Τροποποιήθηκε από :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 164Α_2015 | 423.89 KB |
Για τις ανάγκες του παρόντος νόμου, βοσκήσιμες γαίες καλούνται οι εκτάσεις που μπορεί να χρησιμοποιηθούν για βόσκηση ζώων (βοσκότοποι) στις οποίες αναπτύσσεται βλάστηση αυτοφυής ή μη, ποώδης, φρυγανική ή ξυλώδης με θαμνώδη ή αραιά δενδρώδη μορφή ή και μικτή και οι οποίες μπορεί να εκτείνονται και σε υδάτινα παραλίμνια ή παραποτάμια οικοσυστήματα, όπου αναπτύσσεται υδροχαρής βλάστηση. O χαρακτήρας και ο προορισμός των βοσκήσιμων γαιών δεν μεταβάλλεται λόγω της χρήσης τους για τη διατροφή των αγροτικών ζώων, η δε διαχείριση και η προστασία τους διέπεται από τις σχετικές για κάθε κατηγορία έκτασης διατάξεις της αγροτικής, δασικής και περιβαλλοντικής
νομοθεσίας.
1. Η προθεσμία έκδοσης άδειας εγκατάστασης των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων όλων των κατηγοριών της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 4056/2012, η οποία προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4056/2012, παρατείνεται για δέκα οκτώ (18) μήνες από τη λήξη της και λήγει στις 12.9.2016. Όπου στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 14 του ν. 4056/2012 αναφέρεται η αρχική προθεσμία των τριών (3) ετών νοείται η προθεσμία που λήγει στις 12.9.2016.
2. Μετά το άρθρο 17 του ν. 4056/2012 προστίθεται νέο άρθρο 17α, το κείμενο του οποίου έχει ως εξής:
«Άρθρο 17α
Συνέχιση λειτουργίας υφιστάμενων κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων εντός ή πλησίον κατοικημένων περιοχών
1. Σε κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, με δυναμικότητα μεγαλύτερη από αυτή που καθορίζεται με τις αποφάσεις των οικείων Περιφερειαρχών για τη διατήρηση οικοσίτων ζώων, οι οποίες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, ήταν εγκατεστημένες είτε εντός ορίων κατοικημένων περιοχών είτε πλησίον αυτών, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 και διέθεταν ζωικό κεφάλαιο, χορηγείται:
α) άδεια διατήρησης κτηνοτροφικής εγκατάστασης, β) κωδικός εκμετάλλευσης από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή.
Η άδεια διατήρησης κτηνοτροφικής εγκατάστασης δεν μεταβιβάζεται και δεν τροποποιείται, ανακαλείται δε όταν για οποιονδήποτε λόγο διακοπεί η λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
2. Για τη χορήγηση της άδειας διατήρησης κτηνοτροφικής εγκατάστασης πρέπει να πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις:
α) Οι κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις πρέπει, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, να έχουν ιδρυθεί και να λειτουργούν (να διαθέτουν ζωικό κεφάλαιο) είτε εντός ορίων κατοικημένων περιοχών είτε πλησίον αυτών και σε αποστάσεις μικρότερες από εκείνες που ορίζονταν στους πίνακες 1 και 2 του Παραρτήματος του άρθρου 20, όπως αυτές είναι δυνατόν να προσαρμοσθούν με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 7 του άρθρου 5 για τη μείωση των ελαχίστων αποστάσεων.
β) Οι κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις διατηρούν τη δυναμικότητα που έχουν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εκτός εκείνων που υπερβαίνουν το 25% των ανωτάτων ορίων της κατηγορίας Β΄ όπως ορίζονται με την υπ’ αριθμ. 1958/13.1.2012 (Β΄21) απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, όπως ισχύει, οι οποίες μειώνουν τη δυναμικότητά τους στο ως άνω ποσοστό.
3. Όσες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις λειτουργούσαν εντός ή πλησίον κατοικημένων περιοχών, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 και εφόσον επιθυμούν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους, υποχρεούνται να υποβάλουν αίτημα στην οικεία Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ) εντός προθεσμίας δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος του άρθρου αυτού.
