Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Πρωτεύουσες καρτέλες
Βλέπετε τις εγγραφές : 801 - 850, σε σύνολο 975
Όρος: propanolide 3-, 1,3-propiolactone
Μετάφραση: προπιολακτόνη β-
Όρος: Propanone see acetone
Μετάφραση:
Όρος: Propanoyl see propionyl
Μετάφραση:
Όρος: Propargyl alcohol
Μετάφραση: Προπαργυλική αλκοόλη
Όρος: Propeller pitch
Μετάφραση: Βήμα έλικα
Όρος: Propene or propylene
Μετάφραση: Προπένιο ή προπυλένιο
Όρος: Propenenitrile see acrylonitrile
Μετάφραση:
Όρος: Propenoic acid see acrylic acid
Μετάφραση:
Όρος: Prophylaxis
Μετάφραση: Προφύλαξη
Όρος: Propiolactone
Μετάφραση: Προπιολακτόνη
Όρος: Propionaldehyde or propanal
Μετάφραση: Προπιοναλδεΰδη ή προπανάλη ή προπιονική αλδεΰδη
Όρος: Propionaldehyde see propanal
Μετάφραση:
Όρος: Propionamide
Μετάφραση: Προπιοναμίδιο
Όρος: Propionic acid
Μετάφραση: Προπιονικό οξύ ή προπανικό οξύ
Όρος: Propionotic acid vinyl ester
Μετάφραση: Προπιονικός βινυλεστέρας
Όρος: Propionyl chloride
Μετάφραση: Προπιονυλοχλωρίδιο
Όρος: Propionyl or propanoyl
Μετάφραση: Προπιονύλιο
Συντομογραφία: PMRs
Όρος: Proportionate mortality ratios
Μετάφραση: Αναλογικό πηλίκο θνησιμότητας
Όρος: Propoxur, 2-isopropyloxyphenyl N-methylcarbamate, 2-isopropoxyphenyl methylcarbamate
Μετάφραση: Προποξούριο
Όρος: Proprietary test method
Μετάφραση: Αποκλειστική μέθοδος δοκιμών
Όρος: Propulsion
Μετάφραση: Πρόωση
Όρος: Propyl
Μετάφραση: Προπύλιο
Όρος: Propyl acetate
Μετάφραση: Οξικός προπυλεστέρας
Όρος: Propyl alcohol or propanol
Μετάφραση: Προπυλική αλκοόλη ή προπανόλη
Όρος: Propyl bromide or bromopropane
Μετάφραση: Προπυλοβρωμίδιο ή βρωμοπροπάνιο
Όρος: Propyl chloride or chloropropane
Μετάφραση: Προπυλοχλωρίδιο ή χλωροπροπάνιο
Όρος: Propyl ether
Μετάφραση: Προπυλαιθέρας
Όρος: Propyl naphthalene
Μετάφραση: Προπυλοναφθαλίνιο
Όρος: Propyl nitrate or nitric acid propyl ester
Μετάφραση: Νιτρικό προπύλιο ή νιτρικός προπυλεστέρας
Όρος: Propyl vinyl ether
Μετάφραση: Προπυλοβινυλαιθέρας
Όρος: Propylacetone see methyl butyl ketone
Μετάφραση:
Όρος: Propylamine or 1-aminopropane
Μετάφραση: Προπυλαμίνη ή 1-αμινοπροπάνιο
Όρος: Propylene bromide see 1,2-dibromopropane
Μετάφραση:
Όρος: Propylene chlorohydrin or 1-chloro-2-propanol
Μετάφραση: Προπυλοχλωροϋδρίνη ή 1-χλωρο-2-προπανόλη
Όρος: Propylene dichloride or 1,2-dichloropropane
Μετάφραση: Διχλωροπροπυλένιο ή 1,2-διχλωροπροπάνιο
Όρος: Propylene glycol
Μετάφραση: Προπυλενογλυκόλη
Συντομογραφία: PGDN
Όρος: Propylene glycol dinitrate
Μετάφραση: Δινιτρική προπυλενογλυκόλη
Συντομογραφία: PGME
Όρος: Propylene glycol methyl ether, 1-methoxy-2-propanol, monopropylene glycol methyl ether
Μετάφραση: Προπυλενογλυκολομονομεθυλαιθέρας ή μεθυλοπροπυλενογλυκόλη ή 1-μεθοξυ-2-προπανόλη ή μεθυλαιθέρας της προπυλενογλυκόλης
Όρος: propylene glycol monomethyl ether acetate
Μετάφραση:
Όρος: Propylene imine
Μετάφραση: Προπυλενοϊμίνη
Όρος: Propylene oxide or epoxypropane or methyl oxirane
Μετάφραση: Προπυλενοξείδιο ή οξείδιο του προπυλενίου ή εποξυπροπάνιο ή μεθυλοξιράνιο
Όρος: Propylene see propene
Μετάφραση:
Όρος: Propylenediamine or 1,2-propanediamine
Μετάφραση: Προπυλενοδιαμίνη ή 1,2-προπανoδιαμίνη
Όρος: Propyne or methylacetylene
Μετάφραση: Προπίνιο ή μεθυλακετυλένιο
Όρος: Propynyllithium
Μετάφραση: Προπινυλολίθιο
Όρος: Prority pollutants
Μετάφραση: Πρωτογενείς ρύποι
Όρος: Prosecutions
Μετάφραση: Ποινικές κυρώσεις (διώξεις)
Όρος: Prospective
Μετάφραση: Προσδοκώμενος
Όρος: Prospective financial statements
Μετάφραση: Προϋπολογιστικές οικονομικές καταστάσεις
Όρος: Prospective studies or Cohort studies
Μετάφραση: Προοπτικές μελέτες