Σχετικό έγγραφο:
Τροποποιήθηκε από :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 85Α_2012 | 689.03 KB |
1. Οι διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 2946/2001, όπως ισχύει, εφαρμόζονται ανάλογα και για το ειδικό ένστολο προσωπικό δημοτικής αστυνομίας.
2. Στις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 2 του ν. 3812/2009, όπως ισχύει, προστίθεται περίπτωση κ΄ ως εξής:
«κ. το εργατικό και τεχνικό προσωπικό που απασχολείται στους Δήμους μέχρι και πέντε ημερομίσθια κατ’ άτομο το μήνα, εφόσον η σχετική δαπάνη προβλέπεται στους προϋπολογισμούς τους.
Ο συνολικός αριθμός δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος των δέκα (10) ατόμων σε δήμους με πληθυσμό μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) κατοίκους και μεγαλύτερος των είκοσι (20) ατόμων στους υπόλοιπους δήμους.
Η πρόσληψη γίνεται με απόφαση του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου και δεν υπάγεται στη διαδικασία έγκρισης της ΠΥΣ 33/2006 όπως ισχύει, βάσει πίνακα προσληπτέων που αποστέλλεται στο ΑΣΕΠ και ο οποίος συντάσσεται κατόπιν δημόσιας πρόσκλησης του οικείου φορέα. Ο φορέας που διενεργεί την πρόσληψη αποστέλλει τον πίνακα των προσληπτέων στο ΑΣΕΠ, καθώς και όλους τους πίνακες προσληπτέων κάθε έτους, το αργότερο μέχρι την 31η Ιανουαρίου του επόμενου έτους.
Το ΑΣΕΠ διενεργεί έλεγχο για τη συνδρομή των όρων πρόσληψης των ως άνω περιπτώσεων. Εάν κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί ότι απασχολείται ή απασχολήθηκε προσωπικό κατά παράβαση των πιο πάνω διατάξεων, εφαρμόζεται η παρ. 15 του άρθρου 21 του ν. 2190/1994, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 2527/1997. Το προσωπικό που προσλαμβάνεται περιλαμβάνεται σε πίνακα που κοινοποιείται στη Διεύθυνση Οργάνωσης Λειτουργίας ΟΤΑ του Υπουργείου Εσωτερικών, καθώς και στη Διεύθυνση Προσλήψεων του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Η μη τήρηση της ως άνω διαδικασίας συνεπάγεται την ακυρότητα οποιασδήποτε διενεργηθείσης πράξης.»
3. Το εδάφιο α΄ της παρ. 2 του άρθρου 249 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87) αντικαθίσταται ως εξής:
«Το υπηρεσιακό συμβούλιο είναι αρμόδιο για την επιλογή προϊσταμένων τμημάτων και αυτοτελών γραφείων ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικών μονάδων και για την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων τόσο της περιφέρειας όσο και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου αυτής, με εξαίρεση την επιλογή προϊσταμένων.»
4. Γενικοί Γραμματείς δήμων, ιδιαίτεροι γραμματείς δημάρχων, ειδικοί σύμβουλοι και ειδικοί συνεργάτες δημάρχων, περιφερειαρχών και αντιπεριφερειαρχών οι οποίοι διορίστηκαν στις θέσεις αυτές κατά την τρέχουσα δημοτική και περιφερειακή περίοδο θεωρείται ότι έχουν διοριστεί για κάθε συνέπεια από την ημερομηνία της έκδοσης της απόφασης διορισμού τους από το αρμόδιο προς διορισμό όργανο και όχι από την ημερομηνία της δημοσίευσής της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
5. Οι ειδικοί σύμβουλοι ή ειδικοί συνεργάτες δημάρχων που έχουν διατηρηθεί στις θέσεις τους μετά την 1.1.2011 από τους δημάρχους που ανέλαβαν καθήκοντα κατά την ημερομηνία αυτή εξακολουθούν να παραμένουν στις θέσεις αυτές, εφόσον εντός είκοσι (20) ημερών οι δήμαρχοι εκδήλωσαν με πράξη τους τη συγκατάθεσή τους για τη διατήρηση των ως άνω ειδικών συμβούλων ή ειδικών συνεργατών στις θέσεις αυτές. Η σχετική πράξη διατήρησης δεν απαιτείται να έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
6. Στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 183 του ν. 3584/2007 μετά τις λέξεις «των παραγράφων 1 και 2» προστίθενται οι λέξεις «3, 4 και 5».
7. Στο τέλος του τρίτου εδαφίου της περίπτωσης στ΄ της παρ. 5 του άρθρου 244 του ν. 3852/2010 μετά από τη φράση «ύστερα από απόφαση της οικονομικής επιτροπής» προστίθεται η φράση «και θετική εισήγηση της Νομικής Υπηρεσίας».
8. Η παρ. 5 του άρθρου 248 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87) αντικαθίσταται ως εξής:
«Χρέη Γραμματέα ασκεί υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ με βαθμό τουλάχιστον Δ΄, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του, με την απόφαση ορισμού των μελών.»
9. Η παρ. 7 του άρθρου 249 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87) αντικαθίσταται ως εξής:
«Χρέη Γραμματέα ασκεί υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ με βαθμό τουλάχιστον Δ΄, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του, με την απόφαση ορισμού των μελών.»
10. Για την προαγωγή της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων κατά την εργασία, σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις διατάξεις του ν. 3850/2010, είναι δυνατή η σύναψη συμβάσεων μίσθωσης έργου ή παροχής υπηρεσιών από τους ΟΤΑ με ιατρό εργασίας και τεχνικό ασφαλείας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2527/1997 όπως ισχύουν, και εφόσον ο φορέας δεν διαθέτει τακτικό προσωπικό για την αντιμετώπιση της ανάγκης αυτής.
Νομίμως έχουν καταρτισθεί συμβάσεις μίσθωσης έργου ή παροχής υπηρεσιών μεταξύ ΟΤΑ και ιδιωτών για τη διασφάλιση της υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων βάσει των διατάξεων του ν. 3850/2010, καθώς και του προϊσχύσαντος ν. 1568/1985.
11. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 4 του ν. 3584/2007 «Κώδικας Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων» αντικαθίσταται ως εξής:
«Καθήκοντα Γραμματέα εκτελεί διοικητικός υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ με βαθμό τουλάχιστον Δ΄ του Τμήματος Προσωπικού ΟΤΑ της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Λειτουργίας ΟΤΑ του Υπουργείου Εσωτερικών, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του, με την απόφαση ορισμού των μελών του Συμβουλίου.»
12. Στο τέλος του εδαφίου β΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2190/1994, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Για τις προσλήψεις του ως άνω προσωπικού που πραγματοποιούνται από τους φορείς του εδαφίου γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2190/1994 όπως ισχύει, το ΑΣΕΠ δύναται να ελέγχει, είτε δειγματοληπτικά είτε ύστερα από ένσταση ή καταγγελία, τη νομιμότητα των προσλήψεων.»
13. Η περίπτωση δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 241 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87 ) αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι οργανικές θέσεις κατά κατηγορίες, κλάδους, ειδικότητες και βαθμούς, του μόνιμου προσωπικού.»
14. Για την έγκριση πρόσληψης προσωπικού ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου σε υπηρεσίες ανταποδοτικού χαρακτήρα του άρθρου 205 του ν. 3584/2007 (Α΄ 143), καθώς και την έγκριση πρόσληψης προσωπικού ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και τη σύναψη συμβάσεων έργου στους ΟΤΑ α΄ βαθμού συμβασιούχων αμιγώς αμειβομένων από την καταβολή αντιτίμου υπό τη μορφή διδάκτρων εκδίδεται κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Εσωτερικών και Οικονομικών, με την οποία κατανέμονται οι εγκρινόμενες θέσεις ανά φορέα.
Οι ως άνω συμβάσεις δεν υπόκεινται στον περιορισμό της παρ. 3 του άρθρου 37 του ν. 3986/2011, όπως ισχύει κάθε φορά.
Το πρώτο εδάφιο της παρ. 8γ του άρθρου 49 του ν. 3943/2011 καταργείται.
15. α) Στην παρ. 11 του άρθρου 103 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87) στο τέλος της φράσης «είτε σε υπηρεσία του δήμου» προστίθεται η φράση «είτε σε ίδρυμα αυτού».
β) Στο τέλος της παρ. 12 του άρθρου 103 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87) προστίθεται η φράση «εκτός της ανωτέρω παραγράφου».
16. Στο τέλος της παρ. 11α του άρθρου 247 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87), όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 2α του άρθρου 45 του ν. 3979/2011 (Α΄ 138), προστίθεται παράγραφος 11β, ως εξής:
«11β. Επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλων ή μελών ειδικού επιστημονικού προσωπικού (άρθρο 2 του π.δ. 116/2006), από νομικά πρόσωπα και φορείς που ανήκουν στο δημόσιο τομέα, όπως εκάστοτε ισχύει, στην Ένωση Περιφερειών Ελλάδας (ΕΝ.Π.Ε.), με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του εποπτεύοντος Υπουργού του νομικού προσώπου ή φορέα στον οποίο ανήκει ο υπάλληλος ή το ειδικό επιστημονικό προσωπικό.»
17. Κατά την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 248 και 249 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87), η συγκρότηση των Συμβουλίων Επιλογής Προϊσταμένων (ΣΕΠ) και των υπηρεσιακών συμβούλιων των Περιφερειών, με τη συμμετοχή σε αυτά των αιρετών εκπροσώπων που αναδείχτηκαν κατά τις εκλογές που διεξήχθησαν το έτος 2011, είναι νόμιμη, ανεξαρτήτως του βαθμού που οι τελευταίοι κατατάσσονται βάσει των διατάξεων του ν. 4024/2011.
18. Το άρθρο 5 του ν. 3584/2007 (Α΄ 143) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Σε κάθε Νομό και Νομαρχία συνιστάται Υπηρεσιακό Συμβούλιο για το προσωπικό του άρθρου 3 του παρόντος συγκροτούμενο με απόφαση του οικείου Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης το οποίο αποτελείται από:
α. Τρεις (3) υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. κατηγορίας ΠΕ τουλάχιστον με Γ΄ βαθμό που ορίζονται από τον Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, μετά από γνώμη της Εκτελεστικής Επιτροπής της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν υπάλληλοι της ανωτέρω κατηγορίας ορίζονται υπάλληλοι κατηγορίας ΤΕ τουλάχιστον με Γ΄ βαθμό. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν υπάλληλοι των ανωτέρω κατηγοριών ορίζονται υπάλληλοι κατηγορίας ΔΕ με Β΄ βαθμό.
β. Δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ τουλάχιστον με βαθμό Δ΄, που εκλέγονται με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία.
Ο τρόπος, η διαδικασία και οι λοιπές προϋποθέσεις της εκλογής καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών που εκδίδεται μετά από γνώμη των Π.Ο.Ε. − Ο.Τ.Α. και Π.Ο.Π.− Ο.Τ.Α.. Οι γνώμες της Π.Ο.Ε.−Ο.Τ.Α. και της Π.Ο.Π.− Ο.Τ.Α. παρέχονται μέσα σε εύλογη προθεσμία που τάσσεται από τον Υπουργό Εσωτερικών και δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δέκα πέντε (15 ) ημέρες. Μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής η απόφαση εκδίδεται χωρίς τη γνώμη των ανωτέρω Ομοσπονδιών.
Καθήκοντα γραμματέα του συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος κλάδου ΠΕ Διοικητικού−Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού−Λογιστικού ή ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων με βαθμό τουλάχιστον Δ΄ του δήμου της έδρας του νομού, με εξαίρεση τα συμβούλια των Νομαρχιών του Νομού Αττικής, του Νομού Θεσσαλονίκης και των Δήμων Αθηναίων Πειραιώς και Θεσσαλονίκης.
Καθήκοντα γραμματέα για τα συμβούλια των Νομαρχιών του Νομού Αττικής και του Νομού Θεσσαλονίκης εκτελεί υπάλληλος κλάδου ΠΕ Διοικητικού− Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού−Λογιστικού ή ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων με βαθμό τουλάχιστον Δ΄ του πολυπληθέστερου δήμου που ορίζεται από τον Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Ως τόπος συνεδρίασης του συμβουλίου ορίζεται το κατάστημα του δήμου της έδρας του νομού με εξαίρεση τα συμβούλια των Νομαρχιών του Νομού Αττικής, του Νομού Θεσσαλονίκης και των Δήμων Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης.
Ως τόπος συνεδρίασης των συμβουλίων των Νομαρχιών του Νομού Αττικής και του Νομού Θεσσαλονίκης ορίζεται το κατάστημα του πολυπληθέστερου δήμου.
2. Στη διοικητική περιφέρεια της Νομαρχίας Αθηνών συνιστώνται τέσσερα (4) υπηρεσιακά συμβούλια με αρμοδιότητα τους κατωτέρω Ο.Τ.Α.:
Α΄. Υπηρεσιακό Συμβούλιο:
Αλίμου, Γλυφάδας, Ελληνικού− Αργυρούπολης, Καλλιθέας, Μοσχάτου− Ταύρου, Ν. Σμύρνης και Π. Φαλήρου.
Β΄. Υπηρεσιακό Συμβούλιο:
Αγ. Βαρβάρας, Αγ. Αναργύρων − Καματερού, Αιγάλεω, Ιλίου, Περιστερίου, Πετρούπολης και Χαϊδαρίου.
Γ΄. Υπηρεσιακό Συμβούλιο:
Αγ. Παρασκευής, Αγ. Δημητρίου, Βύρωνα, Δάφνης − Υμηττού, Ζωγράφου, Ηλιούπολης, Καισαριανής και Παπάγου − Χολαργού.
Δ΄. Υπηρεσιακό Συμβούλιο:
Αμαρουσίου, Βριλησσίων, Γαλατσίου, Ηρακλείου, Κηφισιάς, Λυκόβρυσης − Πεύκης, Μεταμόρφωσης, Ν. Ιωνίας, Φιλαδέλφειας − Χαλκηδόνας, Πεντέλης, Φιλοθέης – Ψυχικού και Χαλανδρίου.
Το προσωπικό των συνδέσμων υπάγεται στο αντίστοιχο υπηρεσιακό συμβούλιο της έδρας του.
Ειδικά το προσωπικό των Συνδέσμων που έχουν την έδρα τους στους Δήμους Θεσσαλονίκης και Πειραιά υπάγονται στο υπηρεσιακό συμβούλιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, το δε προσωπικό των Συνδέσμων που έχουν την έδρα τους στο Δήμο Αθηναίων, υπάγεται στο υπηρεσιακό συμβούλιο που θα καθορίσει με απόφασή του ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Τα ανωτέρω Υπηρεσιακά Συμβούλια της Νομαρχίας Αθηνών συγκροτούνται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης κατά την ειδικότερη πρόβλεψη της παραγράφου 1 του παρόντος.
Καθήκοντα Γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του πολυπληθέστερου δήμου, κλάδου ΠΕ Διοικητικού− Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού − Λογιστικού ή ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων με βαθμό τουλάχιστον Δ΄ που ορίζεται από τον Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Ως τόπος συνεδρίασης των ανωτέρω συμβουλίων ορίζεται το κατάστημα του πολυπληθέστερου δήμου.
3. Σε καθέναν από τους Δήμους Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης συνιστάται Υπηρεσιακό Συμβούλιο που συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης και αποτελείται από:
α. Τρεις (3) δημοτικούς υπαλλήλους που ορίζονται από το Δημοτικό Συμβούλιο σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου.
Εάν τα Δημοτικά Συμβούλια δεν ορίσουν τα μέλη τους μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου, αυτά ορίζονται από τον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
β. Δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων του οικείου δήμου που εκλέγονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου.
γ. Ως τόπος συνεδρίασης ορίζεται το κατάστημα του οικείου δήμου.
Καθήκοντα Γραμματέα εκτελεί υπάλληλος κλάδου ΠΕ Διοικητικού− Οικονομικού ή ΤΕ Διοικητικού − Λογιστικού ή ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων του οικείου δήμου, με βαθμό τουλάχιστον Δ΄, που προτείνεται από τον Δήμαρχο.
4. Για τα Υπηρεσιακά Συμβούλια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου αυτού ισχύουν τα ακόλουθα:
α. Τα μέλη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου ορίζονται ή εκλέγονται με ισάριθμους αναπληρωτές. Αν λυθεί η υπαλληλική σχέση αιρετού μέλους του Συμβουλίου, τακτικό μέλος ορίζεται ο επόμενος στη σειρά εκλογής για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα της θητείας.
β. Με την απόφαση συγκρότησης του Υπηρεσιακού Συμβουλίου ορίζεται ο Πρόεδρος και ο αναπληρωτής του μεταξύ των τακτικών μελών του Υπηρεσιακού Συμβουλίου.
γ. Αν μέλος του Υπηρεσιακού Συμβουλίου κρίνεται για κατάληψη θέσης προϊσταμένου οργανικής μονάδας, η κρίση για αυτόν διενεργείται στην αρχή της συνεδρίασης και δεν μπορεί να συμμετέχει στην κρίση που τον αφορά. Στη συνέχεια επανέρχεται στην αίθουσα και συνεχίζεται η κρίση και η συζήτηση των λοιπών θεμάτων.
Αν και το αναπληρωματικό μέλος έχει το ίδιο κώλυμα, το Υπηρεσιακό Συμβούλιο συνεδριάζει με τα υπόλοιπα μέλη.
δ. Μέχρι τη συγκρότηση των Πειθαρχικών Συμβουλίων, κατά τα οριζόμενα στο ν. 4057/2012 (Α΄ 54 ), τα Υπηρεσιακά Συμβούλια του παρόντος άρθρου λειτουργούν και ως Πειθαρχικά.
ε. Η αποζημίωση των μελών των ανωτέρω Συμβουλίων, καθώς και του Γραμματέως καθορίζεται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 21 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226), όπως ισχύει.»
19. Στην παρ. 10 του άρθρου 45 του ν. 3979/2011 (Α΄138) προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:
«10. Με απόφαση του ίδιου οργάνου επιτρέπεται να μετακινούνται υπάλληλοι Κ.Ε.Π., κλάδου Διεκπεραίωσης Υποθέσεων Πολιτών, σε άλλο Κ.Ε.Π. του ίδιου δήμου.»
20. Αντικαθίσταται η παρ. 4 του άρθρου 19 του ν. 2503/1997 ως εξής:
«4. Επιτρέπεται η κατ’ εξαίρεση οδήγηση αυτοκινήτων δημόσιων υπηρεσιών Ν.Π.Δ.Δ., Περιφερειακών Αυτοδιοικήσεων και δήμων σε ειδικές περιπτώσεις, από μόνιμους ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου υπαλλήλους και εφόσον τούτο δεν αντίκειται στις οικείες διατάξεις που διέπουν τους οργανισμούς τους, έχουν την απαιτούμενη κατά περίπτωση άδεια οδήγησης, ανεξάρτητα από την κατηγορία, κλάδο ή ειδικότητα στην οποία ανήκουν, μετά από έγκριση, η οποία παρέχεται από τη Διεύθυνση Κρατικών Αυτοκινήτων και Επικοινωνιών του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Ειδικότερα για οχήματα που ανήκουν σε Ο.Τ.Α. Α΄ και Β΄ βαθμού επιτρέπεται η οδήγηση αυτών από τους δημάρχους, αντιδημάρχους, περιφερειάρχες, αντιπεριφερειάρχες εφόσον έχουν την απαιτούμενη κατά περίπτωση άδεια οδήγησης και τα χρησιμοποιούν για αποκλειστικά και μόνο υπηρεσιακούς λόγους εντός και εκτός της διοικητικής τους περιφέρειας. Με απόφαση του οικείου δημάρχου ή περιφερειάρχη, επιτρέπεται σε ειδικές περιπτώσεις η παροχή έγκρισης για κατ’ εξαίρεση οδήγηση οχημάτων που ανήκουν στους παραπάνω φορείς αυτοδιοίκησης και σε μέλη δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων ή και από ιδιώτες, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, για την αντιμετώπιση φυσικών, τεχνολογικών ή άλλων καταστροφών, εφόσον έχουν την απαιτούμενη κατά περίπτωση άδεια οδήγησης και προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, χωρίς την καταβολή οποιασδήποτε αμοιβής ή αποζημίωσης.»
21. Η παράγραφος 1 του άρθρου 11 του ν. 4018/2011 (Α΄ 215) αντικαθίσταται ως εξής:
«Με απόφαση του αρμόδιου για διορισμό οργάνου μπορεί να ανατίθενται στους φύλακες σχολικών κτιρίων γενικά καθήκοντα, καθώς και καθήκοντα φύλαξης κτιρίων, λοιπών εγκαταστάσεων και κοινόχρηστων χώρων των δήμων και των νομικών τους προσώπων.
22. Στην παράγραφο 20α του άρθρου 9 του ν. 4057/2012, μετά τη φράση «προηγούμενη έγκριση της ΠΥΣ 33/2006 (Α΄ 280)» τίθεται κόμμα και προστίθεται φράση ως εξής:
«εξαιρουμένης της πρόσληψης εκτάκτου προσωπικού για την εκτέλεση έργων με αυτεπιστασία και των υδρονομέων άδρευσης, καθώς και της πρόσληψης προσωπικού για την αντιμετώπιση κατεπειγουσών ή εποχικών ή πρόσκαιρων αναγκών με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου της οποίας η διάρκεια δεν υπερβαίνει τους δύο μήνες μέσα σε συνολικό διάστημα δώδεκα μηνών στους φορείς της αυτοδιοίκησης. Για τις πιο πάνω κατηγορίες προσωπικού εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 209 και 211 του ν. 3584/2007, όπως ισχύουν.»
Για την προαγωγή της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων κατά την εργασία, σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις διατάξεις του ν. 3850/2010, είναι δυνατή η σύναψη συμβάσεων μίσθωσης έργου ή παροχής υπηρεσιών από τους ΟΤΑ με ιατρό εργασίας και τεχνικό ασφαλείας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2527/1997 όπως ισχύουν, και εφόσον ο φορέας δεν διαθέτει τακτικό προσωπικό για την αντιμετώπιση της ανάγκης αυτής.
Νομίμως έχουν καταρτισθεί συμβάσεις μίσθωσης έργου ή παροχής υπηρεσιών μεταξύ ΟΤΑ και ιδιωτών για τη διασφάλιση της υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων βάσει των διατάξεων του ν. 3850/2010, καθώς και του προϊσχύσαντος ν. 1568/1985.
Για την προαγωγή της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων κατά την εργασία, σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις διατάξεις του ν. 3850/2010, είναι δυνατή η σύναψη συμβάσεων μίσθωσης έργου ή παροχής υπηρεσιών από τους ΟΤΑ με ιατρό εργασίας και τεχνικό ασφαλείας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2527/1997 όπως ισχύουν, και εφόσον ο φορέας δεν διαθέτει τακτικό προσωπικό για την αντιμετώπιση της ανάγκης αυτής.
Νομίμως έχουν καταρτισθεί συμβάσεις μίσθωσης έργου ή παροχής υπηρεσιών μεταξύ ΟΤΑ και ιδιωτών για τη διασφάλιση της υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων βάσει των διατάξεων του ν. 3850/2010, καθώς και του προϊσχύσαντος ν. 1568/1985.
Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ύστερα από γνώμη της Κ.Ε.Δ.Ε., καθορίζονται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας των παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών που λειτουργούν ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου των δήμων ή ως υπηρεσία των δήμων, οι τεχνικές προδιαγραφές και ειδικοί όροι καταλληλότητάς τους, η διαδικασία ελέγχου τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου η παράγραφος 10 του άρθρου 24 του ν.3613/2007 καταργείται.
1. Η παρ.1 του άρθρου 44 του ν. 3979/2011 καταργείται.
2. Η περίπτωση ζ΄ του άρθρου 163 του ν. 3852/2010 καταργείται.
Σκοπός του παρόντος Κεφαλαίου είναι η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/50/ΕΚ του Συμβουλίου της 25ης Μαΐου 2009, «σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής πολιτών τρίτων χωρών με σκοπό την απασχόληση υψηλής ειδίκευσης» (EE L 155 της 18.6.2009), η οποία καθορίζει:
α) τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής στην Ελληνική Επικράτεια, για διάστημα που υπερβαίνει τους τρεις μήνες, πολιτών τρίτων χωρών με σκοπό την απασχόληση υψηλής ειδίκευσης, ως κατόχων μπλε κάρτας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών της οικογένειάς τους,
β) τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής των κατόχων μπλε κάρτας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών της οικογένειάς τους σε κράτη − μέλη διαφορετικά από εκείνο που τους χορήγησε αρχικά τη μπλε κάρτα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου, νοούνται ως:
α) «Πολίτης τρίτης χώρας», κάθε πρόσωπο που δεν είναι πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
β) «Απασχόληση υψηλής ειδίκευσης»: απασχόληση προσώπου, το οποίο:
i) προστατεύεται με βάση την ελληνική εργατική νομοθεσία ως μισθωτός, που παρέχει γνήσια και αποτελεσματική εργασία για λογαριασμό ή υπό την καθοδήγηση άλλου, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή που έχει λάβει η σχέση αυτή,
ii) αμείβεται και
iii) έχει την απαιτούμενη επαρκή και ειδική γνώση, που αποδεικνύεται από υψηλά επαγγελματικά προσόντα, όπως αυτά ορίζονται στο παρόν Κεφάλαιο.
γ) «Μπλε κάρτα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.»)»: η άδεια που φέρει τη μνεία «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.», και επιτρέπει στον κάτοχό της να διαμένει και να εργάζεται νόμιμα στην Ελληνική Επικράτεια, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος Κεφαλαίου.
δ) «Πρώτο κράτος − μέλος»: το κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο χορήγησε για πρώτη φορά τη «Μπλε κάρτα» σε πολίτη τρίτης χώρας.
ε) «Δεύτερο κράτος − μέλος»: κάθε κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαφορετικό από το πρώτο κράτος − μέλος.
στ) «Μέλη οικογένειας»: οι πολίτες τρίτων χωρών όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 4, παρ.1 του υπ’ αριθ. 131/2006 προεδρικού διατάγματος «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία 2003/86/ΕΚ σχετικά με το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης» (Α΄ 143).
ζ) «Υψηλά επαγγελματικά προσόντα»: τα προσόντα που πιστοποιούνται από τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή εφόσον αυτό προβλέπεται, κατά παρέκκλιση, από την εθνική νομοθεσία, από πέντε τουλάχιστον έτη επαγγελματικής εμπειρίας επιπέδου ανάλογου προς τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και σχετικής με το επάγγελμα ή τον τομέα που προσδιορίζεται στη σύμβαση εργασίας.
η) «Τίτλος σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης»: διπλώματα, πιστοποιητικά ή άλλοι τίτλοι τυπικών προσόντων, εκδοθέντα από αρμόδια αρχή με τα οποία πιστοποιείται η επιτυχής ολοκλήρωση προγράμματος εκπαίδευσης μεταδευτεροβάθμιου επιπέδου, δηλαδή μιας δέσμης μαθημάτων που παρέχονται από εκπαιδευτικό ίδρυμα, το οποίο αναγνωρίζεται από το κράτος στο οποίο βρίσκεται ως ίδρυμα ανώτατης εκπαίδευσης. Για τους σκοπούς του παρόντος Κεφαλαίου, ένας τίτλος σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης λαμβάνεται υπόψη, υπό τον όρο ότι οι σπουδές που απαιτήθηκαν για την απόκτησή του διήρκεσαν τουλάχιστον τρία έτη.
θ) «Επαγγελματική εμπειρία»: ο χρόνος πραγματικής και νόμιμης άσκησης του συγκεκριμένου επαγγέλματος.
ι) «Νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα»: το νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, εδάφιο α΄ του υπ’ αρίθ. 38/2010 προεδρικού διατάγματος «Προσαρμογή της ελληνικής
νομοθεσίας στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων» (Α΄ 78).
1. Το παρόν Κεφάλαιο εφαρμόζεται σε πολίτες τρίτων χωρών που αιτούνται να τους επιτραπεί η είσοδος και διαμονή στην Ελληνική Επικράτεια για το σκοπό της απασχόλησης υψηλής ειδίκευσης, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος Κεφαλαίου.
2. Το παρόν Κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται στους πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι:
α) έχουν λάβει τίτλο διαμονής που τους επιτρέπει να διαμείνουν στην Ελλάδα δυνάμει προσωρινής προστασίας ή έχουν αιτηθεί να παραμείνουν για τον ίδιο λόγο και αναμένουν την έκδοση απόφασης σχετικά με το καθεστώς τους,
β) απολαμβάνουν διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του υπ’ αριθ. 96/2008 προεδρικού διατάγματος «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για τη θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των πολιτών τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους» (Α΄ 152), όπως ισχύει,
γ) απολαμβάνουν προστασίας σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, τις διεθνείς υποχρεώσεις ή έχουν αιτηθεί προστασία σύμφωνα με τα προηγούμενα και για των οποίων την αίτηση δεν έχει ληφθεί ακόμη οριστική απόφαση,
δ) υποβάλλουν αίτηση για άδεια διαμονής στην Ελλάδα ως ερευνητές σύμφωνα με τις διατάξεις του υπ’ αριθ. 128/2008 προεδρικού διατάγματος «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2005/71/ΕΚ της 12ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την ειδική διαδικασία
εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών για σκοπούς επιστημονικής έρευνας» (Α΄ 190),
ε) είναι μέλη οικογένειας πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που άσκησαν ή ασκούν το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του υπ’ αριθ. 106/2007 προεδρικού διατάγματος «Ελεύθερη κυκλοφορία και διαμονή στην Ελληνική Επικράτεια των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους» (Α΄ 106),
στ) απολαμβάνουν ευρωπαϊκό καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος σε κράτος − μέλος σύμφωνα με την Οδηγία 2003/109/ΕΚ και ασκούν το δικαίωμά τους να διαμένουν στην Ελλάδα, προκειμένου να ασκήσουν μισθωτή ή ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα,
ζ) εισέρχονται στην Ελλάδα βάσει δεσμεύσεων οι οποίες περιλαμβάνονται σε διεθνή συμφωνία για τη διευκόλυνση της εισόδου και της προσωρινής διαμονής ορισμένων κατηγοριών φυσικών προσώπων σε σχέση με εμπορικές και επενδυτικές δραστηριότητες,
η) έχουν γίνει δεκτοί στην Ελλάδα ως εποχιακοί εργαζόμενοι, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας,
θ) υπόκεινται σε δικαστική απέλαση ή σε διαδικασία επιστροφής, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) ή του ν. 3386/2005 (Α΄ 212), η οποία έχει ανασταλεί για πραγματικούς ή νομικούς λόγους,
ι) εμπίπτουν στις διατάξεις του υπ’ αριθ. 219/2000 προεδρικού διατάγματος «Μέτρα για την προστασία των εργαζομένων που αποσπώνται για την εκτέλεση προσωρινής εργασίας στο έδαφος της Ελλάδας, στο πλαίσιο διεθνικής παροχής υπηρεσιών» (Α΄ 190), με το οποίο προσαρμόστηκε η ελληνική νομοθεσία στην Οδηγία 96/71/ΕΚ της 16ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών, καθ΄ όσο διάστημα είναι αποσπασμένοι στην Ελλάδα.
Το παρόν Κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται σε πολίτες τρίτων χωρών και στα μέλη της οικογένειάς τους, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, εφόσον, δυνάμει συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών − μελών της, αφ’ ενός, και των τρίτων χωρών προέλευσής τους, αφ’ ετέρου, απολαμβάνουν δικαιώματα ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμα με τα δικαιώματα των πολιτών της Ένωσης.
3. Το παρόν Κεφάλαιο δεν θίγει οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και/ή των κρατών − μελών της, αφ’ ενός, και μιας ή περισσότερων τρίτων χωρών, αφ’ ετέρου, εφόσον σε αυτή απαριθμούνται επαγγέλματα τα οποία δεν θα πρέπει να εμπίπτουν στο παρόν Κεφάλαιο, προκειμένου, μέσω της προστασίας των ανθρώπινων πόρων όσων αναπτυσσομένων χωρών είναι συμβαλλόμενα μέρη στις συμφωνίες αυτές, να διασφαλίζεται ότι η πρόσληψη πολιτών τους θα διενεργείται σύμφωνα με τους κανόνες της δεοντολογίας σε τομείς που πάσχουν από έλλειψη προσωπικού.
4. Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου δεν θίγουν το δικαίωμα των αρμόδιων ελληνικών αρχών να εκδίδουν άδειες διαμονής, εκτός της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», για οποιονδήποτε σκοπό σχετικό με την απασχόληση.
Τέτοιες άδειες διαμονής δεν παρέχουν δικαίωμα διαμονής στα άλλα κράτη − μέλη, όπως προβλέπεται στο παρόν Κεφάλαιο.
Το παρόν Κεφάλαιο ισχύει υπό την επιφύλαξη ευνοϊκότερων διατάξεων:
α) της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβανομένων διμερών ή πολυμερών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών − μελών της αφ’ ενός, και μίας ή περισσοτέρων τρίτων χωρών αφ’ ετέρου,
β) διμερών ή πολυμερών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας ή περισσοτέρων κρατών − μελών και μιας ή περισσοτέρων τρίτων χωρών.
1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 27, πολίτης τρίτης χώρας ο οποίος αιτείται τη χορήγηση «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», υπό τους όρους του παρόντος Κεφαλαίου, θα πρέπει να πληροί τις εξής προϋποθέσεις:
α) Να είναι κάτοχος ισχύοντος διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου που αναγνωρίζεται κατά τα οριζόμενα στην εθνική νομοθεσία και να έχει λάβει ειδική θεώρηση εισόδου για το σκοπό της απασχόλησης υψηλής ειδίκευσης. Η περίοδος ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου θα πρέπει να καλύπτει τουλάχιστον την αρχική διάρκεια της άδειας διαμονής. Οι αρμόδιες προξενικές αρχές της χώρας χορηγούν στον πολίτη τρίτης χώρας κάθε διευκόλυνση για τη χορήγηση της απαιτούμενης θεώρησης.
β) Να έχει συνάψει έγκυρη σύμβαση εργασίας με αντικείμενο την απασχόληση υψηλής ειδίκευσης, διάρκειας ενός τουλάχιστον έτους στην Ελλάδα, από την οποία να προκύπτει ότι η αμοιβή του δεν υπολείπεται του κατώτατου ορίου μισθού για απασχόληση υψηλής ειδίκευσης το οποίο προσδιορίζεται και δημοσιεύεται για το σκοπό αυτόν από την Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών. Το κατώτατο αυτό όριο ισούται τουλάχιστον με το 1,5 του ύψους του μέσου ακαθάριστου ετήσιου μισθού στην Ελλάδα, όπως αυτός προκύπτει με βάση τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Το προαναφερθέν ύψος μισθολογικού συντελεστή για τον υπολογισμό του εθνικού κατώτατου ορίου μισθού για εισδοχή πολιτών τρίτων χωρών με σκοπό την απασχόληση υψηλής ειδίκευσης μπορεί να αναπροσδιορίζεται κάθε φορά με την προβλεπόμενη παρακάτω στην παράγραφο 1 του άρθρου 27 του παρόντος Κεφαλαίου απόφαση. Με την ίδια απόφαση και εφόσον πρόκειται για απασχόληση σε επαγγέλματα στα οποία υπάρχει ιδιαίτερη ανάγκη για εργαζομένους από τρίτες χώρες και τα οποία εντάσσονται στις κλάσεις 1 και 2 της Διεθνούς Τυποποιημένης Ταξινόμησης Επαγγελμάτων (ISCO), μπορεί να καθορίζεται, κατά παρέκκλιση των ανωτέρω, διαφορετικό ύψος μισθολογικού συντελεστή, που δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 1,2 επί του ύψους του μέσου ακαθάριστου ετήσιου μισθού στην Ελλάδα. Στην περίπτωση αυτή, η Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών κοινοποιεί κατ’ έτος στην Επιτροπή τον κατάλογο των επαγγελμάτων για τα οποία έχει αποφασισθεί τέτοια παρέκκλιση.
γ) Εφόσον πρόκειται για νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα, να αποδεικνύει ότι πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του υπ’ αριθ. 38/2010 προεδρικού διατάγματος «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7.9.2005 (Α΄ 78) προκειμένης της άσκησης των εκεί αναφερομένων επαγγελμάτων από τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελλάδα, ή, εφόσον πρόκειται για επάγγελμα που δεν περιλαμβάνεται σε αυτά, από τις οικείες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας που ρυθμίζουν την άσκηση αυτών από πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελλάδα.
Ο προσδιορισμός των κατά περίπτωση εφαρμοστέων διατάξεων διενεργείται με βάση την περιγραφή του επαγγέλματος στην οικεία σύμβαση εργασίας.
δ) Εφόσον πρόκειται για μη νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα, να αποδεικνύει τα υψηλά επαγγελματικά προσόντα, τα οποία πρέπει να είναι συναφή με το επάγγελμα ή τον τομέα που προσδιορίζεται στη σύμβαση εργασίας.
ε) Να διαθέτει πλήρη ασφάλιση ασθενείας για το σύνολο των κινδύνων που καλύπτονται για τους ημεδαπούς.
στ) Να μην συντρέχει κίνδυνος για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια.
ζ) Να μην αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212).
2. Σε περίπτωση κατά την οποία συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής ειδικότερων συλλογικών συμβάσεων εργασίας ή διαιτητικών αποφάσεων ή κοινών υπουργικών αποφάσεων για τον καθορισμό των όρων αμοιβής και εργασίας συγκεκριμένων κατηγοριών εργαζομένων, αυτές θα εφαρμόζονται και για τους εργαζόμενους υψηλής ειδίκευσης, με την προϋπόθεση ότι οι αποδοχές που καθορίζονται για τους συγκεκριμένους εργαζόμενους, δεν θα υπολείπονται του σχετικού κατωτάτου ορίου μισθού της παραγράφου 1β, όπως αυτό θα δημοσιεύεται κάθε φορά, ενώ παράλληλα θα εφαρμόζονται και οι λοιποί όροι αυτών.
3. To παρόν άρθρο δεν θίγει τις εφαρμοστέες συλλογικές συμβάσεις ή πρακτικές των σχετικών επαγγελματικών κλάδων για την απασχόλησης υψηλής εξειδίκευσης.
1. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εξωτερικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, που εκδίδεται κατά το τελευταίο τρίμηνο κάθε δεύτερου έτους καθορίζεται ο ανώτατος αριθμός θέσεων για εργασία υψηλής ειδίκευσης που χορηγούνται σε πολίτες τρίτων χωρών, ανά Περιφέρεια και ειδικότητα απασχόλησης. Με την ίδια απόφαση μπορεί να προβλέπεται προσαύξηση του ανώτατου αριθμού θέσεων για υψηλή ειδίκευση έως 10%, ώστε να καλύπτονται απρόβλεπτες και έκτακτες ανάγκες, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
2. Για την έκδοση της ανωτέρω κοινής υπουργικής απόφασης λαμβάνεται υπόψη, υποχρεωτικά, η γνώμη:
(α) της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, (β) του ΟΑΕΔ, καθώς και (γ) των Περιφερειών της χώρας, κατόπιν ερωτήματος των Υπουργών Εσωτερικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης αναφορικά με τις υπάρχουσες ανάγκες εργασίας για προσωπικό υψηλής ειδίκευσης στην ελληνική επικράτεια. Οι ανάγκες αυτές θα προσδιορίζονται, ιδίως, με βάση τα ακόλουθα κριτήρια: το συμφέρον της εθνικής οικονομίας, τη σκοπιμότητα της απασχόλησης, την προσφορά εργασίας από ημεδαπούς, ευρωπαίους πολίτες ή νομίμως διαμένοντες στη χώρα πολίτες τρίτων χωρών ανά ειδικότητα και τα ποσοστά ανεργίας ανά τομέα απασχόλησης. Με βάση τις ανωτέρω γνώμες, οι οποίες διατυπώνονται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την υποβολή του ερωτήματος, το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μεριμνά για την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης της παραγράφου 1, λαμβάνοντας υπόψη τις γνώμες αυτές, καθώς και το συμφέρον της εθνικής οικονομίας.
1. Ο πολίτης τρίτης χώρας που αιτείται τη χορήγηση «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» στην Ελλάδα, κατά τη διαδικασία του άρθρου 40 του παρόντος, οφείλει, μετά την είσοδό του στη Χώρα και πριν από τη λήξη της ειδικής θεώρησης εισόδου για το σκοπό της απασχόλησης υψηλής ειδίκευσης, να υποβάλει αίτηση για τη χορήγησή της.
Οι αιτήσεις για τη χορήγηση και ανανέωση της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» κατατίθενται και εξετάζονται από τη Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών, ενώ οι σχετικές αποφάσεις εκδίδονται από τον Υπουργό Εσωτερικών. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών είναι δυνατός ο καθορισμός των υπηρεσιών αλλοδαπών και μετανάστευσης των αποκεντρωμένων διοικήσεων ως αρμόδιων υπηρεσιών για την υποβολή των αιτήσεων των πολιτών τρίτων χωρών για τη χορήγηση και ανανέωση της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», την έκδοση των σχετικών αποφάσεων, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια.
2. Μαζί με την αίτηση χορήγησης της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», ο αιτών επισυνάπτει τα απαιτούμενα, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 26, δικαιολογητικά που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Οι ρυθμίσεις του άρθρου 92 του ν. 3386/2005 εφαρμόζονται αναλόγως.
3. Εάν τα δικαιολογητικά που κατατίθενται με την υποβολή της σχετικής αίτησης είναι ελλιπή, η αρμόδια υπηρεσία ενημερώνει σχετικώς τον αιτούντα και καθορίζει προθεσμία ενός μηνός για την υποβολή των απαιτούμενων συμπληρωματικών στοιχείων. Εκπρόθεσμες αιτήσεις, με την επιφύλαξη του άρθρου 11 παράγραφος 1 του ν. 3386/2005, απορρίπτονται, εκτός εάν συντρέχουν, αποδεδειγμένως, λόγοι ανωτέρας βίας.
4. Στον πολίτη τρίτης χώρας, ο οποίος κατέθεσε εμπρόθεσμα αίτηση χορήγησης «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» με όλα τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, χορηγείται η προβλεπόμενη στο άρθρο 11 του ν. 3386/2005 βεβαίωση κατάθεσης, με την οποία θεωρείται ότι νομίμως διαμένει στη Χώρα, για όσο χρόνο αυτή ισχύει. Αν εκδοθεί απορριπτική απόφαση, η βεβαίωση παύει, αυτοδικαίως, να ισχύει.
5. Η αρμόδια υπηρεσία εξετάζει την αίτηση με όλα τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 26 του παρόντος, εκδίδει, μέσα σε 90 το αργότερο ημέρες από την περιέλευση σε αυτήν του συνόλου των απαιτούμενων δικαιολογητικών, σχετική απόφαση χορήγησης «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.».
6. Οι σχετικές αποφάσεις κοινοποιούνται γραπτώς στον αιτούντα, σύμφωνα με τις διαδικασίες κοινοποίησης που προβλέπονται στην ισχύουσα νομοθεσία. Στην περίπτωση απόρριψης αίτησης για χορήγηση ή ανανέωση «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» ή ανάκλησης αυτής, η σχετική απόφαση αναφέρει τους νομικούς και πραγματικούς λόγους για την έκδοσή της, καθώς και πληροφορίες για τα διαθέσιμα ένδικα μέσα και τις προθεσμίες άσκησης αυτών.
1. Σε πολίτη τρίτης χώρας που έχει υποβάλει αίτηση, σύμφωνα με το άρθρο 28, εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 26 και δεν συντρέχουν οι λόγοι του άρθρου 30, χορηγείται «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.».
2. Η ισχύς της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» είναι διετούς διάρκειας. Εάν η σύμβαση εργασίας καλύπτει περίοδο μικρότερη από την προαναφερόμενη, η «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.» εκδίδεται για τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας προσαυξημένη κατά τρεις (3) μήνες.
3. Η «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.» εκδίδεται από την αρμόδια υπηρεσία με χρήση του ενιαίου τύπου που θεσπίζεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αρ. 1030/2002 του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002 «για την καθιέρωση αδειών διαμονής ενιαίου τύπου για τους πολίτες τρίτων χωρών», όπως ισχύει, στην οποία αναγράφονται οι προϋποθέσεις πρόσβασης στην αγορά εργασίας. Στο σημείο «κατηγορία άδειας» της άδειας διαμονής, αναγράφεται «Μπλε κάρτα της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
4. Ο πολίτης τρίτης χώρας στον οποίο έχει χορηγηθεί η «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.», σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο, κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής:
α) δικαιούται να εισέρχεται, να εισέρχεται εκ νέου και να διαμένει στην Ελλάδα,
β) απολαμβάνει τα δικαιώματα που του αναγνωρίζονται με βάση το παρόν Κεφάλαιο.
5. Για την ανανέωση της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», ο πολίτης τρίτης χώρας υποχρεούται να υποβάλει στην αρμόδια Υπηρεσία αίτηση, πριν από τη λήξη αυτής, η οποία συνοδεύεται από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, όπως αυτά θα καθοριστούν με την απόφαση της παραγράφου 2 του άρθρου 28 του παρόντος Κεφαλαίου.
Η αρμόδια Υπηρεσία εξετάζει την αίτηση και εφόσον εξακολουθούν να πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 26 και 28 και δεν συντρέχουν οι λόγοι των άρθρων 30 και 31 του παρόντος Κεφαλαίου, εκδίδει απόφαση με την οποία ανανεώνεται για τρία έτη η «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.». Εάν η σύμβαση εργασίας καλύπτει περίοδο μικρότερη από την προαναφερόμενη, η «Μπλε κάρτα της ΕΕ» ανανεώνεται για τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας προσαυξημένη κατά τρεις (3) μήνες.
1. Η «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.» δεν χορηγείται εάν ο αιτών δεν πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 26 του παρόντος ή εάν τα προσκομιζόμενα έγγραφα έχουν αποκτηθεί δολίως ή έχουν πλαστογραφηθεί ή έχουν άλλως νοθευθεί, σύμφωνα και με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 75 του ν. 3386/2005.
2. Μια αίτηση για «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.» απορρίπτεται στις εξής περιπτώσεις:
α) εάν έχει καλυφθεί ο ανώτατος αριθμός θέσεων εργασίας πολιτών τρίτων χωρών για απασχόληση υψηλής ειδίκευσης που έχει καθοριστεί σύμφωνα με την κοινή υπουργική απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 27 του παρόντος Κεφαλαίου,
β) εάν ο εργοδότης έχει υποστεί κυρώσεις σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία για αδήλωτη εργασία και/ή παράνομη απασχόληση.
3. Μία αίτηση για «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.» μπορεί να απορριφθεί, προκειμένου να εξασφαλισθούν δεοντολογικές προσλήψεις σε τομείς που πάσχουν από έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού στις χώρες καταγωγής.
1. Η «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.» που εκδίδεται βάσει του παρόντος Κεφαλαίου ανακαλείται ή δεν ανανεώνεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) όταν αυτή έχει αποκτηθεί δολίως ή έχει πλαστογραφηθεί ή έχει άλλως νοθευθεί,
β) όταν διαφαίνεται ότι ο κάτοχος δεν πληρούσε ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής που θεσπίζονται στο παρόν Κεφάλαιο ή διαμένει για σκοπούς άλλους από εκείνους για τους οποίους του επετράπη η διαμονή,
γ) όταν ο κάτοχος δεν τήρησε τους περιορισμούς που προβλέπονται στα άρθρα 32 παράγραφοι 1 και 2 και στο άρθρο 33 του παρόντος Κεφαλαίου.
2. Η έλλειψη της δήλωσης που προβλέπεται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 και στο άρθρο 33 παράγραφος 3 του παρόντος Κεφαλαίου δεν θεωρείται επαρκής λόγος ανάκλησης ή μη ανανέωσης της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», εάν ο κάτοχος μπορεί να αποδείξει ότι η δήλωση δεν διαβιβάστηκε στην αρμόδια υπηρεσία για λόγους μη αναγόμενους σε υπαιτιότητά του.
3. Η «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.», που έχει εκδοθεί βάσει του παρόντος Κεφαλαίου, ανακαλείται ή δεν ανανεώνεται στις εξής περιπτώσεις:
α) για λόγους δημόσιας τάξης και δημόσιας ασφάλειας,
β) όταν ο κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» δεν διαθέτει επαρκείς πόρους για τη συντήρησή του και ανάλογα με την περίπτωση, τη συντήρηση των μελών της οικογένειάς του, χωρίς να προσφεύγει στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της Ελλάδας. Οι πόροι αυτοί αξιολογούνται ανάλογα με τη φύση και την τακτικότητά τους, μπορεί, δε, να λαμβάνεται υπόψη το ύψος των κατώτατων εθνικών αποδοχών και συντάξεων, καθώς και ο αριθμός των μελών της οικογένειας του ενδιαφερομένου. Η αξιολόγηση αυτή δεν πραγματοποιείται κατά την περίοδο ανεργίας που αναφέρεται στο άρθρο 33 του παρόντος Κεφαλαίου,
γ) όταν ο κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» αιτείται την παροχή κοινωνικής πρόνοιας, με την προϋπόθεση ότι η αρμόδια για τη χορήγηση της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» υπηρεσία τον έχει ενημερώσει εκ των προτέρων εγγράφως για το θέμα αυτό.
4. Η ανεργία καθαυτή δεν αποτελεί λόγο ανάκλησης «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», εκτός εάν το διάστημα ανεργίας υπερβαίνει τρεις συναπτούς μήνες. Εφόσον η ανεργία συμβαίνει άνω της μίας φοράς κατά τη διάρκεια ισχύος της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», η διάρκειά της δεν θα πρέπει να υπερβαίνει συνολικά τους τρεις (3) μήνες.
1. Κατά τα δύο πρώτα έτη νόμιμης απασχόλησης του ενδιαφερομένου στην Ελλάδα, ως κατόχου «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», η πρόσβασή του στην αγορά εργασίας περιορίζεται στην άσκηση μισθωτής εργασίας υψηλής ειδίκευσης, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 26 του παρόντος Κεφαλαίου. Κατά το διάστημα αυτό, για την αλλαγή εργοδότη απαιτείται προηγούμενη γραπτή έγκριση από την αρμόδια για τη χορήγηση της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» υπηρεσία, σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία και εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 28 παράγραφος 5 του παρόντος Κεφαλαίου. Εφόσον πρόκειται για μεταβολές που επηρεάζουν τις προϋποθέσεις εισδοχής, απαιτείται προηγούμενη δήλωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 73 του ν. 3386/2005, όπως ισχύει.
2. Μετά τα δύο πρώτα έτη, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να δηλώνει, στην αρμόδια υπηρεσία, σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, κάθε μεταβολή αναφορικά με την αλλαγή εργοδότη και τις προϋποθέσεις του άρθρου 26.
3. Οι κάτοχοι «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» δεν έχουν πρόσβαση στην απασχόληση εφόσον πρόκειται για δραστηριότητες οι οποίες:
α) αφορούν ακόμα και περιστασιακή συμμετοχή στην άσκηση δημόσιας εξουσίας και ευθύνης για τη διαφύλαξη των γενικών συμφερόντων του κράτους, σε περιπτώσεις που σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική ή κοινοτική νομοθεσία οι δραστηριότητες αυτές προορίζονται μόνο για Έλληνες,
β) σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική ή κοινοτική νομοθεσία ασκούνται αποκλειστικά από Έλληνες ή πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του ΕΟΧ.
4. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της αρχής της κοινοτικής προτίμησης, όπως διατυπώνεται στις σχετικές διατάξεις των Πράξεων Προσχώρησης 2003 και 2005, ιδίως σχετικά με τα δικαιώματα των πολιτών αυτών των κρατών − μελών όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας.
1. Κατά το διάστημα ανεργίας, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 4 του παρόντος Κεφαλαίου, επιτρέπεται στον κάτοχο «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» να αναζητεί και να αναλαμβάνει απασχόληση σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 32.
2. Ο κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» επιτρέπεται να παραμένει στη Χώρα έως τη χορήγηση ή την απόρριψη της απαιτούμενης έγκρισης που προβλέπεται στο άρθρο 32 παράγραφος 1. Με την υποβολή της δήλωσης που προβλέπεται στο άρθρο 32 παράγραφοι 1 και 2 τερματίζεται αυτόματα το διάστημα ανεργίας.
3. Ο κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» υποχρεούται να δηλώσει, εντός διμήνου, την έναρξη της περιόδου ανεργίας στην αρμόδια υπηρεσία, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 73 του ν. 3386/2005 όπως αυτό ισχύει.
1. Ο κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» έχει δικαίωμα ίσης μεταχείρισης με τους ημεδαπούς, όσον αφορά:
α) Τις συνθήκες εργασίας, περιλαμβανομένων των όρων αμοιβής και απόλυσης, καθώς και τις απαιτήσεις σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια στο χώρο εργασίας.
β) Την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, της προσχώρησης και της συμμετοχής σε οργάνωση εργαζομένων ή εργοδοτών ή οποιαδήποτε επαγγελματική οργάνωση, συμπεριλαμβανομένων των πλεονεκτημάτων που παρέχονται από τις οργανώσεις αυτές και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων για τη δημόσια τάξη και τη δημόσια ασφάλεια.
γ) Την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση.
δ) Την αναγνώριση των διπλωμάτων πιστοποιητικών και άλλων επαγγελματικών προσόντων, σύμφωνα με τις σχετικές εθνικές διαδικασίες.
ε) Τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας σχετικά με τους κλάδους κοινωνικής ασφάλισης, όπως ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1408/1971. Οι ειδικές διατάξεις του παραρτήματος του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 859/2003 του Συμβουλίου εφαρμόζονται ανάλογα.
στ) Με την επιφύλαξη των υφιστάμενων διμερών συμφωνιών, την καταβολή ποσών σχετικών με κεκτημένα δικαιώματα στο πλαίσιο εκ του νόμου συντάξεων γήρατος στο ύψος που προβλέπει η εθνική νομοθεσία ή η νομοθεσία των κρατών − μελών που οφείλουν τα εν λόγω ποσά στην περίπτωση μετακίνησης σε τρίτη χώρα.
ζ) Την πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών που τίθενται στη διάθεση του κοινού, περιλαμβανομένων των διαδικασιών για την πρόσβαση σε στέγαση, καθώς και των υπηρεσιών ενημέρωσης και παροχής συμβουλών που παρέχουν οι υπηρεσίες εύρεσης εργασίας. Το δικαίωμα αυτό δεν θίγει τη συμβατική ελευθερία σύμφωνα με την κοινοτική και εθνική νομοθεσία.
η) Την ελεύθερη πρόσβαση στο σύνολο της Επικράτειας. Το δικαίωμα αυτό μπορεί να περιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 του ν. 3386/2005.
2. Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχεία γ΄ και ζ΄, το δικαίωμα της ίσης μεταχείρισης περιορίζεται όσον αφορά τις υποτροφίες και τα σπουδαστικά δάνεια ή άλλες παροχές και δάνεια στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης, καθώς και τις διαδικασίες για την παροχή στέγης.
Όσον αφορά τις διατάξεις της παραγράφου 1 στοιχείο γ΄:
α) η πρόσβαση στις πανεπιστημιακές και τις μεταδευτεροβάθμιες σπουδές υπόκειται στην πλήρωση των ειδικών προϋποθέσεων σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία,
β) το δικαίωμα της ίσης μεταχείρισης περιορίζεται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η κατοικία ή η συνήθης διαμονή του κατόχου «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» ή του μέλους της οικογένειάς του για το οποίο ζητεί παροχές ευρίσκεται εντός της Ελληνικής Επικράτειας.
3. Το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, δεν θίγει το δικαίωμα των αρμόδιων ελληνικών αρχών να ανακαλούν τη «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.» ή να απορρίπτουν την ανανέωσή της, σύμφωνα με το άρθρο 31 του παρόντος Κεφαλαίου.
4. Σε περίπτωση που υπήκοος τρίτης χώρας στον οποίο έχει χορηγηθεί «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.» από άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εισέρχεται στην Ελληνική Επικράτεια σύμφωνα με το άρθρο 37 του παρόντος Κεφαλαίου και η αρμόδια υπηρεσία δεν έχει αποφανθεί ακόμη επί του αιτήματος για τη χορήγηση «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», η ίση μεταχείριση περιορίζεται στους τομείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εκτός των στοιχείων β΄ και δ΄. Εάν, κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, επιτραπεί στον αιτούντα να εργασθεί, χορηγείται ίση μεταχείριση με τους ημεδαπούς σε όλους τους τομείς της παραγράφου 1.
1. Το υπ’ αριθ. 131/2006 προεδρικό διάταγμα «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία 2003/86/ΕΚ σχετικά με το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης» εφαρμόζεται με τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
2. Τα κατά το άρθρο 4 του υπ’ αριθ. 131/2006 προεδρικού διατάγματος μέλη της οικογένειας, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 1 και το άρθρο 5 παράγραφος 1 του υπ’ αριθ. 131/2006 προεδρικού διατάγματος, μπορούν να συνοδεύουν ή να έρχονται να συναντήσουν τον συντηρούντα, εφόσον αυτός αποδεικνύει ότι διαθέτει προσωπικό εισόδημα σταθερό και τακτικό, επαρκές για τις ανάγκες του ιδίου και της οικογένειάς τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος.
3. Οι άδειες διαμονής για τα μέλη οικογένειας, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 παράγραφος 4 του υπ’ αριθ. 131/2006 προεδρικού διατάγματος, χορηγούνται, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της οικογενειακής επανένωσης, το αργότερο μέσα σε έξι μήνες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
4. Η διάρκεια ισχύος των αδειών διαμονής των μελών οικογένειας, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφος 1 του υπ’ αριθ. 131/2006 προεδρικού διατάγματος, είναι η ίδια με τη διάρκεια ισχύος των αδειών διαμονής που χορηγούνται στον κάτοχο «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» στο μέτρο που το επιτρέπει η περίοδος ισχύος των ταξιδιωτικών τους εγγράφων.
5. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10 παράγραφος 1 του υπ’ αριθ. 131/2006 προεδρικού διατάγματος, δεν εφαρμόζεται καμία προθεσμία όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Η διάταξη της παρούσας παραγράφου αρχίζει να ισχύει από τις 19 Δεκεμβρίου 2011.
6. Για τον υπολογισμό της πενταετούς διαμονής που απαιτείται για την απόκτηση αυτοτελούς άδειας διαμονής, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο α΄ του υπ’ αριθ. 131/2006 προεδρικού διατάγματος, λαμβάνεται υπ’ όψιν σωρευτικά η διαμονή σε διαφορετικά κράτη − μέλη. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις του άρθρου 36 του παρόντος Κεφαλαίου όσον αφορά τη σώρευση περιόδων διαμονής σε διαφορετικά κράτη − μέλη από κάτοχο «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.».
1. Το υπ’ αριθ. 150/2006 προεδρικό διάταγμα «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2003/109/ΕΚ της 25ης Νοεμβρίου 2003 σχετικά με το καθεστώς πολιτών τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες» (Α΄ 160) εφαρμόζεται με τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 1 του υπ’ αριθ.150/2006 προεδρικού διατάγματος, στην περίπτωση κατόχου «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», που χρησιμοποίησε τη δυνατότητα η οποία προβλέπεται στο άρθρο 37 του παρόντος Κεφαλαίου, επιτρέπεται ο συνυπολογισμός σωρευτικά περιόδων διαμονής σε διαφορετικά κράτη − μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να ικανοποιηθεί η απαίτηση σχετικά με τη διάρκεια της διαμονής, εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) πέντε έτη νόμιμης και αδιάλειπτης διαμονής στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως κατόχου «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» και
β) δύο έτη νόμιμης και αδιάλειπτης διαμονής, αμέσως πριν από την υποβολή της σχετικής αίτησης, ως κατόχου «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», στην Ελληνική Επικράτεια, στην οποία υποβάλλεται η αίτηση για άδεια διαμονής επί μακρόν διαμένοντος στην ΕΚ.
3. Για τον υπολογισμό της περιόδου νόμιμης και αδιάλειπτης διαμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 3 του υπ’ αριθ. 150/2006 προεδρικού διατάγματος, περίοδοι απουσίας από την επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν διακόπτουν την περίοδο διαμονής που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α΄ του παρόντος άρθρου εάν είναι μικρότερες από δώδεκα διαδοχικούς μήνες και δεν υπερβαίνουν συνολικά τους δεκαοκτώ μήνες εντός της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α΄ του παρόντος άρθρου. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» δεν χρησιμοποίησε τη δυνατότητα που προβλέπεται στο άρθρο 37.
4. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ΄ του υπ’ αριθ. 150/2006 προεδρικού διατάγματος, παρατείνεται σε 24 διαδοχικούς μήνες η περίοδος απουσίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που επιτρέπεται σε κάτοχο άδειας διαμονής επί μακρόν διαμένοντος στην Ε.Ε. με την παρατήρηση που αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου και στα μέλη της οικογένειάς του στα οποία έχει χορηγηθεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος στην Ε.Ε..
5. Οι παρεκκλίσεις από το υπ’ αριθ. 150/2006 προεδρικό διάταγμα που θεσπίζονται στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου περιορίζονται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο ενδιαφερόμενος πολίτης τρίτης χώρας μπορεί να προσκομίσει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι απουσίασε από την επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να ασκήσει μισθωτή ή ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα ή να προσφέρει εθελοντική υπηρεσία ή να σπουδάσει στη χώρα καταγωγής του.
6. Τα άρθρα 34 στοιχείο στ΄ και 35 του παρόντος Κεφαλαίου εξακολουθούν να εφαρμόζονται στους κατόχους άδειας διαμονής επί μακρόν διαμένοντος με την παρατήρηση που αναφέρεται στην παράγραφο 7 κατά περίπτωση, αφού ο κάτοχος της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» έχει αποκτήσει το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος στην Ε.Ε..
7. Στους κατόχους «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο για την απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στην Ε.Ε., χορηγείται άδεια διαμονής σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α΄ του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου. Στο σημείο «Παρατηρήσεις» της άδειας διαμονής αναγράφεται «Πρώην κάτοχος Μπλε κάρτας της Ε.Ε.».
1. Έπειτα από δεκαοκτώ μήνες νόμιμης διαμονής του στο πρώτο κράτος − μέλος ως κατόχου «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», ο ενδιαφερόμενος και τα μέλη της οικογένειάς του μπορούν να μετακινηθούν στην Ελλάδα για το σκοπό της απασχόλησης υψηλής ειδίκευσης σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.
2. Ο κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» υποβάλλει το αργότερο μέσα σε ένα μήνα από την είσοδό του στην Ελλάδα, στην αρμόδια υπηρεσία, αίτηση για χορήγηση «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», καταθέτοντας όλα τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 26 του παρόντος Κεφαλαίου.
3. Σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 28 του παρόντος Κεφαλαίου, η αρμόδια υπηρεσία διεκπεραιώνει την αίτηση και ενημερώνει γραπτώς τον αιτούντα και το πρώτο κράτος − μέλος για την απόφαση είτε:
α) να χορηγήσει «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.» και να επιτρέψει στον αιτούντα να διαμείνει στην Ελληνική Επικράτεια για απασχόληση υψηλής ειδίκευσης, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο και στα άρθρα 28 έως και 34 του παρόντος ή
β) να αρνηθεί την έκδοση «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» και να υποχρεώσει τον αιτούντα και τα μέλη της οικογένειάς του, σύμφωνα με τις διατάξεις της ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας και το άρθρο 21 του ν. 3907/2011 (Α΄ 7) αναφορικά με τη διαδικασία επιστροφής, να εγκαταλείψει την Ελληνική Επικράτεια εάν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.
4. Στον πολίτη τρίτης χώρας, ο οποίος κατέθεσε εμπρόθεσμα αίτηση χορήγησης «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» με όλα τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, χορηγείται η προβλεπόμενη στο άρθρο 11 του ν. 3386/2005 βεβαίωση κατάθεσης, με την οποία θεωρείται ότι νομίμως διαμένει στη Χώρα, για όσο χρόνο αυτή ισχύει. Αν εκδοθεί απορριπτική απόφαση, η βεβαίωση παύει, αυτοδικαίως, να ισχύει.
5. Ο αιτών και ο εργοδότης του λογίζονται συνυπεύθυνοι για τα έξοδα επιστροφής και επανεισδοχής του κατόχου της «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», καθώς και των μελών της οικογένειάς του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 37 του ν. 3907/2011, περιλαμβανομένων και των εξόδων που καλύφθηκαν ενδεχομένως από δημόσιους πόρους σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο β΄.
6. Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 27 του παρόντος Κεφαλαίου και παρακάτω στο άρθρο 40 του παρόντος.
7. Από τη δεύτερη φορά κατά την οποία κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» και, κατά περίπτωση, τα μέλη της οικογένειάς του κάνουν χρήση της δυνατότητας μετακίνησης σε άλλο κράτος − μέλος σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο, ως «πρώτο κράτος − μέλος» νοείται το κράτος − μέλος από το οποίο ο ενδιαφερόμενος αναχωρεί και ως «δεύτερο κράτος − μέλος» το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλει αίτηση για χορήγηση άδειας διαμονής.
8. Αν αίτηση για χορήγηση «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» που αφορά σε πολίτη τρίτης χώρας, ο οποίος είναι ήδη κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» στην Ελλάδα, απορριφθεί από δεύτερο κράτος − μέλος, οι αρμόδιες ελληνικές αρχές υποχρεούνται να δεχθούν αμέσως και χωρίς διατυπώσεις τον κάτοχο και τα μέλη της οικογένειάς του ακόμα και σε περίπτωση που η «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.» που εκδόθηκε στην Ελλάδα έχει λήξει ή ανακληθεί κατά το χρονικό διάστημα εξέτασης της αίτησης. Οι διατάξεις του άρθρου 33 εφαρμόζονται μετά την επανεισδοχή.
1. Όταν ο κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» μετακινείται από το πρώτο κράτος − μέλος στην Ελλάδα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 και όταν η οικογένειά του είχε ήδη συσταθεί στο πρώτο κράτος − μέλος, επιτρέπεται στα, κατά το άρθρο 4 του υπ’ αριθ. 131/2006 προεδρικού διατάγματος «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία 2003/86/ΕΚ σχετικά με το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης», μέλη της οικογένειάς του, να τον συνοδεύσουν ή να επανενωθούν μαζί του.
2. Τα ενδιαφερόμενα μέλη της οικογένειας ή ο συντηρών τα πρόσωπα αυτά, κάτοχος «Mπλε κάρτας Ε.Ε.», σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, υποβάλλουν στην αρμόδια υπηρεσία, το αργότερο μέσα σε ένα μήνα από την είσοδό τους στην χώρα, αίτηση για χορήγηση άδειας διαμονής μέλους οικογένειας.
3. Στα μέλη της οικογένειας πολίτη τρίτης χώρας τα οποία κατέθεσαν εμπρόθεσμα αίτηση χορήγησης άδειας διαμονής για οικογενειακή επανένωση και εφόσον προσκομίζουν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την πλήρωση των προϋποθέσεων των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος άρθρου, χορηγείται η προβλεπόμενη στο άρθρο 11 βεβαίωση του ν. 3386/2005 όπως ισχύει, με την οποία θεωρείται ότι νομίμως διαμένουν στη Χώρα, για όσο χρόνο αυτή ισχύει. Αν εκδοθεί απορριπτική απόφαση, η βεβαίωση παύει, αυτοδικαίως, να ισχύει.
4. Για την άσκηση του δικαιώματος της οικογενειακής επανένωσης, ο συντηρών, κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.», θα πρέπει να παρέχει αποδεικτικά στοιχεία ότι διαθέτει σταθερούς και τακτικούς πόρους, επαρκείς για τη συντήρηση του ιδίου και των μελών της οικογένειάς του, οι οποίοι δεν προέρχονται από προσφυγή στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της Χώρας.
Κατά την εξέταση της αίτησης, οι πόροι αυτοί αξιολογούνται ανάλογα με τη φύση και την τακτικότητά τους και μπορεί να λαμβάνεται υπόψη το ύψος των κατώτατων εθνικών αποδοχών και συντάξεων, καθώς και ο αριθμός των μελών της οικογένειας. Το ύψος και τα αντίστοιχα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τους επαρκείς πόρους καθορίζονται στην παράγραφο 4 στοιχείο δ΄ του άρθρου 5 του υπ’ αριθ. 131/2006 προεδρικού διατάγματος «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία 2003/86/ΕΚ σχετικά με το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης».
5. Τα ενδιαφερόμενα μέλη της οικογένειας που υποβάλλουν αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 2, θα πρέπει να πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:
α) να είναι κάτοχοι ισχύοντος διαβατηρίου και άδειας διαμονής στο πρώτο κράτος − μέλος ή επικυρωμένων αντίγραφων αυτών, καθώς και θεώρησης εισόδου, εάν απαιτείται,
β) να αποδεικνύουν ότι είχαν διαμείνει ως μέλη οικογένειας κατόχου «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» στο πρώτο κράτος − μέλος,
γ) να διαθέτουν ασφάλιση ασθενείας για το σύνολο των κινδύνων που καλύπτονται για τους ημεδαπούς ή ότι ο κάτοχος «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» διαθέτει ανάλογη ασφάλιση για αυτούς.
6. Οι παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 35 του παρόντος Κεφαλαίου εξακολουθούν να εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών.
7. Όταν η οικογένεια δεν είχε συσταθεί ήδη στο πρώτο κράτος − μέλος, εφαρμόζεται το άρθρο 35 του παρόντος.
1. Η Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών ορίζεται ως το ελληνικό σημείο επαφής με τις αντίστοιχες αρμόδιες υπηρεσίες των λοιπών κρατών − μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ανταλλαγή των πληροφοριών που καθορίζονται στα άρθρα 36 και 37 του παρόντος και στο άρθρο 20 της Οδηγίας.
2. Η Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών ανακοινώνει στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη − μέλη εάν θεσπίσθηκαν νομοθετικά ή κανονιστικά μέτρα όσον αφορά το άρθρο 6, το άρθρο 8 παράγραφος 2 και το άρθρο 18 παράγραφος 6 της Οδηγίας 2009/50/ΕΚ του Συμβουλίου. Σε περίπτωση που εφαρμόζεται το άρθρο 8 παράγραφος 4 της ανωτέρω Οδηγίας, κοινοποιείται στην Επιτροπή και τα λοιπά κράτη − μέλη δεόντως αιτιολογημένη απόφαση που αναφέρει τις σχετικές χώρες και τομείς.
3. Η Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών κάθε έτος και για πρώτη φορά όχι αργότερα από τις 19 Ιουνίου 2013, ανακοινώνει στην Επιτροπή, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 862/2007 στατιστικά στοιχεία για τον αριθμό των πολιτών τρίτων χωρών στους οποίους χορηγήθηκε «Μπλε κάρτα της Ε.Ε.» και, εφόσον είναι δυνατόν, των οποίων η εν λόγω κάρτα ανανεώθηκε ή ανακλήθηκε κατά τη διάρκεια του προηγούμενου ημερολογιακού έτους, με μνεία της ιθαγενείας τους και, εφόσον είναι δυνατόν, του επαγγέλματός τους. Τα στατιστικά στοιχεία για τα μέλη της οικογένειας που έγιναν δεκτά ανακοινώνονται με τον ίδιο τρόπο, εκτός από τις πληροφορίες για το επάγγελμά τους. Για τους κατόχους «Μπλε κάρτας της Ε.Ε.» και τα μέλη της οικογένειάς τους που έγιναν δεκτοί σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 18, 19 και 20 της Οδηγίας 2009/50/ΕΚ του Συμβουλίου, οι παρεχόμενες πληροφορίες διευκρινίζουν επίσης, στο μέτρο του δυνατού, το κράτος − μέλος προηγούμενης διαμονής.
1. Κάθε εργοδότης, ο οποίος επιθυμεί να προσλάβει προσωπικό για εργασία υψηλής ειδίκευσης, με βάση τις θέσεις εργασίας οι οποίες περιλαμβάνονται στην κοινή υπουργική απόφαση του άρθρου 27 του παρόντος, καταθέτει αίτηση στη Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών στην οποία θα αναφέρονται ο αριθμός των θέσεων εργασίας, τα στοιχεία και η ιθαγένεια των προς απασχόληση πολιτών τρίτων χωρών, η ειδικότητα, καθώς και το χρονικό διάστημα της απασχόλησης. Η αίτηση θα πρέπει να συνοδεύεται από: (α) έγκυρη σύμβαση εργασίας που αφορά απασχόληση υψηλής ειδίκευσης για ένα τουλάχιστον έτος στην Ελλάδα, από την οποία να προκύπτει ότι η αμοιβή του εργαζόμενου δεν υπολείπεται του κατώτατου ορίου μισθού για απασχόληση υψηλής ειδίκευσης, όπως αυτό προσδιορίζεται κάθε φορά, στο άρθρο 26 παράγραφος 1 εδάφιο β΄ του παρόντος, (β) τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικό με το επάγγελμα ή τον τομέα που προσδιορίζεται στη σύμβαση εργασίας, επίσημα μεταφρασμένο και επικυρωμένο, καθώς και (γ) βεβαίωση του ΟΑΕΔ και ανακοίνωση αναζήτησης προσωπικού σε δύο τουλάχιστον εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας, από τις οποίες θα προκύπτει αδυναμία κάλυψης των θέσεων αυτών από άνεργους ημεδαπούς ή κοινοτικούς πολίτες ή νόμιμα διαμένοντες πολίτες τρίτων χωρών. Εφόσον τα υψηλά επαγγελματικά προσόντα του ενδιαφερόμενου πολίτη τρίτης χώρας πιστοποιούνται μόνο από επαγγελματική πείρα, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, θα πρέπει να αποδεικνύονται τα έτη της επαγγελματικής πείρας, καθώς επίσης να πληρούνται οι λοιπές αντίστοιχες προϋποθέσεις της εθνικής νομοθεσίας.
2. Ο Υπουργός Εσωτερικών εκδίδει πράξη με την οποία εγκρίνεται η απασχόληση του πολίτη τρίτης χώρας για παροχή εργασίας υψηλής ειδίκευσης σε συγκεκριμένο εργοδότη μόνον εφόσον ο τίτλος σπουδών αυτού είναι συναφής με ειδικότητα που περιλαμβάνεται στην κοινή υπουργική απόφαση του άρθρου 27 και ο αριθμός των εκεί προβλεπόμενων θέσεων εργασίας της εν λόγω συναφούς ειδικότητας, που προβλέπονται στην ίδια απόφαση, δεν έχει εξαντληθεί. Η σχετική πράξη έγκρισης διαβιβάζεται, μαζί με την υπογεγραμμένη από τον εργοδότη σύμβαση εργασίας, στην αρμόδια ελληνική προξενική αρχή. Για τον προσδιορισμό της συνάφειας του τίτλου σπουδών με ειδικότητα προβλεπόμενη στην κοινή υπουργική απόφαση του άρθρου 27 οι αρμόδιες για την εξέταση της αίτησης υπηρεσίες μπορούν, σε περίπτωση αμφιβολίας, να ζητούν σχετική γνώμη υπηρεσιών των καθ’ ύλην αρμόδιων Υπουργείων.
3. Η αρμόδια ελληνική προξενική αρχή καλεί τους ενδιαφερόμενους πολίτες τρίτων χωρών, για τους οποίους έχει εκδοθεί πράξη έγκρισης για την είσοδο στην Ελλάδα με σκοπό την παροχή εργασίας υψηλής ειδίκευσης. Οι ενδιαφερόμενοι οφείλουν να παρουσιάζονται αυτοπροσώπως στην ανωτέρω υπηρεσία, υποβάλλοντας τους απαιτούμενους τίτλους σπουδών, νόμιμα επικυρωμένους, καθώς και βεβαίωση από αρμόδια αρχή της χώρας προέλευσης με την οποία θα πιστοποιείται η επιτυχής ολοκλήρωση προγράμματος εκπαίδευσης που έπεται της δευτεροβάθμιας, δηλαδή μιας δέσμης μαθημάτων που παρέχονται από εκπαιδευτικό ίδρυμα, το οποίο αναγνωρίζεται ως ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από το κράτος στο οποίο βρίσκεται, προκειμένου να υπογράψουν τη σχετική σύμβαση εργασίας και να τους χορηγηθεί η ειδική θεώρηση εισόδου, τηρουμένων κατά τα λοιπά των γενικών και ειδικών διατάξεων για τις θεωρήσεις. Εάν πρόκειται για νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα, ο ενδιαφερόμενος πολίτης τρίτης χώρας, θα πρέπει να προσκομίζει τίτλο σπουδών, ακαδημαϊκά αναγνωρισμένο από τη χώρα μας και να πληροί τις λοιπές προϋποθέσεις της κείμενης νομοθεσίας για την άσκηση του επαγγέλματος αυτού.
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 11 Απριλίου 2012
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 11 Απριλίου 2012
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