Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Πρωτεύουσες καρτέλες
Βλέπετε τις εγγραφές : 951 - 975, σε σύνολο 975
Όρος: Pyrazole or 1,2-diazole
Μετάφραση: Πυραζόλιο
Όρος: Pyrene
Μετάφραση: Πυρένιο
Όρος: Pyrethrins see pyrethrum
Μετάφραση:
Όρος: Pyrethroids
Μετάφραση: Πυρεθροειδή
Όρος: Pyrethrum or pyrethrins
Μετάφραση: Πύρεθρο
Όρος: Pyridine
Μετάφραση: Πυριδίνη
Όρος: pyridinecarboxylic acid 3- see nicotinic acid
Μετάφραση:
Όρος: Pyridinium chlorocromate
Μετάφραση: Χλωροχρωμική πυριδίνη
Όρος: Pyridoxine hydrochloride
Μετάφραση: Υδροχλωριωμένη πυριδοξίνη
Όρος: Pyrimidine
Μετάφραση: Πυριμιδίνη
Όρος: Pyrocatechol or 1,2-dihydroxybenzene
Μετάφραση: Πυροκατεχόλη ή 1,2-διυδροξυβενζόλιο
Όρος: Pyrogallol or 1,2,3-trihydroxybenzene
Μετάφραση: Πυρογαλλόλη ή 1,2,3-τριυδροξυβενζόλιο
Όρος: Pyrolysis
Μετάφραση: Πυρόλυση
Όρος: Pyrolysis products
Μετάφραση: Προϊόντα πυρόλυσης
Όρος: Pyrophoric liquid
Μετάφραση: Πυροφορικό υγρό
Όρος: Pyrophoric solid
Μετάφραση: Πυροφορικό στερεό
Όρος: Pyrotechnic article
Μετάφραση: Πυροτεχνικό αντικείμενο
Όρος: Pyrotechnic substance
Μετάφραση: Πυροτεχνική ουσία
Όρος: Pyroxilin
Μετάφραση: Πυροξιλίνη
Όρος: Pyrrole
Μετάφραση: Πυρρόλιο
Όρος: Pyrrolidine
Μετάφραση: Πυρρολιδίνη
Όρος: pyrrolidinecarboxylic acid 2- see proline
Μετάφραση:
Όρος: Pyrroline
Μετάφραση: Πυρρολίνη
Όρος: Pyruvate
Μετάφραση: Πυρουβικό
Όρος: Pyruvic acid or 2-oxopropanoic acid
Μετάφραση: Πυρουβικό οξύ, πυροσταφυλικό οξύ, 2-οξοπροπανοϊκό οξύ