Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 217 - 252 of 289
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Υπευθυνότητα
Αγγλικός όρος:
Responsibility

Μετάφραση: Responsibility
Ελληνικός όρος:
Υπηρεσία
Αγγλικός όρος:
Service

Μετάφραση: Service
Ελληνικός όρος:
Υπηρεσία για την Επαγγελματική Υγεία και Ασφάλεια
Αγγλικός όρος:
Administration of Occupational Safety and Health

Μετάφραση: Administration of Occupational Safety and Health
Ελληνικός όρος:
Υπηρεσία για την Υγεία και την Ασφάλεια (ΗΒ)
Αγγλικός όρος:
Health and Safety Executive (UK)

Μετάφραση: Health and Safety Executive (UK)
Ελληνικός όρος:
Υπηρεσία Επαγγελματικής Ασφάλειας και Υγείας (ΗΠΑ)
Αγγλικός όρος:
Occupational Safety and Health Administration (USA)

Μετάφραση: Occupational Safety and Health Administration (USA)
Ελληνικός όρος:
Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος
Αγγλικός όρος:
Environmental Protection Agency, EPA

Μετάφραση: Environmental Protection Agency, EPA
Ελληνικός όρος:
Υπηρεσία Υγιεινής και Ασφάλειας Ορυχείων (ΗΠΑ)
Αγγλικός όρος:
Mine Safety and Health Administration (USA)

Μετάφραση: Mine Safety and Health Administration (USA)
Ελληνικός όρος:
Υπηρεσίες επειγόντων περιστατικών
Αγγλικός όρος:
Emergency services

Μετάφραση: Emergency services
Ελληνικός όρος:
Υπηρεσίες προστασίας και πρόληψης
Αγγλικός όρος:
Protective and preventive services

Μετάφραση: Protective and preventive services
Ελληνικός όρος:
Υπνηλία
Αγγλικός όρος:
Sleepiness

Μετάφραση: Sleepiness
Ελληνικός όρος:
Υπνωτικά
Αγγλικός όρος:
Hypnotics

Μετάφραση: Hypnotics
Ελληνικός όρος:
Υπό τάση
Αγγλικός όρος:
Tensile stress

Μετάφραση: Tensile stress
Ελληνικός όρος:
Υπόγεια εναποθήκευση
Αγγλικός όρος:
Underground storage

Μετάφραση: Underground storage
Ελληνικός όρος:
Υπόγειο
Αγγλικός όρος:
Basement

Μετάφραση: Basement
Ελληνικός όρος:
Υπόγειο ορυχείο
Αγγλικός όρος:
Underground mine

Μετάφραση: Underground mine
Ελληνικός όρος:
Υπόδειγμα (τμήμα δείγματος)
Αγγλικός όρος:
Subsample

Μετάφραση: Subsample
Ελληνικός όρος:
Υποδείξεις ασφάλειας
Αγγλικός όρος:
Safety instructions

Μετάφραση: Safety instructions
Ελληνικός όρος:
Υποδήματα ασφαλείας
Αγγλικός όρος:
Safety footwear

Μετάφραση: Safety footwear
Ελληνικός όρος:
Υποδιαιρεμένο δείγμα
Αγγλικός όρος:
Split sample

Μετάφραση: Split sample
Ελληνικός όρος:
Υποδιαίρεση
Αγγλικός όρος:
Subdivision

Μετάφραση: Subdivision
Ελληνικός όρος:
Υποθερμία
Αγγλικός όρος:
Hypothermia

Μετάφραση: Hypothermia
Ελληνικός όρος:
Υποθέσεις σφαλμάτων
Αγγλικός όρος:
Fault considerations

Μετάφραση: Fault considerations
Ελληνικός όρος:
Υποκαπνισμός
Αγγλικός όρος:
Fumigation

Μετάφραση: Fumigation
Ελληνικός όρος:
Υποκατάσταση
Αγγλικός όρος:
Substitution

Μετάφραση: Substitution
Ελληνικός όρος:
Υποκατάστατο
Αγγλικός όρος:
Substitute

Μετάφραση: Substitute
Ελληνικός όρος:
Υποκατάστημα
Αγγλικός όρος:
Branch office

Μετάφραση: Branch office
Ελληνικός όρος:
Υπόλειμμα ή κατάλοιπο
Αγγλικός όρος:
Residue

Μετάφραση: Residue
Ελληνικός όρος:
Υπολείμματα που περιέχουν επικίνδυνες ουσίες
Αγγλικός όρος:
Tailings containing dangerous substances

Μετάφραση: Tailings containing dangerous substances
Ελληνικός όρος:
Υπολογισμός
Αγγλικός όρος:
Calculation, computation

Μετάφραση: Calculation, computation
Ελληνικός όρος:
Υπολογιστής των μέσων μεταβατικών τιμών
Αγγλικός όρος:
Computer of average transients

Μετάφραση: Computer of average transients
Ελληνικός όρος:
Υπολογιστική χημεία
Αγγλικός όρος:
Computational chemistry

Μετάφραση: Computational chemistry
Ελληνικός όρος:
Υπολογιστικοί ολοκληρωτές
Αγγλικός όρος:
Computing integrators

Μετάφραση: Computing integrators
Ελληνικός όρος:
Υποξεία τοξικότητα
Αγγλικός όρος:
Sub-acute toxicity

Μετάφραση: Sub-acute toxicity
Ελληνικός όρος:
Υποξείδιο του αζώτου ή πρωτοξείδιο του αζώτου ή ιλαρόν αέριον
Αγγλικός όρος:
Dinitrogen oxide, nitrous oxide, nitrogen protoxide

Μετάφραση: Dinitrogen oxide, nitrous oxide, nitrogen protoxide
Ελληνικός όρος:
Υποπολλαπλάσιο δείγμα ή κλάσμα διαλύματος
Αγγλικός όρος:
Aliquot

Μετάφραση: Aliquot
Ελληνικός όρος:
Υποπροϊόντα της απόσταξης του λιθάνθρακα
Αγγλικός όρος:
By-products of the distillation of coal

Μετάφραση: By-products of the distillation of coal

Ακολουθήστε μας