Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 151 - 200, σε σύνολο 435
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Fire protection
Μετάφραση: Πυροπροστασία ή πυρασφάλεια

Όρος: Fire resistance
Μετάφραση: πυραντίσταση

Όρος: Fire resistant paint
Μετάφραση: Χρώμα πυράντοχο

Όρος: Fire resistant substances
Μετάφραση: Πυρίμαχες ουσίες

Όρος: Fire retardant
Μετάφραση: Επιβραδυντικό φλόγας

Όρος: Fire retardant paint or flame retardant paint
Μετάφραση: Χρώμα πυροπροστασίας

Όρος: Fire-extinguisher
Μετάφραση: Πυροσβεστήρας

Όρος: Fire-fighting hoses
Μετάφραση: Σωλήνες πυρόσβεσης

Όρος: Fireball
Μετάφραση: Πύρινη σφαίρα

Όρος: Fireboard
Μετάφραση: Ινοσανίδες

Όρος: Firefighter
Μετάφραση: Πυροσβέστης

Όρος: Firefighting appliances
Μετάφραση: Πυροσβεστικός εξοπλισμός

Όρος: Fireproofing of buildings
Μετάφραση: Πυροπροστασία κτηρίων

Όρος: Firewall
Μετάφραση: Τείχος ασφαλείας

Όρος: First aid
Μετάφραση: Πρώτες βοήθειες

Όρος: First aid cabinet
Μετάφραση: Κουτί πρώτων βοηθειών

Όρος: First aid kit
Μετάφραση: Κιβώτιο πρώτων βοηθειών

Όρος: First responders
Μετάφραση: Ομάδες πρώτης (1ης) απόκρισης

Με σχετικά Links:

Όρος: First-aid measures
Μετάφραση: Μέτρα πρώτων βοηθειών

Συντομογραφία: FELS toxicity test
Όρος: Fish early-life stage toxicity test
Μετάφραση: Δοκιμή τοξικότητας στα αρχικά στάδια ζωής των ψαριών

Όρος: Fissile material
Μετάφραση: Σχάσιμο υλικό

Όρος: Fissile nuclides
Μετάφραση: Σχάσιμα νουκλεΐδια

Όρος: Fistula
Μετάφραση: Συρίγγιο

Όρος: Fit for work
Μετάφραση: Ικανός για εργασία

Όρος: fit note
Μετάφραση: γνωμάτευση ικανότητας προς εργασία

Όρος: fitted ready for use
Μετάφραση: δοχείο πίεσης έτοιμο προς χρήση

Όρος: Fitting
Μετάφραση: Προσαρμογή

Όρος: Fixed contamination
Μετάφραση: Μόνιμη μόλυνση

Όρος: Fixed cover
Μετάφραση: Σταθερό κάλυμμα

Όρος: Fixed firefighting system
Μετάφραση: Μόνιμο σύστημα πυρόσβεσης

Όρος: Fixed guard
Μετάφραση: Σταθερός προφυλακτήρας

Όρος: Fixed ladders
Μετάφραση: Σταθερές σκάλες

Όρος: Fixed LPG storage tank
Μετάφραση: Σταθερή δεξαμενή αποθήκευσης υγραερίου (LPG)

Όρος: Fixed tank
Μετάφραση: Σταθερή δεξαμενή

Όρος: Flagellae
Μετάφραση: Βλεφαρίδες ή μαστίγια

Όρος: Flake
Μετάφραση: Φολίδα, Νιφάδα

Όρος: Flame
Μετάφραση: Φλόγα

Όρος: Flame arrester
Μετάφραση: Φλογοπαγίδα

Συντομογραφία: FAAS
Όρος: Flame atomicabsorption spectrometry
Μετάφραση: Φασματομετρία ατομικής απορρόφησης φλόγας

Συντομογραφία: FID
Όρος: Flame ionization detection
Μετάφραση: Ανίχνευση ιονισμού φλόγας

Συντομογραφία: FPD
Όρος: Flame photometric detector
Μετάφραση: Φωτομετρικός ανιχνευτής φλόγας

Όρος: Flame propagation
Μετάφραση: Διάδοση φλόγας

Όρος: Flame retardants
Μετάφραση: Επιβραδυντές φλόγας (καύσης)

Όρος: flame retardants
Μετάφραση: επιβραδυντικά φλόγας

Όρος: Flame screen
Μετάφραση: Δικτυωτό συγκρατήσεως φλογών

Όρος: Flame spectroscopy
Μετάφραση: Φασματοσκοπία φλόγας, φλογοφωτομετρία

Όρος: Flame test cobalt glass
Μετάφραση: Ύαλος κοβαλτίου για τη δοκιμή φλόγας

Όρος: Flameproof enclosure
Μετάφραση: Αντιπυρικό περίβλημα

Όρος: Flameproof joints
Μετάφραση: Πυροστεγείς σύνδεσμοι

Όρος: Flaming off
Μετάφραση: Πυρόλυση

Ακολουθήστε μας