Σχετικό έγγραφο:
Τροποποιήθηκε από :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 68Α_2005 | 129.23 KB |
1. Στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας (Γ.Γ.Β.) του Υπουργείου Ανάπτυξης συνιστάται Διεύθυνση Ανάπτυξης και Συντονισμού, η οποία είναι αρμόδια για τα εξής ιδίως θέματα:
α. τον επιτελικό συντονισμό, την έκδοση εγκυκλίων και την παροχή κατευθύνσεων στις κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων που είναι αρμόδιες για θέματα μεταποίησης,
β. την παρακολούθηση και προεργασία κωδικοποίησης της νομοθεσίας επί των θεμάτων της μεταποίησης,
γ. την εναρμόνιση της εθνικής νομοθεσίας με το κοινοτικό δίκαιο για θέματα μεταποίησης,
δ. την υποστήριξη και το γενικό σχεδιασμό για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων που υπάγονται στον παρόντα νόμο.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, ρυθμίζονται θέματα διάρθρωσης, αρμοδιότητας, οργάνωσης, λειτουργίας και στελέχωσης της Διεύθυνσης αυτής και καθορίζονται οι οργανικές της θέσεις.
2. Σε κάθε Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση (Ν.Α.) συνιστάται Διεύθυνση Ανάπτυξης, η οποία λειτουργεί ως «Υπηρεσία μιας στάσης», ασκεί τις αρμοδιότητες των υφιστάμενων υπηρεσιών βιομηχανίας των Ν.Α. και στελεχώνεται από τους υπαλλήλους των καταργούμενων αυτών υπηρεσιών βιομηχανίας. Στη Διεύθυνση Ανάπτυξης μετακινούνται υπάλληλοι από τις Υπηρεσίες Πολεοδομίας και Προστασίας Περιβάλλοντος της οικείας Ν.Α. με σκοπό την έγκριση περιβαλλοντικών όρων και την έκδοση οικοδομικών αδειών, που αφορούν στις δραστηριότητες, οι οποίες διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Οι μετακινήσεις των υπαλλήλων και τα συναφή θέματα ρυθμίζονται από τα αρμόδια όργανα της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.
Στις περιπτώσεις που οι οικοδομικές άδειες των δραστηριοτήτων που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου εκδίδονται από πολεοδομικές υπηρεσίες δήμων ή επαρχείων ή αποκεντρωμένων πολεοδομικών υπηρεσιών, αυτές εξακολουθούν να εκδίδονται από τις υπηρεσίες αυτές, ο δε ενδιαφερόμενος υποβάλλει τα σχετικά δικαιολογητικά για την έκδοση οικοδομικής άδειας στη Διεύθυνση Ανάπτυξης της οικείας Ν.Α., η οποία σε συνεργασία με τις ως άνω αναφερόμενες πολεοδομικές υπηρεσίες μεριμνά για την έκδοση της οικοδομικής άδειας.
3. Οι Διευθύνσεις της προηγούμενης παραγράφου συνεργάζονται με τα Κέντρα Υποδοχής Επενδυτών (Κ.Υ.Ε.). Τα Κ.Υ.Ε. συγκροτούνται από άτομα που προσλαμβάνονται από τους φορείς των οικείων Ν.Α., αποκλειστικά στα πλαίσια της εφαρμογής Επιχειρησιακών Προγραμμάτων Ανταγωνιστικότητας (Ε.Π.ΑΝ.) του Υπουργείου Ανάπτυξης. Οι δαπάνες λειτουργίας των Κ.Υ.Ε. καλύπτονται από τους πόρους των προαναφερόμενων προγραμμάτων. 'Εργο των Κ.Υ.Ε. είναι η υποστήριξη των Διευθύνσεων Ανάπτυξης των Ν.Α. για την αντιμετώπιση των θεμάτων σύστασης και αδειοδότησης των επιχειρήσεων, καθώς και η παροχή πληροφοριών για τα επενδυτικά προγράμματα και τις δυνατότητες χρηματοδότησης των επιχειρήσεων για επενδύσεις στο δευτερογενή και τριτογενή τομέα.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Ανάπτυξης, ρυθμίζονται τα θέματα οργάνωσης, συγκρότησης και λειτουργίας των Κ.Υ.Ε. και κάθε άλλη συναφής λεπτομέρεια.
5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Ανάπτυξης, ύστερα από γνώμη της Ενωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδας (Ε.Ν.Α.Ε.), ρυθμίζονται, αναλυτικά, τα θέματα διάρθρωσης, στελέχωσης, αρμοδιοτήτων που αναφέρονται στις Διευθύνσεις Ανάπτυξης των Ν.Α., καθώς και τα θέματα υλικοτεχνικής υποδομής του ελέγχου κατά το άρθρο 12 και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
1. Κατά την έννοια του παρόντος νόμου νοούνται ως:
α. Βιομηχανία-Βιοτεχνία: Η τεχνοοικονομική μονάδα που με μηχανικά, χημικά ή άλλα μέσα διαφοροποιεί τη μορφή ή την ιδιότητα πρώτων υλών ή προϊόντων, προκειμένου αυτά να καταστούν κατάλληλα για τη χρήση για την οποία προορίζονται.
β. Επαγγελματικά Εργαστήρια: Οι τεχνοοικονομικές μονάδες του προηγούμενου εδαφίου, των οποίων η εγκατεστημένη κινητήρια ισχύς δεν υπερβαίνει τα είκοσι δύο (22) KW ή η θερμική τα πενήντα (50) KW. Στα όρια αυτά δεν περιλαμβάνεται και η ισχύς η οποία δεν σχετίζεται άμεσα με την παραγωγική διαδικασία, καθώς και η ισχύς μηχανολογικής εγκατάστασης προορισμένης αποκλειστικά να προστατεύει το περιβάλλον από την ασκούμενη δραστηριότητα.
γ. Αποθήκες: Οι αποθηκευτικοί χώροι, στεγασμένοι ή μη, που βρίσκονται εκτός εργοστασιακών χώρων και διαθέτουν μόνιμα εγκατεστημένο μηχανολογικό εξοπλισμό για τη λειτουργία τους, καθώς και οι εγκαταστάσεις που επίσης βρίσκονται εκτός εργοστασιακών χώρων και προορίζονται για μια από τις πιο κάτω χρήσεις:
αα) Αποθήκευση και συσκευασία ή ανασυσκευασία υλικών με χρήση κατάλληλου μηχανολογικού εξοπλισμού, χωρίς παραγωγή νέου προϊόντος.
ββ) Αποθήκευση εύφλεκτων, διαβρωτικών, οξειδωτικών ή τοξικών ουσιών.
γγ) Κατάψυξη ή συντήρηση ευπαθών προϊόντων.
δδ) Αποθήκευση υγρών ή αερίων καυσίμων και βιομηχανικών ή ιατρικών αερίων.
εε) Αποθήκευση, διαλογή και μηχανική επεξεργασία για ανακύκλωση άχρηστων υλικών σε υπαίθριους ή στεγασμένους χώρους.
δ. Μηχανολογικές Εγκαταστάσεις: Οι πάσης φύσεως ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών.
ε. Κτιριακές Εγκαταστάσεις:
αα) Κάθε δομική κατασκευή που προορίζεται για την εξυπηρέτηση των πάσης φύσεως αναγκών των προαναφερόμενων δραστηριοτήτων υπό στοιχεία α', β', γ' και δ'.
ββ) Βιομηχανικό-Βιοτεχνικό Κτίριο: Κάθε κτίριο για το οποίο έχει εκδοθεί άδεια οικοδομής για βιομηχανική - βιοτεχνική χρήση.
γγ) Ανεξάρτητο κτίριο: Το περιμετρικά ελεύθερο κτίσμα που χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο ως επαγγελματικός χώρος.
στ. Φορέας: Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου έχουν εκδοθεί οι άδειες σύμφωνα με τον παρόντα νόμο και το οποίο είναι υπόχρεο και υπεύθυνο για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος.
ζ. Εγκατάσταση (Ίδρυση): Η τοποθέτηση για πρώτη φορά του μηχανολογικού εξοπλισμού σε συγκεκριμένη θέση για άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας.
η. Λειτουργία: Η ενεργοποίηση του εγκατασταθέντος μηχανολογικού εξοπλισμού.
θ. Επέκταση: Η επαύξηση, μετά την αρχική εγκατάσταση και λειτουργία της δραστηριότητας, της εγκατεστημένης ισχύος του μηχανολογικού εξοπλισμού ή η προσθήκη κτιριακών εγκαταστάσεων ή ειδικών εγκαταστάσεων, που πραγματοποιείται μέσα στο γήπεδο όπου λειτουργεί η εγκατάσταση ή σε όμορό του ή η αλλαγή ή συμπλήρωση της δραστηριότητας. Όταν πρόκειται για αποθήκες χωρίς μηχανολογικό εξοπλισμό, επέκταση θεωρείται η αύξηση της αποθηκευτικής τους ικανότητας με οποιονδήποτε τρόπο.
ι. Εκσυγχρονισμός: Η αντικατάσταση ή συμπλήρωση του μηχανολογικού εξοπλισμού, των κτιριακών εγκαταστάσεων, των ειδικών εγκαταστάσεων και η αλλαγή ή συμπλήρωση της δραστηριότητας.
ια. Δραστηριότητες υψηλής, μέσης ή χαμηλής όχλησης: Οι δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4 του Ν. 1650/1986 (ΦΕΚ 160 Α'), όπως ισχύει και στις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού.
ιβ. Υψηλό Μηχάνημα: Το μηχάνημα το οποίο, λόγω του εκ κατασκευής ύψους του, απαιτεί ύψος κτιριακών εγκαταστάσεων ανώτερο από αυτό που επιτρέπεται από τις κείμενες πολεοδομικές διατάξεις.
ιγ. Υψηλή Εγκατάσταση: Το σύνολο των μηχανημάτων, συσκευών, οργάνων ή και των λοιπών μηχανολογικών στοιχείων που μπορούν, από τεχνολογική άποψη, να εγκατασταθούν και να λειτουργήσουν μόνο κατακορύφως, με αποτέλεσμα το συνολικό ύψος να υπερβαίνει το ανώτατο επιτρεπόμενο ύψος των κτιριακών εγκαταστάσεων, όπως αυτό προβλέπεται από τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις.
ιδ. Αδειοδοτούσα Αρχή: Η Διεύθυνση Ανάπτυξης των Ν. Α. και οι αντίστοιχες, κατά περίπτωση, υπηρεσίες του Υπουργείου Ανάπτυξης.
2. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου για τις περιοχές Αμιγούς Κατοικίας (Α.Κ.), τις περιοχές Γενικής Κατοικίας (Γ.Κ.), τις Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου (Ζ.Ο.Ε.), τα Πολεοδομικά Κέντρα, τα Βιοτεχνικά Πάρκα (ΒΙΟ.ΠΑ.), τα Βιομηχανικά Πάρκα (ΒΙ.ΠΑ.), τις Βιομηχανικές Περιοχές (Β.Ι.ΠΕ.), τις Ζώνες Χονδρεμπορίου, την Περιοχή (Α) του Π.Δ. 5/13.12.1979 (ΦΕΚ 707 Δ'), όπως τροποποιήθηκε με το Π.Δ. 31.3 /6.4.1987 (ΦΕΚ 303 Δ'), ισχύουν οι ορισμοί που καθορίζονται από την κείμενη νομοθεσία. Επίσης, ως περιοχές υποδοχής χρήσεων των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 23.2.1987 ( ΦΕΚ 166 Δ'), όπως ισχύει , καθορίζονται οι περιοχές που απεικονίζονται στους χάρτες κλίμακας 1: 5.000 που προσαρτώνται στο Ν. 3105/2003 (ΦΕΚ 29 Α') κατά την παρ. 6.α του άρθρου 41, οι οποίοι τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με τους χάρτες που προσαρτώνται στο Ν. 3190/2003 (ΦΕΚ 249 Α') κατά την παρ. 7 του άρθρου 20 αυτού.
1. Στις διατάξεις του παρόντος νόμου υπάγονται οι δραστηριότητες που ασκούνται στις εγκαταστάσεις, οι οποίες περιγράφονται στις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 2 με στοιχεία α', β', γ', δ' και ε'.
2. Δεν υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος:
α) Οι δραστηριότητες που ανήκουν ή την εκμετάλλευσή τους έχουν οι Ένοπλες Δυνάμεις, η Ελληνική Αστυνομία, το Πυροσβεστικό Σώμα και οι Οργανισμοί Διαχείρισης Λιμένων.
β) Τα πρατήρια υγρών και αερίων καυσίμων που προορίζονται για εφοδιασμό κάθε μεταφορικού μέσου.
γ) Τα συνεργεία επισκευής αυτοκινήτων, μηχανημάτων έργων, καθώς και αγροτικών μηχανημάτων.
δ) Οι αποθήκες καυσίμων κεντρικών θερμάνσεων.
ε) Οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης κτιρίων.
στ) Οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν, αποκλειστικός, θέατρα, κινηματογράφους, νοσοκομεία, ξενοδοχεία, κέντρα διασκέδασης και ψυχαγωγίας, εστιατόρια, πολυκαταστήματα, εφόσον είναι εγκατεστημένες και λειτουργούν στο χώρο των επιχειρήσεων αυτών και εξυπηρετούν τις λειτουργικές ανάγκες τους.
ζ) Οι κινητές ή σταθερές μονάδες που εξυπηρετούν συγκεκριμένο κατασκευαστικό δημόσιο ή ιδιωτικό έργο και βρίσκονται στον τόπο εκτέλεσης του έργου για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το έτος.
η) Οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής που υπάγονται στις δια-τάξεις του Ν. 1559/1985 (ΦΕΚ 135Α"), όπως αυτές έχουν αντικατασταθεί από τις διατάξεις του Ν. 2244/1994 (ΦΕΚ 168 Α").
θ) Οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις για την εξόρυξη, επεξεργασία μεταλλευτικών και λατομικών προϊόντων, όταν η επεξεργασία γίνεται εντός του μεταλλευτικού ή λατομικού χώρου και η άδεια λειτουργίας χορηγείται σύμφωνα με το Ν. 210/1973 (ΦΕΚ 277 Α") και το Ν. 2115/ 1993 (ΦΕΚ 15 Α").
ι) Παρασκευαστήρια καταστημάτων υγειονομικού εν-διαφέροντος, τα οποία αδειοδοτούνται σύμφωνα με το άρθρο 39 της Υγειονομικής Διάταξης ΑΙβ8577/83 (ΦΕΚ 526 Β') και των οποίων τα παραγόμενα προϊόντα διατίθενται από τα καταστήματα αυτά μέσω λιανικής πώλησης.
ια) Οι εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών χαμηλής όχλησης, όπως περιγράφονται στη Στατιστική Ταξινόμηση Κλαδικών Οικονομικών Δραστηριοτήτων (Σ.ΤΑ.Κ.Ο.Δ.) 2003, όπως εκάστοτε ισχύει και διαθέτουν μηχανολογικό εξοπλισμό του οποίου η κινητήρια ισχύς δεν υπερβαίνει τα 4 KW ή η θερμική ισχύς τα 8 KW.
1. Για την εγκατάσταση ή την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό των δραστηριοτήτων του παρόντος νόμου απαιτείται, με την επιφύλαξη του άρθρου 5, άδεια εγκατάστασης. Την άδεια αυτή χορηγεί αποκλειστικώς η Αδειοδοτούσα Αρχή, ύστερα από αυτοψία της, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.
2. Οι αποφάσεις με τις οποίες χορηγούνται οι άδειες εγκατάστασης μπορούν να περιέχουν όρους ή και περιορισμούς και να επιβάλλουν στο φορέα την εκτέλεση ειδικών έργων, όπου απαιτείται, για την επίτευξη, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, του συγκερασμού της παραγωγικής δραστηριότητας με την προστασία του περιβάλλοντος, των περιοίκων και των εργαζομένων σύμφωνα και με τις υποδείξεις και εγκρίσεις των συναρμόδιων υπηρεσιών κατά τις οικείες διατάξεις. Οι φορείς των εγκαταστάσεων υποχρεούνται να τηρούν απαρέγκλιτα τους πιο πάνω όρους και περιορισμούς.
3. Απαγορεύεται η εγκατάσταση των δραστηριοτήτων που υπάγονται στον παρόντα νόμο σε χώρους κτιρίων, οι οποίοι χαρακτηρίζονται στην οικοδομική τους άδεια ως βοηθητικοί ή κοινόχρηστοι χώροι.
4. Η χορήγηση από την Αδειοδοτούσα Αρχή άδειας εγκατάστασης δραστηριοτήτων σε πολυώροφα κτίρια είναι δυνατή μόνον εφόσον η άσκησή τους επιτρέπεται και από τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 3741/1929 (ΦΕΚ 4 Α") «Περί της ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους».
5. Η άδεια εγκατάστασης ισχύει για τρία χρόνια και μπορεί να παραταθεί μέχρι τη συμπλήρωση μίας εξαετίας. Το αίτημα για την παράταση της άδειας εξετάζεται με βάση τα ίδια δεδομένα και τις συνθήκες που ίσχυαν κατά τη χορήγησή της, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α. Το αίτημα να έχει υποβληθεί κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας.
β. Να έχει γίνει έναρξη υλοποίησης της εγκατάστασης κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, το αίτημα για παράταση της ισχύος της άδειας εγκατάστασης εξετάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής του.
Τροποποίηση της άδειας εγκατάστασης γίνεται με τις πιο πάνω προϋποθέσεις.
6. Επιτρέπεται, κατά παρέκκλιση από τυχόν απαγορευτικές διατάξεις, η χορήγηση ειδικής άδειας εγκατάστασης, μετά από έγκριση περιβαλλοντικών όρων, σε δραστηριότητες που αφορούν αποκλειστικώς στην εκτέλεση δημόσιων ή ιδιωτικών έργων με ιδιαίτερη συμβολή στην ανάπτυξη της Εθνικής Οικονομίας, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ύστερα από γνώμη του οικείου Νομαρχιακού Συμβουλίου, η οποία παρέχεται εντός διμήνου. Η σχετική δραστηριότητα ασκείται υποχρεωτικώς εντός του χώρου που έχει διατεθεί για την εκτέλεση του έργου. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση της ειδικής άδειας εγκατάστασης, ο τύπος και το περιεχόμενο αυτής, η σχετική διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
7. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Ανάπτυξης, ύστερα από γνώμη του οικείου Νομαρχιακού Συμβουλίου, μπορεί, για λόγους χωροταξικού σχεδιασμού ή προστασίας του περιβάλλοντος, να απαγορεύεται η εγκατάσταση νέων δραστηριοτήτων σε συγκεκριμένη περιοχή ή Περιφέρεια ή να επιβάλλονται ειδικοί όροι και περιορισμοί περιβαλλοντικού και μόνο χαρακτήρα στις περιπτώσεις επέκτασης ή μετεγκατάστασης εγκατεστημένων δραστηριοτήτων. Η απαγόρευση μπορεί να αναφέρεται είτε στο σύνολο των δραστηριοτήτων που υπάγονται στον παρόντα νόμο είτε σε συγκεκριμένες μόνο δραστηριότητες ή σε δραστηριότητες ορισμένου μεγέθους.
8. α) Οι Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) χορηγούν βεβαίωση έναρξης ή μεταβολής επιτηδεύματος ως προς τη δραστηριότητα, στους φορείς των μονάδων οι οποίες διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, με την προϋπόθεση ότι οι ενδιαφερόμενοι προσκομίζουν άδεια εγκατάστασης ή άδεια λειτουργίας. Για τις δραστηριότητες που απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 5, αρκεί η προσκόμιση από τον ενδιαφερόμενο είτε της ειδικής δήλωσης της παρ. 1 του άρθρου 5 είτε της βεβαίωσης της Αδειοδοτούσας Αρχής ότι υποβλήθηκε αίτημα για την έναρξη δραστηριότητας που υπάγεται στην εν λόγω παράγραφο.
β) Για την ηλεκτροδότηση και για την έκδοση άδειας ανέγερσης ή επέκτασης κτιρίων απαιτείται η προσκόμιση της άδειας εγκατάστασης ή της ειδικής δήλωσης της παρ. 1 του άρθρου 5 στο Διαχειριστή του Δικτύου ή του Συστήματος σύμφωνα με το Ν. 2773/1999 (ΦΕΚ 286 Α") και στην αρμόδια υπηρεσία για την έκδοση της οικοδομικής άδειας αντίστοιχα.
9. Στις μονάδες οι οποίες υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου και του άρθρου 41 (περιπτώσεις ιθ' και κζ') του Ν. 2218/1994 (ΦΕΚ 90 Α'), όπως αυτές κωδικοποιήθηκαν με το Π.Δ. 410/1995 (ΦΕΚ 231 Α'), χορηγείται μία μόνο άδεια αποκλειστικά από την Αδειοδοτούσα Αρχή. Ειδικότερα στα εργοστάσια, στα εργαστήρια και τις αποθήκες που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου και του άρθρου 52 της υγειονομικής διάταξης ΑΙβ/8577/83 (ΦΕΚ 526 Β'), η πιο πάνω άδεια χορηγείται με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Υπηρεσίας Υγείας.
Απαγορεύεται η εγκατάσταση των δραστηριοτήτων που υπάγονται στον παρόντα νόμο σε χώρους κτιρίων, οι οποίοι χαρακτηρίζονται στην οικοδομική τους άδεια ως βοηθητικοί ή κοινόχρηστοι χώροι.
1. Απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης και με άδεια λειτουργίας τα επαγγελματικά εργαστήρια χαμηλής όχλησης της περίπτωσης β' της παρ. 1 του άρθρου 2, καθώς και οι πάσης φύσεως ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών χαμηλής όχλησης, που δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις του άρθρου 3 και διαθέτουν μηχανολογικό εξοπλισμό με κινητήρια ισχύ μέχρι 22 KW και θερμική ισχύ μέχρι 50 KW, καθώς και οι αποθήκες χαμηλής όχλησης της περίπτωσης γ' της παρ. 1 του άρθρου 2, που διαθέτουν μηχανολογικό εξοπλισμό για τη λειτουργία τους με κινητήρια ισχύ από 0-22 KW και θερμική ισχύ από 0-50 KW. Για την έναρξη λειτουργίας των μονάδων αυτών υποβάλλεται στην Αδειοδοτούσα Αρχή ειδική δήλωση, η οποία συνοδεύεται από τα δικαιολογητικά που θα καθοριστούν με την υπουργική απόφαση που αναφέρεται στην παρ.5 του άρθρου αυτού. Η κατάθεση της δήλωσης βεβαιώνεται σε αντίγραφό της από την Αδειοδοτούσα Αρχή, το οποίο υποχρεούται να τηρεί ο φορέας.
2. Από τις απαλλαγές του παρόντος άρθρου εξαιρούνται:
α) οι μονάδες επεξεργασίας εύφλεκτων, εκρηκτικών, διαβρωτικών, οξειδωτικών και τοξικών ουσιών και αερίων υπό πίεση, ανεξαρτήτως της επεξεργαζόμενης ποσότητας,
β) οι αποθήκες όπου φυλάσσεται ποσότητα ανώτερη των 100 Kgr εύφλεκτων, διαβρωτικών, οξειδωτικών και τοξικών ουσιών,
γ) οι αποθήκες εκρηκτικών που υπερβαίνουν τα όρια της παρ. 2(δ) του άρθρου 1 της ΚΥΑ 3329/15.2.1989 (ΦΕΚ 132 Β'), όπως εκάστοτε ισχύει και
δ) οι αποθήκες όπου φυλάσσεται ποσότητα αερίων υπό πίεση ανώτερη των 200 Kgr.
3. Εάν από τη λειτουργία των δραστηριοτήτων της παραγράφου 1 προκαλούνται δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον ή οχλήσεις στους περιοίκους, τα οποία διαπιστώνονται μετά από έλεγχο της Αδειοδοτούσας Αρχής, οι δραστηριότητες αυτές μπορούν να εξαιρούνται από την απαλλαγή της παραγράφου 1 με απόφαση της Αδειοδοτούσας Αρχής. Στις περιπτώσεις αυτές, με απόφαση της Αδειοδοτούσας Αρχής παρέχεται εφάπαξ προθεσμία, που δεν μπορεί να υπερβεί το έτος, για την τεχνική ανασυγκρότηση των μονάδων. Με την ίδια απόφαση ορίζονται οι αναγκαίοι όροι, σύμφωνα με τους οποίους χορηγείται άδεια λειτουργίας κατά τις διατάξεις του παρόντος. Σε περίπτωση που τα μέτρα που ελήφθησαν σε εφαρμογή των πιο πάνω όρων δεν επαρκούν για την άρση των προβλημάτων, είναι δυνατή η παράταση της πιο πάνω προθεσμίας μέχρι ένα έτος για τη μεταφορά της δραστηριότητας. Εάν ο φορέας της επιχείρησης δεν έλαβε τα μέτρα που περιλαμβάνονται στην απόφαση της Αδειοδοτούσας Αρχής, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 24.
Αν οι προκαλούμενες από τις δραστηριότητες δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον ή οχλήσεις στους περιοίκους δεν μπορούν, κατά την κρίση της Αδειοδοτούσας Αρχής, να αρθούν με την τεχνική ανασυγκρότηση της μονάδας, αντί της προθεσμίας για τεχνική ανασυγκρότηση, μπορεί, με την ίδια διαδικασία, να χορηγείται προθεσμία ενός έτους για τη μεταφορά της δραστηριότητας, η οποία μπορεί να παρατείνεται για ένα επιπλέον έτος, ανάλογα με το μέγεθος και το είδος της δραστηριότητας.
Κατά τη διάρκεια ισχύος των πιο πάνω αποφάσεων, οι μονάδες λειτουργούν με τους όρους και τους περιορισμούς που θέτουν οι αποφάσεις αυτές, εκτός αν οι επιπτώσεις ή οι οχλήσεις που προκαλούνται είναι ιδιαιτέρως σοβαρές, κατά την κρίση της Αδειοδοτούσας Αρχής, οπότε μπορεί να διαταχθεί από αυτή η άμεση διακοπή της λειτουργίας της δραστηριότητας.
4. Απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης για μηχανολογική επέκταση οι φορείς που έχουν εφοδιασθεί με άδεια λειτουργίας για την ίδια δραστηριότητα, εφόσον από την επέκταση:
α) Δεν επέρχεται ουσιαστική διαφοροποίηση στη μηχανολογική εγκατάσταση με βάση τα κριτήρια που τίθενται στην παρ. 2(β) του άρθρου 6.
β) Δεν μεταβάλλεται ο βαθμός όχλησης, προκειμένου για μονάδες χαμηλής όχλησης.
γ) Δεν επέρχεται αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος, που αναφέρεται στην άδεια λειτουργίας των μονάδων μέσης και υψηλής όχλησης, σε ποσοστό μεγαλύτερο του είκοσι τοις εκατό (20%). Η αύξηση αυτή, με την προϋπόθεση ότι δεν επέρχεται μεταβολή του βαθμού όχλησης της μονάδας, δεν μπορεί, σε κάθε περίπτωση, να υπερβεί τα 600 KW κινητήριας και θερμικής ισχύος.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται για τις μονάδες που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου αυτού.
5. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη θεώρηση της ειδικής δήλωσης και τη χορήγηση της βεβαίωσης της παρ. 8.α του άρθρου 4, ο τύπος και το περιεχόμενο αυτών, η σχετική διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
1. α) Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου απαγορεύεται η εγκατάσταση δραστηριοτήτων που διέπονται από αυτόν σε περιοχές όπου, σύμφωνα με τις διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας, έχει καθορισθεί χρήση γης μη συμβατή με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα.
β) Σε περιοχές εντός σχεδίου πόλης, όπου δεν έχει καθορισθεί χρήση γης, επιτρέπεται η εγκατάσταση δραστηριοτήτων μόνο χαμηλής όχλησης σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. Η.Π. 13727/724/5.8.2003 (ΦΕΚ 1087 Β') κοινή υπουργική απόφαση.
γ) Σε περιοχές εντός οικισμών προϋφιστάμενων της 16.8.1923, σύμφωνα με το Π.Δ. 2/13.3.1981 (ΦΕΚ 138 Δ'), επιτρέπεται η εγκατάσταση μόνο επαγγελματικών εργαστηρίων και αποθηκών της παρ. 1γ του άρθρου 2, που δια-θέτουν για τη λειτουργία τους μηχανολογικό εξοπλισμό του οποίου η κινητήρια ισχύς δεν υπερβαίνει τα είκοσι δύο (22) KW ή η θερμική τα πενήντα (50) KW, πλην των περιπτώσεων (ββ), (δδ) για ποσότητα άνω των 100 Kgr υγρών ή αερίων καυσίμων και βιομηχανικών ή ιατρικών αερίων και (εε), μηχανολογικών εγκαταστάσεων των οποίων ο εξοπλισμός έχει κινητήρια ισχύ μέχρι 22 KW ή θερμική μέχρι 50 KW, εφόσον οι πιο πάνω δραστηριότητες ανήκουν στη χαμηλή όχληση. Σε απόσταση 500 μέτρων από τα όρια των πιο πάνω οικισμών επιτρέπεται η εγκατάσταση δραστηριοτήτων χαμηλής όχλησης.
2. α) Για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης για δραστηριότητες που υπάγονται στον παρόντα νόμο σε περιοχές, όπου δεν έχει καθορισθεί από τις πολεοδομικές διατάξεις συγκεκριμένη χρήση γης ή σε περιοχές, όπου η συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι συμβατή με τις χρήσεις που υπάρχουν, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη:
αα) Οι διατάξεις του Ν. 1650/1986 όπως ισχύει, καθώς και τυχόν περιορισμοί που ισχύουν με βάση κείμενες διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος.
ββ) Οι αναγκαίες γνώμες ή εγκρίσεις άλλων υπηρεσιών ή αρχών, όπως αυτές ορίζονται στην υπουργική απόφαση της παραγράφου 3.
β) Τα κριτήρια, με βάση τα οποία χορηγείται η άδεια εγκατάστασης στις δραστηριότητες του παρόντος νόμου, είναι τα εξής:
αα) Η αρτιότητα και η τεχνολογική στάθμη του μηχανολογικού εξοπλισμού.
ββ) Η φυσιογνωμία της περιοχής και οι επιπτώσεις της δραστηριότητας στο περιβάλλον.
γγ) Η ασφάλεια των εργαζομένων στην εγκατάσταση, καθώς και των περιοίκων.
δδ) Οι υφιστάμενες συνθήκες γειτνίασης του γηπέδου ή του χώρου εγκατάστασης της δραστηριότητας.
εε) Η επάρκεια και η καταλληλότητα των κτιρίων που πρόκειται να ανεγερθούν. Στην περίπτωση υφιστάμενων κτιρίων εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 4.
3. Ο ενδιαφερόμενος για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης υποβάλλει στην Αδειοδοτούσα Αρχή όλες τις μελέτες που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία για τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, μαζί με τα παραστατικά πληρωμής των κατά νόμο αμοιβών των μελετητών και των επιβαλλόμενων κρατήσεων. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για τη χορήγηση της άδειας εγκατάστασης, ο τύπος και το περιεχόμενο αυτής, καθώς και η σχετική διαδικασία.
Για τις μονάδες χαμηλής όχλησης, η υπηρεσία που είναι αρμόδια για την έγκριση των περιβαλλοντικών όρων υποχρεούται να εκδώσει απόφαση για την έγκριση ή μη αυτών και να τη γνωστοποιήσει στην Αδειοδοτούσα Αρχή και στον ενδιαφερόμενο εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία θα περιέλθει σε αυτήν η μελέτη. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, θεωρείται ότι παρέχεται θετική γνωμοδότηση και η Αδειοδοτούσα Αρχή υποχρεούται να εξετάσει το αίτημα για τη χορήγηση της άδειας εγκατάστασης.
4. Δεν απαιτείται άδεια εγκατάστασης για δραστηριότητες που εγκαθίστανται στις Βιομηχανικές Περιοχές.
5. Αιτήσεις για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης για ίδρυση δραστηριότητας, για την οποία η αξία του μηχανολογικού εξοπλισμού της επένδυσης υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου ευρώ, δημοσιοποιούνται, με ευθύνη της Αδειοδοτούσας Αρχής, εντός είκοσι ημερών από την ημερομηνία υποβολής του σχετικού αιτήματος.
