Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 151 - 200, σε σύνολο 604
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Benzyl trichloride see benzotrichloride
Μετάφραση:

Όρος: Benzylamine
Μετάφραση: Βενζυλαμίνη

Όρος: Benzyldi(n-butyl)amine
Μετάφραση: Βενζυλο δι(n-βουτυλ)αμίνη

Όρος: Benzyldimethylamine
Μετάφραση: Βενζυλοδιμεθυλαμίνη

Όρος: Benzylic hydrogen
Μετάφραση: Βενζυλικό υδρογόνο

Όρος: Benzylisoquinoline
Μετάφραση: Βενζυλοϊσοκινολίνη

Όρος: Benz[a]anthracene
Μετάφραση: Βενζ[a]ανθρακένιο

Όρος: Berkelium
Μετάφραση: Μπερκέλιο

Όρος: Beryllia see beryllium oxide
Μετάφραση:

Όρος: Berylliosis
Μετάφραση: Βηρυλλίωση

Όρος: Beryllium acetate
Μετάφραση: Οξικό βηρύλλιο

Όρος: Beryllium bromide
Μετάφραση: Βρωμιούχο βηρύλλιο

Όρος: Beryllium carbonate
Μετάφραση: Ανθρακικό βηρύλλιο

Όρος: Beryllium chlorate
Μετάφραση: Χλωρικό βηρύλλιο

Όρος: Beryllium chloride
Μετάφραση: Χλωριούχο βηρύλλιο

Όρος: Beryllium disease
Μετάφραση: Βηρυλλίωση

Όρος: Beryllium fluoride
Μετάφραση: Φθοριούχο βηρύλλιο

Όρος: Beryllium hydroxide
Μετάφραση: Υδροξείδιο του βηρυλλίου

Όρος: Beryllium iodide
Μετάφραση: Ιωδιούχο βηρύλλιο

Όρος: Beryllium nitrate
Μετάφραση: Νιτρικό βηρύλλιο

Όρος: Beryllium oxide or beryllia
Μετάφραση: Οξείδιο του βηρυλλίου ή βηρυλλία

Όρος: Beryllium phosphate
Μετάφραση: Φωσφορικό βηρύλλιο

Όρος: Beryllium sulphate
Μετάφραση: Θεικό βηρύλλιο

Όρος: Beryllium, glucinium
Μετάφραση: Βηρύλλιο, γλυκίνιο

Συντομογραφία: BAT
Όρος: Best Available Technique
Μετάφραση: Βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική

Συντομογραφία: BREF
Όρος: Best available technique reference document
Μετάφραση: Έγγραφο αναφοράς για τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές

Όρος: best available techniques
Μετάφραση: βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές

Όρος: Best practise
Μετάφραση: Καλή πρακτική

Όρος: Beta carotene
Μετάφραση: Βήτα καροτίνη

Όρος: Betaine or trimethylglycine
Μετάφραση: Βεταΐνη ή τριμεθυλογλυκίνη

Όρος: Between-laboratory reproducibility
Μετάφραση: Αναπαραγωγιμότητα μεταξύ εργαστηρίων

Όρος: Bias
Μετάφραση: Στρεβλότητα ή συστηματικό σφάλμα

Όρος: Biased liability theory
Μετάφραση: Θεωρία προκατειλημμένης προδιάθεσης

Όρος: Bicarbonate of soda
Μετάφραση: Διττανθρακική σόδα

Όρος: Bicyclohexenyl
Μετάφραση: Δικυκλοεξενύλιο

Όρος: Bifenthrin
Μετάφραση: Διφαινθρίνη

Όρος: Bilayer
Μετάφραση: Αμφιστιβάδα

Όρος: Bile
Μετάφραση: Χολή

Όρος: Bilge oils
Μετάφραση: Έλαια υδροσυλλεκτών πλοίων

Όρος: Bilge pump
Μετάφραση: Αντλία κύτους

Όρος: Bimodal distribution
Μετάφραση: Δικόρυφη κατανομή

Όρος: Binary number
Μετάφραση: Δυαδικός αριθμός

Όρος: Binaural
Μετάφραση: Αμφίπλευρα ακουστός

Όρος: Binder
Μετάφραση: Συνδετικό, συνδετικό μέσο/ υλικό

Όρος: Binomial distribution
Μετάφραση: Διωνυμική κατανομή

Όρος: Binucleate cells
Μετάφραση: Διπύρηνα κύτταρα

Συντομογραφία: BCF
Όρος: Bio concentration factor
Μετάφραση: Συντελεστής βιοσυγκέντρωσης (ΣΒΣ)

Συντομογραφία: BMF
Όρος: Bio magnification factor
Μετάφραση:

Όρος: Bio-inose
Μετάφραση: Βιοϊνόζη

Όρος: bio-waste
Μετάφραση: βιολογικά απόβλητα

Ακολουθήστε μας