Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 73 - 108 of 220
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Νέο
Αγγλικός όρος:
Neon
Μετάφραση:
Neon
Ελληνικός όρος:
Νεοαμυλική αλκοόλη
Αγγλικός όρος:
Neopentyl alcohol, 2,2-dimethyl-1-propanol, neopentanol, neoamyl alcohol
Μετάφραση:
Neopentyl alcohol, 2,2-dimethyl-1-propanol, neopentanol, neoamyl alcohol
Ελληνικός όρος:
Νεοδεκανοϊκό οξύ
Αγγλικός όρος:
Neodecanoic acid
Μετάφραση:
Neodecanoic acid
Ελληνικός όρος:
Νεοδύμιο
Αγγλικός όρος:
Neodymium
Μετάφραση:
Neodymium
Ελληνικός όρος:
Νεοπεντάνιο
Αγγλικός όρος:
Neopentane
Μετάφραση:
Neopentane
Ελληνικός όρος:
Νεοπεντανοϊκό οξύ
Αγγλικός όρος:
Neopentanoic acid, pivalic acid
Μετάφραση:
Neopentanoic acid, pivalic acid
Ελληνικός όρος:
Νεοπεντανόλη
Αγγλικός όρος:
Neopentyl alcohol, 2,2-dimethyl-1-propanol, neopentanol, neoamyl alcohol
Μετάφραση:
Neopentyl alcohol, 2,2-dimethyl-1-propanol, neopentanol, neoamyl alcohol
Ελληνικός όρος:
Νεοπεντυλική αλκοόλη
Αγγλικός όρος:
Neopentyl alcohol, 2,2-dimethyl-1-propanol, neopentanol, neoamyl alcohol
Μετάφραση:
Neopentyl alcohol, 2,2-dimethyl-1-propanol, neopentanol, neoamyl alcohol
Ελληνικός όρος:
Νεοπεντύλιο
Αγγλικός όρος:
Neopentyl
Μετάφραση:
Neopentyl
Ελληνικός όρος:
Νεοπεντυλοχλωρίδιο
Αγγλικός όρος:
Neopentyl chloride
Μετάφραση:
Neopentyl chloride
Ελληνικός όρος:
Νεοπλασία
Αγγλικός όρος:
Neoplasia
Μετάφραση:
Neoplasia
Ελληνικός όρος:
Νεοπλασματικές παθήσεις των ανώτερων αναπνευστικών οδών προκαλούμενες από σκόνη ξύλου
Αγγλικός όρος:
Cancerous diseases of the upper respiratory tract caused by dust from wood
Μετάφραση:
Cancerous diseases of the upper respiratory tract caused by dust from wood
Ελληνικός όρος:
Νεοπροσληφθέντες εργαζόμενοι
Αγγλικός όρος:
New workers
Μετάφραση:
New workers
Ελληνικός όρος:
Νέος εργαζόμενος
Αγγλικός όρος:
Young worker
Μετάφραση:
Young worker
Ελληνικός όρος:
Νεοτρεαλόζη
Αγγλικός όρος:
Neotrehalose
Μετάφραση:
Neotrehalose
Ελληνικός όρος:
Νερβονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Nervonic acid
Μετάφραση:
Nervonic acid
Ελληνικός όρος:
Νερό ή ύδωρ
Αγγλικός όρος:
Water (H2O)
Μετάφραση:
Water (H2O)
Ελληνικός όρος:
Νερό ψύξης
Αγγλικός όρος:
Cooling-water
Μετάφραση:
Cooling-water
Ελληνικός όρος:
Νερόλη
Αγγλικός όρος:
Nerol
Μετάφραση:
Nerol
Ελληνικός όρος:
Νετρόνιο
Αγγλικός όρος:
Neutron
Μετάφραση:
Neutron
Ελληνικός όρος:
Νεύρο
Αγγλικός όρος:
Nerve
Μετάφραση:
Nerve
Ελληνικός όρος:
Νευροπάθεια
Αγγλικός όρος:
Neuropathy
Μετάφραση:
Neuropathy
Ελληνικός όρος:
Νευροτοξικά
Αγγλικός όρος:
Neurotoxicants
Μετάφραση:
Neurotoxicants
Ελληνικός όρος:
Νευροτοξικές ιδιότητες
Αγγλικός όρος:
Neurotoxic properties
Μετάφραση:
Neurotoxic properties
Ελληνικός όρος:
Νευροτοξικές ουσίες
Αγγλικός όρος:
Neurotoxic substances
Μετάφραση:
Neurotoxic substances
Ελληνικός όρος:
Νευροτοξικολογία
Αγγλικός όρος:
Neurotoxicology
Μετάφραση:
Neurotoxicology
Ελληνικός όρος:
Νευροτοξικολογικό
Αγγλικός όρος:
Neurotoxicological
Μετάφραση:
Neurotoxicological
Ελληνικός όρος:
Νευροτοξικολογικός κίνδυνος
Αγγλικός όρος:
Neurotoxicological risk
Μετάφραση:
Neurotoxicological risk
Ελληνικός όρος:
Νευροτοξικότητα
Αγγλικός όρος:
Neurotoxicity
Μετάφραση:
Neurotoxicity
Ελληνικός όρος:
Νευροψυχιατρικές διαταραχές
Αγγλικός όρος:
Neuropsychiatric diseases
Μετάφραση:
Neuropsychiatric diseases
Ελληνικός όρος:
Νέφη
Αγγλικός όρος:
Nebulae
Μετάφραση:
Nebulae
Ελληνικός όρος:
Νεφρικός
Αγγλικός όρος:
Renal
Μετάφραση:
Renal
Ελληνικός όρος:
Νεφρός
Αγγλικός όρος:
Kidney
Μετάφραση:
Kidney
Ελληνικός όρος:
Νεφροτοξικά
Αγγλικός όρος:
Nephrotoxicants
Μετάφραση:
Nephrotoxicants
Ελληνικός όρος:
Νεφροτοξικότητα
Αγγλικός όρος:
Nephrotoxicity
Μετάφραση:
Nephrotoxicity
Ελληνικός όρος:
Νηογνώμονας
Αγγλικός όρος:
Classification society
Μετάφραση:
Classification society
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
Page
1
Page
2
Τρέχουσα σελίδα
3
Page
4
Page
5
Page
6
Page
7
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »