Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 577 - 612 of 680
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Κυανίδια
Αγγλικός όρος:
Cyanides

Μετάφραση: Cyanides
Ελληνικός όρος:
Κυανίδιο του υδρογόνου
Αγγλικός όρος:
Hydrogen cyanide, hydrocyanic acid, formonitrile, prussic acid

Μετάφραση: Hydrogen cyanide, hydrocyanic acid, formonitrile, prussic acid
Ελληνικός όρος:
Κυανικές ενώσεις
Αγγλικός όρος:
Cyanates

Μετάφραση: Cyanates
Ελληνικός όρος:
Κυανικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Cyanic acid

Μετάφραση: Cyanic acid
Ελληνικός όρος:
Κυανιούχα άλατα
Αγγλικός όρος:
Cyanide salts

Μετάφραση: Cyanide salts
Ελληνικός όρος:
Κυανιούχο αλλύλιο
Αγγλικός όρος:
Allyl cyanide

Μετάφραση: Allyl cyanide
Ελληνικός όρος:
Κυανιούχο ιόν
Αγγλικός όρος:
Cyanide ion

Μετάφραση: Cyanide ion
Ελληνικός όρος:
Κυανιούχος χαλκός
Αγγλικός όρος:
Copper cyanide

Μετάφραση: Copper cyanide
Ελληνικός όρος:
Κυανο-2-προπανόλη 2-
Αγγλικός όρος:
2-cyano-2-propanol, Acetone cyanohydrin, 2-methylacetonitrile

Μετάφραση: 2-cyano-2-propanol, Acetone cyanohydrin, 2-methylacetonitrile
Ελληνικός όρος:
Κυανοακρυλική ένωση
Αγγλικός όρος:
Κυανοακρυλική ένωση

Μετάφραση: Κυανοακρυλική ένωση
Ελληνικός όρος:
Κυανοακρυλικός αιθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Ethyl cyanoacrylate

Μετάφραση: Ethyl cyanoacrylate
Ελληνικός όρος:
Κυανοακρυλικός μεθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Methyl cyanoacrilate

Μετάφραση: Methyl cyanoacrilate
Ελληνικός όρος:
Κυανοβουτυρικός αιθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Ethyl cyanobutyrate

Μετάφραση: Ethyl cyanobutyrate
Ελληνικός όρος:
Κυανογόνο ή δικυάνιο ή αιθανοδινιτρίλιο
Αγγλικός όρος:
Cyanogen or dicyan or ethane dinitrile

Μετάφραση: Cyanogen or dicyan or ethane dinitrile
Ελληνικός όρος:
Κυανοξικό νάτριο
Αγγλικός όρος:
Sodium cyanoacetate

Μετάφραση: Sodium cyanoacetate
Ελληνικός όρος:
Κυανοοξικός αιθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Cyanoacetic ester, ethyl cyanoacetate

Μετάφραση: Cyanoacetic ester, ethyl cyanoacetate
Ελληνικός όρος:
Κυανοοξικός εστέρας
Αγγλικός όρος:
Cyanoacetic ester, ethyl cyanoacetate

Μετάφραση: Cyanoacetic ester, ethyl cyanoacetate
Ελληνικός όρος:
Κυανοπυριδίνη
Αγγλικός όρος:
Cyanopyridine

Μετάφραση: Cyanopyridine
Ελληνικός όρος:
Κυανοϋδρίνη
Αγγλικός όρος:
Cyanohydrin

Μετάφραση: Cyanohydrin
Ελληνικός όρος:
Κυάνωση
Αγγλικός όρος:
Cyanosis

Μετάφραση: Cyanosis
Ελληνικός όρος:
Κυεξατίνη
Αγγλικός όρος:
Cyhexatin

Μετάφραση: Cyhexatin
Ελληνικός όρος:
Κυκλικά ιμίδια
Αγγλικός όρος:
Cyclic imides

Μετάφραση: Cyclic imides
Ελληνικός όρος:
Κυκλικό πριόνι
Αγγλικός όρος:
Circular saw

Μετάφραση: Circular saw
Ελληνικός όρος:
Κυκλικοί αλειφατικοί υδρογονάνθρακες
Αγγλικός όρος:
Cyclic aliphatic hydrocarbons

Μετάφραση: Cyclic aliphatic hydrocarbons
Ελληνικός όρος:
Κυκλικοί ανυδρίτες
Αγγλικός όρος:
Cyclic anhydrides

Μετάφραση: Cyclic anhydrides
Ελληνικός όρος:
Κυκλοβουτάνιο
Αγγλικός όρος:
Cyclobutane

Μετάφραση: Cyclobutane
Ελληνικός όρος:
Κυκλοβουτένιο
Αγγλικός όρος:
Cyclobutene

Μετάφραση: Cyclobutene
Ελληνικός όρος:
Κυκλοδεξτρίνη
Αγγλικός όρος:
Cyclodextrin

Μετάφραση: Cyclodextrin
Ελληνικός όρος:
Κυκλοδωδεκατριένιο
Αγγλικός όρος:
Cyclododecatriene

Μετάφραση: Cyclododecatriene
Ελληνικός όρος:
Κυκλοεξαδιένιο
Αγγλικός όρος:
Cyclohexadiene

Μετάφραση: Cyclohexadiene
Ελληνικός όρος:
Κυκλοεξάνιο
Αγγλικός όρος:
Cyclohexane

Μετάφραση: Cyclohexane
Ελληνικός όρος:
Κυκλοεξανοκαρβοξυλικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Cyclohexanecarboxylic acid

Μετάφραση: Cyclohexanecarboxylic acid
Ελληνικός όρος:
Κυκλοεξανόλη
Αγγλικός όρος:
Cyclohexanol

Μετάφραση: Cyclohexanol
Ελληνικός όρος:
Κυκλοεξανόνη
Αγγλικός όρος:
Cyclohexanone

Μετάφραση: Cyclohexanone
Ελληνικός όρος:
Κυκλοεξένιο
Αγγλικός όρος:
Cyclohexene

Μετάφραση: Cyclohexene
Ελληνικός όρος:
Κυκλοεξενοξείδιο
Αγγλικός όρος:
Cyclohexene oxide

Μετάφραση: Cyclohexene oxide

Ακολουθήστε μας