Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 228Α_2016 | 547.62 KB |
1. Τις διατάξεις των άρθρων 3,4 και 5 του N. 1338/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (Α΄ 34), όπως αυτές έχουν αντικατασταθεί και τροποποιηθεί αντιστοίχως με το άρθρο 65 του N. 1892/1990 (Α΄ 101) και με τα άρθρα 6 παρ.4 του N. 1440/1984 (Α΄ 70), 7 του N. 1775/1988 (Α΄ 101), 31 του ν. 2076/1992 (Α΄ 130), 19 του N. 2367/1995 (Α΄ 261), 22 του N. 2789/2000 (Α΄ 21), 48 του N. 3427/2005 (Α΄ 312), 91 του N. 3862/2010 (Α΄113) και 50 του N. 4342/2015 (Α΄ 143)”.
2. Το άρθρο 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.δ. 63/2005 (Α΄ 98) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».
3. Το άρθρο 1 του Π.δ. 85/2012 «Ίδρυση και μετονομασία Υπουργείων, μεταφορά και κατάργηση υπηρεσιών» (Α’ 141), όπως τροποποιήθηκε με το Π.δ. 118/2013 (Α΄152).
4. Το Π.δ. 116/2014 «Οργανισμός του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας» (Α΄ 185).
5. Το Π.δ. 123/2016 (A’ 208) «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων».
6. Το Π.δ. 125/2016 (Α΄210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
7. Την υπ’ αριθμ. Υ186/10.11.2016 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών Νικόλαο Τόσκα» (Β΄3671) και την υπ’ αριθμ. Υ197/16.11.2016 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης Αλέξανδρο Χαρίτση» (Β΄3722).
8. Τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 1272/2008 (EE L 353 της 31.12.2008) για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μιγμάτων.
9. Τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Ιουλίου 2008 για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου (ΕΕ L 218 της 13.8.2008).
10. Την υπ’ αριθ. 768/2008/ΕΚ απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Ιουλίου 2008 για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων και για την κατάργηση της απόφασης 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L218 της 13.8.2008).
11. Τον Κανονισμό (ΕΕ) 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση (ΕΕ L 316 της 14.11.2012).
12. Τις διατάξεις του Ν. 4072/2012 «Βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος – Νέα εταιρική μορφή – Σήματα– Μεσίτες Ακινήτων – Ρύθμιση θεμάτων ναυτιλίας, λιμένων, αλιείας και άλλες διατάξεις» (Α΄86), και ειδικότερα το κεφάλαιο Ε΄ «Εποπτεία αγοράς βιομηχανικών προϊόντων και υπηρεσιών ποιότητας» αυτού.
13. Τις διατάξεις του Ν. 4109/2013 «Κατάργηση και συγχώνευση νομικών προσώπων του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα − Σύσταση Γενικής Γραμματείας για το συντονισμό του κυβερνητικού έργου και άλλες διατάξεις» (Α΄ 16) και ειδικότερα το άρθρο 6 αυτού, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 46 του Ν. 4155/2013 (Α΄120/2013) και αντικαταστάθηκε με τις παρ. 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 15 του Ν. 4242/2014 (Α΄ 50/2014).
14. Την υπ’ αριθ. Φ.01.2/56790/ΔΠΠ1828/2016 (Β΄1897) απόφαση του Υπουργού και Υφυπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού «Κανονιστικό Πλαίσιο για τους Οργανισμούς Αξιολόγησης … Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας».
15. Την υπ’ αριθμ. οικ. 3329/15.2.1989 κοινή υπουργική απόφαση «Κανονισμοί για την παραγωγή, αποθήκευση και διάθεση σε κατανάλωση εκρηκτικών υλών» (Β΄ 132), όπως τροποποιήθηκε από την υπ’ αριθ. Φ.28/18787/1032 από 7-8-2000 κοινή υπουργική απόφαση (Β΄ 1035)”.
16. Τις διατάξεις του Ν. 2168/1993 «Ρύθμιση θεμάτων που αφορούν όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς μηχανισμούς και άλλες διατάξεις» (Α΄ 147), όπως τροποποιήθηκαν από τα άρθρα 4 παρ. 1 Ν. 2334/1955 (Α΄184), 1 του Ν. 3944/2011 (Α΄67) και 1 του Ν. 4028/2011 (Α΄242), και τις διατάξεις των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων”.
17. Tις διατάξεις τoυ Ν. 3982/2011 «Απλοποίηση της αδειοδότησης τεχνικών επαγγελματικών και μεταποιητικών δραστηριοτήτων και επιχειρηματικών πάρκων και άλλες διατάξεις» (Α΄143), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 228 του Ν. 4072/2012 (Α΄86/2012) και με το άρθρο πρώτο του Ν. 4254/2014 (Α΄ 85/2014).
18. Τις διατάξεις του Π.δ. 455/1995 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στην Οδηγία 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με την εμπορία και τον έλεγχο εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσεως» (Α΄268) όπως τροποποιήθηκε – συμπληρώθηκε από το Π.δ. 2/2006 (ΦΕΚ Α΄1) «Τροποποίηση − συμπλήρωση των διατάξεων του Π.δ. 455/1995 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στην Οδηγία 93/15 ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με την εμπορία και τον έλεγχο των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσεως» (Α΄ 268) σε συμμόρφωση προς την οδηγία 2004/57/ΕΚ της Επιτροπής της 23ης Απριλίου 2004, για την ταυτοποίηση των πυροτεχνημάτων και ορισμένων πυρομαχικών για τους σκοπούς της οδηγίας 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου και προς την απόφαση Ε (2004) 1332/15.4.2004 της Επιτροπής, σχετικά με το έγγραφο ενδοκοινοτικής μεταφοράς εκρηκτικών υλών.
19. Τις διατάξεις του Π.δ. 76/2010 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στην Οδηγία 2008/43/ΕΚ της Επιτροπής της 4ης Απριλίου 2008 για την καθιέρωση, σύμφωνα με την Οδηγία 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου, συστήματος αναγνώρισης και εντοπισμού των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης.» (Α΄140), όπως τροποποιήθηκε από το Π.δ. 56/2012 «Τροποποίηση – συμπλήρωση των διατάξεων του Π.δ. 76/2010 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στην Οδηγία 2008/43/ΕΚ της Επιτροπής της 4ης Απριλίου 2008 για την καθιέρωση, σύμφωνα με την οδηγία 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου, συστήματος αναγνώρισης και εντοπισμού των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης (Α΄140) σε συμμόρφωση προς την οδηγία 2012/4/ΕΕ της Επιτροπής της 22ας Φεβρουαρίου 2012 για την τροποποίηση της οδηγίας 2008/43/ΕΚ για την καθιέρωση, σύμφωνα με την οδηγία 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου, συστήματος αναγνώρισης και εντοπισμού των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης» (Α΄108).
20. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
21. Την υπ’ αριθμ. Δ200/2016 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά από πρόταση του Υπουργού και της Υφυπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.
22. Την υπ’ αριθμ. Δ221/2016 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά από πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών, αποφασίζουμε:
1. Σκοπός του παρόντος προεδρικού διατάγματος είναι η προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς την Οδηγία 2014/28/ΕΕ της 26ης Φεβρουαρίου 2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών –μελών περί της διαθεσιμότητας στην αγορά και του ελέγχου των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης (EE L 96 της 29/03/2014, σ. 1-44).
2. Το παρόν προεδρικό διάταγμα εφαρμόζεται στις εκρηκτικές ύλες εμπορικής χρήσης.
3. Το παρόν προεδρικό διάταγμα δεν εφαρμόζεται στα εξής:
α) στις εκρηκτικές ύλες, συμπεριλαμβανομένων των πυρομαχικών, που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν από τις ένοπλες δυνάμεις ή τα σώματα ασφαλείας ή τις τελωνειακές αρχές στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους.
β) Στα είδη πυροτεχνίας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της υπ' αριθ. οικ 127200/ΔΤΒΝ2234/Τμ.Δ/Φ.14.3 από 9-12-2015 (Οδηγία 2013/29/ΕΕ) κοινής υπουργικής απόφασης (Β΄ 2659), τα οποία απαριθμούνται ενδεικτικά στο παράρτημα Ι του παρόντος διατάγματος και ταυτοποιούνται βάσει των συστάσεων των Ηνωμένων Εθνών για τη μεταφορά επικίνδυνων προϊόντων.
γ) Στα πυρομαχικά, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 11 παρ. 1, 13, 16 και 17.
4. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Εσωτερικών μπορούν να χαρακτηρίζονται ως εκρηκτικές ύλες ορισμένες ουσίες που δεν καλύπτονται από τις διατάξεις του παρόντος προεδρικού διατάγματος.
Για τους σκοπούς του παρόντος, ισχύουν οι εξής ορισμοί:
1) «εκρηκτικά» ή «εκρηκτικές ύλες»: οι ύλες και τα αντικείμενα που θεωρούνται ως εκρηκτικά στις συστάσεις των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων και περιλαμβάνονται στην κλάση 1 των εν λόγω συστάσεων.
2) «πυρομαχικά»: βλήματα με ή χωρίς ωστικό φορτίο και άσφαιρα πυρομαχικά που χρησιμοποιούνται σε φορητά όπλα, άλλα όπλα και πυροβόλα.
3) «υλική ασφάλεια»: η πρόληψη των ατυχημάτων και, στην αντίθετη περίπτωση, ο περιορισμός των αποτελεσμάτων τους.
4) «δημόσια ασφάλεια»: η πρόληψη χρησιμοποίησης για σκοπούς αντίθετους προς τη δημόσια τάξη.
5) «έγκριση μεταφοράς»: η απόφαση για τις σχεδιαζόμενες μεταφορές εκρηκτικών εντός της Ένωσης.
6) «μεταφορά»: οποιαδήποτε υλική μετακίνηση εκρηκτικών υλών εντός της Ένωσης, εκτός των μετακινήσεων που πραγματοποιούνται στην ίδια τοποθεσία.
7) «διαθεσιμότητα στην αγορά»: προσφορά εκρηκτικής ύλης για διανομή ή χρήση στην ενωσιακή αγορά στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν.
8) «διάθεση στην αγορά»: η πρώτη φορά κατά την οποία εκρηκτική ύλη καθίσταται διαθέσιμη στην ενωσιακή αγορά.
9) «κατασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει ένα εκρηκτικό ή αναθέτει σε άλλους τον σχεδιασμό ή την κατασκευή του και διοχετεύει στην αγορά αυτό το εκρηκτικό υπό την επωνυμία του ή το εμπορικό σήμα του ή το χρησιμοποιεί για δικούς του σκοπούς.
10)«εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εγκατεστημένο στην Ένωση, που έχει λάβει γραπτή εντολή από κατασκευαστή να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων.
11) «εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που διαθέτει στην ενωσιακή αγορά εκρηκτικό προερχόμενο από τρίτη χώρα.
12) «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά ένα εκρηκτικό διαθέσιμο στην αγορά.
13) «οικονομικοί φορείς»: ο κατασκευαστής, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, ο εισαγωγέας, ο διανομέας και κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο που δραστηριοποιείται στην αποθήκευση, χρησιμοποίηση, μεταφορά, εισαγωγή, εξαγωγή ή εμπορία εκρηκτικών υλών.
14) «οπλοπώλης»: οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου η επαγγελματική δραστηριότητα συνίσταται εν όλω ή εν μέρει στην κατασκευή, το εμπόριο, την ανταλλαγή, την ενοικίαση, την επισκευή ή τη μετατροπή πυροβόλων όπλων και πυρομαχικών.
15) «τεχνική προδιαγραφή»: έγγραφο με το οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά της εκρηκτικής ύλης.
16) «εναρμονισμένο πρότυπο»: εναρμονισμένο πρότυπο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.
17) «διαπίστευση»: διαπίστευση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.
18) «εθνικός οργανισμός διαπίστευσης»: εθνικός οργανισμός διαπίστευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.
19) «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: η διεργασία αξιολόγησης με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσον πληρούνται οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας της παρούσας οδηγίας που αφορούν ένα εκρηκτικό.
20) «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: φορέας που εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, περιλαμβανομένων της βαθμονόμησης, της δοκιμής, της πιστοποίησης και της επιθεώρησης.
21) «ανάκληση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην επιστροφή εκρηκτικού που έχει ήδη τεθεί στη διάθεση του τελικού χρήστη.
22) «απόσυρση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην αποτροπή της διαθεσιμότητας στην αγορά ενός εκρηκτικού που βρίσκεται στην αλυσίδα εφοδιασμού.
23) «ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης»: κάθε νομοθεσία της Ένωσης η οποία εναρμονίζει τους όρους εμπορίας των προϊόντων.
24) «σήμανση CE»: σήμανση διά της οποίας ο κατασκευαστής δηλώνει ότι το εκρηκτικό συμμορφώνεται προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης που προβλέπει την τοποθέτηση της σήμανσης.
1. Αρμόδια εθνική αρχή για την παρακολούθηση και τον έλεγχο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος διατάγματος, με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3, τον έλεγχο της συμμόρφωσης των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης και την εποπτεία της αγοράς ορίζεται η Δ/νση Τεχνικής Βιομηχανικής Νομοθεσίας της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης. Όπου στο παρόν διάταγμα αναφέρεται ο όρος «αρμόδια αρχή» νοείται η ως άνω υπηρεσία.
2. Αρμόδια υπηρεσία για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 11, 12,13,14,15,16,17 και 20, ορίζεται η Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
3. Αρμόδιες υπηρεσίες για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 19, για θέματα αρμοδιότητάς τους αντίστοιχα, είναι οι υπηρεσίες που προβλέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του ιδίου άρθρου.
4. Οι εκπρόσωποι στην επιτροπή για τις εκρηκτικές ύλες εμπορικής χρήσης που επικουρεί, σύμφωνα με το άρθρο 49 της Οδηγίας 2014/28/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην εξέταση των θεμάτων εφαρμογής των διατάξεων της εν λόγω Οδηγίας, τα οποία τίθενται από τον πρόεδρο της ή από εκπρόσωπο κράτους μέλους σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της, ορίζονται από τα Υπουργεία Οικονομίας και Ανάπτυξης και Εσωτερικών. Για τα καθήκοντα των εκπροσώπων και τα θέματα αρμοδιότητας και λειτουργίας της επιτροπής εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 49 της προαναφερομένης Οδηγίας.
1. Η αρμόδια αρχή εποπτείας αγοράς, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, δεν απαγορεύει, περιορίζει ή παρεμποδίζει τη διαθεσιμότητα στην αγορά εκρηκτικών υλών οι οποίες πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος.
2. Το παρόν διάταγμα δεν αποκλείει τη λήψη μέτρων από τους συναρμόδιους υπουργούς Εσωτερικών και Οικονομίας και Ανάπτυξης που αποσκοπούν στην απαγόρευση ή στον περιορισμό της κατοχής, της χρήσης ή/και της πώλησης εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης, τα οποία δικαιολογούνται για λόγους δημόσιας τάξης, ασφάλειας, υγείας ή προστασίας του περιβάλλοντος.
3. Οι εκρηκτικές ύλες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος διατάγματος, καθίστανται διαθέσιμες στην αγορά κατά τις σχετικές διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας και μόνο εφόσον πληρούν τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος.
1. Όταν διαθέτουν στην αγορά τις εκρηκτικές ύλες τους ή τις χρησιμοποιούν για δικούς τους σκοπούς, οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι αυτές έχουν σχεδιαστεί και κατασκευαστεί σύμφωνα με τις βασικές απαιτήσεις ασφαλείας που καθορίζονται στο παράρτημα II του παρόντος.
2. Οι κατασκευαστές καταρτίζουν τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο παράρτημα III του παρόντος και μεριμνούν για τη διενέργεια της σχετικής διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 22 του παρόντος.
Όταν η συμμόρφωση μιας εκρηκτικής ύλης με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις αποδεικνύεται με την εν λόγω διαδικασία, οι κατασκευαστές καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και θέτουν τη σήμανση CE.
3. Οι κατασκευαστές φυλάσσουν τον τεχνικό φάκελο και τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.
4. Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται οι διαδικασίες ώστε να διατηρείται η συμμόρφωση της εν σειρά παραγωγής προς τις διατάξεις του παρόντος.
Λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι αλλαγές στον σχεδιασμό ή τα χαρακτηριστικά της εκρηκτικής ύλης και οι αλλαγές στα εναρμονισμένα πρότυπα ή τις άλλες τεχνικές προδιαγραφές με βάση τα οποία δηλώνεται η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης.
5. Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι οι εκρηκτικές ύλες που έχουν διαθέσει στην αγορά φέρουν έναν μοναδικό αριθμό αναγνώρισης σύμφωνα με το σύστημα αποκλειστικής αναγνώρισης και ιχνηλασιμότητας που ορίζεται στο άρθρο 18 του παρόντος. Για τις εκρηκτικές ύλες που αποκλείονται από το σύστημα αυτό, οι κατασκευαστές:
α) εξασφαλίζουν ότι οι εκρηκτικές ύλες που έχουν διαθέσει στην αγορά φέρουν αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς ή άλλο στοιχείο που να επιτρέπει την ταυτοποίησή τους ή, όταν δεν το επιτρέπει το μικρό μέγεθος, το σχήμα ή η σχεδίαση της εκρηκτικής ύλης, εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές αναγράφονται στη συσκευασία ή σε έγγραφο που συνοδεύει την εκρηκτική ύλη,
β) αναγράφουν στην εκρηκτική ύλη το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και τη διεύθυνσή τους, ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στη συσκευασία της εκρηκτικής ύλης ή σε έγγραφο που συνοδεύει την εκρηκτική ύλη. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό σημείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή.
Τα στοιχεία επικοινωνίας αναγράφονται στην ελληνική γλώσσα.
6. Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι οι εκρηκτικές ύλες που έχουν διαθέσει στην αγορά συνοδεύονται από οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας στην ελληνική γλώσσα. Οι ανωτέρω οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας, καθώς και κάθε επισήμανση, είναι σαφείς, κατανοητές και εύληπτες.
7. Όταν οι κατασκευαστές θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι η εκρηκτική ύλη που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με το παρόν προεδρικό διάταγμα, λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης, να την αποσύρουν ή να την ανακαλέσουν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν η εκρηκτική ύλη παρουσιάζει κίνδυνο, οι κατασκευαστές ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό την αρμόδια αρχή εποπτείας της αγοράς και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.
8. Οι κατασκευαστές παρέχουν στην αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της αρχής αυτής, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς το παρόν προεδρικό διάταγμα στην ελληνική γλώσσα. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποσοβηθούν οι κίνδυνοι από τις εκρηκτικές ύλες που έχουν διαθέσει στην αγορά.
1. Οι κατασκευαστές μπορούν να διορίζουν, με γραπτή εντολή, εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.
Οι υποχρεώσεις βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 1 και η υποχρέωση κατάρτισης της τεχνικής τεκμηρίωσης που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 δεν αποτελούν μέρος της εντολής του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου.
2. Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ασκεί τα καθήκοντα που προσδιορίζονται στην εντολή την οποία λαμβάνει από τον κατασκευαστή. Η εντολή επιτρέπει στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο τουλάχιστον τα εξής:
α) να τηρεί τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση της αρμόδιας αρχής επί 10 έτη αφότου διατεθεί η εκρηκτική ύλη στην αγορά,
β) κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της αρμόδιας αρχής, να της παρέχει όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης,
γ) να συνεργάζεται με την αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτήματός της, για τυχόν ενέργειες που πρέπει να γίνουν προς αποσόβηση των κινδύνων που ενέχουν οι εκρηκτικές ύλες που καλύπτει η εντολή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου.
1. Οι εισαγωγείς διαθέτουν στην αγορά μόνο συμμορφούμενες εκρηκτικές ύλες.
2. Προτού διαθέσουν εκρηκτική ύλη στην αγορά, οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει διεκπεραιώσει την κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 22 του παρόντος. Διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει καταρτίσει τον τεχνικό φάκελο, ότι η εκρηκτική ύλη φέρει τη σήμανση CE και συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα, και ότι ο κατασκευαστής έχει τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφος 5 του παρόντος.
Εφόσον εισαγωγέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι μια εκρηκτική ύλη δεν συμμορφώνεται με τις βασικές απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος II του παρόντος διατάγματος, δεν διαθέτει την εκρηκτική ύλη στην αγορά έως ότου εξασφαλιστεί η συμμόρφωσή της.
Επίσης, ο εισαγωγέας ενημερώνει σχετικά τον κατασκευαστή καθώς και την αρμόδια αρχή εποπτείας της αγοράς, όταν η εκρηκτική ύλη παρουσιάζει κίνδυνο.
3. Οι εισαγωγείς σημειώνουν στην εκρηκτική ύλη το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους, και τη διεύθυνση αλληλογραφίας τους, ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στη συσκευασία της εκρηκτικής ύλης ή σε έγγραφο που τη συνοδεύει. Τα στοιχεία επικοινωνίας αναγράφονται στην ελληνική γλώσσα.
4. Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι η εκρηκτική ύλη συνοδεύεται από οδηγίες και άλλες πληροφορίες ασφάλειας στην ελληνική γλώσσα.
5. Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω η εκρηκτική ύλη βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς της δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή της με τις βασικές απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος II του παρόντος διατάγματος.
6. Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι η εκρηκτική ύλη που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με το παρόν προεδρικό διάταγμα λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης, την αποσύρουν ή την ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν η εκρηκτική ύλη παρουσιάζει κίνδυνο, οι εισαγωγείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό την αρμόδια αρχή και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.
7. Οι εισαγωγείς τηρούν, επί 10 έτη μετά τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ στη διάθεση της αρμόδιας αρχής και εξασφαλίζουν ότι ο τεχνικός φάκελος μπορεί να τεθεί στη διάθεση της εν λόγω αρχής κατόπιν αιτήματός της.
8. Οι εισαγωγείς παρέχουν στην αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός της, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης, στην ελληνική γλώσσα. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποσοβηθούν οι κίνδυνοι από τις εκρηκτικές ύλες που έχουν διαθέσει στην αγορά.
1. Όταν οι διανομείς καθιστούν διαθέσιμη μια εκρηκτική ύλη στην αγορά, ενεργούν με τη δέουσα προσοχή σε σχέση με τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος.
2. Οι διανομείς, προτού καταστήσουν διαθέσιμη την εκρηκτική ύλη στην αγορά επαληθεύουν ότι η εκρηκτική ύλη φέρει τη σήμανση CE, ότι συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα και από οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας στην ελληνική γλώσσα και ότι ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφος 5 και του άρθρου 7 παράγραφος 3 αντίστοιχα.
Εφόσον διανομέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι μια εκρηκτική ύλη δεν συμμορφώνεται με τις βασικές απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος II του παρόντος, δεν καθιστά διαθέσιμη την εκρηκτική ύλη στην αγορά έως ότου εξασφαλιστεί η συμμόρφωσή της.
Ο διανομέας ενημερώνει επίσης τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα καθώς και την αρμόδια αρχή εποπτείας της αγοράς, όταν η εκρηκτική ύλη παρουσιάζει κίνδυνο.
3. Οι διανομείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω η εκρηκτική ύλη βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς της δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή της με τις βασικές απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος II του παρόντος.
4. Οι διανομείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι η εκρηκτική ύλη που έχουν καταστήσει διαθέσιμη στην αγορά δεν συμμορφώνεται με το παρόν προεδρικό διάταγμα φροντίζουν αμέσως να ληφθούν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης, την αποσύρουν ή την ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν η εκρηκτική ύλη παρουσιάζει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό την αρμόδια αρχή και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.
5. Οι διανομείς παρέχουν στην αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της αρχής αυτής, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή, κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τις εκρηκτικές ύλες που έχουν καταστήσει διαθέσιμες στην αγορά.
Ένας εισαγωγέας ή διανομέας θεωρείται κατασκευαστής για τους σκοπούς του παρόντος και υπόκειται στις υποχρεώσεις του κατασκευαστή σύμφωνα με το άρθρο 5, όταν διαθέτει εκρηκτική ύλη στην αγορά με το όνομα ή το εμπορικό σήμα του ή τροποποιεί εκρηκτική ύλη που έχει ήδη διατεθεί στην αγορά κατά τρόπο που μπορεί να επηρεάσει τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος.
Για τις εκρηκτικές ύλες που δεν καλύπτονται από το σύστημα του άρθρου 18 του παρόντος, οι οικονομικοί φορείς προσδιορίζουν, εάν ζητηθεί, στην αρμόδια αρχή εποπτείας της αγοράς τα ακόλουθα:
α) κάθε οικονομικό φορέα ο οποίος τους έχει προμηθεύσει εκρηκτική ύλη,
β) κάθε οικονομικό φορέα στον οποίο έχουν προμηθεύσει εκρηκτική ύλη,
Οι οικονομικοί φορείς οφείλουν να είναι σε θέση να υποβάλουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο για 10 έτη από τη στιγμή που έχουν προμηθευτεί την εκρηκτική ύλη και για 10 έτη από τη στιγμή που έχουν προμηθεύσει οι ίδιοι την εκρηκτική ύλη.
1. Οι μεταφορές εκρηκτικών και πυρομαχικών στις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης πραγματοποιούνται μόνο με τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και στην περίπτωση μεταφοράς πυρομαχικών κατόπιν πωλήσεως με αλληλογραφία.
2. Οι έλεγχοι που πραγματοποιούνται σε περιπτώσεις μεταφοράς των συγκεκριμένων εκρηκτικών και πυρομαχικών, δεν έχουν τον χαρακτήρα ελέγχου στα εσωτερικά σύνορα αλλά διενεργούνται αποκλειστικά και μόνο στα πλαίσια των συνήθων ελέγχων, που εφαρμόζονται, χωρίς διακρίσεις, στο σύνολο του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
3. Υπεύθυνες για τους ελέγχους στο εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αποτροπή παράνομης διακίνησης εκρηκτικών και πυρομαχικών είναι οι Τελωνειακές Αρχές της χώρας μας, σε συνεργασία με τις κατά τόπον αρμόδιες Αστυνομικές ή Λιμενικές Αρχές.
4. Οι εμπλεκόμενες στην εφαρμογή του παρόντος διατάγματος υπηρεσίες δεν δύναται να απαγορεύουν, να περιορίζουν ή να παρεμποδίζουν την εμπορία των εκρηκτικών και πυρομαχικών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής και ικανοποιούν τις απαιτήσεις αυτού.
1. Για τη μεταφορά εκρηκτικών, ο παραλήπτης υποχρεούται να ζητεί άδεια μεταφοράς από τη Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας υποβάλλοντας σχετικά αίτηση στην κατά τόπο αρμόδια Αστυνομική Αρχή του τόπου προορισμού.
2. Για τη χορήγηση της ανωτέρω αδείας ο παραλήπτης πρέπει να είναι νόμιμα εξουσιοδοτημένος για την απόκτηση των εκρηκτικών. Ο παραλήπτης θεωρείται νόμιμα εξουσιοδοτημένος εφόσον κατέχει άδεια εμπορίας ή χρήσης εκρηκτικών, έγκριση κυκλοφορίας των εκρηκτικών που πρόκειται να μεταφέρει και άδεια λειτουργίας εργοστασίου ή αποθηκών, στις περιπτώσεις που η τελευταία απαιτείται από τις κείμενες διατάξεις. Επιπλέον, ο αιτών την άδεια υποχρεούται να παρέχει στη Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας τις ακόλουθες πληροφορίες:
α. Τα ακόλουθα στοιχεία ταυτότητας του αποστολέα και του παραλήπτη :
(1) Αν πρόκειται για φυσικό πρόσωπο: Ονοματεπώνυμο, ημερομηνία και τόπο γέννησης, διεύθυνση κατοικίας, επαγγελματική του ιδιότητα και αριθμό διαβατηρίου ή ταυτότητάς του, καθώς και τον αριθμό τηλεφώνου, τηλεομοιότυπου (FAX) και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e- mail), εφόσον υπάρχει.
(2) Αν πρόκειται για νομικό πρόσωπο: Όνομα ή εμπορική επωνυμία και έδρα, καθώς και επίθετο, όνομα, ημερομηνία και τόπο γέννησης, διεύθυνση κατοικίας, αριθμό διαβατηρίου ή ταυτότητας του νομίμου εκπροσώπου του νομικού προσώπου, καθώς και τον αριθμό τηλεφώνου, αριθμό τηλεφώνου, τηλεομοιοτυπίας (FAX) και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e- mail),εφόσον υπάρχει.
(3) Αριθμό αδείας εμπορίας, τόσο του αποστολέα, όσο και του παραλήπτη ή άλλο παραστατικό στοιχείο, από το οποίο προκύπτει ότι τα ανωτέρω πρόσωπα διαθέτουν τις απαιτούμενες άδειες ή εγκρίσεις.
(4) Αν η κατοικία ή έδρα του παραλήπτη βρίσκεται στην Ελλάδα: Αριθμό αδείας λειτουργίας αποθηκών του παραλήπτη ή ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης αποθηκών τρίτων, που λειτουργούν νόμιμα, στο οποίο αναφέρεται ότι ο ιδιοκτήτης των αποθηκών τις παραχωρεί για
10
εναποθήκευση ορισμένων ποσοτήτων εκρηκτικών υλών κατά είδος και για συγκεκριμένο χρόνο.
β. Τον αριθμό και την ποσότητα των μεταφερομένων εκρηκτικών.
γ. Λεπτομερή περιγραφή των συγκεκριμένων εκρηκτικών, καθώς και τα μέσα αναγνώρισής τους, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού αναγνώρισης, όπως αυτός καθορίζεται στις "Συστάσεις των Ηνωμένων Εθνών".
δ. Τις πληροφορίες, σχετικά με την τήρηση των όρων της εμπορίας, όταν υπάρχει εμπορία.
ε. Το μεταφορικό μέσο και τη διαδρομή.
στ. Τις προβλεπόμενες ημερομηνίες αναχώρησης και άφιξης.
ζ. Τα ακριβή σημεία διέλευσης κατά την είσοδο και έξοδο από τα κράτη μέλη.
η. Την ακριβή διεύθυνση του αποθηκευτικού χώρου στον τόπο προορισμού.
3. Η Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας εξετάζει εάν συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτούντος οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις προηγούμενες παραγράφους του παρόντος άρθρου, καθώς και εάν πληρούνται οι απαιτήσεις υλικής και δημοσίας ασφαλείας για την πραγματοποίηση της μεταφοράς και σε θετική περίπτωση χορηγεί την άδεια. Εάν έχει αμφιβολίες όσον αφορά την εξακρίβωση της άδειας της παρ. 1 η εν λόγω υπηρεσία διαβιβάζει τις διαθέσιμες σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή προς ενημέρωση των άλλων κρατών μελών.
4. Ειδικά, όταν οι μεταφορές γίνονται μεταξύ προσώπων που είναι νόμιμα εξουσιοδοτημένοι, σύμφωνα με την παρ. 2, για την απόκτηση εκρηκτικών και η αρμόδια για την χορήγηση της αδείας Διεύθυνση του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας κρίνει ότι για τις εν λόγω μεταφορές δεν επιβάλλονται ιδιαίτερες απαιτήσεις δημόσιας ασφάλειας, μπορεί να χορηγεί, αντί της αδείας της παρ. 1, ειδική άδεια μεταφοράς εκρηκτικών εμπορικής χρήσεως ισχύος μέχρι δύο ετών, η οποία μπορεί να ανακληθεί ή να ακυρωθεί οποτεδήποτε με αιτιολογημένη απόφαση. Αντίγραφο της ανωτέρω αδείας συνοδεύει τα εκρηκτικά μέχρι τον προορισμό τους και επιδεικνύεται στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, εφόσον ζητηθεί.
Πριν από κάθε μεταφορά, ο κάτοχος της αδείας αυτής γνωστοποιεί στην ανωτέρω υπηρεσία τα στοιχεία ταυτότητας του αποστολέα, όπως αυτά καθορίζονται στην παρ. 3 καθώς και τα στοιχεία των εδαφίων β, γ και δ της ίδιας παραγράφου.
5. Οι παραλήπτες ή οι συναλλασσόμενοι στον τομέα των εκρηκτικών υποχρεούνται να παρέχουν στις Αρχές του κράτους μέλους αναχώρησης, καθώς και του κράτους μέλους διαμετακόμισης, εφόσον το ζητήσουν, κάθε χρήσιμο στοιχείο που κατέχουν, σχετικά με τις μεταφορές εκρηκτικών.
6. Οι ενεργούντες μεταφορές εκρηκτικών, χωρίς την άδεια που προβλέπεται από το παρόν άρθρο, τιμωρούνται με τις ποινές του άρθρου 2 παρ. 11 εδάφ. α του ν. 2168/1993.
1. Για τη μεταφορά πυρομαχικών από την Ελλάδα σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των παρ. 2 έως 4 του άρθρου 26 ν. 2168/1993, με εξαίρεση τη διάρκεια ισχύος της ειδικής άδειας μεταφοράς πυρομαχικών η οποία είναι τριετής. Ο κατάλογος των πυρομαχικών που προβλέπεται από την παρ. 4 του ως άνω άρθρου κοινοποιείται στους οπλοπώλες, στους οποίους έχει χορηγηθεί έγκριση μεταφοράς πυρομαχικών σύμφωνα με την παρ. 3 του ιδίου άρθρου.
2. Δεν απαιτείται άδεια για τη μεταφορά περιορισμένου αριθμού φυσιγγίων από κυνηγούς ή σκοπευτές, για την άσκηση της δραστηριότητάς τους. Ειδικότερα, ο ανώτερος αριθμός φυσιγγίων που επιτρέπεται να μεταφέρουν οι σκοπευτές χωρίς άδεια ορίζεται σε διακόσια (200) φυσίγγια για κάθε όπλο και για αριθμό όπλων που δεν υπερβαίνει τα τρία.
3. Οι ενεργούντες μεταφορές πυρομαχικών χωρίς άδεια τιμωρούνται με τις ποινές του άρθρου 26 παρ. 6 του ν. 2168/1993.
Για τη διαμετακόμιση των εκρηκτικών και πυρομαχικών, που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 2168/1993 και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδιδομένων υπουργικών αποφάσεων.
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 12 του παρόντος, οι άδειες μεταφοράς ή διαμετακόμισης του παρόντος προεδρικού διατάγματος ισχύουν μόνο για τα είδη, τις ποσότητες, το χρόνο και τον τόπο που αναφέρονται σ' αυτές και χρησιμοποιούνται μια μόνο φορά. Αν κατά τη διάρκεια της ισχύος των ανωτέρω αδειών δεν γίνει χρήση τους, οι κάτοχοι αυτών υποχρεούνται εντός είκοσι (20) ημερών από τη λήξη τους να υποβάλουν στη Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας το πρωτότυπο αυτών και σχετική υπεύθυνη δήλωση όπου δηλώνεται η μη χρήση τους.
2. Αντίγραφο των αδειών που προβλέπονται από το παρόν προεδρικό διάταγμα κοινοποιείται στην Γενική Διεύθυνση Τελωνείων του Υπουργείου Οικονομικών για την άσκηση της αρμοδιότητας τους, καθώς και στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, εφόσον η μεταφορά πρόκειται να γίνει με πλοίο ή αεροπλάνο, αντίστοιχα, για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων ασφαλείας. Προς τον αυτό σκοπό οι αρμόδιες τελωνειακές και λιμενικές αρχές, καθώς και η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας υποχρεούνται να παρέχουν αμέσως η μία στην άλλη, καθώς και στις αρμόδιες αστυνομικές αρχές, κάθε στοιχείο που κατέχουν σχετικά με τις μεταφορές εκρηκτικών ή πυρομαχικών.
3. Οι κάτοχοι αδειών μεταφοράς εκρηκτικών ή πυρομαχικών στη χώρα μας υποχρεούνται, πριν διαθέσουν τα είδη αυτά στους τελικούς παραλήπτες τους, να τα μεταφέρουν πρώτα στους αποθηκευτικούς χώρους της επιχείρησής τους που λειτουργούν σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Εφόσον δεν υπάρχουν τέτοιοι αποθηκευτικοί χώροι ή οι υπάρχοντες δεν επαρκούν, άδεια μεταφοράς δεν χορηγείται.
4. Οι υπεύθυνοι για την πραγματοποίηση των μεταφορών υποχρεούνται να λαμβάνουν τα μέτρα ασφαλείας, που προβλέπονται από τους διεθνείς κανονισμούς για τη μεταφορά επικινδύνων ειδών και τις διατάξεις της Ελληνικής νομοθεσίας, καθώς και αυτών που αναφέρονται στις σχετικές άδειες ή υποδεικνύονται εγγράφως από τις αρμόδιες αστυνομικές, λιμενικές ή τελωνειακές αρχές.
5. Οι επιχειρήσεις του τομέα των εκρηκτικών που λειτουργούν στη χώρα μας υποχρεούνται να τηρούν βιβλία των εργασιών τους, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 6 παρ. 6 του Ν. 2168/1993. Επιπλέον οι επιχειρήσεις αυτές δημιουργούν στα τηρούμενα και προβλεπόμενα βιβλία, από τις υπ’ αριθ.: α) 3009/2/26α από 18.6.1994 (Β΄ 513) και β) 3009/2/27γ από 21.9.1994 (Β΄ 795) αποφάσεις Υπουργού Δημόσιας Τάξης αντίστοιχα, σχετικές στήλες για να καταχωρούν τα στοιχεία του αναγνώσιμου μέρους της αποκλειστικής αναγνώρισης των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης, όπως ορίζονται στην παρ. 1 του Παραρτήματος του άρθρου 17 παρ. 1 Π.δ. 76/2010. Από τα βιβλία αυτά πρέπει να προκύπτει αμέσως και με σαφήνεια η ταυτότητα του κατόχου των εκρηκτικών. Οι ανωτέρω επιχειρήσεις υποχρεούνται να διατηρούν τα εν λόγω βιβλία τουλάχιστον επί δέκα έτη από το τέλος του ημερολογιακού έτους, μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκε η καταχωρηθείσα εργασία, ακόμη και αν η οικεία επιχείρηση έπαυσε τις δραστηριότητές της. Τα ανωτέρω βιβλία είναι αμέσως διαθέσιμα σε κάθε έλεγχο των αρμοδίων αρχών.
6. Οι παραβάτες των διατάξεων των παρ. 1, 4 και 5, καθώς και των αποφάσεων, που εκδίδονται βάσει της παρ. 1 του επόμενου άρθρου, τιμωρούνται με φυλάκιση και χρηματική ποινή.
1. Σε περίπτωση σοβαρής απειλής ή διατάραξης της δημόσιας ασφάλειας, λόγω της παράνομης κατοχής ή παράνομης χρήσης εκρηκτικών ή πυρομαχικών που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, ο Υπουργός Εσωτερικών, με απόφασή του, δύναται να λάβει κάθε αναγκαίο μέτρο, σχετικά με τη μεταφορά εκρηκτικών ή πυρομαχικών για τη πρόληψη αυτής της παράνομης κατοχής ή χρήσης, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 12 έως και 15 του παρόντος διατάγματος.
Για την απόφαση αυτή, ενημερώνονται οι συναρμόδιες Υπηρεσίες των Υπουργείων Εθνικής Άμυνας, Οικονομικών, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Οικονομίας και Ανάπτυξης και Υποδομών και Μεταφορών. Για τη λήψη των ανωτέρω μέτρων τηρείται η αρχή της αναλογικότητας και δεν μπορούν αυτά να αποτελούν μέσο αυθαίρετης εισαγωγής διακρίσεων ή καλυμμένο περιορισμό στο εμπόριο μεταξύ των κρατών - μελών.
2. Τα θεσπιζόμενα ως άνω μέτρα κοινοποιούνται χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την ενημέρωση των λοιπών κρατών μελών.
1. Η Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας είναι αρμόδια για τη συλλογή και ανταλλαγή πληροφοριών για την εφαρμογή των προβλεπομένων στα άρθρα 11 έως 14 διατυπώσεων.
2. Η ανωτέρω υπηρεσία, θέτει στη διάθεση των άλλων κρατών μελών και της Επιτροπής τις επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τους οικονομικούς φορείς, που διαθέτουν τις άδειες ή εγκρίσεις του άρθρου 19 του παρόντος διατάγματος.
3. Για τις πληροφορίες σχετικά με τις μεταφορές πυρομαχικών εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 1 και 2 του Ν. 2168/1993.
4. Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος διατάγματος εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 515/97 και ιδίως οι απαιτήσεις περί εμπιστευτικότητας.
1. Οι οικονομικοί φορείς εφαρμόζουν ομοιόμορφο σύστημα αποκλειστικής αναγνώρισης και ιχνηλασιμότητας των εκρηκτικών υλών, το οποίο λαμβάνει υπόψη το μέγεθος, το σχήμα ή τη σχεδίασή τους, εκτός εάν δεν είναι αναγκαία η τοποθέτηση αποκλειστικής αναγνώρισης στην εκρηκτική ύλη λόγω του χαμηλού κινδύνου που παρουσιάζει, με βάση τα χαρακτηριστικά της και παράγοντες όπως η μικρής ισχύος έκρηξη την οποία προκαλεί, οι χρήσεις της και ο μικρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια λόγω περιορισμένων επιπτώσεων μιας ενδεχόμενης κατάχρησης.
Το σύστημα δεν εφαρμόζεται σε εκρηκτικές ύλες που μεταφέρονται και παραδίδονται ασυσκεύαστες ή σε αντλιοφόρα φορτηγά για άμεση εκφόρτωση στα σημεία ανατίναξης ή σε εκρηκτικές ύλες που κατασκευάζονται στους τόπους ανατίναξης και χρησιμοποιούνται αμέσως μετά την παραγωγή τους (παραγωγή «επιτόπου»).
2. Το σύστημα αυτό προβλέπει τη συλλογή και αποθήκευση δεδομένων, μεταξύ άλλων, με ηλεκτρονικά μέσα όποτε ενδείκνυται, τα οποία επιτρέπουν την αποκλειστική αναγνώριση και ιχνηλασιμότητα της εκρηκτικής ύλης, καθώς και την επισήμανση αποκλειστικής αναγνώρισης στην εκρηκτική ύλη και/ή στη συσκευασία της, το οποίο καθιστά δυνατή την πρόσβαση στα δεδομένα αυτά. Τα εν λόγω δεδομένα σχετίζονται με την αποκλειστική αναγνώριση της εκρηκτικής ύλης, συμπεριλαμβανομένου του εντοπισμού της ενόσω βρίσκεται στην κατοχή των οικονομικών φορέων και της ταυτότητας αυτών των οικονομικών φορέων.
3. Τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δοκιμάζονται σε τακτά χρονικά διαστήματα και προστατεύονται από τυχαία ή δόλια βλάβη ή καταστροφή.
Τα δεδομένα αυτά αποθηκεύονται επί 10 έτη από την πραγματοποίηση της συναλλαγής ή, εάν η εκρηκτική ύλη έχει χρησιμοποιηθεί ή απορριφθεί, επί 10 έτη από τη χρησιμοποίηση ή απόρριψή της, ακόμη και εάν ο οικονομικός φορέας έπαυσε τις δραστηριότητές του. Τα δεδομένα αυτά καθίστανται αμέσως διαθέσιμα, εφόσον το ζητήσουν οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 15 του Π.δ. 76/2010 (Α΄140).
4. Μέχρι την έκδοση εκτελεστικών πράξεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τις οποίες:
α) καθορίζονται οι πρακτικές διευθετήσεις για τη λειτουργία του συστήματος αποκλειστικής αναγνώρισης και ιχνηλασιμότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, λαμβανομένων υπόψη του μεγέθους, του σχήματος ή της σχεδίασης της εκρηκτικής ύλης, και ιδίως της μορφής και διάρθρωσης της αποκλειστικής αναγνώρισης που προβλέπεται στην παράγραφο 2
β) προσδιορίζονται οι προβλεπόμενες στην παράγραφο 1 περιπτώσεις στις οποίες, λόγω του χαμηλού κινδύνου που παρουσιάζει η εκρηκτική ύλη, δεν είναι αναγκαίο να εφαρμόζουν οι οικονομικοί φορείς το σύστημα αποκλειστικής αναγνώρισης και ιχνηλασιμότητας κατά την έννοια της εν λόγω παραγράφου, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του Π.δ. 76/2010 όπως τροποποιήθηκε με το Π.δ. 56/2012.
Για την παραγωγή, αποθήκευση, χρήση, εισαγωγή, εξαγωγή, μεταφορά και εμπορία των εκρηκτικών υλών οι οικονομικοί φορείς οφείλουν να εφοδιαστούν με τις απαιτούμενες εγκρίσεις και άδειες που προβλέπονται από τις διατάξεις της κ.υ.α 3329/15-2-1989 (Β΄132), του Ν. 2168/1993 και του ν. 3982/2011 όπως εκάστοτε ισχύουν.
Οι αρμόδιες υπηρεσίες που χορηγούν τις άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας του ν. 3982/2011 ελέγχουν ιδίως την ικανότητα των υπεύθυνων οικονομικών φορέων να εξασφαλίσουν την τήρηση των τεχνικών υποχρεώσεων που αναλαμβάνουν, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.
Σε περίπτωση όπου υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ότι εκρηκτικές ύλες θα γίνονται αντικείμενο παράνομης αγοράς, χρήσης ή εμπορίου κατάσχονται σύμφωνα με τις περί κατασχέσεως διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 2168/1993 όπως ισχύει.
Οι εκρηκτικές ύλες που συμμορφώνονται με τα εναρμονισμένα πρότυπα ή με μέρη αυτών, τα στοιχεία αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται με τις βασικές απαιτήσεις ασφάλειας
που καθορίζονται στο παράρτημα II, τις οποίες αφορούν τα εν λόγω πρότυπα ή μέρη τους.
Για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των εκρηκτικών υλών, ο κατασκευαστής ακολουθεί μία από τις εξής διαδικασίες που αναφέρονται στο παράρτημα III:
α) την εξέταση τύπου ΕΕ (ενότητα Β) και, κατ’ επιλογή του κατασκευαστή μία από τις ακόλουθες διαδικασίες:
i) συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής και έλεγχοι προϊόντων υπό εποπτεία κατά τυχαία διαστήματα (ενότητα Γ2)
ii) συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής (ενότητα Δ)
iii) συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας του προϊόντος (ενότητα Ε)
iv) συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση την επαλήθευση του προϊόντος (ενότητα ΣΤ)
β) συμμόρφωση με βάση την επαλήθευση μονάδας (ενότητα Ζ).
1. Με τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δηλώνεται ότι πληρούνται αποδεδειγμένα οι βασικές απαιτήσεις ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα II του παρόντος διατάγματος.
2. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ έχει τη δομή που ορίζεται στο παράρτημα IV του παρόντος διατάγματος, περιέχει τα στοιχεία που προσδιορίζονται στις σχετικές ενότητες του παραρτήματος III και προσαρμόζεται συνεχώς στα τελευταία δεδομένα. Η δήλωση συμμόρφωσης συντάσσεται στην ελληνική γλώσσα ή μεταφράζεται στην ελληνική γλώσσα από επίσημη αρχή κατά τις κείμενες διατάξεις.
3. Όταν μια εκρηκτική ύλη διέπεται από περισσότερες πράξεις της Ένωσης βάσει των οποίων απαιτείται δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, καταρτίζεται μια δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για όλες τις εν λόγω πράξεις της Ένωσης. Η δήλωση αυτή περιέχει την ταυτότητα των οικείων πράξεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων δημοσίευσής τους.
4. Με την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ, ο κατασκευαστής αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παρόν προεδρικό διάταγμα.
1. Οι εκρηκτικές ύλες εμπορικής χρήσης που διατίθενται στην αγορά φέρουν τη σήμανση CE.
2. Η σήμανση CE υπόκειται στις γενικές αρχές του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.
