Βλέπετε τις εγγραφές : 1 - 38, σε σύνολο 38
Βαθμίδα επαγγελματικών προσόντων
Ορισμός 1: Διαβάθμιση επαγγελματικών προσόντων εντός μιας κατηγορίας ή ειδικότητας.
Βαρέλι πίεσης (Pressure drum)
Ορισμός 1: Ένα συγκολλημένο, μεταφερόμενο δοχείο πιέσεων με χωρητικότητα άνω των 150 λίτρων και όχι παραπάνω από 1000 λίτρα (π.χ κυλινδρικά δοχεία εφοδιασμένα με τσέρκια (στεφάνες) σπειροειδείς, δοχεία σε πέλματα και δοχεία σε πλαίσια).
Βαρέλια (Drums)
Ορισμός 1: Επίπεδων άκρων ή κυρτών άκρων κυλινδρικές συσκευασίες κατασκευασμένες από μέταλλο, ίνα, πλαστικό, κόντρα πλακέ ή άλλα κατάλληλα υλικά. Αυτός ο ορισμός επίσης περιλαμβάνει συσκευασίες άλλων σχημάτων, π.χ. κυλινδρικές συσκευασίες με κωνικό λαιμό, ή συσκευασίες σε μορφή κάδου. Ξύλινα βαρέλια και μπιτόνια δεν καλύπτονται από αυτόν τον ορισμό.
Βαρούλκο δομικών κατασκευών
Ορισμός 1: Η προσωρινώς εγκαθιστώμενη ανυψωτική διάταξη με κινητήρα που είναι εξοπλισμένη με διατάξεις ανύψωσης και καταβίβασης ανηρτημένου φορτίου.
Βαρύ πετρέλαιο (Μαζούτ, Fuel oil)
Ορισμός 1: Πετρελαιοειδές κατηγορίας ΙΙΙ, βαρέα αποστάγματα κατάλοιπα απόστασης ή μιγμάτων αυτών, χρησιμοποιούμενα σαν καύσιμο για την παραγωγή θερμότητας ή ισχύος.
Βασικά μέτρα αποφυγής μετάδοσης του κορωνοϊού - COVID-19
Ορισμός 1: Υγιεινή χεριών, χρήση αντισηπτικών, αποφυγή χειραψιών, τήρηση σωματικών αποστάσεων, αποφυγή επαφής των χεριών με το πρόσωπο και εν γένει τήρηση μέτρων προσωπικής και αναπνευστικής υγιεινής.
Βασικές απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας
Ορισμός 1: Υποχρεωτικές διατάξεις που σχετίζονται με τον σχεδιασμό και την κατασκευή των προϊόντων που καλύπτονται από το παρόν, προκειμένου να εξασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των προσώπων και, όπου ενδείκνυται, των κατοικίδιων ζώων και η προστασία των αγαθών και, κατά περίπτωση, του περιβάλλοντος.
Βασικοί όροι εργασίας και απασχόλησης
Ορισμός 1: Οι όροι εργασίας και απασχόλησης που θα εφαρμόζονταν αν οι εργαζόμενοι είχαν προσληφθεί απευθείας από τον έμμεσο εργοδότη για να καταλάβουν την ίδια θέση και αφορούν ιδίως:
i) στη διάρκεια του χρόνου εργασίας, στις υπερωρίες, στα διαλείμματα, στις περιόδους ανάπαυσης, στη νυκτερινή εργασία, στις άδειες και στις αργίες,
ii) στις αποδοχές.
Βεβαίωση επαγγελματικής κατάρτισης
Ορισμός 1: Η βεβαίωση του άρθρου 25 παρ. 5 του Ν. 4186/2013 , όπως αντικαταστάθηκε από την περ.8 της παρ.1 του άρθρου 11 του Ν. 4229/2014 (Α ́ 8), που λαμβάνουν οι απόφοιτοι προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης.
Βεβαίωση απευθείας συμμετοχής στην αγορά
Ορισμός 1: Η βεβαίωση που εκδίδει ο Διαχειριστής Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εγγυήσεων Προέλευσης (Δ.Α.Π.Ε.Ε.Π.Α.Ε.) σε περίπτωση κατά την οποία ο κάτοχος του σταθμού, πριν τη θέση αυτού σε λειτουργία και εφόσον δεν έχει συνάψει Σύμβαση Λειτουργικής Ενίσχυσης, δηλώσει ότι δεν επιθυμεί τη σύναψη Σύμβασης Λειτουργικής Ενίσχυσης και ότι ο σταθμός θα λειτουργεί σύμφωνα με το άρθρο 12Α του ν. 4414/2016 (Α΄ 147), όπως ορίζει το άρθρο 25 του παρόντος.
