Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 793 - 803 of 803
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Πυρουβικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Pyruvic acid, 2-oxopropanoic acid
Μετάφραση:
Pyruvic acid, 2-oxopropanoic acid
Ελληνικός όρος:
Πυροφορική σκόνη αργιλίου
Αγγλικός όρος:
Aluminium pyro powders
Μετάφραση:
Aluminium pyro powders
Ελληνικός όρος:
Πυροφορικό στερεό
Αγγλικός όρος:
Pyrophoric solid
Μετάφραση:
Pyrophoric solid
Ελληνικός όρος:
Πυροφορικό υγρό
Αγγλικός όρος:
Pyrophoric liquid
Μετάφραση:
Pyrophoric liquid
Ελληνικός όρος:
Πυροφωσφορικό τετρααιθύλιο
Αγγλικός όρος:
Tetraethyl pyrophosphate (TEPP) (C8H20O7P2)
Μετάφραση:
Tetraethyl pyrophosphate (TEPP) (C8H20O7P2)
Ελληνικός όρος:
Πυροφωσφορικό τετρανάτριο ή διφωσφορικό τετρανάτριο
Αγγλικός όρος:
Tetrasodium pyrophosphate or tetrasodium diphosphate (TSPP) (Na4O7P2)
Μετάφραση:
Tetrasodium pyrophosphate or tetrasodium diphosphate (TSPP) (Na4O7P2)
Ελληνικός όρος:
Πυρρολιδίνη
Αγγλικός όρος:
Pyrrolidine
Μετάφραση:
Pyrrolidine
Ελληνικός όρος:
Πυρρολίνη
Αγγλικός όρος:
Pyrroline
Μετάφραση:
Pyrroline
Ελληνικός όρος:
Πυρρόλιο
Αγγλικός όρος:
Pyrrole
Μετάφραση:
Pyrrole
Ελληνικός όρος:
Πυρωμένη αδρανής μαγνησία (φρυγμένη)
Αγγλικός όρος:
Dead-burned magnesia
Μετάφραση:
Dead-burned magnesia
Ελληνικός όρος:
Πεπιεσμένο φυσικό αέριο (ΠΦΑ)
Αγγλικός όρος:
1η Μετάφραση:
Compressed natural gas (CNG)
Με σχετικά Links:
Υ.Α. 378266/2023 (ΦΕΚ 7274/Β` 22.12.2023)
(άρθ.2§1)
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
…
Page
15
Page
16
Page
17
Page
18
Page
19
Page
20
Page
21
Page
22
Τρέχουσα σελίδα
23