Τροποποιήθηκε από :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 5Α_2018 | 2.31 MB |
1. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται κατά την έρευνα και εκμετάλλευση των λατομικών ορυκτών.
2. Λατομικά ορυκτά ονομάζονται τα ορυκτά της παρ. 3 τα οποία δεν ανήκουν στην κατηγορία των μεταλλευμάτων ή μεταλλευτικών ορυκτών, σύμφωνα με τις διατάξεις του Μεταλλευτικού Κώδικα (ν.δ. 210/1973, Α΄ 277).
3. Τα λατομικά ορυκτά διακρίνονται στις εξής κατηγορίες:
α. μάρμαρα και φυσικοί λίθοι
αα. Στην κατηγορία των μαρμάρων ανήκουν διάφορα πετρώματα, ποικίλων χρωμάτων, εξορυσσόμενα σε όγκους, επιδεκτικά κοπής σε πλάκες, λείανσης και στίλβωσης, καθώς και ο πωρόλιθος, το αλάβαστρο και ο όνυχας.
ββ. Στην κατηγορία των φυσικών λίθων ανήκουν οι λαξευτοί δομικοί λίθοι, οι σχιστολιθικές και ασβεστολιθικές πλάκες και τα διακοσμητικά πετρώματα.
β. αδρανή υλικά
Στην κατηγορία των αδρανών υλικών ανήκουν
αα) τα υλικά διαφόρων διαστάσεων, που προέρχονται από την εξόρυξη και θραύση πετρωμάτων ή την απόληψη φυσικών αποθέσεων θραυσμάτων τους και είναι κατάλληλα να χρησιμοποιηθούν όπως έχουν ή ύστερα από θραύση ή λειοτρίβηση ή ταξινόμηση για την παρασκευή σκυροδεμάτων ή κονιαμάτων ή με μορφή σκύρων ή μεγαλύτερων τεμαχίων στην οδοποιία ή λοιπά τεχνικά έργα ή οικοδομές, ββ) τα υλικά που προέρχονται από την εξόρυξη ασβεστολιθικών πετρωμάτων και χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ασβέστου ή υδραυλικών κονιών ή συλλιπασμάτων μεταλλουργίας, γγ) η μαρμαρόσκονη και η μαρμαροψηφίδα όταν εξορύσσονται από λατομικούς χώρους, στους οποίους, παρά το γεγονός ότι το περικλειόμενο πέτρωμα είναι επιδεκτικό κοπής σε πλάκες, λείανσης και στίλβωσης, εντούτοις δεν μπορεί να εξορυχθούν μάρμαρα σε όγκους λόγω τεκτονισμού του πετρώματος.
Δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος αδρανή υλικά, τα οποία προέρχονται από την επεξεργασία και ανακύκλωση αποβλήτων από εκσκαφές, κατασκευές και κατεδαφίσεις (ΑΕΚΚ) ή «τεχνητά» αδρανή, τα οποία παράγονται από βιομηχανική επεξεργασία αποβλήτων, παραπροϊόντων και υπολειμμάτων.
γ. βιομηχανικά ορυκτά
Στην κατηγορία των βιομηχανικών ορυκτών ανήκουν όσα λατομικά ορυκτά δεν υπάγονται στις κατηγορίες α΄ και β΄ της παρούσας παραγράφου και ιδίως ο καολίνης, ο μπεντονίτης, η κιμωλία, ο γύψος, ο περλίτης, η κίσσηρις, η θηραϊκή γη, ο χαλαζίας, η χαλαζιακή άμμος, οι ποζολάνες, οι ζεόλιθοι, καθώς και οι άργιλοι και μάργες που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία.
Επίσης, στην κατηγορία των βιομηχανικών ορυκτών κατατάσσεται και το ανθρακικό ασβέστιο, εφόσον τεκμηριώνεται, στην τεχνική μελέτη εκμετάλλευσης, ότι το εξορυσσόμενο πέτρωμα διαθέτει την κατάλληλη ορυκτολογική και χημική σύσταση και υπάρχει η δυνατότητα διάθεσής του για βιομηχανική χρήση.
4. Για κάθε αμφιβολία ή αμφισβήτηση ως προς την υπαγωγή ορυκτού ή πετρώματος σε κατηγορία της παρ. 3, κατά το στάδιο έγκρισης της τεχνικής μελέτης αποφαίνεται ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μετά από γνωμοδότηση της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ι.Γ.Μ.Ε.).
5. Λατομικοί χώροι ή λατομεία είναι οι ενιαίοι χώροι για τους οποίους έχουν χορηγηθεί και βρίσκονται σε ισχύ οι προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία εγκρίσεις ή γνωστοποιήσεις: α) διενέργειας ερευνητικών εργασιών
ή β) εκμετάλλευσης λατομικών ορυκτών.
Δημόσια λατομεία είναι οι λατομικοί χώροι επί δημόσιων εκτάσεων και ιδιωτικά ή δημοτικά λατομεία είναι οι λατομικοί χώροι επί ιδιωτικών ή δημοτικών εκτάσεων, αντίστοιχα.
6. Λατομικές περιοχές αδρανών υλικών είναι οι εκτάσεις εντός των οποίων χωροθετούνται ένας ή περισσότεροι λατομικοί χώροι εκμετάλλευσης αδρανών υλικών και οι οποίες καθορίζονται με τη διαδικασία και τα κριτήρια των άρθρων 46,47 και 48. Στις λατομικές περιοχές περιλαμβάνονται και οι θέσεις συγκέντρωσης λατομικών επιχειρήσεων αδρανών υλικών στην Περιφέρεια Αττικής, σύμφωνα με το άρθρο 15 του ν. 1515/1985 (Α΄ 18), που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 41 του ν. 4277/2014 (Α΄ 156).
7. Πάγια είναι τα μισθώματα που καταβάλλονται από την έναρξη ισχύος της σύμβασης μίσθωσης και το ύψος τους είναι ανεξάρτητο από τις ποσότητες των παραγόμενων προϊόντων ή παραπροϊόντων του λατομείου. Αναλογικά είναι τα μισθώματα που καταβάλλονται μετά την έναρξη της παραγωγικής διαδικασίας του λατομείου και συναρτώνται με το μέγεθος παραγωγής αυτού.
8. Με την επιφύλαξη της παρ. 6 του άρθρου 59, στις διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εμπίπτουν οι αμμοληψίες φυσικών αποθέσεων θραυσμάτων από τις κοίτες και εκβολές ποταμών, χειμάρρων και από τις θαλάσσιες και λιμναίες ακτές. Τα θέματα για τις αμμοληψίες αυτές ρυθμίζονται από τον α.ν. 1219/1938 (Α΄ 191).
1. Το δικαίωμα έρευνας και επιφανειακής ή/και υπόγειας εκμετάλλευσης των λατομικών ορυκτών ανήκει στον ιδιοκτήτη της εδαφικής έκτασης, μέσα στην οποία υπάρχουν ή σε όποιον ο ιδιοκτήτης παραχώρησε το δικαίωμα αυτό.
Το δικαίωμα της εκμετάλλευσης εκτείνεται σε όλα τα παραγόμενα υποπροϊόντα, καθώς και στην αξιοποίηση των εξορυκτικών αποβλήτων κατά τη διαχείρισή τους, που προέρχονται από την εξόρυξη και την επεξεργασία των λατομικών ορυκτών.
2. Η παραχώρηση του δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης σε ιδιωτικές εκτάσεις γίνεται και αποδεικνύεται με συμβολαιογραφική πράξη μίσθωσης της έκτασης, η οποία συνοδεύεται από τα σχετικά έγγραφα και πιστοποιητικά, όπως νόμιμοι τίτλοι ιδιοκτησίας έγγραφα μεταγραφής στο οικείο υποθηκοφυλακείο, κτηματολογικό φύλλο και διάγραμμα καθώς και από πρόσφατο τοπογραφικό σχεδιάγραμμα κατάλληλης κλίμακας. Το τοπογραφικό σχεδιάγραμμα απεικονίζει οριζοντιογραφικά και υψομετρικά τα όρια της έκτασης και όλα τα στοιχεία του ανάγλυφου εντός και εκτός αυτής, εξαρτημένα από το Εθνικό Τριγωνομετρικό Δίκτυο στο Ελληνικό Γεωδαιτικό Σύστημα Αναφοράς 1987 (Ε.Γ.Σ.Α. ΄87) και συντάσσεται σύμφωνα με τις ισχύουσες προδιαγραφές.
3. Η παραχώρηση του δικαιώματος έρευνας σε εκτάσεις των πρωτοβάθμιων ΟΤΑ γίνεται και αποδεικνύεται με απόφαση του οικείου δημοτικού συμβουλίου και του δικαιώματος εκμετάλλευσης των εκτάσεων αυτών με συμβολαιογραφική πράξη μίσθωσης σύμφωνα με το άρθρο 54.
4. Η παραχώρηση του δικαιώματος έρευνας σε εκτάσεις του Δημοσίου γίνεται και αποδεικνύεται με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης ενώ η παραχώρηση του δικαιώματος εκμετάλλευσης των εκτάσεων αυτών με συμβολαιογραφική πράξη μίσθωσης σύμφωνα με το άρθρο 53.
Στις αποφάσεις των παραγράφων 3 και 4 αναφέρονται υποχρεωτικά τα όρια του λατομικού χώρου με τα στοιχεία του τοπογραφικού σχεδιαγράμματος της παραγράφου 2.
5. Το δικαίωμα έρευνας και εκμετάλλευσης των λατομικών ορυκτών, που βρίσκονται σε δημόσιες δασικού εν γένει χαρακτήρα εκτάσεις ή δημόσιες χορτολιβαδικές, ανήκει στο Δημόσιο.
Η αμφισβήτηση του δικαιώματος κυριότητας του Δημοσίου επί των εκτάσεων αυτών δεν εμποδίζει την εκμετάλλευση λατομείων. Οι εκτάσεις αυτές θεωρούνται δημόσιες μέχρι την οριστική επίλυση του ιδιοκτησιακού τους καθεστώτος. Μέχρι την επίλυση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος αποδίδονται στο Δημόσιο τα οφειλόμενα μισθώματα και το προβλεπόμενο από τη δασική νομοθεσία αντάλλαγμα χρήσης και τηρούνται οι λοιπές απορρέουσες από τις οικείες διατάξεις υποχρεώσεις.
Σε περίπτωση αναγνώρισης της κυριότητας των εκτάσεων υπέρ φυσικού ή νομικού προσώπου, τα καταβληθέντα υπέρ του Δημοσίου μισθώματα επιστρέφονται στον ιδιοκτήτη, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα. Επίσης επιστρέφεται το αντάλλαγμα χρήσης κατά ποσοστό 20% λόγω της διαφοράς του ποσοστού αυτού από το αντάλλαγμα χρήσης δημόσιας δασικής έκτασης, σε σχέση με αυτό της χρήσης ιδιωτικής.
6. Στις περιπτώσεις των διακατεχόμενων δασικού χαρακτήρα εκτάσεων, οι οποίες ανήκουν κατά πλήρες δικαίωμα κυριότητας στο Δημόσιο, ο διακάτοχος δεν μπορεί να εμποδίσει την εκμετάλλευση των εκτάσεων αυτών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.
7. Συμβάσεις μίσθωσης λατομείων εκτάσεων δημόσιων ή δημοτικών ή ιδιωτικών εξακολουθούν να είναι έγκυρες και ισχυρές και μετά την τυχόν αναγνώριση διοικητικώς ή δικαστικώς ως ιδιοκτήτη του εδάφους των λατομείων τρίτου προσώπου. Οι συμβάσεις αυτές εξακολουθούν να ισχύουν με τους ίδιους όρους και συμφωνίες, στη θέση δε του εκμισθωτή υπεισέρχεται ο τρίτος που έχει αναγνωρισθεί ως ιδιοκτήτης.
8. Η διαχείριση της εκμετάλλευσης των λατομικών χώρων, των οποίων το Δημόσιο ή ο Δήμος είναι εξ αδιαιρέτου συνιδιοκτήτης σε ποσοστό που υπερβαίνει το 50%, ασκείται από το Δημόσιο ή το Δήμο, το οποίο αποδίδει σε καθέναν από τους λοιπούς συνιδιοκτήτες το μερίδιο από τα εισπραττόμενα μισθώματα, που τους αναλογεί, κατά το επί τοις εκατό ποσοστό της συνιδιοκτησίας του.
Στις περιπτώσεις αυτές, δεν απαιτείται σύμφωνη γνώμη της μειοψηφίας των ιδιωτών για την έρευνα λατομικών ορυκτών.
9. Αρμόδιος για την εκμίσθωση λατομείων εντός εκτάσεων, η διαχείριση των οποίων ανήκει στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, είναι ο Συντονιστής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης όπου ευρίσκεται το ακίνητο, εφαρμοζόμενων των διατάξεων του παρόντος νόμου.
1. Ως λατομικές περιοχές για την εκμετάλλευση αδρανών υλικών μπορεί να χαρακτηριστούν δημόσιες, δημοτικές ή ιδιωτικές εκτάσεις, οι οποίες κρίνονται κατάλληλες τόσο ως προς την ποιότητα των πετρωμάτων όσο και ως προς τις επιπτώσεις της αναπτυσσόμενης μέσα σε αυτές λατομικής δραστηριότητας στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον.
2. Λατομικές περιοχές καθορίζονται σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας, αν τα γεωγραφικά της όρια ταυτίζονται με αυτά του νομού, με την επιφύλαξη της παρ. 4 του άρθρου 47. Όταν δεν υφίσταται ταύτιση των γεωγραφικών ορίων νομού και Περιφερειακής Ενότητας και ο νομός περιλαμβάνει περισσότερες από μία Περιφερειακές Ενότητες, ο καθορισμός λατομικών περιοχών γίνεται για το σύνολο των Περιφερειακών Ενοτήτων μέσα στα όρια του αντίστοιχου νομού, με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.
Λατομικές περιοχές καθορίζονται όταν η παραγωγή των λειτουργούντων λατομείων σε ήδη καθορισμένες λατομικές περιοχές του νομού και η εκμετάλλευση των απολήψιμων αποθεμάτων των κοιτασμάτων τους δεν επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών του νομού με κίνδυνο τη διατάραξη της ομαλής λειτουργίας της αγοράς και τη στρέβλωση του ανταγωνισμού. Για τον υπολογισμό των απολήψιμων αποθεμάτων αδρανών υλικών, με σκοπό την κάλυψη των εκτιμώμενων αναγκών για περίοδο τουλάχιστον σαράντα (40) ετών, λαμβάνονται υπόψη και τα κοιτάσματα τυχόν αδιάθετων λατομικών χώρων εντός των ήδη καθορισμένων λατομικών περιοχών καθώς και τα τυχόν παραγόμενα αδρανή υλικά από δραστηριότητες ανακύκλωσης (ΑΕΚΚ).
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να καθορίζονται λατομικές περιοχές στα γεωγραφικά όρια των τέως επαρχιών ή σε νησιά στα οποία δεν υπάρχουν καθορισμένες λατομικές περιοχές, εφόσον διαπιστωθεί ότι αυτό είναι απαραίτητο για την εξορθολογισμό της κατανομής των λατομικών περιοχών ως προς τα κέντρα κατανάλωσης.
3. Κατά τον καθορισμό μιας λατομικής περιοχής λαμβάνονται υπόψη τα εξής:
α. η καταλληλότητα του πετρώματος και η επάρκεια υλικών ώστε να εξασφαλίζεται η ομαλή τροφοδοσία της αγοράς,
β. χωροταξικά κριτήρια, όπως την Εθνική Χωρική Στρατηγική, τα Ειδικά Χωροταξικά Πλαίσια και τα Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης, η απόσταση και η ορθολογική κατανομή ως προς τα κέντρα κατανάλωσης,
γ. περιβαλλοντικά κριτήρια, όπως η μικρότερη δυνατή όχληση ή βλάβη στο περιβάλλον, η υπαγωγή ή μη των υποψήφιων εκτάσεων στο Εθνικό Σύστημα Προστατευόμενων Περιοχών, τα λοιπά ευαίσθητα στοιχεία του περιβάλλοντος, η δυνατότητα επέκτασης των ήδη υφιστάμενων λατομικών περιοχών, η δυνατότητα δημιουργίας λατομικής περιοχής σε θέσεις ήδη λειτουργούντων λατομείων, καθώς και τυχόν εναλλακτικές λύσεις,
δ. κριτήρια ασφαλούς και ορθολογικής λειτουργίας, όπως η ασφάλεια εργαζομένων και περιοίκων, η ορθολογική εκμετάλλευση, η οικονομία και βιωσιμότητα των κοιτασμάτων,
ε. κριτήρια προστασίας αρχαιοτήτων και πολιτιστικού περιβάλλοντος.
4. Για τον καθορισμό των λατομικών περιοχών, ο οικείος Περιφερειάρχης διερευνά ανά πενταετία την επάρκεια των υλικών από τις ήδη καθορισμένες λατομικές περιοχές σε κάθε νομό της Περιφέρειας. Σε περίπτωση επάρκειας εκδίδει αιτιολογημένη διαπιστωτική πράξη.
Στην αντίθετη περίπτωση, ο Περιφερειάρχης, ύστερα από αιτιολογημένη γνώμη του Περιφερειακού Συμβουλίου για τα ζητήματα που αναφέρονται στις παρ. 2 και 3, η οποία παρέχεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο (2) μηνών, υποβάλλει εισήγηση προς τον Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης για τον καθορισμό νέων λατομικών περιοχών. Ο Συντονιστής της Αποκεντρωμένης Διοίκησης εκδίδει σχετική εγκριτική
απόφαση, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
5. Οι λατομικές περιοχές για την εκμετάλλευση αδρανών υλικών καθορίζονται, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της επιτροπής της παρ. 1 του άρθρου 47, με απόφαση του Περιφερειάρχη, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η επιτροπή εξετάζει τις προϋποθέσεις των παρ. 1, 2 και 3 και του άρθρου 47, καθώς και αν υπάρχουν οι απαγορευτικοί λόγοι του άρθρου 49 και διατυπώνει αιτιολογημένα τη γνώμη της. Η απόφαση καθορισμού λατομικών περιοχών εκμετάλλευσης αδρανών υλικών εκδίδεται μέσα σε πέντε (5) έτη από τη δημοσίευση της απόφασης της παρ. 4 του παρόντος άρθρου του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
6. Σύμφωνα με το άρθρο 15 του ν. 1515/1985 (Α΄ 18), που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 41 του ν. 4277/2014 (Α΄ 156), ειδικώς στην Περιφέρεια Αττικής, μπορεί με τις προϋποθέσεις των παρ. 2 και 3 και τη σύμφωνη γνώμη της παρ. 5 του παρόντος άρθρου, ύστερα από εισήγηση του αρμόδιου Περιφερειάρχη και γνώμη του Συμβουλίου του Μητροπολιτικού Σχεδιασμού, να καθορίζονται θέσεις συγκέντρωσης λατομικών επιχειρήσεων εκμετάλλευσης αδρανών υλικών με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
1. Αν, μετά την τήρηση της διαδικασίας της παρ. 4 του άρθρου 46, πρέπει να καθορισθεί λατομική περιοχή, με απόφαση του Περιφερειάρχη που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συνιστάται στην έδρα της Περιφέρειας Επιτροπή Καθορισμού Λατομικών Περιοχών. Η επιτροπή αποτελείται από οκτώ τακτικά μέλη με τους αναπληρωτές τους ως εξής:
α) έναν υπάλληλο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με ειδικότητα μηχανικού μεταλλείων ή μηχανικού ορυκτών πόρων ή διπλωματούχου μηχανικού άλλης ισότιμης και αντίστοιχης με τις παραπάνω ειδικότητες, με τον αναπληρωτή του,
β) έναν υπάλληλο της Διεύθυνσης Δασών της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με τον αναπληρωτή του,
γ) έναν υπάλληλο της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, με ειδικότητα πολιτικού μηχανικού ή τοπογράφου μηχανικού ή αρχιτέκτονα μηχανικού, με τον αναπληρωτή του,
δ) έναν υπάλληλο της τεχνικής Υπηρεσίας του δήμου της έδρας του οικείου νομού, με ειδικότητα τοπογράφου μηχανικού ή πολιτικού μηχανικού. Αν δεν υπηρετεί υπάλληλος της συγκεκριμένης ειδικότητας ορίζεται υπάλληλος προερχόμενος από την Τεχνική Υπηρεσία άλλου δήμου εντός των γεωγραφικών ορίων του νομού, με τον αναπληρωτή του,
ε) έναν υπάλληλο του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, με τον αναπληρωτή του,
στ) έναν υπάλληλο της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού της οικείας Περιφέρειας, ειδικότητας μηχανικού, κατά προτίμηση πολεοδόμου χωροτάκτη, με τον αναπληρωτή του,
ζ) έναν υπάλληλο του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών και Μελετών (Ι.Γ.Μ.Ε.), με ειδικότητα γεωλόγου ή μηχανικού μεταλλείων ή μηχανικού ορυκτών πόρων ή διπλωματούχου μηχανικού άλλης ισότιμης και αντίστοιχης με τις παραπάνω ειδικότητας, με τον αναπληρωτή του,
η) ένα δημοτικό υπάλληλο, από δήμο που ορίζει η Περιφερειακή Ένωση Δήμων (ΠΕΔ) της οικείας Περιφέρειας, με τον αναπληρωτή του.
Αν μέσα στον νομό, στα όρια του οποίου καθορίζονται λατομικές περιοχές, περιλαμβάνονται περισσότερες από μία Περιφερειακές Ενότητες, οι ανωτέρω εκπρόσωποι ορίζονται από τις αντίστοιχες ως άνω υπηρεσίες της έδρας του οικείου νομού, ενώ αν δεν υπηρετούν σε αυτές υπάλληλοι των προβλεπόμενων ειδικοτήτων, από αντίστοιχη υπηρεσία εντός των γεωγραφικών ορίων του οικείου νομού.
Οι δαπάνες μετακίνησης εκτός έδρας των μελών της Επιτροπής για τη συμμετοχή τους στις Επιτροπές Καθορισμού Λατομικών Περιοχών, βαρύνουν τον προϋπολογισμό του εκάστοτε φορέα προέλευσής τους.
Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.
2. Σε περίπτωση καθορισμού χώρου συγκέντρωσης ή λατομικής περιοχής στην Περιφέρεια Αττικής, σύμφωνα
με το άρθρο 15 του ν. 1515/1985 (Α΄ 18), που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 41 του ν. 4277/2014 (Α΄ 156) στην Επιτροπή της παρ. 1 του παρόντος άρθρου συμμετέχει ως ένατο μέλος και εκπρόσωπος της Διεύθυνσης Σχεδιασμού Μητροπολιτικών Αστικών και Περιαστικών Περιοχών (Δ/νση Σ.Μ.Α.Π.Π.) του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
3. Πρόεδρος της επιτροπής ορίζεται ο υπάλληλος του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας της περίπτ. α της παρ. 1 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία εφόσον παρίστανται πέντε (5) μέλη. Οι αποφάσεις της λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
4. Αν από τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής της παρ. 1 προκύπτει ότι δεν καθίσταται δυνατός ο καθορισμός λατομικών περιοχών εντός των γεωγραφικών ορίων ενός νομού, ο οικείος Περιφερειάρχης, για την κάλυψη των αναγκών του συγκεκριμένου νομού σε αδρανή υλικά, αναθέτει με απόφασή του τον καθορισμό λατομικών περιοχών ή την επέκταση των ήδη υφισταμένων σε επιτροπή όμορου νομού της Περιφέρειας δικαιοδοσίας του. Στην περίπτωση αυτή η τεκμηρίωση για την ορθολογική χωροταξική κατανομή των λατομείων αναφέρεται στην ευρύτερη περιοχή.
5. Τα σχέδια καθορισμού των λατομικών περιοχών, για τα οποία γνωμοδοτεί θετικά η Επιτροπή της παρ. 1 υποβάλλονται σε διαδικασία Περιβαλλοντικού Προελέγχου (ΠΠ), ώστε να διακριβωθεί αν αναμένονται σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Σε θετική περίπτωση εφαρμόζεται η διαδικασία Στρατηγικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης (Σ.Π.Ε.) σύμφωνα με την ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/οικ.107017/28.8.2006 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίας Έργων και του Υφυπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης (Β΄1225), σε συμμόρφωση με την Οδηγία 2001/42/ΕΚ. Τα σχέδια λατομικών περιοχών που βρίσκονται στο σύνολό τους ή μερικώς μέσα στις περιοχές του Ευρωπαϊκού Οικολογικού δικτύου NATURA 2000, υποβάλλονται υποχρεωτικά στη διαδικασία Σ.Π.Ε.
Αν το αποτέλεσμα της Σ.Π.Ε. διαφοροποιείται από την εισηγητική έκθεση της Επιτροπής της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, το αποτέλεσμα αυτό τίθεται υπόψη της εν λόγω Επιτροπής, για να διαμορφώσει εκ νέου τη γνώμη της, συμμορφούμενη με τα αποτελέσματα της Σ.Π.Ε.
6. Μετά τη συγκρότηση της Επιτροπής και πριν από την έκδοση της απόφασης του καθορισμού λατομικής περιοχής, ο Περιφερειάρχης ζητεί την έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, η οποία χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 3028/2002 (Α΄ 153). Η έγκριση αυτή δεν ζητείται αν η αρχή αυτή έχει γνωμοδοτήσει προηγουμένως στο στάδιο της Σ.Π.Ε.
Για τη σύνταξη της γνώμης της η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει εγγράφως τη γνώμη ή τη συνδρομή οποιασδήποτε άλλης υπηρεσίας ή φορέα, κατά την κρίση της.
7. Μετά τον καθορισμό κάθε λατομικής περιοχής που περιλαμβάνει δημόσιες ή δημοτικές εκτάσεις, ομάδα εργασίας που αποτελείται από τα μέλη της επιτροπής της
παρ.1 του παρόντος άρθρου που εκπροσωπούν: α) το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, β) τη Διεύθυνση Τεχνικών Έργων ή τις Τεχνικές Υπηρεσίες των δήμων, όταν πρόκειται για δημόσιες ή δημοτικές εκτάσεις αντίστοιχα, και γ) το Ι.Γ.Μ.Ε. προβαίνει σε κατανομή (χωροταξική) των λατομικών χώρων μέσα στη λατομική περιοχή.
Η ανωτέρω κατανομή ολοκληρώνεται μέσα σε δύο (2) μήνες από την έναρξη ισχύος της απόφασης καθορισμού της λατομικής περιοχής. Η σχετική εισήγηση της ανωτέρω ομάδας εργασίας της επιτροπής εγκρίνεται με απόφαση του αρμόδιου Περιφερειάρχη.
8. Η Επιτροπή της παρ. 1 μπορεί, κατ΄ εξαίρεση, να συνιστάται από τον αρμόδιο Περιφερειάρχη ύστερα από αίτηση ενδιαφερομένου για τον καθορισμό περιοχής προσφερόμενης ως λατομικής, με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία των άρθρων 46 και 47. Η αίτηση πρέπει, επί ποινή απαραδέκτου να συνοδεύεται από: αα) παράβολο πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ το οποίο καταβάλλεται υπέρ της οικείας Περιφέρειας, αναπροσαρμοζόμενο με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και ββ) στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο αιτών έχει το δικαίωμα εκμετάλλευσης αδρανών υλικών στην έκταση, στην οποία αναφέρεται η αίτησή του ή έχει προβεί σε ενέργειες για τη δέσμευση της έκτασης, όπως προσύμφωνο αγοράς ή μίσθωσης της περιοχής για την συγκεκριμένη χρήση με σκοπό την απόκτηση του δικαιώματος εκμετάλλευσης. Τα έξοδα εκπόνησης μελέτης Π.Π. και τα σχετικά με τη διαδικασία Σ.Π.Ε. της παρ. 5, όπου αυτή απαιτείται, επιβαρύνουν τον ενδιαφερόμενο.
1. Οι λατομικές περιοχές χωροθετούνται, σε απόσταση τουλάχιστον χιλίων (1.000) μέτρων από εγκεκριμένα σχέδια πόλεως και εγκεκριμένες περιοχές οικιστικών επεκτάσεων ή εγκεκριμένα όρια ή οικισμών προϋφισταμένων του έτους 1923, τα όρια των οποίων έχουν εγκριθεί με διοικητικές πράξεις και εγκεκριμένες περιοχές οικιστικών επεκτάσεων ή εγκεκριμένα όρια, σύμφωνα με τα από 21.11.1979 «Περί καθορισμού των ορίων των προ της 16.8.1923 υφισταμένων οικισμών, των στερουμένων εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου (Δ΄693), 2.3.1981 «Περί των ληπτέων υπόψη στοιχείων και του τρόπου καθορισμού των ορίων των προ της 16.8.1923 υφισταμένων οικισμών των στερουμένων εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου ως και καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτών» (Δ΄ 138) και 24.4.1985 «Τρόπος καθορισμού ορίων οικισμών της χώρας μέχρι 2000 κατοίκους, κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησής τους» (Δ΄181) προεδρικά διατάγματα. Αν πρόκειται να χωροθετηθεί λατομική περιοχή πλησίον οικισμού που έχει οριοθετηθεί με νομαρχιακή απόφαση, πριν τον καθορισμό της λατομικής περιοχής, πρέπει να γίνει αναδημοσίευση των ορίων του οικισμού με προεδρικό διάταγμα. Μέσα στις λατομικές περιοχές, καθώς και σε απόσταση τουλάχιστον χιλίων μέτρων έξω από την οριογραμμή τους απαγορεύεται η επέκταση του σχεδίου πόλεως ή η δημιουργία ανεξάρτητου ρυμοτομικού σχεδίου ή η ανέγερση οποιουδήποτε κτίσματος, με εξαίρεση εκείνα που έχουν άμεση σχέση με τη λατομική δραστηριότητα και ειδικότερα εγκαταστάσεις επεξεργασίας των προϊόντων εξόρυξης και λοιπών κατεργασιών καθετοποίησης της εξορυκτικής δραστηριότητας.
2. Το όριο των χιλίων μέτρων της παρ. 1 δεν ισχύει για την ανέγερση κτιρίων και μηχανολογικών εγκαταστάσεων για την άσκηση δραστηριοτήτων, όπως αυτές ορίζονται στις παρ. 1 έως 5 του άρθρου 17 του ν. 3982/2011 (Α΄143), για τις μονάδες των περιπτώσεων γ΄ και ζ΄ της παρ. 3 του άρθρου 18 του ιδίου νόμου και για τις εγκαταστάσεις έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (Α.Π.Ε.). Στις περιπτώσεις αυτές η χωροθέτηση πραγματοποιείται σε αποστάσεις μεγαλύτερες των πεντακοσίων μέτρων από τα όρια των λατομικών περιοχών. Επίσης, κατά τη χωροθέτηση πλησίον λατομικών περιοχών Επιχειρηματικών Πάρκων όπως αυτά περιγράφονται στο τρίτο μέρος του ν. 3982/2011, κάτω από το όριο των χιλίων και σε απόσταση όχι μικρότερη των πεντακοσίων μέτρων επιτρέπεται μόνο η ανέγερση κτιρίων και μηχανολογικών εγκαταστάσεων για την άσκηση δραστηριοτήτων όπως ορίζονται στις παρ. 1 έως 5 του άρθρου 59 και για τις μονάδες των περιπτώσεων γ΄ και ζ΄ της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 3982/2011.
Η ελάχιστη απόσταση χωροθέτησης από τα όρια της λατομικής περιοχής, όταν πρόκειται για πυλώνες ανεμογεννητριών, ορίζεται στα εκατόν πενήντα (150) μέτρα. Ομοίως, το όριο των χιλίων μέτρων δεν ισχύει για την ανέγερση κτιρίων που προορίζονται για γεωργοκτηνοτροφικές και υδατοκαλλιεργητικές εγκαταστάσεις, στέγαστρα σφαγής, γεωργικές αποθήκες, δεξαμενές και θερμοκήπια, όπως αυτά περιγράφονται στο άρθρο 163 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (π.δ. 14.7.1999, Δ΄ 580), τα οποία χωροθετούνται σε αποστάσεις μεγαλύτερες των πεντακοσίων μέτρων από τα όρια της λατομικής περιοχής. Ειδικώς για τις πτηνοτροφικές και κτηνοτροφικές μονάδες απαιτείται προηγούμενη θετική γνώμη της Επιτροπής Ελέγχου Σταυλισμού του άρθρου 4 του ν. 4056/2012 (Α΄ 52).
Οι ανωτέρω αποστάσεις μπορεί να περιορίζονται, κατά περίπτωση, με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από εισήγηση του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, εφόσον το ανάγλυφο της περιοχής και οι συγκεκριμένες συνθήκες το επιτρέπουν. Η εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, καθώς και της παρ. 1 ανατίθεται στα οικεία πολεοδομικά όργανα του ν. 4067/2012 (Α΄79). Τα δασοτεχνικά έργα των άρθρων 15 και 16 του ν. 998/1979 εκτελούνται ανεξαρτήτως της απόστασής τους από το όριο της λατομικής περιοχής.
3. Σε νησιωτικές περιοχές, αν δεν υφίσταται η δυνατότητα τήρησης της απόστασης των χιλίων μέτρων της παρ. 1 ή σε παραμεθόριες περιοχές, στις οποίες υφίσταται επιτακτική ανάγκη εξασφάλισης αδρανών υλικών για την ομαλή λειτουργία της αγοράς και την εκτέλεση δημόσιων έργων, είναι δυνατός ο περιορισμός της απόστασης αυτής, από μέρος ή το σύνολο των ορίων της λατομικής περιοχής, με τη σχετική απόφαση καθορισμού της. Για τον περιορισμό της ανωτέρω απόστασης, η Επιτροπή της παρ. 1 του άρθρου 47 συνεκτιμά την έκταση της λατομικής περιοχής, τη μορφολογία και το ανάγλυφο του εδάφους, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του πετρώματος που πρόκειται να εξορυχθεί και τον τρόπο εξόρυξής του, καθώς και το μέγεθος και το είδος του γειτνιάζοντος ρυμοτομικού σχεδίου και των κτισμάτων, με σκοπό την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, των περιοίκων και των διερχόμενων, καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος.
Σε κάθε περίπτωση, ο περιορισμός της ανωτέρω απόστασης και των αποστάσεων που προβλέπονται στις
διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4 του άρθρου 85 του Κανονισμού Μεταλλευτικών και Λατομικών Εργασιών
(Δ7/Α/οικ. 12050/2223/23.5.2011) απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (Β΄ 1227) από τα όρια της λατομικής περιοχής, δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερος από τις ελάχιστες προβλεπόμενες από το συγκεκριμένο κανονισμό για τη χωροθέτηση των εξορυκτικών εργασιών αν γίνεται χρήση εκρηκτικών υλών.
4. Με τα κριτήρια της παρ. 3 του παρόντος άρθρου είναι δυνατός ο περιορισμός του εύρους της ζώνης προστασίας λατομικής περιοχής, με τη σχετική απόφαση
καθορισμού της, κάτω των χιλίων (1000) μέτρων από τμήμα των ορίων της στις περιπτώσεις εγκαταλελειμμένων, μικρών και φθινόντων οικισμών. Ο ανωτέρω περιορισμός εφαρμόζεται εφόσον η λατομική περιοχή περικλείει κατάλληλα πετρώματα για την παραγωγή καλής ποιότητας υλικών και συμβάλλει στην πλέον ορθολογική χωροταξική κατανομή των λατομείων, στη στήριξη της τοπικής οικονομίας και στην παραμονή του πληθυσμού στους οικισμούς αυτούς.
Ύστερα από αίτημα ενός δήμου και αιτιολογημένη γνώμη του οικείου περιφερειακού συμβουλίου για τη συνδρομή των προϋποθέσεων του προηγουμένου εδαφίου, είναι δυνατός ο περιορισμός, κάτω των χιλίων (1000) μέτρων, του εύρους της ζώνης προστασίας λατομικής περιοχής που έχει ήδη καθοριστεί. Ο περιορισμός του εύρους αυτού γίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής της παρ. 1 του άρθρου 47, η οποία καθορίζει την επιτρεπτή απόσταση με βάση τα κριτήρια του προηγούμενου εδαφίου, το σχετικό αίτημα του δήμου και τη γνωμοδότηση του Περιφερειακού Συμβουλίου, που διαβιβάζεται σ΄ αυτήν από την αρμόδια υπηρεσία της οικείας Περιφέρειας. Η εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου ανατίθεται στα οικεία πολεοδομικά όργανα του ν. 4067/2012 (Α΄79).
5. Η εκμετάλλευση των λατομείων αδρανών υλικών εντός των λατομικών περιοχών χαρακτηρίζεται ως δημόσιας ωφέλειας. Στις περιοχές αυτές το δικαίωμα εκμετάλλευσης των αδρανών υλικών υπερισχύει καταρχάς του δικαιώματος εκμετάλλευσης οποιασδήποτε κατηγορίας ορυκτών. Κατ΄ εξαίρεση, αν υπάρχουν κοιτάσματα μεταλλευμάτων, βιομηχανικών ορυκτών ή μαρμάρων σε σημαντικές ποσότητες και έχουν ουσιώδη σημασία για την εθνική οικονομία, το δικαίωμα εκμετάλλευσης των ορυκτών αυτών υπερισχύει. Στην περίπτωση αυτή, εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από γνωμοδότηση του ΙΓΜΕ, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στη συνέχεια, για τα λατομικά ορυκτά ακολουθείται η διαδικασία τροποποίησης της σχετικής σύμβασης μίσθωσης, σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου 53, καθώς και των σχετικών εγκρίσεων ή γνωστοποιήσεων. Οι λατομικές περιοχές, μετά τον καθορισμό τους, καθώς και οι ήδη καθορισθείσες στο σύνολο ή σε μέρος αυτών, δεν μεταβάλλουν τον χαρακτήρα τους με μεταγενέστερες του καθορισμού τους πολεοδομικές, χωροταξικές, δασικές ή άλλες διατάξεις, μέχρι τη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των αποθεμάτων των κοιτασμάτων τους.
6. Οι λατομικές περιοχές ενεργοποιούνται με την κατακύρωση ενός διαγωνισμού μίσθωσης τουλάχιστον ενός λατομικού χώρου μέσα σε αυτήν. Μη ενεργοποιημένες λατομικές περιοχές μπορούν να αποχαρακτηρίζονται, ολικά ή μερικά με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής της παρ. 1 του άρθρου 47, για λόγους που τυχόν δεν έχουν ληφθεί υπόψη κατά τον καθορισμό τους ή για λόγους που προέκυψαν μετά τον καθορισμό τους και επιβάλλουν τον αποχαρακτηρισμό τους. Σε κάθε περίπτωση, εφόσον οι περιοχές αυτές δεν έχουν ενεργοποιηθεί μέσα σε πέντε (5) έτη από το χαρακτηρισμό τους, αποχαρακτηρίζονται με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Το χρονικό διάστημα της πενταετίας μπορεί να παραταθεί για μία ακόμα διετία με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση του οικείου Περιφερειάρχη.
7. Λατομικές περιοχές που έχουν ενεργοποιηθεί στο παρελθόν και έχουν περιέλθει σε αδράνεια πλέον της
δεκαετίας αποχαρακτηρίζονται, ολικά ή μερικά με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη εφόσον κριθεί ότι δεν συντρέχει πλέον λόγος διατήρησής τους. Η απόφαση
αυτή του Περιφερειάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας Υπηρεσίας της οικείας Περιφέρειας και αιτιολογημένη γνώμη του περιφερειακού συμβουλίου.
8. Σε περίπτωση απώλειας της δασικής βλάστησης λατομικών περιοχών που έχουν καθοριστεί μέσα σε δάση
ή δασικές εκτάσεις, λόγω πυρκαγιάς, παράνομης υλοτομίας ή άλλης αιτίας, που επισυνέβη μετά την έκδοση της απόφασης καθορισμού τους, ο καθορισμός της λατομικής περιοχής και η εκμετάλλευση του λατομείου δεν θίγονται από την κήρυξη της αναδάσωσης. Αποφάσεις κήρυξης αναδάσωσης, πρωτόκολλα διοικητικής αποβολής, διοικητικές ποινές προστίμων ή ειδικής αποζημίωσης που έχουν εκδοθεί σε βάρος λατομικών περιοχών του προηγούμενου εδαφίου ανακαλούνται υποχρεωτικά με πράξη του αρμοδίου οργάνου.
9. Με διαδικασία ανάλογη εκείνης του καθορισμού της είναι δυνατή η τροποποίηση, επέκταση ή περιορισμός των ορίων ενεργοποιημένης λατομικής περιοχής ή της χωροταξικής κατανομής εντός αυτής, ύστερα από αίτηση που συνοδεύεται από παράβολο τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ το οποίο καταβάλλεται υπέρ της οικείας Περιφέρειας, και αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
10. Τα έργα υποδομής που απαιτούνται για τα λατομεία που χωροθετούνται εντός λατομικών περιοχών, όπως η κατασκευή πρόσθετου οδικού δικτύου εξωτερικής προσπέλασης μέχρι των ορίων των λατομικών χώρων και οι επεκτάσεις κεντρικών δικτύων ηλεκτρικού ρεύματος, υδροδότησης και επικοινωνιών, εκτελούνται από τους εκμεταλλευτές και αποδίδονται σε κοινή χρήση. Η εντός της λατομικής περιοχής οδοποιία που εξυπηρετεί την επικοινωνία των λατομικών χώρων χρησιμοποιείται ακωλύτως από τη δασική και την πυροσβεστική υπηρεσία κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Η δαπάνη των έργων υποδομής που τυχόν εξυπηρετούν περισσότερους από έναν λατομικούς χώρους της παρ. 9 του παρόντος άρθρου αναλαμβάνεται από τους αντίστοιχους μισθωτές των λατομικών χώρων κατ΄ αναλογία, που καθορίζεται με απόφαση του αρμόδιου Περιφερειάρχη ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας της περιφέρειας. Για δημόσια ή δημοτικά λατομεία εντός λατομικών περιοχών, η πραγματική δαπάνη των έργων υποδομής συμψηφίζεται μετά την έναρξη παραγωγικής λειτουργίας του λατομείου με το αναλογικό μίσθωμα της παρ. 4 του άρθρου 45. Για την έναρξη της διαδικασίας συμψηφισμού απαιτείται αίτηση του μισθωτή, η οποία υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης όταν ολοκληρωθεί συνολικά η εκτέλεσή των έργων υποδομής ή εκτελεστεί ολοκληρωμένο τμήμα αυτών. Η διενέργεια και το ύψος των δαπανών των έργων υποδομής εκτιμάται από τριμελή επιτροπή τεχνικών υπαλλήλων που συγκροτείται για τον λόγο αυτόν με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Το πρακτικό της επιτροπής κοινοποιείται με κάθε πρόσφορο τρόπο στον μισθωτή, ο οποίος διατυπώνει στην επιτροπή αντιρρήσεις εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μήνα. Αν διατυπωθούν αντιρρήσεις, η επιτροπή συνεδριάζει εκ νέου εντός ενός (1) μήνα, προκειμένου να εξετάσει τις αντιρρήσεις του μισθωτή, τις οποίες είτε λαμβάνει υπόψη και τροποποιεί το αρχικό πρακτικό της είτε τις απορρίπτει αιτιολογημένα.
Η διαδικασία του συμψηφισμού ολοκληρώνεται μέσα σε έξι μήνες από την υποβολή της αίτησης του μισθωτή, με την έκδοση απόφασης του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης περί καθορισμού των προς συμψηφισμό δαπανών ή περί απόρριψης της αίτησης συμψηφισμού.
1. Οι λατομικές περιοχές χωροθετούνται, σε απόσταση τουλάχιστον χιλίων (1.000) μέτρων από εγκεκριμένα σχέδια πόλεως και εγκεκριμένες περιοχές οικιστικών επεκτάσεων ή εγκεκριμένα όρια ή οικισμών προϋφισταμένων του έτους 1923, τα όρια των οποίων έχουν εγκριθεί με διοικητικές πράξεις και εγκεκριμένες περιοχές οικιστικών επεκτάσεων ή εγκεκριμένα όρια, σύμφωνα με τα από 21.11.1979 «Περί καθορισμού των ορίων των προ της 16.8.1923 υφισταμένων οικισμών, των στερουμένων εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου (Δ΄693), 2.3.1981 «Περί των ληπτέων υπόψη στοιχείων και του τρόπου καθορισμού των ορίων των προ της 16.8.1923 υφισταμένων οικισμών των στερουμένων εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου ως και καθορισμού των όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων αυτών» (Δ΄ 138) και 24.4.1985 «Τρόπος καθορισμού ορίων οικισμών της χώρας μέχρι 2000 κατοίκους, κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησής τους» (Δ΄181) προεδρικά διατάγματα. Αν πρόκειται να χωροθετηθεί λατομική περιοχή πλησίον οικισμού που έχει οριοθετηθεί με νομαρχιακή απόφαση, πριν τον καθορισμό της λατομικής περιοχής, πρέπει να γίνει αναδημοσίευση των ορίων του οικισμού με προεδρικό διάταγμα. Μέσα στις λατομικές περιοχές, καθώς και σε απόσταση τουλάχιστον χιλίων μέτρων έξω από την οριογραμμή τους απαγορεύεται η επέκταση του σχεδίου πόλεως ή η δημιουργία ανεξάρτητου ρυμοτομικού σχεδίου ή η ανέγερση οποιουδήποτε κτίσματος, με εξαίρεση εκείνα που έχουν άμεση σχέση με τη λατομική δραστηριότητα και ειδικότερα εγκαταστάσεις επεξεργασίας των προϊόντων εξόρυξης και λοιπών κατεργασιών καθετοποίησης της εξορυκτικής δραστηριότητας.
2. Το όριο των χιλίων μέτρων της παρ. 1 δεν ισχύει για την ανέγερση κτιρίων και μηχανολογικών εγκαταστάσεων για την άσκηση δραστηριοτήτων, όπως αυτές ορίζονται στις παρ. 1 έως 5 του άρθρου 17 του ν. 3982/2011 (Α΄143), για τις μονάδες των περιπτώσεων γ΄ και ζ΄ της παρ. 3 του άρθρου 18 του ιδίου νόμου και για τις εγκαταστάσεις έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (Α.Π.Ε.). Στις περιπτώσεις αυτές η χωροθέτηση πραγματοποιείται σε αποστάσεις μεγαλύτερες των πεντακοσίων μέτρων από τα όρια των λατομικών περιοχών. Επίσης, κατά τη χωροθέτηση πλησίον λατομικών περιοχών Επιχειρηματικών Πάρκων όπως αυτά περιγράφονται στο τρίτο μέρος του ν. 3982/2011, κάτω από το όριο των χιλίων και σε απόσταση όχι μικρότερη των πεντακοσίων μέτρων επιτρέπεται μόνο η ανέγερση κτιρίων και μηχανολογικών εγκαταστάσεων για την άσκηση δραστηριοτήτων όπως ορίζονται στις παρ. 1 έως 5 του άρθρου 59 και για τις μονάδες των περιπτώσεων γ΄ και ζ΄ της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 3982/2011.
Η ελάχιστη απόσταση χωροθέτησης από τα όρια της λατομικής περιοχής, όταν πρόκειται για πυλώνες ανεμογεννητριών, ορίζεται στα εκατόν πενήντα (150) μέτρα. Ομοίως, το όριο των χιλίων μέτρων δεν ισχύει για την ανέγερση κτιρίων που προορίζονται για γεωργοκτηνοτροφικές και υδατοκαλλιεργητικές εγκαταστάσεις, στέγαστρα σφαγής, γεωργικές αποθήκες, δεξαμενές και θερμοκήπια, όπως αυτά περιγράφονται στο άρθρο 163 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (π.δ. 14.7.1999, Δ΄ 580), τα οποία χωροθετούνται σε αποστάσεις μεγαλύτερες των πεντακοσίων μέτρων από τα όρια της λατομικής περιοχής. Ειδικώς για τις πτηνοτροφικές και κτηνοτροφικές μονάδες απαιτείται προηγούμενη θετική γνώμη της Επιτροπής Ελέγχου Σταυλισμού του άρθρου 4 του ν. 4056/2012 (Α΄ 52).
Οι ανωτέρω αποστάσεις μπορεί να περιορίζονται, κατά περίπτωση, με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από εισήγηση του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, εφόσον το ανάγλυφο της περιοχής και οι συγκεκριμένες συνθήκες το επιτρέπουν. Η εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, καθώς και της παρ. 1 ανατίθεται στα οικεία πολεοδομικά όργανα του ν. 4067/2012 (Α΄79). Τα δασοτεχνικά έργα των άρθρων 15 και 16 του ν. 998/1979 εκτελούνται ανεξαρτήτως της απόστασής τους από το όριο της λατομικής περιοχής.
1. Απαγορεύεται η εκμετάλλευση λατομείων, αν από αυτήν δημιουργούνται:
α) κίνδυνοι για την ασφάλεια της ζωής ή για την υγεία των εργαζομένων, των περιοίκων και των διερχομένων, καθώς και βλάβες σε έργα δημόσιας ωφέλειας,
β) άμεση ή έμμεση βλάβη σε αρχαιολογικούς χώρους, μνημεία ή ιστορικούς τόπους ή τουριστικές εγκαταστάσεις,
γ) σοβαρές αλλοιώσεις του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με τη λήψη ανάλογων μέτρων και με κόστος οικονομικά αποδεκτό.
Απαιτείται η συνδρομή, σωρευτικά, των εξής προϋποθέσεων:
αα) σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για λόγους ασφάλειας και ορθολογικής εκμετάλλευσης,
ββ) έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 10 του ν. 3028/2002 (Α΄153), εάν δεν έχει χορηγηθεί σε προγενέστερο στάδιο,
γγ) έγκριση μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως προβλέπεται στο ν. 4014/2011 (Α΄209),
δ) έγκριση τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης από την οποία προκύπτει ότι είναι εφικτός ο σχεδιασμός ορθολογικής εκμετάλλευσης, σύμφωνα όσα προβλέπονται στον Κανονισμό Μεταλλευτικών και Λατομικών Εργασιών (ΚΜΛΕ).
2. Εκτός από τις περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 1 του
παρόντος άρθρου, δεν επιτρέπεται επίσης η εκμετάλλευση λατομείων όταν κατά την αξιολόγηση της τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης κριθεί ότι η αιτούμενη έκταση δεν επαρκεί για την εξασφάλιση ορθολογικής και ασφαλούς εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΜΛΕ.
3. Αν για τη χωροθέτηση του λατομείου απαιτείται η διερεύνηση και ειδικότερων απαγορευτικών λόγων, κατά το στάδιο έγκρισης της τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης συνυποβάλλεται κατά περίπτωση, γνωμοδότηση των εξής υπηρεσιών:
α) της αρμόδιας υπηρεσίας για το ιδιοκτησιακό καθεστώς του λατομικού χώρου,
β) του Διαχειριστή του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε.),
γ) του Διαχειριστή Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου ΑΕ (Δ.Ε.Σ.Φ.Α. ΑΕ),
δ) της αρχής ή του φορέα διαχείρισης αγωγών μεταφοράς ή διανομής ή αποθήκευσης (υπέργειων ή υπόγειων εγκαταστάσεων) υδρογονανθράκων και παραγώγων αυτών.
Για την αναγκαιότητα ή μη των γνωμοδοτήσεων των περιπτώσεων β΄, γ΄ και δ΄ υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση του υπογράφοντος τη σχετική μελέτη μηχανικού.
Δεν απαιτείται η εκ νέου γνωμοδότηση των ως άνω υπηρεσιών ή οργανισμών, εφόσον αυτές έχουν γνωμοδοτήσει κατά το στάδιο χορήγησης της έγκρισης ερευνητικών εργασιών ή της μίσθωσης του λατομικού χώρου ή της περιβαλλοντικής αδειοδότησης και δεν έχει παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών ετών από την έκδοση των εν λόγω γνωμοδοτήσεων. Για τα λατομεία που χωροθετούνται μέσα σε λατομικές περιοχές δεν απαιτείται η γνωμοδότηση των ως άνω υπηρεσιών.
4. Η ίδρυση λατομείου μέσα σε περιοχές του Εθνικού Συστήματος Προστατευόμενων Περιοχών του άρθρου 3 του ν. 3937/2011 (Α΄ 60), είναι δυνατή μόνο στις ζώνες ή περιοχές εκείνες, στις οποίες επιτρέπεται η λατομική δραστηριότητα είτε από τον νόμο, είτε από τα διατάγματα και τις υπουργικές ή άλλες αποφάσεις προστασίας και διαχείρισης των περιοχών αυτών, και σύμφωνα με τις περαιτέρω εξειδικεύσεις ή περιορισμούς που τίθενται στις πράξεις αυτές.
1. Η διενέργεια ερευνητικών εργασιών για τη διαπίστωση κοιτασμάτων βιομηχανικών ορυκτών, μαρμάρων, φυσικών λίθων καθώς και αδρανών υλικών ειδικών χρήσεων, πλην της μαρμαρόσκονης, μαρμαροψηφίδας και των ασβεστολιθικών αντιολισθηρών πραγματοποιείται με τις προϋποθέσεις των άρθρων 58 και 59 του ν. 4442/2016 (Α΄ 230).
2. Δεν επιτρέπεται η διενέργεια ερευνητικών εργασιών στις περιπτώσεις που υφίστανται, για τις εργασίες αυτές ή τις ενδεχόμενες μελλοντικές εργασίες εκμετάλλευσης, οι απαγορευτικοί λόγοι του άρθρου 49. Ειδικότερα, για τις δημόσιες εκτάσεις δεν επιτρέπεται η διενέργεια ερευνητικών εργασιών, αν πρόκειται για χώρο ως προς τον οποίο συντρέχει τουλάχιστον μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις:
α) κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για τη χορήγηση έγκρισης ερευνητικών εργασιών έχει εκδοθεί οποιαδήποτε πράξη δημόσιας αρχής από την οποία συνάγεται ο προγραμματισμός του Δημοσίου να διενεργήσει έρευνα στο συγκεκριμένο χώρο ή χορηγείται έγκριση για χρηματοδότηση ή ένταξη του χώρου σε χρηματοδοτούμενο πρόγραμμα ερευνών,
β) για χώρο στον οποίο, κατά το χρόνο υποβολής της ανωτέρω αίτησης, το ίδιο το Δημόσιο ασκεί το δικαίωμά του για έρευνα,
γ) για χώρο στον οποίο είχε διενεργηθεί έρευνα από το Δημόσιο, από την οποία έχουν διαπιστωθεί κοιτάσματα,
δ) για χώρο στον οποίο είχε παρασχεθεί δικαίωμα εκμετάλλευσης οποιουδήποτε λατομικού ορυκτού και δεν έχει παρέλθει χρονικό διάστημα της μεγαλύτερο της πενταετίας από τη λήξη, παύση ή ανάκλησή του. Στο χρονικό αυτό διάστημα που μεσολαβεί είναι δυνατή η δημοπράτηση του χώρου σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 53.
3. Η έρευνα σε δημόσιες και δημοτικές εκτάσεις διενεργείται σε ορισμένη ενιαία έκταση μέχρι τριακόσια (300) στρέμματα. Εκτάσεις, οι οποίες διασχίζονται από αγροτικό ή δασικό δρόμο θεωρούνται ενιαίες. Αν μετά την έρευνα επακολουθήσει εκμετάλλευση, ο εκμεταλλευτής υποχρεούται να μεταθέσει τους ανωτέρω δρόμους με δικές του δαπάνες εκτός του λατομικού χώρου. Ειδικά για την μετάθεση δασικού δρόμου ακολουθούνται οι προδιαγραφές της δασικής οδοποιίας στη σύνταξη της σχετικής μελέτης, η οποία εγκρίνεται από τη δασική αρχή.
4. Ο συνολικός όγκος του λατομικού ορυκτού που μπορεί να ληφθεί και να αξιοποιηθεί για τις ανάγκες της έρευνας θα καθορίζεται κάθε φορά από τη Δήλωση Συμμόρφωσης με Τεχνικές Προδιαγραφές Ερευνητικών Εργασιών Λατομείου, ανάλογα με το είδος, τις ιδιαιτερότητες του ορυκτού και την εφαρμοζόμενη μέθοδο έρευνας. Η ποσότητα αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 0,5 κυβικά μέτρα (κ.μ.) ανά στρέμμα, ενώ το σύνολο του όγκου της εκσκαφής δεν μπορεί να υπερβαίνει το δεκαπλάσιο της προαναφερθείσας ποσότητας.
5. Η άσκηση του δικαιώματος του Δημοσίου για έρευνα και αναζήτηση λατομικών ορυκτών στις εκτάσεις ιδιοκτησίας του γίνεται σε καθορισμένη κάθε φορά έκταση κάθε φορά, ύστερα από αίτηση του Ι.Γ.Μ.Ε. στο Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή κοινοποίηση στο Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης πράξης δημόσιας αρχής από τις οριζόμενες στην περίπτωση α΄ της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Με την αίτηση ή την κοινοποίηση το Ι.Γ.Μ.Ε. αποκτά προτεραιότητα για έρευνα του χώρου αυτού.
Για το σκοπό αυτόν το Ι.Γ.Μ.Ε. συντάσσει και υποβάλλει προς έγκριση στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας πρόγραμμα, στο οποίο θα καθορίζονται:
α) τα προς έρευνα λατομικά ορυκτά και η ερευνητέα έκταση, μη υπερβαίνουσα τα τρεις χιλιάδες στρέμματα, τα όρια της οποίας θα προσδιορίζονται με συντεταγμένες εξαρτημένες από το Ελληνικό Γεωδαιτικό Σύστημα Αναφοράς του 1987,
β) γεωλογικά στοιχεία και γεωλογική χαρτογράφηση του χώρου, οι μέθοδοι της έρευνας που θα εφαρμοσθούν, οι απαιτούμενοι δρόμοι προσπέλασης, η ακριβής θέση των ερευνητικών εργασιών, η περιγραφή του μηχανικού εξοπλισμού, το απαιτούμενο προσωπικό, τα μέτρα για το μεγαλύτερο δυνατό περιορισμό των επιπτώσεων στο περιβάλλον, τα μέτρα για την υγεία των εργαζομένων και την ασφάλεια εργασιών, εργαζομένων και περίοικων και το χρονοδιάγραμμα διεξαγωγής της έρευνας,
γ) η δαπάνη που απαιτείται και ο φορέας χρηματοδότησης του προγράμματος.
Μετά την έγκριση του ως άνω προγράμματος από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ο Συντονιστής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης χορηγεί την έγκριση διενέργειας ερευνητικών εργασιών.
