Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 3853 - 3888 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Ζελατίνη
Αγγλικός όρος:
Gelatin

Μετάφραση: Gelatin
Ελληνικός όρος:
Ζελατινοποίηση
Αγγλικός όρος:
Gelation

Μετάφραση: Gelation
Ελληνικός όρος:
Ζελατινώδης
Αγγλικός όρος:
Gelatinous

Μετάφραση: Gelatinous
Ελληνικός όρος:
Ζεματίσματα
Αγγλικός όρος:
Scalds

Μετάφραση: Scalds
Ελληνικός όρος:
Ζεόλιθος
Αγγλικός όρος:
Zeolite

Μετάφραση: Zeolite
Ελληνικός όρος:
Ζεστός
Αγγλικός όρος:
Hot

Μετάφραση: Hot
Ελληνικός όρος:
Ζεύξη
Αγγλικός όρος:
Jointing

Μετάφραση: Jointing
Ελληνικός όρος:
Ζεύξη οπλισμού καλωδίου
Αγγλικός όρος:
Cable armour bonding

Μετάφραση: Cable armour bonding
Ελληνικός όρος:
Ζημιά
Αγγλικός όρος:
Harm

Μετάφραση: Harm
Ελληνικός όρος:
Ζητήστε πληροφορίες από τον παραγωγό / προμηθευτή για ανάκτηση / ανακύκλωση
Αγγλικός όρος:
Refer to manufacturer/ supplier for information on recovery/recycling

Μετάφραση: Refer to manufacturer/ supplier for information on recovery/recycling
Ελληνικός όρος:
Ζιρκόνιο
Αγγλικός όρος:
Zirconium (Zr)

Μετάφραση: Zirconium (Zr)
Ελληνικός όρος:
Ζιρκόνιο (ορυκτό)
Αγγλικός όρος:
Zircon (ZrSiO4)

Μετάφραση: Zircon (ZrSiO4)
Ελληνικός όρος:
Ζιρκονύλιο
Αγγλικός όρος:
Zirconyl (ZrO2+)

Μετάφραση: Zirconyl (ZrO2+)
Ελληνικός όρος:
Ζυγός
Αγγλικός όρος:
Balance

Μετάφραση: Balance
Ελληνικός όρος:
Ζυμάση
Αγγλικός όρος:
Zymase

Μετάφραση: Zymase
Ελληνικός όρος:
Ζύμη ή μαγιά ή ζυμομύκητας
Αγγλικός όρος:
Yeast

Μετάφραση: Yeast
Ελληνικός όρος:
Ζύμοτζεν ή ζυμογόνο
Αγγλικός όρος:
Zymogen

Μετάφραση: Zymogen
Ελληνικός όρος:
Ζύμωση
Αγγλικός όρος:
Fermentation

Μετάφραση: Fermentation
Ελληνικός όρος:
Ζύμωση με μαγιά
Αγγλικός όρος:
Yeast fermentation

Μετάφραση: Yeast fermentation
Ελληνικός όρος:
Ζωικά υλικά
Αγγλικός όρος:
Animal material

Μετάφραση: Animal material
Ελληνικός όρος:
Ζώνες
Αγγλικός όρος:
Zones

Μετάφραση: Zones
Ελληνικός όρος:
Ζώνες ασφαλείας
Αγγλικός όρος:
Safety belts

Μετάφραση: Safety belts
Ελληνικός όρος:
Ζώνες καθίσματος
Αγγλικός όρος:
Seat belts

Μετάφραση: Seat belts
Ελληνικός όρος:
Ζώνη απελευθέρωσης (π.χ. σε ασανσέρ)
Αγγλικός όρος:
Unlocking zone

Μετάφραση: Unlocking zone
Ελληνικός όρος:
Ζώνη κινδύνου
Αγγλικός όρος:
Danger zone

Μετάφραση: Danger zone
Ελληνικός όρος:
Ζωοτροφές
Αγγλικός όρος:
Feeding stuffs

Μετάφραση: Feeding stuffs
Ελληνικός όρος:
Η εισπνοή ατμών μπορεί να προκαλέσει υπνηλία και ζάλη
Αγγλικός όρος:
Vapours may cause drowsiness and dizziness

Μετάφραση: Vapours may cause drowsiness and dizziness
Ελληνικός όρος:
Η επαφή με καύσιμο υλικό μπορεί να προκαλέσει πυρκαγιά
Αγγλικός όρος:
Contact with combustible material may cause fire

Μετάφραση: Contact with combustible material may cause fire
Ελληνικός όρος:
Η θέρμανση μπορεί να προκαλέσει έκρηξη
Αγγλικός όρος:
Heating may cause an explosion

Μετάφραση: Heating may cause an explosion
Ελληνικός όρος:
Η θέρμανση μπορεί να προκαλέσει πυρκαγιά
Αγγλικός όρος:
Heating may cause a fire

Μετάφραση: Heating may cause a fire
Ελληνικός όρος:
Η κατάλληλη διατύπωση καθορίζεται από τον παραγωγό
Αγγλικός όρος:
Appropriate wording to be specified by the manufacturer

Μετάφραση: Appropriate wording to be specified by the manufacturer
Ελληνικός όρος:
Ηλεκτοσκωρίωση
Αγγλικός όρος:
Electroslag

Μετάφραση: Electroslag
Ελληνικός όρος:
Ηλεκτρικές εγκαταστάσεις
Αγγλικός όρος:
Electrical installation

Μετάφραση: Electrical installation
Ελληνικός όρος:
Ηλεκτρικές καλωδιώσεις
Αγγλικός όρος:
Electrical cabling and wiring

Μετάφραση: Electrical cabling and wiring
Ελληνικός όρος:
Ηλεκτρικές παράμετροι καλωδίων
Αγγλικός όρος:
Electrical parameters of cables

Μετάφραση: Electrical parameters of cables
Ελληνικός όρος:
Ηλεκτρικές σκούπες
Αγγλικός όρος:
Vacuum cleaners

Μετάφραση: Vacuum cleaners

Ακολουθήστε μας