Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 351 - 400, σε σύνολο 604
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Boron sulfate
Μετάφραση: Θειικό βόριο

Όρος: Boron tribromide
Μετάφραση: Τριβρωμιούχο βόριο

Όρος: Boron trichloride
Μετάφραση: Τριχλωριούχο βόριο

Όρος: Boron trifluoride
Μετάφραση: Τριφθοριούχο βόριο

Όρος: Borreliosis
Μετάφραση: Μπορελίωση

Όρος: Boss
Μετάφραση: Συνδετήρας

Όρος: Bottle gas washing
Μετάφραση: Πλυντρίδες αερίου

Όρος: Bottle pipette dropping
Μετάφραση: Σταγονομετρικά φιαλίδια τύπου

Όρος: Bottle polypropylene
Μετάφραση: Φιάλη πολυπροπυλενίου

Όρος: Bottle reagent
Μετάφραση: Φιάλη αντιδραστηρίων στενόλαιμη

Όρος: Bottle wash
Μετάφραση: Υδροβολέας

Όρος: Bound fraction
Μετάφραση: Δεσμευμένο κλάσμα (ανοσοβιολογική δοκιμασία)

Όρος: Bowel
Μετάφραση: Έντερο

Όρος: Box
Μετάφραση: Κιβώτιο

Όρος: Bradycardia
Μετάφραση: Βραδυκαρδία

Όρος: Brain
Μετάφραση: Εγκέφαλος

Όρος: Brain cancer
Μετάφραση: Καρκίνος του εγκεφάλου

Όρος: Brain damages
Μετάφραση: Βλάβες στον εγκέφαλο

Όρος: Brain injury
Μετάφραση: Εγκεφαλική κάκωση

Συντομογραφία: BSFC
Όρος: Brake specific fuel consumption
Μετάφραση: κατανάλωσης καυσίμου σε καθορισμένη πέδη

Όρος: Braking system
Μετάφραση: Σύστημα πέδησης

Όρος: Branch office
Μετάφραση: Υποκατάστημα

Όρος: Brass
Μετάφραση: Ορείχαλκος

Όρος: Brassylic acid, undecanedioic acid
Μετάφραση:

Όρος: Brazing
Μετάφραση: Μπρουντζοκόλληση

Όρος: Break
Μετάφραση: Διάλειμμα (π.χ. εργασίας)

Όρος: Breakaway
Μετάφραση: Διάταξη απεμπλοκής

Όρος: Breaker or switch
Μετάφραση: Διακόπτης

Όρος: Breaking up
Μετάφραση: Διαχωρισμός

Συντομογραφία: BTT
Όρος: Breakthrough time
Μετάφραση: Χρόνος διαφυγής

Συντομογραφία: BTV
Όρος: Breakthrough volume
Μετάφραση: Όγκος διαφυγής

Όρος: Breastfeeding
Μετάφραση: Γαλουχούσα

Όρος: Breath zone
Μετάφραση: Ζώνη αναπνοής

Όρος: Breathing
Μετάφραση: Αναπνοή

Όρος: Breathing apparatus
Μετάφραση: Αναπνευστική συσκευή

Όρος: Breathing problems
Μετάφραση: Αναπνευστικά προβλήματα

Όρος: brewing
Μετάφραση: ζυθοποιία

Όρος: Bricklaying
Μετάφραση: Πλινθοδομή

Όρος: Brickwork
Μετάφραση: Οπτοπλινθοδομή

Όρος: Bridging principles
Μετάφραση: Αρχές παρεκβολής»

Όρος: Brief general description of use
Μετάφραση:

Όρος: Brightness or brilliance
Μετάφραση: Λαμπρότητα

Συντομογραφία: BOHS
Όρος: British occupational hygiene society
Μετάφραση:

Συντομογραφία: BFQ
Όρος: British Quality Foundation
Μετάφραση: Βρετανικό Ίδρυμα Ποιότητας

Συντομογραφία: BSI
Όρος: British Standards Institution
Μετάφραση: Ινστιτούτο Βρετανικών Προτύπων, Βρετανικός Φορέας Τυποποίησης

Όρος: Broaches
Μετάφραση: Τριβέλια

Όρος: Broad
Μετάφραση: Ευρύ

Όρος: Broad exposure scenario
Μετάφραση:

Όρος: Broadening
Μετάφραση: Διεύρυνση

Όρος: broker
Μετάφραση: μεσίτης

Ακολουθήστε μας