Για την έγκριση διενέργειας ερευνητικών εργασιών, απαιτούνται μόνο τα δικαιολογητικά των περιπτ. α΄ της παρ. 3 του άρθρου 59 του Κεφαλαίου Ι του ν. 4442/2016. Η έγκριση αυτή χορηγείται για χρονικό διάστημα μέχρι τρία (3) έτη, με δυνατότητα παράτασης για ένα (1) έτος ακόμη, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την πληρέστερη έρευνα. Η παράταση αυτή χορηγείται από το Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης ύστερα από έγκριση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στον οποίο υποβάλλεται αιτιολογημένη εισήγηση του Ι.Γ.Μ.Ε. πριν από τη λήξη της κανονικής διάρκειας του ερευνητικού προγράμματος.
Μέσα σε έξι (6) μήνες από τη λήξη της έγκρισης ερευνητικών εργασιών, το Ι.Γ.Μ.Ε. υποχρεούται να υποβάλει στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αναλυτική και πλήρη έκθεση με τα αποτελέσματα των ερευνών. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας εγκρίνονται, ύστερα από αξιολόγηση, τα αποτελέσματα των ερευνών. Ακολούθως, ο Συντονιστής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, εκδίδει μέσα σε τρεις (3) μήνες απόφαση με την οποία ο ερευνηθείς χώρος ή τμήματα αυτού, διατίθενται είτε προς μίσθωση με προκήρυξη δημοπρασίας, είτε καθίστανται ελεύθερα, ανάλογα με τα αποτελέσματα των ερευνών. Αν ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας αποφασίσει ότι το πρόγραμμα δεν εκτελέστηκε ή διακόπηκε χωρίς αποτελέσματα, ο Συντονιστής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, εκδίδει εντός τριών μηνών απόφαση με την οποία ο ερευνηθείς χώρος καθίσταται ελεύθερος.
6. Μετά την ολοκλήρωση των ερευνητικών εργασιών σε δημόσιες και δημοτικές εκτάσεις τα σχετικά με τις ερευνητικές εργασίες δεδομένα και αποτελέσματα κατατίθενται σε ηλεκτρονική και έντυπη μορφή στο Ι.Γ.Μ.Ε., όπου και φυλάσσονται για πέντε (5) έτη. Τα αποτελέσματα αυτά δεν γνωστοποιούνται και το Ι.Γ.Μ.Ε. δεν μπορεί να τα χρησιμοποιήσει μέσα στην προθεσμία αυτήν, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί βιομηχανικής και πνευματικής ιδιοκτησίας. Η παραβίαση των υποχρεώσεων του πρώτου εδαφίου αποτελεί λόγο κατάπτωσης της εγγυητικής επιστολής της περίπτωσης β΄ της παρ. 3 του άρθρου 59 του ν. 4442/2016.
1. Η εκμετάλλευση των λατομείων των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 43 πραγματοποιείται με τις προϋποθέσεις των άρθρων 60, 61 και 64 του ν. 4442/2016.
2. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μπορεί, ύστερα από αίτηση των ενδιαφερομένων, να καθορίζονται ως αποθεματικά δημόσια ή δημοτικά λατομεία βιομηχανικών ορυκτών ή μαρμάρων, για τα οποία έχουν συναφθεί μισθώσεις. Η έκταση των αποθεματικών λατομείων δεν μπορεί να υπερβαίνει την αντίστοιχη των λειτουργούντων. Βασική προϋπόθεση για τον καθορισμό λατομείων ως αποθεματικών είναι η ύπαρξη ή η δημιουργία βιομηχανικής μονάδας. Επιπλέον λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες τροφοδοσίας της μονάδας αυτής, η σπουδαιότητά της, το μέγεθος των αποθεμάτων και οι θέσεις των λατομείων, τα οποία μπορεί να βρίσκονται σε μη συνεχόμενους χώρους, στην περιοχή του ίδιου ή γειτονικού νομού. Οι εκμεταλλευτές αποθεματικών λατομείων καταβάλλουν πάγιο μίσθωμα διπλάσιο αυτού που ορίζεται στο άρθρο 45 και απαλλάσσονται από την υποχρέωση να αναγγείλουν την έναρξη των εργασιών, μέσα σε ένα (1) έτος από τη σύναψη της μίσθωσης.
3. Η αναγκαία προσωρινή διακοπή των εργασιών εκμετάλλευσης λατομείου για να διενεργηθούν αρχαιολογικές έρευνες ή για λόγους μη υπαιτιότητάς του εκμεταλλευτή παρέχει δικαίωμα παράτασης της δυνατότητας εκμετάλλευσης, για όσο χρόνο διαρκεί η διακοπή αυτή. Ο εκμεταλλευτής του λατομείου πρέπει να αποδείξει τη διάρκεια διακοπής της εκμετάλλευσης με έγγραφο δημόσιας αρχής, προκειμένου να παραταθεί η σύμβαση μίσθωσης. Για το χρόνο της αναγκαίας αυτής διακοπής των εργασιών εκμετάλλευσης ο εκμεταλλευτής του λατομείου δεν καταβάλλει μισθώματα.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Πολιτισμού και Αθλητισμού επιτρέπεται, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, η εκμετάλλευση λατομείων μικρής παραγωγής, χωρίς εμπορικούς σκοπούς, των οποίων τα εξορυσσόμενα υλικά προορίζονται αποκλειστικά για την αποκατάσταση και ανάδειξη μνημείων και αρχαιολογικών χώρων για τα οποία σύμφωνα με τις διεθνείς αρχές και συμβάσεις απαιτείται η χρήση υλικών ίδιας ή συμβατής προέλευσης της αρχικής κατασκευής. Προϋπόθεση για την εκμετάλλευση των ανωτέρω λατομείων είναι να μην καθίσταται εφικτή η κάλυψη των αναγκαίων υλικών από υφιστάμενα λατομεία της ευρύτερης περιοχής. Η εκμετάλλευση και η περιβαλλοντική αποκατάσταση των ανωτέρω λατομείων γίνεται σύμφωνα με ειδική μελέτη.
Με την κοινή απόφαση του πρώτου εδαφίου καθορίζονται το είδος των υλικών, ο χρόνος λειτουργίας του λατομείου, τα μέτρα ασφαλείας και προστασίας περιβάλλοντος, τα μέτρα για την αποκατάσταση του χώρου του λατομείου, καθώς και το ύψος της εγγυητικής επιστολής εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος. Για την έκδοση και κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 55. Η εκμίσθωση δημόσιων λατομείων που εξυπηρετούν τα ως άνω έργα γίνεται με απευθείας σύμβαση στον ανάδοχο των έργων αυτών, με όρους και μίσθωμα που καθορίζονται στην ανωτέρω απόφαση.
Κατά τα λοιπά η λειτουργία των λατομείων της παρούσας παραγράφου διέπεται από τις διατάξεις του ΚΜΛΕ.
5. Τα λατομεία του βιομηχανικού ορυκτού ανθρακικού ασβεστίου, δεν επιτρέπεται να διαθέτουν στην αγορά τυχόν συμπαραγόμενα αδρανή υλικά. Σε περίπτωση παράβασης του προηγούμενου εδαφίου επιβάλλονται οι κυρώσεις της παρ. 6 του άρθρου 59 και με απόφαση του Προϊσταμένου του αρμόδιου Σώματος Επιθεώρησης της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας παύει η εκμετάλλευση του λατομείου.
1. Η εκμετάλλευση των λατομείων της περίπτωσης β΄ της παρ. 3 του άρθρου 43 πραγματοποιείται με τις προϋποθέσεις των άρθρων 62, 63 και 64 του ν. 4442/2016.
2. Η εκμετάλλευση λατομείων αδρανών υλικών σε όλη τη χώρα, διενεργείται μέσα στις λατομικές περιοχές, που καθορίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 46, 47 και 48. Εκτός λατομικών περιοχών, η εκμετάλλευση λατομείων αδρανών υλικών επιτρέπεται, στις εξής περιπτώσεις:
α) Αν αποκλειστεί, με τη διαδικασία των άρθρων 46 έως και 48, η δημιουργία λατομικής περιοχής σε συγκεκριμένη περιφερειακή ενότητα, στα γεωγραφικά όρια τέως επαρχίας ή σε νήσο, αφού ληφθεί υπόψη και η δυνατότητα της παρ. 4 του άρθρου 47. Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη, ύστερα από αιτιολογημένη γνώμη του οικείου περιφερειακού συμβουλίου, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και επικαιροποιείται ανά δέκα έτη. Αν μεταγενεστέρως καταστεί δυνατός ο καθορισμός λατομικής περιοχής σε συγκεκριμένη περιφερειακή ενότητα, τέως επαρχία ή νήσο όπου υφίσταται εκμετάλλευση λατομείων αδρανών υλικών στο πλαίσιο του πρώτου εδαφίου της παρούσας περίπτωσης, οι εκμεταλλευτές των λατομείων αυτών συνεχίζουν τη λειτουργία τους μέχρι τη λήξη του δικαιώματος εκμετάλλευσης το οποίο κατέχουν. Σε κάθε περίπτωση η συνέχιση της λειτουργίας τους δεν μπορεί να υπερβεί τα πέντε (5) έτη. Οι εκμεταλλευτές των λατομείων αυτών υποχρεούνται μέσα σε έξι (6) μήνες από τον καθορισμό της λατομικής περιοχής να υποβάλουν για έγκριση τροποποιητικό προσάρτημα της τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης και της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων για την πλήρη αποκατάσταση του λατομικού χώρου εντός του εναπομείναντος χρονικού διαστήματος.
β) Αν στον αιτούμενο χώρο περικλείονται πετρώματα κατάλληλα για ειδικές χρήσεις και ιδίως για την παραγωγή αντιολισθηρών υλικών, αποκλειστικά μαρμαρόσκονης και μαρμαροψηφίδας ή για την παραγωγή τσιμέντου, ασβέστου ή συλλιπασμάτων μεταλλουργίας, υπό την προϋπόθεση ότι η εκμετάλλευση λατομείων που τροφοδοτούν τσιμεντοβιομηχανίες, ασβεστοποιίες ή μεταλλουργίες πραγματοποιείται από επιχειρήσεις παραγωγής τσιμέντου ή ασβέστου ή μεταλλουργικές και συνδέεται άμεσα με τον τόπο λειτουργίας των εγκαταστάσεών τους.
Για τη συνδρομή των προϋποθέσεων αυτών εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από γνωμοδότηση του Ι.Γ.Μ.Ε. Ειδικότερα, για τις επιχειρήσεις παραγωγής ασβέστου ή τους συνεταιρισμούς ασβεστοποιών, εφαρμόζεται εφόσον οι ποσοτικές και ποιοτικές ανάγκες τους δεν καλύπτονται από τις λατομικές περιοχές ή τα λειτουργούντα λατομεία της περιοχής τους. Στην περίπτωση αυτή η γνωμοδότηση της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ι.Γ.Μ.Ε. αναφέρεται τόσο στη δυνατότητα κάλυψης των αναγκών της ασβεστοποιίας από τις λατομικές περιοχές ή τα λειτουργούντα λατομεία της περιοχής τους, όσο και στην καταλληλότητα του υλικού για τη συγκεκριμένη χρήση. Με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου τα λατομεία αυτά που τροφοδοτούν τσιμεντοβιομηχανίες, μεταλλουργίες ή ασβεστοποιίες μπορεί να διαθέτουν την πλεονάζουσα παραγωγή τους, δηλαδή την ποσότητα των αδρανών υλικών, τα οποία συνεξορύσσονται ή συμπαράγονται με τα κύρια υλικά τροφοδοσίας της ασβεστοποιίας, της τσιμεντοβιομηχανίας ή της μεταλλουργίας και λόγω της ποιότητας ή της κοκκομετρίας τους δεν είναι κατάλληλα για την τροφοδοσία αυτή. Η συνεξορυσσόμενη πλεονάζουσα παραγωγή θα υπολογίζεται στην εγκεκριμένη τεχνική μελέτη που θα συνοδεύεται από επικαιροποιημένη τοπογραφική αποτύπωση. Σε περιπτώσεις λατομείων αντιολισθηρών υλικών, αν η ορυκτολογική σύσταση του πετρώματος προκαλεί αμφιβολίες για την παρουσία ή μη αμιάντου, το Ι.Γ.Μ.Ε. πραγματοποιεί σχετικούς ελέγχους και συμπεριλαμβάνει τα αποτελέσματά τους στη γνωμοδότησή του. Ειδικά, τα μέτωπα των λατομείων αδρανών υλικών ειδικών χρήσεων που εξορύσσουν οφιολιθικά πετρώματα (βασικά και υπερβασικά), εξετάζονται ύστερα από εισήγηση της κατά τόπο αρμόδιας Επιθεώρησης του Σ.Ε.Π.Δ.Ε.Μ., για τη διερεύνηση της ύπαρξης ινωδών ορυκτών, από τριμελή επιτροπή, που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και αποτελείται από υπάλληλους της εν λόγω υπηρεσίας και του Ι.Γ.Μ.Ε. Οι σχετικές δαπάνες για τις μελέτες του Ι.Γ.Μ.Ε. των ανωτέρω εδαφίων, βαρύνουν τους αιτούντες, ή/και τους εκμεταλλευτές. Η πλεονάζουσα παραγωγή αδρανών υλικών από τα ανωτέρω λατομεία διατίθενται ύστερα από καταβολή αναλογικού μισθώματος και ειδικού τέλους υπέρ ΟΤΑ, όπως αυτά ορίζονται αντιστοίχως στην παρ. 7 του άρθρου 45 και στην παρ. 2 του άρθρου 62. Τα λατομεία αδρανών υλικών ειδικών χρήσεων μαρμαρόσκονης και μαρμαροψηφίδας δεν επιτρέπεται να διαθέτουν στην αγορά τυχόν συμπαραγόμενα αδρανή υλικά. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τα ανωτέρω, επιπλέον των διοικητικών κυρώσεων της παραγράφου 6 του άρθρου 59, παύει η εκμετάλλευση.
γ) για την εκτέλεση δημόσιων, εθνικών ή περιφερειακών έργων, που χαρακτηρίζονται ως εθνικής σημασίας. Για την ίδρυση λατομείου των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ ισχύουν οι περιορισμοί και απαγορεύσεις του άρθρου 85 του ΚΜΛΕ σε συνδυασμό με το άρθρο 49.
3. Για την έρευνα και την εκμίσθωση των λατομείων ειδικών χρήσεων της περίπτωσης β΄ της παρ. 2, εφαρμόζονται οι διατάξεις των λατομείων βιομηχανικών ορυκτών και μαρμάρων, με εξαίρεση τα λατομεία μαρμαρόσκονης και μαρμαροψηφίδας καθώς και τα λατομεία αντιολισθηρών ασβεστολιθικών αδρανών υλικών, τα οποία μισθώνονται με τη διαδικασία της δημοπρασίας. Για τον υπολογισμό των μισθωμάτων των λατομείων της περίπτωσης β΄ της παρ. 2, που μισθώνονται ύστερα από έρευνα στους έχοντες το σχετικό δικαίωμα, ισχύουν όσα ορίζονται για τα λατομεία βιομηχανικών ορυκτών στην υποπερίπτωση γγ΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 4 του άρθρου 45.
4. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 51 έχουν εφαρμογή και για τα λατομεία αδρανών υλικών.
5. Τα εξορυσσόμενα αδρανή υλικά, που προέρχονται από την εκτέλεση δημοσίων, εθνικών ή περιφερειακών έργων απαγορεύεται να διατίθενται προς εμπορία. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εφαρμόζεται η παρ. 6 του άρθρου 59.
1. Η εκμίσθωση των λατομείων, που ανήκουν στην κυριότητα του Δημοσίου, πραγματοποιείται από τον Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης με απευθείας σύμβαση ή με πλειοδοτική δημοπρασία με σφραγισμένες προσφορές.
2. Με απευθείας σύμβαση εκμισθώνονται δημόσιες εκτάσεις για την εκμετάλλευση λατομικών ορυκτών, σε όσους έχει χορηγηθεί η έγκριση διενέργειας ερευνητικών εργασιών του άρθρου 59 του ν. 4442/2016, με την προϋπόθεση ότι μέχρι τη λήξη των ερευνών εντοπισθούν εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα. Το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από τη λήξη της έγκρισης διενέργειας ερευνητικών εργασιών, υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή αίτηση μίσθωσης με απευθείας σύμβαση της ερευνηθείσας έκτασης, συνοδευόμενη από αποδεικτικό κατάθεσης προς έγκριση, μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Μετά την έκδοση της ΑΕΠΟ ακολουθεί η κατάθεση προς έγκριση τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης.
Στην τεχνική μελέτη εκμετάλλευσης πρέπει να αποδεικνύεται ο εντοπισμός εκμεταλλεύσιμου κοιτάσματος από την έρευνα που διενεργήθηκε, σύμφωνα με τα στοιχεία της παρ. 1 του άρθρου 101 του ΚΜΛΕ. Σε αντίθετη περίπτωση, ο διενεργήσας την έρευνα χάνει οριστικά κάθε δικαίωμα επί του παραχωρηθέντος για έρευνα χώρου. Αν ακολουθήσει μίσθωση, ως αναλογικό μίσθωμα ορίζεται το ανώτατο της παρ. 4 του άρθρου 45. Κατ΄ εξαίρεση, επιτρέπεται η εκμίσθωση στον ανάδοχο του έργου με απευθείας σύμβαση δημόσιων εκτάσεων για τη λειτουργία λατομείων αδρανών υλικών της περίπτωσης γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 52 και των λατομείων της παρ. 4 του άρθρου 51.
3. Για τη συμπλήρωση του φακέλου της αίτησης του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2 απαιτούνται τα εξής δικαιολογητικά:
α) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ), σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία,
β) έγκριση τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τον ΚΜΛΕ,
γ) εγγυητική επιστολή, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 55,
δ) εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης των όρων της σύμβασης μίσθωσης.
4. Ο Συντονιστής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης υποχρεούται, μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από τη συμπλήρωση του σχετικού φακέλου, να εκδώσει απόφαση έγκρισης της απευθείας μίσθωσης της δημόσιας έκτασης, καθορίζοντας τους οικονομικούς όρους για την προστασία των συμφερόντων του Δημοσίου, όπως ύψος μισθωμάτων, ύψος απαιτούμενων εγγυητικών επιστολών, διαδικασία παράδοσης και παραλαβής του μισθίου, και καλεί τον ενδιαφερόμενο για την υπογραφή της σχετικής σύμβασης μίσθωσης μέσα σε είκοσι (20) ημέρες. Για την έκδοση απόφασης έγκρισης της μίσθωσης απαιτείται η καταβολή του παραβόλου που προβλέπεται στο άρθρο 62. Ακολουθεί η κατάρτιση της συμβολαιογραφικής πράξης μίσθωσης, η οποία επέχει θέση έγκρισης του άρθρου 7 του ν. 4442/2016, αντίγραφο της οποίας κοινοποιείται αμέσως σε όλες τις συναρμόδιες υπηρεσίες.
5. Με δημοπρασία εκμισθώνονται, ύστερα από αίτηση ενδιαφερομένου, δημόσιες εκτάσεις για την εκμετάλλευση λατομικών ορυκτών, αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για εκμίσθωση με απευθείας σύμβαση. Η υπηρεσία ενημερώνει σχετικά τον ενδιαφερόμενο και διενεργεί πλειοδοτική δημοπρασία για τη μίσθωση του αιτούμενου χώρου, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 7. Μετά την έκδοση απόφασης για την έγκριση του αποτελέσματος της δημοπρασίας, ακολουθείται από το Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης η διαδικασία των παραγράφων 3 και 4.
6. Σε περίπτωση δημόσιων εκτάσεων για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί αίτηση από ενδιαφερόμενο αλλά συντρέχουν οι προϋποθέσεις εκμίσθωσης με πλειοδοτική δημοπρασία, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 50 και εφόσον τα κοιτασματολογικά και οικονομικά στοιχεία οδηγούν σε πρόβλεψη για ύπαρξη αξιόλογου ενδιαφέροντος για αξιοποίηση του κοιτάσματος, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από σχετική αξιολόγηση των ανωτέρω στοιχείων, μπορεί να προκηρύσσει δημόσια πρόσκληση εκδήλωσης σχετικού ενδιαφέροντος στο σύνολο ή τμήμα της έκτασης. Μετά την ολοκλήρωση της ανωτέρω διαδικασίας και εφόσον εκδηλωθεί ενδιαφέρον από έναν τουλάχιστον υποψήφιο, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας διαβιβάζει το σχετικό φάκελο στην αρμόδια υπηρεσία και στη συνέχεια ακολουθείται η διαδικασία της πλειοδοτικής δημοπρασίας. Αν δεν εκδηλωθεί ενδιαφέρον σε δύο διαδοχικές προσκλήσεις ενδιαφέροντος που απέχουν μεταξύ τους τουλάχιστον έξι (6) μήνες, ενημερώνεται ο Συντονιστής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ο οποίος μέσα σε είκοσι (20) ημέρες εκδίδει απόφαση για ελευθέρωση του ερευνηθέντος χώρου ή τμήματος αυτού.
7. Αντικείμενο της πλειοδοτικής δημοπρασίας είναι:
α) Αν πρόκειται για λατομείο μαρμάρων, φυσικών λίθων ή βιομηχανικών ορυκτών των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 43 ή λατομείο ειδικών χρήσεων της περίπτωσης β΄ της παρ. 2 του άρθρου 52, το προσφερόμενο αναλογικό μίσθωμα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο του πέντε επί τοις εκατό (5%) αλλά ούτε ανώτερο του καθοριζόμενου, στην παρ. 4 του άρθρου 45, ανώτατου θεμιτού. Σε περίπτωση προσφοράς του ίδιου αναλογικού μισθώματος από περισσότερους του ενός συμμετέχοντες τότε αξιολογείται ως καλύτερη για το δημόσιο η προσφορά που προβλέπει το μεγαλύτερο ποσό επένδυσης για μηχανολογικό εξοπλισμό που θα χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες του λατομείου, συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού που αφορά εξόρυξη, μεταφορά και επεξεργασία εντός της πρώτης πενταετίας από την έναρξη της μίσθωσης. Σε περίπτωση ισοδύναμων προσφορών ως προς αμφότερα τα ως άνω κριτήρια, συνεκτιμώνται ο κύκλος εργασιών της τελευταίας τριετίας, η εμπειρία και η δυνατότητα του προσφέροντος να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει με την προσφορά του.
β) Αν πρόκειται για λατομείο αδρανών υλικών, το ελάχιστο προσφερόμενο συνολικό ετήσιο μίσθωμα (άθροισμα παγίου και αναλογικού μισθώματος). Το ετήσιο πάγιο προσφερόμενο μίσθωμα προκύπτει από
το γινόμενο του προσφερόμενου πάγιου μισθώματος (σε ευρώ ανά στρέμμα) επί την έκταση του λατομικού χώρου (σε στρέμματα). Το προσφερόμενο ελάχιστο ετήσιο αναλογικό μίσθωμα προκύπτει από το γινόμενο του προσφερόμενου αναλογικού μισθώματος (ποσοστού επί τοις εκατό) επί την καθοριζόμενη στην σχετική διακήρυξη τιμή πώλησης επί την προσφερόμενη ελάχιστη ετήσια παραγωγή. Το ποσοστό του προσφερόμενου αναλογικού μισθώματος, δεν μπορεί να είναι μικρότερο του πέντε επί τοις εκατό (5%). Το προσφερόμενο πάγιο μίσθωμα δεν μπορεί να είναι μικρότερο του μισθώματος που υπολογίζεται και εξάγεται σύμφωνα με τον τύπο της περ. α΄ της παρ. 4 του άρθρου 45. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζεται η τιμή πώλησης θραυστού υλικού στο δάπεδο του λατομείου, η οποία μπορεί να αναπροσαρμόζεται. Μέχρι την έκδοση της εν λόγω απόφασης ορίζεται η τιμή των 5 ευρώ ανά τόνο, ως τιμή πώλησης θραυστού υλικού λατομείου. Σε περίπτωση προσφοράς του ίδιου ελάχιστου ετήσιου μισθώματος από περισσότερους του ενός συμμετέχοντες, αξιολογείται ως καλύτερη για το Δημόσιο η προσφορά που προβλέπει το μεγαλύτερο ποσό για επενδύσεις μηχανολογικού εξοπλισμού (εξόρυξης, μεταφοράς και επεξεργασίας) εντός της πρώτης πενταετίας από την έναρξη της μίσθωσης. Σε περίπτωση ισοδύναμων προσφορών ως προς αμφότερα τα ως άνω κριτήρια, συνεκτιμώνται ο κύκλος εργασιών της τελευταίας τριετίας, η εμπειρία και η δυνατότητα του προσφέροντος να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει με την προσφορά του.
8. Για τη συμμετοχή στις δημοπρασίες της παραγράφου 7 απαιτείται η κατάθεση εγγυητικής επιστολής ποσού πενήντα (50) ευρώ ανά στρέμμα της προς εκμίσθωσης έκτασης. Σε περίπτωση παραίτησης ή έκπτωσης του αρχικού πλειοδότη από κάθε δικαίωμά του που απορρέει από την κατακύρωση υπέρ αυτού του αποτελέσματος της δημοπρασίας, ο Συντονιστής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης μπορεί να εκμισθώσει το χώρο στον αμέσως επόμενο πλειοδότη. Ο υποψήφιος μισθωτής υποχρεούται να υποβάλει για έγκριση στο Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης χρονοδιάγραμμα εργασιών, για την ενεργοποίηση του λατομικού χώρου πριν από την υπογραφή της σύμβασης μίσθωσης και μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στη διακήρυξη. Σε περίπτωση παρέκκλισης από το χρονοδιάγραμμα εργασιών ο Συντονιστής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης μπορεί να καταγγείλει αμέσως τη σύμβαση μίσθωσης και να παραχωρήσει το χώρο του λατομείου στον αμέσως επόμενο πλειοδότη.
9. Σε περίπτωση μίσθωσης κατατίθενται στον Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης εγγυητική επιστολή για την εκπλήρωση των όρων της σύμβασης, που καταπίπτει προς όφελος του Δημοσίου σε περίπτωση μη συμμόρφωσης καθώς και η εγγυητική επιστολή της παρ. 2 του άρθρου 55. Οι εγγυητικές αυτές επιστολές, επιστρέφονται αν διαπιστωθεί ότι έχουν εκπληρωθεί οι υποχρεώσεις για τις οποίες εκδόθηκαν, ενώ στην αντίθετη περίπτωση καταπίπτουν αρμοδίως.
Επί δημοσίων λατομείων, αν για οποιοδήποτε λόγο λυθεί η σύμβαση μίσθωσης, παύει η εκμετάλλευση και εκδίδεται σχετική απόφαση από την αρμόδια υπηρεσία της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Για την τυχόν μετά τη λύση της σύμβασης μίσθωσης ή την πράξη παύσης συνέχιση της εκμετάλλευσης εφαρμόζεται η παρ. 6 του άρθρου 59.
10. Η εκμίσθωση λατομείων εντός λατομικών περιοχών πραγματοποιείται για τους ενιαίους χώρους που έχουν χωροθετηθεί εντός αυτών με την διαδικασία της παρ. 7 του άρθρου 47. Αν εντοπίζονται νησίδες δημοσίων εκτάσεων εντός ενιαίων χωροθετημένων λατομικών χώρων, οι οποίοι κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τους αποτελούνται από δημοτικές, κοινοτικές ή ιδιωτικές εκτάσεις ή εκτάσεις Ν.Π.Δ.Δ., η εκμίσθωσή τους πραγματοποιείται με απευθείας σύμβαση. Η διάρκεια της μίσθωσης των ανωτέρω νησίδων δεν μπορεί να υπερβαίνει αυτή του υφιστάμενου λατομείου και για τις παρατάσεις εφαρμόζονται αναλόγως οι σχετικές διατάξεις του παρόντος νόμου. Εφόσον υφιστάμενα λατομεία ενταχθούν στο σύνολό τους ή κατά ένα μέρος τους σε λατομικές περιοχές και η έκτασή τους αποτελεί τμήμα ενιαίου χωροθετηθέντος χώρου εντός της λατομικής περιοχής, η εκμίσθωση του υπολοίπου τμήματος του ίδιου χωροθετηθέντος χώρου στους εκμεταλλευτές των λατομείων αυτών γίνεται ως εξής, με την προϋπόθεση ότι από τη χωροταξική κατανομή προκύπτει ένας τουλάχιστον επιπλέον χώρος προς διάθεση:
α. με απευθείας σύμβαση για δημόσιες εκτάσεις,
β. για δημοτικές εκτάσεις σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της υπ΄ αριθμ. 19690/ 19.4.1995 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Βιομηχανίας, Έρευνας και Τεχνολογίας (Β΄402) όπως συμπληρώθηκε με την υπ΄ αριθμ. 19661/6.6.2001 (Β΄775) απόφαση,
γ. η διάρκεια της μίσθωσης των λατομείων των περιπτ.
α΄ και β΄ δεν μπορεί να υπερβαίνει αυτήν του υφιστάμενου ήδη αδειοδοτηθέντος λατομείου.
11. Αν κατά την πρόοδο της εκμετάλλευσης, σε λατομείο που λειτουργεί επί δημόσιας έκτασης, διαπιστωθεί από τον ίδιο τον εκμεταλλευτή ότι δεν υφίστανται πλέον κατάλληλα πετρώματα για την παραγωγή της συγκεκριμένης κατηγορίας ορυκτού, για την οποία έγινε η μίσθωση, αλλά υπάρχει δυνατότητα εκμετάλλευσης άλλης κατηγορίας ορυκτών, τότε ύστερα από αίτησή του στην αρμόδια αρχή είναι δυνατή η τροποποίηση της υφιστάμενης σύμβασης μίσθωσης ως προς το είδος του εξορυσσόμενου ορυκτού. Η ανωτέρω τροποποίηση επιτρέπεται μόνον εφόσον υπάρχει η δυνατότητα εκμετάλλευσης ορυκτών που ανήκουν στην κατηγορία των βιομηχανικών ορυκτών ή των μαρμάρων ή των πετρωμάτων που είναι κατάλληλα για ειδικές χρήσεις και αναφέρονται στην περίπτωση β΄ της παρ. 2 του άρθρου 52.
Για την εν λόγω τροποποίηση απαιτείται να προηγηθούν:
α) απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, για κατάταξη του πετρώματος του λατομείου στη νέα κατηγορία, με τη διαδικασία της παρ. 4 του άρθρου 43,
β) τροποποίηση των αποφάσεων έγκρισης περιβαλλοντικών όρων και τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης που θα αφορούν πλέον την νέα κατηγορία ορυκτού,
γ) γνωμοδότηση του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και της αρμόδιας Υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, εφόσον προκύπτει ουσιώδης αλλαγή του τρόπου εκμετάλλευσης, όπως χρήση εκρηκτικών υλών.
Η αρμόδια υπηρεσία εξετάζει τη συνδρομή των ως άνω προϋποθέσεων και κρίνει αν πρέπει να απορριφθεί η αίτηση ή να τροποποιηθεί η σύμβαση μίσθωσης του χώρου σύμφωνα με την αίτηση. Ο Συντονιστής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης υποχρεούται εντός είκοσι (20) ημερών να εκδώσει απόφαση έγκρισης της τροποποίησης μίσθωσης της δημόσιας έκτασης με την οποία καθορίζει συγχρόνως τους οικονομικούς όρους για την προστασία των συμφερόντων του Δημοσίου, ιδίως το ύψος των μισθωμάτων ανάλογα με την νέα κατηγορία ορυκτού, το ύψος των απαιτούμενων εγγυητικών επιστολών και καλεί τον ενδιαφερόμενο για την υπογραφή της σχετικής τροποποίησης της σύμβασης μίσθωσης μέσα σε είκοσι (20) ημέρες. Αντίγραφο της σύμβασης κοινοποιείται αμέσως σε όλες τις συναρμόδιες υπηρεσίες. Η τροποποίηση της μίσθωσης από το Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης ισχύει για τον υπολειπόμενο χρόνο μέχρι τη λήξη της προϋπάρχουσας σύμβασης μίσθωσης που είχε συναφθεί.
12. Αιτήσεις για την παράταση της ισχύος των συμβάσεων μίσθωσης υποβάλλονται τουλάχιστον 24 μήνες πριν από τη λήξη τους. Αν παρέλθει η ανωτέρω προθεσμία, εξετάζονται ως εμπρόθεσμες, εφόσον δεν έχει λήξει η ισχύς της σύμβασης και ύστερα από την κατάθεση παραβόλου, που ανέρχεται στο δεκαπλάσιο του αντίστοιχου προβλεπομένου για την έκδοση απόφασης για την έγκριση μίσθωσης, σύμφωνα με την 1264/19.1.2012 κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β΄230). Οι σχετικές αιτήσεις συνοδεύονται, επί ποινή απαραδέκτου, από επικαιροποιημένο τοπογραφικό διάγραμμα του λατομικού χώρου σε έξι (6) τουλάχιστον αντίγραφα κλίμακας 1:5.000 και αποδεικτικό κατάθεσης προς έγκριση στην αρμόδια αρχή επικαιροποιημένης μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης. Ο Συντονιστής της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, αφού ελέγξει την εκπλήρωση των όρων της σύμβασης, παρατείνει τη σύμβαση της μίσθωσης σύμφωνα με τις παρ. 3 και 4. Σε περίπτωση παράτασης της σύμβασης μίσθωσης μετά τη λήξη της, η παράταση ισχύει αναδρομικά από τη λήξη της προηγούμενης.
13. Η σύμβαση μίσθωσης γίνεται για ενιαία έκταση και μπορεί να τροποποιείται ως προς την έκταση της εκμετάλλευσης, εφόσον συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις. Αν η τροποποίηση αφορά επέκταση του χώρου εκμετάλλευσης, σε χώρο για τον οποίο υφίσταται ήδη το σχετικό δικαίωμα, η τροποποίηση πραγματοποιείται με βάση επικαιροποιημένη τεχνική μελέτη εκμετάλλευσης, η οποία εκπονείται για το σύνολο του χώρου. Κατάτμηση χώρου, για τον οποίο έχει συναφθεί σύμβαση μίσθωσης εκμετάλλευσης λατομείου, δεν είναι επιτρεπτή.
1. Η εκμίσθωση λατομείων που ανήκουν στην κυριότητα των πρωτοβάθμιων O.T.A. πραγματοποιείται από τον οικείο πρωτοβάθμιο Ο.Τ.Α, μετά από απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, με απευθείας σύμβαση ή με πλειοδοτική δημοπρασία με ενσφράγιστες προσφορές.
2. Με απευθείας σύμβαση εκμισθώνονται εκτάσεις των πρωτοβάθμιων Ο.Τ.Α. για την εκμετάλλευση μαρμάρων, φυσικών λίθων και βιομηχανικών ορυκτών των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 43, καθώς και για την εκμετάλλευση των λατομείων αδρανών υλικών στα οποία αναφέρεται η παρ. 3 του άρθρου 52, σε όσους έχει χορηγηθεί η έγκριση διενέργειας ερευνητικών εργασιών του άρθρου 59 του ν. 4442/2016 και με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που ορίζονται στις παρ. 2, 3, 4 και 9 του άρθρου 53. Κατ΄ εξαίρεση εκμισθώνονται με απευθείας σύμβαση στον ανάδοχο του έργου εκτάσεις των πρωτοβάθμιων Ο.Τ.Α. για τη δημιουργία λατομείων αδρανών υλικών της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 52 και των λατομείων της παρ. 4 του άρθρου 51. Ύστερα από απόφαση που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών του δημοτικού συμβουλίου, επιτρέπεται, κατ΄ εξαίρεση, η απευθείας εκμίσθωση δημοτικών εκτάσεων στις οποίες έχει διενεργηθεί στο παρελθόν έρευνα ή εκμετάλλευση σε συνεταιρισμούς λατόμων οι οποίοι λειτουργούν νόμιμα και όλα τα μέλη τους είναι κάτοικοι του πρωτοβάθμιου Ο.Τ.Α. Για τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που ακολουθείται ισχύουν τα αναφερόμενα στο πρώτο εδάφιο. Η με οποιονδήποτε τρόπο παραχώρηση του δικαιώματος εκμετάλλευσης από το μισθωτή προς τρίτο ή μέλος του συνεταιρισμού ατομικά, απαγορεύεται και παρέχει το δικαίωμα στον εκμισθωτή να καταγγείλει αμέσως τη σύμβαση μίσθωσης.
3. Με δημοπρασία εκμισθώνονται δημοτικές εκτάσεις για την εκμετάλλευση λατομικών ορυκτών ύστερα από αίτηση ενδιαφερόμενου, αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για εκμίσθωση με απευθείας σύμβαση. Η υπηρεσία ενημερώνει σχετικά τον ενδιαφερόμενο και να διενεργεί πλειοδοτική δημοπρασία για τη μίσθωση του
αιτούμενου χώρου, σύμφωνα με όσα ορίζονται στις παρ. 7, 8 και 9 του άρθρου 53.
4. Για τον υπολογισμό των πάγιων και αναλογικών μισθωμάτων που προέρχονται από την εκμίσθωση δημοτικών λατομείων ισχύουν οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 45. Τα μισθώματα αυτά, βεβαιώνονται και εισπράττονται από τον οικείο δήμο, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
5. Αν κατά την πρόοδο της εκμετάλλευσης διαπιστωθεί ότι δεν υφίστανται πλέον κατάλληλα πετρώματα για την παραγωγή της συγκεκριμένης κατηγορίας ορυκτού, για την οποία έγινε η μίσθωση, αλλά υπάρχει δυνατότητα εκμετάλλευσης άλλης κατηγορίας ορυκτών, ισχύουν όσα προβλέπονται στην παρ. 11 του άρθρου 53.
6. Οι διατάξεις των παραγράφων 12 και 13 του άρθρου 53 έχουν ανάλογη εφαρμογή και στα λατομεία επί δημοτικών εκτάσεων.
7. Όπου στις παραγράφους 2, 3, 4, 7, 8, 9, 11 και 12 του άρθρου 53 αναφέρεται το Δημόσιο ή ο Συντονιστής Aποκεντρωμένης Διοίκησης, για τα δημοτικά λατομεία νοούνται ο οικείος δήμος και ο δήμαρχος αντιστοίχως.
1. Οι εκμεταλλευτές των λατομείων οφείλουν να αποκαταστήσουν τους λατομικούς χώρους στους οποίους δραστηριοποιούνται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην εγκεκριμένη για το σκοπό αυτό μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τους περιβαλλοντικούς όρους του εκάστοτε έργου. Η αποκατάσταση αυτή πραγματοποιείται σταδιακά εντός του χρόνου ισχύος της νόμιμης λειτουργίας. Ειδικώς, για τα λατομεία αδρανών υλικών που λειτουργούν για την εκτέλεση δημοσίων έργων της περίπτωσης γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 52, καθώς και τα λατομεία της παρ. 4 του άρθρου 51, η χρονική διάρκεια της αποκατάστασης καθορίζεται από τις σχετικές αποφάσεις έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 45.
2. Για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων, που απορρέουν από τις αποφάσεις έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ), απαιτείται η κατάθεση εγγυητικής επιστολής αορίστου χρονικής ισχύος από τον ενδιαφερόμενο στην οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση. Το ύψος του ποσού της εγγυητικής επιστολής καθορίζεται με βάση το ποσό που αναφέρεται ως δαπάνη αποκατάστασης περιβάλλοντος στις ανωτέρω αποφάσεις. Για τους εκμεταλλευτές λατομείων μαρμάρων και φυσικών λίθων, βιομηχανικών ορυκτών και αδρανών υλικών που έχουν καταβάλει εγγυητική επιστολή για την αποκατάσταση της έκτασης, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, εφαρμόζεται το τελευταίο εδάφιο της παρ. 8 του άρθρου 45 του ν. 998/1979 (Α΄ 289), όπως ισχύει.
Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του εκμεταλλευτή στις υποχρεώσεις για τις οποίες εκδόθηκε η εγγυητική επιστολή, ανεξάρτητα από τις προβλεπόμενες κυρώσεις από τις διατάξεις του παρόντος, η εγγυητική επιστολή καταπίπτει υπέρ ειδικού λογαριασμού που δημιουργείται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας υπό τη διαχείριση του Πράσινου Ταμείου, ο οποίος αφορά αποκλειστικά σε έργα αποκατάστασης λατομείων. Αν η εκμετάλλευση πραγματοποιήθηκε σε εκτάσεις που προστατεύονται από τη δασική νομοθεσία, το ποσό αποδίδεται στις δασικές υπηρεσίες, για την αποκατάσταση του δασογενούς περιβάλλοντος. Λύση της σύμβασης μίσθωσης των λειτουργούντων λατομείων συνεπάγεται και την κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής για την αποκατάσταση, κατά το μέρος της που αναλογεί στο μη αποκατασταθέν τμήμα. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού του ύψους της εγγυητικής επιστολής, η διαδικασία αντικατάστασης και κατάπτωσης της εγγυητικής επιστολής, η διαδικασία απόδοσης στον ειδικό λογαριασμό καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα εφαρμογής των ανωτέρω εδαφίων.
3. Η μη πραγματοποίηση της αποκατάστασης λατομείων όπως αυτή ορίζεται στους εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους, συνεπάγεται την επιβολή των κυρώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 30 του ν. 1650/1986 (Α΄ 160). Οι περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις για τον έλεγχο της συμμόρφωσης των λατομείων με τους εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους και την κείμενη περιβαλλοντική νομοθεσία διενεργούνται από τις αρμόδιες αρχές, όπως αυτές ορίζονται, σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4014/2011(Α΄209).
4. Η αποκατάσταση του περιβάλλοντος των λατομείων που διακόπτουν τη λειτουργία τους χωρίς υπαιτιότητα του έχοντος την εκμετάλλευσή τους, πραγματοποιείται από τον εκμεταλλευτή σύμφωνα με ειδική μελέτη, οι προδιαγραφές και το χρονοδιάγραμμα της οποίας ορίζονται Δ10/Φ68/οικ. 4437/1.3.2001 κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και των Υφυπουργών Ανάπτυξης και Γεωργίας (Β΄244). Τα λατομεία του ανωτέρω εδαφίου παύουν οριστικά τη λειτουργία τους μετά το πέρας του οριζόμενου από την ειδική μελέτη χρόνου, εντός του οποίου ολοκληρώνεται η αποκατάσταση. Ο χρόνος αυτός δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε έτη.
5. Ο έλεγχος της αποκατάστασης γίνεται από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Περιβάλλοντος της οικείας Περιφέρειας, πλην των δασικών εκτάσεων, τις οποίες σύμφωνα με το ν. 998/1979 (Α΄289) διαχειρίζονται οι δασικές υπηρεσίες. Η μη αποκατάσταση λατομικού χώρου, μετά το πέρας της εκμετάλλευσης, όπως αυτή ορίζεται στους εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους, σε εκτάσεις που προστατεύονται από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, συνεπάγεται, πέραν των προβλεπόμενων στην παρ. 3, την υποχρεωτική κήρυξη της έκτασης ως αναδασωτέας και την επιβολή σε βάρος του δικαιούχου από την αρμόδια δασική αρχή των ποινών της παρ. 1 του άρθρου 71 του ν. 998/1979. Η δασική έκταση που δεν έχει αποκατασταθεί από τον υπόχρεο αποκαθίσταται από τη δασική υπηρεσία σύμφωνα με το ύψος της εγγυητικής επιστολής που καταπίπτει υπέρ του ειδικού λογαριασμού της παρ. 2. Οι ιδιοκτήτες ή διακάτοχοι, αν πρόκειται για ιδιωτικές ή διακατεχόμενες δασικού χαρακτήρα εκτάσεις αντίστοιχα, υποχρεούνται να εξασφαλίζουν την ακώλυτη διακίνηση των συνεργείων, μηχανημάτων και υλικών, που χρησιμοποιούνται για την αποκατάσταση και να μεριμνούν για τη διατήρηση των εκτελούμενων έργων.
Σε αντίθετη περίπτωση υποχρεούνται στην άμεση αποκατάσταση του έργου. Αν στην έκταση εντοπιστεί κοίτασμα που μπορεί να αξιοποιηθεί, αυτή δεν κηρύσσεται ως αναδασωτέα και ο λατομικός χώρος τίθεται σε δημοπρασία. Αν δεν υπάρξει εκδήλωση ενδιαφέροντος για την εκμετάλλευση του χώρου αυτού μέσα σε τρία (3) έτη από την προθεσμία της παραγράφου 2δ΄ του άρθρου 50, τότε η έκταση του λατομικού χώρου κηρύσσεται υποχρεωτικά ως αναδασωτέα.
6. Επιτρέπεται η εγκατάσταση μονάδων επεξεργασίας αποβλήτων από εκσκαφές, κατασκευές και κατεδαφίσεις (Α.Ε.Κ.Κ.) εντός λειτουργούντων λατομείων, ανεξαρτήτως του ιδιοκτησιακού καθεστώτος τους, μετά την έκδοση όλων των απαιτούμενων εγκρίσεων και αδειών, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και για τους σκοπούς του επόμενου εδαφίου. Η εγκατάσταση πραγματοποιείται ύστερα από συναίνεση ή σύμπραξη των εκμεταλλευτών των λατομείων αυτών, των οποίων δεν πρέπει να παρεμποδίζεται η εκμετάλλευση, ούτε να δεσμεύονται αποθέματα των κοιτασμάτων. Τα αδρανή προϊόντα ή τα κατάλοιπα που προκύπτουν από την επεξεργασία των Α.Ε.Κ.Κ., μπορεί να αξιοποιούνται και για την αποκατάσταση των λατομικών χώρων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις εγκεκριμένες μελέτες του λατομείου (τεχνική και περιβαλλοντικών επιπτώσεων) στις οποίες τεκμηριώνεται και η συνδρομή των προϋποθέσεων του προηγουμένου εδαφίου.
7. O εκμεταλλευτής ενός λατομείου δικαιούται, μέσα σε εύλογη προθεσμία, να αποκομίσει από τον πρώην λατομικό χώρο του οποίου έχει λήξει η εκμετάλλευση, υλικά τα οποία έχουν εξορυχθεί κατά τη διάρκεια της νόμιμης περιόδου λειτουργίας του λατομείου. Προς τούτο απαιτείται σχετική έγκριση από την αρμόδια Αποκεντρωμένη Διοίκηση, στην οποία ορίζεται η ποσότητα και η ποιότητα των νομίμως εξορυχθέντων υλικών, η θέση τους, οι όροι καθώς και ο χρόνος για την αποκομιδή τους, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, από τη λήξη ή με οποιονδήποτε τρόπο παύση της εκμετάλλευσης, με δυνατότητα ανανέωσης για έξι (6) επιπλέον μήνες. Κατά το χρόνο αυτό επιτρέπεται η λειτουργία των εγκαταστάσεων επεξεργασίας του λατομείου με τους πλέον πρόσφατους περιβαλλοντικούς όρους που ίσχυαν μέχρι την με οποιονδήποτε τρόπο λήξη της εκμετάλλευσης. Η ανωτέρω έγκριση, συνοδευόμενη από τοπογραφικό σχεδιάγραμμα στο οποίο αποτυπώνονται τα ανωτέρω στοιχεία των εν λόγω υλικών, κοινοποιείται και στο αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Κατά το χρονικό διάστημα αποκομιδής των εξορυγμένων υλικών, ο εκμεταλλευτής υποχρεούται να καταβάλει το ειδικό τέλος υπέρ Ο.Τ.Α., όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 62, καθώς και στον ιδιοκτήτη της έκτασης του χώρου εκμετάλλευσης το αναλογικό μίσθωμα. Μετά την παρέλευση του ως άνω χρονικού διαστήματος τα εξορυχθέντα υλικά που τυχόν παραμένουν στο χώρο περιέρχονται στην κυριότητα του ιδιοκτήτη της έκτασης. Σε περίπτωση λατομείου σε δημόσια έκταση εκποιούνται από το Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Η περαιτέρω νόμιμη αξιοποίηση των εξορυχθέντων υλικών που παραμένουν στα λατομεία δεν εμπίπτει στις διατάξεις του παρόντος και πραγματοποιείται με ευθύνη του ιδιοκτήτη του χώρου.
1.α. Η εγκατάσταση ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού εντός λατομικών χώρων, με σκοπό την επεξεργασία (μηχανική, εμπλουτισμού, παραγωγής κονιαμάτων, σκυροδεμάτων, ασφαλτομιγμάτων, ασβέστου και λοιπές κατεργασίες) των λατομικών ορυκτών, του απαραίτητου βοηθητικού εξοπλισμού όπως αντλιών και συστημάτων αερισμού υπογείων, καθώς και άδειας κατασκευής των απαιτουμένων για την εγκατάσταση αυτή τεχνικών δομικών έργων όπως βάσεων έδρασης, κατασκευών για την τροφοδοσία και την αποθήκευση χύδην στερεών υλικών-σιλό, βάθρων και μεταλλικών ικριωμάτων με ή χωρίς τη χρήση οπλισμένου σκυροδέματος, υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 65 του ν. 4442/2016. Η εγκατάσταση του εξοπλισμού μπορεί να αρχίσει μόνο μετά την υποβολή της γνωστοποίησης στην αρμόδια υπηρεσία. Ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις που εγκαθίστανται και λειτουργούν για την εξυπηρέτηση των αναγκών λατομείων, τμήμα των οποίων βρίσκεται εντός του λατομικού χώρου και το υπόλοιπο εκτός αυτού, θεωρούνται ως ενιαίο σύνολο και αντιμετωπίζονται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για το τμήμα αυτό όπου είναι εγκατεστημένο το μεγαλύτερο ποσοστό της ισχύος τους.
β. Για την εγκατάσταση και λειτουργία εντός λατομικών και μεταλλευτικών χώρων αποθηκών εκρηκτικών υλών, απαιτείται άδεια η οποία χορηγείται σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του ΚΜΛΕ από την αρμόδια υπηρεσία της οικείας περιφέρειας.
γ. Η λειτουργία εγκαταστάσεων, οι οποίες βρίσκονται πάνω σε οχήματα μέσα σε λατομικούς χώρους και μεταλλεία και χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ANFO ή SLURRIES ή γαλακτωμάτων, επιτρέπεται μόνον ύστερα από άδεια, η οποία χορηγείται από την αρμόδια υπηρεσία της οικείας περιφέρειας σύμφωνα με τα άρθρα 53 και 107 του ΚΜΛΕ.
2. Η λειτουργία των εγκαταστάσεων του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 65 του ν. 4442/2016 και μπορεί να αρχίσει μόνο μετά την υποβολή της.
3. Η διάρκεια της λειτουργίας των εγκαταστάσεων των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παρ. 1, ορίζεται ίση με τη διάρκεια ισχύος της εκμετάλλευσης του υφιστάμενου λατομείου. Επιτρέπεται η επέκταση και η παράταση της λειτουργίας των εγκαταστάσεων του προηγούμενου εδαφίου, με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται για την αρχική εγκατάσταση και λειτουργία τους.
4 Τα κινητά -μεταθετά μηχανήματα εξόρυξης, φόρτωσης, μεταφοράς και φωτισμού, καθώς και τα κινητά μηχανήματα επεξεργασίας των λατομικών ορυκτών πρέπει να είναι εφοδιασμένα με άδεια κυκλοφορίας μηχανήματος έργου (Μ.Ε.) και εγκεκριμένο ειδικό κανονισμό ασφαλείας του άρθρου 48 του ΚΜΛΕ.
5. Η ανέγερση κτιριακών εγκαταστάσεων, που εξυπηρετούν τις ανάγκες της εκμετάλλευσης και επεξεργασίας λατομικών ορυκτών, καθώς και η ανέγερση προχείρων ή κινητών καταλυμάτων της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του ΚΜΛΕ εντός των ως άνω χώρων διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 161 του ν.δ. 210/1973 (Α΄277).
1. Η εκμετάλλευση των λατομείων μαρμάρων, φυσικών λίθων και βιομηχανικών ορυκτών, αδρανών υλικών εντός λατομικών περιοχών και των κατ΄ εξαίρεση εκτός των περιοχών τούτων λατομείων της παραγράφου 2 του άρθρου 52, χαρακτηρίζεται ως δημοσίας ωφελείας.
2. Αν για την εκμετάλλευση των λατομείων της προηγουμένης παραγράφου είναι αναγκαία η χρησιμοποίηση ξένης ιδιοκτησίας, ο εκμεταλλευτής του λατομείου υποχρεούται να επιδιώξει τη συναίνεση του ιδιοκτήτη. Σε περίπτωση μη παροχής συναίνεσης, επιτρέπεται η αναγκαστική απαλλοτρίωση του συνόλου ή μέρους της ξένης ιδιοκτησίας για την κατασκευή δρόμων εξωτερικής προσπέλασης. Ειδικά για τα λατομεία μαρμάρων και βιομηχανικών ορυκτών των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 43, εκτός των ανωτέρω έργων, επιτρέπεται η απαλλοτρίωση για επέκταση των κεντρικών δικτύων ηλεκτρικού ρεύματος και επικοινωνιών, ανέγερση εγκαταστάσεων επεξεργασίας των εξορυσσομένων ορυκτών υλών, κατασκευή υποδομών υδροδότησης, αποθηκών και λοιπών εγκαταστάσεων που εξυπηρετούν τις ανάγκες εκμετάλλευσης των συγκεκριμένων λατομείων. Στις απαλλοτριούμενες εκτάσεις απαγορεύεται η διενέργεια εξορυκτικών εργασιών.
Οι απαλλοτριώσεις των ανωτέρω παραγράφων γίνονται με αίτηση και με δαπάνες του εκμεταλλευτή του λατομείου και υπέρ του ιδιοκτήτη του λατομείου. Για την σκοπιμότητα της απαλλοτρίωσης και τον προσδιορισμό της έκτασης που απαιτείται, αποφαίνεται το αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Οι απαλλοτριώσεις για μεν τις περιπτώσεις ακινήτων τα οποία εξυπηρετούν τις ανάγκες εκμετάλλευσης λατομείων μαρμάρων και βιομηχανικών ορυκτών των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 43 αντίστοιχα, κηρύσσονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, για δε τις περιπτώσεις των λατομείων αδρανών υλικών με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 128 έως και 138 του ν.δ. 210/1973. Οι απαλλοτριωτικές αποφάσεις δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Αν δεν εκτελεστούν τα έργα, για τα οποία έχει πραγματοποιηθεί η απαλλοτρίωση, εντός τετραετίας από τη συντέλεσή της ή αν η ιδιοκτησία που απαλλοτριώθηκε χρησιμοποιηθεί για άλλους σκοπούς, η συντελεσμένη απαλλοτρίωση ανακαλείται. Η απαλλοτρίωση ανακαλείται και στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι στην έκταση που έχει απαλλοτριωθεί πραγματοποιείται εξόρυξη ή απόληψη λατομικών ορυκτών. Στην περίπτωση αυτή, ανεξαρτήτως άλλων προβλεπόμενων κυρώσεων, επιβάλλεται από την αρμόδια υπηρεσία και χρηματικό πρόστιμο ίσο με την καταβληθείσα αποζημίωση της απαλλοτριωθείσας έκτασης, υπέρ του ειδικού λογαριασμού της παρ. 2 άρθρου 55, ο οποίος δημιουργείται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας υπό τη διαχείριση του Πράσινου Ταμείου με σκοπό την αποκατάστασή της.
4. Αν για την εκμετάλλευση λατομείου οποιασδήποτε κατηγορίας λατομικών ορυκτών κριθεί απαραίτητη η χρήση άλλης ιδιοκτησίας, η οποία ανήκει στον ιδιοκτήτη του λατομείου, ο εκμεταλλευτής δικαιούται να ζητήσει την παραχώρηση κατά χρήση της έκτασης για όλη τη διάρκεια της εκμετάλλευσης. Για την αναγκαιότητα της χρήσης της κατά τα άνω ιδιοκτησίας και της απαραίτητης έκτασης αποφαίνεται το αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Η αποζημίωση για τη χρήση της ιδιοκτησίας αυτής καθορίζεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο του τόπου του λατομείου και η χρήση της έκτασης επιτρέπεται αμέσως μόλις καταβληθεί η αποζημίωση που θα καθοριστεί.
5. Δημόσιες εκτάσεις, που κρίνονται αναγκαίες για την εκμετάλλευση λατομείων οποιασδήποτε κατηγορίας ορυκτών, κατά τα ανωτέρω, μπορούν να παραχωρούνται κατά χρήση στους εκμεταλλευτές, σύμφωνα με τη διαδικασία της προηγουμένης παραγράφου.
1. Ο εκμεταλλευτής λατομείου υποχρεούται να διενεργεί την εκμετάλλευση σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τεχνικής και να τηρεί τους όρους των εγκρίσεων που έχουν χορηγηθεί, ειδικότερα της απόφασης για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων και της τεχνικής μελέτης, καθώς και τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του ΚΜΛΕ.