Βεβαίωση Ενεργοποίησης Λειτουργίας (Β.Ε.Λ.)
Ορισμός 1: Η βεβαίωση την οποία εκδίδει ο αρμόδιος Διαχειριστής, μετά την πραγματοποίηση της προσωρινής σύνδεσης του σταθμού, σύμφωνα με το άρθρο 26.
Βεβαίωση Ηλέκτρισης (ΒΕ.ΗΛ.)
Ορισμός 1: Η βεβαίωση την οποία εκδίδει ο αρμόδιος Διαχειριστής, μετά τη σύνδεση του σταθμού και στην οποία αναγράφεται η ημερομηνία έναρξης της κανονικής ή δοκιμαστικής λειτουργίας του, σύμφωνα με το άρθρο 27.
Βεβαίωση καταλληλότητας
Ορισμός 1: Η διαδικασία με την οποία η αρμόδια Αρχή πιστοποιεί ότι ένας τύπος μηχανήματος έργων που δεν υπάγεται σε διαδικασία έγκρισης τύπου, τηρεί τις σχετικές διοικητικές διατάξεις και τεχνικές απαιτήσεις προκειμένου να εκδοθεί δελτίο ταξινόμησης και να χορηγηθεί άδεια και πινακίδες κυκλοφορίας για τον σκοπό ταυτοποίησης του μηχανήματος. Η βεβαίωση καταλληλότητας δεν είναι προσωποπαγής.
Βεβαίωση Καταλληλότητας Γηπέδου Υποσταθμού ή Βεβαίωση Καταλληλότητας
Ορισμός 1: Η Βεβαίωση που εκδίδεται από τον Διαχειριστή του Συστήματος, σύμφωνα με την οποία το προτεινόμενο γήπεδο για την εγκατάσταση του Υποσταθμού είναι κατάλληλο.
Βεβαίωση Καταχώρησης Πολυγώνου Εξαιρούμενου Σταθμού
Ορισμός 1: Η βεβαίωση η οποία εκδίδεται από τον Φορέα Αδειοδότησης του άρθρου 20 του ν. 4685/2020 (Α΄ 92) , μετά την ενημέρωσή του από τον κάτοχο του εξαιρούμενου σταθμού σχετικά με την ακριβή θέση εγκατάστασης του σταθμού και τη γεωγραφική απεικόνιση αυτού στο γεωπληροφοριακό σύστημα του ίδιου άρθρου.
Βεβαίωση Περάτωσης Δοκιμαστικής Λειτουργίας (Β.Π.Δ.Λ.)
Ορισμός 1: Η βεβαίωση που εκδίδει ο αρμόδιος Διαχειριστής και με την οποία πιστοποιείται ότι έχουν ολοκληρωθεί οι κατασκευές του σχετικού δικτύου σύνδεσης του σταθμού και των λοιπών αναγκαίων εγκαταστάσεων του παραγωγού για την πραγματοποίηση της σύνδεσης, με τήρηση των ελάχιστων προδιαγραφών των έργων σύνδεσης ή επέκτασης, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/631 της Επιτροπής της 14ης Απριλίου 2016 «για τη θέσπιση κώδικα δικτύου, όσον αφορά τις απαιτήσεις για τη σύνδεση ηλεκτροπαραγωγών με το δίκτυο» (L 112) και τους Κώδικες Διαχείρισης του Συστήματος ή του Δικτύου ή των Μ.Δ.Ν., και ότι έχει περατωθεί η φάση της δοκιμαστικής λειτουργίας του σταθμού, σύμφωνα με το άρθρο 27 του παρόντος.
Βεβαίωση πληρότητας αίτησης
Ορισμός 1: Η βεβαίωση η οποία εκδίδεται από τον αρμόδιο Διαχειριστή, σύμφωνα με το άρθρο 5, και με την οποία πιστοποιείται η ημερομηνία κατά την οποία η αίτηση του ενδιαφερομένου για χορήγηση Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης, κατέστη πλήρης.
Βεβαίωση τεκμηρίωσης νόμιμης χρήσης
Ορισμός 1: Η βεβαίωση, η οποία εκδίδεται από δικηγόρο της επιλογής του ενδιαφερομένου έπειτα από έλεγχο της νόμιμης χρήσης του γηπέδου ή του χώρου εγκατάστασης του σταθμού Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. ή/και σταθμού αποθήκευσης, εφόσον πρόκειται για ιδιωτική έκταση.
Βενζίνη
Ορισμός 1: Διυλισμένο πετρελαιοειδές Κατηγορίας Ι, κατάλληλο για τη χρήση σαν καύσιμο μηχανών ανάφλεξης με σπινθήρα.
Βία και παρενόχληση
Ορισμός 1: Στον κόσμο της εργασίας αναφέρεται σε μια σειρά από απαράδεκτες μορφές συμπεριφοράς και πρακτικές, ή απειλές αυτών, είτε εκδηλώνονται μεμονωμένα ή κατ’ επανάληψη, που αποσκοπούν, οδηγούν, ή ενδέχεται να οδηγήσουν σε σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική ή οικονομική βλάβη και περιλαμβάνει την έμφυλη βία και παρενόχληση.
Βία στην εργασία
Ορισμός 1: Επιθετική συμπεριφορά, σωματική, ψυχολογική ή λεκτική βία λόγω φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, εντός εργασιακού χώρου, κατά τη διάρκεια και εξ αφορμής της εργασίας.
Βιβλίο συμβάντων - COVID-19
Ορισμός 1: Βιβλίο (μη θεωρημένο), το οποίο περιλαμβάνει την καταγραφή περιστατικών που συνδέονται με την πρόληψη ή αντιμετώπιση πιθανού κρούσματος.
Βιοαποδομήσιμα απόβλητα
Ορισμός 1: Κάθε απόβλητο που μπορεί να υποστεί αναερόβια ή αερόβια αποσύνθεση, όπως είναι τα απόβλητα τροφών και κηπουρικής, το χαρτί και το χαρτόνι.
Βιοκτόνο
Ορισμός 1: Κάθε ουσία ή μείγμα, στη μορφή υπό την οποία παραδίδεται στον χρήστη, που περιέχει, παράγει ή αποτελείται από μια ή περισσότερες δραστικές ουσίες και προορίζεται να καταστρέφει, να εμποδίζει, να καθιστά αβλαβή, να προλαμβάνει τη δράση ή να ασκεί άλλη περιοριστική δράση σε οποιονδήποτε επιβλαβή οργανισμό με οποιοδήποτε μέσο πέραν της απλής φυσικής ή μηχανικής δράσης.
Ορισμός 2: Κάθε ουσία ή μείγμα, που παράγεται από ουσίες ή μείγματα που δεν εμπίπτουν τα ίδια στην πρώτη περίπτωση, το οποίο θα χρησιμοποιείται με σκοπό να καταστρέφει, να εμποδίζει, να καθιστά αβλαβή, να προλαμβάνει τη δράση ή να ασκεί άλλη περιοριστική δράση σε οποιονδήποτε επιβλαβή οργανισμό με οποιοδήποτε μέσο πέραν της απλής φυσικής ή μηχανικής δράσης.
Ορισμός 3: Κατεργασμένο αντικείμενο που λειτουργεί κυρίως ως βιοκτόνο θεωρείται βιοκτόνο.
Βιολογική /Τεχνική ονομασία (Biological/ technical name)
Ορισμός 1: Κάθε ονομασία που χρησιμοποιείται επί του παρόντος σε επιστημονικά και τεχνικά εγχειρίδια, περιοδικά και κείμενα. Εμπορικές ονομασίες δεν θα χρησιμοποιούνται γι αυτό το σκοπό.
Βιολογική οριακή τιμή
Ορισμός 1: Το όριο της συγκέντρωσης, εντός του συγκεκριμένου βιολογικού μέσου, του εκάστοτε χημικού παράγοντα, του μεταβολίτη του, ή ενός δείκτη επίδρασης
Βιολογικοί παράγοντες
Ορισμός 1: Οι μικροοργανισμοί, μεταξύ των οποίων και οι γενετικά τροποποιημένοι, οι κυτταροκαλλιέργειες και τα ενδοπαράσιτα του ανθρώπου, που είναι δυνατόν να προκαλέσουν οποιαδήποτε μόλυνση, αλλεργία ή τοξικότητα.
Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 1
Ορισμός 1: Ο βιολογικός παράγοντας που είναι απίθανο να προκαλέσει ασθένεια στον άνθρωπο.
Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 2
Ορισμός 1: Είναι ο παράγοντας που μπορεί να προκαλέσει ασθένεια στον άνθρωπο και ενδέχεται να συνιστά κίνδυνο για τους εργαζόμενους, ενώ δεν υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να εξαπλωθεί στο κοινωνικό σύνολο. Γενικώς υπάρχει αποτελεσματική προληπτική ή θεραπευτική αγωγή.
Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 3
Ορισμός 1: Είναι ο παράγοντας που μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ασθένεια στον άνθρωπο και συνιστά σοβαρό κίνδυνο για τους εργαζόμενους. Ενδέχεται να υπάρχει κίνδυνος να διαδοθεί στο κοινωνικό σύνολο, αλλά, γενικώς υπάρχει αποτελεσματική προληπτική ή θεραπευτική αγωγή.
Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 4
Ορισμός 1: Είναι ο παράγοντας που προκαλεί σοβαρή ασθένεια στον άνθρωπο και συνιστά σοβαρό κίνδυνο για τους εργαζόμενους, ενδέχεται να παρουσιάζει υψηλό κίνδυνο διάδοσης στο κοινωνικό σύνολο και για τον οποίο συνήθως δεν υπάρχει αποτελεσματική προληπτική ή θεραπευτική αγωγή.
Βιοµηχανικά απόβλητα
Ορισμός 1: Καλούνται ειδικώτερον τα απόβλητα υγρά των διαφόρων βιοµηχανιών ή άλλων εγκαταστάσεων, τα περιέχοντα ή µη υπολείµµατα των υπ’ αυτών χρησιµοποιουµένων ή παραγοµένων υλών, ουχί δε απόβλητα εκ χώρων εξυπηρετήσεως του προσωπικού, ως αποχωρητηρίων, λουτρών, πλυντηρίων, µαγειρείων.
Βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου
Ορισμός 1: Τα όργανα παρακολούθησης και ελέγχου που έχουν σχεδιαστεί αποκλειστικά για βιομηχανική ή επαγγελματική χρήση.
Βιώσιμη ανάπτυξη
Ορισμός 1: Ορίζονται οι οικονομικές δραστηριότητες, εμπορικές ή ανταλλακτικές, που προωθούν την αειφορία του περιβάλλοντος, την κοινωνική και οικονομική ισότητα, καθώς και την ισότητα των
φύλων, προστατεύουν και αναπτύσσουν τα κοινά αγαθά και προωθούν τη διαγενεακή και πολυπολιτισμική συμφιλίωση, δίνοντας έμφαση στις ιδιαιτερότητες των τοπικών κοινωνιών.
Βοηθητικές εργασίες με αμίαντο
Ορισμός 1: Οι εργασίες οι οποίες αφενός συνδέονται με τις εργασίες διαχείρισης αμιάντου και αφετέρου εκτιμάται ότι κατά τη διάρκεια εκτέλεσής τους οι εργαζόμενοι δύναται να εκτεθούν σε σκόνη αμιάντου ή αμιαντούχων υλικών [συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγηση σταθερών ικριωμάτων, συντήρηση αντλιών τύπου NPU (Negative Pressure Unit) στο χώρο εκτέλεσης εργασιών διαχείρισης αμιάντου, καθαρισμός του χώρου εργασίας και του εξοπλισμού εργασίας, εργασίες αποκλεισμού της περιοχής που θα εκτελεστούν οι εργασίες διαχείρισης αμιάντου, συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγηση μονάδας απορρύπανσης και σύνδεση/αποσύνδεση αυτής με την αποκλεισμένη περιοχή διαχείρισης αμιάντου.
Βοηθός (attendant)
Ορισμός 1: Εκπαιδευμένο άτομο που εργάζεται κάτω από την επίβλεψη ενός «χειριστή» για να βοηθάει στη λειτουργία μιας διάταξης ψυχαγωγίας που διατίθεται σε χρήση για το κοινό.
Βραχεία αποκατάσταση
Ορισμός 1: Περιλαμβάνει δράσεις μετά από μία καταστροφή με στόχο την αποκατάσταση ή τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης κατά τις πρώτες ώρες και ημέρες μετά την εκδήλωσή της.
Βρωμοχλωροδιφθορομεθάνιο (BCF)
Ορισμός 1: Ένας τύπος βαρέως αερίου που χρησιμοποιείται ως μέσο κατάσβεσης της πυρκαγιάς.