Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 3551 - 3600, σε σύνολο 12273
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: drug consumption
Μετάφραση: χρήση ναρκωτικών

Όρος: Drug induced hypersensitivity
Μετάφραση: Φαρμακευτική υπερευαισθησία

Όρος: Drum
Μετάφραση: Τύμπανο, βαρέλι / καρούλι

Όρος: Dry
Μετάφραση: Ξηρός

Όρος: dry aggregate
Μετάφραση: ξηρό αδρανές

Όρος: Dry chemical powder
Μετάφραση: Ξηρή χημική σκόνη

Όρος: Dry cleaning
Μετάφραση: Στεγνό καθάρισμα

Όρος: Dry construction
Μετάφραση: Ξηρά δόμηση

Όρος: Drying oils
Μετάφραση: Ξηραντικά έλαια

Όρος: Drying oven
Μετάφραση: Φούρνος αποξύρανσης

Όρος: Drying stove
Μετάφραση: Στεγνωτήρας παρτίδας

Όρος: Dubnium
Μετάφραση: Δούβνιο

Όρος: Duct
Μετάφραση: Αγωγός (π.χ. υδραυλικός, αερίων)

Όρος: Due defence
Μετάφραση: Μέριμνα ελήφθη

Όρος: Dummy variable
Μετάφραση: Ψευδομεταβλητή

Όρος: Dumper
Μετάφραση: Ανατρεπόμενο (φορτηγό)

Όρος: Dunnage
Μετάφραση: Ξύλινα υλικά σφήνωσης και υποστήριξης φορτίων

Όρος: Duplicate
Μετάφραση: Διπλασιάζω, αντίγραφο

Όρος: Duplicate measurement
Μετάφραση: Διπλή μέτρηση

Όρος: Duplicate sample
Μετάφραση: Διπλό δείγμα

Όρος: Durability
Μετάφραση: Ανθεκτικότητα, αντοχή στον χρόνο

Όρος: Duration
Μετάφραση: Διάρκεια

Όρος: Duration of treatment
Μετάφραση: Διάρκεια της αγωγής

Όρος: Durene
Μετάφραση: Δουρόλιο

Όρος: During fumigation/spraying wear suitable respiratory equipment
Μετάφραση: Κατά τη διάρκεια υποκαπνισμού /ψεκάσματος χρησιμοποιείτε κατάλληλη αναπνευστική συσκευή

Όρος: During fumigation/spraying wear suitable respiratory equipment (appropriate wording to be specified by the manufacturer)
Μετάφραση: Κατά τη διάρκεια υποκαπνισμού /ψεκάσματος χρησιμοποιείτε κατάλληλη αναπνευστική συσκευή (η κατάλληλη διατύπωση καθορίζεται από τον παραγωγό.

Όρος: During shift
Μετάφραση: 1)             Κατά τη διάρκεια της βάρδιας

Όρος: Dust
Μετάφραση: Σκόνη

Όρος: Dust control
Μετάφραση: Έλεγχος της σκόνης

Όρος: Dust cover
Μετάφραση: Κάλυμμα προστασίας από τη σκόνη

Όρος: Dust explosions
Μετάφραση: Εκρήξεις σκόνης

Όρος: Dust masks
Μετάφραση: Προσωπίδες για τη σκόνη

Όρος: Dustability
Μετάφραση: Ικανότητα επίπασης

Όρος: Dusty wastes
Μετάφραση: Απόβλητα σκόνης

Συντομογραφία: DECOS
Όρος: Dutch Expert Committee on Occupational Standards (The Netherlands)
Μετάφραση: Ειδική Ολλανδική Επιτροπή για τα Επαγγελματικά Πρότυπα (Κάτω Χώρες)

Όρος: Duty of confidentiality
Μετάφραση: Υποχρέωση εχεμύθειας

Όρος: Dye number
Μετάφραση: Αριθμός χρωστικής ουσίας

Όρος: Dyeing
Μετάφραση: Βαφή

Όρος: Dyes
Μετάφραση: Βαφές

Όρος: Dyestuff
Μετάφραση: Χρωστική

Όρος: Dynamic range
Μετάφραση: Δυναμική περιοχή (της μεθόδου)

Όρος: Dynamic test
Μετάφραση: Δυναμική δοκιμή

Όρος: Dynamic viscosity
Μετάφραση: Δυναμικό ιξώδες

Όρος: Dypnone
Μετάφραση: Δυπνόνη

Όρος: Dyspepsia
Μετάφραση: Δυσπεψία

Όρος: Dyspnea
Μετάφραση: Δύσπνοια

Όρος: Dysprosium
Μετάφραση: Δυσπρόσιο

Όρος: Ear
Μετάφραση: Αυτί

Όρος: Ear muff
Μετάφραση: Ωτοασπίδα

Όρος: Ear plugs
Μετάφραση: Προστατευτικά βύσματα αυτιού, ωτοβύσματα

Ακολουθήστε μας