Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Primary tabs
      Displaying 145 - 151 of 151
    
        Ελληνικός όρος: 
Γυαλί
Αγγλικός όρος: 
Glass
  
    
      
  
          
Μετάφραση: Glass
Ελληνικός όρος: 
Γυαλιά ασφαλείας
Αγγλικός όρος: 
Safety glasses
  
    
      
  
          
Μετάφραση: Safety glasses
Ελληνικός όρος: 
Γυαλιστικά πατωμάτων
Αγγλικός όρος: 
Floor polishes
  
    
      
  
          
Μετάφραση: Floor polishes
Ελληνικός όρος: 
Γυναίκες στην εργασία
Αγγλικός όρος: 
Women at work
  
    
      
  
          
Μετάφραση: Women at work
Ελληνικός όρος: 
Γυροπυξίδα
Αγγλικός όρος: 
Gyrocompass
  
    
      
  
          
Μετάφραση: Gyrocompass
Ελληνικός όρος: 
Γύψος
Αγγλικός όρος: 
Gypsum
  
    
      
  
          
Μετάφραση: Gypsum
Ελληνικός όρος: 
Γλώσσα φωτιάς
Αγγλικός όρος: 
Jet fire
  
    
      
      Με σχετικά Links:
    
      
      
  
          
Μετάφραση: Jet fire