Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Πρωτεύουσες καρτέλες
Βλέπετε τις εγγραφές : 51 - 100, σε σύνολο 387
Όρος: Lag
Μετάφραση: Υστέρηση
Όρος: Lag phase
Μετάφραση: Λανθάνουσα φάση
Όρος: Lagging indicators
Μετάφραση: Ενέργειες μετά το συμβάν
Όρος: Lamellae
Μετάφραση: Φολίδες
Όρος: Laminar-flow
Μετάφραση: Ομαλή ροή
Όρος: Laminating
Μετάφραση: Ελασματοποίηση (επένδυση)
Όρος: Lamp
Μετάφραση: λαμπτήρας
Όρος: Land treatment
Μετάφραση: Επεξεργασία σε χερσαίο χώρο
Όρος: Land Use Planning
Μετάφραση: Προγραμματισμός της χρήσης γης
Όρος: Land-use planning
Μετάφραση: Σχεδιασμός χρήσεων γης
Όρος: Landfill
Μετάφραση: Χώρος υγειονομικής ταφής απορριμμάτων
Όρος: Landfill for hazardous waste
Μετάφραση: Χώροι υγειονομικής ταφής για επικίνδυνα απόβλητα
Όρος: Landfill for inert waste
Μετάφραση: Χώροι υγειονομικής ταφής για αδρανή απόβλητα
Όρος: Landfill for non-hazardous waste
Μετάφραση: Χώροι υγειονομικής ταφής για μη επικίνδυνα απόβλητα
Όρος: landfill leachate
Μετάφραση: Στραγγίδια (διασταλάζον υγρό) χώρου υγειονομικής ταφής
Όρος: Lanolin
Μετάφραση: Λανολίνη
Όρος: Lanosterol or isocholesterol
Μετάφραση: Λανοστερόλη
Όρος: Lanthanids
Μετάφραση: Λανθανίδες ή σπάνιες γαίες
Όρος: Lanthanum
Μετάφραση: Λανθάνιο
Όρος: Lanyards
Μετάφραση: Κορδόνια
Όρος: Large container
Μετάφραση: Μεγάλο εμπορευματοκιβώτιο
Συντομογραφία: LGV
Όρος: Large goods vehicle
Μετάφραση:
Όρος: Large packaging
Μετάφραση: Μεγάλη συσκευασία
Όρος: Large salvage packaging
Μετάφραση: Μεγάλη συσκευασία περισυλλογής
Όρος: Larynx
Μετάφραση: Λάρυγγας
Όρος: Laser
Μετάφραση: Λέιζερ
Όρος: Laser radiation
Μετάφραση: Ακτινοβολία λέιζερ
Όρος: Last load
Μετάφραση: Τελευταίο φορτίο
Όρος: Late effects
Μετάφραση: Μακροχρόνιες επιπτώσεις
Όρος: Late impact
Μετάφραση: Μακροχρόνιες επιπτώσεις
Όρος: Late pre-registration
Μετάφραση: Καθυστερημένη προκαταχώριση
Όρος: Latent
Μετάφραση: Λανθάνων
Όρος: Latent period
Μετάφραση: Περίοδος επώασης
Όρος: Latest application date
Μετάφραση: Ημερομηνία λήξης
Όρος: Latex allergy
Μετάφραση: Αλλεργία στο λάτεξ
Όρος: latex coated work gloves
Μετάφραση: Ντυμένα λάτεξ γάντια εργασίας
Όρος: Latex foam
Μετάφραση: Αφρώδες ελαστικό
Όρος: Lauric acid or dodecanoic acid
Μετάφραση: Λαυρικό οξύ ή δωδεκανοϊκό οξύ
Όρος: Lauric alcohol see lauryl alcohol
Μετάφραση:
Όρος: Laurolactam
Μετάφραση: Λαυρολακτάμη
Όρος: Lauryl alcohol or lauric alcohol or 1-dodecanol
Μετάφραση: Λαυρική αλκοόλη ή 1-δωδεκανόλη
Όρος: Lauryl hydrogen sulfate
Μετάφραση: Όξινος θειικός λαυρυλεστέρας
Όρος: Law
Μετάφραση: Νόμος
Όρος: Lawrencium
Μετάφραση: Λωρένσιο
Όρος: Laying
Μετάφραση: Επίστρωση
Όρος: Leachate
Μετάφραση: Στράγγισμα, έκπλυση
Όρος: Leaching
Μετάφραση: Έκπλυση
Όρος: Leaching and migration tests
Μετάφραση: Δοκιμές έκπλυσης και μετανάστευσης
Όρος: Leaching limit values
Μετάφραση: Οριακές τιμές έκπλυσης
Όρος: Lead
Μετάφραση: Μόλυβδος ή πλούμπιο