Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
Εγκ. 130115_2007 | 865.08 KB |
Με το π.δ. 212/2006 εναρµονίζεται το εθνικό µας δίκαιο µε την οδηγία 2003/18/ΕΚ. Η οδηγία αυτή τροποποιεί τις προηγούµενες 83/477/ΕΟΚ και 91/382/ΕΟΚ που σχετίζονται µε την προστασία των εργαζοµένων από αµίαντο. Το π.δ. δεν τροποποιεί αντίστοιχα τα προηγούµενα κείµενα εναρµόνισης, αλλά συγκεντρώνει σε ένα ενιαίο κείµενο τόσο τις νέες κοινοτικές απαιτήσεις όσο και τις παλαιότερες διατάξεις. Για το λόγο αυτό, µε το π.δ. καταργείται όλη η σχετική προγενέστερη νοµοθεσία, δηλ. καταργήθηκαν τα π.δ. 70α/88, π.δ.175/97 και το άρθρο 3 του π.δ.159/99 (βλ. άρθρο 24). Εννοείται ότι παρέµειναν σε ισχύ γενικότερες διατάξεις που ρυθµίζουν θέµατα προστασίας των εργαζοµένων από κινδύνους οφειλόµενους σε χηµικούς και σε καρκινογόνους παράγοντες, όπως τα π.δ. 399/94, π.δ. 127/2000, π.δ. 338/2001 και π.δ. 43/2003.
Το π.δ. 212/2006 έχει ως αντικείµενο την προστασία των εργαζοµένων από τους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλειά τους, περιλαµβανοµένης και της πρόληψης των κινδύνων αυτών που προέρχονται ή µπορούν να προέλθουν από δραστηριότητες κατά τις οποίες εκτίθενται στη σκόνη αµιάντου ή στη σκόνη υλικών που περιέχουν αµίαντο.
Το π.δ. 212/2006 εφαρµόζεται σε δραστηριότητες κατά τις οποίες οι εργαζόµενοι εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν, κατά τη διάρκεια της εργασίας τους, σε σκόνη από αµίαντο ή από υλικά που περιέχουν αµίαντο. Το π.δ. αναµένεται να έχει εφαρµογή κυρίως σε εργασίες κατεδάφισης, συντήρησης ή αφαίρεσης αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο από κτίρια, κατασκευές, εγκαταστάσεις, πλοία κλπ. Για το λόγο αυτό, στο νέο π.δ. έχουν ληφθεί υπόψη και τα ισχύοντα για τα τεχνικά έργα και τις ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες.
Τονίζεται ιδιαίτερα ότι το π.δ. 212/2006 εφαρµόζεται ακόµα και στην περίπτωση που υπάρχει η παραµικρή αµφιβολία ως προς την παρουσία αµιάντου σε ένα υλικό ή κτίριο ή εγκατάσταση (βλ. άρθρο 10).
∆ιευκρινίζεται ότι το π.δ. 212/2006 αποτελεί εργατική νοµοθεσία που αφορά στην ασφάλεια και υγεία των εργαζοµένων και γι’ αυτό άλλωστε υπάγεται στην αρµοδιότητα του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας. Είναι βέβαια γνωστό ότι υπάρχουν και άλλοι φορείς που δραστηριοποιούνται σε θέµατα αµιάντου (ΥΠΕΧΩ∆Ε, Γενικό Χηµείο του Κράτους, Υπ. Ανάπτυξης, κλπ), αλλά αυτοί καλύπτουν άλλες πτυχές του προβλήµατος, όπως π.χ. την προστασία των καταναλωτών, την επισήµανση του αµιάντου ως επικίνδυνη χηµική ουσία, τη διαχείρισή του ως επικίνδυνο απόβλητο και την προστασία του περιβάλλοντος.
Επίσης, διευκρινίζεται ότι το π.δ. 212/2006, όπως άλλωστε και όλες οι διατάξεις της εργατικής νοµοθεσίας για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζοµένων, αναφέρεται στην επαγγελµατική έκθεση, δηλαδή σε όσους εκτίθενται στον κίνδυνο που απορρέει από το αντικείµενο της εργασίας τους. Εποµένως µε το π.δ. δεν καλύπτονται γενικότερα ζητήµατα δηµόσιας υγείας ή ποιότητας αέρα εσωτερικού χώρου.
Όπως και η υπόλοιπη νοµοθεσία για την ασφάλεια και υγεία στην εργασία, το νέο π.δ. έχει ισχύ σε όλους τους κλάδους οικονοµικής δραστηριότητας τόσο του ιδιωτικού όσο και του δηµόσιου τοµέα.
Τέλος, επισηµαίνεται ότι σε κίνδυνο βρίσκονται µόνον όσοι έρχονται σε επαφή µε ίνες αµιάντου που είναι στον αέρα ελεύθερες, δηλαδή ότι ο αµίαντος δηµιουργεί πρόβληµα µόνον όταν οι ίνες του αποδεσµεύονται από το αµιαντούχο υλικό. Το παρόν π.δ. έχει πράγµατι εφαρµογή σε εργασίες όπου µε οποιοδήποτε τρόπο θα διαταραχθεί ο αµίαντος ή τα υλικά που περιέχουν αµίαντο.
Για τους σκοπούς του π.δ. ως αµίαντος νοείται οποιοδήποτε από τα παρακάτω ινώδη πυριτικά υλικά:
Ο αριθµός CAS (Chemical Abstract Service) που αναγράφεται δίπλα από κάθε υλικό αποτελεί έναν παγκοσµίως αποδεκτό αριθµό καταχώρισης και χαρακτηρίζει µοναδικά το κάθε ένα από αυτά.
Επειδή, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, το π.δ. αναµένεται να έχει εφαρµογή κυρίως σε τεχνικά έργα και ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, τονίζεται στο παρόν άρθρο ότι ισχύουν κατά περίπτωση οι ορισµοί της νοµοθεσίας για αυτούς τους κλάδους δραστηριότητας, δηλαδή ισχύει το άρθρο 2 του π.δ. 305/96 «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας που πρέπει να εφαρµόζονται στα προσωρινά ή κινητά εργοτάξια σε συµµόρφωση προς την οδηγία 92/57/ΕΟΚ» και το άρθρο 2 του π.δ. 70/90 «Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζοµένων σε ναυπηγικές εργασίες». Έτσι, δεν θα δηµιουργούνται παρερµηνείες κατά την εφαρµογή του π.δ. 212/2006, όπως π.χ. ως προς την έννοια του εργοδότη.
Στο άρθρο 3 ορίζονται οι γενικές υποχρεώσεις του εργοδότη.
Εκτίµηση κινδύνου Η πρώτη βασική υποχρέωση του εργοδότη είναι η σύνταξη της γραπτής εκτίµησης των υφιστάµενων κατά την εργασία κινδύνων και ο καθορισµός των µέτρων που πρέπει να ληφθούν για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζοµένων. Η υποχρέωση αυτή έχει θεσµοθετηθεί µε το άρθρο 8, παράγραφος 1 του π.δ. 17/1996 και αφορά όλους τους κινδύνους στους οποίους εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν οι εργαζόµενοι. Η εκ νέου αναφορά της υποχρέωσης αυτής στο π.δ. 212/2006 αποσκοπεί στην επισήµανση της απαίτησης προσδιορισµού της φύσης, του βαθµού και της διάρκειας της έκθεσης των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου για κάθε δραστηριότητα που µπορεί να παρουσιάσει κίνδυνο έκθεσης σε σκόνη αµιάντου ή σκόνη αµιαντούχων υλικών.
Με τον όρο όµως «έκθεση των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου» νοείται η επαγγελµατική έκθεση, όταν δηλαδή το αντικείµενο της εργασίας προκαλεί τη δηµιουργία σκόνης αµιάντου ή σκόνης αµιαντούχων υλικών στο εργασιακό περιβάλλον. Mε την Υ.Α. 82/2003 απαγορεύτηκε η εµπορία και η χρήση σε νέες εφαρµογές των αµιαντούχων υλικών, ενώ µε το π.δ. 212/2006 απαγορεύεται η εξόρυξη αµιάντου και η παραγωγή αµιαντούχων προϊόντων (βλ. άρθρο 5). Συνεπώς η εκτίµηση κινδύνου λόγω ενδεχόµενης έκθεσης σε ίνες αµιάντου αφορά τους εργαζόµενους, που το αντικείµενο της εργασίας τους είναι η διαχείριση των ήδη εγκατεστηµένων αµιαντούχων υλικών (π.χ. συντήρηση, αφαίρεση υλικών), καθώς και εκείνους, που συναντούν αµιαντούχα υλικά κατά τη διάρκεια της εργασίας τους, κυρίως κατά τη συντήρηση και ανακαίνιση κτιρίων, εγκαταστάσεων, πλοίων, τρένων κτλ (π.χ. ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί, ελαιοχρωµατιστές κ.τ.λ.).
∆ηλαδή η υποχρέωση να συµπεριληφθεί ο κίνδυνος έκθεσης των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου στη γραπτή εκτίµηση επαγγελµατικού κινδύνου υφίσταται όταν πρόκειται να εκτελεστεί είτε ένα έργο διαχείρισης αµιαντούχων υλικών, είτε ένα έργο συντήρησης ή ανακαίνισης κτιρίων, εγκαταστάσεων κ.τ.λ. όπου διαταράσσονται αµιαντούχα υλικά.
Για να εκτελεστεί ωστόσο ένα έργο διαχείρισης αµιαντούχων υλικών πρέπει προφανώς να έχει προηγηθεί ο εντοπισµός τους και η απόφαση για τον τρόπο διαχείρισής τους. Ο εντοπισµός των αµιαντούχων υλικών αποτελεί υποχρέωση του εργοδότη πριν την έναρξη εργασιών κατεδάφισης ή συντήρησης (βλ. άρθρο 10). Η απόφαση ωστόσο για τον τρόπο διαχείρισης των αµιαντούχων υλικών είναι καθοριστικής σηµασίας για τον κίνδυνο στον οποίο θα εκτεθούν οι εργαζόµενοι που θα εκτελέσουν το αντίστοιχο έργο διαχείρισης των υλικών αυτών. Λόγω λοιπόν της σπουδαιότητας που διαδραµατίζει η απόφαση αυτή, στη συνέχεια θα αναφερθούν παρενθετικά οι παράµετροι που πρέπει να λαµβάνονται υπόψη για τη λήψη µιας τέτοιας απόφασης.
Το επίπεδο κινδύνου σ’ ένα χώρο από την παρουσία αµιαντούχων υλικών προσδιορίζεται µε βάση: 1) την κατάσταση των υλικών και την πιθανότητα απελευθέρωσης ινών αµιάντου από αυτά και 2) την
επικινδυνότητα των συνθηκών χρήσης του χώρου.
1. Για την πιθανότητα απελευθέρωσης ινών αµιάντου από τα αµιαντούχα υλικά λαµβάνεται υπόψη:
♦ το είδος των υλικών (π.χ. αµιαντοτσιµέντο, αµιαντόχαρτο, αµιαντόπλακες, ψεκασµένος αµίαντος κλπ)
♦ η έκταση της φθοράς των υλικών
♦ η θέση και το είδος της επιφάνειας των υλικών (π.χ. πλακάκια δαπέδου από βινύλιο, υλικά θερµοµόνωσης σε περιφραγµένους χώρους, µονωτικές αµιαντόπλακες χωρίς επικάλυψη κλπ)
♦ ο τύπος του αµιάντου (χρυσότιλος, τρεµολίτης, κροκιδόλιθος κλπ).
2. Για την επικινδυνότητα των συνθηκών χρήσης ενός χώρου, στον οποίο έχουν εντοπιστεί αµιαντούχα υλικά, λαµβάνεται υπόψη:
♦ η δραστηριότητα των χρηστών του χώρου (κύρια ή δευτερεύουσα, επίπεδο διατάραξης των αµιαντούχων υλικών)
♦ η πιθανότητα διατάραξης των υλικών βάσει:
♦ η πιθανότητα έκθεσης των χρηστών του χώρου σε ίνες αµιάντου βάσει:
♦ οι εργασίες συντήρησης (είδος και συχνότητα εργασιών).
Τα συµπεράσµατα που προκύπτουν τόσο από την επικινδυνότητα των συνθηκών χρήσης του χώρου όσο και από την πιθανότητα απελευθέρωσης ινών αµιάντου από τα υλικά αποτελούν οδηγό για τις προτεραιότητες που πρέπει να τεθούν για τη διαχείριση των αµιαντούχων υλικών.
Στο διάγραµµα που ακολουθεί περιγράφονται σχηµατικά τα βήµατα που ακολουθούνται για τη διαχείριση των αµιαντούχων υλικών.
Μετά τη λήψη απόφασης, για το αν υπάρχει ανάγκη άµεσης αποµάκρυνσης των υλικών ή αν είναι εφικτή η παραµονή τους στο χώρο µέχρι το τέλος ζωής τους µε τη λήψη κατάλληλων µέτρων πρόληψης (π.χ. επισήµανση και παρακολούθηση της κατάστασης των υλικών, επικάλυψη, εγκλεισµός), ακολουθεί η εκτίµηση κινδύνου που αναφέρεται το άρθρο 3 και αφορά το συγκεκριµένο έργο που θα εκτελεστεί. Σ’ αυτό λοιπόν το στάδιο πρέπει να εκτιµηθεί η πιθανότητα υπέρβασης της οριακής τιµής επαγγελµατικής έκθεσης κατά τη διάρκεια του έργου και να προσδιοριστούν τα µέτρα προστασίας (τεχνικά, οργανωτικά, ατοµικά) που πρέπει να ληφθούν. Ταυτόχρονα πρέπει να γίνει εκτίµηση των γενικότερων κινδύνων στους οποίους ενδέχεται να εκτεθούν οι εργαζόµενοι (π.χ. ηλεκτρισµός, πτώση από ύψος, κινούµενα µέρη εξοπλισµού εργασίας κλπ) και να καθοριστούν οι διαδικασίες αποµάκρυνσης και διαχείρισης των αποβλήτων ως επικίνδυνα απόβλητα.
Τέλος, στη γραπτή εκτίµηση κινδύνου πρέπει να καθοριστούν και οι διαδικασίες αναθεώρησης της εκτίµησης και ελέγχου της αποτελεσµατικότητας των µέτρων πρόληψης που έχουν προταθεί, ιδιαίτερα όταν υπάρχουν λόγοι να θεωρηθεί η εκτίµηση ανακριβής ή όταν έχει γίνει ουσιαστική µεταβολή στην εργασία, που αναµένεται να επηρεάσει σηµαντικά την έκθεση των εργαζοµένων στον αµίαντο.