2. Ο εκμεταλλευτής λατομείου υποχρεούται να υποβάλλει για κάθε ημερολογιακό έτος και μέχρι τις 30 Απριλίου του επομένου έτους, δελτίο δραστηριότητας, ανάλογα με το εκμεταλλευόμενο ορυκτό. Στο δελτίο δραστηριότητας περιλαμβάνονται περιβαλλοντικής, οικονομικής και κοινωνικής σημασίας πληροφορίες και ιδίως νομιμοποιητικά στοιχεία του λατομείου, στοιχεία για το απασχολούμενο προσωπικό, στοιχεία ασφάλειας και ατυχημάτων, στοιχεία για τις καταναλώσεις φυσικών πόρων, πετρελαιοειδών, εκρηκτικών και ενέργειας, τη διαχείριση αποβλήτων και τις αποκαταστημένες εκτάσεις, την παραγωγή, επεξεργασία και διακίνηση των προϊόντων, τις επενδύσεις, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο απαραίτητο για την υπηρεσία. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζεται το ακριβές περιεχόμενο των δελτίων δραστηριότητας καθώς και τα στοιχεία που οι κατά περίπτωση αρμόδιες υπηρεσίες υποχρεούνται να γνωστοποιούν στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Σε περίπτωση μη εκμετάλλευσης λατομείου ή μη διενέργειας ερευνών αντί του ανωτέρω δελτίου υποβάλλεται μέχρι τις 30 Απριλίου κάθε έτους δήλωση απραξίας, στην οποία αναφέρονται οι λόγοι της απραξίας. Η δήλωση αυτή συνοδεύεται υποχρεωτικά από τα απαραίτητα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη βασιμότητα των προβαλλομένων λόγων. Η υποχρέωση υποβολής δελτίου δραστηριότητας ή δήλωσης απραξίας υφίσταται και αν δεν συμπληρώνεται πλήρες ημερολογιακό έτος εκμετάλλευσης. Το δελτίο δραστηριότητας ή η δήλωση απραξίας υποβάλλεται ηλεκτρονικά στην αρμόδια υπηρεσία για την τήρηση των συγκεντρωτικών στοιχείων της Γενικής Διεύθυνσης Ορυκτών Πρώτων Υλών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μέχρι την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας που προβλέπεται στην παρ. 7, το δελτίο δραστηριότητας ή η δήλωση απραξίας υποβάλλεται σε δύο αντίτυπα, ένα στο αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και ένα στην ανωτέρω Γενική Διεύθυνση του Υπουργείου. Για τα λατομεία που λειτουργούν σε δημόσιες εκτάσεις το δελτίο δραστηριότητας ή η δήλωση απραξίας υποβάλλεται και στην αρμόδια για τις μισθώσεις υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
3. Ο εκμεταλλευτής λατομείου υποχρεούται να υποβάλλει στο αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, για κάθε ημερολογιακό έτος και μέχρι τις 30 Απριλίου του επόμενου έτους, τοπογραφικό σχεδιάγραμμα που πληροί τις προδιαγραφές της ισχύουσας νομοθεσίας και είναι υπογεγραμμένο από αρμόδιο μηχανικό. Μέχρι την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας που προβλέπεται στην παρ. 7, το τοπογραφικό σχεδιάγραμμα υποβάλλεται σε έντυπη και σε ηλεκτρονική μορφή. Το τοπογραφικό σχεδιάγραμμα πρέπει να είναι σε κλίμακα 1:1000 ή 1:2000, ή άλλη κατάλληλη κλίμακα ώστε να εμφανίζονται πλήρως και ευκρινώς όλα τα συμπεριλαμβανόμενα στοιχεία, να περιλαμβάνει πλήρη υψομετρική και οριζοντιογραφική αποτύπωση όχι παλαιότερη των έξι μηνών από την ημερομηνία υποβολής, να είναι εξαρτημένο από το σύστημα αναφοράς ΕΓΣΑ ΄87 και να περιλαμβάνει αναλυτικό υπόμνημα. Στο σχεδιάγραμμα αποτυπώνονται και σημειώνονται τα όρια του λατομικού χώρου, της εγκεκριμένης τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης, της απόφασης για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ), την έγκριση επέμβασης αν τα όρια αυτά είναι διαφορετικά από τα όρια της ΑΕΠΟ, οι βαθμίδες εξόρυξης, οι εκσκαφές και οι διαμορφώσεις του λατομικού χώρου, τα κτίρια και οι εγκαταστάσεις μέσα σε αυτόν, οι εσωτερικοί δρόμοι, κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με την εκμετάλλευση και την ασφάλεια εργασιών, καθώς και οι αποθέσεις και επεμβάσεις σε απόσταση μικρότερη των εκατό (100) μέτρων εκτός των ορίων του χώρου της τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης. Ειδικά στην περίπτωση των υπόγειων έργων, επιπλέον των ανωτέρω, αποτυπώνονται και σημειώνονται όλες οι υπόγειες εργασίες, υλοποιημένες και σχεδιαζόμενες, οι ενεργοί και οι εξοφλημένοι χώροι, οι κύριες στοές, τα φρέατα, τα κεκλιμένα, οι έξοδοι και οι διαδρομές διαφυγής, τα δίκτυα μεταφοράς, τηλεφώνου, φωτισμού και αερισμού, οι εγκαταστάσεις, οι αποθήκες εκρηκτικών υλών και καψυλίων, τα καταφύγια και τα σημεία παροχής πρώτων βοηθειών, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο σχετικό με την εκμετάλλευση και την ασφάλεια εργασιών. Η υποχρέωση υποβολής τοπογραφικού σχεδιαγράμματος υφίσταται και αν δεν συμπληρώνεται πλήρες ημερολογιακό έτος εκμετάλλευσης. Αν υποβληθεί δήλωση απραξία, ο εκμεταλλευτής δεν υποχρεούται να υποβάλει τοπογραφικό σχεδιάγραμμα για το συγκεκριμένο έτος.
4. Στους εκμεταλλευτές που δεν υποβάλλουν τα προβλεπόμενα από το παρόν άρθρο δελτία δραστηριότητας ή δηλώσεις απραξίας ή τοπογραφικά σχεδιαγράμματα μέχρι την προβλεφθείσα ημερομηνία ή υποβάλλουν ανακριβή στοιχεία, καθώς και σε όσους δεν συμπληρώνουν, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την πρόσκληση του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ελλιπή στοιχεία των δελτίων, δηλώσεων και τοπογραφικών σχεδιαγραμμάτων που έχουν υποβληθεί εμπροθέσμως επιβάλλεται πρόστιμο από την αρμόδια υπηρεσία. Προς τούτο συντάσσεται και αποστέλλεται στο Δημόσιο Ταμείο τίτλος βεβαίωσης (χρηματικός κατάλογος) για την είσπραξή του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Το ύψος του προστίμου υπολογίζεται με βάση τη διαδικασία της παρ. 3 του άρθρου 59.
5. Ο εκμεταλλευτής λατομείου, σε κάθε περίπτωση οριστικής διακοπής της εκμετάλλευσης, πέραν των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διατάξεις του άρθρου 55, υποχρεούται να απομακρύνει από το χώρο του λατομείου τυχόν προϊόντα, τα πάσης φύσεως υλικά και απορρίμματα, που μπορεί να ρυπαίνουν το περιβάλλον και να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ασφάλεια των περιοίκων και των διερχομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΜΛΕ και τις τυχόν πρόσθετες εντολές του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Στις δασικού χαρακτήρα ή στις δημόσιες χορτολιβαδικές εκτάσεις ο εκμεταλλευτής υποχρεούται να αποξηλώσει τις πάσης φύσεως εγκαταστάσεις σύμφωνα με τις οδηγίες της αρμόδιας δασικής υπηρεσίας. Αν δεν συμμορφωθεί, καταπίπτει η σχετική προς τούτο εγγυητική επιστολή υπέρ του ειδικού λογαριασμού της παρ. 2 του άρθρου 55, ο οποίος δημιουργείται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας υπό τη διαχείριση του Πράσινου Ταμείου.
6. Απαγορεύεται η μεταφορά εκτός του λατομικού χώρου λατομικών προϊόντων με φορτηγά οχήματα, αν δεν καλύπτεται το φορτίο τους με ειδικό κάλυμμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας. Σε εκμεταλλευτές που επιτρέπουν τη μεταφορά λατομικών προϊόντων, πλην αποκλειστικά ογκομαρμάρων ή ογκολίθων, κατά παράβαση του ανωτέρω εδαφίου, επιβάλλονται οι κυρώσεις της παρ. 3 του άρθρου 59.
7. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζεται η υποχρεωτική ηλεκτρονική καταχώρηση ή η υποβολή, μέσω κατάλληλου Πληροφοριακού Συστήματος, εγγράφων, δηλώσεων, αρχείων, καταστάσεων, κανονισμών, βιβλίων, τοπογραφικών ή οποιονδήποτε άλλων στοιχείων οφείλει κατά τη λατομική και μεταλλευτική νομοθεσία να τηρεί ή να υποβάλλει ο εκμεταλλευτής σε έντυπη ή ψηφιακή μορφή. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες που θα προσφέρονται προς τους ενδιαφερόμενους, οι όροι πρόσβασης στο Πληροφοριακό Σύστημα και τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες, η διαδικασία καταχώρισης ή υποβολής στοιχείων, οι τεχνικές προδιαγραφές των προς υποβολή στοιχείων, καθώς και κάθε άλλο θέμα που σχετίζεται με την ηλεκτρονική εξυπηρέτηση των ενδιαφερομένων.
1. Η εκμετάλλευση των λατομείων τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
2. Το αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ασκεί τον έλεγχο των λατομείων, ελέγχει την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του ΚΜΛΕ για την έρευνα και εκμετάλλευση των λατομείων και τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας των προϊόντων τους μέσα στους αντίστοιχους λατομικούς χώρους. Ελέγχει επίσης την εφαρμογή της εγκεκριμένης τεχνικής μελέτης και διατάσσει την τροποποίησή της, επιβάλλοντας σε όσους διενεργούν την έρευνα και εκμετάλλευση, τα απαιτούμενα συμπληρωματικά μέτρα για την ορθολογική έρευνα και εκμετάλλευση των λατομείων και την ασφάλεια των έργων, της ζωής και της υγείας των εργαζομένων, των περιοίκων και των διερχομένων. Ειδικώς, για τα θέματα τήρησης των αποφάσεων για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ), καθώς και γενικότερα για θέματα αποκατάστασης του περιβάλλοντος των λατομείων που λειτουργούν και διαχείρισης των εξορυκτικών αποβλήτων ο έλεγχος ασκείται από τις αρμόδιες αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 20 του ν. 4014/2011.
3. Κάθε παράβαση από τον εκμεταλλευτή των διατάξεων του ΚΜΛΕ, των εντολών του Προϊσταμένου του αρμόδιου Σώματος Επιθεώρησης της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, καθώς και κάθε παράβαση των παραγράφων 4 και 6 του άρθρου 58 τιμωρείται με χρηματικό πρόστιμο από τριακόσια (300) έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, που επιβάλλεται με αιτιολογημένη απόφαση του Προϊσταμένου του αρμόδιου Σώματος Επιθεώρησης της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ο οποίος συντάσσει και αποστέλλει στο Δημόσιο Ταμείο τίτλο βεβαίωσης (χρηματικό κατάλογο) για την είσπραξή του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
Το ύψος του προστίμου ανά παράβαση εξαρτάται από τρεις συντελεστές: 1) τη σοβαρότητα της παράβασης (σ), 2) την υποτροπή (ε) και 3) τον αριθμό εργαζομένων του εργοταξίου (α).
Η επιλογή του συντελεστή σ γίνεται κατά την κρίση των Επιθεωρητών Μεταλλείων με τη βοήθεια του Πίνακα 1:
Ο αριθμός εργαζομένων περιλαμβάνει το σύνολο του προσωπικού που απασχολείται στο εργοτάξιο με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ακόμη και με υπεργολαβία.
Για τον προσδιορισμό του προστίμου π, υπολογίζονται αρχικά τα μόρια της παράβασης (μπ), που προκύπτουν ως το γινόμενο των τριών συντελεστών:
μπ = σ · ε · α
Στη συνέχεια, με βάση τα υπολογισμένα μόρια της παράβασης μπ, επιλέγεται η κλίμακα προσδιορισμού του
προστίμου από τον Πίνακα 4, το ύψος του προς υποβολή προστίμου:
4. Κατ’ εξαίρεση, αποκλειστικά στην περίπτωση παραβάσεων χαμηλής σοβαρότητας που δεν έχουν τελεστεί καθ’ υποτροπή (συντελεστής ε = 1), μπορεί ο Προϊστάμενος του αρμόδιου Σώματος Επιθεώρησης της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, να επιβάλει στον εκμεταλλευτή το μέτρο της έγγραφης σύστασης προς συμμόρφωση αντί των ανωτέρω χρηματικών προστίμων. Στην έγγραφη σύσταση ορίζονται οι ενέργειες στις οποίες οφείλει να προβεί ο εκμεταλλευτής, καθώς και συγκεκριμένη χρονική προθεσμία ολοκλήρωσής τους. Μετά το πέρας της προθεσμίας ελέγχεται με κάθε πρόσφορο μέσο από το αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας η συμμόρφωσή του. Για κάθε παράβαση για την οποία μετά τον ανωτέρω έλεγχο δεν τεκμηριώνεται πλήρης συμμόρφωση, επιβάλλεται η μέγιστη τιμή του εύρους προστίμου (π) της κλίμακας του ανωτέρω Πίνακα 4 στην οποία κατατάσσονται τα μόρια (μπ) της παράβασης.
5. Ο Προϊστάμενος του αρμόδιου Σώματος Επιθεώρησης της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, μπορεί, με πλήρως αιτιολογημένη απόφασή του, που κοινοποιείται στον εκμεταλλευτή και στην αρμόδια Αστυνομική Αρχή, να επιβάλει περιοριστικά μέτρα στην έρευνα ή εκμετάλλευση του λατομείου, ιδίως δε την προσωρινή ή οριστική διακοπή του συνόλου ή μέρους των εργασιών έρευνας ή εκμετάλλευσης, στις περιπτώσεις παραβάσεων της παρ. 3, κατά τις οποίες τίθεται σε κίνδυνο η ζωή και η υγεία των εργαζομένων, των περιοίκων και των διερχομένων ή η ασφάλεια κτισμάτων, έργων κοινής ωφελείας ή διενεργείται ανορθολογική εκμετάλλευση κατά παράβαση των διατάξεων του ΚΜΛΕ, καθώς και αν δεν υπάρχουν σε ισχύ εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι της εκμετάλλευσης. Στην απόφαση αυτή ορίζονται τα συγκεκριμένα περιοριστικά μέτρα, τα μέτρα για την ασφαλή λειτουργία του λατομείου και οι προθεσμίες συμμόρφωσης του εκμεταλλευτή προς τα μέτρα αυτά.
6. Όποιος εκμεταλλεύεται ή εξορύσσει ή αποκομίζει λατομικά ορυκτά χωρίς να έχει τις προϋποθέσεις άσκησης του σχετικού δικαιώματος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, τιμωρείται ποινικώς με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και διοικητικώς με χρηματικό πρόστιμο από δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ έως διακόσιες εβδομήντα χιλιάδες (270.000) ευρώ, που επιβάλλεται με απόφαση του Προϊστάμενου του αρμόδιου Σώματος Επιθεώρησης της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και βεβαιώνεται και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Η ανωτέρω διοικητική κύρωση επιβάλλεται ανεξαρτήτως της ενδεχόμενης επιβολής κυρώσεων για τα παραπτώματα του άρθρου 67 του ν. 4442/2016. Η διαπίστωση των παραβάσεων μπορεί να γίνεται από το αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, τις Αστυνομικές Αρχές, τις δασικές ή άλλες Δημόσιες Υπηρεσίες, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να ενημερώνουν αμελλητί στο ως άνω αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης, παρέχοντας τα στοιχεία του παραβάτη, καθώς και πληροφορίες για τα μέσα που χρησιμοποίησε σύμφωνα με τον παρακάτω Πίνακα 1. Το ύψος της εν λόγω επιβαλλόμενης διοικητικής κύρωσης είναι ανάλογο με την υποτροπή και τη σοβαρότητα της παράβασης, υπολογίζεται δε ως εξής:
1) Αν πρόκειται για παράβαση που τελείται για πρώτη φορά, ανάλογα με τα μέσα που χρησιμοποίησε ο παραβάτης επιβάλλεται αρχικό πρόστιμο, σύμφωνα με τον Πίνακα 1.
Αν η παράβαση μπορεί να ταξινομηθεί σε περισσότερες από μία κατηγορίες του Πίνακα 1, τότε το πρόστιμο υπολογίζεται με βάση τη σοβαρότερη από αυτές.
2) Αν πρόκειται για παράβαση που έχει τελεστεί για περισσότερες από μία φορές, το πρόστιμο υπολογίζεται ως η μέγιστη τιμή: 1) του τριπλάσιου του προστίμου που είχε επιβληθεί στην αμέσως προηγούμενη παράβαση ή
2) του μέγιστου ποσού που αντιστοιχεί στην κατηγορία στην οποία ταξινομείται η τρέχουσα παράβαση με βάση τον Πίνακα 1.
Τα παρανόμως παραχθέντα λατομικά προϊόντα περιέρχονται στην οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση, εφόσον προέρχονται από δημόσιο χώρο ή στην οικεία Περιφέρεια σε κάθε άλλη περίπτωση. Τα υλικά αυτά, καταρχήν, χρησιμοποιούνται για την επαναφορά του αναγλύφου και την αποκατάσταση του χώρου και τα εναπομείναντα εκποιούνται με πλειοδοτική δημοπρασία από την κατά περίπτωση αρμόδια για τη διαχείρισή τους υπηρεσία, στην οποία περιέρχεται το προκύπτον από την εκποίηση τίμημα. Σε περίπτωση καθ΄ υποτροπή τέλεσης της παράβασης, με την απόφαση επιβολής προστίμου, διατάσσεται και η σφράγιση των τυχόν υπαρχόντων ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων επεξεργασίας καθώς και η κατάσχεση του κινητού εξοπλισμού (εξόρυξης, φόρτωσης και μεταφοράς) του διενεργούντος την παράνομη πράξη. Μετά την απόρριψη της προβλεπόμενης στο άρθρο 61 ενδικοφανούς προσφυγής ή την παρέλευση άπρακτου του χρονικού διαστήματος για την άσκησή της, η απόφαση της επιβολής του προστίμου καθίσταται εκτελεστή και κοινοποιείται στην αρμόδια Περιφέρεια. Ο αρμόδιος Περιφερειάρχης εκδίδει αμελλητί απόφαση, με την οποία συγκροτεί τριμελή επιτροπή, αποτελούμενη από υπαλλήλους της Περιφέρειας, η οποία διενεργεί τη σφράγιση των εγκαταστάσεων που υπάρχουν και την κατάσχεση του κινητού εξοπλισμού. Η απόφαση για την επιβολή του προστίμου κοινοποιείται και σε όλες τις αρμόδιες αρχές για τις δικές τους ενέργειες ιδίως στην αρμόδια Εισαγγελία Πλημμελειοδικών, στην αρμόδια Αστυνομική Αρχή και στις αρμόδιες δασικές Υπηρεσίες, σε περίπτωση παράνομης εξόρυξης σε δασικές ή δημόσιες χορτολιβαδικές εκτάσεις. Η απόφαση σφράγισης κοινοποιείται και στον πάροχο ηλεκτρικής ενέργειας για τη διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στις εγκαταστάσεις αυτές. Η εκποίηση του εξοπλισμού πραγματοποιείται από την οικεία Περιφέρεια. Αν ο εξοπλισμός δεν μπορεί να εκποιηθεί, διατίθεται στον οικείο δήμο ή καταστρέφεται με τη σύνταξη πρωτοκόλλου καταστροφής, με ευθύνη της ανωτέρω επιτροπής. Το τίμημα που προκύπτει από την εκποίηση κατατίθεται υπέρ του ειδικού λογαριασμού της παρ. 2 του άρθρου 55. Αν η παράνομη εξόρυξη πραγματοποιήθηκε σε εκτάσεις που προστατεύονται από τη δασική νομοθεσία, το ποσό αποδίδεται στις δασικές υπηρεσίες για την αποκατάσταση του δασογενούς περιβάλλοντος. Ως μεσεγγυούχος και υπεύθυνος για τη φύλαξη
των κατασχεμένων υλικών ορίζεται ο Περιφερειάρχης.
7. Οι κυρώσεις της παρ. 6 επιβάλλονται και στις περιπτώσεις διενέργειας, χωρίς σχετική άδεια, αμμοληψιών φυσικών αποθέσεων θραυσμάτων από τις κοίτες και εκβολές ποταμών, χειμάρρων και από τις θαλάσσιες και λιμναίες ακτές, επιπλέον των προβλεπόμενων κυρώσεων της σχετικής νομοθεσίας.
8. Τα πρόστιμα που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου αυτού, πλην εκείνων που αφορούν δημοτικά λατομεία, καθώς και στην παρ. 4 του άρθρου 58 αποδίδονται στους πρωτοβάθμιους Ο.Τ.Α., στην Περιφέρεια των οποίων λειτουργεί το λατομείο, μετά την αφαίρεση των πιστώσεων που προβλέπονται υπέρ των αρμοδίων Σωμάτων Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας στην παρ. 3Α του άρθρου 30 του ν. 1650/1986 (Α΄160), όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 4409/2016 (Α΄ 136). Στις περιπτώσεις λατομείων επί δημοτικών εκτάσεων, τα πρόστιμα των παραγράφων 3 και 6, αφαιρούμενων των πιστώσεων υπέρ του αρμόδιου Σώματος Επιθεώρησης της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ως ανωτέρω, αποδίδονται υπέρ του ειδικού λογαριασμού της παρ. 2 του άρθρου 55. Αν η παράνομη εξόρυξη πραγματοποιήθηκε σε εκτάσεις που προστατεύονται από τη δασική νομοθεσία, το ποσό αποδίδεται στις δασικές Υπηρεσίες, για την αποκατάσταση του δασογενούς περιβάλλοντος.
9. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μπορεί να αναπροσαρμόζονται οι κλίμακες
του Πίνακα 4 της παρ. 3 και του Πίνακα 1 της παρ. 6, καθώς και το ύψος των προστίμων που προβλέπονται
στις παρ. 3 και 6, έως διπλασιασμού.
10. Για τα παραγόμενα από λατομεία αδρανή υλικά ανάλογα με τις χρήσεις για τις οποίες προορίζονται, οι χημικές και φυσικομηχανικές προδιαγραφές, καθώς και η διαδικασία δοκιμών και η μέθοδος ανάλυσης και εκτίμησης των αποτελεσμάτων των δοκιμών αυτών καθορίζονται με κοινές υπουργικές αποφάσεις οι οποίες εκδίδονται σύμφωνα με το π.δ. 334/1994 (Α΄176).
Ειδικότερα, οι προδιαγραφές για τα αδρανή τα οποία προορίζονται για δομικά έργα πρέπει να πληρούν τις προδιαγραφές που τίθενται με την κοινή απόφαση 5328/122/2007 του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του Υφυπουργού Ανάπτυξης (Β΄ 386) και τον 305/2011/ΕΕ Ευρωπαϊκό Κανονισμό για τα Δομικά Προϊόντα (ΕΕ L88 της 4.4.2011). Αν η αρμόδια αρχή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, η οποία σύμφωνα με το άρθρο 11 του π.δ. 334/1994 ελέγχει την ορθή χρησιμοποίηση της σήμανσης CE στην αγορά και στους χώρους παραγωγής και εμπορίας των προϊόντων που φέρουν το σήμα αυτό, διαπιστώσει ότι κατ΄ επανάληψη τίθενται στην κυκλοφορία, πωλούνται, αναλώνονται και προορίζονται για δομικά έργα αδρανή προϊόντα προερχόμενα από λατομεία χωρίς την απαιτούμενη Σήμανση CE ή προϊόντα με ψευδή ή παραπλανητική Σήμανση CE ή αδρανή υλικά τα οποία δεν συμμορφώνονται με τις εθνικές διατάξεις, ενημερώνει την αρμόδια υπηρεσία, ώστε να ανακαλέσει την απόφαση για την έγκριση της τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης.
1. Οι εργασίες έρευνας ή εκμετάλλευσης μπορεί να ανασταλούν ή να διακοπούν με απόφαση του Προϊσταμένου του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση μιας από τις αρμόδιες υπηρεσίες της παρ. 1 του άρθρου 49 εφόσον κατά τη διάρκεια της έρευνας ή της εκμετάλλευσης προκύψουν απαγορευτικοί της λατομίας λόγοι, οι οποίοι δεν υπήρχαν κατά το στάδιο έναρξης της έρευνας ή εκμετάλλευσης ή για λόγους που αφορούν στο δημόσιο συμφέρον.
2. Ο Συντονιστής της Αποκεντρωμένης Διοίκησης στην περίπτωση λατομείων επί δημοσίων εκτάσεων ή ο Δήμαρχος στην περίπτωση λατομείων επί δημοτικών εκτάσεων αντίστοιχα, μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση μίσθωσης στις εξής περιπτώσεις:
α) αν διαπιστωθεί ότι ο εκμεταλλευτής δεν τηρεί τους όρους της σύμβασης μίσθωσης,
β) αν εκδοθεί πράξη με την οποία διακόπτονται οριστικά οι εργασίες εκμετάλλευσης και δεν ασκήθηκαν τα προβλεπόμενα από τις κείμενες διατάξεις διοικητικά βοηθήματα εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών ή αν αυτά μετά την άσκησή τους απορρίφθηκαν,
3. Η σχετική απόφαση για καταγγελία της σύμβασης, επιδίδεται στο μισθωτή με απόδειξη και κοινοποιείται στην αρμόδια κατά τόπον υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και την αρμόδια Αστυνομική Αρχή.
4. Πριν από την αναστολή ή διακοπή των εργασιών της έρευνας ή της εκμετάλλευσης και τη καταγγελία της σύμβασης μίσθωσης ο ενδιαφερόμενος καλείται σε ακρόαση. Η κλήση κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο τουλάχιστον πέντε (5) ημέρες πριν από την ημέρα της ακρόασης.
5. Ο εκμεταλλευτής λατομείου μπορεί να παραιτείται από την εκμετάλλευση. Σε περίπτωση δημόσιων και δημοτικών εκτάσεων η παραίτηση αυτή καθίσταται οριστική μόνο μετά την αποδοχή της από την αρμόδια Αποκεντρωμένη Διοίκηση ή το Δήμο αντίστοιχα αφού διαπιστωθεί η συμμόρφωση του εκμεταλλευτή προς τους περιβαλλοντικούς όρους, τους όρους της Τεχνικής Μελέτης ή και τους όρους της σύμβασης μίσθωσης. Σε κάθε περίπτωση εφαρμόζονται το τέταρτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 55 και η παρ. 5 του άρθρου 58.
1. Κατά των απορριπτικών αποφάσεων του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης που αφορούν σε έγκριση διενέργειας ερευνητικών εργασιών του άρθρου 44 του παρόντος και του άρθρου 59 του ν. 4442/2016 μπορεί να ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή τους.
2. Κατά των αποφάσεων του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης που εκδίδονται κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος και αφορούν σε σύναψη, παράταση, τροποποίηση, καθώς και καταγγελία
σύμβασης μίσθωσης μπορεί να ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή τους.
3. Κατά των αποφάσεων του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με τις οποίες επιβάλλονται χρηματικά πρόστιμα ή περιοριστικά μέτρα στην έρευνα και στην εκμετάλλευση, καθώς και προσωρινή ή οριστική διακοπή του συνόλου ή μέρους των εργασιών έρευνας ή εκμετάλλευσης μπορεί να ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή τους αντίστοιχα.
4. Επί των προσφυγών των παρ. 1 έως 3 ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας αποφαίνεται μέσα σε τρεις (3) μήνες από την άσκησή τους. Η προθεσμία άσκησης των προσφυγών, καθώς και η άσκησή τους έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα μόνο αν ασκούνται κατά αποφάσεων που απορρίπτουν την παράταση μισθώσεων, καθώς και κατά αποφάσεων επιβολής χρηματικών προστίμων.
5. Οι αποφάσεις του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που επιβάλλουν πρόστιμα, καθώς και κάθε άλλη διοικητική πράξη στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας επιβολής των προστίμων κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο μέσω ταχυδρομείου με συστημένη επιστολή ή, αν η κοινοποίηση μέσω ταχυδρομείου αποβεί άκαρπη, επιδίδονται από τα αρμόδια κατά τόπους αστυνομικά όργανα. Ειδικώς οι αποφάσεις για την επιβολή των μέτρων ασφαλείας των παρ. 2 και 5 και συστάσεων συμμόρφωσης της παρ. 4 του άρθρου 59, της παρ. 1 του άρθρου 60, καθώς και των πρόσθετων μέτρων της παρ. 4 του άρθρου 3 του ΚΜΛΕ επιδίδονται στον ενδιαφερόμενο μέσω των αρμόδιων Αστυνομικών Τμημάτων. Αν ο ενδιαφερόμενος ή ο αντίκλητός του δεν βρίσκονται στη διεύθυνση που έχει γνωστοποιηθεί στην αρμόδια υπηρεσία, η επίδοση γίνεται στο Γραμματέα του κατά τόπο αρμόδιου Πρωτοδικείου.
1. Για τους εκμεταλλευτές μεταλλευτικών ορυκτών εφαρμόζονται οι παρ. 3, 6 και 7 του άρθρου 58 του παρόντος, και η παρ 4 σε συνδυασμό με το άρθρο 118 του ν.δ. 210/1973 (Α΄277). Ειδικά για την εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 58 του παρόντος, τα τοπογραφικά σχεδιαγράμματα υποβάλλονται στο αρμόδιο Τμήμα Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας μέχρι τις 30 Ιουνίου του επομένου έτους, ενώ η υποχρέωση υποβολής δεν ισχύει στην περίπτωση υποβολής των δηλώσεων απραξίας της παρ. 4 του άρθρου 118 του ν.δ. 210/1973.
2. Οι εκμεταλλευτές μεταλλείων οφείλουν να αποκαταστήσουν τους μεταλλευτικούς χώρους στους οποίους δραστηριοποιούνται, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη σχετική απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Πριν από την έγκριση της τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης απαιτείται να καταθέσει ο εκμεταλλευτής στην αρμόδια για την έγκριση της τεχνικής μελέτης υπηρεσία εγγυητική επιστολή αόριστης χρονικής ισχύος για την εκπλήρωση των όρων και των υποχρεώσεων που απορρέουν από την απόφαση για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Το ύψος του ποσού της εγγυητικής επιστολής καθορίζεται με βάση το ποσό που αναφέρεται ως δαπάνη αποκατάστασης περιβάλλοντος στις εγκεκριμένες ή θεωρημένες μελέτες και αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα ισχύος της απόφασης για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Αν ο εκμεταλλευτής δεν συμμορφωθεί προς τις ως άνω υποχρεώσεις, ανεξάρτητα από τις προβλεπόμενες κυρώσεις από τις διατάξεις του παρόντος, η εγγυητική επιστολή καταπίπτει μερικώς ή ολικώς υπέρ του Πράσινου Ταμείου, ύστερα από έλεγχο της αρμόδιας δασικής υπηρεσίας για εκτάσεις που βάσει του ν. 998/1979 διαχειρίζονται οι δασικές υπηρεσίες ή ύστερα από έλεγχο των κατά τόπους αρμόδιων διευθύνσεων περιβάλλοντος για τις λοιπές εκτάσεις.
3. Μεταλλειοκτήτες παραχωρήσεων για τις οποίες δεν έχουν υποβληθεί για κανένα από τα έτη 2007 έως και 2016 τα ετήσια δελτία δραστηριότητας ή οι ετήσιες δηλώσεις απραξίας που προβλέπονται στο άρθρο 118 του ν.δ. 210/1973 εκπίπτουν από το δικαίωμα μεταλλειοκτησίας, εφόσον μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος δεν υποβάλουν στην αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας τα ως άνω δελτία ή δηλώσεις με υπόμνημα στο οποίο εκτίθενται οι λόγοι της μη εμπρόθεσμης υποβολής, καθώς και οι λόγοι της μη εκμετάλλευσης ή μη διενέργειας μεταλλευτικών ερευνών. Η έκπτωση διαπιστώνεται με πράξη του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία εκδίδεται μετά την άπρακτη πάροδο της ως άνω εξάμηνης προθεσμίας. Ως ημερομηνία έκπτωσης θεωρείται η 31η Δεκεμβρίου 2008. Με τη διαπιστωτική πράξη διατάσσεται και η κατάπτωση εγγυήσεων που έχουν κατατεθεί σύμφωνα με το άρθρο 47 του ν.δ. 210/1973. Η διαπιστωτική πράξη κοινοποιείται με απόδειξη στο μεταλλειοκτήτη και στον τυχόν μισθωτή ή στον έλκοντα από αυτούς δικαιώματα. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως η παρ. 3 του άρθρου 14 και τα άρθρα 124 έως και 127 του ν.δ. 210/1973. Αν μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του πρώτου εδαφίου υποβληθούν τα αναφερόμενα στο εν λόγω εδάφιο δελτία ή δηλώσεις, εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 119 και επόμενα του ν.δ. 210/1973.
4. Η διενέργεια ερευνητικών εργασιών για τη διαπίστωση κοιτασμάτων μεταλλευτικών ορυκτών, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 2 του ν.δ. 210/1973 πραγματοποιείται με τις προϋποθέσεις των άρθρων 69, 70 και 74 του ν. 4442/2016.
5. Το άρθρο 17 του ν.δ. 210/1973 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ουδείς δύναται να διενεργήσει μεταλλευτικές έρευνες, σε ιδιόκτητο ή μη έδαφος, εάν προηγουμένως δεν έχει λάβει την προβλεπόμενη στα ακόλουθα άρθρα άδεια μεταλλευτικών ερευνών. Με την άδεια μεταλλευτικών ερευνών, που εκδίδεται από τον Περιφερειάρχη, στη χωρική αρμοδιότητα του οποίου βρίσκεται ο προς έρευνα χώρος, χορηγείται το δικαίωμα μεταλλευτικής έρευνας και εγκρίνεται η διενέργεια ερευνητικών εργασιών.».
6. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 76 του ν.δ. 210/1973
προστίθεται η φράση:
«ανατρέχει δε στο χρόνο κατάρτισης των συμβάσεων της παρ. 1 του άρθρου 74, εκτός αν τα συμβαλλόμενα μέρη όρισαν διαφορετικά, οπότε η έγκριση ανατρέχει στο χρόνο που όρισαν τα μέρη.».
7. Το άρθρο 158 του ν.δ. 210/1973 (Α΄ 277), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Η εγκατάσταση εντός μεταλλευτικών χώρων και λειτουργία μηχανημάτων πάσης φύσεως που εξυπηρετούν τις ανάγκες εκμετάλλευσης των μεταλλείων και επεξεργασίας των εκ τούτων παραγομένων μεταλλευμάτων δια εφαρμογής μηχανικών, χημικών, θερμικών ή άλλων μεταλλουργικών μεθόδων, περιλαμβανομένων και των απαιτούμενων τεχνικών έργων για την εγκατάσταση αυτών (βάθρα έδρασης, silos κ.λπ.), πραγματοποιείται με τις προϋποθέσεις των άρθρων 71, 72 και 73 του ν. 4442/2016.».
8. Το άρθρο 166 του ν.δ. 210/1973 αντικαθίσταται ως εξής:
«Όποιος πραγματοποιεί έρευνα ή εκμετάλλευση μεταλλευτικών ορυκτών σε χώρους για τους οποίους δεν διαθέτει το σχετικό δικαίωμα και τις προϋποθέσεις άσκησής του, πέραν των τυχόν αστικών και ποινικών συνεπειών, τιμωρείται και διοικητικώς σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 59 του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”. Τα παρανόμως εξορυχθέντα μεταλλευτικά ορυκτά περιέχονται αυτοδίκαια στην κυριότητα του Δημοσίου. Η κτηματική υπηρεσία του Δημοσίου είναι αρμόδια για τη διαχείριση των προϊόντων αυτών.».
9. Η παρ. 1 του άρθρου 167 του ν.δ. 210/1973 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Κάθε παράβαση από τον εκμεταλλευτή των διατάξεων του Κανονισμού Μεταλλευτικών και Λατομικών
Εργασιών, των εντολών του Επιθεωρητή Μεταλλείων, των κατ΄ εφαρμογή των άρθρων 31, 32 και 61 τεθέντων όρων, καθώς και των άρθρων 158, 160 και 163 ανεξάρτητα από άλλες αστικές, διοικητικές ή ποινικές συνέπειες, τιμωρείται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 17 του παρόντος νόμου.».
10. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 176 του ν.δ. 210/1973, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 12 του ν. 4203/2013 (Α΄ 235), προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«1. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται και τα πρόστιμα που επιβάλλονται σε περίπτωση μη καταβολής του τέλους ή μη συμμόρφωσης με τις λοιπές υποχρεώσεις που προβλέπονται σε αυτή. Σε περίπτωση υποτροπής μπορεί να προβλεφθεί, κατά περίπτωση, έκπτωση από την παραχώρηση ή ανάκληση της άδειας μεταλλευτικών ερευνών, σύμφωνα με τις σχετικές περί έκπτωσης από παραχώρηση ή ανάκλησης άδειας μεταλλευτικών ερευνών διατάξεις του παρόντος.».
11. Οι αποφάσεις του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης
Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας της παρ. 3 του άρθρου 164 του ν.δ. 210/1973 επιδίδονται από τα αρμόδια κατά τόπους αστυνομικά όργανα, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 61 του παρόντος.
12. Το άρθρο 32, η παρ. 2 του άρθρου 37, η παρ. 2 του άρθρου 41, τα άρθρα 159 και 169 του ν.δ. 210/1973 καταργούνται.
1. Ο εκμεταλλευτής οφείλει να καταρτίζει και να υποβάλλει στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, πριν από την έναρξη μεταλλευτικών ή λατομικών εργασιών εκμετάλλευσης σε νέο έργο ή και νέο μέρος του έργου, το οποίο δεν είχε περιληφθεί στην αρχική μελέτη, τεχνική μελέτη του έργου ή μέρους του έργου.
2. Η τεχνική μελέτη πρέπει να περιέχει τα εξής στοιχεία και κεφάλαια: α) στοιχεία της επιχείρησης, β) στοιχεία του έργου, γ) στοιχεία μέρους έργου, δ) αποτελέσματα πραγματοποιηθεισών ερευνητικών εργασιών, όπου απαιτείται ε) κεφάλαιο εργασιών εκμετάλλευσης, στ) υπεύθυνες δηλώσεις του άρθρου 8 της παρ. 4 του ν. 1599/1986 για ανάθεση και ανάληψη εκπόνησης της μελέτης, ζ) αποδείξεις κατάθεσης των αμοιβών μελετητών, των δικαιωμάτων του Δημοσίου και Ταμείων και πάσης φύσεως τελών, φόρων κ.λπ., σύμφωνα με τη κείμενη νομοθεσία, οι προδιαγραφές των οποίων εξειδικεύονται στο άρθρο 101 του ΚΜΛΕ, καθώς και η) οικονομοτεχνική μελέτη της εγκατάστασης και θ) στατική μελέτη για συναφή δομικά έργα των εγκαταστάσεων, οι προδιαγραφές των οποίων εξειδικεύονται στο άρθρο 103 του ΚΜΛΕ. Τα κριτήρια που γενικά πρέπει να ικανοποιούνται στη τεχνική μελέτη είναι η οικονομία του κοιτάσματος, σε συνδυασμό με την ασφάλεια των εργαζομένων, των εργασιών και των εγκαταστάσεων καθώς και με την προστασία του περιβάλλοντος και γενικότερα η ελαχιστοποίηση του κοινωνικού κόστους στα πλαίσια των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης.
3. Ο εκμεταλλευτής πρέπει να υποβάλει για έγκριση την τεχνική μελέτη στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας πριν από την έναρξη των εργασιών που προβλέπονται σε αυτή. Το χρονικό διάστημα για την έγκριση της μελέτης από την πιο πάνω υπηρεσία, δεν μπορεί να ξεπερνάει τις εξήντα μέρες από την υποβολή της. Σε περίπτωση, που η μελέτη κριθεί ανεπαρκής ή ανακριβής, τότε επιστρέφεται στον εκμεταλλευτή που μπορεί να την υποβάλει εκ νέου, αφού προηγουμένως η μελέτη συμπληρωθεί ή διορθωθεί, σύμφωνα με τις οδηγίες της Υπηρεσίας που έχουν εγγράφως διατυπωθεί. Η προθεσμία για την έγκριση της μελέτης, στην περίπτωση αυτή, περιορίζεται σε τριάντα μέρες από την επανυποβολή της.
3. Μετά το άρθρο 56 του ν. 4442/2016 προστίθεται ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ΄ που περιέχει τα εξής άρθρα 57 έως 67:
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ΄
ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΗ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΑΣΚΗΣΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΛΑΤΟΜΕΙΩΝ
Άρθρο 57
Πεδίο εφαρμογής
Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Κεφαλαίου εμπίπτουν: α) οι δραστηριότητες με Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας (ΚΑΔ) 8.11, 8.12, 8.99.22.01, 8.99.29 και 9.90, που περιλαμβάνονται στην 2η ομάδα του Παραρτήματος και β) εν γένει οι δραστηριότητες έρευνας και εκμετάλλευσης των λατομικών ορυκτών.
Άρθρο 58
Διενέργεια ερευνητικών εργασιών για λατομικά ορυκτά σε ιδιωτική έκταση
1. Η διενέργεια ερευνητικών εργασιών σε ιδιωτική έκταση για τη διαπίστωση κοιτασμάτων βιομηχανικών ορυκτών, μαρμάρων και φυσικών λίθων, καθώς και αδρανών υλικών ειδικών χρήσεων, πλην της μαρμαρόσκονης, μαρμαροψηφίδας και των ασβεστολιθικών αντιολισθηρών για τα οποία δεν προβλέπεται έρευνα, υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 5.
2. Η γνωστοποίηση υποβάλλεται αποκλειστικώς ηλεκτρονικά από το φορέα της οικονομικής δραστηριότητας μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριοτήτων και Ελέγχων (ΟΠΣ-ΑΔΕ) του άρθρου 14.
3. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ-ΑΔΕ για το τμήμα που αφορά τη γνωστοποίηση των δραστηριοτήτων του παρόντος άρθρου, ο φορέας της οικονομικής δραστηριότητας πριν από την έναρξη των ερευνητικών εργασιών υποβάλλει τη γνωστοποίηση στην αρμόδια Διεύθυνση της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία υποχρεούται να την κοινοποιεί αμελλητί στις αρμόδιες αρχές προκειμένου αυτές να ασκήσουν τα ελεγκτικά τους καθήκοντα. Με τη λειτουργία του ΟΠΣ-ΑΔΕ η ενημέρωση αυτή θα γίνεται αυτόματα, μέσω του Πληροφοριακού Συστήματος.
4. Πριν από την υποβολή της γνωστοποίησης ο ενδιαφερόμενος απαιτείται να έχει εξασφαλίσει:
α) αποδεικτικό κατοχής του σχετικού δικαιώματος σύμφωνα με το άρθρο 44 του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”,
β) απόφαση της αρμόδιας υπηρεσίας της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης για την υπαγωγή σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ) σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο ν. 4014/2011 (Α΄ 209) και στην
46294/2013 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β΄ 2001), ύστερα από την κατάθεση εγγυητικής επιστολής για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων περιβαλλοντικής αποκατάστασης. Το ύψος της εγγυητικής επιστολής ισούται με πενήντα ευρώ ανά στρέμμα. Η εγγυητική επιστολή είναι αόριστης χρονικής ισχύος και εκδίδεται υπέρ του φορέα της οικονομικής δραστηριότητας. Δεν απαιτείται η έκδοση εγγυητικής επιστολής αν η διενέργεια ερευνών γίνεται με μεθόδους που δεν συνιστούν ουσιώδη επέμβαση στο έδαφος, όπως γεωλογικών, γεωφυσικών, γεωχημικών και γεωτρήσεων. Αν μετά την ολοκλήρωση της έρευνας ακολουθήσει εκμετάλλευση για το σύνολο ή τμήμα του χώρου έρευνας, η εγγυητική επιστολή αντικαθίσταται από την αντίστοιχη της παρ. 2 του άρθρου 55, του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”,
γ) σύμφωνη γνώμη του οικείου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από αποστολή σε αυτό δήλωσης πρότυπων τεχνικών δεσμεύσεων (ΠΤΔ), σύμφωνα με το Παράρτημα Α του νόμου για “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”, για τη σκοπιμότητα και το σχεδιασμό των ερευνητικών εργασιών.
5. Μετά την υποβολή της γνωστοποίησης, ο φορέας της οικονομικής δραστηριότητας μπορεί να διενεργεί ερευνητικές εργασίες για τα λατομικά ορυκτά της παρ. 1 στην ορισμένη ιδιωτική έκταση.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας που εκδίδεται μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καθορίζονται το περιεχόμενο και η διαδικασία της γνωστοποίησης, τα έγγραφα που τηρούνται στην έδρα της δραστηριότητας, ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής τους, οι αρχές στις οποίες κοινοποιείται η γνωστοποίηση για να ασκήσουν τις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων μέσα στα όρια της παρ. 1 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με τη γνωστοποίηση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6.
Άρθρο 59
Διενέργεια ερευνητικών εργασιών για λατομικά ορυκτά σε δημόσια ή δημοτική έκταση
1. Η διενέργεια ερευνητικών εργασιών σε δημόσια ή δημοτική έκταση για τη διαπίστωση κοιτασμάτων βιομηχανικών ορυκτών, μαρμάρων και φυσικών λίθων, καθώς και αδρανών υλικών ειδικών χρήσεων, πλην της μαρμαρόσκονης, μαρμαροψηφίδας και των ασβεστολιθικών αντιολισθηρών, για τα οποία δεν απαιτείται έρευνα υπόκειται σε καθεστώς έγκρισης, σύμφωνα με το άρθρο 7.
2. Η έγκριση χορηγείται με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, δίδει τη δυνατότητα διενέργειας ερευνητικών εργασιών και επέχει θέση αποδεικτικού παραχώρησης του δικαιώματος έρευνας.
3. Ο ενδιαφερόμενος για τη χορήγηση της έγκρισης οφείλει να υποβάλει στην οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση τα εξής:
α) αίτηση με τοπογραφικό διάγραμμα υπό κλίμακα 1: 5000 και παράβολο ύψους 3.000 ευρώ της παρ. 2 του άρθρου 66. Η αρμόδια Υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης εξετάζει αν εντός της αιτούμενης έκτασης:
αα) είχε παρασχεθεί δυνατότητα εκμετάλλευσης οποιουδήποτε λατομικού ορυκτού και δεν έχει παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο πενταετίας από τη λήξη, παύση ή ανάκλησή της,
ββ) διενεργείται, ή προγραμματίζεται έρευνα από το Δημόσιο (Ι.Γ.Μ.Ε.), ή είχε διενεργηθεί στο παρελθόν και έχουν διαπιστωθεί κοιτάσματα,
γγ) προηγείται άλλη αίτηση για διενέργεια ερευνητικών εργασιών ή μίσθωση.
Αν έχει υποβληθεί άλλη αίτηση, απορρίπτει την αίτηση. Αν δεν έχει υποβληθεί, ενημερώνει αμελλητί τον ενδιαφερόμενο για την υποβολή των εξής επιπλέον δικαιολογητικών:
β) δήλωση για την υπαγωγή σε ΠΠΔ, μαζί με τα λοιπά δικαιολογητικά που προβλέπονται στο άρθρο 4 της 46294/14.8.2013 απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β΄ 2001) και στον ν. 4014/2011 (Α΄ 209) με εγγυητική επιστολή για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων περιβαλλοντικής αποκατάστασης. Το ύψος της εγγυητικής επιστολής ισούται με πενήντα ευρώ ανά στρέμμα. Η εγγυητική επιστολή είναι αόριστης χρονικής ισχύος και εκδίδεται υπέρ του φορέα της οικονομικής δραστηριότητας. Δεν απαιτείται η έκδοση εγγυητικής επιστολής αν η διενέργεια ερευνών γίνεται με μεθόδους που δεν συνιστούν ουσιώδη επέμβαση στο έδαφος όπως γεωλογικών, γεωφυσικών, γεωχημικών καθώς και γεωτρήσεων. Αν μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, ακολουθήσει εκμετάλλευση για το σύνολο ή τμήμα του χώρου έρευνας, η εγγυητική επιστολή αντικαθίσταται από την αντίστοιχη της παρ. 2 του άρθρου 55, του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»”,
γ) σύμφωνη γνώμη του οικείου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ύστερα από αποστολή σε αυτό δήλωσης πρότυπων τεχνικών δεσμεύσεων (ΠΤΔ), σύμφωνα με το Παράρτημα Α΄ του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”,
δ) απόφαση του οικείου Δημοτικού Συμβουλίου για την έγκριση της διενέργειας ερευνητικών εργασιών, αν η έκταση είναι δημοτική.
4. Εφόσον τα δικαιολογητικά είναι πλήρη, η Αποκεντρωμένη Διοίκηση χορηγεί, μέσα σε είκοσι (20) ημέρες την έγκριση για τη διενέργεια ερευνητικών εργασιών, στην οποία περιλαμβάνονται οι ΠΠΔ που οφείλει να τηρεί ο ενδιαφερόμενος και οι τεχνικές δεσμεύσεις, οι οποίες τίθενται με τη γνωμοδότηση του Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων και πρέπει να τηρούνται από τον ενδιαφερόμενο. Η έγκριση αυτή χορηγείται για χρονική διάρκεια δύο (2) ετών και για ενιαία έκταση.
5. Η έγκριση ερευνητικών εργασιών σε έκταση που ανήκει στο Δημόσιο χορηγείται, ύστερα από διερεύνηση από την αρμόδια αρχή, σ΄ εκείνον του οποίου η αίτηση της παρ. 3 καταχωρίστηκε πρώτη στο πρωτόκολλό της. Αν ο πρώτος αιτών υποβάλει παραίτηση ή απορριφθεί το αίτημά του για αιτίες που δεν εμπίπτουν στους απαγορευτικούς λόγους του άρθρου 49 του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”, η έκταση καθίσταται ελεύθερη.
6. Η έγκριση ερευνητικών εργασιών σε εκτάσεις που ανήκουν στους πρωτοβάθμιους Ο.Τ.Α. χορηγείται σ΄ εκείνους, των οποίων η αίτηση για παραχώρηση του δικαιώματος έρευνας καταχωρίστηκε πρώτη στο πρωτόκολλο της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία οφείλει να τη διαβιβάσει στον οικείο Ο.Τ.Α., εφόσον στις εκτάσεις αυτές δεν είχε χορηγηθεί στο παρελθόν η δυνατότητα εκμετάλλευσης ή δεν είχε διενεργηθεί έρευνα από τους Ο.Τ.Α. Μετά την αποπεράτωση των ερευνητικών εργασιών οι Ο.Τ.Α. υποχρεούνται να εκμισθώσουν τις εκτάσεις στους κατόχους του δικαιώματος έρευνας με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”.
7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται η ειδικότερη διαδικασία και το περιεχόμενο της έγκρισης, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων μέσα στα όρια της παρ. 2 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με την έγκριση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8.
Άρθρο 60
Εκμετάλλευση λατομείων βιομηχανικών ορυκτών, μαρμάρων και φυσικών λίθων σε ιδιωτική έκταση
1. Η εκμετάλλευση λατομείου βιομηχανικών ορυκτών, μαρμάρων και φυσικών λίθων σε ιδιωτική έκταση υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 5.
2. Η γνωστοποίηση υποβάλλεται αποκλειστικώς ηλεκτρονικά από το φορέα της οικονομικής δραστηριότητας μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριοτήτων και Ελέγχων (ΟΠΣ-ΑΔΕ) του άρθρου 14.
3. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ-ΑΔΕ για το τμήμα που αφορά τη γνωστοποίηση των δραστηριοτήτων του παρόντος άρθρου, ο φορέας της οικονομικής δραστηριότητας πριν από την έναρξη των εργασιών που καθιστούν δυνατή την εκμετάλλευση του λατομείου υποβάλλει τη γνωστοποίηση στην αρμόδια Διεύθυνση
της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
4. Η γνωστοποίηση σε ιδιωτική έκταση γίνεται για ενιαία έκταση και μπορεί να τροποποιείται ως προς την
έκταση της εκμετάλλευσης, εφόσον συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις. Αν η τροποποίηση αφορά επέκταση του χώρου εκμετάλλευσης σε χώρο για τον οποίο υφίσταται ήδη το σχετικό δικαίωμα, η τροποποίηση πραγματοποιείται με βάση επικαιροποιημένη τεχνική μελέτη εκμετάλλευσης του άρθρου 64Α του παρόντος, η οποία εκπονείται για το σύνολο του χώρου. Κατάτμηση χώρου, για τον οποίο έχει γίνει γνωστοποίηση εκμετάλλευσης λατομείου, δεν είναι επιτρεπτή.
5. Η Υπηρεσία, που παραλαμβάνει τη γνωστοποίηση, οφείλει να ενημερώσει όλες τις συναρμόδιες Υπηρεσίες, προκειμένου αυτές να ασκήσουν τα ελεγκτικά τους καθήκοντα. Με τη λειτουργία του ΟΠΣ-ΑΔΕ η ενημέρωση αυτή θα γίνεται αυτόματα, μέσω του Πληροφοριακού Συστήματος.
6. Πριν από την υποβολή της γνωστοποίησης, απαιτείται ο ενδιαφερόμενος να έχει εξασφαλίσει:
α) απόφαση για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ), που εκδίδεται από τη Διεύθυνση Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ή από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση, αναλόγως με την κατάταξη της δραστηριότητας σε κατηγορία Α1 ή Α2, σύμφωνα με την υ.α. ΔΙΠΑ/οικ.37674/27.7.2016 (Β΄ 2471),
β) έγκριση τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τον Κ.Μ.Λ.Ε., συνοδευόμενη από τα απαραίτητα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν το δικαίωμα εκμετάλλευσης, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 44 του νόμου για την “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”,
γ) έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 3028/2002 (Α΄153), εφόσον αυτή δεν έχει χορηγηθεί κατά τη διαδικασία έγκρισης της ΑΕΠΟ της δραστηριότητας,
δ) κατάθεση στην αρμόδια υπηρεσία της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης εγγυητικής επιστολής, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 55, του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”.
7. Σε περίπτωση λήξης ή λύσης της σχέσης παραχώρησης της υπό εκμετάλλευση έκτασης, παύει να ισχύει η δυνατότητα εκμετάλλευσής της.
8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται το περιεχόμενο και η διαδικασία της γνωστοποίησης, τα έγγραφα που τηρούνται στην έδρα της δραστηριότητας, ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής τους, οι αρχές στις οποίες κοινοποιείται η γνωστοποίηση για να ασκήσουν τις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων μέσα στα όρια της παρ. 1
του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με τη γνωστοποίηση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6.
Άρθρο 61
Εκμετάλλευση λατομείων βιομηχανικών ορυκτών, μαρμάρων και φυσικών λίθων σε δημόσια ή δημοτική έκταση
1. Η εκμετάλλευση λατομείου βιομηχανικών ορυκτών, μαρμάρων και φυσικών λίθων σε δημόσια ή δημοτική έκταση υπόκειται σε καθεστώς έγκρισης, σύμφωνα με το άρθρο 7. Η σύμβαση μίσθωσης του λατομικού χώρου που καταρτίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 45, 53 και 54 του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ” επέχει θέση έγκρισης.
2. Πριν από την έναρξη οποιασδήποτε εργασίας εντός του λατομικού χώρου δημόσιων ή δημοτικών εκτάσεων, ο φορέας οφείλει να αναγγείλει στο αρμόδιου Τμήμα Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και την οικεία Αρχαιολογική Υπηρεσία την έναρξη των εργασιών. Η αναγγελία πρέπει να γίνεται μέσα σε ένα (1) έτος από την ημερομηνία υπογραφής της σύμβασης. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία που τάσσεται για την έναρξη των εργασιών η σύμβαση μίσθωσης καταγγέλλεται, εκτός αν, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, ο Συντονιστής της Αποκεντρωμένης Διοίκησης θεωρήσει δικαιολογημένη τη μη έναρξη των εργασιών εκμετάλλευσης. Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται απόφαση, με την οποία παρατείνεται η προθεσμία για την έναρξη των εργασιών.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται η ειδικότερη διαδικασία και το περιεχόμενο της έγκρισης, τα δικαιολογητικά που καταθέτει ο φορέας, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων μέσα στα όρια της παρ. 2 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με την έγκριση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8.
Άρθρο 62
Εκμετάλλευση λατομείου αδρανών υλικών ιδιωτικών εκτάσεων
1. Η εκμετάλλευση λατομείου αδρανών υλικών σε ιδιωτική έκταση υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 5 και τις παραγράφους 4 ως 7 του άρθρου 60. Σε περίπτωση λατομείου σε ιδιωτική έκταση εκτός λατομικής περιοχής εφαρμόζεται το άρθρο 52 του νόμου για την “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”.
2. Η γνωστοποίηση υποβάλλεται αποκλειστικώς ηλεκτρονικά από το φορέα της οικονομικής δραστηριότητας μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριοτήτων και Ελέγχων (ΟΠΣ-ΑΔΕ) του άρθρου 14.
3. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ-ΑΔΕ για το τμήμα που αφορά τη γνωστοποίηση των δραστηριοτήτων του παρόντος άρθρου, η γνωστοποίηση υποβάλλεται από το φορέα της οικονομικής δραστηριότητας πριν την έναρξη των εργασιών προς την αρμόδια Διεύθυνση της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία υποχρεούται να την κοινοποιεί αμελλητί στις αρμόδιες αρχές. Η γνωστοποίηση πραγματοποιείται με τη συμπλήρωση από τον ενδιαφερόμενο ενός τυποποιημένου εγγράφου γνωστοποίησης.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται το περιεχόμενο και η διαδικασία της γνωστοποίησης, τα έγγραφα που τηρούνται στην έδρα της δραστηριότητας, ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής τους, οι αρχές στις οποίες κοινοποιείται η γνωστοποίηση για να ασκήσουν τις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων μέσα στα όρια της παραγράφου 1 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με τη γνωστοποίηση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6.
Άρθρο 63
Εκμετάλλευση λατομείου αδρανών υλικών δημόσιων ή δημοτικών εκτάσεων
1. Η εκμετάλλευση λατομείου αδρανών υλικών σε δημόσια ή δημοτική έκταση υπόκειται σε καθεστώς έγκρισης, σύμφωνα με το άρθρο 7 και τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 61. Η σύμβαση μίσθωσης του λατομικού χώρου που καταρτίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 45, 53 και 54 του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”, επέχει θέση έγκρισης. Σε περίπτωση λατομείου σε δημόσια ή δημοτική έκταση εκτός λατομικής περιοχής εφαρμόζεται το άρθρο 52 του νόμου •ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται η ειδικότερη διαδικασία και το περιεχόμενο της έγκρισης, τα δικαιολογητικά που καταθέτει ο φορέας, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων μέσα στα όρια της παρ. 2 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με την έγκριση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8.
Άρθρο 64
Εκμετάλλευση λατομείων στις περιοχές του δευτέρου εδαφίου της πρώτης παραγράφου του άρθρου 62 του ν. 998/1979
1. Στις περιοχές του δευτέρου εδαφίου της πρώτης παραγράφου του άρθρου 62 του ν. 998/1979 (Α΄289), για τις οποίες το ιδιοκτησιακό καθεστώς δεν έχει επιλυθεί οριστικά στο πλαίσιο του άρθρου 10 του ν. 3208/2003 (Α΄ 303), η εκμετάλλευση πραγματοποιείται χωρίς να καταρτιστεί σύμβαση μίσθωσης με το Δημόσιο, εφόσον έχει προηγηθεί κατάθεση αγωγής αναγνώρισης κυριότητας ή αίτημα διοικητικής αναγνώρισης κυριότητας του φερόμενου ιδιοκτήτη και κατατεθεί εγγυητική επιστολή διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου έναντι οφειλόμενων μισθωμάτων, νομίμως λειτουργούντος στην Ελλάδα πιστωτικού ιδρύματος, αορίστου ισχύος και συντρέχουν οι λοιπές σχετικές προϋποθέσεις.