1. Η σήμανση CE τίθεται κατά τρόπο εμφανή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο, στην εκρηκτική ύλη. Όταν αυτό δεν είναι δυνατό ή όταν η φύση της εκρηκτικής ύλης δεν το επιτρέπει, η σήμανση CE τίθεται στη συσκευασία και στα συνοδευτικά έγγραφα.
2. Η σήμανση CE τοποθετείται προτού η εκρηκτική ύλη διατεθεί στην αγορά.
3. Τη σήμανση CE ακολουθεί ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής.
Ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού τίθεται είτε από τον ίδιο τον οργανισμό είτε, σύμφωνα με τις οδηγίες του, από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.
4. Η σήμανση CE και, ενδεχομένως, ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού επιτρέπεται να συνοδεύονται από άλλο σήμα που υποδεικνύει ειδικό κίνδυνο ή χρήση.
5. Στην περίπτωση των εκρηκτικών υλών που κατασκευάζονται για ιδία χρήση, των εκρηκτικών υλών που μεταφέρονται και παραδίδονται χωρίς συσκευασία ή σε κινητές μονάδες παραγωγής εκρηκτικών υλών («Μobile Explosives Manufacturing Units- MEMUs») για την άμεση εκφόρτωσή τους στον τόπο χρήσης τους, καθώς και των εκρηκτικών υλών που κατασκευάζονται στους τόπους ανατίναξης και χρησιμοποιούνται αμέσως μετά την παραγωγή τους (παραγωγή «επιτόπου»), η σήμανση CE τίθεται στα συνοδευτικά έγγραφα.
6. Η αρμόδια αρχή εποπτείας της αγοράς λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου 6 για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE και του άρθρου 46 σε περίπτωση αθέμιτης χρήσης της εν λόγω σήμανσης.
1. Κοινοποιημένος οργανισμός είναι κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης της ημεδαπής, που ικανοποιεί τις απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου και λαμβάνει έγκριση από την αρμόδια αρχή της παρ. 2 για την εκτέλεση καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ως τρίτος στο πλαίσιο του παρόντος διατάγματος.
2. Η Διεύθυνση Πολιτικής Ποιότητας της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας (Γ.Γ.Β.) ορίζεται ως η αρμόδια εθνική αρχή κοινοποίησης (κοινοποιούσα αρχή) προς την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη σε σχέση με τους οργανισμούς της παρ. 1.
3. Η κοινοποιούσα αρχή είναι υπεύθυνη για καθορισμό των αναγκαίων διαδικασιών κοινοποίησης, την έγκριση και κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με τις διατάξεις του άρθρου 30 του παρόντος προεδρικού διατάγματος.
4. Ο καθορισμός των αναγκαίων διαδικασιών αξιολόγησης, η προηγούμενη αξιολόγηση για την αναγνώριση της τεχνικής ικανότητας των οργανισμών που κοινοποιούνται (μέσω της έκδοσης πιστοποιητικού διαπίστευσης), καθώς και η επιτήρησή τους, πραγματοποιείται από την Αυτοτελή Λειτουργική Μονάδα (ΑΛΜ) Διαπίστευσης ΕΣΥΔ του Εθνικού Συστήματος Υποδομών Ποιότητας (ΕΣΥΠ) ΝΠΙΔ του άρθρου 6 του Ν. 4109/2013, ως ισχύει, κατά την έννοια του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 765/2008 και σύμφωνα με αυτόν.
1. H σύσταση της κοινοποιούσας αρχής δεν συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων με τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
2. Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται και λειτουργεί κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζονται η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία των δραστηριοτήτων της.
3. Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται κατά τρόπο ώστε κάθε απόφαση που αφορά στην κοινοποίηση οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να λαμβάνεται από τα αρμόδια πρόσωπα, τα οποία πρέπει να είναι άλλα από τα πρόσωπα που διεξήγαγαν την αξιολόγηση.
4. Η κοινοποιούσα αρχή δεν προσφέρει ούτε παρέχει δραστηριότητες που εκτελούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ούτε συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εμπορική ή ανταγωνιστική βάση.
5. Η κοινοποιούσα αρχή εξασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει.
6. Η κοινοποιούσα αρχή διαθέτει επαρκές προσωπικό για τη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων της.
Η κοινοποιούσα αρχή ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τις εθνικές διαδικασίες για την αξιολόγηση και την κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών, καθώς και σχετικά με τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες αυτές.
Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τις πληροφορίες αυτές.
1. Για τους σκοπούς της κοινοποίησης, κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης της ημεδαπής πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 11. Η προηγούμενη υποχρεωτική λήψη πιστοποιητικού διαπίστευσης από κάθε οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης που επιθυμεί να κοινοποιηθεί, αποδεικνύει ότι αυτός πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή σε μέρη των προτύπων αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οπότε τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου, στον βαθμό που τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα πληρούν τις απαιτήσεις αυτές.
2. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει νομική προσωπικότητα κατά τα οριζόμενα στην υπ’ αριθμ. Φ.01.2/56790/ΔΠΠ1828/2016 (Β΄1897) υπουργική απόφαση, όπως αυτή εκάστοτε ισχύει.
3. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι τρίτος φορέας ανεξάρτητος από τον οργανισμό ή το είδος εκρηκτικής ύλης που αξιολογεί.
4. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν συμπίπτουν με τον σχεδιαστή, τον κατασκευαστή, τον προμηθευτή, τον υπεύθυνο εγκατάστασης, τον αγοραστή, τον ιδιοκτήτη, τον χρήστη ή τον συντηρητή των εκρηκτικών υλών ούτε με τον αντιπρόσωπο οποιουδήποτε από αυτά τα μέρη. Αυτό δεν αποκλείει τη χρήση εκρηκτικών υλών που είναι αναγκαίες για τις λειτουργίες του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή τη χρήση εκρηκτικών υλών για προσωπικούς σκοπούς.
Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται άμεσα στον σχεδιασμό, την παραγωγή ή την κατασκευή, την εμπορία, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση εκρηκτικών υλών ούτε εκπροσωπούν μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές. Δεν αναλαμβάνουν καμιά δραστηριότητα που μπορεί να θίξει την ανεξάρτητη κρίση ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες είναι κοινοποιημένοι. Τούτο ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.
Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης εξασφαλίζει ότι οι δραστηριότητες των θυγατρικών ή των υπεργολάβων του δεν επηρεάζουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
5. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προσωπικό του εκτελούν τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ακεραιότητα και την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια στο συγκεκριμένο τομέα και οφείλουν να είναι απαλλαγμένοι από κάθε πίεση και δέλεαρ, κυρίως οικονομική, που είναι δυνατόν να επηρεάσει την κρίση τους ή τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους αυτών, ιδιαίτερα από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα των ελέγχων.
6. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι σε θέση να εκτελεί όλα τα καθήκοντα τα σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης που του έχουν ανατεθεί βάσει των διατάξεων του παραρτήματος III του παρόντος και για τα οποία έχει κοινοποιηθεί, είτε πρόκειται για καθήκοντα που εκτελούνται από τον ίδιο τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του.
Ανά πάσα στιγμή και για κάθε διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για κάθε είδος ή κατηγορία εκρηκτικών υλών για τα οποία είναι κοινοποιημένος, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης έχει στη διάθεσή του:
α) το αναγκαίο προσωπικό με τις τεχνικές γνώσεις και την επαρκή και κατάλληλη πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης
β) τις αναγκαίες περιγραφές των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση συμμόρφωσης και εξασφαλίζονται η διαφάνεια και η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτών των διαδικασιών. Διαθέτει την κατάλληλη πολιτική και τις διαδικασίες που εξασφαλίζουν τη διάκριση μεταξύ των καθηκόντων τα οποία εκτελεί ως κοινοποιημένος οργανισμός και οιασδήποτε άλλης δραστηριότητας
γ) τις αναγκαίες διαδικασίες για να ασκεί τις δραστηριότητές του λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, τον βαθμό πολυπλοκότητας της τεχνολογίας του προϊόντος και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της παραγωγικής διαδικασίας.
Ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των τεχνικών και διοικητικών καθηκόντων που συνδέονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και έχει πρόσβαση σε όλο τον αναγκαίο εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις.
7. Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει:
α) πλήρη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, η οποία καλύπτει όλα τα καθήκοντα αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τα οποία έχει κοινοποιηθεί ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης,
β) επαρκή γνώση των απαιτήσεων των αξιολογήσεων που διενεργεί και επαρκές κύρος για την εκτέλεση των λειτουργιών αυτών,
γ) κατάλληλες γνώσεις και κατανόηση των βασικών απαιτήσεων ασφαλείας που ορίζονται στο παράρτημα II του παρόντος, των εφαρμοστέων εναρμονισμένων προτύπων και των σχετικών διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης και της οικείας εθνικής νομοθεσίας,
δ) την απαιτούμενη ικανότητα να καταρτίζει τα πιστοποιητικά, τα πρακτικά και τις εκθέσεις που αποδεικνύουν τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων.
8. Η αμεροληψία του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των διευθυντικών στελεχών του και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι εγγυημένη.
Οι αμοιβές των διευθυντικών στελεχών και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εξαρτώνται από τον αριθμό των αξιολογήσεων που διενεργούνται ή από τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.
9. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνάπτει ασφάλεια αστικής ευθύνης, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 5 παρ. 9 και 9 παρ. 3 της Φ.01.2/56790/ΔΠΠ1828/2016 υπουργικής αποφάσεως, όπως αυτή εκάστοτε ισχύει.
10. Το προσωπικό του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με το παράρτημα III ή οποιαδήποτε εκτελεστική διάταξη του εθνικού δικαίου, εξαιρουμένης της σχέσης με τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Τα δικαιώματα κυριότητας προστατεύονται.
11. Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχει στις σχετικές δραστηριότητες τυποποίησης και στις δραστηριότητες της ομάδας συντονισμού των κοινοποιημένων οργανισμών δυνάμει του άρθρου 40 ή εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ενημερώνεται για τις δραστηριότητες αυτές, και εφαρμόζει ως γενικές οδηγίες τις διοικητικές αποφάσεις και τα έγγραφα που είναι το αποτέλεσμα των εργασιών της ομάδας αυτής.
1. Όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένα καθήκοντα που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή προσφεύγει σε θυγατρική, εξασφαλίζει ότι ο υπεργολάβος ή η θυγατρική πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 29, και ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή.
2. Ο κοινοποιημένος οργανισμός αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελούν οι υπεργολάβοι ή οι θυγατρικές, όπου κι αν είναι εγκατεστημένοι.
3. Οι δραστηριότητες μπορούν να ανατίθενται σε υπεργολάβο ή να διεξάγονται από θυγατρική μόνον αφού συμφωνήσει ο πελάτης.
4. Ο κοινοποιημένος οργανισμός και η ΑΛΜ Διαπίστευσης ΕΣΥΔ του ΕΣΥΠ τηρούν στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής τα έγγραφα σχετικά με την αξιολόγηση των προσόντων του υπεργολάβου ή της θυγατρικής, ενώ επιπλέον ο κοινοποιημένος οργανισμός τηρεί στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής και έγγραφα σχετικά με τις εργασίες που διεξήγαγε ο υπεργολάβος ή η θυγατρική δυνάμει του παραρτήματος III.
1. Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης της ημεδαπής υποβάλλει αίτηση στην κοινοποιούσα αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. Φ.01.2/56790/ΔΠΠ1828/2016 (Β΄1897) υπουργικής απόφασης, όπως αυτή εκάστοτε ισχύει.
2. Η αίτηση συνοδεύεται από περιγραφή των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, της ενότητας ή των ενοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης και της εκρηκτικής ύλης ή των εκρηκτικών υλών, για τις οποίες ο οργανισμός ισχυρίζεται ότι διαθέτει την απαιτούμενη επάρκεια, καθώς και από πιστοποιητικό διαπίστευσης αποκλειστικά (αποκλειομένης της τεχνικής έκθεσης ή άλλου εγγράφου), το οποίο εκδόθηκε από την Αυτοτελή Λειτουργική Μονάδα (ΑΛΜ) Διαπίστευσης ΕΣΥΔ του Εθνικού Συστήματος Υποδομών Ποιότητας (ΕΣΥΠ) νπιδ, με το οποίο πιστοποιείται ότι ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 29.
1. Η κοινοποιούσα αρχή μπορεί να κοινοποιεί μόνο τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 29, στους οποίους χορηγεί σχετική έγκριση για τα αιτούμενο πεδίο δραστηριότητας εφαρμόζοντας συνδυαστικά τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου και την υπ’ αριθμ. Φ.01.2/56790/ΔΠΠ1828/2016 (Β΄1897) υπουργική απόφαση, όπως
αυτή εκάστοτε ισχύει, σχετικά με τον καθορισμό πλαισίου για την αναγνώριση της ικανότητας και την έγκριση φορέων πιστοποίησης ή ελέγχου στον υποχρεωτικό τομέα.
2. Η ως άνω αρχή κοινοποιεί τους οργανισμούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη, με χρήση του ηλεκτρονικού μέσου κοινοποίησης που έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται η Επιτροπή.
3. Στην κοινοποίηση περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, την ενότητα ή τις ενότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τη σχετική εκρηκτική ύλη ή εκρηκτικές ύλες, και το σχετικό πιστοποιητικό διαπίστευσης.
4. Ο εν λόγω οργανισμός μπορεί να εκτελεί τις δραστηριότητες κοινοποιημένου οργανισμού μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση.
Μόνον υπό αυτές τις προϋποθέσεις θεωρείται κοινοποιημένος ο οργανισμός για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος.
5. Η Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη ενημερώνονται για τυχόν επακόλουθες αλλαγές στην κοινοποίηση.
1. Η Επιτροπή χορηγεί αριθμό μητρώου στους κοινοποιημένους οργανισμούς. Χορηγεί έναν και μόνο αριθμό, ακόμη και αν ο οργανισμός είναι κοινοποιημένος βάσει διαφόρων πράξεων της Ένωσης.
2. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της Ευρωπαϊκής Οδηγίας εναρμόνισης 2014/28/ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών ταυτοποίησης που τους έχουν δοθεί και των δραστηριοτήτων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί. Η ενημέρωση του καταλόγου γίνεται με μέριμνα της Επιτροπής.
3. Με μέριμνα της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, ο ιστότοπός της κάνει αναφορά και παρέχει τη δυνατότητα σύνδεσης στον κατάλογο της παραγράφου 2.
1. Όταν η κοινοποιούσα αρχή διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 29 ή ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, η ως άνω κοινοποιούσα αρχή περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί την κοινοποίηση, κατά περίπτωση, αναλόγως της σοβαρότητας της μη τήρησης των απαιτήσεων ή της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. Φ.01.2/56790/ΔΠΠ1828/2016 (Β΄1897) υπουργική απόφαση, όπως αυτή εκάστοτε ισχύει. Ενημερώνει δε αμέσως σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.
2. Στην περίπτωση επιβολής των κυρώσεων περιορισμού, αναστολής ή ανάκλησης σε οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή σε περίπτωση παύσης της δραστηριότητας του οργανισμού, ο οργανισμός αυτός υποχρεούται:
α) αμελλητί να εξασφαλίσει ότι τα αρχεία του τα χειρίζεται άλλος οργανισμός ή ότι αυτά μεταφέρονται άμεσα στην αρχή του άρθρου 26 ή/και την αρχή εποπτείας αγοράς, με βάση τις τυχόν υποδείξεις που λαμβάνει από την αρχή κοινοποίησης, ή
β) διαφορετικά, εφόσον δε λάβει σχετική υπόδειξη, να διασφαλίσει ότι τα αρχεία θα μπορούν να είναι διαθέσιμα στην κοινοποιούσα αρχή ή/και στην αρχή εποπτείας αγοράς, για χρονική περίοδο δέκα (10) ετών.
1. Η Επιτροπή ερευνά όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει αμφιβολίες ή περιέρχονται σε γνώση της αμφιβολίες για την επάρκεια κοινοποιημένου οργανισμού ή για την ικανότητα αδιάλειπτης εκπλήρωσης, από κοινοποιημένο οργανισμό, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων που υπέχει.
2. Η κοινοποιούσα αρχή παρέχει στην Επιτροπή, εάν αυτή το ζητήσει, όλες τις πληροφορίες σχετικά με την αιτιολόγηση της κοινοποίησης ή την επιβεβαίωση της επάρκειας του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού.
3. Η Επιτροπή διασφαλίζει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των ευαίσθητων πληροφοριών που έλαβε από τις έρευνες αυτές.
4. Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί ή παύει να πληροί τις απαιτήσεις κοινοποίησής του, εκδίδει εκτελεστική πράξη ζητώντας από την κοινοποιούσα αρχή να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της άρσης της κοινοποίησης, εφόσον είναι αναγκαίο.
1. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διενεργούν αξιολογήσεις της συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που προβλέπονται στο παράρτημα IIΙ.
2. Οι αξιολογήσεις συμμόρφωσης διενεργούνται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης ασκούν τις δραστηριότητές τους λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, την πολυπλοκότητα της τεχνολογίας του προϊόντος για το οποίο πρόκειται και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής.
Στο πλαίσιο αυτό τηρούν πάντως τον βαθμό αυστηρότητας και το επίπεδο προστασίας που απαιτούνται για τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος.
3. Όταν κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι οι βασικές απαιτήσεις ασφαλείας του παραρτήματος ΙI ή των αντίστοιχων εναρμονισμένων προτύπων ή των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών δεν πληρούνται από τον κατασκευαστή, ζητεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα ενδεδειγμένα διορθωτικά μέτρα και δεν εκδίδει πιστοποιητικό συμμόρφωσης.
4. Όταν, κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης μετά την έκδοση του πιστοποιητικού, κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι κάποιο προϊόν δεν συμμορφώνεται πλέον, απαιτεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα και αναστέλλει ή ανακαλεί το πιστοποιητικό, εφόσον απαιτείται.
5. Εάν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα ή εάν αυτά δεν έχουν το απαιτούμενο αποτέλεσμα, ο κοινοποιημένος οργανισμός περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί τυχόν πιστοποιητικό, κατά περίπτωση.
Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός πρέπει να διαθέτει διαδικασία εξέτασης προσφυγών κατά αποφάσεών του που έχουν ληφθεί με βάση τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 36 του παρόντος. Η επιβεβαίωση της πρόβλεψης διαδικασίας προσφυγής εκ μέρους του κοινοποιημένου οργανισμού αποτελεί αντικείμενο εξέτασης εκ μέρους της ΑΛΜ Διαπίστευσης ΕΣΥΔ του ΕΣΥΠ κατά τη διαδικασία διαπίστευσης και επιτήρησης.
1. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί ενημερώνουν την κοινοποιούσα αρχή για τα εξής:
α) απόρριψη, περιορισμό, αναστολή ή ανάκληση των πιστοποιητικών,
β) καταστάσεις που επηρεάζουν το πεδίο εφαρμογής ή τους όρους της κοινοποίησης,
γ) τυχόν αίτημα για ενημέρωση σχετικά με δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, το οποίο έλαβαν από την αρχή εποπτείας της αγοράς,
δ) εφόσον τους ζητηθεί, για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελούν στο πλαίσιο της κοινοποίησής τους και για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένων διασυνοριακών δραστηριοτήτων και υπεργολαβιών.
2. Κάθε οργανισμός που κοινοποιείται στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος παρέχει τόσο στους άλλους οργανισμούς που κοινοποιούνται στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος όσο και στους οργανισμούς που κοινοποιούνται από τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και διεξάγουν παρόμοιες δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και καλύπτουν τις ίδιες εκρηκτικές ύλες, τις σχετικές πληροφορίες για ζητήματα που αφορούν αρνητικά και, εάν τους ζητηθεί, θετικά αποτελέσματα αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
Η Επιτροπή μεριμνά για την οργανωμένη ανταλλαγή πείρας μεταξύ των εθνικών αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την πολιτική κοινοποίησης. Με μέριμνα της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, η Ελληνική Δημοκρατία συμμετέχει διά της εθνικής αρχής κοινοποίησης του άρθρου 26.
Στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος προεδρικού διατάγματος οι κοινοποιημένοι οργανισμοί συμμετέχουν, απευθείας ή με τον διορισμό αντιπροσώπων, στις εργασίες συντονισμού και συνεργασίας του φόρουμ κοινοποιημένων οργανισμών που λειτουργεί με μέριμνα της Επιτροπής. Αρμόδια για τη διασφάλιση της ανωτέρω συμμετοχής των κοινοποιημένων οργανισμών είναι η εθνική αρχή κοινοποίησης με βάση τη σχετική επιβεβαίωση εκ μέρους της ΑΛΜ Διαπίστευσης ΕΣΥΔ του ΕΣΥΠ κατά τη διαδικασία διαπίστευσης και επιτήρησης.
1. Η αρμόδια αρχή εποπτείας αγοράς λαμβάνει κάθε κατάλληλο μέτρο για να εξασφαλίσει ότι οι εκρηκτικές ύλες εμπορικής χρήσης διατίθενται στην αγορά μόνο εάν, όταν αποθηκεύονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και χρησιμοποιούνται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται, δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων.
2. Για τους σκοπούς της εποπτείας αγοράς των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 15 και τα άρθρα 16 έως 29 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 καθώς και των άρθρων 23 έως 30 και 32 του κεφαλαίου Ε’ «Εποπτεία αγοράς βιομηχανικών προϊόντων και υπηρεσιών ποιότητας» του Ν. 4072/2012 (Α’ 86), όπως εκάστοτε ισχύουν.
3. Για την εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου και τους σκοπούς της εποπτείας της αγοράς, το παρόν προεδρικό διάταγμα θεωρείται τεχνική βιομηχανική νομοθεσία κατά την έννοια του άρθρου 23 του Ν. 4072/2012.
4. Με ευθύνη της αρμόδιας αρχής, ως αρμόδιας Εθνικής Αρχής Εποπτείας της Αγοράς των βιομηχανικών προϊόντων του παρόντος διατάγματος, διενεργούνται τακτικοί ή έκτακτοι επιτόπιοι έλεγχοι στους χώρους παραγωγής, διάθεσης και χρήσης ή διοικητικοί έλεγχοι μέσω ελέγχου τεχνικού φακέλου και λοιπών πιστοποιητικών εγγράφων βάσει των οποίων τεκμηριώνεται η συμμόρφωση των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης.
Οι υπεύθυνοι για την διάθεση και την θέση σε διαθεσιμότητα των προϊόντων τους οφείλουν να παραδίδουν χωρίς αντάλλαγμα στα εντεταλμένα όργανα ελέγχου τα δείγματα που πρόκειται να ελεγχθούν. Οφείλουν επίσης να επιτρέπουν στα εντεταλμένα όργανα την είσοδο στους χώρους παραγωγής, πώλησης ή αποθήκευσης και να θέτουν στην διάθεση τους οποιοδήποτε στοιχείο τους ζητηθεί και έχει σχέση με την κατασκευή, την προμήθεια ή την προέλευση των συγκεκριμένων προϊόντων.
Τα αρμόδια όργανα ελέγχου οφείλουν να επιδεικνύουν τα σχετικά διοικητικά και άλλα έγγραφα της αρμόδιας αρχής εποπτείας της αγοράς που αποδεικνύουν τις σχετικές εντολές ελέγχου.
Ο έλεγχος των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης διενεργείται, όπου χρειάζεται, με την συνδρομή και την υποστήριξη των κατά τόπους αστυνομικών αρχών, ύστερα από έγκαιρη υποβολή σχετικού αιτήματος των αρμόδιων οργάνων ελέγχου.
Άρνηση των κατασκευαστών, των εξουσιοδοτημένων αντιπροσώπων, των εισαγωγέων και των διανομέων να συνεργαστούν με τα εντεταλμένα όργανα ελέγχου κατά την άσκηση των ελέγχων στις εγκαταστάσεις τους, παρεμπόδιση της εισόδου των οργάνων στους χώρους παραγωγής, αποθήκευσης ή διάθεσης προϊόντων ή άρνηση ανταπόκρισης στα αιτήματα της αρμόδιας αρχής εποπτείας αγοράς για παροχή πληροφοριών και στοιχείων του προϊόντος, άρνηση για τη λήψη διορθωτικών μέτρων προς άρση των μη συμμορφώσεων ή για τη λήψη μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας στα προϊόντα που έχουν διαθέσει στην αγορά, επισύρει την επιβολή κυρώσεων, σύμφωνα με το άρθρο 46.
1. Εάν η αρχή εποπτείας της αγοράς έχει επαρκείς λόγους να πιστεύει ότι προϊόν που διέπεται από το παρόν προεδρικό διάταγμα παρουσιάζει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, την περιουσία ή το περιβάλλον, διενεργεί αξιολόγηση για το εν λόγω προϊόν που καλύπτει όλες τις συναφείς απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος. Για τον σκοπό αυτό, οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς συνεργάζονται όπως απαιτείται με την αρχή εποπτείας της αγοράς.
Εάν, κατά την αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η αρχή εποπτείας της αγοράς διαπιστώσει ότι η εκρηκτική ύλη δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος, ζητά αμέσως από τον οικείο οικονομικό φορέα να προβεί σε όλες τις αναγκαίες διορθωτικές ενέργειες για να θέσει το προϊόν σε συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ή να αποσύρει το προϊόν από την αγορά ή να το ανακαλέσει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, ανάλογο προς τη φύση του κινδύνου, το οποίο ορίζει η αρμόδια αρχή.
Η αρχή εποπτείας της αγοράς ενημερώνει σχετικά τον οικείο κοινοποιημένο οργανισμό.
Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζεται στα μέτρα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.
2. Εάν η αρχή εποπτείας της αγοράς θεωρεί ότι η μη συμμόρφωση δεν περιορίζεται στην ελληνική επικράτεια, ενημερώνει την Επιτροπή και άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και τα μέτρα που ζήτησε να λάβει ο οικονομικός φορέας.
3. Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται όλα τα ενδεικνυόμενα διορθωτικά μέτρα για όλες τις εκρηκτικές ύλες που έχει καταστήσει διαθέσιμες στην αγορά σε όλη την Ένωση.
4. Εάν ο οικείος οικονομικός φορέας δεν λάβει, μέσα στο χρονικό διάστημα στο οποίο αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, η αρχή εποπτείας της αγοράς λαμβάνει όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσει ή να περιορίσει τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην ελληνική αγορά ή να αποσύρει την εκρηκτική ύλη από την αγορά ή να την ανακαλέσει. Τα περιοριστικά μέτρα λαμβάνονται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 46.
Η αρχή εποπτείας της αγοράς ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά.
5. Στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που απαιτούνται για την αναγνώριση της μη συμμορφούμενης εκρηκτικής ύλης, την προέλευση της εκρηκτικής ύλης, τη φύση της τυχόν μη συμμόρφωσης και του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και τα επιχειρήματα που προβάλλει ο σχετικός οικονομικός φορέας. Συγκεκριμένα, η αρχή εποπτείας της αγοράς αναφέρει σε ποιους από τους κατωτέρω λόγους οφείλεται η μη συμμόρφωση:
α) η εκρηκτική ύλη δεν πληροί τις απαιτήσεις που αφορούν την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή την προστασία της ιδιοκτησίας ή του περιβάλλοντος ή
β) υπάρχουν ελλείψεις στα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 21 του παρόντος διατάγματος και στα οποία βασίζεται το τεκμήριο της συμμόρφωσης.
6. Τα υπόλοιπα κράτη μέλη ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα που έλαβαν και παρέχουν τυχόν άλλες πρόσθετες πληροφορίες που έχουν όσον αφορά τη μη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης, και, σε περίπτωση διαφωνίας με εθνικό μέτρο που έχει θεσπιστεί, για τις τυχόν αντιρρήσεις τους.
7. Εάν εντός τριών μηνών από τη λήψη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο, δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από κράτος μέλος ή την Επιτροπή σε σχέση με τα προσωρινά μέτρα της παραγράφου 4, τότε το μέτρο θεωρείται δικαιολογημένο.
8. Η αρχή εποπτείας της αγοράς λαμβάνει αμέσως τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα όσον αφορά τη σχετική εκρηκτική ύλη, όπως η απόσυρση της εκρηκτικής ύλης εμπορικής χρήσης από την αγορά, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 46.
1. Εάν κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 42 παράγραφοι 3 και 4, διατυπωθούν ενστάσεις για μέτρο που έχει λάβει η αρχή εποπτείας της αγοράς ή εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι τέτοιου είδους μέτρα αντίκεινται στη νομοθεσία της Ένωσης, η Επιτροπή διαβουλεύεται αμέσως με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση του εθνικού μέτρου. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που ορίζει αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο.
Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.
2. Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο, όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι η μη συμμορφούμενη εκρηκτική ύλη αποσύρεται από την εθνική τους αγορά και ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά. Εάν το εθνικό μέτρο δεν θεωρηθεί δικαιολογημένο, τότε η αρχή εποπτείας της αγοράς ανακαλεί το συγκεκριμένο μέτρο.
3. Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο και η μη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου, κατά το άρθρο 42 παράγραφος 5 στοιχείο β) του παρόντος διατάγματος, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.
1. Όταν η αρχή εποπτείας της αγοράς διαπιστώσει, αφού έχει διενεργήσει αξιολόγηση δυνάμει του άρθρου 42 παράγραφος 1, ότι εκρηκτική ύλη, παρά το ότι συμμορφώνεται με το παρόν προεδρικό διάταγμα, ενέχει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή για την ιδιοκτησία ή το περιβάλλον, απαιτεί εγγράφως από τον σχετικό οικονομικό φορέα να λάβει όλα τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι η σχετική εκρηκτική ύλη, όταν διατεθεί στην αγορά, δεν παρουσιάζει πλέον τον εν λόγω κίνδυνο ή για να αποσύρει την εκρηκτική ύλη από την αγορά ή να την ανακαλέσει εντός εύλογης περιόδου που η αρχή εποπτείας ορίζει, ανάλογης με τη φύση του κινδύνου.
2. Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα για όλες τις εκρηκτικές ύλες που έχει καταστήσει διαθέσιμες στην αγορά σε όλη την Ένωση.
3. Η αρχή εποπτείας της αγοράς ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. Στις πληροφορίες που παρέχει περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την αναγνώριση της εκρηκτικής ύλης, την προέλευσή του και την αλυσίδα εφοδιασμού της εκρηκτικής ύλης, τη φύση του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν.
4. Η Επιτροπή διαβουλεύεται αμελλητί με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή αποφασίζει, με εκτελεστικές πράξεις, αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο και, εφόσον απαιτείται, προτείνει τα κατάλληλα μέτρα.
5. Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.
1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 42, όταν κράτος μέλος προβεί σε μία από τις κατωτέρω διαπιστώσεις, απαιτεί από τον οικείο οικονομικό φορέα να θέσει τέλος στη μη συμμόρφωση:
α) η σήμανση CE έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ή του άρθρου 25 του παρόντος διατάγματος,
β) δεν έχει τεθεί η σήμανση CE,
γ) ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής, έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 25 ή δεν έχει τεθεί,
δ) δεν έχει καταρτιστεί δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ,
ε) η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δεν έχει καταρτιστεί σωστά,
στ) ο τεχνικός φάκελος είτε δεν είναι διαθέσιμος είτε δεν είναι πλήρης,
ζ) οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 5 ή στο άρθρο 7 παράγραφος 3 λείπουν, είναι λανθασμένες ή είναι ελλιπείς,
η) δεν ικανοποιείται κάποια άλλη από τις διοικητικές απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 5 ή στο άρθρο 7.
2. Εάν η μη συμμόρφωση της παραγράφου 1 εξακολουθεί να υφίσταται, η αρχή εποπτείας της αγοράς λαμβάνει τα προβλεπόμενα από την παράγραφο 2 του άρθρου 46 μέτρα για να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διαθεσιμότητα στην αγορά της εκρηκτικής ύλης και να εξασφαλίσει ότι αυτή ανακαλείται ή αποσύρεται από την αγορά.
1. Επιβολή χρηματικών προστίμων και κατηγοριοποίηση των παραβάσεων.
Στους παραβάτες των διατάξεων του παρόντος προεδρικού διατάγματος, ανεξάρτητα από άλλα μέτρα που προβλέπονται από αυτό και ανεξαρτήτως άλλων κυρώσεων που προβλέπονται από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για τα προϊόντα του παρόντος, επιβάλλεται πρόστιμο από 2.000 μέχρι και 50.000 Ευρώ, ανάλογα με
την σοβαρότητα/βαρύτητα της παράβασης και της μη συμμόρφωσης, σύμφωνα με τις κατηγορίες του Πίνακα που ακολουθεί.
Για το ύψος του χρηματικού προστίμου λαμβάνεται υπόψη η έκταση της μη συμμόρφωσης, η ομάδα επικινδυνότητας των εκρηκτικών υλών, η ιδιότητα του οικονομικού φορέα (κατασκευαστής, εισαγωγέας, διανομέας) και το μέγεθος της επιχείρησης, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες τελέσθηκε ή εξακολουθεί να τελείται η παράβαση, ο όγκος των διατιθεμένων στην αγορά εκρηκτικών υλών, οι ιδιαιτερότητες των ευρημάτων και οι επιπτώσεις αυτών στη δημόσια ασφάλεια και υγεία, οι τυχόν διορθωτικές ενέργειες και η εκ των υστέρων συμμόρφωση του οικονομικού φορέα καθώς και η παρεμπόδιση του ελέγχου από την πλευρά της επιχείρησης και ο βαθμός της συνεργασίας του ελεγχόμενου με τα κλιμάκια ελέγχου και την αρμόδια υπηρεσία.
Τα παραπάνω χρηματικά πρόστιμα ισχύουν ανά μη συμμορφούμενο προϊόν.
Σε περίπτωση που διαπράττονται ταυτόχρονα διαφορετικές παραβάσεις που εμπίπτουν στις ανωτέρω κατηγορίες Α έως Γ, το σύνολο του επιβαλλόμενου προστίμου δεν μπορεί να υπερβεί το ανώτατο όριο των 5.000 ευρώ για το σύνολο των παραβάσεων που εμπίπτουν μόνο στην κατηγορία Α, των 30.000 για το σύνολο των παραβάσεων που εμπίπτουν μόνο στην κατηγορία Β και των 50.000 για το σύνολο των παραβάσεων που εμπίπτουν μόνο στην κατηγορία Γ. Όταν διαπράττονται παραβάσεις που εμπίπτουν σε περισσότερες από μία εκ των ανωτέρω Α έως Γ κατηγοριών επιβάλλεται μόνο το ανώτατο προβλεπόμενο για την κατηγορία πρόστιμο.
Τα πρόστιμα της κατηγορίας Δ επιβάλλονται μεμονωμένα για κάθε παράβαση ξεχωριστά.
Σε κάθε περίπτωση το συνολικό πρόστιμο για όλες τις παραβάσεις του ανωτέρω πίνακα δεν μπορεί να υπερβεί τις 50.000 ευρώ ανά μη συμμορφούμενο είδος εκρηκτικής ύλης, εξαιρουμένης της παράβασης Δ β.
Σε περίπτωση υποτροπής οι παραβάτες τιμωρούνται με πρόστιμο διπλάσιο του αρχικού.
Τα ανωτέρω πρόστιμα επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας αρχής.
Το πρόστιμο βεβαιώνεται και εισπράττεται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί δημοσίων εσόδων, σε πίστωση του Ειδικού Λογαριασμού υπέρ Υπουργείου Ανάπτυξης Κωδικός Φορέα: 35/110, ΚΑΕ:84583, με αριθμό 234218/6 της Τράπεζας Ελλάδος, ΙΒΑΝ GR 8601000230000000002342186 – ο οποίος έχει συσταθεί και λειτουργεί για ομοειδή σκοπό εποπτείας και ελέγχου ηλεκτρολογικών προϊόντων – βάσει χρηματικών καταλόγων που συντάσσονται και αποστέλλονται από την αρμόδια αρχή στην Δ.Ο.Υ του οφειλέτη, με συνακόλουθη την επαναφορά στην υπηρεσία αυτή ενός αντιτύπου της περιληπτικής κατάστασης βεβαίωσης φόρου με συμπληρωμένη την σχετική πράξη βεβαίωσης.
Κατά της ανωτέρω απόφασης επιτρέπεται η άσκηση αιτιολογημένης προσφυγής ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Βιομηχανίας του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της στον ενδιαφερόμενο, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
2. Πρόσθετα Διοικητικά Μέτρα.
Για τους σκοπούς του παρόντος προεδρικού διατάγματος και ειδικότερα της παρ. 1 του άρθρου 41, ανεξαρτήτως άλλων κυρώσεων προβλεπομένων από την κείμενη νομοθεσία για τις εκρηκτικές ύλες εμπορικής χρήσης και με την επιφύλαξη των περιοριστικών μέτρων ή των εκτελεστικών αποφάσεων της Επιτροπής που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 42 έως 44 του παρόντος, η αρμόδια αρχή εποπτείας αγοράς δύναται να λαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα διοικητικά μέτρα ανάλογα με την περίπτωση, εφόσον διαπιστωθεί ότι το ελεγχόμενο προϊόν δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις του παρόντος προεδρικού διατάγματος.
α) Σύσταση για διορθωτικές ενέργειες.
Το μέτρο της σύστασης επιβάλλεται μόνο σε περιπτώσεις παραβάσεων τυπικής μη συμμόρφωσης του άρθρου 45 του παρόντος και γενικότερα για παραβάσεις που δεν επηρεάζουν άμεσα την ασφάλεια των προϊόντων και για τις οποίες υφίσταται, κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής, δυνατότητα ανάληψης διορθωτικών ενεργειών από τους οικονομικούς φορείς.
Το μέτρο της σύστασης αφορά στην άμεση έγγραφη απαίτηση της αρμόδιας αρχής εποπτείας αγοράς από τον υπεύθυνο οικονομικό φορέα να θέσει τέλος στην προκείμενη μη συμμόρφωση, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, το οποίο καθορίζεται από την υπηρεσία αυτή.
Σε περίπτωση που ο οικονομικός φορέας δε λάβει τα απαιτούμενα διορθωτικά μέτρα εντός της ταχθείσας προθεσμίας που αναφέρεται ανωτέρω, η αρμόδια αρχή εποπτείας της αγοράς επιβάλλει τις κυρώσεις της παραγράφου (γ) του παρόντος άρθρου.
β) Προσωρινή Δέσμευση.
Σε περίπτωση που τα προϊόντα ενδέχεται να παρουσιάζουν κίνδυνο κατά την έννοια του άρθρου 42 του παρόντος, το εντεταλμένο ελεγκτικό όργανο δύναται να προβεί στην προσωρινή δέσμευση του προϊόντος για την περίοδο που απαιτείται για τους διάφορους ελέγχους, εξακριβώσεις ή αξιολογήσεις ασφάλειας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του άρθρου 8 της κοινής υπουργικής απόφασης Ζ3-2810/20.12.2004 για την γενική ασφάλεια προϊόντων (Β΄1885), όπως εκάστοτε ισχύει.
Τα προϊόντα δεσμεύονται προσωρινά άμεσα εις χείρας των κατόχων τους. Η δέσμευση πραγματοποιείται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα μέσω του Πρακτικού Δέσμευσης το οποίο συντάσσεται εις διπλούν σύμφωνα με το υπόδειγμα του παραρτήματος V. Ένα αντίγραφο παραδίδεται στον παραβάτη οικονομικό φορέα και ένα υποβάλλεται στην αρμόδια εθνική αρχή εποπτείας της αγοράς.
Το παραπάνω μέτρο εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις εντοπισμού κατά τον επιτόπιο έλεγχο εκρηκτικών υλών που έχουν κοινοποιηθεί στην αρχή εποπτείας αγοράς μέσω του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ταχείας Ανταλλαγής Πληροφοριών (RAPEX) ή του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφόρησης και Επικοινωνίας για την Εποπτεία Αγοράς (ICSMS), ή για τα οποία έχουν κοινοποιηθεί στην αρχή εποπτείας αγοράς εκτελεστικές περιοριστικές αποφάσεις της Επιτροπής σύμφωνα με τα άρθρα 43 και 44 του παρόντος.
Η διαπίστωση από την αρμόδια αρχή εποπτείας αγοράς περιπτώσεων παραβάσεων τυπικής μη συμμόρφωσης του άρθρου 45 του παρόντος παρέχει επαρκείς λόγους να θεωρεί ότι το προϊόν μπορεί να παρουσιάσει κίνδυνο σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις α, β, δ, ε και στ του άρθρου 45 ή όταν δεν ικανοποιούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στις παρ. 6 και 4 των άρθρων 5 και 7 αντίστοιχα.
Ανεξάρτητα από το αν η αξιολόγηση δείχνει ότι το προϊόν στην πραγματικότητα παρουσιάζει κίνδυνο, οι αρχές εποπτείας της αγοράς ζητούν από τον οικονομικό φορέα να προβεί στην άρση της μη συμμόρφωσης. Εάν ο οικονομικός φορέας δεν το πράξει, η αρμόδια αρχή εποπτείας της αγοράς διασφαλίζει ότι το προϊόν αποσύρεται από την αγορά.
γ) Απαγόρευση κυκλοφορίας και διαθεσιμότητας.
Απαγόρευση της κυκλοφορίας του προϊόντος και της διαθεσιμότητας του στην αγορά επιβάλλεται στις περιπτώσεις στις οποίες:
1. η άρση από τους οικονομικούς φορείς των μη συμμορφώσεων κρίνεται από την αρμόδια αρχή τεχνικά μη δυνατή ή δεν καθίσταται εφικτή η πλήρης συμμόρφωση του προϊόντος ή εφόσον ο οικείος οικονομικός φορέας δεν λάβει, μέσα στο χρονικό διάστημα που ορίζει η αρμόδια αρχή, τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για την συμμόρφωση του προϊόντος,
2. από τα αποτελέσματα των εργαστηριακών ελέγχων και τις εκθέσεις δοκιμών διαπιστώνεται η μη συμμόρφωση του προϊόντος προς τις απαιτήσεις και ιδίως προς τις βασικές απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος ΙI ή και τα εναρμονισμένα πρότυπα του άρθρου 21 του παρόντος,
3. διαπιστώνεται αθέμιτη χρήση της σήμανσης CE, πλαστή ή παραπλανητική σήμανση CE,
4. η συμμόρφωση των προϊόντων δεν πραγματοποιηθεί εντός της ταχθείσας προθεσμίας της παραγράφου α) του παρόντος άρθρου,
5. προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 42 έως 45 του παρόντος,
6. σε κάθε άλλη περίπτωση που για λόγους προστασίας της δημόσιας ασφάλειας και υγείας ή για λόγους δημόσιας τάξης επιβάλλεται η λήψη περιοριστικών μέτρων.
Η απαγόρευση κυκλοφορίας και της διαθεσιμότητας στην αγορά των μη συμμορφούμενων ακατάλληλων προϊόντων επιβάλλεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Βιομηχανίας, ύστερα από σχετική εισήγηση της αρμόδιας αρχής. Η απαγόρευση μπορεί να είναι προσωρινή ή οριστική ανάλογα με τον χαρακτήρα των μη συμμορφώσεων του προϊόντος ή την επικινδυνότητα αυτού. Με την ίδια απόφαση επιβάλλεται, αν κριθεί αναγκαίο από την αρμόδια αρχή, και η απόσυρση ή η ανάκληση των ήδη διατεθέντων προϊόντων στην αγορά.
Σε περίπτωση οριστικής απαγόρευσης διάθεσης των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 20 του παρόντος.
Οι αποφάσεις με τις οποίες επιβάλλονται οι ανωτέρω κυρώσεις κοινοποιούνται στους ενδιαφερομένους υπόχρεους με συστημένη επιστολή ή/και με τηλεομοιοτυπία (FAX) ή κάθε πρόσφορο μέσο.
Κάθε ελεγχόμενος εντός δέκα (10) ημερών από την παραλαβή της απόφασης, ενημερώνει με υπεύθυνη δήλωσή του την αρμόδια αρχή για την εκτέλεση της απόφασης απόσυρσης ή ανάκλησης. Στη δήλωσή του οφείλει να αναφέρει το πλήθος εκρηκτικών υλών που αποσύρθηκαν από την αγορά ή έχουν ανακληθεί και τον ακριβή χώρο (οδό, αριθμό) της αποθήκευσης αυτών.
Η αρμόδια αρχή μπορεί, όποτε κρίνει σκόπιμο, να προβεί στον έλεγχο της πραγματοποίησης της οριστικής απαγόρευσης κυκλοφορίας ή/ και απόσυρσης, μετά από τον οποίο συντάσσει πρωτόκολλο ελέγχου που προσυπογράφεται και από τον ενδιαφερόμενο. Το προϊόν που απαγορεύθηκε δεν μπορεί πλέον να διατεθεί στην αγορά.
Κατά της απόφασης επιβολής κυρώσεων επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.
3. Στους παραβάτες του παρόντος άρθρου δύναται να επιβάλλεται, εκτός των άλλων διοικητικών κυρώσεων, και προσωρινή, μέχρι τριών (3) μηνών ή και οριστική αφαίρεση των σχετικών αδειών εισαγωγής, παρασκευής, εμπορίας, αγοράς, μεταφοράς και κατανάλωσης εκρηκτικών υλών, ανάλογα με την σοβαρότητα της παράβασης, με αιτιολογημένη απόφαση των αρμόδιων Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, που χορήγησαν τις πιο πάνω άδειες, ανεξάρτητα από την αφαίρεση ή μη των σχετικών αδειών λειτουργίας εργοστασίων παραγωγής ή αποθηκών των παραπάνω υλών. Η Διεύθυνση Τεχνικής Βιομηχανικής Νομοθεσίας της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας κοινοποιεί τις ανωτέρω αποφάσεις στη Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. Κατά της ανωτέρω απόφασης, επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον ενδιαφερόμενο. Η άσκηση της προσφυγής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της επιβληθείσης διοικητικής ποινής.
1. Επιτρέπεται η διαθεσιμότητα στην αγορά εκρηκτικών υλών οι οποίες συμμορφώνονται με τις διατάξεις της οδηγίας 93/15/ΕΟΚ και οι οποίες έχουν διατεθεί στην αγορά πριν από τις 20 Απριλίου 2016.
2. Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται δυνάμει της οδηγίας 93/15/ΕΟΚ ισχύουν σύμφωνα με το παρόν προεδρικό διάταγμα.
3. Έως ότου αντικατασταθούν από τα μέτρα που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 18 του παρόντος διατάγματος, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του Π.δ. 76/2010 όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του Π.δ. 56/2012.
Το Π.δ. 455/1995 (Α΄268) καταργείται από τις 20 Απριλίου 2016 με εξαίρεση το άρθρο 13 παρ. 4 εδάφιο α΄ και το Παράρτημα V του άρθρου 19 αυτού, όπως το πρώτο αντικαταστάθηκε και αναριθμήθηκε και το δεύτερο προστέθηκε με το Π.δ. 2/2006 (Α΄1). Οι ως άνω διατάξεις παραμένουν σε ισχύ μέχρι την έναρξη ισχύος των εκτελεστικών πράξεων του άρθρου 48 της Οδηγίας 2014/28/ΕΕ.
Οι παραπομπές στις καταργούμενες διατάξεις νοούνται ως παραπομπές στο παρόν προεδρικό διάταγμα.
Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του παρόντος διατάγματος τα παραρτήματα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, IV και V που ακολουθούν.
I. Γενικές απαιτήσεις
1. Οι εκρηκτικές ύλες πρέπει να μελετώνται, να παρασκευάζονται και να διατίθενται κατά τρόπον ώστε να παρουσιάζουν τον ελάχιστο κίνδυνο για την ανθρώπινη ζωή και υγεία και να προλαμβάνεται πάσα ζημία περιουσίας και περιβάλλοντος υπό κανονικές, προβλέψιμες συνθήκες, ιδίως όσον αφορά τις ρυθμίσεις υλικής ασφάλειας και τις συνήθεις πρακτικές έως ότου χρησιμοποιηθούν.
2. Οι εκρηκτικές ύλες πρέπει να φθάνουν τα χαρακτηριστικά επιδόσεων που ορίζει ο κατασκευαστής, ώστε να εξασφαλίζεται η μέγιστη ασφάλεια και αξιοπιστία.
3. Οι εκρηκτικές ύλες πρέπει να μελετώνται και να παρασκευάζονται κατά τρόπον ώστε να μπορούν να διατίθενται, με τη χρήση κατάλληλων μεθόδων, κατά τρόπον που να ελαχιστοποιούνται οι επιπτώσεις στο περιβάλλον.
II. Ειδικές προδιαγραφές
1. Εφόσον απαιτείται, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ή να ελέγχονται τουλάχιστον οι ακόλουθες πληροφορίες και ιδιότητες:
α) οι κατασκευαστικές και χαρακτηριστικές ιδιότητες, συμπεριλαμβανομένης της χημικής σύνθεσης, του βαθμού ανάμειξης και, εφόσον απαιτείται, των διαστάσεων και της κατανομής του μεγέθους των κόκκων
β) η φυσική και χημική σταθερότητα της εκρηκτικής ύλης υπό όλες τις περιβαλλοντικές συνθήκες στις οποίες ενδέχεται να εκτεθεί
γ) η ευαισθησία σε κρούση και τριβή
δ) η συμβατότητα όλων των συστατικών στοιχείων, όσον αφορά τη χημική και τη φυσική τους σταθερότητα ε) η χημική καθαρότητα του εκρηκτικού
στ) η αντοχή του εκρηκτικού στην επίδραση του νερού όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί υπό συνθήκες υγρασίας ή παρουσία νερού και όταν οι ιδιότητες λειτουργίας του επηρεάζονται δυσμενώς από το νερό
ζ) αντoχή σε χαμηλές και υψηλές θερμοκρασίες, όταν το εκρηκτικό προορίζεται να διατηρηθεί ή να χρησιμοποιηθεί σε τέτοιες θερμοκρασίες και η ασφάλειά του ή η αξιοπιστία του μπορούν να επηρεαστούν αρνητικά από την ψύξη ή τη θέρμανση κάποιου συστατικού στοιχείου ή της εκρηκτικής ύλης στο σύνολό της
η) η καταλληλότητα της εκρηκτικής ύλης για χρήση σε επικίνδυνο περιβάλλον (π.χ. περιβάλλον που έχει καταστεί επικίνδυνο από εκρηκτικά αέρια ανθρακωρυχείου, θερμές μάζες κ.λπ.) εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθεί υπό αυτές τις συνθήκες
θ) τα χαρακτηριστικά ασφάλειας που αποσκοπούν στην πρόληψη τυχόν άκαιρης ή ακούσιας πυροδότησης ή ανάφλεξης
ι) η ορθή γόμωση και λειτουργία της εκρηκτικής ύλης όταν χρησιμοποιείται κατά προορισμόν
ια) κατάλληλες οδηγίες και, εφόσον απαιτείται, επισημάνσεις όσον αφορά την ασφάλεια κατά τον χειρισμό, την αποθήκευση, τη χρήση και τη διάθεση
ιβ) η δυνατότητα της εκρηκτικής ύλης, του περιβλήματος ή άλλων συστατικών της να ανθίστανται στη φθορά κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης, έως την ημερομηνία λήξεως που ορίζει ο κατασκευαστής
ιγ) προσδιορισμός όλων των συσκευών και των βοηθητικών μερών που απαιτούνται και οδηγίες χρήσης για την ασφαλή λειτουργία του εκρηκτικού.
2. Τα εκρηκτικά υφίστανται έλεγχο υπό ρεαλιστικές συνθήκες. Αν αυτό δεν είναι δυνατό μέσα σε εργαστήριο, οι δοκιμές διενεργούνται σε συνθήκες υπό τις οποίες πρόκειται να χρησιμοποιηθεί το εκρηκτικό.
3. Οι απαιτήσεις για τις ομάδες εκρηκτικών υλών
3.1. Οι εκρηκτικές ύλες ανατινάξεων συμμορφώνονται επίσης με τις ακόλουθες απαιτήσεις:
α) Η προτεινόμενη μέθοδος πυροδοτήσεως πρέπει να εξασφαλίζει την ασφαλή, αξιόπιστη και πλήρη έκρηξη της εκρηκτικής ύλης ανατινάξεων. Στην περίπτωση της μελάνης πυρίτιδας επαληθεύεται η ικανότητα ανάφλεξης
β) οι εκρηκτικές ύλες ανατινάξεων υπό μορφή φυσιγγίου πρέπει να μεταδίδουν την έκρηξη με ασφάλεια και αξιοπιστία από το ένα άκρο της στήλης φυσιγγίων στο άλλο,
γ) τα παραγόμενα αέρια από τις εκρηκτικές ύλες ανατινάξεων που προορίζονται για υπόγεια χρήση δεν πρέπει να περιέχουν μονοξείδιο του άνθρακος, νιτρώδη και άλλα αέρια, ατμούς ή αιωρούμενα στερεά κατάλοιπα, σε ποσότητες επιβλαβείς για την υγεία υπό κανονικές συνθήκες χρήσεως.
3.2. Οι ακαριαίες θρυαλλίδες, θρυαλλίδες ασφαλείας και πυροδοτικές θρυαλλίδες συμμορφώνονται επίσης με τις ακόλουθες απαιτήσεις:
α) Το περίβλημα των ακαριαίων θρυαλλίδων, των θρυαλλίδων ασφαλείας, των πυροδοτικών θρυαλλίδων και των σωλήνων κρουστικού κύματος πρέπει να έχει τη δέουσα μηχανική αντοχή και να προστατεύει δεόντως το εκρηκτικό γέμισμα όταν εκτίθεται σε κανονική μηχανική καταπόνηση,
β) οι παράμετροι για τον χρόνο καύσεως των θρυαλλίδων ασφαλείας πρέπει να αναφέρονται και να ανταποκρίνονται προς την πραγματικότητα,
γ) οι επιλεγόμενες ακαριαίες θρυαλλίδες πρέπει να μπορούν να πυροδοτούνται αξιόπιστα, να έχουν επαρκή πυροδοτική ικανότητα και να πληρούν τις οριζόμενες απαιτήσεις, όσον αφορά την αποθήκευση ακόμη και σε ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες.
3.3. Οι πυροκροτητές (συμπεριλαμβανομένων και των εγκαιροφλεγών πυροκροτητών) συμμορφώνονται επίσης με τις ακόλουθες απαιτήσεις:
α) οι πυροκροτητές πρέπει να πυροδοτούν αξιόπιστα την έκρηξη των εκρηκτικών υλών οι οποίες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν μαζί με αυτούς υπό όλες τις προβλέψιμες συνθήκες χρήσεως
β) οι εγκαιροφλεγείς πυροκροτητές πρέπει να μπορούν να πυροδοτούνται αξιόπιστα,
γ) η ικανότητα πυροδοτήσεως δεν πρέπει να επηρεάζεται δυσμενώς από την υγρασία,
δ) οι χρόνοι καθυστέρησης των εγκαιροφλεγών πυροκροτητών πρέπει να είναι επαρκώς όμοιοι, ώστε ο κίνδυνος αλληλοεπικάλυψης των χρόνων καθυστέρησης των διαδοχικών χρονικών φάσεων να είναι αμελητέος,
ε) τα ηλεκτρικά χαρακτηριστικά των ηλεκτρικών πυροκροτητών πρέπει να αναγράφονται στη συσκευασία (π.χ. ελάχιστο ρεύμα πυροδότησης, αντίσταση),
στ) τα σύρματα των ηλεκτρικών πυροκροτητών πρέπει να έχουν επαρκή μηχανική αντοχή. Η συσκευασία των ηλεκτρικών πυροκροτητών πρέπει να φέρει την απαιτούμενη θωράκιση κατά τυχαίας πυροδότησης από ραδιοσυχνότητες,
3.4. Οι προωθητικές ύλες και οι προωθητικές ύλες πυραύλων συμμορφώνονται επίσης με τις ακόλουθες απαιτήσεις:
α) Οι ύλες αυτές δεν πρέπει να πυροκροτούν ή να εκρήγνυνται εφόσον χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τον προορισμό τους,
β) οι προωθητικές ύλες πρέπει να σταθεροποιούνται για να προλαμβάνεται η αποσύνθεσή τους, εφόσον απαιτείται (π.χ. τα παράγωγα της νιτροκυτταρίνης),
γ) οι προωθητικές ύλες των πυραύλων, εφόσον παράγονται διά συμπίεσης ή χύτευσης, δεν πρέπει να φέρουν μη προβλεπόμενες ρωγμές ή φυσαλίδες αερίου οι οποίες επηρεάζουν επικίνδυνα τη λειτουργία τους.
1. Η εξέταση τύπου ΕΕ είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει την τεχνική σχεδίαση εκρηκτικής ύλης και επαληθεύει και βεβαιώνει ότι η τεχνική σχεδίαση της εκρηκτικής ύλης πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος που έχουν εφαρμογή σε αυτήν.
2. Η εξέταση τύπου ΕΕ διενεργείται ως αξιολόγηση της καταλληλότητας της τεχνικής σχεδίασης της εκρηκτικής ύλης μέσω της εξέτασης της τεχνικής τεκμηρίωσης και των παραστατικών που αναφέρονται στο σημείο 3 και περιλαμβάνει επίσης εξέταση δείγματος, αντιπροσωπευτικού της προγραμματισμένης παραγωγής, από το πλήρες προϊόν (συνδυασμός τύπου παραγωγής και τύπου σχεδίασης).
3. Η αίτηση για εξέταση τύπου ΕΕ υποβάλλεται από τον κατασκευαστή σε έναν κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.
Η αίτηση περιλαμβάνει:
α) το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου
β) γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό
γ) τον τεχνικό φάκελο. Ο τεχνικός φάκελος καθιστά εφικτή την αξιολόγηση της συμμόρφωσης της εκρηκτικής ύλης προς τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του κινδύνου ή των κινδύνων. Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στο βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— το σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του προϊόντος. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:
i) γενική περιγραφή της εκρηκτικής ύλης,
ii) σχέδια μελετών και φακέλους κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.,
iii) τις περιγραφές και εξηγήσεις που είναι αναγκαίες για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας των εκρηκτικών υλών,
iv) τον κατάλογο των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας του παρόντος διατάγματος, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμογή. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί,
v) τα αποτελέσματα των σχεδιαστικών υπολογισμών, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.,
vi) τις εκθέσεις δοκιμών.,
δ) τα αντιπροσωπευτικά δείγματα της εξεταζόμενης παραγωγής. Ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να ζητήσει επιπλέον δείγματα, εφόσον αυτό απαιτείται για τη διεξαγωγή του προγράμματος δοκιμών,
ε) τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την επάρκεια της τεχνικής σχεδίασης. Τα δικαιολογητικά αυτά μνημονεύουν όλα τα σχετικά έγγραφα που έχουν χρησιμοποιηθεί ιδίως στις περιπτώσεις που δεν έχουν εφαρμοσθεί πλήρως τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα. Τα δικαιολογητικά περιλαμβάνουν, όπου είναι αναγκαίο, τα αποτελέσματα δοκιμών που διενεργήθηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές από το κατάλληλο εργαστήριο του κατασκευαστή ή από άλλο εργαστήριο δοκιμών εξ ονόματός του και με ευθύνη του.
4. Ο κοινοποιημένος οργανισμός:
Ως προς την εκρηκτική ύλη:
4.1. Εξετάζει τον τεχνικό φάκελο και τα δικαιολογητικά για να εκτιμήσει την επάρκεια της τεχνικής σχεδίασης της εκρηκτικής ύλης.
Ως προς τα δείγματα:
4.2. Επαληθεύει ότι τα δείγματα έχουν κατασκευαστεί σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελο και προσδιορίζει τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, καθώς και τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές.
4.3. Aναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει εάν, εφόσον ο κατασκευαστής επέλεξε να εφαρμόσει τις λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις αυτές εφαρμόστηκαν ορθά.
4.4. Αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει κατά πόσον, στην περίπτωση που δεν εφαρμόστηκαν οι λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις που επιλέχθηκαν από τον κατασκευαστή, και εφαρμόζουν άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, πληρούν τις αντίστοιχες ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας του παρόντος διατάγματος.
4.5. Συμφωνεί με τον κατασκευαστή για τον τόπο στον οποίο θα διεξαχθούν οι έλεγχοι και οι δοκιμές.
5. Ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει έκθεση αξιολόγησης στην οποία καταγράφονται οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το σημείο 4 καθώς και η έκβασή τους. Ο κοινοποιημένος οργανισμός, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεών του έναντι των κοινοποιουσών αρχών, δημοσιοποιεί το περιεχόμενο της έκθεσης αυτής, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, μόνο με την έγκριση του κατασκευαστή.
6. Στην περίπτωση που ο τύπος πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος που έχουν εφαρμογή για τη σχετική εκρηκτική ύλη, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ. Το εν λόγω πιστοποιητικό περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή, τα πορίσματα της εξέτασης, τους τυχόν όρους υπό τους οποίους ισχύει το πιστοποιητικό και τα απαραίτητα στοιχεία για την ταυτοποίηση του εγκεκριμένου τύπου. Στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ μπορούν να επισυνάπτονται ένα ή περισσότερα παραρτήματα.
Το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και τα παραρτήματά του περιλαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των κατασκευασμένων εκρηκτικών υλών προς τον εξετασθέντα τύπο και τον έλεγχο εν λειτουργία.
Στην περίπτωση που ο τύπος δεν πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος, ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά, αιτιολογεί δε λεπτομερώς την άρνησή του.
7. Ο κοινοποιημένος οργανισμός, αφενός, παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της γενικώς αναγνωρισμένης τεχνολογίας, από τις οποίες προκύπτει ότι ο εγκεκριμένος τύπος μπορεί να μην πληροί πλέον τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος και, αφετέρου, ορίζει εάν οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τον κατασκευαστή σχετικά.
Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει στην κατοχή του τον τεχνικό φάκελο για το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, για κάθε τροποποίηση του εγκεκριμένου τύπου που ενδέχεται να επηρεάσει τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας του παρόντος διατάγματος ή προς τους όρους υπό τους οποίους ισχύει το εν λόγω πιστοποιητικό. Για τις τροποποιήσεις αυτές απαιτείται συμπληρωματική έγκριση με τη μορφή προσθήκης στο αρχικό πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.
8. Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή κάθε προσθήκη σε αυτά που χορήγησε ή ανακάλεσε και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των πιστοποιητικών αυτών και/ή όλων των προσθηκών σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.
Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή τις τυχόν προσθήκες σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανακληθεί, ανασταλεί ή στα οποία έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο και, ύστερα από αίτηση, σχετικά με τα πιστοποιητικά που χορήγησε και/ή τις προσθήκες σε αυτά.
Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι άλλοι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν, ύστερα από αίτηση, να λάβουν αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή των προσθηκών σε αυτά. Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του τεχνικού φακέλου και των πορισμάτων των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από τον κοινοποιημένο οργανισμό.
Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων του και των προσθηκών του, καθώς και τον τεχνικό φάκελο που περιλαμβάνει τα έγγραφα τα οποία υποβλήθηκαν από τον κατασκευαστή έως τη λήξη ισχύος του πιστοποιητικού αυτού.
9. Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων και των προσθηκών του μαζί με τον τεχνικό φάκελο, επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.
10. Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του κατασκευαστή μπορεί να υποβάλλει την αίτηση που προβλέπεται στο σημείο 3 και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα σημεία 7 και 9, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.
Συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής και έλεγχοι προϊόντων υπό εποπτεία κατά τυχαία διαστήματα.
1. Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής και τη δοκιμή προϊόντων υπό εποπτεία κατά τυχαία διαστήματα είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3 και 4 και βεβαιώνει
και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι οι σχετικές εκρηκτικές ύλες είναι σύμφωνες προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος που έχουν εφαρμογή σε αυτές.
2. Κατασκευή
Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων εκρηκτικών υλών προς τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος που ισχύει γι’ αυτά.
3. Έλεγχοι προϊόντων
Ο κοινοποιημένος οργανισμός τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή ελέγχων στα προϊόντα σε τυχαία χρονικά διαστήματα που καθορίζονται από τον εν λόγω οργανισμό, προκειμένου να ελεγχθεί η ποιότητα των εσωτερικών ελέγχων της εκρηκτικής ύλης, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την τεχνολογική πολυπλοκότητα των προϊόντων και
την ποσότητα παραγωγής. Εξετάζεται κατάλληλο δείγμα των τελικών προϊόντων, το οποίο λαμβάνεται επιτόπου από τον κοινοποιημένο οργανισμό πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά, και διεξάγονται οι ενδεδειγμένες δοκιμές, οι οποίες προσδιορίζονται στα σχετικά μέρη των εναρμονισμένων προτύπων, και/ή ισοδύναμες δοκιμές που ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να εξακριβωθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς τις σχετικές απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος. Εφόσον ένα δείγμα δεν συμμορφώνεται με το αποδεκτό επίπεδο ποιότητας, ο κοινοποιημένος οργανισμός λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.
Σκοπός της διαδικασίας δειγματοληψίας προς έγκριση που πρέπει να εφαρμοστεί είναι να καθοριστεί κατά πόσον η διαδικασία κατασκευής της εκρηκτικής ύλης λειτουργεί εντός αποδεκτών ορίων, με σκοπό την εξασφάλιση της συμμόρφωσης της εκρηκτικής ύλης.
Ο κατασκευαστής τοποθετεί, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού, τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατασκευής.
4. Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ
4.1. Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE σε κάθε εκρηκτική ύλη που είναι σύμφωνη προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος.
4.2. Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε τύπο εκρηκτικής ύλης και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά. Στη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ταυτοποιείται ο τύπος εκρηκτικής ύλης για τον οποίο έχει συνταχθεί η δήλωση.
Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.
5. Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 4 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.
Συμμόρφωση με τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής.
1. Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής αποτελεί το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι οι σχετικές εκρηκτικές ύλες είναι σύμφωνες προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος που εφαρμόζονται σε αυτές.
2. Κατασκευή
Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για την παραγωγή, την επιθεώρηση του τελικού προϊόντος και τις δοκιμές της σχετικής εκρηκτικής ύλης όπως ορίζεται στο σημείο 3 και υπόκειται σε επιτήρηση όπως ορίζεται στο σημείο 4.
3. Σύστημα ποιότητας
3.1. Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση για την αξιολόγηση του συστήματος ποιότητας που εφαρμόζει στον κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του, όσον αφορά τις συγκεκριμένες εκρηκτικές ύλες.
Η αίτηση περιλαμβάνει:
α) το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου
β) γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό
γ) όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την προτεινόμενη κατηγορία της εκρηκτικής ύλης
δ) τον φάκελο του συστήματος ποιότητας
ε) τον τεχνικό φάκελο σχετικά με τον εγκεκριμένο τύπο και αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ.
3.2. Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των εκρηκτικών υλών προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ καθώς και προς τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος που ισχύουν γι’ αυτές.
Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και των φακέλων ποιότητας.
Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:
α) των ποιοτικών στόχων, της οργανωτικής δομής, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των διοικητικών στελεχών ως προς την ποιότητα των εκρηκτικών,
β) των αντίστοιχων τεχνικών κατασκευής, ποιοτικού ελέγχου και ποιοτικής διασφάλισης, των διαδικασιών και των συστηματικών ενεργειών που θα χρησιμοποιηθούν,
γ) των ελέγχων και των δοκιμών που διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή, και της συχνότητας διεξαγωγής τους,
δ) των φακέλων καταγραφής στοιχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ.,
ε) των μέσων επιτήρησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της επίτευξης της απαιτούμενης ποιότητας του προϊόντος και της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.
3.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2.
O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.
Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού προϊόντος και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή. Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1 στοιχείο ε) για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να προσδιορίζει τις σχετικές απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της εκρηκτικής ύλης προς τις απαιτήσεις αυτές.
Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.
3.4. Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.
3.5. Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.
Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες αλλαγές και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2 ή εάν απαιτείται νέα αξιολόγηση.
Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.
4. Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού
4.1. Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.
4.2. Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως:
α) τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,
β) τους φακέλους ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού κ.λπ.
4.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.
4.4. Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.
5. Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ
5.1. Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε εκρηκτική ύλη που είναι σύμφωνη προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις
ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος.
5.2. Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε τύπο εκρηκτικής ύλης και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει τον τύπο εκρηκτικής ύλης για τον οποίο έχει συνταχθεί.
Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.
6. Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών, για χρονικό διάστημα που λήγει 10 έτη μετά τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά:
α) τον φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1.
β) την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5, ως αυτή ενεκρίθη,
γ) τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στα σημεία 3.5, 4.3 και 4.4.
7. Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.
Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς για τις εγκρίσεις των συστημάτων ποιότητας τις οποίες έχει απορρίψει, αναστείλει, ανακαλέσει ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί, και, εφόσον του ζητηθεί, για τις εγκρίσεις συστημάτων ποιότητας που χορήγησε.
8. Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που προβλέπονται στα σημεία 3.1, 3.5, 5 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.
1. Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας του προϊόντος αποτελεί το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι οι σχετικές εκρηκτικές ύλες είναι σύμφωνες προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος που εφαρμόζονται σε αυτές.
2. Κατασκευή
Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για την επιθεώρηση του τελικού προϊόντος και τις δοκιμές των εκρηκτικών υλών, όπως ορίζεται στο σημείο 3 και υπόκειται σε επιτήρηση όπως ορίζεται στο σημείο 4.
3. Σύστημα ποιότητας
3.1. Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση για την αξιολόγηση του συστήματος ποιότητας που εφαρμόζει στον κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του, όσον αφορά τις συγκεκριμένες εκρηκτικές ύλες.
Η αίτηση περιλαμβάνει:
α) το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου,
β) γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό,
γ) όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την κατηγορία των σχετικών εκρηκτικών υλών,
δ) τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,
ε) τον τεχνικό φάκελο σχετικά με τον εγκεκριμένο τύπο και αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ.
3.2. Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των εκρηκτικών υλών προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος.
Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και των φακέλων ποιότητας.
Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:
α) των ποιοτικών στόχων, της οργανωτικής δομής, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των διοικητικών στελεχών ως προς την ποιότητα των προϊόντων,
β) των ελέγχων και των δοκιμών που θα διεξαχθούν μετά την κατασκευή,
γ) των αρχείων καταχώρισης στοιχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού κ.λπ.,
δ) των μέσων παρακολούθησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.
3.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2.
O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.
Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού προϊόντος και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή. Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1 στοιχείο ε), για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να προσδιορίζει τις σχετικές απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της εκρηκτικής ύλης προς τις απαιτήσεις αυτές.
Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.
3.4. Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.
3.5. Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας, για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.
Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες αλλαγές και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2 ή εάν απαιτείται νέα αξιολόγηση.
Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.
4. Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού.
4.1. Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.
4.2. Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως:
α) τον φάκελο του συστήματος ποιότητας
β) τους φακέλους ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού κ.λπ.
4.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.
4.4. Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.
5. Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ
5.1. Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε εκρηκτική ύλη που είναι σύμφωνη προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος.
5.2. Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε τύπο εκρηκτικής ύλης και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει τον τύπο εκρηκτικής ύλης για τον οποίο έχει συνταχθεί.
Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.
6. Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών, για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά:
α) τον φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1,
β) την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5, ως αυτή ενεκρίθη,
γ) τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στα σημεία 3.5, 4.3 και 4.4.
7. Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.
Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς για τις εγκρίσεις των συστημάτων ποιότητας τις οποίες έχει απορρίψει, αναστείλει ή ανακαλέσει, και, εφόσον του ζητηθεί, για τις εγκρίσεις συστημάτων ποιότητας που χορήγησε.
8. Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που προβλέπονται στα σημεία 3.1, 3.5, 5 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.
1. Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση την εξακρίβωση επί προϊόντων αποτελεί μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 5.1 και 6 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι οι σχετικές εκρηκτικές ύλες, στις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του σημείου 3, είναι σύμφωνες προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος που εφαρμόζονται σε αυτές.
2. 2. Κατασκευή
Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων εκρηκτικών υλών προς τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος που ισχύει γι’ αυτά.
3. Επαλήθευση
Ο κοινοποιημένος οργανισμός που έχει επιλεγεί από τον κατασκευαστή πραγματοποιεί κατάλληλες εξετάσεις και δοκιμές προκειμένου να εξακριβώσει κατά πόσο οι εκρηκτικές ύλες είναι σύμφωνες με τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις οικείες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος.
Οι εξετάσεις και δοκιμές για την επαλήθευση της συμμόρφωσης των εκρηκτικών υλών με τις οικείες απαιτήσεις διεξάγονται, κατ’ επιλογή του κατασκευαστή, είτε με έλεγχο και δοκιμή κάθε προϊόντος όπως ορίζεται στο σημείο 4 ή με τη διενέργεια εξέτασης και δοκιμών των εκρηκτικών υλών σε στατιστική βάση όπως ορίζεται στο σημείο 5.
4. Εξακρίβωση της συμμόρφωσης με εξέταση και δοκιμές κάθε προϊόντος
4.1. Κάθε εκρηκτική ύλη εξετάζεται ξεχωριστά και διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές, που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, και/ή ισοδύναμες δοκιμές που εφαρμόζουν άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να επαληθευθεί η συμμόρφωσή τους προς τον εγκεκριμένο τύπο, όπως περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, και προς τις σχετικές απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος. Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός σχετικά με τις κατάλληλες δοκιμές που πρέπει να διεξαχθούν.
4.2. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός ταυτοποίησής του στην εγκεκριμένη εκρηκτική ύλη.
Ο κατασκευαστής θέτει τις βεβαιώσεις συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών για σκοπούς επιθεώρησης επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.
5. Στατιστική εξακρίβωση της συμμόρφωσης
5.1. Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν την ομοιογένεια κάθε παραγόμενης παρτίδας και προσκομίζει τις εκρηκτικές ύλες του προς εξακρίβωση με τη μορφή ομοιογενών παρτίδων.
5.2. Από κάθε παρτίδα λαμβάνεται τυχαίο δείγμα. Όλες οι εκρηκτικές ύλες που συνιστούν το δείγμα εξετάζονται μεμονωμένα και διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές όπως προβλέπουν τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, και/ή ισοδύναμες δοκιμές που ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωσή τους προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος και να αποφασιστεί η αποδοχή ή η απόρριψη της παρτίδας. Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός σχετικά με τις κατάλληλες δοκιμές που πρέπει να διεξαχθούν.
5.3. Όταν μια παρτίδα γίνεται δεκτή, όλες οι εκρηκτικές ύλες της παρτίδας τεκμαίρεται ότι εγκρίνονται, εκτός από τις εκρηκτικές ύλες του δείγματος οι οποίες διαπιστώθηκε ότι δεν ανταποκρίθηκαν επιτυχώς στις δοκιμές.
Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός ταυτοποίησής του στην εγκεκριμένη εκρηκτική ύλη.
Ο κατασκευαστής θέτει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.
5.4. Εάν μια παρτίδα απορριφθεί, ο κοινοποιημένος οργανισμός ή η αρμόδια αρχή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για να εμποδίσει τη διάθεση της παρτίδας αυτής στην αγορά. Στην περίπτωση συχνής απόρριψης παρτίδων, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να αναστείλει τη στατιστική εξακρίβωση και να λάβει τα ενδεδειγμένα μέτρα.
6. Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ
6.1. Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε εκρηκτική ύλη που είναι σύμφωνη προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος.
6.2. Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε τύπο εκρηκτικής ύλης και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει τον τύπο εκρηκτικής ύλης για τον οποίο έχει συνταχθεί.
Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.
Εφόσον συμφωνεί ο κοινοποιημένος οργανισμός στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3, και υπ’ ευθύνη του, ο κατασκευαστής τοποθετεί επίσης στις εκρηκτικές ύλες τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού.
Εφόσον συμφωνεί ο κοινοποιημένος οργανισμός, και υπ’ ευθύνη του, ο κατασκευαστής μπορεί να τοποθετεί τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού στις εκρηκτικές ύλες κατά τη διαδικασία κατασκευής.
7. Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.
Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5.1.
1. Η συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις των σημείων 2, 3 και 5 και βεβαιώνει και δηλώνει με δική του αποκλειστική ευθύνη ότι η εκρηκτική ύλη που υπόκειται στις διατάξεις του σημείου 4 είναι σύμφωνη προς τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος που εφαρμόζονται σε αυτήν.
2. Τεχνικός φάκελος
2.1. Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο και τον θέτει στη διάθεση του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 4. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία της εκρηκτικής ύλης. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:
α) γενική περιγραφή της εκρηκτικής ύλης
β) σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.
γ) τις περιγραφές και εξηγήσεις που είναι αναγκαίες για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας των εκρηκτικών υλών
δ) τον κατάλογο των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας του παρόντος διατάγματος, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμογή. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί
ε) τα αποτελέσματα των σχεδιαστικών υπολογισμών, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.
στ) τις εκθέσεις δοκιμών.
2.2. Ο κατασκευαστής θέτει τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.
3. Κατασκευή
Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση της κατασκευαζόμενης εκρηκτικής ύλης προς τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος.
4. Επαλήθευση
Ο κοινοποιημένος οργανισμός τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, όπως προβλέπεται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, και/ή ισοδύναμες δοκιμές όπως ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να εξακριβώσει τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος. Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός σχετικά με τις κατάλληλες δοκιμές που πρέπει να διεξαχθούν.
Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός ταυτοποίησής του στην εγκεκριμένη εκρηκτική ύλη.
Ο κατασκευαστής θέτει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.
5. Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ
5.1. Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 4, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε εκρηκτική ύλη που ικανοποιεί τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος.
5.2. Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά. Στη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ταυτοποιείται η εκρηκτική ύλη για την οποία έχει συνταχθεί η δήλωση.
Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.
6. Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 2.2 και 5 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.
1. Αριθμός … (προϊόντος, τύπου παρτίδας ή σειράς):
2. Όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή και, κατά περίπτωση, του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του:
3. Η παρούσα δήλωση συμμόρφωσης εκδίδεται με αποκλειστική ευθύνη του κατασκευαστή.
4. Στόχος της δήλωσης (ταυτοποίηση προϊόντος που επιτρέπει την ιχνηλασιμότητα):
5. Ο στόχος της δήλωσης που περιγράφεται παραπάνω είναι σύμφωνος με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης:
6. Μνεία των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων που χρησιμοποιήθηκαν ή μνεία των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών σε σχέση με τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση:
7. Ο κοινοποιημένος οργανισμός … (ονομασία, αριθμός) πραγματοποίησε … (περιγραφή της παρέμβασης) και χορήγησε το πιστοποιητικό:
8. Συμπληρωματικές πληροφορίες:
Υπογραφή για λογαριασμό και εξ ονόματος:
(τόπος και ημερομηνία έκδοσης):
(όνομα, θέση) (υπογραφή):
(1) Ο κατασκευαστής μπορεί, προαιρετικά, να δώσει αριθμό στη δήλωση συμμόρφωσης.
Οι διατάξεις του παρόντος προεδρικού διατάγματος ισχύουν από 20 Απριλίου 2016, με εξαίρεση τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 6, 13 παρ. 3, 15 παρ. 6 και 46 των οποίων η ισχύς αρχίζει από την δημοσίευσή του παρόντος διατάγματος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η δημοσίευση και η εκτέλεση του παρόντος προεδρικού διατάγματος ανατίθεται στον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης και στον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών.
Αθήνα, 5 Δεκεμβρίου 2016
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
Οι Υπουργοί
Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΟΣΚΑΣ |
Οικονομίας και Ανάπτυξης ΔΗΜΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ |
Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΧΑΡΙΤΣΗΣ |