Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 6121 - 6156 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Ομάδα εισαγωγέων
Αγγλικός όρος:
Group of importers

Μετάφραση: Group of importers
Ελληνικός όρος:
Ομάδα εργασίας
Αγγλικός όρος:
Work group (WG)

Μετάφραση: Work group (WG)
Ελληνικός όρος:
Ομάδα Εργασίας για την Εκτίμηση Τοξικών Χημικών (Η.Β)
Αγγλικός όρος:
Working Group on the Assessment of Toxic Chemicals (UK)

Μετάφραση: Working Group on the Assessment of Toxic Chemicals (UK)
Ελληνικός όρος:
Ομάδα εργασίας της επιτροπής
Αγγλικός όρος:
Commission working group, CWG

Μετάφραση: Commission working group, CWG
Ελληνικός όρος:
Ομάδα παρασκευαστών
Αγγλικός όρος:
Group of manufacturers

Μετάφραση: Group of manufacturers
Ελληνικός όρος:
Ομάδα συσκευασίας
Αγγλικός όρος:
Packing group

Μετάφραση: Packing group
Ελληνικός όρος:
Ομάδες συσκευών
Αγγλικός όρος:
Equipment group

Μετάφραση: Equipment group
Ελληνικός όρος:
Ομαδική εργασία
Αγγλικός όρος:
Teamwork, group work

Μετάφραση: Teamwork, group work
Ελληνικός όρος:
Ομαδική καταχώριση
Αγγλικός όρος:
Collective entry

Μετάφραση: Collective entry
Ελληνικός όρος:
Ομαδοποίηση
Αγγλικός όρος:
Batching

Μετάφραση: Batching
Ελληνικός όρος:
Ομαλή ροή
Αγγλικός όρος:
Laminar-flow

Μετάφραση: Laminar-flow
Ελληνικός όρος:
Ομβρόμετρο
Αγγλικός όρος:
Ombrometer, rain-gauge

Μετάφραση: Ombrometer, rain-gauge
Ελληνικός όρος:
Ομίχλη
Αγγλικός όρος:
Mist, fog

Μετάφραση: Mist, fog
Ελληνικός όρος:
Ομίχλη ορυκτελαίων
Αγγλικός όρος:
Mineral oil mist

Μετάφραση: Mineral oil mist
Ελληνικός όρος:
Ομοιογένεια
Αγγλικός όρος:
Homogeneity

Μετάφραση: Homogeneity
Ελληνικός όρος:
Ομοιογενής
Αγγλικός όρος:
Homogeneous

Μετάφραση: Homogeneous
Ελληνικός όρος:
Ομοιομορφία
Αγγλικός όρος:
Uniformity

Μετάφραση: Uniformity
Ελληνικός όρος:
Ομοιοπολικός
Αγγλικός όρος:
Covalent

Μετάφραση: Covalent
Ελληνικός όρος:
Ομοιώματα κεφαλής
Αγγλικός όρος:
Headforms

Μετάφραση: Headforms
Ελληνικός όρος:
Ομόλογα του βενζολίου
Αγγλικός όρος:
Counterparts of benzene

Μετάφραση: Counterparts of benzene
Ελληνικός όρος:
Ομόλογα του ναφθαλινίου
Αγγλικός όρος:
Naphthalene counterparts or counterpart of naphthalene

Μετάφραση: Naphthalene counterparts or counterpart of naphthalene
Ελληνικός όρος:
Ομοσπονδία Βιομηχανικών Εργατοϋπαλληλικών Σωματείων
Αγγλικός όρος:
Federation of Factory Unions

Μετάφραση: Federation of Factory Unions
Ελληνικός όρος:
Ομοσπονδιακό Γραφείο Περιβάλλοντος (Γερμανία)
Αγγλικός όρος:
Federal Environment Agency (Germany)

Μετάφραση: Federal Environment Agency (Germany)
Ελληνικός όρος:
Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο για την Υγιεινή και Ασφάλεια στην Εργασία (Γερμανία)
Αγγλικός όρος:
Federal Institute for Occupational Safety and Health (Germany), BAuA

Μετάφραση: Federal Institute for Occupational Safety and Health (Germany), BAuA
Ελληνικός όρος:
Ονομαστική διάμετρος
Αγγλικός όρος:
Nominal diameter

Μετάφραση: Nominal diameter
Ελληνικός όρος:
Ονομαστική ταχύτητα
Αγγλικός όρος:
Rated speed

Μετάφραση: Rated speed
Ελληνικός όρος:
Ονομαστική χωρητικότητα δοχείου
Αγγλικός όρος:
Nominal capacity of the receptacle

Μετάφραση: Nominal capacity of the receptacle
Ελληνικός όρος:
Ονομαστικό φορτίο
Αγγλικός όρος:
Rated load

Μετάφραση: Rated load
Ελληνικός όρος:
Ονοματολογία
Αγγλικός όρος:
Nomenclature

Μετάφραση: Nomenclature
Ελληνικός όρος:
Οξαλικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Oxalic acid, dicarboxylic acid, ethanedioic acid

Μετάφραση: Oxalic acid, dicarboxylic acid, ethanedioic acid
Ελληνικός όρος:
Οξεία απώλεια της ακοής
Αγγλικός όρος:
Acute hearing losses

Μετάφραση: Acute hearing losses
Ελληνικός όρος:
Οξεία τοξικότητα από του στόματος
Αγγλικός όρος:
Acute oral toxicity

Μετάφραση: Acute oral toxicity
Ελληνικός όρος:
Οξεία τοξικότητα για το υδάτινο περιβάλλον
Αγγλικός όρος:
Acute aquatic toxicity

Μετάφραση: Acute aquatic toxicity
Ελληνικός όρος:
Οξεία τοξικότητα διά της εισπνοής
Αγγλικός όρος:
Acute inhalation toxicity

Μετάφραση: Acute inhalation toxicity
Ελληνικός όρος:
Οξεία τοξικότητα διά του δέρματος
Αγγλικός όρος:
Acute dermal toxicity

Μετάφραση: Acute dermal toxicity
Ελληνικός όρος:
Οξείδια του αζώτου
Αγγλικός όρος:
Oxides of nitrogen

Μετάφραση: Oxides of nitrogen

Ακολουθήστε μας