Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Πρωτεύουσες καρτέλες
Βλέπετε τις εγγραφές : 901 - 950, σε σύνολο 975
Όρος: Public awareness
Μετάφραση: Ευαισθητοποίηση του κοινού
Όρος: Public concerned
Μετάφραση: Ενδιαφερόμενο κοινό
Όρος: Public Health
Μετάφραση: Δημόσια Υγεία
Όρος: Public Health Executive Agency, Luxembourg
Μετάφραση: Εκτελεστικός Οργανισμός για τη Δημόσια Υγεία, με έδρα το Λουξεμβούργο
Όρος: Public health observation
Μετάφραση: Υγειονομική παρατήρηση
Όρος: Public health response
Μετάφραση: Υγειονομική αντιμετώπιση
Όρος: Public health risk
Μετάφραση: Κίνδυνος δημόσιας υγείας
Όρος: Public participation
Μετάφραση: Συμμετοχή του κοινού
Όρος: Public sector
Μετάφραση: Δημόσιος τομέας
Όρος: Public spaces
Μετάφραση: Δημόσιοι χώροι
Όρος: Public Utilities and Services
Μετάφραση: Δημόσια Επιχείρηση Κοινής Ωφέλειας (ΔΕΚΟ)
Όρος: Publication
Μετάφραση: Δημοσίευση
Όρος: Publication bias
Μετάφραση: Συστημικό σφάλμα δημοσίευσης
Όρος: publicly available specification
Μετάφραση: ευρέως διαθέσιμες προδιαγραφές
Συντομογραφία: PA
Όρος: Publicly available
Μετάφραση: Διατίθεται στην αγορά
Όρος: Pulley room
Μετάφραση: Τροχαλιοστάσιο (ασανσέρ)
Όρος: Pulling
Μετάφραση: Έλξη, τράβηγμα
Όρος: Pulmonary edema
Μετάφραση: Πνευμονικό οίδημα
Όρος: Pulmonary fibrose
Μετάφραση: Πνευμονική ινώση
Όρος: Pulmonary fibroses due to metals not included in the European schedule
Μετάφραση: Πνευμονικές ινώσεις που οφείλονται σε μέταλλα που δεν περιλαμβάνονται στον ευρωπαϊκό κατάλογο
Όρος: Pulmonary fibrosis
Μετάφραση: Πνευμονική ίνωση
Όρος: Pulmonary function
Μετάφραση: Πνευμονική λειτουργία
Συντομογραφία: PM
Όρος: Pulmonary mycotoxicosis
Μετάφραση: Πνευμονική μυκοτοξίκωση
Όρος: Pulmonary toxicology
Μετάφραση: Πνευμονική τοξικολογία
Όρος: Pulmonary tuberculosis
Μετάφραση: Πνευμονική φυματίωση
Όρος: Pulp
Μετάφραση: Πολτός
Όρος: Pump
Μετάφραση: Αντλία
Όρος: Pump room
Μετάφραση: Αντλιοστάσιο
Όρος: Pumped sorbent tubes
Μετάφραση: Απορροφητικοί σωληνίσκοι με αντλία
Όρος: Punches
Μετάφραση: Σουβλιά
Όρος: Punching
Μετάφραση: Τρυπανισμός
Όρος: Puncture
Μετάφραση: Διάτρηση, παρακέντηση
Όρος: Pure
Μετάφραση: Καθαρός
Όρος: Pure chance theory
Μετάφραση: Θεωρία της απλής τύχης
Όρος: Pure time preference
Μετάφραση: Καθαρή χρονική προτίμηση
Όρος: Pure tone air conduction audiometers
Μετάφραση: Καθαροτονικά ακοόμετρα αέρινης αγωγής
Όρος: Pure tone vibrator
Μετάφραση: Δονητής καθαρού τόνου
Όρος: Purging
Μετάφραση: Εκκένωση
Όρος: Purine
Μετάφραση: Πουρίνη
Όρος: Purity
Μετάφραση: Καθαρότητα
Όρος: Purple Book
Μετάφραση: μωβ βιβλίο
Όρος: Purpose
Μετάφραση: Σκοπός ή πρόθεση
Όρος: Purpose flag
Μετάφραση: Ειδική ένδειξη επισήμανσης, Επισήμανση σκοπού
Όρος: Pushing
Μετάφραση: Ώθηση, σπρώξιμο
Όρος: Putting into service
Μετάφραση: Έναρξη χρήσης
Όρος: Pylon
Μετάφραση: Πυλώνας
Όρος: Pyloroplastry
Μετάφραση: Πυλωροπλαστική
Όρος: Pyran
Μετάφραση: Πυράνιο
Όρος: Pyranose
Μετάφραση: Πυρανόζη
Όρος: Pyranoside
Μετάφραση: Πυρανοζίτης