Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 4551 - 4600, σε σύνολο 12273
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Fixed tank
Μετάφραση: Σταθερή δεξαμενή

Όρος: Flagellae
Μετάφραση: Βλεφαρίδες ή μαστίγια

Όρος: Flake
Μετάφραση: Φολίδα, Νιφάδα

Όρος: Flame
Μετάφραση: Φλόγα

Όρος: Flame arrester
Μετάφραση: Φλογοπαγίδα

Συντομογραφία: FAAS
Όρος: Flame atomicabsorption spectrometry
Μετάφραση: Φασματομετρία ατομικής απορρόφησης φλόγας

Συντομογραφία: FID
Όρος: Flame ionization detection
Μετάφραση: Ανίχνευση ιονισμού φλόγας

Συντομογραφία: FPD
Όρος: Flame photometric detector
Μετάφραση: Φωτομετρικός ανιχνευτής φλόγας

Όρος: Flame propagation
Μετάφραση: Διάδοση φλόγας

Όρος: Flame retardants
Μετάφραση: Επιβραδυντές φλόγας (καύσης)

Όρος: flame retardants
Μετάφραση: επιβραδυντικά φλόγας

Όρος: Flame screen
Μετάφραση: Δικτυωτό συγκρατήσεως φλογών

Όρος: Flame spectroscopy
Μετάφραση: Φασματοσκοπία φλόγας, φλογοφωτομετρία

Όρος: Flame test cobalt glass
Μετάφραση: Ύαλος κοβαλτίου για τη δοκιμή φλόγας

Όρος: Flameproof enclosure
Μετάφραση: Αντιπυρικό περίβλημα

Όρος: Flameproof joints
Μετάφραση: Πυροστεγείς σύνδεσμοι

Όρος: Flaming off
Μετάφραση: Πυρόλυση

Όρος: Flammable
Μετάφραση: Εύφλεκτο

Όρος: Flammable
Μετάφραση: Εύφλεκτο

Όρος: Flammable aerosol
Μετάφραση: Εύφλεκτο αερόλυμα

Όρος: Flammable aerosol
Μετάφραση: Εύφλεκτο αερόλυμα

Όρος: Flammable component
Μετάφραση: Εύφλεκτο συστατικό (για αερολύματα και φύσιγγες αερίων)

Όρος: Flammable dust
Μετάφραση: Εύφλεκτη σκόνη

Όρος: Flammable gas
Μετάφραση: Εύφλεκτο αέριο

Όρος: Flammable liquid
Μετάφραση: Εύφλεκτο υγρό

Όρος: Flammable liquid and vapor
Μετάφραση: Υγρό και ατμοί εύφλεκτα

Όρος: Flammable liquid and vapor
Μετάφραση: Υγρό και ατμοί εύφλεκτα

Όρος: Flammable range
Μετάφραση: Εύφλεκτη ζώνη

Όρος: Flammable solid
Μετάφραση: Εύφλεκτο στερεό

Όρος: Flammable substance
Μετάφραση: Εύφλεκτη ουσία

Όρος: Flange
Μετάφραση: Παρέμβυσμα

Όρος: Flash fire
Μετάφραση: Στιγμιαία ανάφλεξη, Φαινόμενο κατάκαυσης αερίου νέφους

Όρος: Flash point
Μετάφραση: Σημείο ανάφλεξης

Όρος: Flash welding
Μετάφραση: Συγκόλληση με σπινθηρισμούς

Όρος: Flashback
Μετάφραση:

Όρος: Flashover
Μετάφραση: Ταυτόχρονη ανάφλεξη πυρκαγιάς – φάση πλήρους ανάφλεξης

Όρος: flashover
Μετάφραση: φαινόμενο καθολικής ανάφλεξης

Όρος: Flask
Μετάφραση: Φιάλη

Όρος: Flask buchner filter
Μετάφραση: Κωνική φιάλη διήθησης Buchner

Όρος: Flask conical narrow mouth
Μετάφραση: Κωνική στενόλαιμη φιάλη

Όρος: Flask distillation, with Side Arm
Μετάφραση: Φιάλη, με πλευρικό απαγωγό

Όρος: Flask flat bottom
Μετάφραση: Φιάλη επίπεδου πάτου

Όρος: Flask round bottom
Μετάφραση: Φιάλη στρογγυλού πάτου

Όρος: Flat roof construction
Μετάφραση: Κατασκευή επίπεδης οροφής

Όρος: Flatwork ironers
Μετάφραση: Επίπεδα σιδερωτήρια

Όρος: Flavouring agent
Μετάφραση: Αρτυματική ουσία

Όρος: Flavouring in foodstuffs
Μετάφραση: Αρτυματική ύλη σε τρόφιμα

Όρος: Flavylium chloride
Μετάφραση: Χλωριούχο φλαβύλιο

Όρος: Flax
Μετάφραση: Λινάρι

Όρος: Flexibility
Μετάφραση: Ευκαμψία / κινητικότητα (εργαζομένων)

Ακολουθήστε μας