2. Η εκμετάλλευση υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης σύμφωνα με τα άρθρα 5, 60 και 62, μέχρι την επίλυση της αμφισβήτησης για το ιδιοκτησιακό καθεστώς με την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης.
3. Πριν από την υποβολή της γνωστοποίησης ο φορέας πρέπει να έχει εξασφαλίσει τα δικαιολογητικά της παρ. 6 του άρθρου 60 και επιπλέον την εγγυητική επιστολή της παραγράφου 1.
4. Το ύψος της εγγυητικής επιστολής καθορίζεται από την οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση και αντιστοιχεί στο ποσό των μέγιστων προβλεπόμενων πάγιων μισθωμάτων μίας τριετίας. Αν το ιδιοκτησιακό καθεστώς δεν έχει επιλυθεί αμετάκλητα μέσα στην πρώτη τριετία, ο εκμεταλλευτής υποβάλλει αίτηση για την έκδοση νέας απόφασης καθορισμού του ύψους της εγγυητικής επιστολής τουλάχιστον τρεις (3) μήνες πριν από τη λήξη της τριετίας. Το ύψος της νέας εγγυητικής επιστολής αντιστοιχεί σε ποσό που περιλαμβάνει το σύνολο των αναμενόμενων μισθωμάτων, ύστερα από συμψηφισμό πάγιων και αναλογικών με βάση τα αποτελέσματα της δραστηριότητας της προηγούμενης τριετίας. Η νέα εγγυητική επιστολή κατατίθεται στην αρμόδια υπηρεσία, προς αντικατάσταση της προηγούμενης, έναν (1) τουλάχιστον μήνα πριν από τη λήξη της τριετίας και καλύπτει αθροιστικά τα μισθώματα όλης της προηγούμενης χρονικής περιόδου μέχρι τη λήξη της επόμενης τριετίας. Λατομεία, τα οποία ήδη λειτουργούν με εγγυητική επιστολή της παρ. 1 του παρόντος, συνεχίζουν τη λειτουργία τους και λογίζεται ως ημερομηνία έναρξης υπολογισμού του ύψους της εγγυητικής επιστολής η ημερομηνία κατά την οποία ξεκίνησε για πρώτη φορά ο υπολογισμός της. Λατομεία, τα οποία ήδη λειτουργούν χωρίς εγγυητική επιστολή της παρ. 1 του παρόντος, συνεχίζουν τη λειτουργία τους, εφόσον καταθέσουν εγγυητική επιστολή και λογίζεται ως ημερομηνία έναρξης υπολογισμού του ύψους της εγγυητικής επιστολής η ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4409/2016 (Α΄136). Και για τις δύο περιπτώσεις των προηγούμενων εδαφίων, ο τρόπος υπολογισμού της εγγυητικής επιστολής, καθορίζεται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.
5. Με ανάλογο τρόπο και διαδικασία καθορίζεται το ύψος της εγγυητικής επιστολής για το πέραν της κάθε τριετίας χρονικό διάστημα, μέχρι την αμετάκλητη επίλυση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος. Αν ο εκμεταλλευτής δεν εκπληρώσει τις κατά τις παρ. 1 έως 4 υποχρεώσεις του, η αρμόδια υπηρεσία προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες για την αναστολή της εκμετάλλευσης μέχρι την εκπλήρωση των σχετικών υποχρεώσεων.
6. Αν υπάρχουν περισσότερες αιτήσεις για αναγνώριση ιδιοκτησίας, το δικαίωμα ασκείται από τον φορέα που έχει υποβάλλει την πρώτη χρονικώς αίτηση που έχει κατατεθεί.
7. Μετά την επίλυση της αμφισβήτησης του ιδιοκτησιακού καθεστώτος:
α) αν η έκταση χαρακτηριστεί ως ιδιωτική, η εγγυητική επιστολή επιστρέφεται, χωρίς καμία άλλη υποχρέωση ή βάρος του Δημοσίου,
β) αν η έκταση χαρακτηριστεί ως δημόσια, καλείται ο εκμεταλλευτής να συνάψει σύμβαση μίσθωσης με το Ελληνικό Δημόσιο, η οποία καλύπτει το υπολειπόμενο χρονικό διάστημα μίσθωσης μέχρι τη συμπλήρωση του μέγιστου χρόνου που προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία. Η αρμόδια υπηρεσία βεβαιώνει ατόκως το συνολικό ποσό των οφειλόμενων μισθωμάτων, το οποίο καταβάλλεται από τον εκμεταλλευτή εφάπαξ, μέσα σε δύο (2) μήνες από τη βεβαίωσή του και ακολούθως επιστρέφεται στον εκμεταλλευτή η σχετική εγγυητική επιστολή. Για τις εκτάσεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (Α΄289), ως ημερομηνία έναρξης των οφειλόμενων μισθωμάτων ορίζεται η 8.8.2014. Εφόσον ο εκμεταλλευτής δεν εκπληρώσει την υποχρέωση καταβολής των μισθωμάτων, η αρμόδια υπηρεσία παύει την εκμετάλλευση, η εγγυητική επιστολή καταπίπτει και, αν το ποσό που αντιστοιχεί στα οφειλόμενα μισθώματα είναι μεγαλύτερο από το ποσό της εγγυητικής επιστολής, βεβαιώνεται ατόκως το επιπλέον αυτό ποσό. Σε κάθε άλλη περίπτωση δεν επιστρέφεται ποσό για το χρόνο που προηγείται της επίλυσης της αμφισβήτησης.
8. Το Δημόσιο δεν φέρει καμία ευθύνη για τυχόν εκνίκηση εκ μέρους τρίτων των εκτάσεων της παρ. 1 και οι εκτάσεις κρίθηκαν τελεσιδίκως ως μη δημόσιες.
Άρθρο 64Α
Τεχνική Μελέτη
1. Ο εκμεταλλευτής οφείλει να καταρτίζει και να υποβάλλει στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, πριν από την έναρξη μεταλλευτικών ή λατομικών εργασιών εκμετάλλευσης σε νέο έργο ή και νέο μέρος του έργου, το οποίο δεν είχε περιληφθεί στην αρχική μελέτη, τεχνική μελέτη του έργου ή μέρους του έργου.
2. Η τεχνική μελέτη πρέπει να περιέχει τα εξής στοιχεία και κεφάλαια: α) στοιχεία της επιχείρησης, β) στοιχεία του έργου, γ) στοιχεία μέρους έργου, δ) αποτελέσματα πραγματοποιηθεισών ερευνητικών εργασιών, όπου απαιτείται ε) κεφάλαιο εργασιών εκμετάλλευσης, στ) υπεύθυνες δηλώσεις του άρθρου 8 της παρ. 4 του ν. 1599/1986 για ανάθεση και ανάληψη εκπόνησης της μελέτης, ζ) αποδείξεις κατάθεσης των αμοιβών μελετητών, των δικαιωμάτων του Δημοσίου και Ταμείων και πάσης φύσεως τελών, φόρων κ.λπ., σύμφωνα με τη κείμενη νομοθεσία, οι προδιαγραφές των οποίων εξειδικεύονται στο άρθρο 101 του ΚΜΛΕ, καθώς και η) οικονομοτεχνική μελέτη της εγκατάστασης και θ) στατική μελέτη για συναφή δομικά έργα των εγκαταστάσεων, οι προδιαγραφές των οποίων εξειδικεύονται στο άρθρο 103 του ΚΜΛΕ. Τα κριτήρια που γενικά πρέπει να ικανοποιούνται στη τεχνική μελέτη είναι η οικονομία του κοιτάσματος, σε συνδυασμό με την ασφάλεια των εργαζομένων, των εργασιών και των εγκαταστάσεων καθώς και με την προστασία του περιβάλλοντος και γενικότερα η ελαχιστοποίηση του κοινωνικού κόστους στα πλαίσια των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης.
3. Ο εκμεταλλευτής πρέπει να υποβάλει για έγκριση την τεχνική μελέτη στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας πριν από την έναρξη των εργασιών που προβλέπονται σε αυτή. Το χρονικό διάστημα για την έγκριση της μελέτης από την πιο πάνω υπηρεσία, δεν μπορεί να ξεπερνάει τις εξήντα μέρες από την υποβολή της. Σε περίπτωση, που η μελέτη κριθεί ανεπαρκής ή ανακριβής, τότε επιστρέφεται στον εκμεταλλευτή που μπορεί να την υποβάλει εκ νέου, αφού προηγουμένως η μελέτη συμπληρωθεί ή διορθωθεί, σύμφωνα με τις οδηγίες της Υπηρεσίας που έχουν εγγράφως διατυπωθεί. Η προθεσμία για την έγκριση της μελέτης, στην περίπτωση αυτή, περιορίζεται σε τριάντα μέρες από την επανυποβολή της.
Άρθρο 65
Ηλεκτρομηχανολογικές Εγκαταστάσεις
1. Η εγκατάσταση ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού εντός λατομικών χώρων των εξορυσσομένων ορυκτών, υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 5.
Η γνωστοποίηση πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριότητας και Ελέγχων (ΟΠΣ - ΑΔΕ) του άρθρου 14. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ - ΑΔΕ, η γνωστοποίηση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία. Πριν από την υποβολή της γνωστοποίησης ο ενδιαφερόμενος απαιτείται να κατέχει το δικαίωμα εκμετάλλευσης, κατά τα άρθρα 60, 61, 62, 63 και 64 και να έχει εξασφαλίσει:
α) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, εφόσον δεν προκύπτει από τις υφιστάμενες σε ισχύ άδειες, εγκρίσεις κ.λπ.,
β) εγκεκριμένη τεχνική μελέτη στην οποία θα περιέχονται, ως Κεφάλαια, το στοιχείο δ΄ και, εφόσον απαιτείται, το στοιχείο ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε.,
γ) άδεια χρήσης αιγιαλού και παραλίας ή ζώνης λιμένα, εφόσον απαιτείται, σύμφωνα με το ν. 2971/2001 (Α΄285) και
δ) τις υπεύθυνες δηλώσεις του στοιχείου ιβ΄ του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε. Σε περίπτωση δημόσιων και δημοτικών εκτάσεων, πριν από την έναρξη των σχετικών εργασιών απαιτείται να έχει συναφθεί η μίσθωση της έκτασης.
2. Η λειτουργία των εγκαταστάσεων του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 5. Η γνωστοποίηση πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριότητας και Ελέγχων (ΟΠΣ - ΑΔΕ) του άρθρου 14. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ - ΑΔΕ, η γνωστοποίηση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία της οικίας περιφέρειας.
3. Πριν από την υποβολή της γνωστοποίησης ο ενδιαφερόμενος απαιτείται να έχει εξασφαλίσει:
α) υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, από τους επιβλέψαντες, σύμφωνα με το νόμο, την κατασκευή της εγκατάστασης, διπλωματούχους ή πτυχιούχους ή αδειούχους τεχνικούς, ότι η εγκατάσταση έγινε σύμφωνα
με τους όρους της σχετικής άδειας και ότι αυτή είναι στατικώς επαρκής και μπορεί να λειτουργεί με ασφάλεια,
β) υπεύθυνες δηλώσεις του ν. 1599/1986, για την ανάθεση και ανάληψη της επίβλεψης καλής λειτουργίας και συντήρησης της εγκατάστασης από τους σύμφωνα με το νόμο, διπλωματούχους ή πτυχιούχους ή αδειούχους τεχνικούς,
γ) πιστοποιητικό πυρασφάλειας, από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, σύμφωνα με την κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας, με αριθμό Δ7/Φ1/4817/15-3-1990 (Β΄ 188), όπως ισχύει,
δ) προσωρινή ή οριστική άδεια διάθεσης υγρών απόβλητων εφόσον απαιτείται,
ε) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, εφόσον δεν προκύπτει από τις υφιστάμενες σε ισχύ άδειες, εγκρίσεις,
στ) οικοδομικές άδειες, όπου απαιτείται,
ζ) πιστοποιητικά ελέγχου καταλληλότητας αναγνωρισμένου και πιστοποιημένου οίκου, σύμφωνα με τις εθνικές προδιαγραφές πιστοποίησης, για ανυψωτικά μηχανήματα, δεξαμενές αποθήκευσης καυσίμων, γερανογέφυρες, αποθέτες υλικών κ.λπ.,
η) υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, όπως ισχύει, του επιβλέψαντα την κατασκευή της αντικεραυνικής προστασίας των δεξαμενών αποθήκευσης καυσίμων, ότι οι εγκαταστάσεις ανταποκρίνονται πλήρως στα αναφερόμενα στην παράγραφο 1θ του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε. και μπορούν να λειτουργούν με ασφάλεια,
ι) άδεια χρήσης αιγιαλού και παραλίας ή ζώνης λιμένα, εφόσον απαιτείται και έληξε η ισχύς της.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται το περιεχόμενο και η διαδικασία της γνωστοποίησης, τα έγγραφα που τηρούνται στην έδρα της δραστηριότητας, ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής τους, οι αρχές στις οποίες κοινοποιείται η γνωστοποίηση προκειμένου να ασκήσουν τις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων εντός των ορίων της παραγράφου 1 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με τη γνωστοποίηση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6.
Άρθρο 66
Παράβολο
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται τα είδη και τα ποσά των παραβόλων που απαιτούνται για τη γνωστοποίηση και για τη χορήγηση έγκρισης των δραστηριοτήτων του παρόντος κεφαλαίου, καθώς και για την άσκηση προσφυγής, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 67, ενώπιον του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, τα οποία μπορεί να αναπροσαρμόζονται.
2. Για τη διενέργεια ερευνητικών εργασιών για τη διαπίστωση κοιτασμάτων μαρμάρων, φυσικών λίθων ή βιομηχανικών ορυκτών των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 43 του νόμου, “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”, καθώς και αδρανών υλικών ειδικών χρήσεων, πλην της μαρμαρόσκονης, μαρμαροψηφίδας και των ασβεστολιθικών αντιολισθηρών, σε δημόσιες και δημοτικές εκτάσεις καταβάλλεται μαζί με τη σχετική αίτηση, επί ποινή απαραδέκτου, παράβολο τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, το οποίο μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Αν μετά την ολοκλήρωση των ερευνητικών εργασιών ακολουθήσει μίσθωση του χώρου, το ποσό αυτό συμψηφίζεται με τα μισθώματα του πρώτου έτους.
Άρθρο 67
Κυρώσεις
1. Αν ο φορέας παραλείψει την υποβολή γνωστοποίησης ή γνωστοποιήσει αναληθή στοιχεία ή παραλείψει την υποβολή γνωστοποίησης των στοιχείων της οικονομικής δραστηριότητας σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής, επιβάλλονται σε βάρος του οι κυρώσεις του άρθρου 15. Αρμόδια αρχή για την επιβολή των κυρώσεων είναι η οικεία υπηρεσία όπου υποβάλλεται η γνωστοποίηση.
2. Αν ο φορέας δεν έχει εξασφαλίσει έγκριση επιβάλλονται σε βάρος του οι κυρώσεις του άρθρου 15. Αρμόδια αρχή για την επιβολή των κυρώσεων είναι η οικεία υπηρεσία που χορηγεί την έγκριση.
3. Κατά των πράξεων επιβολής κυρώσεων χωρεί η
ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
4. Τα χρηματικά πρόστιμα των παρ. 1 και 2 επιβάλλονται σωρευτικά με τα πρόστιμα και τις κυρώσεις του άρθρου 59 του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”.
5. Σε περίπτωση παραβίασης επιμέρους όρων και προϋποθέσεων κατά τη λειτουργία δραστηριοτήτων που υπόκεινται σε γνωστοποίηση ή έγκριση εφαρμόζονται οι κυρώσεις της κείμενης νομοθεσίας από τα αρμόδια όργανα που ορίζονται σε αυτή.».
1. Η εγκατάσταση ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού εντός λατομικών χώρων των εξορυσσομένων ορυκτών, υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 5.
Η γνωστοποίηση πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριότητας και Ελέγχων (ΟΠΣ - ΑΔΕ) του άρθρου 14. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ - ΑΔΕ, η γνωστοποίηση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία. Πριν από την υποβολή της γνωστοποίησης ο ενδιαφερόμενος απαιτείται να κατέχει το δικαίωμα εκμετάλλευσης, κατά τα άρθρα 60, 61, 62, 63 και 64 και να έχει εξασφαλίσει:
α) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, εφόσον δεν προκύπτει από τις υφιστάμενες σε ισχύ άδειες, εγκρίσεις κ.λπ.,
β) εγκεκριμένη τεχνική μελέτη στην οποία θα περιέχονται, ως Κεφάλαια, το στοιχείο δ΄ και, εφόσον απαιτείται, το στοιχείο ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε.,
γ) άδεια χρήσης αιγιαλού και παραλίας ή ζώνης λιμένα, εφόσον απαιτείται, σύμφωνα με το ν. 2971/2001 (Α΄285) και
δ) τις υπεύθυνες δηλώσεις του στοιχείου ιβ΄ του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε. Σε περίπτωση δημόσιων και δημοτικών εκτάσεων, πριν από την έναρξη των σχετικών εργασιών απαιτείται να έχει συναφθεί η μίσθωση της έκτασης.
2. Η λειτουργία των εγκαταστάσεων του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 5. Η γνωστοποίηση πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριότητας και Ελέγχων (ΟΠΣ - ΑΔΕ) του άρθρου 14. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ - ΑΔΕ, η γνωστοποίηση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία της οικίας περιφέρειας.
3. Πριν από την υποβολή της γνωστοποίησης ο ενδιαφερόμενος απαιτείται να έχει εξασφαλίσει:
α) υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, από τους επιβλέψαντες, σύμφωνα με το νόμο, την κατασκευή της εγκατάστασης, διπλωματούχους ή πτυχιούχους ή αδειούχους τεχνικούς, ότι η εγκατάσταση έγινε σύμφωνα
με τους όρους της σχετικής άδειας και ότι αυτή είναι στατικώς επαρκής και μπορεί να λειτουργεί με ασφάλεια,
β) υπεύθυνες δηλώσεις του ν. 1599/1986, για την ανάθεση και ανάληψη της επίβλεψης καλής λειτουργίας και συντήρησης της εγκατάστασης από τους σύμφωνα με το νόμο, διπλωματούχους ή πτυχιούχους ή αδειούχους τεχνικούς,
γ) πιστοποιητικό πυρασφάλειας, από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, σύμφωνα με την κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας, με αριθμό Δ7/Φ1/4817/15-3-1990 (Β΄ 188), όπως ισχύει,
δ) προσωρινή ή οριστική άδεια διάθεσης υγρών απόβλητων εφόσον απαιτείται,
ε) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, εφόσον δεν προκύπτει από τις υφιστάμενες σε ισχύ άδειες, εγκρίσεις,
στ) οικοδομικές άδειες, όπου απαιτείται,
ζ) πιστοποιητικά ελέγχου καταλληλότητας αναγνωρισμένου και πιστοποιημένου οίκου, σύμφωνα με τις εθνικές προδιαγραφές πιστοποίησης, για ανυψωτικά μηχανήματα, δεξαμενές αποθήκευσης καυσίμων, γερανογέφυρες, αποθέτες υλικών κ.λπ.,
η) υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, όπως ισχύει, του επιβλέψαντα την κατασκευή της αντικεραυνικής προστασίας των δεξαμενών αποθήκευσης καυσίμων, ότι οι εγκαταστάσεις ανταποκρίνονται πλήρως στα αναφερόμενα στην παράγραφο 1θ του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε. και μπορούν να λειτουργούν με ασφάλεια,
ι) άδεια χρήσης αιγιαλού και παραλίας ή ζώνης λιμένα, εφόσον απαιτείται και έληξε η ισχύς της.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται το περιεχόμενο και η διαδικασία της γνωστοποίησης, τα έγγραφα που τηρούνται στην έδρα της δραστηριότητας, ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής τους, οι αρχές στις οποίες κοινοποιείται η γνωστοποίηση προκειμένου να ασκήσουν τις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων εντός των ορίων της παραγράφου 1 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με τη γνωστοποίηση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6.
Μετά το άρθρο 67 του ν. 4442/2016, προστίθεται ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ΄ που περιέχει τα εξής άρθρα 68 έως 76:
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ΄
ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΗ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ
Άρθρο 68
Πεδίο εφαρμογής
Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Κεφαλαίου εμπίπτει η διενέργεια των ερευνητικών εργασιών για τη διαπίστωση κοιτασμάτων μεταλλευτικών ορυκτών, καθώς και η εντός του μεταλλευτικού χώρου εγκατάσταση και λειτουργία μηχανημάτων πάσης φύσεως που εξυπηρετούν τις ανάγκες εκμετάλλευσης των μεταλλείων και επεξεργασίας των εκ τούτων παραγομένων μεταλλευμάτων και ιδίως όσες αντιστοιχίζονται στους Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας (ΚΑΔ) 07,07.1,07.2, 09.9 της 2ης ομάδας του Παραρτήματος.
Άρθρο 69
Διενέργεια ερευνητικών εργασιών για τη διαπίστωση κοιτασμάτων μεταλλευτικών ορυκτών που υπόκειται σε καθεστώς έγκρισης
1. Η διενέργεια ερευνητικών εργασιών για τη διαπίστωση κοιτασμάτων μεταλλευτικών ορυκτών του άρθρου 2 του ν.δ. 210/1973 (Α΄277) υπόκειται σε καθεστώς έγκρισης, σύμφωνα με το άρθρο 7.
2. Η έγκριση χορηγείται σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στις παρ. 1, 2, 3 και 5 του άρθρου 29 του ν.δ. 210/1973, όπως οι παράγραφοι αυτοί προστέθηκαν με την παράγραφο 2 του άρθρου 74 του παρόντος.
3. Η αίτηση για τη χορήγηση της έγκρισης υποβάλλεται αποκλειστικά ηλεκτρονικά από τον φορέα της οικονομικής δραστηριότητας μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριοτήτων και Ελέγχων (ΟΠΣ-ΑΔΕ) του άρθρου 14.
4. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ-ΑΔΕ για το τμήμα που αφορά στην έγκριση διενέργειας των ερευνητικών εργασιών, η αίτηση υποβάλλεται, πριν την έναρξη των ερευνητικών εργασιών, από τον φορέα της οικονομικής δραστηριότητας στην κατά τόπο αρμόδια Περιφέρεια ή στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας κατά περίπτωση.
5. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται η ειδικότερη διαδικασία και το περιεχόμενο της έγκρισης, τα δικαιολογητικά που καταθέτει ο φορέας, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων εντός των ορίων της παραγράφου 2 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με την έγκριση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8.
Άρθρο 70
Διενέργεια ερευνητικών εργασιών για τη διαπίστωση κοιτασμάτων μεταλλευτικών ορυκτών που υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης
1. Η διενέργεια ερευνητικών εργασιών για τη διαπίστωση κοιτασμάτων μεταλλευτικών ορυκτών του άρθρου 2 του ν.δ. 210/1973 υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 5 του παρόντος νόμου, στις περιπτώσεις των παραγράφων 4 και 6 του άρθρου 29 του ν.δ. 210/1973 (Α΄277), όπως προστέθηκαν με την παράγραφο 2 του άρθρου 74 του παρόντος.
2. Η γνωστοποίηση γίνεται αποκλειστικά ηλεκτρονικά από τον φορέα της οικονομικής δραστηριότητας μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριότητας και Ελέγχων (ΟΠΣ - ΑΔΕ) του άρθρου 14.
3. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ-ΑΔΕ για το τμήμα που αφορά στη γνωστοποίηση της διενέργειας των ερευνητικών εργασιών, η γνωστοποίηση υποβάλλεται, πριν την έναρξη των ερευνητικών εργασιών, από το φορέα της οικονομικής δραστηριότητας στην κατά τόπο αρμόδια Περιφέρεια ή στην αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας κατά περίπτωση.
4. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται το περιεχόμενο και η διαδικασία της γνωστοποίησης, τα έγγραφα που τηρούνται στην έδρα της δραστηριότητας, ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής τους, οι αρχές στις οποίες κοινοποιείται η γνωστοποίηση προκειμένου να ασκήσουν τις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων εντός των ορίων της παραγράφου 1 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με τη γνωστοποίηση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6.
Άρθρο 71
Ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις υποστηρικτικές της εξόρυξης, βοηθητικές των μεταλλευτικών εργασιών και απλής μηχανικής επεξεργασίας
1. H εγκατάσταση εντός μεταλλευτικών χώρων, ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων υποστηρικτικών της εξόρυξης (όπως αντλίες, δίκτυα πεπιεσμένου αέρα, δεξαμενές υδάτων, εγκαταστάσεις αυτοματισμών, τηλεπικοινωνίας-τηλεειδοποιήσεων εργαζομένων, δίκτυα πυρόσβεσης, δίκτυα αερισμού), εγκαταστάσεων βοηθητικών των μεταλλευτικών εργασιών (όπως εγκαταστάσεις χημείου, εγκαταστάσεις συνεργείων, μηχανουργείων και ηλεκτροτεχνείων, αποθηκών πάσης φύσεως πλην εκρηκτικών υλών) καθώς και εγκαταστάσεων απλής μηχανικής επεξεργασίας του μεταλλεύματος (θραύσηςλειοτρίβησης-ταξινόμησης χωρίς περαιτέρω επεξεργασία), υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 5 του παρόντος νόμου.
2. Η γνωστοποίηση πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριότητας και Ελέγχων (ΟΠΣ - ΑΔΕ) του άρθρου 14. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ - ΑΔΕ, η γνωστοποίηση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία.
3. Πριν από την υποβολή της γνωστοποίησης ο ενδιαφερόμενος απαιτείται να έχει εξασφαλίσει:
α) δικαίωμα εδαφοχρησίας,
β) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (εφόσον δεν προκύπτει από τις υφιστάμενες σε ισχύ άδειες, εγκρίσεις κ.λπ.),
γ) εγκεκριμένη τεχνική μελέτη στην οποία θα περιέχονται, ως κεφάλαια, το στοιχείο δ και, εφόσον απαιτείται, το στοιχείο ε της παρ. 1 του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε.,
δ) άδεια χρήσης αιγιαλού και παραλίας ή ζώνης λιμένα, εφόσον απαιτείται, σύμφωνα με το ν. 2971/2001,
4. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται το περιεχόμενο και η διαδικασία της γνωστοποίησης, τα έγγραφα που τηρούνται στην έδρα της δραστηριότητας, ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής τους, οι αρχές στις οποίες κοινοποιείται η γνωστοποίηση προκειμένου να ασκήσουν τις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων εντός των ορίων της παραγράφου 1 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με τη γνωστοποίηση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6.
Άρθρο 72
Εγκατάσταση σύνθετων μονάδων επεξεργασίας μεταλλευτικών ορυκτών
1. Για την εγκατάσταση, εντός μεταλλευτικών χώρων, σύνθετων μονάδων που εξυπηρετούν τις ανάγκες εκμετάλλευσης των μεταλλείων και επεξεργασίας μεταλλευτικών ορυκτών και συγκεκριμένα:
(α) εγκαταστάσεων εμπλουτισμού και πέραν της απλής θραύσης-λειοτρίβησης-ταξινόμησης, (β) εγκαταστάσεις καμινείας, (γ) εγκαταστάσεις μεταλλουργικής επεξεργασίας, (δ) εγκαταστάσεις στις οποίες περιλαμβάνονται εργασίες χημικής και θερμικής επεξεργασίας και αποθήκευσης που σχετίζεται με τις εργασίες αυτές και στις οποίες υπεισέρχονται επικίνδυνες ουσίες όπως ορίζονται στο Παράρτημα Ι της υπ΄ αριθμ. 172058/2016 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Υγείας, Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 354), για τις οποίες εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις που ορίζονται στην εν λόγω απόφαση, (ε) χώροι απόθεσης εξορυκτικών αποβλήτων, σύμφωνα με την υπ΄ αριθμ. 39624/2209/Ε103/2009 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Β΄ 2076), (στ) εγκαταστάσεις επεξεργασίας υδάτων, (ζ) εγκαταστάσεις ανέλκυσης προσωπικού, απαιτείται η έγκριση εγκατάστασης από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
2. Ο εκμεταλλευτής οφείλει να υποβάλει αίτηση για τη χορήγηση της έγκρισης συνοδευόμενη από πλήρη φάκελο με το σύνολο των απαιτούμενων δικαιολογητικών
ή στοιχείων στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Το χρονικό διάστημα για την έγκριση της εγκατάστασης, δεν μπορεί να ξεπερνάει τους έξι (6) μήνες από την προσήκουσα υποβολή της. Σε περίπτωση, που η αίτηση ή στοιχεία του φακέλου κριθούν ανεπαρκή ή ανακριβή, τότε επιστρέφεται στον εκμεταλλευτή που μπορεί να την υποβάλει εκ νέου, αφού προηγουμένως συμπληρωθεί ή διορθωθεί, σύμφωνα με τις οδηγίες της υπηρεσίας που έχουν εγγράφως διατυπωθεί. Η προθεσμία για την έγκριση, στην περίπτωση αυτή, περιορίζεται σε τρεις (3) μήνες. Τα άρθρα 7 και 8 του παρόντος εφαρμόζονται για την υποβολή της αίτησης και την έγκρισή της υπό την επιφύλαξη των ανωτέρω προθεσμιών.
3. Η αίτηση για τη χορήγηση της έγκρισης υποβάλλεται αποκλειστικά ηλεκτρονικά από τον φορέα της οικονομικής δραστηριότητας, πριν την έναρξη των εργασιών εγκατάστασης, μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριοτήτων και Ελέγχων (ΟΠΣ-ΑΔΕ).
4. Μέχρι την ενεργοποίηση του τμήματος του ΟΠΣΑΔΕ που αφορά στην έγκριση των δραστηριοτήτων του παρόντος άρθρου, η αίτηση για τη χορήγηση της έγκρισης υποβάλλεται από τον φορέα της οικονομικής δραστηριότητας, προς την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
5. Για την χορήγηση της έγκρισης απαιτείται η υποβολή στην αρμόδια υπηρεσία των προβλεπόμενων στο άρθρο 103 του Κ.Μ.Λ.Ε. δικαιολογητικών.
6. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται άδεια εγκατάστασης ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων των δραστηριοτήτων της παραγράφου 1, νοείται εφεξής η έγκριση εγκατάστασης του παρόντος.
7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται η ειδικότερη διαδικασία και το περιεχόμενο της έγκρισης, τα δικαιολογητικά που καταθέτει ο φορέας, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων εντός των ορίων της παραγράφου 2 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με την έγκριση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8.
Άρθρο 73
Λειτουργία εγκαταστάσεων του άρθρου 71 και 72
1. Η λειτουργία των εγκαταστάσεων του άρθρου 71 και 72 υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 5.
2. Η γνωστοποίηση πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριότητας και Ελέγχων (ΟΠΣ - ΑΔΕ) του άρθρου 14.
3. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ - ΑΔΕ, η γνωστοποίηση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
4. Πριν από την υποβολή της γνωστοποίησης απαιτείται ο φορέας να έχει εξασφαλίσει και να τηρεί στο αρχείο της δραστηριότητας τα κάτωθι:
α) υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, όπως ισχύει, από τους επιβλέψαντες, σύμφωνα με το νόμο, την κατασκευή της εγκατάστασης, διπλωματούχους ή πτυχιούχους ή αδειούχους τεχνικούς, ότι η εγκατάσταση έγινε σύμφωνα με τους όρους της σχετικής άδειας και ότι αυτή είναι στατικώς επαρκής και μπορεί να λειτουργεί με ασφάλεια,
β) υπεύθυνες δηλώσεις του ν. 1599/1986, όπως ισχύει, για την ανάθεση και ανάληψη της επίβλεψης καλής λειτουργίας και συντήρησης της εγκατάστασης από τους σύμφωνα με το νόμο, διπλωματούχους ή πτυχιούχους ή αδειούχους τεχνικούς,
γ) πιστοποιητικό πυρασφάλειας, από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, σύμφωνα με την κοινή απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας, με αριθμό Δ7/Φ1/4817/15.3.1990 (Β΄ 188), όπως ισχύει και αντίστοιχο για τις επιμέρους εγκαταστάσεις της παρ.1 του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε.,
δ) προσωρινή ή οριστική άδεια διάθεσης υγρών απόβλητων εφόσον απαιτείται,
ε) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (εφόσον δεν προκύπτει από τις υφιστάμενες σε ισχύ άδειες, εγκρίσεις κ.λπ.),
στ) οικοδομικές άδειες, όπου απαιτείται,
ζ) πιστοποιητικά ελέγχου καταλληλότητας αναγνωρισμένου και πιστοποιημένου οίκου, σύμφωνα με τις εθνικές προδιαγραφές πιστοποίησης, για ανυψωτικά μηχανήματα, δεξαμενές αποθήκευσης καυσίμων, γερανογέφυρες, αποθέτες υλικών κ.λπ.,
η) υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, όπως ισχύει, του επιβλέψαντα την κατασκευή της αντικεραυνικής προστασίας των δεξαμενών αποθήκευσης καυσίμων, ότι οι εγκαταστάσεις ανταποκρίνονται πλήρως στα αναφερόμενα στην παράγραφο 1θ του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε. και μπορούν να λειτουργούν με ασφάλεια,
θ) άδεια χρήσης αιγιαλού και παραλίας ή ζώνης λιμένα, εφόσον απαιτείται και έληξε η ισχύς της.
5. Ειδικά για τις εγκαταστάσεις του άρθρου 72, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της γνωστοποίησης από το φορέα, η αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία προβαίνει σε κατά προτεραιότητα έλεγχο της εγκατάστασης. Εφόσον ο έλεγχος διαπιστώσει την ορθή λειτουργία της εγκατάστασης, η αρμόδια υπηρεσία εκδίδει φύλλο ελέγχου, το οποίο φυλάσσεται στο φάκελο της επιχείρησης. Στην περίπτωση που από τον έλεγχο διαπιστωθεί έλλειψη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της κείμενης νομοθεσίας, ικανή να δημιουργήσει σοβαρό και άμεσο κίνδυνο στην υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων ή στο περιβάλλον, η αρμόδια υπηρεσία αποφασίζει τη λήψη των ανάλογων μέτρων, όπως την προσωρινή ή οριστική διακοπή της λειτουργίας της εγκατάστασης, την επιβολή κυρώσεων ή την παροχή συστάσεων μέχρι τη συμμόρφωσή της.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται το περιεχόμενο και η διαδικασία της γνωστοποίησης, τα έγγραφα που τηρούνται στην έδρα της δραστηριότητας, ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής τους, οι αρχές στις οποίες κοινοποιείται η γνωστοποίηση προκειμένου να ασκήσουν τις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων εντός των ορίων της παραγράφου 1 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με τη γνωστοποίηση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6.
Άρθρο 74
Τροποποιούμενες διατάξεις
1. Η παρ. 1 του άρθρου 29 του ν.δ. 210/1973 (Α΄ 277) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο Περιφερειάρχης, εφόσον η αίτηση περί χορήγησης αδείας μεταλλευτικών ερευνών πληροί τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις των άρθρων 20, 21 παρ. 1, 22 παρ. 1, και 23 του παρόντος, έπειτα από έλεγχο των ορίων και της εκτάσεως του χώρου προκειμένου να διαπιστωθεί ότι ο αιτούμενος χώρος είναι ελεύθερος κατά
τα οριζόμενα στο άρθρο 26 και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 31 του παρόντος, εκδίδει εντός προθεσμίας δύο μηνών από την υποβολή του αιτήματος, διαπιστωτική πράξη με την οποία διαπιστώνεται η ολοκλήρωση του ελέγχου και καλείται ο ενδιαφερόμενος να προσδιορίσει, εντός του αιτούμενου χώρου, όπως αυτός τυχόν έχει περικοπεί μετά τον διενεργηθέντα έλεγχο, το είδος των εργασιών που προτίθεται να διενεργήσει καθώς και τη θέση αυτών.»
2. Μετά την παρ. 1 του άρθρου 29 του ν.δ. 210/1973 (Α΄ 277 προστίθενται παράγραφοι 2, 3,4, 5 και 6 ως εξής:
«2. Ανάλογα με το είδος των ερευνητικών εργασιών απαιτείται:
α) Υποβολή έγγραφης δήλωσης υπογεγραμμένης από αρμόδιο επιστήμονα, για τις περιπτώσεις που οι προβλεπόμενες ερευνητικές εργασίες δεν έχουν καμία επέμβαση επί του εδάφους. Για τις περιπτώσεις αυτές δεν απαιτείται η λήψη καμιάς περαιτέρω διοικητικής άδειας ή πράξης.
β) Προσκόμιση Πρότυπων Περιβαλλοντικών Δεσμεύσεων και εγκεκριμένης προτυποποιημένης τεχνικής μελέτης, σύμφωνα με το Παράρτημα Β΄ του νόμου «ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ», σε περιπτώσεις που οι ερευνητικές εργασίες αφορούν περιορισμένης έκτασης εκσκαφές (0,5m3 /στρέμμα) και γενικά περιορισμένη επέμβαση επί του εδάφους (όπως μέθοδοι σεισμικής διασκόπισης με χρήση εκρηκτικών υλών), μετά από γνωμοδότηση του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
γ) Προσκόμιση απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων και εγκεκριμένης προτυποποιημένης τεχνικής μελέτης, σύμφωνα με το Παράρτημα Β΄ του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ” για τις περιπτώσεις που η προτεινόμενη έρευνα αφορά την πραγματοποίηση γεωτρήσεων ή την οποιαδήποτε επέμβαση σε βάθος επί του εδάφους με την πραγματοποίηση ερευνητικών στοών κ.λπ.
3. Εφόσον τα δικαιολογητικά είναι πλήρη, ο Περιφερειάρχης, εντός 30 ημερών, εκδίδει εγκριτική πράξη υπό τον τίτλο «Άδεια Μεταλλευτικών Ερευνών», με την οποία χορηγείται το δικαίωμα μεταλλευτικών ερευνών στον αιτηθέντα χώρο, όπως τυχόν έχει περικοπεί και εγκρίνεται η διενέργεια των ερευνητικών εργασιών, όπως προκύπτουν από τα προσκομισθέντα στοιχεία της παραγράφου 2.
4. Στην περίπτωση που από τα αποτελέσματα των ερευνών προκύψει η ανάγκη εκτέλεσης εργασιών σε άλλη θέση εντός του χώρου της άδειας μεταλλευτικών ερευνών ή άλλου είδους από τις εγκεκριμένες με την χορηγηθείσα άδεια μεταλλευτικών ερευνών, ο φορέας οφείλει να γνωστοποιήσει στην κατά τόπο αρμόδια Περιφέρεια τα αντίστοιχα, προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 δικαιολογητικά, πριν την έναρξη των εργασιών αυτών και πάντα εντός του χρόνου ισχύος της αδείας.
5. Οι ερευνητικές εργασίες μετά τη σύσταση της μεταλλειοκτησίας διενεργούνται στις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παραγράφου 2 μετά την έγκριση από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας προτυποποιημένης τεχνικής μελέτης, σύμφωνα με το Παράρτημα Β΄ του νόμου “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”, αφού προσκομιστούν κατά περίπτωση Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις ή απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Η έγκριση χορηγείται μετά από γνωμοδότηση του αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Μεταλλείων της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Επιθεωρητών και Ελεγκτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
6. Η διενέργεια ερευνητικών εργασιών μετά τη σύσταση της μεταλλειοκτησίας, υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης για τις περιπτώσεις που οι προβλεπόμενες ερευνητικές εργασίες δεν έχουν καμία επέμβαση επί του εδάφους, εφαρμοζομένης αναλόγως της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2. Στην περίπτωση αυτή η δήλωση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.».
3. Η παρ. 2 του άρθρου 29 του ν.δ. 210/1973 αναριθμείται σε 7.
Άρθρο 75
Παράβολο
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται τα είδη και
τα ποσά των παραβόλων που απαιτούνται για τη γνωστοποίηση και για τη χορήγηση έγκρισης των δραστηριοτήτων του παρόντος κεφαλαίου, καθώς και για το παραδεκτό της άσκησης προσφυγής σύμφωνα με το επόμενο άρθρο ενώπιον του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, τα οποία μπορεί να αναπροσαρμόζονται.
Άρθρο 76
Κυρώσεις
1. Αν ο φορέας παραλείψει την υποβολή γνωστοποίησης ή γνωστοποιήσει αναληθή στοιχεία ή παραλείψει την υποβολή γνωστοποίησης των στοιχείων της οικονομικής δραστηριότητας σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής, επιβάλλονται σε βάρος του οι κυρώσεις του άρθρου 15. Αρμόδια αρχή για την επιβολή των κυρώσεων είναι η οικεία υπηρεσία όπου υποβάλλεται η γνωστοποίηση.
2. Αν ο φορέας δεν έχει εξασφαλίσει έγκριση επιβάλλονται σε βάρος του οι κυρώσεις του άρθρου 15. Αρμόδια αρχή για την επιβολή των κυρώσεων είναι η οικεία υπηρεσία που χορηγεί την έγκριση.
3. Κατά των πράξεων επιβολής κυρώσεων χωρεί η ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
4. Τα χρηματικά πρόστιμα των παραγράφων 1 και 2 επιβάλλονται σωρευτικά με τα πρόστιμα και τις κυρώσεις του άρθρου 59 του νόμου για “ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ”.
5. Σε περίπτωση παραβίασης επιμέρους όρων και προϋποθέσεων κατά τη λειτουργία δραστηριοτήτων που υπόκεινται σε γνωστοποίηση ή έγκριση εφαρμόζονται οι κυρώσεις της κείμενης νομοθεσίας από τα αρμόδια όργανα που ορίζονται σε αυτή.».
1. H εγκατάσταση εντός μεταλλευτικών χώρων, ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων υποστηρικτικών της εξόρυξης (όπως αντλίες, δίκτυα πεπιεσμένου αέρα, δεξαμενές υδάτων, εγκαταστάσεις αυτοματισμών, τηλεπικοινωνίας-τηλεειδοποιήσεων εργαζομένων, δίκτυα πυρόσβεσης, δίκτυα αερισμού), εγκαταστάσεων βοηθητικών των μεταλλευτικών εργασιών (όπως εγκαταστάσεις χημείου, εγκαταστάσεις συνεργείων, μηχανουργείων και ηλεκτροτεχνείων, αποθηκών πάσης φύσεως πλην εκρηκτικών υλών) καθώς και εγκαταστάσεων απλής μηχανικής επεξεργασίας του μεταλλεύματος (θραύσηςλειοτρίβησης-ταξινόμησης χωρίς περαιτέρω επεξεργασία), υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 5 του παρόντος νόμου.
2. Η γνωστοποίηση πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριότητας και Ελέγχων (ΟΠΣ - ΑΔΕ) του άρθρου 14. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ - ΑΔΕ, η γνωστοποίηση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία.
3. Πριν από την υποβολή της γνωστοποίησης ο ενδιαφερόμενος απαιτείται να έχει εξασφαλίσει:
α) δικαίωμα εδαφοχρησίας,
β) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (εφόσον δεν προκύπτει από τις υφιστάμενες σε ισχύ άδειες, εγκρίσεις κ.λπ.),
γ) εγκεκριμένη τεχνική μελέτη στην οποία θα περιέχονται, ως κεφάλαια, το στοιχείο δ και, εφόσον απαιτείται, το στοιχείο ε της παρ. 1 του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε.,
δ) άδεια χρήσης αιγιαλού και παραλίας ή ζώνης λιμένα, εφόσον απαιτείται, σύμφωνα με το ν. 2971/2001,
4. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται το περιεχόμενο και η διαδικασία της γνωστοποίησης, τα έγγραφα που τηρούνται στην έδρα της δραστηριότητας, ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής τους, οι αρχές στις οποίες κοινοποιείται η γνωστοποίηση προκειμένου να ασκήσουν τις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων εντός των ορίων της παραγράφου 1 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με τη γνωστοποίηση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6.
1. Για την εγκατάσταση, εντός μεταλλευτικών χώρων, σύνθετων μονάδων που εξυπηρετούν τις ανάγκες εκμετάλλευσης των μεταλλείων και επεξεργασίας μεταλλευτικών ορυκτών και συγκεκριμένα:
(α) εγκαταστάσεων εμπλουτισμού και πέραν της απλής θραύσης-λειοτρίβησης-ταξινόμησης, (β) εγκαταστάσεις καμινείας, (γ) εγκαταστάσεις μεταλλουργικής επεξεργασίας, (δ) εγκαταστάσεις στις οποίες περιλαμβάνονται εργασίες χημικής και θερμικής επεξεργασίας και αποθήκευσης που σχετίζεται με τις εργασίες αυτές και στις οποίες υπεισέρχονται επικίνδυνες ουσίες όπως ορίζονται στο Παράρτημα Ι της υπ΄ αριθμ. 172058/2016 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Υγείας, Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 354), για τις οποίες εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις που ορίζονται στην εν λόγω απόφαση, (ε) χώροι απόθεσης εξορυκτικών αποβλήτων, σύμφωνα με την υπ΄ αριθμ. 39624/2209/Ε103/2009 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Β΄ 2076), (στ) εγκαταστάσεις επεξεργασίας υδάτων, (ζ) εγκαταστάσεις ανέλκυσης προσωπικού, απαιτείται η έγκριση εγκατάστασης από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
2. Ο εκμεταλλευτής οφείλει να υποβάλει αίτηση για τη χορήγηση της έγκρισης συνοδευόμενη από πλήρη φάκελο με το σύνολο των απαιτούμενων δικαιολογητικών
ή στοιχείων στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Το χρονικό διάστημα για την έγκριση της εγκατάστασης, δεν μπορεί να ξεπερνάει τους έξι (6) μήνες από την προσήκουσα υποβολή της. Σε περίπτωση, που η αίτηση ή στοιχεία του φακέλου κριθούν ανεπαρκή ή ανακριβή, τότε επιστρέφεται στον εκμεταλλευτή που μπορεί να την υποβάλει εκ νέου, αφού προηγουμένως συμπληρωθεί ή διορθωθεί, σύμφωνα με τις οδηγίες της υπηρεσίας που έχουν εγγράφως διατυπωθεί. Η προθεσμία για την έγκριση, στην περίπτωση αυτή, περιορίζεται σε τρεις (3) μήνες. Τα άρθρα 7 και 8 του παρόντος εφαρμόζονται για την υποβολή της αίτησης και την έγκρισή της υπό την επιφύλαξη των ανωτέρω προθεσμιών.
3. Η αίτηση για τη χορήγηση της έγκρισης υποβάλλεται αποκλειστικά ηλεκτρονικά από τον φορέα της οικονομικής δραστηριότητας, πριν την έναρξη των εργασιών εγκατάστασης, μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριοτήτων και Ελέγχων (ΟΠΣ-ΑΔΕ).
4. Μέχρι την ενεργοποίηση του τμήματος του ΟΠΣΑΔΕ που αφορά στην έγκριση των δραστηριοτήτων του παρόντος άρθρου, η αίτηση για τη χορήγηση της έγκρισης υποβάλλεται από τον φορέα της οικονομικής δραστηριότητας, προς την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
5. Για την χορήγηση της έγκρισης απαιτείται η υποβολή στην αρμόδια υπηρεσία των προβλεπόμενων στο άρθρο 103 του Κ.Μ.Λ.Ε. δικαιολογητικών.
6. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται άδεια εγκατάστασης ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων των δραστηριοτήτων της παραγράφου 1, νοείται εφεξής η έγκριση εγκατάστασης του παρόντος.
7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται η ειδικότερη διαδικασία και το περιεχόμενο της έγκρισης, τα δικαιολογητικά που καταθέτει ο φορέας, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων εντός των ορίων της παραγράφου 2 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με την έγκριση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8.
1. Η λειτουργία των εγκαταστάσεων του άρθρου 71 και 72 υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 5.
2. Η γνωστοποίηση πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Άσκησης Δραστηριότητας και Ελέγχων (ΟΠΣ - ΑΔΕ) του άρθρου 14.
3. Μέχρι την ενεργοποίηση του ΟΠΣ - ΑΔΕ, η γνωστοποίηση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
4. Πριν από την υποβολή της γνωστοποίησης απαιτείται ο φορέας να έχει εξασφαλίσει και να τηρεί στο αρχείο της δραστηριότητας τα κάτωθι:
α) υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, όπως ισχύει, από τους επιβλέψαντες, σύμφωνα με το νόμο, την κατασκευή της εγκατάστασης, διπλωματούχους ή πτυχιούχους ή αδειούχους τεχνικούς, ότι η εγκατάσταση έγινε σύμφωνα με τους όρους της σχετικής άδειας και ότι αυτή είναι στατικώς επαρκής και μπορεί να λειτουργεί με ασφάλεια,
β) υπεύθυνες δηλώσεις του ν. 1599/1986, όπως ισχύει, για την ανάθεση και ανάληψη της επίβλεψης καλής λειτουργίας και συντήρησης της εγκατάστασης από τους σύμφωνα με το νόμο, διπλωματούχους ή πτυχιούχους ή αδειούχους τεχνικούς,
γ) πιστοποιητικό πυρασφάλειας, από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, σύμφωνα με την κοινή απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας, με αριθμό Δ7/Φ1/4817/15.3.1990 (Β΄ 188), όπως ισχύει και αντίστοιχο για τις επιμέρους εγκαταστάσεις της παρ.1 του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε.,
δ) προσωρινή ή οριστική άδεια διάθεσης υγρών απόβλητων εφόσον απαιτείται,
ε) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (εφόσον δεν προκύπτει από τις υφιστάμενες σε ισχύ άδειες, εγκρίσεις κ.λπ.),
στ) οικοδομικές άδειες, όπου απαιτείται,
ζ) πιστοποιητικά ελέγχου καταλληλότητας αναγνωρισμένου και πιστοποιημένου οίκου, σύμφωνα με τις εθνικές προδιαγραφές πιστοποίησης, για ανυψωτικά μηχανήματα, δεξαμενές αποθήκευσης καυσίμων, γερανογέφυρες, αποθέτες υλικών κ.λπ.,
η) υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, όπως ισχύει, του επιβλέψαντα την κατασκευή της αντικεραυνικής προστασίας των δεξαμενών αποθήκευσης καυσίμων, ότι οι εγκαταστάσεις ανταποκρίνονται πλήρως στα αναφερόμενα στην παράγραφο 1θ του άρθρου 103 του Κ.Μ.Λ.Ε. και μπορούν να λειτουργούν με ασφάλεια,
θ) άδεια χρήσης αιγιαλού και παραλίας ή ζώνης λιμένα, εφόσον απαιτείται και έληξε η ισχύς της.
5. Ειδικά για τις εγκαταστάσεις του άρθρου 72, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της γνωστοποίησης από το φορέα, η αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία προβαίνει σε κατά προτεραιότητα έλεγχο της εγκατάστασης. Εφόσον ο έλεγχος διαπιστώσει την ορθή λειτουργία της εγκατάστασης, η αρμόδια υπηρεσία εκδίδει φύλλο ελέγχου, το οποίο φυλάσσεται στο φάκελο της επιχείρησης. Στην περίπτωση που από τον έλεγχο διαπιστωθεί έλλειψη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της κείμενης νομοθεσίας, ικανή να δημιουργήσει σοβαρό και άμεσο κίνδυνο στην υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων ή στο περιβάλλον, η αρμόδια υπηρεσία αποφασίζει τη λήψη των ανάλογων μέτρων, όπως την προσωρινή ή οριστική διακοπή της λειτουργίας της εγκατάστασης, την επιβολή κυρώσεων ή την παροχή συστάσεων μέχρι τη συμμόρφωσή της.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθορίζονται το περιεχόμενο και η διαδικασία της γνωστοποίησης, τα έγγραφα που τηρούνται στην έδρα της δραστηριότητας, ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων σε περίπτωση επικείμενης μεταβολής τους, οι αρχές στις οποίες κοινοποιείται η γνωστοποίηση προκειμένου να ασκήσουν τις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες, η κλιμάκωση των επιβαλλόμενων κυρώσεων εντός των ορίων της παραγράφου 1 του άρθρου 15, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό με τη γνωστοποίηση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6.
1. Αποφάσεις συναίνεσης διενέργειας ερευνητικών εργασιών επί δημοσίων εκτάσεων που έχουν εκδοθεί κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 10 του ν. 669/1977 (Α΄241) εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τη συμπλήρωση δύο ετών από την έκδοσή τους.
Ερευνητικές εργασίες επί δημοτικών και ιδιωτικών εκτάσεων που έχουν ξεκινήσει πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος, εξακολουθούν μέχρι τη συμπλήρωση δύο ετών από την έναρξή τους.
2. Εκκρεμείς αιτήσεις για τη χορήγηση συναίνεσης διενέργειας ερευνητικών εργασιών επί δημοσίων και δημοτικών εκτάσεων, εξετάζονται σύμφωνα με το άρθρο 59 του ν. 4442/2016. Αν για τις αιτήσεις αυτές δεν έχει ήδη καταβληθεί το παράβολο που προβλεπόταν κατά το χρόνο της υποβολής τους, κατατίθεται το παράβολο που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 66 του ν. 4442/2016 μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Αν δεν καταβληθεί το παράβολο, η σχετική αίτηση απορρίπτεται με αιτιολογημένη απόφαση της αρμόδιας υπηρεσίας. Ερευνητικές
εργασίες επί ιδιωτικών εκτάσεων που δεν έχουν ξεκινήσει κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, διενεργούνται κατόπιν γνωστοποίησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 58 του ν. 4442/2016.
3. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η άδεια εκμετάλλευσης λατομείων. Η σύμβαση μίσθωσης δημόσιων και δημοτικών εκτάσεων, η οποία έχει συναφθεί με βάση τις προϊσχύουσες διατάξεις επέχει εφεξής θέση έγκρισης εκμετάλλευσης των εκτάσεων αυτών σύμφωνα με τα άρθρα 61 και 63 τουν. 4442/2016.
4. Συμβάσεις μίσθωσης λατομείων βιομηχανικών ορυκτών, μαρμάρων και φυσικών λίθων που έχουν συναφθεί ή έχουν παραταθεί μονομερώς σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 669/1977 (Α΄241) στο πλαίσιο ισχυουσών αδειών εκμετάλλευσης μπορεί να παρατείνονται μονομερώς έως τη συμπλήρωση είκοσι (20) ετών από τη συνομολόγηση της αρχικής σύμβασης.
Οι συμβάσεις που έχουν παραταθεί σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 669/1977 (Α΄ 241) μπορεί να παρατείνονται μονομερώς έως τη συμπλήρωση σαράντα (40) ετών από τη συνομολόγηση της αρχικής σύμβασης μίσθωσης.
Συμβάσεις μίσθωσης που έχουν παραταθεί σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 183 του ν. 4001/2011 (Α΄179), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 17 του ν. 4203/2013 (Α΄ 235) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 22 του ν. 4351/2015 (Α΄ 165) και το άρθρο 58 του ν. 4508/2017 (Α΄200), και έχουν συμπληρώσει διάρκεια ισχύος πλέον των σαράντα (40) ετών μπορεί να παρατείνονται μονομερώς έως τη συμπλήρωση πενήντα (50) ετών από τη συνομολόγηση της αρχικής μίσθωσης, περαιτέρω δε εφαρμόζεται η παρ. 3 του άρθρου 45. Αιτήματα παράτασης ισχύος της ΑΕΠΟ, αν δεν έχουν ήδη κατατεθεί μπορεί να κατατεθούν μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Συμβάσεις μίσθωσης λατομείων βιομηχανικών ορυκτών και μαρμάρων, οι οποίες συνομολογήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 669/1977 (Α΄241), έχουν παραταθεί σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 44 του ν. 669/1977 ή την παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 2702/1999 (Α΄70) και ισχύουν, μπορεί να παρατείνονται μονομερώς μέχρι τη συμπλήρωση πεντηκονταετίας, η οποία έχει ως αφετηρία την έναρξη ισχύος του ν. 669/1977.
5. Συμβάσεις μίσθωσης λατομείων αδρανών υλικών που έχουν συναφθεί είτε επί δημόσιων εκτάσεων είτε στο πλαίσιο ισχυουσών αδειών εκμετάλλευσης επί δημοτικών ή ιδιωτικών εκτάσεων, μπορεί να παρατείνονται μονομερώς έως τη συμπλήρωση είκοσι (20) ετών από τη συνομολόγηση της αρχικής μίσθωσης. Συμβάσεις μίσθωσης, η διάρκεια των οποίων έχει υπερβεί τα είκοσι (20) έτη κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 6 του ν. 1428/1984 (Α΄43), ή της παρ. 1 του άρθρου 183 του ν. 4001/2011 (Α΄179), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 17 του ν. 4203/2013 (Α΄235) και το άρθρο 22 του ν. 4351/2015 (Α΄165) και το άρθρο 58 του ν. 4508/2017 (Α΄200), μπορεί να παρατείνονται μονομερώς έως τη συμπλήρωση σαράντα (40) ετών από τη συνομολόγηση της αρχικής μίσθωσης, εφαρμοζόμενης περαιτέρω της παρ. 3 του άρθρου 45. Αιτήματα παράτασης ισχύος της ΑΕΠΟ, αν δεν έχουν ήδη κατατεθεί, μπορεί να κατατεθούν μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
6. Παράταση πέραν των σαράντα (40) ετών της διάρκειας ισχύος των συμβάσεων μίσθωσης ιδιωτικών εκτάσεων για λατομεία όλων των κατηγοριών λατομικών ορυκτών, οι οποίες έχουν συναφθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος, δεν μπορεί να γίνει μονομερώς αλλά απαιτείται η σύναψη νέας σύμβασης για την πρώτη δεκαετή παράταση.
7. Για τα λατομεία της προηγούμενης παραγράφου που εμπίπτουν στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 4, η παράταση της διάρκειας ισχύος των συμβάσεων μίσθωσης πέραν των πενήντα (50) ετών δεν μπορεί να γίνει μονομερώς από τον μισθωτή αλλά απαιτείται η σύναψη νέας σύμβασης για την επόμενη, πέραν των πενήντα ετών, δεκαετή παράταση.
8. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, δύνανται οι εκμεταλλευτές λατομείων αδρανών υλικών ειδικών χρήσεων σε δημοτική έκταση, των οποίων τα εξορυσσόμενα υλικά προορίζονται για χρήση σε οδοτάπητες και έρμα σιδηροτροχιών να καταγγείλουν τη σύμβαση μίσθωσης ή να αιτηθούν την αναπροσαρμογή των όρων αυτής.
