Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 973 - 1008 of 1068
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Εύκαμπτο καλώδιο
Αγγλικός όρος:
Flexible cord, flexible cable

Μετάφραση: Flexible cord, flexible cable
Ελληνικός όρος:
Εύκαμπτοι πυροσβεστικοί σωλήνες (πυροσβεστικές μάνικες)
Αγγλικός όρος:
Fire hoses

Μετάφραση: Fire hoses
Ελληνικός όρος:
Ευκαμψία ή κινητικότητα (εργαζομένων)
Αγγλικός όρος:
Flexibility

Μετάφραση: Flexibility
Ελληνικός όρος:
Ευλογιά
Αγγλικός όρος:
Smallpox

Μετάφραση: Smallpox
Ελληνικός όρος:
Ευπάθεια
Αγγλικός όρος:
Disease susceptibility

Μετάφραση: Disease susceptibility
Ελληνικός όρος:
Ευπαθής ομάδα
Αγγλικός όρος:
Vulnerable group

Μετάφραση: Vulnerable group
Ελληνικός όρος:
Εύρος
Αγγλικός όρος:
Range

Μετάφραση: Range
Ελληνικός όρος:
Εύρος εργασίας
Αγγλικός όρος:
Working range

Μετάφραση: Working range
Ελληνικός όρος:
Εύρος κατανομής
Αγγλικός όρος:
Range

Μετάφραση: Range
Ελληνικός όρος:
Εύρος κορυφής
Αγγλικός όρος:
Peak width

Μετάφραση: Peak width
Ελληνικός όρος:
Εύρος μετρήσεων
Αγγλικός όρος:
Measurement range

Μετάφραση: Measurement range
Ελληνικός όρος:
Ευρύ
Αγγλικός όρος:
Broad

Μετάφραση: Broad
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων, με έδρα την Πάρμα (Ιταλία)
Αγγλικός όρος:
European Food Safety Authority, Parma (Italy), EFSA

Μετάφραση: European Food Safety Authority, Parma (Italy), EFSA
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Διεύθυνση για την Αξιολόγηση Ιατρικών Προϊόντων (ΕΜΕΑ)
Αγγλικός όρος:
European Agency for the Evaluation of Medicinal Products

Μετάφραση: European Agency for the Evaluation of Medicinal Products
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Εβδομάδα για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία
Αγγλικός όρος:
European Week on Safety and Health at Work

Μετάφραση: European Week on Safety and Health at Work
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Ένωση
Αγγλικός όρος:
European Union

Μετάφραση: European Union
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Ένωση Φορέων Διαπίστευσης Εργαστηρίων
Αγγλικός όρος:
European Accreditation of Laboratories, EAL

Μετάφραση: European Accreditation of Laboratories, EAL
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Αγγλικός όρος:
European Commission

Μετάφραση: European Commission
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Επιτροπή Διαπίστευσης Οργανισμών Πιστοποίησης
Αγγλικός όρος:
European Accreditation for Certification, EAC

Μετάφραση: European Accreditation for Certification, EAC
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ηλεκτροτεχνικής Τυποποίησης
Αγγλικός όρος:
European Committee for Electrotechnical Standardization, CENELEC

Μετάφραση: European Committee for Electrotechnical Standardization, CENELEC
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Επιτροπή Πολιτικής Αεροπορίας
Αγγλικός όρος:
European Civil Aviation Conference, ECAC

Μετάφραση: European Civil Aviation Conference, ECAC
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης
Αγγλικός όρος:
European Committee for Standardization, CEN

Μετάφραση: European Committee for Standardization, CEN
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Κοινότητα
Αγγλικός όρος:
European Community

Μετάφραση: European Community
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας
Αγγλικός όρος:
European Atomic Energy Community

Μετάφραση: European Atomic Energy Community
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Μονάδα Δικαστικής Συνεργασίας, με έδρα τη Χάγη (Κάτω Χώρες)
Αγγλικός όρος:
The European Union's Judicial Cooperation Unit, the Hague (Netherlands) (Eurojust)

Μετάφραση: The European Union's Judicial Cooperation Unit, the Hague (Netherlands) (Eurojust)
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα
Αγγλικός όρος:
European Economic Community

Μετάφραση: European Economic Community
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Οργάνωση για Δοκιμές και Πιστοποίηση
Αγγλικός όρος:
European Organization for Testing and Certification

Μετάφραση: European Organization for Testing and Certification
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Οργάνωση για Τεχνικές Εγκρίσεις
Αγγλικός όρος:
European Organization for Technical Approvals

Μετάφραση: European Organization for Technical Approvals
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία σχετικά με τα εργατικά Ατυχήματα
Αγγλικός όρος:
European Statistics on Accidents at work

Μετάφραση: European Statistics on Accidents at work
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία σχετικά με τις ασθένειες στο χώρο εργασίας
Αγγλικός όρος:
European Occupational Diseases Statistics

Μετάφραση: European Occupational Diseases Statistics
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Συμφωνία για τις διεθνείς οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων
Αγγλικός όρος:
Accord Dangerous Routier, ADR

Μετάφραση: Accord Dangerous Routier, ADR
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Εργατικών Συνδικάτων
Αγγλικός όρος:
European Trade Union Confederation

Μετάφραση: European Trade Union Confederation
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ανασυγκρότησης, με έδρα τη Θεσσαλονίκη (Ελλάδα)
Αγγλικός όρος:
European Reconstruction Agency, Thessaloniki (Greece), ERA

Μετάφραση: European Reconstruction Agency, Thessaloniki (Greece), ERA
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκό Δίκτυο Αξιολόγησης και Πιστοποίησης Συστημάτων Ποιότητας
Αγγλικός όρος:
European Network for Quality System Assessment and Certification

Μετάφραση: European Network for Quality System Assessment and Certification
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκό Δίκτυο για την Επαγγελματική Υγεία και Ασφάλεια
Αγγλικός όρος:
European Occupational Safety and Health Network

Μετάφραση: European Occupational Safety and Health Network
Ελληνικός όρος:
Ευρωπαϊκό Δίκτυο για την Εφαρμογή της Νομοθεσίας για τις Χημικές Ουσίες
Αγγλικός όρος:
Chemical Legislation Enforcement European Network

Μετάφραση: Chemical Legislation Enforcement European Network

Ακολουθήστε μας