764 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικός εξοπλισμός
Αγγλικός όρος:
Industrial equipment

Μετάφραση: Industrial equipment
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικός εργάτης
Αγγλικός όρος:
Blue-collar worker, Industrial worker

Μετάφραση: Blue-collar worker, Industrial worker
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικός χρήστης
Αγγλικός όρος:
Industrial User

Μετάφραση: Industrial User
Ελληνικός όρος:
Βιομόρια
Αγγλικός όρος:
Biomolecules

Μετάφραση: Biomolecules
Ελληνικός όρος:
Βιο-ΜΤΒΕ
Αγγλικός όρος:
Bio-MTBE, methyl-tertio-butyl-ether

Μετάφραση: Bio-MTBE, methyl-tertio-butyl-ether
Ελληνικός όρος:
Βιοστατιστική
Αγγλικός όρος:
Biostatistics

Μετάφραση: Biostatistics
Ελληνικός όρος:
Βιοσυγκέντρωση
Αγγλικός όρος:
Bioconcentration

Μετάφραση: Bioconcentration
Ελληνικός όρος:
Βιοσυσσώρευση
Αγγλικός όρος:
Bioaccumulation

Μετάφραση: Bioaccumulation
Ελληνικός όρος:
Βιοσυσσωρευσιμότητα
Αγγλικός όρος:
Bio-accumulative

Μετάφραση: Bio-accumulative
Ελληνικός όρος:
Βιοτέχνης
Αγγλικός όρος:
Craftsman

Μετάφραση: Craftsman
Ελληνικός όρος:
Βιοτική
Αγγλικός όρος:
Biotic

Μετάφραση: Biotic
Ελληνικός όρος:
Βιοτική αποδόμηση
Αγγλικός όρος:
Biotic degradation

Μετάφραση: Biotic degradation
Ελληνικός όρος:
Βιοτίτης
Αγγλικός όρος:
Mica, biotite, muscovite

Μετάφραση: Mica, biotite, muscovite
Ελληνικός όρος:
Βιοχημεία
Αγγλικός όρος:
Biochemistry

Μετάφραση: Biochemistry
Ελληνικός όρος:
Βιοχημικοί κίνδυνοι
Αγγλικός όρος:
Biochemical hazards

Μετάφραση: Biochemical hazards
Ελληνικός όρος:
Βιοψία
Αγγλικός όρος:
Biopsy

Μετάφραση: Biopsy
Ελληνικός όρος:
Βισμούθιο
Αγγλικός όρος:
Bismuth, Bi

Μετάφραση: Bismuth, Bi
Ελληνικός όρος:
Βιταμίνη
Αγγλικός όρος:
Vitamin

Μετάφραση: Vitamin
Ελληνικός όρος:
Βιταμίνη D2
Αγγλικός όρος:
Vitamin D2, Ergocalciferol, calciferol

Μετάφραση: Vitamin D2, Ergocalciferol, calciferol
Ελληνικός όρος:
Βιταμίνη D3
Αγγλικός όρος:
Cholecalciferol, vitamin D3

Μετάφραση: Cholecalciferol, vitamin D3
Ελληνικός όρος:
Βιταμίνη Β3
Αγγλικός όρος:
Vitamin B3, folic acid

Μετάφραση: Vitamin B3, folic acid
Ελληνικός όρος:
Βιτριόλι
Αγγλικός όρος:
Sulfuric acid, vitriol

Μετάφραση: Sulfuric acid, vitriol
Ελληνικός όρος:
Βιώσιμα υπολείμματα
Αγγλικός όρος:
Viable residues

Μετάφραση: Viable residues
Ελληνικός όρος:
Βλάβες στον εγκέφαλο
Αγγλικός όρος:
Brain damages

Μετάφραση: Brain damages
Ελληνικός όρος:
Βλάβες του μηνίσκου ύστερα από εκτεταμένες περιόδους εργασίες σε γονατιστή θέση ή ανακούρκουδα
Αγγλικός όρος:
Meniscus lesions following extended periods of work in a kneeling or squatting position

Μετάφραση: Meniscus lesions following extended periods of work in a kneeling or squatting position
Ελληνικός όρος:
Βλάβες των νεύρων
Αγγλικός όρος:
Nerve damages

Μετάφραση: Nerve damages
Ελληνικός όρος:
Βλάβες των οφθαλμών
Αγγλικός όρος:
Eye injuries

Μετάφραση: Eye injuries
Ελληνικός όρος:
Βλάβη
Αγγλικός όρος:
Damage

Μετάφραση: Damage
Ελληνικός όρος:
Βλάπτει τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον καταστρέφοντας το όζον στην ανώτερη ατμόσφαιρα
Αγγλικός όρος:
Harms public health and the environment by destroying ozone in the upper atmosphere

Μετάφραση: Harms public health and the environment by destroying ozone in the upper atmosphere
Ελληνικός όρος:
Βλαπτικός παράγοντας
Αγγλικός όρος:
Hazardous agent

Μετάφραση: Hazardous agent
Ελληνικός όρος:
Βλεννικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Mucic acid, galactaric acid, 2,3,4,5-tetrahydroxyhexanedioic acid

Μετάφραση: Mucic acid, galactaric acid, 2,3,4,5-tetrahydroxyhexanedioic acid
Ελληνικός όρος:
Βλεννογόνος
Αγγλικός όρος:
Mucosa

Μετάφραση: Mucosa
Ελληνικός όρος:
Βλεννόρροια
Αγγλικός όρος:
Gonorrhea

Μετάφραση: Gonorrhea
Ελληνικός όρος:
Βλεννόστασις
Αγγλικός όρος:
Mucostasis

Μετάφραση: Mucostasis
Ελληνικός όρος:
Βλεννοχλωρικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Mucochloric acid

Μετάφραση: Mucochloric acid
Ελληνικός όρος:
Βλεννώδης μεμβράνη
Αγγλικός όρος:
Mucous membrane

Μετάφραση: Mucous membrane

Ακολουθήστε μας