Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 217 - 252 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία ανοικτών τριχοειδών στηλών
Αγγλικός όρος:
Open capillary (tubular) chromatography

Μετάφραση: Open capillary (tubular) chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία διαπερατότητας πηκτής (γέλης)
Αγγλικός όρος:
Gel permeation chromatography

Μετάφραση: Gel permeation chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία διηθήσεως πηκτής (γέλης)
Αγγλικός όρος:
Gel filtration chromatography

Μετάφραση: Gel filtration chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία εκλούσεως
Αγγλικός όρος:
Elution chromatography

Μετάφραση: Elution chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία εκτοπίσεως
Αγγλικός όρος:
Displacement chromatography

Μετάφραση: Displacement chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία ιονανταλλαγής
Αγγλικός όρος:
Ion-exchange chromatography

Μετάφραση: Ion-exchange chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία ιόντων
Αγγλικός όρος:
Ion chromatography

Μετάφραση: Ion chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία κατανομής
Αγγλικός όρος:
Partition chromatography

Μετάφραση: Partition chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία μοριακού αποκλεισμού
Αγγλικός όρος:
Molecular exclusion chromatography

Μετάφραση: Molecular exclusion chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία προσρόφησης
Αγγλικός όρος:
Adsorption chromatography

Μετάφραση: Adsorption chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία συγγενείας
Αγγλικός όρος:
Affinity chromatography

Μετάφραση: Affinity chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία χάρτου διπλής κατεύθυνσης
Αγγλικός όρος:
Double-way paper chromatography

Μετάφραση: Double-way paper chromatography
Ελληνικός όρος:
Φασματοφωτομετρία ατομικής απορρόφησης
Αγγλικός όρος:
Atomic absorption spectrophotometry

Μετάφραση: Atomic absorption spectrophotometry
Ελληνικός όρος:
Φασματοφωτομετρία ατομικής εκπομπής
Αγγλικός όρος:
Atomic emission spectrophotometry

Μετάφραση: Atomic emission spectrophotometry
Ελληνικός όρος:
Ανοδική αναδιαλυτική βολταμετρία
Αγγλικός όρος:
Anodic stripping voltametry

Μετάφραση: Anodic stripping voltametry
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία στήλης
Αγγλικός όρος:
Column chromatography

Μετάφραση: Column chromatography
Ελληνικός όρος:
Χημικός ιονισμός
Αγγλικός όρος:
Chemical ionisation

Μετάφραση: Chemical ionisation
Ελληνικός όρος:
Ανοδική αναδιαλυτική βολταμετρία διαφορικού παλμού
Αγγλικός όρος:
Differential pulse anodic stripping voltametry

Μετάφραση: Differential pulse anodic stripping voltametry
Ελληνικός όρος:
Ανίχνευση σύλληψης ηλεκτρονίων
Αγγλικός όρος:
Electron capture detection

Μετάφραση: Electron capture detection
Ελληνικός όρος:
Ιονισμός (μορίου) με σύγκρουση με ηλεκτρόνιο
Αγγλικός όρος:
Electronic impact ionisation

Μετάφραση: Electronic impact ionisation
Ελληνικός όρος:
Ανίχνευση ιονισμού φλόγας
Αγγλικός όρος:
Flame ionization detection

Μετάφραση: Flame ionization detection
Ελληνικός όρος:
Φωτομετρικός ανιχνευτής φλόγας
Αγγλικός όρος:
Flame photometric detector

Μετάφραση: Flame photometric detector
Ελληνικός όρος:
Φασματομετρία υπερύθρου (μέσω) μετασχηματισμού Fourier
Αγγλικός όρος:
Fourier transform infrared spectroscopy

Μετάφραση: Fourier transform infrared spectroscopy
Ελληνικός όρος:
Αέρια χρωματογραφία
Αγγλικός όρος:
Gas chromatography

Μετάφραση: Gas chromatography
Ελληνικός όρος:
Φασματομετρία μάζας
Αγγλικός όρος:
Mass spectrometry

Μετάφραση: Mass spectrometry
Ελληνικός όρος:
Φασματοφωτομετρία ατομικής απορρόφησης με φούρνο γραφίτη
Αγγλικός όρος:
Graphite furnace atomic absorption spectrophotometry

Μετάφραση: Graphite furnace atomic absorption spectrophotometry
Ελληνικός όρος:
Υψηλή συχνότητα
Αγγλικός όρος:
High frequency

Μετάφραση: High frequency
Ελληνικός όρος:
Υγρή χρωματογραφία υψηλής απόδοσης
Αγγλικός όρος:
High performance liquid chromatography

Μετάφραση: High performance liquid chromatography
Ελληνικός όρος:
Υγρή χρωματογραφία υψηλής πίεσης
Αγγλικός όρος:
High pressure liquid chromatography

Μετάφραση: High pressure liquid chromatography
Ελληνικός όρος:
Χρωματογραφία λεπτής στοιβάδας υψηλής απόδοσης
Αγγλικός όρος:
High performance thin layer chromatography

Μετάφραση: High performance thin layer chromatography
Ελληνικός όρος:
Φασματομετρία μάζας υψηλής διακριτικής ικανότητος
Αγγλικός όρος:
High resolution mass spectro

Μετάφραση: High resolution mass spectro
Ελληνικός όρος:
Φασματοφωτομετρία ατομικής απορρόφησης με σύστημα παραγωγής υδριδίων
Αγγλικός όρος:
Hydride generation atomic absorption spectrophotometry

Μετάφραση: Hydride generation atomic absorption spectrophotometry
Ελληνικός όρος:
Ιοντική χρωματογραφία
Αγγλικός όρος:
Ion chromatography

Μετάφραση: Ion chromatography
Ελληνικός όρος:
Επαγωγικώς συζευγμένο πλάσμα
Αγγλικός όρος:
Inductively coupled plasma

Μετάφραση: Inductively coupled plasma
Ελληνικός όρος:
Φασματοφωτομετρία υπερύθρου
Αγγλικός όρος:
Infrared spectrophotometry

Μετάφραση: Infrared spectrophotometry
Ελληνικός όρος:
Υγρή χρωματογραφία
Αγγλικός όρος:
Liquid chromatography

Μετάφραση: Liquid chromatography

Ακολουθήστε μας