6. Άδειες εγκατάστασης για ίδρυση δραστηριότητας, ανεξάρτητα από το ύψος της αξίας και της εγκατεστημένης ισχύος του μηχανολογικού εξοπλισμού, δημοσιοποιούνται με ευθύνη της Αδειοδοτούσας Αρχής, με δαπάνη που βαρύνει τον φορέα της δραστηριότητας. Από την ημερομηνία της δημοσιοποίησης αυτής θεωρείται ότι έλαβε γνώση κάθε ενδιαφερόμενος, ο οποίος μπορεί να ασκήσει τα προβλεπόμενα από τις κείμενες διατάξεις βοηθήματα δικαστικής και διοικητικής προστασίας. Ο τρόπος και τα μέσα των δημοσιοποιήσεων και κάθε άλλη συναφής λεπτομέρεια εφαρμογής της προηγούμενης και της παρούσας παραγράφου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης. Με όμοια απόφαση μπορεί να αναπροσαρμόζεται το όριο του ποσού της προηγούμενης παραγράφου.
7. Μετεγκατάσταση βιομηχανικών-βιοτεχνικών μονάδων χαμηλής όχλησης, καθώς και μηχανολογικών εγκαταστάσεων και αποθηκών χαμηλής όχλησης που δεν επιτρέπεται να ιδρύονται εντός περιοχής Γενικής Κατοικίας, από περιοχή Γενικής Κατοικίας σε άλλη περιοχή Γενικής Κατοικίας επιτρέπεται σε περιπτώσεις πυρκαγιάς, πλημμυρών, σεισμού, αναγκαστικής απαλλοτρίωσης και κατεδάφισης, εφόσον η μετεγκατάσταση γίνεται σε βιοτεχνικά-βιομηχανικά ή ανεξάρτητα κτίρια.
8. Στις περιπτώσεις μετεγκατάστασης κατά την προηγούμενη παράγραφο, εκτός από την περίπτωση της κατεδάφισης, επιχορηγείται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.) το συνολικό κόστος μέχρι το πενήντα τοις εκατό (50%), το οποίο σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας του μηχανολογικού εξοπλισμού που εγκαθίσταται στη νέα θέση. Στο κόστος αυτό μπορεί να περιληφθεί και το κόστος πιθανού εκσυγχρονισμού της εγκατάστασης στη νέα θέση. Το ποσοστό επιχορήγησης σε αυτή την περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το τριάντα τοις εκατό (30%) του κόστους του νέου μηχανολογικού εξοπλισμού που εγκαθίσταται στη νέα θέση.
9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται το ποσό που διατίθεται κάθε έτος για την επιχορήγηση, το ακριβές ποσοστό επιχορήγησης, οι επιλέξιμες δαπάνες, τα κριτήρια και η διαδικασία για την έγκριση και την καταβολή της επιχορήγησης.
1. Εάν επέρχεται, σύμφωνα με τις πολεοδομικές διατάξεις, μεταβολή της χρήσης γης, οι δραστηριότητες που ιδρύθηκαν νόμιμα εξακολουθούν να λειτουργούν στο χώρο όπου βρίσκονται. Εάν επιβάλλεται, από τις κείμενες διατάξεις, η απομάκρυνση των πιο πάνω δραστηριοτήτων, αυτές απομακρύνονται υποχρεωτικά σε διάστημα δώδεκα ετών από την ημερομηνία εφαρμογής της σχετικής διάταξης.
2. Η επέκταση δραστηριότητας που ιδρύθηκε νόμιμα και λειτουργεί πριν από την έναρξη ισχύος πολεοδομικής διάταξης, η οποία μεταβάλλει τη χρήση γης της περιοχής και καθιστά τη δραστηριότητα μη συμβατή προς τη νέα χρήση γης, είναι δυνατή μέσα στο χώρο ή στο γήπεδο στο οποίο λειτουργούσε η δραστηριότητα πριν από την εφαρμογή της παραπάνω πολεοδομικής διάταξης. Για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης σε αυτές τις περιπτώσεις λαμβάνονται υπόψη τα κριτήρια της παρ. 2 του άρθρου 6.
3. Όταν απαιτείται από τον πολεοδομικό σχεδιασμό:
α) απομάκρυνση δραστηριοτήτων,
β) περιορισμός των επιτρεπόμενων προς ίδρυση δραστηριοτήτων,
γ) απαγόρευση κτιριακής επέκτασης,
για την έκδοση της σχετικής πολεοδομικής πράξης απαιτείται η προηγούμενη γνώμη του Υπουργού Ανάπτυξης, η οποία παρέχεται εντός τριμήνου.
1. Για την ανέγερση κτιριακών εγκαταστάσεων, που προορίζονται για την εξυπηρέτηση των δραστηριοτήτων του παρόντος νόμου, απαιτείται προηγουμένως η έκδοση της κατά νόμο άδειας οικοδομής από την αρμόδια υπηρεσία.
2. Προκειμένου για δραστηριότητες, για τις οποίες ισχύει η προβλεπόμενη από το άρθρο 5 απαλλαγή, η άδεια οικοδομής εκδίδεται από την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την έκδοση αυτής, μετά από προηγούμενη σχετική βεβαίωση της Αδειοδοτούσας Αρχής για την απαλλαγή από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση της βεβαίωσης, ο τύπος και το περιεχόμενο αυτής, καθώς και η σχετική διαδικασία.
3. Για την εγκατάσταση επαγγελματικών εργαστηρίων της περίπτωσης β' της παρ. 1 του άρθρου 2 σε χώρους κύριας χρήσης, οι οποίοι στην οικοδομική άδεια αναφέρονται ως κατάστημα ή επαγγελματικός χώρος ή αποθήκη, δεν απαιτείται η αλλαγή χρήσης της παρ. 1 του άρθρου 5 του Ν. 1577/1985 (ΦΕΚ 210 Α').
4. Για τη νομιμοποίηση ή την αλλαγή χρήσης υφιστάμενων κτιρίων ή τμημάτων αυτών σε βιομηχανικά-βιοτεχνικά απαιτείται η έγκριση της Αδειοδοτούσας Αρχής, σύμφωνα με τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις, η οποία παρέχεται με την άδεια εγκατάστασης. Εάν χορηγείται ενιαία άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας, η έγκριση παρέχεται με τη θεώρηση των σχεδιαγραμμάτων από την Αδειοδοτούσα Αρχή.
1. Η ανέγερση κτιριακών εγκαταστάσεων για την εξυπηρέτηση των δραστηριοτήτων που υπάγονται στο νόμο αυτόν υπόκειται στους όρους δόμησης που προβλέπονται από τις πολεοδομικές διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά.
2. Παρέκκλιση από τους όρους αυτούς επιτρέπεται στις εξής περιπτώσεις:
α) Κατά την εγκατάσταση των δραστηριοτήτων, μόνο ως προς το ύψος και εφόσον πρόκειται να εγκατασταθούν υψηλά μηχανήματα, αποθήκες κατακόρυφου τύπου (SILOS), καπνοδόχοι, εγκαταστάσεις απαγωγής και υψηλές εγκαταστάσεις. Προκειμένου για υψηλές εγκαταστάσεις επιτρέπεται η έγκριση παρέκκλισης, μόνον εφόσον η λύση αυτή επιβάλλεται για τεχνολογικούς λόγους και δεν είναι δυνατή η εφαρμογή άλλης δόκιμης τεχνικής λύσης.
3. Κατά την επέκταση των δραστηριοτήτων, ως προς το ύψος, με τις προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, καθώς επίσης και ως προς τους λοιπούς όρους δόμησης σύμφωνα με το νόμο και εφόσον δεν μπορεί να εφαρμοσθεί, από λειτουργική άποψη, άλλη λύση με την οποία αποφεύγεται η παρέκκλιση.
4. Στην περίπτωση της παρ. 6 του άρθρου 4.
Για την έγκριση της παρέκκλισης κατά τις προηγούμενες παραγράφους ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπεται από τις πολεοδομικές διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά.
1. Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας στις δραστηριότητες που έχουν εγκατασταθεί ή επεκταθεί ή εκσυγχρονισθεί υποβάλλεται, μέσα στο χρονικό διάστημα ισχύος της άδειας εγκατάστασης, αίτηση που συνοδεύεται από δικαιολογητικά, τα οποία καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.
Από την υποβολή των απαιτούμενων δικαιολογητικών είναι δυνατή η έναρξη λειτουργίας της εγκατάστασης.
2. Η Αδειοδοτούσα Αρχή υποχρεούται να ενεργήσει αυτοψία με όργανά της για τη διαπίστωση της τήρησης ή μη των όρων της άδειας εγκατάστασης.
3. Η άδεια λειτουργίας της δραστηριότητας χορηγείται για αόριστο χρόνο με απόφαση που εκδίδεται εντός μηνός, εφόσον διαπιστωθεί από τα όργανα της προηγούμενης παραγράφου ότι έχουν τηρηθεί οι όροι και περιορισμοί που αναγράφονται στην άδεια εγκατάστασης και ότι, από τη λειτουργία της δραστηριότητας, εξασφαλίζεται η προστασία του περιβάλλοντος, η ασφάλεια των εργαζομένων και των περιοίκων. Ειδικά για την περίπτωση της παρ. 6 του άρθρου 4, η ισχύς της άδειας λειτουργίας δεν μπορεί να υπερβαίνει το χρόνο που απαιτείται για την πραγματοποίηση του έργου.
4. Εάν διαπιστωθούν παρεκκλίσεις από την άδεια εγκατάστασης, οι οποίες όμως δεν καθιστούν τη μονάδα μη συμβατή με τις διατάξεις του νόμου αυτού, χορηγείται οριστική άδεια λειτουργίας εντός μηνός από την προσκόμιση των απαιτούμενων δικαιολογητικών.
5. Εάν διαπιστωθούν παρεκκλίσεις από την άδεια εγκατάστασης τέτοιας φύσης ή έκτασης που καθιστούν την μονάδα ασύμβατη με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, η Αδειοδοτούσα Αρχή μπορεί είτε να εφαρμόζει τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 24 είτε να χορηγεί, εντός μηνός από την ημερομηνία διαπίστωσης των παρεκκλίσεων, προσωρινή άδεια λειτουργίας διάρκειας μέχρι δώδεκα μήνες, με σκοπό την άρση των παρεκκλίσεων αυτών. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, η Αδειοδοτούσα Αρχή χορηγεί είτε οριστική άδεια λειτουργίας, εφόσον έχουν αρθεί οι παρεκκλίσεις, ή εφαρμόζει τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 24.
6. Εάν υποβληθεί η αίτηση για χορήγηση άδειας λειτουργίας μετά τη λήξη της ισχύος της άδειας εγκατάστασης, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3, 4 ή 5 του άρθρου αυτού, με την προϋπόθεση ότι η εγκατάσταση υλοποιήθηκε εντός του χρόνου ισχύος της σχετικής άδειας. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον τελικά χορηγηθεί άδεια λειτουργίας, επιβάλλονται οι κυρώσεις της παρ. 2 του άρθρου 24.
7. Οι άδειες λειτουργίας που χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού επανεξετάζονται έπειτα από έλεγχο, ο οποίος διενεργείται για τη διαπίστωση της τήρησης ή μη των όρων που καθορίζονται στις άδειες αυτές, στις εξής περιπτώσεις:
α) Με τη συμπλήρωση πενταετίας από την έκδοσή τους.
β) Εφόσον έχει επέλθει, για οποιονδήποτε λόγο, μεταβολή του μηχανολογικού εξοπλισμού.
8. Σε περίπτωση που μεταβληθεί η χρήση γης, αν η δραστηριότητα καθίσταται εξ αυτού του λόγου μη συμβατή με τη νέα χρήση, είναι δυνατή η επιβολή ειδικών όρων αρχιτεκτονικής και αισθητικής προσαρμογής των εγκαταστάσεων με τη νέα χρήση. Οι σχετικοί όροι επιβάλλονται με απόφαση του οικείου Νομάρχη, ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής Αρχιτεκτονικού Ελέγχου (ΕΠ.Α.Ε.).
9. Για τις δραστηριότητες των περιπτώσεων α', β,' γ' και δ' της παρ.1 του άρθρου 2, που το σύνολο ή μέρος των εγκαταστάσεών τους δεν είναι συμβατό με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, μπορεί, με απόφαση της Αδειοδοτούσας Αρχής, να χορηγείται προθεσμία για τη μεταφορά τους σε άλλη κατάλληλη θέση ή για την τεχνική τους ανασυγκρότηση, εφόσον από τη συνέχιση της λειτουργίας τους δεν προκύπτει άμεσος κίνδυνος για: α) την προστασία του περιβάλλοντος, β) την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων και γ) την ασφάλεια των περιοίκων.
Κατά τη διάρκεια της προθεσμίας για τη μεταφορά ή την τεχνική ανασυγκρότηση των εγκαταστάσεων των πιο πάνω δραστηριοτήτων είναι δυνατή η λειτουργία τους με όρους και περιορισμούς που θέτει η Αδειοδοτούσα Αρχή για:
α) την προστασία του περιβάλλοντος, β) την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων και γ) την ασφάλεια των περιοίκων.
Η παραπάνω προθεσμία ορίζεται μέχρι ένα έτος από την ημερομηνία που διαπιστώνεται, με σχετική πράξη της Αδειοδοτούσας Αρχής, η μη συμβατότητα του συνόλου ή μέρους των εγκαταστάσεων των πιο πάνω δραστηριοτήτων με τις διατάξεις του νόμου αυτού. Στην περίπτωση που χορηγείται προθεσμία για τη μεταφορά, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για ένα ακόμη έτος, μόνο στην περίπτωση που ο φορέας της επιχείρησης έχει εφοδιαστεί με άδεια εγκατάστασης για τη νέα θέση και για ακόμα ένα έτος, μόνο στην περίπτωση που η άδεια εγκατάστασης για τη νέα θέση περιλαμβάνει την ανέγερση νέων κτιρίων και ο φορέας της επιχείρησης έχει εφοδιαστεί με οικοδομική άδεια.
Μετά την άπρακτη παρέλευση των πιο πάνω προθεσμιών, εφόσον δεν έχει αρθεί η μη συμβατότητα των δραστηριοτήτων με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, δεν είναι δυνατή η συνέχιση λειτουργίας των δραστηριοτήτων αυτών στην ίδια θέση και εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 24.
10. Αίτημα για την ανανέωση άδειας λειτουργίας δραστηριότητας, της οποίας έχει λήξει ο χρόνος ισχύος, εξετάζεται ως αίτημα για τη συνέχιση λειτουργίας της δραστηριότητας, με την προϋπόθεση ότι δεν έχει διακοπεί οριστικά η λειτουργία της.
11. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας, της ανανέωσης άδειας λειτουργίας, της προθεσμίας για τεχνική ανασυγκρότηση ή για μεταφορά, ο τύπος και το περιεχόμενο των αποφάσεων αυτών, καθώς και η σχετική διαδικασία.
1. Οι άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας, καθώς και η ειδική δήλωση της παρ. 1 του άρθρου 5 τροποποιούνται και στις εξής περιπτώσεις:
α) Εάν επέλθει αλλαγή στην επωνυμία του φορέα.
β) Εάν περιέλθει, με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο, η κυριότητα του μηχανολογικού εξοπλισμού ή το δικαίωμα εκμετάλλευσης μέρους ή όλης της δραστηριότητας και του μηχανολογικού εξοπλισμού σε νέο φορέα.
Εάν έχει λήξει ο χρόνος ισχύος της άδειας λειτουργίας, η άδεια αυτή τροποποιείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο και με την προϋπόθεση ότι δεν έχει διακοπεί οριστικά η λειτουργία της δραστηριότητας.
2. Τόσο ο παλαιός όσο και ο νέος φορέας υποχρεούνται, μέσα σε δύο μήνες από την επέλευση της πιο πάνω μεταβολής, να ειδοποιούν γι’ αυτήν την Αδειοδοτούσα Αρχή. Σε περίπτωση παράβασης της υποχρέωσης αυτής επιβάλλεται στον καθέναν από τους φορείς πρόστιμο, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 24.
3. Ο νέος φορέας ευθύνεται παράλληλα με τον παλαιό, για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος από το χρόνο περιέλευσης σε αυτόν της κυριότητας του μηχανολογικού εξοπλισμού ή του δικαιώματος εκμετάλλευσης μέρους ή όλης της δραστηριότητας μέχρι την, κατά την προηγούμενη παράγραφο, ειδοποίηση.
4. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την τροποποίηση των αδειών ή της ειδικής δήλωσης της παραγράφου 1, ο τύπος και το περιεχόμενο αυτών, καθώς και η σχετική διαδικασία.
1. Η Αδειοδοτούσα Αρχή διενεργεί ελέγχους για τη διαπίστωση:
α) Της τήρησης ή μη των όρων και των περιορισμών της άδειας εγκατάστασης και τη σύνταξη της σχετικής έκθεσης, για να κριθεί από την Αδειοδοτούσα Αρχή εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης της οριστικής άδειας λειτουργίας ή της εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 10.
β) Της συμβατότητας ή μη του συνόλου ή μέρους των εγκαταστάσεων των δραστηριοτήτων με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και τη σύνταξη σχετικής έκθεσης για να κριθεί από την Αδειοδοτούσα Αρχή εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διαδικασίας της παρ. 9 του άρθρου 10 ή της παρ. 1 του άρθρου 24.
γ) Της τήρησης των όρων της άδειας λειτουργίας.
2. Οι έλεγχοι πραγματοποιούνται από μονομελή ή πολυμελή όργανα, κατόπιν ειδικής έγγραφης εντολής της Αδειοδοτούσας Αρχής, στην οποία αναγράφεται το όνομα του ελεγκτή και του παρέχοντας την εντολή.
3. Τα όργανα πραγματοποιούν ελέγχους, κάθε φορά που η Αδειοδοτούσα Αρχή κρίνει αναγκαίο ή σε περίπτωση έγγραφης επώνυμης καταγγελίας από φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης ή περιοίκους ή άλλους κοινωνικούς φορείς, σε κάθε δραστηριότητα που υπάγεται στις διατάξεις του παρόντος νόμου. Ειδικά για τις περιπτώσεις αυτές η Αδειοδοτούσα Αρχή μπορεί να προσφεύγει στη συνδρομή και άλλων ελεγκτικών υπηρεσιών.
1. Για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης ή λειτουργίας, τη θεώρηση της Ειδικής Δήλωσης για απαλλαγή των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 5 από την υποχρέωση εφοδιασμού τους με άδεια εγκατάστασης ή λειτουργίας, καθώς και για την έκδοση απόφασης χορήγησης προθεσμίας για τη μεταφορά ή την τεχνική ανασυγκρότηση των εγκαταστάσεων των δραστηριοτήτων, καταβάλλεται από τους φορείς των δραστηριοτήτων αυτών παράβολο, το ύψος του οποίου καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης και είναι ανάλογο με την εγκατεστημένη ισχύ και την αξία του παραγωγικού εξοπλισμού της δραστηριότητας ή την αποθηκευτική ικανότητα, όταν πρόκειται για αποθήκες. Το παράβολο διπλασιάζεται στην περίπτωση που η άδεια χορηγείται μετά από απόφαση διακοπής της λειτουργίας της δραστηριότητας.
2. Τα παράβολα αποτελούν πόρο για την οικεία Ν.Α. και για την αποζημίωση των υπαλλήλων που διενεργούν τους σχετικούς ελέγχους. Το ύψος της αποζημίωσης, ο τρόπος καταβολής και κάθε άλλη λεπτομέρεια καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.
3. Τα παράβολα του άρθρου αυτού καλύπτουν και τις ήδη υπάρχουσες άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας.
1. Οι φορείς βιομηχανιών-βιοτεχνιών, επαγγελματικών εργαστηρίων και αποθηκών μέσης και υψηλής όχλησης, των οποίων οι δραστηριότητες, οποιουδήποτε μεγέθους, ασκούνται εντός των ορίων της Περιφέρειας Αττικής, υποχρεούνται, με βάση θεσμικές ρυθμίσεις που προωθούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, να εφαρμόζουν, εντός τετραετίας από την ισχύ των ρυθμίσεων, τα μέτρα που προβλέπονται από αυτές και τα οποία ανταποκρίνονται σε βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές.
Τα μέτρα της περιβαλλοντικής αναβάθμισης μπορούν να αφορούν σε αντικατάσταση παραγωγικού εξοπλισμού ή σε αλλαγή μεθόδου παραγωγής ή σε προσθήκη εξοπλισμού αντιρρύπανσης ή σε περαιτέρω αξιοποίηση και διάθεση αποβλήτων.
Οι φορείς των μονάδων υψηλής όχλησης υποχρεούνται, εντός πενταετίας από την ισχύ του νόμου αυτού, να εφαρμόσουν και να πιστοποιήσουν σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης είτε κατά EMAS είτε κατά ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 14001.
2. Οι φορείς των βιομηχανιών-βιοτεχνιών και των επαγγελματικών εργαστηρίων μέσης και υψηλής όχλησης υποχρεούνται να υποβάλλουν κάθε έτος Δελτίο Βιομηχανικής Κίνησης, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν. 858/1979 (ΦΕΚ 1 Α'), που περιλαμβάνει και στοιχεία σχετικά με:
α) την ενεργειακή τους κατανάλωση,
β) τις εκπομπές ρύπων και αποβλήτων της παραγωγικής διαδικασίας και
γ) τις τυχόν λοιπές περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Η μη υποβολή του πιο πάνω Δελτίου συνιστά λόγο ανάκλησης της άδειας λειτουργίας.
3. Οι φορείς των μονάδων υψηλής όχλησης που λειτουργούν εντός περιοχών Γενικής Κατοικίας υποχρεούνται, εντός διετίας από την ισχύ του νόμου αυτού, να μετεγκατασταθούν σε περιοχές που έχουν χαρακτηρισθεί ως ΒΙ.ΠΕ., ΒΙ.ΠΑ., ΒΙΟ.ΠΑ., περιοχές ΕΜ, ΕΟ και περιοχές υποδοχής χρήσεων των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 23.2.1987.
4. Σε βιομηχανίες-βιοτεχνίες και επαγγελματικά εργαστήρια που χρησιμοποιούν υγρά καύσιμα για τις ανάγκες της παραγωγικής τους διαδικασίας, καθώς και σε κτίρια, στα οποία χρησιμοποιούνται εστίες καύσης με εγκατεστημένη θερμική ισχύ άνω των 400 KW, επιβάλλεται η αντικατάσταση του χρησιμοποιούμενου υγρού καυσίμου με φυσικό αέριο ή άλλο αέριο καύσιμο εντός ενός έτους από την ημερομηνία που είναι εφικτή η τροφοδοσία τους με φυσικό αέριο. Από την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται οι μονάδες διύλισης πετρελαίου και παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Σε περίπτωση παράβασης των ως άνω διατάξεων επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 24.
5. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ρυθμίζονται:
α) οι προτεραιότητες, τα κριτήρια και η διαδικασία εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού, η σύσταση εποπτικού οργάνου για την παρακολούθηση εφαρμογής των μέτρων περιβαλλοντικής αναβάθμισης και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια, καθώς και
β) η διαδικασία εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορούν να καθορίζονται ζώνες με μεγάλες βιομηχανικές συγκεντρώσεις, στις οποίες εφαρμόζονται προγράμματα περιβαλλοντικής αναβάθμισης με έργα, δράσεις και παρεμβάσεις που αφορούν τη βιομηχανική δραστηριότητα στην περιοχή. Το κόστος των δαπανών που συνεπάγεται η εφαρμογή των προγραμμάτων μπορεί να επιχορηγηθεί από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (Ε.Τ.Π.Α.) ή από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.).
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων μπορεί σε περιοχές με ορισμένη χρήση γης να απαγορεύεται η εγκατάσταση και λειτουργία ορισμένων μεταποιητικών δραστηριοτήτων.
1. Οι βιομηχανίες-βιοτεχνίες, οι πάσης φύσεως ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις με μηχανολογικό εξοπλισμό κινητήριας ισχύος μεγαλύτερης των 22 KW ή θερμικής μεγαλύτερης των 50 KW, οι αποθήκες με μηχανολογικό εξοπλισμό κινητήριας ισχύος μεγαλύτερης των 22 KW ή θερμικής μεγαλύτερης των 50 KW και οι αποθήκες των περιπτώσεων ββ', δδ' και εε' της παρ. 1γ του άρθρου 2 που λειτουργούν νόμιμα εντός της Περιφέρειας Αττικής μπορούν να εκσυγχρονίζουν τις εγκαταστάσεις τους ύστερα από τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης εκσυγχρονισμού, με τις προϋποθέσεις των επόμενων παραγράφων.
2. Σε περιοχές Γενικής Κατοικίας, επεμβάσεις εκσυγχρονισμού μπορεί να πραγματοποιηθούν με τις εξής προϋποθέσεις:
α) Στα επαγγελματικά εργαστήρια, που ιδρύθηκαν μετά την έναρξη ισχύος του Π.Δ. 84/1984 (ΦΕΚ 33 Α'), επιτρέπεται:
αα) η αντικατάσταση ή συμπλήρωση του μηχανολογικού τους εξοπλισμού, εφόσον δεν αυξάνεται η κινητήρια ισχύς πέραν των 22 KW ή η θερμική ισχύς πέραν των 50 KW,
ββ) η αλλαγή ή συμπλήρωση δραστηριότητας (παραγωγή άλλων προϊόντων), εφόσον η νέα δραστηριότητα ανήκει σε αυτές που επιτρέπεται η ίδρυσή τους σε περιοχές Γενικής Κατοικίας σύμφωνα με το άρθρο 17.
β) Στις βιομηχανίες-βιοτεχνίες, αποθήκες και μηχανολογικές εγκαταστάσεις χαμηλής όχλησης, καθώς και στις μονάδες χαμηλής όχλησης που ιδρύθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του Π.Δ. 84/1984 και απαλλάσσονταν από την υποχρέωση εφοδιασμού τους με άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας επιτρέπεται η αντικατάσταση ή συμπλήρωση του μηχανολογικού εξοπλισμού τους με τις εξής προϋποθέσεις:
αα) Η συνολική ανά έτος αύξηση της ενεργειακής κατανάλωσης (θερμικής και ηλεκτρικής) των μονάδων αυτών δεν υπερβαίνει ανά τριετία το είκοσι τοις εκατό (20%) του μέσου ετήσιου όρου της προηγούμενης τριετίας. Η πρώτη τριετία λογίζεται από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
ββ) Δεν επέρχεται αύξηση πάνω από τα εκάστοτε ισχύοντα επίπεδα της ποσότητας των ατμοσφαιρικών εκπομπών ρύπων ή άλλων ρύπων.
Αλλαγή ή συμπλήρωση δραστηριότητας επιτρέπεται, εφόσον χρησιμοποιείται ο ίδιος μηχανολογικός εξοπλισμός και δεν μεταβάλλεται ο βαθμός όχλησης της μονάδας.
γ) Στις μονάδες μέσης όχλησης επιτρέπεται ο εκσυγχρονισμός και εφόσον η συνολική, ανά έτος, αύξηση της ενεργειακής κατανάλωσης (θερμική και ηλεκτρική) των μονάδων αυτών δεν υπερβαίνει, ανά πενταετία, το δέκα τοις εκατό (10%) του μέσου ετήσιου όρου της προηγούμενης πενταετίας, με την προϋπόθεση ότι δεν επέρχεται αύξηση πάνω από τα εκάστοτε ισχύοντα επίπεδα της ποσότητας των ατμοσφαιρικών εκπομπών ρύπων ή άλλων ρύπων.
Αλλαγή ή συμπλήρωση δραστηριότητας επιτρέπεται, εφόσον χρησιμοποιείται ο ίδιος μηχανολογικός εξοπλισμός και δεν μεταβάλλεται ο βαθμός όχλησης της μονάδας.
δ) Στις μονάδες υψηλής όχλησης δεν επιτρέπεται κατά τον εκσυγχρονισμό τους καμία επιπλέον ετήσια αύξηση της ενεργειακής κατανάλωσης του μέσου όρου της τελευταίας τριετίας από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
ε) Οι πιο πάνω προβλεπόμενοι εκσυγχρονισμοί των μονάδων επιτρέπεται να γίνονται μέσα στα όρια που δεν μεταβάλλουν το βαθμό όχλησης της μονάδας, όπως αυτά καθορίζονται στην Κ.Υ.Α. Η.Π. 13727/724/5.8.2003 (ΦΕΚ 1087 Β'), όπως αυτή εκάστοτε ισχύει.
3. Σε περιοχές ΒΙ.ΠΕ., ΒΙ.ΠΑ., ΒΙΟ.ΠΑ., σε περιοχές ΕΜ, ΕΟ ή σε περιοχές υποδοχής χρήσεων των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 23.2.1987 ή σε περιοχές που, από ειδικότερες πολεοδομικές διατάξεις, προορίζονται για την εγκατάσταση βιοτεχνιών-βιομηχανιών, επεμβάσεις εκσυγχρονισμού μπορεί να πραγματοποιηθούν ως εξής:
α) Στις μονάδες χαμηλής όχλησης επιτρέπεται ο εκσυγχρονισμός, εφόσον δεν επέρχεται αύξηση πάνω από τα εκάστοτε ισχύοντα επίπεδα της ποσότητας των ατμοσφαιρικών εκπομπών ρύπων ή άλλων ρύπων.
Αλλαγή ή συμπλήρωση δραστηριότητας είναι δυνατή, εφόσον χρησιμοποιείται ο ίδιος μηχανολογικός εξοπλισμός και δεν μεταβάλλεται ο βαθμός όχλησης της μονάδας.
β) Στις μονάδες μέσης όχλησης επιτρέπεται ο εκσυγχρονισμός ύστερα από χορήγηση άδειας εγκατάστασης εκσυγχρονισμού με τις εξής προϋποθέσεις:
αα) Η συνολική, ανά έτος, αύξηση της ενεργειακής κατανάλωσης (θερμικής και ηλεκτρικής) των μονάδων δεν υπερβαίνει, ανά πενταετία, το 30% του μέσου ετήσιου όρου της προηγούμενης πενταετίας. Η πρώτη πενταετία λογίζεται από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
ββ) Δεν επέρχεται αύξηση πάνω από τα εκάστοτε ισχύοντα επίπεδα της ποσότητας των ατμοσφαιρικών εκπομπών ρύπων ή άλλων ρύπων.
Αλλαγή ή συμπλήρωση δραστηριότητας είναι δυνατή, εφόσον χρησιμοποιείται ο ίδιος μηχανολογικός εξοπλισμός και δεν μεταβάλλεται ο βαθμός όχλησης της μονάδας.
γ) Στις μονάδες υψηλής όχλησης επιτρέπεται ο εκσυγχρονισμός ύστερα από χορήγηση άδειας εγκατάστασης εκσυγχρονισμού με τις εξής προϋποθέσεις:
αα) Η συνολική, ανά έτος, αύξηση της ενεργειακής κατανάλωσης (ηλεκτρικής και θερμικής) δεν υπερβαίνει, ανά πενταετία, το 10% του μέσου ετήσιου όρου της προηγούμενης πενταετίας. Η πρώτη πενταετία λογίζεται από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
ββ) Δεν επέρχεται αύξηση πάνω από τα εκάστοτε ισχύοντα επίπεδα της ποσότητας των ατμοσφαιρικών εκπομπών ρύπων ή άλλων ρύπων.
4. Στην περιοχή (Α) του Π.Δ. 5/13.12.1979, στις ζώνες χονδρεμπορίου, στις Ζ.Ο.Ε. και στις υπόλοιπες εκτός σχεδίου περιοχές επιτρέπεται ο εκσυγχρονισμός με τις προϋποθέσεις που γίνεται στην περιοχή Γ ενικής Κατοικίας.
5. Αν ο εκσυγχρονισμός των μονάδων συνεπάγεται την ανέγερση νέων κτιριακών εγκαταστάσεων, αυτή γίνεται σύμφωνα με τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις. Κατ’ εξαίρεση η κτιριακή επέκταση δραστηριότητας που λειτουργούσε νόμιμα πριν από την έναρξη της ισχύος πολεοδομικής διάταξης, με την οποία μεταβάλλεται η χρήση γης στην περιοχή και καθίσταται η δραστηριότητα μη συμβατή προς τη νέα χρήση γης, είναι δυνατή μέσα στο χώρο ή στο γήπεδο στο οποίο λειτουργούσε η δραστηριότητα πριν από τη δημοσίευση της πολεοδομικής διάταξης:
α) με τους όρους δόμησης του Π.Δ. 6.4.1987 για τα εκτός σχεδίου και
β) τους όρους δόμησης που ίσχυαν πριν από την πολεοδομική διάταξη για τα εντός σχεδίου.
Αν η ανέγερση των νέων κτιρίων γίνεται σε όμορο γήπεδο, τα κτίρια αυτά μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για χρήσεις που επιτρέπονται στο γήπεδο αυτό κατά την έκδοση της οικοδομικής άδειας. Παρέκκλιση από τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις επιτρέπεται εφόσον αυτό επιβάλλεται από εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους ή για λειτουργικούς λόγους που αφορούν μόνο στο ύψος των μηχανημάτων.
6. Οι φορείς των δραστηριοτήτων, που το γήπεδό τους εφάπτεται με εθνικές ή επαρχιακές οδούς, υποχρεούνται, με την υποβολή των απαραίτητων δικαιολογητικών για την έγκριση του εκσυγχρονισμού, να συνυποβάλλουν προς έγκριση και μελέτη αισθητικής των κτιριακών εγκαταστάσεων και διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου. Με απόφαση του οικείου Νομάρχη, ύστερα από εισήγηση της οικείας ΕΠ.Α.Ε., επιτρέπεται η επιβολή πρόσθετων ειδικών όρων αρχιτεκτονικής και αισθητικής προσαρμογής.
7. Δεν προσμετράται στο επιτρεπόμενο ποσοστό αύξησης της ενεργειακής κατανάλωσης ή της ισχύος, κατά περίπτωση:
α) Ηλεκτρική ενέργεια ή ισχύς που χρησιμοποιείται για τη λειτουργία εξοπλισμού προστασίας του περιβάλλοντος, της υγιεινής, της ασφάλειας και της άνετης διαβίωσης των εργαζομένων.
β) Ηλεκτρική ενέργεια που προέρχεται από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.) και την οποία είτε παράγει η ίδια η μονάδα με τεχνολογίες που δεν εκλύουν ατμοσφαιρικούς ρύπους είτε την προμηθεύεται από ανεξάρτητο παραγωγό.
Τα προηγούμενα εδάφια εφαρμόζονται με την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει αύξηση ατμοσφαιρικών ρύπων, λοιπών εκπομπών και οχλήσεων.
8. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται η επιτρεπόμενη μεταβολή της ενεργειακής κατανάλωσης των μονάδων, καθώς και ο τρόπος υπολογισμού αυτής, στην περίπτωση που μεταβάλλεται ο αριθμός των σειρών εργασίας (βάρδιας) των μονάδων αυτών.
Μέσα στα όρια της Περιφέρειας Αττικής, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 27, επιτρέπεται η εγκατάσταση (ίδρυση) νέων δραστηριοτήτων μόνο στις εξής περιπτώσεις:
1. Στην περιοχή Γενικής Κατοικίας ή «Πολεοδομικού Κέντρου» επιτρέπεται η εγκατάσταση (ίδρυση) μόνο:
α) Επαγγελματικών εργαστηρίων χαμηλής όχλησης, καθώς και πάσης φύσεως ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων παροχής υπηρεσιών χαμηλής όχλησης, που διαθέτουν μηχανολογικό εξοπλισμό, του οποίου η κινητήρια ισχύς δεν υπερβαίνει τα είκοσι δύο (22) KW ή η θερμική ισχύς τα πενήντα (50) KW. Η εγκατάσταση (ίδρυση) επαγγελματικών εργαστηρίων χαμηλής όχλησης των κατηγοριών Αγ, Ββ και C της υπ’ αριθ. 5905/Φ/15839/ 12.7.1995 Κ.Υ.Α. (ΦΕΚ 611 Β'), όπως αυτή κάθε φορά ισχύει, επιτρέπεται μόνο σε ανεξάρτητο κτίριο.
β) Αποθηκών χαμηλής όχλησης ως εξής:
αα) αποθηκών της περίπτωσης (γγ) της παρ. 1γ του άρθρου 2 με μέγιστη συνολική επιφάνεια 1.500 τ.μ. σε ανεξάρτητο κτίριο χωρίς περιορισμούς ως προς την εγκατεστημένη ισχύ και εφόσον δεν επέρχεται κυκλοφοριακή φόρτιση,
ββ) αποθηκών της περίπτωσης (αα) της παρ. 1γ του άρθρου 2 με κινητήρια ισχύ που δεν υπερβαίνει τα είκοσι δύο (22) KW ή θερμική ισχύ που δεν υπερβαίνει τα πενήντα (50) KW,
γγ) αποθηκών της περίπτωσης (δδ) της παρ. 1γ του άρθρου 2 και μόνο για την αποθήκευση αερίων καυσίμων ή βιομηχανικών και ιατρικών αερίων, εφόσον η αποθηκευόμενη ποσότητα δεν υπερβαίνει τα 1.000 Kgr, και προκειμένου για αποθήκευση ασετυλίνης δεν υπερβαίνει τα 500 Kgr,
δδ) αποθήκες της παρ. 1γ του άρθρου 2 που χρησιμοποιούν για τη λειτουργία τους μηχανολογικό εξοπλισμό με κινητήρια ισχύ που δεν υπερβαίνει τα είκοσι δύο (22) KW ή η θερμική ισχύς τα πενήντα (50) KW και δεν ανήκουν στις περιπτώσεις (αα), (ββ), (γγ), (δδ) και (εε).
γ) Επιτρέπεται επίσης η εγκατάσταση (ίδρυση) στο ίδιο κτίριο περισσότερων του ενός επαγγελματικών εργαστηρίων ή αποθηκών που ορίζονται στις προηγούμενες περιπτώσεις και ανήκουν στον ίδιο φορέα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εφόσον το κτίριο αυτό είναι ανεξάρτητο και έχει αποκλειστικά επαγγελματική χρήση.
2. Σε περιοχές ΒΙ.ΠΕ., ΒΙΟ.ΠΑ., ΒΙ.ΠΑ., ΕΜ, ΕΟ, σε περιοχές υποδοχής χρήσεων των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 23.2.1987 και σε περιοχές που, από ειδικές πολεοδομικές διατάξεις, προορίζονται για την εγκατάσταση βιοτεχνιών-βιομηχανιών επιτρέπεται η εγκατάσταση βιομηχανιών-βιοτεχνιών, επαγγελματικών εργαστηρίων χαμηλής όχλησης, καθώς και μηχανολογικών εγκαταστάσεων παροχής υπηρεσιών και αποθηκών της παρ. 1γ του άρθρου 2.
3. Στις περιοχές των Ζ.Ο.Ε. που έχουν χαρακτηρισθεί ως γεωργική γη και στην εκτός σχεδίου περιοχή του Π.Δ. 24/31.5.1985 (ΦΕΚ 270 Δ') επιτρέπεται η εγκατάσταση (ίδρυση) αγροτοβιομηχανικών μονάδων που αξιοποιούν προϊόντα της πρωτογενούς παραγωγής με την προϋπόθεση ότι η κινητήρια ισχύς τους δεν υπερβαίνει τα 80 KW ή η θερμική ισχύς τους τα 50 KW.
4. Στην περιοχή (Α) του Π.Δ. 5/13.12.1979 με χρήση γεωργική γη και στην εκτός σχεδίου περιοχή του Π.Δ. 24/31.5.1985 επιτρέπεται η εγκατάσταση επαγγελματικών εργαστηρίων ή αποθηκών των περιπτώσεων (αα) και (γγ) της παρ. 1γ του άρθρου 2, με την προϋπόθεση ότι στα εργαστήρια ή στις αποθήκες επεξεργάζονται ή εναποθηκεύονται προϊόντα που παράγονται στην περιοχή εγκατάστασης της μονάδας. Στις αποθήκες της περίπτωσης (αα) της παρ. 1γ του άρθρου 2, που εγκαθίστανται στις πιο πάνω περιοχές, επιτρέπεται η κατασκευή ειδών συσκευασίας από χαρτί, χαρτόνι ή ξύλο μόνο για την εξυπηρέτηση ιδίων αναγκών. Επίσης επιτρέπεται η ίδρυση οινοποιείων, ελαιοτριβείων και κυλινδρόμυλων χαμηλής όχλησης, τα οποία αξιοποιούν προϊόντα της περιοχής, με την προϋπόθεση ότι η κινητήρια ισχύς δεν υπερβαίνει τα 80 KW ή η θερμική ισχύς τα 50 KW .
5. Στην περιοχή (Α) του Π.Δ. 5/13.12.1979, καθώς και σε περιοχές ΒΙ.ΠΑ. επιτρέπεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων να ιδρύονται ή να εκσυγχρονίζονται εγκαταστάσεις που συνδέονται άμεσα με την προστασία του περιβάλλοντος (διαλογή, μεταφόρτωση, επεξεργασία, αξιοποίηση βιομηχανικών στερεών και υγρών αποβλήτων), χωρίς περιορισμό ως προς την κινητήρια ισχύ του μηχανολογικού εξοπλισμού τους, ύστερα από έγκριση περιβαλλοντικών όρων και γνώμη του οικείου Δημοτικού Συμβουλίου, η οποία παρέχεται εντός διμήνου. Ομοίως στην περιοχή (Α) του Π.Δ. 5/13.12.1979 επιτρέπεται η εγκατάσταση (ίδρυση) αποθηκών της περίπτωσης (εε) της παρ. 1γ του άρθρου 2, χωρίς περιορισμό ως προς την κινητήρια ισχύ του μηχανολογικού εξοπλισμού τους.
6. Σε Ζώνες Χονδρεμπορίου επιτρέπεται η εγκατάσταση (ίδρυση) αποθηκών της παρ. 1γ του άρθρου 2 με τους όρους και τις προϋποθέσεις, που καθορίζονται από τις διατάξεις που διέπουν την ίδρυση και λειτουργία αυτών, καθώς και των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων που εξυπηρετούν αποκλειστικά τις επιτρεπόμενες χρήσεις εντός της ζώνης αυτής.
Ειδικά για την εγκατάσταση (ίδρυση) των αποθηκών της περίπτωσης (εε) της παρ. 1γ του άρθρου 2, πέραν των άλλων δικαιολογητικών απαιτείται και η υποβολή εγκεκριμένης μελέτης από την οικεία ΕΠ.Α.Ε., στην οποία περιλαμβάνονται οι όροι και οι προϋποθέσεις που κρίνονται απαραίτητοι για την προσαρμογή της αποθήκης στις περιβαλλοντικές συνθήκες της περιοχής.
1. Οι φορείς των δραστηριοτήτων που εγκαθίστανται υποχρεούνται να εφοδιάζονται με άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας.
2. Η άδεια λειτουργίας που χορηγείται για την άσκηση των δραστηριοτήτων ισχύει για οκτώ τουλάχιστον χρόνια.
Άδειες λειτουργίας που έχουν εκδοθεί για αόριστη χρονική διάρκεια τροποποιούνται ως προς τη χρονική τους ισχύ, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη της οκταετίας, στις περιπτώσεις που επέρχεται μεταβολή στις κτιριακές εγκαταστάσεις ή το μηχανολογικό εξοπλισμό ή στο φορέα της επιχείρησης.
3. Για την τροποποίηση της δραστηριότητας, που ασκείται σε εγκαταστάσεις οι οποίες υφίστανται και λειτουργούν νόμιμα, απαιτείται άδεια εγκατάστασης.
4. Για τα επαγγελματικά εργαστήρια, τις αποθήκες και τις μηχανολογικές εγκαταστάσεις χαμηλής όχλησης που διαθέτουν μηχανολογικό εξοπλισμό με κινητήρια ισχύ έως 22 KW ή θερμική ισχύ έως 50 KW, πλην των αποθηκών των περιπτώσεων (ββ), (δδ) και (εε) της παρ. 1γ του άρθρου 2, δεν απαιτείται άδεια εγκατάστασης για τον εκσυγχρονισμό τους, εφόσον αυτός αφορά μόνο τη μεταβολή του μηχανολογικού εξοπλισμού τους μέσα στα πιο πάνω όρια ισχύος.
Οι φορείς των πιο πάνω εγκαταστάσεων υποχρεούνται να εφοδιασθούν με ενιαία άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας για τον εκσυγχρονισμό κατά την ανανέωση της άδειας λειτουργίας των εγκαταστάσεων αυτών. Οι φορείς των πιο πάνω δραστηριοτήτων, οι οποίοι είναι εφοδιασμένοι με άδεια λειτουργίας αόριστης χρονικής ισχύος, υποχρεούνται μετά το πέρας του εκσυγχρονισμού να εφοδιασθούν με ενιαία άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας οκταετούς τουλάχιστον διάρκειας.
5. Δεν απαιτείται η χορήγηση άδειας εγκατάστασης για τον εκσυγχρονισμό των δραστηριοτήτων χαμηλής όχλησης που λειτουργούν εντός περιοχής ΒΙ.ΠΑ., ΒΙΟ.ΠΑ., περιοχές Ε.Μ., Ε.Ο. ή σε περιοχές υποδοχής χρήσεων των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 23.2.1987 ή σε περιοχές που, από ειδικές πολεοδομικές διατάξεις, επιτρέπεται η εγκατάσταση των μονάδων αυτών, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Δεν επέρχεται ουσιαστική διαφοροποίηση στην εγκατάσταση.
β) Δεν επέρχεται αύξηση πάνω από 20% της εγκατεστημένης ισχύος που αναφέρεται στην άδεια λειτουργίας. Η αύξηση αυτή δεν μπορεί σε κάθε περίπτωση να υπερβεί τα 200 KW κινητήριας ή θερμικής ισχύος.
γ) Γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 16.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται για τις μονάδες της παρ. 2 του άρθρου 5.
1. Δραστηριότητες που έχουν ιδρυθεί νόμιμα, μπορούν να μετεγκαθίστανται μέσα στα όρια της Περιφέρειας Αττικής με τις προϋποθέσεις που ορίζονται για την ίδρυση νέων μονάδων, σύμφωνα με τις διατάξεις του μέρους αυτού.
2. Δραστηριότητες, που έχουν ιδρυθεί νόμιμα και δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, επιτρέπεται να μετεγκατασταθούν εντός της Περιφέρειας Αττικής με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Σε περιοχές ΒΙ.ΠΕ., ΒΙ.ΠΑ., ΒΙΟ.ΠΑ., περιοχές Ε.Μ., Ε.Ο. ή σε περιοχές υποδοχής χρήσεων των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 23.2.1987 ή σε περιοχές που, από ειδικές πολεοδομικές διατάξεις, προορίζονται για την εγκατάσταση βιομηχανιών - βιοτεχνιών ανεξάρτητα από το μέγεθος της αρχικής κινητήριας ισχύος που διαθέτουν.
β) Σε υφιστάμενα βιομηχανικά - βιοτεχνικά κτίρια που βρίσκονται σε περιοχές εκτός σχεδίου με την προϋπόθεση ότι η μονάδα που μετεγκαθίσταται είναι χαμηλής ή μέσης όχλησης.
γ) Σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 7 και 8 του άρθρου 6.
1. Η συγχώνευση δύο ή περισσότερων βιομηχανιών- βιοτεχνιών, επαγγελματικών εργαστηρίων που ιδρύθηκαν και λειτουργούν νόμιμα εντός των ορίων της Περιφέρειας Αττικής είναι δυνατή με τη μεταφορά της μίας από αυτές στη θέση της άλλης, εφόσον και οι δύο δραστηριότητες λειτουργούν νόμιμα για μια τριετία τουλάχιστον πριν από την αιτούμενη συγχώνευση και το προϊόν της μίας είναι το ίδιο ή αποτελεί πρώτη ή ενδιάμεση ύλη του προϊόντος της άλλης.
2. Η συγχώνευση δύο ή περισσότερων επαγγελματικών εργαστηρίων σε περιοχή Γ.Κ. μπορεί να γίνει, εφόσον η μονάδα που προκύπτει από τη συγχώνευση παραμένει επαγγελματικό εργαστήριο.
Εάν μία από τις συγχωνευόμενες μονάδες είναι βιομηχανία - βιοτεχνία και οι άλλες επαγγελματικά εργαστήρια, τότε η συγχώνευση γίνεται υποχρεωτικά στη θέση λειτουργίας της βιομηχανίας - βιοτεχνίας.
3. Αν η μία από τις συγχωνευόμενες μονάδες λειτουργεί σε περιοχή Γ.Κ. ενώ η άλλη ή οι άλλες λειτουργούν σε περιοχές εκτός Γ.Κ. τότε η συγχώνευση γίνεται υποχρεωτικά στην περιοχή εκτός Γ.Κ.. Αν η μία από τις συγχωνευόμενες μονάδες λειτουργεί σε περιοχή ΒΙ.ΠΑ., ΒΙΟ.ΠΑ., ΒΙ.ΠΕ, ή σε περιοχή Ε.Μ., Ε.Ο. ή σε περιοχή υποδοχής χρήσεων των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 23.2.1987 ή σε περιοχή που, από ειδικές πολεοδομικές διατάξεις, προορίζονται για την εγκατάσταση βιομηχανιών - βιοτεχνιών, η συγχώνευση πραγματοποιείται υποχρεωτικά στη θέση της μονάδας που βρίσκεται σε χωροθετημένη περιοχή.
4. Σε περίπτωση που μία από τις συγχωνευόμενες μονάδες είναι μέσης όχλησης, η συγχώνευση μπορεί να γίνει μόνο στη θέση όπου λειτουργεί η μονάδα μέσης όχλησης, εφόσον οι συγχωνευόμενες μονάδες αναλάβουν τις υποχρεώσεις του άρθρου 19 ή με τη μετεγκατάστασή τους σε περιοχές ΒΙ.ΠΑ., ΒΙΟ.ΠΑ., ΒΙ.ΠΕ., Ε.Μ., Ε.Ο. ή σε περιοχές υποδοχής χρήσεων των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 23.2.1987 ή σε περιοχές που, από ειδικές πολεοδομικές διατάξεις, προορίζονται για την εγκατάσταση βιομηχανιών - βιοτεχνιών.
5. Μετά τη συγχώνευση, η άδεια λειτουργίας των μεταφερόμενων μονάδων παύει να ισχύει στην προηγούμενη θέση τους.
6. Στις συγχωνεύσεις βιομηχανικών - βιοτεχνικών μονάδων κατά τη διαδικασία των προηγούμενων παραγράφων μπορεί να καταβληθεί η επιχορήγηση της παρ. 4 του άρθρου 19 μόνο στην περίπτωση που η συγχώνευση πραγματοποιείται μέσα σε περιοχές ΒΙ.ΠΑ., ΒΙΟ.ΠΑ., ΒΙ.ΠΕ. ή σε περιοχές υποδοχής χρήσεων των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 23.2.1987 ή σε περιοχές που, από ειδικές πολεοδομικές διατάξεις, προορίζονται για την εγκατάσταση βιομηχανιών - βιοτεχνιών.
Ο διαχωρισμός βιομηχανικών - βιοτεχνικών μονάδων, επαγγελματικών εργαστηρίων, μηχανολογικών εγκαταστάσεων και αποθηκών μπορεί να πραγματοποιηθεί, με την προϋπόθεση ότι οι μονάδες που προκύπτουν από αυτόν ανήκουν σε διαφορετικά φυσικά ή νομικά πρόσωπα και θα λειτουργήσουν σε πλήρως διακεκριμένους χώρους. Η λειτουργία, ο εκσυγχρονισμός και η τυχόν μετεγκατάσταση τους διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Κατά τον εκσυγχρονισμό η αύξηση της ενεργειακής κατανάλωσης γίνεται ανάλογα με την ισχύ του μηχανολογικού εξοπλισμού, την οποία αποκτά καθεμία από τις μονάδες που διαχωρίζονται.
Για θέματα που αφορούν αδειοδότηση δραστηριοτήτων που διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, τα οποία δεν ρυθμίζονται διαφορετικά από τις διατάξεις του μέρους αυτού, εφαρμόζονται οι διατάξεις του πρώτου μέρους.
Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης ή των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, μπορεί να επεκτείνεται, κατά περίπτωση, η εφαρμογή των διατάξεων του μέρους αυτού, οι οποίες διέπουν τις μεταποιητικές δραστηριότητες και σε περιοχές εκτός της Περιφέρειας Αττικής.
1. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του, καθώς και μη τήρησης των όρων ή περιορισμών που τίθενται με αποφάσεις της Αδειοδοτούσας Αρχής πλην των κυρώσεων της παρ. 2, μπορεί να επιβληθεί, με απόφαση της ίδιας Αρχής, η ολική ή μερική, προσωρινή ή οριστική διακοπή της λειτουργίας της δραστηριότητας. Η διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας πραγματοποιείται από τα όργανα της Αδειοδοτούσας Αρχής, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών, με τη σφράγιση του παραγωγικού της εξοπλισμού ή σε περίπτωση αποθήκης ή άλλων επικίνδυνων εγκαταστάσεων με τη σφράγιση αυτών. Η Αδειοδοτούσα Αρχή, μετά από ενημέρωση του φορέα της επιχείρησης, μπορεί να ζητήσει τη διακοπή παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στη συγκεκριμένη εγκατάσταση από το Διαχειριστή του Δικτύου ή του Συστήματος Ηλεκτροδότησης, οι οποίοι υποχρεούνται να προβούν στη ζητούμενη διακοπή εντός προθεσμίας δύο μηνών από τη σχετική ειδοποίησή τους. Σε ειδικές περιπτώσεις και εφόσον επιβάλλεται σε εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου η διακοπή λειτουργίας των δραστηριοτήτων, η Αδειοδοτούσα Αρχή επιτρέπει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, με απόφασή της που εκδίδεται, εφάπαξ, τη δυνατότητα συνέχισης της λειτουργίας τους για τη βιομηχανοποίηση αποθεμάτων πρώτων υλών, που είναι επικίνδυνες για το περιβάλλον ή την ασφάλεια της περιοχής.
2. Σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού ή δεν τηρούν τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται με τις αποφάσεις της Αδειοδοτούσας Αρχής, εφόσον δεν επιβάλλεται μερική ή ολική, προσωρινή ή οριστική διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας, επιβάλλεται, με απόφαση της Αδειοδοτούσας Αρχής, πρόστιμο από εκατόν πενήντα (150) ευρώ μέχρι εβδομήντα πέντε χιλιάδες (75.000) ευρώ.
Στην ίδια απόφαση ορίζονται η προθεσμία και οι ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβεί ο φορέας της δραστηριότητας για να καταστεί αυτή συμβατή με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού ή να συμμορφωθεί με τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται στις άδειες εγκατάστασης ή λειτουργίας.
3. Με απόφαση της Αδειοδοτούσας Αρχής επιβάλλεται στους μηχανικούς, που υπογράφουν τις υπεύθυνες δηλώσεις του Ν.1599/1986, όπως εκάστοτε ισχύει, οι οποίες υποβάλλονται σύμφωνα με τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του παρόντος νόμου, πρόστιμο από τριακόσια (300) ευρώ μέχρι δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ, εάν, ύστερα από αυτοψία των αρμόδιων υπηρεσιών, αποδεικνύεται ότι οι υποβαλλόμενες δηλώσεις είναι αναληθείς. Η πιο πάνω απόφαση κοινοποιείται, υποχρεωτικώς, στο οικείο Τμήμα του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Τ.Ε.Ε.).
4. Τα πιο πάνω πρόστιμα επιβάλλονται πέραν των οποιωνδήποτε ποινικών, αστικών ή άλλων διοικητικών κυρώσεων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις.
5. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται τα κριτήρια και η διαδικασία επιβολής των πιο πάνω κυρώσεων, καθώς και ο τρόπος κλιμάκωσης των προστίμων των παραγράφων 2 και 3. Με όμοια απόφαση μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος των προστίμων.
6. Τα πιο πάνω πρόστιμα αποτελούν πόρο της οικείας Ν.Α.. Σε περίπτωση που επιβάλλονται από Κεντρικές ή Περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου Ανάπτυξης, αποτελούν έσοδο της Ν.Α. όπου έχει την έδρα ο φορέας της δραστηριότητας.
1. Κατά των αποφάσεων των Νομαρχών με τις οποίες χορηγούνται άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας για τις δραστηριότητες που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος, καθώς επίσης και κατά των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1,2 και 3 του άρθρου 24, χωρεί προσφυγή για παράβαση νόμου ενώπιον του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας. Η προσφυγή αυτή ασκείται από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα ημερών από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης ή, σε περίπτωση που η απόφαση αυτή δεν δημοσιεύεται, από την κοινοποίηση αυτής στον ενδιαφερόμενο. Η κοινοποίηση που γίνεται στη διεύθυνση, που δηλώνει εγγράφως ο ενδιαφερόμενος, είναι σε κάθε περίπτωση έγκυρη. Η προσφυγή κατατίθεται στην οικεία Ν.Α.. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 8 του Ν. 3200/1955 (ΦΕΚ 97 Α'), όπως ισχύουν κάθε φορά.
2. Ειδικώς κατά των αποφάσεων της Αδειοδοτούσας Αρχής, με τις οποίες απορρίπτονται αιτήματα για χορήγηση αδειών εγκατάστασης για ίδρυση, επέκταση ή εκσυγχρονισμό δραστηριοτήτων των οποίων η αξία του μηχανολογικού τους εξοπλισμού υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ ή σε περίπτωση αποθηκών, η αποθηκευτική τους ικανότητα υπερβαίνει τα είκοσι χιλιάδες κυβικά μέτρα, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ασκεί ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 26. Η προσφυγή αυτή ασκείται εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο της απορριπτικής απόφασης.
3. Ο καθορισμός της αξίας του μηχανολογικού εξοπλισμού ή σε περίπτωση αποθηκών της αποθηκευτικής τους ικανότητας για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου, γίνεται με βάση τα στοιχεία που υποβάλλονται από τον ενδιαφερόμενο για τη χορήγηση της άδειας εγκατάστασης.
4. Για τη συζήτηση της προσφυγής της παραγράφου 2 απαιτείται, με ποινή απαραδέκτου, η κατάθεση από τον ενδιαφερόμενο παράβολου Δημόσιου Ταμείου ποσού που αντιστοιχεί στο μισό τοις χιλίοις (0,5%ο) επί της αξίας του μηχανολογικού εξοπλισμού της δραστηριότητας ή στο δυόμισι τοις εκατό (2,5%) της αποθηκευτικής ικανότητας προκειμένου για αποθήκες και το οποίο, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ. Τα ποσά των παραβόλων αποτελούν έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού.
Τα ποσά της παραγράφου 2 μπορούν να αναπροσαρμόζονται με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης.
1. Στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης συνιστάται Επιτροπή με αρμοδιότητα την εξέταση των ενδικοφανών προσφυγών του άρθρου 25. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και αποτελείται από τα εξής μέλη:
α) τον Γενικό Γραμματέα Βιομηχανίας, ως Πρόεδρο,
β) τον Νομικό Σύμβουλο στο γραφείο Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Ανάπτυξης,
γ) τον Γενικό Διευθυντή Στήριξης της Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης,
δ) τον Γενικό Διευθυντή Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων,
ε) έναν εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων,
στ) έναν εκπρόσωπο του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων (Σ.Ε.Β.),
ζ) έναν εκπρόσωπο της Ένωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδας (Ε.Ν.Α.Ε.),
η) έναν εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.),
θ) έναν εκπρόσωπο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Τ.Ε.Ε.),
ι) έναν εκπρόσωπο του οικείου Επιμελητηρίου, στο οποίο η επιχείρηση είναι εγγεγραμμένη.
Σε περίπτωση που η ενδικοφανής προσφυγή ανάγεται σε θέματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Ενέργειας του Υπουργείου Ανάπτυξης, της Επιτροπής προεδρεύει ο Γενικός Γραμματέας Ανάπτυξης του Υπουργείου Ανάπτυξης και συμμετέχει με δικαίωμα ψήφου και ο Γενικός Διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας του Υπουργείου Ανάπτυξης.
2. Εισηγητής για τα θέματα που εξετάζονται από την Επιτροπή ορίζεται υπάλληλος της υπηρεσίας του Υπουργείου Ανάπτυξης που είναι αρμόδια για θέματα βιομηχανίας ή ενέργειας.
3. Τα μέλη της Επιτροπής ορίζονται με τους αναπληρωτές τους με την απόφαση συγκρότησής της. Τα μέλη της Επιτροπής που προέρχονται από τις δημόσιες υπηρεσίες μετέχουν αυτοδικαίως στη σύνθεση αυτής, λόγω της υπηρεσιακής τους ιδιότητας. Τα μέλη της Επιτροπής που προέρχονται από τους φορείς υποδεικνύονται από αυτούς.
4. Ενώπιον της Επιτροπής καλείται πάντοτε για την υποστήριξη της προσφυγής του ο ενδιαφερόμενος.
5. Η Επιτροπή συνεδριάζει και αποφασίζει εντός τριάντα ημερών από την κατάθεση της προσφυγής. Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται κατά την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, τα οποία δεν μπορεί να είναι λιγότερα των πέντε. Η απόφαση της Επιτροπής διαβιβάζεται στην Αδειοδοτούσα Αρχή και γνωστοποιείται στον ενδιαφερόμενο. Αν η απόφαση της Επιτροπής κάνει δεκτό το αίτημα της προσφυγής, η Αδειοδοτούσα Αρχή υποχρεούται, εντός δεκαπέντε ημερών, να εκδώσει την αιτηθείσα άδεια.
6. Η γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής παρέχεται από τις υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης.
7. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης καθορίζεται η αποζημίωση του Προέδρου, των μελών, του Εισηγητή και των γραμματέων της Επιτροπής, σύμφωνα με την περίπτωση γ' της παρ. 2 του άρθρου 17 του Ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α').
Οι διατάξεις του δεύτερου μέρους του νόμου αυτού δεν έχουν εφαρμογή:
1. Για την ίδρυση μονάδων στην περιοχή της Λαυρεωτικής για την οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 17 του Ν. 2308/1995 (ΦΕΚ 114 Α'), όπως ισχύει κάθε φορά.
2. Στην περιοχή της πρωτεύουσας που περικλείεται από τις οδούς Όθωνος, Αμαλίας, Συγγρού, Λαγουμιτζή, Καλλιρρόης, Χαμοστέρνας, Θεσσαλονίκης, Ηρακλειδών, Πειραιας, Κολοκυνθούς, Πλατεία Ελευθερίας (Κουμουνδούρου), Διπύλου, Αγίων Ασωμάτων, Ερμού, Πλατεία Μοναστηρακίου, Μητροπόλεως και Όθωνος, όπου απαγορεύεται κάθε ίδρυση, εγκατάσταση, επέκταση και μετεγκατάσταση είτε απλή είτε δια συγχωνεύσεως βιομηχανιών - βιοτεχνιών, επαγγελματικών εργαστηρίων και αποθηκών.
Επιτρέπεται μόνο ο εκσυγχρονισμός των μονάδων αυτών, μόνο για αντικατάσταση μηχανολογικού εξοπλισμού με την προϋπόθεση ότι βελτιώνεται η περιβαλλοντική λειτουργία των μονάδων. Για τις μονάδες αυτές εφαρμόζεται υποχρεωτικά η παράγραφος 4 του άρθρου 14.
3. Για την εγκατάσταση βιομηχανικών - βιοτεχνικών μονάδων, επαγγελματικών εργαστηρίων, μηχανολογικών εγκαταστάσεων και αποθηκών που εγκαθίστανται και λειτουργούν στις περιοχές των δήμων Τροιζηνίας και Μεθάνων, καθώς και στο νησιωτικό τμήμα της Περιφέρειας Αττικής.
4. Για την περιοχή του Ελαιώνα και μόνο για όσα θέματα ρυθμίζονται από τις διατάξεις του πολεοδομικού διατάγματος της 30.11.1995 (ΦΕΚ 1049 Δ').
5. Για τη δραστηριότητα της διύλισης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 του Ν. 3054/2002 (ΦΕΚ 230 Α'), από τα υφισταμένα, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, διυλιστήρια.
6. Για την εγκατάσταση μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Το άρθρο 4 του Ν.1360/1983 (ΦΕΚ 65 Α'), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 21 του άρθρου 1 του Ν. 2412/1996 (ΦΕΚ 123 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:
«Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων είναι δυνατή η επέκταση της άδειας εγκατάστασης ιδιαίτερα σημαντικών για την Εθνική Οικονομία παραγωγικών επενδύσεων κατά παρέκκλιση του νόμου μετά των τυχόν αναγκαίων στο πλαίσιο αυτό επεκτάσεων, στο μέτρο που αποδεδειγμένα προκύπτει, μέσα από τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησής της, ότι ο εκσυγχρονισμός αυτός δεν αναμένεται να προκαλέσει πρόσθετη επιβάρυνση στο περιβάλλον.
Η ανωτέρω διάταξη δεν έχει ισχύ σε περιοχές με καθεστώς ειδικής περιβαλλοντικής προστασίας.»
Οι άδειες πρατηρίων άρτου, που προβλέπονται από τις διατάξεις του Π.Δ. 369/1992 (ΦΕΚ 186 Α'), χορηγούνται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου από τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) Α' βαθμού.
1. Στην παρ. 4 του άρθρου 5 του Ν. 2545/1997 μετά το τρίτο εδάφιο προστίθεται τέταρτο εδάφιο ως εξής:
«Για Β.Ε.ΠΕ. που θα χρηματοδοτηθούν στο πλαίσιο του Γ' Κ.Π.Σ. και δεν έχει ανακληθεί η απόφαση έγκρισης με τη σχετική διαπιστωτική απόφαση, οι παραπάνω προθεσμίες προσμετρώνται από την ένταξή τους στο άρθρο 17 του παρόντος. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον εκτιμάται ότι το έργο μπορεί να ολοκληρωθεί εμπρόθεσμα, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, ύστερα από γνωμοδότηση της Επιτροπής του άρθρου 17, μπορεί να χορηγείται πρόσθετη διετής παράταση για την ολοκλήρωση των έργων.»
2. Στην παρ. 1 του άρθρου 9 του Ν. 2545/1997 προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής:
«Ειδικά για την περίπτωση των ΒΙ.ΠΑ. και ΒΙΟ.ΠΑ. η αναστολή έκδοσης οικοδομικών αδειών αίρεται μετά την έγκριση της πράξης εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης.»
3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 11 του Ν. 2545/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«Υποχρέωση συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο του φορέα διαχείρισης έχουν οι ιδιοκτήτες γης στην Β.Ε.ΠΕ., στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και ο φορέας Β.Ε.ΠΕ., εφόσον είναι ιδιοκτήτης γης.»
4. α) Τα δύο πρώτα εδάφια της παρ. 1γ του άρθρου 17 του Ν. 2545/1997 αντικαθίστανται ως εξής:
«Το ύψος της αμοιβής των Οργάνων Ελέγχου που συγκροτούνται εκάστοτε για τον έλεγχο και την πορεία εκτέλεσης των επενδυτικών σχεδίων, που εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, καθώς και το ύψος της αμοιβής των Οργάνων Ελέγχου που ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 13 και των οργάνων που διενεργούν τις αυτοψίες του άρθρου 9 του παρόντος νόμου, καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις για τα αντίστοιχα όργανα ελέγχου του Ν. 3299/2004 (ΦΕΚ 261 Α'). Τα παραπάνω ποσά μπορούν να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.»
β) Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 17, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 55 του Ν. 3283/2004 (ΦΕΚ 210 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:
«Για τις αμοιβές των μελών των ως άνω επιτροπών ισχύουν οι διατάξεις του Ν. 3299/2004, για τις αμοιβές των αντίστοιχων οργάνων. Τα ποσά αυτά μπορεί να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.»
5. α) Μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 19 του Ν. 2545/1997 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Εφόσον έχει μεταβιβασθεί ποσοστό γης μεγαλύτερο του ογδόντα τοις εκατό (80%) των γηπέδων των ΒΙ.ΠΕ., ΒΙ.ΠΑ. και ΒΙΟ.ΠΑ. ή άλλων μορφών Β.Ε.ΠΕ. για την άσκηση των δραστηριοτήτων του παρόντος, η σύσταση της διαχειριστικής εταιρείας είναι υποχρεωτική.»
β) Η παρ. 3 του ίδιου άρθρου αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Σε υφιστάμενες ή οριοθετημένες ΒΙ.ΠΕ., ΒΙ.ΠΑ. και ΒΙΟ.ΠΑ. η πολεοδομική μελέτη ή η τροποποίησή της εγκρίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας. Κατά τα λοιπά υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.»
γ) Η παρ. 1 του άρθρου 21 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Μεμονωμένα κτίρια συνολικού εμβαδού άνω των 3.000 τετραγωνικών μέτρων για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια οικοδομής για βιομηχανική ή βιοτεχνική χρήση και των οποίων έχει διακοπεί η λειτουργία για μία τουλάχιστον τριετία κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για χρηματοδότηση της ανακαίνισής τους ή συμπλήρωσης των υποδομών τους, μπορούν να υπάγονται στις σχετικές διατάξεις του παρόντος και να επιχορηγούνται οι σχετικές δαπάνες προκειμένου να ξαναχρησιμοποιηθούν για βιομηχανική ή βιοτεχνική χρήση. Στην περίπτωση αυτή, εκτός από την οικοδομική άδεια για βιομηχανική ή βιοτεχνική χρήση, απαιτείται η βιομηχανική χρήση να είναι συμβατή με την ισχύουσα χρήση γης. Οι λοιπές λεπτομέρειες επιχορήγησης ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης.»
1. Τα γήπεδα που βρίσκονται σε περιοχές Ε.Μ. και Ε.Ο. του Π.Δ. 84/1984, σε περιοχές ΒΙ.ΠΑ., ΒΙΟ.ΠΑ. και σε περιοχές υποδοχής χρήσεων των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 23.2.1987, που καθορίζονται από εγκεκριμένο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο και έχουν ελάχιστο εμβαδό 2.000 τετραγωνικών μέτρων, θεωρούνται οικοδομήσιμα εφόσον, πριν από την έκδοση της οικοδομικής άδειας, οι ιδιοκτήτες των γηπέδων αυτών έχουν παραχωρήσει στον οικείο δήμο ή κοινότητα, δωρεάν, με συμβολαιογραφική πράξη, έκταση ίση με το δέκα τοις εκατό (10%) τουλάχιστον της επιφάνειας του γηπέδου. Ο προσδιορισμός του ποσοστού και της θέσης της παραχωρούμενης έκτασης γίνεται από την αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία για την εξασφάλιση ή τη βελτίωση των συνθηκών προσπέλασης του γηπέδου.
Η παραχωρούμενη έκταση κατά την πολεοδόμηση της περιοχής προσμετράται στον υπολογισμό των οφειλόμενων εισφορών της ιδιοκτησίας.
2. Η περίπτωση 1 της παρ. Α' του άρθρου 2 του Π.Δ. 31.3.1987 αντικαθίσταται ως εξής:
«Α. 1. Οι όροι και οι περιορισμοί δόμησης για την κατασκευή βιομηχανικών εγκαταστάσεων σε εκτός σχεδίου γήπεδα που βρίσκονται μέσα στις περιοχές μη ιδιαίτερα οχλουσών επαγγελματικών εγκαταστάσεων (Ε.Μ.) ή οχλουσών επαγγελματικών εγκαταστάσεων (Ε.Ο.), όπως αυτές απεικονίζονται στους χάρτες και τα διαγράμματα του Π.Δ. 84/1984 (ΦΕΚ 33 Α'), καθώς και σε περιοχές που προβλέπονται από εγκεκριμένα Γ.Π.Σ., ως περιοχές Βιομηχανικών Πάρκων (ΒΙ.ΠΑ.), Βιοτεχνικών Πάρκων (ΒΙΟ.ΠΑ.) και ΒΙ.ΠΑ. - ΒΙΟ.ΠΑ. υπό εξυγίανση και σε περιοχές υποδοχής χρήσεων των άρθρων 5 και 6 του Π.Δ. 23.2.1987 (ΦΕΚ 166 Δ'), καθορίζονται ως εξής:».
3. Η περίπτωση β' της παρ. Γ' του άρθρου 2 του Π.Δ. 31.3.1987 (ΦΕΚ 303 Δ'), όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 6.δ. του άρθρου 41 του Ν. 3105/2003 (ΦΕΚ 29 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Εφόσον εντός της ζώνης εμπίπτει τμήμα του γηπέδου μικρότερο του πενήντα τοις εκατό (50%) αλλά μεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό (10%) της επιφάνειάς του, θεωρείται ότι βρίσκεται εντός της ζώνης το τμήμα αυτό ή τμήμα του γηπέδου ίσο προς άρτιο γήπεδο κατά τους κανόνες αρτιότητας της περιοχής.»
4. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 26 του Ν. 2831/2000, όπως αυτό συμπληρώθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 12 του Ν. 3212/2003 (ΦΕΚ 308 Α'), προστίθεται εδάφιο τρίτο ως εξής:
«Η ως άνω χρονική προθεσμία απομάκρυνσης παρατείνεται μέχρι να εγκριθεί ζώνη υποδοχής της δραστηριότητας στα διοικητικά όρια του οικείου και των όμορων Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού.»
5. Σε ειδικά κτίρια που ανεγέρθησαν νόμιμα, κατά παρέκκλιση των κατά κανόνα όρων και προϋποθέσεων της εκτός σχεδίου δόμησης και στα οποία προβλέπεται ή επιβάλλεται, από γενικές ή ειδικές διατάξεις, αλλαγή χρήσης λόγω καθορισμού νέων χρήσεων γης στην περιοχή, επιτρέπεται για μία μόνο φορά η ανάπτυξη των δραστηριοτήτων που επιτρέπονται από τις νέες χρήσεις γης κατά παρέκκλιση από τους ισχύοντες όρους δόμησης, με την τήρηση κατά τα λοιπά των διατάξεων του οικοδομικού και κτιριοδομικού κανονισμού. Η παρέκκλιση δεν συμπεριλαμβάνει τυχόν τμήματα των παραπάνω κτιρίων τα οποία έχουν εξαιρεθεί από την κατεδάφιση για την αρχική τους χρήση. Για τη χορήγηση οικοδομικής άδειας για ανάπτυξη των νέων χρήσεων προαπαιτούνται: α) έγκριση από τον αρμόδιο επαγγελματικό φορέα, β) γνωμοδότηση από την αρμόδια ΕΠ.Α.Ε. και γ) καταβολή τέλους επανάχρησης του κτιρίου ίσου με το πέντε τοις εκατό (5%) της αντικειμενικής αξίας του γηπέδου. Το τέλος καταβάλλεται υπέρ του Ο.Τ.Α. στα διοικητικά όρια του οποίου βρίσκεται το κτίριο και εισπράττεται κατά τις διατάξεις του Π.Δ. 410/1995 (ΦΕΚ 231 Α') και διατίθεται αποκλειστικά για την εκτέλεση έργων ανάπλασης και ανάδειξης του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος στα διοικητικά όρια του οικείου Ο.Τ.Α.. Σε περίπτωση κατεδάφισης του κτιρίου για οποιονδήποτε λόγο, η παραπάνω διάταξη δεν ισχύει.
6. Παραγωγικές μονάδες, η ίδρυση των οποίων εγκρίθηκε κατ’ εφαρμογή του διατάξεων του Ν.Δ. 2687/1953 (ΦΕΚ 317 Α') και του Ν. 4171/1961 (ΦΕΚ 93 Α'), όπως υφίστανται και λειτουργούν, θεωρούνται χωροθετημένες, εφόσον τούτο συνάδει με τις κατευθύνσεις των περιφερειακών χωροταξικών πλαισίων, μέχρι την οριστική εξειδίκευση και εφαρμογή των πλαισίων αυτών.
Κατά την εξειδίκευση και εφαρμογή των περιφερειακών χωροταξικών πλαισίων χωροθετούνται ζώνες ή περιοχές ανάπτυξης παραγωγικών δραστηριοτήτων όπου βρίσκονται εγκατεστημένες οι ανωτέρω παραγωγικές μονάδες και δεν επιτρέπεται ο καθορισμός χρήσεων γης που δεν είναι συμβατές με τις μονάδες αυτές.
1. Συνιστάται στο Υπουργείο Ανάπτυξης Εθνικό Συμβούλιο Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (Ε.Σ.Μ.Ε.), το οποίο υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Ανάπτυξης. Το Ε.Σ.Μ.Ε. αποτελεί συμβουλευτικό όργανο της Κυβέρνησης και του Υπουργείου Ανάπτυξης για θέματα που ανάγονται στις αρμοδιότητες των χειροτεχνικών και μικρομεσαίων εν γένει επιχειρήσεων.
2. Έργο του Ε.Σ.Μ.Ε. είναι η υποβολή προτάσεων στον Υπουργό Ανάπτυξης για τα εξής ιδίως θέματα:
α) τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων,
β) την αξιολόγηση των μέτρων εθνικής πολιτικής έναντι των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς τους,
γ) την παρακολούθηση των εξελίξεων και της ανταγωνιστικότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία,
δ) την παρακολούθηση της ευρωπαϊκής πολιτικής για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την επεξεργασία των προτάσεων και μέτρων πολιτικής για την ενσωμάτωσή τους σε εθνικό επίπεδο,
ε) τη βελτίωση της συμμετοχής των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στα εθνικά και κοινοτικά αναπτυξιακά προγράμματα,
στ) την απλούστευση και βελτίωση του νομικού και διοικητικού περιβάλλοντος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
3. Το Συμβούλιο παρέχει επίσης τη γνώμη του στον Υπουργό Ανάπτυξης σε ερωτήματα που του απευθύνει σχετικά με θέματα που αφορούν τον τομέα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
4. Το Ε.Σ.Μ.Ε. μπορεί να εξειδικεύει και να εμβαθύνει σε θέματα μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τα οποία ανάγονται στις αρμοδιότητες του Εθνικού Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας και Ανάπτυξης (Ε.Σ.Α.Α.).
Επίσης, μπορεί να διαβιβάζει αποτελέσματα των εργασιών του στο Ε.Σ.Α.Α. προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο χάραξης μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και των επιχειρήσεων.
5. Το Συμβούλιο αποτελείται από τα εξής μέλη:
- τον Υπουργό Ανάπτυξης ως Πρόεδρο,
- τον Γενικό Γραμματέα Ανάπτυξης του Υπουργείου Ανάπτυξης,
- τον Γενικό Γραμματέα Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης,
- τον Γενικό Γραμματέα Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης,
- τον Γενικό Γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης,
- τον Ειδικό Γραμματέα για την Ανταγωνιστικότητα,
- τον Προϊστάμενο του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού,
- τον Πρόεδρο της Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνιών, Εμπόρων Ελλάδας,
- τον Πρόεδρο της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου,
- τον Πρόεδρο του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων,
- τον Πρόεδρο της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων,
- τον Πρόεδρο της Ένωσης Ελλήνων Τραπεζών,
- τον Πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας,
- τον Πρόεδρο του Ελληνικού Οργανισμού Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων και Χειροτεχνίας,
- τον Πρόεδρο του Ταμείου Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων,
- τον Πρόεδρο του Ελληνικού Οργανισμού Τυποποίησης,
- τον Πρόεδρο του Οργανισμού Προώθησης Εξαγωγών.
Η σύνθεση του Συμβουλίου μπορεί να διευρύνεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και θα συμμετέχουν οι εκπρόσωποι ανάλογα.
6. Οι δαπάνες λειτουργίας του Συμβουλίου βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Ανάπτυξης.
7. Για την εξυπηρέτηση του έργου του Ε.Σ.Μ.Ε. και ιδίως για την εξυπηρέτηση της εγκατάστασης και των διοικητικών αναγκών αυτού, για την ανάθεση ερευνών και μελετών, καθώς και την εν γένει λειτουργία του, εγγράφεται ανάλογη πίστωση στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Ανάπτυξης. Οι δαπάνες του Ε.Σ.Μ.Ε. εκκαθαρίζονται και εντέλλονται από την αρμόδια Διεύθυνση Οικονομικού του Υπουργείου Ανάπτυξης.
8. Η Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης παρέχει κάθε είδους συνδρομή για την υποβοήθηση του έργου του Συμβουλίου.
9. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συνιστάται στο Ε.Σ.Μ.Ε. για την υποστήριξη του έργου του Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων. Με την ίδια απόφαση ορίζεται η σύνθεσή της, οι αρμοδιότητες αυτής, ο τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
1. Οι διατάξεις των άρθρων 3 και 4 του άρθρου 7 του Ν. 2244/1994 (ΦΕΚ 168 Α'), όπως αντικαταστάθηκαν με την παρ. 2 του άρθρου 17 του Ν. 2308/1995 (ΦΕΚ 114 Α'), καθώς και τα κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων αυτών προεδρικά διατάγματα, εφαρμόζονται αναλόγως, όπως ισχύουν κάθε φορά, και στον τομέα εμπορίου (Γ ενική Γραμματεία Εμπορίου) του Υπουργείου Ανάπτυξης.
2. Η περίπτωση ιε' της παρ. 2 του άρθρου 3 του Π.Δ. 159/1997 (ΦΕΚ 135 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
« ιε. Αναλαμβάνει, διαχειρίζεται και υλοποιεί μόνος ή σε συνεργασία με άλλους φορείς Κοινοτικά Προγράμματα για την ενίσχυση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων. Ιδίως, μπορεί να χορηγεί, ως τελικός δικαιούχος, οικονομικές ενισχύσεις ή επιχορηγήσεις προς τις Μικρές-Μεσαίες Επιχειρήσεις του τριτογενούς τομέα, στα πλαίσια υλοποίησης, εκτέλεσης και εφαρμογής Κοινοτικών Προγραμμάτων. Το ύψος και γενικά οι όροι και οι προϋποθέσεις των ενισχύσεων ή επιχορηγήσεων αυτών καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, που εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στην περίπτωση αυτή, η υλοποίηση, η εκτέλεση και η εφαρμογή της συνολικής δράσης εποπτεύεται από τη Διεύθυνση Διοικητικού της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης.»
Το τρίτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 9 του Ν.Δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α'), όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε στην παράγραφο 8 του άρθρου 35 του Ν. 2496/1997 (ΦΕΚ 87 Α') αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Ο τρόπος επιλογής και η αμοιβή των ως άνω ελεγκτικών εταιριών και κοινοπραξιών καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, η δε αμοιβή βαρύνει την ασφαλιστική εταιρεία.»
Παραχωρείται στην εταιρεία «Ναυπηγικές και Βιομηχανικές Επιχειρήσεις Σύρου Ανώνυμος Εταιρία» για όλη τη διάρκεια λειτουργίας των εγκαταστάσεών της αποκλειστικά ως ναυπηγείου το δικαίωμα της αποκλειστικής και χωρίς αντάλλαγμα χρήσης του αιγιαλού, όπως αυτός καθορίστηκε με την υπ’ αριθμ. 3513/1980 απόφαση του Νομάρχη Κυκλάδων (ΦΕΚ 371 Δ'), της προκείμενης του αιγιαλού θαλάσσιας περιοχής, καθώς και των προσχωσιγενών γηπέδων και των συστατικών τους, που παρεμβάλλονται μεταξύ παλαιός και νέας γραμμής αιγιαλού και βρίσκονται εντός των εγκαταστάσεων της εταιρίας που περιγράφονται στο κεφάλαιο Α' της με αριθμό 3025/1994 Σύμβασης Μεταβίβασης Ενεργητικού της Συμβολαιογράφου Ερμούπολης Ελένης Ασμάνη - Αναγνώστη που συντάχθηκε σε εκτέλεση δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού που διενεργήθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 46α του Ν. 1892/1990 και στο υπό στοιχείο III. 01.Α στη με αριθμό 8.859/2004 Σύμβαση Απόσχισης, εισφοράς Κλάδου και απορρόφηφης αυτού της ιδίας συμβολαιογράφου.
Για το σκοπό της λειτουργίας της αποκλειστικά ως ναυπηγείου, η εταιρεία έχει δικαίωμα ανέγερσης, μετατροπής και κατεδάφισης κτιρίων και εγκαταστάσεων, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, επί των εγκαταστάσεων της αιγιαλίτιδας ζώνης που της παραχωρούνται με το νόμο αυτόν, κατ’ αποκλειστική χρήση και μόνο για τις ανάγκες της ναυπηγοεπισκευαστικής δραστηριότητάς της.
Μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 6 του Ν. 2286/1995 (ΦΕΚ 19 Α'), προστίθεται τρίτο εδάφιο, ως εξής:
«Η αποζημίωση: α) του Προέδρου της Επιτροπής Κρατικών Προμηθειών, που συγκροτήθηκε με την υπ’ αριθμ. Π1-7085/31.12.1999 (ΦΕΚ 2269 Β') κοινή υπουργική απόφαση και β) των Προέδρων των υπό στοιχεία 10 α' και 10 β' Μόνιμων Επιτροπών Εμπειρογνωμόνων, που συγκροτήθηκαν με την υπ’ αριθμ. Π1-4516/31.8.2004 (ΦΕΚ 1378 Β') κοινή υπουργική απόφαση, καθώς και γ) των δύο μελών των Μόνιμων αυτών Επιτροπών Εμπειρογνωμόνων, που ορίζονται με τα στοιχεία 1.4 της τελευταίας ως άνω κοινής υπουργικής απόφασης και επιλέγονται κάθε φορά ανάλογα με το συζητούμενο θέμα από τον Πρόεδρο της αντίστοιχης Επιτροπής, καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των εδαφίων β' και γ' της παρ. 2 του άρθρου 17 του Ν. 3205/2003.»
Στο άρθρο 5 του Ν. 3297/2004 (ΦΕΚ 259 Α') προστίθεται παράγραφος 6, ως ακολούθως:
«6. Στην ανεξάρτητη αρχή «Συνήγορος του Καταναλωτή» συνιστώνται επτά (7) θέσεις με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου. Οι θέσεις αυτές κατανέμονται ως εξής: τρεις (3) για τις ανάγκες του Συνηγόρου του Καταναλωτή και από δύο (2) για τις ανάγκες κάθε Βοηθού Συνηγόρου. Η πρόσληψη στις ανωτέρω θέσεις γίνεται, κατά περίπτωση, από τον Συνήγορο του Καταναλωτή και Βοηθό Συνήγορο, με σχετική πράξη τους, χωρίς οποιαδήποτε διαδικασία. Οι αποδοχές του προσωπικού που προσλαμβάνεται στις προαναφερόμενες θέσεις είναι αντίστοιχες με αυτές του προσωπικού της παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 2623/1998 (ΦΕΚ 139 Α'), όπως ισχύουν εκάστοτε. Το προσλαμβανόμενο προσωπικό αποχωρεί αυτοδικαίως ταυτόχρονα με την αποχώρηση, για οποιονδήποτε λόγο, του οργάνου που το προσέλαβε, χωρίς άλλη διαδικασία. Η παροχή υπηρεσίας στις θέσεις της παρούσας παραγράφου δεν γεννά οποιοδήποτε δικαίωμα αποζημίωσης ή άλλη αξίωση ή προνόμιο. Οι ανωτέρω θέσεις επιτρέπεται να καλύπτονται και με απόσπαση υπαλλήλων υπηρεσιών και φορέων που ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 14 του Ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α'), όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 2527/1997 (ΦΕΚ 206 Α'). Η απόσπαση γίνεται, ύστερα από αίτημα του Συνηγόρου του Καταναλωτή, με κοινή απόφαση του αρμόδιου Υπουργού και των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Ανάπτυξης, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων.»
1. Για τις δραστηριότητες οι οποίες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου δεν είναι εφοδιασμένες με άδεια εγκατάστασης ή λειτουργίας, στις περιπτώσεις που απαιτείται, είναι δυνατή η χορήγηση ενιαίας άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται πρόστιμο σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 24.
Μονάδες που εμπίπτουν στο πιο πάνω εδάφιο μπορούν να εφοδιασθούν με άδεια λειτουργίας χωρίς την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων, εκτός εάν, εντός δύο ετών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, υποβληθεί σχετική αίτηση με τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, η άδεια λειτουργίας χορηγείται με την επιβολή χρηματικού προστίμου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24.
2. Οι άδειες λειτουργίας, που έχουν εκδοθεί για ορισμένη χρονική διάρκεια, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τη λήξη τους. Κατά τη διάρκεια της ισχύος τους εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο της έκδοσής τους. Νέες άδειες λειτουργίας με αόριστη χρονική διάρκεια χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και υπό την προϋπόθεση ότι οι φορείς συμμορφώνονται προηγουμένως με τις κείμενες διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος και την ασφάλεια των εργαζομένων και των περιοίκων. Η συμμόρφωση ή μη των φορέων κατά το προηγούμενο εδάφιο διαπιστώνεται ύστερα από έλεγχο των αρμόδιων καθ’ ύλη υπηρεσιών, κατόπιν σχετικής αίτησης του φορέα που υποβάλλεται πριν από τη λήξη της άδειάς τους.
3. Για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας δραστηριότητας, για την οποία υπάρχει σε ισχύ άδεια εγκατάστασης πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν κατά την έκδοση της άδειας εγκατάστασης.
4. Δραστηριότητες των οποίων η εγκατάσταση, η λειτουργία, ο εκσυγχρονισμός, η μετεγκατάσταση, η συγχώνευση ή ο διαχωρισμός έγιναν κατά παράβαση των διατάξεων του Ν. 2516/1997 (ΦΕΚ 159 Α'), του Π.Δ. 84/1984 ή του Ν. 2965/2001 (ΦΕΚ 270 Α'), αλλά συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, μπορούν να εφοδιαστούν με ενιαία άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας.
5. Για τις δραστηριότητες, που η λειτουργία τους δεν είναι συμβατή με τις διατάξεις του νόμου αυτού, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 10.
6. Δραστηριότητες χαμηλής όχλησης, οι οποίες δεν απαλλάσσονταν κατά το χρόνο ίδρυσής τους από την υποχρέωση εφοδιασμού τους με άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας και δεν ίσχυαν για την εγκατάσταση και λειτουργία τους απαγορευτικές διατάξεις, μπορούν να εφοδιαστούν με ενιαία άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας, ανεξάρτητα από το φορέα εκμετάλλευσης της μονάδας, εφόσον δεν έχει διακοπεί οριστικά η λειτουργία της δραστηριότητας.
7. Δραστηριότητες που απαλλάσσονταν κατά το χρόνο ίδρυσής τους από την υποχρέωση εφοδιασμού τους με άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας και δεν ίσχυαν διατάξεις που απαγόρευαν την εγκατάσταση και τη λειτουργία τους, εξακολουθούν να απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με τις πιο πάνω άδειες, ανεξάρτητα από το φορέα της εκμετάλλευσής τους, εφόσον δεν έχει διακοπεί οριστικά η λειτουργία της δραστηριότητας υπό την οικονομική της έννοια και η εγκατεστημένη ισχύς του μηχανολογικού εξοπλισμού δεν έχει ξεπεράσει τα 22 KW κινητήριας ή τα 50 KW θερμικής ισχύος. Εάν συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, αλλά από τη λειτουργία των μονάδων αυτών προκαλούνται δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον ή οχλήσεις στους περιοίκους, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 5.
Εάν οι μονάδες αυτές, λόγω εκσυγχρονισμού του μηχανολογικού τους εξοπλισμού, έχουν υπερβεί τα 22 KW κινητήριας ή τα 50 KW θερμικής ισχύος, μπορούν να εφοδιασθούν με ενιαία άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας με τη διαδικασία της παραγράφου 1.
8. Τα προεδρικά διατάγματα και οι υπουργικές αποφάσεις, που έχουν εκδοθεί με βάση καταργούμενες με τον παρόντα νόμο διατάξεις, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την έκδοση των αντίστοιχων προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων που προβλέπονται από το νόμο αυτόν.
9. Το ύψος της αμοιβής των προσώπων που συμμετέχουν ως μέλη επιτροπών, συμβουλίων, ομάδων εργασίας και οργάνων που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις και συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ή των αρμόδιων Γενικών ή Ειδικών Γραμματέων για την αξιολόγηση, γνωμοδότηση, έλεγχο, πιστοποίηση και την εν γένει παρακολούθηση και παραλαβή έργων που υλοποιούνται σε εφαρμογή προγραμμάτων ή οποιοσδήποτε άλλης κοινοτικής πρωτοβουλίας, η διαχείριση των οποίων ανήκει στο Υπουργείο Ανάπτυξης, καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 18 του άρθρου 7 και του εδαφίου ιη' της παρ. 2 του άρθρου 12 του Ν. 3299/2004. Οι αποζημιώσεις του προηγούμενου εδαφίου παρέχονται πέρα από τα προβλεπόμενα στις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για την ημερήσια αποζημίωση και τα οδοιπορικά έξοδα και δεν υπόκεινται στους περιορισμούς του Ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α'), του άρθρου 15 του Ν. 2703/1999 (ΦΕΚ 72 Α') και του άρθρου 17 του Ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α'), καθώς και κάθε άλλης σχετικής διάταξης. Οι δαπάνες που προκαλούνται καλύπτονται γενικώς από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης και επίσης θεωρούνται επιλέξιμες στο πλαίσιο της Εθνικής Τεχνικής Βοήθειας των κοινοτικών προγραμμάτων.
10. Μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου οι ασκηθείσες από τα Κ.Υ.Ε. αρμοδιότητες θεωρούνται ότι ασκήθηκαν νόμιμα και εξακολουθούν να ασκούνται από τα Κ.Υ.Ε. που λειτουργούν σε κάθε Ν.Α. στα πλαίσια της δράσης 1.3.3 του Επιχειρησιακού Προγράμματος Ανταγωνιστικότητας (Ε.Π.ΑΝ.) του Υπουργείου Ανάπτυξης και των σχετικών υπουργικών αποφάσεων. Η δαπάνη λειτουργίας των Κ.Υ.Ε. βαρύνει τους πόρους του Ε.Π.ΑΝ. μέχρι τη λήξη εφαρμογής του προγράμματος αυτού.
1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται:
α) Το μέρος πρώτο του Ν. 2516/1997 και οι διατάξεις του Ν. 2965/2001 πλην των άρθρων 19 έως και 29 αυτού, χωρίς να επαναφέρονται σε ισχύ οι διατάξεις που καταργήθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 19 του Ν. 2516/1997 και οι διατάξεις του Π.Δ. 84/1984, που καταργήθηκαν με το άρθρο 16 του Ν. 2965/2001.
β) Η παρ. 1του άρθρου 9 του Π.Δ. 2.3.1981 (ΦΕΚ 138 Δ"), όπως αντικαταστάθηκε με το Π.Δ. 5.5.1984 (ΦΕΚ 341 Δ").
γ) Το εδάφιο γ' της παρ. 2 του άρθρου 9 του από 16 Μαρτίου 1950 Β.Δ. (ΦΕΚ 82 Α'), όπως ισχύει.
δ) Η παρ. 5 της Υγειονομικής Διάταξης με αριθμό 2219/8.1.1936 (ΦΕΚ 9 Β').
ε) Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 5 και της παρ. 4 του άρθρου 6 του Ν. 2941/2001 (ΦΕΚ 201 Α').
στ) Κάθε άλλη διάταξη που αντιβαίνει στις διατάξεις του παρόντος νόμου ή αναφέρεται σε θέματα που ρυθμίζονται από αυτόν.
2. Δεν θίγονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου:
α) Οι διατάξεις του Β.Δ. της 15/21 Οκτ.1922 (ΦΕΚ 208 Α'), οι οποίες μπορούν να τροποποιούνται με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης.
β) Ειδικές διατάξεις και κανονισμοί της κείμενης νομοθεσίας, που ρυθμίζουν παράλληλα θέματα εγκατάστασης και λειτουργίας των δραστηριοτήτων που διέπονται από τον παρόντα νόμο.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν από τις διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά.
Παραγγέλουμε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του Νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 11 Μαρτίου 2005
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 11 Μαρτίου 2005
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Α. ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