Σε κάθε περίπτωση, το περιεχόµενο της εκτίµησης κινδύνου ενός τεχνικού έργου διαχείρισης αµιαντούχων υλικών πρέπει να αποτελεί αντικείµενο διαβούλευσης µεταξύ του εργοδότη και των εργαζοµένων ή/και των εκπροσώπων τους.
Συντονισµός εργοδοτών – συνυπευθυνότητα εργοδοτών
Η δεύτερη βασική υποχρέωση του εργοδότη είναι να µεριµνά σε συνεννόηση µε τους άλλους εργοδότες, όταν στο εργοτάξιο συνυπάρχουν πολλά συνεργεία, για τον κατάλληλο συντονισµό ως προς την εφαρµογή των γενικών αρχών πρόληψης. Η ευθύνη εφαρµογής των µέτρων πρόληψης έναντι του κινδύνου έκθεσης των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου ανατίθεται τόσο στον εργολάβο και υπεργολάβο ολόκληρου ή τµήµατος του έργου, ανεξάρτητα αν αυτό εκτελείται ολικά ή κατά τµήµατα µε υπεργολάβους, όσο και στον εργολάβο και υπεργολάβο τµήµατος του έργου.
Επίσης, στα πλαίσια της επιδίωξης να καθιερωθεί µια αλυσίδα ευθύνης και ευαισθητοποίησης όλων των συντελεστών του έργου, προβλέπονται σαφείς υποχρεώσεις και για τους αυτοαπασχολούµενους, καθώς επίσης και για τους εργολάβους και υπεργολάβους όταν ασκούν οι ίδιοι επαγγελµατική δραστηριότητα στο εργοτάξιο, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 9 του π.δ. 305/1996.
Σποραδική και µειωµένης έντασης έκθεση σε ίνες αµιάντου
Στα π.δ. 70α/1988 και 175/1997, που ήταν σε ισχύ µέχρι την έκδοση του νέου διατάγµατος, εκτός από την έννοια της οριακής τιµής έκθεσης σε ίνες αµιάντου, υπήρχε και η έννοια του ορίου δράσης. Στο π.δ. 212/2006 καταργείται η έννοια του ορίου δράσης και στη θέση της εισάγεται η έννοια της σποραδικής έκθεσης σε ίνες αµιάντου, της οποίας η ένταση είναι µειωµένη. Όταν λοιπόν οι εργαζόµενοι υφίστανται σποραδική και µειωµένης έντασης έκθεση σε ίνες αµιάντου, ο εργοδότης απαλλάσσεται της υποχρέωσης:
Αυτές τις υποχρεώσεις τις είχε ο εργοδότης στα καταργηθέντα π.δ., όταν διαπιστώνονταν υπέρβαση των ορίων δράσης. ∆ηλαδή και στα π.δ. που καταργήθηκαν και στο νέο, που ισχύει, ο εργοδότης απαλλάσσεται από ορισµένες υποχρεώσεις, όταν οι εργασίες σε αµίαντο είναι πολύ χαµηλού κινδύνου. Παρόλο όµως που η έννοια της σποραδικής έκθεσης σε ίνες αµιάντου, της οποίας η ένταση είναι µειωµένη, σχετίζεται µε την καταργηθείσα έννοια του ορίου δράσης, οι παρακάτω διευκρινίσεις είναι απαραίτητες.
Καταρχήν πρέπει να τονιστεί ότι η απαλλαγή του εργοδότη από τις παραπάνω υποχρεώσεις επιτρέπεται µόνο όταν οι εργαζόµενοι υφίστανται σποραδική και µειωµένης έντασης έκθεση σε ίνες αµιάντου σε εργασίες, που αφορούν:
Επίσης είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι η έννοια της σποραδικής έκθεσης, δεν ταυτίζεται κατ’ ανάγκη µε την έννοια της σποραδικής εργασίας. Εργαζόµενοι σε καθηµερινή βάση µε πλήρες ωράριο είναι δυνατό να υφίστανται σποραδική έκθεση.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι η απαλλαγή του εργοδότη από τις προαναφερόµενες υποχρεώσεις είναι δυνατή όταν η έκθεση των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου είναι ταυτόχρονα σποραδική και µειωµένης έντασης. Οι χαµηλού κινδύνου εργασίες πρέπει δηλαδή να ορίζονται και ως προς τη διάρκειά τους και ως προς το επίπεδο έκθεσης των εργαζοµένων. ∆εν είναι δηλαδή επιτρεπτή η απαλλαγή του εργοδότη από τις παραπάνω υποχρεώσεις ούτε όταν η έκθεση των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου είναι µεν χαµηλού επιπέδου αλλά συνεχής, ούτε όταν είναι µεν σποραδική αλλά υψηλού επιπέδου.
Επίσης, ο χαρακτηρισµός των εργασιών µε αµίαντο ως εργασίες µε σποραδική και µειωµένης έντασης έκθεση σε ίνες αµιάντου, σε καµία περίπτωση δεν δικαιολογεί τη µη εφαρµογή των αναγκαίων µέτρων πρόληψης (τεχνικών, οργανωτικών, ατοµικών) για την προστασία της υγείας των εργαζοµένων. Απεναντίας, για να ισχύει ο παραπάνω χαρακτηρισµός των εργασιών, πρέπει να υιοθετούνται οι ενδεικνυόµενες καλές πρακτικές, ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος από την έκθεση σε ίνες αµιάντου. ∆εν είναι δυνατό, για παράδειγµα, να επιτευχθεί η µειωµένης έντασης έκθεση των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου, αν δεν ληφθούν τα κατάλληλα κάθε φορά µέτρα προστασίας.
Τέλος, για να απαλλαχθεί ο εργοδότης από τις προαναφερθείσες υποχρεώσεις, πρέπει να προκύπτει σαφώς από τα αποτελέσµατα της εκτίµησης των κινδύνων ότι δεν θα υπάρξει υπέρβαση της οριακής τιµής έκθεσης σε ίνες αµιάντου.
Σύµφωνα µε το Ευρωπαϊκό Πρότυπο ΕΝ 689/1995 “Workplace atmospheres – Guidance for the assessment of exposure by inhalation to chemical agents for comparison with limit values and measurement strategy”, το επίπεδο έκθεσης των εργαζοµένων σε ένα χηµικό παράγοντα είναι σαφώς µικρότερο της οριακής τιµής, όταν από τη µέτρησή του προκύπτει ότι είναι ίσο ή µικρότερο από το 0,25 της οριακής τιµής έκθεσης. Στην περίπτωση του αµιάντου η οριακή τιµή έκθεσης είναι 0,1 ίνα ανά cm3 (βλ. άρθρο 8). Συνεπώς, σύµφωνα µε το παραπάνω κριτήριο του Προτύπου, αν κατά τη διάρκεια των εργασιών το χρονικά σταθµισµένο επίπεδο έκθεσης των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου βρεθεί ότι είναι ≤ 0,025 ίνα ανά cm3, τότε είναι δυνατό να υποστηριχθεί ότι δεν θα υπάρξει υπέρβαση της οριακής τιµής έκθεσης.
Όµως, όπως ήδη αναφέρθηκε, οι εργαζόµενοι που εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν σε ίνες αµιάντου δεν είναι ενταγµένοι σε µια παραγωγική διαδικασία µε ελεγχόµενες συνθήκες έκθεσης. Τα έργα διαχείρισης αµιαντούχων υλικών είναι κυρίως οι χώροι εργασίας, στους οποίους οι εργαζόµενοι εκτίθενται σε ίνες αµιάντου. Στα έργα αυτά οι συνθήκες έκθεσης είναι µεταβαλλόµενες και ως προς τη διάρκεια της έκθεσης και ως προς το επίπεδό της. Η διενέργεια συνεπώς µετρήσεων µε σκοπό τον έλεγχο των κριτηρίων του παραπάνω Προτύπου και τη λήψη των απαραίτητων µέτρων πρόληψης δεν είναι πάντα εφικτή. Ιδιαίτερα σε µικρού µεγέθους έργα, που ολοκληρώνονται σε λίγες ώρες ή λίγες ηµέρες, η µέτρηση της συγκέντρωσης των ινών αµιάντου στον αέρα του χώρου εργασίας είναι χρήσιµη µόνο για την καταγραφή του ιστορικού έκθεσης των εργαζοµένων, παρά για τον ασφαλή σχεδιασµό των εργασιών, αφού µέχρι να εξαχθούν τα αποτελέσµατα των µετρήσεων ολοκληρώνονται οι εργασίες του έργου. Η εκτίµηση της πιθανότητας να υπάρξει υπέρβαση της οριακής τιµής έκθεσης σε ίνες αµιάντου κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου, σε αυτές τις περιπτώσεις, µπορεί να γίνει µε τρόπο υπολογιστικό στα πλαίσια της γραπτής εκτίµησης επαγγελµατικού κινδύνου.
∆ιεθνώς αναγνωρισµένοι φορείς (π.χ. HSE, INRS κ.α.) έχουν εκπονήσει µελέτες για την πιθανή συγκέντρωση ινών αµιάντου κατά την εκτέλεση διαφόρων εργασιών. Η πρόσβαση σ’ αυτά τα βιβλιογραφικά δεδοµένα είναι εφικτή µέσω των δικτυακών τόπων των φορέων αυτών ή της βάσης δεδοµένων που ονοµάζεται Evalutil (http://etudes.isped.u-bordeaux2.fr/evalutil). Οι τιµές αυτές δεν είναι χρονικά σταθµισµένες και µπορούν να χρησιµοποιηθούν σαν να επρόκειτο για τις αναλυτικές τιµές που λαµβάνονται κατά τη διενέργεια µετρήσεων της συγκέντρωσης ινών αµιάντου στον αέρα του εργασιακού περιβάλλοντος.
Αν δηλαδή από τις µελέτες αυτές, έχει βρεθεί ότι η πιθανή συγκέντρωση ινών αµιάντου κατά την εκτέλεση µιας συγκεκριµένης εργασίας είναι Α ίνες ανά cm3, τότε για να υποστηριχθεί ότι δεν θα υπάρξει υπέρβαση της οριακής τιµής έκθεσης (δηλαδή ότι η ηµερήσια έκθεση, βάσει του Προτύπου, θα είναι ≤ 0,025 ίνα ανά cm3) πρέπει η εργασία να εκτελεστεί για χρονικό διάστηµα ίσο µε:
Η εφαρµογή του συλλογισµού αυτού για συγκεκριµένες εργασίες οδηγεί στην αποσαφήνιση της έννοιας σποραδική και µειωµένης έντασης έκθεση σε ίνες αµιάντου, όπως φαίνεται στα παρακάτω παραδείγµατα:
Παράδειγµα 1ο
Η αφαίρεση φύλλων αµιαντοτσιµέντου µε τήρηση των ενδεικνυόµενων καλών πρακτικών προκαλεί πιθανό επίπεδο έκθεσης έως 0,5 ίνα ανά cm3. Με βάση τα όσα προαναφέρθηκαν, ο χρόνος που επιτρέπεται να τελεστεί αυτή η εργασία στη διάρκεια µιας 8/ωρης βάρδιας είναι:
Αυτό πρακτικά σηµαίνει ότι για να χαρακτηριστεί ένα έργο αφαίρεσης φύλλων αµιαντοτσιµέντου ως έργο µε σποραδική και µειωµένης έντασης έκθεση σε ίνες αµιάντου, πρέπει να αναφέρεται στην αφαίρεση πολύ λίγων φύλλων σε ηµερήσια βάση τηρώντας πάντα τις απαραίτητες καλές πρακτικές (π.χ. υγρή αφαίρεση συνδετήρων, αποφυγή θρυµµατισµού κ.τ.λ.).
Παράδειγµα 2ο
Η µηχανική διάτρηση αµιαντοτσιµέντου µε κατάλληλο σύστηµα τοπικής απαγωγής προκαλεί πιθανό επίπεδοέκθεσης έως 1 ίνα ανά cm3. Στην περίπτωση αυτή, ο χρόνος που επιτρέπεται να τελεστεί αυτή η εργασία στη διάρκεια µιας 8/ωρης βάρδιας είναι:
Ο χαρακτηρισµός κατά συνέπεια ενός έργου διάτρησης αµιαντοτσιµέντου ως έργο µε σποραδική και µειωµένης έντασης έκθεση σε ίνες αµιάντου µπορεί να γίνει µόνο όταν αφορά τη διάνοιξη λίγων οπών κατά τη διάρκεια της βάρδιας και εφόσον βέβαια τηρούνται οι αναγκαίες καλές πρακτικές.
Εδώ είναι απαραίτητο να τονιστεί ότι αυτή η εµπειρική υπολογιστική µέθοδος, που περιγράφτηκε παραπάνω, δεν αποσκοπεί στην εξαγωγή συµπερασµάτων βάσει αυστηρών µαθηµατικών υπολογισµών, αλλά στη διατύπωση κριτηρίων βάσει των οποίων µπορεί ένα έργο να χαρακτηριστεί ή όχι ως έργο µε σποραδική και µειωµένης έντασης έκθεση των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου. Για παράδειγµα, οι ακόλουθες εργασίες, εφόσον γίνουν προσεκτικά ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος δηµιουργίας σκόνης στον αέρα, µπορούν να θεωρηθούν ενδεχοµένως εργασίες χαµηλού κινδύνου:
αφαίρεση ενός µόνο ολόκληρου φύλλου από µονωτική αµιαντόπλακα, διάτρηση το πολύ 20 οπών (διαµέτρου µικρότερης των 20mm) σε αµιαντόπλακα (µε χρήση συστήµατος απαγωγής µε ηλεκτρική σκούπα τύπου ΗEPA συνδεδεµένη µε πλαστικό περίβληµα πάνω στην επιφάνεια όπου θα γίνει η οπή). Άλλα πιθανά
παραδείγµατα εργασιών χαµηλού κινδύνου αναφέρονται σε οδηγούς που έχουν εκδώσει διεθνώς αναγνωρισµένοι φορείς (π.χ. HSG210 και HSG213 του HSE, ED809 του INRS) αλλά και στον Οδηγό Καλών Πρακτικών µη ∆εσµευτικού Χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της SLIC.
