Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 541 - 576 of 680
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια ανασκόπησης
Αγγλικός όρος:
Review criteria

Μετάφραση: Review criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια αποδοχής
Αγγλικός όρος:
Acceptance criteria

Μετάφραση: Acceptance criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια εξαίρεσης
Αγγλικός όρος:
Exclusion criteria

Μετάφραση: Exclusion criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια επίδοσης
Αγγλικός όρος:
Performance criteria

Μετάφραση: Performance criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια θερμικής άνεσης
Αγγλικός όρος:
Thermal comfort criteria

Μετάφραση: Thermal comfort criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια οριοθέτησης της ιατρικής της εργασίας
Αγγλικός όρος:
Occupational disease case definition

Μετάφραση: Occupational disease case definition
Ελληνικός όρος:
Κριτήρια σταθερότητας
Αγγλικός όρος:
Stability criteria

Μετάφραση: Stability criteria
Ελληνικός όρος:
Κριτήριο συμμόρφωσης
Αγγλικός όρος:
Conformity criteria

Μετάφραση: Conformity criteria
Ελληνικός όρος:
Κροκιδόλιθος
Αγγλικός όρος:
Crocidolite

Μετάφραση: Crocidolite
Ελληνικός όρος:
Κροκιδωτικό μέσο
Αγγλικός όρος:
Flocculant

Μετάφραση: Flocculant
Ελληνικός όρος:
Κροτωναλδεΰδη ή κροτωνική αλδεΰδη ή 2-βουτενάλη ή βουτυραλδεΰδη ή βουτυρική αλδεϋδη
Αγγλικός όρος:
Crotonaldehyde or crotonic aldehyde or 2-butenal or butyraldehyde

Μετάφραση: Crotonaldehyde or crotonic aldehyde or 2-butenal or butyraldehyde
Ελληνικός όρος:
Κροτωνικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Crotonic acid

Μετάφραση: Crotonic acid
Ελληνικός όρος:
Κροτωνικός αιθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Ethyl crotonate

Μετάφραση: Ethyl crotonate
Ελληνικός όρος:
Κρούση ή χτύπημα
Αγγλικός όρος:
Shock

Μετάφραση: Shock
Ελληνικός όρος:
Κρουστικά βελόνια
Αγγλικός όρος:
Needle scalers

Μετάφραση: Needle scalers
Ελληνικός όρος:
Κρουστική διάτρηση
Αγγλικός όρος:
Impact drilling

Μετάφραση: Impact drilling
Ελληνικός όρος:
Κρουστική σφύρα
Αγγλικός όρος:
Pneumatic pick

Μετάφραση: Pneumatic pick
Ελληνικός όρος:
Κρουστικό κλειδί
Αγγλικός όρος:
Impact wrench

Μετάφραση: Impact wrench
Ελληνικός όρος:
Κρουστικό τρυπάνι
Αγγλικός όρος:
Impact drill

Μετάφραση: Impact drill
Ελληνικός όρος:
Κρουφομικό άλας
Αγγλικός όρος:
Crufomate

Μετάφραση: Crufomate
Ελληνικός όρος:
Κρυογονικό δοχείο
Αγγλικός όρος:
Cryogenic receptacle

Μετάφραση: Cryogenic receptacle
Ελληνικός όρος:
Κρυόλιθος
Αγγλικός όρος:
Kryolith or cryolite

Μετάφραση: Kryolith or cryolite
Ελληνικός όρος:
Κρυοπαγήματα
Αγγλικός όρος:
Frostbites

Μετάφραση: Frostbites
Ελληνικός όρος:
Κρύος
Αγγλικός όρος:
Cold

Μετάφραση: Cold
Ελληνικός όρος:
Κρυοφλουοράνη ή φρέον 114 ή 1,2-διχλωρο-1,1,2,2-τετραφθοροαιθάνιο
Αγγλικός όρος:
Cryofluorane, Freon 114, 1,2-dichloro-1,1,2,2-tetrafluoroethane

Μετάφραση: Cryofluorane, Freon 114, 1,2-dichloro-1,1,2,2-tetrafluoroethane
Ελληνικός όρος:
Κρυπτό
Αγγλικός όρος:
Krypton (Kr)

Μετάφραση: Krypton (Kr)
Ελληνικός όρος:
Κρύσταλλοι
Αγγλικός όρος:
Crystals

Μετάφραση: Crystals
Ελληνικός όρος:
Κρυσταλλοτρίοδος
Αγγλικός όρος:
Transistor

Μετάφραση: Transistor
Ελληνικός όρος:
Κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα
Αγγλικός όρος:
Veterinary medicinal products

Μετάφραση: Veterinary medicinal products
Ελληνικός όρος:
Κτήριο ή κτίριο
Αγγλικός όρος:
Building

Μετάφραση: Building
Ελληνικός όρος:
Κτύπημα από πρόσκρουση σε αντικείμενο
Αγγλικός όρος:
Hurting oneself on an object

Μετάφραση: Hurting oneself on an object
Ελληνικός όρος:
Κτυπογενής θόρυβος
Αγγλικός όρος:
Impact sound

Μετάφραση: Impact sound
Ελληνικός όρος:
Κυαλοθρίνη
Αγγλικός όρος:
Cyhalothrine

Μετάφραση: Cyhalothrine
Ελληνικός όρος:
Κυαναζίνη
Αγγλικός όρος:
Cyanazine

Μετάφραση: Cyanazine
Ελληνικός όρος:
Κυαναμίδιο
Αγγλικός όρος:
Cyanamide

Μετάφραση: Cyanamide
Ελληνικός όρος:
Κυαναμίδιο του ασβεστίου
Αγγλικός όρος:
Calcium cyanamide

Μετάφραση: Calcium cyanamide

Ακολουθήστε μας