Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 181 - 216 of 289
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Υπεριωδικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Periodic acid

Μετάφραση: Periodic acid
Ελληνικός όρος:
Υπερκρίσιμη ρευστή χρωματογραφία
Αγγλικός όρος:
Superficial fluid chromatography

Μετάφραση: Superficial fluid chromatography
Ελληνικός όρος:
Υπερλεπτόκοκκα σωματίδια
Αγγλικός όρος:
Ultrafine particles

Μετάφραση: Ultrafine particles
Ελληνικός όρος:
Υπερμαγγανικά
Αγγλικός όρος:
Permanganates

Μετάφραση: Permanganates
Ελληνικός όρος:
Υπερμαγγανικό κάλιο
Αγγλικός όρος:
Potassium permanganate

Μετάφραση: Potassium permanganate
Ελληνικός όρος:
Υπεροξέα
Αγγλικός όρος:
Peroxyacids

Μετάφραση: Peroxyacids
Ελληνικός όρος:
Υπεροξείδιο
Αγγλικός όρος:
Peroxide

Μετάφραση: Peroxide
Ελληνικός όρος:
Υπεροξείδιο της μεθυλοαιθυλοκετόνης
Αγγλικός όρος:
Methyl ethyl ketone peroxide

Μετάφραση: Methyl ethyl ketone peroxide
Ελληνικός όρος:
Υπεροξείδιο του βαρίου
Αγγλικός όρος:
Barium peroxide

Μετάφραση: Barium peroxide
Ελληνικός όρος:
Υπεροξείδιο του βενζοϋλίου
Αγγλικός όρος:
Benzoyl peroxide

Μετάφραση: Benzoyl peroxide
Ελληνικός όρος:
Υπεροξείδιο του υδρογόνου
Αγγλικός όρος:
Hydrogen peroxide, hydrogen dioxide

Μετάφραση: Hydrogen peroxide, hydrogen dioxide
Ελληνικός όρος:
Υπεροξικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Peroxyacetic acid

Μετάφραση: Peroxyacetic acid
Ελληνικός όρος:
Υπεροξυβενζοϊκό οξύ
Αγγλικός όρος:
Peroxybenzoic acid

Μετάφραση: Peroxybenzoic acid
Ελληνικός όρος:
Υπεροξυμυρμηκικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Peroxyformic acid

Μετάφραση: Peroxyformic acid
Ελληνικός όρος:
Υπερπίεση
Αγγλικός όρος:
Overpressure

Μετάφραση: Overpressure
Ελληνικός όρος:
Υπερσθενικό σύνδρομο
Αγγλικός όρος:
Hypersthenic syndrome

Μετάφραση: Hypersthenic syndrome
Ελληνικός όρος:
Υπερσυσκευασία
Αγγλικός όρος:
Overpack

Μετάφραση: Overpack
Ελληνικός όρος:
Υπέρταση
Αγγλικός όρος:
Hypertension

Μετάφραση: Hypertension
Ελληνικός όρος:
Υπέρταση (π.χ. ηλεκτρική)
Αγγλικός όρος:
Overvoltage

Μετάφραση: Overvoltage
Ελληνικός όρος:
Υπερτάχυνση
Αγγλικός όρος:
Over speed

Μετάφραση: Over speed
Ελληνικός όρος:
Υπερτονική συχνότητα
Αγγλικός όρος:
Overtone frequencies

Μετάφραση: Overtone frequencies
Ελληνικός όρος:
Υπέρυθρη ακτινοβολία
Αγγλικός όρος:
Infrared radiation

Μετάφραση: Infrared radiation
Ελληνικός όρος:
Υπέρυθρο
Αγγλικός όρος:
Infrared, IR

Μετάφραση: Infrared, IR
Ελληνικός όρος:
Υπερφθοροϊσοβουτυλένιο
Αγγλικός όρος:
Perfluoroisobutylene

Μετάφραση: Perfluoroisobutylene
Ελληνικός όρος:
Υπερφθοροκτανοσουλφονικές ενώσεις
Αγγλικός όρος:
Perfluorooctane sulfonates, PFOS

Μετάφραση: Perfluorooctane sulfonates, PFOS
Ελληνικός όρος:
Υπερφθοροοκτανοϊκό αμμώνιο
Αγγλικός όρος:
Ammonium perfluorooctanoate

Μετάφραση: Ammonium perfluorooctanoate
Ελληνικός όρος:
Υπερφόρτιση
Αγγλικός όρος:
Overload

Μετάφραση: Overload
Ελληνικός όρος:
Υπερφόρτωση
Αγγλικός όρος:
Overload

Μετάφραση: Overload
Ελληνικός όρος:
Υπερφωσφορικό ασβέστιο
Αγγλικός όρος:
Calcium superphosphate

Μετάφραση: Calcium superphosphate
Ελληνικός όρος:
Υπερχλωρικό ασβέστιο
Αγγλικός όρος:
Calsium perchlorate

Μετάφραση: Calsium perchlorate
Ελληνικός όρος:
Υπερχλωρικό κάλιο
Αγγλικός όρος:
Potassium perchlorate

Μετάφραση: Potassium perchlorate
Ελληνικός όρος:
Υπερχλωρικό τετρααιθυλαμμώνιο
Αγγλικός όρος:
Tetraethylammonium perchlorate (TEAP)

Μετάφραση: Tetraethylammonium perchlorate (TEAP)
Ελληνικός όρος:
Υπερχλωρομεθυλομερκαπτάνη
Αγγλικός όρος:
Perchloromethyl mercaptan

Μετάφραση: Perchloromethyl mercaptan
Ελληνικός όρος:
Υπερχλωρυλοφθορίδιο
Αγγλικός όρος:
Perchloryl fluoride

Μετάφραση: Perchloryl fluoride
Ελληνικός όρος:
Υπέρψυξη
Αγγλικός όρος:
Super-cooling

Μετάφραση: Super-cooling
Ελληνικός όρος:
Υπεύθυνοι ασφάλειας
Αγγλικός όρος:
Safety officers

Μετάφραση: Safety officers

Ακολουθήστε μας