4. Μετά τη παρέλευση της παραπάνω προθεσμίας, διακόπτεται με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη η λειτουργία των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων που δεν έχουν υποβάλει ανάλογο αίτημα, μετά από εισήγηση της αρμόδιας Επιτροπής Σταυλισμού.
5. Η διαδικασία, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση της άδειας διατήρησης, οι κυρώσεις, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των τυχόν συναρμόδιων Υπουργών.
6. Παραβάσεις, οι οποίες έχουν διαπιστωθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου και δεν έχουν εξετασθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του, εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στην απόφαση της παραγράφου 5.
7. Αποφάσεις των ΔΑΟΚ, που αφορούν στη διακοπή λειτουργίας κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων που λειτουργούσαν μέχρι την έναρξη ισχύος αυτού του άρθρου εντός ή πλησίον κατοικημένων περιοχών και δεν έχουν εκτελεσθεί ανακαλούνται εφόσον οι κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2.
8. Ενστάσεις επί αποφάσεων ΔΑΟΚ που αφορούν στη διακοπή λειτουργίας κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων που λειτουργούσαν μέχρι την έναρξη ισχύος αυτού του άρθρου εντός ή πλησίον κατοικημένων περιοχών και εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2, τίθενται στο αρχείο και οι σχετικές αποφάσεις ανακαλούνται οριστικά από την αρχή που τις εξέδωσε.»
Η προθεσμία έκδοσης άδειας εγκατάστασης των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων όλων των κατηγοριών της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 4056/2012, η οποία προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4056/2012, παρατείνεται για δέκα οκτώ (18) μήνες από τη λήξη της και λήγει στις 12.9.2016. Όπου στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 14 του ν. 4056/2012 αναφέρεται η αρχική προθεσμία των τριών (3) ετών νοείται η προθεσμία που λήγει στις 12.9.2016.
Μετά το άρθρο 17 του ν. 4056/2012 προστίθεται νέο άρθρο 17α, το κείμενο του οποίου έχει ως εξής:
«Άρθρο 17α
Συνέχιση λειτουργίας υφιστάμενων κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων εντός ή πλησίον κατοικημένων περιοχών
1. Σε κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, με δυναμικότητα μεγαλύτερη από αυτή που καθορίζεται με τις αποφάσεις των οικείων Περιφερειαρχών για τη διατήρηση οικοσίτων ζώων, οι οποίες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, ήταν εγκατεστημένες είτε εντός ορίων κατοικημένων περιοχών είτε πλησίον αυτών, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 και διέθεταν ζωικό κεφάλαιο, χορηγείται:
α) άδεια διατήρησης κτηνοτροφικής εγκατάστασης, β) κωδικός εκμετάλλευσης από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή.
Η άδεια διατήρησης κτηνοτροφικής εγκατάστασης δεν μεταβιβάζεται και δεν τροποποιείται, ανακαλείται δε όταν για οποιονδήποτε λόγο διακοπεί η λειτουργία της κτηνοτροφικής εγκατάστασης.
2. Για τη χορήγηση της άδειας διατήρησης κτηνοτροφικής εγκατάστασης πρέπει να πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις:
α) Οι κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις πρέπει, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, να έχουν ιδρυθεί και να λειτουργούν (να διαθέτουν ζωικό κεφάλαιο) είτε εντός ορίων κατοικημένων περιοχών είτε πλησίον αυτών και σε αποστάσεις μικρότερες από εκείνες που ορίζονταν στους πίνακες 1 και 2 του Παραρτήματος του άρθρου 20, όπως αυτές είναι δυνατόν να προσαρμοσθούν με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 7 του άρθρου 5 για τη μείωση των ελαχίστων αποστάσεων.
β) Οι κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις διατηρούν τη δυναμικότητα που έχουν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εκτός εκείνων που υπερβαίνουν το 25% των ανωτάτων ορίων της κατηγορίας Β΄ όπως ορίζονται με την υπ’ αριθμ. 1958/13.1.2012 (Β΄21) απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, όπως ισχύει, οι οποίες μειώνουν τη δυναμικότητά τους στο ως άνω ποσοστό.
1. Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δια της Διεύθυνσης Υγιεινής και Ασφάλειας Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης καταρτίζει και θέτει σε εφαρμογή, Εθνικό Πρόγραμμα Συλλογής και Διαχείρισης νεκρών ζώων (ΕΠΣΥΔ) προκειμένου να διασφαλισθεί η προστασία της δημόσιας υγείας, της υγείας των ζώων και του περιβάλλοντος.
2. Το ΕΠΣΥΔ είναι πολυετές πρόγραμμα, το οποίο περιλαμβάνει τους στρατηγικούς στόχους και τις προτεραιότητες στον τομέα διαχείρισης των νεκρών ζώων, την κατανομή των πόρων, την κατάταξη των σχετικών δραστηριοτήτων με βάση την ανάλυση κινδύνων, τον καθορισμό των αρμόδιων αρχών υλοποίησης αυτού, καθώς και την ανάπτυξη συστήματος εποπτείας για την ορθή συλλογή, διαχείριση και τελική διάθεση των νεκρών ζώων της χώρας.
3. Το ΕΠΣΥΔ χρηματοδοτείται από το Ταμείο Γεωργίας και Κτηνοτροφίας (ΤΓΚ) του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μέσω ανταποδοτικού τέλους.
Για τη χρηματοδότηση του προγράμματος μέσω του ΤΓΚ καθορίζεται ετήσιο, ανταποδοτικό τέλος ανά ζώο για τη συλλογή και διαχείριση των νεκρών ζώων, σε κάθε κτηνοτροφική εκμετάλλευση της χώρας, σύμφωνα με τον αριθμό των ζώων αυτής, όπως δηλώνεται για τους πληθυσμούς αιγοπροβάτων και χοιρινών κατά την ετήσια απογραφή, καθώς και για τους πληθυσμούς των βοοειδών, από τα ετήσια στοιχεία του ηλεκτρονικού μητρώου της εκμετάλλευσης βοοειδών στο τέλος κάθε έτους, που αποτυπώνονται στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (ΟΠΣ) του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Το ανταποδοτικό τέλος καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Στην ίδια απόφαση καθορίζονται οι λεπτομέρειες είσπραξης μέσω του προγράμματος ΟΣΔΕ.
4. Το ΕΠΣΥΔ υλοποιείται από φορείς που παρέχουν υπηρεσίες συλλογής – απομάκρυνσης και καταστροφής – διαχείρισης των νεκρών ζώων. Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων διενεργεί κάθε τρία (3) έτη, Διεθνή Ανοιχτό Διαγωνισμό, ο οποίος αφορά όλη την Επικράτεια ή μέρος αυτής (Περιφέρεια/ες), μέσω του
οποίου προκύπτει ανάδοχος/οι για τη μεταφορά νεκρών ζώων και για τη διαχείριση αυτών σε εγκεκριμένες μονάδες διαχείρισης ζωικών υποπροϊόντων.
5. Η έγκριση και η αναπροσαρμογή του ΕΠΣΥΔ, ο τρόπος υλοποίησης, παρακολούθησης και εποπτείας του προγράμματος, οι διαδικασίες συλλογής και διαχείρισης των νεκρών ζώων περιλαμβανομένης και της χρήσης αυτών για σίτιση πτωματοφάγων αρπακτικών και ζώων ζωολογικών κήπων, καθώς και οποιοδήποτε σχετικό θέμα με το πρόγραμμα, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, εντός πέντε (5) μηνών από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου.
6. Ειδικά για το έτος 2016 εφαρμόζεται και πρόγραμμα περισυλλογής και διαχείρισης των νεκρών βοοειδών, αιγών και προβάτων, για τα οποία υπάρχει υποχρέωση διενέργειας εξετάσεων για Μεταδοτικές Σπογγώδεις Εγκεφαλοπάθειες (ΜΣΕ), χρηματοδοτούμενο από τον προϋπολογισμό εξόδων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι Περιφέρειες στις οποίες εφαρμόζεται το πρόγραμμα, οι αρμόδιες αρχές εφαρμογής, παρακολούθησης και αξιολόγησής του, οι προϋποθέσεις ανάδειξης των φορέων υλοποίησης του προγράμματος και οι υποχρεώσεις τους, η δαπάνη για την υλοποίησή του, η κατανομή των πιστώσεων ανά Περιφέρεια και κάθε θέμα σχετικό με το πρόγραμμα.
