Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 251 - 300, σε σύνολο 975
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Pharynx
Μετάφραση: Φάρυγγας

Όρος: Phase
Μετάφραση: Φάση

Συντομογραφία: PCM
Όρος: Phase contrast microscopy
Μετάφραση: Μικροσκοπία αντίστροφης φάσης

Όρος: Phase-in substance
Μετάφραση: Σταδιακά εισαγόμενη ουσία

Όρος: Phenanthrene
Μετάφραση: Φαινανθρένιο

Όρος: Phenazone or antipyrine
Μετάφραση: Φαιναζόνη ή αντιπυρίνη

Όρος: Phenetole or ethyl phenyl ether
Μετάφραση: Φαινετόλη ή αιθυλοφαινυλοαιθέρας

Όρος: Phenic acid see phenol
Μετάφραση:

Όρος: Phenol or hydroxybenzene or phenic acid or carbolic acid, phenylalcohol, monohydroxybenzene
Μετάφραση: Φαινόλη ή υδροξυβενζόλιο ή φαινικό οξύ ή καρβολικό οξύ

Όρος: Phenolic derivatives
Μετάφραση: Φαινολικά παράγωγα

Όρος: Phenolphthalein
Μετάφραση: Φαινολοφθαλεϊνη

Όρος: Phenolphthalein powder
Μετάφραση: Φαινολοφθαλεϊνη σκόνη

Όρος: Phenols
Μετάφραση: Φαινόλες

Όρος: Phenothiazine, 2,3:5,6-dibenzo-1,4-thiazine
Μετάφραση: Φαινοθειαζίνη

Όρος: Phenyl acetate
Μετάφραση: Οξικός φαινυλεστέρας

Όρος: Phenyl benzoate
Μετάφραση: Βενζοϊκό φαινύλιο

Όρος: Phenyl butene
Μετάφραση: Φαινυλοβουτένιο

Όρος: Phenyl carbitol
Μετάφραση: Φαινυλοκαρβιτόλη

Όρος: Phenyl cyanide see benzonitrile
Μετάφραση:

Όρος: Phenyl ether
Μετάφραση: Διφαινυλαιθέρας

Όρος: Phenyl ether see diphenyl ether
Μετάφραση:

Συντομογραφία: PGE
Όρος: Phenyl glycidyl ether, 2,3-epoxypropyl phenyl ether, 1,2-epoxy-3-phenoxypropane
Μετάφραση: Φαινυλoγλυκιδυλαιθέρας εποξύ-3-φαινοξυπροπάνιον 1,2-

Όρος: Phenyl isocyanate or carbanyl
Μετάφραση: Φαινυλοϊσοκυανίδιο ή καρβανύλιο

Όρος: Phenyl isothiocyanate
Μετάφραση: Φαινυλοϊσοθειοκυανικό

Όρος: Phenyl mercaptan
Μετάφραση: Φαινυλoμερκαπτάνη

Όρος: Phenyl methyl propanol
Μετάφραση: Φαινυλομεθυλοπροπανόλη

Όρος: Phenyl naphthylamine
Μετάφραση: Φαινυλοναφθυλαμίνη

Όρος: phenyl-2-propanone 1- see benzyl methyl ketone
Μετάφραση:

Όρος: Phenylacetaldehyde or phenylethanal
Μετάφραση: Φαινυλακεταλδεΰδη ή φαινυλαιθανάλη

Όρος: Phenylacetic acid or phenylethanoic acid
Μετάφραση: Φαινυλοξικό οξύ ή φαινυλαιθανοϊκό οξύ

Όρος: Phenylacetonitrile or benzyl cyanide
Μετάφραση: Φαινυλακετονιτρίλιο ή βενζυλοκυανίδιο

Όρος: Phenylalanine
Μετάφραση: Φαινυλαλανίνη

Όρος: Phenylamine see aniline
Μετάφραση:

Όρος: Phenylbutyric acid
Μετάφραση: Φαινυλοβουτυρικό οξύ

Όρος: Phenylenediamine
Μετάφραση: Φαινυλενοδιαμίνη

Όρος: Phenylethanal see phenylacetaldehyde
Μετάφραση:

Όρος: Phenylethanoic acid see phenylacetic acid
Μετάφραση:

Όρος: Phenylethanol or phenylethyl alcohol
Μετάφραση: Φαινυλαιθανόλη ή φαινυλαιθυλική αλκοόλη ή φαινυλαιθυλαλκοόλη

Όρος: Phenylethyl
Μετάφραση: Φαινυλαιθύλιο

Όρος: Phenylethyl alcohol see phenylethanol
Μετάφραση:

Όρος: Phenylethyl bromide see bromophenylethane
Μετάφραση:

Όρος: Phenylethylamine
Μετάφραση: Φαινυλοαιθυλαμίνη

Όρος: Phenylethylene see styrene
Μετάφραση:

Όρος: Phenylfluoroform see benzotrifluoride
Μετάφραση:

Όρος: Phenylhydrazine
Μετάφραση: Φαινυλυδραζίνη

Όρος: Phenylhydrazine hydrochloride
Μετάφραση: Υδροχλωρική φαινυλυδραζίνη

Όρος: Phenylhydrazone
Μετάφραση: Φαινυλυδραζόνη

Όρος: Phenylhydroquinone
Μετάφραση: Φαινυλοϋδροκινόνη

Όρος: Phenylhydroquinone diacetate
Μετάφραση: Διοξεική φαινυλοϋδροκινόνη

Όρος: Phenylisoquinoline
Μετάφραση: Φαινυλοϊσοκινολίνη

Ακολουθήστε μας