Η καταγγελία ή η αίτηση γίνεται εγγράφως και τα αποτελέσματά της επέρχονται από την κοινοποίησή της στον εκμισθωτή Δήμο. Σε κάθε περίπτωση ο εκμεταλλευτής υποχρεούται στην αποκατάσταση του χώρου σύμφωνα με το άρθρο 55 καθώς στην εφαρμογή των προβλεπόμενων στην παράγραφο 5 του άρθρου 58. Ο εκμισθωτής ή ο μισθωτής δεν αποκτούν δικαίωμα αποζημιώσεως εξαιτίας της καταγγελίας. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, προηγούμενες του χρόνου της καταγγελίας τυχόν αξιώσεις μεταξύ των μερών παραγράφονται αυτοδικαίως.
9. Εκκρεμείς αιτήσεις για την έκδοση άδειας εκμετάλλευσης λατομικών ορυκτών επί δημοσίων και δημοτικών εκτάσεων, εξετάζονται σύμφωνα με τα άρθρα 61 και 63 του ν. 4442/2016, εφόσον δεν έχει συναφθεί σχετική σύμβαση μίσθωσης. Στην περίπτωση που έχει συναφθεί σύμβαση μίσθωσης, η σύμβαση αυτή επέχει θέση έγκρισης εκμετάλλευσης σύμφωνα με τα άρθρα 61 και 63 του ν. 4442/2016, εφόσον πληροί τις σχετικές προϋποθέσεις. Σε αντίθετη περίπτωση τροποποιείται ή λύεται η σύμβαση κατόπιν απόφασης της αρμόδιας υπηρεσίας, εντός έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
10. Εκκρεμείς αιτήσεις για την έκδοση άδειας εκμετάλλευσης λατομικών ορυκτών επί ιδιωτικών εκτάσεων, εξετάζονται σύμφωνα με τα άρθρα 60 και 62 του ν. 4442/2016. Εφόσον έχει ήδη εγκριθεί η τεχνική μελέτη εκμετάλλευσης και το αίτημα αφορά αρχική άδεια ή επέκταση ήδη υφιστάμενης άδειας εκμετάλλευσης πρέπει πριν από τη γνωστοποίηση να υποβληθούν από τον ενδιαφερόμενο στην αρμόδια για την έγκριση της τεχνικής μελέτης υπηρεσία, απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων καθώς και τα συμπληρωματικά δικαιολογητικά (τίτλοι ιδιοκτησίας), σύμφωνα με την παράγραφο 6β του άρθρου 60 του ν. 4442/2016 προκειμένου να επικαιροποιηθεί η σχετική έγκριση.
11. Εκκρεμείς αιτήσεις για την έκδοση άδειας εκμετάλλευσης λατομικών ορυκτών στις περιοχές του δευτέρου εδαφίου της πρώτης παραγράφου του άρθρου 62 του ν. 998/1979 (Α΄289), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 37 παρ. 1 του ν. 4280/2014 (Α΄ 159), για τις οποίες το ιδιοκτησιακό καθεστώς δεν έχει επιλυθεί οριστικά στο πλαίσιο του άρθρου 10 του ν. 3208/2003 (Α΄ 303), εξετάζονται σύμφωνα με το άρθρο 64 του ν. 4442/2016.
12. Εκκρεμείς αιτήσεις για παράταση άδειας εκμετάλλευσης λατομείων βιομηχανικών ορυκτών και μαρμάρων, επί δημόσιων και δημοτικών εκτάσεων, τα οποία συνεχίζουν να λειτουργούν σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 7 του ν. 2702/1999 (Α΄70), εξετάζονται σύμφωνα με το άρθρο 61 του ν. 4442/2016, εφόσον δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου. Οι αιτήσεις αυτές θεωρούνται ότι έχουν απορριφθεί, αν μέσα σε ένα (1) έτος από την έναρξη ισχύος του παρόντος δεν έχει συναφθεί η σχετική παράταση της σύμβασης μίσθωσης. Εκκρεμείς αιτήσεις για παράταση άδειας εκμετάλλευσης λατομείων σε ιδιωτικές εκτάσεις και στις περιοχές του δευτέρου εδαφίου της πρώτης παραγράφου του άρθρου 62 του ν. 998/1979 (Α΄289) δεν εξετάζονται περαιτέρω. Για τη συνέχιση της λειτουργίας των λατομείων αυτών, ο φορέας εκμετάλλευσης οφείλει να προβεί σε γνωστοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 60 του ν. 4442/2016, μέσα σε ένα (1) έτος από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
13. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος η άδεια εγκατάστασης για τις Ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις επεξεργασίας των εξορυσσομένων ορυκτών, οι οποίες βρίσκονται εντός λατομικών χώρων καταργείται ως διακριτή άδεια ενώ η αντίστοιχη εγκατάσταση υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης. Εκκρεμείς αιτήσεις δεν εξετάζονται περαιτέρω, εφαρμόζεται δε αναλόγως η παρ. 1 του άρθρου 65 του ν. 4442/2016.
14. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος η άδεια λειτουργίας για τις Ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις επεξεργασίας των εξορυσσομένων ορυκτών, οι οποίες βρίσκονται εντός λατομικών χώρων, καταργείται και η λειτουργία τους υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης.
Εκκρεμείς αιτήσεις δεν εξετάζονται περαιτέρω εφαρμόζονται δε αναλόγως οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 65 του ν. 4442/2016.
15. Υφιστάμενες άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας Η/Μ εγκαταστάσεων, εντός λατομικών χώρων, εξακολουθούν να ισχύουν έως τη λήξη τους. Σε περίπτωση τροποποίησης ή ανανέωσης αυτών εφαρμόζεται το άρθρο 65 του ν. 4442/2016.
16. Λατομεία τα οποία λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος με άδεια εκμετάλλευσης αποκλειστικώς μαρμαρόσκονης ή μαρμαροψηφίδας, υπάγονται στο εξής στις διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 52.
Τα λατομεία αυτά μπορεί να διαθέτουν τα συμπαραγόμενα αδρανή υλικά στην αγορά, κατά τα οριζόμενα στην εγκεκριμένη τεχνική μελέτη και την παρ. 7 του άρθρου 45, μέχρι τη λήξη της υφιστάμενης μίσθωσης και όχι πέραν των πέντε (5) ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Στη συνέχεια μπορεί να λειτουργούν σύμφωνα με τους περιορισμούς του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 52.
Το προηγούμενο εδάφιο, αναφορικά με τους περιορισμούς διάθεσης συμπαραγομένων προϊόντων εφαρμόζεται αντιστοίχως και για τα λειτουργούντα λατομεία βιομηχανικού ορυκτού ανθρακικού ασβεστίου.
17. Λατομεία αδρανών υλικών που είχαν στο παρελθόν ενταχθεί στο καθεστώς αποκατάστασης περιβάλλοντος, σύμφωνα με την ειδική μελέτη αποκατάστασης:
α) της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν. 2837/2000 (Α΄ 178) ως εμπίπτοντα στις διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 20 του ν. 2115/1993 (Α΄ 15), β) της περίπτωσης των διατάξεων των παραγράφων 5 και 8 του άρθρου 20 του ν. 2115/1993 και γ) της παραγράφου 3 του άρθρου 183 του ν. 4001/2011 (Α΄ 179) όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 17 άρθρου 17 του ν. 4203/2013 (Α΄235) και το άρθρο 22 του ν. 4351/2015 (Α΄ 165), παύουν οριστικά τη λειτουργία τους μετά το πέρας του οριζόμενου από την ειδική μελέτη χρόνου, εντός του οποίου θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η αποκατάσταση.
18. Σε περιπτώσεις λατομείων που εντάχθηκαν σε λατομικές περιοχές πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος και αδειοδoτήθηκαν μόνο για τμήμα του ενιαίου χωροθετηθέντος λατομικού χώρου, η εκμίσθωση του υπολοίπου τμήματος του ίδιου χωροθετηθέντος χώρου στους εκμεταλλευτές των λατομείων αυτών γίνεται ως εξής:
α) αν πρόκειται για δημόσιες εκτάσεις, με απευθείας σύμβαση,
β) αν πρόκειται για δημοτικές εκτάσεις σύμφωνα με σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της υπ΄ αριθμ. 19690/19.4.1995 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Βιομηχανίας, Έρευνας και Τεχνολογίας (Β΄402) όπως συμπληρώθηκε με την υπ΄ αριθμ. 19661/6.6.2001 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Ανάπτυξης(Β΄775),
γ) η διάρκεια της μίσθωσης των λατομείων των περιπτώσεων α΄ και β΄ δεν μπορεί να υπερβαίνει αυτήν του υφισταμένου ήδη αδειοδοτηθέντος λατομείου. Για τις παρατάσεις αυτών των συμβάσεων εφαρμόζεται το άρθρο 63 του ν. 4442/2016.
19. Μεταβολή των χρήσεων γης σε περιοχές που λειτουργούν νομίμως λατομεία αδρανών υλικών, βιομηχανικών ορυκτών και μαρμάρων, δεν κωλύει τη συνέχιση της λειτουργίας και την παράταση των μισθώσεων των λατομείων αυτών με βάση τις διατάξεις του παρόντος και του ν. 4442/2016, εκτός αν με τις νέες διατάξεις ορίζεται διαφορετικά.
20. Πάγια ή αναλογικά μισθώματα που έχουν καθορισθεί κατά τρόπο διαφορετικό από τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 45 με απευθείας συμβάσεις μίσθωσης που έχουν συναφθεί πριν την έναρξη εφαρμογής του παρόντος, εξακολουθούν να καταβάλλονται όπως προβλέπεται στις συμβάσεις και σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από την 31.12.2025. Δημοτικά λατομεία βιομηχανικών ορυκτών, για τα οποία έχουν καθορισθεί υψηλότερα μισθώματα από τα ανώτατα όρια της παρ. 4 του άρθρου 45, συνεχίζουν να καταβάλλουν τα καθορισθέντα στις συμβάσεις μισθώματα μέχρι τη λήξη και των παρατάσεων αυτών.
Για τα ανωτέρω δημοτικά λατομεία βιομηχανικών ορυκτών, σε περίπτωση νέων συμβάσεων, το μίσθωμα καθορίζεται ελεύθερα.
21. Μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος ο αρμόδιος κατά περίπτωση Περιφερειάρχης εκδίδει διαπιστωτική πράξη ελευθέρωσης του χώρου, σχετικά με τις εκτάσεις των οποίων οι άδειες μεταλλευτικών ερευνών έχουν λήξει κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.
22. Οι εκμεταλλευτές λατομείων αδρανών υλικών που λειτουργούν εντός καθορισμένων λατομικών περιοχών, καθώς και οι εκμεταλλευτές μεταλλείων υποχρεούνται να καταθέσουν στην αρμόδια υπηρεσία της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας αντίστοιχα, εγγυητική επιστολή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 55, εντός ενός (1) έτους από τη δημοσίευση του παρόντος, η οποία ισούται με το 20% του προβλεπόμενου ποσού για τη δαπάνη αποκατάστασης περιβάλλοντος στην ισχύουσα ΑΕΠΟ. Η εγγυητική επιστολή θα προσαυξάνεται κάθε έτος κατά το 20% του προβλεπόμενου ποσού αποκατάστασης, έτσι ώστε πριν από τη λήξη της πενταετίας να καλύπτεται το 100 % της προβλεπόμενης δαπάνης.
23. Νομικά και φυσικά πρόσωπα που εκμεταλλεύονται λατομεία σχιστολιθικών πλακών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 3851/2010 (Α΄85), όπως έχουν αντικατασταθεί με το άρθρο 27 του ν. 4258/2014 (Α΄94), και συμπληρωθεί με το άρθρο 62 του ν. 4305/2014 (Α΄237), προκειμένου να συνεχίσουν την εκμετάλλευση των λατομείων αυτών, οφείλουν, να υποβάλουν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, σύμφωνα με το άρθρο 64 του ν. 4442/2016, μέσα σε ένα (1) έτος από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Για την πρώτη τριετία εφαρμογής των διατάξεων αυτών, η εγγυητική επιστολή έναντι τυχόν οφειλόμενων μισθωμάτων υπολογίζεται στο 50 % των προβλεπόμενων πάγιων σύμφωνα με τον τύπο της παρ. 4 του άρθρο 45.
Η κατάθεση της εγγυητικής επιστολής της παρ. 2 του άρθρου 55 για τη αποκατάσταση του περιβάλλοντος σύμφωνα με την εγκεκριμένη ΑΕΠΟ γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 22 του παρόντος.
24. Μέχρι την έκδοση των κανονιστικών πράξεων που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, για τα ρυθμιζόμενα από τις κανονιστικές αυτές πράξεις ζητήματα εφαρμόζονται οι προϊσχύουσες σχετικές διατάξεις, εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος.
1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 24 του άρθρου 68, από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι παρακάτω διατάξεις, καθώς και κάθε άλλη διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος:
α. Τα άρθρα 28 και 29 του ν.δ. 4029/1959 (Α΄ 250).
β. Ο ν. 669/1977 (Α΄241) εκτός από τα άρθρα 37 και 51.
γ. Ο ν. 1428/1984 (Α΄43) εκτός από τα άρθρα 26 και 28.
δ. Τα άρθρα 1 έως 17, 19 έως 26 και 34 του ν. 2115/1993 (Α΄15).
ε. Τα άρθρα 6,7,8 και η παράγραφος 1 του άρθρου 14 του ν. 2702/1999 (Α΄70).
στ. Το άρθρο 7 και η παράγραφος 1 (β) του άρθρου 12 του ν. 2837/2000 (Α΄178).
ζ. Τα άρθρα 13 και 17 του ν. 3335/2005 (Α΄95).
η. Το άρθρο 14 του ν. 3438/2006 (Α΄33).
θ. Το άρθρο 16 του ν. 3851/2010 (Α΄85), όπως ισχύει.
ι. Το άρθρο 183 του ν. 4001/2011 (Α΄179).
ια. Τα άρθρα 10 και 11 του ν. 4203/2013 (Α΄235).
ιβ. Οι παράγραφοι 1 έως και 6 της υποπαραγράφου στ΄ 12 του άρθρου 1 του ν. 4254/2014 (Α΄85).
ιγ. Η παράγραφος 3 του άρθρου 43 του ν. 4262/2014 (Α΄114 ).
ιδ. Τα άρθρα 41 και 69 του ν. 4409/2016 (Α΄136).
ιε. Η περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 4, το άρθρο 102 και το άρθρο 104 της υπ’ αριθμ. 2223/14.6.2011 απόφασης του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β΄ 1227) καταργείται.
ιστ. Το άρθρο 104 της αριθμ. 2223/14.6.2011 απόφασης του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β΄ 1227) καταργείται.
1. Τα έργα που περιγράφονται στο στοιχείο 9, του Παραρτήματος V (Ομάδα 5η) της υπουργικής απόφασης ΔΙΠΑ/οικ. 37674/27.7.2016 (Β΄ 2471) εντάσσονται στην κατηγορία Β. Αρμόδια υπηρεσία για την υπαγωγή σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις των έργων και δραστηριοτήτων της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της υπουργικής απόφασης 46294/2013 (Β΄ 2001) είναι η Διεύθυνση Τεχνικού Ελέγχου της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Οι εγκεκριμένες ΑΕΠΟ για τα έργα του προηγούμενου εδαφίου εξακολουθούν να ισχύουν έως τη λήξη τους πλην των ερευνητικών γεωτρήσεων για ανεύρεση μεταλλευτικών ορυκτών.
2. Στο τέλος της παραγράφου 8 του άρθρου 45 του ν. 998/1979(Α΄289), όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:
«Εκμεταλλευτές μεταλλείων και λατομείων, οποιασδήποτε κατηγορίας ορυκτού, οι οποίοι έχουν καταβάλει εγγυητική επιστολή για την αποκατάσταση της έκτασής τους, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, απαλλάσσονται από την υποχρέωση αναδάσωσης ή δάσωσης έκτασης ίδιου εμβαδού με εκείνη στην οποία εγκρίθηκε η επέμβαση και υποχρεούνται να καταβάλουν αντάλλαγμα χρήσης ίσο με το 100% της καθοριζόμενης, σύμφωνα με το άρθρο 6, αξίας της έκτασης τους. Αποφάσεις αναδάσωσης ή δάσωσης έκτασης ίδιου εμβαδού που έχουν ήδη εκδοθεί και αφορούν εκμεταλλευτές λατομείων που εμπίπτουν στο προηγούμενο εδάφιο ανακαλούνται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, εφόσον έχει καταβληθεί ως αντάλλαγμα χρήσης το 100% της καθοριζόμενης, σύμφωνα με το άρθρο 6, αξίας της έκτασης επέμβασης.».
Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του νόμου τα Παραρτήματα 1 και 2.
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις του.
1. Όλα τα υφιστάμενα εργασιακά δικαιώματα και υποχρεώσεις του προσωπικού που απασχολείται κατά την
ημερομηνία απόσχισης, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ή έμμισθης εντολής στον κλάδο της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας της ΛΑΓΗΕ Α.Ε., όπως αυτά απορρέουν από τις ατομικές συμβάσεις εργασίας τους ή έμμισθης εντολής, μεταβιβάζονται, κατά την ημερομηνία απόσχισης, στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.» σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 178/2002 «Μέτρα σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων, σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 98/50/ΕΚ του Συμβουλίου». Το προσωπικό αυτό και μετά την ημερομηνία μεταβίβασης της εργασιακής του σχέσης εξακολουθεί να ασφαλίζεται στους ίδιους κλάδους του ΕΦΚΑ στους οποίους ήταν ασφαλισμένο κατά την ημερομηνία μεταβίβασης.
2. Το εργασιακό καθεστώς του προσωπικού της «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.», συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού της παρ. 1, καθορίζεται από την εργατική νομοθεσία και τον κανονισμό εργασίας που θα καταρτιστεί σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
3. Το προσωπικό της παρ. 1 μπορεί, εντός μηνός από την ημερομηνία πληροφόρησής του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 του π.δ. 178/2002, να εναντιωθεί στην μεταβίβαση της εργασιακής του σχέσης από τη ΛΑΓΗΕ Α.Ε. στην «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.». Η εναντίωση αυτή γίνεται εγγράφως και μπορεί να απευθύνεται είτε στη ΛΑΓΗΕ Α.Ε. είτε στην «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.». Η άσκηση του δικαιώματος εναντίωσης δεν αποτελεί λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του προσωπικού, του οποίου η απασχόληση συνεχίζεται με τη ΛΑΓΗΕ Α.Ε. σε κατάλληλη θέση εργασίας, αναλόγως των προσόντων και της εμπειρίας του, ίδιας ιεραρχικής στάθμης.
4. Για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την έναρξη λειτουργίας της «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.» και για τη διευκόλυνση της πλήρους ανάπτυξης των δικών της Υπηρεσιών, με σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ της «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.» και της ΛΑΓΗΕ Α.Ε., μπορεί να ρυθμίζονται τα σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις για την απασχόληση από την «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.» προσωπικού της ΛΑΓΗΕ Α.Ε. Για τη διάθεση του προσωπικού αυτού λαμβάνεται υπόψη η βούλησή του και η προηγούμενη απασχόλησή του σε εργασίες αντίστοιχες με αυτές που πρόκειται να απασχοληθεί στην «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.». Η μισθοδοσία και οι ασφαλιστικές εισφορές του διατιθέμενου προσωπικού εξακολουθούν να καταβάλλονται από τη ΛΑΓΗΕ Α.Ε., η δε «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.» υποχρεούται να αποζημιώνει την ΛΑΓΗΕ Α.Ε. για το κόστος αυτό, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στη μεταξύ τους σύμβαση. Η απασχόληση του προσωπικού αυτού στην «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.» λογίζεται ως πραγματική υπηρεσία για όλες τις συνέπειες στη ΛΑΓΗΕ Α.Ε. Με τη λήξη της σύμβασης διάθεσης, για οποιονδήποτε λόγο, το διατιθέμενο προσωπικό επανέρχεται στη ΛΑΓΗΕ Α.Ε. και εντάσσεται σε κατάλληλη θέση εργασίας αναλόγως των προσόντων και της εμπειρίας του, ίδιας ιεραρχικής στάθμης τουλάχιστον με αυτή που κατείχε προ της διάθεσής του.
5. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, το προσωπικό της ΑΔΜΗΕ Α.Ε., που έχει διατεθεί στη ΛΑΓΗΕ Α.Ε., σύμφωνα με το άρθρο 119 παρ. 3 του ν. 4001/2011, μπορεί να δηλώσει εγγράφως ότι επιθυμεί να ενταχθεί στο προσωπικό της ΛΑΓΗΕ Α.Ε., είτε άμεσα είτε κατά την ημερομηνία λήξεως ισχύος της σύμβασης διάθεσης κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 119 παρ. 3 του ν. 4001/2011. Η ένταξη του προαναφερόμενου προσωπικού στη ΛΑΓΗΕ Α.Ε., στη θέση και με τις αρμοδιότητες που κατείχε, γίνεται κατά παρέκκλιση κάθε αντίθετης γενικής ή ειδικής ρύθμισης νόμου, κανονισμού, διαιτητικής απόφασης, συλλογικής ή ατομικής σύμβασης. Κατά την ένταξη του ως άνω προσωπικού διατηρούνται σε ισχύ και εφαρμόζονται όπως και στο λοιπό υφιστάμενο προσωπικό της ΛΑΓΗΕ Α.Ε. βάσει των διατάξεων των άρθρων 103 και
119 του παρόντος νόμου, τα προβλεπόμενα σχετικά με τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα σε νόμο, σε ατομική σύμβαση εργασίας και κατ΄αναλογία σε εφαρμοστέες Επιχειρησιακές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, στον Κανονισμό Κατάστασης Προσωπικού ΔΕΗ (ΚΚΠ/ΔΕΗ), στις εν γένει υφιστάμενες υπηρεσιακές ρυθμίσεις της ΑΔΜΗΕ Α.Ε. Η προϋπηρεσία που έχει αναγνωριστεί από την ΑΔΜΗΕ Α.Ε. αναγνωρίζεται πλήρως για όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτή και δεν επιτρέπεται συνεπεία της παραπάνω μεταφοράς βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας. Το προσωπικό αυτό και μετά την ημερομηνία ένταξης εξακολουθεί να ασφαλίζεται στους ίδιους κλάδους του ΕΦΚΑ στους οποίους ήταν ασφαλισμένο κατά την ημερομηνία ένταξης. Σε περίπτωση μη υποβολής της ανωτέρω δήλωσης, εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 119 παρ. 3 του ν. 4001/2011.
6. Στην περίπτωση των εργαζομένων της ΑΔΜΗΕ Α.Ε. που παρέχουν την εργασία τους στον αποσχιζόμενο κλάδο και ασκούν το δικαίωμα του εδαφίου α΄ της παρ. 5 εφαρμόζονται τα δικαιώματα των παραγράφων 1 έως 4 του παρόντος.
7. Η «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.» υποκαθίσταται αυτοδικαίως και για όσο χρονικό διάστημα απομένει μέχρι τη λήξη τους, στις συμβάσεις έργου που έχουν συναφθεί από την ΛΑΓΗΕ Α.Ε. σύμφωνα με το άρθρο 37 του ν. 4414/2016, και αφορούν σε έργα που σχετίζονται με τον αποσχιζόμενο κλάδο.
8. Σε περίπτωση που μισθωτός υπάλληλος που απασχολείται σε νομικό πρόσωπο, μέτοχο της «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.», εκλέγεται μέλος του Διοικητικού της Συμβουλίου, συνεχίζει να ασφαλίζεται από την «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας Α.Ε.» στους ασφαλιστικούς φορείς στους οποίους είναι ασφαλισμένος ως μισθωτός του νομικού προσώπου-μετόχου.
1. Πριν από το άρθρο 7 του ν.2251/1994 προστίθεται τίτλος ως εξής:
«ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ
ΥΓΕΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ»
2. Η παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ισχύουν οι ορισμοί του παραγωγού και του διανομέα όπως αυτοί ορίζονται στην υπ΄ αριθμ. Ζ3-2810/2004 (Β΄1885) κοινή υπουργική απόφαση. Οι παραγωγοί υποχρεούνται να διαθέτουν στην αγορά μόνο ασφαλή προϊόντα.».
3. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 7 του ν. 2251/1994 η λέξη «προμηθευτές» αντικαθίσταται με τη φράση «παραγωγοί και οι διανομείς».
4. Η παρ. 9 του άρθρου 7 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Όταν οι παραγωγοί και διανομείς γνωρίζουν ή οφείλουν να γνωρίζουν, από πληροφορίες που διαθέτουν και την επαγγελματική τους πείρα, ότι αγαθό που έχουν διαθέσει στην αγορά παρουσιάζει κινδύνους για τον καταναλωτή που είναι ασυμβίβαστοι με τις απαιτήσεις ασφάλειας, οφείλουν να ενημερώνουν αμελλητί τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και κάθε άλλη αρμόδια αρχή, για την πρόληψη των κινδύνων αυτών.».
5. Στην παρ. 10 του άρθρου 7 του ν. 2251/1994 η λέξη «προμηθευτές» αντικαθίσταται με τη φράση «παραγωγοί και διανομείς».
6. Μετά την παρ. 11 του άρθρου 7 του ν. 2251/1994 προστίθεται παρ. 11α ως εξής:
«11α. Οι αρμόδιες αρχές, όπως αυτές ορίζονται στην υπ΄ αριθμ. Ζ3-2810/2004 (Β΄ 1885) κοινή υπουργική απόφαση, ελέγχουν αν τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά είναι ασφαλή.
α) Οι αρμόδιες αρχές ενεργούν ανάλογα με τη σοβαρότητα του κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της προφύλαξης.
β) Οι γενικές αρχές για την επίθεση της σήμανσης CE προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 30 του Κανονισμού 765/2008/ΕΚ. Η σήμανση CE τοποθετείται μόνο σε προϊόντα για τα οποία προβλέπεται η επίθεσή της. Οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν την ορθή εφαρμογή της επίθεσης της σήμανσης CE και λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα όταν γίνεται ανάρμοστη χρήση της. Όταν η σήμανση CE τοποθετείται σε προϊόντα στα οποία δεν προβλέπεται η επίθεσή της, η αρμόδια αρχή για τη γενική ασφάλεια προϊόντων, επιβάλλει με απόφασή της την προσωρινή απαγόρευση της διάθεσης του προϊόντος ή την απόσυρσή του από την αγορά και κυρώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13α. Το προϊόν θα διατεθεί και πάλι στην αγορά, μόνο αν συμμορφώνεται με την ανωτέρω νομοθεσία (αφαίρεση της σήμανσης CE).»
7. Η παρ. 12 του άρθρου 7 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«12. Οι αποφάσεις των παραγράφων 6 και 11α του παρόντος άρθρου κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο, με απόδειξη παραλαβής, με πρόσκληση για απάντηση από τον ενδιαφερόμενο, με κάθε πρόσφορο τρόπο, συμπεριλαμβανομένης και της επίδοσης δια του ταχυδρομείου, της τηλεομοιοτυπίας και του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Κατά των αποφάσεων αυτών επιτρέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής ενώπιον του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης. Ο Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης αποφαίνεται επί της προσφυγής μέσα σε αποκλειστική προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την άσκησή της.».
8. Η παρ. 13 του άρθρου 7 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«13. Δημόσιες υπηρεσίες και αρχές οι οποίες, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, διαπιστώνουν την ύπαρξη μη ασφαλών ή επικίνδυνων αγαθών υποχρεούνται να διαβιβάζουν αμέσως τα σχετικά στοιχεία στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης.».
1. Ο τίτλος του άρθρου 7α του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 7α
Ψυχική υγεία των ανήλικων καταναλωτών»
2. Η παρ. 1 του άρθρου 7α του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«1.α) Οι προμηθευτές υποχρεούνται να διαθέτουν στην αγορά προϊόντα τα οποία, ως εκ του προορισμού, της χρήσης ή των συνθηκών διάθεσης δεν ενέχουν κινδύνους για την ψυχική, πνευματική ή ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, προμηθευτής είναι και ο παραγωγός καταναλωτικού προϊόντος, κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου, ο αντιπρόσωπός του, ο εισαγωγέας καταναλωτικού προϊόντος σε κράτος-μέλος της Ε.Ε. και κάθε επαγγελματίας που συμμετέχει στην αλυσίδα εφοδιασμού της αγοράς καταναλωτικού προϊόντος και μπορεί να επηρεάσει τα χαρακτηριστικά της ασφάλειας του, καθώς και ο διανομέας.
β) Οι προμηθευτές οφείλουν να προβάλλουν τα προϊόντα που απευθύνονται σε ανήλικους με τρόπο ώστε να μη στρεβλώνεται άμεσα ή έμμεσα η εικόνα της παιδικής ηλικίας αλλοιώνοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και να μην ενισχύεται το αίσθημα του καταναλωτισμού με την προβολή της ευδαιμονίας ως αποκλειστικά συνδεόμενης με την απόκτηση των συγκεκριμένων προϊόντων.
γ) Οι προμηθευτές υποχρεούνται να διαθέτουν στην αγορά προϊόντα, τηρουμένων των διατάξεων για τα προσωπικά δεδομένα των ανηλίκων.»
3. Η περίπτωση ε΄ της παρ. 2 του άρθρου 7α του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«ε) καλλιεργούν διακρίσεις λόγω φυλής, φύλου, θρησκείας, ιθαγένειας, αναπηρίας ή σεξουαλικού προσανατολισμού.».
4. Στην παρ. 2 του άρθρου 7α του ν. 2251/1994 προστίθενται περιπτώσεις ζ΄ και η΄ ως εξής:
«ζ) εγείρουν άμεσα ή έμμεσα, πρόωρα, τον ερωτισμό μέσω λεκτικών ή εικονικών αναπαραστάσεων με σεξουαλικά μηνύματα που δεν συνάδουν με την εικόνα της παιδικής ηλικίας και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής ή αναπαράγουν έμφυλα στερεότυπα,
η) εξοικειώνουν, άμεσα ή έμμεσα, τους ανηλίκους με ανήθικες ή ασεβείς πράξεις.»
5. Η παρ. 3 του άρθρου 7α του ν. 2251/1994 αναριθμείται σε παρ. 7 και αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, ύστερα από γνωμοδότηση της Επιτροπής της παρ. 5, επιβάλλονται για την προστασία των ανηλίκων περιοριστικά και διορθωτικά μέτρα στην κυκλοφορία προϊόντων, βιομηχανικών προϊόντων και ηλεκτρονικών προϊόντων, όπως αναφέρονται στην παρ. 3, τα οποία, υπό συνήθεις ή ευλόγως προβλέψιμες συνθήκες, ενέχουν σοβαρούς κινδύνους για την ψυχική, πνευματική ή ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων, όπως τροποποίηση της επισήμανσής τους ή υπαγωγή της εμπορίας τους σε όρους. Η απόφαση αυτή υπόκειται στην ενδικοφανή προσφυγή της παρ. 12 του άρθρου 7, που εφαρμόζεται αναλόγως».
6. Η παρ. 4 του άρθρου 7α του ν. 2251/1994 αναριθμείται σε παρ. 5 και αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης συνιστάται Επιτροπή Προστασίας Ανηλίκων, η οποία αποτελεί συμβουλευτικό και γνωμοδοτικό όργανο του Γενικού Γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή για θέματα εφαρμογής του παρόντος. Η Επιτροπή αυτή, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, αποτελείται από τα κάτωθι μέλη και ισάριθμα αναπληρωματικά τους:
α) έναν εκπρόσωπο του Συνηγόρου του Πολίτη,
β) έναν εκπρόσωπο του Συνηγόρου Καταναλωτή,
γ) έναν εκπρόσωπο του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού,
δ) ένα μέλος Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ) ή Επιστημονικού Προσωπικού (ΕΠ) Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (ΑΕΙ) με εξειδικευμένες γνώσεις
σε θέματα παιδοψυχολογίας ή κοινωνιολογίας,
ε) έναν εκπρόσωπο του Εθνικού Συμβουλίου Αγοράς και Καταναλωτή που προέρχεται από τις ενώσεις καταναλωτών,
στ) έναν εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης των Επιμελητηρίων Ελλάδος,
ζ) έναν εκπρόσωπο του Συνδέσμου Βιοτεχνών Παιχνιδιών,
η) έναν εκπρόσωπο της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας,
θ) έναν εκπρόσωπο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή.
Τα μέλη της Επιτροπής, πλην του μέλους ΔΕΠ ή ΕΠΑΕΙ, προτείνονται, με τους αναπληρωτές τους, από τους οικείους φορείς μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα
(30) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτούς σχετικής πρόσκλησης του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Το μέλος ΔΕΠ ή ΕΠ ΑΕΙ προτείνεται εντός της ίδιας προθεσμίας από τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Αν οι φορείς ή ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων δεν προτείνουν τους εκπροσώπους τους μέσα στην προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, αυτοί ορίζονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Τα μέλη της Επιτροπής, με τους αναπληρωτές τους, ο Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος, καθώς και ο γραμματέας αυτής ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, με θητεία δύο (2) ετών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα αρμοδιότητας και λειτουργίας της Επιτροπής, καθώς και κάθε σχετικό θέμα».
7. Η παρ. 5 του άρθρου 7α του ν. 2251/1994 αναριθμείται σε παρ. 3 και αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι παραγωγοί ηλεκτρονικών προϊόντων ψυχαγωγίας και απασχόλησης κατά τον ελεύθερο χρόνο, όπως ηλεκτρονικών παιχνιδιών και βιντεοπαιχνιδιών, υποχρεούνται να προβάλλουν τα προϊόντα αυτά ανάλογα με τις ηλικιακές ομάδες προς τις οποίες απευθύνονται.».
8. Η παρ. 6 του άρθρου 7α του ν. 2251/1994 αναριθμείται σε παρ. 4 και αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Επιχειρήσεις που διαθέτουν δωρεάν ή έναντι αμοιβής τη χρήση ηλεκτρονικών παιχνιδιών και λοιπών ψηφιακών εφαρμογών στους καταναλωτές σε χώρους όπου έχουν πρόσβαση και ανήλικοι υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τα προβλεπόμενα στην παρ. 3 του παρόντος άρθρου.».
9. Στο άρθρο 7α του ν. 2251/1994 προστίθεται παρ. 4α ως εξής:
«4α. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης εκδίδεται Κώδικας Δεοντολογίας για τις επιχειρήσεις της παρ. 4 του παρόντος άρθρου, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Προστασίας Ανηλίκων της παρ. 5 του παρόντος.».
10. Μετά την παρ. 5 του άρθρου 7α του ν. 2251/1994, όπως αυτή αντικαθίσταται με το παρόν άρθρο, προστίθεται παρ. 6 ως εξής:
«6. Η Επιτροπή, κατά τη διάρκεια των εργασιών της και εφόσον αυτό κρίνεται σκόπιμο ανάλογα με την υπό εξέταση καταγγελία, ζητά τη συνδρομή ή και τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις άλλων φορέων ή οργανισμών των οποίων οι αρμοδιότητες άπτονται ή είναι συναφείς με την υπό εξέταση υπόθεση.».
10. Η παρ. 7 του άρθρου 7α του ν. 2251/1994 αναριθμείται σε παρ. 8.
1. Πριν το άρθρο 9 του ν. 2251/1994 προστίθεται τίτλος ως εξής:
«ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ - ΑΘΕΜΙΤΕΣ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ»
2. Η περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 2251/1994 καταργείται και η περίπτωση γ΄ αναριθμείται σε περίπτωση β΄.
3. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, οι τηλεοπτικοί σταθμοί λογίζονται ως προμηθευτές κατά την έννοια του άρθρου 1α.».
4. Η παρ. 8 του άρθρου 9 του ν. 2251/1994 καταργείται.
5. Οι περιπτώσεις α΄ και β΄ του άρθρου 9α του ν. 2251/1994 καταργούνται. Η περίπτωση γ΄ αναριθμείται σε περίπτωση α΄, η περίπτωση δ΄ αναριθμείται σε περίπτωση β΄, η περίπτωση ε΄ αναριθμείται σε περίπτωση γ΄, η περίπτωση στ΄ αναριθμείται σε περίπτωση δ΄, η περίπτωση ζ΄ αναριθμείται σε περίπτωση ε΄, η περίπτωση η΄ αναριθμείται σε περίπτωση στ΄, η περίπτωση θ΄ αναριθμείται σε περίπτωση ζ΄, η περίπτωση ι΄ αναριθμείται σε περίπτωση η΄, η περίπτωση ια΄ αναριθμείται σεπερίπτωση θ΄, η περίπτωση ιβ΄ αναριθμείται σε περίπτωση ι΄.
6. Η περίπτωση ιβ΄ του άρθρου 9α του ν. 2251/1994 όπως αναριθμήθηκε σε περίπτωση ι΄ σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, αντικαθίσταται ως εξής:
«ι) νομοθετικώς κατοχυρωμένο επάγγελμα, επαγγελματική δραστηριότητα ή ομάδα επαγγελματικών δραστηριοτήτων η πρόσβαση στην οποία ή η άσκησή της ή ένας από τους τρόπους άσκησής της προϋποθέτει, άμεσα ή έμμεσα, ειδικά επαγγελματικά προσόντα σύμφωνα με το π.δ. 38/2010 (Α΄ 78), τον ν. 3919/2011 (Α΄ 32), ή ειδικότερα νομοθετήματα.».
7. Στην περίπτωση γ΄ του άρθρου 9 του ν. 2251/1994 η φράση «της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου και» καταργείται.
8. Στην περίπτωση στ΄ του άρθρου 9 του ν. 2251/1994 η φράση «εκτός αν τα προϊόντα αυτά αποτελούν υποκατάστατα σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 4» αντικαθίσταται με τη φράση «σύμφωνα με τα άρθρα 4β και 4ζ, εκτός αν τα προϊόντα αυτά αποτελούν υποκατάστατα».
9. Η παράγραφοι 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 9θ του ν. 2251/1994 αναριθμούνται σε παραγράφους 2, 3, 4, 5 και 6 και προστίθεται παράγραφος 1 ως εξής:
«Όταν παραβιάζονται οι διατάξεις του παρόντος μέρους εφαρμόζονται, συμπληρωματικά με τις κυρώσεις του άρθρου 13α του παρόντος νόμου, οι διατάξεις των επόμενων παραγράφων.».
10. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 9θ΄ του ν. 2251/1994, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την προηγούμενη παράγραφο του παρόντος άρθρου, αντικαθίσταται ως εξής:
«Κάθε καταναλωτής ή ένωση καταναλωτών έχει το δικαίωμα, όταν παραβιάζονται οι διατάξεις των άρθρων 9 και 9γ έως 9η, να ζητά την δικαστική παύση κάθε αθέμιτης εμπορικής πρακτικής και την παράλειψή της στο μέλλον, καθώς και αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη εξαιτίας της πρακτικής αυτής.».
6. Η περίπτωση ιβ΄ του άρθρου 9α του ν. 2251/1994 όπως αναριθμήθηκε σε περίπτωση ι΄ σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, αντικαθίσταται ως εξής:
«ι) νομοθετικώς κατοχυρωμένο επάγγελμα, επαγγελματική δραστηριότητα ή ομάδα επαγγελματικών δραστηριοτήτων η πρόσβαση στην οποία ή η άσκησή της ή ένας από τους τρόπους άσκησής της προϋποθέτει, άμεσα ή έμμεσα, ειδικά επαγγελματικά προσόντα σύμφωνα με το π.δ. 38/2010 (Α΄ 78), τον ν. 3919/2011 (Α΄ 32), ή ειδικότερα νομοθετήματα.».
1. Για τους σκοπούς του παρόντος Κεφαλαίου νοούνται ως:
α) εκθέτης: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο συμμετέχει σε εμπορική έκθεση με σκοπό την επίδειξη και προώθηση προϊόντων ή υπηρεσιών.
β) εμπορικός επισκέπτης: κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο επισκέπτεται εμπορική έκθεση ως νόμιμος ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος εταιρίας ή ατομικής επιχείρησης, με απώτερο σκοπό τη σύναψη εμπορικής συμφωνίας.
γ) εκθεσιακός χώρος: η έκταση η οποία διαθέτει μόνιμα στεγασμένο χώρο μικτού εμβαδού τουλάχιστον πεντακοσίων (500) τετραγωνικών μέτρων και άδεια καταλληλότητας για τη διενέργεια εμπορικών εκθέσεων.
δ) εκθεσιακό κέντρο: η έκταση η οποία διαθέτει μόνιμα στεγασμένο χώρο μικτού εμβαδού τουλάχιστον δύο χιλιάδων (2.000) τετραγωνικών μέτρων και άδεια καταλληλότητας για τη διενέργεια εμπορικών εκθέσεων.
ε) εμπορική έκθεση: σύντομης διάρκειας εκδήλωση κατά την οποία, προϊόντα, υπηρεσίες και πληροφορίες, εκτός έργων τέχνης, επιδεικνύονται και προωθούνται από σημαντικό αριθμό εκθετών σε εμπορικούς επισκέπτες και ενδεχομένως στο ευρύ κοινό και διενεργείται αποκλειστικά εντός εκθεσιακού χώρου ή εκθεσιακού κέντρου, ανεξαρτήτως του διακριτικού τίτλου ή της επωνυμίας που φέρει.
στ) διεθνής εμπορική έκθεση: η εμπορική έκθεση η οποία λαμβάνει χώρα αποκλειστικά εντός εκθεσιακού χώρου ή εκθεσιακού κέντρου και στην οποία συμμετέχει σημαντικός αριθμός διεθνών εκθετών ή την επισκέπτεται σημαντικός αριθμός διεθνών εμπορικών επισκεπτών.
1. Προκειμένου να λειτουργήσουν εμπορικές εκθέσεις απαιτείται ανακοίνωση − γνωστοποίηση στον οικείο Δήμο ή στην περίπτωση διεθνών εκθέσεων, στην οικεία Περιφέρεια.
2. Η ανακοίνωση της λειτουργίας εμπορικών εκθέσεων υποβάλλεται από το διοργανωτή στο Δήμο ή στην περίπτωση διεθνών εμπορικών εκθέσεων, στην Περιφέρεια, στα όρια των οποίων πρόκειται να διεξαχθεί η εμπορική έκθεση.
3. Η ανακοίνωση υποβάλλεται τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από την προγραμματισμένη ημερομηνία λειτουργίας της εμπορικής έκθεσης και περιλαμβάνει
υποχρεωτικά, τα εξής:
α) τον αριθμό δελτίου αστυνομικής ταυτότητας του φυσικού προσώπου που διοργανώνει την εμπορική έκθεση ή, όταν διοργανώνεται από νομικό πρόσωπο, τον αριθμό δελτίου αστυνομικής ταυτότητας του νομίμου εκπροσώπου του,
β) την επωνυμία και το διακριτικό τίτλο, την έδρα, τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ), την Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (ΔΟΥ) και αριθμό Γενικού Εμπορικού Μητρώου (ΓΕΜΗ) της εταιρίας ή της ατομικής επιχείρησης που διοργανώνει την εμπορική έκθεση,
γ) τον διακριτικό τίτλο της εμπορικής έκθεσης και διευκρίνιση αν απευθύνεται μόνο σε εμπορικούς επισκέπτες ή και στο ευρύ κοινό,
δ) τον αριθμό πρωτοκόλλου άδειας καταλληλότητας, του άρθρου 114, των εγκαταστάσεων του εκθεσιακού χώρου ή του εκθεσιακού κέντρου όπου θα λάβει χώρα
η εμπορική έκθεση,
ε) υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 (Α΄ 75) από το φυσικό πρόσωπο διοργανωτή ή στην περίπτωση νομικού προσώπου από τον νόμιμο εκπρόσωπό του, όπου δηλώνει ότι:
αα) δεν έχει καταδικαστεί για τα αδικήματα της απάτης, υπεξαίρεσης, χρεοκοπίας, πλαστογραφίας ή φοροδιαφυγής, λαθρεμπορίας, παράβασης των νόμων για τα ναρκωτικά και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση,
ββ) στην έκθεση θα παρευρίσκεται γενικός ιατρός ή διπλωματούχος νοσοκόμος, προκειμένου να διασφαλίζεται η παροχή πρώτων βοηθειών κατά τη διάρκεια λειτουργίας της έκθεσης,
γγ) συνεργάζεται με κατάλληλα αδειοδοτημένο συλλέκτη για τα απόβλητα που θα προκύψουν από τη δραστηριότητα. Εφόσον τα απόβλητα που θα προκύψουν από τη διαμόρφωση του εκθεσιακού χώρου ή του εκθεσιακού κέντρου και τη λειτουργία της έκθεσης εμπίπτουν στο ν. 2939/2001 (Α΄ 179), ο διοργανωτής υποχρεούται να διαχειρίζεται τα απόβλητα αυτά μέσω εγκεκριμένων συστημάτων εναλλακτικής διαχείρισης,
δδ) τηρούνται όλα τα μέτρα ασφαλείας που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία,
εε) το πλάτος των διαδρόμων επισκεπτών (εξαιρουμένων των βοηθητικών διαδρόμων) είναι τουλάχιστον δύο (2) μέτρα, προκειμένου για εκθέσεις που απευθύνονται μόνο σε εμπορικούς επισκέπτες ή τουλάχιστον τρία (3) μέτρα, προκειμένου για εκθέσεις που απευθύνονται και στο ευρύ κοινό.
Οι διαστάσεις των διαδρόμων επισκεπτών, θα πρέπει να πληρούν σε κάθε περίπτωση τις ελάχιστες απαιτήσεις των πολεοδομικών διατάξεων.
ζ) Τον ακριβή καθορισμό του είδους των εκθεμάτων ή του κλάδου που θα προβληθεί,
η) το ωράριο λειτουργίας και το ακριβές χρονικό διάστημα λειτουργίας της εμπορικής έκθεσης, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα (30) συναπτές ημέρες,
θ) τον κανονισμό συμμετοχής των εκθετών, ο οποίος συντάσσεται από τον διοργανωτή και περιγράφει τους ειδικότερους όρους συμμετοχής των εκθετών και ενοικίασης και χρήσης του εκθετηρίου χώρου.
4. Οι υπηρεσίες των Δήμων ή των Περιφερειών στις οποίες κατατίθεται η ανακοίνωση, αναζητούν υπηρεσιακώς εντός δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών αντίγραφο της άδειας καταλληλότητας των εγκαταστάσεων του εκθεσιακού χώρου ή του εκθεσιακού κέντρου στις οποίες θα λάβει χώρα η εμπορική έκθεση. Σε περίπτωση που δεν έχει εκδοθεί η ως άνω άδεια οφείλουν να ενημερώσουν τον διοργανωτή αμελλητί, με κάθε πρόσφορο μέσο, συμπεριλαμβανομένης και της επίδοσης διά του ταχυδρομείου, της τηλεομοιοτυπίας και του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, και με απόδειξη παραλαβής ότι η εμπορική έκθεση δεν μπορεί να διοργανωθεί στις συγκεκριμένες εγκαταστάσεις.
5. Η υπηρεσία, στην οποία κατατίθεται η υπεύθυνη δήλωση της περίπτωσης ε΄ της παρ. 3 ενεργεί δειγματοληπτικό έλεγχο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 3230/2004 (Α΄ 44).
6. Απαγορεύεται η χρήση των όρων «έκθεση», «εμπορική έκθεση», «διεθνής έκθεση» και «διεθνής εμπορική έκθεση», καθώς και των αντίστοιχων αγγλικών όρων «exhibition», «commercial exhibition», «international exhibition» και «international commercial exhibition» στο διακριτικό τίτλο οποιασδήποτε εκδήλωσης λαμβάνει χώρα εκτός εκθεσιακού κέντρου ή εκθεσιακού χώρου.
1. Προκειμένου να διοργανωθούν εμπορικές εκθέσεις απαιτείται άδεια καταλληλότητας εκθεσιακών κέντρων ή εκθεσιακών χώρων.
2. Η άδεια καταλληλότητας των εκθεσιακών κέντρων ή εκθεσιακών χώρων χορηγείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες των Δήμων ύστερα από αίτηση του κυρίου, νομέα ή κατόχου της εγκατάστασης που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως χώρος για τη διοργάνωση εμπορικών εκθέσεων.
3. Η αίτηση περιλαμβάνει υποχρεωτικά τα παρακάτω στοιχεία και δικαιολογητικά:
α) Την επωνυμία και το διακριτικό τίτλο, την έδρα, το ΑΦΜ, τη ΔΟΥ και τον αριθμό ΓΕΜΗ της εταιρίας ή της ατομικής επιχείρησης που είναι ο κύριος, νομέας, ή κάτοχος της εγκατάστασης που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως χώρος για τη διοργάνωση εμπορικών εκθέσεων ή σε περίπτωση που ο κύριος, νομέας η κάτοχος είναι φυσικό πρόσωπο τον αριθμό δελτίου ταυτότητας, το ΑΦΜ και τη ΔΟΥ αυτού.
β) Αντίγραφο της οικοδομικής άδειας ή της άδειας δόμησης, από όπου να προκύπτει ότι επιτρέπεται η χρήση του χώρου για τη διοργάνωση εμπορικής έκθεσης, μαζί με το εγκεκριμένο τοπογραφικό και διάγραμμα κάλυψης ή δόμησης που τη συνοδεύει, καθώς και αντίγραφα τυχόν πρόσθετων τακτοποιήσεων χώρων σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία περί αυθαιρέτων, συνοδευόμενες από την βεβαίωση χώρου κύριας χρήσης της παρ. 8 του άρθρου 107 του ν. 4495/2017 (Α΄ 167), στην οποία βεβαιώνεται επιπρόσθετα ότι η χρήση του χώρου για την διοργάνωση εμπορικής έκθεσης στο εν λόγω ακίνητο είναι επιτρεπτή.
γ) Διάγραμμα διάταξης του χώρου που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για τη διενέργεια εμπορικών εκθέσεων, καθώς και σε κατάλληλη κλίμακα ο κύριος εκθεσιακός, αποθηκευτικός και βοηθητικός χώρος, οι έξοδοι κινδύνου, οι παρεμβάσεις για τη διασφάλιση προσβασιμότητας σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, οι χώροι πυρασφάλειας και οι χώροι υγιεινής.
Το σχεδιάγραμμα πρέπει να συνοδεύεται από βεβαίωση διπλωματούχου μηχανικού, από την οποία να προκύπτει η καταλληλότητα του χώρου για τη διενέργεια εμπορικών εκθέσεων και η τήρηση των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για τη διασφάλιση προσβασιμότητας ατόμων με ειδικές ανάγκες (ΑΜΕΑ).
Τα εκθεσιακά κέντρα και οι εκθεσιακοί χώροι πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις του οικοδομικού κανονισμού και του κτιριοδομικού κανονισμού, όπως εξειδικεύεται σε επιμέρους τεχνικούς κανονισμούς και πρέπει να έχουν ελεύθερο ύψος τουλάχιστον τέσσερα (4) μέτρα σε ποσοστό τουλάχιστον εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της συνολικής επιφάνειάς τους.
δ) Στοιχεία του φορέα έκδοσης απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων και αριθμό πρωτοκόλλου αυτής, ώστε να αναζητηθεί υπηρεσιακά εφόσον απαιτείται σύμφωνα με τον ν. 4014/2011 (Α΄ 209).
ε) Υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 του κυρίου, νομέα ή κατόχου της εγκατάστασης που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως χώρος για τη διοργάνωση εμπορικών εκθέσεων όπου να δηλώνεται ότι εξασφαλίζεται η δυνατότητα πρόσβασης ή εισόδου φορτηγών και γερανών, η ύπαρξη χώρου στάθμευσης φορτηγών και Ι.Χ. αυτοκινήτων, σύμφωνα με την παρ. 4, και η ύπαρξη αποθηκών για υλικά συσκευασίας.
στ) Πιστοποιητικό πυροπροστασίας από την αρμόδια πυροσβεστική Υπηρεσία για το χώρο, όπως αυτός διαμορφώνεται σύμφωνα με την περίπτωση γ΄.
ζ) Βεβαίωση της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας της οικείας Περιφέρειας για τη διασφάλιση των κατάλληλων συνθηκών υγιεινής.
η) Βεβαίωση ασφαλιστικής εταιρίας ή αντίγραφο ισχύοντος ασφαλιστήριου συμβολαίου, από τα οποία να αποδεικνύεται η κάλυψη αστικής ευθύνης για τυχόν ατυχήματα σε τρίτους (θάνατος, σωματική βλάβη ή/και υλική ζημία) και πυρός.
4. Η αναλογία των θέσεων στάθμευσης πρέπει να είναι μία (1) θέση ανά τριάντα πέντε (35) τ.μ. επιφάνειας της έκθεσης (συνολική επιφάνεια μικτού εκθεσιακού κέντρου ή χώρου). Σε κάθε περίπτωση ο ελάχιστος αριθμός θέσεων στάθμευσης δεν μπορεί να είναι μικρότερος από είκοσι πέντε (25) θέσεις για εκθεσιακούς χώρους και από εκατό (100) για εκθεσιακά κέντρα. Εφόσον οι θέσεις στάθμευσης εντός του ακινήτου του εκθεσιακού κέντρου ή εκθεσιακού χώρου δεν επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών του, αυτή μπορεί να γίνεται με χρήση νομίμων χωρών στάθμευσης σε απόσταση μέχρι οκτακόσια (800) μέτρα από αυτόν. Όταν ο χώρος στάθμευσης βρίσκεται σε μεγαλύτερη απόσταση από την αναφερόμενη στο προηγούμενο εδάφιο, απαιτείται η χρήση λεωφορείων αποκλειστικά για την μεταφορά εκθετών επισκεπτών, χωρίς επιβάρυνση για αυτούς. Στην περίπτωση αυτή οι χώροι στάθμευσης και τα σχετικά αποδεικτικά χρήσης τους και μίσθωσης λεωφορείων υποβάλλονται με την αναγγελία κάθε έκθεσης στον οικείο Δήμο.
5. Η άδεια καταλληλότητας των εκθεσιακών κέντρων ή εκθεσιακών χώρων χορηγείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία πενήντα (50) ημερολογιακών ημερών από την αίτηση του ενδιαφερομένου. Μετά την άπρακτη πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας η αίτηση για χορήγηση άδειας καταλληλότητας των εκθεσιακών κέντρων ή εκθεσιακών χώρων θεωρείται ότι έγινε δεκτή.
6. Η άδεια καταλληλότητας των εκθεσιακών κέντρων ή εκθεσιακών χώρων ισχύει για πέντε (5) έτη.
7. Η άδεια καταλληλότητας των εκθεσιακών κέντρων ή εκθεσιακών χώρων δύναται να ανανεώνεται για αντίστοιχο χρονικό διάστημα, αφού προσκομιστεί από κάθε ενδιαφερόμενο υπεύθυνη δήλωση του κυρίου, νομέα ή κατόχου ότι δεν έχουν μεταβληθεί ή παύσει να συντρέχουν οι όροι και προϋποθέσεις δυνάμει των οποίων χορηγήθηκε η αρχική άδεια και διενεργηθεί αυτοψία από την αρμόδια υπηρεσία του Δήμου. Η δήλωση υποβάλλεται το αργότερο δύο (2) μήνες πριν από την λήξη ισχύος της άδειας.
8. Σε περίπτωση που μεταβληθεί το πρόσωπο του κυρίου, νομέα ή κατόχου του εκθεσιακού κέντρου ή εκθεσιακού χώρου, η άδεια καταλληλότητας ισχύει μέχρι να συμπληρωθεί ο χρόνος ισχύος της, με την προϋπόθεση ότι η σχετική μεταβολή έχει γνωστοποιηθεί εγγράφως στην αρμόδια υπηρεσία του Δήμου και έχει σημειωθεί στην άδεια.
Η παρ. 10 του άρθρου 28 του ν. 2843/2000 αντικαθίσταται ως εξής:
«10. Οι ανάγκες της εταιρείας σε προσωπικό μπορούν να καλύπτονται και με απόσπαση υπαλλήλων μόνιμων ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που υπηρετούν στο δημόσιο τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982 (Α΄ 65). Η απόσπαση γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων. Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται μέχρι δύο (2) έτη και μπορεί να παραταθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών του προηγούμενου εδαφίου μία φορά και για χρονικό διάστημα μέχρι δύο (2) έτη κατά παρέκκλιση κάθε άλλης αντίθετης διάταξης. Οι αποδοχές των αποσπασμένων κατά τα ανωτέρω υπαλλήλων καθορίζονται στο ύψος των πάσης φύσεως αποδοχών που ελάμβαναν από το φορέα προέλευσής τους και βαρύνουν την εταιρεία και ο χρόνος υπηρεσίας τους στην εταιρεία θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική τους θέση για οποιαδήποτε υπηρεσιακή συνέπεια. Οι υπάλληλοι αποσπώνται στην εταιρεία με το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο το οποίο κατέχουν.».
1. Το άρθρο 18 του ν. 4497/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρμόδια αρχή έκδοσης και θεώρησης των αδειών επαγγελματιών πωλητών είναι ο δήμος μόνιμης κατοικίας του αδειούχου. Για τις επαγγελματικές άδειες πωλητών λαϊκών αγορών που έχουν εκδοθεί από τους πρώην Οργανισμούς Λαϊκών Αγορών Αττικής και Θεσσαλονίκης, αρμόδιες αρχές θεώρησης ορίζονται η Περιφέρεια Αττικής και η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας αντίστοιχα. Ειδικά, για τις νέες άδειες που εκδίδονται για τη στελέχωση των λαϊκών αγορών της Περιφέρειας Αττικής και της Μητροπολιτικής Ενότητας Θεσσαλονίκης, αρμόδιες είναι οι Περιφέρειες Αττικής και Κεντρικής Μακεδονίας αντίστοιχα. Για την έκδοση και τη θεώρηση της άδειας ο επαγγελματίας καταθέτει υπέρ της αρμόδιας αρχής παράβολο».
2. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 59 του ν. 4497/2017, στη φράση «νέων αδειών υπαιθρίου εμπορίου» μετά τη λέξη «νέων» προστίθεται η λέξη «επαγγελματικών».
3. Η παρ. 10 του άρθρου 100 του ν. 4497/2017 αντικαθίσταται από τις 13 Νοεμβρίου 2017, ως εξής:
«10. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου τίθενται σε ισχύ από την έκδοση των αποφάσεων της παρ. 5, οπότε και καταργείται το άρθρο 40 του ν. 4155/2013 (Α΄ 120).
Υποθέσεις που κατά την ημερομηνία κατάργησης του άρθρου 40 του ν. 4155/2013 εκκρεμούν στο ΣΥΚΑΠ μεταφέρονται στο ΣΥΚΕΑΑΠ.».
1. Με το παρόν θεσπίζεται το γενικό πλαίσιο και οι γενικές αρχές για την άσκηση εποπτείας και τη διαδικασία ελέγχου των οικονομικών δραστηριοτήτων και των προϊόντων.
2. Με τις διατάξεις του παρόντος καθορίζονται:
α) Οι κοινές αρχές και το πλαίσιο για την άσκηση εποπτείας στις οικονομικές δραστηριότητες και στα προϊόντα.
β) Οι γενικοί κανόνες και οι διαδικασίες που ισχύουν για την άσκηση εποπτείας.
γ) Η μεθοδολογία και τα εργαλεία άσκησης της εποπτείας.
δ) Οι αρμοδιότητες και υποχρεώσεις των εποπτευουσών αρχών και τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των ελεγχόμενων οικονομικών φορέων.
ε) Τα μέτρα και οι κυρώσεις στο πλαίσιο της άσκησης εποπτείας.
στ) Άλλα ζητήματα σχετικά με τη λειτουργία του συστήματος άσκησης εποπτείας.
3. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται σε όλες τις οικονομικές δραστηριότητες και προϊόντα, καθώς και σε ό,τι αφορά την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων.
Από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος εξαιρούνται οι φορολογικές, οι τραπεζικές, οι χρηματιστηριακές δραστηριότητες, η ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας και η τήρηση της εργατικής νομοθεσίας.
4. Η εποπτεία ασκείται στα εξής πεδία:
α) Ασφάλεια και συμμόρφωση προϊόντων
β) Ασφάλεια τροφίμου
γ) Προστασία καταναλωτή και σύννομη (ή προσήκουσα) παροχή υπηρεσιών
δ) Ασφάλεια υποδομών και κατασκευών
ε) Δημόσια υγεία
στ) Ασφάλεια και υγεία εργαζομένων
ζ) Προστασία του περιβάλλοντος
η) Προστασία δημοσίων εσόδων.
Για την εφαρμογή του παρόντος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1. Οικονομική δραστηριότητα: η δραστηριότητα που ασκείται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα με σκοπό τον προσπορισμό εισοδήματος και κέρδους στο πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς, όπως ενδεικτικά η παραγωγή και διακίνηση αγαθών, η παροχή υπηρεσιών, η διεξαγωγή εμπορίου και η εκτέλεση έργων.
2. Τομέας δραστηριότητας: το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων που προσδιορίζονται με τετραψήφιο Κωδικό Αριθμό Δραστηριότητας (ΚΑΔ).
3. Οικονομικός φορέας: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο ασκεί οικονομική δραστηριότητα στην Ελληνική Επικράτεια.
4. Προϊόν: αντικείμενο που διατίθεται στην αγορά για διανομή, κατανάλωση ή χρήση στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας.
5. Εγκατάσταση: ο χώρος όπου ασκείται οικονομική δραστηριότητα που φέρει έναν ή περισσότερους Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας (ΚΑΔ) και η οποία μπορεί να ταξινομηθεί ως προς τον κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια, το περιβάλλον ή άλλες πτυχές του δημόσιου συμφέροντος. Στην έννοια της εγκατάστασης για τους σκοπούς του παρόντος νοείται και το κινητό μέσο, στο οποίο ή μέσω του οποίου ασκείται οικονομική δραστηριότητα.
6. Εποπτεία: Οι ενέργειες που πραγματοποιούνται από δημόσια αρχή προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι οικονομικοί φορείς, οι εγκαταστάσεις και τα προϊόντα συμμορφώνονται με την κείμενη νομοθεσία και δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία, την ασφάλεια, το περιβάλλον ή άλλες πτυχές προστασίας του δημοσίου συμφέροντος.
Στην εποπτεία συμπεριλαμβάνονται ο σχεδιασμός, προγραμματισμός και η διενέργεια ελέγχων, η παροχή κατευθυντήριων οδηγιών και πληροφόρησης, τα μέτρα που λαμβάνονται για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης και την άμεση προστασία του δημοσίου συμφέροντος, καθώς και οι κυρώσεις που επιβάλλονται στην περίπτωση παραβίασης της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας.
7. Εποπτεύουσα αρχή: η δημόσια αρχή που έχει αρμοδιότητα άσκησης εποπτείας στους οικονομικούς φορείς και τα προϊόντα. Καθήκοντα εποπτεύουσας αρχής μπορεί να ασκεί η Αρχή Οργάνωσης Εποπτείας και Συντονισμού και η Αρχή Εφαρμογής Εποπτείας και Διαχείρισης Ελέγχου του άρθρου 130.
8. Πεδίο εποπτείας: Μια συγκεκριμένη πτυχή του δημοσίου συμφέροντος, για την προστασία της οποίας απαιτείται εποπτεία ως προς την τήρηση της ενωσιακής και της εθνικής νομοθεσίας.
9. Έλεγχος: Κάθε ενέργεια που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της εποπτείας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης μιας οικονομικής δραστηριότητας και περιλαμβάνει την εξέταση ή αξιολόγηση της συμμόρφωσης των προϊόντων, υπηρεσιών ή εργασιών με την κείμενη νομοθεσία.
10. Ελεγκτής: α) ο δημόσιος υπάλληλος της εποπτεύουσας αρχής με αρμοδιότητα την άσκηση εποπτείας,
β) το φυσικό πρόσωπο που έχει εγγραφεί σε μητρώο της εποπτεύουσας αρχής, στο οποίο ανατίθεται η άσκηση εποπτείας.
11. Εντολή διενέργειας ελέγχου: έγγραφο που περιγράφει το περιεχόμενο του ελέγχου που πρέπει να πραγματοποιηθεί σε συγκεκριμένο οικονομικό φορέα από τον ελεγκτή στον οποίο έχει ανατεθεί.
12. Φύλλο ελέγχου: φύλλο αξιολόγησης της συμμόρφωσης που περιέχει κατ΄ ελάχιστο τις κύριες απαιτήσεις ή τις κατηγορίες απαιτήσεων που υποχρεούνται να τηρούν οι φορείς οικονομικών δραστηριοτήτων σχετικά με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τους.
13. Έκθεση ελέγχου: η αναφορά ή κάθε έγγραφο που συντάσσεται σε συνέχεια του ελέγχου και καταγράφει τα αποτελέσματά του. Τα αποτελέσματα του ελέγχου μπορούν να ενσωματώνονται στο φύλλο ελέγχου και να εκδίδεται ενιαίο έγγραφο.
14. Αρχείο ελέγχου: βάση δεδομένων του πληροφοριακού συστήματος διαχείρισης και ελέγχων όπου καταχωρούνται οι εκθέσεις ελέγχων.
15. Κίνδυνος: η πιθανή βλάβη που δύναται να προκληθεί σε μια πτυχή του δημοσίου συμφέροντος, ως αποτέλεσμα οικονομικής δραστηριότητας ή της προοριζόμενης χρήσης των προϊόντων. Ο κίνδυνος προσδιορίζεται ιδίως από το μέγεθος της πιθανότητας επέλευσης της βλάβης, τη σοβαρότητα και το μέγεθος αυτής, καθώς και από τη συχνότητα επανάληψης της μη συμμορφούμενης συμπεριφοράς του οικονομικού φορέα.
16. Αξιολόγηση κινδύνου: η διαδικασία αναγνώρισης, ανάλυσης και εκτίμησης της επικινδυνότητας των οικονομικών δραστηριοτήτων και των προϊόντων, που αποσκοπεί στην οργάνωση και την άσκηση των κατάλληλων ενεργειών ελέγχου και εποπτείας.
17. Κριτήρια κατάταξης σε κατηγορία κινδύνου: τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά οικονομικών δραστηριοτήτων και προϊόντων που χρησιμοποιούνται ως κριτήρια για την κατάταξη των οικονομικών φορέων σε κατηγορίες κινδύνου.
18. Συλλογή και αξιολόγηση δεδομένων εποπτείας: η οργανωμένη επαλήθευση ή μελέτη ορισμένου τύπου κινδύνου που αποσκοπεί στη συλλογή δεδομένων για την αναγνώριση υφιστάμενων ή δυνητικών προβλημάτων σε διαφορετικές οικονομικές δραστηριότητες και, όταν καθίσταται αναγκαίο, στη προετοιμασία στρατηγικής με στόχο τη πρόληψη, μείωση ή εξάλειψη συγκεκριμένου επαπειλούμενου κινδύνου και τη στατιστική αξιοποίηση αυτών.
19. Κατευθυντήριες οδηγίες για τη συμμόρφωση: η επίσημη πληροφορία της εποπτεύουσας αρχής ή των ελεγκτών που δίδεται σε συγκεκριμένη περίπτωση προς τον οικονομικό φορέα καθώς και οι επεξηγήσεις που παρέχει η εποπτεύουσα αρχή ή οι ελεγκτές για την ορθή εφαρμογή και συμμόρφωση με τις κείμενες διατάξεις είτε παρέχονται σε συνέχεια του ελέγχου που διενεργήθηκε είτε παρέχονται σε ανεξάρτητο χρόνο.
20. Πληροφόρηση: η επικοινωνία και ανακοίνωση των δεδομένων που παρέχονται από την εποπτεύουσα αρχή προς τους οικονομικούς φορείς και το ευρύ κοινό.
1. Ο έλεγχος πρέπει να είναι αναλογικός, αποτρεπτικός και αποτελεσματικός.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος, η άσκηση της εποπτείας διέπεται από τις εξής αρχές:
α. Υποστήριξη της συμμόρφωσης από την εποπτεύουσα αρχή: Οι εποπτεύουσες αρχές και υπάλληλοι παρέχουν στους οικονομικούς φορείς τις κατευθυντήριες γραμμές, τις οδηγίες και την πληροφόρηση που απαιτείται για να πραγματωθεί η συμμόρφωση, πριν από την επιβολή των οποιωνδήποτε μέτρων και κυρώσεων.
Εξαιρούνται οι περιπτώσεις όπου η άμεση επιβολή μέτρων και κυρώσεων είναι αναγκαία για επιτακτικούς λόγους προστασίας του δημοσίου συμφέροντος.
β. Επιλογή ενεργειών για τη μείωση ή αποτροπή του κινδύνου: Οι εποπτεύουσες αρχές και υπάλληλοι τους πρέπει να επιλέγουν την πλέον αναλογική και πρόσφορη ενέργεια, προκειμένου να μειωθεί ή να αποτραπεί ο κίνδυνος.
γ. Γνωστοποίηση των υποχρεώσεων του εποπτευόμενου: Οι εποπτεύουσες αρχές δημοσιοποιούν τις απαιτήσεις συμμόρφωσης που απαιτούνται από την κείμενη νομοθεσία με τρόπο σαφή και κατανοητό παρέχοντας τις απαιτούμενες διευκρινίσεις όπου απαιτείται.
δ. Αποδοτικότητα: Οι εποπτεύουσες αρχές διασφαλίζουν την χρηστή διαχείριση των διαθέσιμων πόρων και την επιλογή ενεργειών που συνεπάγονται το λιγότερο δυνατό κόστος για τις αρχές και τους εποπτευόμενους.
ε. Αρωγή και επικουρία μεταξύ των εποπτευουσών αρχών: Οι εποπτεύουσες αρχές όλων των πεδίων εποπτείας συνεργάζονται μεταξύ τους και ανταλλάσσουν πληροφορίες για την υποβοήθηση του έργου τους και για την μείωση του χρόνου και διοικητικού βάρους προς τους εποπτευόμενους.
στ. Θέσπιση κανόνων δεοντολογίας: Οι εποπτεύουσες αρχές εκδίδουν Κώδικες Δεοντολογίας σύμφωνα με τους οποίους διενεργούνται οι δράσεις τους.
ζ. Αναλογική επιβολή μέτρων και κυρώσεων: Οι εποπτεύουσες αρχές και οι υπάλληλοι επιβάλουν μέτρα και κυρώσεις με σκοπό την επίτευξη στα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία επίπεδα συμμόρφωσης και προστασίας του δημοσίου συμφέροντος σε σχέση με την αξιολόγηση του κινδύνου και με τη μικρότερη δυνατή βλάβη στην οικονομική δραστηριότητα, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις στην άσκηση της οικονομικής δραστηριότητας και ιδίως τα λειτουργικά κόστη, τη βιωσιμότητα, την ανάπτυξη και την απασχόληση.
η. Μη επικάλυψη αρμοδιοτήτων εποπτείας: Οι εποπτεύουσες αρχές συντονίζουν τις δράσεις τους με σκοπό την αποφυγή των αλληλοεπικαλύψεων και τη μη επιβολή μέτρων ή ελέγχων για το ίδιο ζήτημα από περισσότερες από μία κάθε φορά αρχές.
Στις ενέργειες που συνιστούν εποπτεία περιλαμβάνονται:
α) Η αξιολόγηση του κινδύνου, για την κατάταξη των οικονομικών δραστηριοτήτων σε βαθμούς επικινδυνότητας και ο σχεδιασμός των ελέγχων.
β) Ο καθορισμός της συχνότητας, ο προγραμματισμός και η διενέργεια ελέγχων.
γ) Η διαχείριση των καταγγελιών.
δ) Η ενημέρωση, η πληροφόρηση, η παροχή κατευθυντήριων γραμμών και οδηγιών και η διενέργεια προληπτικών δράσεων, με στόχο την συμμόρφωση και τον περιορισμό ή τη μείωση των κινδύνων.
ε) Η έκδοση απόφασης για επιβολή μέτρων και κυρώσεων.
στ) Η αξιολόγηση των πληροφοριών και δεδομένων που συλλέγονται και αφορούν τις οικονομικές δραστηριότητες, τους οικονομικούς φορείς και τα προϊόντα, καθώς και η διενέργεια παρακολούθησης και μελετών, όπου απαιτείται, για την εκτίμηση νέων κινδύνων ή πιθανών αλλαγών σε υφιστάμενους κινδύνους.
ζ) Η αξιολόγηση από την εποπτεύουσα αρχή του ασκούμενου ελεγκτικού έργου από τους ελεγκτές.
1. Οι έλεγχοι σχεδιάζονται κατόπιν αξιολόγησης του κινδύνου, βάσει της οποίας οι ελεγχόμενες οικονομικές δραστηριότητες κατατάσσονται σε βαθμό επικινδυνότητας ως προς την προστασία του δημοσίου συμφέροντος.
Με βάση την κατάταξη αυτή καταρτίζεται το πρόγραμμα ελέγχων.
2. Η αξιολόγηση κινδύνου γίνεται ως εξής:
α) Η εποπτεύουσα αρχή διεξάγει αξιολογήσεις κινδύνου με βάση το επίπεδο πιθανότητας επέλευσης αυτού σε σχέση με το εύρος της επίπτωσης που μπορεί να προκαλούν οι δραστηριότητες και η λειτουργία των οικονομικών φορέων και εγκαταστάσεων και η διάθεση των προϊόντων στην υγεία, ασφάλεια, το περιβάλλον και σε οποιαδήποτε άλλη πτυχή του δημοσίου συμφέροντος.
β) Η εποπτεύουσα αρχή σχεδιάζει και εφαρμόζει μεθοδολογία βαθμολόγησης για την κατάταξη σε βαθμό επικινδυνότητας. Η βαθμολόγηση έχει τη μορφή πυραμίδας, με κατάταξη της επικινδυνότητας από τον υψηλότερο στον χαμηλότερο βαθμό.
3. Η κατάταξη των οικονομικών φορέων, των εγκαταστάσεων και των προϊόντων σε βαθμούς επικινδυνότητας ως προς την προστασία του δημοσίου συμφέροντος, γίνεται με τα εξής, κατά περίπτωση, κριτήρια:
α) την εγγενή επικινδυνότητα των δραστηριοτήτων και των διαδικασιών τους, και των προϊόντων
β) το μέγεθος της οικονομικής δραστηριότητας της εγκατάστασης
γ) την ομάδα και τον αριθμό των καταναλωτών για τους οποίους προορίζεται το προϊόν
δ) το ιστορικό συμμόρφωσης του οικονομικού φορέα ή της εγκατάστασης.
δ) το προφίλ επικινδυνότητας του οικονομικού φορέα, της εγκατάστασης και του προϊόντος, βάσει των φύλλων ελέγχου και των τυχόν αναθεωρημένων χαρακτηριστικών που προέκυψαν κατόπιν ελέγχου
ε) την ύπαρξη αξιόπιστου συστήματος διαχείρισης και λειτουργίας.
στ) τις συστάσεις που έχουν γίνει, τα μέτρα και τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στον οικονομικό φορέα.
4. Η κατάταξη των οικονομικών φορέων και των εγκαταστάσεων σε βαθμό επικινδυνότητας σύμφωνα με τα παραπάνω κριτήρια, γίνεται σε τρεις κατηγορίες κινδύνου: α) χαμηλού, β) μεσαίου και γ) υψηλού.
5. Με κοινή απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού και του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, ύστερα από εισήγηση της εποπτεύουσας αρχής, εξειδικεύονται τα κριτήρια αξιολόγησης του κινδύνου και η κατάταξη σε βαθμό επικινδυνότητας. Με την ίδια απόφαση μπορεί να καθορίζονται περισσότερα κριτήρια και να ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες για την κατάταξη των δραστηριοτήτων. Τα κριτήρια και η κατάταξη αναθεωρούνται κάθε πέντε (5) έτη το ανώτερο.
6. Αν δικαιολογείται από το αντικείμενο μιας οικονομικής δραστηριότητας, στην απόφαση της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να ορίζεται μόνο η γενική προσέγγιση της ανάπτυξης των κριτηρίων και του τρόπου κατάταξης.
7. Πληροφορίες για τον βαθμό επικινδυνότητας των δραστηριοτήτων καταχωρίζονται και αναρτώνται στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Άσκησης Δραστηριοτήτων και Ελέγχων (ΟΠΣ-ΑΔΕ) από την αρμόδια εποπτεύουσα αρχή και είναι διαθέσιμες προς όλες τις εποπτεύουσες αρχές και τους οικονομικούς φορείς.
1. Ως έγκριση εγκατάστασης νοείται η έγκριση για την εγκατάσταση της δραστηριότητας σε συγκεκριμένη θέση βάσει του προσδιορισμού του είδους της δραστηριότητας και της κατάταξής της σε βαθμό όχλησης, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά χρήσεις γης και
τους λοιπούς χωρικούς περιορισμούς. Λοιποί περιορισμοί που αφορούν στις προϋποθέσεις λειτουργίας της δραστηριότητας δεν εξετάζονται κατά το στάδιο της έγκρισης εγκατάστασης.
2. Όπου στην κείμενη νομοθεσία, που αφορά στην αδειοδότηση μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων, γίνεται λόγος για άδεια εγκατάστασης νοείται εφεξής η έγκριση εγκατάστασης.
1. α) Η παράγραφος 11 του άρθρου 17 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«11. Δραστηριότητες υψηλής, μέσης ή χαμηλής όχλησης είναι αυτές που αναφέρονται στην οικ. 3137/191/Φ.15/2012 (Β΄ 1048) κ.υ.α.».
β) Μετά την παράγραφο 11 του άρθρου 17 του ν. 3982/2011 προστίθεται παράγραφος 11Α ως εξής:
«11Α. Έγκριση εγκατάστασης είναι η έγκριση κατά την έννοια των διατάξεων του Κεφαλαίου Θ΄ του ν. 4442/2016 (Α΄ 230), που χορηγεί η αδειοδοτούσα αρχή σε οικονομικό φορέα για την εγκατάσταση συγκεκριμένης δραστηριότητας και αφορά ολόκληρο τον βαθμό όχλησης στον οποίο εμπίπτει η δραστηριότητα. Η έγκριση χορηγείται για συγκεκριμένη τιμή του κριτηρίου όχλησης που χρησιμοποιείται για την κατάταξη της δραστηριότητας, σύμφωνα με το αίτημα του φορέα, με δυνατότητα
μεταβολών αυτής της τιμής εντός των ορίων του βαθμού όχλησης, χωρίς να απαιτείται νέα έγκριση. Έγκριση εγκατάστασης απαιτείται:
α) στην ίδρυση συγκεκριμένης δραστηριότητας,
β) στην επέκταση/εκσυγχρονισμό δραστηριότητας που συνίσταται σε αλλαγή ή προσθήκη δραστηριότητας,
γ) στις λοιπές περιπτώσεις επέκτασης/εκσυγχρονισμού δραστηριότητας που οδηγούν σε μετάπτωση της δραστηριότητας σε διαφορετικό βαθμό όχλησης,
δ) σε κάθε περίπτωση επέκτασης/εκσυγχρονισμού δραστηριότητας μετά τη λήξη χορηγηθείσας έγκρισης εγκατάστασης.».
2. α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 19 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Απαλλάσσονται από την υποχρέωση έγκρισης εγκατάστασης και άδειας λειτουργίας τα επαγγελματικά εργαστήρια, οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών χαμηλής όχλησης και οι αποθήκες χαμηλής όχλησης, εφόσον η κινητήρια ή η θερμική ισχύς του μηχανολογικού εξοπλισμού τους δεν υπερβαίνει τα όρια που καθορίζονται στην περ. α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 17.
Για την εγκατάσταση των δραστηριοτήτων υποβάλλεται γνωστοποίηση εγκατάστασης σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 4442/2016 (Α΄ 230) και για την έναρξη λειτουργίας υποβάλλεται στην αδειοδοτούσα αρχή υπεύθυνη δήλωση, η οποία συνοδεύεται από τις απαραίτητες εγκρίσεις και δικαιολογητικά. Η κατάθεση της δήλωσης βεβαιώνεται σε αντίγραφό της από την αδειοδοτούσα αρχή, το οποίο υποχρεούται να τηρεί ο φορέας. Η αδειοδοτούσα αρχή δύναται να διενεργεί εκ των υστέρων κατά περίπτωση επιτόπιο έλεγχο σχετικά με τη γνωστοποίηση εγκατάστασης προ ή μετά την έναρξη λειτουργίας και σχετικά με την ορθότητα του περιεχομένου της ως άνω υπεύθυνης δήλωσης μετά την έναρξη λειτουργίας. Ο έλεγχος αφορά τη θέση, τη δραστηριότητα, την ισχύ της εγκατάστασης και την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων.».
β) Η παράγραφος 8 του άρθρου 19 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο των υπεύθυνων δηλώσεων των παραγράφων 1 και 3, ο τύπος και το περιεχόμενο της έγκρισης εγκατάστασης, καθώς και της γνωστοποίησης εγκατάστασης για τις περιπτώσεις της παραγράφου 1, της άδειας λειτουργίας, της απόφασης χορήγησης προθεσμίας για μεταφορά ή για τεχνική ανασυγκρότηση, ο τύπος και το περιεχόμενο των τροποποιήσεων και ανανεώσεων των αποφάσεων αυτών, τα δικαιολογητικά που τις συνοδεύουν και η διαδικασία που πρέπει να τηρείται. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται το ύψος της εγγυητικής επιστολής, που προβλέπεται στην παράγραφο 4 και οι περιπτώσεις κατάπτωσής της, τα κριτήρια, η διαδικασία και η συχνότητα διενέργειας επιθεωρήσεων των όρων εγκατάστασης και λειτουργίας των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων από την αδειοδοτούσα αρχή.».
3. α) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 20 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η άδεια εγκατάστασης ισχύει για πέντε (5) χρόνια και μπορεί να παραταθεί μέχρι τη συμπλήρωση μίας δεκαετίας.».
β) Μετά την παράγραφο 6 του άρθρου 20 του ν. 3982/2011 προστίθενται παράγραφοι 6Α έως 6Ε ως εξής:
«6Α. Μετά την έναρξη λειτουργίας, που τεκμαίρεται με τη χορήγηση της άδειας ή έγκρισης λειτουργίας ή τη γνωστοποίηση λειτουργίας ή την υποβολή υπεύθυνης δήλωσης ή την ενημέρωση της αδειοδοτούσας αρχής, αναλόγως του καθεστώτος που διέπει τη δραστηριότητα, η οποία πρέπει να έχει πραγματοποιηθεί εντός των προθεσμιών της παραγράφου 6, η διάρκεια της έγκρισης εγκατάστασης καθορίζεται, χωρίς να απαιτείται νέα διοικητική πράξη, ως εξής:
α) έως τη συμπλήρωση είκοσι (20) ετών από την ημερομηνία χορήγησης της έγκρισης εγκατάστασης, εφόσον πρόκειται για εγκατάσταση εντός περιοχής με καθορισμένες χρήσεις γης,
β) έως τη συμπλήρωση δέκα (10) ετών από την ημερομηνία χορήγησης της έγκρισης εγκατάστασης, εφόσον πρόκειται για εγκατάσταση εκτός περιοχής με καθορισμένες χρήσεις γης.
6Β. Η έγκριση χορηγείται για το ανώτατο όριο της κατηγορίας όχλησης, στην οποία εμπίπτει η δραστηριότητα. Για τυχόν μεταβολές της δραστηριότητας κατά τη διάρκεια ισχύος της έγκρισης, δεν απαιτείται ενέργεια του φορέα, εφόσον οι μεταβολές αυτές δεν επιφέρουν μετάπτωση της δραστηριότητας σε διαφορετικό βαθμό όχλησης από αυτόν που αναγράφεται στην έγκριση εγκατάστασης. Εφόσον η αδειοδοτούσα αρχή, μετά την παρέλευση των χρονικών ορίων της παραγράφου 6, διαπιστώσει ότι η δραστηριότητα κατατάσσεται σε χαμηλότερο βαθμό όχλησης σε σχέση με τον αναφερόμενο στη χορηγηθείσα έγκριση εγκατάστασης, η τελευταία τροποποιείται αναλόγως.
6Γ. Εντός των προθεσμιών της παρ. 6Α η δραστηριότητα προστατεύεται από τυχόν αλλαγές των χρήσεων γης.
6Δ. Μετά τη λήξη της προθεσμίας της παρ. 6Α δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παρ. 6Β και 6Γ. Για την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό της δραστηριότητας μετά τη λήξη των προθεσμιών αυτών, απαιτείται νέα έγκριση εγκατάστασης.
6Ε. Διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη και που πραγματοποιείται εντός των προθεσμιών της παραγράφου 6Α, ανεξαρτήτως αν η διακοπή αφορά την παραγωγική λειτουργία ή τη διακοπή των εργασιών ενώπιον της φορολογικής αρχής, δεν θίγει τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους.»
4.α) Μετά την παράγραφο 1 του άρθρου 25 του ν. 3982/2011 προστίθεται παράγραφος 1Α ως εξής:
«1Α. Ειδικά αν η αίτηση αφορά σε χορήγηση έγκρισης εγκατάστασης δραστηριότητας χαμηλής ή μέσης όχλησης σε περιοχή με καθορισμένες χρήσεις γης και εντός σχεδίου πόλεως, η έγκριση χορηγείται εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεση πλήρους φακέλου. Αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, τεκμαίρεται η χορήγηση της έγκρισης και ο αιτών μπορεί να προβεί στην εγκατάσταση της δραστηριότητας, εφόσον επιτρέπεται βάσει των χρήσεων γης. Αν ο φάκελος είναι ελλιπής η αδειοδοτούσα αρχή ενημερώνει εγγράφως τον αιτούντα για την προσκόμιση των απαιτούμενων δικαιολογητικών.»
Στην περίπτωση αυτή η προθεσμία διακόπτεται έως την προσκόμιση των δικαιολογητικών.».
β) Η παράγραφος 3 του άρθρου 25 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι συναρμόδιες υπηρεσίες εκδίδουν τις απαιτούμενες εγκρίσεις για την εγκατάσταση και λειτουργία των δραστηριοτήτων των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 17 μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών και για τις περιπτώσεις της παραγράφου 1Α μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών, εφόσον είναι διαθέσιμα τα απαιτούμενα για τις εγκρίσεις δικαιολογητικά. Οι υπηρεσίες και φορείς, των οποίων ζητείται η γνώμη για τη χορήγηση των εγκρίσεων, γνωμοδοτούν προς την αρμόδια υπηρεσία, το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών και εντός δεκαπέντε (15) ημερών για τις περιπτώσεις της παραγράφου 1Α από τη λήψη του σχετικού ερωτήματος.
Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας τεκμαίρεται θετική γνωμοδότηση και η αρμόδια υπηρεσία εξετάζει το αίτημα για τη χορήγηση της έγκρισης.».
5. Η παράγραφος 2 του άρθρου 26 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η αδειοδοτούσα αρχή διενεργεί δειγματοληπτικές επιθεωρήσεις βάσει ετήσιου προγράμματος ή ύστερα από καταγγελία με βάση κριτήρια κινδύνου και συντάσσει εκθέσεις σχετικά με την τήρηση των όρων λειτουργίας των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων. Όταν η Αρχή κρίνει ότι η καταγγελία είναι ανυπόστατη, αόριστη ή προδήλως αβάσιμη, την αρχειοθετεί χωρίς να διενεργήσει επιθεώρηση.».
6. Το β.δ. της 15/21.10.1922 (Α΄ 208) καταργείται.
2. α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 19 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Απαλλάσσονται από την υποχρέωση έγκρισης εγκατάστασης και άδειας λειτουργίας τα επαγγελματικά εργαστήρια, οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών χαμηλής όχλησης και οι αποθήκες χαμηλής όχλησης, εφόσον η κινητήρια ή η θερμική ισχύς του μηχανολογικού εξοπλισμού τους δεν υπερβαίνει τα όρια που καθορίζονται στην περ. α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 17.
Για την εγκατάσταση των δραστηριοτήτων υποβάλλεται γνωστοποίηση εγκατάστασης σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 4442/2016 (Α΄ 230) και για την έναρξη λειτουργίας υποβάλλεται στην αδειοδοτούσα αρχή υπεύθυνη δήλωση, η οποία συνοδεύεται από τις απαραίτητες εγκρίσεις και δικαιολογητικά. Η κατάθεση της δήλωσης βεβαιώνεται σε αντίγραφό της από την αδειοδοτούσα αρχή, το οποίο υποχρεούται να τηρεί ο φορέας. Η αδειοδοτούσα αρχή δύναται να διενεργεί εκ των υστέρων κατά περίπτωση επιτόπιο έλεγχο σχετικά με τη γνωστοποίηση εγκατάστασης προ ή μετά την έναρξη λειτουργίας και σχετικά με την ορθότητα του περιεχομένου της ως άνω υπεύθυνης δήλωσης μετά την έναρξη λειτουργίας. Ο έλεγχος αφορά τη θέση, τη δραστηριότητα, την ισχύ της εγκατάστασης και την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων.».
β) Η παράγραφος 8 του άρθρου 19 του ν. 3982/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο των υπεύθυνων δηλώσεων των παραγράφων 1 και 3, ο τύπος και το περιεχόμενο της έγκρισης εγκατάστασης, καθώς και της γνωστοποίησης εγκατάστασης για τις περιπτώσεις της παραγράφου 1, της άδειας λειτουργίας, της απόφασης χορήγησης προθεσμίας για μεταφορά ή για τεχνική ανασυγκρότηση, ο τύπος και το περιεχόμενο των τροποποιήσεων και ανανεώσεων των αποφάσεων αυτών, τα δικαιολογητικά που τις συνοδεύουν και η διαδικασία που πρέπει να τηρείται. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται το ύψος της εγγυητικής επιστολής, που προβλέπεται στην παράγραφο 4 και οι περιπτώσεις κατάπτωσής της, τα κριτήρια, η διαδικασία και η συχνότητα διενέργειας επιθεωρήσεων των όρων εγκατάστασης και λειτουργίας των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων από την αδειοδοτούσα αρχή.».
1. Για τη λειτουργία των οικονομικών δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα απαιτείται υπεύθυνη δήλωση αρμόδιου μηχανικού ότι η κυκλοφοριακή σύνδεση ή η είσοδος - έξοδος της εγκατάστασης υλοποιήθηκε σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια αυτής.
2. Οι φορείς των ανωτέρω δραστηριοτήτων υποχρεούνται να τηρούν τους όρους και προϋποθέσεις που περιγράφονται στην κείμενη νομοθεσία για την οδική ασφάλεια.
3. Οι αρμόδιες αρχές για τη συντήρηση της οδού, μόλις λάβουν γνώση των στοιχείων της οικονομικής δραστηριότητας, μπορούν να προβούν σε σχετικό έλεγχο.
4. Όπου στην κείμενη νομοθεσία απαιτείται βεβαίωση της υπηρεσίας που έχει την ευθύνη για τη συντήρηση της οδού ότι η κυκλοφοριακή σύνδεση ή η είσοδος-έξοδος εκτελέσθηκε καλώς, προσκομίζεται εφεξής υπεύθυνη δήλωση αρμόδιου μηχανικού.
2. Το άρθρο 32 του β.δ. 465/1970 αντικαθίσταται ως εξής:
« Άρθρο 32
Άδεια λειτουργίας εγκαταστάσεων
1. Για τη λειτουργία των εγκαταστάσεων εκτός των προβλεπομένων από άλλες διατάξεις εγκρίσεων αρμόδιων υπηρεσιών, απαιτείται υπεύθυνη δήλωση αρμόδιου μηχανικού ότι η κυκλοφοριακή σύνδεση υλοποιήθηκε σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια αυτής.
2. Η υπεύθυνη δήλωση της προηγούμενης παραγράφου υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία και αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης. Οι αδειοδοτούσες υπηρεσίες κοινοποιούν την άδεια λειτουργίας της εγκατάστασης στην αρμόδια για τη συντήρηση της οδού υπηρεσία, προκειμένου αυτή να λάβει γνώση για την έναρξη λειτουργίας της εγκατάστασης.».
3. Το άρθρο 34 του β.δ. 465/1970 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 34
Έγκριση κυκλοφοριακής σύνδεσης κατά παρέκκλιση
1. Σε εγκαταστάσεις που λειτουργούν με εγκεκριμένη κυκλοφοριακή σύνδεση κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, επιτρέπονται νέες προσθήκες και αλλαγή της χρήσης μόνον εφόσον, κατόπιν μελέτης κυκλοφοριακών επιπτώσεων, αποδειχθεί ότι η νέα χρήση δεν επιφέρει αύξηση του κυκλοφοριακού φόρτου σε σχέση με την προηγούμενη χρήση.
2. Επιτρέπεται η έγκριση κυκλοφοριακής σύνδεσης κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων μόνον εφόσον, εξαιτίας των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του οικοπέδου της εγκατάστασης, δεν είναι εφικτή η τήρηση των προϋποθέσεων του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να υποβληθεί μελέτη από μηχανικό που τεκμηριώνει ότι η διαφοροποίηση στην κατασκευή της κυκλοφοριακής σύνδεσης εξασφαλίζει την οδική ασφάλεια, προκειμένου να εγκριθεί από την αρμόδια για τη συντήρηση της οδού υπηρεσία.»
Μετά το άρθρο 48Ε του ν. 4442/2016 προστίθεται Κεφάλαιο Ι΄ ως εξής:
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι΄
ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΗ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΑΣΚΗΣΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΕΝΤΟΣ ΚΕΝΤΡΩΝ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΟΜΗΣ
Άρθρο 48ΣΤ
Πεδίο εφαρμογής
Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Κεφαλαίου εμπίπτουν:
α) Δραστηριότητες χονδρικού εμπορίου με Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας (ΚΑΔ) 45 και 46 (6η ομάδα του Παραρτήματος) και δραστηριότητες αποθήκευσης με ΚΑΔ 52.10 (7η ομάδα του Παραρτήματος), που ασκούνται εντός Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής του ν. 4302/2014 (Α΄ 225). Εξαιρούνται δραστηριότητες με ΚΑΔ 46.71 και 46.77 (της 6ης ομάδας του Παραρτήματος).
β) Δραστηριότητες πλυντηρίων-λιπαντηρίων και συνεργείων οχημάτων με ΚΑΔ 45.20, εφόσον αυτές ασκούνται προς εξυπηρέτηση των οχημάτων εντός των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής του ν. 4302/2014.
γ) Κέντρα Διανομής Τσιμέντου του άρθρου 1, υποπαράγραφος ΣΤ.10 του ν. 4254/2014 (Α΄ 85).
δ) Αστικά Κέντρα Ενοποίησης Εμπορευμάτων του άρθρου 4 του ν. 4302/2014.
Άρθρο 48Ζ
Εγκατάσταση και λειτουργία Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής
1. Για την εγκατάσταση Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής, που, ανεξάρτητα από την ύπαρξη μηχανολογικού εξοπλισμού, κατατάσσονται στις υποκατηγορίες Α1 και Α2 του άρθρου 1 του ν. 4014/2011 (Α΄ 209) και των κατ` εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων, απαιτείται έγκριση εγκατάστασης κατά τα οριζόμενα στο Κεφάλαιο Θ΄ του παρόντος. Για τη λειτουργία των Κέντρων αυτών, απαιτείται γνωστοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 6.
2. Τα Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής που, ανεξάρτητα από την ύπαρξη μηχανολογικού εξοπλισμού, δεν κατατάσσονται στις κατηγορίες Α1 και Α2 του άρθρου 1 του ν. 4014/2011 και των κατ΄ εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων, απαλλάσσονται από την υποχρέωση άδειας ή έγκρισης, εφόσον η εγκατάσταση βρίσκεται εντός περιοχών που καθορίζονται από εγκεκριμένα χωρικά σχέδια (ΓΠΣ, ΣΧΟΟΑΠ, ΤΧΣ, ΖΟΕ) με τη γενική κατηγορία χρήσης των άρθρων 5, 6 και 7 του π.δ. 23.2/6.3.1987 (Δ΄ 166). Για τη λειτουργία των Κέντρων αυτών απαιτείται γνωστοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 6.
3. Τα Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής που, ανεξάρτητα από την ύπαρξη μηχανολογικού εξοπλισμού, δεν κατατάσσονται στις κατηγορίες Α και Β του άρθρου 1 του ν. 4014/2011 και των κατ΄ εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων, απαλλάσσονται από την υποχρέωση άδειας ή έγκρισης εγκατάστασης. Για τη λειτουργία των Κέντρων αυτών απαιτείται γνωστοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 6.
4. Για την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής που δεν κατατάσσεται στην κατηγορία Α του άρθρου 1 του ν. 4014/2011 και των κατ` εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων, απαιτείται έγκριση εγκατάστασης, εφόσον η επικείμενη επέκταση ή ο εκσυγχρονισμός επιφέρει κατάταξη του Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής στην κατηγορία Α.
5. Αν, εκτός της κύριας δραστηριότητας, στο Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής ασκείται και δευτερεύουσα συμπληρωματική δραστηριότητα κατά την έννοια των διατάξεων της περίπτωσης β΄ του άρθρου 1 του ν. 4302/2014 (Α΄ 225), η οποία δεν κατατάσσεται στην κατηγορία Α του άρθρου 1 του ν. 4014/2011 και των κατ` εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων, απαιτείται μόνο γνωστοποίηση της μεταβολής που επέρχεται με την προσθήκη της δευτερεύουσας δραστηριότητας.
6. Απαλλάσσονται από την υποχρέωση άδειας ή έγκρισης εγκατάστασης τα Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής που εγκαθίστανται σε ΒΙ.ΠΕ., οι όποιες έχουν οργανωθεί σύμφωνα με το ν. 4458/1965 (Α΄ 33), σε Βιομηχανικές και Επιχειρηματικές Περιοχές που έχουν οργανωθεί σύμφωνα με το ν. 2545/1997 (Α΄ 254) και σε Επιχειρηματικά Πάρκα που οργανώνονται σύμφωνα με το ν. 3982/2011 (Α΄ 143).
7. Η γνωστοποίηση υποβάλλεται ηλεκτρονικά και αποτελεί προϋπόθεση για τη νόμιμη άσκηση της δραστηριότητας. Μετά τη γνωστοποίηση ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ξεκινήσει τη λειτουργία της δραστηριότητας.
Τα απαιτούμενα από την κείμενη νομοθεσία δικαιολογητικά τηρούνται στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης. Οι έλεγχοι από τις αρμόδιες αρχές διενεργούνται μετά τη γνωστοποίηση ή από το χρόνο που υπήρχε υποχρέωση για την υποβολή της.
8. Η αλλαγή του φορέα Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής πραγματοποιείται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 9.
9. Για την έγκριση εγκατάστασης απαιτείται η καταβολή παραβόλου της περίπτωης Α΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 της οικ. 14684/914/Φ15/2012 κ.υ.α. (Β΄ 3533). Για τη γνωστοποίηση απαιτείται η καταβολή παραβόλου, σύμφωνα με την την υποπερ. i της περ. Β΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 της κοινής υπουργικής απόφασης του προηγούμενου εδαφίου.
Άρθρο 48Η
Εγκαταστάσεις πλυντηρίων, λιπαντηρίων και συνεργείων οχημάτων εντός των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής
1. Για τη λειτουργία των εγκαταστάσεων πλυντηρίων, λιπαντηρίων και συνεργείων οχημάτων εντός των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής δεν απαιτείται η βεβαίωση νόμιμης λειτουργίας που προβλέπεται στην οικ. 81590/1446/Φ/42/2015 (Β΄ 3002) κ.υ.α.
2. Οι εγκαταστάσεις πλυντηρίων, λιπαντηρίων και συνεργείων επισκευής οχημάτων εντός των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής λειτουργούν νόμιμα μετά τη γνωστοποίηση του άρθρου 6 για τα Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής.
Άρθρο 48Θ
Πιστοποιητικό ενεργητικής πυροπροστασίας Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής
1. Εφόσον για τις επιμέρους δραστηριότητες από τις κείμενες διατάξεις απαιτείται η σύνταξη μελέτης ενεργητικής πυροπροστασίας, οι φορείς των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής συντάσσουν ενιαία μελέτη για το σύνολο της εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των κύριων, δευτερευουσών και λοιπών δραστηριοτήτων που ασκούνται στο Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής, πλην των πρατηρίων καυσίμων. Η ενιαία μελέτη αφορά κάθε επιμέρους δραστηριότητα και χρήση, καθώς και τα αντίστοιχα μέτρα και μέσα πυροπροστασίας.
2. Το πιστοποιητικό ενεργητικής πυροπροστασίας εκδίδεται για το σύνολο της εγκατάστασης, πλην των πρατηρίων καυσίμων, και ισχύει για πέντε (5) έτη.
Άρθρο 48Ι
Αναλογική εφαρμογή του ν. 3982/2011 (Α΄ 143)
1. Οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για τη χορήγηση έγκρισης εγκατάστασης Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής, καθώς και η διενέργεια ελέγχων και επιθεωρήσεων διέπεται από τα άρθρα 19, 20, 22 και 24 έως 28 του ν. 3982/2011, που εφαρμόζονται αναλόγως.
2. Αν το Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής λειτουργεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 29 του ν. 3982/2011, που εφαρμόζεται αναλόγως.
Άρθρο 48ΙΑ
Εξουσιοδότηση
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται ο τύπος και το
περιεχόμενο της έγκρισης εγκατάστασης Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής, ο τύπος και το περιεχόμενο των τροποποιήσεων και ανανεώσεών της και τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν την αίτηση για τη χορήγησή της.
Με την ίδια απόφαση καθορίζεται το περιεχόμενο και η διαδικασία της γνωστοποίησης για τα Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής και τις λοιπές εγκαταστάσεις που πρόκειται να λειτουργήσουν εντός αυτών, τα έγγραφα που τηρούνται στην έδρα της δραστηριότητας, η διαδικασία και τα δικαιολογητικά για την έγκριση της μελέτης και τη
χορήγηση πιστοποιητικού ενεργητικής πυροπροστασίας και ο τρόπος γνωστοποίησης των στοιχείων σε περίπτωση μεταβολής τους, οι αρχές στις οποίες κοινοποιείται η γνωστοποίηση, η διαδικασία επιβολής των κυρώσεων εντός των ορίων της παραγράφου 1 του άρθρου 15 και κάθε άλλο σχετικό με τη γνωστοποίηση θέμα, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6.
Άρθρο 48ΙΒ
Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4302/2014 (Α΄ 225)
1. Η περ. ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 4302/2014 καταργείται.
2. Ο τίτλος του άρθρου 4 του ν. 4302/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αστικά Κέντρα Ενοποίησης Εμπορευμάτων».
3. Το άρθρο 5 του ν. 4302/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 5
Πράσινη Εφοδιαστική
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται οι όροι λειτουργίας του συστήματος καταγραφής των περιβαλλοντικών επιδόσεων των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Εφοδιαστική, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται το αποτύπωμα άνθρακα και οι τρόποι γνωστοποίησης στην αγορά και στο ευρύ κοινό των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Εφοδιαστική, οι οποίες διατηρούν ή επαυξάνουν τις περιβαλλοντικές τους επιδόσεις ή εφαρμόζουν σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης πιστοποιημένο από αρμόδιο φορέα.
2. Στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών δημιουργείται κεντρική βάση δεδομένων όπου καταγράφονται οι περιβαλλοντικές επιδόσεις των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Εφοδιαστική. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται η διαδικασία δημιουργίας και τήρησης της βάσης, οι όροι επεξεργασίας και δημοσιότητας των δεδομένων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.».
3. Το άρθρο 8 του ν. 4302/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 8
Εγκατάσταση και Λειτουργία Κέντρων
Αποθήκευσης και Διανομής
Η εγκατάσταση και λειτουργία Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής πραγματοποιείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Κεφάλαιο Θ΄ του ν. 4442/2016 (Α΄ 230).».
4. Στο άρθρο 9 του ν. 4302/2014 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Υποδομών και Μεταφορών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, οι δραστηριότητες που ασκούνται στα Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής κατατάσσονται σε κατηγορίες ανάλογα με το βαθμό όχλησης, με βάση τα κριτήρια και τις κατευθύνσεις της απόφασης 11508/2009 (ΑΑΠ 151) του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.».
5. Το άρθρο 11 του ν. 4302/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 11
Λοιπές εγκαταστάσεις Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής
Σε κάθε Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής μπορεί να λειτουργούν και εγκαταστάσεις αμιγών ή μικτών πρατηρίων πεπιεσμένου ή υγροποιημένου φυσικού αερίου (CNG ή LNG), υγρών καυσίμων και υγραερίου (LPG) υπό οποιονδήποτε συνδυασμό αυτών, πλυντηρίων, λιπαντηρί ων και κεκλιμένων επίπεδων επιθεώρησης, συνεργείων επισκευής οχημάτων, καθώς και μικρής κλίμακας κτιριακές εγκαταστάσεις διανυκτέρευσης οδηγών φορτηγών αυτοκινήτων, εφόσον εξασφαλίζεται για καθεμία από αυτές τις εγκαταστάσεις ο σχετικός χώρος, πέραν της οριζόμενης ελάχιστης συνολικής ωφέλιμης επιφάνειας των κτιριακών εγκαταστάσεων και των χώρων στάθμευσης και ελιγμών, και εφόσον τηρούνται οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για την εγκατάσταση και λειτουργία των λοιπών αυτών εγκαταστάσεων.».
6. Τα άρθρα 12 και 13 του ν. 4302/2014 και οι παράγραφοι 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11 του άρθρου 50 του ν. 4442/2016 καταργούνται.».
Εγκαταστάσεις πλυντηρίων, λιπαντηρίων και συνεργείων οχημάτων εντός των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής
1. Για τη λειτουργία των εγκαταστάσεων πλυντηρίων, λιπαντηρίων και συνεργείων οχημάτων εντός των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής δεν απαιτείται η βεβαίωση νόμιμης λειτουργίας που προβλέπεται στην οικ. 81590/1446/Φ/42/2015 (Β΄ 3002) κ.υ.α.
2. Οι εγκαταστάσεις πλυντηρίων, λιπαντηρίων και συνεργείων επισκευής οχημάτων εντός των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής λειτουργούν νόμιμα μετά τη γνωστοποίηση του άρθρου 6 για τα Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής.
Πιστοποιητικό ενεργητικής πυροπροστασίας Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής
1. Εφόσον για τις επιμέρους δραστηριότητες από τις κείμενες διατάξεις απαιτείται η σύνταξη μελέτης ενεργητικής πυροπροστασίας, οι φορείς των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής συντάσσουν ενιαία μελέτη για το σύνολο της εγκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των κύριων, δευτερευουσών και λοιπών δραστηριοτήτων που ασκούνται στο Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομής, πλην των πρατηρίων καυσίμων. Η ενιαία μελέτη αφορά κάθε επιμέρους δραστηριότητα και χρήση, καθώς και τα αντίστοιχα μέτρα και μέσα πυροπροστασίας.
2. Το πιστοποιητικό ενεργητικής πυροπροστασίας εκδίδεται για το σύνολο της εγκατάστασης, πλην των πρατηρίων καυσίμων, και ισχύει για πέντε (5) έτη.
1. Η υποπερ. γ΄ της περ. 2 της υποπαραγράφου ΣΤ. 10 της παραγράφου ΣΤ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α΄ 85) αντικαθίσταται ως εξής:
«γ. Η συμμόρφωση των Κέντρων Διανομής Τσιμέντων με τις απαιτήσεις της παρ. 9 του προτύπου ΕΛΟΤ ΕΝ 197-2 και τις διατάξεις της παρούσας υποπαραγράφου βεβαιώνεται με τη χορήγηση πιστοποιητικού από Φορέα Πιστοποίησης, ο οποίος έχει εγκριθεί για το πεδίο δραστηριότητας του Κανονισμού 305/2011 και του π.δ 334/1994 και για το πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ 1971, σύμφωνα με τη διαδικασία της υπουργικής απόφασης οικ. 3354/91/8.2.2001 (Β΄ 149). Ο παραπάνω Φορέας Πιστοποίησης διενεργεί τους απαιτούμενους ελέγχους και δοκιμές σύμφωνα με το σύστημα αξιολόγησης της συμμόρφωσης των τσιμέντων με το πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ 1972, όπως εκάστοτε ισχύει.».
2. Η υποπερίπτωση δ΄ της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου ΣΤ. 10 της παραγράφου ΣΤ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ. Το Πιστοποιητικό της παραπάνω υποπερίπτωσης γ΄ μπορεί να ανακληθεί εφόσον διαπιστωθεί από το Φορέα Πιστοποίησης ότι δεν εφαρμόζονται από το ελεγχόμενο Κέντρο Διανομής Τσιμέντων τα απαιτούμενα μέτρα, οι σχετικές διαδικασίες ελέγχου και γενικότερα δεν τηρούνται οι απαιτήσεις της σχετικής νομοθεσίας. Ο Φορέας Πιστοποίησης κοινοποιεί την απόφαση ανάκλησης στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την έκδοσή της.».
3. Η υποπερίπτωση γ΄ της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου ΣΤ. 10 της παραγράφου ΣΤ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 καταργείται και οι υποπεριπτώσεις δ΄ και ε΄ αναριθμούνται σε γ΄ και δ΄ αντίστοιχα.
4. Η υποπερίπτωση δ΄ της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου ΣΤ. 10 της παραγράφου ΣΤ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014, που μετά την αναρίθμηση της προηγούμενης παραγράφου έγινε υποπερίπτωση γ΄, αντικαθίσταται ως εξής:
«γ. Το Πιστοποιητικό της υποπερίπτωσης γ΄ της περίπτωσης 2 της παρούσας υποπαραγράφου ΣΤ.10 αποτελεί δικαιολογητικό για τη λειτουργία, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, Κέντρου Διανομής Τσιμέντων.».
5. Το τρίτο εδάφιο της υποπερίπτωσης β΄ και η υποπερίπτωση γ΄ της περίπτωσης 5 της υποπαραγράφου ΣΤ. 10 της παραγράφου ΣΤ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 καταργούνται.
6. Η περίπτωση 6 της υποπαραγράφου ΣΤ.10 της παραγράφου ΣΤ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Υφιστάμενα Κέντρα Διανομής Τσιμέντων που κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου λειτουργούν νόμιμα οφείλουν, έως την 31η Ιανουαρίου 2019, να προσαρμόσουν τη λειτουργία τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις των διατάξεων του παρόντος και να εφοδιαστούν με το Πιστοποιητικό Κέντρου Διανομής Τσιμέντων της παρούσας υποπαραγράφου.».
1. Οι υφισταμένες εγκαταστάσεις που αποτελούν Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής κατά την έννοια του παρόντος Κεφαλαίου και έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 επ. του π.δ. 79/2004 (Α΄ 62) ή τις διατάξεις του ν. 3982/2011 (Α΄ 143) θεωρείται ότι συμμορφώνονται με τον παρόντα νόμο. Για την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό τους εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος νόμου.
2. Σε υφισταμένες εγκαταστάσεις που αποτελούν Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής κατά την έννοια του παρόντος Κεφαλαίου και δεν είναι εφοδιασμένες με άδεια εγκατάστασης ή λειτουργίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 επ. του π.δ. 79/2004 (Α’ 62) ή τις διατάξεις του ν. 3982/2011, χορηγείται έγκριση εγκατάστασης, όπου απαιτείται. Εφόσον ο φορέας της εγκατάστασης υποβάλει στην αδειοδοτούσα αρχή όλα τα νόμιμα δικαιολογητικά σε προθεσμία δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος της απόφασης του άρθρου 48ΙΑ, η έγκριση εγκατάστασης χορηγείται χωρίς την επιβολή προστίμου. Μετά την έγκριση εγκατάστασης, ο φορέας υποχρεούται στην υποβολή της γνωστοποίησης.
3. Η παρ. 1 του άρθρου 75 του ν. 3982/2011 εφαρμόζεται και για τις δραστηριότητες που αποτελούν Κέντρα Αποθήκευσης και Διανομής κατά την έννοια του παρόντος νόμου.
1. Η κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 3 του άρθρου 24 του ν. 4442/2016 εκδίδεται μέσα σε δύο (2) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
2. Στο άρθρο 49 του ν. 4442/2016 προστίθενται παράγραφοι 5, 6 και 7 ως εξής:
«5. Απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με μελέτη ενεργητικής πυροπροστασίας και πιστοποιητικό ενεργητικής πυροπροστασίας οι εγκαταστάσεις συνεργείων οχημάτων με επιφάνεια μικρότερη των 2.500 τ.μ. και οι εγκαταστάσεις πλυντηρίων, λιπαντηρίων οχημάτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής α) της οικ. 81590/1446/Φ.4.2. (Β΄ 3002) ΚΥΑ και β) της οικ.16085/Φ.700.1. (Β΄ 770) ΚΥΑ.
6.α. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 14 του β.δ. 465/1970 (Α΄ 150) αντικαθίσταται ως εξής:
«Η διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού πυροπροστασίας είναι πέντε (5) χρόνια.»
β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 14 του π.δ. 1224/1981 (Α΄ 303) αντικαθίσταται ως εξής:
«Η διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού πυροπροστασίας είναι πέντε (5) χρόνια.».
γ. Η περίπτωση 4.5 της παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 2801/2000 (Α΄ 46) αντικαθίσταται ως εξής:
«Το πιστοποιητικό πυρασφάλειας για τους σταθμούς και τα πρατήρια ανανεώνεται κάθε πέντε (5) έτη και κατατίθεται στην αρμόδια Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών. Σε περίπτωση μη έγκαιρης προσκόμισης του πιστοποιητικού, η αρμόδια υπηρεσία προχωρεί αυτεπάγγελτα στην προσωρινή ανάκληση της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης. Τα ως άνω μέτρα των περιπτώσεων 4.1 έως και 4.5 οφείλουν να λάβουν και οι σταθμοί αυτοκινήτων με αντλίες καυσίμων, αμιγείς ως προς τη χρήση, δηλαδή σταθμοί που στεγάζονται σε κτίρια των οποίων όλοι οι όροφοι χρησιμοποιούνται είτε ως χώροι στάθμευσης είτε για εξυπηρέτηση του σταθμού (π.χ. αποθήκες, πλυντήρια, λιπαντήρια).»
δ. Το έκτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του ν. 2801/2000 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η διάρκεια ισχύος του Πιστοποιητικού Πυροπροστασίας είναι πενταετής.»
ε. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 9 της οικ.13935/930/2014 (Β΄ 674) απόφασης του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων αντικαθίσταται ως εξής:
«Η διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού πυροπροστασίας είναι πέντε (5) χρόνια.»
7. Το πιστοποιητικό ενεργητικής πυροπροστασίας που χορηγείται σε πρατήρια καυσίμων ανεξαρτήτως του είδους ή του τύπου του πρατηρίου, έχει διάρκεια ισχύος πέντε (5) ετών.»
2. Στο άρθρο 49 του ν. 4442/2016 προστίθενται παράγραφοι 5, 6 και 7 ως εξής:
«5. Απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με μελέτη ενεργητικής πυροπροστασίας και πιστοποιητικό ενεργητικής πυροπροστασίας οι εγκαταστάσεις συνεργείων οχημάτων με επιφάνεια μικρότερη των 2.500 τ.μ. και οι εγκαταστάσεις πλυντηρίων, λιπαντηρίων οχημάτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής α) της οικ. 81590/1446/Φ.4.2. (Β΄ 3002) ΚΥΑ και β) της οικ.16085/Φ.700.1. (Β΄ 770) ΚΥΑ.
6.α. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 14 του β.δ. 465/1970 (Α΄ 150) αντικαθίσταται ως εξής:
«Η διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού πυροπροστασίας είναι πέντε (5) χρόνια.»
β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 14 του π.δ. 1224/1981 (Α΄ 303) αντικαθίσταται ως εξής:
«Η διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού πυροπροστασίας είναι πέντε (5) χρόνια.».
γ. Η περίπτωση 4.5 της παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 2801/2000 (Α΄ 46) αντικαθίσταται ως εξής:
«Το πιστοποιητικό πυρασφάλειας για τους σταθμούς και τα πρατήρια ανανεώνεται κάθε πέντε (5) έτη και κατατίθεται στην αρμόδια Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών. Σε περίπτωση μη έγκαιρης προσκόμισης του πιστοποιητικού, η αρμόδια υπηρεσία προχωρεί αυτεπάγγελτα στην προσωρινή ανάκληση της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης. Τα ως άνω μέτρα των περιπτώσεων 4.1 έως και 4.5 οφείλουν να λάβουν και οι σταθμοί αυτοκινήτων με αντλίες καυσίμων, αμιγείς ως προς τη χρήση, δηλαδή σταθμοί που στεγάζονται σε κτίρια των οποίων όλοι οι όροφοι χρησιμοποιούνται είτε ως χώροι στάθμευσης είτε για εξυπηρέτηση του σταθμού (π.χ. αποθήκες, πλυντήρια, λιπαντήρια).»
δ. Το έκτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του ν. 2801/2000 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η διάρκεια ισχύος του Πιστοποιητικού Πυροπροστασίας είναι πενταετής.»
ε. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 9 της οικ.13935/930/2014 (Β΄ 674) απόφασης του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων αντικαθίσταται ως εξής:
«Η διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού πυροπροστασίας είναι πέντε (5) χρόνια.»
7. Το πιστοποιητικό ενεργητικής πυροπροστασίας που χορηγείται σε πρατήρια καυσίμων ανεξαρτήτως του είδους ή του τύπου του πρατηρίου, έχει διάρκεια ισχύος πέντε (5) ετών.»
1. Στην παρ. 1 του άρθρου 41 του ν. 3982/2011 προστίθεται περίπτωση ζ΄ ως εξής:
«ζ. Επιχειρηματικό Πάρκο Μεμονωμένης Μεγάλης Μονάδας (ΕΠΜΜΜ): ως Επιχειρηματικό Πάρκο Μεμονωμένης Μεγάλης Μονάδας νοείται το Επιχειρηματικό Πάρκο που καθορίζεται, οριοθετείται και οργανώνεται σε περιοχή όπου υπάρχει ή πρόκειται να ιδρυθεί μεμονωμένη μεγάλη μονάδα, για την οποία δεν απαιτείται πολεοδόμηση. Για τη δημιουργία του προβλέπονται ειδικοί όροι προσαρμοσμένοι στα χαρακτηριστικά του, οι οποίοι στοχεύουν κυρίως στη βελτιστοποίηση της σχέσης του με τον περιβάλλοντα ευρύτερο χώρο, ήτοι τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων, περιβαλλοντικού ή άλλου χαρακτήρα όχλησης από τη λειτουργία της μονάδας.»
ζ) Σε περίπτωση που τα αρτοποιεία χρησιμοποιούν υγρά καύσιμα ή υγραέριο ή φυσικό αέριο, εφαρμόζονται ο Κτιριοδομικός Κανονισμός, καθώς και οι διατάξεις των κοινών υπουργικών αποφάσεων με αριθμούς: α) Φ15/οίκ. 1589/104/2006 (Β΄90) και η από 29.7.1991 (Β΄578), β) Δ3/14858/1993 (Β΄477) και γ) Δ3/Α/11346/2003 (Β΄ 963) ή Δ3/5286/1997 (Β΄ 236).
Μετά το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 1264/1982 (Α΄ 79) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ειδικά για τη συζήτηση και τη λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον του ενός δευτέρου (½) των οικονομικά τακτοποιημένων μελών.».
Η αληθής έννοια της παρ. 2 του άρθρου 34 του α.ν.1846/1951 (Α΄ 179) είναι ότι ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλλει τη δαπάνη που προβλέπεται στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 και τη διαφορά μεταξύ του ποσού της, κατά τον Αστικό Κώδικα, αποζημίωσης και των χορηγητέων ασφαλιστικών παροχών που προβλέπεται στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 2, εφόσον, με δικαστική απόφαση, διαπιστώνεται ότι το ατύχημα, κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής, οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή του προστεθέντος από αυτόν προσώπου, είτε ως προς το αποτέλεσμα του ατυχήματος καθεαυτό είτε ως προς τη μη τήρηση διατάξεων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών, που ορίζουν μέτρα προστασίας της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία, εάν το ατύχημα συνδέεται αιτιωδώς με παραβάσεις των διατάξεων αυτών.
1. Το άρθρο 27 του π.δ. 246/2006 (Α΄ 261) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με αποφάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων ή άλλων εντεταλμένων οργάνων εκάστου ΚΤΕΛ καταρτίζονται, αναρτώνται, εφαρμόζονται, υποβάλλονται αρμοδίως και ελέγχονται τα από τις ισχύουσες διατάξεις προβλεπόμενα στοιχεία, για τον προγραμματισμό και την παροχή εργασίας του προσωπικού εκάστου ΚΤΕΛ.
2. Ο Πρόεδρος του ΚΤΕΛ ή ο εντεταλμένος από το Δ.Σ. αυτού υπάλληλος, υποχρεούται να καταχωρεί σε πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης τις υπερωρίες του προσωπικού, μηνιαίο πίνακα εβδομαδιαίων αναπαύσεων του προσωπικού κίνησης και τα ημερήσια στοιχεία προσωπικού και δρομολογίων για κάθε λεωφορείο.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται η διαδικασία καταχώρισης, τα στοιχεία που γνωστοποιούνται και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
4. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης της παραγράφου 3 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.»
2. α) Οι ιδιοκτήτες των Τουριστικών Λεωφορείων ή οι νόμιμοι εκπρόσωποί τους υποχρεούνται, για κάθε τουριστικό λεωφορείο, να καταχωρούν σε πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης τα στοιχεία που προβλέπονται στην υ.α. 51266/2955/1975 (Β΄ 1458) και
στις ισχύουσες διατάξεις.
β) Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται η διαδικασία καταχώρισης, τα στοιχεία που γνωστοποιούνται και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
γ) Η ισχύς της παρούσας παραγράφου αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης της περίπτωσης β΄ στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
1. Θεσπίζεται επίδομα παιδιού, το οποίο αντικαθιστά τα καταργούμενα με την παράγραφο 15 επιδόματα.
2. Το επίδομα παιδιού καταβάλλεται λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων, το ισοδύναμο οικογενειακό εισόδημα και την κατηγορία ισοδύναμου οικογενειακού εισοδήματος.
3. Ως ισοδύναμο οικογενειακό εισόδημα ορίζεται το συνολικό, πραγματικό ή τεκμαρτό, εισόδημα από κάθε πηγή ημεδαπής και αλλοδαπής προέλευσης προ φόρων, μετά την αφαίρεση των εισφορών για κοινωνική ασφάλιση, εξαιρουμένων των επιδομάτων που δεν προσμετρώνται στο φορολογητέο εισόδημα, όλων των μελών της οικογένειας, διαιρούμενο με την κλίμακα ισοδυναμίας.
4. Η κλίμακα ισοδυναμίας, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, προκύπτει από το σταθμισμένο άθροισμα των μελών της οικογένειας, σύμφωνα με την ακόλουθη στάθμιση:
α) πρώτος γονέας: στάθμιση 1,
β) δεύτερος γονέας: στάθμιση 1/2,
γ) κάθε εξαρτώμενο τέκνο: στάθμιση 1/4.
Ειδικά για τις μονογονεϊκές οικογένειες, το πρώτο εξαρτώμενο τέκνο έχει στάθμιση 1/2 και κάθε επόμενο εξαρτώμενο τέκνο 1/4.
5. Για τον καθορισμό των δικαιούχων οικογενειών προσδιορίζονται τρεις κατηγορίες ισοδύναμου οικογενειακού εισοδήματος, ως εξής:
α) πρώτη κατηγορία: έως έξι χιλιάδες (6.000) ευρώ,
β) δεύτερη κατηγορία: από έξι χιλιάδες και ένα (6.001) ευρώ έως δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ,
γ) τρίτη κατηγορία: από δέκα χιλιάδες και ένα (10.001) ευρώ έως δεκαπέντε χιλιάδες 15.000) ευρώ.
6. Το ποσό του επιδόματος, ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων και την κατηγορία ισοδύναμου οικογενειακού εισοδήματος, προσδιορίζεται ως εξής:
Για την πρώτη κατηγορία:
α) εβδομήντα (70) ευρώ ανά μήνα για το πρώτο εξαρτώμενο τέκνο,
β) επιπλέον εβδομήντα (70) ευρώ ανά μήνα για το δεύτερο εξαρτώμενο τέκνο,
γ) επιπλέον εκατόν σαράντα (140) ευρώ ανά μήνα για το τρίτο και κάθε εξαρτώμενο τέκνο πέραν του τρίτου.
Για τη δεύτερη κατηγορία:
α) σαράντα δύο (42) ευρώ ανά μήνα για το πρώτο εξαρτώμενο τέκνο,
β) επιπλέον σαράντα δύο (42) ευρώ ανά μήνα για το δεύτερο εξαρτώμενο τέκνο,
γ) επιπλέον ογδόντα τέσσερα (84) ευρώ ανά μήνα για το τρίτο και κάθε εξαρτώμενο τέκνο πέραν του τρίτου.
Για την τρίτη κατηγορία:
α) είκοσι οκτώ (28) ευρώ ανά μήνα για το πρώτο εξαρτώμενο τέκνο,
β) επιπλέον είκοσι οκτώ (28) ευρώ ανά μήνα για το δεύτερο εξαρτώμενο τέκνο,
γ) επιπλέον πενήντα έξι (56) ευρώ ανά μήνα για το τρίτο και κάθε εξαρτώμενο τέκνο πέραν του τρίτου.
7. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση του επιδόματος είναι η υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κάθε έτος. Για τον υπολογισμό της κατηγορίας ισοδύναμου οικογενειακού εισοδήματος λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα που αναφέρεται στο εκκαθαριστικό του τρέχοντος οικονομικού έτους.
8. Ως εξαρτώμενα τέκνα για την καταβολή του επιδόματος παιδιού νοούνται τα τέκνα προερχόμενα από γάμο, φυσικά, θετά ή αναγνωρισμένα, εφόσον είναι άγαμα και δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας τους, ή το 19ο έτος, αν φοιτούν στη μέση εκπαίδευση. Ειδικά για τα τέκνα που φοιτούν στην ανώτερη ή ανώτατη εκπαίδευση, στο «Μεταλυκειακό έτος - Τάξη Μαθητείας» των Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.), καθώς και σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ.), το επίδομα καταβάλλεται κατά τη διάρκεια φοίτησής τους και σε καμία περίπτωση μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους. Επιπλέον, ως εξαρτώμενα τέκνα, για θεμελίωση του δικαιώματος λήψης του επιδόματος, λαμβάνονται υπόψη τα τέκνα με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, καθώς και το ορφανό τέκνο ή τα ορφανά τέκνα, που αποτελούν ιδία οικογένεια όταν έχει επέλθει θάνατος και των δύο γονέων.
9. Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου γονέα ή υπαίτιας εγκατάλειψης των τέκνων του και οριστικής διακοπής της συγκατοίκησης ή διαζυγίου, το επίδομα καταβάλλεται σε όποιον έχει ανατεθεί με δικαστική απόφαση η άσκηση της επιμέλειας των τέκνων, προκειμένου δε για ενήλικα τέκνα, σε όποιον έχει την κύρια ευθύνη διατροφής. Μέχρι την έκδοση δικαστικής απόφασης επιμέλειας, το επίδομα χορηγείται στο γονέα που έχει την κύρια ευθύνη διατροφής, όπως αυτό προκύπτει από κοινή υπεύθυνη δήλωση των γονέων.
10. Το επίδομα παιδιού χορηγείται από τον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων κατόπιν αίτησης και το δικαίωμα αναγνωρίζεται: α) από την 1η Ιανουαρίου του έτους υποβολής της αίτησης, για τέκνα γεννημένα μέχρι 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους υποβολής της αίτησης, β) από την 1η του επόμενου μήνα εκείνου της γέννησής τους για τέκνα γεννημένα εντός του έτους υποβολής της αίτησης, γ) από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους εγγραφής τους σε σχολή της παραγράφου 8 του παρόντος, για φοιτητές ή σπουδαστές. Για τη διακοπή του επιδόματος, λόγω συμπλήρωσης των οριζομένων στην παράγραφο 8, κατά περίπτωση, ορίων, ως ημέρα γέννησης των τέκνων θεωρείται η 31η Δεκεμβρίου τους έτους γέννησής τους και, προκειμένου περί φοιτητών ή σπουδαστών, η λήξη του ακαδημαϊκού ή σπουδαστικού έτους.
11. Το επίδομα παιδιού χορηγείται στις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων εφόσον διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην ελληνική επικράτεια τα τελευταία πέντε (5) έτη πριν
από το έτος υποβολής της αίτησης, όπως αυτό προκύπτει από την υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των ιδίων ή των συζύγων τους ή των γονέων τους (εφόσον οι ίδιοι δεν ήταν υπόχρεοι φορολογικής δήλωσης) και τα εξαρτώμενα τέκνα τους βρίσκονται στην Ελλάδα:
α) Έλληνες πολίτες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα,
β) ομογενείς αλλοδαπούς που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα και διαθέτουν δελτίο ομογενούς,
γ) πολίτες κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα,
δ) πολίτες των χωρών που ανήκουν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Νορβηγία, Ισλανδία και Λιχτενστάιν) και Ελβετούς πολίτες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, ε) αναγνωρισμένους πρόσφυγες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Σύμβασης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων (ν.δ. 3989/1959, Α΄ 201), όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων (α.ν. 389/1968, Α΄ 125),
στ) ανιθαγενείς, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Σύμβασης του 1954 για το Καθεστώς των Ανιθαγενών (ν. 139/1975, Α΄ 176),
ζ) δικαιούχους του ανθρωπιστικού καθεστώτος,
η) πολίτες άλλων κρατών που διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα.
12. Το επίδομα παιδιού απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά ή κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου, συμπεριλαμβανομένης και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 29 του ν. 3986/2011 (Α΄152) και δεν προσμετράται στο συνολικό, πραγματικό ή τεκμαρτό, οικογενειακό εισόδημα παρά μόνον εάν ρητά προβλέπεται από το νομοθετικό πλαίσιο οικονομικών ενισχύσεων κοινωνικής προστασίας.
13. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζονται τα θέματα διαδικασίας χορήγησης και καταβολής του επιδόματος, οι αρμόδιες υπηρεσίες και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος.
14. Οι σχετικές πιστώσεις εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και για το σκοπό αυτόν
επιχορηγείται ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων.
15. Οι διατάξεις της παραγράφου ΙΑ, υποπαράγραφος ΙΑ2 του ν. 4093/2012 (Α΄222) και το άρθρο 40 του ν. 4141/2013 (Α΄81) παύουν να ισχύουν από την έναρξη ισχύος του παρόντος, όσον αφορά στη χορήγηση και καταβολή των προϋφιστάμενων επιδομάτων. Οι κατ’ εξουσιοδότηση των ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις και κάθε άλλη απόφαση με την οποία ρυθμίζεται η καταβολή των επιδομάτων που αντικαθίστανται με το επίδομα παιδιού του παρόντος, καταργούνται με τη δημοσίευση
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της κοινής υπουργικής απόφασης της παραγράφου 13.
16. Το επίδομα παιδιού καταβάλλεται από την 1.1.2018.
1. Τίθεται σε εφαρμογή εντός του Φεβρουαρίου 2018 πιλοτική διαδικασία απονομής προνοιακών παροχών σε χρήμα για τα άτομα με αναπηρία από τον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων και τα Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας, μέσω ηλεκτρονικής διαδικασίας αξιολόγησης της αναπηρίας και απονομής της προνοιακής παροχής, με παράλληλη προσθήκη, στη σημερινή εκτίμηση της αναπηρίας, δεδομένων για τις καθημερινές δραστηριότητες του ατόμου με αναπηρία.
2. Η ανωτέρω πιλοτική διαδικασία υλοποιείται μέχρι την 30ή Ιουνίου 2018, εφαρμόζεται και αφορά σε άτομα με αναπηρία που υποβάλλουν για πρώτη φορά αίτηση για την ένταξή τους στις ως άνω προνοιακές παροχές και διαμένουν μόνιμα στην Περιφέρεια Αττικής.
3. Αρμόδιος φορέας υλοποίησης της διαδικασίας της παραγράφου 1 είναι ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων σε συνεργασία με τα κατά τόπον αρμόδια Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας του ν. 3863/2010. Η καταβολή των προνοιακών παροχών σε χρήμα για τα άτομα με αναπηρία διενεργείται από τον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων. Οι αναγκαίες πιστώσεις μεταφέρονται από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και για τον σκοπό αυτόν επιχορηγείται ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων.
4. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και κάθε συναρμόδιου Υπουργού
ρυθμίζονται η διαδικασία ηλεκτρονικής υποβολής, διαβίβασης και αξιολόγησης της αίτησης, ο τρόπος συνυποβολής δικαιολογητικών εφόσον προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, οι αρμόδιες υπηρεσίες υλοποίησης της διαδικασίας και οι αρμοδιότητές τους, τα Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας που συμμετέχουν, η διαδικασία εντός των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας, για την εκτίμηση της δυνατότητας των ατόμων με αναπηρία να φέρουν σε πέρας δραστηριότητες σε διάφορους τομείς της καθημερινής τους ζωής, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής των παροχών σε χρήμα καθώς και κάθε άλλο ζήτημα λεπτομερειακού ή τεχνικού χαρακτήρα του παρόντος.
5. Συνίσταται στην Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε. (Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε.) του ν. 3607/2007 (Α΄245) και λειτουργεί στον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων πληροφοριακό σύστημα διαχείρισης και απονομής προνοιακών παροχών το οποίο διασυνδέεται με τα Κέντρα Κοινότητας του άρθρου 4 του ν. 4445/2016 και τα Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας του ν. 3863/2010. Επιδιωκόμενος σκοπός είναι η βελτίωση της πρόσβασης και της εξυπηρέτησης ατόμων με αναπηρία στις προνοιακές υπηρεσίες με ηλεκτρονικά μέσα και η αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας, Ως υπεύθυνος επεξεργασίας για την τήρηση και επεξεργασία των δεδομένων του πληροφοριακού συστήματος ορίζεται ο Πρόεδρος ΔΣ και Διοικητής του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων ο οποίος ορίζει ειδικώς εξουσιοδοτημένο προσωπικό για τη διαχείριση των δεδομένων αυτών.
6. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται:
α. οι τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις του πληροφοριακού συστήματος, β. ζητήματα διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας του πληροφοριακού συστήματος με άλλα πληροφοριακά συστήματα, γ. οργανωτικά και τεχνικά θέματα απορρήτου και πολιτικής ασφάλειας της επεξεργασίας των δεδομένων του παρόντος άρθρου, όπως δικαίωμα πρόσβασης και χρήσης, κρυπτογράφηση δεδομένων, ασφάλεια επικοινωνιών, εμπιστευτικότητα, και δ. κάθε άλλο θέμα σχετικό με την ανάπτυξη και λειτουργία του πληροφοριακού συστήματος.
1. Το άρθρο 1 του ν. 3651/2008 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 1
Ορισμοί
1. Οδική βοήθεια οχημάτων είναι η δραστηριότητα που περιλαμβάνει τις ακόλουθες εργασίες, οι οποίες εκτελούνται σε όχημα σε περίπτωση ατυχήματος ή βλάβης που το ακινητοποιεί ή δυσχεραίνει την κυκλοφορία του:
α) Η επί τόπου επισκευή του οχήματος.
β) Η μεταφορά του οχήματος, μέχρι τον πλησιέστερο ή καταλληλότερο τόπο για την επί τόπου επισκευή του.
γ) Η μεταφορά του οχήματος σε συνεργείο επισκευής οχημάτων επιλογής του ιδιοκτήτη του, καθώς και η μεταφορά του οδηγού και των επιβατών του οχήματος μέχρι τον πλησιέστερο τόπο από τον οποίο θα μπορέσουν να επιβιβαστούν σε άλλα μέσα κατά την επιλογή του δικαιούχου της παροχής οδικής βοήθειας, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που ανέλαβε η επιχείρηση οδικής βοήθειας και οι οποίες προβλέπονται στη Σύμβαση οδικής βοήθειας.
δ) Η μεταφορά του οχήματος, καθώς και του οδηγού και των επιβατών του μέχρι την κατοικία τους, το σημείο εκκίνησης ή τον αρχικό προορισμό τους εντός της Ελλάδας, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που ανέλαβε η επιχείρηση οδικής βοήθειας. Οδική βοήθεια δύναται να προσφερθεί και στους σταθμούς παραμονής και μεταφόρτωσης που ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 2 του παρόντος. Οδική βοήθεια οχημάτων θεωρείται και η παροχή βοήθειας σε δίκυκλα ή τρίκυκλα οχήματα.
2. Μέσα οδικής βοήθειας οχημάτων είναι ο υλικός και μηχανολογικός εξοπλισμός, το ανθρώπινο δυναμικό και τα αναλώσιμα υλικά που χρησιμοποιούνται από την επιχείρηση για την παροχή οδικής βοήθειας οχημάτων.
3. Σύμβαση οδικής βοήθειας οχημάτων είναι η συμφωνία για την παροχή οδικής βοήθειας από την επιχείρηση προς τον δικαιούχο και αποδεικνύεται με έγγραφο που εκδίδεται από την επιχείρηση. Δικαιούχος οδικής βοήθειας είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συνάπτει με την επιχείρηση οδικής βοήθειας σύμβαση οδικής
βοήθειας.
4. Ποσό καλύψεως για την παροχή της οδικής βοήθειας είναι:
α) Το ασφάλιστρο που καταβάλλεται στην ασφαλιστική εταιρία για την παροχή της οδικής βοήθειας.
β) Η συνδρομή που καταβάλλεται στις μη ασφαλιστικές επιχειρήσεις οδικής βοήθειας.
γ) Το εφάπαξ ποσό που καταβάλλεται σε επιχείρηση οδικής βοήθειας ή συνεργάτη για την εξυπηρέτηση μη συνδρομητή για συγκεκριμένο περιστατικό.
δ) Το εφάπαξ ποσό που καταβάλλεται σε επιχείρηση γερανών δημοσίας χρήσεως για συγκεκριμένο περιστατικό και αφορά μόνο την ανέλκυση ή ρυμούλκηση ή μεταφορά του ακινητοποιηθέντος οχήματος.
5. Σταθμοί παραμονής και μεταφόρτωσης είναι οι κατάλληλα διαμορφωμένοι χώροι, τους οποίους διαθέτουν, με ίδια μέσα ή με σύμβαση συνεργασίας, οι επιχειρήσεις οδικής βοήθειας και στους οποίους επιχειρούν την αποκατάσταση της βλάβης με ασφάλεια και άνετες συνθήκες για τους επιβάτες του οχήματος που υπέστη βλάβη.
6. Συνεργάτης οδικής βοήθειας οχημάτων είναι η επιχείρηση, η οποία παρέχει οδική βοήθεια οχημάτων άνευ συνδρομής είτε ως συμβαλλόμενη με τις λοιπές επιχειρήσεις οδικής βοήθειας, είτε μετά από κλήση για συγκεκριμένο περιστατικό.
7. Επιχείρηση οδικής βοήθειας οχημάτων είναι η επιχείρηση οποιασδήποτε νομικής μορφής, που παρέχει οδική βοήθεια οχημάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.».
2. Το άρθρο 2 του ν. 3651/2008 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 2
Υποχρεώσεις
1. Οι επιχειρήσεις οδικής βοήθειας οχημάτων:
α) Βρίσκονται σε διαρκή ετοιμότητα καθ’ όλη τη διάρκεια του εικοσιτετραώρου και όλες τις ημέρες του χρόνου.
β) Παρέχουν άμεση και ποιοτική οδική βοήθεια οχημάτων, δηλαδή ανταπόκριση με το κατάλληλο προσωπικό και όχημα εντός μίας (1) ώρας από την κλήση.
γ) Διαθέτουν τηλεφωνικό κέντρο εικοσιτετράωρης λειτουργίας με καταγραφή κλήσεων.
δ) Διαθέτουν ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης. Η επιχείρηση έχει ατομική ή ομαδική ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης έναντι των πελατών της για σωματικές βλάβες και υλικές ζημιές από την παροχή υπηρεσιών οδικής βοήθειας οχημάτων. Η ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης καλύπτει την επιχείρηση, τις εγκαταστάσεις της καθώς και το προσωπικό και τον εξοπλισμό που χρησιμοποιεί. Το ελάχιστο ποσό κάλυψης ανά ατύχημα ορίζεται ίσο με το ποσό κάλυψης ευθύνης από αυτοκινητιστικό ατύχημα που ισχύει σύμφωνα με το άρθρο 6 του π.δ. 237/1986 (Α΄ 110). Η συνδρομή της ανωτέρω
προϋπόθεσης αποδεικνύεται με βεβαίωση ασφαλιστικής κάλυψης από την ασφαλιστική εταιρεία από την οποία προκύπτουν τα στοιχεία του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, οι ασφαλιζόμενοι κίνδυνοι, η διάρκεια και τα ποσά κάλυψης. Η προϋπόθεση δεν καταλαμβάνει τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις οδικής βοήθειας.
2. Οι επιχειρήσεις οδικής βοήθειας διαθέτουν τουλάχιστον ένα (1) φορτηγό όχημα (πλατφόρμα, γερανοφόρο) το οποίο έχει εγκαταστημένο σύστημα γεωχωρικού εντοπισμού (GPS), κατά νομό δραστηριότητας, μικτού βάρους άνω των τεσσάρων (4) τόνων. Εάν η επιχείρηση οδικής βοήθειας δραστηριοποιείται σε ηπειρωτικούς νομούς στους οποίους υπάγονται και νησιά, υποχρεούται να διαθέτει ένα επιπλέον όχημα σε κάθε νησί που δραστηριοποιείται.
Εκτός των ανωτέρω ελαχίστων υποχρεωτικών οχημάτων, οι επιχειρήσεις δικαιούνται να διαθέτουν απεριόριστο αριθμό παντός είδους οχημάτων (όπως αυτοκίνητα, φορτηγά ή δίκυκλα), που κυκλοφορούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όχημα οδικής βοήθειας θεωρείται και ο γεωργικός ελκυστήρας (τρακτέρ), καθώς και τα ειδικοποιημένα ερπυστριοφόρα οχήματα προς αντιμετώπιση χιονιού, πάγου, λάσπης, άμμου, κατά τις επιλογές της επιχείρησης.
Τα οχήματα είναι δυνατόν να εξοπλίζονται με μηχανήματα ανέλκυσης, ρυμούλκησης και να φέρουν διάφορα εργαλεία και ανταλλακτικά πρώτης ανάγκης.
3. Τα οχήματα οδικής βοήθειας:
α) Ανήκουν στις επιχειρήσεις κατά πλήρη κυριότητα ή κατέχονται με παρακράτηση της κυριότητας ή δυνάμει σύμβασης μίσθωσης ή χρηματοδοτικής μίσθωσης ή άλλης έννομης σχέσης.
β) Χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά του οδηγού και των επιβατών του ακινητοποιηθέντος οχήματος, ανάλογα με τις θέσεις καθήμενων που διαθέτει το όχημα της επιχείρησης.
γ) Μπορούν να κυκλοφορούν σε όλη την Ελληνική Επικράτεια.
4. Οι επιχειρήσεις υποχρεούνται να απασχολούν τεχνικό προσωπικό ως ακολούθως:
α) Έναν τουλάχιστον διευθυντή τεχνικού τμήματος, μηχανολόγο - μηχανικό, πτυχιούχο ανωτέρας ή ανωτάτης σχολής, ο οποίος παρέχει τις υπηρεσίες του κυρίως στην έδρα της επιχείρησης.
β) Σε κάθε ηπειρωτικό νομό, στους νομούς της Κρήτης, αλλά και στα νησιά Εύβοια, Ρόδο, Κέρκυρα, Λέσβο, Ζάκυνθο, Κεφαλονιά, Χίο, Κω, που δραστηριοποιούνται τουλάχιστον τέσσερις (4) εργαζόμενους εκ των οποίων το 50% τουλάχιστον να είναι ειδικότητας μηχανοτεχνιτών ή ηλεκτροτεχνιτών οδηγών και το υπόλοιπο οδηγών.
γ) Οι επιχειρήσεις που προσφέρουν οδική βοήθεια και σε άλλα νησιά, εκτός των προαναφερομένων, τουλάχιστον δύο (2) εργαζόμενους εκ των οποίων το 50% τουλάχιστον να είναι ειδικότητας μηχανοτεχνιτών ή ηλεκτροτεχνιτών οδηγών και οι υπόλοιποι οδηγών.
δ) Έναν (1) μηχανοτεχνίτη ή ηλεκτροτεχνίτη οδηγό στους σταθμούς παραμονής και μεταφόρτωσης που διαθέτουν. Στα παραπάνω πρόσωπα της παραγράφου αυτής, μπορούν να συμπεριληφθούν και να προσμετρηθούν ο ιδιοκτήτης ή οι ιδιοκτήτες της επιχείρησης, εφόσον διαθέτουν τα ανάλογα προσόντα που αναφέρονται στην επόμενη παράγραφο του παρόντος άρθρου.
5. Οι μηχανοτεχνίτες ή ηλεκτροτεχνίτες οδηγοί:
α) Δύναται να έχουν οποιασδήποτε μορφής σχέση εργασίας με την επιχείρηση.
β) Συνάπτουν συμβάσεις πλήρους ή μερικής απασχόλησης κατά τρόπο, ώστε να μη διαταράσσεται η συνεχής επί 24ώρου βάσεως ετοιμότητα της επιχείρησης.
γ) Διαθέτουν τουλάχιστον τα εξής προσόντα:
αα) Κατέχουν άδεια οδήγησης, ανάλογης κατηγορίας, σύμφωνα με το είδος του οχήματος που οδηγούν.
ββ) Διετή τουλάχιστον αποδεδειγμένη προϋπηρεσία σε συνεργείο αυτοκινήτων ως μηχανοτεχνίτες ή ηλεκτροτεχνίτες αυτοκινήτων.
Σε περίπτωση που διαθέτουν πτυχίο κατώτερης τεχνικής σχολής, πρέπει να έχουν προϋπηρεσία τουλάχιστον ενός (1) έτους.
Σε περίπτωση που διαθέτουν πτυχίο ανώτερης τεχνικής σχολής δεν απαιτείται προϋπηρεσία.
6. Οι επιχειρήσεις υποχρεούνται να διαθέτουν, με ίδια μέσα ή με σύμβαση συνεργασίας, τουλάχιστον έναν (1) Σταθμό παραμονής και μεταφόρτωσης σε κάθε νομό της ηπειρωτικής Ελλάδας, καθώς και στα νησιά που δραστηριοποιούνται.
Οι Σταθμοί παραμονής και μεταφόρτωσης πρέπει να διαθέτουν:
α) ισόγειο χώρο, για γραφείο και αίθουσα αναμονής, ικανού εμβαδού για την υποδοχή των επιβατών των οχημάτων, με
β) τουλάχιστον ένα (1) WC,
γ) τουλάχιστον μία τηλεφωνική σύνδεση,
δ) ηλεκτρονικό υπολογιστή,
ε) συσκευή ασύρματης επικοινωνίας με τα οχήματα της οδικής βοήθειας,
στ) στεγασμένο ισόγειο χώρο ικανού εμβαδού, με τάφρο επιθεώρησης ή ανυψωτικό μηχάνημα,
ζ) χώρο στάθμευσης για τα οχήματα της επιχείρησης.
7. Οι ασφαλιστικές εταιρίες μπορούν να παρέχουν την οδική βοήθεια σε είδος ή και σε χρήμα, ενώ οι μη ασφαλιστικές επιχειρήσεις οδικής βοήθειας μόνο σε είδος.
8. Οι επιχειρήσεις οδικής βοήθειας και οι συνεργάτες μπορούν να παρέχουν οδική βοήθεια σε μη συνδρομητή κατόπιν κλήσης για συγκεκριμένο περιστατικό εφόσον αποκτήσουν άδεια άσκησης επαγγέλματος οδικού μεταφορέα σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ)1071/2009 και διαθέτουν φορτηγά δημόσιας χρήσης.».
3. Το άρθρο 3 του ν. 3651/2008 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 3
Επιχειρήσεις οδικής βοήθειας οχημάτων
1. Οι επιχειρήσεις οδικής βοήθειας δραστηριοποιούνται είτε με ίδια μέσα είτε με συνεργάτες.
2. Σε όσους νομούς δραστηριοποιείται η επιχείρηση οδικής βοήθειας και δεν υπάρχει σύμβαση συνεργασίας με συνεργάτη, η υποψήφια επιχείρηση οδικής βοήθειας υποχρεούται να καλύψει τις περιοχές αυτές με δικά της μέσα και να δραστηριοποιείται η ίδια στους νομούς αυτούς.
3. Η επιχείρηση οδικής βοήθειας υποβάλλει στην αρμόδια Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών της Περιφέρειας ή στην Τράπεζα της Ελλάδος εφόσον είναι ασφαλιστική, αναγγελία έναρξης λειτουργίας συνοδευόμενη από τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων λειτουργίας της. Η επιχείρηση εκδίδει τις άδειες κυκλοφορίας των φορτηγών της στο όνομά της πριν την πάροδο τριμήνου από την αναγγελία, αλλιώς η αρμόδια αρχή απαγορεύει την άσκηση της δραστηριότητας και ενημερώνει την αρμόδια αρχή των συνεργατών.
4. Τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη νόμιμη λειτουργία της επιχείρησης οδικής βοήθειας είναι τα εξής:
α) Για την επιχείρηση:
αα) Φωτοαντίγραφο Αστυνομικής ταυτότητας του ιδιοκτήτη ή καταστατικό και έγγραφο διορισμού νομίμου εκπροσώπου της επιχείρησης, προκειμένου για νομικό πρόσωπο.
ββ) Απόσπασμα ποινικού μητρώου γενικής χρήσης του φυσικού προσώπου ή του νομίμου εκπροσώπου από το οποίο να προκύπτει ότι δεν έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για τα εγκλήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 11.
γγ) Βεβαίωση ασφαλιστικής κάλυψης από την ασφαλιστική εταιρεία από την οποία προκύπτουν τα στοιχεία της περίπτωσης γ της παραγράφου 1 του άρθρου 2.
δδ) Αντίγραφο της σύμβασης οδικής βοήθειας που τυχόν έχει συνάψει η επιχείρηση με ασφαλιστική εταιρεία και με την οποία έχει αναλάβει την παροχή οδικής βοήθειας στους ασφαλισμένους της.
εε) Αντίγραφο της σύμβασης οδικής βοήθειας που η επιχείρηση παραδίδει στους συνδρομητές.
στστ) Αντίγραφο της σύμβασης συνεργασίας με τους συνεργάτες.
ζζ) Κατάσταση των συνεργατών της επιχείρησης με συνημμένη για κάθε συνεργάτη τη βεβαίωση νόμιμης λειτουργίας.
β) Για το Προσωπικό:
αα) Αντίγραφο ισχύουσας κατάστασης προσωπικού νομίμως κατατεθειμένης.
ββ) Πίνακας με κατανομή προσωπικού ανά περιοχή δραστηριοποίησης της επιχείρησης.
γ) Για κάθε σταθμό παραμονής και μεταφόρτωσης:
αα) Συμφωνητικό μίσθωσης ή χρησιδανείου του χώρου ή συμβόλαιο ιδιοκτησίας.
ββ) Τοπογραφικό διάγραμμα υπογεγραμμένο και σφραγισμένο από αρμόδιο μηχανικό.
γγ) Κάτοψη των χώρων υπογεγραμμένη και σφραγισμένη από αρμόδιο μηχανικό.
δδ) Κατάσταση με τις ακριβείς διευθύνσεις και τα τηλέφωνα των σταθμών παραμονής και μεταφόρτωσης που διαθέτει η επιχείρηση.
δ) Για τα οχήματα:
αα) Αντίγραφα των αδειών κυκλοφορίας των οχημάτων μικτού βάρους άνω των 4 τόνων που διαθέτει.
ββ) Πίνακας με τους αριθμούς πλαισίου ή τους αριθμούς κυκλοφορίας των οχημάτων άνω των τεσσάρων (4) τόνων κατανεμημένα κατά περιοχή και υπεύθυνη δήλωση ότι η ελάχιστη προβλεπόμενη κατανομή των οχημάτων είναι συνεχής και σύμφωνη προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
5. Σε περίπτωση που υπάρχουν μεταβολές στα ανωτέρω δικαιολογητικά, εντός του μηνός Νοεμβρίου κάθε έτους υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση από το φυσικό πρόσωπο ή το νόμιμο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου με την οποία δηλώνονται οι όποιες μεταβολές.
6. Η σύμβαση οδικής βοήθειας προς τους συνδρομητές συνάπτεται αποκλειστικά με την επιχείρηση οδικής βοήθειας και όχι με τον συνεργάτη και παραδίδεται το αποδεικτικό της έγγραφο το αργότερο εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών στον δικαιούχο από την επιχείρηση, που εισέπραξε τα χρήματα της συνδρομής.
7. Σε περίπτωση εκτάκτων καταστάσεων, εξαιτίας καιρικών συνθηκών, σεισμών, αυξημένης κίνησης κατά την τουριστική περίοδο και γενικά σε περιστάσεις που απαιτείται η ενίσχυση του δυναμικού ορισμένων περιοχών της χώρας, οι επιχειρήσεις οδικής βοήθειας και οι συνεργάτες τους, δύνανται να μετακινούν οχήματα
και προσωπικό, προκειμένου να εξυπηρετηθούν όσο το δυνατόν καλύτερα οι έχοντες ανάγκη την οδική βοήθεια, με την προϋπόθεση ότι δεν θα μένουν άλλες περιοχές με λιγότερα οχήματα ή προσωπικό από ό,τι προβλέπεται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Σε περίπτωση εκτάκτων αναγκών ή βλαβών οχημάτων των συνεργατών, η επιχείρηση δύναται να διαθέτει προσωρινά δικά της οχήματα προς τους συνεργάτες.
8. Οι ημεδαπές και αλλοδαπές ασφαλιστικές επιχειρήσεις ζημιών, οι οποίες δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα και στον κλάδο 18 Βοήθεια, μπορούν να προσφέρουν οδική βοήθεια οχημάτων, σύμφωνα με το ν.δ. 400/1970 (Α΄ 10) και με τον παρόντα νόμο.
9. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δύνανται να προσφέρουν οδική βοήθεια είτε οι ίδιες ως επιχειρήσεις οδικής βοήθειας οχημάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος είτε χρησιμοποιώντας άλλες επιχειρήσεις οδικής βοήθειας οχημάτων, ασφαλιστικές ή μη.
10. Η ασφαλιστική εταιρία υποχρεούται να παραδίδει ασφαλιστήριο οδικής βοήθειας στον ασφαλισμένο, στο οποίο περιέχονται όλες οι υποχρεώσεις της και τα στοιχεία του άρθρου 9 του παρόντος. Εφόσον η ασφαλιστική εταιρία δεν διαθέτει η ίδια τα μέσα, αλλά συνεργάζεται με άλλη επιχείρηση οδικής βοήθειας οχημάτων, στο ασφαλιστήριο αναγράφονται, εκτός των στοιχείων που προβλέπονται από το άρθρο 10 και όλα τα στοιχεία της επιχείρησης οδικής βοήθειας οχημάτων που την εξυπηρετεί. Εφόσον η ασφαλιστική εταιρία δεν διαθέτει ίδια μέσα, στο ασφαλιστήριο αναγράφονται και τα στοιχεία των συνεργατών της, σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος, οι οποίοι θα προσφέρουν τις υπηρεσίες οδικής βοήθειας.
11. Οι ασφαλιστικές εταιρίες που δεν προσφέρουν με δικά τους μέσα οδική βοήθεια οχημάτων και έχουν συνάψει συμβάσεις αλληλοεξυπηρέτησης με επιχειρήσεις άλλων κρατών για εξυπηρέτηση των οχημάτων των πελατών τους, εφόσον έχει υποστεί βλάβη στον ελληνικό χώρο όχημα πελάτη της ξένης εταιρίας, μπορούν να εξυπηρετούν τα οχήματα αυτά με τη συνεργαζόμενη επιχείρηση οδικής βοήθειας οχημάτων που έχουν συνάψει σύμβαση, αποζημιώνοντας την κατά περιστατικό ή χρησιμοποιώντας γερανούς Δημοσίας Χρήσεως.»
4. Τα άρθρα 4 και 5 του ν. 3651/2008 καταργούνται.
5. Το άρθρο 6 του ν. 3651/2008, αναριθμείται σε 4, και αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 4
Συνεργάτες οδικής βοήθειας οχημάτων
1. Οι συνεργάτες οδικής βοήθειας οχημάτων υποχρεούνται να διαθέτουν οι ίδιοι στους νομούς όπου δραστηριοποιούνται την οργάνωση, τον εξοπλισμό και το προσωπικό του άρθρου 2. Ο έλεγχος της λειτουργίας των συνεργατών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, ασκείται από τις κατά τόπους Διευθύνσεις Μεταφορών και Επικοινωνιών των Περιφερειών.
2. Ο συνεργάτης οδικής βοήθειας υποβάλλει στην αρμόδια Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών της Περιφέρειας αναγγελία έναρξης λειτουργίας συνοδευόμενη από τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων λειτουργίας του. Ο συνεργάτης εκδίδει τις άδειες κυκλοφορίας των φορτηγών του στο όνομά του πριν την πάροδο τριμήνου από την αναγγελία, αλλιώς η Υπηρεσία απαγορεύει την άσκηση της δραστηριότητας και ενημερώνει την αρμόδια αρχή της επιχείρησης οδικής βοήθειας.
3. Τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη νόμιμη λειτουργία του συνεργάτη οδικής βοήθειας είναι τα εξής:
α) Για την επιχείρηση:
αα) Φωτοαντίγραφο Αστυνομικής ταυτότητας του ιδιοκτήτη όταν η επιχείρηση είναι φυσικό πρόσωπο ή καταστατικό και έγγραφο διορισμού νομίμου εκπροσώπου της επιχείρησης, προκειμένου για νομικό πρόσωπο.
ββ) Απόσπασμα ποινικού μητρώου γενικής χρήσης του φυσικού προσώπου ή του νομίμου εκπροσώπου από το οποίο να προκύπτει ότι δεν έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για τα εγκλήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 12,
γγ) Αντίγραφο της σύμβασης συνεργασίας που έχει συνάψει με επιχειρήσεις οδικής βοήθειας.
β) Για το Προσωπικό:
αα) Αντίγραφο ισχύουσας κατάστασης προσωπικού νομίμως κατατεθειμένης.
ββ) Πίνακας με κατανομή προσωπικού ανά περιοχή δραστηριοποίησης της επιχείρησης.
γ) Για τους σταθμούς παραμονής και μεταφόρτωσης:
αα) Συμφωνητικό μίσθωσης ή χρησιδανείου του χώρου ή συμβόλαιο ιδιοκτησίας.
ββ) Τοπογραφικό διάγραμμα υπογεγραμμένο και σφραγισμένο από αρμόδιο μηχανικό.
γγ) Κάτοψη των χώρων υπογεγραμμένη και σφραγισμένη από αρμόδιο μηχανικό.
δδ) Κατάσταση με τις ακριβείς διευθύνσεις και τα τηλέφωνα των σταθμών παραμονής και μεταφόρτωσης που διαθέτει η επιχείρηση.
δ) Για τα οχήματα:
αα) Αντίγραφα των αδειών κυκλοφορίας των οχημάτων μικτού βάρους άνω των 4 τόνων που διαθέτει
ββ) Πίνακας με τους αριθμούς πλαισίου ή τους αριθμούς κυκλοφορίας των οχημάτων άνω των τεσσάρων (4) τόνων που διαθέτει κατανεμημένα κατά περιοχή και υπεύθυνη δήλωση ότι η ελάχιστη προβλεπόμενη κατανομή των οχημάτων είναι συνεχής και σύμφωνη προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
4. Σε περίπτωση που υπάρχουν μεταβολές στα ανωτέρω δικαιολογητικά, εντός του μηνός Νοεμβρίου κάθε έτους υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση από το φυσικό πρόσωπο ή τον νόμιμο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου με την οποία δηλώνονται οι όποιες μεταβολές.
5. Οι συνεργάτες υποχρεούνται να χρησιμοποιούν στα οχήματα οδικής βοήθειας και στους σταθμούς παραμονής και μεταφόρτωσης το διακριτικό τίτλο και τα σήματα που κατέχουν οι επιχειρήσεις οδικής βοήθειας, με τις οποίες συνεργάζονται, σύμφωνα με τη σύμβαση που έχει υπογραφεί μεταξύ τους.
6. Η παροχή οδικής βοήθειας από συνεργάτη επιτρέπεται είτε για λογαριασμό της επιχείρησης οδικής βοήθειας σύμφωνα με τη σύμβαση που έχει υπογραφεί μεταξύ τους, είτε μετά από κλήση για συγκεκριμένο περιστατικό.»
6. Το άρθρο 7 του ν. 3651/2008, αναριθμείται σε 5 και αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 5
Επιχειρήσεις οδικής βοήθειας βαρέων οχημάτων
1. Οι επιχειρήσεις οδικής βοήθειας βαρέων οχημάτων ασφαλιστικές ή μη ασφαλιστικές, υποχρεούνται να διαθέτουν την οργάνωση που προβλέπεται στο άρθρο 2, εκτός από τα οχήματα της παραγράφου 2 αντί των οποίων πρέπει να διαθέτουν τουλάχιστον ένα (1) φορτηγό αυτοκίνητο άνω των δεκαεννέα (19) τόνων (πλατφόρμα, γερανοφόρο).
2. Σε περίπτωση που το έργο της επιχείρησης δεν περιορίζεται μόνο στην παροχή οδικής βοήθειας βαρέων οχημάτων, εφαρμόζονται οι λοιπές διατάξεις του παρόντος νόμου ανάλογα με το είδος της επιχείρησης.»
7. Στην παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 3651/2008, διαγράφονται όλα τα εδάφια πλην των δύο τελευταίων.
8. Στο άρθρο 11 του ν. 3651/2008, διαγράφεται η παράγραφος 2 και οι παράγραφοι 3 και 4 αναριθμούνται σε 2 και 3 αντίστοιχα.
9. Στον τίτλο του άρθρου 13 του ν. 3651/2008, η λέξη «χορήγηση αδειών» αντικαθίσταται από τις λέξεις «όροι λειτουργίας».
10. Στην παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 3651/2008, οι λέξεις «Οι άδειες οδικής βοήθειας, που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο, δεν χορηγούνται» αντικαθίσταται από τις λέξεις «Απαγορεύεται η λειτουργία επιχείρησης οδικής βοήθειας ή συνεργάτη οδικής βοήθειας» και προστίθεται εδάφιο στο τέλος της παραγράφου 1 ως εξής «Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών καθορίζεται η διαδικασία διακοπής της λειτουργίας σε περίπτωση συνδρομής της προϋπόθεσης του παραπάνω εδαφίου.».
11. Στην παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 3651/2008, οι λέξεις «νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων» αντικαθίσταται από τις λέξεις «Περιφερειακών Ενοτήτων».
12. Τα άρθρα 8, 9, 10, 11, 12 και 13 του ν. 3651/2008, αναριθμούνται σε 6, 7, 8, 9, 10 και 11 αντίστοιχα.
13. Το άρθρο 14 του ν. 3651/2008, αναριθμείται σε 12 και αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 12
Κυρώσεις
1. Τιμωρούνται με διοικητικό πρόστιμο φυσικά ή νομικά πρόσωπα:
α) από δέκα χιλιάδες (10.000) έως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, που προσφέρουν οδική βοήθεια οχημάτων χωρίς τη σχετική βεβαίωση νόμιμης λειτουργίας,
β) από πέντε χιλιάδες (5.000) έως δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, που δηλώνουν ψευδή στοιχεία στις αρμόδιες υπηρεσίες,
γ) από δύο χιλιάδες (2.000) έως πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ οι συνεργάτες της παραγράφου 6 του άρθρου 1, που δηλώνουν ψευδή στοιχεία προς την επιχείρηση οδικής βοήθειας με την οποία έχουν συμβληθεί,
δ) από πέντε χιλιάδες (5.000) έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ και οριστική αφαίρεση της άδειας κυκλοφορίας του οχήματος για κάθε παράβαση της παραγράφου 4 του άρθρου 1,
ε) από πέντε χιλιάδες (5.000) έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ για κάθε παράβαση των διατάξεων του άρθρου 8,
στ) από πέντε χιλιάδες (5.000) έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, οι επιχειρήσεις οδικής βοήθειας οιαδήποτε μορφής, καθώς και οι τυχόν συνεργάτες τους, εφόσον δεν εκπληρώνουν τις κατά νόμο υποχρεώσεις τους ή τις εκπληρώνουν κατά τρόπο πλημμελή.
2. Σε περίπτωση υποτροπής τα πρόστιμα της παραγράφου 1 διπλασιάζονται.
3. Τα διοικητικά πρόστιμα αποτελούν έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ (ν.δ. 356/1974, Α΄ 90). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών μπορεί να καθορίζονται λεπτομέρειες της διαδικασίας για την διαπίστωση των παραβάσεων, τον καταλογισμό, την επιβολή και είσπραξη των διοικητικών προστίμων και την απόδοσή τους στον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς και μπορούν να καθορίζονται και άλλα αρμόδια όργανα για τη διαπίστωση των παραβάσεων.
4. Αρμόδιο όργανο για τη διαπίστωση και την επιβολή των παραπάνω διοικητικών κυρώσεων είναι ο οικείος Περιφερειάρχης ή η Τράπεζα της Ελλάδος προκειμένου για ασφαλιστική εταιρεία.»
14. Το άρθρο 15 του ν. 3651/2008, αναριθμείται σε 13.
15. Το άρθρο 16 του ν. 3651/2008, αναριθμείται σε 14.
16. Από τη δημοσίευση του παρόντος καταργούνται οι υπουργικές αποφάσεις Α7/οικ. 42961/3496/2008 (Β΄ 1632) και Α7/οικ. 69835/ 5832/2008 (Β΄ 2592). Οι επιχειρήσεις που ήδη λειτουργούν οφείλουν να προσαρμοστούν στις διατάξεις του παρόντος εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος.
1. Οδική βοήθεια οχημάτων είναι η δραστηριότητα που περιλαμβάνει τις ακόλουθες εργασίες, οι οποίες εκτελούνται σε όχημα σε περίπτωση ατυχήματος ή βλάβης που το ακινητοποιεί ή δυσχεραίνει την κυκλοφορία του:
α) Η επί τόπου επισκευή του οχήματος.
β) Η μεταφορά του οχήματος, μέχρι τον πλησιέστερο ή καταλληλότερο τόπο για την επί τόπου επισκευή του.
γ) Η μεταφορά του οχήματος σε συνεργείο επισκευής οχημάτων επιλογής του ιδιοκτήτη του, καθώς και η μεταφορά του οδηγού και των επιβατών του οχήματος μέχρι τον πλησιέστερο τόπο από τον οποίο θα μπορέσουν να επιβιβαστούν σε άλλα μέσα κατά την επιλογή του δικαιούχου της παροχής οδικής βοήθειας, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που ανέλαβε η επιχείρηση οδικής βοήθειας και οι οποίες προβλέπονται στη Σύμβαση οδικής βοήθειας.
δ) Η μεταφορά του οχήματος, καθώς και του οδηγού και των επιβατών του μέχρι την κατοικία τους, το σημείο εκκίνησης ή τον αρχικό προορισμό τους εντός της Ελλάδας, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που ανέλαβε η επιχείρηση οδικής βοήθειας. Οδική βοήθεια δύναται να προσφερθεί και στους σταθμούς παραμονής και μεταφόρτωσης που ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 2 του παρόντος. Οδική βοήθεια οχημάτων θεωρείται και η παροχή βοήθειας σε δίκυκλα ή τρίκυκλα οχήματα.
2. Μέσα οδικής βοήθειας οχημάτων είναι ο υλικός καιμηχανολογικός εξοπλισμός, το ανθρώπινο δυναμικό και τα αναλώσιμα υλικά που χρησιμοποιούνται από την επιχείρηση για την παροχή οδικής βοήθειας οχημάτων.
3. Σύμβαση οδικής βοήθειας οχημάτων είναι η συμφωνία για την παροχή οδικής βοήθειας από την επιχείρηση προς τον δικαιούχο και αποδεικνύεται με έγγραφο που εκδίδεται από την επιχείρηση. Δικαιούχος οδικής βοήθειας είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συνάπτει με την επιχείρηση οδικής βοήθειας σύμβαση οδικής βοήθειας.
4. Ποσό καλύψεως για την παροχή της οδικής βοήθειας είναι:
α) Το ασφάλιστρο που καταβάλλεται στην ασφαλιστική εταιρία για την παροχή της οδικής βοήθειας.
β) Η συνδρομή που καταβάλλεται στις μη ασφαλιστικές επιχειρήσεις οδικής βοήθειας.
γ) Το εφάπαξ ποσό που καταβάλλεται σε επιχείρηση οδικής βοήθειας ή συνεργάτη για την εξυπηρέτηση μη συνδρομητή για συγκεκριμένο περιστατικό.
δ) Το εφάπαξ ποσό που καταβάλλεται σε επιχείρηση
γερανών δημοσίας χρήσεως για συγκεκριμένο περιστατικό και αφορά μόνο την ανέλκυση ή ρυμούλκηση ή μεταφορά του ακινητοποιηθέντος οχήματος.
5. Σταθμοί παραμονής και μεταφόρτωσης είναι οι κατάλληλα διαμορφωμένοι χώροι, τους οποίους διαθέτουν, με ίδια μέσα ή με σύμβαση συνεργασίας, οι επιχειρήσεις οδικής βοήθειας και στους οποίους επιχειρούν την αποκατάσταση της βλάβης με ασφάλεια και άνετες συνθήκες για τους επιβάτες του οχήματος που υπέστη βλάβη.
6. Συνεργάτης οδικής βοήθειας οχημάτων είναι η επιχείρηση, η οποία παρέχει οδική βοήθεια οχημάτων άνευ συνδρομής είτε ως συμβαλλόμενη με τις λοιπές επιχειρήσεις οδικής βοήθειας, είτε μετά από κλήση για συγκεκριμένο περιστατικό.
7. Επιχείρηση οδικής βοήθειας οχημάτων είναι η επιχείρηση οποιασδήποτε νομικής μορφής, που παρέχει οδική βοήθεια οχημάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.».
1.α. Συνιστάται στη Γενική Γραμματεία Υποδομών (Γ.Γ.Υ.) του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών Κεντρικό Ηλεκτρονικό Σύστημα Παρακολούθησης Τεχνικών Έργων (Κ.Η.Σ.ΠΑ.Τ.Ε.) του συνόλου των ιδιωτικών και δημοσίων έργων. Σκοπός του παρόντος είναι η θέσπιση νομοθετικού πλαισίου εκσυγχρονισμού της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης μέσω της δημιουργίας ηλεκτρονικού συστήματος παρακολούθησης της παραγωγής έργων, με σκοπό τη διαφάνεια, την επιτάχυνση των
διοικητικών διαδικασιών, την εξοικονόμηση δημοσίων πόρων και τον εξορθολογισμό του κόστους παραγωγής δημοσίων και ιδιωτικών έργων. Οι, κατά τις κείμενες διατάξεις, διοικητικές διαδικασίες συνεχίζουν να ισχύουν, όπως προβλέπονται σε αυτές, χωρίς να δημιουργούν περαιτέρω διοικητικό βάρος και νέες υποχρεώσεις ιδιωτών ή δημοσίου, απλώς επαναδιοργανώνουν μέσω του παρόντος ηλεκτρονικού συστήματος τη διαδικασία.
β. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται: α) στα δημόσια και ιδιωτικά έργα, που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές και φορείς του Βιβλίου Ι και ΙΙ του ν. 4412/2016 (Α΄ 147), από λοιπούς φορείς του δημοσίου τομέα της παραγράφου 1 α του άρθρου 14 του Κεφαλαίου Α΄ του Μέρους Β΄ του ν. 4270/2014 (Α΄ 143) και από ιδιώτες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα και β) στα έργα παραχώρησης του ν. 4413/2016 (Α΄148).
γ. Για τους σκοπούς του παρόντος ως «δημόσιο έργο», «ιδιωτικό έργο», και «έργο παραχώρησης» νοείται το δημόσιο και ιδιωτικό έργο και το έργο παραχώρησης κατά τους ορισμούς της παρ.1 του άρθρου 118 του ν. 4472/2017 (Α΄ 74).
δ. Από τις διατάξεις του παρόντος εξαιρούνται:
A) Οι δημόσιες συμβάσεις που εμπίπτουν στους τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας του Μέρους Δεύτερου του ν. 3978/2011 (Α΄ 137) και οι δημόσιες συμβάσεις στις οποίες δεν εφαρμόζεται το Μέρος Δεύτερο του ν.3978/2011 (Α΄137), σύμφωνα με το άρθρο 17 και το άρθρο 24 του εν λόγω νόμου.
Β) Οι συμβάσεις του άρθρου 346 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σ.Λ.Ε.Ε.), συμπεριλαμβανομένων και των συμβάσεων που συνάπτονται από τις Αρχές Εξωτερικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών και από την Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών και χαρακτηρίζονται ως απόρρητες ή η σύναψη και εκτέλεσή τους πρέπει να συνοδεύονται από ιδιαίτερα μέτρα ασφαλείας.
2. α. Στο Κ.Η.Σ.ΠΑ.Τ.Ε. καταχωρούνται σε ηλεκτρονική διαδικτυακή φόρμα για κάθε δημόσιο και ιδιωτικό έργο όλα τα επιμέρους στοιχεία που το προσδιορίζουν σε τεχνικό και οικονομικό επίπεδο από το σχετικό αίτημα προγραμματισμού μέχρι και την οριστική παραλαβή του για το δημόσιο έργο ή την ηλεκτροδότησή του για το ιδιωτικό έργο. Η καταχώρηση των στοιχείων στο Κ.Η.Σ.Π.Α.Τ.Ε. γίνεται είτε αυτομάτως μέσω της ηλεκτρονικής διασύνδεσης των ηλεκτρονικών συστημάτων της παρ. 3 είτε με την ηλεκτρονική μεταφόρτωση του εγγράφου, που αντικαθιστά τη τήρηση της έγγραφης διοικητικής διαδικασίας ή την υποχρέωση του πολίτη να προσέλθει στην αρμόδια διοικητική αρχή για τη διεκπεραίωση της υπόθεσής του.
β. Ενδεικτικά, καταχωρούνται μέσω της ηλεκτρονικής διασύνδεσης των ηλεκτρονικών συστημάτων της παραγράφου 3: ο κύριος του έργου, ο φορέας υλοποίησης, οι αναθέτουσες αρχές ή φορείς, ο αναθέτων ιδιώτης, η ομάδα μελέτης, το αντικείμενο και ο χρόνος απασχόλησης του κάθε μέλους της ομάδας μελέτης, η ομάδα επίβλεψης, το αντικείμενο και ο χρόνος απασχόλησης του κάθε μέλους της ομάδας επίβλεψης, η ομάδα τεχνικού συμβούλου, το αντικείμενο και ο χρόνος απασχόλησης του κάθε μέλους της ομάδας τεχνικού συμβούλου, οι συντελεστές παραγωγής του έργου (ανάδοχοι, κατασκευαστές, υπεργολάβοι, προμηθευτές, συνεργεία, μηχανήματα), οι συντελεστές διοίκησης του έργου (επιβλέποντες, διευθύνουσα υπηρεσία, προϊσταμένη αρχή κ.λπ.), η κατηγορία του, ο τίτλος, το φυσικό αντικείμενο (κατηγορία έργου και βασικά χαρακτηριστικά), ο χρονικός προγραμματισμός υλοποίησής του, το ιδιοκτησιακό καθεστώς, ο προϋπολογισμός του, η σύμβαση ανάθεσης του έργου, τα εγκεκριμένα στοιχεία της μελέτης, συμπεριλαμβανομένης και της μελέτης εφαρμογής και οποιαδήποτε τροποποίηση αυτών, οι εγκεκριμένοι λογαριασμοί (πιστοποιήσεις) και οι πληρωμές, αποφάσεις της διευθύνουσας υπηρεσίας και προϊσταμένης αρχής (εγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, παρατάσεις, εγκρίσεις επιμετρήσεων, πρωτόκολλα αφανών εργασιών, πρωτόκολλα κανονισμού τιμών μονάδων νέων εργασιών - Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε., των Ανακεφαλαιωτικών Πινάκων, συμπληρωματικών συμβάσεων, αποφάσεις έκπτωσης κ.λπ.), οι διοικητικές πράξεις ελέγχου, οι διακοπές εργασιών και εν γένει όλα τα στοιχεία των περιπτ. α΄ έως και ζ΄ της παρ. 3 του άρθρου 45 του ν. 4412/2016. Η ηλεκτρονική βάση δεδομένων της παραγράφου 6 του άρθρου 45 του ν. 4412/2016, εμπεριέχεται στην ηλεκτρονική εφαρμογή του παρόντος. Οι χρήστες του συστήματος έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε συγκεκριμένα δεδομένα του συστήματος, που αφορούν στο έργο, τα οποία τους διευκολύνουν στην παρακολούθηση της εξέλιξης της όλης διαδικασίας και τους ενημερώνουν για τυχόν αλλαγές αυτής, που καθορίζεται με την παράγραφο 7 του παρόντος.
γ. Στο ηλεκτρονικό σύστημα ο ανάδοχος δημοσίου έργου αναρτά τις τριμηνιαίες συνοπτικές ανακεφαλαιωτικές εκθέσεις του για την πορεία του έργου της παρ. 15 του άρθρου 138 του ν. 4412/2016, το περιεχόμενο των οποίων είναι ανάλογο των αντίστοιχων εκθέσεων της διευθύνουσας Υπηρεσίας της παρ. 8 του άρθρου 136 του ν. 4412/2016, καθώς επίσης τηρεί και το ημερολόγιο του έργου κατά το άρθρο 146 του ν. 4412/2016.
δ. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, που εκδίδεται εντός εννέα (9) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, προσδιορίζονται οι τεχνικές λεπτομέρειες και τα ειδικότερα στοιχεία των προηγούμενων εδαφίων που εντάσσονται στο Κ.Η.Σ.ΠΑ.Τ.Ε.
3. Το Κ.Η.Σ.ΠΑ.Τ.Ε. για την αποτελεσματικότερη παρακολούθηση των τεχνικών έργων, σε όλα τα στάδια προγραμματισμού και υλοποίησής τους, διασυνδέεται λειτουργικά ιδίως: α) με την ηλεκτρονική εφαρμογή του τρόπου έκδοσης οικοδομικών αδειών του ν. 4495/2017 (Α΄ 167), από την οποία αντλούνται τα απαραίτητα στοιχεία για τα κτιριακά έργα, δημόσια και ιδιωτικά, β) με το Εθνικό Σύστημα Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ.) και με το Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων (Κ.Η.Μ.Δ.Η.Σ.) των άρθρων 37 και 38 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147), γ) με την εφαρμογή της Ηλεκτρονικής Ταυτότητας Κτιρίου του ν. 4495/2017 (Α΄ 167), δ) με την εφαρμογή Ηλεκτρονικoύ Συστήματος Καταγραφής, Λειτουργίας και Συντήρησης Δημοσίων και Ιδιωτικών Έργων κατά τις κείμενες διατάξεις, ε) με την εφαρμογή Κεντρικού Ηλεκτρονικού Συστήματος Αδειοδοτήσεων κατά τις κείμενες διατάξεις, στ) με την εφαρμογή του Ηλεκτρονικού μητρώου συντελεστών παραγωγής δημοσίων και ιδιωτικών τεχνικών έργων (ΜΗ.Τ.Ε.) του άρθρου 118 του ν. 4472/2017 (A΄ 74), ζ) με το σύστημα αμοιβών και το μητρώο μελών του Τ.Ε.Ε., η) με το πρόγραμμα Διαύγεια, θ) με το Μητρώο Δεσμεύσεων, ι) με τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων και τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών (σύστημα TAXIS) και ια) με τα συστήματα των φορέων που τα μέλη τους εγγράφονται στα μητρώα του άρθρου 118 του ν. 4472/2017 (Α΄ 74).
4. Η άντληση των στοιχείων μέσω των ηλεκτρονικών συστημάτων της προηγούμενης, γίνεται για τα δημόσια έργα με ευθύνη των αρμοδίων οργάνων της αναθέτουσας αρχής. Σε περίπτωση που δεν είναι εφικτή η διαλειτουργικότητα για τεχνικούς λόγους, η καταχώρηση γίνεται με την ηλεκτρονική μεταφόρτωση του εγγράφου που αντικαθιστά την τήρηση της έγγραφης διοικητικής διαδικασίας ή την υποχρέωση του πολίτη να προσέλθει στην αρμόδια διοικητική αρχή για τη διεκπεραίωση της υπόθεσής του.
5. Τα στοιχεία της εφαρμογής παραμετροποιούνται κατά τρόπο ώστε να είναι διαχειρίσιμα σε διάφορες κλίμακες εθνικού, περιφερειακού, ή τοπικού επιπέδου, καθώς και με κριτήρια τεχνικού αντικειμένου, γεωγραφικού προσδιορισμού, αναδόχου, αναθέτουσας αρχής ή φορέα, προϋπολογισμού ή οποιασδήποτε άλλης παραμέτρου αναζήτησης.
6. Μέσα σε διάστημα έξι (6) μηνών από την έναρξη λειτουργίας του Κ.Η.Σ.ΠΑ.Τ.Ε. καταχωρούνται, κατά προτεραιότητα, τα εν εξελίξει δημόσια έργα για τα οποία δεν έχει συντελεσθεί η οριστική παραλαβή και τα ιδιωτικά για τα οποία δεν έχει γίνει η ηλεκτροδότηση.
7. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών και των κατά περίπτωση αρμοδίων Υπουργών, που εκδίδεται εντός δώδεκα (12) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, ρυθμίζονται τα ειδικότερα τεχνικά ζητήματα που αφορούν στη λειτουργία και διαχείριση του Κ.Η.Σ.ΠΑ.Τ.Ε. και συγκεκριμένα οι όροι και τεχνικές λεπτομέρειες διασύνδεσής του με άλλες εφαρμογές, οι όροι και προϋποθέσεις πρόσβασης και χρήσης των πληροφοριών, οι παραμετροποιήσεις της παραγράφου 5, καθώς και κάθε άλλο θέμα συναφές με τα ανωτέρω.
8. Στις διαδικτυακές πύλες του συστήματος του παρόντος, τα θέματα ασφαλείας και προστασίας των προσωπικών δεδομένων αντιμετωπίζονται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 11 και 13 του Παραρτήματος Ι της ΥΑΠ/Φ.40.4/989/2012 (Β΄ 1301) «Κύρωση Πλαισίου Παροχής Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης» στην οποία περιλαμβάνεται και η ασφαλής αποθήκευση του αρχειακού υλικού σε τουλάχιστον δύο διαφορετικά σημεία και με τα οριζόμενα στο π.δ. 25/2014 (Α΄ 44) «ηλεκτρονικό αρχείο και ψηφιοποίηση εγγράφων», ενώ διασφαλίζεται η προσβασιμότητα σε αυτά των ατόμων με ειδικές ανάγκες κατά τις διατάξεις του ν. 3979/2011 (Α΄ 138) «Για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και λοιπές διατάξεις».
1. Συνιστάται Σώμα Ειδικών Επιμετρητών δημοσίων και ιδιωτικών έργων για την επιβοήθηση διενέργειας των απαραίτητων κατά τις κείμενες διατάξεις επιμετρήσεων και συναφών προς αυτές υπηρεσιών δημοσίων έργων, καθώς και της προαιρετικής επιμέτρησης ιδιωτικού έργου, εφόσον το επιθυμεί ο αναθέτων.
2. Οι Ειδικοί Επιμετρητές Δημοσίων και Ιδιωτικών έργων εγγράφονται σε καταλόγους Σώματος Ειδικών Επιμετρητών δημοσίων και ιδιωτικών έργων που τηρούνται στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (Τ.Ε.Ε.) και στο Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, κατόπιν αδειοδότησής τους, που πραγματοποιείται μετά την παρακολούθηση σχετικών σεμιναρίων και επιτυχούς συμμετοχής σε εξετάσεις που διενεργούνται στο Τ.Ε.Ε.
3. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, μετά από γνώμη των νομικών προσώπων της παραγράφου 2, που εκδίδεται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, καθορίζονται τα απαραίτητα προσόντα, όπως ιδίως η απαιτούμενη εμπειρία, οι κανόνες και οι αρχές που διέπουν το έργο τους, η διάρκεια των απαραίτητων σεμιναρίων της παραγράφου 2, ο τρόπος και η διαδικασία αξιολόγησής τους, τα κριτήρια κατηγοριοποίησής τους για την επιλογή τους μέσω ηλεκτρονικής κλήρωσης, οι ιδιότητες που είναι ασυμβίβαστες με το έργο τους, τα όργανα επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση μη εφαρμογής των σχετικών με το έργο τους διατάξεων, η αμοιβή για την παροχή των υπηρεσιών τους η οποία βαρύνει την αναθέτουσα αρχή, το είδος της σύμβασης μεταξύ των Ειδικών Επιμετρητών και της αναθέτουσας αρχής, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τα ανωτέρω. Εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών μετά από την έκδοση της Υπουργικής απόφασης, τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 2 συγκροτούν το Σώμα Ειδικών Επιμετρητών.
4. Ειδικά για συγχρηματοδοτούμενα από το ΕΣΠΑ έργα ύδρευσης, αποχέτευσης και επεξεργασίας λυμάτων και διαχείρισης στερεών αποβλήτων, όταν η αξία σύμβασης είναι ανώτερη του ποσού των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ, και αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας είναι δήμος με πληθυσμό έως δέκα χιλιάδες (10.000) κατοίκους ή νομικό πρόσωπο αυτού, με αρμοδιότητα υλοποίησης έργων των ανωτέρω κατηγοριών η επιλογή ειδικού επιμετρητή είναι υποχρεωτική. Η επιλογή ειδικού επιμετρητή είναι υποχρεωτική και για τα έργα του προηγούμενου εδαφίου που κατά την έναρξη λειτουργίας του Σώματος έχουν ανεκτέλεστο τμήμα σύμβασης ανώτερο των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ.
Το άρθρο 239 του ν. 4281/2014 (Α΄160), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 42 του ν. 4386/2016 (Α΄83) και τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 42 του ν. 4403/2016 (Α΄ 125), αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 239
Προσόντα και διαδικασία για την άσκηση επαγγέλματος
1. Για την άσκηση των επαγγελμάτων του κομμωτήκουρέα και τεχνίτη περιποίησης χεριών - ποδιών απαιτείται η κατοχή ενός από τους κατωτέρω τίτλους εκπαίδευσης και κατάρτισης.
2. Για Κομμωτή - Κουρέα:
α) Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 2 του ν. 2009/1992 ειδικότητας Τεχνικής Επαγγελματικής Σχολής «Κομμώσεων και Βαφής Μαλλιών» ή Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 2 του ν. 2009/1992 ειδικότητας Τ.Ε.Ε. Α΄ Κύκλου σπουδών «Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών και εννέα (9) μήνες προϋπηρεσία.
β) Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 3 του ν. 2009/1992 ειδικότητας Τ.Ε.Ε. Β΄ Κύκλου σπουδών «Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών και έξι (6) μήνες προϋπηρεσία.
γ) Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης του ν. 3475/2006 ειδικότητας ΕΠΑ.Σ. «Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών αλλοδαπής και έξι (6) μήνες προϋπηρεσία.
δ) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 3, που χορηγείται στους αποφοίτους των Σχολών Επαγγελματικής Κατάρτισης (Σ.Ε.Κ.) μετά από πιστοποίηση της ειδικότητας «Τεχνίτης Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.
ε) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας, εκπαίδευσης και κατάρτισης, «Κομμωτικής Τέχνης», επιπέδου 4 που χορηγείται στους αποφοίτους της Γ΄ τάξης των Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.) μετά από ενδοσχολικές εξετάσεις και Απολυτήριο Γενικού ή Επαγγελματικού Λυκείου, επιπέδου 4 που χορηγείται στους αποφοίτους της Γ΄ Τάξης των Λυκείων και έξι (6) μήνες προϋπηρεσία.
στ) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας, εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 5 που χορηγείται στους αποφοίτους του «Μεταλυκειακού έτους - Τάξης Μαθητείας» των ΕΠΑ.Λ. μετά από πιστοποίηση ή δίπλωμα επαγγελματικής ειδικότητας εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 5 που χορηγείται στους αποφοίτους Ι.Ε.Κ. μετά από πιστοποίηση ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.
ζ) Βεβαίωση επάρκειας του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. μετά από παρακολούθηση προγράμματος συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης διάρκειας τουλάχιστον εξακοσίων (600) ωρών σε πιστοποιημένο Κέντρο Διά Βίου Μάθησης (Κ.Δ.Β.Μ.), συμβατό με το εκάστοτε ισχύον επαγγελματικό περίγραμμα και το οποίο συνοδεύεται από αποδεδειγμένη προϋπηρεσία είκοσι τεσσάρων (24) μηνών στο οικείο επάγγελμα, η οποία αποκτήθηκε πριν ή μετά από την αποφοίτηση ή και κατά τη διάρκεια της φοίτησης, και πιστοποίηση από τον Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. Επιτρέπεται η συμμετοχή στις ανωτέρω εξετάσεις πιστοποίησης στους μη έχοντες τίτλο σπουδών εμπειροτεχνίτες, οι οποίοι έως τις 31.12.2017 θα έχουν προϋπηρεσία τριών (3) ετών και άνω ή εννιακόσια (900) ημερομίσθια, με εξαρτημένη ή μη εργασία, σε κομμωτήριο ή κουρείο ή προσκομίζουν πιστοποιητικό προϋπηρεσίας από Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
3. Για Τεχνίτη περιποίησης χεριών και ποδιών:
α) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 3, ειδικότητας Σ.Ε.Κ., «Τεχνίτης Αισθητικός Ποδολογίας - Καλλωπισμού νυχιών και Ονυχοπλαστικής» ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.
β) Δίπλωμα Επαγγελματικής Κατάρτισης, επιπέδου Μεταδευτεροβάθμιας Επαγγελματικής Κατάρτισης, ειδικότητας Ι.Ε.Κ. «Αισθητικός Ποδολογίας και καλλωπισμού νυχιών» ή Δίπλωμα Επαγγελματικής Ειδικότητας Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 5, ειδικότητας Ι.Ε.Κ. «Τεχνικός Αισθητικός Ποδολογίας - Καλλωπισμού Νυχιών και Ονυχοπλαστικής» ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.
γ) Βεβαίωση επάρκειας του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. μετά από παρακολούθηση προγράμματος συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης διάρκειας τουλάχιστον εξακοσίων (600) ωρών σε πιστοποιημένο Κέντρο Δια Βίου Μάθησης (Κ.Δ.Β.Μ.), συμβατό με το εκάστοτε ισχύον επαγγελματικό περίγραμμα και το οποίο συνοδεύεται από αποδεδειγμένη προϋπηρεσία είκοσι τεσσάρων (24) μηνών στο οικείο επάγγελμα, η οποία αποκτήθηκε πριν ή μετά από την αποφοίτηση ή και κατά τη διάρκεια της φοίτησης, και πιστοποίηση από τον Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. Επιτρέπεται η συμμετοχή στις παραπάνω εξετάσεις πιστοποίησης στους μη έχοντες τίτλο σπουδών εμπειροτεχνίτες, οι οποίοι έως τις 31.12.2017 θα έχουν προϋπηρεσία τριών (3) ετών και άνω ή εννιακόσια (900) ημερομίσθια, με εξαρτημένη ή μη εργασία, σε κομμωτήριο ή κουρείο ή προσκομίζουν πιστοποιητικό προϋπηρεσίας από Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης.».
Το άρθρο 239 του ν. 4281/2014 (Α΄160), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 42 του ν. 4386/2016 (Α΄83) και τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 42 του ν. 4403/2016 (Α΄ 125), αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 239
Προσόντα και διαδικασία για την άσκηση επαγγέλματος
1. Για την άσκηση των επαγγελμάτων του κομμωτήκουρέα και τεχνίτη περιποίησης χεριών - ποδιών απαιτείται η κατοχή ενός από τους κατωτέρω τίτλους εκπαίδευσης και κατάρτισης.
2. Για Κομμωτή - Κουρέα:
α) Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 2 του ν. 2009/1992 ειδικότητας Τεχνικής Επαγγελματικής Σχολής «Κομμώσεων και Βαφής Μαλλιών» ή Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 2 του ν. 2009/1992 ειδικότητας Τ.Ε.Ε. Α΄ Κύκλου σπουδών «Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών και εννέα (9) μήνες προϋπηρεσία.
β) Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 3 του ν. 2009/1992 ειδικότητας Τ.Ε.Ε. Β΄ Κύκλου σπουδών «Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών και έξι (6) μήνες προϋπηρεσία.
γ) Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης του ν. 3475/2006 ειδικότητας ΕΠΑ.Σ. «Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών αλλοδαπής και έξι (6) μήνες προϋπηρεσία.
δ) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 3, που χορηγείται στους αποφοίτους των Σχολών Επαγγελματικής Κατάρτισης (Σ.Ε.Κ.) μετά από πιστοποίηση της ειδικότητας «Τεχνίτης Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.
ε) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας, εκπαίδευσης και κατάρτισης, «Κομμωτικής Τέχνης», επιπέδου 4 που χορηγείται στους αποφοίτους της Γ΄ τάξης των Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.) μετά από ενδοσχολικές εξετάσεις και Απολυτήριο Γενικού ή Επαγγελματικού Λυκείου, επιπέδου 4 που χορηγείται στους αποφοίτους της Γ΄ Τάξης των Λυκείων και έξι (6) μήνες προϋπηρεσία.
στ) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας, εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 5 που χορηγείται στους αποφοίτους του «Μεταλυκειακού έτους - Τάξης Μαθητείας» των ΕΠΑ.Λ. μετά από πιστοποίηση ή δίπλωμα επαγγελματικής ειδικότητας εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 5 που χορηγείται στους αποφοίτους Ι.Ε.Κ. μετά από πιστοποίηση ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.
ζ) Βεβαίωση επάρκειας του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. μετά από παρακολούθηση προγράμματος συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης διάρκειας τουλάχιστον εξακοσίων (600) ωρών σε πιστοποιημένο Κέντρο Διά Βίου Μάθησης (Κ.Δ.Β.Μ.), συμβατό με το εκάστοτε ισχύον επαγγελματικό περίγραμμα και το οποίο συνοδεύεται από αποδεδειγμένη προϋπηρεσία είκοσι τεσσάρων (24) μηνών στο οικείο επάγγελμα, η οποία αποκτήθηκε πριν ή μετά από την αποφοίτηση ή και κατά τη διάρκεια της φοίτησης, και πιστοποίηση από τον Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. Επιτρέπεται η συμμετοχή στις ανωτέρω εξετάσεις πιστοποίησης στους μη έχοντες τίτλο σπουδών εμπειροτεχνίτες, οι οποίοι έως τις 31.12.2017 θα έχουν προϋπηρεσία τριών (3) ετών και άνω ή εννιακόσια (900) ημερομίσθια, με εξαρτημένη ή μη εργασία, σε κομμωτήριο ή κουρείο ή προσκομίζουν πιστοποιητικό προϋπηρεσίας από Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
3. Για Τεχνίτη περιποίησης χεριών και ποδιών:
α) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 3, ειδικότητας Σ.Ε.Κ., «Τεχνίτης Αισθητικός Ποδολογίας - Καλλωπισμού νυχιών και Ονυχοπλαστικής» ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.
β) Δίπλωμα Επαγγελματικής Κατάρτισης, επιπέδου Μεταδευτεροβάθμιας Επαγγελματικής Κατάρτισης, ειδικότητας Ι.Ε.Κ. «Αισθητικός Ποδολογίας και καλλωπισμού νυχιών» ή Δίπλωμα Επαγγελματικής Ειδικότητας Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 5, ειδικότητας Ι.Ε.Κ. «Τεχνικός Αισθητικός Ποδολογίας - Καλλωπισμού Νυχιών και Ονυχοπλαστικής» ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.
γ) Βεβαίωση επάρκειας του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. μετά από παρακολούθηση προγράμματος συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης διάρκειας τουλάχιστον εξακοσίων (600) ωρών σε πιστοποιημένο Κέντρο Δια Βίου Μάθησης (Κ.Δ.Β.Μ.), συμβατό με το εκάστοτε ισχύον επαγγελματικό περίγραμμα και το οποίο συνοδεύεται από αποδεδειγμένη προϋπηρεσία είκοσι τεσσάρων (24) μηνών στο οικείο επάγγελμα, η οποία αποκτήθηκε πριν ή μετά από την αποφοίτηση ή και κατά τη διάρκεια της φοίτησης, και πιστοποίηση από τον Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. Επιτρέπεται η συμμετοχή στις παραπάνω εξετάσεις πιστοποίησης στους μη έχοντες τίτλο σπουδών εμπειροτεχνίτες, οι οποίοι έως τις 31.12.2017 θα έχουν προϋπηρεσία τριών (3) ετών και άνω ή εννιακόσια (900) ημερομίσθια, με εξαρτημένη ή μη εργασία, σε κομμωτήριο ή κουρείο ή προσκομίζουν πιστοποιητικό προϋπηρεσίας από Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης.».
1. Το άρθρο 9 του ν.1963/1991 (Α΄138), πλην της παραγράφου 3, η οποία διατηρείται σε ισχύ και αναριθμείται σε παρ. 8 του άρθρου 9, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 9
Ωράριο Λειτουργίας Φαρμακείων
1.Τα φαρμακεία λειτουργούν υποχρεωτικά κατ’ ελάχιστον σαράντα (40) ώρες εβδομαδιαίως. Με απόφαση του αρμόδιου κατά τόπον Περιφερειάρχη που εκδίδεται ύστερα από την σύμφωνη γνώμη του οικείου φαρμακευτικού συλλόγου, κατανέμονται, ανάλογα με τις ανάγκες του τοπικού πληθυσμού, οι ως άνω 40 ώρες εντός της εβδομάδας, οι οποίες δεν θα μπορούν να υπερβαίνουν τα κάτωθι ανώτατα χρονικά όρια, τα οποία πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά: α) από Δευτέρα έως Παρασκευή εντός της εβδομάδας και β) από τις 08:00 π.μ. έως τις 21:00 μ.μ. εντός της ημέρας. Επίσης τα φαρμακεία δεν είναι υποχρεωτικό να λειτουργούν στις κάτωθι αργίες εκάστου έτους: την 25η Μαρτίου, την Μεγάλη Παρασκευή, τη Δευτέρα του Πάσχα, την 15η Αυγούστου, την 25η και την 26η Δεκεμβρίου, την 1η Ιανουαρίου, την 6η Ιανουαρίου, την Καθαρά Δευτέρα, την 1η Μαΐου, την 28η Οκτωβρίου και του Αγίου Πνεύματος, την ημέρα εορτής του Πολιούχου Αγίου της πόλης και την ημέρα Απελευθέρωσης της πόλης.
2. Όλα τα φαρμακεία συμμετέχουν υποχρεωτικά στις καθοριζόμενες σύμφωνα με το παρόν διημερεύσεις και διανυκτερεύσεις. Η διημέρευση διαρκεί από τις 08:00 π.μ. έως τις 21:00 μ.μ. και η διανυκτέρευση από τις 21:00 μ.μ. έως τις 08:00 π.μ. κάθε ημέρας. Με απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Περιφερειάρχη κατόπιν σύμφωνης γνώμης του οικείου φαρμακευτικού συλλόγου, καθορίζεται ανά περιφερειακή ενότητα ή ανά δήμο, ο αριθμός των φαρμακείων που διημερεύουν και διανυκτερεύουν κάθε έτος και η σειρά διημέρευσης και διανυκτέρευσης αυτών. Σύμφωνα με αυτή την απόφαση συντάσσονται από τον κατά τόπον αρμόδιο φαρμακευτικό σύλλογο σχετικοί πίνακες διημέρευσης και διανυκτέρευσης, οι οποίοι ισχύουν για ένα έτος και είναι υποχρεωτικοί για τα μέλη τους. Για τον ως άνω καθορισμό των φαρμακείων που διημερεύουν ή διανυκτερεύουν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως κριτήρια: α) η ισόρροπη γεωγραφική κατανομή όλων των διημερευόντων και διανυκτερευόντων φαρμακείων, ώστε να καλύπτονται εύκολα οι ανάγκες πρόσβασης των πολιτών στο φάρμακο ανά δήμο όλο το 24ωρο, β) η ισομερής συμμετοχή όλων των φαρμακείων στις διανυκτερεύσεις και τις διημερεύσεις. Οι πίνακες διημερεύσεως και διανυκτερεύσεως των φαρμακείων συντάσσονται με ευθύνη και φροντίδα του οικείου φαρμακευτικού συλλόγου, αναρτώνται επί των προσόψεων των φαρμακείων κατά τις ημέρες και ώρες που αυτά παραμένουν κλειστά, με ευθύνη του φαρμακοποιού, καθώς και στις ιστοσελίδες, εφόσον υφίστανται, των αρμόδιων Περιφερειών ή Περιφερειακών Ενοτήτων και Φαρμακευτικών Συλλόγων. Το προσωπικό των φαρμακείων, που εργάζονται κατά το χρόνο διημέρευσης η διανυκτέρευσης, τουλάχιστον επί πέντε ώρες, δικαιούται πλήρη ανάπαυση την επόμενη ημέρα. Το τμήμα του χρόνου εργασίας που παρέχεται σε διημέρευση ή διανυκτέρευση και που δεν συμψηφίζεται με το χρόνο ανάπαυσης του προηγούμενου εδαφίου θεωρείται ως υπερωριακή εργασία και εφαρμόζονται για αυτό οι ισχύουσες διατάξεις για την αμοιβή υπερωριακής εργασίας.
3. Κάθε επιχείρηση νόμιμου φαρμακείου, διά του νομίμου εκπροσώπου της, δύναται να επιλέξει ωράριο λειτουργίας του φαρμακείου του, καθ’ υπέρβαση των χρονικών ορίων της παραγράφου 1, πλην της Κυριακής, με την επιφύλαξη των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 22 του ν. 1483/1984 (Α’ 153) που παραμένουν σε ισχύ. Η επιχείρηση φαρμακείου που επιλέγει το κατά το προηγούμενο εδάφιο διευρυμένο ωράριο εξακολουθεί να έχει τις υποχρεώσεις που συνεπάγονται οι παράγραφοι 1 και
2 του παρόντος. Ο νόμιμος εκπρόσωπος της επιχείρησης υποχρεωτικά δηλώνει ανά δίμηνο κάθε έτος και τουλάχιστον ένα μήνα πριν την έναρξη του διμήνου αυτού, τις ώρες και ημέρες σε εβδομαδιαίο προγραμματισμό, που επιλέγει σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο να λειτουργήσει πέραν του υποχρεωτικού ωραρίου, στους κατά τόπον αρμόδιους φαρμακευτικούς συλλόγους και στον κατά τόπον αρμόδιο Περιφερειάρχη. Η δήλωση μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο, ήτοι ακόμη και μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αλλά πάντοτε εγγράφως. Σε περίπτωση λειτουργίας φαρμακείου, πέραν των χρονικών ορίων της παραγράφου 1, κατά παράλειψη της δήλωσης των προηγούμενων εδαφίων ή καθ’ υπέρβαση των δηλωθέντων χρονικών ορίων αυτής, επιβάλλεται με Απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Περιφερειάρχη, πρόστιμο έως 3.000 ευρώ. Ο κατά τόπον αρμόδιος φαρμακευτικός σύλλογος καταρτίζει διμηνιαίους χωριστούς πίνακες φαρμακείων που λειτουργούν πέραν του κατ΄ ελάχιστον υποχρεωτικού ωραρίου, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, οι οποίοι αναρτώνται επί των προσόψεων των φαρμακείων κατά τις ημέρες και ώρες που αυτά παραμένουν κλειστά, καθώς και στις ιστοσελίδες, εφόσον υφίστανται, των αρμόδιων Περιφερειών και Φαρμακευτικών Συλλόγων. Στο επάνω τμήμα των πινάκων αυτών, θα αναγράφεται ευκρινώς και με κεφαλαία γράμματα η πρόταση: «ΤΑ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΠΙΝΑΚΑ ΦΑΡΜΑΚΕΙΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΕΚ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΝΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΑΝΑΓΡΑΦΟΜΕΝΕΣ ΩΡΕΣ ΚΑΙ ΗΜΕΡΕΣ.»
4. Με απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Περιφερειάρχη, δύνανται να απαλλάσσονται της υποχρέωσης διημερεύσεων ή διανυκτερεύσεων φαρμακεία, μόνον για τους εξής λόγους: α) για σοβαρούς λόγους υγείας που αφορούν στο πρόσωπο του λειτουργούντος το φαρμακείο φαρμακοποιού, οι οποίοι αποδεικνύεται με γνωμάτευση από αρμόδια υγειονομική επιτροπή, ή β) για σοβαρούς οικονομικούς λόγους, ύστερα από γνώμη του κατά τόπον αρμόδιου φαρμακευτικού συλλόγου, οι οποίοι πρέπει να αποδεικνύονται εγγράφως, βάσει των οποίων είναι αδύνατος ο εφοδιασμός του φαρμακείου μετο απαραίτητο φαρμακευτικό υλικό για την ανταπόκρισή του στις ανάγκες της εφημερίας ή της διανυκτέρευσης.
Με απόφαση του Υπουργού Υγείας εξειδικεύονται ειδικότερα, τα ανωτέρω κριτήρια απαλλαγής καθώς και καθορίζεται ή συγκροτείται η υγειονομική επιτροπή η οποία θα αποφαίνεται επ’ αυτών. Έως την δημοσίευση της υπουργικής απόφασης της παρούσας παραγράφου, με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη, ύστερα από γνώμη του οικείου Φαρμακευτικού Συλλόγου, απαλλάσσονται της υποχρέωσης διημερεύσεων και διανυκτερεύσεων προσκαίρως ή οριστικώς, οι φαρμακοποιοί, για τους οποίους συντρέχουν σοβαροί λόγοι υγείας, αποδεικνυόμενοι με πιστοποιητικό νοσηλευτικών ιδρυμάτων ήάλλοι σοβαροί λόγοι, για τους οποίους θα εκφέρει γνώμη ο οικείος φαρμακευτικός σύλλογος. Μετά τη δημοσίευση του υπουργικής απόφασης της παρούσας παραγράφου, επανεξετάζονται όλες οι περιπτώσεις της απαλλαγής από τις διημερεύσεις και τις διανυκτερεύσεις σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην απόφαση αυτή.
5. Σε φαρμακοποιούς ή φαρμακεία, που δηλώνουν ότι θα τηρήσουν σύμφωνα με την παράγραφο 3 της παρούσας διευρυμένο πέραν του υποχρεωτικού ωραρίου, δεν επιτρέπεται η χορήγηση απαλλαγής από την υποχρέωση:
α) διημέρευσης, εφόσον το διευρυμένο ωράριο δηλώθηκε για το χρονικό πλαίσιο της εφημερίας από 08:00 π.μ. έως 20:00 μ.μ. και για όσο χρόνο τηρεί το ωράριο αυτό, και β) διανυκτερεύσεων, εφόσον διευρυμένο ωράριο δηλώθηκε για το χρονικό πλαίσιο της διανυκτέρευσης από 20:00 μ.μ. έως 08:00 π.μ. και για όσο χρόνο τηρεί το ωράριο αυτό.
6. Οι νόμιμοι εκπρόσωποι και οι υπεύθυνοι φαρμακοποιοί των επιχειρήσεων φαρμακείων που παραβιάζουν τις διατάξεις των περί διημερεύσεων και διανυκτερεύσεων τιμωρούνται: α) με φυλάκιση έως έξι (6) μηνών και β) με απόφαση του αρμόδιου Περιφερειάρχη με χρηματικό πρόστιμο από τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, και σε περίπτωση υποτροπής με πρόσκαιρο κλείσιμο του φαρμακείου από δύο (2) έως έξι (6) μήνες.
7. Με απόφαση του αρμόδιου Περιφερειάρχη μετά από έλεγχο από το Σώμα Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας, ή από την αρμόδια Διεύθυνση της Περιφέρειας, στις
επιχειρήσεις φαρμακείων οι οποίοι από υπαιτιότητα τους δεν τηρούν το υποχρεωτικό ωράριο που ορίζεται με την Απόφαση του Περιφερειάρχη επιβάλλεται χρηματικό πρόστιμο από τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής με πρόσκαιρο κλείσιμο του φαρμακείου από δύο (2) έως έξι (6) μήνες.».
2. Το άρθρο 11 του ν. 5607/1932 (Α΄ 300), αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 11
Προσωρινό Κλείσιμο Φαρμακείου
1. Φαρμακείο που βρίσκεται σε λειτουργία δε μπορεί να μείνει κλειστό, χωρίς άδεια του αρμόδιου Περιφερειάρχη. Άδεια για προσωρινό κλείσιμο του φαρμακείου χορηγείται: α) Για χρονικό διάστημα μέχρι έξι (6) μήνες μόνον στις κάτωθι περιπτώσεις: αα) Για μεταφορά ή ανακαίνιση του φαρμακείου, ή ββ) για λόγους υγείας
του φαρμακοποιού, ή γγ) για οικονομικούς ή άλλους σοβαρούς λόγους, αν κατά την κρίση της αρμόδιας Αρχής είναι αδύνατη για το φαρμακοποιό η ανεύρεση αντικαταστάτη. β) Για χρονικό διάστημα μέχρι ένα μήνα το χρόνο, χωρίς ειδική αιτιολογία, μετά από γνώμη του αρμόδιου Φαρμακευτικού Συλλόγου. Επίσης κατάστημα φαρμακείου δεν μπορεί να αλλάξει τη χρήση του για όσο χρονικό διάστημα λειτουργεί ως φαρμακείο.
2. Με απόφαση του αρμόδιου Περιφερειάρχη, οι παραβάτες των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου τιμωρούνται με πρόστιμο μέχρι 5.000 ευρώ που εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου που ισχύει για τη είσπραξη δημοσίων εσόδων. Σε περίπτωση παύσης της λειτουργίας του φαρμακείου χωρίς άδεια του αρμόδιου Περιφερειάρχη, για περισσότερο από τρείς (3) μήνες, ή αλλαγής χρήσης του καταστήματος που στεγάζει φαρμακείο, ανακαλείται η άδεια ίδρυσης και λειτουργίας του φαρμακείου με απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Περιφερειάρχη.
3. Κωφάλαλοι πτυχιούχοι φαρμακοποιοί, που έχουν άδεια άσκησης επαγγέλματος φαρμακοποιού, μπορούν να πάρουν την άδεια ίδρυσης φαρμακείου εάν έχουν ικανοποιητική δυνατότητα χειλεανάγνωσης και σχετική ικανότητα ομιλίας, βεβαιούμενες από Κρατικό Νοσοκομείο. Αν οι φαρμακοποιοί που περιγράφονται στην παράγραφο αυτή δεν έχουν τις ουσιαστικές δυνατότητες για την εξυπηρέτηση του κοινού, τότε παίρνουν την άδεια ίδρυσης φαρμακείου αν στο φαρμακείο συνυπηρετεί
βοηθός φαρμακείου.».
2. Η περίπτωση 35 της παρ. ΙΙ του άρθρου 75 του ν. 3463/2006 (Α΄ 114), αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η λήψη απόφασης σχετικά με τον καθορισμό των ωρών ανοίγματος, μεσημβρινής διακοπής και κλεισίματος των φαρμακαποθηκών.».
4. Η υποπαράγραφος 3 της παρ. 7 του άρθρου 95 του ν. 4172/2013 (Α΄167) αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα φαρμακεία λειτουργούν υπό τη διαρκή παρουσία και επίβλεψη αδειούχου φαρμακοποιού. Εφόσον, κατόπιν ελέγχου των αρμόδιων ελεγκτικών οργάνων, διαπιστωθεί ότι φαρμακείο δεν λειτουργεί υπό την παρουσία και επίβλεψη αδειούχου φαρμακοποιού, επιβάλλεται στον κάτοχο της άδειας ίδρυσης και λειτουργίας του φαρμακείου χρηματικό πρόστιμο πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ, με απόφαση του Δ.Σ του Ε.Ο.Φ., ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη συχνότητα της παράβασης.».
1. Τα δύο τελευταία εδάφια της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν.δ. 181/1974 (Α΄347), αντικαθίστανται ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Υγείας μπορεί να καθορίζονται πρόσθετα κριτήρια, όπως κοινωνικά, χωροταξικά, συμπεριλαμβανομένου του κριτηρίου πληθυσμιακής κάλυψης, υγειονομικά και οικονομικά και να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την έκδοση της άδειας σκοπιμότητας. Ως πληθυσμιακή κάλυψη ορίζεται ο πληθυσμός στον οποίο αντιστοιχεί κάθε είδος συστήματος.
Ως πληθυσμιακή μονάδα μπορούν να θεωρούνται είτε οι Δήμοι είτε οι Περιφερειακές Ενότητες είτε οι Περιφέρειες, είτε συνδυασμός των ανωτέρω κατά περίπτωση, που ειδικώς θα ορίζεται στην ανωτέρω απόφαση του Υπουργού Υγείας. Εκκρεμείς αιτήσεις για νέα άδεια σκοπιμότητας, σε οποιοδήποτε στάδιο, κατά την ημέρα δημοσίευσης της προαναφερόμενης απόφασης του Υπουργού Υγείας, επανεξετάζονται ως νέες αιτήσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην απόφαση αυτή.»
2. Η απόφαση της παραγράφου 1 του παρόντος, εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος
1. Το πιστοποιητικό ορθής άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος, το οποίο εκδίδεται από τον Π.Ι.Σ., σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 51 του ν. 4461/2017 (Α΄38), πιστοποιεί ότι ο ιατρός έχει συμπεριφερθεί και συμπεριφέρεται σύμφωνα με τους εκάστοτε ισχύοντες κανόνες της νομοθεσίας, της ιατρικής επιστήμης και της ιατρικής δεοντολογίας.
2. Τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση του πιστοποιητικού ορθής άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος είναι τα ακόλουθα:
α) αίτηση του ιατρού σε έντυπο του Π.Ι.Σ.,
β) βεβαίωση του Ιατρικού Συλλόγου του οποίου ο ιατρός είναι μέλος, για την εγγραφή του στο μητρώο μελών αυτού, τις μεταβολές και τις τυχόν πειθαρχικές καταδίκες του, καθώς και αντίστοιχη βεβαίωση των άλλων Ιατρικών Συλλόγων, στο ειδικό μητρώο των οποίων είναι εγγεγραμμένος ο ιατρός,
γ) αντίγραφο πτυχίου, καθώς και επίσημη μετάφρασή του αν πρόκειται για πανεπιστημιακό ίδρυμα της αλλοδαπής,
δ) αντίγραφο αναγνώρισης πτυχίου ΔΟΑΤΑΠ ή ΔΙΚΑΤΣΑ, αν πρόκειται για πανεπιστημιακό ίδρυμα της αλλοδαπής,
ε) αντίγραφο άδειας ή βεβαίωσης άσκησης επαγγέλματος,
στ) αντίγραφο λήψης τίτλου ειδικότητας (αν υπάρχει) και ζ) αντίγραφο αστυνομικής ταυτότητας.
Τα ως άνω απαιτούμενα δικαιολογητικά υποβάλλονται στον οικείο Ιατρικό Σύλλογο και μέσω αυτού διαβιβάζονται στον Π.Ι.Σ., πρέπει δε να είναι επικυρωμένα σύμφωνα με την εκάστοτε νομοθεσία. Δεν απαιτείται η επανυποβολή δικαιολογητικών που ήδη διαθέτει στο αρχείο του ο οικείος Ιατρικός Σύλλογος, εφόσον δεν είναι αναγκαία η επικαιροποίησή τους.
3. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, μπορεί να αυξάνεται ή να μειώνεται ο αριθμός των απαιτούμενων δικαιολογητικών για τη χορήγηση πιστοποιητικού ορθής άσκησης ιατρικού επαγγέλματος.
4. Κάθε Ιατρικός Σύλλογος είναι υποχρεωμένος να αποστέλλει αμελλητί προς τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο κάθε καταδικαστική απόφαση και μεταβολή στο μητρώο κάθε ιατρού. Κάθε τελεσίδικη πειθαρχική απόφαση του Ιατρικού Συλλόγου, που εγγράφεται στο μητρώο του ιατρού, βεβαιώνεται και στο πιστοποιητικό ορθής άσκησης ιατρικού επαγγέλματος.
Οποιαδήποτε απόφαση αντίθετη με τις διατάξεις του ν. 3418/2005 (Α΄287) είναι άκυρη. Αν στη λήψη των αποφάσεων αυτών έχουν συμμετάσχει ιατροί, υπέχουν πειθαρχικές ευθύνες.
Το άρθρο 32 του ν. 4483/2017 (Α΄ 107) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 32
Παροχή κινήτρων σε εργαζομένους από Ο.Τ.Α. ορεινών και νησιωτικών περιοχών
1. Οι ορεινοί δήμοι του άρθρου 1 του ν. 3852/2010 (Α΄87), οι δήμοι με πληθυσμό έως 30.000 κατοίκους, των οποίων τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των δημοτικών ή κοινοτικών ενοτήτων χαρακτηρίζονται ως ορεινές στο Μητρώο Δήμων, Κοινοτήτων και Οικισμών της ΕΛΣΤΑΤ, οι νησιωτικοί δήμοι με πληθυσμό μικρότερο των 18.000 κατοίκων, καθώς και τα Ν.Π.Δ.Δ. των δήμων αυτών, μπορούν να παρέχουν δωρεάν σίτιση και κατάλληλο κατάλυμα διαμονής στους ιατρούς και νοσηλευτές του Κέντρου Υγείας και των δημόσιων νοσοκομείων, το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος, της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, του Ε.Κ.Α.Β. και τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς. Ο υπολογισμός του πληθυσμού γίνεται σύμφωνα με τα στοιχεία πραγματικού πληθυσμού της τελευταίας απογραφής της ΕΛΣΤΑΤ.
2. Για τις ανωτέρω παροχές λαμβάνεται απόφαση από το οικείο Δημοτικό ή Διοικητικό Συμβούλιο, με την οποία εξειδικεύονται οι κατά περίπτωση παροχές και το χρονικό διάστημα ισχύος αυτών, κατόπιν βεβαίωσης της ύπαρξης ανάλογων πόρων από την οικονομική υπηρεσία του Ο.Τ.Α.
3. Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για τους κατοίκους των περιοχών αυτών ή τους συζύγους τους ή τα ανήλικα τέκνα αυτών που έχουν την πλήρη κυριότητα ή την επικαρπία κατοικίας στην περιοχή υπηρέτησης.
4. Οι παροχές της παραγράφου 1 μπορούν να χορηγούνται υπό τις ίδιες προϋποθέσεις, και από νησιωτικούς δήμους με πληθυσμό μεγαλύτερο των 18.000 κατοίκων, εφόσον αφορούν αποκλειστικά εργαζομένους που υπηρετούν σε αυτοτελή νησιά που συνιστούν τοπικές κοινότητες αυτών.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών καθορίζεται σύστημα παρακολούθησης των οικονομικών αποτελεσμάτων της εφαρμογής του άρθρου αυτού.».
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της νομοθεσίας για τις επιχειρήσεις που διαθέτουν ήδη άδεια καζίνο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2206/1994 (Α΄ 62) και του ν. 3139/2003 (A΄ 100), για τη λειτουργία καζίνο απαιτείται η χορήγηση άδειας λειτουργίας στην οικεία επιχείρηση κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Η άδεια λειτουργίας χορηγείται από τον Υπουργό Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 του ν. 2206/1994, όπως αυτές τροποποιούνται με τον παρόντα νόμο.
2. Η ΕΕΕΠ διαπιστώνει την πλήρωση των προϋποθέσεων για την έναρξη λειτουργίας επιχείρησης καζίνο σε υπό ίδρυση ή υφιστάμενη ανώνυμη εταιρία καζίνο («ΕΚΑΖ»), κατόπιν αιτήσεως που υποβάλλεται κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 360, 362, 365, 366 και 367.
3. Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας νέας επιχείρησης καζίνο απαιτείται η προηγούμενη προκήρυξη της παραχώρησης νέας άδειας λειτουργίας καζίνο από την ΕΕΕΠ, αφού εκδοθεί κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Τουρισμού, με την οποία καθορίζεται η προσδιοριζόμενη βάσει διοικητικών, πολεοδομικών και λοιπών παραμέτρων θέση ίδρυσης και λειτουργίας της επιχείρησης καζίνο, εφόσον έχει γίνει σχετική χωροθέτηση με νόμο ή προεδρικό διάταγμα. Η έγκριση της χρήσης για το ακίνητο που θα δεχτεί την επένδυση κατά τα λοιπά, υλοποιείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 «Ειδικά Χωρικά Σχέδια» του ν. 4447/2016 (Α΄241), στην περίπτωση που αυτή δεν περιλαμβάνεται στις ισχύουσες χρήσεις γης. Η ΕΕΕΠ προκηρύσσει διεθνή πλειοδοτικό διαγωνισμό για την παραχώρηση της άδειας εντός έξι (6) μηνών από την έκδοση της εν λόγω κοινής υπουργικής απόφασης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 363 και 364.
4. Οι επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια καζίνο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2206/1994 και του ν. 3139/2003 εξακολουθούν να λειτουργούν υπό το υφιστάμενο κατά
τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου καθεστώς και κατά τις υφιστάμενες κατά τον ίδιο χρόνο διατάξεις, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν ως προς αυτές τις επιχειρήσεις. Οι εν λόγω επιχειρήσεις μπορούν να υπαχθούν στο καθεστώς του παρόντος νόμου, εφόσον τους χορηγηθεί άδεια λειτουργίας καζίνο από τον Υπουργό Οικονομικών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 369, οπότε εφαρμόζονται και σε αυτές οι διατάξεις του παρόντος νόμου.
5. Με εξαίρεση τις επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια λειτουργίας καζίνο βάσει των διατάξεων του ν. 2206/1994 και του ν. 3139/2003, η λειτουργία καζίνο προϋποθέτει τη σύναψη σύμβασης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, και του παραχωρησιούχου. Για επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια λειτουργίας καζίνο βάσει των διατάξεων του ν. 2206/1994 και του ν. 3139/2003 και υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4, τροποποιούνται η σχετική σύμβαση παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της επιχείρησης και, με απόφαση της ΕΕΕΠ, η υφιστάμενη άδειά τους, εκδιδομένης νέας αδείας λειτουργίας κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
6. Οι άδειες είναι προσωποπαγείς και δεν επιτρέπεται να μεταβιβαστούν ολικώς ή μερικώς σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Κάθε άδεια έχει ενιαίο και αδιαίρετο χαρακτήρα και δεν επιτρέπεται η κατάτμησή της σε επιμέρους δικαιώματα άσκησης μίας ή περισσότερων μεμονωμένων δραστηριοτήτων. Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο εκμίσθωση ή συνεκμετάλλευση της άδειας με τρίτους.
1. Οι επιχειρήσεις που λειτουργούν καζίνο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου («ΕΚΑΖ») έχουν τη μορφή ανώνυμης εταιρίας.
2. Οι μετοχές των ΕΚΑΖ είναι ονομαστικές.
3. Κύριος σκοπός των ΕΚΑΖ είναι η λειτουργία επιχείρησης καζίνο, που περιλαμβάνει, εκτός της διοργάνωσης και διεξαγωγής παιγνίων, και την παροχή υπηρεσιών στον πολιτιστικό τομέα και στον τομέα του τουρισμού, όπως η στέγαση και οργάνωση λειτουργιών πολιτισμού, διασκέδασης, εστίασης, αναψυχής, η λειτουργία συνεδριακών κέντρων, χώρων συνάθροισης κοινού και εμπορικών καταστημάτων, καθώς και η λειτουργία ξενοδοχείου και άλλων δραστηριοτήτων συναφών προς τη βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου των κατοίκων και των επισκεπτών.
Τηρουμένων των λοιπών διατάξεων της νομοθεσίας και των όρων που περιέχονται στην οικεία άδεια λειτουργίας ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, και στη σύμβαση παραχώρησης, οι ΕΚΑΖ μπορούν να ασκούν και άλλες δραστηριότητες, εφόσον η άσκησή τους δεν θέτει σε κίνδυνο τη σύμφωνη με το νόμο λειτουργία τους, το κοινωνικό σύνολο ή το δημόσιο συμφέρον.
4. Για την τροποποίηση του σκοπού ΕΚΑΖ απαιτείται προηγούμενη άδεια της ΕΕΕΠ, η οποία παρέχεται, κατόπιν αιτήσεως της ΕΚΑΖ, αφού ληφθούν υπόψη οι υποχρεώσεις που έχει αυτή αναλάβει με την άδεια λειτουργίας της και τη σχετική σύμβαση παραχώρησης, και δεν τίθενται σε κίνδυνο σκοποί δημοσίου συμφέροντος.
5. Με απόφαση της ΕΕΕΠ δύνανται να ρυθμίζονται ειδικά και τεχνικά θέματα, λεπτομέρειες και διαδικαστικά θέματα ως προς την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4.
Το άρθρο 18 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176) αντικαθίσταται ως εξής:
1. Συστήνεται Επιτροπή αρμόδια για την επεξεργασία και υποβολή πρότασης μεταρρύθμισης του καθεστώτος χορήγησης επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, καθώς και για την εκπόνηση από κοινού με τους συναρμόδιους φορείς βραχυπρόθεσμου, μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου σχεδίου δράσης για την πρόληψη των παραγόντων κινδύνου στους χώρους εργασίας των φορέων στους οποίους παρατηρούνται επικίνδυνες και ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας.
2. Αναφορικά με το καθεστώς χορήγησης επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, έργο της Επιτροπής είναι ιδίως:
α) ο προσδιορισμός συγκεκριμένων κριτηρίων που συνδέονται με την έκθεση των εργαζομένων σε σοβαρό κίνδυνο βλάβης της υγείας τους εξαιτίας των συνθηκών που επικρατούν στο χώρο εργασίας όπου απασχολούνται, των ουσιών με τις οποίες έρχονται σε επαφή ή της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής τους,
β) ο προσδιορισμός της μεθοδολογίας, του τρόπου υπολογισμού του ύψους και των κατηγοριών του επιδόματος,
γ) η υπαγωγή των ειδικοτήτων/κλάδων και χώρων εργασίας στα ανωτέρω κριτήρια, λαμβάνοντας υπόψη τα περιγράμματα θέσεων εργασίας, όπου αυτά υπάρχουν,
και τον βαθμό και τη συχνότητα έκθεσης στους παράγοντες με τους οποίους συνδέονται τα ανωτέρω κριτήρια.
3. Αναφορικά με την πρόληψη και προστασία από παράγοντες κινδύνου στους χώρους εργασίας, η Διεύθυνση Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, συνεπικουρούμενη από την Επιτροπή και το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Ε.Π.Ε.), εκπονεί βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο σχέδιο για την κατά το δυνατόν άμβλυνση των ανωτέρω παραγόντων κινδύνου και την εγκαθίδρυση και εμπέδωση των αναγκαίων συνθηκών πρόληψης και προστασίας των εργαζομένων.
4. Επί τη βάσει του έργου της όπως αυτό περιγράφεται στις παρ. 2 και 3, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τη σχέση μεταξύ των προστατευτικών και προληπτικών μέτρων για τους εργαζόμενους και του νέου συστήματος χορήγησης του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας και περιλαμβάνει στην πρότασή της ρυθμίσεις για τακτικές αναφορές και συμπερίληψη στις σχετικές βάσεις δεδομένων των μέτρων προστασίας και πρόληψης και της τυχόν επίπτωσής τους στο καταβαλλόμενο επίδομα.
5. Η Επιτροπή αποτελείται από δεκαεπτά (17) τακτικά μέλη και τα αναπληρωματικά αυτών, εκ των οποίων τέσσερις (4) ιατρούς Ε.Σ.Υ./Δημόσιας Υγείας κατάλληλων ειδικοτήτων, δύο (2) εκπροσώπους του Υπουργείου Εσωτερικών, δύο (2) εκπροσώπους του Υπουργείου Οικονομικών, δύο (2) εκπροσώπους του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης, έναν (1) εκπρόσωπο του Υπουργείου Υγείας, τρεις (3) εκπροσώπους του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, εκ των οποίων οι δύο (2) τουλάχιστον από τη Διεύθυνση Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία, δύο (2) Επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Ε.Π.Ε.) και έναν (1) εκπρόσωπο του Ελληνικού Ινστιτούτου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΕΛ.ΙΝ.Υ.Α.Ε.).
6. Η Επιτροπή επικουρείται από δύο (2) γραμματείς, που προέρχονται από το Υπουργείο Οικονομικών.
7. Η Επιτροπή λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2690/1999 (Α΄ 45) και συνεδριάζει τουλάχιστον μία (1)φορά την εβδομάδα.
8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Υγείας, η οποία εκδίδεται εντός ενός (1) μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, καθορίζεται η συγκρότηση και επιμέρους λεπτομέρειες για τον τρόπο λειτουργίας της Επιτροπής.
9. Η Επιτροπή οφείλει να ολοκληρώσει το έργο που περιγράφεται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ και να υποβάλει σχετική γνωμοδότηση, συνοδευόμενη από αναλυτική μελέτη σύμφωνα με την ως άνω περιγραφή του έργου της, στους συναρμόδιους Υπουργούς έως τις 30.5.2018, καθώς και από προκαταρκτική ποσοτικοποίηση της εκτιμώμενης επίπτωσης της εν λόγω γνωμοδότησης. Οι συναρμόδιοι Υπουργοί επεξεργάζονται τη γνωμοδότηση και παρέχουν σχετικές οδηγίες. Επί τη βάσει των ανωτέρω οδηγιών η Επιτροπή οφείλει να ολοκληρώσει το έργο που περιγράφεται στην περίπτωση γ΄ και να υποβάλει τελική γνωμοδότηση στους συναρμόδιους Υπουργούς εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου.
10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Υγείας προσδιορίζονται οι δικαιούχοι, το ύψος και οι όροι και προϋποθέσεις καταβολής του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας λαμβάνοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής της παρ. 1. Η απόφαση εκδίδεται εντός ενός (1) μήνα από την υποβολή της τελικής γνωμοδότησης της Επιτροπής της παρ. 1 και σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από το Φεβρουάριο του 2019.
11. Η Διεύθυνση Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, συνεπικουρούμενη από την Επιτροπή και το Σ.Ε.Π.Ε.:
α) καταρτίζει, έως τις 30.5.2018, βραχυπρόθεσμο σχέδιο, καταγράφει την υφιστάμενη κατάσταση αναφορικά με την πρόληψη των παραγόντων κινδύνου στους χώρους εργασίας των φορέων, στους οποίους παρατηρούνται επικίνδυνες και ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας, και συμπεριλαμβάνει τις αναγκαίες πληροφορίες, τυχόν ισχύοντα μέτρα, καθώς και πρόταση για την επεξεργασία περαιτέρω πληροφοριών και μέτρων που μπορούν να ληφθούν άμεσα προκειμένου να αμβλυνθεί η έκθεση των εργαζομένων σε επικίνδυνα και ανθυγιεινά περιβάλλοντα εργασίας και καταχώρισή τους στις σχετικές βάσεις δεδομένων, τα οποία θα εφαρμοστούν έως τον Ιανουάριο του 2019,
β) υποβάλλει στους συναρμόδιους Υπουργούς, έως τον Ιανουάριο του 2019, προς υιοθέτηση και εφαρμογή μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο σχέδιο, κατόπιν διαβούλευσης με τους φορείς, στους οποίους παρατηρούνται επικίνδυνες και ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας,
γ) αναλαμβάνει συνεχή δράση στους τομείς της προστασίας και πρόληψης με τη συλλογή και κατηγοριοποίηση των σχετικών πληροφοριών, την ανάπτυξη καλών πρακτικών και μηχανισμών παρακολούθησης της εφαρμογής τους.
12. Μέχρι την έκδοση της απόφασης της παρ. 10 και σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από τον Φεβρουάριο του 2019, το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας εξακολουθεί να καταβάλλεται στους ίδιους δικαιούχους,στο ίδιο ύψος και με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που ίσχυαν κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος. Από 1.3.2019 καταργούνται η παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4024/2011 (Α’ 176), το άρθρο 67 του ν. 4235/2014 (Α’ 32), το άρθρο 22 του ν. 4368/2016, η παρ. 8 του άρθρου 2 και η παρ. 17 του άρθρου 11 του ν. 4375/2016 (Α’ 51), το άρθρο 98 του ν. 4483/2017 (Α’ 107), καθώς και κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει κατά τρόπο διαφορετικό το καθεστώς χορήγησης του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας και κάθε υπουργική ή κοινή υπουργική απόφαση που εκδόθηκε κατ’εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων.
13. Εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου οι αρμόδιες Υπηρεσίες οφείλουν να συμπληρώσουν τα πεδία «κλάδος» και «ειδικότητα», της Εφαρμογής του Μητρώου Ανθρώπινου Δυναμικού του Ελληνικού Δημοσίου «Απογραφή». Σε περίπτωση μη συμπλήρωσης των ως άνω πεδίων, μετά την παρέλευση τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, αναστέλλεται η καταβολή του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 17 Iανουαρίου 2018
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 17 Ιανουαρίου 2018
Ο επί της Δικαιοσύνης Υπουργός
ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΟΝΤΟΝΗΣ