Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Πρωτεύουσες καρτέλες
Βλέπετε τις εγγραφές : 11851 - 11900, σε σύνολο 12273
Όρος: Very toxic to aquatic life
Μετάφραση: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς
Όρος: Very toxic to aquatic life with long lasting effects
Μετάφραση: Πολύ τοξικό στους υδρόβιους οργανισμούς, με μακροχρόνιες επιπτώσεις
Όρος: Very toxic to aquatic life with long lasting effects
Μετάφραση: Πολύ τοξικό στους υδρόβιους οργανισμούς, με μακροχρόνιες επιπτώσεις
Όρος: Very toxic to aquatic organisms
Μετάφραση: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς
Όρος: Very toxic to aquatic organisms
Μετάφραση: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς
Όρος: Very toxic to aquatic organisms, may cause long-term adverse effects in the aquatic environment
Μετάφραση: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς, μπορεί να προκαλέσει μακροχρόνιες δυσμενείς επιπτώσεις στο υδάτινο περιβάλλον
Όρος: Very toxic: danger of very serious irreversible effects if swallowed
Μετάφραση: Πολύ τοξικό: κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε περίπτωση καταπόσεως
Όρος: Very toxic: danger of very serious irreversible effects in contact with skin
Μετάφραση: Πολύ τοξικό: κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα
Όρος: Very toxic: danger of very serious irreversible effects in contact with skin and if swallowed
Μετάφραση: Πολύ τοξικό: κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως
Όρος: Very toxic: danger of very serious irreversible effects through inhalation
Μετάφραση: Πολύ τοξικό: κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται
Όρος: Very toxic: danger of very serious irreversible effects through inhalation and if swallowed
Μετάφραση: Πολύ τοξικό: κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται και σε περίπτωση καταπόσεως
Όρος: Very toxic: danger of very serious irreversible effects through inhalation and in contact with skin
Μετάφραση: Πολύ τοξικό: κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται και σε επαφή με το δέρμα
Όρος: Very toxic: danger of very serious irreversible effects through inhalation, in contact with skin and if swallowed
Μετάφραση: Πολύ τοξικό: κίνδυνος πολύ σοβαρών μόνιμων επιδράσεων όταν εισπνέεται, σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως
Όρος: Vessel
Μετάφραση: Αγγείο
Όρος: Vessel
Μετάφραση: Πλοίο
Όρος: Veterinary medicinal products
Μετάφραση: Κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα
Όρος: Viability
Μετάφραση: Βιωσιμότητα
Όρος: Viable residues
Μετάφραση: Βιώσιμα υπολείμματα
Όρος: Vial
Μετάφραση: Φυαλίδιο
Όρος: Vibration
Μετάφραση: Δόνηση
Όρος: Vibration control
Μετάφραση: Έλεγχος των δονήσεων
Όρος: Vibration measurement
Μετάφραση: Μέτρηση των δονήσεων
Όρος: Vibration transmissibility
Μετάφραση: Μεταδοσιμότητα δονήσεων
Όρος: Vibrational relaxation
Μετάφραση: Δόνηση επαναφοράς
Όρος: Vibratory tamping machine
Μετάφραση: Συμπιεστικοί δονητές
Όρος: Victim
Μετάφραση: Θύμα
Συντομογραφία: Vienna Convention
Όρος: Vienna Convention on Civil Liability for Nuclear Damage
Μετάφραση: Σύμβαση της Βιέννης σχετικά με την αστική ευθύνη για πυρηνικές καταστροφές
Όρος: Viewing panels
Μετάφραση: Πλαίσια διόπτευσης
Όρος: Vinclozolin
Μετάφραση: Βινκλοζολίνη
Όρος: Vinegar
Μετάφραση: Ξύδι
Όρος: Vinyl
Μετάφραση: Βινύλιο
Όρος: Vinyl acetate or vinyl ethanoate or ethenyl ethanoate
Μετάφραση: Οξικός βινυλεστέρας ή αιθανοϊκός βινυλεστέρας
Όρος: Vinyl bromide or bromoethene or bromoethylene
Μετάφραση: Βινυλοβρωμίδιο ή βρωμιούχο βινύλιο ή βρωμοαιθένιο ή βρωμοαιθυλένιο
Συντομογραφία: VC
Όρος: Vinyl chloride or chloroethene or chloroethylene or mono chloroethylene
Μετάφραση: Βινυλοχλωρίδιο ή χλωριούχο βινύλιο ή χλωροαιθένιο ή χλωροαιθυλένιο
Όρος: Vinyl cyclohexene
Μετάφραση: Βινυλοκυκλοεξένιο
Όρος: Vinyl cyclohexene dioxide
Μετάφραση: Διοξείδιο του βινυλοκυκλοεξενίου
Όρος: Vinyl ethanoate see vinyl acetate
Μετάφραση:
Όρος: Vinyl ether
Μετάφραση: βινυλαιθέρας
Όρος: Vinyl ethyl ether
Μετάφραση: Βινυλαιθυλαιθέρας
Όρος: Vinyl fluoride or fluoroethene or fluoroethylene
Μετάφραση: Βινυλοφθορίδιο ή φθοροαιθένιο ή φθοροαιθυλένιο ή φθοριούχο βινύλιο
Όρος: Vinyl toluene or methylstyrene
Μετάφραση: Βινυλοτολουόλιο ή μεθυλοστυρόλιο
Όρος: Vinylacetylene
Μετάφραση: Βινυλακετυλένιο
Όρος: Vinylbenzene see styrene
Μετάφραση:
Όρος: Vinylcarbazole
Μετάφραση: Βινυλοκαρβαζόλιο
Όρος: Vinylcyclohexane diepoxide, epoxy-4-epoxyethylcyclohexane 1,2-
Μετάφραση: εποξυαίθυλο-3,4-εποξυκυκλοεξάνιο 1-
Όρος: Vinylic hydrogen
Μετάφραση: Βινυλικό υδρογόνο
Όρος: Vinylidene chloride or 1,1-dichloroethylene or 1,1-dichloroethene
Μετάφραση: Βινυλιδενοχλωρίδιο ή 1,1-διχλωροαιθυλένιο ή 1,1-διχλωροαιθένιο
Όρος: Vinylnaphthalene
Μετάφραση: Βινυλοναφθαλίνιο
Όρος: Violence
Μετάφραση: Βία
Όρος: Violence and bullying
Μετάφραση: Βία και παρενόχληση