1. Η παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 4036/2012 τροποποιείται ως εξής:
«4. Αρμόδια Αρχή για την αξιολόγηση των υποβληθέντων στοιχείων, ως απαιτούνται τόσο για τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας φυτοπροστατευτικών προϊόντων και των προσθέτων αυτών στην αγορά σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 όσο και για την έγκριση δραστικών και λοιπών ουσιών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) 1107/2009, είναι το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ή κοινές υπουργικές αποφάσεις στην περίπτωση συναρμοδιότητας, μπορεί να ορίζονται και άλλες αρμόδιες αρχές αξιολόγησης που πληρούν τις επιστημονικές προϋποθέσεις, αν κριθεί αναγκαίο.»
2. Η παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 4036/2012 τροποποιείται ως εξής:
«4. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων χορηγείται, ανακαλείται, ανανεώνεται ή, στις περιπτώσεις που από την αρμόδια αρχή του άρθρου 3 εφαρμόζεται αξιολόγηση, τροποποιείται η άδεια διάθεσης των φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά στα πλαίσια του Κανονισμού (ΕΚ) 1107/2009.»
3. Η παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 4036/2012 τροποποιείται ως εξής:
«5. Η θητεία των μελών της Επιτροπής είναι διετής. Η συμμετοχή του κάθε μέλους δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δύο θητείες εξαιρουμένων των εκπροσώπων των φορέων.»
4. Η παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 4036/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Όποιος εισάγει, χρησιμοποιεί για επαγγελματική χρήση, διακινεί, διαθέτει καθ’ οιονδήποτε τρόπο, έστω και δωρεάν, ανταλλάσσει, μεταφέρει φυτοπροστατευτικά προϊόντα πέραν της ημερομηνίας λήξης που αναγράφεται ή προκύπτει από τη συσκευασία ή την ετικέτα, τα οποία εμφανίζουν μη επιτρεπτές αποκλίσεις στην εγγυημένη σύνθεση ή στις φυσικοχημικές ιδιότητές τους σε σχέση με τις οριζόμενες στο φάκελο που αφορά στην άδεια που χορηγήθηκε για τη διάθεσή τους στην αγορά, τιμωρείται με πρόστιμο από χίλια (1.000) έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ. Τα ακατάλληλα φυτοπροστατευτικά προϊόντα δεσμεύονται και καταστρέφονται, με δαπάνη που βαρύνει αποκλειστικά τον υπεύθυνο για την παράβαση.»
5. Η παρ. 11 του άρθρου 9 του ν. 4036/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«11. Όποιος διαθέτει στην αγορά σκευάσματα που περιέχουν μακρο−οργανισμούς και τα οποία δεν έχουν εγγραφεί στο σχετικό κατάλογο που τηρεί η αρμόδια αρχή ή διαθέτει στην αγορά τέτοια σκευάσματα χωρίς να τηρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις που έχει θέσει η αρμόδια αρχή για την εγγραφή τους, τιμωρείται με πρόστιμο από χίλια (1.000) έως δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ και η παρτίδα των σκευασμάτων αυτών αποσύρεται με δαπάνες που βαρύνουν εξ ολοκλήρου τους υπεύθυνους για την παράβαση.»
6. Η παρ. 6 του άρθρου 10 του ν. 4036/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Όποιος εισάγει, χρησιμοποιεί για επαγγελματική χρήση, διακινεί, διαθέτει καθ’ οιονδήποτε τρόπο, έστω και δωρεάν, ανταλλάσσει, μεταφέρει φυτοπροστατευτικά προϊόντα πέραν της ημερομηνίας λήξης που προκύπτει από τη συσκευασία ή την ετικέτα, τιμωρείται με φυλάκιση από τρεις (3) μήνες έως ένα (1) έτος.»
7. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 4036/2012 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Στην κατάρτιση και την τροποποίηση του εθνικού σχεδίου δράσης εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 2 της Oδηγίας 2003/35/ΕΚ (ΕΕ L 156) που είναι σχετικές με τη συμμετοχή του κοινού σε σχέδια και προγράμματα.»
8. α) Η παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 49α του ν. 4036/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Κατά των αποφάσεων επιβολής προστίμων, σύμφωνα με τα άρθρα 9, 13, 45, και 49, εκτός αυτών που αφορούν παραβάσεις του άρθρου 38, και ενώπιον του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι παραβάτες έχουν το δικαίωμα υποβολής ένστασης. Η ένσταση κατατίθεται στη Διεύθυνση Προστασίας Φυτικής Παραγωγής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση των αποφάσεων επιβολής προστίμου.
Για τη συζήτηση των ενστάσεων συνιστάται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων πενταμελής επιτροπή, η οποία αποτελείται από δύο εκπροσώπους του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με τους αναπληρωτές τους και από έναν εκπρόσωπο πανεπιστημιακού ιδρύματος σχετικού με το αντικείμενο, του Μπενακείου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου και του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΓΕΩΤ.Ε.Ε.), με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι προτείνονται από τους ως άνω φορείς. Πρόεδρος της επιτροπής ορίζεται ένας από τους εκπροσώπους του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και γραμματέας υπάλληλος της Διεύθυνσης Προστασίας Φυτικής Παραγωγής του ίδιου Υπουργείου. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ορίζονται τα μέλη της επιτροπής και καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη λειτουργία της.
2. Κατά των αποφάσεων επιβολής προστίμων που αφορούν παραβάσεις του άρθρου 38, και ενώπιον του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι παραβάτες έχουν το δικαίωμα υποβολής ένστασης. Η ένσταση κατατίθεται στη Διεύθυνση Εγγείων Βελτιώσεων, Εδαφοϋδατικών Πόρων και Λιπασμάτων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση των αποφάσεων επιβολής προστίμου.
Για τη συζήτηση των ενστάσεων συνιστάται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων τριμελής επιτροπή, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται η σύνθεση, ο τρόπος λειτουργίας και κάθε σχετικό θέμα.»
β) Μετά την παρ. 3 του άρθρου 49α του ν. 4036/2012 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Για την εξέταση των ενστάσεων των παραγράφων 1 και 2, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η υποβολή παραβόλου ποσού ύψους ίσο με το δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας του προστίμου που έχει επιβληθεί. Το παράβολο κατατίθεται στο Κεντρικό Ταμείο Γεωργίας και Κτηνοτροφίας. Σε περίπτωση ολικής ή μερικής ευδοκίμησης της ένστασης, η αξία του παραβόλου επιστρέφεται στον ενδιαφερόμενο.»
9. Η περίπτωση ξ΄ της παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 4036/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«ξ) Οι τεχνικές διαδικασίες, ο τρόπος και κάθε άλλο αναγκαίο τεχνικό μέτρο για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 396/2005, του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1107/2009 και τη συμμόρφωση προς την Οδηγία 2009/128/ΕΚ ως και οι διαδικασίες παραλλήλου εμπορίου και οι διαδικασίες και το υλικό κατάρτισης και
πιστοποίησης γνώσεων ορθολογικής χρήσης γεωργικών φαρμάκων.»
10. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 52 του ν. 4036/2012 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Για όσους κατέχουν άδεια εμπορίας γεωργικών φαρμάκων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 220/1973 (Α΄272) και του π.δ. 353/1974 (Α΄138), οι διατάξεις της παρ. 32 του άρθρου 20 του ν. 3399/2005 (Α΄255) εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Τα ίδια φυσικά πρόσωπα δικαιούνται να εκδίδουν συνταγές σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 35, μέχρι τη συνταξιοδότησή τους.»
11. Στο τέλος της παρ. Α΄ «Φυτοπροστατευτικά προϊόντα» του Παραρτήματος Α΄ του ν. 4036/2012 προστίθεται περίπτωση 53 ως εξής:
«53) Παράβολο για την προπαρασκευαστική συνάντηση με σκοπό την κατάθεση πρότασης προς τη Χώρα, ως κράτος − μέλος εισηγητής που εξετάζει την αίτηση, κατά την έννοια του άρθρου 35 του Κανονισμού (ΕΚ) 1107/2009/ΕΚ.»
12. Μετά την περίπτωση ιβ΄ της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 4036/2012 προστίθεται περίπτωση ιγ΄ ως εξής:
«ιγ) έναν εκπρόσωπο του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, ως μέλος.»
Το άρθρο 183 του ν. 4001/2011 (Α΄ 179), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 17 του ν. 4203/2013 (Α΄ 235) αντικαθίσταται στο σύνολό του ως εξής:
«Άρθρο 183
Παράταση λειτουργίας λατομείων αδρανών υλικών, βιομηχανικών ορυκτών, μαρμάρων και σχιστολιθικών πλακών
1. Ορίζεται η 31η.12.2017, ως χρόνος λήξης της τελευταίας «παράτασης της άδειας εκμετάλλευσης» ή της μίσθωσης που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 1428/1984 (Α΄ 43), όπως ισχύει, των λατομείων αδρανών υλικών που λειτουργούν είτε εντός λατομικών περιοχών ή χώρων συγκέντρωσης λατομικών επιχειρήσεων του άρθρου 15 του ν. 1515/1985 (Α΄ 18) είτε κατά τις διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφοι 2α και 2β του ν.1428/1984 (Α΄ 43) είτε των λατομείων αδρανών υλικών που έχουν ενταχθεί στη ρύθμιση του άρθρου 17 του ν. 4203/2013 (Α΄ 235) εφόσον δεν έχει λήξει η ισχύς της αντίστοιχης απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων και της έγκρισης επέμβασης της παρ. 2 του άρθρου 57 του ν. 998/1979 αν πρόκειται για δάσος ή δασική έκταση ή σε περίπτωση που έχει λήξει η ισχύς αυτών, έχει κατατεθεί εμπροθέσμως αίτημα για την ανανέωση της ισχύος αυτών.
Για την κατά το προηγούμενο εδάφιο παράταση της λειτουργίας:
Α) Εφαρμόζονται οι πλέον πρόσφατα εγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι και εγκρίσεις του λατομείου, σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν. 1428/1984, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 9 του ν. 2115/1993 (Α΄ 15). Σε περίπτωση λήξης της ισχύος της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων ή της έγκρισης επέμβασης στο δάσος ή τη δασική έκταση μετά τη χορήγηση της προβλεπόμενης από το παρόν άρθρο παρατάσεως, επιτρέπεται η συνέχιση λειτουργίας τους εφόσον πριν τη λήξη τους έχει κατατεθεί αίτηση ανανέωσης περιβαλλοντικών όρων.
Σε κάθε περίπτωση και μέχρι τη λήψη των νέων εγκρίσεων δεν θα πρέπει να μεταβάλλεται η έκταση για την οποία έχουν χορηγηθεί οι περιβαλλοντικοί όροι και να τροποποιείται η διαδικασία εκμετάλλευσης.
Β) Απαιτείται η ανανέωση των κατά περίπτωση προβλεπόμενων εγγυητικών επιστολών.
Γ) Απαιτείται εγκεκριμένη τεχνική μελέτη εκμετάλλευσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 του «Κανονισμού Μεταλλευτικών και Λατομικών Εργασιών» (Β΄ 1227), η οποία καλύπτει όλες τις προβλεπόμενες δραστηριότητες κατά τον αιτούμενο νέο χρόνο παράτασης ή, αν δεν υπάρχει, έχει υποβληθεί αρμοδίως σχετικό αίτημα τροποποίησης/επικαιροποίησης της εγκεκριμένης τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης.
Για τη χορήγηση της ανωτέρω παράτασης εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, προκειμένου για δημόσια λατομεία ή του Περιφερειάρχη για τα μη δημόσια λατομεία, κατόπιν αιτήσεων του ενδιαφερομένου, συνοδευόμενης από τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την απόδειξη
της συνδρομής των υπό Α΄, Β΄ και Γ΄ στοιχείων.
Τα ανωτέρω ισχύουν και για τα λατομεία αδρανών υλικών που λειτουργούσαν με βάση τις διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 2α του ν. 1428/1984 και δεν έτυχαν της τελευταίας παράτασης της άδειας εκμετάλλευσης, επειδή στον οικείο νομό, επαρχία ή νήσο είχαν καθορισθεί λατομικές περιοχές, οι οποίες σήμερα δεν υφίστανται λόγω ακύρωσης της απόφασης καθορισμού τους. Σε περίπτωση ενεργοποίησης λατομικής περιοχής στον εν λόγω νομό, επαρχία ή νήσο, τα εν λόγω λατομεία υπάγονται στις ρυθμίσεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου. Ενεργοποίηση μίας λατομικής περιοχής συνιστά η διενέργεια τουλάχιστον ενός επιτυχούς διαγωνισμού εκμίσθωσης, έστω και ενός λατομικού χώρου εντός αυτής.
Για τη χορήγηση της ανωτέρω παράτασης εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, προκειμένου για δημόσια λατομεία ή του Περιφερειάρχη για τα μη δημόσια λατομεία, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, συνοδευομένης από τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την απόδειξη
της συνδρομής των υπό A΄, Β΄ και Γ΄ στοιχείων.
2. Ομοίως ορίζεται η 31η.12.2017 ως χρόνος λήξης της τελευταίας παράτασης της άδειας εκμετάλλευσης των λατομείων βιομηχανικών ορυκτών, μαρμάρων και σχιστολιθικών πλακών που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2702/1999 (Α΄ 70), καθώς και των αντίστοιχων μισθώσεων είτε των λατομείων που έχουν ενταχθεί στη ρύθμιση του άρθρου 17 του ν. 4203/2013 (Α΄ 235), εφόσον δεν έχει λήξει η ισχύς της αντίστοιχης απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων και της έγκρισης επέμβασης της παρ. 2 του άρθρου 57 του ν. 998/1979, αν πρόκειται για δάσος ή δασική έκταση ή σε περίπτωση που έχει λήξει η ισχύς αυτών, έχει κατατεθεί
εμπροθέσμως αίτημα για την ανανέωση της ισχύος αυτών και με ανάλογη εφαρμογή των προϋποθέσεων των εδαφίων A΄, Β΄ και Γ΄ της παραγράφου 1 του παρόντος.
Στην περίπτωση αυτή η διαπιστωτική πράξη εκδίδεται από την αρμόδια αδειοδοτούσα αρχή.
3. Η ως άνω αίτηση για έκδοση διαπιστωτικής πράξης για αμφότερες τις περιπτώσεις 1 και 2, υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, άλλως από τη λήξη κατά περίπτωση της προηγούμενης παράτασης της άδειας εκμετάλλευσης ή της μίσθωσης. Μέχρι την έκδοση της διαπιστωτικής πράξης ή την αιτιολογημένη απόρριψη της σχετικής αίτησης από το ίδιο όργανο, η λειτουργία του λατομείου, για το οποίο έχει υποβληθεί η αίτηση αυτή, συνεχίζεται με τους ίδιους όρους της τελευταίας ισχύουσας σύμβασης μίσθωσης ή άδειας εκμετάλλευσης.
Η παράταση της σύμβασης μίσθωσης ή της άδειας εκμετάλλευσης πραγματοποιείται εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την έκδοση της διαπιστωτικής πράξης του ανωτέρω εδαφίου με τους ίδιους όρους και συμφωνίες της τελευταίας ισχύουσας σύμβασης μίσθωσης ή της άδειας εκμετάλλευσης.
4. Η αποκατάσταση του περιβάλλοντος των λατομείων τα οποία νομίμως λειτούργησαν ή λειτουργούν εντός λατομικών περιοχών ή με βάση τις διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφοι 2α και 2β του ν. 1428/1984 (Α΄ 43) όπως ισχύουν και διέκοψαν ή διακόπτουν τη λειτουργία
τους χωρίς υπαιτιότητα του έχοντος την εκμετάλλευσή τους, γίνεται σύμφωνα με ειδική μελέτη, οι προδιαγραφές και το χρονοδιάγραμμα της οποίας ορίζονται δια της κοινής υπουργικής απόφασης υπ’ αριθμ. Δ10/Φ68/οικ. 4437/1.3.2001 (Β΄ 244). Τα ανωτέρω ισχύουν και για τα λατομεία μαρμαρόσκονης − μαρμαροψηφίδας, των οποίων η άδεια εκμετάλλευσης εξεδόθη πριν το 2000 με τις διατάξεις του ν. 669/1977 (Α΄ 241), σε περίπτωση που δεν καταστεί εφικτή η παράταση της άδειας εκμετάλλευσης ή της σύμβασης μίσθωσης με τις διατάξεις της παραγράφου 2β του άρθρου 8 του ν. 2115/1993 (Α΄ 15).
Οι εκμεταλλευτές των εν λόγω λατομείων οφείλουν να αποκαταστήσουν το περιβάλλον των λατομικών τους χώρων, σύμφωνα με την ως άνω ειδική μελέτη.
5. Για τα λατομεία των παραγράφων 1, 2 και 4 καταβάλλεται από τους έχοντες την εκμετάλλευσή τους «πράσινο τέλος» ύψους ένα τοις εκατό (1%) επί της αξίας των πωλήσεων, το οποίο κατατίθεται σε ειδικό προς τούτο τραπεζικό λογαριασμό του Πράσινου Ταμείου. Τα ποσά του λογαριασμού αυτού διατίθενται αποκλειστικά για περιβαλλοντικές δράσεις στην περιοχή του οικείου Δημοτικού Διαμερίσματος στην οποία ασκείται η σχετική λατομική δραστηριότητα.
6. Στις ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων δεν υπάγονται τα λατομεία τα οποία έχουν σε ισχύ άδεια εκμετάλλευσης ή μίσθωση, η τελευταία παράταση της οποίας λήγει μετά τις 31.12.2017.»
1. Το άρθρο 33 του ν. 4342/2015 (Α΄ 143) αντικαθίσταται ως εξής:
«Η προθεσμία του εδαφίου α΄ και του εδαφίου β΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 6 του άρθρου 9 του π.δ. 100/2010 (Α΄ 177), που προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 52 του ν. 4178/2013 (Α΄ 174), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 23 του άρθρου 10 του ν. 4315/2014 (Α΄ 269), παρατείνεται από 30 Ιουνίου 2015 έως 30 Ιουνίου 2016. Από την 1η Ιουλίου 2016 διαγράφονται αυτοδίκαια από το Μητρώο Ενεργειακών Επιθεωρητών και απολύουν τη δυνατότητα άσκησης της δραστηριότητας οι Ενεργειακοί Επιθεωρητές που δεν έχουν υποβάλει Πιστοποιητικό Επιτυχούς Εξέτασης.
Τα Πιστοποιητικά Ενεργειακής Απόδοσης που εκδίδονται κατά το ως άνω χρονικό διάστημα θεωρούνται έγκυρα ως προς κάθε συνέπεια.»
2. Η παρ. 1 του άρθρου 57 του ν. 4342/2015 (Α΄ 143) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι παρακάτω διατάξεις, όπως ισχύουν:
α) Τα άρθρα 1, 2, 3, 6, 8, 9, 11, 12, 13, 14, 15 του ν. 3855/2010.
β) Τα άρθρα 4, 5, 6 εκτός της παραγράφου 4, 7 και 11 του ν. 3734/2009.
γ) Η παρ. 4 του άρθρου 52 του ν. 4280/2014 (Α΄ 159).
δ) Η παρ. 4 του άρθρου 16 του ν. 4122/2013 (Α΄ 42).
ε) Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, που έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή αναφέρεται σε θέμα που ρυθμίζεται από αυτόν.»
3. Η παρ. 1 του άρθρου 58 του ν. 4342/2015 (Α΄ 143) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στην παρ. 1 του άρθρου 57 της κοινής απόφασης των Υπουργών Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής με αριθμό 36060/1155/Ε.103/13.6.2013 (Β΄ 1450) προστίθεται εδάφιο ε΄ ως εξής:
«ε. τα επίπεδα ενεργειακής απόδοσης των εγκαταστάσεων που πραγματοποιούν καύση καυσίμων με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ πενήντα μεγαβάτ (50 MW) και άνω, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 7, με βάση τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές που έχουν αναπτυχθεί.»»
Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 14 του άρθρου 27 του ν. 4186/2013 (Α΄ 193), το οποίο προστέθηκε με την περίπτωση 6 της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 4229/2014 (Α΄ 8), καταργείται.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.
Αθήνα, 4 Δεκεμβρίου 2015
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 4 Δεκεμβρίου 2015
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ κ.α.α.
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