Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 181 - 216 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Ασπαραγίνη
Αγγλικός όρος:
Asparagine

Μετάφραση: Asparagine
Ελληνικός όρος:
Ασπαρτικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Aspartic acid

Μετάφραση: Aspartic acid
Ελληνικός όρος:
Αμινοηλεκτρικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Aminosuccinic acid

Μετάφραση: Aminosuccinic acid
Ελληνικός όρος:
Κυστίνη
Αγγλικός όρος:
Cystine

Μετάφραση: Cystine
Ελληνικός όρος:
Κυστεΐνη
Αγγλικός όρος:
Cysteine

Μετάφραση: Cysteine
Ελληνικός όρος:
Κυστεϊνυλογλυκίνη
Αγγλικός όρος:
Cysteinylglycine

Μετάφραση: Cysteinylglycine
Ελληνικός όρος:
Γουανίνη
Αγγλικός όρος:
Guanine

Μετάφραση: Guanine
Ελληνικός όρος:
Γλουταμίνη
Αγγλικός όρος:
Glutamine

Μετάφραση: Glutamine
Ελληνικός όρος:
Γλουταμικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Glutamic acid

Μετάφραση: Glutamic acid
Ελληνικός όρος:
Α-αμινογλουταρικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Α-aminoglutaric acid

Μετάφραση: Α-aminoglutaric acid
Ελληνικός όρος:
Γλουταμυλοκυστεΐνη
Αγγλικός όρος:
Glutamylcysteine

Μετάφραση: Glutamylcysteine
Ελληνικός όρος:
Γλυκίνη
Αγγλικός όρος:
Glycine

Μετάφραση: Glycine
Ελληνικός όρος:
Αμινοοξικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Aminoacetic acid

Μετάφραση: Aminoacetic acid
Ελληνικός όρος:
Αμινοαιθανικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Aminoethanoic acid

Μετάφραση: Aminoethanoic acid
Ελληνικός όρος:
Ιστιδίνη
Αγγλικός όρος:
Histidine

Μετάφραση: Histidine
Ελληνικός όρος:
Υδροξυλυσίνη
Αγγλικός όρος:
Hydroxylysine

Μετάφραση: Hydroxylysine
Ελληνικός όρος:
Υδροξυπρολίνη
Αγγλικός όρος:
Hydroxyproline

Μετάφραση: Hydroxyproline
Ελληνικός όρος:
Ισολευκίνη
Αγγλικός όρος:
Isoleucine

Μετάφραση: Isoleucine
Ελληνικός όρος:
Λευκίνη
Αγγλικός όρος:
Leucine

Μετάφραση: Leucine
Ελληνικός όρος:
Α-αμινοϊσοκαπροϊκό οξύ
Αγγλικός όρος:
Α-aminoisocaproic acid

Μετάφραση: Α-aminoisocaproic acid
Ελληνικός όρος:
Λυσίνη
Αγγλικός όρος:
Lysine

Μετάφραση: Lysine
Ελληνικός όρος:
Μεθειονίνη
Αγγλικός όρος:
Methionine

Μετάφραση: Methionine
Ελληνικός όρος:
Φαινυλαλανίνη
Αγγλικός όρος:
Phenylalanine

Μετάφραση: Phenylalanine
Ελληνικός όρος:
Προλίνη
Αγγλικός όρος:
Proline

Μετάφραση: Proline
Ελληνικός όρος:
Σερίνη
Αγγλικός όρος:
Serine

Μετάφραση: Serine
Ελληνικός όρος:
Θρεονίνη
Αγγλικός όρος:
Threonine

Μετάφραση: Threonine
Ελληνικός όρος:
Θυμίνη
Αγγλικός όρος:
Thymine

Μετάφραση: Thymine
Ελληνικός όρος:
Θρυπτοφάνη
Αγγλικός όρος:
Tryptophane

Μετάφραση: Tryptophane
Ελληνικός όρος:
Τυροσίνη
Αγγλικός όρος:
Tyrosine

Μετάφραση: Tyrosine
Ελληνικός όρος:
Βαλίνη
Αγγλικός όρος:
Valin

Μετάφραση: Valin
Ελληνικός όρος:
Ακτινική χρωματογραφία χάρτου
Αγγλικός όρος:
Radial paper chromatography

Μετάφραση: Radial paper chromatography
Ελληνικός όρος:
Ανιούσα χρωματογραφία χάρτου
Αγγλικός όρος:
Ascending paper chromatography

Μετάφραση: Ascending paper chromatography
Ελληνικός όρος:
Κατιούσα χρωματογραφία χάρτου
Αγγλικός όρος:
Descending paper chromatography

Μετάφραση: Descending paper chromatography
Ελληνικός όρος:
Δισδιάστατη χρωματογραφία χάρτου
Αγγλικός όρος:
Two-dimensional paper chromatography

Μετάφραση: Two-dimensional paper chromatography
Ελληνικός όρος:
Επίπεδη χρωματογραφία
Αγγλικός όρος:
Planar chromatography

Μετάφραση: Planar chromatography
Ελληνικός όρος:
Μετωπική χρωματογραφία
Αγγλικός όρος:
Frontal chromatography

Μετάφραση: Frontal chromatography

Ακολουθήστε μας