Στον πίνακα που ακολουθεί δίνονται ενδεικτικά τα επίπεδα έκθεσης σε ίνες αµιάντου για διάφορα παραδείγµατα εργασιών. Αυτά τα επίπεδα έκθεσης είναι πιθανές τιµές της συγκέντρωσης των ινών αµιάντου στον αέρα.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω αξίζει να τονιστεί ότι η σποραδική και µειωµένης έντασης έκθεση των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου δεν αφορά σε καµιά περίπτωση εργασία µε εύθρυπτα υλικά (π.χ. ψεκασµένος αµίαντος, χύµα υλικό κ.τ.λ.). Τα υλικά, οι εργασίες µε τα οποία υπό προϋποθέσεις µπορούν να προκαλέσουν σποραδική και µειωµένης έντασης έκθεση σε ίνες αµιάντου, είναι το αµιαντοτσιµέντο, οι αµιαντούχες βαφές, η αµιαντούχος άσφαλτος, τα αµιαντούχα πλαστικά–ρητίνες–ελαστικά, το αµιαντόχαρτο και γενικώς υλικά που η κύρια χρήση τους δεν σχετίζεται µε τη θερµική ή ακουστική µόνωση ενός χώρου. Σε κάθε περίπτωση, όµως, και για τα µη εύθρυπτα υλικά χρειάζεται να γίνει εκτίµηση του κινδύνου συνυπολογίζοντας τη διάρκεια των εργασιών και το αναµενόµενο πιθανό επίπεδο έκθεσης των εργαζοµένων βάσει βιβλιογραφικών δεδοµένων. Σ’ αυτή την εκτίµηση κινδύνου πρέπει να αποδειχθεί µε σαφήνεια αν ένα έργο µπορεί να χαρακτηριστεί ως έργο σποραδικής έκθεσης σε ίνες αµιάντου, της οποίας η ένταση είναι µειωµένη.
1. Για κάθε δραστηριότητα κατά την οποία οι εργαζόµενοι εκτίθενται ή µπορεί να εκτεθούν κατά την εργασία τους σε σκόνη αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο, πρέπει να γίνεται γνωστοποίηση έναρξης εργασιών εγγράφως στην αρµόδια Επιθεώρηση Εργασίας.
Εξαιρούνται οι δραστηριότητες των περιπτώσεων σποραδικής έκθεσης των εργαζοµένων µε µειωµένη ένταση (που αναφέρονται στο άρθρο 3, παρ. 2).
Η γνωστοποίηση αυτή πρέπει να υποβάλλεται τουλάχιστον 10 ηµέρες πριν την έναρξη των εργασιών µε αµίαντο.
Κατ’ εξαίρεση η γνωστοποίηση των εργασιών µπορεί να γίνει σε διάστηµα µικρότερο των δέκα ηµερών πριν την έναρξη των εργασιών, µόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις (πχ. επείγουσες ναυπηγικές εργασίες, πυρκαγιά) και κατόπιν επαρκούς αιτιολόγησης.
Την υποχρέωση γνωστοποίησης έχει ο εργολάβος ολόκληρου του έργου, και στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει, ο κύριος του έργου.
Η γνωστοποίηση αυτή περιλαµβάνει τουλάχιστον τα εξής:
α) την τοποθεσία του εργοταξίου
β) τον τύπο και την ποσότητα των αµιαντούχων υλικών (πχ αµιαντοτσιµέντο, κτλ)
γ) το είδος αµιάντου που περιέχεται στα αµιαντούχα υλικά (πχ τρεµολίτης, κροκιδόλιθος, χρυσότιλος κτλ)
δ) τις δραστηριότητες και τις εφαρµοζόµενες µεθόδους (πχ υγρή αφαίρεση, εγκλεισµός κτλ)
ε) τον αριθµό των εργαζοµένων που θα εκτεθούν σε σκόνη αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο,
στ) την ηµεροµηνία έναρξης και τη διάρκεια των εργασιών
ζ) τα µέτρα που λαµβάνονται για να περιοριστεί η έκθεση των εργαζοµένων σε σκόνη αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο
η) τον εξοπλισµό εργασίας που θα χρησιµοποιηθεί και τα χαρακτηριστικά του.
Σηµείωση: µέχρι την έκδοση και την εφαρµογή της σχετικής Κανονιστικής Πράξης µε την οποία θα καθοριστούν οι προϋποθέσεις για την έκδοση άδειας λειτουργίας των επιχειρήσεων που θα εκτελούν κατεδαφιστικά έργα ή εργασίες αφαίρεσης αµιάντου (άρθρο 14), µαζί µε τη γνωστοποίηση έναρξης εργασιών θα υποβάλλεται στην αρµόδια Επιθεώρηση Εργασίας και το Σχέδιο Εργασίας (άρθρο 12, παρ. 6).
2. Νέα γνωστοποίηση στην Επιθεώρηση Εργασίας πρέπει να γίνεται το συντοµότερο δυνατό σε κάθε περίπτωση που πραγµατοποιηθεί:
3. Για τα στοιχεία που περιλαµβάνονται στις γνωστοποιήσεις έναρξης εργασιών µπορούν να ενηµερώνονται:
4. Η γνωστοποίηση έναρξης εργασιών µε αµίαντο ενσωµατώνεται στην εκ των προτέρων γνωστοποίηση (άρθρο 3 του π.δ. 305/96) για τις περιπτώσεις που υφίσταται υποχρέωση υποβολής της.
Τέτοιες περιπτώσεις έχουµε σε εργοτάξια µε προβλεπόµενη διάρκεια εργασιών µεγαλύτερη των 30 εργάσιµων ηµερών και στα οποία:
Τότε ο εργολάβος ολόκληρου του έργου, και εάν αυτός δεν υπάρχει τότε ο κύριος του έργου, πρέπει να διαβιβάζουν στην αρµόδια επιθεώρηση εργασίας, πριν από την έναρξη των εργασιών, ειδική εκ των προτέρων γνωστοποίηση.
Υπενθυµίζεται ότι στα εργοτάξια που απαιτείται εκ των προτέρων γνωστοποίηση είναι υποχρεωτική και η τήρηση Hµερολογίου Mέτρων Aσφάλειας.
Σύµφωνα µε το π.δ. 305/96 η εκ των προτέρων γνωστοποίηση περιλαµβάνει τα εξής:
Αρχικά η εµπορία και χρήση του κροκιδόλιθου είχε απαγορευτεί στη χώρα µας µε την ΥΑ 2592/85 (ΦΕΚ Β΄ 230/1985).
Με την ΥΑ 82/2003 (ΦΕΚ Β΄ 1045/29.07.2003) σε εναρµόνιση µε την οδηγία 1999/77/ΕΚ έχει απαγορευθεί από 01.01.2005 η εµπορία και η χρήση όλων των µορφών αµιάντου σε νέες εφαρµογές των αµιαντούχων υλικών, ενώ µε το π.δ. 212/2006 εµµέσως απαγορεύεται και η εξόρυξη αµιάντου.
Όµως αµίαντος θα υπάρχει για πολλά ακόµη χρόνια ως εγκατεστηµένο υλικό σε κτίρια, βιοµηχανικές εγκαταστάσεις, κατοικίες, κ.λ.π.
Αναλυτικά, µε το π.δ. 212/2006:
1. Απαγορεύονται:
2. Επίσης απαγορεύονται (µε την επιφύλαξη τυχόν εφαρµογής άλλων διατάξεων σχετικών µε την εµπορία και χρήση του αµιάντου) οι δραστηριότητες που εκθέτουν τους εργαζόµενους σε ίνες αµιάντου:
Εξαιρούνται:
των προϊόντων που προέρχονται από κατεδάφιση και από αφαίρεση του αµιάντου.
Στο παρόν άρθρο ορίζεται ότι ο εργοδότης οφείλει να παίρνει όλα τα απαραίτητα οργανωτικά και τεχνικά µέτρα, σε δραστηριότητες κατά τις οποίες οι εργαζόµενοι εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν σε σκόνη αµιάντου ή σκόνη υλικών που περιέχουν αµίαντο, ώστε να αποφεύγεται ή να ελαχιστοποιείται η έκθεσή τους σε αυτή. Με τα µέτρα αυτά επιδιώκεται η διατήρηση της έκθεσης σε επίπεδο κατώτερο εκείνου, που ορίζεται από την οριακή τιµή έκθεσης του άρθρου 8 του παρόντος διατάγµατος (0,1 ίνα/cm3). Τα µέτρα αυτά περιλαµβάνουν ότι:
1. Ο αριθµός των εργαζοµένων που εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν σε σκόνη αµιάντου ή σκόνη υλικών που περιέχουν αµίαντο, καθώς και ο χρόνος έκθεσής τους, πρέπει να περιορίζεται στα απολύτως αναγκαία όρια. Εννοείται ότι παράλληλα ισχύει και η πρόβλεψη του άρθρου 15, παρ. 1, εδάφιο (α), στοιχείο (i).
2 Η µέθοδος και οι διαδικασίες εργασίας πρέπει να σχεδιάζονται µε τέτοιο τρόπο ώστε να αποφεύγεται η απελευθέρωση ινών αµιάντου, όσο αυτό είναι πρακτικά εφικτό µε τα σύγχρονα διαθέσιµα µέσα.
2.1 Μέθοδοι εργασίας
Χρησιµοποιούνται µέθοδοι κατά τις οποίες αποφεύγεται η δηµιουργία σκόνης (αµιάντου), όπως:
Επίσης, προτιµάται η χρήση χειροκίνητων εργαλείων αντί για εργαλεία που λειτουργούν µε πεπιεσµένο αέρα.
Όπου τα παραπάνω δεν είναι εφικτά, π.χ. απαιτείται η χρήση λειαντικών εργαλείων ή εργαλείων που λειτουργούν µε πεπιεσµένο αέρα, πρέπει αυτά να χρησιµοποιούνται στη χαµηλότερη δυνατή ταχύτητα και να χρησιµοποιείται παράλληλα σύστηµα τοπικής απαγωγής, µε κατάλληλα φίλτρα τύπου H.E.P.A., ώστε να δεσµεύονται οι ίνες αµιάντου στην πηγή τους.
Ο χώρος στον οποίο διενεργούνται εργασίες διαχείρισης αµιάντου πρέπει να αποµονωθεί και να σηµανθεί, προκειµένου να προληφθεί η διασπορά ινών αµιάντου και η έκθεση ανθρώπων που δεν εργάζονται µε τον αµίαντο. Η έκταση που πρέπει να πάρει η αποµόνωση του χώρου εξαρτάται από την εκτίµηση του κινδύνου (π.χ. ο κίνδυνος είναι µεγαλύτερος όταν η εργασία γίνεται σε ένα κτίριο που κατοικείται, από ότι όταν η εργασία γίνεται σε εξωτερικό χώρο).
2.2 Εργασίες µικρής επικινδυνότητας
Σε πολλές περιπτώσεις (π.χ. αφαίρεση µικρών ποσοτήτων αµιαντοτσιµέντου) είναι αρκετή η σήµανση του εργασιακού χώρου µε κατάλληλες προειδοποιητικές πινακίδες, ώστε να αποφευχθεί η είσοδος εργαζοµένων που δεν έχουν εργασία. Ωστόσο, εάν η εργασία είναι πιθανόν να οδηγήσει σε σηµαντική διατάραξη του αµιαντοτσιµέντου, είναι απαραίτητη η κατασκευή ενός φυσικού εµποδίου, η έκταση του οποίου εξαρτάται από το αποτέλεσµα της εκτίµησης κινδύνου. Συνήθως, όµως, σε αυτές τις περιπτώσεις είναι απίθανο να απαιτηθεί πλήρης αποκλεισµός του χώρου και χρησιµοποίηση αντλίας για τη δηµιουργία αρνητικής πίεσης.
2.3 Εργασίες µεγάλης επικινδυνότητας
Εφόσον, όµως, προκύπτει από την εκτίµηση κινδύνου (π.χ. κατά την αποµάκρυνση ψεκασµένου αµιάντου) ότι υπάρχει κίνδυνος έκθεσης σε υψηλές συγκεντρώσειες ινών αµιάντου, τότε αποµονώνεται πλήρως η περιοχή εργασιών που περιλαµβάνει αµίαντο ή αµιαντούχα υλικά (π.χ. συντήρηση, επισκευή, αφαίρεση, κ.λ.π.).
Ο αποκλεισµός της περιοχής εργασιών γίνεται συνήθως µε χρήση πλαστικών φύλλων (πάχους 0,2 mm) στο δάπεδο και στους τοίχους. Μπορεί να χρησιµοποιηθεί µεταλλική ή ξύλινη κατασκευή πάνω στην οποία θα στηριχθεί κάθε πλαστικό φύλλο. Όλες οι ενώσεις των επιφανειών πρέπει να καλύπτονται προσεκτικά (περίπου 200 mm) και να χρησιµοποιείται κολλητική ταινία ώστε η περιοχή να µονωθεί πλήρως. Η υπάρχουσα κάλυψη των δαπέδων πρέπει να αποµακρυνθεί, εάν αυτό είναι εφικτό, και ένα διπλό στρώµα φύλλων πολυαιθυλενίου να χρησιµοποιηθεί, σταθεροποιηµένο κατάλληλα ώστε να αποφευχθεί η µετακίνηση των στρωµάτων. Επιπλέον, θα πρέπει να τοποθετηθούν επιστρώσεις (300 mm) εκεί που το δάπεδο συναντά τον τοίχο. Μάλιστα επιτυγχάνεται επιπλέον αντοχή εάν τα φύλλα πολυαιθυλενίου τοποθετηθούν σε δύο στρώσεις κάθετα µεταξύ τους (90°).
Όλα τα αντικείµενα που µπορούν να µεταφερθούν αποµακρύνονται, ενώ τα υπόλοιπα πρέπει να τυλιχτούν και να σφραγιστούν µε φύλλα πολυαιθυλενίου κατάλληλων προδιαγραφών.
Εξαιρουµένων των µονάδων τοπικής απαγωγής αµιάντου, όλα τα δίκτυα αερισµού και κλιµατισµού που εξυπηρετούν την περιοχή εργασιών θα πρέπει να τεθούν εκτός λειτουργίας κατά τη διάρκεια των εργασιών. Όλοι οι αεραγωγοί πρέπει να σφραγιστούν ώστε να µην υπάρξει διαφυγή ινών αµιάντου στις σωληνώσεις, ενώ µετά το τέλος των εργασιών όλα τα µηχανικά φίλτρα του αερισµού πρέπει να αντικατασταθούν και να διαχειριστούν ως απόβλητα αµιάντου, διότι πιθανόν να έχουν επιµολυνθεί από την προηγούµενη χρήση.
Για να εµποδιστεί η διαφυγή αεροµεταφερόµενων ινών αµιάντου από την αποκλεισµένη περιοχή αφαίρεσης, αλλά και για τον έλεγχο της απελευθέρωσης ινών αµιάντου εντός της περιοχής εργασιών, πρέπει να εγκατασταθούν µία ή περισσότερες αντλίες τύπου N.P.U. (Negative Pressure Unit), σε τέτοια θέση ώστε να δηµιουργείται υποπίεση µέσα στην περιοχή εργασιών. Οι αντλίες αυτές πρέπει να είναι σχεδιασµένες και να χρησιµοποιούνται κατά τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να επιτυγχάνονται, κατ’ ελάχιστο, 6 ανανεώσεις ανά ώρα του αέρα στην αποκλεισµένη περιοχή. Επιπλέον, οι αντλίες αυτές πρέπει να φέρουν φίλτρα τύπου H.E.P.A. (High Efficiency Particulate Airborne) µε ικανότητα κατακράτησης ινών αµιάντου τουλάχιστον 99,995%.
Η βασική, και συνήθως µοναδική, διοχέτευση του αέρα προς την περιοχή εργασιών διαχείρισης αµιάντου πρέπει να διέρχεται από τη µονάδα απορρύπανσης, ενώ το σηµείο εξαγωγής της µονάδας N.P.U. πρέπει να είναι προς το εξωτερικό περιβάλλον και σε απόσταση από άλλες θέσεις εργασίας, στόµια εξαγωγής, στόµια εισαγωγής κλιµατισµού ή παροχές αναπνεύσιµου αέρα.
Η µονάδα απορρύπανσης τοποθετείται κοντά και συνδέεται µε την αποκλεισµένη περιοχή διαχείρισης αµιάντου. Η µονάδα αυτή διαιρείται σε τρεις περιοχές, κατά σειρά, τη «βρόµικη περιοχή απορρύπανσης» (η οποία βρίσκεται σε επαφή µε την αποκλεισµένη περιοχή), την «καθαρή περιοχή απορρύπανσης» και την «καθαρή περιοχή αλλαγής», οι οποίες χωρίζονται µεταξύ τους και µε την αποκλεισµένη περιοχή µε κατάλληλο αεροστεγές σύστηµα ή ζώνη αποκλεισµού. Το αεροστεγές σύστηµα µπορεί να περιλαµβάνει πόρτες που κλείνουν αυτόµατα µε ελατήρια ή επικαλυπτόµενα πλαστικά φύλλα, επιτρέποντας την κίνηση προσωπικού και τη ροή αέρα από τον εξωτερικό χώρο προς την αποκλεισµένη περιοχή εργασιών, περνώντας διαδοχικά από τις περιοχές της µονάδας απορρύπανσης.
Στη «βρόµικη περιοχή απορρύπανσης» γίνεται ο καθαρισµός, µε απορρόφηση ή πλύσιµο, και η αποθήκευση των ενδυµάτων και των παπουτσιών εργασίας. Στην «καθαρή περιοχή απορρύπανσης» γίνεται η αποθήκευση των Μ.Α.Π. αναπνοής (π.χ. µάσκες) σε σφραγισµένες πλαστικές σακούλες, ενώ επιπλέον και σε αυτή την περιοχή πρέπει να διατίθεται παροχή ζεστού νερού για τον ατοµικό καθαρισµό.
Στην «καθαρή περιοχή αλλαγής» γίνεται η αποθήκευση των καθαρών ενδυµάτων. Όλο το νερό από την περιοχή αποκλεισµού πρέπει να φιλτράρεται, πριν καταλήξει στην αποχέτευση.
Πριν αρχίσουν οι εργασίες αφαίρεσης, πρέπει να γίνει έλεγχος του αποκλεισµού της περιοχής οπτικά και µε τη χρησιµοποίηση µιας µη τοξικής πηγής καπνού ή κεριών καπνού.
Σε περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατός ο ολικός αποκλεισµός της περιοχής εργασιών, όπως σε µεγάλους σταθµούς παραγωγής ενέργειας ή βιοµηχανικές εγκαταστάσεις, τα όρια της περιοχής πρέπει να καθοριστούν µετά από εκτίµηση. Τα όρια της περιοχής θα πρέπει να βρίσκονται τουλάχιστον στα 10 µέτρα από τις αµιαντούχες επιφάνειες. Η απόσταση αυτή µπορεί να αυξηθεί ή να µειωθεί, µε βάση αποτελέσµατα µετρήσεων για την ύπαρξη ινών αµιάντου στην περιοχή. Τα όρια της περιοχής εργασιών πρέπει να είναι σαφώς καθορισµένα µε τη χρήση φυσικών εµποδίων, δοκαριών ή σχοινιών και προειδοποιητικών σηµάτων και πινακίδων, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 19 του παρόντος διατάγµατος.
Επίσης, σε αυτές τις περιπτώσεις, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι ο εργαζόµενος θα βγάζει και θα τοποθετεί τα προστατευτικά ενδύµατα και παπούτσια σε ειδικό, κατάλληλα επισηµασµένο χώρο δίπλα στην περιοχή των εργασιών διαχείρισης αµιάντου, και στη συνέχεια θα πηγαίνει σε κατάλληλα διαµορφωµένα αποδυτήρια για την ατοµική του καθαριότητα.
3. Χρησιµοποιούνται κατάλληλες κλειστές συσκευασίες για τη µεταφορά και αποθήκευση αµιάντου ή υλικών που περιέχουν ή απελευθερώνουν σκόνη αµιάντου. Οι συσκευασίες αυτές επισηµαίνονται σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 19 του παρόντος διατάγµατος.
4. Όλες οι χρησιµοποιούµενες στολές εργασίας, τα εργαλεία, οι εγκαταστάσεις, οι αντλίες και ο λοιπός εξοπλισµός που χρησιµοποιούνται στις εργασίες διαχείρισης του αµιάντου, πρέπει να καθαρίζονται και να συντηρούνται αποτελεσµατικά και τακτικά. Τα αντικείµενα που δεν µπορούν να απορρυπανθούν µέσα στην ειδική µονάδα απορρύπανσης, θα πρέπει να τυλίγονται σε φύλλα πολυαιθυλενίου, να σφραγίζονται και να επισηµαίνονται σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 19 του παρόντος διατάγµατος.
Ο καθαρισµός διενεργείται είτε µε κατάλληλο σύστηµα δηµιουργίας κενού (που φέρει φίλτρο τύπου H.E.P.A.), ή µε άλλη κατάλληλη µέθοδο που να αποτρέπει τη δηµιουργία και διασπορά σκόνης αµιάντου στο περιβάλλον, όπως η χρήση υγρών πανιών (κατά προτίµηση βαµβακερών, που δεν αφήνουν χνούδια στις καθαρές επιφάνειες) ή κολλητικών ταινιών (για καθαρισµό µικρών αποθέσεων σκόνης).
Όταν τα παραπάνω δεν είναι πρακτικά εφαρµόσιµα, πρέπει οι εργαζόµενοι που εκτελούν τον καθαρισµό να εφοδιάζονται µε τα κατάλληλα Μέσα Ατοµικής Προστασίας (βλ. άρθρο 15 του παρόντος διατάγµατος).
Η είσοδος στο χώρο καθαρισµού επιτρέπεται µόνο στα άτοµα που είναι επιφορτισµένα µε τη συντήρηση και καθαρισµό του γενικότερου εξοπλισµού και µόνο µε την εφαρµογή των απαιτούµενων διαδικασιών ασφάλειας.
5. Όλα τα απόβλητα εργασιών διαχείρισης αµιάντου, πλην των εξορυκτικών δραστηριοτήτων, πρέπει να συλλέγονται και να αποµακρύνονται από το χώρο εργασίας το συντοµότερο δυνατό, µέσα σε κατάλληλες κλειστές συσκευασίες, οι οποίες επισηµαίνονται σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 19 του παρόντος διατάγµατος. Οι εξωτερικές επιφάνειες των συσκευασιών αυτών θα πρέπει να καθαρίζονται πριν από την αποµάκρυνση από το χώρο εργασίας.
Τα προαναφερθέντα απόβλητα υφίστανται στη συνέχεια διαχείριση σύµφωνα µε την υπ’ αριθµ. Η.Π.13588/725/06 κοινή υπουργική απόφαση "Μέτρα, όροι και περιορισµοί για την διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων σε συµµόρφωση µε τις διατάξεις της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ «για τα επικίνδυνα απόβλητα» του Συµβουλίου της 12ης ∆εκεµβρίου 1991. Αντικατάσταση της υπ’ αριθµ. 19396/1546/1997 κοινή υπουργική απόφαση «Μέτρα και όροι για τη διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων» (Β΄604)" (Β΄383), όπως αυτή κάθε φορά ισχύει.
Στο άρθρο 7 αναφέρεται η υποχρέωση του εργοδότη να µεριµνά για την πραγµατοποίηση τακτικών µετρήσεων της συγκέντρωσης ινών αµιάντου στον αέρα του χώρου εργασίας.
Ανάλογα µε τα συµπεράσµατα της ποιοτικής εκτίµησης κινδύνου είναι αναγκαίο να γίνεται µέτρηση της συγκέντρωσης των ινών αµιάντου στον αέρα του χώρου εργασίας. Το εύρος όµως των εργασιών που εκτελούνται κατά τη διάρκεια των τεχνικών έργων συντήρησης ή αφαίρεσης αµιαντούχων υλικών, το µέγεθος του έργου και η µεγάλη ποικιλία των εγκατεστηµένων αµιαντούχων υλικών διαµορφώνουν συνθήκες εργασίας πολύ διαφορετικές στους διάφορους χώρους εργασίας. Οι εργαζόµενοι επίσης σ’ αυτούς τους χώρους εργασίας βρίσκονται σε διαφορετική απόσταση από τις πηγές απελευθέρωσης ινών αµιάντου και σε πολλές περιπτώσεις υιοθετούν διαφορετικές ατοµικές πρακτικές κατά την εκτέλεση των εργασιών τους.
Συνεπώς, κατά τη διεξαγωγή των µετρήσεων είναι αναµενόµενο να εµφανίζονται αυξοµειώσεις στη συγκέντρωση των ινών αµιάντου σ’ ένα χώρο εργασίας.
Για τη διενέργεια λοιπόν αξιόπιστων µετρήσεων, αντιπροσωπευτικών των συνθηκών έκθεσης των εργαζοµένων, είναι απαραίτητο να αποφασιστεί εξαρχής η «στρατηγική των µετρήσεων», σύµφωνα µε την οποία θα είναι εκ των προτέρων γνωστό:
Η αντιπροσωπευτικότητα, η αξιοπιστία και η επαναληψηµότητα των αποτελεσµάτων των µετρήσεων επιτυγχάνεται µε την υιοθέτηση των αρχών, που προτείνει το Ευρωπαϊκό Πρότυπο ΕΝ 689/1995, σχετικά µε τη δειγµατοληψία του αέρα του εργασιακού περιβάλλοντος, την αποτίµηση των αποτελεσµάτων των µετρήσεων και τη συχνότητα της περιοδικής επανάληψης των µετρήσεων της συγκέντρωσης των χηµικών παραγόντων στον αέρα του χώρου εργασίας. Ωστόσο, πρέπει να σηµειωθεί ότι η πλήρης εφαρµογή του
παραπάνω Προτύπου µπορεί να επιτευχθεί σε µεγάλα τεχνικά έργα, που για την αποπεράτωσή τους απαιτείται σηµαντικός χρόνος. Στα µικρής έκτασης και διάρκειας τεχνικά έργα είναι προφανές ότι απαιτείται η κατά περίπτωση προσαρµογή των αρχών, που εισάγει το Πρότυπο αυτό, στις συνθήκες του εκάστοτε έργου.
Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, ο τόπος, ο χρόνος και το είδος των µετρήσεων πρέπει να αποτελεί αντικείµενο διαβούλευσης µεταξύ εργοδότη και των εκπροσώπων των εργαζοµένων.
Επίσης, οι µετρήσεις πρέπει να αποσκοπούν:
Σ’ αυτή τη µέθοδο ορίζεται και η έννοια της «ίνας αµιάντου» ως ίνα µήκους ανώτερου των 5 µικροµέτρων και πλάτους µικρότερου των 3 µικροµέτρων µε λόγο µήκους/πλάτους µεγαλύτερο του 3:1.
Στο παρόν άρθρο ορίζεται ότι οι εργοδότες µεριµνούν ώστε κανένας εργαζόµενος να µην εκτίθεται σε ατµόσφαιρα µε συγκέντρωση ινών αµιάντου µεγαλύτερη της 0,1 ίνας ανά cm3 αέρα ως µέση 8ωρη χρονικά σταθµισµένη έκθεση.
Η µέση 8ωρη χρονικά σταθµισµένη έκθεση µπορεί να υπολογιστεί µαθηµατικά ως εξής:
όπου, ci είναι η συγκέντρωση επαγγελµατικής έκθεσης σε ίνες αµιάντου ανά cm3 αέρα, ti ο αντίστοιχος χρόνος έκθεσης σε ώρες και Σti η διάρκεια της βάρδιας σε ώρες.
Αν για παράδειγµα εργαζόµενος απασχοληθεί για 5 ώρες σε εργασίες διαχείρισης αµιάντου, µε µέση συγκέντρωση έκθεσης 0,3 ίνα ανά cm3 αέρα, τότε η µέση 8ωρη χρονικά σταθµισµένη έκθεσή του σε ίνες αµιάντου είναι:
Στον παραπάνω τύπο περιλαµβάνονται το διάλειµµα και η υπερωριακή απασχόληση (>8 ώρες). Στον παρανοµαστή χρησιµοποιείται πάντα ο αριθµός 8, ανεξαρτήτως του αριθµού ωρών στον αριθµητή, καθώς από τον ορισµό της οριακής τιµής απαιτείται η στάθµιση στο 8ωρο.
Για παράδειγµα, έστω εργαζόµενος ο οποίος απασχολείται για 5,3 ώρες σε εργασία µηχανικού πριονίσµατος µε χρήση τοπικής απαγωγής, στην οποία υφίσταται έκθεση 2 ινών αµιάντου ανά cm3 αέρα. Στη συνέχεια κάνει διάλειµµα 30 λεπτών (0,5 ώρα) µε µηδενική έκθεση, έπειτα απασχολείται για 1,9 ώρες σε εργασία ελεγχόµενης υγρής αφαίρεσης µε χρήση χειροκίνητων εργαλείων, στην οποία υφίσταται έκθεση 1 ίνας ανά cm3 αέρα. Μετά από διάλειµµα 18 λεπτών (0,3 ώρα) µε µηδενική έκθεση, απασχολείται για 2,5 ώρες σε αφαίρεση ολόκληρων µονωτικών αµιαντόπλακων, κατά την οποία υφίσταται έκθεση 1 ίνας ανά cm3 αέρα. Σε αυτήν την περίπτωση η µέση 8ωρη χρονικά σταθµισµένη έκθεσή του σε ίνες αµιάντου είναι:
1. Όταν διαπιστώνεται υπέρβαση της οριακής τιµής έκθεσης :
Η εργασία µπορεί να συνεχιστεί µόνο αν ληφθούν τα κατάλληλα µέτρα για την προστασία των εργαζοµένων.
2. Αµέσως µετά την λήψη των κατάλληλων µέτρων γίνεται νέος προσδιορισµός της συγκέντρωσης ινών αµιάντου στον αέρα του χώρου εργασίας, ώστε να εξακριβωθεί η αποτελεσµατικότητα των µέτρων.
3. Αν παρά τη λήψη όλων των µέτρων εξακολουθεί να υπάρχει υπέρβαση της οριακής τιµής, τότε πρέπει να γίνεται οπωσδήποτε χρήση Μέσων Ατοµικής Προστασίας (Μ.Α.Π.) της αναπνοής [αφού έχει εκτιµηθεί προηγουµένως ότι µε τη χρήση τους θα υπάρχει περιορισµός της έκθεσης των εργαζοµένων σε αµίαντο,
σε τιµές κατώτερες της οριακής (διαφορετικά η εργασία στο συγκεκριµένο χώρο δεν µπορεί να συνεχιστεί)].
Σε αυτή την περίπτωση:
i. της φυσικής κατάστασης των εργαζοµένων,
ii. της σωµατικής καταπόνησής τους (ανάλογα µε το φόρτο εργασίας, τη διάρκειά της και το βαθµού δυσκολίας, ο οποίος µπορεί να αυξηθεί µε τη χρήση ΜΑΠ) και
iii. του µικροκλίµατος εργασίας (θερµοκρασία περιβάλλοντος, σχετική υγρασία, ύπαρξη ρευµάτων αέρα), και µετά από διαβούλευση µε τους εργαζοµένους ή/και τους εκπροσώπους τους και µε τη σύµφωνη γνώµη του γιατρού εργασίας.
Πριν την έναρξη των εργασιών κατεδάφισης ή συντήρησης, οι εργοδότες λαµβάνουν κάθε ενδεδειγµένο µέτρο για τον εντοπισµό των υλικών που ενδέχεται να περιέχουν αµίαντο.
Γενικά θεωρείται πιθανό κάποιο κτίριο ή εγκατάσταση να περιέχει αµίαντο ή αµιαντούχα υλικά αν:
Για την επίτευξη του εντοπισµού µπορεί να αντληθούν πληροφορίες από όπου είναι δυνατόν, όπως:
Μπορεί επίσης να προβεί κανείς σε µια λεπτοµερή επιθεώρηση του κτιρίου εσωτερικά και εξωτερικά ώστε να εντοπίσει υλικά που είναι πιθανόν να περιέχουν αµίαντο, ζητώντας βοήθεια και συµβουλές από άλλους, που ίσως είναι σε θέση να του δώσουν περισσότερες πληροφορίες, όπως τον αρχιτέκτονα, το µηχανικό, τους εργαζόµενους ή τους τεχνικούς ασφάλειας.
Αν όµως ο οπτικός έλεγχος δεν µπορεί να δώσει σαφείς πληροφορίες, τότε µπορεί να πραγµατοποιηθεί δειγµατοληψία και εργαστηριακή ανάλυση του υλικού ή να αντιµετωπισθεί το υλικό σαν αµιαντούχο.
Γενικώς, εάν υπάρχει η παραµικρή αµφιβολία ως προς την παρουσία αµιάντου σε ένα υλικό ή σε ένα κτίριο κ.λ.π., πρέπει να εφαρµόζεται το παρόν π.δ., δηλ η διαχείριση του να γίνεται σαν να περιέχει αµίαντο.
1. Όταν παρά τη χρήση τεχνικών προληπτικών µέτρων (µε την εφαρµογή καλών πρακτικών) για τον περιορισµό της συγκέντρωσης ινών αµιάντου στον αέρα του χώρου εργασίας, προβλέπεται υπέρβαση της οριακής τιµής, κατά τη διάρκεια δραστηριοτήτων όπως:
τότε ο εργοδότης οφείλει να λαµβάνει τα απαραίτητα µέτρα ώστε να:
χορηγούνται στους εργαζόµενους κατάλληλες αναπνευστικές συσκευές και άλλα Μέσα Ατοµικής Προστασίας (Μ.Α.Π.), που οφείλουν να φορούν όταν αυτοί εκτελούν τέτοιες εργασίες,
2. Πριν από τις δραστηριότητες αυτές, πρέπει να υπάρχει διαβούλευση µεταξύ εργοδότη και:
Κατάρτιση και υποβολή Σχεδίου Εργασίας
Στο άρθρο αυτό προβλέπεται η σύνταξη Σχεδίου Εργασίας µε συγκεκριµένο κατ’ ελάχιστο περιεχόµενο.
Ως προς το ποιος έχει τη µέριµνα για την κατάρτιση του σχεδίου αυτού, ακολουθείται η ίδια λογική µε τα ισχύοντα στα τεχνικά έργα.
Συγκεκριµένα:
Πριν αρχίσουν οι εργασίες για την κατεδάφιση ή για την αφαίρεση του αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο από κτίρια, κατασκευές, συσκευές και εγκαταστάσεις, καθώς και από πλοία, ο εργολάβος ολόκληρου του έργου και αν δεν υπάρχει τότε ο κύριος του έργου µεριµνά για την κατάρτιση Σχεδίου Εργασίας. Ειδικότερα για τα τεχνικά έργα, το Σχέδιο Εργασίας ενσωµατώνεται στο Σχέδιο Ασφάλειας και Υγείας (Σ.Α.Υ.) που προβλέπεται στο π.δ. 305/96 για τα εργοτάξια τεχνικών έργων.
Συνιστάται, το περιεχόµενο του σχεδίου εργασίας για την πρόληψη των κινδύνων από αµίαντο να τονίζεται µε ειδικό τρόπο µέσα στο ΣΑΥ ή να αποτελεί αναπόσπαστο τµήµα αυτού, ώστε να µπορεί να
ελεγχθεί και ανεξάρτητα από το υπόλοιπο περιεχόµενο του ΣΑΥ.
Σε κάθε περίπτωση, το Σχέδιο Εργασίας πρέπει να υποβάλλεται όπως προβλέπεται στις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 12. Συγκεκριµένα, αντίγραφο του Σχεδίου Εργασίας θα υποβάλλεται στην αρµόδια Επιθεώρηση Εργασίας µόνον εφόσον ζητηθεί. Όµως, µέχρι την έκδοση και την εφαρµογή της σχετικής Κανονιστικής Πράξης µε την οποία θα καθοριστούν οι προϋποθέσεις για την έκδοση άδειας λειτουργίας των επιχειρήσεων που θα εκτελούν κατεδαφιστικά έργα ή εργασίες αφαίρεσης αµιάντου, το Σχέδιο Εργασίας θα υποβάλλεται στην αρµόδια υπηρεσία του Σώµατος Επιθεώρησης Εργασίας (αρµόδιο ΚΕ.Π.Ε.Κ. ή αρµόδιο Τµήµα Τεχνικής και Υγειονοµικής Επιθεώρησης). Η υποβολή αυτή µπορεί να γίνεται µαζί µε τη γνωστοποίηση εργασιών του άρθρου 4, εφόσον για το συγκεκριµένο έργο υπάρχει τέτοια υποχρέωση. Στο Σχέδιο Εργασίας πρέπει να αναφέρονται και τα στοιχεία για τα προγράµµατα εκπαίδευσης των εργαζοµένων σε εργασίες αφαίρεσης αµιάντου, που παρέχονται από τον εργοδότη σύµφωνα µε το άρθρο 13 του διατάγµατος.
Το Σχέδιο Εργασίας φυλάσσεται στο χώρο εργασίας µε ευθύνη του εργολάβου ολόκληρου του έργου, και αν δεν υπάρχει, τότε του κυρίου του έργου και είναι στη διάθεση των ελεγκτικών αρχών.
Το Σχέδιο Εργασίας καταρτίζεται από άτοµο µε τα προσόντα του άρθρου 6 του π.δ. 305/96, εφόσον πρόκειται για τεχνικό έργο ή του άρθρου 9 παράγραφος Β, περίπτωση 1α του π.δ. 70/90 για ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες.
Περιεχόµενο Σχεδίου Εργασίας
Το Σχέδιο Εργασίας πρέπει να προβλέπει τα απαραίτητα µέτρα για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζοµένων στο χώρο εργασίας. Μεταξύ των άλλων, στο Σχέδιο Εργασίας θα πρέπει οπωσδήποτε να περιλαµβάνονται και πληροφορίες για τα παρακάτω σηµεία:
⇒ τη φύση και την πιθανή διάρκεια των εργασιών, καθώς και το σχέδιο του χώρου, εφόσον αυτό συµβάλλει στη διαµόρφωση άποψης για τις συνθήκες εργασίας
⇒ τον τόπο εκτέλεσης των εργασιών
⇒ τις χρησιµοποιούµενες µεθόδους όταν οι εργασίες συνεπάγονται το χειρισµό αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο
⇒ τα χαρακτηριστικά των εξοπλισµών που χρησιµοποιούνται για :
- την προστασία και την απορρύπανση του προσωπικού που έχει αναλάβει τις εργασίες
- την προστασία των λοιπών προσώπων που βρίσκονται στο χώρο των εργασιών ή κοντά στο χώρο αυτό.
Σε κάθε περίπτωση, η αρµόδια υπηρεσία του Σ.ΕΠ.Ε. έχει το δικαίωµα ελέγχου του περιεχοµένου του Σχεδίου Εργασίας και µπορεί να απαιτήσει να συµπεριληφθούν σε αυτό επιπλέον των παραπάνω στοιχεία.
Επίσης, στο Σχέδιο Εργασίας πρέπει ιδιαιτέρως να γίνεται αναφορά για τα εξής:
⇒ ότι ο αµίαντος και τα αµιαντούχα υλικά αποµακρύνονται πριν αρχίσουν οι εργασίες κατεδάφισης, εκτός αν η εν λόγω αφαίρεση ενδέχεται να προκαλέσει µεγαλύτερο κίνδυνο για τους εργαζόµενους, παρά εάν αυτά παραµείνουν στη θέση τους
⇒ ότι χορηγούνται τα Μέσα Ατοµικής Προστασίας (Μ.Α.Π.) που αναφέρονται στο άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο (α), του παρόντος διατάγµατος για την προστασία του προσωπικού που έχει αναλάβει τις εργασίες, και εφόσον απαιτείται και για την προστασία των λοιπών προσώπων που βρίσκονται στο χώρο των εργασιών ή κοντά στο χώρο αυτό
⇒ ότι µετά τον τερµατισµό των έργων κατεδάφισης ή των εργασιών αφαίρεσης αµιάντου ο χώρος εργασίας θα καθαρίζεται επιµελώς έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν υπάρχουν κίνδυνοι οφειλόµενοι στην έκθεση σε σκόνη αµιάντου ή σε σκόνη υλικών που περιέχουν αµίαντο.
Ειδικότερα:
Καθαρότητα µετά το πέρας των εργασιών
Μετά τον τερµατισµό των εργασιών κατεδάφισης ή αφαίρεσης αµιάντου και πριν αρθούν τα τεχνικά µέτρα πρόληψης που είχαν εφαρµοσθεί κατά τη διάρκεια των εργασιών, πρέπει να εξασφαλίζεται ότι η συγκέντρωση ινών αµιάντου είναι µικρότερη της 0,010 ίνας ανά cm3 αέρα. Η µέτρηση αυτή πραγµατοποιείται, µε µέριµνα του εργολάβου ολόκληρου του έργου και αν δεν υπάρχει τότε του κύριου του έργου, από ανεξάρτητο εργαστήριο, το οποίο και εκδίδει σχετικό πιστοποιητικό ανάλυσης για το σκοπό αυτό.
Επισηµαίνεται ότι η καθαρότητα, που το παρόν άρθρο προβλέπει να εξασφαλίζεται µετά το πέρας των εργασιών, δεν έχει σχέση µε ασφαλή όρια που αφορούν στη δηµόσια υγεία ή που χαρακτηρίζουν την ποιότητα αέρα εσωτερικού χώρου. Η καθαρότητα αυτή αποτελεί ένδειξη ότι µπορούν να αρθρούν τα µέτρα πρόληψης. Η τυχόν υπέρβαση της παραπάνω τιµής συγκέντρωσης ινών αµιάντου, συνεπάγεται µη άρση των µέτρων πρόληψης που εφαρµόσθηκαν και εποµένως λήψη περαιτέρω µέτρων.
Η µέτρηση (δειγµατοληψία, ανάλυση των δειγµάτων, υπολογισµοί, αναφορά, πιστοποιητικό ανάλυσης) γίνονται σύµφωνα µε τις τεχνικές προδιαγραφές και τις οδηγίες που περιέχονται στο Παράρτηµα Ι του διατάγµατος.
Στο πιστοποιητικό ανάλυσης, εκτός του αποτελέσµατος της µέτρησης, αναγράφονται και όλα τα στοιχεία της αναφοράς που περιγράφονται στο Παράρτηµα Ι, Μέρος Β, παρ. 5.
Ο εργολάβος ολόκληρου του έργου, και αν δεν υπάρχει, ο κύριος του έργου υποχρεούται να λαµβάνει υπόψη του την έγγραφη γνώµη του τεχνικού ασφάλειας και του γιατρού εργασίας κατά την αξιολόγηση της αποτελεσµατικότητας των εργασιών καθαρισµού του χώρου εργασίας, πριν την άρση των τεχνικών µέτρων πρόληψης έναντι του κινδύνου έκθεσης σε ίνες αµιάντου.
Στη συνέχεια, ο εργολάβος ολόκληρου του έργου, και αν δεν υπάρχει, τότε ο κύριος του έργου οφείλει να ενηµερώσει σχετικά την αρµόδια επιθεώρηση εργασίας βεβαιώνοντας την τήρηση των παραπάνω προβλέψεων και συνυποβάλλοντας και αντίγραφο του πιστοποιητικού ανάλυσης.
Το εν λόγω πιστοποιητικό ανάλυσης (καθαρότητας του χώρου) φυλάσσεται στο χώρο εργασίας και είναι στη διάθεση των ελεγκτικών αρχών µε ευθύνη του κυρίου του έργου.
Έγκριση εκτέλεσης εργασιών
Όπως παραπάνω αναφέρθηκε, αντίγραφο του Σχεδίου Εργασίας υποβάλλεται στην αρµόδια Επιθεώρηση Εργασίας µόνον εφόσον ζητηθεί (άρθρο 12, παρ. 5).
Όµως, µέχρι να καθοριστούν οι προϋποθέσεις για την αδειοδότηση των επιχειρήσεων που θα µπορούν να αναλαµβάνουν εργασίες αφαίρεσης αµιάντου, το Σχέδιο Εργασίας, όπως και σε προηγούµενο σηµείο αναφέρθηκε, πρέπει να υποβάλλεται στην αρµόδια υπηρεσία του Σώµατος Επιθεώρησης Εργασίας (άρθρο 12, παρ. 6). Η υποβολή αυτή µπορεί να γίνεται µαζί µε τη γνωστοποίηση εργασιών του άρθρου 4, εφόσον για το συγκεκριµένο έργο υπάρχει τέτοια υποχρέωση. Υπενθυµίζεται ότι η γνωστοποίηση εργασιών γίνεται το αργότερο δέκα εργάσιµες ηµέρες πριν αρχίσουν οι εργασίες (άρθρο 4).
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι πλέον δεν απαιτείται έγκριση εκτέλεσης εργασιών από τις αρµόδιες Επιθεωρήσεις Εργασίας µετά την υποβολή του Σχεδίου Εργασίας, όπως γινόταν, µέχρι την έκδοση του π.δ. 212/2006, κατ’ εφαρµογή του άρθρου 14 του καταργηθέντος πλέον π.δ. 70α/1988 «Προστασία των εργαζοµένων που εκτίθενται σε αµίαντο κατά την εργασία».
Σχετικά µε την Απόφαση 8243/1113/1991 «Καθορισµός µέτρων και µεθόδων για την πρόληψη και µείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος από εκποµπές αµιάντου», στην οποία προβλέπεται έγκριση εργασιών κατεδάφισης ή αποµάκρυνσης αµιάντου από τις αρµόδιες νοµαρχιακές υπηρεσίες του Υ.ΠΕ.ΧΩ.∆.Ε. µε την προϋπόθεση υποβολής στις υπηρεσίες αυτές του Σχεδίου Εργασίας, επισηµαίνεται ότι η Απόφαση αυτή έχει εκδοθεί από το Υ.ΠΕ.ΧΩ.∆.Ε., ως το αρµόδιο Υπουργείο για θέµατα διαχείρισης του αµιάντου από περιβαλλοντικής πλευράς, και µέχρι σήµερα δεν έχει τροποποιηθεί ή καταργηθεί. Ως εκ τούτου, η Απόφαση αυτή εξακολουθεί να ισχύει.
Σχετικά µε το αν η υποβολή του Σχεδίου Εργασίας στις αρµόδιες νοµαρχιακές υπηρεσίες του Υ.ΠΕ.ΧΩ.∆.Ε., όπως προβλέπει η εν λόγω Απόφαση, προηγείται ή όχι χρονικά της υποβολής στις αρµόδιες υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε., κρίνεται ότι η χρονική σειρά δεν επηρεάζει τον επιδιωκόµενο για το Υπουργείο Απασχόλησης στόχο, που είναι η εκ των προτέρων πληροφόρηση, µέσω της γνωστοποίησης έναρξης των εργασιών και του Σχεδίου Εργασίας, των διαφόρων στοιχείων του έργου, των µεθόδων, των µέτρων κλπ για την αποτελεσµατική προστασία των εκτιθέµενων σε αµίαντο εργαζοµένων.
Ως εκ τούτου και δεδοµένου ότι η νοµοθεσία δεν ορίζει τη χρονική διαδοχή υποβολής του Σχεδίου Εργασίας, κρίνεται ότι η χρονική σειρά µπορεί να διαµορφώνεται, έτσι ώστε να υπάρξει η καλύτερη πρακτικά δυνατή ρύθµιση για όλους τους εµπλεκόµενους. Στα πλαίσια αυτά συνιστάται να γίνεται έγκαιρη υποβολή του Σχεδίου Εργασίας και στις δύο αρµόδιες υπηρεσίες, αλλά διευκρινίζεται και πάλι ότι µε την ισχύουσα σήµερα νοµοθεσία, έγκριση εκτέλεσης εργασιών θα δοθεί µόνον από τις νοµαρχιακές υπηρεσίες του Υ.ΠΕ.ΧΩ.∆.Ε. Ανεξάρτητα από αυτό, οι υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε. διατηρούν πάντα το δικαίωµα ελέγχου του περιεχοµένου του Σχεδίου Εργασίας κατά την αρµοδιότητά τους και της κατά την κρίση τους υπόδειξης προς την επιχείρηση για τυχόν τροποποίηση ή συµπλήρωσή του, ώστε να είναι σύµφωνο µε τα προβλεπόµενα στο παρόν άρθρο.
Με το άρθρο αυτό τίθεται η ρητή υποχρέωση του εργοδότη να εκπαιδεύει κατάλληλα τους εργαζόµενους που µπορεί να εκτεθούν σε σκόνη αµιάντου ή σε σκόνη υλικών που περιέχουν αµίαντο. Τονίζεται ότι η εκπαίδευση αυτή παρέχεται στους εργαζόµενους δωρεάν και µάλιστα σε τακτικά χρονικά διαστήµατα, ότι πρέπει να γίνεται µε κατανοητό τρόπο και ότι πρέπει να τους κάνει να αποκτούν τις απαιτούµενες γνώσεις και ικανότητες, ώστε να συµβάλλουν και οι ίδιοι µε τη συµπεριφορά τους, τη στάση τους, την εφαρµογή καλών εργασιακών πρακτικών κλπ στην πρόληψη των κινδύνων από αµίαντο, για την προστασία τόσο των ιδίων, όσο και των άλλων εργαζοµένων. Στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού απαριθµούνται µε αναλυτικό τρόπο τα θέµατα που οπωσδήποτε θα πρέπει να περιλαµβάνονται στην εκπαίδευση.
Τονίζεται ότι η εκπαίδευση αποτελεί σηµαντικό στοιχείο µιας αποτελεσµατικής διαχείρισης των κινδύνων από αµίαντο στην εργασία. Όσα τεχνικά µέτρα και αν ληφθούν, αν οι ίδιοι οι εργαζόµενοι δεν είναι ενηµερωµένοι και ευαισθητοποιηµένοι για τους κινδύνους και κυρίως για το σωστό τρόπο εργασίας, δεν θα υπάρχει το αναµενόµενο αποτέλεσµα. Για το λόγο αυτό, κατά τον έλεγχο συµµόρφωσης των επιχειρήσεων προς τις διατάξεις του παρόντος, οι επιθεωρητές καλούνται να επιµένουν ιδιαιτέρως στο ζήτηµα της εκπαίδευσης των εργαζοµένων.
Η εκπαίδευση που θα παρέχεται δεν προδιαγράφεται στο π.δ.. Ενδεχοµένως στο µέλλον να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις που να ρυθµίζουν τα της εκπαίδευσης αυτής, ιδίως για τις επιχειρήσεις που θα αδειοδοτούνται για να εκτελούν κατεδαφιστικά έργα ή εργασίες αφαίρεσης αµιάντου (βλ. άρθρο 14). Σε κάθε περίπτωση, συνιστάται η συστηµατική παρακολούθηση από τους εργαζόµενους ειδικού εκπαιδευτικού προγράµµατος και λόγω της σοβαρότητας των κινδύνων, συνιστάται να µπορεί µε στοιχεία να αποδειχθεί πότε, πού, πώς, µε τι διάρκεια και περιεχόµενο, από ποιους και σε ποιους έγινε αυτή η εκπαίδευση.
Άλλωστε, όπως στο άρθρο 12 παρ. 6 προβλέπεται, µέχρι την έκδοση και την εφαρµογή της κανονιστικής πράξης για την αδειοδότηση των επιχειρήσεων, µαζί µε το Σχέδιο Εργασίας και τη γνωστοποίηση εργασιών που υποβάλλονται στην αρµόδια Επιθεώρηση Εργασίας, αναφέρονται και τα στοιχεία για τα προγράµµατα εκπαίδευσης των εργαζοµένων.
Στο άρθρο αυτό προβλέπεται ρητά ότι η εκτέλεση κατεδαφιστικών έργων ή εργασιών αφαίρεσης αµιάντου µπορεί να πραγµατοποιείται µόνο από επιχειρήσεις οι οποίες έχουν σχετική άδεια που εκδίδεται µε απόφαση της Γενικής ∆/νσης Συνθηκών και Υγιεινής της Εργασίας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.
Για τη διαδικασία, όρους και προϋποθέσεις αδειοδότησης πρόκειται να εκδοθεί χωριστή κανονιστική πράξη κατόπιν σχετικής εξουσιοδότησης Νόµου.
Στο παρόν άρθρο ορίζεται ότι ο εργοδότης οφείλει να λαµβάνει και τα παρακάτω ειδικά µέτρα, χωρίς οικονοµική επιβάρυνση των εργαζοµένων, για δραστηριότητες κατά τις οποίες οι εργαζόµενοι εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν σε σκόνη αµιάντου ή σκόνη υλικών που περιέχουν αµίαντο.
Η επιφύλαξη του άρθρου 3, παρ. 2 (την οποία προβλέπει το παρόν άρθρο) αναφέρεται στην πιθανότητα, σύµφωνα µε την εκτίµηση κινδύνου, να µην χρειάζονται κάποιο από τα παρακάτω µέτρα στην περίπτωση της σποραδικής και µε µειωµένη ένταση έκθεση των εργαζοµένων σε σκόνη αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο.
Τα µέτρα αυτά είναι:
1. Η είσοδος στους χώρους εργασιών διαχείρισης αµιάντου πρέπει να επιτρέπεται µόνο στους εργαζόµενους που εµπλέκονται στις εργασίες αυτές και πρέπει να υπάρχει σαφής οριοθέτηση και σήµανση των χώρων αυτών, σύµφωνα µε την παρ. 1, του άρθρου 19, του παρόντος διατάγµατος.
Επιπλέον, στους χώρους αυτούς απαγορεύεται το κάπνισµα.
2. Πρέπει να διευθετούνται κατάλληλοι χώροι εστίασης των εργαζοµένων σε περιοχές αποµονωµένες από τους χώρους εργασιών διαχείρισης αµιάντου, οι οποίοι να µην επιβαρύνονται µε οποιονδήποτε τρόπο από τη σκόνη αµιάντου.
3. Πρέπει να τίθενται στη διάθεση των εργαζοµένων κατάλληλα ενδύµατα εργασίας ή προστασίας, ανάλογα µε την περίπτωση. Τα ενδύµατα εργασίας ή προστασίας, παραµένουν στο χώρο της επιχείρησης. Είναι όµως δυνατό να δίνονται για καθαρισµό σε επιχειρήσεις, που είναι κατάλληλα εξοπλισµένες και διαθέτουν κατάλληλα εκπαιδευµένο προσωπικό, για καθαρισµό ενδυµάτων που έχουν επιβαρυνθεί από ίνες αµιάντου. Στην περίπτωση αυτή η µεταφορά των ενδυµάτων εκτελείται σε κλειστά δοχεία ή σάκους, µε κατάλληλη επισήµανση, σύµφωνα µε το άρθρο 19, παρ. 3, του παρόντος διατάγµατος. Μπορούν όµως να χρησιµοποιηθούν βαµβακερές φόρµες µιας χρήσης, ώστε να µην απαιτείται η αποστολή τους σε ειδικά καθαριστήρια.
Εκτός των Μέσων Ατοµικής Προστασίας (Μ.Α.Π.), που είναι απαραίτητο να χρησιµοποιηθούν λόγω της φύσης της εργασίας (π.χ. κράνος, φόρµα, γυαλιά, κ.λ.π.), πρέπει, επιπλέον στην περίπτωση εργασιών διαχείρισης αµιάντου, κατά τις οποίες υπάρχει κίνδυνος ο εργαζόµενος να εκτεθεί σε ίνες αµιάντου, να χρησιµοποιηθούν τα κατάλληλα Μ.Α.Π. αναπνοής. Οι καλές πρακτικές για τα Μ.Α.Π. αναπνοής αναφέρονται στη σωστή επιλογή και χρήση τους, στον καθαρισµό και έλεγχό τους µετά τη χρήση τους και στη συντήρησή τους.
Επισηµαίνεται ότι τα Μ.Α.Π. αναπνοής δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται ως το µόνο µέτρο µείωσης της έκθεσης των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου, αλλά ως συµπληρωµατικό µέτρο, σε συνδυασµό µε τεχνικά και οργανωτικά µέτρα, που αποσκοπούν στη µείωση στο ελάχιστο δυνατό της έκθεσης των εργαζοµένων σε ίνες αµιάντου. Αν παρόλα αυτά, η συγκέντρωση ινών αµιάντου στον αέρα µπορεί να υπερβεί την οριακή τιµή, τότε παρέχονται στους εργαζόµενους τα κατάλληλα Μ.Α.Π. αναπνοής.
4. Πρέπει να παρέχονται στους εργαζόµενους ξεχωριστοί χώροι φύλαξης για τα ενδύµατα εργασίας ή προστασίας αφενός και για τα κοινά ενδύµατα αφετέρου. Αν υπάρχει µονάδα απορρύπανσης (βλ. άρθρο 6 του παρόντος διατάγµατος) χρησιµοποιείται αυτή για τη φύλαξη των ενδυµάτων.
5. Να παρέχονται στους εργαζόµενους κατάλληλες και επαρκείς εγκαταστάσεις υγιεινής, οι οποίες πρέπει να περιλαµβάνουν και ντους στην περίπτωση εργασιών που παράγουν σκόνη. Αν υπάρχει µονάδα απορρύπανσης (βλ. άρθρο 6 του παρόντος διατάγµατος) χρησιµοποιείται αυτή για τον παραπάνω σκοπό.
6. Μέσα Ατοµικής Προστασίας (Μ.Α.Π.)
6.1 Καθαρισµός – Φύλαξη - Συντήρηση
Τα Μέσα Ατοµικής Προστασίας (Μ.Α.Π.) πρέπει να τοποθετούνται σε καθορισµένο χώρο, να ελέγχονται και να καθαρίζονται µετά από κάθε χρήση και να επιδιορθώνονται ή να αντικαθίστανται προτού χρησιµοποιηθούν πάλι.
Επισηµαίνεται ότι ειδικά για τα Μ.Α.Π. αναπνοής, αυτά πρέπει να ελέγχονται, µε ευθύνη του εργοδότη, αν είναι καθαρά και σε καλή κατάσταση, και πριν δοθούν στους εργαζόµενους και µετά το τέλος της εργασίας. Ο έλεγχος περιλαµβάνει την κατάσταση των βαλβίδων εισπνοής – εκπνοής, την κατάσταση και τον τύπο των φίλτρων (ηµεροµηνία λήξης, κ.λ.π.), το ρυθµό ροής και την πίεση της συσκευής παροχής του αέρα (προδιαγραφές κατασκευαστή) για τροφοδοτούµενες και αυτόνοµες αναπνευστικές συσκευές, την πληρότητα και καταλληλότητα των Μ.Α.Π. αναπνοής, καθώς και πρόσθετους ελέγχους σύµφωνα µε τις οδηγίες του κατασκευαστή. Επιπλέον, όλα τα Μ.Α.Π. αναπνοής εξετάζονται και υποβάλλονται σε τεστ σε τακτά χρονικά διαστήµατα για να ελεγχθεί η καλή λειτουργία τους. Γενικότερα, για τη συντήρηση και τον καθαρισµό των Μ.Α.Π. αναπνοής ακολουθούνται οι οδηγίες του κατασκευαστή.
6.2 Επιλογή των Μ.Α.Π. αναπνοής
Η επιλογή των κατάλληλων Μ.Α.Π. αναπνοής γίνεται µετά από εκτίµηση κινδύνου, στην οποία αναγράφονται και οι λόγοι για τους οποίους έγινε η επιλογή ενός συγκεκριµένου τύπου Μ.Α.Π. αναπνοής.
Έτσι, πρέπει να λαµβάνεται υπόψη η έγγραφη γνώµη του τεχνικού ασφάλειας και του γιατρού εργασίας (άρθρο 5, π.δ. 396/1994), να αξιολογείται το κατά πόσο τα Μ.Α.Π. αναπνοής που πρόκειται να
χρησιµοποιηθούν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της συγκεκριµένης εργασίας (άρθρα 4 και 5, π.δ. 396/94), να γίνεται ενηµέρωση των εργαζοµένων ή των εκπροσώπων τους για την επιλογή των Μ.Α.Π. αναπνοής (άρθρο 8, π.δ. 396/94) και να γίνεται κατάλληλη εκπαίδευση για την αποτελεσµατική χρησιµοποίησή τους (άρθρο 8, π.δ. 396/94).
Κατά την επιλογή των Μ.Α.Π. αναπνοής πρέπει καταρχήν να ελέγχεται εάν αυτά φέρουν το σύµβολο “CE”, που σηµαίνει ότι καλύπτουν τις ελάχιστες απαιτήσεις σύµφωνα µε τα Ευρωπαϊκά πρότυπα.
Επιπλέον, η επιλογή των Μ.Α.Π. αναπνοής εξαρτάται από:
Κατάλληλα Μ.Α.Π. αναπνοής είναι εκείνα που παρέχουν επαρκή προστασία στο συγκεκριµένο περιβάλλον εργασίας (εξασφαλίζουν τον απαιτούµενο συντελεστή αναπνευστικής προστασίας) και ταιριάζουν στα χαρακτηριστικά του προσώπου του συγκεκριµένου χρήστη (βλ. πρότυπα EN 136, 140, 149, 12941). Στην περίπτωση αναπνευστικών συσκευών, πρέπει να παρέχεται καθαρός αέρας µε κατάλληλο σύστηµα και η ροή του αέρα να συµφωνεί µε τις προδιαγραφές του κατασκευαστή.
Μπορεί να γίνει επιλογή Μ.Α.Π. αναπνοής που διαθέτουν υψηλότερο συντελεστή αναπνευστικής προστασίας, αφού εξεταστεί αν αυτά ταιριάζουν στη φύση της εργασίας, στα χαρακτηριστικά του προσώπου του χρήστη, στη φυσική του κατάσταση (διότι στην περίπτωση των φιλτρόµασκων, όσο υψηλότερος ο Συντελεστής Αναπνευστικής Προστασίας, τόσο δυσκολότερη καθίσταται η αναπνοή) και στην απαιτούµενη άνεση.
6.3 Συντελεστής Αναπνευστικής Προστασίας
Ως Συντελεστής Αναπνευστικής Προστασίας (ΣΑΠ) καλείται ο λόγος της συγκέντρωσης ινών αµιάντου στον αέρα του χώρου εργασίας προς την οριακή τιµή έκθεσης. ∆ηλαδή, αν η συγκέντρωση ινών αµιάντου στον αέρα του χώρου εργασίας είναι, για παράδειγµα 1 ίνα/cm3, τότε το χρησιµοποιούµενο Μ.Α.Π. αναπνοής θα πρέπει να έχει Σ.Α.Π. τουλάχιστον ίσο (ή µεγαλύτερο) από την τιµή 1/0.1 = 10, όπου 0.1 ίνα/cm3 είναι η οριακή τιµή έκθεσης (βλ. άρθρο 8 παρόντος διατάγµατος). Στους παρακάτω Πίνακες 1 και 2 δίνονται, ενδεικτικά και µη εξαντλητικά, διάφοροι τύποι Μ.Α.Π. αναπνοής, τα πρότυπα που πρέπει να πληρούν και οι αντίστοιχοι Συντελεστές Αναπνευστικής Προστασίας.
6.4 Εκπαίδευση εργαζοµένων στη χρήση των Μ.Α.Π. αναπνοής
Οι εργαζόµενοι πριν από τη χρήση των Μ.Α.Π. αναπνοής θα πρέπει να έχουν εκπαιδευτεί κατάλληλα, ώστε να αντιλαµβάνονται πλήρως τον κίνδυνο για την υγεία τους από την εισπνοή ινών αµιάντου και το ότι υπάρχει συνέργεια µε το κάπνισµα, την ανάγκη χρησιµοποίησης των Μ.Α.Π. αναπνοής και το λόγο επιλογής ενός συγκεκριµένου τύπου Μ.Α.Π. αναπνοής. Επίσης, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι τα Μ.Α.Π. αναπνοής πρέπει να φοριούνται σωστά και να είναι κατάλληλα για αυτούς, ότι δεν πρέπει ποτέ να αφαιρούν τα Μ.Α.Π. αναπνοής και/ή να τα τοποθετούν σε µολυσµένη περιοχή και ποιες ενέργειες πρέπει να γίνουν και ποιες όχι αν συµβεί µείωση της ροής του αέρα στις αυτόνοµες αναπνευστικές συσκευές.
Επιπλέον, πρέπει µε βάση τις οδηγίες του κατασκευαστή για τη χρήση και τη συντήρηση των Μ.Α.Π. αναπνοής, να έχουν εκπαιδευτεί στο πως να συντηρούν και να αποθηκεύουν τα Μ.Α.Π. αναπνοής που έχουν χρησιµοποιήσει.
6.5 Κακή χρήση των Μ.Α.Π. αναπνοής
Η κακή χρήση των Μ.Α.Π. αναπνοής οδηγεί σε µειωµένη προστασία. Μερικές περιπτώσεις κακής χρήσης είναι:
Εκτός από την κατάλληλη εκπαίδευση, που οφείλει να παρέχει ο εργοδότης σε όλους τους εργαζόµενους (το ελάχιστο περιεχόµενο της οποίας περιγράφεται στο άρθρο 12 του π.δ. 212/2006), τόσο κατά την πρόσληψή τους και πριν την ενασχόλησή τους µε εργασίες µε αµίαντο, όσο και σε τακτά χρονικά διαστήµατα, θα πρέπει πριν την έναρξη εργασιών µε αµίαντο κάθε φορά, να τους παρέχει και όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, που αφορούν την συγκεκριµένη δραστηριότητα, όπως:
α) τους πιθανούς κινδύνους για την υγεία από την έκθεση σε σκόνη αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο,
β) τα µέτρα υγιεινής που πρέπει να τηρούνται, στα οποία περιλαµβάνεται και η αποχή από το κάπνισµα,
γ) τις προφυλάξεις που πρέπει να λαµβάνονται όσον αφορά τη χρήση κατάλληλων Μέσων Ατοµικής Προστασίας (Μ.Α.Π.),
δ) τα οργανωτικά, τεχνικά ή άλλα µέτρα που λήφθηκαν και αποσκοπούν στην ελαχιστοποίηση της έκθεσης σε σκόνη αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο,
ε) την ύπαρξη οριακής τιµής και την ανάγκη για έλεγχο του αέρα του χώρου εργασίας.
Τα αποτελέσµατα των µετρήσεων της συγκέντρωσης ινών αµιάντου στον αέρα του χώρου εργασίας γίνονται γνωστά σους εργαζόµενους (ή/και τους εκπροσώπους τους) και δίνονται εξηγήσεις σχετικά µε τη σηµασία των αποτελεσµάτων αυτών.
Σε περίπτωση που τα αποτελέσµατα υπερβαίνουν την οριακή τιµή ενηµερώνονται το συντοµότερο δυνατό για τις υπερβάσεις αυτές και ζητείται η γνώµη τους σχετικά µε τα µέτρα που πρέπει να ληφθούν.
Σε επείγουσα περίπτωση λαµβάνονται τα απαραίτητα µέτρα και γίνεται η σχετική ενηµέρωση των εργαζοµένων.
Για την προστασία των εργαζοµένων που εκτίθενται σε αµίαντο κατά την εργασία πρέπει να λαµβάνονται τα ακόλουθα µέτρα:
1. Κάθε εργοδότης του οποίου οι εργαζόµενοι εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν, κατά την διάρκεια της εργασίας τους, στη σκόνη αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο υποχρεούται:
2. Ο γιατρός εργασίας της επιχείρησης, ως αρµόδιος για την επίβλεψη της υγείας των εργαζοµένων, καταρτίζει ατοµικό ιατρικό φάκελο για κάθε εργαζόµενο, όπως άλλωστε προβλέπεται και στο άρθρο 27, παρ. 2, εδάφιο (β) του ν. 1568/85 και στο άρθρο 14, παρ. 3 του π.δ. 399/94.
Ανάλογα µε τα αποτελέσµατα της ιατρικής εξέτασης ο γιατρός εργασίας παρέχει υποδείξεις και συµβουλές στον εργοδότη, στους εργαζόµενους και στους εκπροσώπους τους σχετικά µε τα µέτρα που πρέπει να λαµβάνονται, καθώς και για την αναγκαιότητα της σωστής χρήσης των Μέσων Ατοµικής Προστασίας (Μ.Α.Π.), έχοντας υπ’όψη ότι ο αµίαντος είναι επικίνδυνο υλικό µε βάση την αρχή ότι η εισπνοή του είναι ενδεχόµενο να δηµιουργήσει προβλήµατα στην υγεία και µετά πάροδο 30-40 ετών. Τα µέτρα αυτά µπορούν να περιλαµβάνουν, ανάλογα µε την περίπτωση, την απαγόρευση της έκθεσης του εργαζόµενου σε σκόνη αµίαντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο.
Ο εργαζόµενος ή ο εργοδότης έχει δικαίωµα να ζητήσει από τον αρµόδιο γιατρό επανεκτίµηση των στοιχείων µε βάση τα οποία κρίθηκε αναγκαία η λήψη των παραπάνω µέτρων. Σε περίπτωση διαφωνίας ζητείται η παρέµβαση της αρµόδιας Επιθεώρησης Εργασίας σε συνεργασία µε την ∆ιεύθυνση ∆ηµόσιας Υγιεινής - Τµήµα Ιατρικής της Εργασίας του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Ο γιατρός εργασίας ή ο ασφαλιστικός φορέας µπορεί να υποδείξει την αναγκαιότητα παράτασης της ιατρικής επίβλεψης και µετά το πέρας της έκθεσης (περιπτώσεις: απογόρευση έκθεσης σε αµίαντο, αλλαγή θέσης στην ίδια ή σε άλλη επιχείρηση, συνταξιοδότηση), για διάστηµα που κρίνεται αναγκαίο για τη διαφύλαξη της υγείας του συγκεκριµένου προσώπου. Στην περίπτωση αυτή συνιστάται ειδικό πρωτόκολλο παρακολούθησης (είδος και συχνότητα εξετάσεων) της υγείας του εργαζοµένου.
3. Στις περιπτώσεις παράτασης της ιατρικής επίβλεψης εάν ο εργαζόµενος παραµένει στην επιχείρηση οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τον εργοδότη, αν ασχολείται σε άλλη επιχείρηση ή συνταξιοδοτηθεί οι δαπάνες βαρύνουν τον ασφαλιστικό του φορέα.
Υπενθυµίζεται ότι οι υποχρεώσεις του άρθρου αυτού µπορεί να µην εφαρµόζονται στις περιπτώσεις της σποραδικής έκθεσης των εργαζοµένων, της οποίας η ένταση είναι µειωµένη, σύµφωνα µε το άρθρο 3, παρ. 2.
Για την προστασία των εργαζοµένων που εκτίθενται σε αµίαντο κατά την εργασία πρέπει να λαµβάνονται τα ακόλουθα µέτρα:
1. Ο εργοδότης οφείλει να τηρεί µητρώο των εργαζοµένων που καλούνται να ασκήσουν τις δραστηριότητες που εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν, κατά την διάρκεια της εργασίας τους, στη σκόνη αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο, αναφέροντας τη φύση και τη διάρκεια των δραστηριοτήτων τους καθώς και την έκθεση σε σκόνη αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο την οποία έχουν
υποστεί. Στο µητρώο αυτό θα αναγράφεται και ο αριθµός µητρώου του ασφαλιστικού φορέα του εργαζόµενου. Ο γιατρός εργασίας έχει πρόσβαση στο µητρώο αυτό. Οι εργαζόµενοι και/ή οι εκπρόσωποί τους στην επιχείρηση ή την εγκατάσταση έχουν πρόσβαση στα συλλογικά και ανώνυµα στοιχεία που περιέχει το µητρώο αυτό (εννοείται ότι ο κάθε εργαζόµενος έχει πρόσβαση στα προσωπικά του στοιχεία που υπάρχουν στο µητρώου και τον αφορούν). Αντίγραφο του µητρώου υποβάλλεται σε έντυπη και ηλεκτρονική µορφή στο τέλος κάθε έτους στο Τµήµα Ιατρικής της Εργασίας και Προαγωγής της Υγείας στους εργασιακούς χώρους του Κέντρου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΚΥΑΕ) του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και στην ∆ιεύθυνση ∆ηµόσιας Υγιεινής - Τµήµα Ιατρικής της Εργασίας του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Το Μητρώο των εργαζοµένων που εκτίθενται σε ίνες αµιάντου κατά την εργασία τους µε τις ελάχιστες απαιτήσεις συνιστάται να γίνεται σύµφωνα µε τον παρακάτω πίνακα:
Α. ΦΥΣΗ ∆ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ
Β. ΑΜΙΑΝΤΟΥΧΟ ΥΛΙΚΟ, ΕΙ∆ΟΣ ΑΜΙΑΝΤΟΥ
─ ΤΥΠΟΣ ΑΜΙΑΝΤΟΥ
─ ΕΙ∆ΟΣ ΑΜΙΑΝΤΟΥ
(1) Σύµφωνα µε τις δραστηριότητες που δίνονται στην ακόλουθη παράγραφο A. (2) Σύµφωνα µε την παράγραφο B που ακολουθεί. (3) Καθηµερινή έκθεση εκφραζόµενη σε ίνες/cm3 (βλ. άρθρο 8 εγκυκλίου).
2. Η καταχώρηση των στοιχείων των ελέγχων του περιβάλλοντος θα περιλαµβάνει τουλάχιστον τα εξής:
α. την ηµεροµηνία, τον αριθµό, τη θέση (ή το χώρο), τη διάρκεια κάθε δειγµατοληψίας, τον τύπο της («ατοµική» ή «στατική»), και το αν διενεργείται σε επίπεδο οµάδας, καθώς και τα ονοµατεπώνυµα των αντίστοιχων εργαζοµένων και το είδος της εργασίας,
β. τον τύπο του οργάνου της δειγµατοληψίας, το φορέα της ανάλυσης των δειγµάτων και κάθε άλλο στοιχείο σχετικό µε τη µέτρηση,
γ. το αποτέλεσµα της µέτρησης και το εκτιµώµενο επίπεδο έκθεσης για περίοδο αναφοράς 8 ωρών,
δ. στοιχεία και παρατηρήσεις σχετικά µε τα τεχνικά ή άλλα µέτρα και µέσα πρόληψης, καθώς και µε άλλους παράγοντες που χαρακτήριζαν τις συνθήκες εργασίας και έκθεσης των εργαζοµένων σε αµίαντο κατά τη διάρκεια της δειγµατοληψίας και ήταν δυνατό να επηρεάσουν το αποτέλεσµά της.
Η µέτρηση της συγκέντρωσης ινών αµιάντου στον αέρα του χώρου εργασίας δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά το µέσο για την πληρέστερη απεικόνιση των συνθηκών έκθεσης. Η σύγκριση των αποτελεσµάτων των µετρήσεων µε την οριακή τιµή επαγγελµατικής έκθεσης σε ίνες αµιάντου αποτελεί µια διαδικασία ελέγχου των συνθηκών εργασίας. Για να διασφαλίζεται η συνέχεια σ’ αυτή τη διαδικασία ελέγχου, πρέπει τα αποτελέσµατα των µετρήσεων να καταχωρούνται µε τρόπο που να επιτρέπει τη µεταξύ τους σύγκριση.
Στις καταχωρήσεις αυτές πρέπει να αιτιολογούνται οι µέθοδοι και οι διαδικασίες που υιοθετήθηκαν για το συγκεκριµένο χώρο εργασίας, ώστε να µπορεί να αξιολογηθεί η αξιοπιστία και η αντιπροσωπευτικότητα των µετρήσεων.
Το βιβλίο καταχώρησης των αποτελεσµάτων των µετρήσεων (ν. 1568/1985, άρθρο 26, παρ. 3ε) πρέπει να τηρείται µε τρόπο που να επιτρέπει τη σύγκριση µεταξύ των αποτελεσµάτων των µετρήσεων, οι οποίες έχουν διεξαχθεί σε διαφορετικές χρονικές περιόδους από ενδεχοµένως διαφορετικά πρόσωπα ή φορείς. Πιο συγκεκριµένα, η καταχώρηση των αποτελεσµάτων των µετρήσεων συνιστάται να γίνεται σύµφωνα µε τον παρακάτω πίνακα:
3. Ο ατοµικός ιατρικός φάκελος, ο οποίος συµπληρώνεται από τον γιατρό εργασίας, περιλαµβάνει τουλάχιστον τα εξής στοιχεία:
α. το ονοµατεπώνυµο και το είδος της εργασίας του εργαζοµένου
β. τους λόγους για τους οποίους ασκείται η ιατρική επίβλεψη
γ. την ηµεροµηνία διενέργειας των ιατρικών εξετάσεων
δ. τα αποτελέσµατα των κλινικών και εργαστηριακών εξετάσεων και το φορέα που τις διενήργησε
ε. την ερµηνεία των αποτελεσµάτων
στ. τα αποτελέσµατα των ελέγχων του περιβάλλοντος που αναφέρονται στην ατοµική έκθεση του εργαζοµένου σε αµίαντο
ζ. τα στοιχεία από το ιατρικό και επαγγελµατικό ιστορικό του εργαζοµένου
η. τα µέτρα που λήφθηκαν µε βάση τα αποτελέσµατα των εξετάσεων.
4. Το µητρώο, που αναφέρεται στην παράγραφο 1, και ο ατοµικός ιατρικός φάκελος, που αναφέρεται στην παράγραφο 3, διατηρούνται για µια ελάχιστη περίοδο σαράντα (40) ετών από το τέλος της έκθεσης του εργαζοµένου σε σκόνη αµιάντου ή υλικών που περιέχουν αµίαντο στην τελευταία επιχείρηση.
5. Αν ο εργαζόµενος αλλάξει εργοδότη, ο φάκελός του διαβιβάζεται στο γιατρό εργασίας της νέας απασχόλησης, µόνο ύστερα από σχετική αίτηση του εργαζοµένου.
Σε περίπτωση συνταξιοδότησης του εργαζοµένου ή απασχόλησής του σε άλλη εργασία στην οποία δεν προβλέπεται γιατρός εργασίας ή διάλυσης της επιχείρησης, ο φάκελος αποστέλλεται στον αρµόδιο ασφαλιστικό φορέα. Στη συνέχεια από τον ασφαλιστικό φορέα αποστέλλεται αντίγραφο του φακέλου στο Τµήµα Ιατρικής της Εργασίας και Προαγωγής της Υγείας στους εργασιακούς χώρους του Κέντρου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΚΥΑΕ) του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας για ερευνητικούς σκοπούς και στην ∆ιεύθυνση ∆ηµόσιας Υγιεινής - Τµήµα Ιατρικής της Εργασίας του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Αντίγραφο του ιατρικού φακέλου δίδεται και στον εργαζόµενο, τον οποίο αφορά, µετά την, για οποιοδήποτε λόγο, αποχώρησή του από την επιχείρηση.
Ενδεικτικά, ο ατοµικός ιατρικός φάκελος επίβλεψης της υγείας των εργαζοµένων που εκτίθενται στον αµίαντο κατά την εργασία τους, δύναται να περιλαµβάνει (και) τις ελάχιστες απαιτήσεις που συνιστώνται από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Θεµάτων της Ισπανίας και αναφέρονται στον παρακάτω πίνακα:
Ευανάγνωστες και κατάλληλες για την περίπτωση προειδοποιητικές πινακίδες σήµανσης (επιπλέον όσων προβλέπονται στο π.δ. 105/95) πρέπει να τοποθετούνται σε εµφανή σηµεία:
♦ των χώρων εργασίας, όπου:
♦ των δοχείων ή των σάκων, που περιέχουν αµίαντο ως πρώτη ύλη ή απόβλητα από εργασίες µε αµίαντο, όπως επίσης και
♦ των προς καθαρισµό ενδυµάτων των εργαζοµένων. [Για τον καθαρισµό των ενδυµάτων υπενθυµίζεται ότι ισχύουν τα προβλεπόµενα στο άρθρο 15, παρ. 1, εδάφιο (γ)]
Οι πληροφορίες που πρέπει να αναγράφονται σε κάθε προειδοποιητική πινακίδα σήµανσης, για την κάθε περίπτωση, πρέπει να είναι:
Από τις αρµόδιες υπηρεσίες των ασφαλιστικών φορέων τηρείται µητρώο αναγνωρισµένων κρουσµάτων αµιάντωσης και µεσοθηλιώµατος των εργαζοµένων που οφείλονται σε εργασία µε αµίαντο.
Το περιεχόµενο του µητρώου αυτού, στο τέλος κάθε έτους οι ασφαλιστικοί φορείς το αποστέλλουν στο ΚΥΑΕ του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, καθώς και στην ∆ιεύθυνση ∆ηµόσιας Υγιεινής - Τµήµα Ιατρικής της Εργασίας του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Ακολούθως, ενδεικτικά, αναφέρονται πληροφορίες για την αµιάντωση και το µεσοθηλίωµα {παθήσεις άµεσα συνδεόµενες µε την έκθεση σε αµίαντο και αναγνωρισµένες ως επαγγελµατικές ασθένειες των εργαζοµένων [άρθρο 40 Κανονισµού Ασθένειας του ΙΚΑ, και ΥΑ Φ11321/27240/1941 (ΦΕΚ Β΄1818/12.12.2006)]}, καθώς και για άλλες παθήσεις (µη αναγνωρισµένες) που ενδέχεται να προκληθούν από την έκθεση σε σκόνη αµιάντου ή αµιαντούχων υλικών:
♦ Αµιάντωση:
Είναι µια χρόνια αναπνευστική πάθηση που οφείλεται στην ιδιότητα των ινών αµιάντου να προκαλούν ίνωση του πνεύµονα. Ο πνεύµονας χάνει την ελαστικότητα του και ο ασθενής παρουσιάζει αναπνευστική ανεπάρκεια.
Η αµιάντωση εκδηλώνεται σε άτοµα που έχουν εκτεθεί στον αµίαντο γα 12-20 χρόνια. Το συχνότερο σύµπτωµα της αµιάντωσης είναι η δύσπνοια, αργότερα εµφανίζεται βήχας, απόχρεµψη και στα τελικά στάδια υποξαιµία και πνευµονική υπέρταση.
Είναι κακοήθης όγκος και εντοπίζεται στον υπεζωκότα (µεµβράνη που καλύπτει τον πνεύµονα) και στο περιτόναιο (µεµβράνη που καλύπτει τα όργανα της κοιλιακής κοιλότητας). Το µεσοθηλίωµα εµφανίζεται σε άτοµα που έχουν εκτεθεί στον αµίαντο µετά από 30-40 χρόνια. Οι πάσχοντες εµφανίζουν θωρακικό άλγος, δύσπνοια και επίµονο βήχα. Είναι όγκος σπάνιος στον γενικό πληθυσµό (1 -7 περιπτώσεις / εκατοµµύριο ατόµων / έτος), ενώ σε αυτούς που εκτίθενται στον αµίαντο ακόµη και σε χαµηλές συγκεντρώσεις, η συχνότητα εµφάνισης µεσοθηλιώµατος είναι πολύ αυξηµένη (100 -1000 φορές µεγαλύτερη).
Είναι µια καλοήθης κατάσταση που δείχνει έκθεση του ατόµου στον αµίαντο, χωρίς να υφίστανται διαταραχές στην αναπνευστική λειτουργία. Οι υπεζωκοτικές πλάκες είναι αµφοτερόπλευρες, αποτελούνται από υαλοϊνώδες συστατικό, βρίσκονται στον τοιχωµατικό υπεζωκότα και µε την πάροδο του χρόνου ασβεστοποιούνται.
Ο αµίαντος προκαλεί καρκίνο των βρόγχων. Το κάπνισµα αυξάνει σηµαντικά τον κίνδυνο εµφάνισης του.
Παρουσιάζονται σαν σηµεία υπερκεράτωσης του δέρµατος στη ραχιαία και παλαµιαία επιφάνεια της άκρας χείρας και του βραχίονα, τα οποία προκαλούνται από την είσοδο ινών αµιάντου κάτω από το δέρµα.
Ο κίνδυνος εµφάνισης ασθενειών που σχετίζονται µε την έκθεση σε αµίαντο, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως η αθροιστική δόση, ο χρόνος που µεσολαβεί από την πρώτη έκθεση και ο τύπος και το µέγεθος των ινών του αµιάντου,
Η θεωρία του «µια ίνα σκοτώνει» δεν έχει επιβεβαιωθεί µέχρι τώρα από την επιστήµη, ισχύει όµως ότι όσες περισσότερες ίνες αµιάντου εισπνεύσει κάποιος, τόσο µεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να εµφανίσει ασθένειες που συνδέονται µε αυτόν.
Στο παρόν άρθρο γίνεται η προσάρτηση των παραρτηµάτων I και II που αναφέρονται στα άρθρα 12 και 17, αντίστοιχα, του παρόντος διατάγµατος.
Τονίζεται ότι τα όσα αναφέρονται στο παράρτηµα I αφορούν σε διακριτούς εσωτερικούς χώρους ή χώρους στους οποίους έχει γίνει προσωρινός αποκλεισµός (π.χ. µε χρήση κατασκευής από πλαίσια
φύλλων πολυαιθυλενίου) και στους οποίους διενεργούνται εργασίες διαχείρισης αµιάντου. Για παράδειγµα, οι εργασίες αφαίρεσης µικρής ποσότητας πλακών αµιαντοτσιµέντου από πρόσοψη κτιρίου ή η αποµάκρυνση απορριµµάτων εργασιών αφαίρεσης αµιαντοτσιµέντου από κατεδαφισµένο κτίριο δεν αφορούν εργασίες σε «εσωτερικό» χώρο.
Επισηµαίνεται, επίσης, ότι η τιµή της 0,010 ίνας ανά cm3 αέρα αποτελεί (παράλληλα και µε τον οπτικό έλεγχο) δείκτη για την άρση των τεχνικών µέτρων πρόληψης, και όχι ένα αποδεκτό όριο για µόνιµη και καθηµερινή χρήση του χώρου, δηλαδή δεν αναφέρεται σε (ή µη) αποδεκτή ποιότητα αέρα εσωτερικού χώρου.
Ο πίνακας που ακολουθεί δίνει παραδείγµατα του απαιτούµενου αριθµού µετρήσεων µε βάση τον τύπο (Α1/3–1):
Ο έλεγχος της εφαρµογής του π.δ. 212/2006 ανατίθεται στις αρµόδιες υπηρεσίες του Σώµατος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.). Για τις επιχειρήσεις των µεταλλείων, λατοµείων, ορυχείων ο έλεγχος της εφαρµογής του ανατίθεται στις αρµόδιες υπηρεσίες του Yπουργείου Ανάπτυξης.
Σε κάθε εργοδότη που παραβαίνει από αµέλεια ή πρόθεση τις διατάξεις του π.δ. 212/2006 επιβάλλονται οι ποινικές κυρώσεις του άρθρου 25 του ν. 2224/1994 (Α΄ 112) και του άρθρου 17 του ν. 2639/1998, όπως αυτό τροποποιήθηκε µε το άρθρο 3 παράγραφος 2 του ν. 3385/2005.
Όσον αφορά στις διοικητικές κυρώσεις, αυτές επιβάλλονται σε κάθε εργοδότη που παραβαίνει τις διατάξεις του διατάγµατος ανεξάρτητα από τις ποινικές κυρώσεις. Οι διοικητικές κυρώσεις περιλαµβάνουν:
Η ισχύς του π.δ. 212/2006 άρχισε από τη δηµοσίευσή του στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως, δηλαδή από τις 9 Οκτωβρίου 2006.
Όπως ήδη στην αρχή της παρούσας εγκυκλίου αναφέρθηκε, µε το παρόν π.δ. καταργούνται προγενέστερες σχετικές µε την προστασία των εργαζοµένων από τον αµίαντο διατάξεις, αφού περιελήφθησαν, µαζί και µε τις νεώτερες απαιτήσεις της οδηγίας 2003/18/ΕΚ, στο κείµενο του νέου διατάγµατος.
Εποµένως, από την έναρξη ισχύος του π.δ. 212/2006 καταργούνται:
O ΓΕΝ. ∆ΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΡΑΨΙΤΗΣ