Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 846Β_1990 | 5.83 MB |
α. Τις διατάξεις του άρθρου 10 του Προεδρικού ∆ιατάγµατος 437/85 «Περί καθορισµού και ανακατανοµής των αρµοδιοτήτων των Υπουργείων» (ΦΕΚ 157/19.9.1985 τ.Α’).
β. Το άρθρο 22 του Ν. 1682/1987 «Μέσα και όργανα αναπτυξιακής πολιτικής κ.λπ.» (ΦΕΚ 14/16.2.1987 τ.Α’).
γ. Τις διατάξεις του Π.∆. 460/1976 (ΦΕΚ 170/6.7.1976 τ.Α’).
δ. Τις αποφάσεις 17483/1978 (ΦΕΚ 288/28.3.1978 τ.Β’) και 17484/282/1978 (ΦΕΚ 283/30.3.1978 τ.Β’) του Υπουργού Βιοµηχανίας και Ενέργειας, ως και το Προεδρικό ∆ιάταγµα 44 (ΦΕΚ 15/17.2.1987 τ.Α’).
ε. Τις διατάξεις του Προεδρικού ∆ιατάγµατος 238/1979 «Περί Οργανισµού του Υπουργείου Βιοµηχανίας και Ενέργειας» (ΦΕΚ 66/4.4.1979 τ.Α’) αποφασίζουµε:
α. Καθορίζουµε τις τεχνικές προδιαγραφές διαµόρφωσης, σχεδίασης, κατασκευής, ασφαλούς λειτουργίας και πυροπροστασίας για όλες τις εγκαταστάσεις διυλιστηρίων και λοιπών βιοµηχανιών πετρελαίου που λειτούργησαν σε προγενέστερο χρόνο από τη δηµοσίευση της παρούσας ή πρόκειται να λειτουργήσουν µετά την έναρξη ισχύος αυτής.
β. Οι υπεύθυνοι των παραπάνω εγκαταστάσεων υποχρεούνται να υποβάλουν στην κατά τόπο αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία µελέτη πυροπροστασίας για έγκριση, η οποία συντάσσεται και υπογράφεται από τεχνικό επιστήµονα που έχει τα προσόντα σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις.
Για βοηθητικές εγκαταστάσεις σε ανεξάρτητους χώρους που θεωρούνται αναπόσπαστα λειτουργικά µέρη του όλου συγκροτήµατος δεν συντάσσεται ανεξάρτητη µελέτη πυροπροστασίας, αλλά αυτές περιλαµβάνονται στην µελέτη της κύριας εγκατάστασης.
Εξαιρούνται οι βοηθητικές εγκαταστάσεις που απέχουν από την κύρια εγκατάσταση απόσταση µεγαλύτερη από 50 χιλ/τρα ή έχουν ανταπόκριση επικοινωνίας µεγαλύτερη από 30’ της ώρας.
Η παραπάνω µελέτη πυροπροστασίας πρέπει να περιλαµβάνει σύµφωνα µε τους κανόνες της παρούσας απόφασης:
- Τα προληπτικά µέτρα πυροπροστασίας του συνόλου της εγκατάστασης.
- Τα κατασταλτικά µέσα καταπολέµησης πυρκαγιάς.
- Τη συγκρότηση οµάδας (ή οµάδων πυροπροστασίας από το προσωπικό της εγκατάστασης.
- Επίσης θα καθορίζει το είδος της εκπαίδευσης και τα ειδικά καθήκοντα της οµάδας (ή των οµάδων) πυροπροστασίας, σε θέµατα πρόληψης, περιστολής και καταστολής της πυρκαγιάς, καθώς και τον τρόπο δράσης της (ή δράσης τους).
Για τη χορήγηση, από τις αρµόδιες Υπηρεσίες, των αδειών εγκατάστασης, επέκτασης ή εκσυγχρονισµού εγκαταστάσεων διυλιστηρίων και λοιπών βιοµηχανιών πετρελαίου απαιτείται, πλην των λοιπών δικαιολογητικών και η υποβολή της µελέτης πυροπροστασίας θεωρηµένης από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία.
Η άδεια λειτουργίας των εν λόγω εγκαταστάσεων θα εκδίδεται εφόσον προσκοµισθεί, στην αρµόδια για την έκδοση της άδειας λειτουργίας Υπηρεσία, πιστοποιητικό της αρµόδιας Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ότι έχουν ληφθεί τα αναφερόµενα στην µελέτη µέτρα και µέσα πυροπροστασίας.
Το πιστοποιητικό αυτό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ισχύει για 5 χρόνια.
Η µελέτη Πυροπροστασίας και το Πιστοποιητικό Πυροπροστασίας εκδίδονται για οποιαδήποτε περίπτωση ίδρυσης, επέκτασης, διαρρύθµισης και εκσυγχρονισµού εγκαταστάσεων για τις οποίες θα εκδοθούν οι αντίστοιχες άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας.
Επίσης, Μελέτη Πυροπροστασίας και Πιστοποιητικό Πυροπροστασίας απαιτούνται για την προσαρµογή των υφιστάµενων εγκαταστάσεων µε τις διατάξεις της παρούσας.
Προκειµένου να εγκριθεί η µελέτη Πυροπροστασίας κάθε εγκατάστασης, από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, απαιτείται να υποβληθούν εκτός των άλλων απαραίτητων εντύπων, µελετών και σχεδίων και τα παρακάτω στοιχεία:
1. Λεπτοµερής κατάσταση των πιθανών κινδύνων, περιλαµβανοµένων των τοποθεσιών εκδήλωσης, της διάταξης των επικίνδυνων περιοχών και των επικίνδυνων (εύφλεκτων ή εκρηκτικών) υλικών που διακινεί ή επεξεργάζει η εγκατάσταση.
2. Τύπος διατιθέµενου αφρογόνου και αναλογία ανάµιξης.
3. Απαιτούµενη µέγιστη ποσότητα αφροδιαλύµατος, που δυνατόν να απαιτηθεί και το απόθεµα της εγκατάστασης σε αφρογόνο.
4. Υπολογισµοί, βάσει των οποίων προσδιορίστηκε η µέγιστη απαίτηση σε αφρό.
5. Υδραυλικός υπολογισµός της εγκατάστασης αφρού.
6. Αναφορά όλων των διατιθέµενων αφροποιητικών µέσων (τύπος, παροχή).
7. Θέσεις γραµµών αφρού, ανιχνευτών (αν υπάρχουν), µηχανισµών χειρισµού, εγκαταστάσεων αφροπαραγωγής, στοµίων εξόδου αφρού, σηµείων σύνδεσης αυτοκινήτων (αν υπάρχουν) ή
άλλων βοηθητικών πυροσβεστικών µηχανισµών.
8. Απαίτηση σε νερό (πόσο νερό για τη µέγιστη αφροπαραγωγή και πόσο για πρόσθετη χρήση).
9. ∆ιατιθέµενη συνολική ποσότητα νερού, χρόνος, παροχή, πίεση, χωρητικότητα δεξαµενής
νερού, αναφορά µόνιµων ψυκτικών συστηµάτων και συστηµάτων καταιονισµού.
10. Σχέδιο µε υδρολήψεις, κατανοµή δικτύου νερού, µηχανισµός λειτουργίας, βάννες κ.λπ.
11. Συνολικά γραµµικά σχέδια των παραπάνω (σηµεία 7, 8, 9 και 10 της παρούσας παραγράφου).
12. Λεπτοµέρειες και επεξηγήσεις των ειδικών περιπτώσεων και χαρακτηριστικών.
Προκειµένου να εκδοθεί το πιστοποιητικό πυροπροστασίας απαιτείται να υποβληθούν επιπλέον:
- Γενική κατάσταση όλου του υπόλοιπου φορητού, µόνιµου ή ηµιµόνιµου πυροσβεστικού εξοπλισµού (ποσότητα, τύπος, ικανότητα).
Σχετικά µε τους πυροσβεστήρες, αυτοί θα συνοδεύονται µε πιστοποιητικά ετοιµότητας και του προβλεπόµενου περιοδικού ελέγχου.
Το πιστοποιητικό αυτό θα εκδίδεται από το σχετικό υπεύθυνο τµήµα των εγκαταστάσεων ή από τον εργολάβο που έχει επίσηµα αναλάβει την συντήρηση των πυροσβεστήρων.
- Υπεύθυνη δήλωση του Ν. 1599/86 υπογεγραµµένη από τον υπεύθυνο Μηχανολόγο ή Χηµικό Μηχανικό της Εταιρείας, ότι όλος ο πυροσβεστικός εξοπλισµός συντηρείται τακτικά και ότι
είναι σε πλήρη ετοιµότητα.
- Υπεύθυνη δήλωση του Ν. 1599/86 των αρµόδιων Τεχνικών Υπηρεσιών του ∆ιυλιστηρίου ή αναγνωρισµένων Γραφείων Επιθεώρησης ότι όλος ο ηλεκτρ/µηχανολογικός εξοπλισµός ελέγχεται και συντηρείται σε τακτά χρονικά διαστήµατα σύµφωνα µε τα Ελληνικά πρότυπα και ελλείψει τούτων σύµφωνα µε τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Οικονοµικής Κοινότητας ή µιας των χωρών αυτής ή τα αντίστοιχα των Ηνωµένων Πολιτειών της Αµερικής και τους αναγνωρισµένους κανόνες επιθεώρησης ηλεκτροµηχανολογικού εξοπλισµού.
Η έγκριση της αρτιότητας του πυροσβεστικού συστήµατος ανήκει αποκλειστικά στην αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία της περιοχής που θα εκδόσει το απαραίτητο πιστοποιητικό.
Η Πυροσβεστική Υπηρεσία έχει το δικαίωµα να ενεργεί αυτεπάγγελτα έλεγχο οποτεδήποτε κρίνει σκόπιµο, για την εφαρµογή του παρόντος Κανονισµού. Σε περίπτωση διαπίστωσης µη τήρησης του Κανονισµού, έχει το δικαίωµα ανάκλησης του πιστοποιητικού µε ταυτόχρονη γνωστοποίηση στις αρµόδιες Υπηρεσίες του ΥΒΕΤ.
Η απόφαση αυτή µαζί µε το περιεχόµενο του παραπόδας Κανονισµού, των συνηµµένων σ’ αυτόν παραρτηµάτων των ακολουθούντων σχεδιαγραµµάτων ως και το κείµενο των συµπληρωµατικών διατάξεων να δηµοσιευθεί στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 21 ∆εκεµβρίου 1990
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
∆ΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΒΙΟΜ. ΕΝΕΡΓ. & ΤΕΧΝ/ΓΙΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑ∆ΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ∆ΗΜΑΣ
Με τον όρο πετρελαιοειδή εννοούµε σειρά κυρίως υγρών προϊόντων που παράγονται στην βιοµηχανία πετρελαίου.
Τα προϊόντα αυτά, συνήθως υφίστανται περαιτέρω επεξεργασία προκειµένου να αποκτήσουν τις κατάλληλες προδιαγραφές και ιδιότητες που προβλέπονται, για τη διάθεση στην κατανάλωση µε τη γενική ονοµασία Υγρά καύσιµα (Λεπτοµέρειες στο κεφάλαιο Μονάδες Παραγωγής).
Τα πετρελαιοειδή γενικότερα είναι µίγµατα υγρών υδρογονανθράκων (Χηµικές οργανικές ενώσεις άνθρακα και υδρογόνου) διαφορετικού µοριακού βάρους και αναλογίας σύστασης.
Κύριες ιδιότητες των πετρελαιοειδών είναι η καύση τους (εύκολα ή δύσκολα) και η µη διαλυτότητα στο νερό. Η τελευταία αυτή ιδιότητα οφείλεται στο µη πολικό χαρακτήρα τους.
Αντίθετα, πρέπει να επισηµανθεί ότι υπάρχουν και άλλες οργανικές χηµικές ενώσεις σε υγρή µορφή, µε βασικά συστατικά τον άνθρακα και το υδρογόνο, επίσης εύφλεκτες, αλλά διαλυτές στο νερό (π.χ. Αλκοόλες κ.λπ.). Αυτές βέβαια αν και εύφλεκτες δεν θεωρούνται ως υγρά καύσιµα, αλλά επειδή έχουν µεγάλη χρήση στη βιοµηχανία του πετρελαίου, των λιπαντικών κ.λπ. ως πρόσθετα στα καύσιµα ή ως διαλύτες θα έχουν ιδιαίτερη αναφορά στα τεχνικά κεφάλαια του παρόντος.
3.1 Τα πετρελαιοειδή σύµφωνα µε το σηµείο ανάφλεξης, όπως προσδιορίζεται µε τη µέθοδο του κλειστού δοχείου, ταξινοµούνται στις παρακάτω κατηγορίες:
Κατηγορία Ο : Υγροποιηµένα αέρια πετρελαίου
Κατηγορία Ι: Υγρά τα οποία έχουν σηµεία ανάφλεξης κάτω από 21°C.
Κατηγορία ΙΙ: Υγρά τα οποία έχουν σηµεία ανάφλεξης από 21°C µέχρι 55°C.
Κατηγορία ΙΙΙ: Υγρά τα οποία έχουν σηµεία ανάφλεξης από 55°C (συµπεριλαµβανοµένου) µέχρι και 100°C.
Αταξινόµητα υγρά, τα οποία έχουν σηµεία ανάφλεξης πάνω από 100°C.
Η κατηγορία ΙΙ και η κατηγορία ΙΙΙ µπορεί να υποδιαιρεθούν σύµφωνα µε τις συνθήκες που διακινούνται τα πετρελαιοειδή στις κατηγορίες ΙΙ (1) ή ΙΙΙ (1) που αφορούν τις περιπτώσεις που η θερµοκρασία του διακινουµένου πετρελαιοειδούς είναι µικρότερη από το σηµείο ανάφλεξής τους και στις κατηγορίες ΙΙ (2) και ΙΙΙ (2) που αφορούν τις περιπτώσεις που θερµοκρασία του διακινούµενου πετρελαιοειδούς είναι ίση ή µεγαλύτερη από το σηµείο ανάφλεξής του.
3.2 Σε περίπτωση που η θερµοκρασία περιβάλλοντος είναι αρκετά υψηλή, έτσι ώστε η θερµοκρασία του διακινουµένου πετρελαιοειδούς να ξεπερνά τους 21°C ή σε περίπτωση που το διακινούµενο πετρελαιοειδές θερµαίνεται τεχνητά, τότε τα πετρελαιοειδή που εµπίπτουν στην κατηγορία ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) πρέπει να διακινούνται σαν να ανήκουν στην κατηγορία Ι.
4.1 ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ -
Οι αναθυµιάσεις των πολύ ελαφρών πετρελαιοειδών είναι γενικά, άχρωµες και αόρατες. - Οι αναθυµιάσεις των βαρύτερων πετρελαιοειδών έχουν οσµή, αλλά δεν είναι δυνατό να συµπεράνει κανείς από την οσµή, κατά ποσό η συγκέντρωσή τους είναι µέσα στα όρια ανάφλεξης. - Μικρές ποσότητες αναθυµιάσεων πετρελαιοειδών στον µέρα µπορούν να σχηµατίσουν ένα εύφλεκτο µίγµα που µπορεί να αναφλεγεί από φλόγα, θερµό στοιχείο, σπινθήρα ή άλλη εστία ανάφλεξης. - Οι αναθυµιάσεις των διακινουµένων πετρελαιοειδών στις εγκαταστάσεις ή στα οχήµατα, µέσα στα πλαίσια του Κανονισµού αυτού, είναι βαρύτερες από τον αέρα. Σε περίπτωση διαρροής ή έκχυσης, οι αναθυµιάσεις θα κυλήσουν στην επιφάνεια του εδάφους ή διαµέσου οχετού αποστράγγισης και θα συγκεντρωθούν στο χαµηλότερο επίπεδο των γύρω χώρων. Σε ήρεµες συνθήκες αέρα, ο διασκορπισµός των συσσωρευµένων αναθυµιάσεων µπορεί να είναι αργός. - Τα πετρελαιοειδή υγρά, που διακινούνται στις εγκαταστάσεις ή οχήµατα, επιπλέουν στο νερό. Όταν συµβεί διαρροή ή έκχυση, σε περιοχές που υπάρχει νερό, το προϊόν θα απλωθεί στην επιφάνεια του νερού. Εάν το προϊόν της διαρροής ή της έκχυσης πλησιάσει οχετό ή ροή νερού, µπορεί να µεταφερθεί σε µεγάλη απόσταση και µέσα σε περιοχή που µπορεί να δηµιουργήσει κίνδυνο. Επειδή τα πετρελαιοειδή υγρά επιπλέουν στο νερό, η χρήση νερού για κατάσβεση πυρκαγιάς µπορεί απλά και µόνο να απλώσει την πυρκαγιά.
4.2 ΤΟΞΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ - Η αναθυµίαση από οποιοδήποτε προϊόν πετρελαίου σε υψηλές συγκεντρώσεις, µπορεί να προκαλέσει νάρκωση και αναισθησία, όπως και ασφυξία, αν η συγκέντρωση είναι αρκετά υψηλή, ώστε να µειώσει την περιεκτικότητα του οξυγόνου, στον αέρα, κάτω από 18%. - Οι αναθυµιάσεις των περισσοτέρων προϊόντων πετρελαίου σε χαµηλά ποσοστά συγκέντρωσης είναι ελαφρά αναισθητικές, εάν εισπνευσθούν. Η εισπνοή αέρα µε υψηλές συγκεντρώσεις αναθυµιάσεων, θα έπρεπε να αποφεύγεται καθώς και η εισπνοή αέρα µε χαµηλές συγκεντρώσεις και µεγάλα χρονικά διαστήµατα. - Επειδή τα περισσότερα πετρελαιοειδή υγρά είναι διαλύτες λιπαρών, η επαφή µε αυτά ελαττώνει τις φυσικές προστατευτικές ιδιότητες των λιπών του δέρµατος και συνεπώς ενεργούν σαν ήπια δερµατοερεθιστικά. Πρέπει να αποφεύγεται συνεχής ή επαναλαµβανόµενη επαφή τους µε το δέρµα. Σε περίπτωση δερµατικής επαφής, τα µολυσµένα µέρη του σώµατος πρέπει να πλυθούν πάρα πολύ καλά µε νερό και σαπούνι. - Τα προϊόντα πετρελαίου είναι δυνατόν να καταστούν επικίνδυνα στην κατάποση. - Πολλά προϊόντα πετρελαίου περιέχουν πρόσθετα, για τα οποία πρέπει να παίρνονται ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την διακίνησή τους. Τα πρόσθετα µπορεί να αλλάζουν από καιρό σε καιρό. Στην περίπτωση ενός νέου πρόσθετου, οι ιδιότητές του πρέπει να έχουν εξακριβωθεί προτού εκτεθεί το προσωπικό στο υγρό, ή στις αναθυµιάσεις του και πρέπει να δοθούν οδηγίες για τον τρόπο διακίνησής του. Στην περίπτωση πρόσθετου που χρησιµοποιείται για πρώτη φορά, οι υποδείξεις του κατασκευαστή του πρόσθετου θα πρέπει να λαµβάνονται σοβαρά υπόψη.
4.3 ΕΥΦΛΕΚΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ - Τα προϊόντα πετρελαίου που αναφέρονται σε αυτόν τον Κανονισµό καίγονται. Το υγρό καύσιµο αυτό καθαυτό δεν καίγεται, ενώ το αέριο που προέρχεται από αυτό καίγεται. Τα υγρά προϊόντα πετρελαίου εξαεριώνονται εύκολα. Αυτό σηµαίνει, ότι αµέσως δηµιουργούν αναθυµιάσεις που αναµιγνύονται µε τον αέρα. Μερικά προϊόντα όπως η βενζίνη δίνει αέρια σε χαµηλές θερµοκρασίες, τόσο χαµηλές, όπως 45°C κάτω από το 0. Άλλα, όπως το βαρύ πετρέλαιο καύσης (µαζούτ), πρέπει να θερµανθούν για να δηµιουργήσουν αναθυµιάσεις. - Για να αναφλεγούν οι αναθυµιάσεις του πετρελαίου, πρέπει να αναµιχθούν µε τον αέρα σε ορισµένες αναλογίες. Όταν οι ατµοί αναµιχθούν µε τον αέρα σε αυτές τις αναλογίες, σχηµατίζουν ένα εύφλεκτο µίγµα, το οποίο µπορεί να αναφλεγεί από οποιαδήποτε εστία ανάφλεξης. Οι ατµοί των περισσοτέρων προϊόντων πετρελαίου έχουν σηµεία αυτανάφλεξης µεταξύ 260°C-480°C. - Όπου η αναλογία των αερίων στο µίγµα είναι κάτω του 1% του όγκου, το µίγµα αναφλέγεται και καλείται πολύ φτωχό προς ανάφλεξη ή κάτω του κατωτέρου ορίου ανάφλεξης. Όταν η αναλογία των αερίων στο µίγµα είναι πάνω από 8% του όγκου, το µίγµα πάλι δεν αναφλέγεται αλλά καλείται πολύ πλούσιο προς ανάφλεξη ή πάνω από το ανώτερο όριο ανάφλεξης.
4.4 ΕΠΙΚΙΝ∆ΥΝΗ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ 4.4.1 Η τάση των ατµών του πετρελαιοειδούς είναι ένας σηµαντικός παράγοντας για δηµιουργία επικίνδυνης ατµόσφαιρας. - Προϊόντα χαµηλής τάσης ατµών όπως είναι το ντήζελ ή το βαρύ πετρέλαιο (µαζούτ), στη θερµοκρασία που διακινούνται δηµιουργούν µέσα στη δεξαµενή ή στο δοχείο στο οποίο περιέχονται, ατµόσφαιρα, η οποία κανονικά είναι πολύ φτωχή για να αναφλεγεί. Παρ’όλα αυτά, η ατµόσφαιρα στο χώρο πάνω από τα προϊόντα αυτά µπορεί να αναφλεγεί σε θερµοκρασίες χαµηλότερες από το σηµείο ανάφλεξής τους, εάν το προϊόν παρουσιάζεται σε µορφή οµιχλώδη ή ψεκασµού, η οποία προκαλείται από µια γρήγορη ή τυρβώδη πλήρωση. - Προϊόντα υψηλής τάσης ατµών όπως η βενζίνη δηµιουργούν σε συνθήκες ισορροπίας, ατµόσφαιρα, η οποία κατά κανόνα είναι πολύ πλούσια για να αναφλεγεί. ∆εν πρέπει όµως να δίνεται αξιοπιστία σε ατµούς µε συγκέντρωση µεγαλύτερη από εκείνη του ανώτερου ορίου ανάφλεξης. - Προϊόντα µέσης τάσης ατµών µπορεί σε οποιαδήποτε στιγµή, κατά τη διακίνησή τους, να δηµιουργήσουν ένα εύφλεκτο µίγµα αερίων και εποµένως επικίνδυνη ατµόσφαιρα. Συνηθέστερο από αυτά τα προϊόντα είναι το AVTAG (JEG JP4, καύσιµο αεροπορίας). Κατάσταση επικίνδυνης ατµόσφαιρας στο διάκενο χώρο µιας δεξαµενής ή ενός δοχείου δηµιουργείται επίσης, κατά την φόρτωση διαφορετικού προϊόντος και επίσης κατά την διάρκεια της απελευθέρωσης ατµών µιας δεξαµενής, η οποία περιέχει ένα προϊόν υψηλής τάσης ατµών. Η παράγραφος αυτή αναφέρεται στην εύφλεκτη κατάσταση του χώρου των ατµών, θα έπρεπε όµως να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής οι συνθήκες της ατµόσφαιρας κοντά στα στόµια µέτρησης, τις ανοιχτές ανθρωποθυρίδες ή τα στόµια εξαερισµού των δεξαµενών και των δοχείων. 4.4.2 Είναι εποµένως πολύ σηµαντικό να λαµβάνονται όλες οι προφυλάξεις για να αποφευχθεί ο κίνδυνος δηµιουργίας οποιασδήποτε εστίας ανάφλεξης εξαιτίας π.χ. στατικού ηλεκτρισµού κατά την διάρκεια εργασιών, όταν επικρατούν συνθήκες επικίνδυνης ατµόσφαιρας στο χώρο του διάκενου (ατµών) της δεξαµενής ή του δοχείου ή όταν µια επικίνδυνη ατµόσφαιρα θα µπορούσε να δηµιουργηθεί από µια εστία ανάφλεξης.
4.5 ΦΟΡΤΩΣΗ ∆ΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ Επικίνδυνη ατµόσφαιρα µπορεί να δηµιουργηθεί στο χώρο ατµών όταν ένα προϊόν ατµών χαµηλής τάσης, όπως το ντήζελ ή το µαζούτ, κ.τλ. φορτώνεται σε µια δεξαµενή ή σε διαµέρισµα δεξαµενής οχήµατος που προηγούµενα περιείχε προϊόν υψηλής τάσης ατµών όπως η βενζίνη. Αυτή η εργασία είναι γνωστή σαν αλλαγή είδους φορτίου. Θα έπρεπε να αποφεύγονται οι αλλαγές φορτίου, αλλά εάν είναι αναπόφευκτο πρέπει να λαµβάνονται όλες οι προφυλάξεις ώστε να µην δηµιουργηθεί εστία ανάφλεξης.
4.4.1 Η τάση των ατµών του πετρελαιοειδούς είναι ένας σηµαντικός παράγοντας για δηµιουργία επικίνδυνης ατµόσφαιρας. - Προϊόντα χαµηλής τάσης ατµών όπως είναι το ντήζελ ή το βαρύ πετρέλαιο (µαζούτ), στη θερµοκρασία που διακινούνται δηµιουργούν µέσα στη δεξαµενή ή στο δοχείο στο οποίο περιέχονται, ατµόσφαιρα, η οποία κανονικά είναι πολύ φτωχή για να αναφλεγεί. Παρ’όλα αυτά, η ατµόσφαιρα στο χώρο πάνω από τα προϊόντα αυτά µπορεί να αναφλεγεί σε θερµοκρασίες χαµηλότερες από το σηµείο ανάφλεξής τους, εάν το προϊόν παρουσιάζεται σε µορφή οµιχλώδη ή ψεκασµού, η οποία προκαλείται από µια γρήγορη ή τυρβώδη πλήρωση. - Προϊόντα υψηλής τάσης ατµών όπως η βενζίνη δηµιουργούν σε συνθήκες ισορροπίας, ατµόσφαιρα, η οποία κατά κανόνα είναι πολύ πλούσια για να αναφλεγεί. ∆εν πρέπει όµως να δίνεται αξιοπιστία σε ατµούς µε συγκέντρωση µεγαλύτερη από εκείνη του ανώτερου ορίου ανάφλεξης. - Προϊόντα µέσης τάσης ατµών µπορεί σε οποιαδήποτε στιγµή, κατά τη διακίνησή τους, να δηµιουργήσουν ένα εύφλεκτο µίγµα αερίων και εποµένως επικίνδυνη ατµόσφαιρα. Συνηθέστερο από αυτά τα προϊόντα είναι το AVTAG (JEG JP4, καύσιµο αεροπορίας). Κατάσταση επικίνδυνης ατµόσφαιρας στο διάκενο χώρο µιας δεξαµενής ή ενός δοχείου δηµιουργείται επίσης, κατά την φόρτωση διαφορετικού προϊόντος και επίσης κατά την διάρκεια της απελευθέρωσης ατµών µιας δεξαµενής, η οποία περιέχει ένα προϊόν υψηλής τάσης ατµών. Η παράγραφος αυτή αναφέρεται στην εύφλεκτη κατάσταση του χώρου των ατµών, θα έπρεπε όµως να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής οι συνθήκες της ατµόσφαιρας κοντά στα στόµια µέτρησης, τις ανοιχτές ανθρωποθυρίδες ή τα στόµια εξαερισµού των δεξαµενών και των δοχείων. 4.4.2 Είναι εποµένως πολύ σηµαντικό να λαµβάνονται όλες οι προφυλάξεις για να αποφευχθεί ο κίνδυνος δηµιουργίας οποιασδήποτε εστίας ανάφλεξης εξαιτίας π.χ. στατικού ηλεκτρισµού κατά την διάρκεια εργασιών, όταν επικρατούν συνθήκες επικίνδυνης ατµόσφαιρας στο χώρο του διάκενου (ατµών) της δεξαµενής ή του δοχείου ή όταν µια επικίνδυνη ατµόσφαιρα θα µπορούσε να δηµιουργηθεί από µια εστία ανάφλεξης.
Το κεφάλαιο αυτό καλύπτει την επιλογή χώρου για την ίδρυση βιοµηχανίας πετρελαίου µε δραστηριότητες σχετικές µε την παραγωγή, την επεξεργασία, την εναποθήκευση και τη διακίνηση πετρελαιοειδών.
- ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΠΟΘΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Η επιλογή της θέσης είναι απόφαση των αρµοδίων Υπουργών και φορέων. Κατ’ αυτή λαµβάνονται υπόψη οι τοπογραφικές και οικονοµικές συνθήκες που εναρµονίζονται απόλυτα µε τους περιβαντολλογικούς παράγοντες και τα µέτρα ασφάλειας της περιοχής. Όλες οι παραπάνω προϋποθέσεις πρέπει να τύχουν παράλληλης έγκρισης και αποδοχής του φορέα (κρατικός ή ιδιωτικός) που θα υλοποιήσει το έργο.
Ο χώρος πρέπει να είναι επαρκής για την ανάπτυξη όλων των κύριων και βοηθητικών εγκαταστάσεων µε παράλληλη πρόβλεψη για µελλοντική επέκταση.
Προσοχή πρέπει να δίνεται για ενδεχόµενη γειτνίαση µε άλλες βιοµηχανίες ή εγκαταστάσεις που ενδέχεται να αναφέρονται (βιοµηχανίες εκρηκτικών, επεξεργασίας πετρελαιοειδών, χρωµάτων, αεροδρόµια κ.λπ.).
Η ανάπτυξη µιας εγκατάστασης πετρελαιοειδών πρέπει να είναι κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αξιοποιείται σωστά η κλίση του εδάφους, το υψόµετρο και τα φυσικά εµπόδια. Η ανάπτυξη πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να εµποδίζονται ενδεχόµενες διαρροές προς τις θερµές επεξεργασίες, ενώ να αξιοποιείται η φυσική κλίση για αποχετευτικά συστήµατα. Σε αντίθετη περίπτωση θα χρειαστεί η ανάπτυξη τεχνικών αναχωµάτων προστασίας, περιφερειακά αντιπληµµυρικά φρεάτια και αντιπυρικά τοιχεία.
Η φορά και η ένταση των ανέµων, οι πιθανές θύελλες και το ύψος της βροχής στην περιοχή είναι παράγοντες που λαµβάνονται υπόψη για τον ασφαλή σχεδιασµό της εγκατάστασης. Το σεισµογενές της περιοχής επηρεάζει δυσµενώς το οικονοµικό κόστος που απαιτείται για ιδιαίτερες αντισεισµικές κατασκευές. Περιοχές µε ισχυρό ψύχος και µεγάλες χιονοπτώσεις απαιτούν ιδιαίτερα µέτρα και προδιαγραφές κατασκευής. Τέλος πρέπει να λάβουµε σοβαρά υπόψη, ότι ζηµιές προερχόµενες από τις παραπάνω αιτίες συνήθως καταλήγουν σε φωτιά.
2.1 ∆ΡΟΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗΣ
2.1.1 ∆ιάταξη
Επειδή συνίσταται η ανάπτυξη των Μονάδων, ∆εξαµενών και άλλων Εγκαταστάσεων να γίνεται µε ορθογωνική διάταξη και οι περιβάλλοντες δρόµοι θα πρέπει να έχουν ορθογωνική διάταξη. Η διάταξη αυτή εξασφαλίζει προσέγγιση από δύο αντίθετες κατευθύνσεις. Η χάραξη των δρόµων και η τοποθέτηση των Εγκαταστάσεων, των Μονάδων και των ∆εξαµενών πρέπει να προβλέπει τουλάχιστον δύο διαφορετικές πλευρές προσβολής για πυρόσβεση. Συνήθως οι δρόµοι απλής κατεύθυνσης πρέπει να έχουν πλάτος κατ’ ελάχιστο 4 µέτρα και οι διπλής κατεύθυνσης πλάτος κατ’ ελάχιστο 7 µέτρα. Αυτοί πρέπει να είναι τελείως ελεύθεροι από εµπόδια, υπερυψωµένα φρεάτια και µε καλή αποστράγγιση κ.λπ. Γενικά, οι δρόµοι πρέπει να είναι καλά στρωµένοι και κατά το δυνατό ασφαλτοστρωµένοι για τις µεγάλες εγκαταστάσεις. Οι γωνίες πρέπει να είναι µε ακτίνα στροφής µεγαλύτερη των 9m για την ασφαλή δίοδο των πυροσβεστικών οχηµάτων.
Η ελάχιστη κατακόρυφη απόσταση µεταξύ του οδοστρώµατος των δρόµων αυτών και των τυχών σωληνώσεων, ικριωµάτων κ.λπ. που µπορεί να υπάρχουν πάνω από αυτούς είναι:
- 6m για τους κύριους δρόµους εκτός µονάδων
- 5m για τους δρόµους εντός µονάδων που χρησιµοποιούνται για συντήρηση και πυρόσβεση
Από τα δύο µέρη του άξονα των κεντρικών δρόµων διπλής κατεύθυνσης πρέπει να αφήνονται 4,5m για αποφυγή συγκρούσεων οχηµάτωνεξοπλισµού και επιπλέον από τα όρια των δρόµων αυτών η απαιτούµενη απόσταση, για τους σωληνοδιαδρόµους, τα κανάλια κ.λπ.
Επιπρόσθετα:
- 6m από τα όρια µονάδας ελαφρών κλασµάτων ή από κλίβανο
- 4,5m από τα όρια άλλων µονάδων
- 1,5m από τα αναχώµατα των δεξαµενών
∆ρόµοι αδιέξοδοι, δίοδοι και προσβάσεις χαρακτηρίζονται σαν προσπελάσεις απαραίτητες για µια προσέγγιση ή διαφυγή αλλά και σε καµιά περίπτωση δεν θεωρούνται σαν δρόµοι και ειδικά σαν δρόµοι για πυροσβεστικά οχήµατα.
2.1.2 Στάθµευση Βυτιοφόρων
Πρέπει να προβλεφθεί για τα οχήµατα που µεταφέρουν προϊόντα πετρελαίου µια ξεχωριστή περιοχή στάθµευσης που να µην χρησιµοποιείται σαν χώρος στάθµευσης άλλων οχηµάτων ή για σηµεία φόρτωσης.
2.1.3 Στάθµευση Αυτοκινήτων
Ο χώρος στάθµευσης ιδιωτικών αυτοκινήτων, εάν απαιτείται, πρέπει να βρίσκεται µακριά από το χώρο εργασίας. Το καλύτερο είναι να µπορεί να κατασκευαστεί, έξω από την κύρια περίφραξη της εγκατάστασης.
2.2 ΧΩΡΟΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
2.2.1 Εγκαταστάσεις Υψηλού Κινδύνου
Οι χώροι κυκλοφορίας των εγκαταστάσεων υψηλού κινδύνου πρέπει να είναι συνήθως αρκετά µεγάλοι, ώστε να επιτρέπουν στα οχήµατα να κινούνται µέσα και έξω από τις περιοχές µε ασφάλεια και µε τους λιγότερους ελιγµούς.
2.2.2 Ευκολίες Φόρτωσης ή Εκφόρτωσης Οχηµάτων
Οι χώροι για τη φόρτωση ή εκφόρτωση οχηµάτων µε πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι, ΙΙ (2) και ΙΙΙ (2) πρέπει να βρίσκονται σε ασφαλή απόσταση από τα όρια της εγκατάστασης. Η απόσταση αυτή δεν πρέπει να είναι µικρότερη από 15 µέτρα.
2.2.3 Φώτα ∆ιακοπής Κυκλοφορίας
Επιβάλλεται η ύπαρξη φώτων διακοπής κυκλοφορίας (σηµατοδότες) σε δηµόσιους δρόµους πυκνής κυκλοφορίας που βρίσκονται σε απόσταση 100 µέτρων από πιθανό σηµείο διαρροής υγραερίου µε σκοπό την αποφυγή της έκθεσης σε κίνδυνο αυτών που πιθανώς διέρχονται από τους δρόµους αυτούς αλλά και την αποφυγή ανάφλεξης διαφυγόντος νέφους υγραερίου.Η ενεργοποίησή τους θα πρέπει να γίνεται από την εγκατάσταση κατόπιν εντολής του υπευθύνου για την αντιµετώπιση του συµβάντος. Είναι φανερό ότι τα φώτα διακοπής κυκλοφορίας µπορούν να χρησιµοποιηθούν και σε κάθε περίπτωση µεγάλου συµβάντος (πυρκαϊά κ.λπ.).
3.1 ΚΤΙΡΙΑ ∆ΙΟΙΚΗΣΗΣ
Τα κτίρια ∆ιοίκησης πρέπει να κτίζονται σε µη επικίνδυνη περιοχή και κατά προτίµηση, κοντά στην κεντρική είσοδο. Σε µια εγκατάσταση υψηλού κινδύνου είναι προτιµότερο οι επισκέπτες να µπορούν να µπαίνουν στο κτίριο ∆ιοίκησης χωρίς να µπαίνουν στο χώρο δουλειάς.
3.2 ΚΤΙΡΙΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ
Κάθε κτίριο εργασιών όπου γίνεται χρήση ή φύλαξη πετρελαιοειδών κατηγορίας Ι, ΙΙ(2), ΙΙΙ(2), πρέπει να βρίσκεται τουλάχιστον 20m από την περίφραξη της εγκατάστασης, εφόσον αυτή χαρακτηρίζεται υψηλού κινδύνου.
3.3 ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΤΙΡΙΑ
Βοηθητικά κτίρια, όπου µπορεί να δηµιουργούν κινδύνους πυρκαγιάς, λόγω της φύσης της εργασίας που γίνεται ή του εξοπλισµού που χρησιµοποιείται σε αυτά, πρέπει να τοποθετούνται σε µη επικίνδυνες περιοχές.
3.4 ΛΕΒΗΤΟΣΤΑΣΙΑ
Κτίρια Λεβητοστασίων, που περιέχουν µηχανολογική εγκατάσταση και αντλιοστάσια πρέπει να κτίζονται σε µη επικίνδυνες περιοχές και εκεί που τα µέσα κατάσβεσης της πυρκαγιάς µπορούν να λειτουργήσουν µε ασφάλεια.
4.1 ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Στο κεφάλαιο αυτό καθορίζονται οι βασικές απαιτήσεις ασφαλείας και πρακτικής για τη µελέτη, κατασκευή και λειτουργία των αποθηκευτικών και βοηθητικών εγκαταστάσεων πετρελαιοειδών.
4.2 ΚΤΙΡΙΑ ΓΙΑ ΠΛΗΡΩΣΗ, ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ
4.2.1 Γενικές Κατασκευές
Τα υλικά που χρησιµοποιούνται για την κατασκευή κτιρίων πλήρωσης συσκευασίας και αποθήκευση πρέπει να είναι αντιπυρικά και για τη κατασκευή του εξοπλισµού πρέπει να είναι άκαυστα. Τα δάπεδα πρέπει να είναι επιστρωµένα µε πλακάκια ή πέτρινες πλάκες, ή σκυρόδεµα, ή σκληρό ξύλο ή σκληρό έδαφος, αλλά εκεί όπου γεµίζονται και φορτώνονται τα βαρέλια, πρέπει να υπάρχει δάπεδο από χάλυβα ή άλλο ανθεκτικό υλικό στα λάδια, στο νερό και στη θερµοκρασία.
4.2.2 Θέρµανση
Τα κτίρια, στα οποία εναποθηκεύονται ή διακινούνται πετρελαιοειδή, πρέπει να θερµαίνονται µόνο µε τρόπο που να µην δηµιουργεί εστία ανάφλεξης.
4.2.3 Εξαερισµός
Τα κτίρια πρέπει να εξαερίζονται επαρκώς, ειδικότερα αυτά που προορίζονται για ελαφρά ή θερµά πετρελαιοειδή πρέπει να έχουν ανοίγµατα εξαερισµού στην απέναντι πλευρά κοντά στο έδαφος και στην οροφή ή µπορεί να κατασκευάζονται µε ανοικτές πλευρές οπότε η είσοδος µη εξουσιοδοτηµένου προσωπικού πρέπει να παρεµποδίζεται µ’ ένα µεταλλικό πλέγµα µε µεγάλες οπές.
Ελαφρά ή θερµά πετρελαιοειδή δεν πρέπει να εναποθηκεύονται ή να διακινούνται σε κανένα µέρος του κτιρίου που βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους, εκτός εάν σ’ αυτό το µέρος υπάρχει επαρκής εξαερισµός που να εµποδίζει τη συσσώρευση εύφλεκτου ή τοξικού αερίου.
4.2.4 Πόρτες Υπηρεσίας, Παράθυρα και Φεγγίτες
Οι πόρτες πρέπει να τοποθετούνται και να κατασκευάζονται έτσι, ώστε να παρέχουν άµεσο τρόπο διαφυγής σε περίπτωση πυρκαγιάς. Αυτές δεν πρέπει να έχουν πλάτος µικρότερο από 0,90 µέτρα και πρέπει να ανοίγουν προς τα έξω. Υαλοπίνακες µε πλέγµα πρέπει να χρησιµοποιούνται, για τα ανοίγµατα των παραθύρων και των φεγγιτών.
4.2.5 Μηχανές Συσκευασίας σε Κλειστούς Χώρους
Εκτεθειµένοι οδοντωτοί τροχοί, αλυσίδες και άλλα παρόµοια επικίνδυνα κινούµενα µέρη πρέπει να έχουν προφυλακτήρες ασφάλειας που να εµποδίζουν ατυχήµατα και τραυµατισµούς. Οι προφυλακτήρες µπορεί να είναι σταθεροί ή αυτόµατοι. Πρέπει να υπάρχει επαρκής απόσταση γύρω από τις µηχανές που να επιτρέπει την ασφαλή λειτουργία και συντήρηση.
5.1 ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΕΞΩ ΑΠΟ Ή ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΚΤΙΡΙΑ
5.1.1 Κατασκευή
Η περιοχή που έχει επιλεγεί για την αποθήκευση πρέπει να είναι ασφαλής από πληµµύρα και να παρέχει κατάλληλη αποστράγγιση. Το δάπεδο πρέπει να κατασκευαστεί από κατάλληλο υλικό που να είναι αρκετά ανθεκτικό ώστε να αντέχει στα φορτία που θα φέρει συµπεριλαµβανοµένου και οποιουδήποτε µηχανικού εξοπλισµού διακίνησης που εφαρµόζεται.
5.1.2 ∆ιαρροή
Όπου µπορεί να δηµιουργηθεί µια επικίνδυνη κατάσταση από διαρροή εναποθηκευµένων προϊόντων πρέπει να ληφθεί µέριµνα, ώστε να εµποδιστεί ανεξέλεγκτη εκροή προϊόντων από την περιοχή αποθήκευσης.
5.1.3 Αποθήκευση
Πρέπει να δοθεί προσοχή στο σχεδιασµό και στην κατασκευή των χώρων που προορίζονται για αποθήκευση συσκευασµένων προϊόντων έξω ή µέσα στα κτίρια στο ασφαλές ύψος, στο οποίο µπορούν να στοιβαχθούν τα συσκευασµένα προϊόντα διαφόρων µεγεθών, στη µέθοδο στοίβαξης, εάν πρέπει να είναι µε ή χωρίς παλέτες ή ράφια και στον τύπο εξοπλισµού µηχανικού χειρισµού που θα χρησιµοποιηθεί. Εάν πρόκειται να χρησιµοποιηθούν περονοφόρα οχήµατα ο χώρος πρέπει να είναι επαρκής για να επιτραπεί επαρκές πλάτος διαδρόµων για ασφαλείς ελιγµούς.
5.2 ΕΝΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΣΥΣΚΕΥΑΣΜΕΝΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΣΕ ΑΝΟΙΚΤΟ ΧΩΡΟ
Τα κριτήρια που αναφέρονται στην παραπάνω παράγραφο ισχύουν και για την αποθήκευση συσκευασµένων προϊόντων σε ανοικτό χώρο, µε την προϋπόθεση ότι σε περίπτωση που τα προϊόντα ξεπερνούν τα 50 κυβικά µέτρα πετρελαιοειδούς κατηγορίας Ι, ΙΙ(2) ή ΙΙΙ (2) η απόσταση ασφάλειας δεν πρέπει να είναι µικρότερη από 30 µέτρα.
6.1 ΓΕΝΙΚΑ
Τα κτίρια και οι αποθήκες που θα εγκατασταθούν στο χώρο εντός του ∆ιυλιστηρίου ή της Βιοµηχανίας Πετρελαίου πρέπει να απέχουν µεταξύ των και µεταξύ των
υπολοίπων ζωτικών εγκαταστάσεων σύµφωνα µε τον πίνακα περί αποστάσεων ασφαλείας.
6.2 ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΤΙΡΙΩΝ, ΑΠΟΘΗΚΩΝ Κ.ΛΠ. ΣΕ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ
Η διάταξη και ο σχεδιασµός πρέπει να βασίζεται κυρίως στην ασφάλεια και να εξυπηρετεί την καλή λειτουργία.
Πρέπει να λαµβάνονται υπόψη οι θεσπισµένες εθνικές και τοπικές απαιτήσεις, οι όροι για την άδεια εγκατάστασης της βιοµηχανίας, οι σχετικοί κανονισµοί για την κατασκευή των κτιρίων και οι τοπικές νοµοθεσίες.
Οι συστάσεις που δίνονται σ’ αυτόν τον κανονισµό, χρησιµεύουν σαν οδηγός για συνήθεις τοποθεσίες, όπου µπορεί να γίνει µια απευθείας ανάπτυξη. Αυτό ισχύει για µια τοποθεσία µε σχετικά επίπεδο έδαφος σε µη αστική περιοχή. Μερικές τοποθεσίες πιθανόν να παρουσιάζουν µικρό ή καθόλου κίνδυνο για τις γύρω ιδιοκτησίες. Στην περίπτωση αυτή οι υποδείξεις µπορεί να είναι ελαστικές.
Αντίθετα, αυστηρότεροι όροι εφαρµόζονται σε περιοχές µε γειτονικούς οικισµούς.
Εκεί όπου η διαρροή προϊόντος από εξοπλισµό ή δεξαµενή θα µπορούσε να δηµιουργήσει επικίνδυνες καταστάσεις ή να προκαλέσει ζηµία σε ιδιοκτησία τρίτων, σε αποχετευτικά συστήµατα, ποταµούς ή αποθέµατα τρίτων, σε αποχετευτικά συστήµατα, ποταµούς ή αποθέµατα νερού θεωρείται απαραίτητη η κατασκευή δαπέδου, ώστε να εµποδίζεται παρόµοια διαρροή.
Όπου πρόκειται να αναπτυχθούν υποβαθµισµένες τοποθεσίες, οι προφυλάξεις µπορεί να ποικίλουν, ώστε να αντιµετωπίζουν την κατάσταση χωρίς να βλάπτονται οι βασικές αρχές ασφάλειας, έστω και αν ο κανονισµός µπορεί να ακολουθείται αυστηρά στην κάθε του λεπτοµέρεια.
7.1 ΟΡΙΑ
Οι εγκαταστάσεις υψηλού κινδύνου πρέπει να περιβάλλονται από ένα φράχτη ή τοίχο ασφάλειας, που µπορεί να είναι και µέρος ενός κτιρίου.
7.2 ΠΕΡΙΦΡΑΞΗ
Οι περιφράξεις πρέπει να γίνονται από κάποιο τύπο ασφαλούς φράκτη.
Για ∆ιυλιστήρια και Βιοµηχανίες Πετρελαίου προβλέπεται:
Κατάλληλη εξωτερική περίφραξη της εγκατάστασης µε συνολικό ύψος ελάχιστο 2,20 µέτρα µε ένα από τους παρακάτω τρόπους.
- ∆οµική κατασκευή
- Πλέγµα δικτυωτό µεταλλικό συνδυαζόµενο µε συρµατόπλεγµα
- Συνδυασµός των δύο παραπάνω τύπων
Για εσωτερικές επιµέρους περιφράξεις δεν υφίστανται ιδιαίτεροι περιορισµοί.
Το κεφάλαιο αυτό περιλαµβάνει προδιαγραφές και οδηγίες ασφαλούς λειτουργίας που αφορούν το Μηχανολογικό εξοπλισµό Βιοµηχανιών Πετρελαίων. Επίσης περιέχει υποδείξεις ασφαλούς λειτουργίας, µεθόδους επιθεώρησης, συντήρησης, επισκευής κ.λπ. του παραπάνω εξοπλισµού προκειµένου να περιορισθούν οι πιθανότητες επικίνδυνων λειτουργικών ανωµαλιών.
Αναλυτικά το κεφάλαιο αυτό περιλαµβάνει:
- Βάνες
- Αντλίες
- Σωληνώσεις (αγωγοί)
- Κινητό Μηχανολογικό Εξοπλισµό
- Συντήρηση Μηχανολογικού Εξοπλισµού
2.1Γενικά
Οι βάνες είναι ο ειδικός µηχανολογικός εξοπλισµός που χρησιµοποιείται για την αποµόνωση αγωγών, δοχείων, δεξαµενών, βαρέων εγκαταστάσεων συστηµάτων βοηθητικών παροχών κ.λπ.
Το µέγεθος των βανών ποικίλει από λίγα χιλιοστά µέχρι της τάξης των 2 µέτρων ή και ακόµα µεγαλύτερες. Μεγάλη ποικιλία, υπάρχει στις βάνες σχετικά µε το υλικό κατασκευής αλλά και τον τρόπο αποµόνωσης.
Οι σηµαντικότερες προδιαγραφές των βανών είναι:
- Μέγεθος (σε ίντσες ή χιλιοστά)
- Υλικό κατασκευής (ορείχαλκος, σίδηρος, ανοξείδωτος σίδηρος κ.λπ.)
- Τρόπος προσαρµογής (φλάντζα, σπείρωµα κ.λπ.)
- Πίεση καταλληλότητας (PSI ή Bar, συνήθως υπερδιπλάσια της πίεσης λειτουργίας).
- Τρόπος αποµόνωσης (µε βάκτρο, σφαιρική πεταλούδα κ.λπ.)
- Βάνες ασφαλείας ή απλές.
2.2 ΠΡΟ∆ΙΑΓΡΑΦΕΣ – ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
- Οι βάνες πρέπει να ανταποκρίνονται στα διεθνώς αναγνωρισµένα πρότυπα.
- Οι στυπιοθλίπτες πρέπει να σχεδιάζονται, ώστε να επιτρέπουν την αντικατάσταση του στοιχείου στεγανότητας χωρίς µετακίνηση της βάνας από τη θέση λειτουργίας.
- Όταν οι βάνες δεν ανήκουν στον τύπο ανυψωµένου βάκτρου πρέπει να φέρουν σαφή ένδειξη της θέσης της ανοικτή ή κλειστή.
- Όλες οι βάνες που είναι προσαρµοσµένες σε µηχανολογικό εξοπλισµό, σε δεξαµενές, στις σωληνώσεις εκφόρτωσης και φόρτωσης πλοίων, στις προκυµαίες και αποβάθρες και αυτές ακόµη έξω από την περίφραξη µιας εγκατάστασης, όπου µια βλάβη βάνας θα µπορούσε να προκαλέσει µόλυνση ή κίνδυνο από εισροή του προϊόντος σε κανάλια, χαντάκια ή οχετούς, πρέπει να κατασκευάζονται, από χάλυβα µε την ανάλογη αντίσταση κατά της πυρκαγιάς.
- Βάνες από χυτοσίδηρο απαγορεύεται να χρησιµοποιούνται.
- Για την διευκόλυνση του χειρισµού των βανών πρέπει να προβλέπονται κατάλληλα µέσα προσέγγισης, όπως κλίµακες και πλατφόρµες εργασίας, όπου αυτά είναι απαραίτητα.
- Οι διαρροές που παρουσιάζονται από τους στυπιοθλίπτες βανών ή αντλιών µπορεί να είναι επικίνδυνες (βλέπε «αντλίες»).
- Οι βάνες πρέπει να διατηρούνται ελεύθερες και να είναι εύκολες στη χρήση. (Τα κινητά µέρη των βανών πρέπει να λιπαίνονται συχνά).
- Τα βολάν χειρισµού ή µοχλοί των βανών, όταν έχουν αποµακρυνθεί για κάποια λειτουργική αιτία πρέπει να είναι άµεσα προσιτοί, ώστε η βάνα να µπορεί να ανοιχθεί ή να κλείσει, όπως απαιτείται σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
3.1 ΓΕΝΙΚΑ
Οι αντλίες είναι ο ειδικός µηχανολογικός εξοπλισµός που χρησιµοποιείται για την µεταφορά των υγρών προϊόντων.
Ανεξάρτητα από το µέγεθος της αντλίας, την καταθλιπτική ικανότητα, το υλικό κατασκευής κ.λπ. µεγάλη σηµασία έχει το τύπος αυτής.
Οι πλέον γνωστοί τύποι αντλιών είναι:
- Οι φυγοκεντρικές (κατάλληλες για νερό και για µέσα έως ελαφρά προϊόντα).
- Οι εµβλοφόρες (κατάλληλες για βαριά προϊόντα).
- Οι γραναζωτές (για ασφάλτους και άλλα υπέρθερµα βαριά προϊόντα).
- Οι πολυβάθµιες φυγοκεντρικές (για υγροποιηµένους αέριους υδρογονάνθρακες).
- ∆ιάφοροι άλλοι τύποι.
3.2 ΠΡΟ∆ΙΑΓΡΑΦΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
3.2.1 Τοποθέτηση
- Οι αντλίες µε κινητήρες ειδικών προδιαγραφών έναντι των καιρικών φαινοµένων, πρέπει να τοποθετούνται κατά προτίµηση στο ύπαιθρο, εκτός εάν υπάρχουν πολύ βαριές κλιµατολογικές συνθήκες.
- Πρέπει κατά προτίµηση να µην τοποθετούνται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους.
- Οι αντλίες και οι αγωγοί τους δεν πρέπει να τοποθετούνται στο εσωτερικό λεκανών ασφαλείας των συγκροτηµάτων των δεξαµενών. Ακόµη να µην τοποθετούνται εντός των Μονάδων Παραγωγής, εάν δεν εξυπηρετούν τις ίδιες τις Μονάδες.
- Οι αντλίες είναι δυνατό, να βρίσκονται συγκεντρωµένες όλες µαζί σε µια περιοχή ή να είναι η κάθε µια ανεξάρτητη της άλλης, ώστε να εξυπηρετούν τις κατασκευαστικές και λειτουργικές ανάγκες (αντλιοστάσια).
- Οι αντλίες για τα πετρελαιοειδή κατηγοριών Ι ή ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) πρέπει να τοποθετούνται σε απόσταση, όχι µικρότερη από 15 µέτρα από τα όρια της ιδιοκτησίας.
- Γενικά συνιστάται οι αντλίες στις κρίσιµες λειτουργίες και µεταφορές να τοποθετούνται σε ζεύγη. Η ύπαρξη εφεδρικής αντλίας εξασφαλίζει πάντοτε την απρόσκοπτη λειτουργία του συγκροτήµατος ή της Μονάδας χωρίς το ενδεχόµενο περιοδικών σταµατηµάτων ή διακοπών. Ο βαθµός ασφάλειας αυξάνει σηµαντικά, όταν τα ζεύγη των κρίσιµων φορτίων έχουν διαφορετική κινητήρια δύναµη.
3.2.2 ∆ιαχωρισµός Προϊόντων
Κατά τον προγραµµατισµό της χρήσης των αντλιών και των αγωγών πρέπει να ληφθεί υπόψη η ενδεχόµενη µόλυνση του προϊόντος και τα επιτρεπτά όριά της. Γενικά οι αντλίες που χρησιµοποιούνται για πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται για πετρελαιοειδή κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ, αλλά εάν αυτό είναι αναπόφευκτο, πρέπει να προβλεφθεί να υπάρχουν οι δυνατότητες που θα επιτρέπουν να γίνει µια φυσική διακοπή στις σωληνώσεις αναρρόφησης της αντλίας και να υπάρχουν αρκετά σηµεία αποστράγγισης, ώστε και η αντλία και οι αγωγοί της να αποστραγγιστούν
πριν από την αλλαγή του προϊόντος.
3.2.3 Τύπος Αντλίας
- Ο τύπος αντλίας που πρέπει να χρησιµοποιηθεί θα καθοριστεί από τα χαρακτηριστικά του προϊόντος και τις απαιτήσεις της άντλησης ειδικότερα για τις συνθήκες αναρρόφησης.
- Οι µηχανικοί στυπιοθλίπτες είναι προτιµότεροι από τους στυπιοθλίπτες µε παρέµβυσµα. Εάν όµως χρησιµοποιούνται στυπιοθλίπτες µε παρέµβυσµα θα πρέπει να ανήκουν σε τύπο που το παρέµβυσµα θα πρέπει να ανήκουν σε τύπου που το παρέµβυσµα µπορεί να αφαιρεθεί εύκολα, χωρίς να πρέπει να αποσυναρµολογηθεί η αντλία.
3.2.4 Εγκατάσταση Αντλιών
- Πρέπει να τοποθετούνται ανεπίστροφες βάνες στο σηµείο κατάθλιψης των αντλιών σε όλες τις περιπτώσεις που δύο ή περισσότερες αντλίες λειτουργούν παράλληλα ή εκεί όπου υπάρχει πιθανότητα να επιστρέψει προϊόν προς τα πίσω λόγω βαρύτητας, όταν η αντλία δεν λειτουργεί.
- Οι αντλίες θετικού εκτοπίσµατος πρέπει να φέρουν βάνες παράκαµψης (by-pass) ή ασφαλιστική δικλείδα κατά της υπερβολικής πίεσης ή υπερφόρτωσης.
- Οι αντλίες θετικού εκτοπίσµατος ή άλλες αντλίες, οι οποίες µπορεί να υποστούν ζηµιά λόγω της παρουσίας στερεών αντικειµένων κατά την άντληση του προϊόντος πρέπει να προστατεύονται µε ένα φίλτρο προσαρµοσµένο στην αναρρόφηση της αντλίας.
- Όλα τα εξωτερικά κινούµενα µέρη πρέπει να φέρουν προστατευτικό κάλυµµα, ώστε να εµποδίζονται τα ατυχήµατα στο προσωπικό.
3.3 ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ – ∆ΟΚΙΜΗ – ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΑΝΤΛΙΩΝ
3.3.1 Επιθεώρηση και δοκιµή
Κατά την αρχική της τοποθέτηση και µετά από κάποια σηµαντική επισκευή, µια αντλία δεν πρέπει να τεθεί σε λειτουργία, έως ότου η ευθυγράµµισή της έχει ελεγχθεί και αν η αντλία λειτουργεί µε ηλεκτρισµό, ο κινητήρας και το σύστηµα ελέγχου στροφών του να έχουν δοκιµασθεί για ηλεκτρική συνέχεια, γείωση και αντίσταση µόνωσης. Στη συνέχεια πρέπει να επιθεωρείται τακτικά ιδιαίτερα, εάν λειτουργεί µε θόρυβο, εάν δίνει σηµάδια υπερθέρµανσης και εάν παρουσιάζει διαρροή από τους στυπιοθλίπτες. Τα µέσα διακοπής της λειτουργίας της αντλίας σε έκτακτη ανάγκη πρέπει να ελέγχονται σε τακτά διαστήµατα.
Οι αντλίες των θερµών προϊόντων και ιδιαίτερα εκείνων που λειτουργούν µέσα σε Μονάδες παραγωγής, πρέπει να περιβάλλονται µε κατάλληλο σύστηµα περισυλλογής των πιθανών διαρροών καυσίµου και νερού που µε κατάλληλη κλίση να αποµακρύνονται από την περιοχή. Οι αποβαλλόµενοι υδρογονάνθρακες διοχετεύονται µέσω ειδικής χοάνης και ανεπίστροφου συστήµατος σιφωνίου σχήµατος “S” προς το κλειστό σύστηµα αποχέτευσης ελαιωδών προϊόντων και καταλοίπων.
Η ανωτέρω πρόβλεψη και διάταξη αποτελεί πάγια τακτική για την ασφαλή λειτουργία αντλιών και αντλιοστασίων.
3.3.2 Στυπιοθλίπτες αντλιών
Οι στυπιοθλίπτες των αντλιών που παρουσιάζουν διαρροή µπορεί να είναι επικίνδυνοι. Εκτός από την απώλεια του προϊόντος που λαµβάνει χώρα που µπορεί να είναι σηµαντική, το εκχυθέν προϊόν µπορεί να προκαλέσει δηµιουργία επικίνδυνης κατάστασης.
Εάν συµβεί διαρροή στην πλευρά αναρρόφησης της αντλίας, µπορεί να εισχωρήσει αέρας και αν τούτο συµβεί σε σωλήνα που µεταφέρει πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι µπορεί να δηµιουργηθούν επικίνδυνα µίγµατα αέρα και αναθυµιάσεων.
3.3.3 Λειτουργία αντλίας
Οι φυγόκεντρες αντλίες πρέπει να ξεκινήσουν µε σχεδόν κλειστή την βάνα διανοµής, ώστε να µειωθεί το ρεύµα εκκίνησης του κινητήρα. Οι αντλίες θετικού εκτοπίσµατος π.χ. εµβολοφόρες γραναζωτές κ.λπ., πρέπει να έχουν παρακαµπτήρια ανακουφιστική δικλείδα.
Γενικά οι αντλίες αυτές δεν πρέπει να αφήνονται να λειτουργούν µε κλειστή βάνα κατάθλιψης, γιατί αυτό µπορεί να προκαλέσει αναταραχή του προϊόντος, υπερθέρµανση της αντλίας και του προϊόντος και ρήξη συνδέσεων των φλαντζών και των αγωγών.
3.4 ΚΙΝΗΤΗΡΕΣ ΑΝΤΛΙΩΝ
3.4.1 Κινητήριες Μονάδες για τις Αντλίες
- Οι αντλίες συνήθως κινούνται από ηλεκτρικού κινητήρες, κινητήρες ντήζελ, βενζινοκινητήρες ή ατµοτουρµπίνες. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι µονάδες που δίνουν κίνηση πρέπει να έχουν το µέγεθος που ανταποκρίνεται σε συνεχή λειτουργία στο µέγιστο της απαίτησης της άντλησης και για τις κλιµατολογικές συνθήκες που επικρατούν.
- Οι κινητήρες και όλος ο συναφής εξοπλισµός πρέπει να είναι απόλυτα κατάλληλος για λειτουργία στη ζώνη όπου θα τοποθετηθεί (βλέπε ταξινόµηση περιοχών). Τα αντλητικά συγκροτήµατα µε βενζινοκινητήρες δεν πρέπει να λειτουργούν πουθενά αλλού εκτός από µη επικίνδυνη ζώνη. Τα αντλητικά συγκροτήµατα µε κινητήρες ντήζελ όταν λειτουργούν σε ζώνη που υπάρχει κίνδυνος ύπαρξης εύφλεκτου αερίου πρέπει να συµµορφώνονται µε υποδείξεις για την προστασία των ντηζελοµηχανών που λειτουργούν σε επικίνδυνες περιοχές. Μηχανές ντήζες µε στροβιλοσυµπιεστή παρουσιάζουν ιδιαίτερα προβλήµατα υψηλής θερµοκρασίας των επιφανειών εξάτµισης τα οποία πρέπει να ληφθούν υπόψη όταν χρησιµοποιούνται εντός εγκαταστάσεων πετρελαιοειδών υψηλού κινδύνου.
- Οι ντηζελοµηχανές πρέπει να εγκαθίστανται σε στάθµη πάνω από το έδαφος για να αποφεύγεται η λειτουργία τους σε περιβάλλον µε εύφλεκτα αέρια.
- Όλες οι µονάδες κίνησης πρέπει να φέρουν προφυλακτήρες σε όλα τα κινούµενα µέρη τους.
- Πρέπει να υπάρχει τρόπος ταχείας διακοπής λειτουργίας µιας µονάδας σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
- Οι ατµοτουρµπίνες εξασφαλίζουν καλή λειτουργικότητα, αυξηµένο βαθµό ασφάλειας και συνιστώνται για εγκαταστάσεις εντός των Μονάδων παραγωγής σε ζεύγη µε αντίστοιχες αντλίες µε κινητήρια ηλεκτρική παροχή.
3.4.2 Ηλεκτρολογικός εξοπλισµός για Αντλίες
Όλος ο ηλεκτρολογικός εξοπλισµός για αντλίες πρέπει να εγκαθίστανται σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα στη σχετική νοµοθεσία και τον παρόντα κανονισµό.
4.1 ΧΡΗΣΗ – ΠΡΟ∆ΙΑΓΡΑΦΕΣ – Ι∆ΙΟΤΗΤΕΣ
4.1.1 Γενικά
Η διακίνηση και µεταφορά των προϊόντων µε σωληνώσεις χερσαίες, (υπέργειες, υπόγειες) και υποθαλάσσιες και προϋποθέσεις) πρέπει να γίνεται µε τέτοιο τρόπο, ώστε η εγκατάσταση να µην υπόκειται σε κίνδυνο ατυχήµατος.
4.1.2 Αναγνώριση προϊόντος
- Πρέπει να εφαρµόζονται µέσα αναγνώρισης, όπου χρειάζεται σε σωληνώσεις και βάνες, που να υποδεικνύουν το προϊόν ή την εργασία για την οποία χρησιµοποιούνται. Γενικά συνιστάται συνδυασµός χρωµάτων, γραµµάτων και αριθµών.
- Τα σηµάδια αναγνώρισης των σωληνώσεων πρέπει, κατά προτίµηση, να είναι σύµφωνα µε ένα κύριο σχεδιάγραµµα ροής των προϊόντων της εγκατάστασης.
- Πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην αναγνώριση κρίσιµων σωληνώσεων σε περιοχές όπως: µονάδες παραγωγής, δεξαµενές φόρτωσης και εκφόρτωσης οδικών και σιδηροδροµικών σηµείων, εγκαταστάσεις ή θέσεις αντλιών, αποβάθρες και προβλήτες, σηµεία χειρισµού βανοστασίων κ.τλ.
- Όταν ο εξοπλισµός της εγκατάστασης λειτουργεί µε το προσωπικό της εταιρίας µόνο και υπάρχει ένα σύστηµα σήµανσης, αυτός ο τρόπος αναγνώρισης είναι επαρκής. Όταν οι εγκαταστάσεις λειτουργούν µε προσωπικό διαφόρων εταιριών ή φορέων τότε το προϊόν πρέπει να σηµειώνεται πάνω στις σωληνώσεις µε αναγραφή του ονόµατός του.
4.1.3 Σωληνώσεις πολλαπλών προϊόντων
Οι σωληνώσεις πολλαπλών προϊόντων µπορούν να χωρισθούν στις εξής κατηγορίες:
- Όπου ένα προϊόν ακολουθεί αµέσως ένα άλλο.
Η λειτουργία αυτού του τύπου των σωληνώσεων απαιτεί µια προγραµµατισµένη σειρά εργασιών άντλησης βασισµένη στις ιδιότητες του προϊόντος και µια προσχεδιασµένη διαδικασία για την κίνηση του µετώπου ανάµιξης του προϊόντος.
Το µέτωπο ανάµιξης µπορεί να ελαττωθεί µε σχετικά υψηλότερες ταχύτητες ροής στις σωληνώσεις, ώστε η ροή να είναι στροβιλώδης και η εξάπλωση των µετώπων ανάµιξης να είναι όσο το δυνατόν µικρότερη.
Όταν είναι δυνατόν, το προϊόν που προέρχεται από την ανάµιξη πρέπει να απορροφάται από την ανάµιξη µέσα στην παραλαµβάνουσα δεξαµενή είτε της προηγούµενης, είτε της επόµενης ποσότητας, ώστε να αποφεύγεται η έκχυση.
- Σε περίπτωση που τα προϊόντα διαχωρίζονται µε την παρεµβολή µέσα στην σωλήνωση µικρών «κυλίνδρων (γουρουνάκια) ή σφαιρών», µια προγραµµατισµένη σειρά εργασιών άντλησης είναι επίσης απαραίτητη, αλλά η ανάµιξη µεταξύ του ενός προϊόντος και του άλλου είναι µικρότερη.
- Σε περίπτωση που η σωλήνωση έχει καθαριστεί τελείως από το προϊόν, προτού ακολουθήσει το επόµενο προϊόν.
4.1.4 Καθαρισµός των σωληνώσεων
∆εν συνιστάται καθαρισµός των σωληνώσεων για τις κανονικές εργασίες και πρέπει να διατηρείται ο σωλήνας απολύτως γεµάτος µε προϊόν κατά το χρονικό διάστηµα που δεν χρησιµοποιείται µεταξύ δύο διαδοχικών εργασιών.
Όταν είναι απαραίτητος ο καθαρισµός των σωληνώσεων προτείνονται τρεις µέθοδοι.
- Η άντληση µε τη χρησιµοποίηση µιας αντλίας «πλοίου» ή άλλης αντλίας µεταφοράς θα καθαρίσει το σωλήνα µόνο, εάν υπάρχει σταθερή και επαρκής κλίση προς την αντλία.
Οι σωλήνες που πρόκειται να καθαρισθούν µε αυτό τον τρόπο, πρέπει να έχουν την κατάλληλη κλίση και να εξαερίζονται στο υψηλότερο τους σηµείο.
- Εάν γίνει πλύση µε νερό η σύνδεση εισροής του νερού πρέπει να προστατεύεται από µια ανεπίστροφη βαλβίδα.
Οι δεξαµενές που δέχονται το περιεχόµενο της σωλήνωσης, που προέρχεται από την έκπλυση, πρέπει να αφήνονται να κατακαθίσουν και µετά να αντληθεί το νερό χωρίς καθυστέρηση στις δεξαµενές έρµατος (SLOP).
Το νερό σε δεξαµενές και σωληνώσεις αποτελεί σοβαρό κίνδυνο διάβρωσης.
Νερό αλµυρό ή υφάλµυρο δεν πρέπει να χρησιµοποιείται για τον καθορισµό των σωληνώσεων.
Ένας ακόµη κίνδυνος είναι η δηµιουργία φορτίων στατικού ηλεκτρισµού εξαιτίας της παρουσίας σταγονιδίων νερού µέσα στο προϊόν. Οι ταχύτητες στις σωληνώσεις πρέπει να περιορίζονται σε ένα µέτρο ανά δευτερόλεπτο, όταν γίνεται άντληση προϊόντος µετά από έκπλυση µε νερό µέχρι να εξακριβωθεί ότι δεν αντλείται µίγµα νερού και προϊόντος.
Οι σωληνώσεις που έχουν καθαρισθεί µε νερό και ιδιαίτερα οι παρακαµπτήριοι που υπάρχουν για την ανακούφιση πίεσης πρέπει να προστατεύονται από τον παγετό. Εάν µια σωλήνωση πρόκειται να καθαρισθεί µε νερό και να παραµείνει άδεια για ένα χρονικό διάστηµα µπορεί να προστεθεί µια ποσότητα αντιδιαβρωτικού καταλύτη για την αποφυγή της διάβρωσης. Καθαρισµός µε αέρα που προέρχεται κατευθείαν από ένα αεροσυµπιεστή για τον καθαρισµό σωληνώσεων που περιείχαν πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι ή ΙΙ. Αέρας από ξεχωριστό αεροφυλάκιο που χρησιµοποιείται για τον καθαρισµό σωλήνωσης πρέπει να έχει τη χαµηλότερη δυνατή πίεση που απαιτείται για την εκτέλεση της εργασίας αυτής. ∆εν πρέπει να επιτρέπεται η εισαγωγή του σε δεξαµενή εναποθήκευσης πετρελαιοειδούς κατηγορίας Ι ή ΙΙ, αλλά η δεξαµενή πρέπει να απαεριώνεται µε ασφάλεια στην ατµόσφαιρα, όταν διακινείται το επόµενο φορτίο.
Μπορεί να χρησιµοποιηθεί αέρας για τον καθαρισµό των σωληνώσεων που είχαν πετρελαιοειδές κατηγορίας ΙΙΙ (1), όταν δεν υπάρχει κίνδυνος δηµιουργίας ευφλέκτων αερίων.
Για σωληνώσεις µεγάλης διαµέτρου, απαιτείται πολύ µεγάλη ποσότητα πεπιεσµένου αέρα, διαφορετικά θα δηµιουργήσει απλώς µια τρύπα διαµέσου του προϊόντος που υπάρχει στο σωλήνα και δεν θα τις καθαρίσει αποτελεσµατικά. Η σωλήνωση που έχει σχεδιαστεί για να δεχθεί µικρό «κύλινδρο (γουρουνάκι) η σφαίρα» µπορεί να καθαρισθεί πιο αποτελεσµατικά τοποθετώντας ένα κύλινδρο ή µια σφαίρα ανάµεσα στο προϊόν και τον αέρα που θα χρησιµοποιηθεί για τον καθαρισµό της.
- Σωληνώσεις και αγωγοί µε θερµά προϊόντα προερχόµενα από την παραγωγή δεν επιτρέπεται να χρησιµοποιούνται εναλλακτικά για πολλαπλές χρήσεις. Αυτό µπορεί να δηµιουργήσεις επισφαλείς καταστάσεις. Εάν τέτοια χρήση είναι απαραίτητη, οι γραµµές αυτές ή οι αγωγοί πρέπει να καθαρισθούν µε τη χρήση ατµού ή αδρανούς αερίου (π.χ. αζώτου (Ν2)).
4.2 ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ – ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ – ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΓΩΓΩΝ
4.2.1 Εγκατάσταση και Ελαστικότητα
- Οι σωληνώσεις πρέπει να έχουν αρκετή ελαστικότητα ώστε να επιτρέπουν οποιαδήποτε καθίζηση ή µετατόπιση των δεξαµενών ή άλλου εξοπλισµού, τη θερµική διαστολή ή συστολή και άλλες τάσεις που µπορούν να συµβούν στα συστήµατα σωληνώσεων. Για να εξασφαλίζεται η ικανοποιητική εγκατάσταση και ελαστικότητα των δικτύων σωληνώσεων πρέπει να λαµβάνονται σοβαρά υπόψη, στο
σχεδιασµό και κατασκευή τα πρότυπα της παραγράφου για τις σωληνώσεις.
- Η ελαστικότητα µπορεί να επιτυγχάνεται µε τις αλλαγές στην κατεύθυνση των σωληνώσεων, µε τη χρησιµοποίηση καµπυλών, δακτυλίων και αντισταθµιστών.
Όταν λόγω έλλειψης χώρου δεν επιτρέπεται η χρήση παρόµοιων µεθόδων για την εξασφάλιση ελαστικότητας µπορεί να χρησιµοποιούνται κατάλληλοι επεκτατικοί σύνδεσµοι τύπου φυσαρµόνικας κατάλληλα προσαρµοσµένοι. Οι σύνδεσµοι τύπου φυσαρµόνικας πρέπει να προστατεύονται από φορτία στρέψης.
Ο τύπος αυτός της σύνδεσης σωληνώσεων και αγωγών σε µηχανολογικό εξοπλισµό των Μονάδων παραγωγής και των άλλων επικίνδυνων περιοχών στις βιοµηχανίες πετρελαίου, επιτρέπεται µόνο για σχετικά χαµηλές πιέσεις και για µεταφορά µη ευφλέκτων και τοξικών προϊόντων.
- Τα υποστηρίγµατα των σωλήνων πρέπει να είναι κατάλληλα σχεδιασµένα και να έχουν τις αποστάσεις που ταιριάζουν στη διαµόρφωση των σωλήνων, όπως και να ανθίστανται στις ροπές πάκτωσης, στις δυνάµεις τριβής από ολίσθηση και στα δίκτυα των σωληνώσεων. Οι σωληνώσεις που διασχίζουν µονοπάτια, δρόµους ή πλατφόρµες πρέπει να στηρίζονται σε κατάλληλες σκαλωσιές, γέφυρες ή άλλες κατασκευές.
- Οι σωληνώσεις που βρίσκονται κάτω από το έδαφος πρέπει να προστατεύονται από πιθανή καθίζηση του εδάφους όταν περνούν κάτω από σιδηροτροχιές, δρόµους ή άλλα σηµεία που µπορεί να δεχθούν βαριά φορτία.
- Η διαδροµή θαµµένων σωληνώσεων πρέπει να σηµειώνεται πάνω στο έδαφος και εάν αυτό δεν είναι δυνατό πρέπει να υπάρχουν σχεδιαγράµµατα που να δείχνουν όλες τις απαραίτητες λεπτοµέρειες.
- Στα ανοιχτά χαντάκια όπου υπάρχουν σωληνώσεις πρέπει να υπάρχουν κατά διαστήµατα φράκτες κατά της πυρκαγιάς.
- Σωληνώσεις νερού ή σωληνώσεις που µπορεί να συσσωρευτεί νερό πρέπει να εξοπλίζονται µε σηµεία αποστράγγισης στις περιοχές που χρειάζεται να λαµβάνονται προφυλάξεις κατά του παγετού.
4.2.2 Ανακούφιση από Πίεση που Προέρχεται από Μεταβολές Θερµοκρασίας
Κάθε τµήµα της σωλήνωσης στο οποίο µπορεί να παγιδευτεί υγρό π.χ. µεταξύ βανών, που κλείνουν, πρέπει να προστατεύεται από την υπερβολική πίεση που προκαλείται από θερµική διαστολή του περιεχόµενου υγρού. Η έξοδος από την ανακουφιστική βαλβίδα που έχει προβλεφθεί για την περίπτωση αυτή πρέπει να γίνεται σε δοχείο, δεξαµενή ή κλειστό εξοπλισµό ή σε κάποιο γειτονικό τµήµα της σωλήνωσης στο οποίο υπάρχει σύστηµα ανακούφισης.
4.2.3 Επιθεώρηση Αγωγών
- Η επιθεώρηση και οι δοκιµές πρέπει να γίνονται από αρµόδια Υπηρεσία ή το Τµήµα Επιθεώρησης του εξοπλισµού. Οι σωληνώσεις πριν τεθούν σε λειτουργία, πρέπει να ελέγχονται υδροστατικά σε πίεση ίση µε µία και µισή φορά τη µέγιστη πίεση λειτουργίας. Οι υπόγειες σωληνώσεις ελέγχονται πριν επιχωµατωθούν. Στις περιπτώσεις που δεν γίνεται υδροστατική δοκιµή προτείνεται να γίνεται έλεγχος για διαρροές µε αέρα που θα διοχετεύεται σε πίεση όχι µεγαλύτερη από 1 Bar και στη συνέχεια, δοκιµή µε προϊόν σε πίεση ίση µε µία και µισή φορά τη µέγιστη πίεση λειτουργίας.
4.2.4 Θερµαινόµενες Σωληνώσεις
Να λαµβάνονται προφυλάξεις για την αποφυγή επαφής του προσωπικού µε το θερµαινόµενο υγρό ή τις σωληνώσεις ατµού.
4.2.5 Μόνωση Σωλήνων
Η µόνωση των σωλήνων πρέπει να γίνεται σύµφωνα µε τα αναγνωρισµένα πρότυπα.
4.2.6 Ελαστικοί Σωλήνες
Οι ελαστικοί σωλήνες πρέπει να είναι σύµφωνοι µε τα αναγνωρισµένα πρότυπα που ισχύουν για τη λειτουργία που επιτελούν:
- Ελαστικοί σωλήνες για εκφόρτωση ή φόρτωση πλοίου.
- Ελαστικοί σωλήνες για εκφόρτωση ή φόρτωση βυτιοφόρων αυτοκινήτων ή σιδηροδροµικών οχηµάτων.
4.2.7 Αρθρωτές Συνδέσεις Σωληνώσεων
Η σχεδίαση, τα υλικά και η κατασκευή των αρθρωτών συνδέσεων των σωληνώσεων πρέπει να είναι κατάλληλα για τα προϊόντα που διακινούν. Οι αρθρωτές συνδέσεις πρέπει να είναι ικανές να ανθίσταται σε δοκιµή πίεσης ίσης µε µία και µισή φορά της µέγιστης πίεσης λειτουργίας.
4.2.8 Προστασία κατά της ∆ιάβρωσης
- Οι υπέργειες σωληνώσεις πρέπει να είναι κατάλληλα προστατευµένες και χρωµατισµένες εξωτερικά για να αποφεύγεται η διάβρωση.
- Οι θαµµένες σωληνώσεις πρέπει να προστατεύονται εξωτερικά µε κατάλληλο αντιδιαβρωτικό και µονωτικό υλικό.
4.2.9 Αντισταθµιστές Κύµατος Πίεσης
Αντισταθµιστές µε κατάλληλη στερεότητα και αποτελεσµατικότητα, πρέπει να τοποθετούνται εκεί, όπου οι συνθήκες λειτουργίας δηµιουργούν υψηλές µεταβολές πίεσης π.χ. λόγω απότοµης µεταβολής της ροής στις σωληνώσεις κ.λπ.
4.2.10 ∆ιαχωρισµός Σωληνώσεων
Τυφλές φλάντζες και γλώσσες που χρησιµοποιούνται για να αποµονώνουν τµήµατα σωληνώσεων πρέπει να έχουν την κατάλληλη αντοχή και να διαθέτουν ενσωµατωµένο σύστηµα ένδειξης της τοποθέτησής τους (εξέχοντα βραχίονα).
4.2.11 Αναγνώριση Σωληνώσεων
Πρέπει να εφαρµόζονται τρόποι αναγνώρισης των σωληνώσεων και των βανών που να χαρακτηρίζουν το προϊόν ή τη χρήση για την οποία χρησιµοποιούνται.
4.3 ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΞΟΠΛΙΣΜΌΣ ΣΩΛΗΝΩΣΕΩΝ
4.3.1 Πρότυπα Σωληνώσεων
Ο σχεδιασµός των δικτύων σωληνώσεων και η επιλογή των υλικών για την κατασκευή, συναρµολόγηση, επιθεώρηση και δοκιµή τους πρέπει να είναι κατάλληλη για τις πιέσεις λειτουργίας, τις θερµοκρασίες και τις καταπονήσεις στις οποίες θα υπόκεινται. Πρέπει να εφαρµόζονται οι σχετικές οδηγίες αναγνωρισµένου διεθνούς προτύπου σωληνώσεων. Τα δίκτυα σωληνώσεων για µεταφορά πετρελαιοειδών σε θερµοκρασίες πάνω από 100°C ή πίεση πάνω από 19Bar πρέπει να είναι σύµφωνα µε τις απαιτήσεις διεθνούς αναγνωρισµένου προτύπου. Για τις απαιτήσεις διεθνούς αναγνωρισµένου προτύπου. Για τα δίκτυα σωληνώσεων που µεταφέρουν προϊόντα σε χαµηλότερες θερµοκρασίες ή πιέσεις σε χαµηλότερες θερµοκρασίες ή πιέσεις πρέπει να ακολουθείται σχετικό αναγνωρισµένο διεθνές πρότυπο.
4.3.2 Υλικά
- Όλα τα υλικά, συµπεριλαµβανοµένων και των µη µεταλλικών µερών των βανών, βαλβίδων, σφραγίδων, παρεµβυσµάτων και διαφραγµάτων, πρέπει να ανθίστανται στην επίδραση των πετρελαιοειδών στις συνθήκες λειτουργίας.
- Υλικά σωληνώσεων από χυτοσίδηρο δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται.
- Σωλήνες ή αυλοί από χαλκό, µπρούντζο ή αλουµίνιο µε µεγέθη 25 mm και κάτω, πρέπει να λαµβάνεται υπόψη ο πιθανός κίνδυνος λόγω του χαµηλότερου σηµείου τήξης τους, σε περίπτωση πυρκαγιάς.
Τα υλικά αυτά δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται σε θέσεις που θα µπορούσε να προκληθεί τραυµατισµός σε άτοµα ή ζηµία σε ιδιοκτήτες.
- Οι χαλύβδινοι σωλήνες πρέπει να ακολουθούν ανάλογο αναγνωρισµένο διεθνές πρότυπο.
4.3.3 Πάχος Σωληνώσεων
Το πάχος των σωληνώσεων πρέπει να υπολογίζεται σύµφωνα µε το αναγνωρισµένο διεθνές πρότυπο που ακολουθείται στην κατασκευή τους.
Παρ’ όλα αυτά, επειδή οι πιέσεις σε πολλές σωληνώσεις είναι πολύ µεγάλες ίσως χρειαστεί η χρησιµοποίηση σωλήνων µε µεγαλύτερο πάχος απ’ ότι υπολογίζεται ώστε να εξασφαλίζεται µηχανική ακαµψία και µεγαλύτερη αντοχή στη διάβρωση.
4.3.4 Συνδέσεις Σωληνώσεων
- Οι συνδέσεις σωληνώσεων πρέπει να είναι κατά προτίµηση συγκολλητές.
Η συγκόλληση πρέπει να γίνεται σύµφωνα µε αναγνωρισµένο διεθνές πρότυπο.
- Κοχλιωτές συνδέσεις µπορούν να χρησιµοποιούνται µόνο σε σωληνώσεις µε ονοµαστική διάµετρο 50mm και κάτω. Αυτές πρέπει να ακολουθούν διεθνές αναγνωρισµένο πρότυπο και χρησιµοποιούνται σε σχετικά
χαµηλές πιέσεις, εκεί όπου δεν διέρχονται αναφλέξιµα και επικίνδυνα προϊόντα.
- Εύκαµπτοι σύνδεσµοι µε ενσωµατωµένους µη µεταλλικούς στεγανωτικούς δακτύλιους δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται σε περιοχές που µπορεί να προκληθεί φθορά στους δακτύλιους αυτούς και κατά συνέπεια απώλεια προϊόντος σε περίπτωση πυρκαγιάς.
4.3.5 Βάνες (βαλβίδες)
Τα δίκτυα σωληνώσεων πρέπει να έχουν ένα ικανό αριθµό κατάλληλων βανών που να επιτρέπουν στο δίκτυο να λειτουργεί κανονικά, να προστατεύει την εγκατάσταση και να κλείνει γρήγορα χωρίς ζηµιά σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Λεπτοµέρειες για τις βάνες στη σχετική παράγραφο του παρόντος κεφαλαίου.
4.3.6 Φλάντζες, Εξαρτήµατα, Κοχλίες
Οι κοχλιωτοί σύνδεσµοι µε φλάντζες από χάλυβα και τα εξαρτήµατά τους, τα χαλύβδινα εξαρτήµατα συγκολλήσεως άκρων, οι χαλύβδινες υποδοχές που συγκολλούνται ή κοχλιώνονται και οι κοχλίες, πρέπει να κατασκευάζονται σύµφωνα µε αναγνωρισµένα πρότυπα.
5.1 ΓΕΝΙΚΑ
Στην κατηγορία αυτή του µηχανολογικού εξοπλισµού υπάγονται όλα τα βαριά και ελαφρότερα µηχανικά µέσα που διευκολύνουν την ανύψωση, µεταφορά, εκσκαφή, γεώτρηση κ.λπ. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται και τα ειδικά µηχανήµατα άντλησης, αναρρόφησης, οι µηχανικές σκούπες, οι οδοστρωτήρες, τα σπαστικά µηχανήµατα, τα οχήµατα µπετόν, κινητές µεταφορικές ταινίες και κάθε όχηµα και µηχανοκίνητο µέσο ειδικών προδιαγραφών. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουν τη βιοµηχανία πετρελαίου τα:
- ανυψωτικά µηχανήµατα
- µεταφορικά µηχανήµατα
5.2 ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ ∆ΙΑΚΙΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ
Όλος ο µηχανικός εξοπλισµός διακίνησης που λειτουργεί χειροκίνητα ή µηχανοκίνητα συµπεριλαµβανοµένων των ανυψωτικών µηχανών, των περονοφόρων οχηµάτων, των µεταφορικών ταινιών και άλλων παρόµοιων µηχανισµών διακίνησης, πρέπει να φέρουν αναγεγραµµένο το µέγιστο επιτρεπτό φορτίο εργασίας, το οποίο δεν πρέπει να υπερβαίνεται Όλα αυτά τα µηχανήµατα και κάθε ανυψωτικός µηχανισµός, οι αλυσίδες και τα άγκιστρα ανάρτησης που χρησιµοποιούνται µε αυτές, πρέπει να βρίσκονται σε καλή λειτουργική κατάσταση, να ελέγχονται τακτικά, να δοκιµάζονται και να κρατείται ηµερολόγιο των επιθεωρήσεων και δοκιµών.
Ο χειρισµός όλων των οχηµάτων και των µηχανικών µέσων πρέπει να γίνεται µόνο από καλά εξασκηµένο και εξουσιοδοτηµένο προσωπικό, σύµφωνα µε την ισχύουσα νοµοθεσία. Οι µαθητευόµενοι χειριστές σε τέτοιου είδους µηχανικά µέσα πρέπει να βρίσκονται πάντα στη άµεση εποπτεία και ευθύνη των εκπαιδευτών τους.
5.3 ΓΕΡΑΝΟΙ ΚΑΙ ΑΝΥΨΩΤΙΚΑ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ
- Ο ανυψωτικός γερανός δεν πρέπει να χρησιµοποιείται για άλλες εργασίες εκτός από την κατακόρυφη ανύψωση π.χ. δεν πρέπει να χρησιµοποιείται για να ρυµουλκεί φορτία κατά µήκος του δαπέδου ή για να ελευθερώνει σφηνωµένα µηχανήµατα.
- Οι γάντζοι του ανυψωτικού γερανού πρέπει να είναι χρωµατισµένοι µε εµφανές χρώµα.
- Όλα τα φορτία πρέπει να στερεώνονται και ασφαλίζονται καλώς και επαρκώς.
- Κανείς δεν πρέπει να στέκεται κάτω από ένα αιωρούµενο ή ανυψωµένο φορτίο.
- Κανείς δεν πρέπει να ανυψώνεται ή να µεταφέρεται από ανυψωτικό µηχάνηµα.
- Πρέπει να χρησιµοποιούνται οι αλυσίδες, τα σχοινιά, οι αναρτήσεις και άλλα βοηθητικά ανυψωτικά εξαρτήµατα που προορίζονται ειδικά για τη συγκεκριµένη εργασία.
- Υλικά που επιδιορθώθηκαν πρόχειρα δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται. Οι αλυσίδες δεν πρέπει να ενώνονται µε κοχλίες, σύρµατα ή κόµβους. Τα σχοινιά πρέπει να είναι συνδεδεµένα καλά µε πλέξιµο (ύφανση) όπου χρειάζεται καλά µε πλέξιµο (ύφανση) όπου χρειάζεται και όχι να ενώνονται µε κόµβους.
5.4 ΠΕΡΟΝΟΦΟΡΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΒΑΓΟΝΕΤΑ
- Τα περονοφόρα οχήµατα και τα µηχανοκίνητα βαγονέτα που πρόκειται να λειτουργήσουν εντός κτιρίων, πρέπει να λειτουργούν κατά προτίµηση µε ηλεκτρικούς συσσωρευτές.
Εάν όµως υπάρχει επαρκής εξαερισµός µπορούν να χρησιµοποιηθούν κινητήρες που λειτουργούν µε βενζίνη ή ντήζελ ή υγραέρια. Ο κίνδυνος των τοξικών αερίων από τις εξατµίσεις είναι λιγότερος όταν χρησιµοποιείται για καύσιµο υγραέριο. Τα δοχεία που περιέχουν υγραέριο, που προορίζονται για την κίνηση των οχηµάτων, πρέπει να προστατεύονται καλά από βλάβη.
- Τέτοια οχήµατα δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται σε επικίνδυνη περιοχή ή σε περιοχή όπου το αποτέλεσµα τυχαίας βλάβης στις συσκευασίες µπορεί να δηµιουργήσει «επικίνδυνη περιοχή», εκτός εάν είναι κατάλληλα προστατευµένα και εξοπλισµένα ώστε να εµποδίζουν την ανάφλεξη εύφλεκτου µίγµατος αερίου.
- Τα περονοφόρα οχήµατα και τα µηχανοκίνητα βαγονέτα δεν πρέπει να µεταφέρουν επιβάτες.
- Πρέπει να τηρείται αυστηρά το όριο ταχύτητας.
- Τα οχήµατα πρέπει να συντηρούνται προσεκτικά, µε ιδιαίτερη προσοχή στα υδραυλικά συστήµατα, στα συστήµατα ανύψωσης, στο σύστηµα πέδησης, στο σύστηµα οδήγησης και στους αναχαιτιστές φλόγας και σπινθήρα.
Οι χειριστές των οχηµάτων πρέπει να αναφέρουν οποιαδήποτε βλάβη αµέσως.
- Τα φορτία δεν πρέπει ποτέ να υπερβαίνουν το φορτίο ασφαλούς λειτουργίας του οχήµατος. Πρέπει να είναι καλά στερεωµένα και στην περίπτωση περονοφόρου οχήµατος πρέπει να µεταφέρονται µε τις περόνες, όσο το δυνατό πλησιέστερα προς το έδαφος. Τούτο είναι ιδιαίτερα σηµαντικό εάν υπάρχουν κατωφέρειες ή επικλινή επίπεδα για να προληφθεί η ανατροπή του οχήµατος.
- Κανείς δεν επιτρέπεται να βαδίζει κάτω από αναρτηµένο φορτίο ή τις περόνες ενός περονοφόρου οχήµατος όταν µεταφέρει φορτίο. Όταν δεν χρησιµοποιούνται οι περόνες πρέπει να βρίσκονται όσο πλησιέστερα είναι δυνατόν προς το έδαφος για να αποφευχθεί τραυµατισµός ατόµου από πρόσκρουση σε αυτές.
- Τα περονοφόρα και άλλα οχήµατα δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται για να ρυµουλκήσουν άλλα οχήµατα, εκτός εάν είναι σχεδιασµένα για µια τέτοια εργασία και δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται για άλλο σκοπό εκτός αυτού για τον οποίο έχουν σχεδιασθεί.
- Πρέπει να λαµβάνεται µεγάλη προσοχή κατά τους ελιγµούς ή την προς τα πίσω κίνηση των οχηµάτων. Εάν χρειάζεται πρέπει να υπάρχει ένα δεύτερο άτοµο το οποίο να τα κατευθύνει και να κρατά τα άλλα άτοµα σε απόσταση. Καθρέπτες οπίσθιας όψης είναι χρήσιµοι για την κίνηση προς τα πίσω. Οι ελιγµοί εργασίας και η κίνηση προς τα πίσω, πρέπει να γίνονται οµαλά χωρίς κλυδωνισµούς που µπορεί να µετακινήσουν το φορτίο.
- Όλα τα άτοµα πρέπει να έχουν πάρει οδηγίες να βρίσκονται µακριά από τα κινούµενα µέρη των οχηµάτων.
- Η φόρτωση των συσσωρευτών των ηλεκτροκίνητων οχηµάτων και ο ανεφοδιασµός µε καύσιµα και η εκκίνηση των οχηµάτων µε κινητήρα εσωτερικής καύσης, πρέπει να γίνεται σε απόσταση µεγαλύτερη από 10 µέτρα από το σηµείο που εναποθηκεύεται η διακινείται πετρελαιοειδές.
6.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ
6.1.1 Κατά τη διεξαγωγή συντήρησης ή επέκτασης στις βιοµηχανίες πετρελαίου πρέπει:
- Να προσδιορίζονται επακριβώς οι υπευθυνότητες
- Να υιοθετούνται ειδικοί και λεπτοµερείς κανόνες και κανονισµοί.
- Οι οδηγίες και εντολές να είναι απλές και σαφείς.
- Να εφαρµόζεται αυστηρός έλεγχος και σύµφωνα µε την άδεια εργασίας εκεί όπου χρειάζεται να ικανοποιούνται απόλυτα τα µέτρα ατοµικής ασφάλειας και πυρασφάλειας.
Απαιτείται αυστηρή επαγρύπνηση για να ανατραπεί παρέκκλιση από τους κανονισµούς, ιδιαίτερα όταν το προσωπικό εργάζεται σε επικίνδυνες περιοχές ή όταν χρησιµοποιείται προσωπικό εργολάβων.
6.1.2 Είναι σκόπιµο για τις Μονάδες, τις δεξαµενές και τον εξοπλισµό που χρησιµοποιείται ή έχει χρησιµοποιηθεί για πετρελαιοειδή να λαµβάνονται µέτρα που επιβάλλονται για την ασφαλή διεξαγωγή της εργασίας.
Γενικά ο βαθµός και το είδος των προφυλακτικών µέτρων πρέπει να προσαρµόζεται στη µορφή και το είδος της εργασίας που πρόκειται να εκτελεστεί.
Οι Μονάδες, οι δεξαµενές ή ο εξοπλισµός που χρησιµοποιούνται ή έχουν χρησιµοποιηθεί για πετρελαιοειδή παρουσιάζουν µειωµένο κίνδυνο και δεν απαιτούν τις ίδιες προφυλάξεις εάν πρόκειται για ψυχρές εργασίες. Παρόλα αυτά χρειάζεται και εκεί προσοχή και η εργασία πρέπει να εκτελείται µε προσοχή.
6.2 ΕΠΙΣΚΕΥΕΣ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ – ∆ΟΚΙΜΕΣ
6.2.1 Λεπτοµερείς Οδηγίες
Όταν οι επισκευές ή τροποποιήσεις απαιτούν την επί τόπου αποσυναρµολόγηση σηµαντικών τµηµάτων του εξοπλισµού, όπως βάνες, αντλίες ή σωληνώσεις ή είσοδο εντός δεξαµενών ή δοχείων πρέπει να δοθεί ειδική εντολή προς όλους όσους εµπλέκονται και να επιβεβαιωθεί ότι έλαβαν γνώση. Πρέπει να εκδοθεί άδεια εργασίας και να τηρηθούν όλοι οι κανόνες ασφάλειας.
Οποιαδήποτε εργασία, επισκευή, συντήρηση και κατασκευή στο χώρο των εγκαταστάσεων, πρέπει να γίνεται µε την έγκριση και την επίβλεψη εξουσιοδοτηµένου προσώπου που έχει τα προσόντα, σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις και τον παρόντα Κανονισµό σχετικά για τέτοιου είδους βιοµηχανικά συγκροτήµατα και εγκαταστάσεις.
6.2.2 ∆εξαµενές, ∆οχεία ή Εξοπλισµός
- Στις δεξαµενές ή στα δοχεία που δεν έχουν προηγούµενα απαεριωθεί και δοκιµασθεί για επάρκεια οξυγόνου, δεν πρέπει να µπαίνουν άτοµα για την εκτέλεση εργασίας ακόµη και αν φέρουν αναπνευστικές συσκευές.
Όταν πρόκειται να γίνει είσοδος µε αυτές τις συνθήκες για εξαιρετικούς λόγους πρέπει να δοθεί ειδική άδεια από τον Υπεύθυνο και πρέπει να ακολουθηθούν οι διαδικασίες που προβλέπονται.
- Πρέπει να υπάρχει ένας παρατηρητής στην ανθρωποθυρίδα κατά την διάρκεια όλης της εργασίας, ο οποίος να µπορεί να επέµβει αµέσως ή να ζητήσει βοήθεια σε περίπτωση λιποθυµίας ή κινδύνου του ατόµου ή των ατόµων που βρίσκονται εντός της δεξαµενής ή του δοχείου. Οι παρατηρητές και το προσωπικό διάσωσης πρέπει να είναι κατάλληλα εξοπλισµένοι, ώστε να µην υπάρξουν ατυχήµατα κατά τις εργασίες διάσωσης.
- ∆εν επιτρέπεται να αρχίσει εργασία «εν θερµώ» ή άλλη επικίνδυνη εργασία εντός δοχείου, δεξαµενής, σε εξοπλισµό και αγωγούς που περιείχε πετρελαιοειδές έως ότου αυτό εκκενωθεί, αποµονωθεί µε τυφλές, καθαρισθεί και απαεριωθεί, επιβεβαιωθεί ότι δεν υπάρχει ανεπάρκεια οξυγόνου και ότι η περιοχή έχει καθαρισθεί και αδρανοποιηθεί, ώστε να µην υπάρχει δηµιουργία αναθυµιάσεων του προϊόντος κατά την εργασία «εν θερµώ».
Εάν γίνεται επισκευή που περιλαµβάνει εργασία «εν θερµώ» στο εσωτερικό πύργων, εναλλακτών, δεξαµενών ή δοχείων µε ηλεκτροσυγκολλήσεις µέσα στον εξοπλισµό ή σε θαµµένες ή τελείως σκεπασµένες µε χώµα δεξαµενές ή στα ελάσµατα του πυθµένα των κατακορύφων υπέργειων δεξαµενών πρέπει να ανοίγονται οι υπάρχουσες θυρίδες και τα σηµεία εξαερισµού που έχουν προβλεφθεί. Αυτό υποβοηθεί τον εξαερισµό και εύκολα µπορεί να γίνονται δοκιµές για ύπαρξη αερίων, ώστε να εξασφαλισθεί ότι δεν έχουν παγιδευθεί προϊόντα ή αέρια ανάµεσα στα ελάσµατα και γύρω από τη θεµελίωση του δοχείου προτού επιτραπεί η έναρξη εργασίας «εν θερµώ».
- Όταν οι δεξαµενές ή τα δοχεία περιέχουν σκληρά κατάλοιπα που πρέπει να αποµακρυνθούν µε πελέκηµα (µατσακόνισµα), η άδεια πρέπει να αναφέρει ότι η επιφάνεια πρέπει να διατηρείται υγρή κατά τη διάρκεια της εργασίας.
- Κύλινδροι οξυγόνου ή ευφλέκτου αερίου δεν πρέπει να µεταφέρονται µέσα σε κλειστούς χώρους. Οι σωλήνες εµφύσησης και οι εύκαµπτοι σωλήνες πρέπει να αποµακρύνονται, όταν δεν χρησιµοποιούνται, επειδή µια µικρή διαρροή οξυγόνου ή ευφλέκτου αερίου για ένα χρονικό διάστηµα µπορεί να κάνει την ατµόσφαιρα σ’ ένα περιορισµένο χώρο επικίνδυνη.
- Εάν πρέπει να γίνει ηλεκτροσυγκόλληση πρέπει να υπάρχει επαρκής εξαερισµός, ώστε οι ατµοί της ηλεκτροσυγκόλλησης να αποµακρύνονται και να µεταφέρονται µακριά από την αναπνευστική ζώνη του συγκολλητού. Εάν αυτό δεν µπορεί να εξασφαλισθεί πρέπει να χρησιµοποιείται µια µάσκα προσώπου µε τροφοδοσία καθαρού αέρα.
- Πρέπει να δοθεί ειδική προσοχή στις ανθρωποθυρίδες, στις σκαλωσιές ή στις συναρµολογήσεις, ώστε να εξασφαλίζεται ασφαλής είσοδος και έξοδος έχοντας υπόψη την πιθανότητα ατυχήµατος στο προσωπικό που ασχολείται µε την εργασία.
- Όταν πρέπει να γίνει καθαρισµός δεξαµενής, πρέπει να τηρούνται αυστηρά οι ειδικές οδηγίες οι σχετικές µε την εργασία αυτή.
6.2.3 Αποµόνωση Μηχανολογικού Εξοπλισµού
Όταν οι συνδέσεις έχουν διακοπεί είναι σηµαντικό να γίνει τέλεια αποστράγγιση και όπου πρόκειται να εκτελεστεί εργασία «εν θερµώ» να γίνει απαερίωση και γενικός καθαρισµός της µονάδας ή των µονάδων που πρέπει να επισκευαστούν ή να τροποποιηθούν. Όλα τα στόµια και οι οπές του εξοπλισµού που θα µείνουν στον τόπο της εργασίας πρέπει να κλεισθούν µε τυφλές φλάντζες ή κάτι ανάλογο. ∆εν πρέπει να συγκεντρώνεται και να αποµακρύνεται ασφαλώς και δεν πρέπει να επιτρέπεται να απορροφηθεί από το έδαφος ή να εισαχθεί σε αποχετευτικά συστήµατα.
6.2.4 Ηλεκτρολογική Αποµόνωση
- Ένας αρµόδιος ηλεκτρολόγος πρέπει να βεβαιωθεί προσωπικά ότι ο εξοπλισµός έχει αποµονωθεί από τα βρισκόµενα σε τάση ηλεκτρικά κυκλώµατα προτού αρχίσει κάποια εργασία δοκιµών, ρυθµίσεων συντήρησης ή επέκτασης.
Όπου είναι δυνατόν οι κυρίως διακόπτες ή αποµονωτές κυκλωµάτων πρέπει να ασφαλίζονται µηχανικά στη θέση διακοπής κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής των εργασιών, αλλά εάν δεν υπάρχει πρόνοια για την ασφάλιση στο µοχλό του διακόπτη, πρέπει να αφαιρεθούν οι ασφάλειες.
Μία προειδοποιητική πινακίδα πρέπει να επικολλάται πάνω στον ηλεκτρικό πίνακα που να αναφέρει ότι εκτελούνται εργασίες και να αποτραπεί τυχαίος χειρισµός του διακόπτη ή η επανατοποθέτηση ασφαλειών.
- Όταν η εργασία έχει εκτελεστεί το υπεύθυνο άτοµο πρέπει να πιστοποιήσει ότι η συσκευή είναι µηχανικά και ηλεκτρικά εντάξει προτού τεθεί ξανά σε λειτουργία.
- Ο ανυψωτικός γερανός δεν πρέπει να χρησιµοποιείται για άλλες εργασίες εκτός από την κατακόρυφη ανύψωση π.χ. δεν πρέπει να χρησιµοποιείται για να ρυµουλκεί φορτία κατά µήκος του δαπέδου ή για να ελευθερώνει σφηνωµένα µηχανήµατα.
- Οι γάντζοι του ανυψωτικού γερανού πρέπει να είναι χρωµατισµένοι µε εµφανές χρώµα.
- Όλα τα φορτία πρέπει να στερεώνονται και ασφαλίζονται καλώς και επαρκώς.
- Κανείς δεν πρέπει να στέκεται κάτω από ένα αιωρούµενο ή ανυψωµένο φορτίο.
- Κανείς δεν πρέπει να ανυψώνεται ή να µεταφέρεται από ανυψωτικό µηχάνηµα.
- Πρέπει να χρησιµοποιούνται οι αλυσίδες, τα σχοινιά, οι αναρτήσεις και άλλα βοηθητικά ανυψωτικά εξαρτήµατα που προορίζονται ειδικά για τη συγκεκριµένη εργασία.
- Υλικά που επιδιορθώθηκαν πρόχειρα δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται. Οι αλυσίδες δεν πρέπει να ενώνονται µε κοχλίες, σύρµατα ή κόµβους. Τα σχοινιά πρέπει να είναι συνδεδεµένα καλά µε πλέξιµο (ύφανση) όπου χρειάζεται καλά µε πλέξιµο (ύφανση) όπου χρειάζεται και όχι να ενώνονται µε κόµβους.
- Τα περονοφόρα οχήµατα και τα µηχανοκίνητα βαγονέτα που πρόκειται να λειτουργήσουν εντός κτιρίων, πρέπει να λειτουργούν κατά προτίµηση µε ηλεκτρικούς συσσωρευτές.
Εάν όµως υπάρχει επαρκής εξαερισµός µπορούν να χρησιµοποιηθούν κινητήρες που λειτουργούν µε βενζίνη ή ντήζελ ή υγραέρια. Ο κίνδυνος των τοξικών αερίων από τις εξατµίσεις είναι λιγότερος όταν χρησιµοποιείται για καύσιµο υγραέριο. Τα δοχεία που περιέχουν υγραέριο, που προορίζονται για την κίνηση των οχηµάτων, πρέπει να προστατεύονται καλά από βλάβη.
- Τέτοια οχήµατα δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται σε επικίνδυνη περιοχή ή σε περιοχή όπου το αποτέλεσµα τυχαίας βλάβης στις συσκευασίες µπορεί να δηµιουργήσει «επικίνδυνη περιοχή», εκτός εάν είναι κατάλληλα προστατευµένα και εξοπλισµένα ώστε να εµποδίζουν την ανάφλεξη εύφλεκτου µίγµατος αερίου.
- Τα περονοφόρα οχήµατα και τα µηχανοκίνητα βαγονέτα δεν πρέπει να µεταφέρουν επιβάτες.
- Πρέπει να τηρείται αυστηρά το όριο ταχύτητας.
- Τα οχήµατα πρέπει να συντηρούνται προσεκτικά, µε ιδιαίτερη προσοχή στα υδραυλικά συστήµατα, στα συστήµατα ανύψωσης, στο σύστηµα πέδησης, στο σύστηµα οδήγησης και στους αναχαιτιστές φλόγας και σπινθήρα.
Οι χειριστές των οχηµάτων πρέπει να αναφέρουν οποιαδήποτε βλάβη αµέσως.
- Τα φορτία δεν πρέπει ποτέ να υπερβαίνουν το φορτίο ασφαλούς λειτουργίας του οχήµατος. Πρέπει να είναι καλά στερεωµένα και στην περίπτωση περονοφόρου οχήµατος πρέπει να µεταφέρονται µε τις περόνες, όσο το δυνατό πλησιέστερα προς το έδαφος. Τούτο είναι ιδιαίτερα σηµαντικό εάν υπάρχουν κατωφέρειες ή επικλινή επίπεδα για να προληφθεί η ανατροπή του οχήµατος.
- Κανείς δεν επιτρέπεται να βαδίζει κάτω από αναρτηµένο φορτίο ή τις περόνες ενός περονοφόρου οχήµατος όταν µεταφέρει φορτίο. Όταν δεν χρησιµοποιούνται οι περόνες πρέπει να βρίσκονται όσο πλησιέστερα είναι δυνατόν προς το έδαφος για να αποφευχθεί τραυµατισµός ατόµου από πρόσκρουση σε αυτές.
- Τα περονοφόρα και άλλα οχήµατα δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται για να ρυµουλκήσουν άλλα οχήµατα, εκτός εάν είναι σχεδιασµένα για µια τέτοια εργασία και δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται για άλλο σκοπό εκτός αυτού για τον οποίο έχουν σχεδιασθεί.
- Πρέπει να λαµβάνεται µεγάλη προσοχή κατά τους ελιγµούς ή την προς τα πίσω κίνηση των οχηµάτων. Εάν χρειάζεται πρέπει να υπάρχει ένα δεύτερο άτοµο το οποίο να τα κατευθύνει και να κρατά τα άλλα άτοµα σε απόσταση. Καθρέπτες οπίσθιας όψης είναι χρήσιµοι για την κίνηση προς τα πίσω. Οι ελιγµοί εργασίας και η κίνηση προς τα πίσω, πρέπει να γίνονται οµαλά χωρίς κλυδωνισµούς που µπορεί να µετακινήσουν το φορτίο.
- Όλα τα άτοµα πρέπει να έχουν πάρει οδηγίες να βρίσκονται µακριά από τα κινούµενα µέρη των οχηµάτων.
- Η φόρτωση των συσσωρευτών των ηλεκτροκίνητων οχηµάτων και ο ανεφοδιασµός µε καύσιµα και η εκκίνηση των οχηµάτων µε κινητήρα εσωτερικής καύσης, πρέπει να γίνεται σε απόσταση µεγαλύτερη από 10 µέτρα από το σηµείο που εναποθηκεύεται η διακινείται πετρελαιοειδές.
Με τον όρο Μονάδες Παραγωγής µιας Βιοµηχανίας πετρελαίου χαρακτηρίζονται αυτόνοµα παραγωγικά συγκροτήµατα µηχανολογικού εξοπλισµού, όπου συνήθως
λαµβάνουν χώρα θερµές και υπέρθερµες διεργασίες ή επεξεργασίες. Αυτές θεωρούνται απαραίτητες προκειµένου να επιτευχθεί η παραγωγή προϊόντων και υποπροϊόντων του πετρελαίου κατάλληλων προδιαγραφών και ιδιοτήτων. Σαν πρώτη ύλη χρησιµοποιείται το αργό πετρέλαιο το οποίο µετά από κλασµατική απόσταξη µας δίνει τα παρακάτω βασικά προϊόντα:
− Υγραέρια
− Βενζίνες
− Νάφθες
− Καύσιµα Αεροθουµένων
− Πετρέλαιο Εσωτερικής Καύσης (Ντήζελ)
− Μαζούτ ∆ιαφόρων Τύπων
Ακόµη µε πρόσθετες διεργασίες και λειτουργίες λαµβάνονται τα πιο κάτω βασικά υποπροϊόντα:
− Αέριο Προπάνιο
− Αέριο Βουτάνιο
− Αέριο Πόλης
− Θειάφι
− Άσφαλτος
− V.G.O. (πρώτη ύλη λιπαντικών)
− Μονοµερείς Πρώτες Ύλες Πολυµερών για Πλαστικά
Οι βασικότερες µονάδες είναι:
− Μονάδες Κλασµατικής Απόσταξης του Αργού
− Μονάδες Καταλυτικής Αναµόρφωσης για Παραγωγή Βενζινών
− Μονάδες Αποθείωσης
− Μονάδες Κενού για Παραγωγή Ασφάλτου
− Μονάδες Παραγωγής Υγραερίων
− Μονάδες Παραγωγής Θειαφιού
− Μονάδες Πυροδιάσπασης
− Μονάδες Σύνθεσης κ.λπ.
Γενικά κάθε βασική Μονάδα Παραγωγής µαζί µε τις απαραίτητες δευτερεύουσες άλλες βοηθητικές Μονάδες που προορίζονται για ορισµένη επεξεργασία καταλαµβάνουν κάποιο ανεξάρτητο σαφώς διαχωρισµένο χώρο. Γενικά όλες οι Μονάδες ανεπτυγµένες µε την ίδια φιλοσοφία βρίσκονται κατά το δυνατό συγκεντρωµένες σε ειδική περιοχή που χαρακτηρίζεται σαν περιοχή Μονάδων Παραγωγής.
Οι Μονάδες σαν συγκροτήµατα χαρακτηρίζονται σαν περιοχές υψηλού κινδύνου και πρέπει να απέχουν τόσο µεταξύ τους όσο και από τις άλλες εγκαταστάσεις και κτίρια του εργοστασίου µε τις προβλεπόµενες από τον παρόντα Κανονισµό αποστάσεις ασφαλείας.
Ο εξοπλισµός των Μονάδων γενικά περιλαµβάνει:
− Αντλίες και Κινητήρες
− Κλιβάνους
− Εναλλάκτες θερµότητας
− ∆οχεία ∆ιαφόρων Μεγεθών Χαµηλής ή Υψηλής Πίεσης
− Συµπιεστές
− Εγκαταστάσεις Ψύξης
− Αγωγούς και Σωληνώσεις
− Πύργους ή Κολόνες Απόσταξης και ∆ιαχωρισµού
− Αντιδραστήρες ∆ιαφόρων Τύπων
− Πλήρη Συστήµατα Βοηθητικών Παροχών (ατµός, καύσιµο, αέρας, νερό κ.λπ.)
− Συστήµατα Αυτοµατισµού και Οργάνων
− Αίθουσα Κεντρικού Ελέγχου
− Συστήµατα Αποχέτευσης και Υπονόµων
Η διάταξη του µηχανολογικού εξοπλισµού µέσα σε κάθε Μονάδα και η τήρηση των προβλεποµένων αποστάσεων ασφάλειας µεταξύ του εξοπλισµού θεωρείται προϋπόθεση
για την ασφαλή λειτουργία του συγκροτήµατος.
Η περιοχή των Μονάδων θεωρείται περιοχή υψηλού κινδύνου και χαρακτηρίζεται γενικά µε βάση την ηλεκτρική ταξινόµηση σαν Κλάση 1, Ζώνη 1 ή 2 (βλέπε ηλεκτρολογικά).
Γενικά κάθε εκδήλωση διαρροής υγρού ή αερίου καυσίµου δηµιουργεί προϋποθέσεις για ανάφλεξη µε απρόβλεπτες συνέπειες για το συγκρότηµα.
Σαν προληπτικά µέτρα ασφαλείας θεωρούνται:
2.1 ΓΕΝΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Η εφαρµογή όλων των γενικών µέτρων ασφαλείας που απαιτούνται και για τους υπόλοιπους χώρους του ∆ιυλιστηρίου.
2.2 ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΟΝΑ∆ΩΝ
Η ανεξάρτητη και ορθογωνική ανάπτυξη των Μονάδων µε πλήρη περιφερειακή κάλυψη από άνετους προσπελάσιµους δρόµους.
2.3 ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Η τήρηση των αποστάσεων ασφάλειας που καθορίζονται µεταξύ:
Μονάδων και άλλων Γειτονικών Μονάδων
Μονάδων και Αίθουσας Ελέγχου (CONTROL ROOM)
Μονάδων και ∆ιαφόρων άλλων Κτιρίων ή Εγκαταστάσεων και τέλος οι αποστάσεις ασφάλειας εσωτερικά των Μονάδων µεταξύ του µηχανολογικού εξοπλισµού, είναι παράγοντες που ουσιαστικά συµβάλουν στην ασφάλεια της περιοχής. Λεπτοµέρειες στο σχετικό πίνακα.
2.4 ΑΙΘΟΥΣΑ ΕΛΕΓΧΟΥ
Η τήρηση των προδιαγραφών ασφάλειας για την αίθουσα ελέγχου σχετικά µε τις αποστάσεις αλλά και τις προδιαγραφές δόµησης και αντοχής σε έκρηξη.
Γενικά οι αίθουσες αυτές δεν συνιστάται να έχουν παράθυρα και ειδικότερα προς την πλευρά των Μονάδων. Εάν υπάρχουν πόρτες προς τις Μονάδες αυτές πρέπει να είναι βαρέως τύπου µεταλλικές και εύκολα να ανοίγουν προς τα έξω.
2.5 ΣΩΛΗΝΟ∆ΙΑ∆ΡΟΜΟΙ
Απαγορεύεται η ανάπτυξη περιφερειακά των Μονάδων σωληνοδιαδρόµων που παρεµποδίζουν την πρόσβαση και την πυρόσβεση.
Γενικά συνιστάται οι σωληνώσεις να είναι είτε υπόγειες θαµένες ή αρκετά υψηλά υπέργειες σε υπερκείµενες υπερκατασκευές.
2.6 ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ∆ΙΑ∆ΡΟΜΟΣ ΜΟΝΑ∆ΩΝ
Η εσωτερική ανάπτυξη κεντρικού διαδρόµου µέσα στις Μονάδες που διευκολύνει την προσέγγιση, τη λειτουργία και την πυρόσβεση είναι επιθυµητή.
2.7 ΕΙ∆ΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Σε αυτά περιλαµβάνονται:
2.7.1 Το Σύστηµα Ασφαλιστικών και Πυρσού (FLARE)
Βασικά αυτό χρησιµοποιείται για την καύση των επικίνδυνων και τοξικών αερίων υποπροϊόντων του ∆ιυλιστηρίου και των λοιπών Βιοµηχανιών πετρελαίου.
Περισσότερες λεπτοµέρειες για τη χρησιµότητα για τη χρησιµότητα και τον τρόπο λειτουργίας του πύργου αναφέρονται στη σχετική παράγραφο.
Για το σύστηµα των ασφαλιστικών ακολουθούνται οι προβλεπόµενοι διεθνείς κώδικες που αφορούν την προστασία, τη ρύθµιση, τη λειτουργία και τον περιοδικό έλεγχο. Αυτά προστατεύουν από υπερπίεση συστήµατα µε θετική πίεση όπως δοχεία, εναλλάκτες, πύργους, αντλίες, συµπιεστές, αγωγούς κ.λπ.
Κατά κανόνα και ανάλογα µε το χώρο και το είδος προστασίας τα ασφαλιστικά µπορεί να εκτονώνουν:
- Προς το κλειστό σύστηµα πυρσού (FLAIRE)
- Προς κάποιο δοχείο ή πύργο χαµηλότερης πίεσης
- Προς την αναρρόφηση της αντλίας ή του συµπιεστή
- Προς την ατµόσφαιρα
2.7.2 Το Σύστηµα Αποµάκρυνσης Υγρών Βαρέων Προϊόντων (BLOW DOWN)
Αυτό είναι απαραίτητο για την αποµάκρυνση ή εκτόνωση δοχείων, κλιβάνων και λοιπού εξοπλισµού από υγρούς συνήθως θερµούς ή υπέρθερµους υδρογονάνθρακες.
Τα αποβαλόµενα προϊόντα οδηγούνται µε κατάλληλο µεταλλικό αγωγό σε απόσταση τουλάχιστον 100 µέτρων από τα όρια της Μονάδας σε ειδικό καλυµένο χώρο µε υπερκείµενη καµινάδα. Ο χώρος συγκέντρωσης και της καµινάδας προστατεύεται µε συνεχή εκροή ατµού χαµηλής πίεσης. Η διάταξη αυτή παρεµποδίζει την είσοδο από την καµινάδα του αέρα και την ανάφλεξη των θερµών και υπέρθερµων προϊόντων.
Συστήµατα άµεσης εκκένωσης δοχείων και εξοπλισµού των Μονάδων σε συνδυασµό µε την εξαγωγή των ασφαλιστικών µε υγρά προϊόντα συντελούν στην αύξηση της ασφάλειας των Μονάδων Παραγωγής. Η αποµάκρυνση ή επικοινωνία αερίων προϊόντων και υποπροϊόντων προς το σύστηµα αυτό απαγορεύεται αυστηρά.
Σε αρκετές περιπτώσεις χρησιµοποιούνται µικτά συστήµατα που συνδυάζουν δοχείο συγκέντρωσης υγρών και αερίων αποβλήτων που διαθέτουν παράλληλα και σύστηµα πυρσού. Τα συστήµατα αυτά θεωρούνται προϋπόθεση ασφαλούς λειτουργίας γιατί εξασφαλίζουν τη γρήγορη αποµάκρυνση των επικίνδυνων και τοξικών προϊόντων από τον εξοπλισµό που εκδηλώθηκε φωτιά ή λειτουργική βλάβη.
2.7.3 Βάνες Αποµόνωσης και Βάνες Ηλεκτρικές Τηλεχειριζόµενες
Η σωστή διάταξη των κατάλληλων βανών σε ευδιάκριτα και προσιτά σηµεία είναι προϋπόθεση της καλής και ασφαλούς λειτουργίας των Μονάδων. Οι βάνες γενικά παρέχουν τη δυνατότητα αποµόνωσης επιµέρους συστηµάτων ή τµηµάτων των Μονάδων, αλλά και άµεσης επικοινωνίας επιµέρους εξοπλισµού που απαιτείται κατά τη διαδικασία της λειτουργίας.
Για την περίπτωση λειτουργικών ανωµαλιών, υπερπιέσεων, διαρροών και πυρκαγιών οι βάνες αποµόνωσης ή αποπίεσης είναι το όπλο των λειτουργών
για την αντιµετώπιση των εκτάκτων καταστάσεων.
Σε περιπτώσεις που απαιτείται άµεση ενεργοποίηση βανών σε απρόσιτα και επικίνδυνα σηµεία συνιστάται η εγκατάσταση ηλεκτρικών, πνευµατικών ή υδραυλικών συστηµάτων τηλεχειρισµού και ενεργοποίησης των κυριοτέρων βανών.
∆ΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΑΡΑΓΝΩΡΙΖΕΤΑΙ ΟΤΙ ΣΕ ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ Η ΚΑΤΑΣΒΕΣΗ ΜΙΑΣ ΠΥΡΚΑΓΙΑΣ ΣΤΙΣ ΜΟΝΑ∆ΕΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΤΑΙ ΕΠΙΤΥΧΩΣ ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗΣ ΒΑΝΑΣ.
Όλες οι βάνες στις Μονάδες Παραγωγής που έχουν σχέση µε την πυρασφάλεια βάφονται κόκκινες και πρέπει να έχουν πινακίδα χαρακτηρισµού.
2.7.4 Υπόνοµοι και Συστήµατα Αποχέτευσης
Το σύστηµα αποχέτευσης των Μονάδων πρέπει να πληρεί απαραίτητα όλους τους όρους ασφαλούς λειτουργίας, όπως ειδικά αναπτύσσονται στο σχετικό κεφάλαιο περί αποχέτευσης.
Ειδικά µε την περιοχή των Μονάδων αυτό αποτελείται:
- Από τους υπονόµους ελαιωδών προϊόντων
- Από τους υπονόµους υδάτων και νερών βροχής
- Από τις αποχετεύσεις των προϊόντων
Συνήθως τα νερά ψύξης των προϊόντων, που εξέρχονται από τα ψυγεία είναι ανεξάρτητα από τα άλλα συστήµατα ψύξης (πύργοι ψύξης) κλειστού κυκλώµατος ψύχονται και επαναχρησιµοποιούνται. Τα νερά της βροχής µε ανεξάρτητο σύστηµα υπονόµων που υπάρχει περιφερειακά στο έξω µέρος των ορίων των Μονάδων επί των δρόµων ή και σε άλλα επιλεγµένα σηµεία συγκεντρώνονται και είτε αποµακρύνονται της περιοχής του ∆ιυλιστηρίου, είτε οδεύουν προς το σύστηµα των ελαιωδών και αποµακρύνονται µέσω του ελαιοδιαχωριστή.
Ιδιαίτερα για την περιοχή των Μονάδων:
- Όλοι οι ανοιχτοί υπόνοµοι ελαιωδών προϊόντων επί των ορίων των Μονάδων πρέπει να διαθέτουν σύστηµα φραγής προς παρεµπόδιση επέκτασης της φωτιάς.
- Όλα τα χωνιά περισυλλογής των αποστραγγίσεων προς το ελαιώδες σύστηµα αποχέτευσης πρέπει να έχουν σύστηµα φραγής συφωνιού (καµπύλη U).
- Ανεξάρτητα συστήµατα περισυλλογής ελαιωδών µε ενδιάµεσα φρεάτια κλειστού τύπου, υποχρεωτικά πρέπει να έχουν σύστηµα φραγής στο πρώτο φρεάτιο κάθε κλάδου, στο τελευταίο πριν του ελαιοδιαχωριστή συγκεντρωτικό φρεάτιο και σε κάθε ενδιάµεσο ανοικτού τύπου που ενδεχόµενα θα υπήρχε στο σύστηµα.
- Συστήµατα φρεατίων υδάτων βροχής πρέπει υποχρεωτικά να έχουν σύστηµα φραγής σε κάθε σηµείο που επικοινωνούν µε έτερο σύστηµα ελαιωδών προϊόντων.
- Με τον όρο κλειστά φρεάτια θεωρούµε υπονόµους µε απόλυτη στεγανότητα σε υγρά και αέρια προϊόντα.
- Η στεγανότητα επιτυγχάνεται µε καπάκι βαρέως τύπου εκ µπετόν αρµέ ή µεταλλικό που βρίσκεται σε πλήρη εφαρµογή µε τη βάση.
Συνεκτικές ουσίες για την πλήρη στεγανοποίηση ενδείκνυνται.
- Φρεάτια παντός τύπου και ειδικότερα ανοιχτά µε σχάρα απαγορεύεται να υπάρχουν κάτω ή πλησίον σε κλιβάνους, αλλά και σε άλλες υπέρθερµες εγκαταστάσεις και θερµό µηχανολογικό εξοπλισµό. Περισσότερες λεπτοµέρειες στο σχετικό κεφάλαιο του παρόντος κανονισµού.
2.7.5 Σεισµική Προστασία
Οι εγκαταστάσεις των ∆ιυλιστηρίων και των λοιπών Βιοµηχανιών πετρελαίου και ιδιαίτερα οι βάσεις και τα θεµέλια του βαρέως µηχανολογικού εξοπλισµού πρέπει να κατασκευαστούν σύµφωνα µε τα διεθνή και ελληνικά πρότυπα αντισεισµικής προστασίας.
2.7.6 Σύστηµα Γείωσης και Ηλεκτρολογικής Προστασίας
Γενικά στις εγκαταστάσεις των ∆ιυλιστηρίων και ιδιαίτερα στις περιοχές των Μονάδων Παραγωγής στη Βιοµηχανία του πετρελαίου η ηλεκτρολογική προστασία του µηχανολογικού εξοπλισµού, ειδικότερα αυτού που έχει κάποιο ύψος έναντι διαρροών ηλεκτρικού ρεύµατος, στατικού ηλεκτρισµού ή κεραυνών γίνεται µε ενιαίο σύστηµα γείωσης. Αλεξικέραυνα δεν συνιστώνται και θα πρέπει να αποφεύγονται εκτός των ειδικών περιπτώσεων προστασίας υψηλών δοµικών κατασκευών (π.χ. καµινάδες, κτίρια κ.λπ.).
Για τη γείωση χρησιµοποιούνται λάµες γαλβανιζέ διαστάσεων 26 χ 4 χιλ. και ηλεκτρόδια (πάσσαλοι γείωσης) εντός του εδάφους σε ειδικά φρεάτια βάθους 2-4 µέτρα ανάλογα µε την υγρασία του εδάφους. Τα φρεάτια συνήθως έχουν λεπτή άµµο.
Για την ηλεκτρολογική προστασία γίνεται πρόβλεψη για ελάχιστη γείωση 2-3 ΩΜ σύµφωνα µε τους ηλεκτρολογικούς κανονισµούς ασφάλειας και για προστασία έναντι του στατικού ηλεκτρισµού ή των καιρικών φαινοµένων η γείωση φτάνει περίπου τα 20 ΩΜ.
Το σύστηµα γείωσης όλου του συγκροτήµατος για προστασία από καιρικές συνθήκες, στατικό ηλεκτρισµό και ηλεκτρολογικής προστασίας πρέπει να βρίσκεται σε ενιαίο ανάπτυγµα γειώσεων και πασάλων. Αυτή η διάταξη πρέπει να προβλέπεται και να εφαρµόζεται στα µεγάλα Βιοµηχανικά Συγκροτήµατα που διαθέτουν και θερµές λειτουργίες.
2.7.7 Θερµική Μόνωση Υπέρθερµων Μεταλλικών Εξαρτηµάτων
Για την προστασία του προσωπικού, αλλά και για τον περιορισµό των απωλειών από τη θερµική ακτινοβολία, συνιστάται η κάλυψη θερµών δοχείων, εναλλακτών θερµότητας, θερµών αγωγών και σωληνώσεων και ειδικότερα των αγωγών ατµού του Συγκροτήµατος, µε φύλλα υαλοβάµβακα ή ορυκτοβάµβακα. Συνήθως το µονωτικό στρώµα εξωτερικά προστατεύεται και συγκρατείται µε ειδικές θήκες από λαµαρίνα ή συνθετικό υλικό υψηλής αντοχής.
Η θερµική προστασία απαιτείται για αγωγούς και εξοπλισµό µέχρι ύψους 2 µέτρων και θερµοκρασία άνω των 65°C εάν αποβλέπει στην προστασία του προσωπικού, ενώ δεν υπάρχει περιορισµός στο ύψος εάν αυτή γίνεται µόνο για τον περιορισµό των θερµικών απωλειών.
2.8 ΕΠΑΝ∆ΡΩΣΗ ΜΟΝΑ∆ΩΝ
Η επάνδρωση µε προσωπικό λειτουργίας άριστα καταρτισµένο, τόσο στη λειτουργία του συγκροτήµατος όσο και σε πυροσβεστικές επεµβάσεις, είναι υποχρεωτική.
2.9 ΘΕΡΜΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝ∆ΥΝΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ
Απαγορεύονται όλες οι θερµές και επικίνδυνες εργασίες στο χώρο εν λειτουργία Μονάδων Παραγωγής, εφόσον δεν έχουν εξασφαλιστεί συνθήκες απόλυτα ασφαλούς διεξαγωγής και δεν έχουν ληφθεί τα απαραίτητα µέτρα πυρασφάλειας και ατοµικής προστασίας. Η επιβεβαίωση των ανωτέρω εξασφαλίζεται µε την έκδοση της κατάλληλης άδειας εργασίας, όπου πρέπει να αναφέρονται όλες οι προϋποθέσεις ασφάλειας για να είναι δυνατή η εκτέλεση της εργασίας, αλλά και οι έλεγχοι για µη παρουσία εκρηκτικών αερίων στην περιοχή (βλέπε άδειες εργασίας).
2.10 ΟΡΓΑΝΑ ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΥ ΕΚΡΗΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Ο εντοπισµός διαρροών εύφλεκτων υγρών, εκρηκτικών αερίων και άλλων επικίνδυνων ουσιών στις κρίσιµες περιοχές των ∆ιυλιστηρίων και των λοιπών Βιοµηχανικών πετρελαίου και ειδικότερα στις Μονάδες Παραγωγής, όπου συνυπάρχουν και θερµές λειτουργίες είναι προϋπόθεση ασφαλούς λειτουργίας των εγκαταστάσεων.
Θερµές εργασίες, εργασίες σε κλειστούς χώρους και γενικά επικίνδυνες εργασίες συντήρησης, απαγορεύονται αυστηρά, εφόσον δεν έχει εξασφαλισθεί η οριστική απουσία των ανωτέρω αερίων.
Η χρήση οργάνων προσδιορισµού της εκρηκτικότητας είναι υποχρεωτική και δεν επιτρέπεται καµία επικίνδυνη εργασία εάν η ένδειξη δεν είναι 0%.
2.11 ΕΝ∆ΥΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Το προσωπικό στην περιοχή των Μονάδων πρέπει να διαθέτει κατάλληλη ένδυση για προστασία όπως:
- Στολή ή φόρµα εργασίας
- Μπότες ή υποδήµατα ασφάλειας
- Γάντια ανθεκτικά στη θερµότητα και τα υγρά καύσιµα
- Κράνος ασφάλειας, γυαλιά, ωτοασπίδες κ.λπ.
2.12 ΕΙΣΟ∆ΟΣ ΤΡΟΧΟΦΟΡΩΝ
Η είσοδος µηχανοκίνητων µηχανηµάτων και αυτοκινήτων απαγορεύεται στις Μονάδες χωρίς τη σχετική άδεια, έστω και αν αυτά φέρουν τις υποχρεωτικές φλογοπαγίδες που προβλέπεται για τους χώρους βιοµηχανιών πετρελαίου.
2.13 ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΕΙΣΟ∆ΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΣΤΙΣ ΜΟΝΑ∆ΕΣ
Πέραν του προσωπικού λειτουργίας των Μονάδων και του άλλου εξουσιοδοτηµένου προσωπικού για ελέγχους, επιθεωρήσεις, συντηρήσεις και λοιπές εργασίες, ουδείς άλλος επιτρέπεται να κυκλοφορεί στους χώρους των Μονάδων.
Ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει:
3.1 ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΥΡΣΟΥ (FLARE)
3.1.1 Ο κύριος προορισµός του πυρσού (FRARE) σε µια Βιοµηχανία πετρελαίου είναι να µετατρέψει µε την καύση διάφορα τοξικά, εύφλεκτα, διαβρωτικά και άλλα ανεπιθύµητα αέρια προϊόντα και υποπροϊόντα σε πλέον αβλαβή συστατικά.
3.1.2 Έχουµε δύο είδη πυρσών:
- Πυρσός εδάφους (για µικρές περιοχές προς καύση)
- Υπερυψωµένος πυρσός (για τις µεγάλες εγκαταστάσεις)
Και οι δύο τύποι των πυρσών έχουν στην κορυφή καυστήρα – πιλότο που διατηρεί τη φλόγα συνεχώς και εξασφαλίζει έτσι την καύση των προϊόντων.
Οι πυρσοί καύσης θεωρούνται σαν βασικά µέσα περιορισµού ρύπανσης της περιοχής. Κατάλληλα ρυθµιζόµενο σύστηµα διασκορπισµού µε ατµό στην κορυφή του πυρσού εξασφαλίζει φλόγα καθαρή και άκαπνη µέχρι το 20% του µέγιστου φορτίου που µπορεί να δεχθεί ο πυρσός, καθώς και τέλεια καύση.
3.1.3 Ο υπολογισµός του µεγέθους της γραµµής του πυρσού στηρίζεται στη µέγιστη επιτρεπτή ανάπτυξη πίεσης στις ασφαλιστικές δικλείδες και στις άλλες πηγές που εκτονώνονται στη γραµµή του πυρσού σε κατάσταση ανάγκης.
3.1.4 Ο υπολογισµός του ύψους, της θέσης και οι ελάχιστες αποστάσεις του πυρσού από εξοπλισµό καθορίζεται από τη µέγιστη επιτρεπόµενη θερµική ακτινοβολία και από τις προδιαγραφές ρύπων του περιβάλλοντος για το χειρότερο περιστατικό στον πυρσό. Συγχρόνως δε, να ικανοποιούνται και οι προβλεπόµενες προδιαγραφές για θόρυβο.
3.1.5 Η επιτρεπτή θερµική ακτινοβολία στη γραµµή ιδιοκτησίας να µην είναι µεγαλύτερη των 1.6 kW/M2, ενώ η απόσταση του πυρσού από τους ελαιοδιαχωριστές και τις δεξαµενές πλωτής οροφής να µην είναι µικρότερη από 60m.
3.1.6 Παρακάτω αναφέρονται οι µέγιστες επιτρεπόµενες τιµές θερµικής ακτινοβολίας για έκθεση προσωπικού όταν έχουµε καύση στον πυρσό του µέγιστου δυνατού φορτίου.
3.1.7 Οι ταχύτητες ανόδου των αερίων στον πυρσό να είναι τέτοιες, ώστε να αποκλείεται η πιθανότητα αναρρόφησης ή σβησίµατος της φλόγας.
Τα αέρια πριν την καύση στον πυρσό πάντοτε πρέπει να διέρχονται από δοχείο που διαχωρίζει αέρια από υγρά φάση. Η αέρια φάση µέσω δοχείου φραγής, διοχετεύεται δια µέσου υδάτινου στρώµατος και ακολούθως οδεύει προς καύση. Η διάταξη αυτή αποκλείει τελείως την επιστροφή της φλόγας προς τις διάφορες εγκαταστάσεις.
3.1.8 Το δοχείο φραγής πρέπει να είναι στην µικρότερη δυνατή απόσταση ή στην βάση από τον πυρσό και να είναι ειδικά σχεδιασµένο, ώστε να µην παγώνει το νερό φραγής σ’ αυτό κατά τους χειµερινούς µήνες, να αποκλείει τις µεγάλες αυξοµοιώσεις στη φλόγα του πυρσού και τη δηµιουργία θορύβου χαµηλής συχνότητας και τέλος να µην συµπαρασύρονται σταγονίδια νερού προς τον πυρσό.
3.1.9 Η πίεση σχεδιασµού του δοχείου φραγής και του πυρσού να είναι 1035 kpa για κανονική θερµοκρασία λειτουργίας και 345 kpa για τη µέγιστη και ελάχιστη προβλεπόµενη δυνατή θερµοκρασία λειτουργίας.
3.1.10 Γενικά, αν και οι υπερυψωµένοι πυρσοί είναι πλέον δαπανηροί και δύσκολα συντηρούνται, εν τούτοις θεωρούνται πιο ασφαλείς και δεν καθιστούν τη γύρω περιοχή ακατάλληλη για άλλες δραστηριότητες.
Οι πυρσοί συνήθως τοποθετούνται σε πλέον απόµακρες περιοχές µακριά από Μονάδες, δεξαµενές ή ελαιοδιαχωριστές και δέχονται βασικά, όλο το κύκλωµα των ασφαλιστικών βαλβίδων των εγκαταστάσεων και των µονάδων λειτουργίας.
3.2 ΚΤΙΡΙΑ ΜΕ ΕΙ∆ΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΛΟΓΩ ΓΕΙΤΝΙΑΣΗΣ ΜΕ ΜΟΝΑ∆ΕΣ
3.2.1 Στοιχείο Σχεδιασµού
- Κτίρια, όπως είναι ο κεντρικός θάλαµος, ελέγχου και σε µερικές περιπτώσεις οι ηλεκτρικοί υποσταθµοί, απαιτούν ειδικό σχεδιασµό ώστε να αντέξουν σε πιεστικό και ωστικό κύµα ενδεχόµενης έκρηξης σε κοντινή εγκατάσταση, χωρίς να υποστούν σοβαρές ζηµιές. Αυτό είναι πρωταρχικής σηµασίας για την ασφάλεια του προσωπικού και των εγκαταστάσεων που βρίσκονται στην αίθουσα.
- Τα παραπάνω κτίρια δεν απαιτούν ειδικό σχεδιασµό όταν ο κίνδυνος έκρηξης είναι αµελητέος ή όταν βρίσκονται σε απόσταση µεγαλύτερη από 60m από τον πλησιέστερο εξοπλισµό µε εύφλεκτο υλικό.
- Σαν βάση υπολογισµού πρέπει να λαµβάνεται η ικανότητα του κτιρίου να αντέχει µια εξωτερική έκρηξη που παράγει υπερπίεση 10 PSI για 20 MILLISECONDS.
Αυτό είναι περίπου ισοδύναµο µε την υπερπίεση που αναπτύσσεται από µια έκρηξη ενός τόνου µετρικού ΤΝΤ στα 31.5m. Η τιµή αυτή δεν είναι µεγάλη και δεν παρέχει ικανό βαθµό ασφάλειας για µεγάλες εγκαταστάσεις σε βιοµηχανίες υψηλού κινδύνου, ειδικά όταν δεν τηρείται η απόσταση των 31.5m. Για τις περιπτώσεις αυτές οι τοίχοι πρέπει να σχεδιαστούν, ώστε να αντέχουν πιέσεις 1,8 BAR για 20 MILLISECONDS και η οροφή τα 2/5 της πίεσης για τον ίδιο χρόνο.
Πρακτικά το ωστικό κύµα µέσω των τοίχων µεταδίδεται στην οροφή αλλά και τα θεµέλια. Πάντως σαν πάγιος κανόνας παραµένει η αρχή του 1 τόνου ΤΝΤ για 31.5 m.
- Άλλα κτίσµατα (π.χ. Χηµεία, Αποθήκες, ∆ιοικητήρια και γενικά οικήµατα µε προσωπικό) πρέπει να απέχουν από τις Μονάδες 60 µέτρα.
- Η πράξη έχει αποδείξει ότι τα κτίρια πάντα αντέχουν σε ωστικό κύµα από 2 ½ έως 10 φορές µεγαλύτερο από αυτό για το οποίο έχουν σχεδιαστεί (βλέπε πίνακα).
3.2.2 Αποστάσεις Ασφαλείας σε Ενδεχόµενη Έκρηξη
- Η εγκατάσταση και η λειτουργία ενός βιοµηχανικού συγκροτήµατος υψηλού κινδύνου µε θερµές επεξεργασίες δηµιουργεί προϋποθέσεις ενδεχόµενου κινδύνου από πιθανή έκρηξη στις Μονάδες Παραγωγής.
Αυτό προϋποθέτει αποστάσεις ασφάλειας, τόσο για τις υπόλοιπες εγκαταστάσεις του συγκροτήµατος, όσο και για τις περιβάλλουσες εγκαταστάσεις και βιοµηχανίες.
- Σαν βάση υπολογισµού λαµβάνεται η καταστροφική έκρηξη στις Μονάδες Παραγωγής και η αποβαλλόµενη ενέργεια σε γιγαντιαία JOULES (GJ) που προσεγγιστικά ισούται µε τη θερµότητα καύσης.
Επίσης γίνεται διαχωρισµός της περιοχής σε περιβάλλουσες ζώνες, έτσι έχουµε:
Ζώνη C Μονάδες (περιοχή έκρηξης)
Ζώνη Β Αίθουσα ελέγχου και µέρος δεξαµενών
Ζώνη Α ∆εξαµενές, γραφεία, χηµείο, συνεργείο, δηµόσιοι δρόµοι, γραµµές τραίνου
Ζώνη Ζ Άλλες βιοµηχανίες, οικισµοί
- Οι προτεινόµενες αποστάσεις ασφάλειας αφορούν µεγάλα συγκροτήµατα βιοµηχανιών πετρελαίου µε θερµές διεργασίες όπου υπάρχει µεγάλη πιθανότητα έκρηξης. Οι αποστάσεις είναι ενδεικτικές τόσο για την ανάπτυξη των εσωτερικών εγκαταστάσεων, όσο και τη διαµόρφωση του εξωτερικού χώρου. Φανερό είναι ότι αυτές εξαρτώνται απόλυτα από το σωστό υπολογισµό της ελευθερούµενης ενέργειας. Μικρές αποκλίσεις ενδέχεται να γίνουν αποδεκτές λόγω τοπογραφικών και εδαφολογικών διαµορφώσεων πάντως σε καµµιά περίπτωση οι αποστάσεις αυτές δεν θα είναι µικρότερες των προβλεποµένων στον πίνακα 2 του παρόντος κεφαλαίου.
3.3 ΑΝΤΙΠΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΥΠΕΡΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ
Στη βιοµηχανία του πετρελαίου, στις και γενικά σε όλες τις επιχειρήσεις που χαρακτηρίζονται υψηλού κινδύνου, εφόσον υπάρχουν βαριά µηχανήµατα και εξοπλισµός στηριζόµενος σε µεταλλικές βάσεις και υποστηρίγµατα ή ποδαρικά απαιτείται ειδική προστασία των υποστηριγµάτων αυτών έναντι ενδεχόµενης έκθεσης στη φωτιά. Η πράξη απέδειξε ότι τα γυµνά µεταλλικά υποστηρίγµατα είναι πολύ ευπαθή στη θερµική έκθεση και σύντοµα µε την επίδραση του υπερκείµενου βάρους καταρρέουν συµπαρασύροντας και τον υπερκείµενο εξοπλισµό µε απρόβλεπτες καταστροφικές συνέπειες.
Σαν αίτια της κατάρευσης αναφέρεται η µεγάλη θερµοχωρητικότητα του σιδήρου που συντελεί στη γρήγορη ανύψωση της θερµοκρασίας µε αποτέλεσµα την κάµψη της αντοχής της µεταλλικής κατασκευής.
Η αγωγιµότητα αυτή περιορίζεται σηµαντικά εάν ή µεταλλική επιφάνεια προστατευτεί καλυπτόµενη µε τσιµεντοκονία ή τσιµεντοκονία µε αντιπυρικά πρόσθετα.
Ενδεικτικά αναφέρεται:
- Αγωγιµότητα σιδήρου 20-25 BTU/H FT2 (F/FT)
- Αγωγιµότητα τσιµεντοκονίας 0,6-1,0 BTU/H FT2 (F/FT)
- Αγωγιµότητα κονίας µε πρόσθετα 0,08 BTU/H FT2 (F/FT)
Πρακτικά αναφέρεται ότι:
Γυµνή µεταλλική κατασκευή κατέρρευσε σε έκθεση φωτιάς µετά 10’ min.
Η ίδια κατασκευή µε προστασία τσιµεντοκονίας άντεξε 60’min.
Η ίδια κατασκευή µε προστασία τσιµεντοκονίας και πρόσθετα άντεξε 400’min.
Τεχνικά στοιχεία:
- Η µόνωση είναι απαραίτητη για τις κατακόρυφες κολόνες και στηρίγµατα, εφόσον αυτά φέρουν το κύριο βάρος της υπερκαταστασκευής.
- Η µόνωση έχει πάχος 5 εκατοστά για τις βαριές και µέσες κατασκευές και πάχος 3 εκατοστά και πάχος 3 εκατοστά για τις µικρότερες.
- Το ύψος από το έδαφος πρέπει να είναι µέχρι τα οριζόντια δοκάρια ή τη βάση της υπερκατασκευής, ποτέ λιγότερο από 3,5 µέτρα.
- Μερική προστασία παρέχουν ειδικά προστατευτικά χρώµατα ρητινικής σύστασης που εµφανίζουν την ιδιότητα της διόγκωσης µε τη θερµική έκθεση.
Αυτά είναι αποδεκτά για ήδη υπάρχουσες εγκαταστάσεις ή εγκαταστάσεις που δεν θεωρούνται άκρως επικίνδυνες. Αυτά γενιά παρέχουν προστασία περίπου 1 ώρας.
- Προστασία οριζοντίων δοκαριών συνήθως δεν είναι απαραίτητη.
- Η προστασία των ποδιών στήριξης και των βάσεων δοχείων υγραερίων ή σφαιρών, θεωρείται βασικός παράγοντας για την ασφάλεια της εγκατάστασης.
Οι πίνακες στο τέλος του παρόντος καθορίζουν τις αποστάσεις ασφαλείας του εξοπλισµού εντός των Μονάδων παραγωγής (πίνακας 1) αλλά και τις αποστάσεις των ιδίων Μονάδων Παραγωγής από τις υπόλοιπες εγκαταστάσεις και συγκροτήµατα (πίνακας 2). Επίσης ο πίνακας 2 καθορίζει τις αποστάσεις ασφαλείας µεταξύ των επιµέρους συγκροτηµάτων, µονάδων, κτιρίων κ.λπ. εντός της ίδιας της επιχείρησης.
4.1 ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΠΙΝΑΚΑ 1
Συµπιεστές Αερίων
Η βασική απόσταση των 7,5m δεν ισχύει για τους ενδιάµεσους ψυκτήρες, τα δοχεία συµπυκνωµάτων κ.λπ. µε την προϋπόθεση ότι αυτά δεν περιορίζουν την πρόσβαση για συντήρηση και καταπολέµηση πυρκαγιάς.
Συµπιεστές αδρανών αερίων ή αέρος, µπορούν να τοποθετηθούν και σε µικρότερες αποστάσεις εκτός και αν είναι σε λειτουργία κρίσιµη για τη λειτουργία των µονάδων όπως π.χ. στο κύριο κύκλωµα αέρα οργάνων ή αέρα εργοστασίου.
Μικροί ηλεκτροκίνητοι ή ατµοκίνητοι συµπιεστές (<150kW)θεωρούνται σαν αντλίες για τη γειτνίαση.
Κινητήρες Συµπιεστών πλην Ατµοκίνητων – Ηλεκτροκίνητων Ατµοκίνητοι και ηλεκτροκίνητοι κινητήρες απαιτούν αποστάσεις µόνο για λόγους συντήρησης.
Πύργος Ψύξης
Εξοπλισµός που δεν αποτελεί πηγή ανάφλεξης και είναι χαµηλότερα από τον πύργο ψύξης να τοποθετείται 15 m µακριά τουλάχιστον, ενώ αν είναι ψηλότερα από τον πύργο ψύξης να τοποθετείται 30 m µακριά τουλάχιστον.
Κρίσιµες Βάνες για Αποµόνωση, Ψύξη, Ατµού Απόπνιξης κ.λπ.
Η βασική απόσταση αναφέρεται ως προς τον εξοπλισµό που προστατεύεται από την κρίσιµη βάνα.
Φούρνοι
Εξαίρεση το δοχείο συµπυκνωµάτων του αερίου καυσίµου που τροφοδοτεί το φούρνο. Για το δοχείο αυτό η ελάχιστη απόσταση είναι 7,5 m.
Αν υπάρχει δυνατότητα για µεµονωµένη συντήρηση των φούρνων τότε απαιτούνται 7,5 m ελάχιστη απόσταση µεταξύ φούρνων αν η πίεση του θερµαινόµενου υλικού στην είσοδο του φούρνου είναι µικρότερη των 690 kpa(g) ή 15 m ελάχιστη απόσταση αν η παραπάνω πίεση είναι µεγαλύτερη των 690 kpa(g).
Αν όλοι οι φούρνοι τίθενται εκτός λειτουργίας συγχρόνως για συντήρηση τότε οι ελάχιστες µεταξύ τους αποστάσεις είναι οι αναγκαίες για λόγους συντήρησης.
Εξωτερικά µονωµένοι αντιδραστήρες αναµόρφωσης και φούρνοι µε αέρια µόνο φάση στα τούµπα τους, να απέχουν τουλάχιστον 2,4 m µεταξύ τους. Εσωτερικά µονωµένοι αντιδραστήρες αναµόρφωσης και φούρνοι µε αέρια µόνο φάση στα τούµπα τους να απέχουν τουλάχιστον 4,5 m µεταξύ τους. Οι αποστάσεις µεταξύ φούρνων και σωληνογραµµών δεν ισχύουν αν οι σωληνογραµµές εξυπηρετούν τον ίδιο το φούρνο (ρεύµα διεργασίας ή βοηθητικές παροχές).
Αντιδραστήρες
Αντιδραστήρες θερµοκρασίας µικρότερης των 315C θα θεωρούνται σαν δοχεία για τον καθορισµό των αποστάσεων.
Αεροψυκτήρες
Ο αέρας από τους αεροψυκτήρες να µη δηµιουργεί πρόβληµα λειτουργίας ή συντήρησης σε άλλο εξοπλισµό.
4.2 ΣΗΜΕΙΩΣΗΣ ΣΤΟΝ ΠΙΝΑΚΑ 2
Ατµολέβητες, Μονάδες Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας
Μη κρίσιµοι ατµολέβητες που παράγουν ένα µικρό µέρος της συνολικής ατµοπαραγωγής και τροφοδοτούν µόνο µια µονάδα, µπορεί να τοποθετηθούν µέσα στις µονάδες διεργασιών τηρώντας τις αποστάσεις που ισχύουν για τους φούρνους.
Η απόσταση των ατµολεβήτων και µονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τα όρια ιδιοκτησίας µπορεί να µειωθεί στα 30 m αν η γειτονική περιοχή έχει µόνο κτίρια ή άλλο εξοπλισµό χαµηλού κινδύνου.
Πύργοι Ψύξης
Εξοπλισµός που δεν αποτελεί πηγή ανάφλεξης και είναι χαµηλότερα από τον πύργο ψύξης να τοποθετείται 15 m µακριά τουλάχιστον ενώ αν είναι ψηλότερα από τον πύργο ψύξης να τοποθετείται 30 m µακριά τουλάχιστον.
Κύριοι Σωληνοδιάδροµοι
Η απόσταση από µονάδες ελαφρών κλασµάτων και από φούρνους να είναι 6 m.
Μονάδες Παραγωγής
Οι µονάδες ελαφρών κλασµάτων να απέχουν 22,5 m µεταξύ τους.
Ελαιοδιαχωριστές
Από εξοπλισµό µικρού κινδύνου που δεν µπορεί να αποτελέσει πηγή ανάφλεξης η απόσταση µπορεί να µειωθεί στα 30 m.
∆εξαµενές Αποθήκευσης υπό Πίεση
Το κέλυφος της δεξαµενής να είναι τουλάχιστον 7,5 m και 3 m από τις αντλίες και το ανάχωµα της δεξαµενής αντίστοιχα.
Πυρσός
Οι αποστάσεις του πυρσού από τον υπόλοιπο εξοπλισµό και το ύψος του στην περίπτωση του υπερυψωµένου πυρσού υπολογίζεται µε κριτήριο την αποδεκτή ανά περίπτωση θερµική ακτινοβολία. Επίσης λαµβάνονται υπόψη η µόλυνση του περιβάλλοντος, ο θόρυβος και οι δηµόσιες σχέσεις.
Κεφ. 4 §2 Η περιοχή των Μονάδων θεωρείται περιοχή υψηλού κινδύνου και χαρακτηρίζεται γενικά µε βάση την ηλεκτρική ταξινόµηση σαν Κλάση 1, Ζώνη 1 ή 2 (βλέπε ηλεκτρολογικά).
Γενικά κάθε εκδήλωση διαρροής υγρού ή αερίου καυσίµου δηµιουργεί προϋποθέσεις για ανάφλεξη µε απρόβλεπτες συνέπειες για το συγκρότηµα.
Σαν προληπτικά µέτρα ασφαλείας θεωρούνται:
2.1 ΓΕΝΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Η εφαρµογή όλων των γενικών µέτρων ασφαλείας που απαιτούνται και για τους υπόλοιπους χώρους του ∆ιυλιστηρίου.
2.2 ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΟΝΑ∆ΩΝ
Η ανεξάρτητη και ορθογωνική ανάπτυξη των Μονάδων µε πλήρη περιφερειακή κάλυψη από άνετους προσπελάσιµους δρόµους.
2.3 ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Η τήρηση των αποστάσεων ασφάλειας που καθορίζονται µεταξύ:
Μονάδων και άλλων Γειτονικών Μονάδων
Μονάδων και Αίθουσας Ελέγχου (CONTROL ROOM)
Μονάδων και ∆ιαφόρων άλλων Κτιρίων ή Εγκαταστάσεων και τέλος οι αποστάσεις ασφάλειας εσωτερικά των Μονάδων µεταξύ του µηχανολογικού εξοπλισµού, είναι παράγοντες που ουσιαστικά συµβάλουν στην ασφάλεια της περιοχής. Λεπτοµέρειες στο σχετικό πίνακα.
2.4 ΑΙΘΟΥΣΑ ΕΛΕΓΧΟΥ
Η τήρηση των προδιαγραφών ασφάλειας για την αίθουσα ελέγχου σχετικά µε τις αποστάσεις αλλά και τις προδιαγραφές δόµησης και αντοχής σε έκρηξη.
Γενικά οι αίθουσες αυτές δεν συνιστάται να έχουν παράθυρα και ειδικότερα προς την πλευρά των Μονάδων. Εάν υπάρχουν πόρτες προς τις Μονάδες αυτές πρέπει να είναι βαρέως τύπου µεταλλικές και εύκολα να ανοίγουν προς τα έξω.
2.5 ΣΩΛΗΝΟ∆ΙΑ∆ΡΟΜΟΙ
Απαγορεύεται η ανάπτυξη περιφερειακά των Μονάδων σωληνοδιαδρόµων που παρεµποδίζουν την πρόσβαση και την πυρόσβεση.
Γενικά συνιστάται οι σωληνώσεις να είναι είτε υπόγειες θαµένες ή αρκετά υψηλά υπέργειες σε υπερκείµενες υπερκατασκευές.
2.6 ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ∆ΙΑ∆ΡΟΜΟΣ ΜΟΝΑ∆ΩΝ
Η εσωτερική ανάπτυξη κεντρικού διαδρόµου µέσα στις Μονάδες που διευκολύνει την προσέγγιση, τη λειτουργία και την πυρόσβεση είναι επιθυµητή.
2.7 ΕΙ∆ΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Σε αυτά περιλαµβάνονται:
2.7.1 Το Σύστηµα Ασφαλιστικών και Πυρσού (FLARE)
Βασικά αυτό χρησιµοποιείται για την καύση των επικίνδυνων και τοξικών αερίων υποπροϊόντων του ∆ιυλιστηρίου και των λοιπών Βιοµηχανιών πετρελαίου.
Περισσότερες λεπτοµέρειες για τη χρησιµότητα για τη χρησιµότητα και τον τρόπο λειτουργίας του πύργου αναφέρονται στη σχετική παράγραφο.
Για το σύστηµα των ασφαλιστικών ακολουθούνται οι προβλεπόµενοι διεθνείς κώδικες που αφορούν την προστασία, τη ρύθµιση, τη λειτουργία και τον περιοδικό έλεγχο. Αυτά προστατεύουν από υπερπίεση συστήµατα µε θετική πίεση όπως δοχεία, εναλλάκτες, πύργους, αντλίες, συµπιεστές, αγωγούς κ.λπ.
Κατά κανόνα και ανάλογα µε το χώρο και το είδος προστασίας τα ασφαλιστικά µπορεί να εκτονώνουν:
- Προς το κλειστό σύστηµα πυρσού (FLAIRE)
- Προς κάποιο δοχείο ή πύργο χαµηλότερης πίεσης
- Προς την αναρρόφηση της αντλίας ή του συµπιεστή
- Προς την ατµόσφαιρα
2.7.2 Το Σύστηµα Αποµάκρυνσης Υγρών Βαρέων Προϊόντων (BLOW DOWN)
Αυτό είναι απαραίτητο για την αποµάκρυνση ή εκτόνωση δοχείων, κλιβάνων και λοιπού εξοπλισµού από υγρούς συνήθως θερµούς ή υπέρθερµους υδρογονάνθρακες.
Τα αποβαλόµενα προϊόντα οδηγούνται µε κατάλληλο µεταλλικό αγωγό σε απόσταση τουλάχιστον 100 µέτρων από τα όρια της Μονάδας σε ειδικό καλυµένο χώρο µε υπερκείµενη καµινάδα. Ο χώρος συγκέντρωσης και της καµινάδας προστατεύεται µε συνεχή εκροή ατµού χαµηλής πίεσης. Η διάταξη αυτή παρεµποδίζει την είσοδο από την καµινάδα του αέρα και την ανάφλεξη των θερµών και υπέρθερµων προϊόντων.
Συστήµατα άµεσης εκκένωσης δοχείων και εξοπλισµού των Μονάδων σε συνδυασµό µε την εξαγωγή των ασφαλιστικών µε υγρά προϊόντα συντελούν στην αύξηση της ασφάλειας των Μονάδων Παραγωγής. Η αποµάκρυνση ή επικοινωνία αερίων προϊόντων και υποπροϊόντων προς το σύστηµα αυτό απαγορεύεται αυστηρά.
Σε αρκετές περιπτώσεις χρησιµοποιούνται µικτά συστήµατα που συνδυάζουν δοχείο συγκέντρωσης υγρών και αερίων αποβλήτων που διαθέτουν παράλληλα και σύστηµα πυρσού. Τα συστήµατα αυτά θεωρούνται προϋπόθεση ασφαλούς λειτουργίας γιατί εξασφαλίζουν τη γρήγορη αποµάκρυνση των επικίνδυνων και τοξικών προϊόντων από τον εξοπλισµό που εκδηλώθηκε φωτιά ή λειτουργική βλάβη.
2.7.3 Βάνες Αποµόνωσης και Βάνες Ηλεκτρικές Τηλεχειριζόµενες
Η σωστή διάταξη των κατάλληλων βανών σε ευδιάκριτα και προσιτά σηµεία είναι προϋπόθεση της καλής και ασφαλούς λειτουργίας των Μονάδων. Οι βάνες γενικά παρέχουν τη δυνατότητα αποµόνωσης επιµέρους συστηµάτων ή τµηµάτων των Μονάδων, αλλά και άµεσης επικοινωνίας επιµέρους εξοπλισµού που απαιτείται κατά τη διαδικασία της λειτουργίας.
Για την περίπτωση λειτουργικών ανωµαλιών, υπερπιέσεων, διαρροών και πυρκαγιών οι βάνες αποµόνωσης ή αποπίεσης είναι το όπλο των λειτουργών
για την αντιµετώπιση των εκτάκτων καταστάσεων.
Σε περιπτώσεις που απαιτείται άµεση ενεργοποίηση βανών σε απρόσιτα και επικίνδυνα σηµεία συνιστάται η εγκατάσταση ηλεκτρικών, πνευµατικών ή υδραυλικών συστηµάτων τηλεχειρισµού και ενεργοποίησης των κυριοτέρων βανών.
∆ΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΑΡΑΓΝΩΡΙΖΕΤΑΙ ΟΤΙ ΣΕ ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ Η ΚΑΤΑΣΒΕΣΗ ΜΙΑΣ ΠΥΡΚΑΓΙΑΣ ΣΤΙΣ ΜΟΝΑ∆ΕΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΤΑΙ ΕΠΙΤΥΧΩΣ ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗΣ ΒΑΝΑΣ.
Όλες οι βάνες στις Μονάδες Παραγωγής που έχουν σχέση µε την πυρασφάλεια βάφονται κόκκινες και πρέπει να έχουν πινακίδα χαρακτηρισµού.
2.7.4 Υπόνοµοι και Συστήµατα Αποχέτευσης
Το σύστηµα αποχέτευσης των Μονάδων πρέπει να πληρεί απαραίτητα όλους τους όρους ασφαλούς λειτουργίας, όπως ειδικά αναπτύσσονται στο σχετικό κεφάλαιο περί αποχέτευσης.
Ειδικά µε την περιοχή των Μονάδων αυτό αποτελείται:
- Από τους υπονόµους ελαιωδών προϊόντων
- Από τους υπονόµους υδάτων και νερών βροχής
- Από τις αποχετεύσεις των προϊόντων
Συνήθως τα νερά ψύξης των προϊόντων, που εξέρχονται από τα ψυγεία είναι ανεξάρτητα από τα άλλα συστήµατα ψύξης (πύργοι ψύξης) κλειστού κυκλώµατος ψύχονται και επαναχρησιµοποιούνται. Τα νερά της βροχής µε ανεξάρτητο σύστηµα υπονόµων που υπάρχει περιφερειακά στο έξω µέρος των ορίων των Μονάδων επί των δρόµων ή και σε άλλα επιλεγµένα σηµεία συγκεντρώνονται και είτε αποµακρύνονται της περιοχής του ∆ιυλιστηρίου, είτε οδεύουν προς το σύστηµα των ελαιωδών και αποµακρύνονται µέσω του ελαιοδιαχωριστή.
Ιδιαίτερα για την περιοχή των Μονάδων:
- Όλοι οι ανοιχτοί υπόνοµοι ελαιωδών προϊόντων επί των ορίων των Μονάδων πρέπει να διαθέτουν σύστηµα φραγής προς παρεµπόδιση επέκτασης της φωτιάς.
- Όλα τα χωνιά περισυλλογής των αποστραγγίσεων προς το ελαιώδες σύστηµα αποχέτευσης πρέπει να έχουν σύστηµα φραγής συφωνιού (καµπύλη U).
- Ανεξάρτητα συστήµατα περισυλλογής ελαιωδών µε ενδιάµεσα φρεάτια κλειστού τύπου, υποχρεωτικά πρέπει να έχουν σύστηµα φραγής στο πρώτο φρεάτιο κάθε κλάδου, στο τελευταίο πριν του ελαιοδιαχωριστή συγκεντρωτικό φρεάτιο και σε κάθε ενδιάµεσο ανοικτού τύπου που ενδεχόµενα θα υπήρχε στο σύστηµα.
- Συστήµατα φρεατίων υδάτων βροχής πρέπει υποχρεωτικά να έχουν σύστηµα φραγής σε κάθε σηµείο που επικοινωνούν µε έτερο σύστηµα ελαιωδών προϊόντων.
- Με τον όρο κλειστά φρεάτια θεωρούµε υπονόµους µε απόλυτη στεγανότητα σε υγρά και αέρια προϊόντα.
- Η στεγανότητα επιτυγχάνεται µε καπάκι βαρέως τύπου εκ µπετόν αρµέ ή µεταλλικό που βρίσκεται σε πλήρη εφαρµογή µε τη βάση.
Συνεκτικές ουσίες για την πλήρη στεγανοποίηση ενδείκνυνται.
- Φρεάτια παντός τύπου και ειδικότερα ανοιχτά µε σχάρα απαγορεύεται να υπάρχουν κάτω ή πλησίον σε κλιβάνους, αλλά και σε άλλες υπέρθερµες εγκαταστάσεις και θερµό µηχανολογικό εξοπλισµό. Περισσότερες λεπτοµέρειες στο σχετικό κεφάλαιο του παρόντος κανονισµού.
2.7.5 Σεισµική Προστασία
Οι εγκαταστάσεις των ∆ιυλιστηρίων και των λοιπών Βιοµηχανιών πετρελαίου και ιδιαίτερα οι βάσεις και τα θεµέλια του βαρέως µηχανολογικού εξοπλισµού πρέπει να κατασκευαστούν σύµφωνα µε τα διεθνή και ελληνικά πρότυπα αντισεισµικής προστασίας.
2.7.6 Σύστηµα Γείωσης και Ηλεκτρολογικής Προστασίας
Γενικά στις εγκαταστάσεις των ∆ιυλιστηρίων και ιδιαίτερα στις περιοχές των Μονάδων Παραγωγής στη Βιοµηχανία του πετρελαίου η ηλεκτρολογική προστασία του µηχανολογικού εξοπλισµού, ειδικότερα αυτού που έχει κάποιο ύψος έναντι διαρροών ηλεκτρικού ρεύµατος, στατικού ηλεκτρισµού ή κεραυνών γίνεται µε ενιαίο σύστηµα γείωσης. Αλεξικέραυνα δεν συνιστώνται και θα πρέπει να αποφεύγονται εκτός των ειδικών περιπτώσεων προστασίας υψηλών δοµικών κατασκευών (π.χ. καµινάδες, κτίρια κ.λπ.).
Για τη γείωση χρησιµοποιούνται λάµες γαλβανιζέ διαστάσεων 26 χ 4 χιλ. και ηλεκτρόδια (πάσσαλοι γείωσης) εντός του εδάφους σε ειδικά φρεάτια βάθους 2-4 µέτρα ανάλογα µε την υγρασία του εδάφους. Τα φρεάτια συνήθως έχουν λεπτή άµµο.
Για την ηλεκτρολογική προστασία γίνεται πρόβλεψη για ελάχιστη γείωση 2-3 ΩΜ σύµφωνα µε τους ηλεκτρολογικούς κανονισµούς ασφάλειας και για προστασία έναντι του στατικού ηλεκτρισµού ή των καιρικών φαινοµένων η γείωση φτάνει περίπου τα 20 ΩΜ.
Το σύστηµα γείωσης όλου του συγκροτήµατος για προστασία από καιρικές συνθήκες, στατικό ηλεκτρισµό και ηλεκτρολογικής προστασίας πρέπει να βρίσκεται σε ενιαίο ανάπτυγµα γειώσεων και πασάλων. Αυτή η διάταξη πρέπει να προβλέπεται και να εφαρµόζεται στα µεγάλα Βιοµηχανικά Συγκροτήµατα που διαθέτουν και θερµές λειτουργίες.
2.7.7 Θερµική Μόνωση Υπέρθερµων Μεταλλικών Εξαρτηµάτων
Για την προστασία του προσωπικού, αλλά και για τον περιορισµό των απωλειών από τη θερµική ακτινοβολία, συνιστάται η κάλυψη θερµών δοχείων, εναλλακτών θερµότητας, θερµών αγωγών και σωληνώσεων και ειδικότερα των αγωγών ατµού του Συγκροτήµατος, µε φύλλα υαλοβάµβακα ή ορυκτοβάµβακα. Συνήθως το µονωτικό στρώµα εξωτερικά προστατεύεται και συγκρατείται µε ειδικές θήκες από λαµαρίνα ή συνθετικό υλικό υψηλής αντοχής.
Η θερµική προστασία απαιτείται για αγωγούς και εξοπλισµό µέχρι ύψους 2 µέτρων και θερµοκρασία άνω των 65°C εάν αποβλέπει στην προστασία του προσωπικού, ενώ δεν υπάρχει περιορισµός στο ύψος εάν αυτή γίνεται µόνο για τον περιορισµό των θερµικών απωλειών.
2.8 ΕΠΑΝ∆ΡΩΣΗ ΜΟΝΑ∆ΩΝ
Η επάνδρωση µε προσωπικό λειτουργίας άριστα καταρτισµένο, τόσο στη λειτουργία του συγκροτήµατος όσο και σε πυροσβεστικές επεµβάσεις, είναι υποχρεωτική.
2.9 ΘΕΡΜΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝ∆ΥΝΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ
Απαγορεύονται όλες οι θερµές και επικίνδυνες εργασίες στο χώρο εν λειτουργία Μονάδων Παραγωγής, εφόσον δεν έχουν εξασφαλιστεί συνθήκες απόλυτα ασφαλούς διεξαγωγής και δεν έχουν ληφθεί τα απαραίτητα µέτρα πυρασφάλειας και ατοµικής προστασίας. Η επιβεβαίωση των ανωτέρω εξασφαλίζεται µε την έκδοση της κατάλληλης άδειας εργασίας, όπου πρέπει να αναφέρονται όλες οι προϋποθέσεις ασφάλειας για να είναι δυνατή η εκτέλεση της εργασίας, αλλά και οι έλεγχοι για µη παρουσία εκρηκτικών αερίων στην περιοχή (βλέπε άδειες εργασίας).
2.10 ΟΡΓΑΝΑ ΠΡΟΣ∆ΙΟΡΙΣΜΟΥ ΕΚΡΗΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Ο εντοπισµός διαρροών εύφλεκτων υγρών, εκρηκτικών αερίων και άλλων επικίνδυνων ουσιών στις κρίσιµες περιοχές των ∆ιυλιστηρίων και των λοιπών Βιοµηχανικών πετρελαίου και ειδικότερα στις Μονάδες Παραγωγής, όπου συνυπάρχουν και θερµές λειτουργίες είναι προϋπόθεση ασφαλούς λειτουργίας των εγκαταστάσεων.
Θερµές εργασίες, εργασίες σε κλειστούς χώρους και γενικά επικίνδυνες εργασίες συντήρησης, απαγορεύονται αυστηρά, εφόσον δεν έχει εξασφαλισθεί η οριστική απουσία των ανωτέρω αερίων.
Η χρήση οργάνων προσδιορισµού της εκρηκτικότητας είναι υποχρεωτική και δεν επιτρέπεται καµία επικίνδυνη εργασία εάν η ένδειξη δεν είναι 0%.
2.11 ΕΝ∆ΥΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Το προσωπικό στην περιοχή των Μονάδων πρέπει να διαθέτει κατάλληλη ένδυση για προστασία όπως:
- Στολή ή φόρµα εργασίας
- Μπότες ή υποδήµατα ασφάλειας
- Γάντια ανθεκτικά στη θερµότητα και τα υγρά καύσιµα
- Κράνος ασφάλειας, γυαλιά, ωτοασπίδες κ.λπ.
2.12 ΕΙΣΟ∆ΟΣ ΤΡΟΧΟΦΟΡΩΝ
Η είσοδος µηχανοκίνητων µηχανηµάτων και αυτοκινήτων απαγορεύεται στις Μονάδες χωρίς τη σχετική άδεια, έστω και αν αυτά φέρουν τις υποχρεωτικές φλογοπαγίδες που προβλέπεται για τους χώρους βιοµηχανιών πετρελαίου.
2.13 ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΕΙΣΟ∆ΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΣΤΙΣ ΜΟΝΑ∆ΕΣ
Πέραν του προσωπικού λειτουργίας των Μονάδων και του άλλου εξουσιοδοτηµένου προσωπικού για ελέγχους, επιθεωρήσεις, συντηρήσεις και λοιπές εργασίες, ουδείς άλλος επιτρέπεται να κυκλοφορεί στους χώρους των Μονάδων.
Κεφ. 6 §4.3 ΚΑΝΟΝΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
- Η περιοχή του ελαιοδιαχωριστή χαρακτηρίζεται ως περιοχή µεγάλου κινδύνου µε µόνιµη παρουσία εκρηκτικών αερίων.
- Οι κεντρικοί εσωτερικά δρόµοι κυκλοφορίας αυτοκινήτων απαγορεύονται να βρίσκονται σε αποστάσεις µικρότερες από 15 µέτρα από το περίγραµµα του ελαιοδιαχωριστή.
- Τα υδατικά κατάλοιπα και λείµµατα απαγορεύονται να αποµακρυνθούν µε απλή αποχέτευση, είτε πριν τον ελαιοδιαχωριστή είτε µετά τον διαχωρισµό. Γι’ αυτά απαιτείται να επεξεργασθούν στο σύστηµα κατεργασίας των υγρών αποβλήτων, να διέλθουν από ειδικά φίλτρα και ενδεχοµένως να υποστούν πλήρη βιολογικό καθαρισµό. Μέγιστο επιτρεπτό όριο ελαίου στο νερό για ελεύθερη αποµάκρυνση είναι 10 ppm (δέκα µέρη στο 1 εκατοµµύριο).
- Η προστασία των ελαιοδιαχωριστών εξασφαλίζεται µε αφροκάλυψη ή δηµιουργία στρώµατος ατµού.
Κεφ. 8 §2.3 ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
- Βυτία µε πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) δεν πρέπει να επιτρέπεται να παραµένουν στην περιοχή φόρτωσης ή εκφόρτωσης µε ανοικτές θυρίδες.
- Στην περίπτωση έκχυσης ή διαρροής όλες οι εργασίες φόρτωσης στο αντίστοιχο σηµείο φόρτωσης και σε όλες τις γειτονικές θέσεις φόρτωσης, πρέπει να διακοπούν αµέσως και όλες οι ποδοβαλβίδες πρέπει να κλειστούν, εάν είναι ανοικτές για εκφόρτωση ή φόρτωση από τον πυθµένα. Μόνο το απαραίτητο προσωπικό πρέπει να παραµείνει στην περιοχή φόρτωσης.
Η υπερχείλιση (έκχυση) πρέπει να καθαριστεί όσο το δυνατό ταχύτερα. Στην περίπτωση έκχυσης πετρελαιοειδούς κατηγορίας Ι, ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) κανένας κινητήρας οχήµατος δεν πρέπει να λειτουργήσει έως ότου η έκχυση καθαριστεί. Η φόρτωση δεν πρέπει να ξαναρχίσει, εάν η περιοχή δεν έχει χαρακτηρισθεί ασφαλής από τον υπεύθυνο προϊστάµενο.
- Οι βραχίονες φόρτωσης και εκφόρτωσης, οι εύκαµπτοι σωλήνες και οι συνδέσεις πρέπει να φέρουν εµφανή διακριτικά, είτε µε έγχρωµη κωδικοποίηση, είτε µε πινακίδες που να δείχνουν το είδος του προϊόντος, για το οποίο χρησιµοποιούνται.
- Οι βραχίονες εκφόρτωσης ή οι εύκαµπτοι σωλήνες πρέπει να φυλάσσονται καλά µετά τη χρήση.
- Εάν συµβεί πυρκαγιά κατά τη διάρκεια φόρτωσης ή εκφόρτωσης όλες οι εργασίες πρέπει να σταµατήσουν αµέσως και τα οχήµατα που δεν έχουν προσβληθεί από την πυρκαγιά πρέπει να οδηγηθούν µακριά. Πρέπει να διακοπεί η παροχή προϊόντων προς τα γεµιστήρια. Η διαδικασία που προβλέπεται για την αντιµετώπιση της πυρκαγιάς στην ίδια εγκατάσταση πρέπει να τεθεί σε εφαρµογή αµέσως.
Κεφ. 8 §3.6 ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
- Ανοικτά δοχεία µε πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) δεν πρέπει να επιτρέπεται να παραµένουν στην περιοχή της φόρτωσης ή της εκφόρτωσης.
- Για το άνοιγµα ή το σφίξιµο των καλυµµάτων των στοµίων µπορούν να χρησιµοποιηθούν ξύλινα ή χάλκινα ή µε ελαστική κεφαλή σφυριά που πρέπει να χρησιµοποιούνται µε προσοχή και να µην πέφτουν µε ορµή πάνω στο θόλο του βυτιοφόρου του σιδηροδροµικού οχήµατος.
- Στην περίπτωση έκχυσης ή διαρροής, πρέπει να σταµατούν αµέσως όλες οι εργασίες φόρτωσης ή εκφόρτωσης και όλες οι ποδοβαλβίδες σε περίπτωση που είναι ανοικτές για εκφόρτωση ή φόρτωση από τον πυθµένα, πρέπει να κλείσουν. Οι εργασίες δεν πρέπει να ξαναρχίσουν εκτός αν δοθεί άδεια για την επανάληψη των εργασιών από τον υπεύθυνο προϊστάµενο.
- ∆εν πρέπει να επιτρέπεται καµία σηµαντική εργασία επισκευής των σιδηροδροµικών οχηµάτων, όσο βρίσκονται στην παρακαµπτήρια γραµµή φόρτωσης ή εκφόρτωσης.
- Οι βραχίονες φόρτωσης ή εκφόρτωσης, οι εύκαµπτοι σωλήνες και οι συνδέσεις πρέπει να φέρουν ευκρινή αναγνωριστικά στοιχεία είτε µε έγχρωµη κωδικοποίηση, είτε µε πινακίδες που να δείχνουν τον τύπο του προϊόντος για τον οποίο χρησιµοποιούνται.
- Οι βραχίονες φόρτωσης και εκφόρτωσης ή οι εύκαµπτοι σωλήνες πρέπει να φυλάσσονται επιµελώς µετά τη χρήση τους.
- Εάν συµβεί πυρκαγιά κατά τη διάρκεια φόρτωσης ή εκφόρτωσης όλες οι εργασίες πρέπει να σταµατήσουν αµέσως. Η παροχή προϊόντων στα γεµιστήρια πρέπει να διακοπεί.
Εάν είναι δυνατόν τα σιδηροδροµικά οχήµατα που δεν έχουν προσβληθεί από πυρκαγιά να µεταφερθούν εκτός της περιοχής κινδύνου. Η διαδικασία που προβλέπεται για την καταπολέµηση της πυρκαγιάς, στην ίδια εγκατάσταση, πρέπει να τεθεί σε εφαρµογή αµέσως.
Κεφ. 8 §3.8 ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
- Κανένα άτοµο δεν πρέπει να στέκεται πάνω στον απορροφητήρα κρούσης µιας µηχανής ή σιδηροδροµικού οχήµατος, όταν κινείται.
- Κανένα άτοµο δεν πρέπει να περνά τις σιδηροτροχιές έρποντας, ανάµεσα ή κάτω από τα σιδηροδροµικά οχήµατα.
- Κανένα άτοµο δεν πρέπει να αναρριχάται στην κορυφή ενός σιδηροδροµικού οχήµατος, το οποίο βρίσκεται κάτω από ηλεκτροφόρα καλώδια.
- Το προσωπικό της εγκατάστασης και οι υπάλληλοι των σιδηροδρόµων πρέπει να γνωρίζουν τους επίσηµους κώδικες σηµάτων κατά τις κινήσεις
των σιδηροδροµικών οχηµάτων.
Απαγορεύονται όλες οι θερµές και επικίνδυνες εργασίες στο χώρο εν λειτουργία Μονάδων Παραγωγής, εφόσον δεν έχουν εξασφαλιστεί συνθήκες απόλυτα ασφαλούς διεξαγωγής και δεν έχουν ληφθεί τα απαραίτητα µέτρα πυρασφάλειας και ατοµικής προστασίας. Η επιβεβαίωση των ανωτέρω εξασφαλίζεται µε την έκδοση της κατάλληλης άδειας εργασίας, όπου πρέπει να αναφέρονται όλες οι προϋποθέσεις ασφάλειας για να είναι δυνατή η εκτέλεση της εργασίας, αλλά και οι έλεγχοι για µη παρουσία εκρηκτικών αερίων στην περιοχή (βλέπε άδειες εργασίας).
Με τον όρο “Βοηθητικές Παροχές” χαρακτηρίζουµε σειρά βοηθητικών προϊόντων, δραστηριοτήτων και µέσων ειδικών προδιαγραφών που θεωρούνται απαραίτητα για τη σωστή και οµαλή λειτουργία των ∆ιυλιστηρίων και των λοιπών Βιοµηχανιών πετρελαίου.
Οι κύριες βοηθητικές παροχές είναι :
- Ατµός (όλων των βαθµίδων)
- Ηλεκτρική ενέργεια
- Αέρας (εργοστασίου και οργάνων)
- Νερό (Ψύξης και γενικής χρήσης)
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας δεν είναι αντικείµενο του παρόντος και δεν θα γίνει αναλυτική παρουσίαση.
2.1 ΤΥΠΟΙ ΑΤΜΩΝ
Ο ατµός είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την λειτουργία µιας Βιοµηχανίας πετρελαίου.
Ο ατµός ως προς τη χρήση του διακρίνεται σε τρεις µεγάλες κατηγορίες:
- Κινητήριος ατµός (για κίνηση στροβίλων, τουρµπινών, µονάδων παραγωγής ρεύµατος, εµβολοφόρων αντλιών κ.λπ.).
- Ατµός θέρµανσης (θερµαντήρες, Προθερµαντήρες, απογυµνωτές κ.λπ.).
- Ατµός βοηθητικών λειτουργιών (ατµός προς µηχανολογικό εξοπλισµό, ατµός συνοδείας, ατµός καθαριότητας, βοηθητικών παροχών κ.λπ.).
2.2 ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΤΜΟΥ
Η παραγωγή του ατµού γίνεται βασικά µε τους τρεις παρακάτω τρόπους:
- Παραγωγή σε ατµολέβητες (ο κύριος τρόπος παραγωγής).
- Παραγωγή µέσω εναλλακτών (εναλλαγή θερµότητας µεταξύ κατάλληλα αποσκληρυµένου νερού και υπέρθερµων προϊόντων πετρελαίου).
- Παραγωγή µέσω θερµαντήρων νερού και των υπέρθερµων καυσαερίων των διαφόρων παραγωγικών µονάδων.
2.3 ΑΤΜΟΛΕΒΗΤΕΣ – ΒΑΘΜΙ∆ΕΣ ΑΤΜΟΥ
- Συνήθως ο ατµός παράγεται υπέρθερµος από τους ατµολέβητες στην επιλεγµένη πίεση των 42 BAR και θερµοκρασία 400 – 410°C και χρησιµοποιείται σαν κινητήρια δύναµη βαρέων κινητών µονάδων καθώς και για ηλεκτροπαραγωγή. Η σταδιακή υποβάθµιση αυτού µε την απόδοση έργου παρέχει ατµό χαµηλότερης πίεσης που µερικώς αποβάλλεται από τις ηλεκτροπαραγωγικές Μονάδες σαν “Αποµάστευση” σε αναλογία περίπου 30% της αρχικής ποσότητας. Ο ατµός “αποµάστευσης” και άλλες ποσότητες υποβαθµισµένου ατµού µε σταδιακές χρήσεις και υποβαθµίσεις δίνουν και τις άλλες ποιότητες ατµού.
- Οι πλέον γνωστές βαθµίδες ατµού είναι:
Ατµός 42 Bar Θερµοκρασία 400 έως 410°C
Ατµός 12 Bar Θερµοκρασία - 300°C
Ατµός 4 Bar Θερµοκρασία - 180°C
Ατµός 2 Bar Θερµοκρασία - 160°C
Οι δύο τελευταίες βαθµίδες δεν είναι απόλυτα τυποποιηµένες και στην πράξη εµφανίζουν σηµαντικές αποκλίσεις.
- Οι ατµολέβητες, γενικά, χρησιµοποιούν σαν καύσιµη ύλη µαζούτ ή ντήζελ. Τα τελευταία χρόνια σταδιακά στους ατµολέβητες χρησιµοποιούνται σαν καύσιµη ύλη διάφορα υπολείµµατα αερίων υδρογονανθράκων, παραπροϊόντα µη αξιοποιήσιµα από τις Μονάδες Παραγωγής.
Για την ασφαλή, αυτόµατη ή χειροκίνητη λειτουργία των λεβήτων, πρέπει να υπάρχουν ορισµένες διατάξεις ασφαλείας και να ακολουθούνται καθορισµένες διαδικασίες.
Οι διαδικασίες αυτές ποικίλουν ανάλογα µε τον τύπο του λέβητα, ενώ ο βασικός εξοπλισµός ασφαλούς λειτουργίας είναι ο ίδιος. Οι µετρητές της στάθµης του νερού πρέπει να ελέγχονται και να εκτονώνονται τουλάχιστον δύο φορές ανά βάρδια, ώστε να εξασφαλίζεται η σωστή λειτουργία τους.
Πρέπει να υπάρχουν συστήµατα συναγερµού για ελάχιστη και µέγιστη στάθµη, τα οποία πρέπει να ελέγχονται εβδοµαδιαίως, όπως και συστήµατα προστασίας σε περίπτωση µη έναυσης ή διακοπής της φλόγας. Η συχνότητα “αποµάστευσης” του λέβητα πρέπει να γίνεται σύµφωνα µε τις προδιαγεγραµµένες διαδικασίες ελέγχου του νερού του λέβητα.
Πρέπει να τηρείται ένα ηµερολόγιο του λέβητα, όπου να καταγράφονται οι ενδείξεις λειτουργίας, η εκτόνωση του λέβητα και οι έλεγχοι των µετρητών της στάθµης του νερού και των συστηµάτων συναγερµού και προστασίας σε περίπτωση µη έναυσης ή διακοπής της φλόγας.
3.1 ΤΥΠΟΙ ΠΕΠΙΕΣΜΕΝΟΥ ΑΕΡΑ – ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Οι ανάγκες του Εργοστασίου ή του Συγκροτήµατος σε βιοµηχανικό πεπιεσµένο αέρα καλύπτονται µε κατάλληλους συµπιεστές µονής ή πολλαπλής βαθµίδας συµπίεσης και κατάλληλο σύστηµα αποθήκευσης (δοχείο πίεσης) και διανοµής.
Ο πεπιεσµένος αέρας διέρχεται από κατάλληλους ελαιοσυλλέκτες όπου αποβάλλει τυχόν σταγονίδια ελαίου και από φίλτρα συγκράτησης ανεπιθύµητων αερίων και σωµατιδίων. Τέλος διέρχεται µέσω ξηραντήρων και διαµέσω των αεριοφυλακίων διοχετεύεται στην κατανάλωση.
Βασικά έχουµε δύο ποιότητες πεπιεσµένου αέρα:
- Αέρας οργάνων χαµηλής σταθερής πίεσης, που χρησιµοποιείται για την ενεργοποίηση διαφόρων πνευµατικών συστηµάτων αυτοµατισµού.
- Αέρας εργοστασίου διαφόρων πιέσεων, που χρησιµοποιείται σε γενικές χρήσεις.
3.2 ΝΕΡΟ ΣΤΑ ΑΕΡΟΦΥΛΑΚΙΑ
Τα αεροφυλάκια που βρίσκονται σε συνεχή χρήση πρέπει να αποστραγγίζονται από το νερό που συσσωρεύεται συχνά ή να φέρουν αυτόµατο σύστηµα αποστράγγισης.
Το νερό που συσσωρεύεται στα αεροφυλάκια των αεροσυµπιεστών και δεν αποστραγγίζεται κατά συχνά διαστήµατα, αποτελεί αιτία σοβαρής διάβρωσης των αεροφυλακίων.
3.3 ΦΙΛΤΡΑ ΕΛΑΙΟΥ (ΣΥΓΚΡΑΤΗΤΕΣ ΕΛΑΙΟΥ)
- Γενικά δεν επιτρέπεται τόσο ο αέρας εργοστασίου όσο και ο αέρας οργάνων να έχουν σταγονίδια και υπολείµµατα ελαίου ή υδρογονανθράκων.
- Οι ελαιοδιαχωριστές πρέπει να επιθεωρούνται συχνά, και να καθαρίζονται σύµφωνα µε τις ανάγκες, ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσµατική λειτουργία τους. Η συσσώρευση ελαίων και άλλων ρύπων στα φίλτρα µειώνει την απόδοσή τους. Πρέπει να τηρείται ηµερολόγιο µε τις καταγραφές των συνηθισµένων επιθεωρήσεων και καθαρισµών.
4.1 ΓΕΝΙΚΑ
Οι βασικές χρήσεις του νερού (πλην του νερού ατµοπαραγωγής) στα ∆ιυλιστήρια είναι:
- Νερό για πυρόσβεση
- Νερό για ψύξη
Σχετικά µε το νερό πυρόσβεσης ασχολείται εκτεταµένα το ειδικό κεφάλαιο της Πυρασφάλειας του παρόντος.
Το νερό ψύξης µπορεί να προέρχεται είτε από το υδροδοτικό δίκτυο της περιοχής, είτε από θάλασσα, λίµνη ή ποταµό.
4.2 ΝΕΡΟ Υ∆ΡΟ∆ΟΤΙΚΟΥ ∆ΙΚΤΥΟΥ
Το νερό ψύξης που προέρχεται από υδροδοτικό δίκτυο µπορεί να ανακυκλοφορεί στις εγκαταστάσεις σε κλειστό κύκλωµα. Με τη βοήθεια συστήµατος αερόψυκτων πύργων επιτυγχάνεται η συνεχής ψύξη του. Οι απώλειες αναπληρώνονται µε την προσθήκη επιπλέον νερού από το υδροδοτικό δίκτυο.
4.3 ΝΕΡΟ ΘΑΛΑΣΣΑΣ, ΛΙΜΝΗΣ ΚΑΙ ΠΟΤΑΜΟΥ
- Συνήθως εάν πρόκειται για νερό από θάλασσα, αυτό µετά την ψύξη επιστρέφει προς την θάλασσα, αφού προηγουµένως έχει υποστεί σειρά καθαρισµών µέχρι να αποκτήσει τις ελάχιστες επιτρεπτές συγκεντρώσεις.
- Για νερό από ποτάµια ή λίµνες συνιστάται η χρήση αυτού σε κλειστό κύκλωµα κυκλοφορίας, αντίστοιχα όπως το νερό του υδροδοτικού συστήµατος πόλης.
Εάν χρειαστεί να επιστρέψει πίσω στο ποτάµι ή την λίµνη ο καθαρισµός και η βιολογική επεξεργασία αυτού είναι υποχρεωτική.
1.1 ΣΚΟΠΟΣ
Το κλειστό σύστηµα αποχέτευσης ενός συγκροτήµατος ή περιοχής µε δραστηριότητες που σχετίζονται µε πετρελαιοειδή ή άλλα επικίνδυνα προϊόντα έχει σαν σκοπό τη συλλογή των λαδόνερων ή άλλων απόνερων, των χηµικών υγρών, των τοξικών αποβλήτων, του νερού της βροχής και του νερού πυρασφάλειας σε ενδεχόµενη πυρόσβεση και την κατεύθυνση τους σε κατάλληλο σύστηµα επεξεργασίας υγρών αποβλήτων.
Το σύστηµα κατεργασίας των υγρών αποβλήτων θα καθορίζει την ανάγκη για ένα ενιαίο κλειστό σύστηµα αποχέτευσης (αποκλείοντας πάντα τα υγειονοµικά νερά) ή
για περισσότερα ανεξάρτητα συστήµατα για το καθένα ή για συνδυασµό των παρακάτω αποβλήτων:
- Καθαρών υδατικών αποβλήτων
- Ελαιωδών υδατικών αποβλήτων
- Χηµικών ή τοξικών αποβλήτων
Σαν γενική αρχή για το σύστηµα αποχέτευσης είναι η σωστή αξιοποίηση της κλίσης του εδάφους, ώστε να γίνεται µε ευκολία η αποµάκρυνση νερών και κατάλοιπων χωρίς να απαιτούνται µηχανικά συστήµατα προώθησης.
Εάν το Συγκρότηµα είναι σχετικά µικρό συνήθως υπάρχει ένα αποχετευτικό σύστηµα που συγκεντρώνει τόσο τα νερά όσο και τα χηµικά κατάλοιπα ή τους υδρογονάνθρακες.
Εάν το Συγκρότηµα είναι µεγάλο τότε ενδέχεται για τις αποµεµακρυσµένες περιοχές, όπου δεν υπάρχει µεγάλος κίνδυνος, να έχει γίνει πρόβλεψη ώστε σε περίπτωση καταλοίπων ή αποστραγγίσεων προϊόντων να υπάρχει ανεξάρτητο σύστηµα υπονόµων µε ανεξάρτητους αγωγούς και φρεάτια συνήθως ανοικτού τύπου µε σχάρες (τοπικό σύστηµα ελαιοσυλλέκτη).
Πάντως το κεντρικό αποχετευτικό σύστηµα των διαφόρων Μονάδων και δεξαµενών χαρακτηρίζεται σαν “ελαιώδες” και εκβάλλει πάντα στον κεντρικό ελαιοδιαχωριστή.
Αυτό συγκεντρώνει διάφορα νερά και ελαιώδεις αποστραγγίσεις προϊόντων.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Τα νερά ψύξης που συνήθως είναι σε µεγάλες ποσότητες ακολουθούν ανεξάρτητο σύστηµα αγωγών, δεξαµενών, λιµνών και είτε αποβάλλονται καθαρά στη θάλασσα, είτε εάν πρόκειται για γλυκό νερό υφίσταται ψύξη σε ειδικούς αερόψυκτους πύργους και ανακυκλούνται στην παραγωγή.
Το νερό ψύξης και τα συστήµατα αυτά ουδεµία σχέση έχουν µε το αποχετευτικό σύστηµα.
1.2 ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ ΑΠΟΧΕΤΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Ένα πλήρες αποχετευτικό σύστηµα µεγάλου Συγκροτήµατος περιλαµβάνει :
- Το σύστηµα των φρεατίων και υπονόµων
- Τους ελαιοσυλλέκτες εφόσον θεωρούνται απαραίτητοι.
- Τον τελικό ελαιοδιαχωριστή
Αναλυτική περιγραφή των επιµέρους συστηµάτων αναπτύσσεται παρακάτω.
2.1 ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Συνήθως αυτά είναι διαδοχικά φρεάτια κλειστού τύπου και στεγανής φραγής που επικοινωνούν µε υπόγειους αγωγούς, σε αντίθεση µε ορισµένο αριθµό αρχικών φρεατίων περισυλλογής που θα δεχθούν τα νερά της βροχής και τις αποστραγγίσεις που είναι ανοικτού τύπου. Αυτά βρίσκονται στο χώρο περισυλλογής (δηλ. στις Μονάδες, δεξαµενές κ.λπ.).
2.2 ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΑΓΩΓΩΝ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ
- Ο σωστός υπολογισµός των αγωγών αποχέτευσης πρέπει να γίνει στη µέγιστη προβλεπόµενη ροή να πληρούνται κατά 70% µε ελεύθερη ροή και µε ταχύτητα 0,8 – 2 m/s.
- Στις παραγωγικές µονάδες τοποθετείται ένα φρεάτιο τουλάχιστο για κάθε 465 m2 ή 280 m2 επιφάνειας ανάλογα µε το αν η επιφάνεια αυτή παρουσιάζει απορροφητικότητα ή όχι (π.χ. έδαφος ή στρωµένη µε τσιµέντο). Το φρεάτιο αυτό οδηγεί στο κλειστό σύστηµα αποχέτευσης ελαιωδών αποβλήτων. Η µέγιστη απόσταση που θα πρέπει να διανύει το υγρό ώσπου να φθάσει στο φρεάτιο να µην είναι µεγαλύτερη από 15 m η δε κλίση του δαπέδου προς το φρεάτιο να µην είναι µικρότερη από 1%.
- Τα φρεάτια αυτά πρέπει να µην είναι κάτω από εξοπλισµό, σωληνοδιάδροµο, κλιβάνους, σκάλες και να µην συνδέονται µεταξύ τους.
- Η αποχέτευση του εσωτερικού των αναχωµάτων από τα νερά της βροχής, γίνεται ή µε το φρεάτιο που βρίσκεται στο εσωτερικό του αναχώµατος και που συνδέεται µε το κλειστό σύστηµα (ελαιώδες σύστηµα αποβλήτων) ή µε σωλήνα που διαπερνά το ανάχωµα και οδηγεί σε ανοικτά κανάλια αποχέτευσης βρόχινων νερών, εφόσον τα νερά αυτά είναι απαλλαγµένα από λάδια.
- Για αναχώµατα δεξαµενών υπό πίεση ή ψυχοµένων δεξαµενών χαµηλής θερµοκρασίας (Refrigerated) στο σύστηµα αποχέτευσης των τοποθετείται πάντα βάνα φραγής (gate valve ή shear gate) σε προσιτό σηµείο έξω από το ανάχωµα.
Για αναχώµατα δεξαµενών ατµοσφαιρικής πίεσης στο σύστηµα αποχέτευσης των λεκανών των τοποθετείται πάντα βάνα φραγής όταν:
α. συνδέεται µε τα ανοικτά κανάλια αποχέτευσης βρόχινων νερών
β. συνδέεται µε το κλειστό σύστηµα αποχέτευσης ελαιωδών και είναι επιθυµητή η ρύθµιση της ροής.
2.3 ΠΡΟ∆ΙΑΓΡΑΦΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΦΡΕΑΤΙΩΝ ΚΑΙ ΑΓΩΓΩΝ
Οι πλέον ασφαλείς τύπου φρεατίων περισυλλογής είναι οι παρακάτω:
α. Με υπερχείλιση στοιχείου και εκροή από κάτω
β. Με εµβύθιση του αγωγού εισόδου κάτω από τη στάθµη
γ. Με διαχωριστική φραγή και στεγανό καπάκι
Λεπτοµέρειες στα σχετικά σχήµατα, στο τέλος του κεφαλαίου.
- Κάθε φρεάτιο πρέπει να διαθέτει σύστηµα φραγής και να υπάρχει η δυνατότητα για καθαρισµό.
- Το µέγεθος των φρεατίων να είναι κατάλληλο για καθαρισµό µε το χέρι. Το υλικό κατασκευής είναι τσιµέντο ή τούβλα ή τσιµεντόλιθοι.
- Οι ανθρωποθυρίδες (ενδιάµεσα επισκέψιµα φρεάτια) που προβλέπονται στους κύριους αγωγούς του κλειστού αποχετευτικού συστήµατος στα σηµεία σύνδεσής τους και σε άλλα κρίσιµα σηµεία δίνουν τη δυνατότητα για έλεγχο και συντήρηση του συστήµατος και συγχρόνως έχουν τέτοια κατασκευή ώστε να χρησιµεύουν και σαν παγίδες κατακράτησης των συµπαρασυρόµενων στερεών.
- Τα πρώτα προς τις µονάδες ή δεξαµενές ή άλλες εγκαταστάσεις (π.χ. αντλιοστάσια) κεντρικά φρεάτια πρέπει να διαθέτουν σύστηµα φραγής και εξαερισµού.
- Τα τελευταία προς τον ελαιοδιαχωριστή φρεάτια θα πρέπει επίσης να διαθέτουν σύστηµα φραγής και εξαερισµού.
- Η απόσταση µεταξύ διαδοχικών φρεατίων ή ανθρωποθυρίδων δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 90 m για αγωγούς διαµέτρου µικρότερης των 0,6 m ή τα 150 m για αγωγούς διαµέτρου µεγαλύτερης των 0,6 m.
- Το µέγεθος των ανθρωποθυρίδων να είναι κατάλληλο για είσοδο προς καθαρισµό.
- Το υλικό κατασκευής είναι τσιµέντο ή τούβλα – τσιµεντόλιθοι.
- Τα καλύµµατα των ανθρωποθυρίδων να είναι σφραγισµένα (π.χ. µε άσφαλτο) για να µη διαφεύγουν αέρια στο περιβάλλον.
- Τα κλειστά στεγανά φρεάτια ή ανθρωποθυρίδες που συγκεντρώνουν εκρηκτικά αέρια πρέπει να διαθέτουν εξαεριστικό κατακόρυφο αγωγό που να εκβάλλει σε ασφαλή περιοχή. Τα εξαεριστικά αυτά συνήθως 3’’ ή 4’’ εκβάλλουν είτε κατευθείαν προς τα πάνω είτε µε καµπύλη προς τα κάτω. Ελάχιστο ύψος εξαεριστικών 3 µέτρα.
- Οι αποχετεύσεις του µηχανολογικού εξοπλισµού π.χ. αντλιοστασίων, δοχείων, εναλλακτών, συµπιεστών κ.λπ. πρέπει να οδηγούνται πάντοτε σε ανοιχτά χωνιά αποχέτευσης του κλειστού συστήµατος αποχέτευσης ελαιοειδών τα οποία απαραίτητα πρέπει να διαθέτουν σύστηµα φραγής σιφωνίου τύπου S.
- Ανεπαρκές ή αποφραγµένο σύστηµα υπονόµων δηµιουργούν πληµµύρα και υπερχειλίσεις υγρών υδρογονανθράκων που είναι επικίνδυνοι για ανάφλεξη.
Υπόνοµοι χωρίς ή µε κατεστραµµένα συστήµατα φραγής διαδίδουν µια ενδεχόµενη ανάφλεξη και δηµιουργούν µια πιθανότητα έκρηξης από τα αέρια που περιέχουν.
3.1 ΓΕΝΙΚΑ
Σε µεγάλα συγκροτήµατα µε εκτεταµένη ανάπτυξη Μονάδων και δεξαµενών υπάρχουν περιπτώσεις που απαιτούνται επιµέρους µεγάλα φρεάτια ή λεκάνες για να εξυπηρετούν επιµέρους περιοχές από πιθανές µεγάλες διαρροές ή διαφυγή ελαιωδών προϊόντων. Οι λεκάνες αυτές ή τα φρεάτια, χαρακτηρίζονται σαν “Ελαιοσυλλέκτες”. Οι ελαιοσυλλέκτες είναι απαραίτητοι για εξυπηρέτηση περιοχών χωρίς ευνοϊκή κλίση προς άµεση αποµάκρυνση προς ελαιοδιαχωριστή, αλλά και για να επιβραδύνουν την επιβάρυνση του κεντρικού ελαιοδιαχωριστή.
Οι ελαιοσυλλέκτες µπορεί να είναι ανοικτού ή κλειστού τύπου αλλά οπωσδήποτε πρέπει να βρίσκονται αρκετά µακριά από Μονάδες ή δεξαµενές. Αυτοί πάντοτε µπορούν να διοχετεύουν το περιεχόµενο µε σύστηµα αντλιών προς τον Ελαιοδιαχωριστή σε ιδιαίτερη δεξαµενή ή το Blow Down (βλέπε Μονάδες Παραγωγής).
Οι ελαιοσυλλέκτες εξυπηρετούν σε περιπτώσεις που απαιτείται να συγκρατηθούν επιµέρους τοξικά ή µολυσµένα προϊόντα (π.χ. φρεάτιο συγκράτησης µολυβδούχου βενζίνης).
Τυπικό παράδειγµα ελαιοσυλλέκτη σε ασφαλή θέση (Remote Impounding) είναι η κάλυψη αριθµού δεξαµενών µε περιφερειακούς δακτύλιους περισυλλογής που εκβάλλουν σε ανεξάρτητο ελαιοσυλλέκτη (βλ. σχ.).
3.2 ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΣ
- Οι ελαιοσυλλέκτες πρέπει να εµποδίζουν την διαφυγή πετρελαιοειδών και άλλων µολυσµατικών προϊόντων από την εγκατάσταση.
- Το σύστηµα αποστράγγισης πρέπει να είναι σχεδιασµένο έτσι ώστε να εξασφαλίζει ότι το µολυσµένο νερό ή πετρελαιοειδές που προέρχεται από διαρροή ή έκχυση θα κατευθύνεται προς τον ελαιοσυλλέκτη. Καλύτερα να υπάρχουν περισσότερες από µία µονάδες συγκέντρωσης ανάλογα µε την πιθανότητα και τον βαθµό µόλυνσης.
Με αυτή την έννοια πρέπει να δοθεί προσοχή και για την πιθανότητα άλλων µολυσµατικών προϊόντων εκτός πετρελαιοειδών που χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή.
Πρέπει επίσης να προβλεφθούν παρακαµπτήριες διατάξεις προς τους ελαιοσυλλέκτες που θα εµποδίζουν την υπερφόρτωση κατά τη διάρκεια κακών καιρικών συνθηκών.
- Όπου διατίθενται αναρροφητικές αντλίες πρέπει να τοποθετούνται στις εξόδους των ελαιοσυλλεκτών.
- Οι ελαιοσυλλέκτες πρέπει να έχουν τη δυναµικότητα που απαιτείται από το χώρο που πρόκειται να αποστραγγισθεί και ο υπολογισµός τους βασίζεται στην εκτίµηση παράλληλης βροχόπτωσης ανά ώρα λαµβάνοντας υπόψη τους ποικίλους συντελεστές διαπερατότητας του εδάφους.
- Εάν οι περιοχές που τοποθετούνται οι Μονάδες ή οι δεξαµενές είναι κανονικά αποµονωµένες από τα συστήµατα των ελαιοσυλλεκτών δεν πρέπει να λαµβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισµό των ποσοτήτων εκροής.
- Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη και ένας χρόνος κατακράτησης εντός του ελαιοσυλλέκτη, αρκετός για να δίνεται η δυνατότητα στο πετρελαιοειδές να ανέβει στην επιφάνεια. Έχει βρεθεί από την πράξη ότι σε µια εγκατάσταση αγωγών η µέση ταχύτητα ροής είναι ένα µέτρο ανά λεπτό και η ταχύτητα ανόδου 0,1 µ. ανά λεπτό είναι ικανοποιητική για µια βαθµίδα ελαιοσυλλέκτη.
- Οι ελαιοσυλλέκτες πρέπει να φέρουν βάκτρα αποµόνωσης στην είσοδο και στην έξοδό τους.
Για να διευκολύνεται ο καθαρισµός συνιστάται να υποδιαιρεθεί ο ελαιοσυλλέκτης σε δυο παράλληλα κανάλια µε βάκτρα αποµόνωσης σε κάθε κανάλι.
- Οι κλειστοί ελαιοσυλλέκτες πετρελαιοειδών πρέπει να εξαερίζονται επαρκώς.
- Οι ελαιοσυλλέκτες πρέπει να είναι εύκολα προσιτοί για επιθεώρηση και καθαρισµό.
4.1 ΓΕΝΙΚΑ
Οι ελαιοδιαχωριστές συνήθως είναι η τελευταία βαθµίδα συγκέντρωσης των ελαιωδών και άλλων καταλοίπων όπου γίνεται ο διαχωρισµός νερού και λαδιών.
Τα λάδια συγκεντρώνονται σε ειδικά φρεάτια όπου µε σύστηµα αντλιών επιστρέφουν στις δεξαµενές των προϊόντων ή στις δεξαµενές των SLOP (βλέπε ορισµούς). Ελαιοδιαχωριστές υπάρχουν ανοικτού τύπου ή κλειστού µε κάλυψη περίπου του 80% της ελεύθερης επιφάνειας.
4.2 ΠΡΟ∆ΙΑΓΡΑΦΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Οι ελαιοδιαχωριστές πρέπει να τοποθετούνται σε επαρκή απόσταση από την περίφραξη, τις µονάδες και τις δεξαµενές, προς την κατωφέρεια της εγκατάστασης και σε µέρος που είναι εύκολη η επιθεώρηση, ο καθαρισµός και η συντήρησή τους.
Στο κεφάλαιο “γειτνίαση” αναφέρονται οι ελάχιστες επιβαλλόµενες αποστάσεις.
- Οι ελαιοδιαχωριστές πρέπει να είναι σχεδιασµένοι µε τέτοιο τρόπο ώστε να συγκρατούν όλη την ποσότητα του προϊόντος που θα µπορούσε να εκχυθεί στην περιοχή που ελέγχει κάθε ελαιοδιαχωριστής.
- Κάθε ελαιοδιαχωριστής συνιστάται να περιλαµβάνει 1-4 ανεξάρτητες επιµήκεις ανοιχτές δεξαµενές µε συστήµατα περισυλλογής των επιπλέοντων λαδιών. Τα λάδια µε σύστηµα αντλιών οδηγούνται στις δεξαµενές, ενώ τα νερά µετά από περαιτέρω καθαρισµό (συνήθως βιολογικό) αποµακρύνονται από τις εγκαταστάσεις.
- Οι διαστάσεις των ελαιοδιαχωριστών είναι τέτοιες ώστε να έχουν αρκετό πλάτος για να απλώνονται τα λάδια σε µεγάλη επιφάνεια και µήκος επαρκές ώστε να παρέχεται χρόνος προς περισυλλογή. Επίσης το βάθος πρέπει να είναι ικανό για να χωρέσει τις µεγάλες ποσότητες νερού που αποβάλλονται.
Τυπικές διαστάσεις της κάθε λεκάνης είναι :
Πλάτος 3-5 µέτρα
Ύψος στάθµης 1-2 µέτρα
Ύψος φρεατίου 2-4 µέτρα
Μήκος λεκάνης 20-30 µέτρα
Στην αρχή των λεκανών υπάρχει κεντρική λεκάνη διανοµής προς τις λεκάνες διαχωρισµού, ενώ στο τέλος των λεκανών διαχωρισµού υπάρχει το σύστηµα περισυλλογής και τα φίλτρα.
4.3 ΚΑΝΟΝΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
- Η περιοχή του ελαιοδιαχωριστή χαρακτηρίζεται ως περιοχή µεγάλου κινδύνου µε µόνιµη παρουσία εκρηκτικών αερίων.
- Οι κεντρικοί εσωτερικά δρόµοι κυκλοφορίας αυτοκινήτων απαγορεύονται να βρίσκονται σε αποστάσεις µικρότερες από 15 µέτρα από το περίγραµµα του ελαιοδιαχωριστή.
- Τα υδατικά κατάλοιπα και λείµµατα απαγορεύονται να αποµακρυνθούν µε απλή αποχέτευση, είτε πριν τον ελαιοδιαχωριστή είτε µετά τον διαχωρισµό. Γι’ αυτά απαιτείται να επεξεργασθούν στο σύστηµα κατεργασίας των υγρών αποβλήτων, να διέλθουν από ειδικά φίλτρα και ενδεχοµένως να υποστούν πλήρη βιολογικό καθαρισµό. Μέγιστο επιτρεπτό όριο ελαίου στο νερό για ελεύθερη αποµάκρυνση είναι 10 ppm (δέκα µέρη στο 1 εκατοµµύριο).
- Η προστασία των ελαιοδιαχωριστών εξασφαλίζεται µε αφροκάλυψη ή δηµιουργία στρώµατος ατµού.
1.1 ΓΕΝΙΚΑ
Όλες οι εγκαταστάσεις πρέπει να διαθέτουν άριστο εσωτερικό και εξωτερικό σύστηµα επικοινωνίας. Τα συστήµατα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν ασφαλή λειτουργία και άµεση επικοινωνία σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Καθοριστικές παράµετροι για το είδος της εσωτερικής και εξωτερικής επικοινωνίας είναι το µέγεθος και ο βαθµός κινδύνου της εγκατάστασης.
1.2 ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Η εγκατάσταση όσο µικρή και αν είναι υποχρεούται να έχει τουλάχιστον 2 ανεξάρτητες εξωτερικές γραµµές για άµεση επικοινωνία µέσω του Εθνικού τηλεφωνικού δικτύου.
Πίνακες ή καταστάσεις σε εµφανή µέρη δίπλα στα τηλέφωνα, πρέπει να αναγράφουν όλους τους απαραίτητους αριθµούς σε περιπτώσεις ανάγκης. Αυτοί είναι :
- Πυροσβεστική Υπηρεσία περιοχής
- Αστυνοµικές ή Λιµενικές αρχές
- Σταθµός Α’ Βοηθειών της περιοχής
- Γειτονικές επιχειρήσεις (σχέδιο αµοιβαίας βοήθειας)
- Κατάλογος προσωπικού κινητοποίησης της επιχείρησης
Ορισµένες µεγάλες εγκαταστάσεις ενδέχεται να διαθέτουν και πρόσθετη εξωτερική επικοινωνία µέσω ασυρµάτου συστήµατος.
1.3 ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Για τις πολύ µικρές εγκαταστάσεις η εσωτερική επικοινωνία δεν είναι υποχρεωτική.
Για όλες τις εγκαταστάσεις µε έκταση άνω των 50 στρεµµάτων απαιτείται να υπάρχει κεντρικό εσωτερικό σύστηµα τηλεφωνικής επικοινωνίας κατάλληλα συνδεδεµένο µε το εξωτερικό Εθνικό δίκτυο.
Τοπικοί εσωτερικοί αριθµοί πρέπει να εξασφαλίζουν κλήση σε ορισµένους χώρους, περιοχές, κτίρια κ.λπ. Στους προβλήτες που είναι αποµακρυσµένοι από την υπόλοιπη εγκατάσταση, πρέπει να υπάρχει ενσύρµατη ή ασύρµατη επικοινωνία. Οι παραπάνω απαιτήσεις θεωρούνται υποχρεωτικές για την ασφάλεια της επιχείρησης. Προαιρετικά οι επιχειρήσεις ή τα Συγκροτήµατα µπορεί να διαθέτουν επί πλέον:
- Ασύρµατο εσωτερική επικοινωνία µε φορητούς ποµπούς δέκτες
- Εσωτερική επικοινωνία µε µαγνητικά τηλέφωνα
- Μεγαφωνικό εσωτερικό σύστηµα αναγγελιών
- Κωδικό σύστηµα για ειδικές κλήσεις
Κατά τη διάρκεια πυρκαγιάς ή έκτακτης κατάστασης τα συστήµατα εσωτερικής και εξωτερικής κλήσης πρέπει να έχουν απόλυτη προτεραιότητα για κλήσεις που έχουν σχέση µε το περιστατικό.
Η ανάγκη ύπαρξης κεντρικού συστήµατος συναγερµού, όπως στη συνέχεια περιγράφεται, σε µια εγκατάσταση εξαρτάται από διάφορους παράγοντες που τη χαρακτηρίζουν όπως:
- Έκταση και µέγεθος της εγκατάστασης
- Απόσταση των πλέον αποµακρυσµένων σηµείων της ίδιας εγκατάστασης
- Αριθµός προσωπικού και κατανοµή σε βάρδιες και σε περιοχές
- Βαθµός εξοπλισµού µε πρόσθετα (πέραν των ελάχιστων απαιτούµενων) µέσα εσωτερικής και εξωτερικής επικοινωνίας.
- Ειδικές συνθήκες και αποστάσεις γειτνίασης
Ένα πλήρες σύστηµα κεντρικού συναγερµού βασικά πρέπει να περιλαµβάνει:
- Μια ή ενδεχόµενα περισσότερες συνεργαζόµενες κεντρικές σειρήνες κατάλληλων χαρακτηριστικών και σε κατάλληλη διάταξη ώστε να καλύπτεται πλήρως η εγκατάσταση και η ευρύτερη περιοχή που ενδιαφέρει.
- Αριθµό κοµβίων συναγερµού σε κατάλληλη διάταξη µε µέγιστη απόσταση προσέγγισης 60 µέτρα ή µεταξύ τους απόσταση 120 µέτρα.
- Ανεξάρτητη γραµµή ηλεκτρικής τροφοδότησης από το γενικό πίνακα ηλεκτρικής διανοµής της εγκατάστασης. Για τη λειτουργία σε περίπτωση διακοπής προβλέπεται η αυτόµατη εφεδρική τροφοδότηση από συσσωρευτές.
Οι αρµόδιες αρχές καθορίζουν λαµβανοµένων υπόψη των διαφόρων παραγόντων και συνθηκών την υποχρέωση ή όχι εγκατάστασης ενός τέτοιου κεντρικού συστήµατος συναγερµού και την εµβέλειά του (ελάχιστη απαιτούµενη ένταση σε DECIBEL σε καθορισµένη ελάχιστη απόσταση π.χ. 60 DB σε 3 χιλιόµετρα µε αντίθετο άνεµο) κ.λπ.
προδιαγραφές για τις διάφορες εγκαταστάσεις.
Σε περίπτωση που η εγκατάσταση κεντρικού συστήµατος µεγάλης εµβέλειας, όπως το ανωτέρω, δεν κρίνεται αναγκαία από τις αρµόδιες αρχές, παραµένει η υποχρέωση του εφοδιασµού της εγκατάστασης µε σύστηµα τοπικού συναγερµού που µε ηχητικά µέσα µικρότερης εµβέλειας, δηλαδή µικρές σειρήνες και βοµβητές, καλύπτει επαρκώς την έκταση της εγκατάστασης. Η εφεδρική ηλεκτρική τροφοδότηση είναι και τότε υποχρεωτική.
Βασική προϋπόθεση είναι η κανονική συντήρηση και δοκιµή λειτουργίας του οποιουδήποτε συστήµατος που τελικά επιλέγεται µαζί µε όλα τα υπόλοιπα πυροσβεστικά µέσα.
Τα κοµβία συναγερµού τοποθετούνται ως εξής:
Ορισµένα επιλεγµένα στρατηγικά σηµεία των υπαίθριων περιοχών της εγκατάστασης όπως προσπελάσεις προσωπικού προς γεµιστήρια, αντλιοστάσια, δεξαµενές, προβλήτα, τυχόν φυλάκια αλλά και εισόδους, διαδρόµους κ.λπ. κλιµακοστάσια των κτιρίων της εγκατάστασης.
Πρέπει η τοποθέτηση να γίνεται στη ίδια θέση των κοµβίων τηλεχειρισµού των πυροσβεστικών αντλιών µε τα αντίστοιχα του συναγερµού στο βαθµό που προσεγγίζουν µεταξύ τους σε εγκαταστάσεις µε σύστηµα τηλεχειρισµού του συστήµατος των αντλιών.
Ύψος τοποθέτησης από το δάπεδο 1,10 έως 1,40 µέτρα και σε θέση, ώστε να είναι ευδιάκριτα.
Οι προαναφερόµενες αποστάσεις προσέγγισης και µεταξύ τους (κοµβίο από κοµβίο) των 60 και 120 µέτρων, αντίστοιχα, ισχύουν για υπαίθριους χώρους και χώρους εκτός των κτιρίων.
Κάθε κτίριο συνολικής επιφάνειας όλων των ορόφων µεγαλύτερης των 900 τετρ. µέτρων πρέπει να έχει ανεξάρτητα κοµβία συναγερµού, ένα τουλάχιστον όροφο.
Κάθε κτίριο καλυπτόµενης επιφάνειας από 400 έως 900 τετρ. µέτρα πρέπει να έχει ανεξάρτητα κοµβία συναγερµού, ένα στο ισόγειο και στη συνέχεια ένα ανά δύο ορόφους.
Τα διάφορα τεχνικά χαρακτηριστικά στοιχεία σειρήνας περιέχονται ενδεικτικά για κάποιο συγκεκριµένο τύπο σειρήνας στο επόµενο ∆ιάγραµµα / Πίνακα.
Πέρα από τη βασική µορφή που περιγράφηκε πιο πάνω, το κεντρικό σύστηµα συναγερµού µπορεί να επεκταθεί µε πρόσθετα στοιχεία εξοπλισµού και αντίστοιχες δυνατότητες όπως:
- Πίνακες ένδειξης της θέσης ενεργοποίησης
- Συστήµατα πυρανίχνευσης για αυτόµατη ενεργοποίηση του συναγερµού
Η τοποθέτηση και λειτουργία κεντρικού συστήµατος συναγερµού για τα ∆ιυλιστήρια και τις Βιοµηχανίες Πετρελαίου είναι υποχρεωτική. Ο αριθµός των κεντρικών σειρήνων εξαρτάται από την έκταση του χώρου και καθορίζεται µετά από σχετική µελέτη.
ΚΑΜΠΥΛΗ “L” για µεγάλης ΧΩΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ κτίρια, σε αγροτικές ή υπαίθριες περιοχές
ΚΑΜΠΥΛΗ “S” για µικρής ΧΩΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ κτίρια υψηλότερα των 20 µέτρων, και για εγκαταστάσεις µεγάλων χώρων µε πολλά δέντρα
ΚΑΜΠΥΛΗ “C”για ψηλά άνω των 25 µέτρων, πυκνά κτίρια και πολύ ψηλό θόρυβο του γύρω χώρου.
1.1 ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Το παρόν κεφάλαιο ασχολείται γενικά µε την ασφαλή λειτουργία των σταθµών φορτοεκφόρτωσης υγρών καυσίµων σε ∆ιυλιστήρια και λοιπές Βιοµηχανίες πετρελαίου.
Οι αντίστοιχες εγκαταστάσεις διακίνησης και φορτοεκφόρτωσης υγραερίων σε µεγάλες ποσότητες, λόγω της ιδιαιτερότητας που εµφανίζουν, εξετάζονται ανεξάρτητα στο σχετικό κεφάλαιο περί ΥΓΡΑΕΡΙΩΝ.
1.2 ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΑ ΥΓΡΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ
1.2.1 Με τον όρο γεµιστήρια εννοούµε εγκαταστάσεις απλές ή σύνθετες που χρησιµοποιούνται για το γέµισµα ή άδειασµα βυτιοφόρων αυτοκινήτων και σιδηροδροµικών οχηµάτων που µεταφέρουν καύσιµα ή άλλες εύφλεκτες χηµικές ενώσεις. Τα σύνθετα γεµιστήρια είναι χωρισµένα σε διπλές θέσεις φόρτωσης που κάθε µία απ’ αυτές ονοµάζονται νησίδα φόρτωσης.
Η φόρτωσης συνήθως γίνεται είτε:
- Με σπαστούς βραχίονες από τις άνω ανθρωποθυρίδες των ανεξάρτητων δεξαµενών του βυτίου, πλήρωση από πάνω.
- Με σύνδεση αγωγών στον πυθµένα του βυτίου, πλήρωση από κάτω.
Με τη µέθοδο αυτή γίνεται και το άδειασµα του βυτίου µε τη βοήθεια προωθητικής αντλίας.
Η σύνδεση των αγωγών πρέπει να είναι µηχανική και όχι µε υδραυλικό σύστηµα. Η πλήρωση και µε τα δύο συστήµατα µπορεί να είναι είτε µε ελεύθερη διαφυγή τυχόν αερίων προϊόντων (πλέον συνηθισµένη), είτε µε ελεγχόµενη διαφυγή αερίων και διατήρηση της ατµόσφαιρας αερίων υδρογονανθράκων.
1.2.2 Τα γεµιστήρια ή οι νησίδες πρέπει να είναι χωριστά από µονάδες παραγωγής, υπέργειες δεξαµενές, αποθήκες, συνεργεία, κτίρια περίφραξη κ.λπ.
1.2.3 Αντλιοστάσια, βανοστάσια και χειριστήρια των γεµιστήριων εννοούνται σαν ενιαίος χώρος, εφόσον αυτά βρίσκονται κοντά, και περιλαµβάνονται στα όρια για τον υπολογισµό της έκτασης του γεµιστηρίου.
1.2.4 Σωληνώσεις, αντλίες, µετρητές και ράβδος στάθµης δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται για καύσιµα κλάσης ΙΙ και ΙΙΙ, εάν προηγούµενα χρησιµοποιήθηκαν σε καύσιµα κλάσης Ι και δεν έχουν καλά καθαριστεί.
1.2.5 Υπόγειες αντλίες που χρησιµοποιούνται για άντληση από υπόγειες δεξαµενές πρέπει να έχουν (συνήθως κοντά στην κατάθλιψη) ανιχνευτή διαρροής µε υπέργεια ένδειξη.
1.2.6 Η γείωση είναι υποχρεωτική για καύσιµα κλάσης Ι και ΙΙ. Συνήθως τα γεµιστήρια που διαθέτουν γείωση δεν λειτουργούν, εάν αυτή δεν είναι συνδεδεµένη.
1.2.7 Αυτόµατο σύστηµα διακοπής και πλήρωσης του βυτιοφόρου µε το γέµισµα του βυτίου είναι επιθυµητή, αλλά όχι υποχρεωτική.
1.2.8 Το σύστηµα αποστράγγισης και ελαιωδών υπονόµων της περιοχής πρέπει να περιλαµβάνει φρεάτια µε σύστηµα φραγής, κλίση για την αποµάκρυνση των χυµένων ελαίων µακριά από τα βυτία και εγκατάσταση αυτών περιφερειακά των νησίδων και όχι κάτω από τα βυτία.
1.2.9 Τα αναµενόµενα βυτία δεν πρέπει να σταθµεύουν σε απόσταση µικρότερη από έξη (6) µέτρα από τα βυτία που φορτοεκφορτώνουν.
1.2.10 Η φόρτωση από υπερκείµενες ανθρωποθυρίδες πρέπει να γίνεται µε ταχύτητα όχι µεγαλύτερη από ένα (1) µέτρο ανά δευτερόλεπτο, µέχρι την κάλυψη µε υγρό του ακροσωληνίου φόρτωσης, ακολούθως η ταχύτητα µπορεί να αυξηθεί.
1.3 ΕΥΚΟΛΙΕΣ ΦΟΡΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΦΟΡΤΩΣΗΣ
1.3.1 ∆ιατάξεις για τη Φόρτωσης
Πρέπει να τοποθετούνται οι ανάλογες διατάξεις για φόρτωση είτε από την κορυφή, είτε από τον πυθµένα των βυτιοφόρων αυτοκινήτων και σιδηροδροµικών οχηµάτων.
Στην περίπτωση φόρτωσης από την κορυφή, ο σωλήνας φόρτωσης πρέπει να χαµηλώνει µέσω ενός ανοικτού στοµίου επί της οροφής της δεξαµενής του οχήµατος.
Στη φόρτωση από τον πυθµένα µπορεί να γίνει µια στεγανή σύνδεση στον πυθµένα της δεξαµενής του οχήµατος που µπορεί να είναι ή να µην είναι η ίδια µε τη σύνδεση που χρησιµοποιείται για την εκφόρτωση της δεξαµενής.
Η σύνδεση µπορεί να γίνει µε τη χρησιµοποίηση αυτοκλείστων στεγανών συνδέσµων (dry break) που να συγκρατούν το υγρό µετά τη σύνδεση των σωληνώσεων ή µε τη χρησιµοποίηση ανοικτού τύπου συνδέσµων, όταν το
προϊόν που βρίσκεται στο σωλήνα φόρτωσης ή το συνδεδεµένο µε το όχηµα εύκαµπτο σωλήνα απαιτεί αποστράγγιση πριν από την αποσύνδεση.
Όταν γίνεται κανονική φόρτωση χωρίς οπτικό έλεγχο της στάθµης, µέσω µιας ανοικτής ανθρωποθυρίδας, ή στοµίου, ή µιας διαβαθµισµένης ράβδου πρέπει να υπάρχει δυνατότητα επαρκούς ελέγχου για την ποσότητα που φορτώνεται µέσα στη δεξαµενή ή στο διαµέρισµα της δεξαµενής, ώστε να αποφεύγεται η υπερχείλιση.
1.3.2 Περιοχές Φόρτωσης Βυτιοφόρων αυτοκινήτων και Σιδηροδροµικών Οχηµάτων
Οι περιοχές φόρτωσης πρέπει να φέρουν επίστρωση µε υλικά που δεν παθαίνουν ζηµιά σε φωτιά ή σε έκχυση προϊόντος.
Οι επιφάνειες των παραπάνω περιοχών φόρτωσης πρέπει να διαχωρίζονται και να έχουν τέτοια διάταξη ώστε πιθανή έκχυση προϊόντος σ’ ένα σηµείο να µην κυλήσει κάτω από τα άλλα οχήµατα σε άλλο σηµείο.
Προτείνεται η περιοχή φόρτωσης να είναι µεγάλη, ώστε ανεξάρτητα τµήµατα αυτής να περιβάλλονται από περιµετρικά φρεάτια, µε αποτέλεσµα να περιορίζεται η εξάπλωση µιας πιθανής έκχυσης. Τα αποχετευτικά συστήµατα των περιοχών φόρτωσης πρέπει να είναι συνδεδεµένα µε ελαιοδιαχωριστές.
1.3.3 Εξοπλισµός για τη Φόρτωση και την Εκφόρτωση
Ο εξοπλισµός για τη φόρτωση µπορεί να είναι τοποθετηµένος στη στάθµη του εδάφους ή πάνω σε πλατφόρµα, σε ύψος που να εξυπηρετεί τα οχήµατα µεταφοράς.
Οι εύκαµπτες συνδέσεις µεταξύ των σταθερών διατάξεων της εγκατάστασης πετρελαιοειδών και των µεταφορικών οχηµάτων µπορεί να είναι ελαστικοί σωλήνες ή αρθρωτές σωληνωτές συνδέσεις.
Ακόµη σωλήνες πρέπει να εφοδιάζονται και να τοποθετούνται έτσι, ώστε να µπορούν να φθάσουν τα κανονικά σταθµευµένα οχήµατα µεταφοράς και να µην προκαλέσουν ανεπίτρεπτα τεντώµατα στις σταθερές εγκαταστάσεις ή στις συνδέσεις των οχηµάτων µεταφοράς. Επίσης πρέπει όλες οι σωλήνες εκροής που χρησιµοποιούνται για ανοικτή φόρτωση να µπορούν, όταν χρειάζεται, να φθάσουν τον πυθµένα των δεξαµενών του οχήµατος χωρίς δυσκολία.
Τα σηµεία εκφόρτωσης για βυτιοφόρα αυτοκίνητα και σιδηροδροµικά οχήµατα πρέπει να φέρουν βαλβίδες ανεπίστροφες, εάν υπάρχει πιθανότητα αντίστροφης ροής λόγω βαρύτητας, από τις δεξαµενές των εγκαταστάσεων προς τα βυτία, στην περίπτωση βλάβης του ευκάµπτου σωλήνα της σύνδεσης ή σε αδυναµία να κλειστεί καλά η χειροκίνητη βάνα πριν από την αποσύνδεση.
1.3.4 Έλεγχος Εργασιών Φόρτωσης και Εκφόρτωσης
Πρέπει να υπάρχουν άµεσα προσιτά τα µέσα που να καθιστούν το χειριστή ικανό να διακόψει τη ροή (συµπεριλαµβανοµένης και της ροής λόγω βαρύτητας του προϊόντος) σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Όταν χρησιµοποιείται εξοπλισµός αυτόµατης φόρτωσης πρέπει να υπάρχουν περισσότεροι από ένας τρόποι διακοπής της ροής. Υποδεικνύεται κατά την φόρτωση πετρελαιοειδών να τοποθετούνται βάνες ταχείας διακοπής της ροής του προϊόντος στους σωλήνες παροχής, ώστε να αποµονώνονται τα σηµεία φόρτωσης σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
1.3.5 Πλατφόρµες
Οι πλατφόρµες που διατίθενται για να επιτρέπουν την προσπέλαση στον εξοπλισµό φόρτωσης που βρίσκεται υψηλότερα από τη στάθµη του εδάφους ή να περιορίζεται η απόσταση µεταξύ του εξοπλισµού φόρτωσης και της κορυφής των βυτιοφόρων αυτοκινήτων και σιδηροδροµικών οχηµάτων, πρέπει να σχεδιάζονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να έχουν το πλέον κατάλληλο ύψος για τις εργασίες που θα γίνουν.
Πρέπει να χρησιµοποιούνται, για την προστασία του προσωπικού, αντιολισθητικά υλικά στις πλατφόρµες και στα σκαλοπάτια των κλιµάκων που οδηγούν προς αυτές. Οι πλατφόρµες πρέπει να έχουν αρκετό πλάτος,
ώστε να επιτρέπουν ελεύθερο πέρασµα γύρω από κάθε µηχάνηµα φόρτωσης που βρίσκεται πάνω από την επιφάνεια της πλατφόρµας. Πρέπει επίσης, να υπάρχουν χειρολαβές ή άλλα µέσα προστασίας κατά της πτώσης.
Χειρολαβές πρέπει να υπάρχουν και στα γεµιστήρια των οχηµάτων για οδικές µεταφορές για το προσωπικό που χρησιµοποιεί τους διαδρόµους του οχήµατος κατά τη διάρκεια των εργασιών φόρτωσης από το επάνω µέρος του οχήµατος.
Πρέπει να υπάρχουν κατάλληλα µέτρα προσπέλασης προς τις πλατφόρµες µε κλίµακες µε χειρολαβές. Πρέπει να υπάρχει έξοδος κίνδυνου στην αντίθετη από την κλίµακα πλευρά της πλατφόρµας είτε µε τη µορφή µιας άλλης κλίµακας ή µιας σκάλας. Εάν υπάρχει σκάλα πρέπει να φέρει αλυσίδα ασφαλείας που να εµποδίζει την πτώση ατόµων από την άλλη πλευρά της πλατφόρµας.
Εάν απαιτείται προσπέλαση µεταξύ µιας σταθερής πλατφόρµας και της κορυφής των οχηµάτων, χρειάζονται αρθρωτές σκαλωσιές που να γεφυρώνουν την απόσταση ή τη διαφορά ύψους.
1.3.6 Υλικά Κατασκευής
Τα υλικά που χρησιµοποιούνται για την κατασκευή εξαρτηµάτων φόρτωσης και εκφόρτωσης πρέπει να είναι άκαυστα.
1.3.7 Ρεύµατα ∆ιασποράς, Γείωση και Σύνδεση
Οι σιδηροδροµικές συνδέσεις για τη φόρτωση και την εκφόρτωση σιδηροδροµικών οχηµάτων πρέπει να φέρουν µονωτικές ενώσεις για να αποµονώνουν την πλευρά του οχήµατος από την κεντρική γραµµή και να εµποδίζουν τα ηλεκτρικά ρεύµατα διασποράς από ηλεκτρικά φορτισµένες
γραµµές ή κυκλώµατα σιδηροδροµικής σηµατοδότησης.
∆ιατάξεις φόρτωσης και εκφόρτωσης σιδηροδροµικών οχηµάτων πρέπει να µην παρουσιάζουν ηλεκτρική ασυνέχεια και να γειώνονται. Οι διατάξεις φόρτωσης οχηµάτων για οδικές µεταφορές πρέπει να είναι εφοδιασµένες µε µέσα γεφύρωσης του οχήµατος µε τις σταθερές διατάξεις της φόρτωσης.
2.1 ΓΕΝΙΚΑ
- Η διάταξη για φόρτωση και εκφόρτωση για οδικές µεταφορές πρέπει να επιτρέπει εύκολη προσπέλαση και έξοδο οχηµάτων, κατά προτίµηση, χωρίς ανάγκη οπισθοπορείας. Τα σηµεία φόρτωσης των οχηµάτων πρέπει κατά προτίµηση να βρίσκονται συγκεντρωµένα σε νησίδες, παράλληλες µεταξύ τους και σε απόσταση τόση που να επιτρέπει τη χρήση και των δύο πλευρών των νησίδων ταυτόχρονα. Ο χώρος ανάµεσα στις νησίδες πρέπει να επιτρέπει την άνετη προσπέλαση και κίνηση των µεγαλυτέρων οχηµάτων που χρησιµοποιούνται ή για την ενδεχόµενη χρήση µεγαλύτερων οχηµάτων. Οι νησίδες πρέπει να φέρουν κράσπεδα για να προστατεύουν τον εξοπλισµό της φόρτωσης.
Σε περίπτωση που οι θέσεις φόρτωσης ενός σταθµού είναι κατειληµµένες ένα όχηµα που πλησιάζει δεν πρέπει να έρθει πιο κοντά από 6 µέτρα από τη θέση της φόρτωσης και πρέπει να σταµατήσει τον κινητήρα του.
Αυτή η απόσταση µπορεί να ελεγχθεί µε µια προειδοποιητική γραµµή πάνω στο έδαφος. Τα φορτωµένα οχήµατα οφείλουν να σταθµεύουν επίσης αρκετά µακριά από το σηµείο φόρτωσης.
- Καθόλο το χρόνο που γίνεται η φόρτωση ή η εκφόρτωση τα οχήµατα δεν πρέπει να µένουν αφύλακτα. Σε όλες τις περιπτώσεις πρέπει να έχουν τροχοπεδηθεί σταθερά.
- Κατά τη διάρκεια φόρτωσης πετρελαιοειδών το όχηµα που φορτώνεται πρέπει να έχει σβήσει τον κινητήρα και δεν πρέπει να τον επαναθέσει σε λειτουργία εκτός εάν έχουν τεθεί όλα τα πώµατα και έχουν κλεισθεί καλά οι βάνες και τα καλύµµατα του οχήµατος.
Ο ηλεκτρικός διακόπτης αποµόνωσης της µπαταρίας πρέπει να έχει κλειστεί και να παραµείνει κλειστός καθόλη τη διάρκεια της φόρτωσης.
- Οι γεφυρώσεις πρέπει να γίνονται σύµφωνα µε τα περιγραφόµενα παρακάτω.
- Όταν τα οχήµατα φορτώνονται από την κορυφή µε πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι ή ΙΙ ή όταν γίνεται αλλαγή φορτίου, ο σωλήνας εκροής του βραχίονα της φόρτωσης
πρέπει να χαµηλώνεται µέχρι τον πυθµένα του διαµερίσµατος της δεξαµενής για να αποφευχθεί η φόρτωση µε παφλασµό (πιτσίλισµα).
- Οι ράβδοι ογκοµετρήσεων των οχηµάτων πρέπει να φυλάσσονται ασφαλώς µετά τη χρήση τους.
2.2 ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΕΣ
- Όταν τα βυτιοφόρα οχήµατα πρέπει να φορτωθούν µε άλλο είδος προϊόντος από αυτό που είχαν προηγούµενα, η δεξαµενή ή το διαµέρισµα της δεξαµενής πρέπει να αποστραγγισθεί εντελώς από το προηγούµενο προϊόν. Όταν φορτώνονται προϊόντα, τα οποία µπορούν να δηµιουργήσουν εύφλεκτη ατµόσφαιρα στο διάκενο της δεξαµενής συµπεριλαµβανοµένης της αλλαγής φορτίου, η φόρτωση πρέπει να γίνει µε µειωµένη ταχύτητα, έως ότου το άκρο του σωλήνα της πλήρωσης καλυφθεί. Στη συνέχεια η ταχύτητα φόρτωσης µπορεί να αυξηθεί. Σε αυτές τις συνθήκες τονίζεται ότι ο σωλήνας της πλήρωσης πρέπει να φθάνει έως τον πυθµένα της δεξαµενής.
- Όταν τα οχήµατα φορτώνονται από την κορυφή, οι ποδοβαλβίδες πρέπει να κλείνονται προτού αρχίσει η φόρτωση. Τα µοναδικά ανοικτά στόµια πρέπει να είναι αυτά που χρησιµοποιούνται για την πλήρωση.
Τα οχήµατα που φορτώνονται από τον πυθµένα µέσω της ίδιας σύνδεσης που χρησιµοποιείται για την εκφόρτωση πρέπει να έχουν τις ποδοβαλβίδες κλειστές µετά τη φόρτωση.
- Πριν από την φόρτωση ενός βυτιοφόρου οχήµατος πρέπει να ληφθούν κατάλληλα µέτρα που να εξασφαλίζουν, ότι το προβλεπόµενο προϊόν φορτώνεται στο κατάλληλο διαµέρισµα.
Πρέπει να δοθεί προσοχή, ώστε το διαµέρισµα της δεξαµενής να µην υπερπληρωθεί. Είναι σηµαντικό να ελέγχεται πριν από τη φόρτωση ότι το διαµέρισµα είναι κενό ή ότι η ποσότητα και ο τύπος του προϊόντος που περιέχει έχουν ληφθεί υπόψη.
- Σε περίπτωση που ένα διαµέρισµα δεξαµενής έχει υπερπληρωθεί το επιπλέον προϊόν πρέπει να αντληθεί σε δεξαµενή περισυλλογής ή κλειστό δοχείο.
Το προϊόν το οποίο έχει εξαχθεί πρέπει αµέσως να µεταφερθεί σε δεξαµενή περισυλλογής ή κλειστό δοχείο.
- Οι βραχίονες διπλοφόρτωσης πρέπει να αποµακρύνονται ή οι εύκαµπτοι σωλήνες να αποσυνδέονται και να τοποθετούνται µακριά από το όχηµα. Όλες οι οπές της δεξαµενής πρέπει να κλείνονται και να στερεώνονται µετά το πέρας της φόρτωσης. Εάν υπάρχουν σκαλοπάτια στην εξέδρα φόρτωσης πρέπει να επιστραφούν στην κατάλληλη θέση αναµονής. Τέλος τα καλώδια γεφύρωσης πρέπει να αποσυνδεθούν µετά το πέρας της διαδικασίας.
- Όταν γίνεται εκφόρτωση των βυτιοφόρων οχηµάτων οι παραλαµβάνουσες δεξαµενές πρέπει να ελέγχονται για το είδος του προϊόντος και να επιβεβαιώνεται ότι υπάρχει αρκετός χώρος για να δεχθεί το φορτίο.
- Όπου εκφορτώνεται πετρελαιοειδές κατηγορίας ΙΙΙ µε πεπιεσµένο αέρα το όχηµα δεν πρέπει να κινείται και δεν πρέπει να γίνονται χειρισµοί στα πώµατα της ανθρωποθυρίδας ή σε άλλα εξαρτήµατα έως ότου εκτονωθεί όλη η πίεση.
Κάθε υπολοιπόµενη ποσότητα του προϊόντος στην έξοδο του σωλήνα πρέπει να αποµακρύνεται προτού εφαρµοστεί πίεση αέρα.
O αέρας για την εξαγωγή πρέπει να βρίσκεται στη µικρότερη πίεση που απαιτείται για την εργασία και δεν πρέπει να υπερβαίνει την πίεση ασφαλούς λειτουργίας της
δεξαµενής του βυτιοφόρου. Πρέπει να δοθεί προσοχή, ώστε η παραλαµβάνουσα δεξαµενή να εξαερίζεται κατάλληλα.
2.3. ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
- Βυτία µε πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) δεν πρέπει να επιτρέπεται να παραµένουν στην περιοχή φόρτωσης ή εκφόρτωσης µε ανοικτές θυρίδες.
- Στην περίπτωση έκχυσης ή διαρροής όλες οι εργασίες φόρτωσης στο αντίστοιχο σηµείο φόρτωσης και σε όλες τις γειτονικές θέσεις φόρτωσης, πρέπει να διακοπούν αµέσως και όλες οι ποδοβαλβίδες πρέπει να κλειστούν, εάν είναι ανοικτές για εκφόρτωση ή φόρτωση από τον πυθµένα. Μόνο το απαραίτητο προσωπικό πρέπει να παραµείνει στην περιοχή φόρτωσης.
Η υπερχείλιση (έκχυση) πρέπει να καθαριστεί όσο το δυνατό ταχύτερα. Στην περίπτωση έκχυσης πετρελαιοειδούς κατηγορίας Ι, ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) κανένας κινητήρας οχήµατος δεν πρέπει να λειτουργήσει έως ότου η έκχυση καθαριστεί. Η φόρτωση δεν πρέπει να ξαναρχίσει, εάν η περιοχή δεν έχει χαρακτηρισθεί ασφαλής από τον υπεύθυνο προϊστάµενο.
- Οι βραχίονες φόρτωσης και εκφόρτωσης, οι εύκαµπτοι σωλήνες και οι συνδέσεις πρέπει να φέρουν εµφανή διακριτικά, είτε µε έγχρωµη κωδικοποίηση, είτε µε πινακίδες που να δείχνουν το είδος του προϊόντος, για το οποίο χρησιµοποιούνται.
- Οι βραχίονες εκφόρτωσης ή οι εύκαµπτοι σωλήνες πρέπει να φυλάσσονται καλά µετά τη χρήση.
- Εάν συµβεί πυρκαγιά κατά τη διάρκεια φόρτωσης ή εκφόρτωσης όλες οι εργασίες πρέπει να σταµατήσουν αµέσως και τα οχήµατα που δεν έχουν προσβληθεί από την πυρκαγιά πρέπει να οδηγηθούν µακριά. Πρέπει να διακοπεί η παροχή προϊόντων προς τα γεµιστήρια. Η διαδικασία που προβλέπεται για την αντιµετώπιση της πυρκαγιάς στην ίδια εγκατάσταση πρέπει να τεθεί σε εφαρµογή αµέσως.
2.4. ΓΕΙΩΣΗ ΚΑΙ ΓΕΦΥΡΩΣΗ
- Η ηλεκτρική συνέχεια και η γείωση είναι πάντοτε απαραίτητες κατά τη διακίνηση πετρελαιοειδών και κατά την αλλαγή φορτίου.
- Οι σταθµοί για τη φόρτωση και εκφόρτωση βυτιοφόρων οχηµάτων πρέπει αν έχουν ηλεκτρική συνέχεια και γείωση σύµφωνα µε τα προηγούµενα.
Το όχηµα πρέπει να γεφυρωθεί αποτελεσµατικά µε τα γειωµένα µηχανήµατα φόρτωσης ή εκφόρτωσης προτού αρχίσουν οι εργασίες φόρτωσης ή εκφόρτωσης και η σύνδεση δεν πρέπει να διακοπεί, προτού οι εργασίες ολοκληρωθούν και όλα τα πώµατα, οι βάνες και τα καλύµµατα να έχουν κλειστεί και στερεωθεί ασφαλώς.
Ξεχωριστά καλώδια γεφύρωσης δεν είναι απαραίτητα σε περίπτωση που οι εργασίες φόρτωσης και εκφόρτωσης γίνονται µε τη χρήση αγωγίµων ή ηµιαγωγίµων εύκαµπτων σωλήνων µε στεγανές συνδέσεις.
3.1. ΓΕΝΙΚΑ
- Η φόρτωση σιδηροδροµικών οχηµάτων µπορεί να επιτελεσθεί µε µια πλευρική διάταξη φόρτωσης και από έναν αριθµό σηµείων φόρτωσης και από έναν αριθµό σηµείων φόρτωσης τοποθετηµένων κατά διαστήµατα τέτοια που να ανταποκρίνονται στις διαστάσεις των σιδηροδροµικών οχηµάτων.
Εναλλακτικό γι’ αυτό το σύστηµα φορτώσεων από πολλαπλά σηµεία είναι το σύστηµα φόρτωσης από “ένα µοναδικό σηµείο” στο οποίο οι βραχίονες φόρτωσης είναι συγκεντρωµένοι σε µια θέση και ο σιδηρόδροµος µε τα οχήµατα φόρτωσης κινείται έτσι, ώστε το κάθε όχηµα να φέρεται διαδοχικά στη θέση πλήρωσης.
Η φόρτωση από ένα µοναδικό σηµείο διευκολύνει τον έλεγχο κατά τη διάρκεια των εργασιών της φόρτωσης αλλά δεν είναι οικονοµικά η πλέον καταλληλότερη για τις εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών υψηλού κινδύνου.
Η είσοδος σιδηροδροµικών οχηµάτων στην παρακαµπτήρια γραµµή πρέπει να ελέγχεται από υπεύθυνο άτοµο.
Πρέπει να λαµβάνονται µερικές θετικές προφυλάξεις π.χ. µια µπαριέρα ή µανδάλωµα των σηµείων σε θέση “εκτός” ώστε να εµποδίζονται οι σιδηροδροµικές µηχανές, άλλα τρένα ή αµαξοστοιχίες να εισέλθουν στη γραµµή όπου γίνεται η φόρτωση ή εκφόρτωση.
- Οι σιδηροδροµικές µηχανές πρέπει να σταµατούν σε κατάλληλη απόσταση από οποιοδήποτε σηµείο όπου αποθηκεύεται ή διακινείται πετρελαιοειδές, σύµφωνα µε την κατηγορία της µηχανής. Άλλες αµαξοστοιχίες, οι οποίες φέρουν καυστήρες θέρµανσης, πρέπει να σταµατούν στην κατάλληλη απόσταση ασφάλειας.
- Όταν οι εργασίες φόρτωσης και εκφόρτωσης λαµβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια της ηµέρας πρέπει να αναρτώνται προειδοποιητικές κόκκινες σηµαίες ή άλλα σήµατα και στα δύο άκρα του τρένου, εκτός από το τερµατικό σταµάτηµα µε τον απορροφητήρα κρούσεων.
Επιπλέον πρέπει να αναρτηθεί µια καταφανής πινακίδα µε το εξής:
“Σιδηροδροµικό βυτιοφόρο συνδεδεµένο όχηµα”.
Αντί των κόκκινων σηµαιών που χρησιµοποιούνται την ηµέρα πρέπει κατά τη διάρκεια της νύκτας ή σε συνθήκες οµίχλης, να χρησιµοποιούνται κόκκινα φώτα ασφάλειας.
- Η σύνδεση των βυτιοφόρων βαγονιών πρέπει να ολοκληρωθεί, η ατµοµηχανή να αποµακρυνθεί και τα βυτιοφόρα βαγόνια να ασφαλισθούν από πιθανή κίνηση, προτού ν’ αρχίσουν οι εργασίες φόρτωσης και εκφόρτωσης.
- Όταν τα βυτιοφόρα βαγόνια γεµίζονται από την κορυφή µε ελαφρά πετρελαιοειδή ή όταν γίνεται αλλαγή φορτίου ο σωλήνας εκροής πρέπει να χαµηλωθεί µέχρι τον πυθµένα της δεξαµενής του βυτίου πριν αρχίσει η φόρτωση. Αυτό γίνεται για να αποφευχθεί η φόρτωση µε παφλασµό (πιτσίλισµα).
3.2. ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ
- Η παρακαµπτήριος γραµµή προς το σταθµό φόρτωσης πρέπει να αποµονώνεται τελείως από το σύστηµα των κεντρικών γραµµών του τρένου, ώστε να αποκλείεται οποιαδήποτε ανεπιθύµητη προσέγγιση ή πρόσκρουση.
- Κατά τη φόρτωση των βαγονιών η µηχανή πρέπει να παραµένει µακριά από τις νησίδες φόρτωσης.
- Οι παρακαµπτήριες γραµµές προς τα γεµιστήρια των τρένων πρέπει να έχουν µονωτικές ενώσεις, ώστε να εµποδίζονται ρεύµατα στατικού ηλεκτρισµού ή ρεύµατα διασποράς από τις ηλεκτρικώς φορτισµένες γραµµές ή τα συστήµατα σηµατοδότησης.
- Φόρτωση βαγονιών µε καυστήρες θέρµανσης επιτρέπεται, εφόσον οι καυστήρες είναι σβηστοί και το σύστηµα αρκετά ψυχρό.
- Τα µηχανήµατα φορτοεκφορτώσεως πρέπει να είναι επαρκώς γειωµένα.
3.3. ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ
- Οι σιδηροδροµικές γραµµές πρέπει να είναι τοποθετηµένες έτσι, ώστε να µη µπορούν να αποκοπούν σε περίπτωση πυρκαγιάς σε άλλη περιοχή και να είναι προσιτές για σκοπούς κατάσβεσης πυρκαγιάς.
Όταν οι γραµµές περνούν µέσα στην περίφραξη ασφάλειας, πρέπει να προβλεφθούν εξώθυρες που να εξασφαλίζουν την ασφάλεια, όταν δεν υπάρχει κίνηση. Οι παρακαµπτήριοι χώροι στους οποίους φορτώνονται ή εκφορτώνονται τα σιδηροδροµικά οχήµατα µε πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι, ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) πρέπει να βρίσκονται σε απόσταση όχι µικρότερη από 15 µέτρα από την κεντρική γραµµή και σε ασφαλή απόσταση από την περίφραξη συνήθως όχι µικρότερη από 15 µέτρα.
3.4. ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΕΣ ΣΥΝ∆ΕΣΕΙΣ
- Το τµήµα της σιδηροδροµικής γραµµής που εξυπηρετεί τη φόρτωση και την εκφόρτωση των σιδηροδροµικών οχηµάτων, πρέπει όπου είναι δυνατό, να προβλέπεται για το σκοπό αυτό.
- Οι σιδηροδροµικές συνδέσεις πρέπει να κατασκευάζονται µε την ανάλογη απόσταση ασφάλειας.
- Όπου είναι δυνατόν, η είσοδος στις σιδηροδροµικές συνδέσεις πρέπει να γίνεται µε µια κατωφερική κλίση, από την κεντρική γραµµή.
Μία κατάλληλη κλίση είναι 1 προς 400.
- Οι ρυθµιστές των παρακαµπτηρίων ή οι µοχλοί που ελέγχουν τα σηµεία πρέπει να είναι τοποθετηµένοι παράλληλα µε τις γειτονικές γραµµές και σε τέτοια θέση, ώστε οι χειριστές να είναι µακριά από τις γραµµές.
- Τα φράγµατα των σιδηροδροµικών διαβάσεων πρέπει να φέρουν στερεούς γάντζους που να τα κρατούν ανοικτά, όταν τούτο απαιτείται.
- Πρέπει επίσης να χρησιµοποιούνται κατάλληλα φράγµατα, γάντζοι, κλείστρα και άλλα µέσα ελέγχου που να εµποδίζουν την κίνηση ενός τρένου χωρίς άδεια ή προσέγγιση από σιδηροδροµικές µηχανές κατά τη διάρκεια που οι δεξαµενές του είναι ακόµη συνδεδεµένες µε τις εγκαταστάσεις φόρτωσης και εκφόρτωσης.
3.5. ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΕΣ
- Προ της εκφόρτωσης πρέπει να ελεγχθεί η στάθµη και το περιεχόµενο των βυτίων, να ληφθούν οι θερµοκρασίες, να ελεγχθεί η ύπαρξη νερού και να παρθούν δείγµατα.
Οι παραλαµβάνουσες δεξαµενές πρέπει να ελέγχονται για το είδος του προϊόντος και να επιβεβαιώνεται ότι υπάρχει αρκετός χώρος, ώστε να παραληφθεί το φορτίο.
- Τα βυτιοφόρα βαγόνια που πρόκειται να φορτωθούν πρέπει προηγούµενα να ελεγχθούν για εσωτερική καθαριότητα, για καταλληλότητα να φορτωθούν, για το είδος του προϊόντος της προηγούµενης φόρτωσης και επίσης να είναι βέβαιο ότι το όχηµα είναι κενό ή εάν δεν είναι, να εξακριβωθεί η ακριβής ποσότητα του προϊόντος που περιέχει.
- Όταν τα σιδηροδροµικά βαγόνια χρειάζεται να γεµισθούν µε διαφορετικό είδος προϊόντος από αυτό που µετέφεραν προηγούµενα πρέπει να αποστραγγισθούν τελείως από το προηγούµενο προϊόν.
Όταν φορτώνονται προϊόντα τα οποία δηµιουργούν εύφλεκτη ατµόσφαιρα στο διάκενο χώρο της δεξαµενής, συµπεριλαµβανοµένης της αλλαγής φορτίων, η φόρτωση πρέπει να γίνεται µε µειωµένη ταχύτητα έως ότου το άκρο του σωλήνα της πλήρωσης να καλυφθεί.
Στη συνέχεια ο ρυθµός φόρτωσης µπορεί να αυξηθεί. Με αυτές τις συνθήκες τονίζεται ότι ο σωλήνας της πλήρωσης πρέπει να φθάνει στον πυθµένα της δεξαµενής.
- Όταν τα σιδηροδροµικά οχήµατα γεµίζονται από την κορυφή, τόσο η βάνα εξαγωγής του βαγονιού όσο και η ποδοβαλβίδα πρέπει να κλεισθούν πριν την έναρξη της φόρτωσης. Τα σιδηροδροµικά βαγόνια που γεµίζονται από
τον πυθµένα µέσω της ίδιας σύνδεσης που χρησιµοποιείται για την εκφόρτωση πρέπει να έχουν την ποδοβαλβίδα κλεισµένη µετά τη φόρτωση, τον ενδιάµεσο σωλήνα σύνδεσης αποστραγγισµένο και τη βάνα εξαγωγής κλειστή.
- Προ της αναχώρησης των σιδηροδροµικών οχηµάτων πρέπει να ελέγχονται τα διάκενα των δεξαµενών για να διαπιστωθεί ότι το όχηµα δεν έχει υπερφορτωθεί, έπειτα πρέπει να ασφαλισθούν στερεά τα καπάκια των ανθρωποθυρίδων και όλες οι άλλες έξοδοι και να τοποθετηθούν οι κατάλληλες επιγραφές αποστολής-προορισµός στο όχηµα.
3.6. ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
- Ανοικτά δοχεία µε πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) δεν πρέπει να επιτρέπεται να παραµένουν στην περιοχή της φόρτωσης ή της εκφόρτωσης.
- Για το άνοιγµα ή το σφίξιµο των καλυµµάτων των στοµίων µπορούν να χρησιµοποιηθούν ξύλινα ή χάλκινα ή µε ελαστική κεφαλή σφυριά που πρέπει να χρησιµοποιούνται µε προσοχή και να µην πέφτουν µε ορµή πάνω στο θόλο του βυτιοφόρου του σιδηροδροµικού οχήµατος.
- Στην περίπτωση έκχυσης ή διαρροής, πρέπει να σταµατούν αµέσως όλες οι εργασίες φόρτωσης ή εκφόρτωσης και όλες οι ποδοβαλβίδες σε περίπτωση που είναι ανοικτές για εκφόρτωση ή φόρτωση από τον πυθµένα, πρέπει να κλείσουν. Οι εργασίες δεν πρέπει να ξαναρχίσουν εκτός αν δοθεί άδεια για την επανάληψη των εργασιών από τον υπεύθυνο προϊστάµενο.
- ∆εν πρέπει να επιτρέπεται καµία σηµαντική εργασία επισκευής των σιδηροδροµικών οχηµάτων, όσο βρίσκονται στην παρακαµπτήρια γραµµή φόρτωσης ή εκφόρτωσης.
- Οι βραχίονες φόρτωσης ή εκφόρτωσης, οι εύκαµπτοι σωλήνες και οι συνδέσεις πρέπει να φέρουν ευκρινή αναγνωριστικά στοιχεία είτε µε έγχρωµη κωδικοποίηση, είτε µε πινακίδες που να δείχνουν τον τύπο του προϊόντος για τον οποίο χρησιµοποιούνται.
- Οι βραχίονες φόρτωσης και εκφόρτωσης ή οι εύκαµπτοι σωλήνες πρέπει να φυλάσσονται επιµελώς µετά τη χρήση τους.
- Εάν συµβεί πυρκαγιά κατά τη διάρκεια φόρτωσης ή εκφόρτωσης όλες οι εργασίες πρέπει να σταµατήσουν αµέσως. Η παροχή προϊόντων στα γεµιστήρια πρέπει να διακοπεί.
Εάν είναι δυνατόν τα σιδηροδροµικά οχήµατα που δεν έχουν προσβληθεί από πυρκαγιά να µεταφερθούν εκτός της περιοχής κινδύνου. Η διαδικασία που προβλέπεται για την καταπολέµηση της πυρκαγιάς, στην ίδια εγκατάσταση, πρέπει να τεθεί σε εφαρµογή αµέσως.
3.7. ΓΕΙΩΣΗ ΚΑΙ ΓΕΦΥΡΩΣΗ
- Η ηλεκτρική συνέχεια και η γείωση είναι πάντοτε απαραίτητη κατά τη διακίνηση πετρελαιοειδών και κατά την αλλαγή φορτίου.
- Τα µηχανήµατα φόρτωσης και εκφόρτωσης σιδηροδροµικών οχηµάτων πρέπει να έχουν ηλεκτρική συνέχεια και γείωση σύµφωνα µε τα προηγούµενα. Η γείωση των σιδηροδροµικών οχηµάτων επιτυγχάνεται µε την επαφή των τροχών τους µε τις σιδηροτροχιές και µια ξεχωριστή εύκαµπτη γεφύρωση δεν είναι απαραίτητη.
3.8. ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
- Κανένα άτοµο δεν πρέπει να στέκεται πάνω στον απορροφητήρα κρούσης µιας µηχανής ή σιδηροδροµικού οχήµατος, όταν κινείται.
- Κανένα άτοµο δεν πρέπει να περνά τις σιδηροτροχιές έρποντας, ανάµεσα ή κάτω από τα σιδηροδροµικά οχήµατα.
- Κανένα άτοµο δεν πρέπει να αναρριχάται στην κορυφή ενός σιδηροδροµικού οχήµατος, το οποίο βρίσκεται κάτω από ηλεκτροφόρα καλώδια.
- Το προσωπικό της εγκατάστασης και οι υπάλληλοι των σιδηροδρόµων πρέπει να γνωρίζουν τους επίσηµους κώδικες σηµάτων κατά τις κινήσεις
των σιδηροδροµικών οχηµάτων.
3.9. ΦΛΟΓΟΘΕΡΜΑΙΝΟΜΕΝΑ ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ
Οι καυστήρες φλογοθερµαινόµενων σιδηροδροµικών οχηµάτων δεν πρέπει να ανάβονται ή να χρησιµοποιούνται σε απόσταση µικρότερη των 15 µέτρων από την περιοχή που φορτώνεται ή εκφορτώνεται πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) ή ΙΙ (2). Προ της εκφόρτωσης φλογοθερµαινόµενων σιδηροδροµικών οχηµάτων η φλόγα πρέπει να σβήνεται.
Όταν τα δοχεία κατασκευάζονται µέσα στην εγκατάσταση και επειδή η κατασκευή αυτή απαιτεί θερµές εργασίες πρέπει να γίνεται σε απόσταση τουλάχιστο 15 µέτρων από τις δεξαµενές, την περιοχή πλήρωσης ή τα κτίρια, όπου εναποθηκεύονται ή διακινούνται πετρελαιοειδή.
Ο καθαρισµός των δοχείων πρέπει να γίνεται σε κτίριο µε πολύ καλό εξαερισµό ή στο ύπαιθρο.
Οι κατάλληλες προφυλάξεις ασφάλειας πρέπει να τηρούνται π.χ. απαγόρευση του καπνίσµατος, µη ύπαρξη εστίας ανάφλεξης.
Απαγορεύεται να γίνονται θερµές εργασίες σε δοχεία που δεν έχουν καθαριστεί και απαεριωθεί. ∆οχεία, τα οποία περιείχαν βαρύ πετρέλαιο, είναι δυνατόν να εµφανισθούν απαεριωµένα κατά τον έλεγχο αλλά όταν όµως θερµανθούν, τα εναποµείναντα ίχνη προϊόντος στο δοχείο µπορεί να εξατµισθούν και να σχηµατίσουν εύφλεκτη ατµόσφαιρα. Γι’ αυτό δεν επιτρέπεται θερµή εργασία σε κανένα δοχείο, συµπεριλαµβανοµένων και εκείνων που περιείχαν βαρύ προϊόν, εκτός εάν όλα τα ίχνη του προϊόντος έχουν αποµακρυνθεί, το δοχείο έχει απαεριωθεί και διατηρείται σ’ αυτή την κατάσταση. Τα καλύµµατα ή πώµατα πρέπει να αφαιρούνται πριν από τη θερµοσυγκόλληση. Όλες οι εργασίες επισκευής γίνονται σε περιοχές που χαρακτηρίζονται µη επικίνδυνες.
- Η πλήρωση των δοχείων µε πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) πρέπει κατά προτίµηση να γίνεται σε ξεχωριστό κτίριο. Όταν γίνεται σε κτίριο που χρησιµοποιείται και για άλλες εργασίες, η περιοχή πλήρωσης πρέπει να είναι τελείως διαχωρισµένη από τον υπόλοιπο χώρο του κτιρίου µε διάφραγµα πυρκαγιάς.
Ακόµη πρέπει να έχουν γίνει διευθετήσεις, ώστε τα δοχεία και η εγκατάσταση πλήρωσης να διατηρούνται στο ίδιο ηλεκτρικό δυναµικό και η εγκατάσταση πλήρωσης να έχει γείωση.
- Η πλήρωση των δοχείων πετρελαιοειδούς κατηγορίας ΙΙ (1) ή ΙΙΙ (1) µπορεί να γίνεται σε οποιαδήποτε κτίριο, που δεν υπάρχουν εστίες ανάφλεξης. Το κτίριο αυτό πρέπει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που καθορίζονται για τα Κτίρια και τις Αποθήκες.
- Οιαδήποτε διαρροή κατά την διάρκεια της πλήρωσης πρέπει να αποµονώνεται, να παρεµποδίζεται η εξάπλωσή της και να καθαρίζεται χωρίς καθυστέρηση. Σε περίπτωση διαρροής πετρελαιοειδούς κατηγορίας Ι, ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2), όλες οι εργασίες στην άµεσο γειτονική περιοχή πρέπει να διακοπούν και δεν ξαναρχίζουν, πριν δοθεί άδεια από τον υπεύθυνο προϊστάµενο.
- Μετά την πλήρωση, σε όλα τα δοχεία πρέπει να αναγράφεται το περιεχόµενό τους και οι σχετικοί κίνδυνοι που υπάρχουν.
- Τα δοχεία πρέπει να αποθηκεύονται σε χώρους που προορίζονται για το σκοπό αυτό.
Εφόσον αποθηκεύονται σε κτίρια, αυτά πρέπει να είναι στερεάς κατασκευής και να έχουν διαδρόµους, διόδους κ.λ.π. Εάν αποθηκεύονται στο ύπαιθρο πρέπει να υπάρχουν άνετες προσπελάσεις και δίοδοι. Οι διάδροµοι πρέπει να διατηρούνται καθαροί και πρέπει, κατά προτίµηση, να είναι σηµασµένοι µε λευκές γραµµές.
- Για τις διακινήσεις και το χειρισµό των δοχείων πρέπει να υπάρχουν διαδικασίες, ώστε να περιορίζονται οι περιττές και επικίνδυνες ενέργειες.
- Τα γεµάτα δοχεία στοιβάζονται έτσι ώστε οποιαδήποτε διαρροή από οποιαδήποτε δοχείο να µπορεί να επισηµαίνεται αµέσως. Πρέπει να επιθεωρούνται τακτικά και το περιεχόµενο από οποιοδήποτε δοχείο που έχει διαρροή πρέπει αµέσως να µεταφέρεται σε άλλο δοχείο.
- Τα βαρέλια ονοµαστικής χωρητικότητας 210 λίτρων που αποθηκεύονται οριζόντια, πρέπει να φέρουν επαρκή και ασφαλή µέσα περιορισµού της µετακίνησής τους και στα δύο άκρα της στοίβας. Παλαιά σίδερα, πέτρες και άλλα πρόχειρα υλικά δεν είναι κατάλληλα για να χρησιµοποιηθούν σαν σφήνες.
Τα γεµάτα βαρέλια που αποθηκεύονται οριζόντια δεν πρέπει να στοιβάζονται σε ύψος µεγαλύτερο από το φορτίο που µπορεί να δεχθεί η κάτω σειρά. Το ύψος της στοίβας συνήθως είναι τέσσερις σειρές, αλλά εξαρτάται από το πάχος των βαρελιών και από την κατασκευή τους.
- Τα βαρέλια που εναποθηκεύονται κάθετα, πρέπει να είναι τακτοποιηµένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι στοίβες να είναι σταθερές και ασφαλείς. Αυτό επιτυγχάνεται µε τη χρήση παλετών ή άλλων παρόµοιων εξαρτηµάτων ανάµεσα στις σειρές που να εµποδίζουν την ανατροπή ή µε τη διασταύρωση των στοιβάδων και τοποθέτηση σε κάθε διαδοχική σειρά µισό βαρέλι προς τα δεξιά ή αριστερά εναλλάξ. Οι στοίβες των βαρελιών δεν πρέπει να πηγαίνουν ψηλότερα από όσο φορτίο επιτρέπει η κάτω σειρά.
- Τα δοχεία πρέπει να στοιβάζονται µε ευστάθεια και τάξη. ∆οχεία ή συσκευασίες π.χ. χαρτοκιβώτια, µικροδοχεία, φιάλες, φιαλίδια κλ.π. που δεν έχουν αρκετή µηχανική αντοχή και στερεότητα δεν πρέπει να στοιβάζονται µόνα του καθ’ ύψος αλλά να χρησιµοποιούνται ράφια.
- Οι στοίβες των δοχείων πρέπει να περιορίζονται σε καλά σηµασµένες περιοχές.
Πρέπει να υπάρχουν διάδροµοι µε αρκετό πλάτος ανάµεσα στις στοίβες για να διευκολύνεται η διακίνηση λαµβάνοντας υπόψη και τη χρήση µηχανοκίνητου εξοπλισµού (π.χ. περονοφόρα, ηλεκτροκίνητα βαγονέτα κ.λ.π., και µέσα που θα εµποδίσουν επέκταση τυχόν πυρκαγιάς. Πρέπει να υπάρχει κενός χώρος µεταξύ των στοιβών και των τοίχων των ορίων ώστε να µην υπάρχει περίπτωση οι στοίβες
να κλείνουν ή να εξασκήσουν πίεση στους τοίχους.
- Τα κενά δοχεία πετρελαιοειδών πρέπει να θεωρούνται σαν πιθανός κίνδυνος πυρκαγιάς και να τηρούνται όλες οι προφυλάξεις ασφάλειας.
- Τα κενά δοχεία που πρόκειται να πεταχτούν πρέπει να καθαρίζονται και να απαεριώνονται εκτός, εάν πρόκειται να δοθούν σε αρµόδιο πρόσωπο το οποίο έχει ενηµερωθεί για την κατάστασή τους και για τις προφυλάξεις που πρέπει να λάβει πριν τα χρησιµοποιήσει.
- Κατά την διακίνηση των δοχείων εντός και εκτός των στοιβάδων πρέπει να δοθεί προσοχή, ώστε να αποφεύγεται τραυµατισµός, τόσο σε αυτούς που ασχολούνται µε την εργασία αυτή .όσο και µε άλλους που βρίσκονται κοντά.
- Κατά τη διακίνηση των δοχείων σε επικίνδυνη περιοχή να αποφεύγεται ο κίνδυνος σπινθήρων από την κίνηση των ίδιων των δοχείων ή από τα µηχανήµατα βοηθητικού εξοπλισµού.
1.1. ΓΕΝΙΚΑ
Οι δεξαµενές βρίσκουν µεγάλη χρήση στη Βιοµηχανία Πετρελαίου αλλά και σε άλλες µικρότερες παρεµφερείς εγκαταστάσεις (διακίνηση, εµπορία κ.λ.π.) για την αποθήκευση των υγρών και αερίων καυσίµων, αλλά και άλλων προϊόντων.
1.2. ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ
Οι δεξαµενές χωρίζονται σε δύο µεγάλες κατηγορίες :
- Σε υπέργειες δεξαµενές.
- Σε υπόγειες δεξαµενές
Άλλος τρόπος διαχωρισµού είναι ανάλογα µε την πίεση του περιεχοµένου, έτσι
έχουµε:
- ∆εξαµενές ατµοσφαιρικής πίεσης
- ∆εξαµενές πίεσης
1.3. ΤΥΠΟΙ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
Οι πλέον συνηθισµένοι τύποι δεξαµενών είναι :
α. ∆εξαµενές πλωτής οροφής.
β. ∆εξαµενές σταθερής οροφής (κωνικής)
γ. Σφαιρικές ή κυλινδρικές δεξαµενές (δεξαµενές πίεσης)
δ. Κρυογενικές δεξαµενές
ε. ∆εξαµενές διπλής οροφής
στ. Άλλοι τύποι δεξαµενών
1.3.1. ∆εξαµενές Πλωτής Οροφής
Αυτές θεωρούνται πολύ ασφαλείς διότι παρεµποδίζεται η συνύπαρξη αέρος και εύφλεκτων αερίων στον υπερκείµενο χώρο. Συνιστάται για την αποθήκευση κλασµάτων και προϊόντων µε χαµηλότερο της θερµοκρασίας περιβάλλοντος σηµείο ανάφλεξης.
∆ηλαδή:
- Ελαφρών κλασµάτων πετρελαίου και βενζινών
- Αργού πετρελαίου
- Ελαφρών πολικών χηµικών ενώσεων (αλκοόλες, κετόνες κ.λ.π.)
Γενικά οι δεξαµενές αυτές περιορίζουν στο ελάχιστο τις απώλειες και τις διαφυγές πτητικών προϊόντων προς το περιβάλλον.
Τέτοιες δεξαµενές συναντώνται από χωρητικότητα 400 m3. Οι δεξαµενές του τύπου αυτού έχουν πλάγια κλίµακα για άνοδο στη δεξαµενή και συνήθως περιφερειακή πλατφόρµα πλάτους 80 cm. Για δεξαµενές διαµέτρου 13-50 µέτρα η πλωτή οροφή είναι συνήθως µε στεγανό δακτύλιο. Για δεξαµενές διαµέτρου από 30-90 µέτρα θεωρείται πιο ασφαλής ο τύπος πλωτής οροφής διπλού καταστρώµατος. Σταδιακά σήµερα για δεξαµενές µε µικρές διαµέτρους ο τύπος του διπλού καταστρώµατος κερδίζει συνεχώς έδαφος έναντι του στεγανού περιφερειακού δακτυλίου.
Οι δεξαµενές πλωτής οροφής πρέπει να κατασκευάζονται σύµφωνα µε τις αναγνωρισµένες προδιαγραφές κατασκευής, που προβλέπουν άριστο µηχανολογικό εξοπλισµό και άρτιο πυροσβεστικό σύστηµα προστασίας.
Το 90% των περιστατικών ανάφλεξης των δεξαµενών πλωτής οροφής προέρχεται από στατικό ηλεκτρισµό και ηλεκτρικές εκκενώσεις της ατµόσφαιρας. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να προβλέπεται:
1. Άρτιο σύστηµα γείωσης κελύφους
2. Ελάσµατα µεταγωγής στατικού ηλεκτρισµού από οροφή προς κέλυφος.
Συνιστάται χωρίς να είναι υποχρεωτικό η τοποθέτηση και πρόσθετης προστασίας απαγωγής στατικού ηλεκτρισµού µε σύνδεση της πλωτής οροφής εσωτερικά µε τον πυθµένα µέσω κατάλληλου χάλκινου αγωγού.
3. Η τοποθέτηση αλεξικέραυνου αυστηρά απαγορεύεται.
Να σηµειωθεί ότι:
Η καταπολέµηση πυρκαγιών και αναφλέξεων επιτρέπεται από ο ειδικευµένο προσωπικό ασφάλειας τόσο εντός των αναχωµάτων, όσο και από την οροφή της δεξαµενής.
Περιστατικά έκρηξης πλωτής οροφής, ουδέποτε έχουν αναφερθεί.
Ελάχιστες αποστάσεις προσέγγισης για ενεργοποίηση συστηµάτων αφρού ή ψύξης δεν προβλέπονται.
1.3.2. ∆εξαµενές Κωνικής Οροφής (Σταθερής Οροφής)
Οι δεξαµενές αυτές συνιστώνται για την αποθήκευση βαρύτερων κλασµάτων πετρελαίου, µη πτητικών υδρογονανθράκων και άλλων οργανικών ενώσεων µε σηµείο ανάφλεξης µεγαλύτερο της θερµοκρασίας του περιβάλλοντος. Πρέπει να λαµβάνεται υπόψη ότι ο υπερκείµενος της υγρής φάσης χώρος επικοινωνεί ελεύθερα µε την ατµόσφαιρα και υπό προϋποθέσεις, συνυπάρχουν ο ατµοσφαιρικός αέρας και οι ατµοί του καυσίµου. Στις δεξαµενές σταθερής οροφής δεν συνιστάται η αποθήκευση αργού πετρελαίου. Η αποθήκευση αυτή θεωρείται ασφαλής µόνο σε δεξαµενή πλωτής οροφής.
Το καταστροφικό φαινόµενο του αναβρασµού (BOILEOVER) είναι φαινόµενο που ακολουθεί τη φωτιά αργού πετρελαίου που έχει αποθηκευτεί σε δεξαµενή σταθερής οροφής.
Προϋποθέσεις για δεξαµενισµό αργού πετρελαίου σε δεξαµενή σταθερής οροφής είναι:
- Η ύπαρξη του αδρανούς αερίου αζώτου στον υπερκείµενο της δεξαµενής χώρο
- ∆ιάµετρος δεξαµενής όχι µεγαλύτερη των 45 µέτρων
- Η έγκριση των αρµοδίων αρχών για τη χρήση
Για την αποθήκευση βαρέων υγρών προϊόντων και καταλοίπων απόσταξης υδρογονανθράκων µε υψηλό ιξώδες, χρησιµοποιούνται κωνικές δεξαµενές εξωτερικά µονωµένες που σε περιπτώσεις έχουν και εσωτερικούς θερµαντήρες, για τη διατήρηση της ρευστότητας του περιεχοµένου. Τα µεγέθη των δεξαµενών αυτών φθάνουν από λίγα m3 µέχρι και 80.000 m3. Αυτές δεν έχουν περιφερειακή πλατφόρµα αλλά µόνο σκάλα εξωτερική και συνήθως προστατευτικό κάγκελο στην εξωτερική ακµή της οροφής.
Οι δεξαµενές κωνικής οροφής πρέπει να κατασκευάζονται σύµφωνα µε τις αναγνωρισµένες προδιαγραφές κατασκευής που προβλέπουν άριστο µηχανολογικό εξοπλισµό και άρτιο πυροσβεστικό σύστηµα προστασίας.
Τα περιστατικά ανάφλεξης των κωνικών δεξαµενών είναι µάλλον περιορισµένα και προέρχονται γενικά από εξωγενείς παράγοντες, δηλαδή καταστρατήγηση των κανόνων ασφαλείας η µετάδοση από εξωτερική εστία.
Για τις δεξαµενές αυτές είναι γνωστό ότι:
- Απαιτείται κατάλληλη γείωση κελύφους µε το κεντρικό σύστηµα γείωσης των εγκαταστάσεων.
- Απαγορεύεται η τοποθέτηση αλεξικέραυνου.
- Η οροφή των ηλεκτροκολλείται ελαφρά επί του κελύφους. Η διάταξη αυτή αποτελεί την ασφάλεια της δεξαµενής σε ενδεχόµενη έκρηξη, ώστε να µην επέλθει ρήξη του περιφερειακού κελύφους.
- Ενδεχόµενη φωτιά και καθυστερηµένη ή εσφαλµένη προσπάθεια πυρόσβεσης συνήθως δηµιουργεί έκρηξη.
- Η καταπολέµηση της φωτιάς γίνεται αποκλειστικά εξωτερικά ή πάνω από το ανάχωµα. Η παρουσία προσωπικού εντός του αναχώµατος ή επί της δεξαµενής απαγορεύεται αυστηρά.
- Η ελάχιστη απόσταση προσέγγισης για σύνδεση των πυροσβεστικών αυτοκινήτων στις αναµονές των αφροποιητικών συστηµάτων είναι το µεγαλύτερο µεταξύ των 15 m ή µιας διαµέτρου της προστατευόµενης δεξαµενής ενώ η ελάχιστη απόσταση των βανών χειρισµού των ψυκτικών συστηµάτων από τις προστατευόµενες δεξαµενές είναι 15 m.
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι ότι οι παραπάνω αναµονές και βάνες θα βρίσκονται εκτός των λεκανών ασφαλείας.
1.3.3. ∆εξαµενές Σφαιρικές ή Κυλινδρικές
Λεπτοµέρειες στο κεφάλαιο περί υγραερίων (LPG).
1.3.4. Κρυογενικές ∆εξαµενές
Αυτές είναι δεξαµενές διπλού τοιχώµατος µε ενδιάµεσο µονωτικό υλικό. Η πίεση του περιεχοµένου διατηρείται ίση ή περίπου ίση µε την ατµοσφαιρική πίεση και η θερµοκρασία συνήθως χαµηλότερη των -100οC. Η ταπείνωση της θερµοκρασίας εξασφαλίζεται µε την περιορισµένη εξάτµιση του ίδιου του περιεχοµένου και επανάκτηση της αέριας φάσης.
Σ’ αυτές αποθηκεύονται:
Μεθάνιο, άζωτο, οξυγόνο, ήλιο, αιθυλένιο, αλλά κυρίως φυσικό αέριο (LNG).
Γενικά ο τύπος των δεξαµενών αυτών είναι πολύ ακριβός και χρησιµοποιείται σε ειδικές µόνο περιπτώσεις. Τα µέταλλα πρέπει να είναι κατάλληλα επιλεγµένα π.χ. Νικελιούχοι Χάλυβες, ΜΟΝΕL, Χάλυβας 18/8 κ.λ.π.
Τα συστήµατα ασφαλείας και πυροπροστασίας των κρυογενικών δεξαµενών περιλαµβάνουν:
- Βάνες ασφαλείας
- Ανακουφιστικές βαλβίδες
- Αυτόµατο και τηλεχειριζόµενο σύστηµα ψεκασµού µε νερό της οροφής
- Ανιχνευτές αερίων
- Μόνιµο και φορητό σύστηµα πυρόσβεσης µε σκόνη
- Μόνιµο σύστηµα αφροκάλυψης της λεκάνης ασφάλειας µε αφρό µεγάλης διόγκωσης. (Απαιτούµενη παροχή: Ύψος αφροκάλυψης λεκάνης 2 µέτρα σε 10 λεπτά).
Το µόνιµο σύστηµα σκόνης καλύπτει µε σωληνώσεις και ακροφύσια όλες τις φλάντζες και συνδέσεις, όπου πιθανόν θα εκδηλωθεί φωτιά. Τηλεχειριζόµενο ή αυτόµατα ενεργοποιούµενο σύστηµα, καλύπτει τις περιπτώσεις τοπικής ανάφλεξης.
ΠΡΟΣΟΧΗ
Εφαρµογή νερού στην κύρια µάζα του κατεψυγµένου προϊόντος απαγορεύεται γιατί συντελεί στην περαιτέρω εξάτµιση και ενίσχυση της φωτιάς.
- Ειδικό ενισχυµένο περιφερειακό τοιχείο της δεξαµενής ικανό να χωρέσει το 10% του περιεχοµένου είναι απαραίτητο.
1.3.5. ∆εξαµενές ∆ιπλής Οροφής
Οι δεξαµενές αυτές εξωτερικά έχουν την εµφάνιση δεξαµενής κωνικής οροφής αλλά εσωτερικά έχουν πρόσθετη στεγανότητα µε πρόσθετη πλωτή οροφή. Η πλωτή οροφή είναι µία εσωτερική επιπλέουσα µεµβράνη που περιορίζει σηµαντικά τις απώλειες των ατµών προς τον υπερκείµενό του υγρού χώρο της δεξαµενής κωνικής οροφής. Η δεξαµενή αυτή ουδεµία διαφορά έχει ως προς την κατασκευή από µία δεξαµενή κωνικής οροφής και κάθε εκδήλωση πυρκαγιάς αντιµετωπίζεται µε την αυτή φιλοσοφία. Το διαχωριστικό διάφραγµα πρέπει να είναι από άκαυστο και ανθεκτικό υλικό και να είναι αγώγιµα γεφυρωµένο µε το κέλυφος της δεξαµενής.
1.3.6. Άλλοι Τύποι ∆εξαµενών
- Κωνικές δεξαµενές µε σύστηµα θετικής πίεσης αδρανούς αερίου αζώτου (Ν2) περίπου +0,02 έως +0,05 BAR. Αυτόµατο σύστηµα συνεχούς πλήρωσης και αναπνευστική δικλείδα της οροφής είναι απαραίτητα. Η δεξαµενή ως προς την κατασκευή και πυροπροστασία αντιµετωπίζεται σαν κωνική δεξαµενή.
- ∆εξαµενές χαµηλής πίεσης µε αδρανή ατµόσφαιρα αερίου αζώτου (Ν2) περίπου +0,05 BAR. Και αυτές έχουν σύστηµα αυτόµατης συµπλήρωσης αδρανούς αερίου και αναπνευστικών δικλείδων.
Έχουν σχήµα σφαιρικού θόλου µε καµπυλοειδή τοιχώµατα και ονοµάζονται σφαιροειδή (NODED SPHEROID).
Χρησιµοποιούνται για την αποθήκευση υγρών βαρέων ή ελαφρών προϊόντων, που η επαφή µε τον ατµοσφαιρικό αέρα είναι ανεπιθύµητη ή επικίνδυνη.
Οι παραπάνω δεξαµενές για την πυρόσβεση αντιµετωπίζονται όπως οι κωνικές δεξαµενές.
- Οι Υπόγειες δεξαµενές αποτελούν µία µεγάλη ανεξάρτητη κατηγορία δεξαµενών που χρησιµοποιούνται για την αποθήκευση αργού πετρελαίου, άλλων υδρογονανθράκων και λοιπών χηµικών ενώσεων.
Αυτές είναι κλειστής οροφής και ο χώρος αποθήκευσης (ο θόλος) έχει κατασκευαστεί:
α. Από στεγανή ενισχυµένη σκυροκονία.
β. Με δηµιουργία θόλου σε στεγανό αδιαπέραστο και αδιαπότιστο πέτρωµα.
Στο άνω µέρος φέρουν τον εξοπλισµό κωνικής δεξαµενής. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται και οι µικρές υπόγειες δεξαµενές µέχρι και 500 m3.
Γενικότερα αυτές είναι µεταλλικές και βρίσκονται θαµµένες εντός του εδάφους στηριζόµενες σε κατάλληλη ανθεκτική βάση. Οι δεξαµενές αυτές θεωρούνται πολύ ασφαλείας και η περίπτωση ανάφλεξης θεωρείται πολύ περιορισµένη.
1.4. ΠΡΟΤΥΠΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΜΟΥ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
1.4.1. Κώδικες Κατασκευής
- Οι υπέργειες δεξαµενές πρέπει να σχεδιάζονται, κατασκευάζονται και συναρµολογούνται σύµφωνα µε αναγνωρισµένα διεθνή πρότυπα δεξαµενών. Τα διεθνή πρότυπα καλύπτονται βασικά από τους επίσηµους αναγνωρισµένους Ευρωπαϊκούς κώδικες ή τους αντίστοιχους Αµερικάνικους που έχουν επίσηµα γίνει αποδεκτοί από τους Ευρωπαϊκούς (European Standards).
Αυτά τα πρότυπα καλύπτουν τις κατακόρυφες δεξαµενές που λειτουργούν σε ατµοσφαιρική ή χαµηλότερη πίεση.
Για µικρότερες οριζόντιες δεξαµενές πρέπει επίσης να εφαρµόζονται αναγνωρισµένα διεθνή πρότυπα.
Οι δεξαµενές που προορίζονται για λειτουργία σε ψηλότερες πιέσεις από αυτές που καλύπτονται από τα παραπάνω πρότυπα πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται σύµφωνα µε ένα αναγνωρισµένο κώδικα δοχείων υψηλής πίεσης.
- Πρέπει να δοθεί ειδική προσοχή στο φορτίο της οροφής της δεξαµενής, την ευστάθεια της δεξαµενής, ειδικότερα για περιοχές όπου οι κλιµατολογικές συνθήκες είναι ασυνήθιστα βαριές.
- Όταν η δεξαµενή περιέχει υγρά σε θερµοκρασίες κάτω από -18οC απαιτείται ειδική προσοχή στη σχεδίαση και πρέπει να λαµβάνονται υπόψη οι απαιτήσεις των χαµηλών θερµοκρασιών σύµφωνα µε τα διεθνή πρότυπα.
- Τα διεθνή πρότυπα σχεδιασµού της παραγράφου αυτής καλύπτουν τις δεξαµενές που κατασκευάζονται από χάλυβα. ∆εξαµενές από υλικά διαφορετικά του χάλυβα πρέπει να σχεδιάζονται, να κατασκευάζονται, να συναρµολογούνται και να εξοπλίζονται µε συνδέσµους και εξαρτήµατα σύµφωνα µε προδιαγραφές που περιέχουν αναγνωρισµένους κανόνες για καλή µηχανολογική σχεδίαση και για το είδος του υλικού που χρησιµοποιείται. Επίσης πρέπει να είναι αποδεκτοί από την Αρµόδια Αρχή.
1.4.2. Πίεση Σχεδιασµού των ∆εξαµενών
- Οι πιέσεις σχεδιασµού, σύµφωνα µε τις οποίες θα κατασκευαστεί η δεξαµενή αναφέρονται στα διεθνή πρότυπα, όπως προσδιορίστηκαν παραπάνω.
1.4.3. Εξαρτήµατα ∆εξαµενών
- Οι δεξαµενές πρέπει να συνοδεύονται µε τα κατάλληλα εξαρτήµατα για την πλήρωση, την εκκένωση, την εξυδάτωση, την αποστράγγιση, την καταµέτρηση, τη δειγµατοληψία και τον εξαερισµό.
- Τα εξαρτήµατα της δεξαµενής κάτω από το επίπεδο του υγρού, πρέπει να είναι στεγανά. Τα εξαρτήµατα πάνω από το επίπεδο του υγρού πρέπει να είναι αεριοστεγή, όταν είναι κλειστά σε περίπτωση που αποθηκεύονται πετρελαιοειδή Κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2).
1.4.4. Συνδέσεις ∆εξαµενών
Όλες οι συνδέσεις στις δεξαµενές από χάλυβα πρέπει να γίνονται σύµφωνα µε τα πρότυπα σχεδιασµού που αναφέρονται παραπάνω.
Οι συνδέσεις στα περιβλήµατα ή στους πυθµένες των δεξαµενών από χάλυβα πρέπει να είναι κατασκευασµένοι εξ ολοκλήρου από χάλυβα. Κάθε σύνδεσµος δεξαµενής µέσω του οποίου κανονικά ρέει υγρό, πρέπει να συνοδεύεται από βάνα τοποθετηµένη όσο γίνεται πιο κοντά στο περίβληµα ή του πυθµένα. Οι βάνες αυτές πρέπει να είναι εξ ολοκλήρου από χάλυβα, µε ανάλογη αντίσταση στη φωτιά και µε σωστές προδιαγραφές. Σύµφωνα µε τα πρότυπα σχεδιασµού πρέπει να ανήκουν είτε στον τύπο του ανυψωµένου βάκτρου ή να φέρουν ενσωµατωµένο δείκτη που να δείχνει ευκρινώς την ανοικτή και την κλειστή θέση. Κάθε σύνδεση κάτω από τη στάθµη του υγρού µέσω της οποίας
δεν ρέει συνήθως υγρό, πρέπει να διαθέτει µια στεγανή απόφραξη µε την µορφή βάνας, πτώµατος ή τυφλής φλάντζας ή συνδυασµό αυτών.
Οι εσωτερικές σωληνώσεις των δεξαµενών για πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι και ΙΙ πρέπει να είναι τοποθετηµένες ή να καταλήγουν κοντά στον πυθµένα της δεξαµενής, ώστε να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα δηµιουργίας φορτίων στατικού ηλεκτρισµού. Η σχεδίαση όλων των εσωτερικών συνδέσεων, όλων των κατηγοριών πετρελαιοειδών πρέπει να εξασφαλίζει οµαλή ροή χωρίς να προκαλούν στροβιλισµό, διατάραξη της επιφάνειας του υγρού ή να αναταράξουν τα ιζήµατα του πυθµένα.
1.4.5. Εξαερισµός ∆εξαµενών Σταθερής Οροφής
Οι δεξαµενές πρέπει να εξαερίζονται επαρκώς για να εµποδίζεται η δηµιουργία πίεσης ή κενού που να υπερβαίνει το ανεκτό µέγιστο που έχει υπολογιστεί κατά τη σχεδίαση της δεξαµενής. Ο εξαερισµός πρέπει να αφήνει περιθώρια για τις µεταβολές της πίεσης που δηµιουργείται από την πλήρωση ή και αφαίρεση του προϊόντος και από την αναπνοή της δεξαµενής που προκαλείται από τις ατµοσφαιρικές αλλαγές.
Τα εξαεριστικά για τον κανονικό εξαερισµό των δεξαµενών ατµοσφαιρικής και χαµηλής πίεσης πρέπει να έχουν διαστάσεις, σύµφωνα µε αναγνωρισµένους κώδικες.
Οι δεξαµενές για τα πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) πρέπει να είναι εφοδιασµένες µε εξαεριστικά πίεσης και κενού. Οι δεξαµενές για πετρελαιοειδή κατηγορίας ΙΙ (1) ή ΙΙΙ πρέπει να φέρουν εξαεριστικά ανοικτού τύπου.
Τα εξαεριστικά πίεσης και κενού ή ανοικτού τύπου δεν πρέπει να φέρουν λεπτό και πυκνό πλέγµα που να υπάρχει κίνδυνος να φράξει από σκόνη, ακαθαρσία ή πάγο και να επηρεάσει την αποτελεσµατικότητα του εξαερισµού.
Εάν είναι εφοδιασµένα µε πλέγµα (σίτα) για να εµποδίζεται η είσοδος των πουλιών ή άλλων αντικειµένων, το άνοιγµα του πλέγµατος δεν πρέπει να είναι λιγότερο από 6 χιλιοστά.
1.4.6. Εξαερισµός Έκτακτης Ανάγκης
Κάθε υπέργεια δεξαµενή κλειστού τύπου πρέπει να φέρει εξαεριστικά επείγουσας ανάγκης, τα οποία θα ανακουφίζουν την δεξαµενή από την υπερβολική εσωτερική πίεση σε περίπτωση έκθεσης σε φωτιά ή άλλη αιτία.
Για τις συνήθεις κατακόρυφες δεξαµενές, ο εξαερισµός έκτακτης ανάγκης µπορεί να εξασφαλισθεί από την πλωτή οροφή ή σε περίπτωση σταθερής οροφής µε µία αδύνατη ραφή στην ένωση της στέγης µε το περίβληµα, η οποία θα σπάσει πριν από κάθε άλλη ραφή ή έλλασµα του περιβλήµατος ή του πυθµένα της δεξαµενής.
Όταν ο εξαερισµός έκτακτης ανάγκης έχει προβλεφθεί µέσω των εξαεριστικών ανακούφισης της πίεσης, η ικανότητα εξαερισµού τόσο του κανονικού όσο και του έκτακτου, πρέπει να είναι ικανή για να εµποδίσει διάρρηξη του περιβλήµατος ή του πυθµένα των κατακόρυφων δεξαµενών ή του περιβλήµατος και των άκρων των οριζόντιων δεξαµενών.
Η ικανότητα εξαερισµού έκτακτης ανάγκης που πρέπει να παρέχεται στις δεξαµενές πρέπει να γίνεται µε ένα οδηγό εξαερισµού αναγνωρισµένου τύπου.
1.4.7. Χωρητικότητα
Η λειτουργική χωρητικότητα µιας δεξαµενής πρέπει να αφήνει αρκετό χώρο που να επιτρέπει τη διαστολή του προϊόντος που οφείλεται σε άνοδο της θερµοκρασίας κατά τη διάρκεια της εναποθήκευσης.
Η στάθµη της µέγιστης πλήρωσης πρέπει να αφήσει περιθώρια για την πλεύση της πλωτής οροφής ή του εσωτερικού πλωτού διαφράγµατος.
1.4.8. Προειδοποίηση για Υψηλή Στάθµη Πλήρωσης
Όταν οι εργασίες πλήρωσης της δεξαµενής είναι σύνθετες, όπως στην περίπτωση δεξαµενών που γεµίζονται µε σωλήνες που διασχίζουν τη χώρα, πρέπει να προβλεφθεί η εγκατάσταση προειδοποίησης για υψηλή στάθµη πλήρωσης και µηχανισµό αυτόµατης διακοπής.
1.4.9. Ανθρωποθυρίδες
Οι δεξαµενές πρέπει να έχουν ανθρωποθυρίδες σύµφωνα µε τα πρότυπα σχεδιασµού που να επιτρέπουν την είσοδο σ’ αυτές, ώστε να διευκολύνουν την απαερίωση και τις εργασίες του καθαρισµού. Πρέπει να είναι αρκετά µεγάλες, ώστε να επιτρέπουν την είσοδο ατόµων όταν φορούν πλήρη προστατευτική στολή.
Για τις κατακόρυφες δεξαµενές πρέπει να κατασκευάζεται τουλάχιστον µε ανθρωποθυρίδα στην χαµηλότερη ζώνη του περιβλήµατος και µια στην οροφή.
Για τις δεξαµενές µε διάµετρο µεγαλύτερη των 25 µέτρων πρέπει να κατασκευάζονται τουλάχιστον δύο ανθρωποθυρίδες στη χαµηλότερη ζώνη του περιβλήµατος και δύο στην οροφή για να διευκολύνεται ο εξαερισµός της
δεξαµενές για λόγους καθαρισµού.
1.4.10. Σκάλες, Σταθερές Σκάλες Ανόδου και Κινητές Σκάλες
Πρέπει να υπάρχουν για το προσωπικό µέσα προσπέλασης ή διαφυγής από τις οροφές των δεξαµενών υπό µορφή σταθερών ή κινητών σκαλών που οδηγούν κατευθείαν στις οροφές των δεξαµενών ή γεφυρών ανάµεσά τους. Όλα τα µέσα προσπέλασης πρέπει να έχουν επιφάνεια που δεν γλυστρά, αρκετό πλάτος και να φωτίζονται επαρκώς, ώστε το προσωπικό να κινείται ελεύθερα και µε ασφάλεια.
Οι σταθερές σκάλες, οι γέφυρες και οι κινητές σκάλες πρέπει να γίνονται σύµφωνα µε το σχεδιασµό των προτύπων. Προτείνεται όταν το κατακόρυφο ύψος ανάβασης µια σκάλα είναι περισσότερο από 6 µέτρα να υπάρχουν ενδιάµεσα πλατύσκαλα.
Εάν η προσέγγιση στις οροφές διαδοχικών δεξαµενών γίνεται δια µέσου γεφυρών ή άλλων διαδρόµων προσπέλασης θα πρέπει να υπάρχουν περισσότερες από µια σταθερές σκάλες που να δίνουν προσπέλαση στο σύνολο. Οι συνδέσεις των διαδρόµων προσπέλασης ή των γεφυρών στις δεξαµενές θα πρέπει να επιτρέπουν τη διαφοροποίηση της διάταξης των δεξαµενών (π.χ. από ελαφρά καθίζηση, µετακίνηση κ.λ.π.) Για δεξαµενές όχι υψηλότερες από 4,5 µέτρα µπορούν να υπάρχουν µόνιµες
κατακόρυφες σκάλες που καταλήγουν σε κάποιο πλατύσκαλο για την προσπέλαση στις οροφές.
Για τέτοιες σκάλες ή οποιεσδήποτε άλλες σταθερές σκάλες ψηλότερες από 3,5 µέτρα πρέπει να προβλέπονται κλουβιά ασφάλειας.
Πρέπει επίσης, να κατασκευάζονται επιφάνειες για ασφαλές βάδισµα στην οροφή σε όλα τα σηµεία που απαιτείται εργασία ή συχνή συντήρηση π.χ. σηµεία καταµέτρησης ή δειγµατοληψίας, εξαεριστικά κ.λ.π.
1.4.11. Χειραγωγοί
Στις σκάλες, γέφυρες, πλατφόρµες, πλατύσκαλα και διάφορα σηµεία της οροφής των δεξαµενών όπου υπάρχει ανάγκη συχνής προσπέλασης, πρέπει να κατασκευάζονται χειραγωγοί σύµφωνα µε τα πρότυπα σχεδιασµού. Το κατώτερο µέρος του χειραγωγού δεν πρέπει να είναι χαµηλότερο από 0,25 µέτρα από το επίπεδο του βαδίσµατος.
1.4.12. Καταµέτρηση, ∆ειγµατοληψία και Μέτρηση Θερµοκρασίας
Τα στόµια για καταµέτρηση, δειγµατοληψία και λήψη θερµοκρασίας πρέπει να µπορούν να κλείνουν ερµητικά και να αποκλείουν την είσοδο υγρασίας. Στην περίπτωση των δεξαµενών πετρελαιοειδών Κατηγορίας Ι να είναι στεγανά και να µην επιτρέπουν τη διαφυγή αερίων όταν είναι κλειστά.
Να βρίσκονται τέλος σε απόσταση από το κέλυφος της δεξαµενής πάνω από 0,5 µέτρα για να έχουµε αντιπροσωπευτική ένδειξη της θερµοκρασίας του περιεχοµένου.
Για να αποφεύγονται τα προβλήµατα που δηµιουργούνται από τη διαχειρός καταµέτρηση των δεξαµενών µπορούν να τοποθετούνται µηχανισµοί για την καταµέτρηση του περιεχοµένου υγρού και την ανάγνωση της θερµοκρασίας του στην επιφάνεια του εδάφους κοντά στη δεξαµενή ή σε απόσταση. Αυτά πρέπει να τοποθετούνται σύµφωνα µε αναγνωρισµένα πρότυπα. Για τις δεξαµενές πετρελαιοειδών κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) παρόµοιες εξοπλισµός πρέπει να είναι κατάλληλα γεφυρωµένος µε το σώµα της δεξαµενής.
1.4.13. Πλωτές οροφές ∆εξαµενών
Το σύνολο των όγκων που αποτελούν οι σχεδίες των πλωτών οροφών πρέπει να δίνουν αρκετή άνωση, ώστε να ανταποκρίνονται σε όλες τις συνθήκες λειτουργίας και µε επαρκή συντελεστή ασφάλειας. Πρέπει να υπάρχουν εξαεριστικά στόµια για να αποφεύγεται η άνοδος της πίεσης κάτω από το σφραγιστικό χείλος και να απελευθερώνουν τα αέρια κάτω από την οροφή κατά τη διάρκεια της αρχικής πλήρωσης.
Πρέπει να ληφθεί µέριµνα για την απαγωγή του νερού της βροχής από την οροφή, µε κατάλληλο σύστηµα.
Πρέπει να υπάρχει προσπέλαση στις οροφές. Να τοποθετούνται κλίµακες µε άρθρωση και στερέωση στην κυρτή σιδηρογωνιά του άνω χείλους της δεξαµενής και µε τροχίσκους στο κατώτατο άκρο. Όταν υπάρχουν πλατιά σκαλοπάτια στις κλίµακες πρέπει να οριζοντιώνονται µόνα τους.
Οι οροφές πρέπει να εφοδιάζονται µε υποστηρίγµατα τα οποία µπορούν προσαρµόζονται και να στηρίζουν την οροφή σε ύψος που να είναι αρκετό για τη συντήρηση και τον καθαρισµό της δεξαµενής, όταν αυτό απαιτείται. Επίσης να µπορούν να προσαρµόζονται και σε χαµηλότερο ύψος για να επιτρέπεται στην κινητή οροφή να επιπλέει πάνω στο προϊόν υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας.
Αυτά τα στηρίγµατα πρέπει να φέρουν οπές αποστράγγισης, ώστε να µπορούν να καθαριστούν από το προϊόν, όταν η δεξαµενή πρόκειται να επαεριωθεί για επισκευή.
Ελάχιστο ύψος στηριγµάτων (ποδών) 1,8 µέτρα.
1.4.14. Εσωτερικά Επιπλέοντα ∆ιαφράγµατα
Όταν οι δεξαµενές µε σταθερή οροφή έχουν εσωτερικά επιπλέοντα διαφράγµατα, πρέπει να υπάρχουν οι ακόλουθες διατάξεις:
- Το διάφραγµα στο χαµηλότερο σηµείο πλεύσης δεν πρέπει να εµποδίζει τη ροή µέσω των στοµίων του περιβλήµατος ή του πυθµένα, ούτε την είσοδο από την ανθρωποθυρίδα του περιβλήµατος.
Επίσης στο υψηλότερό του σηµείο πλεύσης δεν πρέπει να έρχεται σε επαφή µε οποιοδήποτε µέρος της κατασκευής της οροφής.
- Το διάφραγµα πρέπει να είναι ηλεκτρικά αγώγιµο και επαρκώς γεφυρωµένο µε το κυρίως σώµα της δεξαµενής, σύµφωνα µε την παρακάτω παράγραφο.
1.4.15. Γείωση και Γεφύρωση
- Η γείωση των δεξαµενών για προστασία από ηλεκτροστατική φόρτιση και από κεραυνό πρέπει να γίνεται σύµφωνα µε τα σχετικά περί γειώσεων.
- Η γεφύρωση της κινητής οροφής στο περίβληµα της δεξαµενής πρέπει να γίνεται σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα περί γειώσεων στον παρόντα κανονισµό.
1.4.16. Θαµµένες ή Τελείως Σκεπασµένες µε Χώµα ∆εξαµενές
- Μία κατακόρυφη δεξαµενή από χάλυβα που προορίζεται να εγκατασταθεί σαν θαµµένη ή τελείως σκεπασµένη µε χώµα να κατασκευασθεί σύµφωνα µε τα διεθνή πρότυπα. Πρέπει να δοθεί ειδική προσοχή στο να περιβληθεί η δεξαµενή µε σκυρόδεµα ή άλλο υλικό προστασίας κατά της πίεσης που ασκείται, από τη γη ή το νερό και να µπορεί να ανταπεξέλθει σε υπερκείµενα φορτία.
- Οι οριζόντιες δεξαµενές που σχεδιάζονται σύµφωνα µε τα παραπάνω µπορούν να εγκατασταθούν σαν θαµµένες ή τελείως σκεπασµένες από χώµα, αλλά πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην πιθανότητα πλεύσης των δεξαµενών αυτών.
- Το σηµείο πλήρωσης, µιας θαµµένης ή τελείως σκεπασµένης µε χώµα δεξαµενής, πρέπει να τοποθετείται ή να µεταφέρεται σε ένα σηµείο κοντά στον πυθµένα της δεξαµενής.
1.4.17. Υπέργειες Οριζόντιες ∆εξαµενές
Οι υπέργειες οριζόντιες δεξαµενές πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται, σύµφωνα µε τα πρότυπα σχεδιασµού οριζοντίων δεξαµενών.
1.4.18. Θεµελιώσεις και Υποστηρίγµατα
Τα πρότυπα σχεδιασµού για κατακόρυφες δεξαµενές δίνουν υποδείξεις για την κατασκευή κατάλληλων θεµελιώσεων. Το σχέδιο θεµελίωσης εξαρτάται γενικά, από τις συνθήκες της περιοχής. Ο σχεδιασµός που θα εφαρµοσθεί πρέπει να προβλέπει αποστράγγιση για να αποφεύγεται η διάβρωση του πυθµένα της δεξαµενής και να εξασφαλίζεται σταθερότητα κατά την υδραυλική δοκιµασία και σε όλες τις συνθήκες λειτουργίας και τις κλιµατολογικές αλλαγές. Εάν στην περιοχή της δεξαµενής υπάρχει κίνδυνος πληµµύρας, πρέπει να δοθεί προστασία στα θεµέλια για την αποφυγή διάβρωσης και πιθανόν να είναι ανάγκη να αγκυρωθεί η δεξαµενή.
Πρέπει να υπάρχει απόλυτη γνώση των συνθηκών του εδάφους µε ιδιαίτερη προσοχή στο ανεκτό όριο πίεσης στην συνολική και διαφορική καθίζηση που είναι πιθανή, στον κίνδυνο πλεύσης και στην πιθανή επιδείνωση των αρχικών συνθηκών. Η καθίζηση και ιδιαίτερα η διαφορική καθίζηση, πρέπει να περιορίζεται για να αποφεύγονται οι υπερβολικές τάσεις στο σώµα των δεξαµενών και των συνδεδεµένων σωλήνων.
Οι περιοχές µε συνθήκες αδύνατου υπεδάφους έχουν ανάγκη ιδιαίτερης φροντίδας.
Κατά τη διάρκεια των δοκιµών καλό είναι οι δεξαµενές να γεµίζονται µε νερό κάτω από ελεγχόµενες συνθήκες, ώστε η καθίζηση των δεξαµενών να γίνεται κανονικά προτού χρησιµοποιηθούν για κανονική λειτουργία.
Πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη σχεδίαση των θεµελιώσεων και των κατασκευών υποστήριξης για τις δεξαµενές που έχουν σχεδιαστεί και κατασκευαστεί σύµφωνα µε τους κώδικες δοχείων πίεσης.
Τα πλαίσια των στηριγµάτων για τις οριζόντιες δεξαµενές πρέπει να έχουν σχήµα που να ταιριάζει µε τα περιβλήµατα των δεξαµενών. Πρέπει να τοποθετούνται όσο είναι δυνατό λιγότερα στηρίγµατα, κατά προτίµηση δύο, σε τέτοιο σηµείο, ώστε να δίνουν τις µικρότερες ροπές και κάµψεις. Ο σχεδιασµός του δεν πρέπει να επιτρέπει τη συσσώρευση νερού. Όταν υπάρχει πιθανότητα για σοβαρή διάβρωση µεταξύ του περιβλήµατος της δεξαµενής και των υποστηριγµάτων, πρέπει να συγκολλούνται χαλύβδινες πλάκες κατά της διάβρωσης, περί του περιβλήµατος ή διαφορετικά να χρησιµοποιούνται αδιάβροχα επιθέµατα. Η δεξαµενή πρέπει να είναι σταθερή ή να φέρει βάρη για να αντιστέκεται στους κινδύνους από δυνατούς ανέµους και να πακτώνεται σε περίπτωση που µπορεί να πλεύσει λόγω πληµµύρας ή αν φέρει βάρη ή να έχει αρκετά υψηλά στηρίγµατα.
Τα υποστηρίγµατα των υπέργειων δεξαµενών πρέπει να έχουν προστασία εναντίον της πυρκαγιάς, εκτός εάν ο κίνδυνος κατάρρευσης από πυρκαγιά θεωρείται απίθανος.
1.4.19. Επιθεώρηση και ∆οκιµές
Πρέπει να γίνονται επιθεωρήσεις και έλεγχοι (συγκολλήσεων κ.λ.π.), τόσο στο µηχανουργείο όσο και στον τόπο ανέγερσης της δεξαµενής σύµφωνα µε τις απαιτήσεις των προτύπων σχεδιασµού.
Οι κατακόρυφες δεξαµενές πρέπει να δοκιµάζονται επί τόπου σύµφωνα µε τα πρότυπα σχεδιασµού. Αυτό περιλαµβάνει δοκιµή του πυθµένα της δεξαµενής για διαρροή µε βεντούζα κενού (Vacuum Box) ή άλλη κατάλληλη µέθοδο, δοκιµή του περιβλήµατος της δεξαµενής σε στεγανότητα και ασφάλεια µε τη µέθοδο της πλήρωσης της δεξαµενής µε νερό και στη συνέχεια οπτική
επιθεώρηση και δοκιµή της οροφής και των εξαρτηµάτων της για στεγανότητα αερίων. Η ελεγχόµενη πλήρωση µε νερό της δεξαµενής κατά τη διάρκεια των δοκιµών είναι απαραίτητη για να επιτευχθεί κανονική έδραση.
Επίσης, πρέπει να µετρηθεί µετά προσεκτικά η συνολική και η διαφορική καθίζηση. Καλό είναι να γίνεται µια ελάχιστη δοκιµή 48 ωρών, όταν η δεξαµενή είναι γεµάτη κατά τη διάρκεια της οποίας πρέπει να γίνονται σωστές µετρήσεις της στάθµης του νερού µαζί µε µετρήσεις θερµοκρασίας, ώστε να εξακριβωθεί εάν έχει σηµειωθεί διαρροή κατά την περίοδο της δοκιµής.
Επίσης, η ολική και διαφορική καθίζηση πρέπει να µετράται συνέχεια. Η δοκιµή σε στεγανότητα στα αέρια στην οροφή και στα εξαρτήµατα, πρέπει να γίνεται όταν η δεξαµενή είναι γεµάτη µε νερό. Επίσης, πρέπει να γίνεται έλεγχος των εξαεριστικών πίεσης και κενού, εάν λειτουργούν στις επιθυµητές πιέσεις.
Οι θαµµένες ή τελείως σκεπασµένες µε χώµα δεξαµενές πρέπει να ελέγχονται προτού ταφούν ή σκεπαστούν µε χώµα.
1.4.20. Προστασία από ∆ιάβρωση
Οι δεξαµενές, τα εξαρτήµατα και τα υποστηρίγµατα των δεξαµενών πρέπει να έχουν επαρκή εξωτερική επίστρωση µε αντισκωρικό υλικό.
Οι θαµµένες ή τελείως σκεπασµένες µε χώµα δεξαµενές πρέπει να βάφονται µε ικανή προστατευτική επένδυση για να ανθίσταται στη διάβρωση από το έδαφος.
2.1. ΓΕΝΙΚΑ
- Πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι συνιστάται να εναποθηκεύονται σε δεξαµενές πλωτής οροφής ή δεξαµενές σταθερής οροφής εξοπλισµένες µε βαλβίδες εξαερίωσης (εξαεριστικά) πίεσης και κενού.
Αυτό ίσως να είναι επιθυµητό και για την αποθήκευση πετρελαιοειδούς κατηγορίας ΙΙ (2) σε συνθήκες υψηλής θερµοκρασίας περιβάλλοντος.
Πετρελαιοειδές κατηγορίας ΙΙ (1) και ΙΙΙ κανονικά εναποθηκεύονται σε δεξαµενές σταθερής οροφής µε ανοικτά στόµια εξαέρωσης.
Πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι, µπορεί επίσης να εναποθηκευτούν σε δεξαµενές µε εσωτερικά πλωτά διαφράγµατα (∆εξαµενές διπλής οροφής).
Οι βαρύτεροι τύποι πετρελαιοειδών από την κατηγορία ΙΙΙ µπορούν να αποθηκευτούν σε δεξαµενές µε διατάξεις θέρµανσης, είτε εντός της δεξαµενής είτε εξωτερικά.
Ειδικά για :
- Το αργό πετρέλαιο συνιστάται να αποθηκεύεται σε δεξαµενές πλωτής οροφής. Ο τρόπος αυτός δεξαµενισµού περιορίζει σηµαντικά την απώλεια των ελαφρών ευφλέκτων συστατικών και κατ’ επέκταση τον κίνδυνο ανάφλεξης. Επίσης το επικίνδυνο φαινόµενο το "Αναβρασµού" (Boil Over) εκδηλώνεται µόνο σε πυρκαγιές Αργού πετρελαίου που εναποθηκεύονται σε δεξαµενές σταθερής οροφής, όχι όµως όταν η αποθήκευση είναι σε δεξαµενές πλωτής οροφής. Περιπτώσεις εναποθήκευσης αργού πετρελαίου σε κωνικές δεξαµενές επιτρέπονται µόνον όταν ικανοποιούνται τα προβλεπόµενα στο κεφάλαιο "περιγραφή κωνικών δεξαµενών".
- Εξυπακούεται ότι οι δεξαµενές θα έχουν εξαρτήµατα σύµφωνα µε τα αναφερόµενα στο κεφάλαιο περί εξοπλισµού ∆εξαµενών.
- Το προσωπικό που ασχολείται µε τις εργασίες εναποθήκευσης σε δεξαµενές πρέπει να έχει επαρκώς ενηµερωθεί και εξασκηθεί µε τον τύπο των δεξαµενών για τις οποίες είναι υπεύθυνο, τις ογκοµετρήσεις του και τις χωρητικότητες ασφάλειας, τα εξαρτήµατα και τις συνδέσεις τους.
- Όλες οι βάνες από τις οποίες µπορεί να αντληθεί προϊόν και όλες οι βάνες εισόδου πρέπει να κλείνονται, όταν δεν χρησιµοποιούνται.
Για πρόσθετη ασφάλεια συνιστάται να σφραγίζονται στη θέση "κλειστό", οι βάνες από τις οποίες µπορεί να αντληθεί προϊόν, καθώς και οι βάνες εισόδου όταν η εγκατάσταση είναι κλειστή ή όταν µια δεξαµενή δεν χρησιµοποιείται. Όλες οι βάνες πρέπει να τίθενται σε λειτουργία κατά συχνά διαστήµατα για να εξασφαλίζεται ο εύκολος χειρισµός τους, όταν χρειασθεί.
- Γενικότερα οι δεξαµενές ανεξάρτητα του τύπου και του µεγέθους στη βιοµηχανία πετρελαίου χωρίζονται σε δύο µεγάλες κατηγορίες.
Αυτές είναι:
α.∆εξαµενές Ενδιάµεσων Προϊόντων
Σ’ αυτές εναποθηκεύονται τα προϊόντα όπως παράγονται κατ’ ευθείαν από τις Μονάδες παραγωγής. Αυτά είναι ακατέργαστα, χωρίς τις απαραίτητες προδιαγραφές και συνήθως αρκετά απ’ αυτά έχουν αρχικά υψηλότερες θερµοκρασίες από τις προβλεπόµενες για αποθήκευση.
β.∆εξαµενές Τελικών Προϊόντων
Σ’ αυτές εναποθηκεύονται τα τελικά προϊόντα µετά την περαιτέρω επεξεργασία των ενδιάµεσων, προκειµένου αυτά να αποκτήσουν τις κατάλληλες προδιαγραφές για ασφάλεια, εµπορία και χρήση.
2.2. ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΣΕ ΑΓΩΓΟΥΣ ΚΑΙ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
- Για λόγους ασφάλειας οι δεξαµενές εναποθήκευσης υδρογονανθράκων και γενικότερα υγρών (και αερίων) καυσίµων πρέπει να βάφονται µε λευκό αντανακλαστικό χρώµα. Η χρήση αλουµινοχρώµατος απαγορεύεται.
- Για την ασφαλή λειτουργία πρέπει να υπάρχει µε απλή και άµεσα κατανοητή µέθοδος αναγνώρισης του διακινουµένου προϊόντος στις δεξαµενές και στις σωληνώσεις όπως επίσης και γνώση των ποσοτήτων που θα διακινούνται.
- Κάθε δεξαµενή πρέπει να φέρει ευκρινώς σηµειωµένο τον αριθµό της.
2.3. ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΕΣ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
- Πρέπει να χρησιµοποιούνται κατάλληλες µέθοδοι για την παραλαβή προϊόντος στις δεξαµενές της εγκατάστασης. Αυτές διαφέρουν ανάλογα µε τον τρόπο παραλαβής, δηλαδή εάν γίνεται κατ’ ευθείαν από παραγωγή, από εσωτερική µεταφορά, από θάλασσα, µε σιδηροδροµική ή οδική µεταφορά.
Αυτές ακόµη διαφέρουν ανάλογα µε την ποσότητα και το είδος των παραλαµβανοµένων προϊόντων, το ρυθµό παραλαβής τον αριθµό και τη χωρητικότητα των δεξαµενών, οι οποίες διατίθενται για την παραλαβή και τη µέθοδο ελέγχου της λειτουργίας των βανών εισόδου των δεξαµενών. Οι διαδικασίες για αλλαγή δεξαµενής και του είδους προϊόντος, µαζί µε την προσπάθεια αποφυγής υπερπλήρωσης της δεξαµενής, πρέπει να εξασφαλίζουν το διαχωρισµό των πετρελαιοειδών και την αποφυγή του ο
κίνδυνος ανάµιξης.
- Πρέπει να υπάρχει ένα κατάλληλο σύστηµα επικοινωνίας µεταξύ του προσωπικού που απασχολείται µε τις εργασίες, ώστε οι διαδικασίες που προβλέπονται να ακολουθούνται, να εκτελούνται σωστά και να µπορούν να ληφθούν άµεσα µέτρα σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
2.4. ΟΓΚΟΜΕΤΡΗΣΗ ΚΑΙ ∆ΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ
- Πρέπει να σηµειώνεται ευκρινώς το συγκριτικό βάθος αναφοράς (πλάκας µέτρησης) κοντά στα στόµια καταµέτρησης στην οροφή της δεξαµενής.
- Τα στόµια καταµέτρησης για µετρήσεις µε το χέρι στις δεξαµενές όπου εναποθηκεύεται πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) πρέπει να ανοίγονται όσο το δυνατό σε αραιότερα χρονικά διαστήµατα, όταν χρησιµοποιούνται
για τον έλεγχο του αποθέµατος και τον έλεγχο της πλήρωσης της δεξαµενής, όταν αυτή πληρούται, ενώ ήταν άδεια.
- Τα στόµια καταµέτρησης πρέπει να κλείνονται καλά, όταν δεν χρησιµοποιούνται. Εάν η δεξαµενή φέρει περισσότερα από ένα στόµια καταµέτρησης, µόνο ένα πρέπει να ανοίγεται κάθε φορά.
- Η µέτρηση µε το χέρι δεν πρέπει να γίνεται όταν οι ατµοσφαιρικές συνθήκες έχουν πιθανότητα να προκαλέσουν φορτία στατικού ηλεκτρισµού ή άλλο κίνδυνο για το προσωπικό που ασχολείται µε τις εργασίες (π.χ. µία ηλεκτρική εκκένωση, χαλάζι, αµµοθύελλα κλπ.).
- Η καταµέτρηση µε το χέρι ή η δειγµατοληψία δεν πρέπει να γίνεται κατά τη διάρκεια της πλήρωσης της δεξαµενής ή για τα επόµενα 30 λεπτά που ακολουθούν το πέρας αυτής για πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι που είναι στατικοί συσσωρευτές ή όταν πετρελαιοειδή κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ τύπου στατικού συσσωρευτού γεµίζουν δεξαµενή, η οποία ίσως περιέχει αέρια σε αναλογία αναφλέξιµου µίγµατος ή όταν υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί ανάµιξη πετρελαιοειδούς κατηγορίας Ι. Εάν έχει προβλεφθεί αντιστατικό πρόσθετο στις κατάλληλες αναλογίες, αυτή η υπόδειξη δεν επιβάλλεται να τηρείται µε σχολαστικότητα.
- Το προσωπικό που ασχολείται µε την ογκοµέτρηση, αφού ανέβει στην οροφή της δεξαµενής, πρέπει να περιµένει µερικά λεπτά και να ακολουθεί τη διαδικασία καταµέτρησης και δειγµατοληψίας, όπως αναφέρεται παραπάνω. Σε περίπτωση θύελλας µε ηλεκτρισµένη ατµόσφαιρα δεν πρέπει το προσωπικό να ανεβαίνει στην οροφή της δεξαµενής. Εάν κάποιο αντικείµενο πέσει τυχαία µέσα στη δεξαµενή αυτό πρέπει να αναφερθεί αµέσως.
- Οι δεξαµενές µε πλωτή οροφή πρέπει να ογκοµετρώνται από ένα φρεάτιο καταµέτρησης το στόµιο του οποίου βρίσκεται στην κορυφή της κλίµακας προσπέλασης, ώστε να αποφεύγεται η ανάγκη καθόδου στην οροφή.
- Κατά τη χρησιµοποίηση µετρητών στάθµης µε πλωτήρα ελέγχεται ότι ο πλωτήρας επιπλέει στην επιφάνεια του πετρελαιοειδούς και ότι η ένδειξη που δίνει το όργανο είναι πραγµατική. Μηχάνηµα αυτόµατης µέτρησης πρέπει να ελέγχεται περιοδικά µε καταµετρήσεις µε το χέρι.
2.5. ΑΠΟΣΤΡΑΓΓΙΣΗ ΝΕΡΟΥ ΑΠΟ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
- Τα εσωτερικά στρώµατα νερού στον πυθµένα των δεξαµενών, κατά γενικό κανόνα, προκαλούν εσωτερική διάβρωση του πυθµένα της δεξαµενής και των κατωτέρω τµηµάτων του περιβλήµατος. Συνιστάται να µη διατηρούνται στρώµατα νερού στον πυθµένα των δεξαµενών αποθήκευσης πετρελαιοειδών.
Η µόνη εξαίρεση σ’ αυτό είναι όταν ο πυθµένας δεξαµενής παρουσιάζει ή υπάρχει υποψία για διαρροές οπότε µπορεί να εισαχθεί προσωρινά νερό για να εµποδίσει τη διαφυγή προϊόντος.
- Το νερό είναι πιθανό να εισαχθεί στη δεξαµενή από την παραγωγή, από πλοίο ή από το εάν οι σωληνώσεις έχουν καθαρισθεί µε νερό, µία τακτική που δεν συνιστάται. Το νερό αυτό πρέπει να αποµακρυνθεί όσο το δυνατό συντοµότερα, αφού κατακαθίσει το περιεχόµενο της δεξαµενής.
Κατά την αποστράγγιση του νερού από τις δεξαµενές πρέπει να υπάρχει συνεχώς ένας χειριστής που να επιβλέπει εκτός εάν υπάρχει διάταξη αυτόµατης αποστράγγισης νερού.
Μετά το πέρας της αποστράγγισης η βάνα νερού της δεξαµενής πρέπει να κλείσει και να σφραγισθεί και η σύνδεση αποστράγγισης νερού της δεξαµενής πρέπει να σφραγισθεί ή αλλιώς να ασφαλισθεί.
- Το νερό που έχει αφαιρεθεί από τις δεξαµενές πρέπει να περάσει από ελαιοσυλλέκτη προτού διοχετευθεί στο εξωτερικό αποχετευτικό σύστηµα.
2.6. ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ ΠΛΩΤΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
- Οι οροφές των δεξαµενών πλωτής οροφής πρέπει να επιθεωρούνται τακτικά για να εξακριβώνεται εάν επιπλέουν ελεύθερα και δεν σκαλώνουν. Αυτό είναι ιδιαίτερα απαραίτητο σε περιόδους βροχής ή σε παγετούς.
- Όταν χρειάζεται, πρέπει να αποστραγγίζεται το νερό από την επιφάνεια των πλωτών οροφών. Οι βάνες για την αποστράγγιση των οροφών πρέπει να κλείνονται, όταν η εργασία τερµατισθεί για να αποφευχθεί η διαφυγή προϊόντος σε περίπτωση βλάβης της εσωτερικής σωλήνωσης αποστράγγισης.
- Υπάρχουν υποστηρίγµατα που στηρίζουν την πλωτή οροφή όταν η δεξαµενή έχει εκκενωθεί µε σκοπό τον καθαρισµό τη συντήρηση ή την επισκευή.
Κατά τη διάρκεια κανονικών εργασιών αυτά τα υποστηρίγµατα πρέπει να στερεώνονται στην υψηλότερη θέση για να εξασφαλίζεται η πλεύση της οροφής της δεξαµενής και σε χαµηλές στάθµες.
Η οροφή φέρει εξαεριστικά που επιτρέπουν τη διαφυγή των αερίων και του αέρα, όταν η δεξαµενή είναι κενή ή όταν µία σχεδόν κενή δεξαµενή πρόκειται να πληρωθεί.
Σε καθηµερινή εργασία πρέπει να αποφεύγεται το χαµήλωµα της οροφής πάνω στα υποστηρίγµατά της, αλλά εάν αυτό είναι αναπόφευκτο η ταχύτητα πλήρωσης πρέπει να µειωθεί µέχρι η οροφή να επαναπλεύσει.
Η οροφή µιας δεξαµενής πλωτής οροφής δεν πρέπει να φθάνει σε ύψος τέτοιο που κάποιο τµήµα της να είναι υπεράνω της κορυφής του περιβλήµατος της δεξαµενής.
- Η στάθµη του περιεχοµένου των δεξαµενών πλωτής οροφής πρέπει να διατηρείται πάντα σε τέτοιο ύψος (ελάχιστο περίπου 2 µέτρα), ώστε η οροφή να µη στηρίζεται στα ποδαρικά. Σε αντίθετη περίπτωση υπάρχει
ενδεχόµενο εισόδου αέρος στο διάκενο µεταξύ στάθµης και οροφής και δηµιουργία εκρηκτικού µίγµατος. Η περίπτωση αυτή είναι αποδεκτή µόνο κατά την αρχική πλήρωση ή εκκένωση της δεξαµενής.
2.7. ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΕΠΙΠΛΕΟΝΤΑ ∆ΙΑΦΡΑΓΜΑΤΑ
Σε καθηµερινή εργασία πρέπει να αποφεύγεται το χαµήλωµα των διαφραγµάτων πάνω στα υποστηρίγµατα τους, αλλά εάν αυτό είναι αναπόφευκτο η ταχύτητα πλήρωσης πρέπει να µειωθεί, µέχρι το διάφραγµα να επαναπλεύσει.
2.8. ΦΟΡΤΙΑ ΣΤΑΤΙΚΟΥ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ
Για να αποφευχθεί η δηµιουργία φορτίων στατικού ηλεκτρισµού κατά την πλήρωση δεξαµενής µε πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι ή ΙΙ ή ΙΙΙ που είναι στατικοί συσσωρευτές υπό συνθήκες που µπορούν να δηµιουργήσουν εύφλεκτη ατµόσφαιρα στο διάκενο της δεξαµενής λόγω εξάτµισης ή δηµιουργίας νέφους, η ταχύτητα εισροής µέχρι η είσοδος της δεξαµενής να καλυφθεί τελείως από το προϊόν και µέχρι η σωλήνωση να απελευθερωθεί από αέρα ή νερό δεν πρέπει να υπερβαίνει το 1 µέτρο ανά δευτερόλεπτο.
Οι επόµενες ταχύτητες εισροής πρέπει να είναι µικρότερες από 10 m/s, ώστε να εξασφαλίζουν οµαλή ροή µέσα στη δεξαµενή χωρίς να προκαλούν στροβίλισµα διατάραξη της επιφάνειας του προϊόντος ή διατάραξη του ιζήµατος του πυθµένα. (Λεπτοµέρειες βλέπε ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΑ).
2.9. ΑΠΟΣΤΡΑΓΓΙΣΗ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
- Το νερό της βροχής και το νερό που αποστραγγίζεται από τις δεξαµενές και που συσσωρεύεται στη λεκάνη ασφαλείας της µπορεί να αποστραγγιστεί από τη λεκάνη µε τη βαρύτητα.
Σ’ αυτή την περίπτωση η περιοχή µέσα στη λεκάνη πρέπει να αποµονώνεται από οποιοδήποτε εξωτερικό αποχετευτικό σύστηµα µε µία βάνα τοποθετηµένη έξω από τη λεκάνη που θα µένει κλειστή.
- Άλλος εναλλακτικός τρόπος για να αποστραγγισθεί η λεκάνη είναι µε µια χειροκίνητη αντλία ή ένα σιφώνιο που περνά από την κορυφή του τοίχου της λεκάνης και που µπορεί να τεθεί σε λειτουργία µε µια µικρή χειροκίνητη αντλία
- Το νερό από τη λεκάνη ασφαλείας της δεξαµενής πρέπει να περάσει µέσω ελαιοσυλλέκτη πετρελαιοειδούς προτού εξέλθει σε εξωτερικό σύστηµα αποχέτευσης. Πρέπει να ληφθεί µέριµνα για την εγκατάσταση µιας παρακαµπτήριας σωλήνωσης (By Pass) µε βάνα γύρω από τον ελαιοσυλλέκτη που θα επιτρέπει ελεγχόµενη ροή µη µολυσµένου νερού σε εξαιρετικές συνθήκες καταιγίδας ή για την απελευθέρωση του πυροσβεστικού νερού.
3.1. ∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ
3.1.1. Γενικά
- Γενικά δεν συνηθίζεται στην πράξη να εµποδίζεται η διαφυγή των αερίων του πετρελαιοειδούς από τις συνήθεις δεξαµενές σταθερής οροφής που περιέχουν πτητικά προϊόντα. Οι δεξαµενές πρέπει να είναι έτσι τοποθετηµένες ώστε, το αέριο να διαχέεται στην ατµόσφαιρα σε συγκέντρωση πολύ χαµηλότερη από εκείνη του κατώτερου εύφλεκτου ορίου και προτού πλησιάσουν περιοχή, η οποία έχει προσδιοριστεί σαν επικίνδυνη.
- Πρέπει να δοθεί µεγάλη προσοχή στη διάταξη των δεξαµενών µε όσο το δυνατόν µεγαλύτερη απόσταση µεταξύ τους λαµβάνοντας υπόψη και τη δυνατότητα προσέγγισής τους σε περίπτωση κατάσβεσης πυρκαγιάς.
3.1.2. Προσπέλαση ∆εξαµενών
Προκειµένου να υπάρχει ευχέρεια προσπέλασης (προσέγγισης) για πυροπροστασία προς όλες τις δεξαµενές µιας περιοχής αυτές πρέπει να τοποθετούνται σε απλές ή διπλές σειρές. Η διάταξη δεξαµενών σε τρεις παράλληλες σειρές (τριάδες) δεν επιτρέπεται.
3.1.3. Μέθοδος Μέτρησης Αποστάσεων
Οι αποστάσεις που δίνονται αποτελούν συστάσεις για το ελάχιστο και αναφέρονται στην οριζόντια απόσταση, σε κάτοψη, ανάµεσα στα πλησιέστερα σηµεία των συγκεκριµένων εξαρτηµάτων π.χ. δεξαµενές αποθήκευσης, γεµιστήρια, ανοίγµατα κτιρίων και όρια.
3.1.4. ∆εξαµενές Πετρελαιοειδών Κατηγοριών Ι, ΙΙ (2) και ΙΙΙ (2)
- Ένας αριθµός από µικρές δεξαµενές διαµέτρου 10m ή λιγότερο µπορούν να θεωρηθούν σαν µια δεξαµενή. Αυτές οι µικρές δεξαµενές µπορούν να τοποθετηθούν µαζί σε οµάδες, καµιά όµως οµάδα δεν πρέπει να έχει αθροιστικά χωρητικότητα µεγαλύτερη από 8.000 m3.
- Οι αποστάσεις που δίνονται στον πίνακα 1 συνιστώνται για την κατηγορία Ι πετρελαιοειδών που εναποθηκεύονται σε συνήθεις υπέργειες δεξαµενές σταθερής οροφής. Ισχύουν επίσης και για τις κατηγορίες ΙΙ (2) και ΙΙΙ (2) πετρελαιοειδών. Για δεξαµενές µε ύψος µεγαλύτερο από 18 µέτρα µπορεί να είναι ανάγκη να εξετασθεί, εάν οι αποστάσεις του πίνακα 1 πρέπει να αυξηθούν σε λογικό ποσοστό αναλογικά µε το ύψος της δεξαµενής.
- Οι αποστάσεις που δίνονται στον πίνακα 2 συνιστώνται για πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι που εναποθηκεύονται σε δεξαµενές µε πλωτή οροφή. Ισχύουν επίσης και για πετρελαιοειδή κατηγορίας ΙΙ
(2). Για δεξαµενές µε ύψος µεγαλύτερο από 18 m µπορεί να είναι ανάγκη να εξετασθεί, εάν οι αποστάσεις που δίνονται στον πίνακα 2 πρέπει να αυξηθούν κατά ένα λογικό ποσοστό ανάλογα µε το ύψος της δεξαµενής.
- Για τον υπολογισµό της απόστασης ασφαλείας, οι δεξαµενές µε σταθερή οροφή που εσωτερικά περιέχουν πλωτό διάφραγµα πρέπει να θεωρούνται σαν δεξαµενές µε σταθερή οροφή. Λεπτοµέρειες για τις αποστάσεις ασφάλειας στους πίνακες 1 και 2 στο τέλος του παρόντος κεφαλαίου.
3.1.5. ∆εξαµενές Πετρελαιοειδών Κατηγοριών ΙΙ (1) και ΙΙΙ (1)
Εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών κατηγορίας ΙΙ (1) ή ΙΙΙ (1) δεν απαιτούν µεταξύ τους αποστάσεις ασφαλείας µεγαλύτερες από εκείνες που χρειάζονται για τις κατασκευαστικές και λειτουργικές ευκολίες.
Παρόλα αυτά πρέπει οι δεξαµενές που εναποθηκεύουν πετρελαιοειδή κατηγορίας ΙΙ (1) ή ΙΙΙ (1) να βρίσκονται σε απόσταση από δεξαµενές που περιέχουν πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) όπως δίνεται στον πίνακα 1 και επίσης σε απόσταση όχι µικρότερη των 10 m από το εξωτερικό όριο της εγκατάστασης. Κατά τη µελέτη της εγκατάστασης πρέπει να προβλεφθεί η πιθανότητα ότι στο µέλλον µπορεί να χρειασθεί µία δεξαµενή που περιέχει πετρελαιοειδές κατηγορίας ΙΙ (1) ή ΙΙΙ (1) να χρησιµοποιηθεί για την εναποθήκευση πετρελαιοειδούς κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2). Όταν υπάρχει παρόµοια πιθανότητα η µελέτη των αποστάσεων πρέπει να γίνει σύµφωνα µε τις υποδείξεις που αφορούν τα πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) και όχι τα πετρελαιοειδή κατηγορίας ΙΙ (1) ή ΙΙΙ (1).
3.1.6. Θαµµένες και Ηµιθαµµένες ∆εξαµενές
Η τοποθέτηση και η απόσταση γειτνίασης των θαµµένων, ηµιθαµµένων ή απόλυτα καλυµένων δεξαµενών πρέπει να γίνεται και να υπολογίζεται σύµφωνα µε τους ισχύοντες κώδικες προκειµένου να καλύπτονται οι κατασκευαστικές και λειτουργικές ευκολίες.
Ειδικότερα συνιστώνται οι παρακάτω αποστάσεις.
4.1. ΓΕΝΙΚΑ
4.1.1. Γενικά
Πέρα των γνωστών µέτρων ασφαλείας και προστασίας των δεξαµενών πλωτής και κωνικής οροφής επιβάλλεται κατά κανόνα και η ύπαρξη λεκανών ασφαλείας.
Ο προορισµός των λεκανών ασφάλειας (αναχώµατα) είναι να συγκρατήσουν κάποια µεγάλη διαρροή του περιεχοµένου προς άλλες γειτονικές επικίνδυνες περιοχές και να περιορίσουν ή να καθυστερήσουν το ενδεχόµενο εξάπλωσης µιας φωτιάς που έχει εκδηλωθεί στη δεξαµενή ή πλησίον αυτής προς άλλες γειτνιάζουσες επικίνδυνες περιοχές και εγκαταστάσεις.
4.1.2. Κατασκευή
Οι λεκάνες αυτές µπορεί να είναι κατασκευασµένες :
α. Με µερική ή ολική διαµόρφωση του εδάφους.
β. Με γαιώδη υλικά (αναχώµατα)
γ. Με τοιχεία από µπετόν αρµέ κατάλληλα οπλισµένο.
δ. Με µεταλλικά πλαίσιο (µόνο σε ειδικές περιπτώσεις).
ε. Με συνδυασµό των ανωτέρω.
Αυτές πρέπει να είναι υπολογισµένες, ώστε να αντέχουν στην υδροστατική πίεση για την πλέον δυσµενή περίπτωση και να είναι απόλυτα στεγανές.
4.2. ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙ∆Η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Ι, ΙΙ (2) ΚΑΙ ΙΙΙ (2)
4.2.1. Γενική Περιγραφή
Οι υπέργειες δεξαµενές για πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) ή ΙΙΙ (2) πρέπει να περικλείονται πλήρως από λεκάνη ασφαλείας κατά της πυρκαγιάς, εκτός εάν η τοπογραφία της γύρω περιοχής είναι τέτοια, είτε από τη φύση, είτε από τεχνική διαµόρφωση, ώστε οι εκχύσεις ή µια µεγάλη διαρροή από κάποια δεξαµενή να διοχετεύονται γρήγορα µε τη βαρύτητα και µε ασφάλεια µέσω ενός οχετού και παρακαµπτηρίων αγωγών, εάν απαιτούνται, προς µία λεκάνη σε χαµηλότερο επίπεδο και κλειστή απ’ όλες τις πλευρές σε κάποια ασφαλή θέση µέσα στο όριο της εγκατάστασης.
4.2.2. Προδιαγραφές Κατασκευής Κύριων Λεκανών
Το ύψος της λεκάνης ασφαλείας κατά της πυρκαγιάς, όπως µετράται από την εξωτερική πλευρά πρέπει να είναι αρκετό ώστε να εξασφαλίζει προστασία στο προσωπικό όταν ασχολείται µε την κατάσβεση πυρκαγιάς. Πρέπει όµως να µην υπερβαίνει το ύψος που θα εµπόδιζε την κατάσβεση της πυρκαγιάς.
Ύψη των 1,6 έως 1,8 µέτρων θεωρούνται καταλληλότερα για εγκαταστάσεις που έχουν µεγάλο χώρο ανάπτυξης. Σε ορισµένες περιπτώσεις γίνονται αποδεκτά και ύψη 3,6 µέτρων ή ψηλότερα εφόσον δεν παραβιάζονται οι προδιαγραφές καλής κατασκευής του αναχώµατος κι έχουν προβλεφθεί επαρκείς σκάλες ή προσβάσεις.
Η λεκάνη πρέπει να είναι τοποθετηµένη έτσι, ώστε να επιτρέπει εύκολη προσπέλαση προς τη δεξαµενή που καίγεται και να υπάρχουν επαρκή µέσα διαφυγής πάνω από τα τοιχώµατα της λεκάνης.
Σε κάθε λεκάνη να υπάρχουν κατ’ ελάχιστο δύο προσβάσεις (σκάλες) σε διαφορετικές πλευρές ή γειτονική λεκάνη, εκτός εάν πρόκειται για µεµονωµένες δεξαµενές µικρότερες των 1.500m3, όπου η µία θεωρείται επαρκής. Η µία πρόσβαση τουλάχιστον να είναι όσο γίνεται πλησιέστερη σε υδροληπτικό.
Ξεχωριστές λεκάνες γύρω από κάθε δεξαµενή δεν είναι απαραίτητες αλλά συνιστάται – συνολική χωρητικότητα των δεξαµενών µέσα σε µία λεκάνη ασφαλείας να µην υπερβαίνει τα 60.000 m3 στην περίπτωση των τυπικών δεξαµενών σταθερής οροφής ή τα 120.000 m3 στην περίπτωση δεξαµενών πλωτής οροφής.
Η απόσταση της κορυφής του αναχώµατος της λεκάνης από το κέλυφος συνήθως καθορίζεται όχι λιγότερο από το 15% του ύψους της δεξαµενής.
Η απόσταση κελύφους δεξαµενής από τη βάση του αναχώµατος ή το άκρο του πέδιλου για το µπετόν αρµέ αναχώµατα, απαγορεύεται να είναι λιγότερο από 1,5 µέτρο για όλες τις δεξαµενές.
∆εξαµενές µε χωµάτινο ανάχωµα ύψους πάνω από 1 µέτρο πρέπει να προβλέπουν διάδροµο επί του αναχώµατος πλάτους 0,60 m.
Η εσωτερική επιφάνεια που περικλείεται από τη λεκάνη ασφαλείας να έχει κλίση τουλάχιστον 1% προς το αποχετευτικό σύστηµα µακριά από τις δεξαµενές και τις σωληνώσεις.
4.2.3. Σύστηµα Αποστράγγισης Λεκανών (Αποχέτευση)
Οι δεξαµενές εντός των λεκανών έχουν περιφερειακά δακτύλιο αποστράγγισης και περισυλλογής των υδάτων και λίγων υδρογονανθράκων ή άλλων εύφλεκτων προϊόντων που µε κεντρικό αγωγό κατευθύνεται στο απότατο κεκλιµένο άκρο της λεκάνης, όπου µε ανεπίστροφο για τα εκρηκτικά αέρια σύστηµα, οι αποστραγγίσεις κατευθύνονται στο υπόγειο αποχετευτικό σύστηµα ελαιωδών προϊόντων.
Ο περιφερειακός δακτύλιος είναι είτε ανοιχτός σχήµατος τραπεζίου (σκάφης) από τσιµεντοκονίαµα, είτε υπόγειος µεταλλικός αγωγός και χωνιά περισυλλογής κάτωθεν των βανών αποστράγγισης.
Το αποχετευτικό σύστηµα πρέπει να είναι καθαρό και ελεύθερο προς το κεντρικό σύστηµα του ελαιοσυλλέκτη ή ελαιοδιαχωριστή. Η βάνα του αποχετευτικού συστήµατος συνιστάται (χωρίς να είναι υποχρεωτικό) να είναι εξωτερικά της λεκάνης.
Εναλλακτικά το σύστηµα αποστράγγισης των λεκανών µπορεί να είναι:
α. Φρεάτιο µε φραγή για παρεµπόδιση ενδεχόµενης επιστροφής φλόγας που επικοινωνεί µε τον ελαιοδιαχωριστή. Το φρεάτιο αυτό βρίσκεται στο εσωτερικό της λεκάνης και αποµακρύνει βασικά ελαιώδη προϊόντα και
β. Σωλήνας που διαπερνά το ανάχωµα και επικοινωνεί µε το κύκλωµα βρόχινων νερών. Στο σωλήνα αυτό τοποθετείται βάνα σε προσιτή περιοχή έξω από το ανάχωµα και χρησιµεύει για την αποµάκρυνση των νερών της βροχής.
4.2.4. Εσωτερικά Τοιχεία Λεκανών
- Ενδιάµεσα τοιχεία ασφάλειας, µέχρι το µισό του ύψους των κυρίων λεκανών ασφαλείας, συνήθως όχι χαµηλότερα από 0,6 m, µπορούν να κατασκευασθούν για να χρησιµεύουν σαν αποµονωτές της πυρκαγιάς και για να χωρίζουν την οµάδα των δεξαµενών σε άλλες µικρότερες οµάδες περισσότερο εύχρηστου µεγέθους.
- Σε οµάδα δεξαµενών πλωτής ή κωνικής οροφής σε κοινό ανάχωµα εάν µία απ’ αυτές έχει διάµετρο µεγαλύτερη των 45m τότε απαιτείται εσωτερικό διαχωριστικό τοιχείο της δεξαµενής αυτής ικανό να κρατήσει το 1/10 του περιεχοµένου της.
- Σε οµάδα δεξαµενών πλωτής ή κωνικής οροφής κάθε δεξαµενή µε χωρητικότητα µεγαλύτερη των 8.000m3 ή κάθε σύνολο δεξαµενών µε συνολική χωρητικότητα όχι µεγαλύτερη των 8.000m3 θα πρέπει να διαχωρισθεί από τις άλλες δεξαµενές της ίδιας οµάδας µε ενδιάµεσα βοηθητικά τοιχεία.
- Εκεί που προβλέπεται η έκχυση ή η διαρροή του προϊόντος να κατευθύνεται σε µια χαµηλότερη ή περιορισµένη λεκάνη και δεν υπάρχει κλειστή λεκάνη ασφαλείας, µπορεί να είναι απαραίτητα τµήµατα τοιχωµάτων σε συγκεκριµένα σηµεία, ώστε να δηµιουργούν προστατευτικά παραπετάσµατα για τους πυροσβέστες.
- Τα εσωτερικά τοιχεία δεν πρέπει να παρεµποδίζουν το σύστηµα αποχέτευσης των επιµέρους δεξαµενών.
4.2.5. Ειδικά Μέτρα Προστασίας
- Στο χώρο των λεκανών που πρέπει να είναι τελείως καθαρός χωρίς εύφλεκτα και άχρηστα υλικά, απαγορεύεται η αποθήκευση υλικών πάσης φύσης.
- Οι αντλίες τοποθετούνται εκτός λεκάνης, εκτός και αν προϊόντα µεγάλου ιξώδους επιβάλλουν την τοποθέτηση των αντλιών εντός της λεκάνης. Επίσης απαγορεύεται η εγκατάσταση και η λειτουργία µηχανολογικού (π.χ. εναλλάκτες κ.λ.π.) εντός των λεκανών.
- Οι υπέργειες σωληνώσεις για κάθε δεξαµενή ή οµάδα δεξαµενών που βρίσκονται στην ίδια λεκάνη δεν θα πρέπει να διέρχονται µέσα από άλλες λεκάνες. Οι σωληνώσεις όµως αυτές µπορούν να διέρχονται από τα µικρά ενδιάµεσα τοιχεία της ίδιας πάντοτε λεκάνης, όχι όµως και από τα ενδιάµεσα αναχώµατα που υπάρχουν στα ζεύγη των δεξαµενών.
- ∆ρόµοι περιφερειακά των δεξαµενών µε δύο τουλάχιστον
κατευθύνσεις προσέγγισης είναι υποχρεωτικοί. ∆ρόµοι που καταλήγουν σε αδιέξοδο απαγορεύονται.
- ∆εξαµενές σε κοινό ανάχωµα µε υγρά προϊόντα των Κλάσεων Ι, ΙΙ (2) και ΙΙΙ (2) πρέπει να διατηρούν τις αποστάσεις ασφαλείας.
Ακόµα πρέπει να υπάρχει πρόσβαση µέσα στο ανάχωµα και περιφερειακή ελευθερία κίνησης των πυροσβεστικών µέσων. Οι διατάξεις προβλέπουν ανάπτυξη µόνο σε 1 ή 2 παράλληλες σειρές δεξαµενών.
- ∆εξαµενές που γειτνιάζουν µε δοχεία πίεσης ή δοχεία υγραερίων πρέπει να είναι πάντα εντός των προδιαγραφών αποστάσεων ασφαλείας και να περιβάλλονται από ανάχωµα ή τοιχείο. Η απόσταση εξωτερικά του τοιχείου από τα δοχεία πίεσης δεν επιτρέπεται να είναι λιγότερα από 3 µέτρα.
- Απαγορεύεται η συνύπαρξη δεξαµενών πλωτής και σταθερής οροφής σε κοινή λεκάνη ασφαλείας.
4.2.6. ∆εξαµενές Αργού Πετρελαίου
- ∆εξαµενές αργού, κωνικής οροφής, έχουν ανεξάρτητη λεκάνη ασφαλείας. Η τοποθέτησή τους σε οµάδα απαγορεύεται.
- ∆εξαµενές αργού πλωτής οροφής έχουν ανεξάρτητη λεκάνη ασφαλείας ή τοποθετούνται σε ζεύγη σε ανεξάρτητη λεκάνη ασφαλείας. Στη δεύτερη περίπτωση τοποθετείται ένα διαχωριστικό τοιχείο µεταξύ των δεξαµενών ύψους τουλάχιστον 30% του µεγαλύτερου ύψους του κυρίως αναχώµατος.
- Επιτρέπεται να τοποθετηθούν και τρεις δεξαµενές αργού πλωτής οροφής στην ίδια λεκάνη, αλλά µόνο στην περίπτωση που ο συνολικός αριθµός δεξαµενών αργού είναι περιττός. Έτσι για παράδειγµα, εννέα δεξαµενές αργού πλωτής οροφής µπορούν να τοποθετηθούν σε τρεις λεκάνες µε δύο δεξαµενές η κάθε µία και µία λεκάνη µε τρεις δεξαµενές,. Όχι όµως σε τρεις λεκάνες µε τρεις
δεξαµενές η κάθε µία.
4.3. ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙ∆Η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΙΙ (1) ΚΑΙ ΙΙΙ (1)
∆εξαµενές µε προϊόντα Κλάσεων ΙΙ (1) και ΙΙΙ (1) δεν χρειάζονται κανονικές λεκάνες ασφαλείας, αλλά µόνο χαµηλό εξωτερικό τοιχείο της τάξης περίπου 0,5 µέτρα ύψος εφόσον ικανοποιούνται οι παρακάτω προϋποθέσεις:
- ∆ιαθέτουν ασφαλές και επαρκές σύστηµα αποµάκρυνσης µε τη βαρύτητα των µικρών ή µεγάλων διαρροών προς αποµεµακρυσµένο σύστηµα ελαιοσυλλέκτη ή ελαιοδιαχωριστή.
- ∆εν υπάρχει περίπτωση διαφυγής υγρών καυσίµων προς εγκαταστάσεις µε θερµές και επικίνδυνες επεξεργασίες και προς εγκαταστάσεις που πιθανόν θα διαδίδεται ενδεχόµενη φωτιά (π.χ. άλλες δεξαµενές). Επίσης προς γειτονικές εγκαταστάσεις άλλης ιδιοκτησίας ή δηµόσιους δρόµους.
- ∆εν υπάρχει πρόβληµα ρύπανσης του περιβάλλοντος (θάλασσας, ποταµών, λιµνών κ.λ.π.).
- ∆εν υπάρχει περίπτωση να αλλάξει η κατηγορία του προϊόντος εναποθήκευσης στη δεξαµενή.
- ∆εν γειτνιάζει η δεξαµενή µε άλλες δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα άλλης κατηγορίας.
Εφόσον δεν ικανοποιούνται όλες οι παραπάνω προϋποθέσεις, τότε και οι δεξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙ (1) και ΙΙΙ (1), θα αντιµετωπίζονται, όσον αφορά τις λεκάνες ασφαλείας σαν δεξαµενές µε προϊόν εναποθήκευσης κατηγορίας ΙΙ (2) και ΙΙΙ (2).
4.4. ΘΑΜΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΗΜΙΘΑΜΜΕΝΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
Θαµµένες, ηµιθαµµένες ή τελείως καλυµµένες µε χώµα δεξαµενές δεν χρειάζεται να περικλείονται από λεκάνες ασφαλείας.
4.5. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
4.5.1. Ορισµός Χωρητικότητας
Η καθαρή χωρητικότητα της λεκάνης ασφαλείας ενός συγκροτήµατος δεξαµενών που υπάρχουν µέσα σ’ αυτή ή η καθαρή χωρητικότητα σε περίπτωση παρακείµενης φυσικής ή τεχνητής λεκάνης που προστατεύει τις δεξαµενές πρέπει να είναι τέτοιου µεγέθους ώστε:
α. Να είναι ικανή να δεχθεί την ολική χωρητικότητα της δεξαµενής σε περίπτωση που υπάρχει µία µόνο δεξαµενή.
β. Να είναι ικανή να δεχθεί την περιεκτικότητα της µεγαλύτερης δεξαµενής από το συγκρότηµα των δεξαµενών που περικλείει και το 10% της συνολικής χωρητικότητας όλων των δεξαµενών που υπάρχουν µέσα στη λεκάνη.
γ. Σε περίπτωση που η προστασία δεξαµενής ή δεξαµενών γίνεται µε παρακείµενη λεκάνη τύπου ελαιοσυλλέκτη (βλ. σχήµα), τότε το φυσικό ή τεχνητό περιβάλλον της γης πρέπει να προσφέρει µια λεκάνη ικανή να δεχθεί το συνολικό περιεχόµενο της δεξαµενής και σε περίπτωση περισσότερων της µιας δεξαµενών η λεκάνη πρέπει να είναι ικανή να δεχθεί την περιεκτικότητα της µεγαλύτερης δεξαµενής ή το 10% της συνολικής περιεκτικότητας όλων των προστατευοµένων δεξαµενών, όποιο είναι µεγαλύτερο.
4.5.2. Υπολογισµός Χωρητικότητας
Η χωρητικότητα της λεκάνης ασφαλείας κατά της πυρκαγιάς για ένα συγκρότηµα δεξαµενών υπολογίζεται ως εξής:
α. Η χωρητικότητα της λεκάνης ασφαλείας, που περιέχει µία µόνο δεξαµενή, υπολογίζεται από τις γεωµετρικές διαστάσεις της λεκάνης και αφαιρείται ο όγκος της δεξαµενής που υπάρχει από το οριζόντιο επίπεδο που διέρχεται από την κορυφή της λεκάνης ασφαλείας.
β. Η χωρητικότητα της λεκάνης ασφαλείας σε συγκρότηµα
δεξαµενών που περικλείει περισσότερες από µια δεξαµενές, υπολογίζεται από τις γεωµετρικές διαστάσεις της λεκάνης και αφαιρείται ο όγκος όλων των δεξαµενών που υπάρχει κάτω από το οριζόντιο επίπεδο που διέρχεται από την κορυφή της λεκάνης ασφαλείας, χωρίς να αφαιρεθεί ο όγκος των εσωτερικών τοίχων ή αναχωµάτων αν υπάρχουν.
γ. Η χωρητικότητα της λεκάνης ασφαλείας για ένα συγκρότηµα δεξαµενών που δεν περικλείονται στη λεκάνη είναι εκείνη που προκύπτει από τις γεωµετρικές της διαστάσεις, (Περίπτωση δεξαµενών εκτός λεκάνης – ελαιοσυλλέκτης).
4.5.3. Λεκάνες για Συσκευασµένα Προϊόντα
Η λεκάνη ασφαλείας κατά της πυρκαγιάς για χώρους που εναποθηκεύουν συσκευασµένα προϊόντα σε στοιβάδες, πρέπει να είναι ικανή να δεχθεί το 80% του όγκου των συσκευασµένων προϊόντων (π.χ. βαρέλια).
Η χωρητικότητα της λεκάνης ασφάλειας για αποθήκευση
συσκευασµένων πετρελαιοειδών υπολογίζεται από τις γεωµετρικές της διαστάσεις και δεν λαµβάνεται υπόψη ο όγκος που καταλαµβάνουν τα συσκευασµένα προϊόντα που αποθηκεύονται µέσα στη λεκάνη.
1.1. ΟΡΙΣΜΟΣ
Με τον όρο προβλήτες εννοούµε εγκαταστάσεις που επιτρέπουν την προσέγγιση δεξαµενοπλοίων ή µικρότερων σκαφών για φόρτωση/εκφόρτωση καυσίµων και άλλων εύφλεκτων υγρών ή υγροποιηµένων προϊόντων. Οι προβλήτες µπορεί να είναι µικρές εγκαταστάσεις και να εξυπηρετούν πλοιάρια και µικρά σκάφη, αλλά και υπερκατασκευές για την εξυπηρέτηση µεγάλων δεξαµενοπλοίων.
1.2. ΠΡΟ∆ΙΑΓΡΑΦΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
- Τα µέσα που διαθέτει η εγκατάσταση για την φορτοεκφόρτωση πλοίων καθορίζονται από τις τοπογραφικές συνθήκες και πρέπει να σχεδιάζονται έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ασφάλεια και η απόδοση της λειτουργίας της εγκατάστασης. Πρέπει επίσης να λαµβάνονται υπόψη εξωτερικοί παράγοντες όπως η ύπαρξη γειτονικών κινδύνων κ.λπ.
- Για παράδειγµα τα αγκυροβόλια των πλοίων πρέπει να έχουν κανονική απόσταση µεταξύ τους, µε γειτονικές προβλήτες ή αποβάθρες και το δίαυλο πλεύσης. Πρέπει να προβλεφθεί αρκετός χώρος και βάθος του νερού για ελιγµούς των πλοίων και ρυµουλκών σε περίπτωση που είναι απαραίτητο. Αυτό µπορεί να απαιτεί στην αρχή ουσιαστική εκβάθυνση µε αποτέλεσµα να επηρεάζεται η θέση του προβλήτα ή της αποβάθρας.
- Οι προβλήτες και αποβάθρες φόρτωσης/εκφόρτωσης πετρελαιοειδών πρέπει να απέχουν κατ’ ελάχιστο 30 µέτρα από υπερκείµενες γέφυρες, µεγάλες γερανογέφυρες, ανισόπεδους δρόµους, πλωτούς δρόµους, υπερκατασκευές για το υπό τη θάλασσα τούνελ, αλλά και τούνελ εδάφους. Από τις ίδιες εγκαταστάσεις το άκρο των προβλητών όπου καταλήγουν οι αγωγοί θα πρέπει να απέχει τουλάχιστον 60 µέτρα.
- Το κάτω µέρος του προβλήτα πρέπει να είναι κατάλληλα σχεδιασµένο και κατασκευασµένο, ώστε να εξασφαλίζεται αντοχή σε χτυπήµατα, ελαστικότητα και να έχει αντιπυρική προστασία. Για µικρές προβλήτες, ξύλινες κατασκευές είναι αποδεκτές.
2.1. ΠΡΟΒΛΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΒΑΘΡΕΣ
Οι προβλήτες και οι αποβάθρες πρέπει να έχουν σχεδιαστεί και κατασκευαστεί από πεπειραµένους µηχανικούς για να ανταποκρίνονται µε ασφάλεια σε όλα τα
µεγέθη των πλοίων που θα χρησιµοποιούν αυτές τις εγκαταστάσεις και να έχει δοθεί ξεχωριστή προσοχή στις συνθήκες ανέµου, παλιρροιακά ρεύµατα, ωκεάνια διόγκωση, τις τοπικές µεθόδους διακίνησης των πλοίων, το χώρο ελιγµών γύρω από τον προβλήτα ή αποβάθρα και το βάθος του νερού που υπάρχει στο αγκυροβόλιο.
Μπορεί εν προκειµένω να ακολουθούνται και υποδείξεις αναγνωρισµένου ∆ιεθνούς Οδηγού Ασφάλειας ∆εξαµενοπλοίων και Αγκυροβόλιων.
2.2. ΠΡΟΣ∆ΕΣΕΙΣ
Πρέπει να προβλέπονται ασφαλείς προσδέσεις για τη µεγαλύτερη κατηγορία πλοίων που µπορεί να χρησιµοποιήσουν το αγκυροβόλιο στις πιο αντίξοες συνθήκες.
2.3. ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΒΛΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΒΑΘΡΕΣ
- Πρέπει να προβλέπεται ένα ελαστικό περίζωµα που να περιορίζει το αποτέλεσµα της πρόσκρουσης συµπαγών βαρών και να διαµοιράζει σε µια πλατιά επιφάνεια του πλοίου ή της αποβάθρας ή του προβλήτα.
- Όλες οι συνδέσεις των πλοίων µε την ακτή πρέπει να έχουν αρκετή ελαστικότητα που να αποτρέπει ανέβασµα, κατέβασµα, ευθυγράµµιση των πλοίων εξαιτίας της παλίρροιας, των κυµάτων ή των ρευµάτων ως και τις αλλαγές από το εκτόπισµα.
Οι συνδέσεις µεταξύ των σωλήνων της ακτής και των πλοίων πρέπει να γίνονται µε εύκαµπτους σωλήνες ή από µεταλλικούς εισελκόµενους αρθρωτούς βραχίονες ή ένα συνδυασµό και των δύο. Όταν οι εύκαµπτοι σωλήνες έχουν τέτοιο µέγεθος που δεν µπορεί να διακινηθούν µε τα χέρια και µε ασφάλεια πρέπει να διατίθενται ιστοί φόρτωσης ή άλλα ανυψωτικά µηχανήµατα και να λαµβάνεται η αντίστοιχη φροντίδα ώστε οι αναρτήσει του σωλήνα και ο συµπλέκτης ασφάλειας να µη δηµιουργούν µεγάλη καµπυλότητα στο σωλήνα.
Πρέπει να υπάρχει κατάλληλη προσπέλαση µε κλίµακες (σκάλες) ή πλατφόρµες εργασίας που να διευκολύνουν τη χρήση των εύκαµπτων συνδέσεων µεταξύ πλοίου και ακτής.
Οι σωληνώσεις, οι βάνες και ο εξοπλισµός συµπεριλαµβανοµένων των εξαρτηµάτων του ή των τµηµάτων επέκτασης για τη σύνδεση µεταξύ πλοίου και ακτής, πρέπει να είναι κατασκευασµένα από χάλυβα, ή άλλο ισοδύναµο υλικό. Οι σωληνώσεις της ακτής πρέπει να καταλήγουν στα άκρα τους στην παραλία σε χαλύβδινες βάνες ελέγχου οι οποίες πρέπει να είναι τοποθετηµένες σε θέση άµεσα προσιτή για να τεθούν σε λειτουργία σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Οι αντεπιστροφές βάνες πρέπει να είναι προσαρµοσµένες στις σωληνώσεις του προβλήτα της αποβάθρας όσο το δυνατό πλησιέστερα προς τις ενώσεις µε το πλοίο για να αποτρέπουν έκχυση σε περίπτωση βλάβης της εύκαµπτης σύνδεσης του πλοίου µε την ακτή.
Σε περίπτωση σωληνώσεων πάνω σε προβλήτα η τοποθέτηση βανών πάνω ή κοντά σε παράκτιο άκρο του προβλήτα µπορεί να αποτελέσει τρόπο παρεµπόδισης απώλειας προϊόντος σε περίπτωση ζηµιάς.
Για την τοποθέτηση µετρητών πίεσης (µανοµέτρων) πρέπει να τοποθετούνται ή να υπάρχουν υποδοχές σε όλες τις σωληνώσεις της ακτής όσο το δυνατόν πλησιέστερα προς τη σύνδεση του πλοίου µε την ακτή.
Σε περίπτωση σωληνώσεων πάνω σε προβλήτα η τοποθέτηση βανών πάνω ή κοντά σε παράκτιο άκρο του προβλήτα µπορεί να αποτελέσει τρόπο παρεµπόδισης απώλειας προϊόντος σε περίπτωση ζηµιάς.
Για την τοποθέτηση µετρητών πίεσης (µανοµέτρων) πρέπει να τοποθετούνται ή να υπάρχουν υποδοχές σε όλες τις σωληνώσεις της ακτής όσο το δυνατόν πλησιέστερα προς τη σύνδεση του πλοίου, ώστε να είναι ευκρινώς ορατοί από τον υπεύθυνο χειριστή των εύκαµπτων συνδέσεων µεταξύ πλοίου και ακτής και των άλλων εξαρτηµάτων εκφόρτωσης.
Οι καταµετρητές πίεσης που είναι µόνιµα εγκατεστηµένοι εκτίθενται έντονα σε συνθήκες φθοράς και εάν δεν τους παρέχεται αρκετή προστασία από το περιβάλλον είναι προτιµότερο να είναι φορητοί και να φυλάσσονται σε αποθήκη, ώστε να τοποθετούνται µόνο κατά τη διάρκεια των εργασιών.
- Σε µεγάλες εγκαταστάσεις µπορούν να χρησιµοποιηθούν συσκευές καταγραφής ροής, αυτόµατα συστήµατα, διακόπτες ελέγχου χειρισµού από απόσταση και µηχανοκίνητες βάνες.
Ο εξοπλισµός που λειτουργεί αυτόµατα ή µηχανικά πρέπει να σχεδιάζεται έτσι ώστε να παρέχει ασφάλεια σε περίπτωση βλάβης και να είναι κατάλληλος για χειροκίνητη λειτουργία σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
- Είναι επιθυµητό να υπάρχει τηλέφωνο µεταξύ πλοίου και ακτής ή VHF ράδιο – τηλεφωνική επικοινωνία, ιδιαίτερα σε µεγάλες εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών. Ο εξοπλισµός επικοινωνίας πρέπει να είναι κατάλληλου τύπου για τη ζώνη στην οποία προβλέπεται να χρησιµοποιηθεί, ή όπου υπάρχουν µεγάλες αποστάσεις µεταξύ εγκατάστασης και σηµείου φορτοεκφόρτωσης ή προσέγγισης του πλοίου.
2.4. ΥΠΟΒΡΥΧΙΟΙ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΑΓΩΓΟΙ
- Οι υποβρύχιοι πετρελαιοαγωγοί που είναι προέκταση των σωληνώσεων της ακτής σε αγκυροβόλια ανοικτής θάλασσας πρέπει να κατασκευάζονται από υπερενισχυµένους σωλήνες και να είναι κατάλληλα προστατευµένοι κατά της διάβρωσης.
- Οι βάνες των υποβρυχίων αγωγών πρέπει να είναι από χάλυβα και εάν είναι εγκατεστηµένες κάτω από το νερό να είναι µηχανικές, να ελέγχονται εξ αποστάσεως ή να κλείνουν µόνες του και να είναι δυνατόν να λειτουργήσουν χειροκίνητα σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης,. Πρέπει να
τοποθετούνται στην ακτή βάνες αντεπιστροφής.
- Οι συνδέσεις προς το πλοίο πρέπει να γίνονται µέσω διατάξεων που επιπλέουν ή εύκαµπτων σωλήνων.
- Στην τελευταία περίπτωση το άκρο του εύκαµπτου σωλήνα πρέπει να φράσσεται µετά τη χρήση και να σηµειώνεται η θέση του µε ένα σηµαντήρα για να διευκολύνεται η περισυλλογή του .
3.1. ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΠΟΣΟΤΗΤΩΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙ∆ΩΝ ΑΠΟ Ή ΠΡΟΣ ΠΛΟΙΑ
Ισχύουν οι υποδείξεις του ∆ιεθνούς Οδηγού Ασφάλειας ∆εξαµενοπλοίων και Αγκυροβολίων (ΙΟΤΤSG).
3.2. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
- Καθόλη τη διάρκεια φόρτωσης ή εκφόρτωσης ένα ειδικευµένο άτοµο πρέπει να βρίσκεται σε υπηρεσία στην εγκατάσταση και άλλο ένα στο παράκτιο άκρο της σύνδεσης του πλοίου µε την ακτή, ενώ πάνω στο πλοίο πρέπει να βρίσκεται ένας υπεύθυνος αξιωµατικός του πλοίου και να παρακολουθεί και ένα µέλος του πληρώµατος να επιβλέπει στο κατάστρωµα.
- Πρέπει να γίνονται συχνά έλεγχοι των συνδέσεων του πλοίου µε την ακτή όπως επίσης και στους µετρητές πίεσης (µανόµετρα).
- Όλο το προσωπικό του πλοίου που διέρχεται από τις εγκαταστάσεις της ξηράς για ανάπαυση ή αναψυχή πρέπει να ενηµερώνεται για τους κανονισµούς της εγκατάστασης όσον αφορά το κάπνισµα ή τη χρήση γυµνού φωτισµού.
3.2. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
- ΄Όλοι οι κανονισµοί των Αρχών του λιµένος και της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, καθώς και οι κανονισµοί λειτουργίας της εγκατάστασης πρέπει να λαµβάνονται υπόψη και ο υπεύθυνος της εγκατάστασης ή ο εξουσιοδοτηµένος εκπρόσωπός του πρέπει να έχει το δικαίωµα κάθε στιγµή να επιβιβάζεται στα πλοία για να εξακριβώνει ότι οι κανονισµοί και δεν παραβιάζονται και εάν παραβιάζονται να σταµατά η φόρτωση ή εκφόρτωση του προϊόντος αµέσως.
- Μία περίληψη των σχετικών κανονισµών του λιµένα και της εγκατάστασης πρέπει να δίνεται στον Κυβερνήτη του σκάφους κατά την άφιξη και πρέπει να συµφωνούνται οι διαδικασίες για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης ή πυρκαγιάς.
- Στην περιοχή της εκφόρτωσης ή φόρτωσης πλοίου πρέπει να υπάρχουν µόνιµες πινακίδες που να αναφέρουν:
∆ΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟ∆ΟΣ ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ
∆ΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΤΑ ΓΥΜΝΑ ΦΩΤΑ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ
3.4. ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Πρέπει να υπάρχει ένα αποτελεσµατικό σύστηµα επικοινωνίας ανάµεσα σε όλο το προσωπικό που ασχολείται µε τις εργασίες για να εξασφαλίζεται ότι αυτές εκτελούνται µε ασφαλή τρόπο και ότι µπορεί να ληφθεί άµεση δράση σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
3.5. ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΚΥΡΟΒΟΛΗΣΗ
Ισχύει ότι προβλέπεται από τον IOTTSG για :
- Αγκυροβόλια σε προβλήτες ή αποβάθρες
- Αγκυροβόλιο πάνω σε σηµαντήρα
3.6. ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ ΓΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗ Ή ΠΑΡΑ∆ΟΣΗ ΦΟΡΤΙΩΝ ΧΥΜΑ
- Ο υπεύθυνος της εγκατάστασης ή ο αντιπρόσωπός του πρέπει να συζητήσει και να συµφωνήσει µε τον υπεύθυνο αξιωµατικό του πλοίου για την σειρά των εργασιών, τη µέγιστη πίεση και ροή άντλησης κάθε προϊόντος και ένα σύστηµα σήµανσης για τον έλεγχο φόρτωσης ή εκφόρτωσης συµπεριλαµβανοµένης της διακοπής σε έκτακτη ανάγκη.
Πριν αρχίσει η διακίνηση του φορτίου πρέπει να επιβεβαιωθεί ότι όλο το προσωπικό είναι ενήµερο των συµφωνηµένων διαδικασιών, των ελέγχων και των κανόνων ασφαλείας. Γι’ αυτό το λόγο συνιστάται να χρησιµοποιείται ένας πρότυπος Κατάλογος Ελέγχου Ασφάλειας Πλοίων/Ακτής και τύπος επιστολής προς τους Κυβερνήτες των πλοίων.
- Ο αντιπρόσωπος της εγκατάστασης πρέπει να διαπιστώνει ότι οι παραλαµβάνουσες δεξαµενές έχουν αρκετό κενό χώρο και ότι είναι κατάλληλες να παραλάβουν φορτίο. Αναγνώσεις µετρήσεων µε ράβδους, εµβάπτιση, διακένων και ενδείξεις µετρητών τόσο των δεξαµενών του πλοίου, όσο και της ακτής πρέπει να λαµβάνονται πριν από την έναρξη των εργασιών.
- Οι δεξαµενές του πλοίου και της ακτής πρέπει επίσης να ελέγχονται σε κανονικά διαστήµατα κατά τη διάρκεια των εργασιών για περίπτωση εκροής ή ανάµιξης του προϊόντος ή κινδύνου υπερχείλισης της δεξαµενής.
Κατά την προκαταρτική µέτρηση µπορούν να καταγραφούν οι θερµοκρασίες, να ληφθούν δείγµατα και να γίνουν έλεγχοι για παρουσία νερού.
- Πριν από και κατά τη διάρκεια εκφόρτωσης των πλοίων που µεταφέρουν πετρελαιοειδή και άλλες κατηγορίες υγρών καυσίµων πρέπει να ελέγχονται τα σηµεία ανάφλεξης των προϊόντων για να εξασφαλίζεται ότι δεν έχει συµβεί ανάµειξη προϊόντων.
- Όταν φορτώνεται ένα πλοίο πρέπει να γίνονται όπου είναι αναγκαίο έλεγχοι των σηµείων ανάφλεξης πριν από και κατά τη διάρκεια της φόρτωσης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν έχει συµβεί ανάµειξη προϊόντος .
3.7. ΠΑΡΕΜΠΟ∆ΙΣΗ ΕΚΧΥΣΗΣ ΣΕ Υ∆ΡΟΡΟΕΣ
- Τα πλοία πρέπει να είναι αγκυροβοληµένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι συνδέσεις εκφόρτωσης και φόρτωσης του πλοίου να βρίσκονται όσο το δυνατόν πιο κοντά στις συνδέσεις των σωληνώσεων της ακτής.
- Καθόλη τη διάρκεια της εκφόρτωσης ή φόρτωσης του φορτίου πρέπει να δοθεί µεγάλη προσοχή ώστε να αποφευχθεί καταπόνηση ή ζηµιά των εύκαµπτων συνδέσεων του πλοίου µε την ακτή.
- Ίσως να χρειασθεί µια προσαρµογή των εύκαµπτων συνδέσεων κατά τη διάρκεια της εκφόρτωσης ή φόρτωσης για να αντισταθµιστεί η κίνηση του πλοίου.
- Προ της διακοπής της σύνδεσης του πλοίου µε την ακτή οι εύκαµπτες συνδέσεις πρέπει όσο το δυνατόν περισσότερο να απαλλαγούν από το προϊόν που έχει αποµείνει πρέπει να συγκεντρωθεί και να µην επιτραπεί να διαφύγει µέσα σε ρεύµατα νερού. Πρέπει να εφαρµόζονται τυφλές φλάντζες στα ανοικτά άκρα των παράκτιων σωληνώσεων.
3.8. ΕΡΜΑ, ΑΠΑΕΡΙΩΣΗ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ, ΟΤΑΝ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΑΓΚΥΡΟΒΟΛΗΜΕΝΑ ΣΕ ΠΡΟΒΛΗΤΑ Ή ΑΠΟΒΑΘΡΑ
- Οι εργασίες ερµατισµού εντός δεξαµενών κατά τη διάρκεια εκφόρτωσης του πλοίου πρέπει να γίνονται µόνο κατόπιν συµφωνίας µε τον υπεύθυνο της εγκατάστασης ή εξουσιοδοτηµένο αντιπρόσωπό του.
- Η αποµάκρυνση υδάτινου έρµατος ενώ το πλοίο βρίσκεται στην εγκατάσταση πρέπει να γίνεται σύµφωνα µε τις ανάλογες υποδείξεις.
- Απαερίωση ή καθαρισµός δεξαµενής κατά τη διάρκεια αγκυροβολίας σε προβλήτα ή αποβάθρα µε σκοπό τη φόρτωση διαφορετικού προϊόντος σε δεξαµενές του πλοίου ή τη φόρτωση καθαρού έρµατος ή επισκευές, µπορούν να γίνουν µόνο κατόπιν συµφωνίας µεταξύ του πλοίου και της διεύθυνσης της εγκατάστασης. Σε όλες τις περιπτώσεις πρέπει να γίνουν όλοι οι έλεγχοι και να ληφθούν οι προφυλάξεις που απαιτούνται σαν να πρόκειται για πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι.
3.9. ΣΩΛΗΝΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΠΡΟΒΛΗΤΕΣ
- Οι σωληνώσεις στα αγκυροβόλια εκφόρτωσης και φόρτωσης πρέπει να σηµαίνονται ευκρινώς ώστε να αναγνωρίζεται το προϊόν για το οποίο χρησιµοποιούνται.
- Πριν από την έναρξη των εργασιών οι σωληνώσεις πρέπει να ελέγχονται για να εξασφαλίζεται ότι:
Οι βάνες εργάζονται καλώς
Οι προσωρινές ή µόνιµες τυφλές φλάντζες στις σωληνώσεις είναι επαρκώς στερεωµένες και αρκετά στερεές για να αντέξουν στην πίεση που µπορεί να υποστούν κατά την άντληση.
- Όταν µια γραµµή σωλήνωσης που χρησιµοποιείται και για εκφόρτωση και για φόρτωση, χρησιµοποιείται για τη φόρτωση και οι βάνες ελέγχου στο άκρο του σωλήνα που καταλήγει στον προβλήτα ή αποβάθρα πρέπει να ανοιχθούν ο σωλήνας και οι εύκαµπτες συνδέσεις του πλοίου στην ακτή πρέπει να ελέγχονται συνεχώς κατά τη διάρκεια των εργασιών φόρτωσης.
- Ο χειριστής που είναι υπεύθυνος για τις εύκαµπτες συνδέσεις του πλοίου µε την ακτή και τον εξοπλισµό εκφόρτωσης πρέπει συνεχώς να ελέγχει τους µετρητές πίεσης.
Στην περίπτωση υπερβολικής ανόδου της πίεσης να φροντίζει να σταµατήσουν αµέσως οι εργασίες άντλησης, έως ότου εξαλειφθεί η αιτία.
Οι µετρητές πίεσης πρέπει περιοδικά να ελέγχονται και να βαθµολογούνται από την αρχή.
- Οι σωληνώσεις πρέπει να επιθεωρούνται σε όλο το µήκος τους σε τακτά χρονικά διαστήµατα
3.10. ΕΥΚΑΜΠΤΕΣ ΣΥΝ∆ΕΣΕΙΣ ΠΛΟΙΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΑΚΤΗ
- Εάν η σύνδεση του πλοίου µε την ακτή γίνεται µέσω ενός εύκαµπτου σωλήνα πρέπει αυτός να έχει αρκετό µήκος για να επιτρέπει ελεύθερη κίνηση σε όλες τις καταστάσεις παλίρροιας και για όλα τα εκτοπίσµατα του πλοίου. Τα µεγάλα µήκη του σωλήνα πρέπει να υποβαστάζονται επαρκώς, ώστε να αποφεύγονται υπερβολικές κάµψεις, καταπονήσεις και τριβές.
- Πρέπει να γίνεται επιθεώρηση κατά µήκος του εύκαµπτου σωλήνα για τη γενική του κατάσταση προτού χρησιµοποιηθεί. Οι σωλήνες πρέπει να βρίσκονται σε καλή κατάσταση χωρίς σοβαρά ελαττώµατα της ενίσχυσης
και δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται για εργασίες που έχουν πιθανότητα να εξασκήσουν πίεση περισσότερη από όση είναι η πίεση κατασκευής. Πρέπει να µεταφέρονται µε κατάλληλα µέσα και να µη ρυµουλκούνται, κυλιόνται ή τραβιούνται. Πρέπει να φυλάσσονται καλά όταν δεν χρησιµοποιούνται ώστε να αποφεύγεται πιθανή βλάβη ή φθορά τους.
- Οι εύκαµπτοι σωλήνες πρέπει να δοκιµάζονται σε υδροστατική πίεση κατά τακτά χρονικά διαστήµατα.
Η περίοδος ανάµεσα στους ελέγχους όπως και η πίεση δοκιµής θα εξαρτηθεί από τη συχνότητα της χρήσης και τις τοπικές συνθήκες λειτουργίας, αλλά σε καµία περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 12 µήνες.
Πρέπει να τηρείται µια κατάσταση που να καταγράφονται οι δοκιµές αυτές µαζί µε τα κατασκευαστικά χαρακτηριστικά αναγνώρισης κάθε εύκαµπτου σωλήνα.
Οι εύκαµπτοι σωλήνες που χρησιµοποιούνται για πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι και έχουν ενσωµατωµένη ηλεκτρική γεφύρωση πρέπει να ελέγχονται κατά κανονικά διαστήµατα για ηλεκτρική συνέχεια.
- Ο µηχανισµός χειρισµού των εύκαµπτων σωλήνων πρέπει να ελέγχεται περιοδικά όπως απαιτείται από τους εθνικούς κανονισµούς, αλλά η περίοδος µεταξύ των δοκιµών δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 12 µήνες.
- Εάν η σύνδεση του πλοίου µε την ακτή γίνεται µέσω µεταλλικών εισελκοµένων αρθρωτών βραχιόνων, πρέπει να ληφθούν προφυλάξεις ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν θα υπόκεινται σε µετακίνηση, δεν θα λειτουργούν κατά τη διάρκεια µεγάλων ταχυτήτων ανέµου που υπερβαίνουν τα όρια για τα οποία είναι σχεδιασµένοι και ότι δεν θα υποστούν απρόβλεπτη ένταση στο σηµείο σύνδεσης µε το πλοίο σε όλες τις καταστάσεις παλίρροιας και στα διάφορα εκτοπίσµατα του πλοίου.
- Οι µεταλλικές βραχίονες πρέπει να ελέγχονται περιοδικά, όπως υποδεικνύεται από τον κατασκευαστή και το χρονικό διάστηµα µεταξύ των ελέγχων θα εξαρτάται από την συχνότητα χρήσης και τις τοπικές συνθήκες εργασίας.
3.11. ΑΓΚΥΡΟΒΟΛΙΑ ΝΑΥ∆ΕΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΒΡΥΧΙΕΣ ΣΩΛΗΝΩΣΕΙΣ
- Τα ναύδετα, οι σωληνώσεις ναυδέτων, οι εύκαµπτοι σωλήνες και οι υποβρύχιες σωληνώσεις πρέπει να επιθεωρούνται τακτικά από δύτη, όπου χρειάζεται και πρέπει να κρατείται µητρώο γι’ αυτό τον έλεγχο και τη συντήρηση.
- Όλες οι υποβρύχιες εύκαµπτες σωληνώσεις πρέπει να ανελκύονται στην επιφάνεια εάν ένα τµήµα σωλήνα παρουσιάζει ενδείξεις φθοράς ή ζηµιάς, ή εάν παρουσιασθεί στο σωλήνα τσάκισµα.
3.12. ΕΚΧΥΣΗ Ή ∆ΙΑΡΡΟΗ
- Στην περίπτωση έκχυσης ή διαρροής, πρέπει να σταµατήσουν αµέσως όλες οι εργασίες εκφόρτωσης ή φόρτωσης και να κλείσουν το ταχύτερο δυνατό όλες οι βάνες που είχαν ανοιχτεί. Οι εργασίες δεν πρέπει να ξαναρχίσουν µέχρι να δοθεί σχετική άδεια µετά από συνεννόηση µεταξύ του υπεύθυνου της εγκατάστασης και του υπεύθυνου αξιωµατικού του πλοίου.
- Εάν διαφύγει πετρελαιοειδές στη θάλασσα, σε εκβολές ποταµών, σε µεγάλους ποταµούς ή λίµνες, τότε το πετρελαιοειδές µπορεί πολλές φορές να περισυλλεγεί από ειδικά σχεδιασµένα πλωτά φράγµατα.
3.13. ΠΑΡΑΛΑΒΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑ∆ΟΣΗ ΣΥΣΚΕΥΑΣΜΕΝΩΝ ΦΟΡΤΙΩΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΑΠΟ ΠΛΟΙΑ
- Οι υποδείξεις του ∆ιεθνούς Οδηγού Ασφαλείας ∆εξαµενών Πλοίων και Αγκυροβολίων συνιστάται να ακολουθούνται στις εργασίες διακινήσεως συσκευασµένων προϊόντων πετρελαιοειδών προς ή από πλοία.
- Τα µέσα που διαθέτει η εγκατάσταση για την φορτοεκφόρτωση πλοίων καθορίζονται από τις τοπογραφικές συνθήκες και πρέπει να σχεδιάζονται έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ασφάλεια και η απόδοση της λειτουργίας της εγκατάστασης. Πρέπει επίσης να λαµβάνονται υπόψη εξωτερικοί παράγοντες όπως η ύπαρξη γειτονικών κινδύνων κ.λπ.
- Για παράδειγµα τα αγκυροβόλια των πλοίων πρέπει να έχουν κανονική απόσταση µεταξύ τους, µε γειτονικές προβλήτες ή αποβάθρες και το δίαυλο πλεύσης. Πρέπει να προβλεφθεί αρκετός χώρος και βάθος του νερού για ελιγµούς των πλοίων και ρυµουλκών σε περίπτωση που είναι απαραίτητο. Αυτό µπορεί να απαιτεί στην αρχή ουσιαστική εκβάθυνση µε αποτέλεσµα να επηρεάζεται η θέση του προβλήτα ή της αποβάθρας.
- Οι προβλήτες και αποβάθρες φόρτωσης/εκφόρτωσης πετρελαιοειδών πρέπει να απέχουν κατ’ ελάχιστο 30 µέτρα από υπερκείµενες γέφυρες, µεγάλες γερανογέφυρες, ανισόπεδους δρόµους, πλωτούς δρόµους, υπερκατασκευές για το υπό τη θάλασσα τούνελ, αλλά και τούνελ εδάφους. Από τις ίδιες εγκαταστάσεις το άκρο των προβλητών όπου καταλήγουν οι αγωγοί θα πρέπει να απέχει τουλάχιστον 60 µέτρα.
- Το κάτω µέρος του προβλήτα πρέπει να είναι κατάλληλα σχεδιασµένο και κατασκευασµένο, ώστε να εξασφαλίζεται αντοχή σε χτυπήµατα, ελαστικότητα και να έχει αντιπυρική προστασία. Για µικρές προβλήτες, ξύλινες κατασκευές είναι αποδεκτές.
Με τον όρο υγραέρια ή LPG εννοούµε το φάσµα των υγροποιηµένων ελαφρών υδρογονανθράκων που παράγεται κατά την επεξεργασία του Αργού Πετρελαίου.
Αυτά κυρίως αποτελούνται από µίγµα:
Προπανίου, Προπυλενίου C3,
Βουτανίου, Βουτυλενίου C4
Ενώ σε µικρές ποσότητες συνυπάρχουν υδρογονάνθρακες της σύστασης C2 και C5
Ο κύκλος δραστηριοτήτων που έχουν σχέση µε τα υγραέρια είναι :
- Παραγωγή
- Αποθήκευση
- Μεταφορά
- Γεµιστήρια/Εµφιαλωτήρια
Επειδή τα υγραέρια είναι άοσµα για λόγους ασφάλειας υπόκεινται σε “Όσµηση”. Αυτή επιτυγχάνεται µε την προσθήκη ελαχίστων ποσοτήτων µερκαπτανών στην αρχική φάση της αποθήκευσης στα ∆ιυλιστήρια και διευκολύνει την άµεση ανίχνευση δια της οσµής και ελαχίστης ακόµα ποσότητας υγραερίου στην ατµόσφαιρα.
2.1. Είναι αέρια σε κανονικές συνθήκες θερµοκρασίας και πίεσης, αλλά µπορούν να υγροποιούνται σε µέσες πιέσεις. Εάν η πίεση στη συνέχεια µειωθεί γίνονται εκ νέου αέρια.
2.2. Σαν υγρά, καταλαµβάνουν περίπου το 1/250 του χώρου (όγκου) που χρειάζονται εάν αποθηκευθούν υπό αέρια φάση. Από εµπορική άποψη είναι λοιπόν πρακτικό να αποθηκεύονται και να διακινούνται οι υδρογονάνθρακες αυτοί σε υγρή φάση παρά σε αέρια.
2.3. Τα δύο υγραέρια σε γενική χρήση είναι γνωστά σαν βουτάνιο και προπάνιο του εµπορίου ή µίγµατα αυτών. Τα χαρακτηριστικά και η σύνθεση των προϊόντων αυτών καθορίζονται στις αντίστοιχες ελληνικές προδιαγραφές.
2.4. Τα υγραέρια αποθηκεύονται σε υγρή φάση είτε στη θερµοκρασία του περιβάλλοντος υπό µέση πίεση ή υπό ψύξη σε χαµηλότερη πίεση. Εάν η θερµοκρασία αποθήκευσης είναι επαρκώς χαµηλή, τα υγραέρια µπορούν να αποθηκευθούν στην ατµοσφαιρική πίεση.
2.5. Σε κανονική θερµοκρασία το βουτάνιο του εµπορίου έχει τάση ατµών γύρω στα 2 BAR και το προπάνιο του εµπορίου 7 BAR.
2.6. Τα υγραέρια είναι άχρωµα και το βάρος του υγρού υγραερίου είναι περίπου ίσο µε το µισό του βάρους, ισοδύναµου όγκου νερού.
2.7. Οι ατµοί (αέρια φάση) του υγραερίου είναι πυκνότεροι του αέρα. Γι’ αυτό η αέρια φάση του υγραερίου ρέει στο έδαφος και στις αποχετεύσεις και συσσωρεύεται στο χαµηλότερο σηµείο της περιοχής. Σε συνθήκες άπνοιας κάθε συγκέντρωση υγραερίου απαιτεί κάποιο χρονικό διάστηµα για τον διασκορπισµό της.
2.8. Όταν είναι αναµειγµένο µε τον αέρα, υπό ορισµένες συνθήκες το υγραέριο σχηµατίζει εκρηκτικό µίγµα. Η περιοχή εκρηκτικού µίγµατος εκτείνεται από περίπου 2% αέρια φάση υγραερίου στον αέρα (κατώτερο όριο) µέχρι περίπου 10% (ανώτερο όριο). Εκτός αυτής της περιοχής οποιοδήποτε µίγµα είναι πολύ φτωχό ή πολύ πλούσιο για να διαδώσει τη φλόγα. Εντός αυτής της περιοχής υπάρχει κίνδυνος έκρηξης. Μικρές ποσότητες υγρού υγραερίου µπορούν να δηµιουργήσουν µεγάλους όγκους µίγµατος αερίου υγραερίου – αέρα και έτσι να προξενήσουν σηµαντικές ζηµιές. Μπορεί να χρησιµοποιηθεί ένας κατάλληλα ρυθµισµένος ανιχνευτής εκρηκτικού µίγµατος (EXPLOSIMETER) για να ελεγχθεί η συγκέντρωση του υγραερίου στον αέρα. ∆εν επιτρέπεται σε καµία περίπτωση η χρήση γυµνής φλόγας για τον έλεγχο διαρροής.
2.9. Λόγω των χαρακτηριστικών που περιγράφονται στις παραγράφους 2.12 και 2.13 οποιοδήποτε µίγµα αερίου υγραερίου – αέρα που δηµιουργείται από διαρροή ή άλλη αιτία, µπορεί να ανάψει σε κάποια απόσταση από το σηµείο διαφυγής και η φλόγα να επιστρέψει προς τα πίσω στην αρχική πηγή διαρροής
2.10. Η αέρια φάση του υγραερίου δηµιουργεί ελαφρή αναισθησία και µπορεί επίσης να προξενήσει ασφυξία, εάν υπάρχει σε αρκετά υψηλές συγκεντρώσεις, λόγω έλλειψης οξυγόνου.
2.11. Στο υγραέριο προσδίδεται οσµή πριν να διανεµηθεί, µε την προσθήκη οσµογόνου ουσίας όπως η αιθυλοµερκαπτάνη ή το διµεθυλοσουφλίδιο, ώστε να καταστεί δυνατή η ανίχνευση του αερίου, µέσω της όσφρησης, σε συγκεντρώσεις µικρότερες από το 1/5 του κατώτερου ορίου εκρηκτικότητας (π.χ. περίπου 0,4 % αέριο στον αέρα). Σε µερικές περιπτώσεις όµως, όπου η οσµογόνος ουσία είναι βλαπτική για ορισµένη παραγωγική διαδικασία ή δεν εξυπηρετεί σαν προειδοποίηση, δεν προσδίδεται στο υγραέριο οσµή.
2.12. ∆ιαφυγή του υγραερίου µπορεί να ανιχνευτεί και µε άλλον τρόπον πλην της οσµής. Όταν το υγρό αεροποιείται, η ψυκτική επίδραση στον περιβάλλοντα αέρα προκαλεί συµπύκνωση ή ακόµα και ψύξη των υδρατµών του. Αυτό µπορεί να γίνει φανερό ως “δρόσος” στο σηµείο διαφυγής και έτσι είναι ευκολότερο να διαπιστωθεί η διαρροή.
2.13. Λόγω της ταχείας εξαερίωσης και της συνακόλουθης πτώσης της θερµοκρασίας, το υγραέριο µπορεί να προκαλέσει σοβαρά εγκαύµατα αν έρθει σε επαφή µε αέρια. Οι χειριστές πρέπει να χρησιµοποιούν προστατευτικά µέσα, όπως γάντια και γυαλιά εάν είναι ενδεχόµενο να εκτεθούν σε τέτοιες βλαπτικές επιδράσεις.
2.14. Εάν δοχείο που περιέχει υγραέριο εκκενωθεί µπορεί να περιέχει ακόµα υγραέριο σε αέρια µορφή και είναι δυνατό να είναι επικίνδυνο. Σ’ αυτή τη µορφή η εσωτερική πίεση είναι σχεδόν ίση µε την ατµοσφαιρική, και αν η βάνα
αφήνεται ανοικτή, ο αέρας µπορεί να διαχυθεί µέσα στο δοχείο σχηµατίζοντας εκρηκτικό µίγµα και δηµιουργώντας κίνδυνο έκρηξης, ενώ το υγραέριο µπορεί να διαφεύγει προς την ατµόσφαιρα.
3.1. ΣΚΟΠΟΣ
Αυτό το µέρος του κανονισµού καλύπτει τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγραερίων αποθήκευσης σε ∆ιυλιστήρια και λοιπές Βιοµηχανίες Πετρελαίου.
3.2. ∆ΙΑΤΑΞΗ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
3.2.1. Αποθήκευση υπό Πίεση – ∆ιάταξη και Αποστάσεις
Οι δεξαµενές αποθήκευσης υγραερίου εγκαθίστανται κανονικά πάνω από το έδαφος (υπέργειες) ή κάτω από αυτό (υπόγειες). ∆εν επιτρέπεται να εγκαθίστανται σε στεγασµένους χώρους, ούτε σε ταράτσες κτιρίων.
Οι αποστάσεις που δίνονται στον πίνακα 1 είναι οι ελάχιστες επιτρεπόµενες και αναφέρονται στην οριζόντια απόσταση σε κάτοψη µεταξύ των πλησιέστερων σηµείων της δεξαµενής και ενός χαρακτηριστικού στοιχείου της εγκατάστασης (π.χ. γειτονική δεξαµενή, κτίριο, όριο ιδιοκτησίας).
Οι αποστάσεις αφορούν και σφαιρικές και κυλινδρικές δεξαµενές. Οι αποστάσεις του πίνακα 2 είναι οι ελάχιστες επιτρεπόµενες µεταξύ των χαρακτηριστικών στοιχείων της εγκατάστασης που αναφέρονται στον πίνακα.
Εάν µεταξύ δεξαµενής και χαρακτηριστικού στοιχείου εντός της εγκατάστασης, άλλου πλην δεξαµενής, παρεµβάλλονται ειδικοί διαχωριστικοί τοίχοι από άκαυστο υλικό (π.χ. τούβλα, µπετόν κλ.π), οι αναγραφόµενες στον πίνακα 1 αποστάσεις ασφαλείας µπορούν να µειωθούν εφόσον η δεξαµενή υγραερίου έχει χωρητικότητα µέχρι και
300 m3 . Οµοίως µπορούν να µειωθούν και οι αποστάσεις του πίνακα 2 µεταξύ των λοιπών χαρακτηριστικών στοιχείων της εγκατάστασης µε την παρεµβολή διαχωριστικών ως ανωτέρω τοίχων. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι διαχωριστικοί τοίχοι πρέπει να εξασφαλίζουν ότι ο συντοµότερος δρόµος (παρακαµπτήριος του τοίχου), από το τυχόν σηµείο διαρροής υγραερίου µέχρι το υπόψη χαρακτηριστικό στοιχείο της εγκατάστασης δεν είναι µικρότερος από τον αναγραφόµενο στον πίνακα 1 ή 2. Η απόσταση από τον τοίχο εκάστου των διαχωριζοµένων στοιχείων πρέπει να είναι τουλάχιστον 2 µέτρα.
Οι αναγραφόµενες στον πίνακα 1 αποστάσεις µεταξύ των δεξαµενών δεν επιτρέπεται να µειωθούν έστω και αν παρεµβάλλεται διαχωριστικός τοίχος.
Οι αποστάσεις των στοιχείων της εγκατάστασης από τα όρια της ιδιοκτησίας εµπίπτουν και στις διατάξεις του ΓΟΚ, στις περιπτώσεις όπου απαιτείται για την εγκατάστασή τους οικοδοµική άδεια.
Το ύψος του διαχωριστικού τοίχου, ανάλογα και µε τη θέση του µεταξύ δεξαµενής και χαρακτηριστικού στοιχείου, καθορίζεται σύµφωνα µε το παρακάτω σχήµα 1.
Οι διαχωριστικοί τοίχοι µπορεί να είναι κάθετοι ή παράλληλοι µεταξύ τους, αλλά όχι παραπάνω από δύο.
ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΤΙΚΗ ΒΑΛΒΙ∆Α
Σχήµα 1. Το ύψος του τοίχου προσδιορίζεται – ανάλογα µε τη θέση του
– τραβώντας µια γραµµή που ξεκινά 1 m υψηλότερα από την ανακουφιστική βαλβίδα της δεξαµενής ή το υψηλότερο σηµείο του στοιχείου και καταλήγει επί του εδάφους σε οριζόντια απόσταση καθοριζόµενη από τους σχετικούς πίνακες αποστάσεων ασφαλείας για το έτερο διαχωριζόµενο στοιχείο.
3.2.2. ∆ιαρροές Υγραερίων – Προστατευτικά Τοιχεία
∆εν απαιτείται η κατασκευή συµβατικών λεκανών ασφαλείας γύρω από δεξαµενές αποθήκευσης υγραερίου υπό πίεση που είναι κατασκευασµένες σύµφωνα µε την παράγραφο 4.
Το έδαφος κάτω από τις δεξαµενές πρέπει να επενδύεται µε σκυρόδεµα ή να είναι συµπαγές και να είναι κεκλιµένο, ώστε:
- Να παρεµποδίζεται η συγκέντρωση οποιουδήποτε υγρού κάτω από τις δεξαµενές και
- Να εξασφαλίζεται η διοχέτευση υγραερίου µακριά από τις
δεξαµενές και κάθε επικίνδυνη περιοχή.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Όπου όλες οι συνδέσεις του δοχείου οµαδοποιούνται σε µια άκρη, όλες οι παραπάνω προϋποθέσεις πρέπει να πληρούνται µόνο κάτω από τις συνδέσεις.
2. Πρέπει να προβλεφθεί ώστε να αποµακρύνεται από τις δεξαµενές και κάθε άλλη επικίνδυνη περιοχή το νερό ψύξης σε περίπτωση πυρκαγιάς.
Τοιχεία διαχωρισµού, χαµηλά για αποφυγή παγίδευσης αερίου, µέγιστου ύψους 900 χιλιοστών απαιτούνται για να κατευθύνουν και να διατηρούν τη διαρροή σε κατάλληλους χώρους µακριά από τις δεξαµενές και τις άλλες επικίνδυνες περιοχές.
Για την αποφυγή σχηµατισµού θυλακίων αερίου, που θα µπορούσαν να επηρεάσουν δυσµενώς την ασφάλεια των δεξαµενών, η γειτνίαση των δεξαµενών αποθήκευσης υγραερίου πρέπει να είναι ελεύθερη από αύλακες, κοιλότητες ή ανοίγµατα, εκτός από εκείνα που κατ’ ανάγκη
απαιτούνται για τη συγκέντρωση της διαρροής.
Οι δεξαµενές αποθήκευσης υγραερίου πρέπει να τοποθετούνται σε αρκετά µεγάλες αποστάσεις από δεξαµενές αποθήκευσης υγρού οξυγόνου ή άλλες επιβλαβείς επικίνδυνες ουσίες και πάντοτε κατόπιν σχετικής άδειας εγκατάστασης από την αρµόδια Υπηρεσία, για τις απαιτούµενες (επιτρεπόµενες) αποστάσεις. Σε κάθε περίπτωση, καµία δεξαµενή υγραερίου δεν πρέπει να τοποθετείται σε λεκάνη ή περιοχή όπου υπάρχει διαρκής πηγή θερµότητας (π.χ. σωληνώσεις µεταφοράς ατµού) ή µέσα σε περίφραγµα ή περιοχή (λεκάνη) που υπάρχουν δεξαµενές άλλων προϊόντων ή χηµικών ουσιών.
Σηµείωση : Οι ανωτέρω χωρητικότητες νοούνται για κάθε µία δεξαµενή, εκτός εάν ρητά αναφέρεται ή έννοια της οµάδας.
1. Αν δεν υπάρχει σηµείο µετάγγισης, τότε η απόσταση εννοείται από τις παρειές του µεταφορικού µέσου.
2. Στην κατηγορία αυτή των φιαλών υπάγονται οι φιάλες που είναι αποθηκευµένες εκτός του χώρου του εµφιαλωτηρίου και αποτελούν χωριστή αποθήκη φιαλών.
3.2.3. Αποθήκευση υπό Πίεση - ∆ιάταξη ∆εξαµενών
Η διάταξη και η οµαδοποίηση των δεξαµενών, εκτός από τις αποστάσεις ασφαλείας, πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη την προσπέλαση πυροσβεστικών οχηµάτων και µέσων και την αποφυγή διαρροών από τις δεξαµενές προς άλλες δεξαµενές και λοιπές επικίνδυνες περιοχές. Ο αριθµός των δεξαµενών αποθήκευσης ανά οµάδα, δεν πρέπει να υπερβαίνει τις έξη (6), οι δε αποστάσεις ασφαλείας που αναφέρονται στον πίνακα 1 προσδιορίζονται έχοντας υπόψη τόσο την χωρητικότητα της µεγαλύτερης δεξαµενής όσο και της οµάδας (λαµβάνεται η µεγαλύτερη απόσταση). Κάθε δεξαµενή στην οµάδα πρέπει να απέχει τουλάχιστον 15 µέτρα, από κάθε δεξαµενή άλλης οµάδας, εκτός εάν έχει ανεγερθεί τοίχος προστασίας από ακτινοβολία θερµότητας µεταξύ των οµάδων, οπότε η απόσταση αυτή µπορεί να µειωθεί στο µισό.
3.2.4. Αποθήκευση υπό Πίεση - Περίφραξη
Για εγκαταστάσεις εκτός των κεντρικών εγκαταστάσεων του ∆ιυλιστηρίου, προκειµένου να αποφευχθεί η είσοδος άσχετων προσώπων ή παραβιάσεις, η περιοχή που περιλαµβάνει δεξαµενές και αντλητικό εξοπλισµό πρέπει να περιφράσσεται µε συρµατόπλεγµα βιοµηχανικού τύπου ύψους τουλάχιστον 2,2 m σε απόσταση τουλάχιστον 1,5 m από τις δεξαµενές ή τις αντλίες, εκτός όπου η περίφραξη συµπίπτει µε όριο ιδιοκτησίας της όλης εγκατάστασης, οπότε πρέπει να τηρούνται οι αποστάσεις του πίνακα 2.
Η περίφραξη αυτή πρέπει να έχει τουλάχιστον δύο εξόδους, όχι γειτονικές µεταξύ τους. Οι πόρτες των εξόδων πρέπει να ανοίγουν προς τα έξω και να παρέχουν εύκολη διέξοδο.
3.2.5. Αποθήκευση υπό Ψύξη και Χαµηλή Πίεση - ∆ιάταξη και Αποστάσεις Ασφαλείας
Οι αποστάσεις του πίνακα 3 είναι οι ελάχιστες επιτρεπόµενες και αναφέρονται στην οριζόντια απόσταση σε κάτοψη ανάµεσα στο πλησιέστερο σηµείο πάνω στη δεξαµενή και το πλησιέστερο σηµείο του αναφερόµενου στον πίνακα στοιχείου της εγκατάστασης (π.χ. γειτονική δεξαµενή αποθήκευσης, κτίριο, όριο).
3.2.6. Αποθήκευση Υγραερίου υπό ψύξη και Χαµηλή Πίεση - Λεκάνες Ασφαλείας
Γύρω από δεξαµενές αποθήκευσης υγραερίου υπό ψύξη και χαµηλή πίεση πρέπει να κατασκευάζονται λεκάνες ασφαλείας.
Οι δεξαµενές πρέπει να περικλείονται πλήρως από τη λεκάνη, εκτός εάν η τοπογραφία της περιοχής είναι τέτοια που είτε λόγω φυσικής διαµόρφωσης, είτε λόγω κατασκευής, εξασφαλίζει την ασφαλή και ταχεία κατεύθυνση των διαρροών µε τη βαρύτητα ή µέσω τοιχείων απόκλισης εάν κριθεί αναγκαίο, προς µία υποκείµενη κοιλότητα ή λεκάνη µέσα στα όρια της εγκατάστασης. Οι λεκάνες πρέπει να υπολογίζονται έτσι ώστε να έχουν επαρκή αντοχή στην πίεση που αναπτύσσεται, όταν η λεκάνη πληρωθεί µε νερό. Η περιοχή µέσα στη λεκάνη ή την κοιλότητα πρέπει να αποµονώνεται από κάθε εξωτερικό σύστηµα αποχέτευσης ή αποστράγγισης µε βαλβίδα που κανονικά είναι σε θέση "κλειστή", εκτός εάν η περιοχή αποστραγγίζεται από το νερό υπό ελεγχόµενες συνθήκες.
Όταν µία µόνο δεξαµενή περικλείεται από λεκάνη ασφαλείας η καθαρή χωρητικότητα της περικλειόµενης περιοχής, συµπεριλαµβανοµένης και της χωρητικότητας κάθε κοιλότητας ή αυλάκωσης, δεν πρέπει να είναι µικρότερη από το 75% της χωρητικότητας της δεξαµενής. Όταν περισσότερες από µία δεξαµενές είναι µέσα στην κύρια λεκάνη ασφαλείας, πρέπει να προβλέπονται και ενδιάµεσες λεκάνες, ώστε να παρέχεται µία λεκάνη ασφαλείας σε κάθε δεξαµενή χωρητικότητας τουλάχιστον 50% της χωρητικότητας της δεξαµενής και η ελάχιστη ενεργός χωρητικότητα της κύριας λεκάνης, συµπεριλαµβανοµένων τυχόν κοιλοτήτων ή αυλακώσεων, πρέπει να είναι το 100% της χωρητικότητας της µεγαλύτερης δεξαµενής, µετά την αφαίρεση του όγκου που καταλαµβάνουν τα τοιχεία των ενδιάµεσων λεκανών ασφαλείας των υπολοίπων δεξαµενών.
Ο αριθµός των δεξαµενών αποθήκευσης µέσα στην κύρια λεκάνη ασφαλείας δεν πρέπει να υπερβαίνει τις τρεις (3). Η περιοχή µέσα στη λεκάνη πρέπει να διαβαθµίζεται σε στάθµες που να εξασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε διαρροή θα ακολουθεί κατάλληλη διαδροµή εκροής από τη δεξαµενή. ∆εν επιτρέπεται να υπάρχουν µέσα στη λεκάνη
ασφαλείας άλλες δεξαµενές πλην των δεξαµενών αποθήκευσης υγραερίων υπό ψύξη και χαµηλή πίεση.
3.2.7. Αποθήκευση Υγραερίου υπό ψύξη και Χαµηλή Πίεση - ∆ιάταξη ∆εξαµενών
Η διάταξη και η οµαδοποίηση των δεξαµενών εκτός από τις αποστάσεις ασφαλείας, πρέπει να λαµβάνει προσεκτικά υπόψη την εξασφάλιση προσπέλασής του σε περίπτωση πυρκαγιάς.
4.1. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
- Οι δεξαµενές αποθήκευσης πρέπει να υπολογίζονται, να κατασκευάζονται και να δοκιµάζονται σύµφωνα µε αναγνωρισµένο κανονισµό δοχείων υπό πίεση.
- Η πίεση υπολογισµού της δεξαµενής πρέπει να µην είναι µικρότερη από την τάση ατµών του υγραερίου που θα αποθηκευθεί, υπό την µέγιστη θερµοκρασία που θα φτάσει το περιεχόµενο της δεξαµενής κατά τη λειτουργία, η οποία πρέπει να λαµβάνεται ίση µε 500 C.
Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στα υλικά κατασκευής, έχοντας υπόψη την ελάχιστη θερµοκρασία που θα φτάσει το υλικό της δεξαµενής κατά τη λειτουργία. Σε περίπτωση µικρών δεξαµενών µε ταχείς ρυθµούς εκκένωσης, η θερµοκρασία αυτή µπορεί να είναι κατώτερη της ελάχιστης
θερµοκρασίας του περιβάλλοντος.
Οι δεξαµενές αποθήκευσης υπό ψύξη και υπό πίεση πρέπει να υπολογίζονται σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της χαµηλής θερµοκρασίας. Οι δεξαµενές αποθήκευσης υγραερίου υπό ψύξη και χαµηλή πίεση πρέπει να υπολογίζονται σύµφωνα µε το κεφάλαιο 5.
Για αποθήκευση υπό ψύξη και υπό πίεση, η δυναµικότητα του συστήµατος ψύξης ή των διατάξεων διάθεσης της αέριας φάσης του υγραερίου πρέπει να είναι επαρκής για να διατηρήσει το υγραέριο στη δεξαµενή σε θερµοκρασία τέτοια, ώστε η αντίστοιχη τάση ατµών του υγραερίου να είναι µικρότερη από την πίεση ρύθµισης των ανακουφιστικών βαλβίδων της δεξαµενής.
4.2. ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣ ΚΑΛΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
4.2.1. Εξαρτήµατα ∆εξαµενών
- Κάθε δεξαµενή πρέπει να φέρει τουλάχιστον από ένα από τα παρακάτω εξαρτήµατα, τα οποία πρέπει να είναι κατάλληλα για χρήση για το προς αποθήκευση υγραέριο σε πίεση όχι µικρότερη από την πίεση υπολογισµού της δεξαµενής στην οποία θα προσαρµοστούν και σε θερµοκρασίες κατάλληλες για τα χαρακτηριστικά του υγραερίου και τις συνθήκες λειτουργίας :
- Ανακουφιστική βαλβίδα πίεσης (ασφαλιστικό) συνδεδεµένη άµεσα µε το χώρο αέριας φάσης του υγραερίου.
- Αποστράγγιση ή άλλα µέσα αφαίρεσης των ακαθαρσιών του υγρού αερίου.
- Όργανα ένδειξης ποσότητας περιεχοµένου (ή στάθµης) και δείκτη µεγίστης στάθµης.
- Όργανο ένδειξης πίεσης (µανόµετρο) συνδεδεµένο άµεσα µε το χώρο αέριας φάσης του υγραερίου.
- ∆ιατάξεις για τη µέτρηση του περιεχοµένου της δεξαµενής.
- ∆εδοµένου ότι το υγραέριο δεν είναι διαβρωτικό, δεν απαιτείται κανονικά η εσωτερική επιθεώρηση στις µικρές δεξαµενές και εποµένως γι’ αυτές δεν απαιτούνται και ανθρωποθυρίδες ή χειροθυρίδες.
Για δεξαµενές ολικής χωρητικότητας πάνω από 9 m3 πρέπει να υπάρχουν ανθρωποθυρίδες ή χειροθυρίδες για διευκόλυνση του περιοδικού ελέγχου.
4.2.2. Συνδέσεις ∆εξαµενών
Οι συνδέσεις των δεξαµενών πρέπει να υπολογίζονται και να προσαρµόζονται στις δεξαµενές σύµφωνα µε τις απαιτήσεις αναγνωρισµένου κανονισµού.
4.2.3. Ανακούφιση της Πίεσης
Οι απαιτήσεις του κανονισµού της παραγράφου 4 ακολουθούνται και εδώ. Οι ανακουφιστικές βαλβίδες (ασφαλιστικά) πρέπει να λειτουργούν µε ελατήριο ή να διεγείρονται από βαλβίδα- οδηγό (PILOT-OPERATED).
4.2.4. ∆υναµικότητα των Ανακουφιστικών Βαλβίδων
H δυναµικότητα πλήρους ροής των ανακουφιστικών βαλβίδων πρέπει να είναι επαρκής για την προστασία των δεξαµενών σε συνθήκες υπερπλήρωσης και υπερθέρµανσης της δεξαµενής.
4.2.5. Σήµανση των Ανακουφιστικών Βαλβίδων
Κάθε ανακουφιστική βαλβίδα πρέπει να έχει χρώµα κίτρινο και να φέρει µόνιµη σήµανση µε τα παρακάτω στοιχεία:
- Όνοµα του κατασκευαστή, αριθµό και τύπο κατασκευής
- Πίεση έναρξης εκτόνωσης
- Βεβαιωµένη δυναµικότητα σε παροχή αέρα στους 15,6 Cο και 1,01 BAR απόλυτη πίεση.
4.2.6. Εγκατάσταση Ανακουφιστικών Βαλβίδων
Σε περίπτωση ανακουφιστικών βαλβίδων πολλαπλής ασφάλειας, εάν προβλέπεται η δυνατότητα αποµόνωσης µιας βαλβίδας για έλεγχο ή συντήρηση, πρέπει να εξασφαλισθεί ότι οι υπόλοιπες ανακουφιστικές βαλβίδες που είναι συνδεδεµένες µε την δεξαµενή παρέχουν την πλήρη δυναµικότητα, όπως απαιτείται από τα παραπάνω.
Σε περίπτωση δεξαµενών που φέρουν µία ανακουφιστική βαλβίδα, πρέπει να διασφαλίζεται, ότι µπορεί να αφαιρεθεί αυτή για έλεγχο ή συντήρηση µε τη χρήση αυτόµατης βάνας διακοπής, υπό τον όρο ότι η τελευταία αυτή βάνα θα διατηρείται στη θέση τελείως "ανοικτή", όταν η ανακουφιστική βαλβίδα είναι εγκατεστηµένη και θα είναι στη θέση "κλειστή", όταν η ανακουφιστική βαλβίδα έχει αφαιρεθεί. Όταν ακολουθείται αυτή η διαδικασία, δεν πρέπει το δοχείο αποθήκευσης να αφήνεται απροστάτευτο, αλλά να συνδέεται αµέσως σ’ αυτό µια άλλη ανακουφιστική βαλβίδα.
Σε δεξαµενές ολικής χωρητικότητας µεγαλύτερης από 9 m3 οι ανακουφιστικές βαλβίδες πρέπει να προσαρµόζονται µέσω σωλήνων εξαερισµού µε κατάλληλη στήριξη και στόµια σε ύψος τουλάχιστον 1,8 µέτρα πάνω από την κορυφή της δεξαµενής και 3 µέτρα πάνω από τη στάθµη του εδάφους, Οι εκτονώσεις των εξαεριστικών πρέπει να σχεδιάζονται έτσι ώστε να επιτρέπουν την αποστράγγιση του νερού, και να εξασφαλίζουν ότι σε περίπτωση ανάφλεξης των εκτονουµένων προϊόντων θα αποφευχθεί η πρόσκρουση της φλόγας πάνω στη δεξαµενή ή οποιαδήποτε γειτονική δεξαµενή, σωλήνωση ή εξοπλισµό.
Οι σωλήνες εκτόνωσης πρέπει να φέρουν χαλαρό κάλυµµα προστασίας από τη βροχή. Σε µικρότερες δεξαµενές που φέρουν προστατευτικά καλύµµατα εξαρτηµάτων πρέπει να υπάρχει ικανός αριθµός εξαεριστικών σωλήνων που να επιτρέπουν την ελεύθερη εκτόνωση του υγραερίου από την ανακουφιστική βαλβίδα ή από κάθε προστατευτικό κάλυµµα που είναι προσαρµοσµένο στις δεξαµενές. Οι σωλήνες εξαερισµού πρέπει να είναι σε τέτοια θέση ώστε να µην απλώνεται το υγραέριο πάνω από το κέλυφος της δεξαµενής.
Σε µεγάλες δεξαµενές υγραερίου χωρητικότητας µεγαλύτερης από 300 m3, απαιτούνται να υπάρχουν 2 ασφαλιστικές βαλβίδες η µία δίδυµη, η κάθε µία σχεδιασµένη για το 100% της δυναµικότητας λειτουργίας. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται η συνεχής προστασία της δεξαµενής κατά το χρονικό διάστηµα που αφαιρείται µια ασφαλιστική βαλβίδα για περιοδικό έλεγχο ή συντήρηση.
4.2.7. Βάνες ∆ιακοπής και Βάνες ∆ιακοπής Έκτακτης Ανάγκης
Όλες οι συνδέσεις των δεξαµενών στην υγρή και την αέρια φάση, εκτός των συνδέσεων των ανακουφιστικών βαλβίδων (παράγ. 4.2.6.), των ταπωµένων ανοιγµάτων και εκείνων όπου η σύνδεση προς το κέλυφος της δεξαµενής δεν είναι µεγαλύτερη από 1,5 mm πρέπει να φέρουν βάνες διακοπής τοποθετηµένες όσο το δυνατό (πρακτικά) πλησιέστερα προς τη δεξαµενή. Οι συνδέσεις των µανοµέτρων πρέπει να προσαρµόζονται µέσω εξαρτήµατος µείωσης της διατοµής σε διάµετρο όχι µεγαλύτερη από 1,4 mm ή µε µία κατάλληλη βάνα διακοπής υπερβολικής ροής (EXCESS FLOW VALVE).
Στις συνδέσεις των δεξαµενών στην υγρή φάση του υγραερίου πρέπει να υπάρχουν βάνες διακοπής έκτακτης ανάγκης, (π.χ. βαλβίδα διακοπής υπερβολικής ροής, αυτόµατη βάνα ή αυτόµατη τηλεχειριζόµενη βάνα), εκτός από τις θέσεις αποστράγγισης και δειγµατοληψίας µικρής διαµέτρου.
Οι συνδέσεις αποστράγγισης πρέπει να φέρουν βάνα διακοπής και κατά προτίµηση να µην υπερβαίνουν σε ονοµαστική διάµετρο τα 50 mm (2 IN). Η βάνα διακοπής πρέπει να είναι εφοδιασµένη µε σωλήνα επαρκούς µήκους που να καταλήγει σε µία δεύτερη βάνα διακοπής,
κατά προτίµηση ονοµαστικής διαµέτρου όχι µεγαλύτερης από 25 mm (1 ΙΝ). Η πρώτη βάνα πρέπει να είναι τύπου ταχείας διακοπής, η δε δεύτερη στραγγαλιστική.
Το µήκος της σωλήνωσης µεταξύ των βανών πρέπει να είναι τέτοιο ώστε ο κίνδυνος ταυτόχρονης έµφραξής τους από ψύξη νερού που τυχόν υπάρχει στο υγραέριο να είναι ελάχιστος. Πρέπει να υπάρχει ικανό µήκος σωληνώσεως µέχρι τη δεύτερη βάνα, ώστε να διασφαλίζεται ότι η εκτόνωση δεν θα γίνεται κάτω από τη δεξαµενή. Η δεύτερη βαλβίδα και η σωλήνωση πρέπει να στηρίζονται σταθερά και ασφαλίζονται, ώστε να αποφεύγονται οι µηχανικές ζηµιές ή η θραύση από δυνάµεις εκτόνωσης.
Και οι δύο βάνες στο σύστηµα αποστράγγισης πρέπει να φέρουν µηχανισµό χειρισµού που να µην µπορεί να αφαιρεθεί εύκολα ή να µετατοπισθεί από τη θέση "κλειστό" παρά µόνο µετά από σκόπιµο χειρισµό.
Η πρόσθετη σωλήνωση και η χειροκίνητη δεύτερη βάνα µπορούν να προσαρµοστούν κατά το χρόνο της αποστράγγισης, υπό την προϋπόθεση ότι η βάνα αποστράγγισης είναι προστατευµένη έναντι της υπερβολικής ροής µε µια βάνα διακοπής έκτακτης ανάγκης (π.χ. βάνα διακοπής υπερβολικής ροής, αυτόµατη ή τηλεχειριζόµενη βάνα).
4.2.8. Χωρητικότητα Πλήρωσης
Η µέγιστη ποσότητα υγραερίου που µπορεί να εισαχθεί στη δεξαµενή πρέπει να είναι τέτοια ώστε, η δεξαµενή να µην πληρωθεί πέραν του 97% µε υγρό υγραέριο µετά τη διαστολή του περιεχοµένου µε την αύξηση της θερµοκρασίας µέχρι τη µέγιστη θερµοκρασία των 500 C στην οποία επιτρέπεται να φτάσει το περιεχόµενο κατά την λειτουργία (βλ. σχετικό παράρτηµα).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Ο όγκος του υγρού προϊόντος εξαρτάται από τη µέση θερµοκρασία του περιεχοµένου και καταλαµβάνει µέγιστη χωρητικότητα το 85% περίπου του συνολικού όγκου της σφαίρας ή του δοχείου.
4.2.9. Μόνωση και Θέρµανση των Βαλβίδων
Η µόνωση σε ψυχόµενες δεξαµενές πρέπει :
- Να αντέχει µαζί µε την επένδυση σε άµεση πρόσκρουση του προϊόντος που εκτονώνεται σε ελαστικά ακροφύσια.
- Να είναι στεγανή έναντι του υδρατµού, µέσω κατάλληλης
διαµόρφωσης (κυψελική κατασκευή, φράγµατα υδρατµών).
- Να είναι ανθεκτική σε ελαφρές µηχανικές καταπονήσεις.
- Να είναι πυράντοχη
Πρέπει να χρησιµοποιείται µόνωση, θέρµανση µε ατµό ή άλλα µέσα για την αποφυγή σχηµατισµού πάγου στις βαλβίδες ή τα λοιπά εξαρτήµατα, εάν το είδος του προϊόντος, οι συνθήκες λειτουργίας και η θερµοκρασία του περιβάλλοντος, ευνοούν το σχηµατισµό πάγου.
4.2.10. Προστασία κατά της ∆ιάβρωσης
Οι δεξαµενές και τα στηρίγµατά τους πρέπει να προστατεύονται αποτελεσµατικά από τη διάβρωση, µε βαφή ή άλλα µέσα.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Οι δεξαµενές πρέπει να βάφονται µε λευκό χρώµα για να αυξάνεται η ανάκλαση της ακτινοβολίας και να ελαχιστοποιείται η άνοδος της θερµοκρασίας του περιεχοµένου τους.
4.2.11. Συντήρηση
Όλες οι δεξαµενές πρέπει να ελέγχονται σε τακτά χρονικά διαστήµατα όπως προβλέπεται στον αντίστοιχο κανονισµό κατασκευής.
4.2.12. Σήµανση των ∆εξαµενών
Σε κάθε δεξαµενή αποθήκευσης υγραερίου υπό πίεση πρέπει να αναγράφονται σε ορατή και αναλοίωτη πινακίδα τα ακόλουθα:
- Ο κανονισµός κατασκευής δοχείων υπό πίεση βάσει του οποίου έχει υπολογιστεί.
- Το όνοµα του κατασκευαστή και ο αριθµός κατασκευής.
- Η χωρητικότητα σε λίτρα ή κ.µ.
- Η µέγιστη ασφαλής πίεση λειτουργίας (πίεση υπολογισµού)
- Στις ψυχόµενες δεξαµενές υπό πίεση, η ελάχιστη θερµοκρασία υπολογισµού
- Το έτος κατασκευής
Σηµείωση
Ειδικά για δεξαµενές προπανίου πρέπει να αναφέρεται το είδος του περιεχοµένου σε κίτρινο πλαίσιο µε µαύρα γράµµατα.
5.1. ΣΚΟΠΟΣ
Οι παράγραφοι αυτού του µέρους του Κανονισµού αναφέρονται σε συγκολλητές δεξαµενές αποθήκευσης υγραερίου υπό ψύξη και χαµηλή πίεση.
Για τις ψυχόµενες δεξαµενές υπό πίεση ισχύει η παράγραφος 4.
5.2. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Οι δεξαµενές για την αποθήκευση του υγραερίου υπό ψύξη και όλα τους τα εξαρτήµατα πρέπει να υπολογίζονται, να κατασκευάζονται και να δοκιµάζονται σύµφωνα µε αναγνωρισµένο πρότυπο για µεγάλες συγκολλητές δεξαµενές χαµηλής πίεσης για ψυχόµενα προϊόντα.
Το σύστηµα ψύξης πρέπει να υπολογίζεται για να διατηρείται το υγραέριο σε θερµοκρασία τέτοια ώστε η τάση των ατµών να µην υπερβαίνει την πίεση υπολογισµού της δεξαµενής.
Η επιλογή των υλικών τους πρέπει να γίνει µε βάση τη µηχανική αντοχή τους στις οριακές θερµοκρασίες σχεδιασµού.
5.3. ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣ ΚΑΛΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
5.3.1. Στάθµη Υγρού
Η στάθµη πλήρωσης πρέπει να είναι τέτοια ώστε η δεξαµενή να µην πληρωθεί µε υγρό στη θερµοκρασία ισορροπίας του προϊόντος για την πίεση στην οποία οι ανακουφιστικές βαλβίδες τίθενται σε λειτουργία.
Αυτό στην πράξη σηµαίνει ότι η στάθµη πλήρωσης θα είναι αρκετά κάτω από την γωνία συγκράτησης (CURB ANGLE) για να επιτρέπεται η διαστολή του υγρού π.χ. σε περίπτωση πυρκαγιάς ή αστοχίας του συστήµατος ψύξης.
5.3.2. ∆υναµικότητα του Συστήµατος Ψύξης
Το σύστηµα ψύξης πρέπει να είναι ικανής δυναµικότητας ώστε να αντιµετωπίζει την κανονική υπερχείλιση λόγω βρασµού (BOIL-OFF) και το µέγιστο ρυθµό πλήρωσης της δεξαµενής.
5.3.3. Εξαρτήµατα ∆εξαµενών
Κάθε δεξαµενή πρέπει να φέρει σύστηµα ανακούφισης της πίεσης και όργανα µέτρησης του περιεχοµένου.
5.3.4. Ανακούφιση Πίεσης
- Οι ανακουφιστικές βαλβίδες πίεσης πρέπει να υπάρχουν για να προστατεύουν τη δεξαµενή σε όλες τις συνθήκες λειτουργίας.
Πρέπει να υπάρχει και εξαερισµός έκτακτης ανάγκης, ώστε να προστατεύεται η δεξαµενή σε περίπτωση έκθεσης σε πυρκαγιά ή υπερθέρµανση.
- Όταν η ανακουφιστικές βαλβίδες πίεσης εκτονώνονται στο σύστηµα του πυρσού, πρέπει να εγκαθίστανται και πρόσθετες διατάξεις ανακούφισης της πίεσης. Αυτές λειτουργούν σε λίγο ψηλότερη πίεση, είναι ικανές να υποδέχονται όλη την ποσότητα του εξερχόµενου υγραερίου και εκφορτίζονται (εκτονώνονται) απ’ ευθείας στην ατµόσφαιρα.
- Πρέπει να λαµβάνεται µέριµνα για να απαλειφθούν όλες οι παγίδες υγρού στις γραµµές εξαερισµού.
- Πρέπει να λαµβάνονται προφυλάξεις ώστε να µην παγώνουν οι ανακουφιστικές βαλβίδες.
- Οι ανακουφιστικές βαλβίδες που εκτονώνονται απ’ ευθείας στην ατµόσφαιρα πρέπει να υπολογίζονται και να εγκαθίστανται έτσι, ώστε να εµποδίζεται η πρόσκρουση της φλόγας πάνω στη δεξαµενή ή τον εξοπλισµό της, σε περίπτωση έναυσης του εκτονούµενου υγραερίου.
5.3.5. Μόνωση
Η µόνωση πρέπει:
- Να αντέχει µαζί µε την επένδυσή της στην πρόσκρουση ρευµάτων αερίου που εκτονώνονται απ’ ευθείας από ελαστικούς σωλήνες.
- Να είναι στεγανή εκ κατασκευής στην είσοδο υδρατµών (κυψελλωτή κατασκευή, πρόβλεψη φραγµάτων υδρατµών).
- Να είναι ανθεκτική έναντι ελαφρών µηχανικών καταπονήσεων.
- Να είναι πυράντοχη.
5.3.6. Προστασία έναντι ∆ιάβρωσης
Οι δεξαµενές και τα εξαρτήµατά τους πρέπει να προστατεύονται αποτελεσµατικά έναντι διαβρώσεως.
5.3.7. Σήµανση των ∆εξαµενών
Κάθε ψυχόµενη δεξαµενή πρέπει να χαρακτηρίζεται από µόνιµη αναλοίωτη πινακίδα µε τα ακόλουθα στοιχεία :
- Το όνοµα του κατασκευαστή και τον αύξοντα αριθµό κατασκευής
- Τη µέγιστη στάθµη πλήρωσής της µε υγραέριο.
- Τον όγκο του υγρού υγραερίου στην δεξαµενή, όταν έχει πληρωθεί στην µέγιστη επιτρεπτή στάθµη.
- Τη µέγιστη πίεση υπολογισµού.
- Την ελάχιστη θερµοκρασία υπολογισµού της δεξαµενής.
- Τη µέγιστη στάθµη πλήρωσης της δεξαµενής µε νερό για εκτέλεση δοκιµών (ελέγχων).
6.1. ΣΩΛΗΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΑ
6.1.1. Σωληνώσεις
Τα συστήµατα των σωληνώσεων να είναι σύµφωνα µε ανεγνωρισµένο κανονισµό σωληνώσεων.
Όλα τα υλικά συµπεριλαµβανοµένων και των µη µεταλλικών µερών των βανών, των στυπιοθλιπτών, των παρεµβυσµάτων και των διαφραγµάτων, πρέπει να είναι ανθεκτικά στη δράση του υγραερίου, στις συνθήκες λειτουργίας.
Όλες οι σωληνώσεις άνω των 13 mm (1/2") πρέπει να είναι κατασκευασµένες από χάλυβα. Χυτοσίδηρος ή άλλα ακατάλληλα υλικά σωληνώσεων δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται.
Οι χάλκινες ή οι ορειχάλκινες σωληνώσεις πρέπει να είναι χωρίς ραφή και πρέπει να χρησιµοποιούνται σε διαµέτρους µόνο µέχρι 13 mm (1/2").
Τα υλικά για χαµηλές θερµοκρασίες λειτουργίας πρέπει να είναι σύµφωνα µε τον παραπάνω αναγνωρισµένο κανονισµό.
6.1.2. Σύνδεσµοι Σωληνώσεων
Οι σύνδεσµοι για σωληνώσεις πάνω από 50 mm (2") ονοµαστικής διαµέτρου πρέπει να είναι συγκολλητοί ή φλαντζωτοί. Οι σύνδεσµοι µέχρι 50 mm (2") µπορεί να είναι συγκολλητοί, φλαντζωτοί ή και κοχλιωτοί εφόσον εξυπηρετούν δευτερεύουσες λειτουργικές δραστηριότητες.
6.1.3. Ανακούφιση Πίεσης Λόγω Θερµικής ∆ιαστολής
Οι σωληνώσεις στις οποίες είναι ενδεχόµενο να παγιδευτεί υγρό, π.χ. ανάµεσα στις βάνες διακοπής, πρέπει να προστατεύονται έναντι υπερπιέσεως που δηµιουργείται από θερµική διαστολή του περιεχοµένου.
Εάν οι ανακουφιστικές βαλβίδες εκφορτίζονται (εκτονώνονται) στην ατµόσφαιρα, η εκτόνωση πρέπει να γίνεται σε ανοικτό ελεγχόµενο χώρο και να κατευθύνεται έτσι, ώστε να µη δηµιουργούνται κίνδυνοι στο προσωπικό ή τον εξοπλισµό.
6.1.4. Εγκατάσταση και ∆οκιµασία
- Οι σωληνώσεις υγρής και αέριας φάσης πρέπει να στηρίζονται σταθερά και να εγκαθίστανται έτσι ώστε να έχουν επαρκή ελαστικότητα και να προσαρµόζονται σε οποιαδήποτε µετατόπιση (βύθιση, καθίζηση) των δεξαµενών και του λοιπού εξοπλισµού, σε θερµική διαστολή ή συστολή ή άλλες τάσεις που µπορεί να αναπτυχθούν. Η ελαστικότητα δεν πρέπει να εξασφαλίζεται µε την παρεµβολή ελαστικών σωλήνων στο σύστηµα.
- Όλες οι σωληνώσεις πρέπει να δοκιµάζονται µετά την εγκατάσταση και να ελέγχονται για διαρροές σε πίεση τουλάχιστον 50% πάνω από τη µέγιστη πίεση λειτουργίας. Οι σωληνώσεις πρέπει να προστατεύονται έναντι φυσικών ζηµιών.
6.1.5. Μόνωση
Η µόνωση των σωληνώσεων που απαιτείται για ψυχόµενα συστήµατα ή που µπορεί να απαιτείται για γραµµές αερίου φάσης ή αποστράγγισης µη ψυχοµένων συστηµάτων, πρέπει να είναι σύµφωνη µε αναγνωρισµένο πρότυπο.
6.1.6. Ελαστικοί Σωλήνες
- Ο υπολογισµός, τα υλικά και η κατασκευή των ελαστικών
σωλήνων πρέπει να είναι κατάλληλα για το είδος του υγραερίου που θα διακινηθεί. Πρέπει να υπολογίζονται έτσι, ώστε να αντέχουν τουλάχιστον σε πίεση τουλάχιστον τετραπλάσια της µέγιστης πίεσης λειτουργίας.
- Ελαστικοί σωλήνες για ψυχόµενο υγραέριο πρέπει να είναι κατάλληλοι για τη χαµηλότερη θερµοκρασία λειτουργίας.
- Οι ελαστικοί σωλήνες πρέπει να επιθεωρούνται οπτικά (µακροσκοπικά) καθηµερινά εάν χρησιµοποιούνται συνεχώς και πριν από κάθε χρήση εάν χρησιµοποιούνται περιοδικά. Πρέπει να αντικαθίστανται εάν παρουσιάζουν ορατά σηµεία φθοράς και σε κάθε περίπτωση µετά από χρονικά διαστήµατα που δεν θα υπερβαίνουν τα πέντε χρόνια, Ελαστικοί σωλήνες που δεν χρησιµοποιούνται πρέπει να προστατεύονται έναντι φθοράς.
- Σε σωλήνες όπου έχουν συνδεθεί ελαστικοί σωλήνες πρέπει να εγκαθίστανται βάνες διακοπής έκτακτης ανάγκης ώστε να αποφευχθεί η διαφυγή του υγραερίου στην ατµόσφαιρα σε περίπτωση αστοχίας του ελαστικού σωλήνα.
- Οι ελαστικοί σωλήνες πρέπει να ελέγχονται τακτικά για ηλεκτρική συνέχεια αγωγιµότητας, βάσει αναγνωρισµένου Κανονισµού.
- Στις αρθρωτές συνδέσεις σωληνώσεων ο υπολογισµός, τα υλικά και η κατασκευή πρέπει να είναι κατάλληλα για το είδος του υγραερίου που θα διακινηθεί. Πρέπει να είναι ανθεκτικά σε πίεση δοκιµασίας διπλάσια της µέγιστης πίεσης λειτουργίας.
6.2. ΒΑΝΕΣ
6.2.1. Τόσο οι κύριες βάνες διακοπής όσο και οι δευτερεύουσες για δεξαµενές υγραερίου πρέπει να είναι κατασκευασµένες από χάλυβα κατάλληλου τύπου.
6.2.2. ∆εν πρέπει να χρησιµοποιούνται χυτοσιδηρές βάνες παντός τύπου.
6.3. ΣΤΗΡΙΞΕΙΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΣΩΛΗΝΩΣΕΩΝ
- Στηρίγµατα ∆εξαµενών
Οι δεξαµενές πρέπει να στηρίζονται (εδράζονται) σε στηρίγµατα από σκυρόδεµα, λιθοδοµή ή δοµικό χάλυβα. Αυτά τα στηρίγµατα (εκτός από τα τµήµατα των ποδιών υποστήριξης µέχρι 460 mm από τα σάγµατα των δεξαµενών ή τα περιζώνια των κατακορύφων δεξαµενών) πρέπει να κατασκευάζονται ή να προστατεύονται έτσι, ώστε να έχουν τυπική αντοχή στη φωτιά διάρκειας τουλάχιστον δύο ωρών.
Ο υπολογισµός των στηριγµάτων πρέπει να είναι σύµφωνος µε τον σχετικό αναγνωρισµένο Κανονισµό κατασκευής δεξαµενών.
Τα στηρίγµατα πρέπει να επιτρέπουν µετακίνηση (µετατόπιση) της δεξαµενής λόγω µεταβολών της θερµοκρασίας.
Τα στηρίγµατα δεξαµενών πρέπει να σχεδιάζονται έτσι ώστε να εµποδίζουν ή να αποχετεύουν κάθε συγκέντρωση νερού.
Όταν χρησιµοποιούνται ποδαρικά ενωµένα µε τη δεξαµενή για µέρος της υποστήριξης οριζόντιων δεξαµενών χωρητικότητα πάνω από 5000 LT, πρέπει να προβλεφθεί στο ένα άκρο η δεξαµενή να είναι πακτωµένη και στο άλλο ελεύθερη ώστε να µπορεί να µετακινείται. Το σταθερό άκρο πρέπει να είναι εκείνο στο οποίο θα προσαρµοστούν οι κύριες γραµµές υγρής και αέριας φάσης του υγραερίου. Εάν τα σάγµατα δεν συγκολλούνται στη δεξαµενή, το στήριγµά τους πρέπει να έχει το ίδιο σχήµα µε το κέλυφος της δεξαµενής. Τα στηρίγµατα για οριζόντιες δεξαµενές, κανονικά δύο, πρέπει να τοποθετούνται ώστε να δίνουν τις ελάχιστες ροπές και κάµψεις στο κέλυφος της δεξαµενής.
Η δεξαµενή πρέπει να αγκυρώνεται ασφαλώς ή να ερµατίζεται ή να παρέχεται ικανό ύψος στηριγµάτων (ποδαρικών), ώστε να αποφεύγεται η συγκέντρωση αέριου υγραερίου και ανοίγµατα επιθεώρησης.
- Στηρίγµατα Σωληνώσεων
Τα στηρίγµατα πρέπει να υπολογίζονται κατάλληλα, να τοποθετούνται στις απαιτούµενες αποστάσεις, να ασφαλίζονται, να προσαρµόζονται στο σχήµα των σωληνώσεων και να αντέχουν στις δυνάµεις αγκύρωσης και τριβής. Σε περίπτωση συνδέσεων σωληνώσεων, σε άµεση γειτνίαση µε δεξαµενές, πρέπει να προσεχθεί η κατασκευή ή η προστασία τους για να εξασφαλίζεται η αντοχή τους σε πυρκαγιά διάρκειας τουλάχιστον δύο ωρών.
7.1. ΜΟΝΑ∆ΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΥΓΡΑΕΡΙΩΝ
Οι Μονάδες Παραγωγής και Επεξεργασίας των υγραερίων ακολουθούν όλους τους κανόνες σωστού σχεδιασµού, ανάπτυξης, κατασκευής και λειτουργίας όπως αντίστοιχα περιγράφονται στο κεφάλαιο για τις Μονάδες Παραγωγής.
Επίσης στο ίδιο κεφάλαιο καλύπτονται όλες οι λεπτοµέρειες ασφάλειας σχετικά µε τον τύπο και το είδος του εξοπλισµού και τις ασφαλείς αποστάσεις από τον υπόλοιπο εξοπλισµό και τις εγκαταστάσεις.
7.2. ΑΝΤΛΙΕΣ
Ο υπολογισµός, τα υλικά και η κατασκευή των αντλιών πρέπει να είναι κατάλληλα για το είδος του υγραερίου που θα διακινηθεί και να υπολογίζονται για τη µέγιστη πίεση κατάθλιψης που θα υποστούν κατά τη λειτουργία. Οι αντλίες θετικής εκτόπισης πρέπει να έχουν παρακαµπτήριο κλάδο (διάταξη BY PASS) ή άλλη προστασία έναντι υπερπίεσης, που να εκτονώνεται στην αναρρόφηση της αντλίας ή σε άλλη ασφαλή θέση (π.χ. στην αέρια φάση της δεξαµενής).
7.3. ΣΥΜΠΙΕΣΤΕΣ
Ο υπολογισµός, τα υλικά και η κατασκευή των συµπιεστών πρέπει να είναι κατάλληλα για το είδος του υγραερίου που θα διακινηθεί, και να υπολογίζονται στη µέγιστη πίεση κατάθλιψης κατά τη λειτουργία. Οι συµπιεστές θετικής εκτόπισης πρέπει να εξοπλίζονται µε ανακουφιστικές διατάξεις πίεσης που θα εκτονώνονται στην αναρρόφηση του συµπιεστή ή άλλη ασφαλή θέση.
7.4. ΜΕΤΡΗΤΕΣ
Ο υπολογισµός, τα υλικά και η κατασκευή των µετρητών πρέπει να είναι κατάλληλα για το είδος του υγραερίου που θα διακινηθεί.
7.5. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΙΑΚΙΝΗΣΗΣ (ΜΕΤΑΓΓΙΣΗΣ)
Τα συστήµατα διακίνησης πρέπει να υπολογίζονται έτσι, ώστε να αποφεύγεται ο κίνδυνος µεταφοράς, από λάθος χειρισµό, υγραερίου υψηλότερης τάσης κορεσµένων ατµών σε εξοπλισµού που είναι υπολογισµένος για χαµηλότερη πίεση. Σε σωληνώσεις όπου έχουν συνδεθεί ελαστικοί σωλήνες ή σύνδεση από ελαστικό σωλήνα πρέπει να εγκαθίστανται βάνες διακοπής υπερβολικής ροής, αυτόµατες ή τηλεχειριζόµενες, ώστε να αποφεύγεται η διαφυγή υγραερίου σε περίπτωση αστοχίας του ελαστικού σωλήνα ή της σύνδεσης.
Σε περίπτωση διακίνησης µεταξύ εγκατάστασης αποθήκευσης και πλοίου ή εξωτερικής σωληνογραµµής:
- Πρέπει να προβλέπονται διατάξεις ταχείας διακοπής της ροής, σε ασφαλή απόσταση από τις δεξαµενές που γεµίζονται ή αδειάζονται.
- Πρέπει να χρησιµοποιούνται αυτόµατες διατάξεις προειδοποίησης για να υποδείξουν την προσέγγιση της µέγιστης επιτρεπόµενης στάθµης πλήρωσης και αυτόµατες βάνες διακοπής ή παρόµοιες συσκευές για να αποφευχθεί η υπερπλήρωση.
7.6. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΩΝ/ΜΗΧΑΝΟΣΤΑΣΙΩΝ
Οι αντλίες, οι συµπιεστές και οι µετρητές πρέπει να προστατεύονται έναντι τυχαίας ζηµίας µε κατάλληλη τοποθέτηση και προστασία µε κατάλληλα συστήµατα καταιωνισµού.
7.7. ΕΞΑΕΡΩΤΕΣ (ΕΚΤΟΣ ΜΟΝΑ∆ΩΝ)
7.7.1. Γενικά
Οι εξαερωτές µπορούν να θερµαίνονται µε ατµό χαµηλής πίεσης, θερµό νερό, ηλεκτρική ενέργεια ή να είναι άµεσης θέρµανσης µε καύση αερίου. Πρέπει να είναι επαρκούς δυναµικότητας, ώστε να παρέχουν την αναγκαία λανθάνουσα θερµότητα εξαερίωσης για την µετατροπή της υγρής φάσης σε αέρια µε τον µέγιστο ρυθµό απόληψης που απαιτείται από την εγκατάσταση.
Για την αποφυγή συγκέντρωσης συµπυκνωµάτων στη γραµµή εκτόνωσης της αέριας φάσης του υγραερίου πιθανόν να απαιτείται µόνωση ή και θέρµανση της γραµµής, καθώς και ύπαρξη θυλάκων συµπυκνωµάτων ικανών να δεχθούν την ποσότητα που ενδεχόµενα συµπυκνώνεται κατά την παύση λειτουργίας της εγκατάστασης. Σε περίπτωση χρήσης εξαερωτών θερµαινοµένων µε θερµό νερό, πρέπει να προστίθεται αντιπηκτικό στο νερό για να αποφεύγεται το πάγωµα.
Τα συστήµατα εξαερωτών πρέπει να εξοπλίζονται µε µέσα ασφαλούς αποµάκρυνσης των βαρέων προϊόντων στην πλευρά του υγραερίου του συστήµατος. Το σηµείο εκτόνωσης δεν πρέπει να είναι κατ’ ευθείαν από κάτω από τον εξαερωτή.
Ηλεκτρικές αντιστάσεις ή σερπαντίνες θέρµανσης δεν πρέπει να εγκαθίστανται µέσα σε δεξαµενή για να λειτουργεί σαν εξαερωτής.
Ανάµεσα στη δεξαµενή και στον εξαερωτή πρέπει να τοποθετούνται βάνες για να διακόψουν την σύνδεση υγρής και/ή αέριας φάσης.
Οι ελάχιστες αποστάσεις των εξαερωτών από στοιχεία της
εγκατάστασης δίνονται στον πίνακα 4.
∆εν πρέπει να εγκαθίστανται εξαερωτές σε κτίριο, εκτός εάν το κτίριο χρησιµοποιείται αποκλειστικά για παραγωγή ή διανοµή υγραερίου. Τα κτίρια αυτά πρέπει να κατασκευάζονται από άκαυστα υλικά και να αερίζονται καλά πλησίον του δαπέδου και της οροφής.
Πρέπει να λαµβάνεται ειδική µέριµνα στον υπολογισµό και τη θέση των εξαερωτών απευθείας καύσης για να ελαχιστοποιούνται τα επακόλουθα από οποιαδήποτε αστοχία.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Οι αποστάσεις των παραγράφων Β και Γ του παραπάνω πίνακα µπορούν να µειωθούν µε την παρεµβολή τοίχου όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3.2 για τις αποστάσεις
ασφαλείας.
7.7.2. Κατασκευή
Οι εξαερωτές πρέπει να υπολογίζονται, κατασκευάζονται και δοκιµάζονται σύµφωνα µε αναγνωρισµένο Κανονισµό δοχείων υπό πίεση.
Κάθε εξαερωτής πρέπει να φέρει σήµανση που θα περιλαµβάνει τα ακόλουθα:
- Τον κανονισµό δοχείων υπό πίεση βάσει του οποίου έχει
κατασκευασθεί
- Το όνοµα του κατασκευαστή και τον αριθµό κατασκευής
- Τη µέγιστη πίεση και θερµοκρασία λειτουργίας
- Τη δυναµικότητα εξαέρωσης σε KG/H
- Το έτος κατασκευής
7.7.3. Ανακούφιση της πίεσης
Οι εξαερωτές πρέπει να εξοπλίζονται µε ανακουφιστική βαλβίδα (ή βαλβίδες) σύµφωνα µε όσα προβλέπονται στον Κανονισµό βάσει του οποίου κατασκευάζονται.
Η δυναµικότητα πλήρους ροής των ανακουφιστικών βαλβίδων πρέπει να είναι επαρκής για να προστατεύσει τον εξαερωτή έναντι συνθηκών υπερθέρµανσης.
7.7.4. Έλεγχος Υγρής Φάσης
Οι εξαερωτές πρέπει να φέρουν κατάλληλες αυτόµατες διατάξεις για να εµποδίζεται η είσοδος υγρού υγραερίου από τον εξαερωτή στη σωλήνωση εκτόνωσης της αέριας φάσης σε οποιαδήποτε κατάσταση λειτουργίας.
Ο έλεγχος στάθµης υγρού, εάν υπάρχει, µπορεί να είναι σε ενιαία κατασκευή µε τον εξαερωτή ή να προσαρµόζεται αµέσως σε αυτόν.
7.7.5. Έλεγχος Παρεχοµένης Θερµότητας
Η παρεχόµενη θερµότητα στον εξαερωτή πρέπει να ελέγχεται κατάλληλα ώστε να αποφεύγεται η άνοδος της πίεσης του εξαερωτή στο σηµείο έναρξης εκτόνωσης της ανακουφιστικής βαλβίδας (ή των βαλβίδων). Σε εξαερωτές απευθείας καύσης και ηλεκτρικά θερµαινόµενους πρέπει να προσαρµόζεται αυτόµατος έλεγχος για να αποφεύγεται η υπερθέρµανση του εξοπλισµού. Οι εξαερωτές απευθείας καύσης επίσης πρέπει να φέρουν κατάλληλες συσκευές σβησίµατος της φλόγας.
7.7.6. Συντήρηση
Οι εξαερωτές πρέπει να ελέγχονται σε τακτά χρονικά διαστήµατα.
Οι περιοχές ταξινοµούνται σύµφωνα µε την πιθανότητα να παρουσιαστεί εύφλεκτη συγκέντρωση αέριας φάσης (ή ατµών) υγραερίου. Οι επικίνδυνες περιοχές (ζώνες) ορίζονται στο κεφάλαιο "ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΑ".
Η κλασµατική απόσταξη του Αργού Πετρελαίου σε ατµοσφαιρική πίεση παρέχει όλη τη σειρά των βασικών προϊόντων του πετρελαίου που παράγονται σε µία Βιοµηχανία Πετρελαίου (∆ιυλιστήρια). Το παραµένον σε υγρή κατάσταση υπόλειµµα της απόσταξης, ένα βαρύ µαύρο πυκνόρευστο υγρό (Reduce Grude), υποβάλλεται σε περαιτέρω απόσταξη υπό κενό όπου διαχωρίζεται και παράγονται τα προϊόντα:
- Άσφαλτος : Βαρύ µαύρο προϊόν µε υψηλό σηµ. ανάφλεξης
- Κηρώδες απόσταγµα (V.G.O.) : Ελαφρότερο φαιοκίτρινο κηρώδες προϊόν µε επίσης υψηλό σηµ. ανάφλεξης
Η άσφαλτος σχετικά εύκολα αποκτά τις κατάλληλες προδιαγραφές και αποθηκεύεται προς διάθεση, ενώ το κηρώδες απόσταγµα µε περαιτέρω επεξεργασία σε κατάλληλες Μονάδες Παραγωγής, µε εκχύλιση και υδρογόνωση παρέχει τα λιπαντικά έλαια και τα γράσα.
2.1. ΓΕΝΙΚΑ
Οι συχνότητες ανάφλεξης στις δεξαµενές ή τα βυτία ασφάλτου υπολογίζονται ότι είναι διπλάσιες από τις αντίστοιχες αναφλέξεις βενζίνες. Για το λόγο αυτό θεωρείται σκόπιµο να γνωρίζουµε τις βασικές αρχές ασφάλειας για την αποθήκευση και διακίνηση της ασφάλτου.
Βασικά οι πλέον χρησιµοποιούµενοι τύποι ασφάλτου στο εµπόριο είναι τρεις (3)
α. Η άσφαλτος 40 - 50 που είναι αρκετά σκληρή
β. Η άσφαλτος 80 -100 που είναι πιο µαλακή
γ. Η άσφαλτος 180 -220 που είναι πολύ µαλακή
Οι αρχές λειτουργίας για παραγωγή και επεξεργασία της ασφάλτου δεν θα απασχολήσουν το κεφάλαιο των προδιαγραφών.
2.2. ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ
Για τον δεξαµενισµό της ασφάλτου πρέπει να λαµβάνονται υπόψη οι παρακάτω προϋποθέσεις :
Η αποθήκευση γίνεται σε δεξαµενές κωνικής οροφής κατά κανόνα θερµικά µονωµένες και µε συνεχές σύστηµα εσωτερικής θέρµανσης µε ατµό χωρίς συνδέσεις ή καυστήρα.
- Θερµοκρασία αποθήκευσης 110 - 190ο C
- Τέλεια αποµόνωση από ενδεχόµενη εισαγωγή ατµού ή ελαφρότερων υδρογονανθράκων
- Οι γραµµές µεταφοράς πρέπει να έχουν ατµό συνοδείας ή άλλο εγκεκριµένο σύστηµα θέρµανσης.
- Σε καµία περίπτωση δεν επιτρέπεται η αποθήκευση ή η θέρµανση της ασφάλτου σε θερµοκρασίες µεγαλύτερες των 220ο C. Υπάρχει περίπτωση αποβολής εύφλεκτων αερίων που εύκολα στις υψηλές θερµοκρασίες αναφλέγονται ή αυταναφλέγονται.
- Οι δεξαµενές ασφάλτου γενικά αντιµετωπίζονται όµοια όπως οι κωνικές δεξαµενές µε προϊόντα Κλάσης ΙΙΙ (2).
- Γενικά οι αναφλέξεις στις δεξαµενές ασφάλτου συνοδεύονται από έκρηξη και εκτίναξη της οροφής.
- ∆εξαµενές ασφάλτου απαγορεύεται να έχουν σύστηµα αφρού µε αφροκεφαλές και αφρογεννήτριες. Η επαφή θερµής ασφάλτου µε το γυαλί της αφροκεφαλής δηµιουργεί καταλυτική ανάφλεξη.
- Η στάθµη της ασφάλτου δεν επιτρέπεται να κατεβεί ώστε να αποκαλυφθούν οι σερπαντίνες θέρµανσης ή το κάλυµµα του καυστήρα θέρµανσης.
- ∆εξαµενές ασφάλτου µε θερµοκρασίες αποθήκευσης άνω των 230ο C απαιτούν σύστηµα κατάκλυσης αδρανούς αερίου (αζώτου).
2.3. ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΑ ΑΣΦΑΛΤΟΥ
Τα γεµιστήρια της ασφάλτου προορίζονται για την πλήρωση βυτιοφόρων ή βαρελιών.
Η θερµοκρασία εκροής από τα σπαστά επιµήκη ακροσωλήνια πρέπει να είναι αρκετά υψηλή και να διατηρείται µε ατµό συνοδείας σε θερµοκρασία που να µην δηµιουργεί αποφράξεις στο σύστηµα. Ιδιαίτερη φροντίδα απαιτείται για τις ενδεχόµενες εκτινάξεις ασφάλτου που µπορεί να προκαλέσουν σοβαρά εγκαύµατα στους χειριστές ειδικά κατά το χρόνο της φόρτωσης και µεταφοράς.
Φαινόµενα στατικού ηλεκτρισµού δεν έχουν παρατηρηθεί στα αιωρήµατα της ασφάλτου και τα βυτία ή δοχεία που γεµίζονται.
2.4. ΒΥΤΙΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΑΣΦΑΛΤΟΥ
Τα βυτία µεταφοράς ασφάλτου συνήθως επί αµαξώµατος αυτοκινήτου ή επί ρυµουλκούµενου τροχήλατου οχήµατος είναι θερµικά µονωµένα και ενδέχεται να έχουν τοπικό σύστηµα θέρµανσης µε καυστήρα, όταν πρόκειται για µεταφορές σε µεγάλες αποστάσεις.
Ο χώρος του βυτίου πρέπει να είναι τελείως ελεύθερος από νερό και άλλους υδρογονάνθρακες προκειµένου να δεχτεί την υπέρθερµη άσφαλτο.
Η παρουσία νερού προκαλεί το φαινόµενο του αφρισµού µε πιθανότητα σοβαρού ατυχήµατος.
Ειδικότερα πρέπει να γνωρίζουµε:
- Απαγορεύεται η προώθηση ή η εκφόρτωση των γραµµών και των δοχείων µε αέρα αλλά µόνο µε αδρανές αέριο.
- Κατά την πλήρωση των βυτιοφόρων απαιτούνται χαµηλές αρχικές ταχύτητες πλήρωσης ειδικά όταν η άσφαλτος είναι πολύ υψηλής θερµοκρασίας.
- Η προστασία του συστήµατος του καυστήρα θέρµανσης από ενδεχόµενη ανάφλεξη καλύπτεται από πυροσβεστήρα σκόνης.
3.1. ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΜΟΝΑ∆ΩΝ ΛΙΠΑΝΤΙΚΩΝ
Οι µονάδες παραγωγής λιπαντικών χρησιµοποιούν σαν πρώτη ύλη το υπόλειµµα (Residue) της ατµοσφαιρικής απόσταξης του αργού.
Το υπόλειµµα της ατµοσφαιρικής απόσταξης τροφοδοτεί τη µονάδα αποστάξεως υπό κενό, όπου µε ρύθµιση των συνθηκών λειτουργίας παράγονται τα βασικά λιπαντικά.
Τα βασικά λιπαντικά µε τη σειρά τους υφίστανται διεργασία αποµάκρυνσης αρωµατικών ενώσεων (εκχύλιση µε Ν-Μεθυλοπυρολιδόνη ή Φουρφουράλβη) για βελτίωση του δείκτη ιξώδους των (Viscosity index), αποκήρωση (κατεργασία µε µίγµα διαλυτών Μεθυλοαιθυλοκετόνη + Τολουόλιο) για βελτίωση του σηµείου ροής των και τέλος υδρογόνωση για βελτίωση και
σταθεροποίηση του χρώµατός των.
Η περαιτέρω διεργασία αφορά ανάµειξη των παραχθέντων λιπαντικών µε πρόσθετα έτσι ώστε να λάβουν την τελική µορφή τους για διάθεσή τους στην αγορά.
3.2. ΚΙΝ∆ΥΝΟΙ - ΕΠΙΚΙΝ∆ΥΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ
Ο εξοπλισµός των µονάδων παραγωγής λιπαντικών είναι παρόµοιος µε τον εξοπλισµό των υπολοίπων µονάδων που υπάρχουν σ’ ένα ∆ιυλιστήριο (Αποστακτικές στήλες, φούρνοι, εναλλάκτες, δοχεία, αντλίες κλ.π.). Κατά συνέπεια και εφόσον οι συνθήκες λειτουργίας είναι παρόµοιες, οι κίνδυνοι και η αντιµετώπισή τους στον εξοπλισµό των µονάδων παραγωγής λιπαντικών είναι αντίστοιχοι µε αυτούς των µονάδων παραγωγής και διακινήσεως καυσίµων.
Εκτός από τα λιπαντικά που από πλευράς ευφλεκτότητας σε συνθήκες περιβάλλοντος κατατάσσονται στην κατηγορία των αταξινόµητων υγρών (σηµ.ανάφλεξης >100οC), υπάρχουν και επικίνδυνες ουσίες από πλευράς
αναφλεξιµότητας:
- ΜΕΚ (Μεθυλοαιθυλοκετόνη)
- Τολουόλιο
Αυτές κατατάσσονται στην κατηγορία Ι (σηµ. ανάφλεξης <21ο C) ενώ η Ν - Μεθυλοπυρολιδόνη ( Ν Μ Ρ), κατατάσσεται στην κατηγορία ΙΙΙ (σηµ.ανάφλεξης µεταξύ 55ο C και 100ο C - περίπου 90ο C).
Από πλευράς τοξικών ουσιών, υπάρχει παρουσία υδροθείου (H2S) που παράγεται κατά τη διαδικασία υδρογονώσεως.
Το κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθεί µε τις προδιαγραφές που πρέπει να εφαρµοσθούν για τις περιπτώσεις που ηλεκτρολογικός εξοπλισµός και καλωδιακές συνδέσεις πρέπει να τοποθετηθούν και να λειτουργήσουν σε περιοχές µε εγκαταστάσεις υψηλού κινδύνου και ειδικότερα σε περιοχές που υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης πυρκαγιάς ή έκρηξης από ενδεχόµενες παρουσίες εύφλεκτων υγρών, εκρηκτικών αερίων και άλλων επικίνδυνων ουσιών.
Ο διαχωρισµός των περιοχών από πλευράς κινδύνων που θα προέλθουν από την παρουσία ηλεκτρολογικού εξοπλισµού χωρίζεται σε τρεις κλάσεις. Από αυτές η κλάση Ι χωρίζεται σε τρεις ζώνες και οι κλάσεις ΙΙ και ΙΙΙ σε δύο ζώνες.
∆ηλαδή :
Η κλάση Ι (εύφλεκτα υγρά ή αέρια) έχει τις Ζώνες 0, 1, 2. Οι κλάσεις ΙΙ και ΙΙΙ έχουν µόνο τις Ζώνες 1 και 2.
Αναλυτικά έχουµε:
Κλάση Ι Ζώνη 0
Εκεί όπου το αναφλέξιµο ή εκρηκτικό αέριο/υγρό µίγµα υπάρχει σε µόνιµη θέση. Σαν ζώνη 0 θεωρείται η πηγή τη εκροής/διαφυγής, η υπερκείµενη αέριος φάση δεξαµενών ή δοχείων µε υδρογονάνθρακες κ.λπ. Η κλάση Ι Ζώνη 0 πάντοτε συµπεριλαµβάνεται στα όρια της κλάσης Ι Ζώνη 1.
Κλάση Ι Ζώνη 1
Εκεί όπου εκρηκτικά αέρια και αναφλέξιµα υγρά µπορεί να υπάρξουν ή να διαφύγουν υπό κανονικές λειτουργικές συνθήκες.
Η πιθανότητα ύπαρξη επικίνδυνης ατµόσφαιρας εκτιµάται ότι µπορεί να συµβεί µε συχνότητα µιας ώρας σε χρονικό διάστηµα 10.000 ωρών.
Κλάση Ι Ζώνη 2
Εκεί όπου εκρηκτικά αέρια και αναφλέξιµα υγρά διακινούνται, χρησιµοποιούνται, επεξεργάζονται κ.λπ. σε κλειστά συστήµατα και υπάρχει περίπτωση διαφυγής ή δηµιουργίας εκρηκτικού µίγµατος µόνο σε ρήξη ή λειτουργική ανωµαλία.
Η πιθανότητα ύπαρξης επικίνδυνης ατµόσφαιρας εκτιµάται ότι µπορεί να συµβεί µε συχνότητα µικρότερης της µιας ώρας ανά 10.000 ώρες και µεγαλύτερης της µιας ώρας ανά 1.000.000 ώρες.
Κάθε κλειστός χώρος που περιλαµβάνεται στον ευρύτερο χώρο της Κλάσης Ι Ζώνη 2 (π.χ. σκεπαστό φρεάτιο, υπόγειο κ.λπ.) από πλευράς ταξινόµησης θεωρείται Κλάση Ι Ζώνη 1.
Κλάση ΙΙ Ζώνη 1
Εκεί όπου η παρουσία αναφλέξιµης σκόνης υπάρχει συνεχώς υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας και οι διαφυγές τέτοιων αιωρηµάτων προβλέπονται σε οµαλή λειτουργία.
Κλάση ΙΙ Ζώνη 2
Εκεί όπου η παρουσία αναφλέξιµης σκόνης δεν υπάρχει υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας ή υπάρχει σε περιορισµένη µη αναφλέξιµη αναλογία, αλλά ενδέχεται να
υπάρξει περίπτωση διαφυγής και σχηµατισµού εκρηκτικού µίγµατος σε περίπτωση λειτουργικής ανωµαλίας.
Κλάση ΙΙΙ Ζώνη 1
Εκεί όπου υπάρχουν νήµατα αιωρούµενα νηµατίδια και τα οποία εύκολα αναφλέγονται κατά το χειρισµό ή τη λειτουργία (π.χ. ρεγίον, βαµβάκι, συνθετικές ίνες κ.λπ.).
Κλάση ΙΙΙ Ζώνη 2
Εκεί όπου συνήθως αποθηκεύονται τα κύρια προϊόντα που παρέχουν τα αιωρήµατα της
Κλάσης ΙΙΙ Ζώνη 1.
Αταξινόµητη Περιοχή
Εκεί όπου δεν αναµένεται παρουσία επικίνδυνης ατµόσφαιρας, ώστε να απαιτούνται ιδιαίτερες προφυλάξεις για τις κατασκευές και τη χρήση ηλεκτρολογικού εξοπλισµού. Τα χαρακτηριστικά των διαφόρων µιγµάτων ατµοσφαιρικών από επικίνδυνα αέρια, ατµούς, ή σκόνες εξαρτώνται από τον τύπο του επικίνδυνου υλικού. Γι’ αυτό το λόγο είναι απαραίτητο ο εξοπλισµός που εγκαθίστανται να είναι κατάλληλος όχι µόνο για την κλάση της περιοχής αλλά και για το συγκεκριµένο αέριο, ατµό ή τύπο σκόνης που συναντιέται στην περιοχή. Έτσι λοιπόν οι διάφορες ατµόσφαιρες υποδιαιρούνται σε οµάδες: Σύµφωνα µε το NEC (∆ιεθνείς Ηλεκτρ. Κώδικες).
Οµάδα Α: Ατµόσφαιρα που περιέχει ασετυλίνη.
Οµάδα B : Ατµόσφαιρα που περιέχει υδρογόνο ή αέρια/ατµούς που έχουν τον ίδιο βαθµό κινδύνου µε το υδρογόνο π.χ. αέριο πόλης.
Οµάδα C : Ατµόσφαιρα που περιέχει αιθυλένιο ή ατµού παραγώγων αιθυλενίου/αιθέρος ή ελαφρών κυκλικών ενώσεων.
Οµάδα D : Ατµόσφαιρα που περιέχει βενζίνη, εξάνιο, νάφθα, βενζόλιο, βουτάνιο, προπάνιο, αλκοόλες, ακετόνη, ατµούς διαλυτών ή φυσικό αέριο.
Οµάδα E : Ατµόσφαιρα που περιέχει σκόνες µετάλλων συµπεριλαµβανοµένων αλουµινίου, µαγνησίου και άλλων κραµάτων καθώς και άλλων µετάλλων που παρουσιάζουν επικίνδυνες ιδιότητες.
Οµάδα F : Ατµόσφαιρα που περιέχει κάρβουνο ή ανθρακούχο σκόνη.
Οµάδα G : Ατµόσφαιρα που περιέχει αλεύρι, άµυλο ή σκόνη από κόκκους (π.χ. σιταριού κ.λπ.).
Στα ∆ιυλιστήρια και στις Μονάδες Βιοµηχανίας Πετρελαίου συνήθως συναντιούνται η Κλάση Ι Ζώνη 0, Κλάση Ι Ζώνη 1, Κλάση Ι Ζώνη 2 και οι οµάδες B, C, D. Έτσι λοιπόν
όταν προδιαγράφεται κάποιος ηλεκτρολογικός εξοπλισµός θα πρέπει να αναφέρεται σε ποια κλάση και ζώνη θα εγκατασταθεί και ποια είναι η οµάδα (ατµόσφαιρα) που συναντάται γύρω από τον υπό εγκατάσταση εξοπλισµό.
Για εξοπλισµό που είναι δυνατό να προκαλέσει σπινθηρισµό κατά την διάρκεια κανονικής λειτουργίας τότε:
Σηµειώνεται ότι για εξοπλισµό που εγκαθίστανται σε κλάση Ι Ζώνη 1 και Ζώνη 2 Οµάδα Β, C, D και ο εξοπλισµός που ικανοποιεί τις παραπάνω αναφερόµενες απαιτήσεις δεν είναι δυνατόν να ανευρεθεί, τότε είναι δυνατόν µετά από σύµφωνη γνώµη του επιβλέποντος Μηχανικού να εγκατασταθεί εξοπλισµός που τελεί υπό θετική πίεσης (pressurised).
Τέλος σηµειώνεται ότι σε περιοχές που χαρακτηρίζονται Κλάση Ι Ζώνη 2 οι κινητήρες χωρίς επαφές δεν χρειάζεται να είναι αντιεκρηκτικού τύπου. Συγκεκριµένα επιτρέπεται η χρήση µη αντιεκρηκτικού τύπου επαγωγικών κινητήρων τύπου βραχυκυκλωµένου δροµέα (squirrel cage) καθώς και σύγχρονων κινητήρων χωρίς ψύκτρες µε περίβληµα ερµητικά κλεισµένο. Όσον αφορά τον υπόλοιπο ηλεκτρολογικό εξοπλισµό θα πρέπει να είναι αντιεκρηκτικού τύπου όταν η περιοχή που τοποθετείται έχει χαρακτηρισθεί σαν Κλάση Ι Ζώνη 1 ή Ζώνη 2.
Στα σχήµατα από 1 µέχρι 14 που ακολουθούν φαίνεται η ταξινόµηση των περιοχών σε ζώνες για περιπτώσεις που συνήθως συναντώνται στα ∆ιυλιστήρια ανάλογα µε τη θέση του σηµείου εκποµπής ατµών.
Σηµειώνεται ότι η ταξινόµηση των περιοχών σε Ζώνες στα σχήµατα που ακολουθούν έχει βασισθεί στον κώδικα NEC της Β. Αµερικής. Η αντιστοιχία του κώδικα NEC και των Ευρωπαϊκών κωδίκων IEC/CENELEC είναι η παρακάτω:
Ζώνη 0 και Ζώνη 1 κατά IEC/CENELEC αντιστοιχούν µε Ζώνη Ι κατά NEC. Ζώνη 2 κατά IEC/CENELEC αντιστοιχεί µε ζώνη 2 κατά NEC.
ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΣΕ ΖΩΝΕΣ
ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ ΟΤΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΕΓΑΛΗΣ ∆ΙΑΡΡΟΗΣ ΕΚΡΗΚΤΙΚΩΝ ΑΕΡΙΩΝ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ Η ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΖΩΝΗΣ 2
ΣΧ. 1 ΕΠΑΡΚΩΣ ΕΞΑΕΡΙΖΟΜΕΝΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ∆ΙΕΡΓΑΣΙΩΝ (ΕΚΠΟΜΠΗ ΑΤΜΩΝ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΕΠΙΠΕ∆Ο Ε∆ΑΦΟΥΣ)
ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ ΟΤΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΕΓΑΛΗΣ ∆ΙΑΡΡΟΗΣ ΕΚΡΗΚΤΙΚΩΝ ΑΕΡΙΩΝ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ Η ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΖΩΝΗΣ 2
ΣΧ. 2 ΕΠΑΡΚΩΣ ΕΞΑΕΡΙΖΟΜΕΝΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ∆ΙΕΡΓΑΣΙΩΝ (ΕΚΠΟΜΠΗ ΑΤΜΩΝ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΙΠΕ∆Ο Ε∆ΑΦΟΥΣ)
ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ ΟΤΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΕΓΑΛΗΣ ∆ΙΑΡΡΟΗΣ ΕΚΡΗΚΤΙΚΩΝ ΑΕΡΙΩΝ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ Η ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΖΩΝΗΣ 2
ΣΧ. 3 ΠΕΡΙΟΧΗ ∆ΙΕΡΓΑΣΙΩΝ ΜΕ ΑΝΕΠΑΡΚΗ ΑΕΡΙΣΜΟ
ΣΗΜ. ΓΙΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ ΠΛΩΤΗΣ ΟΡΟΦΗΣ, Ο ΧΩΡΟΣ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΟΦΗ ΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΚΕΛΥΦΟΥΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΣΑΝ ΖΩΝΗ 1
ΣΧ. 4 ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
ΣΧ. 5 ΚΟΥΒΟΥΚΛΙΟ ΣΥΜΠΙΕΣΤΗ ΕΠΑΡΚΩΣ ΕΞΑΕΡΙΖΟΜΕΝΟ ΓΙΑ ΑΤΜΟΥΣ ΕΛΑΦΡΥΝΣΕΩΣ ΤΟΥ ΑΕΡΑ
ΣΧ. 6 ΚΟΥΒΟΥΚΛΙΟ ΣΥΜΠΙΕΣΤΗ ΜΕ ΑΝΕΠΑΡΚΗ ΑΕΡΙΣΜΟ ΓΙΑ ΑΤΜΟΥΣ ΕΛΑΦΡΥΤΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΑΕΡΑ
ΣΧ. 7 ΕΠΑΡΚΩΣ ΕΞΑΕΡΙΖΟΜΕΝΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
ΓΙΑ ΑΤΜΟΥΣ ΕΛΑΦΡΥΤΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΑΕΡΑ
ΑΡΧΙΚΟΣ/ΤΕΛΙΚΟΣ ΕΛΑΙΟ∆ΙΑΧΩΡΙΣΤΗΣ (ΣΗΜ. 3)
ΜΟΝΑ∆Α ΕΠΙΠΛΕΥΣΗΣ (DAF) (ΣΗΜ. 3)
ΣΧ. 8 ΕΛΑΙΟ∆ΙΑΧΩΡΙΣΤΕΣ / ΜΟΝΑ∆ΕΣ ΕΠΙΠΛΕΥΣΗΣ / ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ
ΣΗΜ.:1. Συνιστάται ο ηλεκτρολογικός εξοπλισµός να τοποθετείται µακριά από την περιοχή του εξαεριστικού.
2. Αντίστροφη περιστροφή των ανεµιστήρων και πιθανές
µικροδιαφορές από εναλλάκτη δικαιολογούν το χαρακτηρισµό του φρεατίου των αντλιών σαν ζώνη 2.
ΣΧ. 9 ΠΥΡΓΟΣ ΨΥΞΗΣ ΜΕ ΜΗΧΑΝΙΚΟ ΕΛΚΥΣΜΟ ΓΙΑ ΝΕΡΟ ΨΥΞΗΣ
ΣΗΜ. : 1. Πηγή εκποµπής ατµών θεωρείται η φλάντζα σύνδεσης του βραχίονα που κινείται από τη θέση ανάπαυσης σε όλη την περιοχή λειτουργίας του βραχίονα φόρτωσης.
2. Η περιοχή του προβλήτα που συνορεύει µε το παραβεβληµένο δεξαµενόπλοιο χαρακτηρίζεται σαν ζώνη 2 και τα όρια της περιοχής είναι :
α. 7,5 µέτρα οριζόντια προς την πλευρά του προβλήτα από το µέρος του εξωτερικού περιβλήµατος του δεξαµενοπλοίου που περικλείει τις δεξαµενές πετρελαιοειδών του δεξαµενοπλοίου.
β. Από τη στάθµη θάλασσας και 7,5 µέτρα ψηλότερο από το άνω µέρος των δεξαµενών πετρελαιοειδών όταν το πλοίο είναι στην ψηλότερη θέση (ξεφόρτωτο).
3. Επιπλέον περιοχές µπορεί να χαρακτηρισθούν ηλεκτρολογικά λόγω ύπαρξης εκποµπών ατµών από πηγές επί του προβλήτα.
ΣΧ. 10 ΛΙΜΕΝΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ∆ΙΥΛΙΣΤΗΡΙΩΝ
ΣΗΜ.: Τονίζεται ότι οι αποστάσεις που αναφέρονται στο σχέδιο 1 µέχρι και 10 αφορούν αποστάσεις για "τυπικό" ∆ιυλιστήριο και θα πρέπει να χρησιµοποιούνται ελέγχοντας τις ειδικές συνθήκες του ∆ιυλιστηρίου που θα έχουν εφαρµογή.
3.1. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ - ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ - ΣΤΑΘΜΟΙ ΦΟΡΤΩΣΗΣ
Η ταξινόµηση αυτή αφορά τις περιοχές όπου παράγονται, αποθηκεύονται, φορτώνονται και διακινούνται υγρά προϊόντα Κλάσης Ι ή περιοχές όπου αποθηκεύονται, διακινούνται ή συνυπάρχουν προϊόντα Κλάσεων ΙΙ και ΙΙΙ µαζί µε προϊόντα Κλάσης Ι.
Περιοχές µόνο µε προϊόντα Κλάσεων ΙΙ και ΙΙΙ είναι τελείως ιδιαίτερη περίπτωση και δεν περιλαµβάνονται προς ανάπτυξη στους παρόντες κανονισµούς.
4.1. ΗΛΕΚΤΡΙΚΕΣ ΣΥΣΚΕΥΕΣ ΚΑΙ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ
Οι ηλεκτρικές συσκευές και οι ηλεκτρικές εγκαταστάσεις γενικά, οι γειώσεις και γεφυρώσεις πρέπει να είναι σύµφωνες µε σχετικό κανονισµό εθνικό ή των χωρών της ΕΟΚ. Ο εγκαθιστάµενος µέσα στις Ζώνες ηλεκτρολογικός εξοπλισµός πρέπει να είναι σύµφωνος µε τα καθοριζόµενα στην Κοινή Υπουργική Απόφαση 2923/161/21.2.1986 (ΦΕΚ 176/Β/14.4.86).
Η καταλληλότητα της ηλεκτρικής εγκατάστασης πιστοποιείται από υπεύθυνη δήλωση του κατά Νόµον έχοντος δικαίωµα επίβλεψης της αντίστοιχης εγκατάστασης.
4.1.1. Όλες οι ηλεκτρικές εγκαταστάσεις υπόκεινται στον κίνδυνο της φωτιάς.
Η πυρόσβεση θα πρέπει να γίνει µε το κατάλληλο πυροσβεστικό µέσο (βλέπε πυροσβεστικά µέσα).
Η χρήση νερού ή αφρού απαγορεύεται για πυρόσβεση (κίνδυνος ηλεκτροπληξίας).
4.1.2. Νερό για πυρόσβεση µπορεί να χρησιµοποιηθεί µόνο στις εξής περιπτώσεις:
- Με µόνιµο αυτόµατο ή χειροκίνητο σύστηµα καταιονισµού εφόσον προηγηθεί αυτόµατος ή χειροκίνητη διακοπή του ρεύµατος (π.χ. µετασχηµατιστές κ.λπ.)
- Περιορισµένη χρήση σε εγκαταστάσεις υπαίθρου (µοτέρ,
διακόπτες κ.λπ.) εφόσον αυτοί έχουν προδιαγραφές καιρικής προστασίας.
4.1.3. Σε περιοχές υψηλού κινδύνου και εκεί όπου προβλέπεται πιθανή επέµβαση για πυρόσβεση απαγορεύεται η ανάπτυξη υπέργειων καλωδίων φωτισµού κ.λπ. Αυτά πρέπει να είναι υπόγεια. Σε τέτοιες εγκαταστάσεις καλώδια υπέργεια επιτρέπεται µόνο για το περιφερειακό φωτισµό έξω από την περίφραξη.
4.1.4. Απαγορεύεται η λειτουργία συσκευών 220V εντός κλειστών µεταλλικών κατασκευών (π.χ. δεξαµενές, δοχεία κ.λπ.). Συνιστώνται συσκευές χαµηλής τάσης (µικρότερο από 42V).
4.1.5. Ο ηλεκτρολογικός φωτισµός και τα στοιχεία φωτισµού σε περιοχές Κλάσης Ι πρέπει να είναι ασφαλείας και αντιεκρηκτικού τύπου.
4.1.6. Οι κινητήρες των αντλιών πρέπει να είναι επιλεγµένων προδιαγραφών εάν αυτοί πρόκειται να εγκατασταθούν και να λειτουργήσουν σε Ζώνη
2. Επίσης εάν οι κινητήρες είναι για υπαίθρια λειτουργία αυτοί θα πρέπει να έχουν και προδιαγραφές έναντι των καιρικών φαινοµένων.
4.1.7. Γενικά ηλεκτροκινητήρες και ντιζελοκινητήρες αυστηρά απαγορεύονται για εγκατάσταση και λειτουργία σε περιοχή Ζώνης 1. Εξαίρεση διάφοροι κινητήρες απολύτως αντιεκρηκτικού τύπου.
4.1.8. Η φόρτιση των συσσωρευτών πρέπει να γίνεται σε ασφαλείς περιοχές. Οι περιοχές αυτές πρέπει να παρέχουν τουλάχιστον 10 µέτρα από τα όρια των Μονάδων Λειτουργίας, των αποθηκών καυσίµων, αναχωµάτων δεξαµενών και περιοχές διακίνησης καυσίµων Β και C κατηγορίας.
4.2. ΦΩΤΙΣΜΟΣ
Όλες οι περιοχές εργασιών πρέπει να φέρουν ικανοποιητικό τεχνητό φωτισµό, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται τις νυχτερινές ώρες η ασφάλεια του προσωπικού και να γίνεται κάθε εργασία έκτακτης ανάγκης µε τρόπο επαρκή και ασφαλή. Η ηλεκτρική εγκατάσταση πρέπει να γίνεται σύµφωνα µε τους ισχύοντες κανονισµούς ασφαλείας. Για περιπτώσεις διακοπής της παροχής θα πρέπει να υπάρχει φωτισµός για κρίσιµους χώρους από ηλεκτροπαραγωγό ζεύγος ή συστοιχία µπαταριών.
4.3. ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΚΑΛΩ∆ΙΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Εναέρια καλώδια µεταφοράς ή καλώδια διανοµής ηλεκτρικού ρεύµατος εντός της περίφραξης σε εγκαταστάσεις υψηλού κινδύνου απαγορεύονται. Αυτά πρέπει να είναι υπόγεια.
4.4. ΗΛΕΚΤΡΙΚΕΣ ΣΥΣΚΕΥΕΣ ΣΕ ΧΩΡΟΥΣ ΥΨΗΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ
4.4.1. Κανένας ηλεκτρικός εξοπλισµός, εκτός από τον εξοπλισµό φωτισµού που πρέπει να είναι εγκεκριµένου αντιεκρηκτικού τύπου δεν πρέπει να µεταφέρεται µέσα σε πύργους, δοχεία, δεξαµενές ή στο χώρο προσπέλασης ή στο χώρο των αντλιοστασίων, βανοστασίων και γενικότερα σε χώρους που λειτουργούν Μονάδες, χωρίς την απαραίτητη έγκριση και άδεια.
4.4.2. Επειδή η ροή υγρού µέσω σωληνώσεων µπορεί να δηµιουργήσει φορτία στατικού ηλεκτρισµού, όλες οι σωληνώσεις που θα χρησιµοποιηθούν εκτάκτως ή µονίµως για αέρα, για νερό ή ατµό, καθώς και οι σωληνώσεις που χρησιµοποιούνται για την αφαίρεση του προϊόντος πρέπει να γεφυρωθούν µε τον εξοπλισµό και να έχουν γείωση.
4.4.3. Οι µηχανικοί φυσητήρες και ανεµιστήρες απαγωγής πρέπει να γεφυρώνονται µε τη δεξαµενή ή το δοχείο και να έχουν γείωση.
4.4.4. Εάν εφαρµόζεται καθοδική προστασία σε µια δεξαµενή η σωλήνωση πρέπει αυτή να αποσυνδέεται 24 ώρες πριν από την έναρξη των εργασιών.
4.5. ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΟΥΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΕΝΕΡΓΑ ΦΟΡΤΙΑ
Προκειµένου να διενεργηθούν διάφορες εργασίες από υπεύθυνους ηλεκτρολόγους πλησίον ενεργών φορτίων θα πρέπει να γνωρίζουµε τόσο την οριζόντια επιτρεπτή απόσταση όσο και την κατακόρυφη. Αυτές είναι:
5.1. ΓΕΝΙΚΑ
Ο στατικός ηλεκτρισµός είναι µια πιθανή πηγή ανάφλεξης σε λειτουργίες που συναντώνται σε διυλιστήρια, σε βιοµηχανίες πετρελαίου και εγκαταστάσεις διακίνησης και µεταφοράς πετρελαιοειδών.
Όταν διακινούνται υδρογονάνθρακες σε υγρή µορφή παράγονται ηλεκτρικά φορτία. Κάτω από ορισµένες συνθήκες η παραγωγή του ηλεκτρικού φορτίου µπορεί να προκαλέσει σπινθηρισµό ικανό για να προκληθεί ανάφλεξη σε περιπτώσεις που παράλληλα υπάρχει και εκρηκτική ατµόσφαιρα.
5.2. ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΦΟΡΤΙΑ ΣΕ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ
Ο κύριος κίνδυνος από στατικό ηλεκτρισµό κατά την διακίνηση πετρελαιοειδών δηµιουργείται όταν το προϊόν φορτίζεται ηλεκτρικά αφ’ εαυτού.
Οι ουσίες, στις οποίες συσσωρεύονται φορτία στατικού ηλεκτρισµού ονοµάζονται στατικοί συσσωρευτές. Τα υγρά καύσιµα θεωρούνται στατικοί συσσωρευτές εάν ο ρυθµός µε τον οποίο δηµιουργείται η φόρτωση υπερβαίνει το ρυθµό µε τον οποίο διασκορπίζεται. ΄Όσο υψηλότερη είναι η ηλεκτρική αγωγιµότητα του υγρού, τόσο µεγαλύτερος είναι ο ρυθµός διασκορπισµού. Τα περισσότερα είναι από τα διυλισµένα προϊόντα πετρελαίου που διακινούνται είναι στατικοί συσσωρευτές µε εξαίρεση τα υπολείµµατα πετρελαίου ή τις πίσσες.
Ο µεγαλύτερος κίνδυνος ανάφλεξης από στατικό ηλεκτρισµό εµφανίζεται κατά την πλήρωση προϊόντος στατικού συσσωρευτού κάτω από συνθήκες που να υπάρχει εύφλεκτη ατµόσφαιρα.
Αναλυτικότερα το αργό πετρέλαιο, τα παράγωγά του και γενικά τα υγρά καύσιµα διαιρούνται σε δύο κατηγορίες µε βάση την αγωγιµότητά τους.
5.2.1. Μη συσσωρευτές στατικού ηλεκτρισµού – αγώγιµα
Αργό, µαζούτ, άσφαλτος, αλκοόλες
Τα παραπάνω προϊόντα δεν δηµιουργούν φορτία στατικού ηλεκτρισµού εφόσον τα προϊόντα αυτά διακινούνται σε υγρή συνεχή φάση.
5.2.2. Συσσωρευτές στατικού ηλεκτρισµού – Μη αγώγιµα Νάφθα, βενζίνες, JET A-1/κηροζίνη, JP-4, ντήζελ και διαλύτες όπως π.χ. βενζόλιο, τολουόλιο, ξυλόλιο.
Για τα προϊόντα της κατηγορίας των µη συσσωρευτών τα µέτρα αποφυγής ηλεκτροστατικής ανάφλεξης που θα αναφερθούν παρακάτω δεν έχουν ισχύ εκτός εάν τα προϊόντα της παραπάνω κατηγορίας µπορεί να διακινηθούν υπό µορφή νέφους ή σταγονιδίων (mist). Τονίζεται ότι σε κάθε περίπτωση για µια ανάφλεξη είναι απαραίτητη η ύπαρξη αναφλέξιµης ατµόσφαιρας.
5.3. ΑΙΤΙΕΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΣΤΑΤΙΚΟΥ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ
Σαν κύριες αιτίες εµφάνισης του στατικού ηλεκτρισµού είναι :
5.3.1. Η τριβή του υγρού καυσίµου ή εύφλεκτου προϊόντος στα τοιχώµατα των σωληνώσεων και αγωγών κατά την µεταφορά. Η παρουσία στο καύσιµο αιώρηµά του και σταγονιδίων νερού αυξάνει τον συντελεστή τριβής και της πιθανότητας εµφάνισης σηµαντικού ποσού στατικού ηλεκτρισµού (δεξαµενές πλωτής οροφής, βυτία καυσίµων).
Ειδικότερα η επίδραση της ταχύτητας ροής σε λευκά προϊόντα πετρελαίου είναι η κυριότερη αιτία εµφάνισης στατικού ηλεκτρισµού.
Όσο πιο µεγάλη είναι η πιθανότητα δηµιουργίας στατικού
ηλεκτρισµού. Μια µικρότερη ταχύτητα ροής όχι µόνο µειώνει τη δηµιουργία φορτίων ηλεκτρισµού αλλά δίνει περισσότερο χρόνο στο ηλεκτροστατικό φορτίο του υγρού να διασκορπιστεί στη γη, διαδικασία που είναι γνωστή σαν ανακούφιση. Γενικά ταχύτητες µικρότερες του 1µέτρου/δλ. Σε µεταλλικούς αγωγούς και σωλήνες δεν στοιχειοθετούν
προϋποθέσεις δηµιουργίας στατικού ηλεκτρισµού.
5.3.2. Η διαφυγή αέριας φάσης πτητικού προϊόντος από περιορισµένο άνοιγµα και ειδικότερα στην περίπτωση που συµπαρασύρονται και σταγονίδια υγρής φάσης συντελεί στη δηµιουργία και συσσώρευση στατικού ηλεκτρισµού (δεξαµενές πλωτής οροφής)
5.3.3. Η πλήρωση µε ελαφρά – λευκά προϊόντα δοχείων, δεξαµενών ανοιχτών και βυτίων ειδικότερα όταν αυτά βρίσκονται επί ελαστικών τροχών. (πλήρωση βυτίων).
5.3.4. Σταγόνες νερού ή καθίζηση στερεών σωµατιδίων που διαχωρίζονται µέσα στη δεξαµενή που περιέχει το πετρελαιοειδές.
5.3.5. Φυσαλίδες αερίων ή αέρια µέσα στο πετρελαιοειδές υγρό.
5.4. Ο∆ΗΓΙΕΣ ΑΠΟΦΥΓΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΣΤΑΤΙΚΗΣ ΑΝΑΦΛΕΞΗΣ
5.4.1. ∆εξαµενές αποθήκευσης
- Μεταξύ οποιουδήποτε µικροπορώδους ή φίλτρου διαχωριστού και της δεξαµενής πρέπει να υπάρχει τέτοια απόσταση, ώστε το προϊόν να παραµένει µέσα στη γραµµή τουλάχιστον για 30 sec.
- Όλα τα αγώγιµα αντικείµενα µέσα στη δεξαµενή θα πρέπει να βρίσκονται σε ηλεκτρική συνέχεια µε αυτή.
- Πρέπει να αποφεύγεται κατά το γέµισµα “πιτσίλισµα” της
δεξαµενής.
- Η αρχική ταχύτητα φόρτωσης θα πρέπει να είναι µικρότερη από 1m/s µέχρι ότου η στάθµη ξεπεράσει τουλάχιστον κατά µια διάµετρο το στόµιο εισόδου. Η κανονική φόρτωση θα πρέπει να είναι µικρότερη των 10m/s.
- Πρέπει να αποφεύγεται η άντληση µιγµάτων νερούυδρογονανθράκων καθώς και η είσοδος αέρα, αζώτου κ.λπ. στη δεξαµενή.
- Μεταλλικά ή αγώγιµα αντικείµενα, όπως µετρητικές ταινίες, δειγµατοληπτικά δοχεία ή θερµόµετρα δεν πρέπει να εισάγονται µέσα στη δεξαµενή κατά το γέµισµά της ούτε και για 30 λεπτά µετά από αυτό. Πέρα από το χρόνο αυτό αναµονής τα παραπάνω αντικείµενα µπορούν να εισαχθούν µε την προϋπόθεση ότι είναι γειωµένα. Επιπλέον δεν επιτρέπεται η παραµονή ατόµων στην οροφή της δεξαµενής κατά το γέµισµά της.
- Πρέπει να αποφεύγεται ανάδευση µε αέρα, ατµό, αέριο, ακροφύσια εκτόξευσης ή µηχανικούς αναδευτήρες. Επιτρέπεται η ανακυκλοφορία µε τους περιορισµούς ταχύτητας προηγούµενης παραγράφου. Όµως όπου είναι δυνατόν πρέπει να προτιµάται η απευθείας “ανάµειξη γραµµής”.
- Οι δεξαµενές δεν πρέπει να περιλαµβάνουν µεταλλικές προεξοχές κάτω από την οροφή τους.
Οι προφυλάξεις αυτές δεν χρειάζεται να ληφθούν υπόψη στις παρακάτω περιπτώσεις, όπου δεν εµφανίζεται εύφλεκτος χώρος ατµών:
α. Σε δεξαµενές πλωτής οροφής µε την προϋπόθεση ότι η οροφή επιπλέει.
β. Σε δεξαµενές κωνικής οροφής όπου ο ελεύθερος χώρος είναι εµπλουτισµένος µε αδρανές αέριο.
5.4.2. Φόρτωση Βυτιοφόρου
- Μεταξύ οποιουδήποτε µικροπορώδους φίλτρου ή φίλτρου διαχωριστού και του ακροφυσίου φόρτωσης πρέπει να υπάρχει τέτοια απόσταση, ώστε το προϊόν να παραµένει µέσα στη γραµµή τουλάχιστον για 30 sec.
- Όλα τα µεταλλικά τµήµατα του σωλήνα φόρτωσης θα πρέπει να έχουν ηλεκτρική συνέχεια µεταξύ τους.
- Όλα τα βυτιοφόρα θα πρέπει να γειώνονται πριν από το άνοιγµα των στοµίων φόρτωσης και να παραµένουν γειωµένα µέχρις ότου κλεισθούν ασφαλώς όλα τα στόµια φόρτωσης.
- Κατά την φόρτωση µόνο το στόµιο του διαµερίσµατος που φορτώνεται θα παραµένει ανοικτό, ενώ όλα τα άλλα θα είναι κλειστά. Ο βραχίονας φόρτωσης θα πρέπει κατά το δυνατόν να φθάνει τον πυθµένα του διαµερίσµατος. Η αρχική ταχύτητα φόρτωσης θα πρέπει να είναι µικρότερη από 1m/s µέχρις ότου το ακροφύσιο του βραχίονα φόρτωσης καλυφθεί από το προϊόν. Η κανονική ταχύτητα φόρτωσης θα πρέπει να είναι µικρότερη από 5m/s.
- ∆εν πρέπει να εισάγονται µέσα στο διαµέρισµα βέργες βυθοµέτρησης δειγµατοληπτικά δοχεία ή θερµόµετρα κατά τη διάρκεια της φόρτωσης µέχρι και 5 λεπτά από το τέλος της.
5.4.3. Καθαρισµός ∆εξαµενών Αποθήκευσης
- Οι µηχανές καθαρισµού των δεξαµενών αποθήκευσης πρέπει να έχουν ροή νερού µικρότερη των 60 m3/h.
- Το νερό καθαρισµού µπορεί να θερµανθεί µέχρι 60ο C.
- Η χρήση ανακυκλοφορούµενου νερού, υδρογονανθράκων ή πρόσθετων χηµικών ουσιών επιτρέπεται µε την προϋπόθεση µη εύφλεκτης ατµόσφαιρας.
- ∆εν πρέπει να εισάγεται ατµός µέσα στην δεξαµενή.
- Οι µάνικες των µηχανών καθαρισµού θα πρέπει να γειώνονται προτού εισαχθούν στη δεξαµενή και θα πρέπει να παραµένουν γειωµένες µέχρις ότου να εξαχθούν από αυτή.
- Γενικά οποιοσδήποτε µεταλλικός ή αγώγιµος εξοπλισµός εισάγεται στη δεξαµενή θα πρέπει να είναι γειωµένος.
Οι παραπάνω περιορισµοί πρέπει να εφαρµοσθούν κατά την διάρκεια του πλυσίµατος και 5 ώρες µετά από αυτό.
5.4.4. ∆ηµιουργία Στατικού Ηλεκτρισµού στον Άνθρωπο
Φορτία στατικού ηλεκτρισµού µπορεί να δηµιουργηθούν στο σώµα του ανθρώπου ειδικά όταν φορεί ενδύµατα από συνθετικά υλικά, τα οποία έχουν πολύ µικρότερη αγωγιµότητα απ’ ότι έχουν τα φυσικά υλικά.
Αυτή η επίδραση είναι µεγαλύτερη σε συνθήκες ξηρής ατµόσφαιρας.
Εάν το άτοµο φορεί αγώγιµα υποδήµατα και δεν στέκεται πάνω σε µονωτική επιφάνεια, τα φορτία συνήθως διασκορπίζονται ακίνδυνα στη γη. Παρόµοιες φορτίσεις µπορούν όµως να προκαλέσουν σπινθήρα όταν η ένδυση αποβάλλεται, πράγµα το οποίο θα πρέπει να αποφεύγεται σε περίπτωση επικίνδυνης ατµόσφαιρας.
6.1. Με τον όρο ΖΩΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ από κεραυνό εννοούµε τον χώρο ενός κώνου που έχει κορυφή το υψηλότερο σηµείο µιας κατάλληλα γειωµένης µεταλλικής κατασκευής, ιστού ή αγωγού και έχει ακτίνα βάσης δύο φορές το ύψος της κατασκευής αυτής ή του αγωγού.
Κάθε άλλη κατασκευή που βρίσκεται σε ζώνη προστασίας θεωρείται επαρκώς προστατευµένη από κεραυνό και συνεπώς δεν απαιτεί επιπλέον προστασία.
Σηµαντικές κατασκευές που δεν βρίσκονται σε ζώνη προστασίας θα πρέπει να προστατεύονται από κεραυνό. Σαν σηµαντικές κατασκευές θεωρούνται αυτές στις οποίες κατά κανόνα βρίσκεται προσωπικό, αυτές που περιέχουν σηµαντικές ποσότητες καυσίµων ή αυτές που αν τυχόν υποστούν σηµαντικές ζηµιές θα συνεπάγονται µεγάλες απώλειες στην ίδια την κατασκευή ή (και) σε άλλες που εξαρτώνται από αυτή. Έτσι οι :
6.2. Μεταλλικές κατασκευές όπως οι :
α. ∆εξαµενές αποθήκευσης υπό ατµοσφαιρική πίεση και το δοχείο και οι δεξαµενές αποθήκευσης που δεν έχουν από τον τρόπο στήριξής τους επαρκή γείωση (π.χ. στηρίζονται σε µη οπλισµένο σκυρόδεµα) απαιτούν µόνιµη γείωση τουλάχιστο σε δύο αντιδιαµετρικά σηµεία.
6.3 Άλλες κατασκευές και κτίρια µε µεταλλικό σκελετό ή µεταλλική πλευρική κάλυψη απαιτούν µόνο γείωση τουλάχιστο σε δύο αντιδιαµετρικά σηµεία
- Μη µεταλλικές κατασκευές (π.χ. κτίρια µε µη µεταλλικό σκελετό και µη µεταλλική κάλυψη) απαιτούν προστασία από κεραυνό όπως αναφέρεται στο κεφάλαιο των Μονάδων Παραγωγής.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Στις δεξαµενές πλωτής οροφής απαιτείται η εξασφάλιση της ηλεκτρικής συνέχεια (γεφύρωση) µεταξύ πλωτής οροφής και κελύφους της δεξαµενής.
2. Στα κτίρια απαιτείται η εξασφάλιση της ηλεκτρικής συνέχειας (γεφύρωση) µεταξύ όλων των µεταλλικών µερών που αποτελούν την οροφή και το σκελετό των κτιρίων.
3. Η γείωση µπορεί να είναι τεχνητά ηλεκτρόδια ή υπόγειοι µεταλλικοί αγωγοί νερού. Η αντίσταση προς τη γη να µην υπερβαίνει τα 15 –20HOMS.
4. Περιπτώσεις για µόνιµη εγκατάσταση µε αλεξικέραυνα είναι όταν προστατεύονται δοµικές κατασκευές µεγάλου ύψους και έχουν µεγαλύτερο κώνο προστασίας των παρακειµένων µεταλλικών κατασκευών. (Βλ. γείωση
εγκαταστάσεων Μονάδων Παραγωγής).
7.1. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΦΟΡΤΙΩΝ ΣΤΑΤΙΚΟΥ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ, ΚΕΡΑΥΝΟΥ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΩΝ ΡΕΥΜΑΤΩΝ
- Εάν υπάρχει κάποιο τµήµα ηλεκτρικά φορτισµένα µεταξύ του πλοίου και των διατάξεων φόρτωσης, τα ηλεκτρικά ρεύµατα που προέρχονται από την καθοδική προστασία ή από ηλεκτρικά ρεύµατα διασποράς µπορούν να εκρεύσουν από το πλοίο προς την ακτή ή αντίθετα και τέτοια ρεύµατα µπορούν να προκαλέσουν σπινθήρα εάν ο ηλεκτρικός αγωγός αποσυνδεθεί.
Γι’ αυτό το λόγο δεν πρέπει να γίνεται γεφύρωση στο καλώδιο του πλοίου µε την ακτή και προτείνεται να τοποθετείται ένα τµήµα µονωτικού εύκαµπτου σωλήνα ή µια µονωτική φλάντζα σε κάθε βραχίονα φόρτωσης ή σε κάθε σύνδεση της ακτής.
- Όλα τα µεταλλικά τµήµατα των µηχανηµάτων της ακτής πρέπει να έχουν γείωση. Το πλοίο έχει γείωση µέσω του νερού.
- Οι εύκαµπτοι σωλήνες για την φόρτωση ή εκφόρτωση µπορούν να είναι αγώγιµης ή µη αγώγιµης κατασκευής, αλλά όταν χρησιµοποιούνται για την φόρτωση ή εκφόρτωση πετρελαιοειδούς τύπου στατικού συσσωτευτού όλα τα µεταλλικά τµήµατα στους εύκαµπτους αυτούς σωλήνες πρέπει να είναι ηλεκτρικά συνδεδεµένα είτε µε το πλοίο είτε µε τους σωλήνες της ακτής αλλά όχι και µε τα δύο.
Για να επιτευχθεί αυτό προτείνεται ο ένας εύκαµπτος σωλήνας να είναι µη αγώγιµος και οι άλλοι να είναι αγώγιµοι ή να υπάρχει µια φλαντζωτή µονωτική ένωση στη σύνδεση της παράκτιας σωλήνωσης.
- Όταν πετρελαιοειδές τύπου στατικού συσσωρευτού φορτώνεται ή εκφορτώνεται χρησιµοποιώντας εξ’ ολοκλήρου όλους τους µεταλλικούς βραχίονες φόρτωσης ή εκφόρτωσης µία µονωτική φλαντζωτή σύνδεση πρέπει να τοποθετηθεί στο σύστηµα του βραχίονα αλλά πρέπει να δοθεί προσοχή ώστε να εξασφαλισθεί ότι η µονωτική φλάντζα δεν θα βραχυκυκλωθεί από συρµάτινα καλώδια ή άλλους αγωγούς. Όταν χρησιµοποιείται µεταλλικός βραχίονας µαζί µε εύκαµπτο σωλήνα, µία µονωτική φλάντζα πρέπει να τοποθετηθεί εκεί όπου ενώνεται ο εύκαµπτος σωλήνας µε το µεταλλικό βραχίονα.
- Όπου χρησιµοποιούνται µονωτικές φλάντζες πρέπει να συνοδεύονται µε προστατευτικά καλύµµατα για να αποφευχθεί ο κίνδυνος πρόκλησης σπινθήρα από τυχαία ένωση διαµέσου των δύο φλαντζών.
- Στην περίπτωση υποβρυχίων σωληνώσεων µπορεί να παρουσιαστεί η ίδια κατάσταση και όταν χρησιµοποιούνται αγώγιµοι σωλήνες σε ένα τυπικό αγκυροβόλιο πρέπει να τοποθετείται µία µη αγώγιµη εύκαµπτη σηµαδούρα µέσα σε κάθε τερµατικό άκρο του εύκαµπτου σωλήνα.
Μονωτικές φλάντζες δεν είναι κατάλληλες για υποβρύχιες σωληνώσεις. Οι υποβρύχιοι εύκαµπτοι σωλήνες που ενώνουν τις υποβρύχιες σωληνώσεις προς ένα και µόνο ναύδετο πρέπει να είναι µη αγώγιµου τύπου, ώστε να µονώνεται το πλωτό ναύδετο από κάθε καθοδική προστασία στις σωληνώσεις
Όταν ένα ναύδετο έχει καθοδική προστασία πρέπει να ληφθούν προφυλάξεις που να εµποδίζουν τη ροή των ρευµάτων της καθοδικής προστασίας προς το πλοίο µε την χρησιµοποίηση ενός µη αγώγιµου εύκαµπτου σωλήνα ή άλλου τρόπου. Σε όλες τις περιπτώσεις όπου οι υποβρύχιες σωληνώσεις έχουν καθοδική προστασία πρέπει να τοποθετείται µονωτική φλάντζα σε ένα κατάλληλο σηµείο εκεί όπου οι σωληνώσεις βγαίνουν στην ακτή.
7.2. ΕΛΕΓΧΟΙ ΚΑΙ ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
- Οι συνδεδεµένοι εύκαµπτοι σωλήνες πρέπει να ελέγχονται για ηλεκτρική συνέχεια προτού τεθούν για πρώτη φορά σε λειτουργία και µετέπειτα περιοδικά κατά διαστήµατα.
- Εκφόρτωση ή φόρτωση πετρελαιοειδών κατηγορίας Ι ή ΙΙ (2) πρέπει να διακόπτεται κατά την διάρκεια µιας καταιγίδας µε ηλεκτρικές εκκενώσεις.
- Προς αποφυγή δηµιουργίας φορτίων στατικού ηλεκτρισµού όταν αντλούνται πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι ή ΙΙ ή ΙΙΙ που θεωρούνται στατικοί συσσωρευτές υπό συνθήκες που µπορούν να δηµιουργήσουν εύφλεκτη ατµόσφαιρα στο διάκενο χώρος της δεξαµενής από αναθυµίαση ή δηµιουργία οµίχλης πρέπει να ακολουθούνται τα προβλεπόµενα στις διαδικασίες αποθήκευσης σε δεξαµενές.
- Η χρησιµοποίηση αέρα ή νερού για καθαρισµό των σωληνώσεων και των εύκαµπτων σωλήνων από πετρελαιοειδή κατηγορίας Ι ή ΙΙ δεν συνιστάται και πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο επειδή η παρουσία του αέρα ή του νερού αυξάνει την δηµιουργία φορτίων στατικού ηλεκτρισµού και την εσωτερική διάβρωση.
Εάν είναι αναπόφευκτο κατά την διάρκεια των εργασιών να αντληθούν τέτοια µίγµατα προϊόντος µε αέρα ή νερό, τότε η ταχύτητα ροής πρέπει να περιοριστεί κάτω από ένα µέτρα ανά δευτερόλεπτα έως ότου όλη η σωλήνωση έχει απαλλαγεί από αέρα ή νερό.
5.1. ΓΕΝΙΚΑ
Ο στατικός ηλεκτρισµός είναι µια πιθανή πηγή ανάφλεξης σε λειτουργίες που συναντώνται σε διυλιστήρια, σε βιοµηχανίες πετρελαίου και εγκαταστάσεις διακίνησης και µεταφοράς πετρελαιοειδών.
Όταν διακινούνται υδρογονάνθρακες σε υγρή µορφή παράγονται ηλεκτρικά φορτία. Κάτω από ορισµένες συνθήκες η παραγωγή του ηλεκτρικού φορτίου µπορεί να προκαλέσει σπινθηρισµό ικανό για να προκληθεί ανάφλεξη σε περιπτώσεις που παράλληλα υπάρχει και εκρηκτική ατµόσφαιρα.
5.2. ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΦΟΡΤΙΑ ΣΕ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ
Ο κύριος κίνδυνος από στατικό ηλεκτρισµό κατά την διακίνηση πετρελαιοειδών δηµιουργείται όταν το προϊόν φορτίζεται ηλεκτρικά αφ’ εαυτού.
Οι ουσίες, στις οποίες συσσωρεύονται φορτία στατικού ηλεκτρισµού ονοµάζονται στατικοί συσσωρευτές. Τα υγρά καύσιµα θεωρούνται στατικοί συσσωρευτές εάν ο ρυθµός µε τον οποίο δηµιουργείται η φόρτωση υπερβαίνει το ρυθµό µε τον οποίο διασκορπίζεται. ΄Όσο υψηλότερη είναι η ηλεκτρική αγωγιµότητα του υγρού, τόσο µεγαλύτερος είναι ο ρυθµός διασκορπισµού. Τα περισσότερα είναι από τα διυλισµένα προϊόντα πετρελαίου που διακινούνται είναι στατικοί συσσωρευτές µε εξαίρεση τα υπολείµµατα πετρελαίου ή τις πίσσες.
Ο µεγαλύτερος κίνδυνος ανάφλεξης από στατικό ηλεκτρισµό εµφανίζεται κατά την πλήρωση προϊόντος στατικού συσσωρευτού κάτω από συνθήκες που να υπάρχει εύφλεκτη ατµόσφαιρα.
Αναλυτικότερα το αργό πετρέλαιο, τα παράγωγά του και γενικά τα υγρά καύσιµα διαιρούνται σε δύο κατηγορίες µε βάση την αγωγιµότητά τους.
5.2.1. Μη συσσωρευτές στατικού ηλεκτρισµού – αγώγιµα
Αργό, µαζούτ, άσφαλτος, αλκοόλες
Τα παραπάνω προϊόντα δεν δηµιουργούν φορτία στατικού ηλεκτρισµού εφόσον τα προϊόντα αυτά διακινούνται σε υγρή συνεχή φάση.
5.2.2. Συσσωρευτές στατικού ηλεκτρισµού – Μη αγώγιµα Νάφθα, βενζίνες, JET A-1/κηροζίνη, JP-4, ντήζελ και διαλύτες όπως π.χ. βενζόλιο, τολουόλιο, ξυλόλιο.
Για τα προϊόντα της κατηγορίας των µη συσσωρευτών τα µέτρα αποφυγής ηλεκτροστατικής ανάφλεξης που θα αναφερθούν παρακάτω δεν έχουν ισχύ εκτός εάν τα προϊόντα της παραπάνω κατηγορίας µπορεί να διακινηθούν υπό µορφή νέφους ή σταγονιδίων (mist). Τονίζεται ότι σε κάθε περίπτωση για µια ανάφλεξη είναι απαραίτητη η ύπαρξη αναφλέξιµης ατµόσφαιρας.
5.3. ΑΙΤΙΕΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΣΤΑΤΙΚΟΥ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ
Σαν κύριες αιτίες εµφάνισης του στατικού ηλεκτρισµού είναι :
5.3.1. Η τριβή του υγρού καυσίµου ή εύφλεκτου προϊόντος στα τοιχώµατα των σωληνώσεων και αγωγών κατά την µεταφορά. Η παρουσία στο καύσιµο αιώρηµά του και σταγονιδίων νερού αυξάνει τον συντελεστή τριβής και της πιθανότητας εµφάνισης σηµαντικού ποσού στατικού ηλεκτρισµού (δεξαµενές πλωτής οροφής, βυτία καυσίµων).
Ειδικότερα η επίδραση της ταχύτητας ροής σε λευκά προϊόντα πετρελαίου είναι η κυριότερη αιτία εµφάνισης στατικού ηλεκτρισµού.
Όσο πιο µεγάλη είναι η πιθανότητα δηµιουργίας στατικού
ηλεκτρισµού. Μια µικρότερη ταχύτητα ροής όχι µόνο µειώνει τη δηµιουργία φορτίων ηλεκτρισµού αλλά δίνει περισσότερο χρόνο στο ηλεκτροστατικό φορτίο του υγρού να διασκορπιστεί στη γη, διαδικασία που είναι γνωστή σαν ανακούφιση. Γενικά ταχύτητες µικρότερες του 1µέτρου/δλ. Σε µεταλλικούς αγωγούς και σωλήνες δεν στοιχειοθετούν
προϋποθέσεις δηµιουργίας στατικού ηλεκτρισµού.
5.3.2. Η διαφυγή αέριας φάσης πτητικού προϊόντος από περιορισµένο άνοιγµα και ειδικότερα στην περίπτωση που συµπαρασύρονται και σταγονίδια υγρής φάσης συντελεί στη δηµιουργία και συσσώρευση στατικού ηλεκτρισµού (δεξαµενές πλωτής οροφής)
5.3.3. Η πλήρωση µε ελαφρά – λευκά προϊόντα δοχείων, δεξαµενών ανοιχτών και βυτίων ειδικότερα όταν αυτά βρίσκονται επί ελαστικών τροχών. (πλήρωση βυτίων).
5.3.4. Σταγόνες νερού ή καθίζηση στερεών σωµατιδίων που διαχωρίζονται µέσα στη δεξαµενή που περιέχει το πετρελαιοειδές.
5.3.5. Φυσαλίδες αερίων ή αέρια µέσα στο πετρελαιοειδές υγρό.
5.4. Ο∆ΗΓΙΕΣ ΑΠΟΦΥΓΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΣΤΑΤΙΚΗΣ ΑΝΑΦΛΕΞΗΣ
5.4.1. ∆εξαµενές αποθήκευσης
- Μεταξύ οποιουδήποτε µικροπορώδους ή φίλτρου διαχωριστού και της δεξαµενής πρέπει να υπάρχει τέτοια απόσταση, ώστε το προϊόν να παραµένει µέσα στη γραµµή τουλάχιστον για 30 sec.
- Όλα τα αγώγιµα αντικείµενα µέσα στη δεξαµενή θα πρέπει να βρίσκονται σε ηλεκτρική συνέχεια µε αυτή.
- Πρέπει να αποφεύγεται κατά το γέµισµα “πιτσίλισµα” της
δεξαµενής.
- Η αρχική ταχύτητα φόρτωσης θα πρέπει να είναι µικρότερη από 1m/s µέχρι ότου η στάθµη ξεπεράσει τουλάχιστον κατά µια διάµετρο το στόµιο εισόδου. Η κανονική φόρτωση θα πρέπει να είναι µικρότερη των 10m/s.
- Πρέπει να αποφεύγεται η άντληση µιγµάτων νερούυδρογονανθράκων καθώς και η είσοδος αέρα, αζώτου κ.λπ. στη δεξαµενή.
- Μεταλλικά ή αγώγιµα αντικείµενα, όπως µετρητικές ταινίες, δειγµατοληπτικά δοχεία ή θερµόµετρα δεν πρέπει να εισάγονται µέσα στη δεξαµενή κατά το γέµισµά της ούτε και για 30 λεπτά µετά από αυτό. Πέρα από το χρόνο αυτό αναµονής τα παραπάνω αντικείµενα µπορούν να εισαχθούν µε την προϋπόθεση ότι είναι γειωµένα. Επιπλέον δεν επιτρέπεται η παραµονή ατόµων στην οροφή της δεξαµενής κατά το γέµισµά της.
- Πρέπει να αποφεύγεται ανάδευση µε αέρα, ατµό, αέριο, ακροφύσια εκτόξευσης ή µηχανικούς αναδευτήρες. Επιτρέπεται η ανακυκλοφορία µε τους περιορισµούς ταχύτητας προηγούµενης παραγράφου. Όµως όπου είναι δυνατόν πρέπει να προτιµάται η απευθείας “ανάµειξη γραµµής”.
- Οι δεξαµενές δεν πρέπει να περιλαµβάνουν µεταλλικές προεξοχές κάτω από την οροφή τους.
Οι προφυλάξεις αυτές δεν χρειάζεται να ληφθούν υπόψη στις παρακάτω περιπτώσεις, όπου δεν εµφανίζεται εύφλεκτος χώρος ατµών:
α. Σε δεξαµενές πλωτής οροφής µε την προϋπόθεση ότι η οροφή επιπλέει.
β. Σε δεξαµενές κωνικής οροφής όπου ο ελεύθερος χώρος είναι εµπλουτισµένος µε αδρανές αέριο.
5.4.2. Φόρτωση Βυτιοφόρου
- Μεταξύ οποιουδήποτε µικροπορώδους φίλτρου ή φίλτρου διαχωριστού και του ακροφυσίου φόρτωσης πρέπει να υπάρχει τέτοια απόσταση, ώστε το προϊόν να παραµένει µέσα στη γραµµή τουλάχιστον για 30 sec.
- Όλα τα µεταλλικά τµήµατα του σωλήνα φόρτωσης θα πρέπει να έχουν ηλεκτρική συνέχεια µεταξύ τους.
- Όλα τα βυτιοφόρα θα πρέπει να γειώνονται πριν από το άνοιγµα των στοµίων φόρτωσης και να παραµένουν γειωµένα µέχρις ότου κλεισθούν ασφαλώς όλα τα στόµια φόρτωσης.
- Κατά την φόρτωση µόνο το στόµιο του διαµερίσµατος που φορτώνεται θα παραµένει ανοικτό, ενώ όλα τα άλλα θα είναι κλειστά. Ο βραχίονας φόρτωσης θα πρέπει κατά το δυνατόν να φθάνει τον πυθµένα του διαµερίσµατος. Η αρχική ταχύτητα φόρτωσης θα πρέπει να είναι µικρότερη από 1m/s µέχρις ότου το ακροφύσιο του βραχίονα φόρτωσης καλυφθεί από το προϊόν. Η κανονική ταχύτητα φόρτωσης θα πρέπει να είναι µικρότερη από 5m/s.
- ∆εν πρέπει να εισάγονται µέσα στο διαµέρισµα βέργες βυθοµέτρησης δειγµατοληπτικά δοχεία ή θερµόµετρα κατά τη διάρκεια της φόρτωσης µέχρι και 5 λεπτά από το τέλος της.
5.4.3. Καθαρισµός ∆εξαµενών Αποθήκευσης
- Οι µηχανές καθαρισµού των δεξαµενών αποθήκευσης πρέπει να έχουν ροή νερού µικρότερη των 60 m3/h.
- Το νερό καθαρισµού µπορεί να θερµανθεί µέχρι 60ο C.
- Η χρήση ανακυκλοφορούµενου νερού, υδρογονανθράκων ή πρόσθετων χηµικών ουσιών επιτρέπεται µε την προϋπόθεση µη εύφλεκτης ατµόσφαιρας.
- ∆εν πρέπει να εισάγεται ατµός µέσα στην δεξαµενή.
- Οι µάνικες των µηχανών καθαρισµού θα πρέπει να γειώνονται προτού εισαχθούν στη δεξαµενή και θα πρέπει να παραµένουν γειωµένες µέχρις ότου να εξαχθούν από αυτή.
- Γενικά οποιοσδήποτε µεταλλικός ή αγώγιµος εξοπλισµός εισάγεται στη δεξαµενή θα πρέπει να είναι γειωµένος.
Οι παραπάνω περιορισµοί πρέπει να εφαρµοσθούν κατά την διάρκεια του πλυσίµατος και 5 ώρες µετά από αυτό.
5.4.4. ∆ηµιουργία Στατικού Ηλεκτρισµού στον Άνθρωπο
Φορτία στατικού ηλεκτρισµού µπορεί να δηµιουργηθούν στο σώµα του ανθρώπου ειδικά όταν φορεί ενδύµατα από συνθετικά υλικά, τα οποία έχουν πολύ µικρότερη αγωγιµότητα απ’ ότι έχουν τα φυσικά υλικά.
Αυτή η επίδραση είναι µεγαλύτερη σε συνθήκες ξηρής ατµόσφαιρας.
Εάν το άτοµο φορεί αγώγιµα υποδήµατα και δεν στέκεται πάνω σε µονωτική επιφάνεια, τα φορτία συνήθως διασκορπίζονται ακίνδυνα στη γη. Παρόµοιες φορτίσεις µπορούν όµως να προκαλέσουν σπινθήρα όταν η ένδυση αποβάλλεται, πράγµα το οποίο θα πρέπει να αποφεύγεται σε περίπτωση επικίνδυνης ατµόσφαιρας.
Εκτός της πρώτης ύλης που είναι το Αργό Πετρέλαιο και των προϊόντων και υποπροϊόντων αυτού όπως Βενζίνες, Ντήζελ, Υγραέρια κλ.π., τα οποία όλα χαρακτηρίζονται κατά περίπτωση σαν πολύ αναφλέξιµα ή και εκρηκτικά, υπάρχουν και άλλες επικίνδυνες ουσίες σε χρήση στα ∆ιυλιστήρια και στις λοιπές Βιοµηχανίες πετρελαίου, οι οποίες σε µικρότερες ή µεγαλύτερες ποσότητες συµµετέχουν στις παραγωγικές διαδικασίες ή προκύπτουν από αυτές υπό διάφορες µορφές όπως:
- ∆ευτερεύουσες Πρώτες Ύλες
- Καταλύτες
- Χηµικά πρόσθετα και βελτιωτικά ορισµένων ιδιοτήτων των πετρελαιοειδών
- Ενδιάµεσα παράγωγα µε επικίνδυνα χαρακτηριστικά
- Χηµικά κατεργασίας και Αντιδραστήρια
Ανάλογα µε την επικινδυνότητά τους, οι ουσίες αυτές διακρίνονται στις εξής κατηγορίες:
Α. Τοξικές.
Β. Τοξικές και συγχρόνως εύφλεκτες.
Γ. Εύφλεκτες και εκρηκτικές
Με βάση την αναφερθείσα ανωτέρω κατάταξη, οι παρακάτω ουσίες δύνανται να εµφανίζονται σε ∆ιυλιστήρια.
ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Στις περιπτώσεις που κατά την εκδήλωση της φωτιάς δηµιουργούνται ρήξεις αγωγών, δοχείων ή άλλου εξοπλισµού που επιτρέπει τη σηµαντική διαφυγή ποσότητας των ανωτέρω τοξικών ουσιών και δηµιουργείται ατµόσφαιρα τοξική και αποπνικτική είναι απαραίτητο να λαµβάνονται υπόψη τα παρακάτω:
1. Το προσωπικό που θα ασχοληθεί µε την κατάσβεση στην περιοχή του περιστατικού πρέπει να είναι επαρκώς ειδικευµένο (χειριστές του ∆ιυλιστηρίου, έµπειροι πυροσβέστες).
2. Η ύπαρξη τοξικών αερίων ή υγρών µε αναθυµιάσεις υποχρεώνει τη χρήση κλειστών προσωπίδων αέρος και προστασίας οφθαλµών (προσωπίδες κανίστρου απαγορεύονται) π.χ. χλώριο, HALON, υδροφθόριο κ.λπ.
3. Η διαρροή ή η διαφυγή τοξικού υγρού υποχρεώνει τη χρήση ειδικής στολής, ειδικά γάντια και µπότες, προστασία προσώπου και κεφαλής και σε ορισµένες περιπτώσεις τη χρήση αναπνευστικής συσκευής (όταν συνυπάρχουν και τοξικά αέρια).
4. Η χρήση νερού σε πυκνό θετικό οξύ απαγορεύεται γιατί δηµιουργείται κίνδυνος έκρηξης και εκτίναξης του οξέος µε πιθανή δηµιουργία εγκαυµάτων.
ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ
Σαν γενικό µέτρο θα πρέπει να αναφερθεί ότι περιστατικά και πυρκαγιές που περιλαµβάνονται οι παραπάνω ουσίες είτε σαν κύριο µέσο καύσης είτε σαν προϊόν διαρροής κατά την εκδήλωση κάποιου άλλου περιστατικού, θα πρέπει να αντιµετωπίζονται αποκλειστικά από ειδικευµένα άτοµα (τεχνικούς της περιοχής ή ειδικές οµάδες του Π.Σ.) που θα γνωρίζουν τις ιδιότητες και τους ενδεχόµενους κινδύνους που πιθανόν θα προκληθούν.
Η χρήση αναπνευστικών συσκευών µε προσωπίδες είναι υποχρεωτική.
Τέλος θα πρέπει να τονισθεί ότι επεµβάσεις σε περιοχές που εκδηλώθηκε φωτιά και συνυπάρχουν οι παραπάνω ουσίες πρέπει πάντα να γίνονται ευνοϊκά µε τη φορά του ανέµου. Η κλήση και λήψη πληροφοριών από ειδικούς ή κατασκευαστές είναι βασικός παράγοντας για τη σωστή αντιµετώπιση σοβαρών εκδηλώσεων και πυρκαγιών.
Αναλυτικότερα αναφέρεται:
1. Η καύση υδροθείου δεν είναι πολύ έντονη και αντιµετωπίζεται εύκολα µε πυροσβεστήρες σκόνης.
2. Η διαφυγή υδροθείου ή αµµωνίας είναι περίπτωση µεγίστου κινδύνου λόγω της υψηλής τοξικότητας. Η εκκένωση του χώρου ειδικά προς τη φορά του ανέµου είναι απαραίτητη εάν τη φωτιά συνοδεύουν τέτοιες διαρροές (ποσότητες υδροθείου πάνω από 1:10000 είναι θανατηφόρες).
3. Η µεθυλική αλκοόλη ως και τα πρόσθετα συνήθως είναι πολικές ενώσεις και απαιτούν χρήση αφρού αλκοολικού τύπου. Οι ατµοί της αλκοόλης αυτής είναι τοξικοί και προσβάλλουν έντονα τα µάτια.
4. Τέλος η ανάφλεξη του αντικροτικού (αιθύλια ή µεθύλια του µολύβδου) ή η συµµετοχή του σε µία ανάφλεξη καθιστούν την περίπτωση της πυρκαγιάς εξόχως επικίνδυνη.
Η ψύξη των δοχείων του αντικροτικού µε ποσότητες νερού και η προσπάθεια αποµόνωσης των βανών ή βαλβίδων από ειδικευµένο προσωπικό, ευνοϊκά προς τον άνεµο και πάντα µε χρήση προσωπίδων αέρος καις στολής προστασίας του σώµατος (όχι στολή υψηλής θερµοκρασίας) θεωρείται απαραίτητος. Πλέον επικίνδυνη περίπτωση θεωρείται η συµµετοχή δοχείων ή µεγάλων CONTAINERS µε αντικροτικά σε φλεγόµενη περιοχή. Ο κίνδυνος έκρηξης είναι αυξηµένος και σύντοµος όσο το δοχείο είναι άδειο.
Το προϊόν καύσης του αντικροτικού ή και οι ατµοί αυτού είναι εξόχως τοξικοί και πιθανόν να απαιτήσουν εκκένωση περιορισµένης ή και ευρύτερης περιοχής σε περίπτωση που οι ποσότητες καύσης είναι σηµαντικές και ο έλεγχος της φωτιάς έχει απολεσθεί. Μόνιµες εγκαταστάσεις δοχείων TEL απαιτούν µόνιµο σύστηµα ψύξης µε καταιονισµό σε ποσότητες τουλάχιστον 10 LIT/MIN/M2 για
επιφάνεια που καλύπτεται από τα δοχεία και περιφερειακή ακτίνα 2 µέτρων.
Τοιχείο 30 εκ. και επίστρωση µε µπετόν µε κλίση 2% προς την ακραία γωνία του φρεατίου περισυλλογής είναι υποχρεωτική.
Τα φορητά δοχεία πρέπει πάντα να αποθηκεύονται σε καθορισµένους χώρους και σε αποστάσεις µεγαλύτερες των 30 µέτρων από κεντρικούς δρόµους, άλλες δεξαµενές και κτίρια.
Από θερµές λειτουργίες και συνεργεία συντήρησης η απόσταση πρέπει να είναι ελάχιστη 60 µέτρα.
Αναλυτικά µέτρα αντιµετώπισης πυρκαϊάς αντικροτικού Άµεση διακοπή µεταφοράς ή διακίνησης αντικροτικού. Άµεση ενεργοποίηση των µονίµων ή φορητών µέσων ψύξης µε την µέγιστη παροχή. Προσβολή µε τα συµβατικά µέσα µε χρήση µέσω ατοµικής προστασίας και ειδοποίηση των ειδικών τεχνικών.
Άλλες φωτιές στο γύρω χώρο αντιµετωπίζονται µε αφρό ή σκόνη. Φωτιές αντικροτικό σε βάνες ασφαλιστικά ή αγωγούς αντιµετωπίζονται µε ισχυρές σκόνες και αποµόνωση (εάν είναι δυνατόν).
Επιµήκυνση του χρόνου φωτιάς απαιτούν αύξηση του ρυθµού ψύξης προς αποφυγή εκρήξεων ή ρήξεων των δοχείων. Η είσοδος νερού εντός ανοικτών δοχείων έχει άµεση κατασβεστική ικανότητα γιατί σαν ελαφρότερο του αντικροτικού επιπλέει της επιφάνειας, αποµονώνει τον αέρα και σβήνει τη φωτιά.
Παράγοντες επιµήκυνσης του ασφαλούς χρόνου προσβολής είναι η ποσότητα του νερού ψύξης και η πληρότητα των δοχείων.
5. Το θείο δεν είναι τοξικό. Σπάνια µπορεί η σκόνη του θείου να ερεθίσει την επιδερµίδα. Όταν καίγεται στον αέρα παράγει διοξείδιο του θείου που είναι τοξικό.
Το υγρό θείο µπορεί να περιέχει υδρόθειο που είναι τοξικό σε µικρές συγκεντρώσεις. Το σταθερό θείο που περιέχει υδρογονάνθρακες µπορεί, όταν γίνει υγρό, να παράγει υδρόθειο.
Στερεό θείο
Σκόνη θείου στον αέρα ανάβει εύκολα. Μια µικρή έκρηξη σκόνης θείου στον αέρα προκαλεί µια επιπλέον µεταφορά σκόνης στον αέρα από το αποθηκευµένο θείο που αν ανάψει µπορεί να προκαλέσει µεγαλύτερη έκρηξη και πιθανόν φωτιά όλου του αποθηκευµένου θείου.
Λόγω της µικρής του αγωγιµότητας, το διακινούµενο θείο αναπτύσσει φορτία στατικού ηλεκτρισµού µε κίνδυνο έναυσης ή έκρηξης της σκόνης του από σπινθήρα στατικού ηλεκτρισµού. Το θείο µπορεί να ανάψει από θερµότητα τριβής, ή από σπινθήρες που µπορούν να προκληθούν από διάφορα εργαλεία.
Υγρό Θείο
Το χαµηλό σηµείο ανάφλεξης και η πιθανή παρουσία υδρόθειου κάνουν το υγρό θείο επικίνδυνο για ανάφλεξη/έκρηξη. Το υδρόθειο όχι µόνο έχει χαµηλή θερµοκρασία ανάφλεξης, αλλά κάτω από ορισµένες συνθήκες µπορεί να οδηγήσει σε σχηµατισµό πυροφορικών ενώσεων του σιδήρου. Το νερό είναι το πιο αποτελεσµατικό µέσο καταπολέµησης φωτιάς σε θείο. Πρέπει όµως να χρησιµοποιείται µε τη µορφή εκνεφώµατος ή οµίχλης. Ο ατµός µπορεί να χρησιµοποιηθεί για καταπολέµηση φωτιάς (απόπνιξη) σε φρεάτια υγρού θείου, σε δεξαµενές και σε άλλους µικρούς κλειστούς χώρους που περιέχουν θείο. Πυροσβεστήρες διοξειδίου του άνθρακα µπορούν επίσης να χρησιµοποιηθούν.
Αντιµετώπιση πυρκαγιών
Το υδρογόνο και οι ελαφρείς υδρογονάνθρακες που χρησιµοποιούνται σαν παραπροϊόν καύσης σε κλιβάνους ή φούρνους έχουν την ιδιότητα σαν πολύ ελαφρά συστατικά να µην συσσωρεύονται στις κοιλότητες του εδάφους και να διαφεύγουν στο περιβάλλον. Η ιδιότητα αυτή περιορίζει πολύ την ανάφλεξη και την έκρηξη των ουσιών αυτών γιατί δεν υπάρχει µεγάλη συσσώρευση ποσοτήτων.
Κατά κανόνα οι φωτιές υδρογόνου και ελαφρών υδρογονανθράκων είναι φωτιές τρισδιάστατες και µε πίεση, οπότε απαιτούν για κατάσβεση:
α. Αποµόνωση της πηγής ανάφλεξης εάν αυτό είναι δυνατόν.
β. ∆ραστική µείωση της πίεσης του συστήµατος για να περιοριστεί ο ρυθµός τροφοδοσίας.
γ. ∆ιατήρηση του ρυθµού καύσης σε έλεγχο και χωρίς κίνδυνο µέχρι εξάντλησης του προϊόντος καύσης.
Ειδικότερα για τις παραπάνω ουσίες θα πρέπει να αναφερθεί :
1. Τα καύσιµα αέρια ιδιοκατανάλωσης εάν περιέχουν και βαρύτερους υδρογονάνθρακες αντιµετωπίζονται µε καλή ψύξη και µε πυροσβεστήρες ισχυρής σκόνης.
2. Η περίπτωση της αυτανάφλεξης του υδρογόνου κατά τη διαφυγή του µε την εµφάνιση ισχυρής έκρηξης είναι δυνατή εφόσον δηµιουργηθούν ευνοϊκές αναλογίες ανάµιξης µε τον αέρα.
3. Η φωτιά του υδρογόνου την ηµέρα είναι τελείως αόρατη και συνήθως αντιµετωπίζεται από το αποτέλεσµα. Τη νύχτα η φωτιά είναι αµυδρά ορατή µε απόχρωση της φλόγας λευκή προς γαλάζια.
Η παραπάνω ιδιότητα σε σχέση µε την υψηλή θερµοκρασία καύσης ενδέχεται να δηµιουργήσει σοβαρά προβλήµατα τραυµατισµού προσωπικού και φθοράς του εξοπλισµού.
4. Το αλκυλοχλωρίδιο είναι ένας καταλύτης υγρός είτε αµιγής είτε σε πυκνό διάλυµα µε ελαφρό πετρέλαιο που χρησιµοποιείται στα ∆ιυλιστήρια για την παραγωγή της πρώτης ύλης για την αµόλυβδη βενζίνη (DIMERSOL).
Η πυροφορική αυτή ουσία έχει τις εξής χαρακτηριστικές ιδιότητες :
α. Σε επαφή µε τον αέρα αναφλέγεται
β. Σε επαφή µε το νερό εκρήγνυται
Αυτή η ουσία κυκλοφορεί πάντοτε σε κλειστά κυκλώµατα και εµφανίζει αναφλέξεις σε περίπτωση διαρροών. Η χρήση πυροσβεστήρων σκόνης ή συστηµάτων κατάκλυσης µε σκόνη φέρει σχετικά καλά αποτελέσµατα.
Αναφλέξεις επί του εδάφους ή σε χώρους από σηµαντικές ποσότητες απαιτούν την επικάλυψη µε το κατασβεστικό υλικό ΒΕΡΜΙΚΟΥΛΙΤΗ, υλικό στερεό και πολύ ελαφρό που σχηµατίζει επικαλυπτικό τήγµα και σβήνει τη φωτιά. Η αφαίρεση του τήγµατος αυτόµατα επαναφλέγει τον καταλύτη.
Γενικά απαιτούνται σηµαντικές ποσότητες ΒΕΡΜΙΚΟΥΛΙΤΗ περίπου 1 σάκος των 10 KG (είναι πολύ ελαφρός) για 1-2 µ2. Αποθέµατα ΒΕΡΜΙΚΟΥΛΙΤΗ για κάθε Μονάδα ελάχιστο 2000 KG. Η χρήση νερού αυστηρά απαγορεύεται.
1.1. Ουδεµία θερµή εργασία επιτρέπεται να λάβει χώρα στους επικίνδυνους χώρους µιας Βιοµηχανίας Πετρελαίου και ειδικά σε περιοχές όπου επεξεργάζονται, διακινούνται ή αποθηκεύονται εύφλεκτα υγρά προϊόντα και εκρηκτικά αέρια, εάν προηγουµένως στην άδεια εργασίας που θα εκδοθεί δεν επιβεβαιώνεται, ότι έγιναν οι απαραίτητοι έλεγχοι εκρηκτικών αερίων και ότι το αποτέλεσµα ήταν αρνητικό.
1.2. Ο έλεγχος της συγκέντρωσης εύφλεκτων αερίων είναι ουσιώδης πριν δοθεί άδεια για εργασία "εν θερµώ" ή είσοδο σε εξοπλισµό, που προηγούµενα περιείχε εύφλεκτο υλικό. Αυτός επιτυγχάνεται µε τη χρησιµοποίηση ενός µετρητή καύσης αερίων που είναι φορητός, λειτουργεί µε ξηρή µπαταρία και που αποτελεί εκ κατασκευής όργανο ασφαλές.
1.3. Τα πλέον συνήθη εκρηκτικά αέρια που συναντώνται στην βιοµηχανία του πετρελαίου είναι το Υδρογόνο, Μεθάνιο, Αιθάνιο, Προπάνιο, Βουτάνιο και ατµοί Πεντανίου ή Εξανίου. Σπανιότερα συναντώνται τα παράγωγα ή οι ενώσεις αυτών.
Σε ορισµένες περιπτώσεις πιθανόν να υπάρχουν και άλλες αέριες οργανικές ενώσεις π.χ. Μεθανόλη, Τολουόλη κ.λπ.
2.1. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΟΡΓΑΝΟΥ
Τα φορητά όργανα προσδιορισµού των εκρηκτικών αερίων ή ατµών προορίζονται για να µετρούν τη συγκέντρωση των παραπάνω αερίων στον αέρα. ∆είγµα του ατµοσφαιρικού αέρα από το περιβάλλον του δειγµατολήπτη αναρροφάται µε αυτόµατο συνεχές ή χειροκίνητο µηχανικό τρόπο και οδηγείται για καύση σε σύστηµα αντιστάσεων γέφυρας Wheatstone όπου η καύση συντελεί στην αύξηση της ηλεκτρικής µεταλλικής αντίστασης. Το τελικό αποτέλεσµα της µεταφέρεται σαν ένδειξη δείκτου ή ψηφιακό αριθµό µε το ποσοστό επί % του κατώτατου ορίου εκρηκτικότητας LEL (Low Explosion Limit).
2.2. ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΡΓΑΝΩΝ (Καλιµπράρισµα)
Γενικά κάθε όργανο είναι ρυθµισµένο για τον έλεγχο ενός αερίου. Επειδή όµως η θερµότητα καύσης των περισσοτέρων ευφλέκτων αερίων είναι κατά προσέγγιση η ίδια, αυτά ρυθµίζονται για το επιθυµητό αέριο (π.χ. Μεθάνιο, Υδρογόνο κ.λπ), αλλά έχουν ικανοποιητική ακρίβεια και για τον έλεγχο των άλλων αερίων. Να σηµειωθεί ότι η ένδειξη 0 που απαιτείται για ασφαλές περιβάλλον συµπίπτει σε όλα τα εύφλεκτα αέρια.
2.3. ΚΑΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ
- Οι περισσότεροι µετρητές καύσης αερίων λειτουργούν µε την καταλυτική καύση ενός δείγµατος αερίων πάνω από ένα ενεργοποιηµένο µεταλλικό νήµα συνήθως πλατίνας. Η αλλαγή της θερµοκρασίας που οφείλεται στην καύση προκαλεί µεταβολή της ηλεκτρικής αντίστασης του µεταλλικού νήµατος. Αυτό µε τη σειρά του προκαλεί µια ανισορροπία στο ηλεκτρικό κύκλωµα του οργάνου, που καταγράφεται σαν µια απόκλιση του δείκτη του µετρητή στην κλίµακα του οργάνου και είναι ποσοστό του κατώτατου ορίου ανάφλεξης.
- ∆είγµα της ατµόσφαιρας που πρέπει να ελεγχθεί αναρροφάται µέσω του οργάνου και σηµειώνεται µε προσοχή η ένδειξη της απόκλισης του δείκτη του µετρητή πάνω στην κλίµακα. Οι αρχές της µεθόδου της χρήσης ενός µετρητή της καύσης αερίων είναι σχετικά απλές, αλλά υπάρχουν περιπτώσεις που το όργανο µπορεί να δώσει λανθασµένη ένδειξη και απαιτείται µεγάλη πείρα για την ερµηνεία, ώστε να γίνεται σωστή και ασφαλής χρήση.
3.1. ΚΑΤΩΤΕΡΑ ΚΑΙ ΑΝΩΤΕΡΑ ΟΡΙΑ ΑΝΑΦΛΕΞΗΣ
Οι αναθυµιάσεις των πετρελαιοειδών είναι εύφλεκτες σε αναλογίες µεταξύ περίπου 1% και 8% του όγκου που καταλαµβάνουν στον αέρα.
Εάν υπάρχει αέριο λιγότερο από 1% ή περισσότερο από 8% το µίγµα θα είναι αντίστοιχα πολύ φτωχό ή πολύ πλούσιο για καύση.
Οι αριθµοί 1% και 8% είναι το κατώτερο και το ανώτερο όριο ανάφλεξης.
3.2. ΜΕΤΡΗΣΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΑΕΡΙΩΝ
- Η ποσότητα ατµών καυσίµου στο µίγµα αέρα - ατµών καυσίµου µπορεί να µετρηθεί µε ένα ουσιαστικά ασφαλή µετρητή καύσης αερίων.
Οι κλίµακες του µετρητή καύσης αερίων διαβαθµίζονται µεταξύ 0-100% του κατωτέρου ορίου ανάφλεξης.
Π.χ. µια ένδειξη 50% του κατώτερου ορίου ανάφλεξης.
Τέτοιο µίγµα περιέχει 0.5% αέρια πετρελαιοειδούς αν το κατώτερο όριο ανάφλεξης είναι 1%.
- Το όργανο που χρησιµοποιείται για την µέτρηση της περιεκτικότητας των αερίων, πρέπει να είναι εγκεκριµένης σχεδίασης, πρέπει να ελέγχεται τακτικά για ακρίβεια και πρέπει να χρησιµοποιείται µόνο από αρµόδιο άτοµο.
Όταν υπάρχει πιθανότητα παρουσίας αλκυλοµολυβδούχων ατµών, πρέπει να χρησιµοποιείται ένας µετρητής καύσης αερίων που δεν είναι ευαίσθητος στην επίδρασή τους.
- Οι έλεγχοι παρουσίας και οι µετρήσεις συγκεντρώσεων ευφλέκτων και εκρηκτικών αερίων πρέπει να διενεργούνται από εξουσιοδοτηµένα άτοµα της επιχείρησης κατάλληλα εκπαιδευµένα και µε επαρκή προϋπηρεσία στο αντικείµενο. Περισσότερες λεπτοµέρειες στην παράγραφο "Εκπαίδευση" του παρόντος κεφαλαίου.
4.1. ∆ΕΙΓΜΑΤΑ ΛΗΦΘΕΝΤΑ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΕΥΦΛΕΚΤΑ ΥΓΡΑ ΚΑΙ ΣΤΕΡΕΑ ΚΑΤΑΛΟΙΠΑ
Σε κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος, µια δοκιµή αερίου δεν θα δείξει την παρουσία στον εξοπλισµό των καυσίµων όπως είναι η κεροζίνη, το ελαφρό πετρέλαιο και το ντήζελ, γιατί δεν παράγουν εύφλεκτο περιβάλλον σε τέτοιες θερµοκρασίες.
Αυτό είναι σηµαντικό όταν δίνεται άδεια για εργασία "εν θερµώ", π.χ. σε ένα δίκτυο σωληνώσεων ελαφρού πετρελαίου ή ντήζελ, καθότι το όργανο δεν θα δώσει ένδειξη στη θερµοκρασία του χώρου που βρίσκεται. Στη συνέχεια, η εργασία "εν θερµώ" στη σωλήνωση θα προκαλέσει την εξάτµιση οποιονδήποτε υπόλοιπων ελαφρού πετρελαίου ή ντήζελ, µε την πιθανότητα παραγωγής ευφλέκτου µίγµατος.
Όταν ελέγχεται εξοπλισµός που περιέχει στερεά κατάλοιπα, όπως είναι η σκουριά και τα κατακάθια, τα κατάλοιπα πρέπει να αναταραχθούν, αλλά όχι µε την "προβοσκίδα" που παίρνεται το δείγµα, για να εξασφαλισθεί ότι δεν έχει παγιδευτεί αέριο κάτω από την επιφάνειά τους.
4.2. ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ ΟΞΥΓΟΝΟΥ
Εάν ληφθεί δείγµα που περιέχει ανερπακές οξυγόνο για πλήρη καύση, τότε θα έχουµε λανθασµένο αποτέλεσµα. Ειδικές διαδικασίες απαιτούνται για να προσδιοριστούν τα εύφλεκτα αέρια σε ένα αδρανές µείγµα αερίων. Μπορούν να χρησιµοποιηθούν σωλήνες διάλυσης που θα επιτρέπουν κατά προσέγγιση ελεγχόµενη αναλογία του αέρα στο δείγµα, που πρέπει να απορροφηθεί εντός του οργάνου, αλλά δεν συνιστάται σαν ακριβής µέθοδος µέτρησης. Η τεχνική µπορεί να είναι χρήσιµη για συγκριτικούς σκοπούς, π.χ. καθόλη τη διάρκεια µιας διαδικασίας καθαρισµού, όπου η ατµόσφαιρα καυσίµου αερίου διαλύεται σ’ ένα αδρανές αέριο. Εάν υπάρχει υποψία ύπαρξης ανεπαρκούς ατµόσφαιρας οξυγόνου, τότε πρέπει να προηγηθεί ένας έλεγχος για οξυγόνο πριν τον έλεγχο ύπαρξης οποιουδήποτε ευφλέκτου αερίου. Όπου εντοπίζεται ανεπαρκής ατµόσφαιρα οξυγόνου, τότε η ένδειξη για εύφλεκτο αέριο, χρειάζεται προσεκτική τεχνική ερµηνεία.
Υπάρχουν διάφοροι τύποι µετρητών για τη µέτρηση της συγκέντρωσης οξυγόνου.
4.3. ΠΛΟΥΣΙΕΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΕΣ ΑΕΡΙΟΥ
Εάν ένα δείγµα αερίου σε συγκέντρωση µεγαλύτερη από το κατώτερο όριο ανάφλεξης αναρροφηθεί µέσα σ’ ένα µετρητή καύσης αερίων, ο δείκτης του µετρητή θα αποκλίνει ταχέως σε πλήρη ένδειξη της κλίµακας και µετά µπορεί να πέσει στο µηδέν ή και κάτω από αυτό.
Εάν αυτή η ταχεία απόκλιση προς τα δεξιά δεν παρατηρηθεί από το χειριστή µπορεί να σχηµατισθεί η εντύπωση ότι δεν υπάρχει εύφλεκτο αέριο.
Συνεχής αναρρόφηση πλούσιας συγκέντρωσης αερίου διαµέσου του οργάνου µπορεί να προκαλέσει γρήγορα κάψιµο του µεταλλικού νήµατος το πιθανότερο εντός χρόνου δέκα έως είκοσι δευτερολέπτων. ∆εν είναι φρόνιµο να γίνει δειγµατοληψία σε δείγµα πλούσιου αερίου, των οποίων η συγκέντρωση είναι πάνω από το χαµηλότερο όριο ανάφλεξης.
4.4. ΜΟΛΥΣΜΕΝΕΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΕΣ
- Οι µετρητές καύσης αερίων δεν θα λειτουργήσουν σωστά, εάν ξένα σωµατίδια αναρροφηθούν εντός του οργάνου καθόσον αυτά µπορούν να µπλοκάρουν το φίλτρο εισροής τους αναχαιτιστές ροής προς τα πίσω ή την οπή ροής, να αλλοιώσουν ή να καλύψουν το µεταλλικό ανιχνευτικό νήµα ή να κάψουν τον ανιχνευτή και τα αντισταθµιστικά νήµατα.
- Όταν γίνεται δειγµατοληψία πάνω σε υγρά, πρέπει να δοθεί προσοχή, ώστε να αποφευχθεί η αναρρόφηση υγρού εντός του οργάνου. Π.χ. το νερό, θα βλάψει το φίλτρο εισόδου και εύφλεκτα υγρά θα κάψουν τα νήµατα.
Υπάρχουν, ένας ειδικός καθετήρας µε στερεό άκρο και µία παγίδα στο σωλήνα εισαγωγής, για να εµποδίζουν την οποιαδήποτε λήψη υγρού να φτάσει στο όργανο αλλά όπου είναι δυνατό ο καθετήρας δειγµατοληψίας πρέπει να τοποθετείται αρκετά µακριά από την επιφάνεια του υγρού.
- Η δειγµατοληψία ατµοσφαιρών που περιέχουν υδρατµούς πρέπει γενικά να αποφεύγεται, επειδή µπορεί να ληφθούν εσφαλµένα αποτελέσµατα και η συµπύκνωση εντός του οργάνου να οδηγήσει σε αποτυχία.
Η δοκιµή µπορεί εν τούτοις να γίνει µε την χρησιµοποίηση µιας υδροπαγίδας στην πλευρά της αναρρόφησης, που θα απορροφήσει τους συµπυκνωµένους υδρατµούς, αλλιώς πρέπει να δοθεί η αναγκαία καθυστέρηση χρόνου προτού επιχειρηθεί ο έλεγχος αερίου.
- Φολίδες, σκουριά ή οποιαδήποτε άλλα µικρά στερεά σωµατίδια δεν πρέπει να αναρροφώνται εντός του οργάνου καθόσον θα µπλοκάρουν τα εξαρτήµατα όπως του καθετήρα δειγµατοληψίας, τα φίλτρα εισόδου, τους αναχαιτιστές ροής προς τα πίσω ή την οπή ροής. Αυτό έχει σαν αποτέλεσµα να παρατηρηθεί µια αργή ανταπόκριση της αναρρόφησης. Το όργανο θα πρέπει τότε να αποσυναρµολογηθεί και να συντηρηθεί.
Η αποφυγή των στερεών κατάλοιπων δεν είναι πάντοτε εύκολη, π.χ. στον έλεγχο µικρής διαµέτρου σωλήνων όπου η διάµετρος του καθετήρα δειγµατοληψίας πλησιάζει εκείνη των σωλήνων. Πρακτικά το πέρασµα ενός σιδηρού βάκτρου προ της εισαγωγής του καθετήρα δειγµατοληψίας είναι η καλύτερη µέθοδος.
- Μερικά υλικά, εάν αναρροφηθούν εντός του οργάνου θα αλλοιώσουν το ανιχνευτικό µεταλλικό νήµα και τούτο θα επηρεάσει σοβαρά την ένδειξη του οργάνου. Αλκυλικές ενώσεις µολύβδου που προστίθενται στη βενζίνη, θα προκαλέσουν εναπόθεση µολύβδου στο µεταλλικό ανιχνευτικό νήµα, µε αποτέλεσµα την απώλεια ακριβείας.
Εποµένως, όταν πρέπει να ελεγχθούν ατµόσφαιρες µολυβδούχου βενζίνης, ή πρέπει να χρησιµοποιηθεί ειδικό όργανο µε µεταλλικό νήµα υψηλής θερµοκρασίας ή το κανονικό όργανο πρέπει να εξοπλιστεί µε φίλτρο καταλυτικού τύπου.
Ο δεύτερος εναλλακτικός τρόπος δεν είναι πολύ αποτελεσµατικός. Άλλα σώµατα, όπως κάλιο, νάτριο, µόλυβδος και αλογονούχοι υδρογονάνθρακες περιλαµβάνονται µέσα στις ουσίες που µπορούν να προκαλέσουν αλλοίωση του µεταλλικού νήµατος.
4.5. ΣΩΛΗΝΕΣ ∆ΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ
Οι σωλήνες δειγµατοληψίας που χρησιµοποιούνται είναι κατασκευασµένοι από επιλεγµένο υλικό και είναι σχεδιασµένοι για ελάχιστη προσρόφηση µιας σειράς αερίων.
Όταν γίνεται δειγµατοληψία αερίων µε υψηλές διαλυτικές ικανότητες π.χ. ξυλόλη, τότε απαιτούνται ειδικά υλικά µε αυξηµένη αντίσταση στην προσρόφηση. Στο βαθµό ακριβείας των αποτελεσµάτων πρέπει να λαµβάνεται υπόψη και η πιθανή απώλεια λόγω προσρόφησης, η οποία θα ποικίλει ανάλογα µε το αέριο που δοκιµάζεται, το µήκος του σωλήνα δειγµατοληψίας, το υλικό και την παλαιότητά του π.χ. µπορεί ήδη να είναι κορεσµένο. Όταν χρησιµοποιούνται επεκτατικοί σωλήνες (το κανονικό µήκος είναι περίπου 1,5 m), πρέπει να δίνεται περιθώριο στην αναρρόφηση του δείγµατος µέσω του οργάνου.
5.1. ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ - ΒΑΘΜΟΝΟΜΗΣΗ
- Οι µετρητές καύσης αερίων δίνουν ένα σχετικά σωστό αποτέλεσµα σε σχέση µε το κατώτερο όριο ανάφλεξης σε µια σειρά εύφλεκτων αερίων.
Εφόσον στο κατώτερο όριο ανάφλεξης, ίσοι όγκοι µιγµάτων αερίων στον αέρα αναπτύσσουν παρόµοιες ποσότητες θερµότητας καύσης τότε θα έχουν και παρόµοιες επιδράσεις στην αντίδραση των ανιχνευτικών µεταλλικών νηµάτων.
Για ακριβείς ενδείξεις, το όργανο πρέπει να βαθµονοµηθεί στο αέριο που πρόκειται να εξετασθεί ή σε αέριο µε τα ίδια αντίστοιχα φυσικά χαρακτηριστικά.
- Οι µετρητές καύσης αερίων δεν είναι κατάλληλοι για σωστή ποσοτική ανάλυση εκτός υπό προσεκτικά ελεγχόµενες εργαστηριακές συνθήκες, µε βαθµονόµηση κατάλληλη για το αέριο που πρόκειται να ελεγχθεί. Συνήθως χρησιµοποιούνται σαν όργανα ελέγχου για τον προσδιορισµό µιας κατάστασης που να επιτρέπει την έναρξη δράσης. Είναι επίσης χρήσιµοι για να προσδιορίσουν αντίστοιχα µεγέθη π.χ. την µείωση συσσώρευσης αερίων κατά την διάρκεια καθαρισµού.
- Τα όργανα που παραλαµβάνονται από τους κατασκευαστές είναι βαθµονοµηµένα πάνω σε ένα συγκεκριµένο αέριο, για παράδειγµα το πεντάνιο (κανονικό πεντάνιο), το οποίο επιτρέπει στο όργανο να µετρήσει µια µεγάλη σειρά από καύσιµα αέρια που προέρχονται από συνήθη πετρελαιοειδή.
Καµπύλες µετατροπής, που διατίθενται από τον κατασκευαστή µπορεί να χρησιµοποιηθούν για να προσδιορίσουν την κατά προσέγγιση συσσώρευση αερίων, διαφορετικών από το αέριο, µε το οποίο έγινε η βαθµονόµηση.
5.2. ΠΕΡΙΟ∆ΙΚΗ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
- Πρέπει να γίνονται συχνοί έλεγχοι ανταπόκρισης σ’ όλα τα όργανα για να εξακριβώνεται ότι το ανιχνευτικό µεταλλικό νήµα είναι ικανοποιητικό.
Αυτό µπορεί να γίνει, µε την αναρρόφηση αερίων, πάνω από γνωστό υγρό καύσιµο, όπως το ξυλένιο, διαµέσου του οργάνου και µε την σύγκριση της ένδειξης για τη θερµοκρασία του υγρού, µε την ελάχιστη ένδειξη που έχει προσδιοριστεί από τον κατασκευαστή και που πρέπει να είναι αρκετά υψηλότερη από την τελευταία. Αυτό αφορά τον έλεγχο της ελάχιστης ένδειξης µόνο και όχι τον έλεγχο της βαθµονόµησης.
Ο τελευταίος έλεγχος µπορεί να γίνει, εάν διέλθει µια γνωστή πυκνότητα αερίου, µέσω του οργάνου, όπως του πεντάνιου. Τελευταία διατίθενται δοχεία αεροζόλ µε µεθάνιο και αέρα σε γνωστές ποσότητες που µπορούν να χρησιµοποιηθούν για έλεγχο της ελάχιστης ένδειξης όπως επίσης και για την βαθµονόµηση . Το περιεχόµενο ενός δοχείου αεροζόλ, έχει πυκνότητα πολύ µικρότερη από το κατώτερο όριο ανάφλεξης.
Εποµένως δεν αποτελεί κίνδυνο για το περιεχόµενό του και οι έλεγχοι µπορούν να γίνουν σε χώρους εγκαταστάσεων, όπου ένας έλεγχος µε ξυλένιο δεν επιτρέπεται. Το σύστηµα επίσης των δοχείων αεροζόλ είναι καλύτερο από τις µεθόδους ελέγχου σε υγρά.
Η συχνότητα ελέγχου για ελάχιστη ένδειξη, ποικίλλει ανάλογα µε την συχνότητα χρήσης του οργάνου και τον αριθµό ατόµων που χειρίζονται το όργανο. Όταν µόνο ένα άτοµο χειρίζεται το όργανο, ένας εβδοµαδιαίος έλεγχος ένδειξης είναι επαρκής, επειδή ο χειριστής πολύ γρήγορα αναπτύσσει την ικανότητα να γνωρίζει, εάν η ένδειξη του οργάνου είναι εσφαλµένη ή όχι. Εάν ο ανιχνευτής του αερίου δεν χρησιµοποιείται συχνά ή εάν τούτο χρησιµοποιείται από πολλά άτοµα, τότε συνιστάται ένα σύστηµα ελέγχου της ελάχιστης ένδειξης πριν από κάθε χρήση του οργάνου και γι’ αυτό το δοχείο αεροζόλ µε αέρα και µεθάνιο, είναι το περισσότερο κατάλληλο.
- Η συντήρηση και ο ηλεκτρολογικός έλεγχος των κυκλωµάτων του οργάνου και της κατάστασης της εισόδου του φίλτρου και των αναχαιτιστών φλόγας πρέπει να ελέγχονται σε µηνιαία βάση από αρµόδιο µηχανικό οργάνων.
Επίσης πιθανόν οι µπαταρίες να χρειάζονται αλλαγή ταυτόχρονα µε αυτό τον έλεγχο.
5.3. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ ΓΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ
- Ο κατασκευαστής προµηθεύει αντίγραφο του πιστοποιητικού που ισχύει για το όργανο ότι είναι πραγµατικά ασφαλές και σ’ αυτό θα αναφέρονται όλα τα αέρια, για τα οποία µπορεί το όργανο να χρησιµοποιηθεί µε ασφάλεια.
Είναι σηµαντικό να µην χρησιµοποιηθεί το όργανο σε άλλες κατηγορίες αερίων, π.χ. όργανο που δεν φέρει το σωστό τύπο αναχαιτιστών φλόγας, θα είναι επικίνδυνο, εάν χρησιµοποιηθεί σε αέριο υψηλού βαθµού ανάφλεξης,
όπως είναι το υδρογόνο. Πρέπει γι’ αυτό να δοθούν οδηγίες, εάν πρόκειται να δοκιµαστούν αέρια, τα οποία δεν ανήκουν σ’ αυτές τις κατηγορίες που αναφέρονται.
- Εάν ο ανιχνευτής αερίων περιέχεται µέσα σε θήκη από αλουµίνιο, το εξωτερικό κινητό πλαστικό κάλυµµα δεν πρέπει να αφαιρείται κατά την χρήση, επειδή η θήκη του αλουµινίου σε επαφή µε σκουριασµένες επιφάνειες σιδήρου µπορεί να προκαλέσει σπίθα. Το πλαστικό κάλυµµα αποτελεί ένα αναπόσπαστο τµήµα του πιστοποιητικού της έγκρισης.
5.4. ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗ
- Οι τεχνικές µέθοδοι που συνδέονται µε τη δοκιµή αερίων είναι σχετικά απλές, µε την προϋπόθεση ότι είναι γνωστές και προβλέπονται οι περιορισµοί της χρήσης, τα προβλήµατα µόλυνσης και οι περιπτώσεις που επιτρέπεται να χρησιµοποιηθεί το όργανο. Η ερµηνεία των αποτελεσµάτων απαιτεί µεγάλη προσοχή, και είναι απαραίτητη η εκπαίδευση για να βοηθηθεί ο δοκιµαστής αερίων στην απόκτηση της εµπειρίας.
- Η εκπαίδευση των δοκιµαστών αερίων πρέπει να επαναλαµβάνεται κατά τακτά χρονικά διαστήµατα π.χ. περίπου κάθε έξι µήνες για τους έκτακτους χειριστές. ∆οκιµαστές αερίων, οι οποίοι έχουν περίπου δύο χρόνων πείρα πιθανόν να χρειάζονται µόνο έκτακτη δοκιµασία, ώστε να επιβεβαιώνεται ότι εκτελούν τους ελέγχους σωστά.
5.5. ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ
- Υπάρχει ένας µεγάλος αριθµός από τύπους µετρητών καύσης αερίων που διατίθενται στην αγορά και που ποικίλουν σε ακρίβεια και σε ασφάλεια λειτουργίας. Ο βαθµός ακριβείας δεν είναι κρίσιµος εκεί όπου τα όργανα χρησιµοποιούνται µόνο για τον προσδιορισµό εύφλεκτων αερίων σε περιπτώσεις ανάληψης δράσης ή όχι, όπως γίνεται όταν πρόκεται να δοθεί άδεια για εργασία "εν θερµώ". Εκεί που µικρές ποσότητες εύφλεκτων αερίων εξετάζονται κυρίως για τις τοξικές τους ιδιότητες, τότε η ακρίβεια έχει µεγαλύτερη σηµασία. Σε αυτή την περίπτωση, οι ανιχνευτές τοξικών αερίων, είναι καταλληλότεροι από τους µετρητές καύσης αερίων.
- Πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια µέσω του προµηθευτή των οργάνων, για να εξασφαλισθεί ότι παραδεκτά λάθη σε ενδείξεις πυκνοτήτων αερίων, παρουσιάζονται µόνο στην ασφαλή κατεύθυνση της κλίµακας, δηλαδή ότι ο µετρητής δείχνει ψηλότερα από το σωστό.
5.6. ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
Προτού επιτραπεί η είσοδος ατόµων ή η εκτέλεση εργασίας σε δεξαµενές ή σε άλλα µέρη όπου υπάρχει πιθανότητα ύπαρξης επικίνδυνης ατµόσφαιρας, η συγκέντρωση αερίων πρέπει να είναι, όπως διευκρινίζεται στον αντίστοιχο Πίνακα για τις συνθήκες εισόδου και τον τύπο εργασίας που θα εκτελεσθεί.
Εάν ο µετρητής καύσης αερίων δείξει αύξηση στη συσσώρευση αερίου πάνω από τα προδιαγεγραµµένα όρια, η εργασία πρέπει να σταµατήσει και τα άτοµα να εγκαταλείψουν την δεξαµενή ή τον ορισµένο χώρο, έως ότου γίνει η περαιτέρω απαερίωση, ώστε η συσσώρευση του αερίου να ελαττωθεί κάτω από τα όρια που αναφέρονται στον πίνακα.
ΦΟΡΗΤΟΙ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΙ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ ΑΕΡΙΩΝ
Μπορούν να χρησιµοποιηθούν φορητοί συναγερµοί ανίχνευσης εύφλεκτων αερίων σαν προστασία κατά το χρόνο που εκτελείται η εργασία "εν θερµώ". Οι ανιχνευτές συνήθως λειτουργούν µε επαναφορτιζόµενες υγρές ή ξηρές µπαταρίες που εξασφαλίζουν συνεχή χρήση 14 ωρών. Το αέριο δεν χρειάζεται να αναρροφηθεί µέσα σ’ αυτά τα όργανα, αλλά εισέρχεται µε διάχυση. Οι κεφαλές του ανιχνευτικού οργάνου πρέπει να τοποθετούνται πολύ κοντά στην εργασία που εκτελείται και στην πιο πιθανή πηγή διαρροής αερίου. Εάν ο συναγερµός ενεργοποιηθεί, τότε πρέπει να σταµατήσει η εργασία και η άµεση γειτονική περιοχή να εκκενωθεί. Αυτά τα όργανα, για τα οποία υπάρχουν πολλοί τύποι, µπορούν να ρυθµιστούν ώστε να δίνουν συνθήκες συναγερµού, σε περίπτωση διαπίστωσης καταστάσεων στην απαιτουµένη αναλογία ασφαλείας του κατωτέρου ορίου ανάφλεξης συνήθως περίπου 20%. Η διαφυγή αερίου αποδεικνύεται:
(α) Μία απόκλιση στην κλίµακα του µετρητή οπότε
(β) ακούγεται ένα ευκρινής ήχος συναγερµού εάν η ένδειξη του µετρητή υπερβεί την προκαθορισµένη αναλογία του κατώτερου ορίου ανάφλεξης και στην συνέχεια,
(γ) εµφανίζεται ένα φως που αναβοσβήνει.
Η απαερίωση εξοπλισµού ή δεξαµενής που περιείχε πτητικούς υδρογονάνθρακες πρέπει να γίνει έγκαιρα και σωστά ώστε να προστατεύεται το προσωπικό που εισέρχεται µέσα, από τους κινδύνους ασφυξίας, δηλητηρίασης από τοξικές ουσίες και από τις συνθήκες εκείνες που µπορούν να προκαλέσουν κίνδυνο πυρκαγιάς ή έκρηξης, πριν από την έναρξη της εργασίας αλλά και κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της.
Σε όλες τις περιπτώσεις πρέπει να γίνονται οι αναγκαίοι έλεγχοι και η εργασία να εκτελείται υπό την άµεση εποπτεία αρµοδίου προσώπου.
Η απαερίωση και ο καθαρισµός είναι εργασίες αλληλένδετες και δεν πρέπει να αρχίζει εργασία είτε καθαρισµού, είτε απαερίωσης του εξοπλισµού χωρίς να λαµβάνονται υπόψη οι ανάγκες και η σειρά των εργασιών και για τις δύο περιπτώσεις.
- Μπορεί να υπάρξουν τοξικές επιδράσεις από την εισπνοή, απορρόφηση ή είσοδο στο στοµάχι υδρογονανθράκων ή µολυβδούχων καταλοίπων (στερεών, υγρών ή αερίων) ή από υδρόθειο σε αδιύλιστα πετρελαιοειδή.
- Το προσωπικό που εισέρχεται σε αποµονωµένο εξοπλισµό των Μονάδων ή σε ∆εξαµενές, στις οποίες παραµένουν κατάλοιπα από προϊόντα που περιέχουν οργανική ένωση µολύβδου πρέπει να προστατεύεται απόλυτα από την εισπνοή, απορρόφηση ή είσοδο στο στοµάχι τοξικού µολυβδούχου µίγµατος.
Ειδικά στις µολυβδούχες δεξαµενές πρέπει να επιτρέπεται η είσοδος µόνον όταν φέρεται πλήρης αναπνευστική προσωπίδα, κατά προτίµηση του τύπου που τροφοδοτείται µε αέρα, ένα κάλυµµα ή κράνος και πλήρης προστατευτική στολή.
Αυτό ισχύει ακόµα και µετά την επίτευξη συνθηκών απαερίωσης.
Είναι πιθανό να υπάρχει παρουσία επικίνδυνων συγκεντρώσεων τοξικών ακόµα και όταν η δεξαµενή δεν περιείχε ποτέ µολυβδούχο προϊόν, αλλά είχε γεµισθεί µε µηχανήµατα που είχαν κατάλοιπα µολυβδούχων προϊόντων.
- Ο αέρας πρέπει κατά προτίµηση να παρέχεται µέσω ενός συµπιεστού που να είναι τοποθετηµένος αντίθετα προς τη φορά του ανέµου. Η είσοδος του αέρα στον αεροσυµπιεστή πρέπει να είναι τοποθετηµένη µόνο εκεί όπου µπορεί να τραβήξει καθαρό αέρα.
- Έξω από τον εξοπλισµό µια αναπνευστική συσκευή τύπου κανίστρου προσφέρει επαρκή προστασία, µέσα στην καθορισµένη περιοχή εργασίας, χωρίς άλλες ιδιαίτερες απαιτήσεις.
- Σε περίπτωση που χρησιµοποιείται αναπνευστική συσκευή µε τροφοδοσία αέρα πρέπει να δίνεται προσοχή ακόµα και εάν έχει επιτευχθεί κατάσταση απαερίωσης και µη τοξικότητας, εάν η περιεκτικότητα του οξυγόνου στην ατµόσφαιρα µέσα στον εξοπλισµό έχει πέσει κάτω του 19%.
- Οι αναθυµιάσεις των πετρελαιοειδών είναι εύφλεκτες σε αναλογίες µεταξύ περίπου 1% και 8% του όγκου που καταλαµβάνουν στον αέρα. Εάν υπάρχει αέριο λιγότερο από 1% ή περισσότερο από 3% το µίγµα θα είναι αντίστοιχα πολύ φτωχό ή πολύ πλούσιο για καύση. Οι αριθµοί 1% και 8% είναι γνωστοί σαν το κατώτερο και ανώτερο όριο ανάφλεξης.
- Συνήθως στο αρχικό στάδιο καθαρισµού ο εξοπλισµός των Μονάδων Παραγωγής και οι ∆εξαµενές περιέχουν πλούσιο µίγµα αερίου και γι’ αυτό δεν πρέπει κανονικά να εισέρχονται άτοµα ακόµα και όταν χρησιµοποιείται αναπνευστική συσκευή µε τροφοδοσία αέρα και ανάλογος ρουχισµός. Μπορεί όµως, να υπάρχουν περιπτώσεις όπου είναι απαραίτητη η είσοδος, αυτό γίνεται µόνο µε ειδική εξουσιοδότηση και εφόσον έχουν ληφθεί ειδικά πρόσθετα µέτρα.
Με τέτοιες συνθήκες η συσσώρευση αερίων µπορεί να πέσει εντός των εύφλεκτων ορίων δηµιουργώντας επικίνδυνη κατάσταση που γίνεται πιο επικίνδυνη από την είσοδο προσωπικού που φορά αναπνευστικές συσκευές µε τροφοδοσία αέρα, γιατί ο αέρας µπορεί να διαφύγει µέσα στη δεξαµενή.
Εκτός από τις ειδικές προφυλάξεις που είναι απαραίτητες για την προστασία από τους κινδύνους τοξικότητας και τους κινδύνους ασφυξίας που αναφέρονται στην αρχή του παρόντος, ο παρακάτω πίνακας δίνει υποδείξεις για τη σύγκριση της συγκέντρωσης των αερίων µε τις αντίστοιχες συνθήκες εργασίας.
Οι ατµοί των υδρογονανθράκων είναι βαρύτεροι του αέρα και ενώ διαλύονται σχετικά εύκολα και αρκετά αποτελεσµατικά από ελαφρό άνεµο, µπορεί να δηµιουργηθεί "εύφλεκτη" συσσώρευση µέσα σε περιορισµένες περιοχές σε συνθήκες νηνεµίας. Ο µεγάλος όγκος του µίγµατος αέρα και ατµών υδρογονανθράκων, ο οποίος µπορεί να ελευθερωθεί στις εργασίες απαερίωσης σε συνθήκες νηνεµίας µπορεί να µεταφερθεί πολύ µακρύτερα από τα όρια των συνηθισµένων αποστάσεων ασφαλείας.
Κατά το χαρακτηριστικό της περιοχής, της γειτνιάζουσας µε τον εξοπλισµό, που χαρακτηρίζεται σαν ανασφαλής για είσοδο χωρίς αναπνευστική συσκευή (η περιοχή εργασίας ή η επηρεαζόµενη περιοχή) πρέπει να ληφθούν υπόψη οι επικρατούσες καιρικές συνθήκες και η κατεύθυνση του ανέµου ή η δυσκολία διασποράς του εύφλεκτου αερίου σε περίπτωση άπνοιας.
Αυτό πρέπει να καθορισθεί µε την τοποθέτηση σε υψηλή στάθµη ή θέση ενός ανεµοδείκτη ή σηµαίας. Από την περιοχή αυτή πρέπει να εξαλειφθούν όλες οι πιθανές πηγές ανάφλεξης και η πηγή αέρα που απαιτείται για την αναπνευστική συσκευή πρέπει να τοποθετείται σε θέση αντίθετη στη φορά του ανέµου. Αυτή η περιοχή εργασίας πρέπει να αποµονωθεί µε απαγορευτικές ταινίες και να αναρτηθούν προειδοποιητικές πινακίδες.
Για το σκοπό της επίτευξης της µέγιστης δυνατής διασποράς, πρέπει να εκπέµπεται το αέριο στο υψηλότερο δυνατό σηµείο. Τα συστήµατα καθοδικής προστασίας πρέπει να αποσυνδέονται 24 ώρες πριν από την έναρξη των εργασιών.
7.1. ΑΠΑΕΡΙΩΣΗ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΜΟΝΑ∆ΩΝ
Ο πλέον ενδεδειγµένος τρόπος απαερίωσης και καθαρισµού βαρέως µηχανολογικού εξοπλισµού σε Μονάδες Παραγωγής είναι:
- Η χρήση ατµού µέσης πίεσης εφόσον πρόκειται για υγρούς ελαφρούς ή βαρείς υδρογονάνθρακες.
- Η χρήση αδρανούς αερίου εφόσον πρόκειται για δοχεία ή µηχανολογικό εξοπλισµό που περιείχαν ελαφρούς πτητικούς ή αέριους υδρογονάνθρακες.
- Η χρήση νερού για συµπληρωµατικό καθαρισµό µε µορφή ροής, εάν πρόκειται για εκτόπιση, ή µε µορφή νέφους εάν πρόκειται για αποµάκρυνση αεριών, οσµής κ.λπ. είναι σε πολλές περιπτώσεις απαραίτητη (βλ. Μονάδες Παραγωγής).
7.2. ΑΠΑΕΡΙΩΣΗ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ
7.2.1. Απαερίωση ∆εξαµενών
∆εξαµενές Σταθερής Οροφής
Η δεξαµενή πρέπει να εκκενωθεί από το προϊόν.
΄Όλες οι σωληνώσεις πρέπει να αποσυνδεθούν από τη δεξαµενή. Οι βάνες και τα ανοικτά άκρα των σωλήνων πρέπει να αποµονωθούν µε τυφλές.
Όλες οι σωληνωτές υποδοχές ή αγωγοί που συνδέονται µε τη δεξαµενή για µέτρηση ή άλλες διατάξεις οργάνων, πρέπει να αποσυνδέονται. Εάν υπάρχουν τοποθετηµένοι αρθρωτοί βραχίονες "προβοσκίδες" στη δεξαµενή πρέπει να χαµηλώσουν και να αποστραγγιστούν.
Οι ανθρωποθυρίδες της οροφής πρέπει να ανοίξουν προς την ατµόσφαιρα.
Η δεξαµενή πρέπει να εξαεριστεί τελείως, κατά προτίµηση, µε ένα εκχυτήρα αέρα τοποθετηµένο στην ανθρωποθυρίδα της οροφής, αντίθετα µε τη φορά του ανέµου, εάν υπάρχει περιορισµένος αέρας ή ατµός ή µε τη χρήση ενός ανεµιστήρα που να λειτουργεί µε αντιεκρηκτικό ηλεκτρικό κινητήρα ή µε πεπιεσµένο αέρα. Ο αγωγός του εκχυτήρα αέρα πρέπει να χαµηλωθεί προς τον πυθµένα της δεξαµενής και να αποτελείται από τέτοιο υλικό που να µην επιτρέπει τη δηµιουργία φορτίων στατικού ηλεκτρισµού ή να έχει εξοπλισµό που να επιτυγχάνεται εύκολα η διασπορά του. Εναλλακτικά µπορούν να τοποθετηθούν οθονικές ανεµοδόχοι πάνω από την ανθρωποθυρίδα µε κατεύθυνση προς τον άνεµο αλλά προτιµάται ο µηχανικός εξαερισµός.
Όπου η δεξαµενή έχει µόνο µια ανθρωποθυρίδα οροφής µπορεί να τοποθετηθεί ένας εκχυτήρας αέρα και όταν αυτός λειτουργεί, να ανοίγουν τµηµατικά οι ανθρωποθυρίδες του περιβλήµατος που βρίσκονται αντίθετα στον άνεµο και να ανοίγονται οι βάνες για να επιτρέπουν τη διείσδυση του αέρα.
Ο εξαερισµός πρέπει να συνεχισθεί µέχρι οι έλεγχοι µε το "µετρητή αερίων" που έχουν ληφθεί σε χαµηλή στάθµη µέσω της ανθρωποθυρίδας της οροφής, να δείχνουν συνεχώς 4% της κλίµακας ή λιγότερο.
Σ’ αυτό το σηµείο τα καλύµµατα των ανθρωποθυρίδων του περιβλήµατος πρέπει να αφαιρεθούν τελείως. Καθυστερείται η αφαίρεση αυτή µέχρι να επιτευχθεί το παραπάνω όριο οπότε η πιθανότητα εκροής αερίου, σε µεγάλη περιεκτικότητα από τη χαµηλή στάθµη µειώνεται.
Τώρα µπορεί να µπει στη δεξαµενή "αρµόδιο" άτοµο κατάλληλα ενδεδυµένο, για επιθεώρηση µόνο, που θα φέρει "αναπνευστική συσκευή" παροχής αέρα ή αυτόνοµη.
Ο εξαερισµός πρέπει να συνεχισθεί, καθώς και οι αναγνώσεις µε το µετρητή καύσης αερίων, µέχρις ότου σε αρκετά µέρη της δεξαµενής, οι ενδείξεις είναι ουσιαστικά µηδενικές για χρονική περίοδο πάνω από 30 λεπτά, µε ιδιαίτερη επιµονή σε περιοχές όπου υπάρχει πιθανότητα για συσσώρευση αερίων π.χ. εισόδους σε σωληνώσεις, αρθρωτούς βραχίονες, φρεάτια αποστράγγισης. Η επιθεώρηση δεν περιλαµβάνει οποιαδήποτε ενέργεια ή εισαγωγή, µέσα στη δεξαµενή, εξοπλισµού που έχει πιθανότητα να προκαλέσει "εστία ανάφλεξης" και γίνεται µε σταµατηµένο τον εκχυτήρα αέρα.
Σε αυτό το σηµείο η δεξαµενή µπορεί να θεωρηθεί ασφαλής για είσοδο ατόµων παρά το γεγονός ότι η παρουσία και η αναταραχή της λάσπης µπορεί να αλλάξει τις συνθήκες. Εξ’ αιτίας του συντελεστή αυτού δεν πρέπει να γίνεται εργασία εν θερµώ, σε δεξαµενή που περιέχει και κατάλοιπα.
Ο εξαερισµός πρέπει να διακοπεί σε περίπτωση ηλεκτρικής θύελλας ή κατά τη διάρκεια περιόδων, όπου οι συνθήκες που έχουν ληφθεί υπόψη για το χαρακτηρισµό περιοχής, σαν περιοχής εργασίας χωρίς "αναπνευστική συσκευή", δεν µπορούν να τηρηθούν.
Οι δεξαµενές που έχουν απαλλαγεί από αέρια πρέπει να ελέγχονται συχνά µε "µετρητή καύσης αερίων" αλλά όχι λιγότερο από δύο φορές ηµερησίως για να επιβεβαιώνεται ότι διατηρούνται, µέσα στα αποδεκτά όρια περιεκτικότητας αερίων, καθόλη τη διάρκεια της εκτέλεσης της εργασίας.
Όλες οι αναπνευστικές συσκευές, οι προσωπίδες, οι εύκαµπτοι σωλήνες ο ρουχισµός και άλλα παρόµοια προσωπικά προστατευτικά εξαρτήµατα πρέπει να ελέγχονται τακτικά και επιµελώς και να διατηρούνται αρχεία ως προς τη χρήση τους.
Ειδικά για τις δεξαµενές που περιέχουν οργανικά µολυβδούχα κατάλοιπα, πρέπει να παρέχονται σε όλο το προσωπικό, επαρκείς ευκολίες για πλύσιµο και αλλαγή ρουχισµού.
∆εξαµενές Πλωτής Οροφής
Η χρήση εξαερισµού από την οροφή για διασπορά του µεγαλύτερου µέρους των αερίων δεν εφαρµόζεται σ’ αυτό τον τύπο δεξαµενής και πρέπει να χρησιµοποιούνται οι ανθρωποθυρίδες του περιβλήµατος.
Παρόλα αυτά, ισχύουν οι ίδιες συνθήκες που αναφέρθηκαν λεπτοµερώς για τις δεξαµενές σταθερής οροφής.
Η κινητή οροφή πρέπει να υποστηρίζεται από τα κάθετα στηρίγµατα που θα είναι στη θέση της επέκτασης, αλλά µέσα ώστε να διευκολύνουν τον εξαερισµό και στη συνέχεια την είσοδο ατόµων µετά την απαερίωση.
Πρέπει να δίνεται προσοχή για να διαπιστωθεί ότι οι οπές
αποστράγγισης των καθέτων αυτών στηριγµάτων είναι καθαρές και ότι τα στηρίγµατα δεν περιέχουν υγρό προϊόν. Η χρήση οθονικών ανεµοδόχων σε αυτό τον τύπο των δεξαµενών συχνά δεν µπορεί να εφαρµοσθεί αλλά ο εξαερισµός µπορεί αισθητά να επιταχυνθεί µε ανεµοδόχους κατάλληλου υλικού στις ανθρωποθυρίδες των πλευρών ή µε τη χρήση ανεµιστήρων ή εκχυτήρων.
Ο έλεγχος για τη συγκέντρωση των αερίων πρέπει να συµπεριλαµβάνει και το χώρο της δεξαµενής που βρίσκεται πάνω από την κινητή οροφή και µέσα στη σχεδία.
Οι σχεδίες ή τα διπλά καταστρώµατα πρέπει να ανοίγονται και να εξαερίζονται και όλοι αυτοί οι χώροι πρέπει να ελέγχονται ξεχωριστά µε το µετρητή αερίων. Τα συστήµατα αποστράγγισης του νερού πρέπει να ανοίγονται και να πλένονται για να επιβεβαιώνεται ότι έχουν καθαρισθεί από το προϊόν.
Στην πλωτή οροφή η τοποθέτηση των συστηµάτων εξαερισµού γίνεται από ανθρώπους που φορούν µάσκα αέρα, ενώ µετά την τοποθέτηση δεν επιτρέπεται η είσοδος στην πλωτή οροφή.
Οριζόντιες ∆εξαµενές
Μετά την αποστράγγιση των οριζόντιων δεξαµενών από το περιεχόµενό τους όσο το δυνατό πληρέστερα, οι σύνδεσµοι των σωληνώσεων πρέπει να αποσυνδεθούν και να αφαιρεθούν τα καλύµµατα των ανθρωποθυρίδων. Για τη διευκόλυνση της αφαίρεσης του προϊόντος, µπορεί να χρησιµοποιηθεί νερό σαν µέθοδος έκπλυσης.
Όλα τα στόµια πρέπει να ανοιχθούν και ο εξαερισµός να βοηθήσει, όπου είναι δυνατό, µε µηχανικά µέσα ή µε την χρήση οθονικών ανεµοδόχων.
Η είσοδος σε διαµέρισµα δεξαµενής πολλών διαµερισµάτων µπορεί να επιτραπεί µόνο όταν τα γειτονικά διαµερίσµατα έχουν εκκενωθεί και απαλλαγεί από τα αέρια.
Θαµµένες ∆εξαµενές
Για "θαµµένες" ή "απόλυτα σκεπασµένες µε χώµα δεξαµενές" πρέπει, να τηρούνται οι ίδιες γενικές προφυλάξεις που έχουν καθορισθεί και για τις δεξαµενές σταθερής οροφής, αλλά είναι σηµαντικό ο εξαερισµός να συµπεριλαµβάνει τους θαλάµους προσπέλασης, τις βάνες των θαλάµων, ή τις σήραγγες και τον εξοπλισµό των δεξαµενών. Αυτά τα τµήµατα πρέπει να συµπεριλαµβάνονται και στη διαδικασία ελέγχου.
7.2.2. Καθαρισµός ∆εξαµενών
∆εξαµενές Μολυβδούχων βενζινών
Οι δεξαµενές που περιείχαν µολυβδούχο πετρελαιοειδές Κατηγορίας Ι απαιτούν ειδική µεταχείριση και οι υποδείξεις που έχουν δοθεί από τους κατασκευαστές του µολυβδούχου µίγµατος σχετικά µε τη διαδικασία και τους κανόνες ασφάλειας πρέπει να υιοθετούνται και να τηρούνται αυστηρά. Οι δεξαµενές που περιέχουν ή κάποια στιγµή περιείχαν µολυβδούχο προϊόν, πρέπει πάντα να φέρουν προειδοποιητικές πινακίδες κοντά σ’ όλες τις ανθρωποθυρίδες (όταν είναι ανοικτές) και εις το εξής θεωρούνται Μολυβδούχες.
Το προσωπικό που εργάζεται, ανά πάσα στιγµή, σε τέτοιες δεξαµενές πρέπει να είναι εξοπλισµένο µε πλήρη προστατευτικό ρουχισµό, µπότες, γάντια, αναπνευστική συσκευή παροχής αέρα µε αναπνευστήρα πλήρους προσώπου, κάσκα ή κράνος, ή µια αυτοτελή ενδυµασία. (Σχετικό κεφάλαιο Αναπνευστικές συσκευές).
Σε θερµά κλίµατα ή σε θερµό καιρό, µία ενδυµασία εξοπλισµένη µε µονάδα κλιµατισµού, παρέχει καλύτερες συνθήκες εργασίας,. Όλος ο ρουχισµός και ο εξοπλισµός πρέπει να καθαρίζεται πλήρως µετά την αναχώρηση από τη δεξαµενή και πρέπει να παρέχονται ευκολίες έκπλυσης και αλλαγής ενδυµασίας, πριν από τις διακοπές για γεύµα ή πριν από την αναχώρηση από τις εγκαταστάσεις. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο ρουχισµός πρέπει να αλλαγεί τελείως. Το προσωπικό που έχει απασχοληθεί µε µολυβδούχα προϊόντα κατά τον καθαρισµό της δεξαµενής πρέπει να εξετάζεται ιατρικά κατά τακτά χρονικά διαστήµατα και τηρείται αρχείο της φυσικής του κατάστασης.
Η συσσώρευση σκουριά, οι φολίδες και η λάσπη που προέρχονται από την εργασία καθαρισµού πρέπει να διακινούνται µόνο σε υγρή κατάσταση τόσο στη δεξαµενή όσο και κατά την αποµάκρυνση από αυτή. Η διάθεσή της πρέπει να γίνεται σύµφωνα µε τις υποδείξεις των κατασκευαστών του µολυβδούχου µίγµατος κατά προτίµηση, µε την ταφή της µολυβδούχου σκόνης ή τη Βιοµηχανική ανακύκλωση (σε ελεγχόµενες συνθήκες ή µε χηµική επεξεργασία).
Επιπλέον, πρέπει να τηρούνται ακόµη και οι υποδείξεις του παρακάτω κεφαλαίου.
∆εξαµενές µε Προϊόν Κατηγορίας Ι ή ΙΙ
Εάν η δεξαµενή περιείχε µολυβδούχο "πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι" οι υποδείξεις της προηγούµενης παραγράφου πρέπει να ακολουθούνται συγχρόνως µε τις υποδείξεις της παραγράφου αυτής.
Όταν ο καθαρισµός µιας δεξαµενής προϋποθέτει είσοδο του προσωπικού και η δεξαµενή δεν µπορεί να απαεριωθεί απόλυτα και να διατηρηθεί σ’ αυτή την κατάσταση σ’ όλη τη διάρκεια της εργασίας, πρέπει να τηρούνται οι ακόλουθες προφυλάξεις:
1. Ο καθαρισµός πρέπει να εκτελεσθεί µε τη συνεχή εποπτεία ενός "αρµόδιου προσώπου".
2. Πρέπει, από τη δεξαµενή, να αφαιρεθεί όσο το δυνατό περισσότερο "εύφλεκτο" υγρό και κατάλοιπα, µε σύστηµα άντλησης κλειστού κυκλώµατος, Το περιεχόµενο της δεξαµενής που εναποµένει, πρέπει να αποστραγγισθεί µέσω των κεντρικών αγωγών και των αγωγών αποστράγγισης και κατόπιν οι αγωγοί αυτοί όπως και οποιεσδήποτε άλλες σωληνώσεις να φραχθούν (τυφλωθούν). Εάν είναι ανάγκη, µπορεί να χρησιµοποιηθούν εύκαµπτοι σωλήνες και κατάλληλες ασφαλείς φορητές αντλίες.
Μπορεί επίσης, να είναι χρήσιµη και η έκπλυση µε νερό προς τα σηµεία αποστράγγισης,. Το άδειασµα µε το χέρι ή το καθάρισµα µε σπόγγους πρέπει να αποφεύγεται. Η συσσωρευµένη σκουριά, οι φολίδες και τα κατάλοιπα που προέρχονται από τις εργασίες καθαρισµού πρέπει να διακινούνται σε υγρή κατάσταση, τόσο µέσα στη δεξαµενή όσο και µετά την αποµάκρυνσή τους από τη δεξαµενή.
Πρέπει να απορρίπτονται κατά τρόπο ασφαλή και αν πρόκειται να φυλαχθούν µέσα στην εγκατάσταση πρέπει να κλειστούν σε κιβώτια που κλείνουν κατάλληλα και φέρουν ανάλογη πινακίδα, όπως ακριβώς προβλέπεται για τη σκουριά, τις φολίδες ή τα κατάλοιπα των δεξαµενών που περιείχαν µολυβδούχο "πετρελαιοειδές Κατηγορίας Ι".
3. Η δεξαµενή πρέπει να διατηρείται εξαεριζόµενη όσο το δυνατό καλύτερα κατά τη διάρκεια των εργασιών καθαρισµού, αφήνοντας τις ανθρωποθυρίδες του περιβλήµατος και της οροφής ανοικτές και χρησιµοποιώντας ένα εκχυτήρα αέρα ή οθονικές ανεµοδόχους όπου αυτό µπορεί να εφαρµοσθεί.
4. Το προσωπικό που µπαίνει στη δεξαµενή πρέπει να εξοπλίζεται µε κατάλληλες "αναπνευστικές συσκευές" και προστατευτικό ρουχισµό, κατάλληλο για τη φύση της εργασίας και την κατάσταση της δεξαµενής. Κατά τη διάρκεια διεξαγωγής των εργασιών πρέπει να υπάρχει συνεχής εποπτεία από αρµόδιο άτοµο, που θα είναι εξοπλισµένο µε αναπνευστική συσκευή η οποία θα του επιτρέπει να µπει αµέσως, εάν παραστεί ανάγκη.
5. Η χρονική περίοδος κατά την οποία το προσωπικό επιτρέπεται να µείνει µέσα στη δεξαµενή εξαρτάται από τις συνθήκες της περιοχής, αλλά συνιστάται σε καµία περίπτωση, να µην υπερβαίνει τη µιάµιση ώρα, µε διακοπή µισής ώρας πριν από την επάνοδο µέσα στη δεξαµενή. Η παραµονή µέσα στη δεξαµενή δεν πρέπει, παρόλα αυτά, να υπερβαίνει το όριο ασφαλείας που ισχύει για τον τύπο της αναπνευστικής συσκευής που χρησιµοποιείται. Σηµαντικός παράγοντας για το χρόνο παραµονής είναι η θερµοκρασία στο εσωτερικό της δεξαµενής.
6. Πρέπει να παρέχονται επαρκείς ευκολίες πλυσίµατος. Ο ρουχισµός σε περίπτωση που οποιοδήποτε τµήµα του έχει διαβραχεί πρέπει να αφαιρεθεί αµέσως, να πλυθεί και να στεγνωθεί πριν ξαναφορεθεί.
7. Η αναπνευστική συσκευή πρέπει να εξετάζεται, να ελέγχεται, να καθαρίζεται και να απολυµαίνεται σε κάθε περίπτωση πριν από τη χρήση. Πρέπει να εφαρµόζει καλά στον άνθρωπο που θα τη χρησιµοποιήσει και να διατηρείται σε καλή κατάσταση λειτουργίας.
8. Ο εξοπλισµός φωτισµού πρέπει να είναι χωρίς καλώδια, ή να λειτουργεί µε µπαταρίες ή µε γεννήτρια που περιστρέφεται µε στρόβιλο πεπιεσµένου αέρα και που είναι εγκεκριµένος για χρήση στη Ζώνη 1, ή για τον καθαρισµό δεξαµενών, από αρµόδια υπηρεσία που είναι υπεύθυνη γι’αυτή την πιστοποίηση.
9. Πρέπει να υπάρχει διαθέσιµο µηχάνηµα τεχνητής αναπνοής στον τόπο εργασίας και καθόλη τη διάρκειά της, όπως επίσης και εξαρτήσεις ασφαλείας µε σωσίβια σχοινιά.
10. Πρέπει επίσης, να υπάρχουν διαθέσιµοι κοντά στην περιοχή εύκαµπτοι σωλήνες νερού και πυροσβεστήρες, καθόλη τη διάρκεια των εργασιών.
11. Όπου χρησιµοποιείται νερό ως βοήθηµα για την "απαερίωση" ή για τις εργασίες καθαρισµού, πρέπει να αντλείται σε δεξαµενή για ακάθαρτα νερά για να κατακαθίσει ή να περνά µέσω ενός διαχωριστή πετρελαιοειδών, υπό ελεγχόµενες συνθήκες ροής, όπου το προϊόν µπορεί να αφαιρεθεί από την επιφάνεια του νερού.
12. Εάν βρεθεί ότι, λόγω της αναταραχής των κατάλοιπων, η συγκέντρωση των αερίων έχει υπερβεί τα καθορισµένα όρια η εργασία πρέπει να διακόπτεται και ο εξαερισµός να συνεχίζεται έως ότου οι συγκεντρώσεις αυτές µειωθούν αρκετά.
13. Η απαερίωση ή ο καθαρισµός κατακόρυφων δεξαµενών µε τη χρήση ατµού δεν πρέπει να επιτρέπεται, εκτός εάν είναι απαραίτητο για βαριά πετρελαιοειδή ή πίσσα κ.λπ., λόγω της πιθανότητας δηµιουργίας φορτίων στατικού ηλεκτρισµού.
Για µικρά δοχεία µπορεί να χρησιµοποιηθεί ατµός χαµηλής πίεσης εάν εισάγεται σε ποσότητες κατάλληλες για να ανεβάσουν και να διατηρήσουν την εσωτερική θερµοκρασία τουλάχιστον στους 75ο C.
- Οι δεξαµενές εναποθήκευσης περιορισµένου µεγέθους, τα σιδηροδροµικά βυτιοφόρα οχήµατα και τα βυτιοφόρα αυτοκίνητα µπορούν καθαρισθούν εύκολα µε εξοπλισµό που είναι τοποθετηµένος εξωτερικά και λειτουργεί έξω από τη δεξαµενή. Σε τέτοιες περιπτώσεις, πρέπει να τηρούνται οι προφυλάξεις που υποδεικνύονται στην παράγραφο που αφορά τη διάθεση των µολυβδούχων κατάλοιπων, εάν πρόκειται για θαλάµους µεταφοράς µολυβδούχου βενζίνης.
∆εξαµενές µε Προϊόν Κατηγορίας ΙΙΙ
Κατά τον καθαρισµό των δεξαµενών που περιείχαν υπόλειµµα βαρέων πετρελαιοειδών είναι προτιµότερο να εκτελείται ένας προκαταρκτικός καθαρισµός µε την κυκλοφορία ελαφρότερου διυλίσµατος, όπως είναι το ελαφρό πετρελαιοειδές (ντήζελ) σαν διαλυτικό.
Υπό την προϋπόθεση ότι οι δεξαµενές πετρελαιοειδούς κατηγορίας ΙΙΙ έχουν επαρκή εξαερισµό, κατά τη διάρκεια των εργασιών καθαρισµού, και ότι το προσωπικό που ασχολείται εκεί φέρει την κατάλληλη προστατευτική ενδυµασία, δεν είναι απαραίτητες ειδικές προφυλάξεις. Εάν, όµως πρόκειται να γίνει εργασία "εν θερµώ" πρέπει να τηρηθούν οι ανάλογες προφυλάξεις.
Είναι δύσκολο να καθαρισθούν τα κατάλοιπα του πετρελαιοειδούς από την κάτω επιφάνεια της οροφής µιας δεξαµενής. Γι’ αυτό επιβάλλεται, όταν µια οροφή πρόκειται να αφαιρεθεί µε σκοπό τοποθέτησης νέας οροφής να χρησιµοποιηθούν οι µέθοδοι εργασίας "εν ψυχρώ".
1.1. ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ
- Όλα τα µέρη της εγκατάστασης συµπεριλαµβανοµένων των περιοχών των Μονάδων, των ∆εξαµενών, των περιοχών φόρτωσης και εκφόρτωσης, των αντλιοστασίων, των σωληνοδιαδρόµων, των δρόµων των παρακαµπτηρίων σιδηροδροµικών γραµµών, των αποβάθρων και προβλήτων, των περιοχών αποθήκευσης συσκευασιών και των κτιρίων πρέπει να διατηρούνται καθαρά µε τάξη και ελεύθερα από άχρηστα αντικείµενα.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στις Μονάδες Παραγωγής, στις λεκάνες ασφάλειας των δεξαµενών, στις αυλές, στα µέρη αποθήκευσης και στις περιοχές πίσω από τα κτίρια όπως και στις περιοχές της εγκατάστασης που δεν χρησιµοποιούνται συχνά.
- Μετά το πέρας οποιασδήποτε εργασίας κατασκευής ή συντήρησης όλο το περιττό υλικό και τα απορρίµµατα πρέπει να αποµακρύνονται.
- Οποιαδήποτε διαρροή πρέπει να καθαρίζεται αµέσως.
- Οι κλίµακες, οι σκάλες, οι διάδροµοι και οι πλατφόρµες προσπέλασης πρέπει να διατηρούνται σε καλή κατάσταση και καθαρές από πετρελαιοειδή ή λιπαντικά.
1.2. ΕΠΙΣΚΕΥΕΣ Ή ΜΕΤΑΤΡΟΠΕΣ ΣΕ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟ ΕΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Οι επισκευές ή µετατροπές σε εξοπλισµό ή εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε λειτουργία δεν επιτρέπονται εκτός από τις περιπτώσεις διεξαγωγής µη επικίνδυνης εργασίας "εν ψυχρώ" και πάντα µε ελεγχόµενες συνθήκες.
1.3. ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
- Εξοικείωση µε τους κανόνες ασφάλειας
Τα πρόσωπα που πρόκειται να εκτελέσουν εργασία συντήρησης ή κατασκευής σε εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε λειτουργία ή όπου εναποθηκεύονται πετρελαιοειδή πρέπει να είναι απόλυτα εξοικειωµένα µε όλες τις σχετικές διατάξεις ασφάλειας.
- Προγραµµατισµός και επίβλεψη
Εργασία επιθεώρησης, συντήρησης ή επέκτασης πρέπει να προγραµµατίζεται και να εκτελείται από πεπειραµένο και υπεύθυνο προσωπικό και να διασφαλίζεται ότι όλα τα άτοµα που ασχολούνται µε την εργασία τηρούν τις σχετικές προφυλάξεις.
- Χρησιµοποίηση εργολάβων ή έκτακτων εργατών
Σε εργασίες συντήρησης ή επέκτασης συχνά χρησιµοποιούνται εργολάβοι ή έκτακτοι εργάτες.
Επειδή τα άτοµα αυτά συνήθως δεν εξοικειωµένα µε τις προφυλάξεις που λαµβάνονται στους χώρους όπου εναποθηκεύονται πετρελαιοειδή, αυτές πρέπει να τους γίνονται γνωστές πριν από την έναρξη των εργασιών. Όταν χρησιµοποιούνται έκτακτοι εργάτες πρέπει να υπάρχει αυστηρή εποπτεία για να εξασφαλισθεί ότι τηρούνται όλες οι σχετικές προφυλάξεις.
1.4. ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
- Κινητός εξοπλισµός, ο οποίος πρόκειται να χρησιµοποιηθεί για την εκτέλεση εργασιών συντήρησης ή επέκτασης και είναι προσωρινά τοποθετηµένος σε επικίνδυνες περιοχές, πρέπει να έχει τέτοια κατασκευή, ώστε να µην αποτελεί εστία ανάφλεξης.
- Ο εξοπλισµός των εργολάβων δεν επιτρέπεται να τίθεται σε λειτουργία χωρίς τη γραπτή άδεια του υπεύθυνου της εγκατάστασης ή του εξουσιοδοτηµένου αντιπροσώπου του και θα πρέπει να τηρούνται οι διατάξεις περί λήψης µέτρων ασφάλειας στις οικοδοµές και λοιπά ιδιωτικά΄
1.5. ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΗ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Η χρησιµοποίηση οχηµάτων ή εξοπλισµού πρέπει να προσδιορίζεται και να ελέγχεται, ιδιαίτερα σε επικίνδυνες περιοχές. Οι δίοδοι προς και από το χώρο εργασίας πρέπει να καθορίζονται ευκρινώς.
1.6. ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ ΠΕΡΙΟΧΩΝ
Πρέπει να υπάρχει προσωρινή περίφραξη ή κινητοί φράχτες όταν τούτο είναι απαραίτητο για την αποτροπή της προσπέλασης χωρίς άδεια σε επικίνδυνη περιοχή.
1.7. ΠΙΝΑΚΙ∆ΕΣ
Όταν χρειάζεται, πρέπει να αναρτώνται προειδοποιητικές πινακίδες σε περίοπτη θέση.
2.1. ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
Η διάταξη των Μονάδων και ∆εξαµενών, ο τύπος της εγκατάστασης και ο εγκατεστηµένος εξοπλισµός, όπως επίσης και οι µέθοδοι λειτουργίας πρέπει να έχουν γίνει σύµφωνα µε τις σχετικές παραγράφους αυτού του κανονισµού και να έχουν ακολουθηθεί όλοι οι ελληνικοί κανονισµοί περί συνθηκών εργασίας και υγιεινής. Η αναφορά εποµένως γίνεται µόνο για τους παράγοντες εκείνους που έχουν ιδιαίτερη σηµασία στη βιοµηχανία πετρελαίου ή στους οποίους µπορεί να αποδοθεί ιδιαίτερη σπουδαιότητα όσο αφορά την ασφάλεια και άνεση του προσωπικού. Γενικά θα πρέπει να εφαρµόζονται πλήρως τα προβλεπόµενα στην ισχύουσα νοµοθεσία περί "ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ".
2.1. ΠΡΩΤΕΣ ΒΟΗΘΕΙΕΣ
Πρέπει να υπάρχουν ευκολίες παροχής πρώτων βοηθειών σύµφωνα µε τον αριθµό των υπαλλήλων και εργατών και τη φύση της εργασίας. Ο εξοπλισµός να διατηρείται σε καλή κατάσταση και πρέπει να είναι υπό την ευθύνη ενός αρµοδίου ατόµου.
Σε µεγαλύτερες εγκαταστάσεις πρέπει να υπάρχει χώρος πρώτων βοηθειών.
2.3. ΙΑΤΡΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ, ΑΣΘΕΝΟΦΟΡΟ
Πρέπει να υπάρχουν µέσα για άµεση κλήση ιατρικής βοήθειας ή ασθενοφόρου.
Οι αριθµοί των τηλεφώνων και οι διευθύνσεις των ιατρών, των υπηρεσιών ασθενοφόρων και νοσοκοµείων πρέπει να είναι ανηρτηµένα σε ευδιάκριτη θέση στους σταθµούς πρώτων βοηθειών, στο τηλεφωνικό κέντρο και στα γραφεία.
2.4. ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ
- Εάν κάποιο άτοµο προσβληθεί από αναθυµιάσεις ή νέφος προϊόντος και λιποθυµήσει πρέπει να οδηγηθεί στον καθαρό αέρα και να εξασφαλισθεί η ανεµπόδιστη αναπνοή του. Στις περιπτώσεις που απαιτείται να γίνεται τεχνητή αναπνοή και καλείται ιατρική βοήθεια αµέσως.
- Οι υπάλληλοι πρέπει να είναι εκπαιδευµένοι στην τεχνητή αναπνοή και στη θεραπεία προσώπων που έχουν υποστεί ηλεκτροπληξία (ηλεκτρικό σοκ) ή τοξική προσβολή.
- Πρέπει επίσης, να εξετασθεί και η προµήθεια "εξοπλισµού επαναφοράς στη ζωή" µε την προϋπόθεση ότι ένα αρµόδιο άτοµο µπορεί να το χειριστεί.
2.5. ΕΙΣΠΝΟΗ ΑΝΑΘΥΜΙΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΝΕΦΟΣ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
- Το προσωπικό πρέπει να αποφεύγει κατά το δυνατό να εκτίθεται σε αναθυµιάσεις πετρελαιοειδών.
- Οι χειριστές µετά την άνοδό τους σε οροφές δεξαµενές, πρέπει προτού ανοίξουν το στόµιο καταµέτρησης να αναπαύονται για σύντοµο χρονικό διάστηµα έως ότου η αναπνοή τους επανέλθει στο φυσιολογικό ρυθµό.
Κατά τις µετρήσεις ή δειγµατοληψίες να αποφεύγεται η απευθείας εισπνοή πάνω από το στόµιο.
- Οι εργαζόµενοι δεν πρέπει να κατέρχονται στην οροφή δεξαµενής πλωτής οροφής δεξαµενής πλωτής οροφής που βρίσκεται δύο µέτρα κάτω από το άκρο της κυλινδρικής επιφάνειας εκτός εάν φέρουν συσκευή αναπνοής παροχής αέρα και ζώνη ασφαλείας µε σωσίβιο σχοινί και υπάρχει συνεχής παρακολούθηση από άτοµο που βρίσκεται στο ψηλότερο σηµείο της δεξαµενής. Μάσκες τύπου κανίστρου δεν πρέπει να χρησιµοποιούνται.
2.6. ΧΕΙΡΟΝΑΚΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ
∆εν πρέπει να ζητηθεί από άτοµο να σηκώσει, να µεταφέρει ή να µετακινήσει φορτίο που µπορεί να του προξενήσει τραυµατισµό. Πρέπει να δίνονται οδηγίες για τις σωστές µεθόδους διακίνησης και ανύψωσης µε ιδιαίτερη προσοχή για τις χειρονακτικές εργασίες.
2.7. ΜΟΛΥΝΣΗ ΜΕ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙ∆Η
- Η παρατεταµένη και επαναλαµβανόµενη επαφή του δέρµατος µε πετρελαιοειδή πρέπει να αποφεύγεται. Η πιθανότητα εµφάνισης εκζέµατος είναι συνηθισµένη.
Ο ρουχισµός που έχει εµποτιστεί µε πετρελαιοειδή πρέπει να αποβάλλεται αµέσως. Προτού ξαναχρησιµοποιηθεί πρέπει να πλένεται και να καθαρίζεται καλά.
Τα µολυσµένα µέρη του σώµατος πρέπει να πλένονται πολύ καλά µε σαπούνι και νερό.
- Η κατάποση πετρελαιοειδούς δηµιουργεί σοβαρούς κινδύνους. ∆εν πρέπει να προκληθεί εµετός, αλλά πρέπει αµέσως να κληθεί γιατρός.
2.8. ΜΟΛΥΒ∆ΟΥΧΟ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙ∆ΕΣ
Κατά τον καθαρισµό ή επισκευή δεξαµενών που σε κάποιο διάστηµα περιείχαν µολυβδούχο πετρελαιοειδές πρέπει να τηρούνται αυστηρά οι οδηγίες των κατασκευαστών του µολυβδούχου υλικού, σχετικά µε τις απαραίτητες προφυλάξεις.
Η διακίνηση και χρησιµοποίηση των µολυβδούχων υλικών στην παραγωγή άλλων προϊόντων πετρελαιοειδών όπως τα λιπαντικά, πρέπει να γίνεται µε µεγάλη προσοχή και σύµφωνα µε τις οδηγίες των κατασκευαστών. (Βλέπε χηµικές και επικίνδυνες ουσίες).
2.9. ΘΕΡΜΑΙΝΟΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
Κατά τη διακίνηση θερµαινόµενων προϊόντων ή εξοπλισµού που περιέχει ή µεταφέρει θερµαινόµενα προϊόντα, πρέπει να λαµβάνονται προφυλάξεις κατά των εγκαυµάτων και το προσωπικό να φορά τον κατάλληλο προστατευτικό ρουχισµό.
2.10. ΡΑ∆ΙΕΝΕΡΓΑ ΥΛΙΚΑ
Οποιαδήποτε χρήση οργάνων που περιέχουν ραδιενεργά ισότοπα πρέπει να αναφέρεται στην αρµόδια Αρχή σύµφωνα τις ισχύουσες απαιτήσεις και διατάξεις. Τα όργανα που χρησιµοποιούνται πρέπει να είναι εγκεκριµένα και κατάλληλα θωρακισµένα.
∆εν πρέπει να υπάρχει καµιά επαφή µε τα όργανα αυτά και πρέπει να εφαρµόζονται όλα τα προστατευτικά µέτρα, όπως η θωράκιση ή η εξ αποστάσεως αποµόνωση, που αποδεικνύονται από τους προµηθευτές του εξοπλισµού. Οι υποδείξεις ισχύουν επίσης και για τη χρήση των φορητών ραδιενεργών πηγών που χρησιµοποιούνται για έλεγχο των συγκολλήσεων.
3.1. ΕΥΚΟΛΙΕΣ ΠΛΥΣΙΜΑΤΟΣ, ΠΟΣΙΜΟ ΝΕΡΟ, ΥΓΙΕΙΝΗ
Πρέπει να παρέχονται κατάλληλες ευκολίες για πλύσιµο, πόσιµο νερό και υγιεινή.
3.2. ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ ΡΟΥΧΙΣΜΟΥ
Πρέπει να παρέχονται µέσα που να εξυπηρετούν τη φύλαξη και το στέγνωµα του ρουχισµού.
3.3. ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑ
Ο χώρος πρέπει να διατηρείται καθαρός και τακτοποιηµένος σύµφωνα µε τα γενικά µέτρα καθαριότητας και ασφάλειας της περιοχής.
3.4 ΕΞΑΕΡΙΣΜΟΣ
Ο γενικός εξαερισµός πρέπει να είναι κατάλληλος για την άνετη παραµονή του προσωπικού. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στις περιπτώσεις παρουσίας αναθυµιάσεων, νέφους και κονιορτού.
3.5 ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ
Η θερµοκρασία των εσωτερικών χώρων πρέπει να διατηρείται σε επίπεδα που εξασφαλίζουν την άνεση και την υγεία, την αποδοτικότητα των προσώπων που εργάζονται εκεί.
3.6 ΧΩΡΟΙ ΦΑΓΗΤΟΥ
Απαιτείται να υπάρχουν οι κατάλληλοι χώροι εστίασης του προσωπικού.
4.1. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΟΥΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ.
Η µεγάλη σηµασία του προστατευτικού ρουχισµού, της υπόδησης, του κράνους ασφάλειας, των γαντιών, των γυαλιών κ.λπ. πρέπει να τονίζεται συνεχώς.
Επίσης να τονίζεται η ανάγκη χρησιµοποίησης προστατευτικών παρασκευασµάτων όποτε είναι αναγκαίο και η σηµασία του επιµελούς πλυσίµατος µε άφθονο σαπούνι και νερό µετά το πέρας της εργασίας.
Οι οδηγίες για την πιστή εφαρµογή των διαδικασιών όπως π.χ. χειρισµού και ανύψωσης φορτίων κ.λπ. διασφαλίζουν το ακίνδυνο της εργασίας και την ασφάλεια του προσωπικού.
4.2. ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΕ ΕΠΙΚΙΝ∆ΥΝΟΥΣ Ή ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ.
- Οι εργασίες σε επικίνδυνο ή περιορισµένο χώρο όπου υπάρχει πιθανότητα παρουσίας επικίνδυνων αναθυµιάσεων ή ανεπάρκεια οξυγόνου, πρέπει να γίνονται µόνο κατόπιν έκδοσης γραπτής άδειας εργασίας.
- Η άδεια πρέπει να υποδεικνύει τις προφυλάξεις που πρέπει να ληφθούν και τα κατάλληλα µέτρα πυρόσβεσης, Σ’ αυτές συµπεριλαµβάνονται ο έλεγχος της ατµόσφαιρας, η χρήση αναπνευστικής συσκευής, ζώνης ασφαλείας που συνδέεται µε σωσίβιο σχοινί κ.λπ.
Οι εργαζόµενοι σε επικίνδυνους ή περιορισµένους χώρους πρέπει να επιβλέπονται και να υπάρχει διαθέσιµο προσωπικό για την εξαγωγή τους εφόσον παραστεί ανάγκη.
- Το προσωπικό που χρησιµοποιείται στις εργασίες αυτές πρέπει να εκπαιδεύεται στη χρήση των αναπνευστικών συσκευών και του υπόλοιπου εξοπλισµού ασφάλειας και να γνωρίζει τις µεθόδους εφαρµογής τεχνητής αναπνοής.
4.3. ΕΠΙΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΚΙΝ∆ΥΝΟΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΕ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ, ∆ΟΧΕΙΑ ΚΑΙ ΚΛΕΙΣΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ.
Επιπρόσθετα µε τους κινδύνους που προέρχονται από πυρκαγιά, έκρηξη, τοξικές συνθήκες ή ασφυξία, πρέπει να δοθεί προσοχή για την προφύλαξη από τα παρακάτω:
- Πτώση του πλαισίου της οροφής, των εσωτερικών εξαρτηµάτων της δεξαµενής, εργαλείων ή άλλων αντικειµένων πάνω στους ανθρώπους που εργάζονται στη δεξαµενή.
- Πτώσεις από ικριώµατα, σκάλες, κλίµακες και πλατφόρµες, µόνιµες ή προσωρινές που έχουν αναπτυχθεί σε δοχεία, κλιβάνους, πύργους κ.λπ.
- Ολισθήσεις σε υγρές ή ελαιώδεις επιφάνειες, συγκρούσεις ή παραπατήµατα σε αντικείµενα, σε εσωτερικούς χώρους ανεπαρκώς φωτισµένους.
- Χρήση ανεπαρκών ή ελαττωµατικών εργαλείων, εξοπλισµού.
4.4. ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΟΣ ΑΤΟΜΙΚΟΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
- Κράνη.
Εκεί όπου υπάρχει κίνδυνος τραυµατισµού της κεφαλής πρέπει να παρέχεται προστατευτικό κράνος και να φοριέται. Πρέπει επίσης να υπάρχουν και κατάλληλες προειδοποιητικές πινακίδες.
- Γυαλιά.
Εκεί όπου υπάρχει κίνδυνος για έκθεση των οφθαλµών σε κινδύνους πρέπει να παρέχονται κατάλληλα προστατευτικά γυαλιά και να φοριούνται.
Πρέπει επίσης να υπάρχουν και οι κατάλληλες πινακίδες.
- Φόρµες
Όταν υπάρχει κίνδυνος µόλυνσης του σώµατος πρέπει να δίνονται ολόσωµες φόρµες από κατάλληλο υλικό. Υποδείξεις για προστατευτικό ρουχισµό κατά τον καθαρισµό των δεξαµενών δίνονται στο αντίστοιχο κεφάλαιο.
- Γάντια
Όπου χρειάζεται πρέπει να δίνονται γάντια κατάλληλα για την εργασία.
- Υπόδηση
Πρέπει να φοριούνται υποδήµατα κατάλληλου τύπου. Ο τύπος υποδήµατος πρέπει να λαµβάνει υπόψη τον κίνδυνο ολίσθησης σε επιφάνειες όπου µπορεί να έχει εκχυθεί προϊόν, τους σπινθήρες που προκαλούνται από προεξέχοντα καρφιά, κουµπιά ή µεταλλικά άκρα υποδηµάτων, τα φορτία στατικού ηλεκτρισµού στον άνθρωπο και την πιθανότητα τραυµατισµού λόγω διάτρησης ή συνθλιβής των δακτύλων από αντικείµενα που πιθανόν να πέσουν κατά την εκτέλεση της εργασίας.
4.5. ΣΤΟΛΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ Ή ∆ΙΕΛΕΥΣΗΣ ΑΠΟ ΦΩΤΙΑ
Οι αντιπυρικές στολές που υποχρεούνται να διαθέτουν οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας και παραγωγής πετρελαιοειδών είναι :
- Μία (1) τουλάχιστον αντιπυρική στολή σε εγκαταστάσεις παραγωγής ή διακίνησης πετρελαιοειδών που έχουν συνολική χωρητικότητα µέχρι 7000µ3.
- ∆ύο (2) τουλάχιστον αντιπυρικές στολές σε µεγαλύτερες εγκαταστάσεις.
- Τέσσερες (4) τουλάχιστον αντιπυρικές στολές σε ∆ιυλιστήρια και Βιοµηχανίες πετρελαίου.
5.1. ΤΥΠΟΙ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΩΝ ΣΥΣΚΕΥΩΝ
- Τύπος παροχής αέρα µε ανοικτό σωλήνα.
Η απλούστερη µορφή αναπνευστικής συσκευής είναι του τύπου παροχής αέρα µε ανοικτό σωλήνα η οποία αποτελείται από µία µάσκα για το πρόσωπο µε σωλήνα αναπνοής όχι µεγαλύτερο από 9 µέτρα µήκος και όχι λιγότερο από 20 χιλιοστά εσωτερική διάµετρο. Αυτή η συσκευή µπορεί να είναι αρκετή για τις πλέον απλές εργασίες µικρής χρονικής διάρκειας, αλλά πρέπει να υπενθυµιστεί ότι η µάσκα του προσώπου βρίσκεται σε αρνητική πίεση και εποµένως πρέπει να εφαρµόζει καλά. Επειδή στις βαριές εργασίες η προσπάθεια αναπνοής αυξάνεται, ο τύπος αυτός δεν ενδείκνυται για βαριές εργασίες. Ο σωλήνας µπορεί να φθαρεί από την επαφή µε προϊόντα πετρελαιοειδών.
- Τύπος στατικής πίεσης µε τοπικές αεραντλίες ή ανεµιστήρες
Ο τύπος στατικής πίεσης της αναπνευστικής συσκευής µε ενσωµατωµένες εξωτερικές αντλίες αέρα ή ανεµιστήρες στην οποία ο αέρας αντλείται από άλλο άτοµο έχει ορισµένα πλεονεκτήµατα, αλλά απαιτεί την παρουσία ενός επί πλέον ατόµου για χειροκίνητη λειτουργία. Η αεραντλία µπορεί να κινείται µε κινητήρα αλλά αυτό µπορεί να προκαλέσει περιπλοκές για την προστασία κατά της πυρκαγιάς.
- Τύπος θετικής πίεσης µε αεροσυµπιεστή και απόσταση
Ένας πιο ικανοποιητικός συνδυασµός είναι η τύπου θετικής πίεσης αναπνευστική συσκευή µε αεροσυµπιεστή από απόσταση και σωλήνα αέρα µε εσωτερική διάµετρο όχι µικρότερη από 6 χιλιοστά. Το σύστηµα τροφοδοτείται µε αέρα µέσω κατάλληλων φίλτρων από αεροσυµπιεστή ο οποίος βρίσκεται σε µη επικίνδυνη περιοχή. Η µάσκα του προσώπου είναι σε πολύ χαµηλή πίεση. Το άτοµο διατηρείται δροσερότερο και η αναπνοή δεν γίνεται δυσκολότερη, αλλά η διάταξη αυτή απαιτεί να σύρεται ένας σωλήνας αέρα γύρω από τη θέση εργασίας.
Ο αέρας που χρησιµοποιείται για τις αναπνευστικές συσκευές πρέπει να προέρχεται από εγκεκριµένο για την εργασία αυτή συµπιεστή (συνήθως µη λιπαινόµενου τύπου).
- Τύπος µε δοχείο πεπιεσµένου αέρα (αυτόνοµες).
Η αναπνευστική συσκευή µε δοχείο πεπιεσµένου αέρα είναι απλή στη χρήση της και δίνει το άτοµο ελευθερία κινήσεων παρά το γεγονός ότι το πέρασµα από την ανθρωποθυρίδα µπορεί να είναι δύσκολο. Τέτοια συσκευή θάπρεπε να χρησιµοποιείται µόνο για επιθεώρηση ή εργασία µικρής διάρκειας, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν τύποι τέτοιας συσκευής που διαρκούν για µία ώρα σε συνθήκες βαριάς εργασίας.
- Τύπος µε δοχείο οξυγόνου.
Η αναπνευστική συσκευή µε δοχείο οξυγόνου είναι επικίνδυνη εκτός εάν γίνεται συχνή ειδική εκπαίδευση στη χρήση της. Επιπλέον η ύπαρξη οξυγόνου σε επικίνδυνες ατµόσφαιρες προσθέτει νέο κίνδυνο. Αυτός ο τύπος αναπνευστικής συσκευής δεν συνιστάται.
- Αναπνευστήρες τύπου κανίστρου.
Η χρήση των αναπνευστήρων τύπου κανίστρου, δεν συνιστάται εκτός από περιπτώσεις εξωτερικού καθαρισµού του εξοπλισµού. Αυτοί δεν παρέχουν επαρκή προστασία έναντι υψηλών συγκεντρώσεων τοξικών αερίων και επίσης δίνουν µία µη πραγµατική αίσθηση ασφάλειας. Οι αναπνευστήρες τύπου κανίστρου πρέπει να χρησιµοποιούνται και να συντηρούνται µόνο σύµφωνα µε οδηγίες των κατασκευαστών.
5.2. ΣΤΟΜΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΑΕΡΑ
Τα στόµια εισαγωγής αέρα στις αναπνευστικές συσκευές πρέπει να τοποθετούνται αντίθετα µε τη φορά του ανέµου και σε σηµεία που δεν είναι δυνατή η αναρρόφηση µολυσµένου αέρα. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί ώστε να µην τοποθετούνται κοντά σε εξάτµιση µηχανών εσωτερικής καύσης.
5.3. ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Όλα τα άτοµα που χρησιµοποιούν αναπνευστικές συσκευές πρέπει να εκπαιδεύονται πλήρως για τη χρήση τους. Όλες οι αναπνευστικές συσκευές πρέπει να επιθεωρούνται και να συντηρούνται από αρµόδια άτοµα.
6.1. ΑΡΧΕΙΟ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ (ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ)
Πρέπει να κρατιούνται αρχεία για κάθε περιστατικό, το οποίο προκάλεσε τραυµατισµό µε συνέπεια απώλεια χρόνου εργασίας, διαρροή προϊόντος ή πυρκαγιά. Όλα τα σοβαρά περιστατικά να αναφέρονται και να ερευνώνται λεπτοµερώς αµέσως µόλις γίνονται γνωστά και να λαµβάνονται τα µέτρα εκείνα που θα αποτρέψουν την επανάληψή τους. Η ενηµέρωση του προσωπικού και η ανταλλαγή απόψεων για κάθε συµβάν συµβάλλει ουσιαστικά στην αποτροπή επανάληψής τους.
6.2. ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ
Τα ατυχήµατα πρέπει να αναφέρονται αµέσως, να καταγράφονται στο αρχείο συµβάντων (ηµερολόγιο) και στο αρχείο των ατυχηµάτων, προκειµένου να επιληφθεί ο Μηχανικός Υγιεινής και Ασφάλειας της επιχείρησης.
6.3. ΑΡΧΕΙΑ – ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ
Για ορισµένους τύπους εγκαταστάσεων ή εξοπλισµούς, όπως πύργοι, εναλλάκτες αντλίες, κλιβάνους, δεξαµενές, δοχεία πίεσης, γερανοί, ανυψωτικά µηχανήµατα, ηλεκτρικές συσκευές και αναπνευστικές συσκευές, πρέπει να τηρείται σύστηµα συνεχούς καταγραφής των ελέγχων, των επιθεωρήσεων και των συσκευών.
Τα στοιχεία ελέγχων, επιθεωρήσεων, συντήρησης και µετατροπών που έχει υποστεί ή προβλέπεται να υποστεί διακεκριµένος µηχανολογικός εξοπλισµός, πρέπει να υπάρχουν συγκεντρωµένα σε αρχεία στο σύστηµα ηλεκτρονικών υπολογιστών της επιχείρησης.
Ειδικότερα:
- Πρέπει να υπάρχουν αρχεία µε τις επιθεωρήσεις και τον καθαρισµό των ελαιοσυλλεκτών, των συστηµάτων πυρσού, του βασικού µηχανολογικού εξοπλισµού των Μονάδων, όλων των δεξαµενών, του ηλεκτρολογικού εξοπλισµού, των συστηµάτων αυτοµατισµού κ.λπ.
- Ακόµη πρέπει να υπάρχουν στοιχεία σχετικά µε τις διατάξεις του εξοπλισµού, τεχνικές λεπτοµέρειες, στοιχεία παραγγελίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 18§4.4. ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΟΣ ΑΤΟΜΙΚΟΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
- Κράνη.
Εκεί όπου υπάρχει κίνδυνος τραυµατισµού της κεφαλής πρέπει να παρέχεται προστατευτικό κράνος και να φοριέται. Πρέπει επίσης να υπάρχουν και κατάλληλες προειδοποιητικές πινακίδες.
- Γυαλιά.
Εκεί όπου υπάρχει κίνδυνος για έκθεση των οφθαλµών σε κινδύνους πρέπει να παρέχονται κατάλληλα προστατευτικά γυαλιά και να φοριούνται.
Πρέπει επίσης να υπάρχουν και οι κατάλληλες πινακίδες.
- Φόρµες
Όταν υπάρχει κίνδυνος µόλυνσης του σώµατος πρέπει να δίνονται ολόσωµες φόρµες από κατάλληλο υλικό. Υποδείξεις για προστατευτικό ρουχισµό κατά τον καθαρισµό των δεξαµενών δίνονται στο αντίστοιχο κεφάλαιο.
- Γάντια
Όπου χρειάζεται πρέπει να δίνονται γάντια κατάλληλα για την εργασία.
- Υπόδηση
Πρέπει να φοριούνται υποδήµατα κατάλληλου τύπου. Ο τύπος υποδήµατος πρέπει να λαµβάνει υπόψη τον κίνδυνο ολίσθησης σε επιφάνειες όπου µπορεί να έχει εκχυθεί προϊόν, τους σπινθήρες που προκαλούνται από προεξέχοντα καρφιά, κουµπιά ή µεταλλικά άκρα υποδηµάτων, τα φορτία στατικού ηλεκτρισµού στον άνθρωπο και την πιθανότητα τραυµατισµού λόγω διάτρησης ή συνθλιβής των δακτύλων από αντικείµενα που πιθανόν να πέσουν κατά την εκτέλεση της εργασίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 22§5.13 ΜΕΣΑ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Η ανάπτυξη µέσων ατοµικής προστασίας στην περιοχή:
- Αναπνευστικές συσκευές, µάσκες ή κάνιστρα.
- Κουβέρτες πυρασφάλειας.
- Συστήµατα προστασίας µε διαβροχή.
- Στολές προσέγγισης ή προστασίας διαφόρων τύπων.
- Υγειονοµικό και φαρµακευτικό υλικό.
Η ανάπτυξη του παραπάνω εξοπλισµού είναι σχετική µε τη δραστηριότητα της κάθε µονάδας.
1.1. Στα ∆ιυλιστήρια και τις λοιπές Βιοµηχανίες πετρελαίου είναι απαραίτητη η εκπαίδευση του προσωπικού στη χρήση των µέσων προστασίας και πυρόσβεσης.
Η έκβαση του αποτελέσµατος µιας ενδεχόµενης ανάφλεξης σε ένα συγκρότηµα εξαρτάται όχι µόνο από το σύντοµο χρόνο επέµβασης, αλλά και από την εµπειρία του προσωπικού για τη σωστή και αποτελεσµατική χρήση των πυροσβεστικών µέσων της περιοχής.
1.2. Θεωρείται απαραίτητο η εκπαίδευση του αρµόδιου προσωπικού να περιλαµβάνει :
– Θεωρητική κατάσταση επί των κινδύνων της φωτιάς.
– Πρακτική στην πυρόσβεση.
– Γνώση διαδικασιών επέµβασης και εξάσκηση µε υποθετικά περιστατικά στις εγκαταστάσεις.
1.3. Στις µικρές επιχειρήσεις βασικά όλο το προσωπικό πρέπει να έχει γνώση επί των θεµάτων ασφάλειας και όλο το τεχνικό προσωπικό να είναι να είναι εκπαιδευµένο και καταρτισµένο για την αντιµετώπιση ανεπιθύµητων περιστατικών. Επίσης άρτια εκπαιδευµένο πρέπει να είναι και το προσωπικό βάρδιας και να γνωρίζει τον τρόπο ενεργοποίησης του συστήµατος κλίσης εξωτερικής βοήθειας.
1.4. Οι µεγαλύτερες επιχειρήσεις πρέπει να έχουν άριστα εκπαιδευµένο προσωπικό λειτουργίας ή τεχνικό προσωπικό για τις έκτακτες επεµβάσεις.
1.5. Προσχεδιασµένες οµάδες επέµβασης και λειτουργίας των πυροσβεστικών µέσων καθορίζουν τα Αγήµατα προσωπικού που έχουν την ευθύνη αντιµετώπισης των πυρκαγιών ή άλλων έκτακτων καταστάσεων κατά τη διάρκεια όλου του 24ωρου.
1.6. Αναφέρεται ότι σε µεγάλα ∆ιυλιστήρια και λοιπές Βιοµηχανίες πετρελαίου ενδέχεται να υπάρχουν και µόνιµα τµήµατα µε πυροσβέστες που έχουν την ευθύνη της πρόληψης των περιστατικών, αλλά και της συντήρησης του πυροσβεστικού εξοπλισµού.
Σωστή εκπαίδευση σηµαίνει συχνή θεωρητική διδασκαλία και πρακτική εξάσκηση που θα επαναλαµβάνεται για το προσωπικό σε τακτικά χρονικά διαστήµατα. Αυτό θα δίνει την ευκαιρία σ’ όλους τους εργαζόµενους να ανανεώνουν τις γνώσεις τους και να τις συµπληρώνουν σχετικά µε τα νέα µέσα και την εξέλιξη της τεχνολογίας σε θέµατα Ασφάλειας- Πυρασφάλειας. Ακόµη θα τους δίνεται η ευκαιρία να εξοικειώνονται µε τα διάφορα µέσα που έχουν σχέση µε την Ασφάλεια – Πυρασφάλεια και να κατανοούν απόλυτα όλες τις ενδεχόµενες περιπτώσεις έκτακτων περιστατικών που πιθανά θα εµφανισθούν σε µία Βιοµηχανία πετρελαίου. Η προβλεπόµενη εκπαίδευση του προσωπικού πρέπει να είναι ουσιαστική και ρεαλιστική. Αυτή θα καλύπτει όλο το φάσµα των εργαζοµένων δηλ. από την Γενική ∆ιεύθυνση µέχρι και τον τελευταίο εργαζόµενο.
Ένας άλλος παράγοντας εξίσου σηµαντικός µε την εκπαίδευση για αντιµετώπιση περιστατικών είναι η ΠΡΟΛΗΨΗ. Για το λόγο αυτό η εκπαίδευση πρέπει να επεκτείνεται και προς αυτή την κατεύθυνση γιατί προτιµότερο είναι µια κατάσταση να προλαµβάνεται παρά να αντιµετωπίζεται.
Η εκπαίδευση να αποτελείται από την :
3.1. ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗ
Αυτή πρέπει να είναι διαρκής και προγραµµατισµένη και να προκαλεί το συνεχές ενδιαφέρον των εκπαιδευµένων, θα γίνεται σε πίνακα, θα προβάλλονται σχετικά films και slides και θα ακολουθηθεί συζήτηση.
Κύρια θέµατα εκπαίδευσης θα είναι:
- Βασικές αρχές της Ασφάλειας – Πυρασφάλειας
- Είδη εκτάκτων καταστάσεων
- Τρίγωνο φωτιάς – Καταπολέµηση
- Συνθήκες ανάφλεξης – Σηµείο ανάφλεξης
- Εξέλιξη περιστατικών – Στάδια εξέλιξης και τρόποι Αντιµετώπισης
- Συγκρότηση αγήµατος – Συναγερµός
- Ανάπτυξη του Σχεδίου Εκτάκτων καταστάσεων
- Επικίνδυνες περιοχές – Πρόληψη περιστατικών
- Περιπτώσεις εκκένωσης – Εκκένωση χώρου
- Συµβούλιο ασφάλειας – Επιτροπή ασφάλειας
- Μετατροπή ανασφαλούς εργασίας σε ασφαλή
- Ανάπτυξη τρόπου αντιµετώπισης θεωρητικών περιστατικών
3.2.ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗ
Περιλαµβάνει:
- Χρήση ατοµικών προστατευτικών µέσων
- Χρήση µικρών πυροσβεστικών µέσων (πυροσβεστήρες, κανονάκια, µάνικες, αφογεννήτριες κ.λπ.)
- Χρήση µεγάλων πυροσβεστικών µέσων (κεντρικό δίκτυο, τροχήλατοι πυροσβεστήρες, µεγάλες µάνικες)
- Οµαδική εκπαίδευση (π.χ. εκπαίδευση χειριστών, πυροσβεστών, αγήµατος κ.λπ)
- Εκπαίδευση συντονισµού και συνεργασίας (µεταξύ αγηµάτων, προσωπικού, εξωτ. Βοήθειας κ.λπ.)
- Εκπαίδευση σε υποθετικές καταστάσεις (περιστατικά περιορισµένων χώρων όπως π.χ. φωτιές, εκρήξεις κ.λπ., εκκένωση περιοχών).
4.1. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Είναι απαραίτητη η καλή εκπαίδευση όλου του προσωπικού, συµπεριλαµβανοµένου του επιβλέποντος προσωπικού, των χειριστών της εγκατάστασης, του προσωπικού των εργολάβων, των οδηγών των οχηµάτων κ.λπ., σε θέµατα ασφάλειας-πυρασφάλειας για εξασφάλιση αποτελεσµατικής εργασίας µε τον ελάχιστο δυνατό κίνδυνο και µε τη σωστή δράση σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Η εκπαίδευση µόνο πάνω στην εργασία, σε πολλές περιπτώσεις, είναι ανεπαρκής και είναι απαραίτητο να συµπληρωθεί µε µια σωστά συντονισµένη θεωρητική εκπαίδευση. Συνιστάται ένα ανώτερο µέλος του προσωπικού να έχει την άµεση υπευθυνότητα για το σχεδιασµό και την πραγµατοποίηση των εκπαιδευτικών προγραµµάτων.
Είναι σηµαντικό οι νέοι υπάλληλοι να εκπαιδεύονται επαρκώς αλλά δεν πρέπει να παραµελείται η αναγκαιότητα της επαναληπτικής ενηµέρωσης του υπάρχοντος προσωπικού.
Για τους οδηγούς βυτιοφόρων που ασχολούνται από πράκτορες, διανοµείς ή εργολήπτες µεταφορών, που φορτώνουν ή εκφορτώνουν τα οχήµατά τους µέσα στην εγκατάσταση, είναι σηµαντικό να έχουν παρακολουθήσει ένα σχετικό εκπαιδευτικό πρόγραµµα για να εξασφαλισθεί ότι και αυτοί γνωρίζουν τη σωστή χρήση του εξοπλισµού της εγκατάστασης, τον οποίο θα χειρίζονται και τη δράση που πρέπει να αναλάβουν σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
4.2. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΓΙΑ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗ
Πρέπει να πραγµατοποιούνται σειρές εκπαιδευτικών µαθηµάτων για τις ακόλουθες κατηγορίες ατόµων :
- Προϊσταµένους
- Χειριστές Εγκατάστασης
- Τεχνικό Προσωπικό
- Προσωπικό Εργολάβων
- Οδηγοί Οχηµάτων κάθε είδους
Η εκπαίδευση πρέπει να γίνεται σ’ όλο το προσωπικό που χειρίζεται τον εξοπλισµό µιας εγκατάστασης, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στην εκµάθηση των µεθόδων ασφαλούς λειτουργίας ως και την ανάλογη δράση που πρέπει να αναληφθεί σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
4.3. ΑΛΛΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗΣ
ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ
Το προσωπικό πρέπει να εκπαιδεύεται πλήρως σε όλους τους τοµείς των υποχρεώσεών του. Κατά τη διάρκεια αυτής της εκπαίδευσης, η οποία πρέπει να καλύπτει όλους τους τύπους προϊόντων που επεξεργάζονται ή διακινούνται στην εγκατάσταση, πέρα από τη θεωρητική εκπαίδευση, συνιστάται και µία περίοδος πρακτικής εξάσκησης υπό εποπτεία. Για να επιτευχθεί το καλύτερο αποτέλεσµα, συνιστάται να εξηγηθεί στο προσωπικό η σκοπιµότητα των διαφόρων διαδικασιών. Οι µέθοδοι ασφαλείας, οι σχετικές µε τις εγκεκριµένες εργασίες, καλύπτονται λεπτοµερώς σε αντίστοιχα κεφάλαια του κανονισµού και όταν είναι αναγκαίο τα ακόλουθα συγκεκριµένα θέµατα, πρέπει να συµπεριλαµβάνονται στα προγράµµατα εκπαίδευσης.
- ∆ΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Πρέπει να υπάρχουν λεπτοµερή διαγράµµατα της διάταξης των Μονάδων και των ∆εξαµενών, των σωληνώσεων και των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης, που να δείχνουν ευκρινώς τη θέση όλων των βανών διακοπής, τους διαδρόµους προσπέλασης, τις υδροληψίες, τις υποδοχές αφρού, την τοποθεσία και τον τύπο των πυροσβεστήρων, τους διακόπτες ηλεκτρικής αποµόνωσης, τα σωσίβια σχοινιά και τις σωσίβιες ζώνες, το σηµείο πρώτων βοηθειών και τα τηλέφωνα.
- Ι∆ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙ∆ΩΝ
Μία γνώση των ιδιοτήτων και των χαρακτηριστικών των επεξεργαζόµενων και των διακινούµενων προϊόντων, των κινδύνων που µπορεί να προκαλέσουν από την εύφλεκτη φύση τους, την τοξικότητα, τα φορτία στατικού ηλεκτρισµού, την αλλαγή του τύπου προϊόντος κατά τη φόρτωση και πως µπορούν να αποφευχθούν αυτοί οι κίνδυνοι ή να ελαττωθούν στο ελάχιστο.
- ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Μία γνώση της νοµοθεσίας που σχετίζεται και επηρεάζει τα καθήκοντα και τις υπευθυνότητες του κάθε εργαζόµενου, των θεσπισµένων και άλλων κανονισµών που αφορούν την αποθήκευση και τη διακίνηση των προϊόντων των πετρελαιοειδών στην εγκατάσταση και στην περίπτωση των οδηγών, των κανονισµών διακίνησης των προϊόντων πετρελαιοειδών και των οδικών κανόνων γενικά.
- ΚΙΝΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΣΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ
Η αγκυροβόληση και η κίνηση των πλοίων, η στάθµευση και η κίνηση των οδικών και των σιδηροδροµικών οχηµάτων µέσα σε µια εγκατάσταση πρέπει να γίνεται σύµφωνα µε τις οδηγίες που αναφέρονται στα σχετικά κεφάλαια του παρόντος.
- ΦΟΡΤΩΣΗ ΚΑΙ ΕΚΦΟΡΤΩΣΗ
Η τεχνική της φόρτωσης και εκφόρτωσης πλοίων, βυτιοφόρων και σιδηροδροµικών οχηµάτων και οι προφυλάξεις που πρέπει να λαµβάνονται προς αποφυγή έκχυσης ή διαρροής.
- Ο∆ΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ Ο∆ΗΓΟΥΣ
Οι ιδιαίτερες γνώσεις που απαιτούνται για το χειρισµό όλων των τύπων των βυτιοφόρων και του βοηθητικού τους εξοπλισµού.
- ΚΙΝΗΣΗ ΤΩΝ ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ
Οι προφυλάξεις που σχετίζονται µε την κίνηση των σιδηροδροµικών οχηµάτων και την τεχνική των παρακαµπτηρίων διακλαδώσεων στην εγκατάσταση (όλο το προσωπικό που απασχολείται µε τη σιδηροδροµική µεταφορά πρέπει να είναι εξοικειωµένο µε τις σχετικές διατάξεις των σιδηροδροµικών αρχών).
- ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ ΣΕ ∆ΕΞΑΜΕΝΗ
Οι προφυλάξεις που πρέπει να λαµβάνονται κατά την εµβάπτυση αντικειµένων και την καταµέτρηση των δεξαµενών ως και κατά την πλήρωση και εκκένωσή τους. Οι τεχνικές απαερίωσης και καθαρισµού πρέπει να γίνουν κατανοητές, ακόµη και αν η εργασία εκτελείται από εξειδικευµένους εργολάβους.
- ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ∆ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΣΕ ΜΟΝΑ∆ΕΣ
Ο τρόπος εφαρµογής των κανόνων ασφαλούς λειτουργίας των διαφόρων Μονάδων Παραγωγής είναι αντικείµενο που πρέπει να τύχει ιδιαίτερης προσοχής. Πρέπει όλοι οι εργαζόµενοι να κατανοούν το µέγεθος του ενδεχόµενου κινδύνου σε περίπτωση µη εφαρµογής των ενδεδειγµένων κανόνων ασφαλούς λειτουργίας και όλων των διαδικασιών που έχουν σχέση µε την ασφάλεια και την πυρασφάλεια στην περιοχή.
5.1. ΓΕΝΙΚΑ
Το προσωπικό, συµπεριλαµβανοµένων αυτού των τεχνικών τµηµάτων των εργολάβων κ.λπ. πρέπει να λαµβάνει τακτικά οδηγίες για την αντιµετώπιση έκτακτων περιστατικών.
5.2. ΠΥΡΚΑΓΙΑ
- Το προσωπικό πρέπει να εκπαιδεύεται στη λήψη δράσης σε περίπτωση πυρκαγιάς και στη χρήση του πυροσβεστικού εξοπλισµού πρώτης βοήθειας.
Πρέπει να είναι εξοικειωµένο µε τους τύπους των πυροσβεστήρων που µπορεί να συναντήσει και στην απαραίτητη σειρά των εργασιών. Αυτός ο τοµέας εκπαίδευσής τους πρέπει να συµπεριλαµβάνει θεωρία και ειδική εξάσκηση στην πρακτική εξάσκηση στην κλήση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, µε ασκήσεις ετοιµότητας.
5.3. ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΣΕ ΒΥΤΙΟΦΟΡΑ ΟΧΗΜΑΤΑ
Οι οδηγοί πρέπει να λαµβάνουν τακτικές οδηγίες για την αντιµετώπιση έκτακτων περιστατικών που αφορούν τα βυτιοφόρα οχήµατα οδικής µεταφοράς.
5.4. ΕΚΧΥΣΕΙΣ - ∆ΙΑΡΡΟΕΣ
- Πρέπει να δίνονται οδηγίες για την εφαρµογή κατάλληλων διαδικασιών που πρέπει να εφαρµοσθούν προς αποφυγή κινδύνου από έκχυση ή διαρροή και συνεπώς πυρκαγιάς. Σε περίπτωση που θα συµβεί έκχυση ή διαρροή πρέπει να έχουν κατανοηθεί οι µέθοδοι αποφυγής ανάφλεξης, παρεµπόδισης του προϊόντος να εισέλθει σε Μονάδες, σε οχετούς, αποχετεύσεις ή υδρορροές και να υπάρχουν οδηγίες καθαρισµού της έκχυσης.
- Οι οδηγοί πρέπει να λαµβάνουν οδηγίες για τη δράση που πρέπει να αναλάβουν εάν συµβεί έκχυση ή διαρροή όταν βρίσκονται µακριά από την εγκατάσταση ή καθ’ οδόν.
5.5. ΜΟΛΥΝΣΗ ΑΠΟ ΑΝΑΜΕΙΞΗ
Πρέπει να δοθούν οδηγίες για τις αυστηρές προφυλάξεις που είναι απαραίτητες για την αποφυγή κινδύνων εξ’ αιτίας της ανάµειξης ενός τύπου προϊόντος µ’ ένα άλλο µε λανθασµένη επιλογή των σωλήνων ή των συνδέσµων της δεξαµενής ή άλλο λειτουργικό λάθος και στην περίπτωση που η µόλυνση έχει συµβεί, να αποφευχθεί η προώθηση, η παράδοση του µίγµατος, η πώλησή του ή η χρήση του.
5.6. ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
Η εκπαίδευση πρέπει να συµπεριλαµβάνει τα µέτρα που πρέπει να ληφθούν σε περίπτωση ατυχήµατος που αφορά τραυµατισµό προσωπικού και τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν για παροχή πρώτων βοηθειών, την ιατρική περίθαλψη και την εξασφάλιση ασθενοφόρου.
5.7. ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Πρέπει να εκτελούνται ασκήσεις ετοιµότητας βασισµένες σε νοητά περιστατικά, παρόµοια µε τις πιθανές να συµβούν περιπτώσεις που να εκτελούνται µε τη συµµετοχή των δηµόσιων υπηρεσιών, για να εξοικειώνονται όλοι οι εργαζόµενοι µε τον εξοπλισµό και τις τεχνικές που απαιτούνται για να ανταποκριθούν στις ανάγκες των έκτακτων περιστατικών.
Πρέπει να τηρούνται αρχεία (ηµερολόγια), εκπαιδεύσεων που να δείχνουν τις ηµεροµηνίες που το προσωπικό εκρίθη ικανό στις διάφορες δοκιµασίες. Τα αρχεία πρέπει να δείχνουν την εκπαίδευση σε νέες τεχνικές µεθόδους και στη λειτουργία νέων µηχανηµάτων όταν υπάρχει εξέλιξη.
Οι ακόλουθοι τύποι αρχείων είναι χρήσιµοι :
- Αρχείο µε ξεχωριστό φάκελο για κάθε άτοµο
- Ένα συνολικό διάγραµµα που να δείχνει την εκπαίδευση όλου του προσωπικού που εργάζεται στην εγκατάσταση.
- Αρχεία µε τις εκ περιτροπής εκπαιδεύσεις του προσωπικού, που να εξασφαλίζουν ελαστικότητα στην επιλογή προσωπικού.
Συνιστάται η προµήθεια των ακόλουθων τύπων λειτουργικών οδηγιών για την εκπαίδευση των χειριστών λειτουργών της εγκατάστασης.
- Εγχειρίδια σύντοµων οδηγιών µε βασικές πληροφορίες που αφορούν όλες τις εγκαταστάσεις.
- Εγχειρίδια λειτουργίας εξειδικευµένα για τη λειτουργία του εργοστάσιου και του εξοπλισµού, τόσο του σταθερού όσο και του κινητού, και που περιέχουν όλες τις λεπτοµέρειες, όσο πολύπλοκες και αν είναι.
1.1. ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΓΕΘΟΥΣ ΤΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ.
Όταν είναι απαραίτητο να εκτελεσθεί εργασία συντήρησης, επισκευής ή επέκτασης σε λειτουργούσα εγκατάσταση, πρέπει να γίνεται µια προσεκτική εκτίµηση του βαθµού του πιθανού κινδύνου λαµβάνοντας υπόψη:
- Το είδος της προγραµµατιζόµενης εργασίας και το χαρακτηρισµό αυτής σαν θερµής ή ψυχρής. Ο χαρακτηρισµός αυτός είναι απαραίτητος προκειµένου να εκδοθεί η αντίστοιχη άδεια εργασίας (θερµή ή ψυχρή).
Γενικά µε ψυχρές άδειες εργασίας καλύπτονται όλες οι µη επικίνδυνες εργασίες και επεµβάσεις. Για διαχωρισµό, συνιστάται έντυπο διαφορετικού χρώµατος έναντι της αντιστοίχου θερµής εργασίας π.χ. (χρώµα ερυθρό για τις θερµές εργασίες και χρώµα πρασίνου για τις ψυχρές εργασίες).
Πολλές χηµικές Βιοµηχανίες και ∆ιυλιστήρια χρησιµοποιούν ενιαίο τύπο αδειών εργασίας και δεν προχωρούν σε διαχωρισµό ψυχρών ή θερµών. Η µέθοδος αυτή διευκολύνει την µεταβολή του είδους της εργασίας από ψυχρή σε θερµή και έτσι δίνεται µεγάλη βαρύτητα σε όλες τις εργασίες που γίνονται.
- Την επίδραση αυτής της ίδιας της εργασίας και την έκταση κάποιας εστίας ανάφλεξης υπό οµαλές και πιθανόν ανώµαλες συνθήκες ή και συνθήκες ατυχήµατος.
- Τις εργασίες που γίνονται για την επεξεργασία και διακίνηση των πετρελαιοειδών και την πιθανότητα ατυχήµατος άσχετου προς την εργασία και προερχοµένου από τη λειτουργία ή διακίνηση του προϊόντος ή τις αναθυµιάσεις του προϊόντος στη γειτονική περιοχή της εργασίας.
- Τον καιρό, την υγρασία, την κατεύθυνση του ανέµου, τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά της τοποθεσίας και την ετοιµότητα παροχής βοήθειας σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
Οι όροι ασφάλειας που πρέπει να περιληφθούν στην άδεια πρέπει να αντικατοπτρίζουν αυτή την εκτίµηση της έκτακτης οποιουδήποτε κινδύνου.
1.2. ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ.
∆εν είναι δυνατόν να καθορισθούν απολύτως οι αποστάσεις ασφαλείας λόγω του ότι αυτό θα εξαρτηθεί από την εκτίµηση της έκτασης του κινδύνου, την ετοιµότητα των µέσων που µπορεί να χρησιµοποιηθούν σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης και την λειτουργία ή όχι του συγκροτήµατος.
Παρ’ όλα αυτά όταν είναι δυνατόν πρέπει να τηρείται µία ελάχιστη απόσταση ασφάλειας 15 µέτρων, ανάµεσα σε µονάδες λειτουργίας ή επεξεργασίας, σε συγκροτήµατα δεξαµενών, πλοία, οδικές και σιδηροδροµικές εγκαταστάσεις φόρτωσης και εκφόρτωσης, διατάξεις πλήρωσης δοχείων και οποιουδήποτε µέρους όπου επιτρέπεται η εργασία εν θερµώ.
1.3. ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΝ ΘΕΡΜΩ ΜΕΣΑ Ή ΚΟΝΤΑ ΣΕ ΜΟΝΑ∆ΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΠΙΚΙΝ∆ΥΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ
Όταν είναι απαραίτητο να εκτελεσθεί εργασία εν θερµώ µέσα ή κοντά σε µονάδες ή επικίνδυνες περιοχές και εγκαταστάσεις διακίνησης πετρελαιοειδών, είναι απαραίτητοι οι επόµενοι ειδικοί έλεγχοι και προφυλάξεις πέραν όσων αναφέρονται στις παραγράφους των αδειών εργασίας.
- ∆εν πρέπει να επιτρέπεται εργασία εν θερµώ σε επικίνδυνη περιοχή έως ότου η πιθανότητα εµφάνισης επικίνδυνης ατµόσφαιρας έχει αποµακρυνθεί.
Αυτό µπορεί να επιτευχθεί µε την προσωρινή διακοπή της λειτουργίας διακίνησης των προϊόντων και τη διακοπή των εργασιών ή µε τη σφράγιση ή την εκτροπή πιθανών πηγών ευφλέκτων υγρών ή αερίων.
Οι ενέργειες που θα γίνουν πρέπει να είναι κατάλληλες για τις ειδικές συνθήκες για την κάθε ειδική περίπτωση που αντιµετωπίζεται.
- Ενώ δεν πρέπει να υπάρχει επικίνδυνη ατµόσφαιρα έξω από µε επικίνδυνη περιοχή σε κανονικές ή ειδικές εργασίες µια τέτοια πιθανότητα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη, ότι δηλαδή µπορεί να συµβεί ατύχηµα που δεν ανήκει στις εργασίες που θεωρούνται κανονικές ή ειδικές π.χ. ένα ατύχηµα ή µια βλάβη του εξοπλισµού.
Γενικά η ατµική, εξαερίωση ή απαέρωση του εξοπλισµού και η τοποθέτηση τυφλών περιορίζουν στο ελάχιστο µια τέτοια πιθανότητα.
Επιπρόσθετα µια εργασία επέκταστης, επισκευής, µετατροπής ή γενικά εργασίας εν θερµώ, µπορεί να εγκυµονεί κινδύνους µε την έννοια ότι µπορεί να προκαλέσει ζηµιά ή πυρκαγιά στις εγκαταστάσεις.
Εποµένως όταν λαµβάνονται υπόψη οι ειδικοί όροι για τις άδειες για εργασία µέσα ή κοντά σε επικίνδυνες περιοχές, πρέπει να δίνεται ειδική προσοχή στη µέγιστη πιθανή έκταση µιας επικίνδυνης περιοχής για την απίθανη περίπτωση ενός µικρού ή και µεγάλου ατυχήµατος που θα µπορούσε να συµβεί κοντά σ’αυτές και εάν στην περιοχή, γύρω από τη θέση που θα εκτελεσθεί η εργασία, πρέπει να εφαρµόζονται οι διαδικασίες
που υποδεικνύονται στην αρχή του παρόντος.
Αντίστοιχα εάν η έκταση της εργασίας είναι τέτοια ώστε σε περίπτωση πυρκαγιάς ή ατυχήµατος να επηρρεάζονται γειτονικά κτίρια ή άλλες µονάδες και εγκαταστάσεις ή να δίνεται δυνατότητα µεταφοράς µιας πηγής ανάφλεξης προς επικίνδυνη περιοχή, τότε πρέπει να εφαρµόζονται αυστηρά οι διαδικασίες που υποδεικνύονται στην αρχή και να τηρούνται αποστάσεις ασφαλείας.
Μία πηγή ανάφλεξης η εργασία εν θερµώ µπορεί να ανυψώσει τη θερµοκρασία του πετρελαιοειδούς υπεράνω του σηµείου ανάφλεξής του.
Ένας έλεγχος µε µετρητή αερίων µπορεί να µην είναι αρκετός για να πιστοποιήσει ότι συνθήκες είναι ασφαλείς. Η χρήση θερµότητας µπορεί να προκαλέσει εξαερίωση πετρελαιοειδούς που βρίσκεται ανάµεσα σε σκουριά, σε φολίδες, σε ενώσεις ή σε µορφή λεπτών στρωµάτων επιφάνειας και να δηµιουργήσει εύφλεκτα αέρια.
Γι’ αυτό πρέπει πάντα να υπάρχουν και να τηρούνται µέτρα ασφάλειας ανάλογα µε την κατηγορία του πετρελαιοειδούς και την πηγή του κινδύνου.
1.4. ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΥΡΚΑΓΙΑΣ
Όταν πρόκειται να εκτελεσθεί έκτακτη εργασία ή εργασία εν θερµώ σε µη επιτρεπτή περιοχή, πρέπει να λαµβάνονται ειδικές προφυλάξεις για την προστασία κατά της πυρκαγιάς.
Αυτές οι προφυλάξεις µπορούν να περιλαµβάνουν την προµήθεια επιπρόσθετου πυροσβεστικού εξοπλισµού, την προµήθεια υλικού για την ψύξη των γειτονικών µονάδων ή δεξαµενών, υλικού για τον καθαρισµό ή την κατάβρεξη καυσίµων υλικών, την κάλυψη υπονόµων και σε µερικές περιπτώσεις την µέριµνα για την ύπαρξη ατόµων επιφυλακής που θα ερευνούν για πυρκαγιά, ή κίνδυνο πυρκαγιάς και που θα θέτουν σε άµεση λειτουργία τον πυροσβεστικό εξοπλισµό.
- Όπου είναι απαραίτητο πρέπει να αναγείρονται τοιχώµατα για να συγκρατούν το υγρό, λεκάνες ασφαλείας ή διαφράγµατα για να µειώνεται ο κίνδυνος προσέγγισης σε εύφλεκτα υγρά ή αέρια στην περιοχή όπου εκτελούνται εργασίες.
- Υπόνοµοι, οχετοί ή αγωγοί που βρίσκονται εντός 15 µέτρων από τις εργασίες πρέπει να ελέγχονται, και εάν είναι δυνατόν να σφραγίζονται.
- Πρέπει να δίνονται έντυπα σύντοµες αλλά σαφείς οδηγίες, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν σε περίπτωση πυρκαγιάς, προς όλους τους εργολάβους και το προσωπικό που ασχολείται µε την εργασία που καλύπτεται από την άδεια.
2.1. ΓΕΝΙΚΑ
- ∆εν επιτρέπεται η εκτέλεση εργασιών κατασκευής, επισκευής, συντήρησης, αποσυναρµολόγησης ή τροποποιήσεων του εξοπλισµού οπουδήποτε στην εγκατάσταση χωρίς την άδεια του διευθυντή, του προϊσταµένου ή του εξουσιοδοτηµένου αντιπροσώπου τους.
Σε όλες τις περιπτώσεις, εκτός των συνηθισµένων µη επικίνδυνων εργασιών, η άδεια πρέπει να δίνεται γραπτή µε τη µορφή “άδειας εργασίας”.
Η άδεια πρέπει να προσδιορίζει καθαρά.
α) Το ειδικό τµήµα του εξοπλισµού ή µέρος των χώρων στο οποίο η εντός του οποίου πρόκειται να γίνει η εργασία.
- Η άδεια πρέπει να χρησιµοποιείται ώστε να καλυφθούν όλες οι ειδικές προφυλάξεις που αναφέρονται σ’ αυτήν. Η εργασία εν θερµώ ή η είσοδος εντός εξοπλισµού, δεξαµενής ή δοχείου είναι παραδείγµατα εργασιών που απαιτούν έλεγχο για συνθήκες απαερίωσης και εποµένως η άδεια πρέπει να περιλαµβάνει τις υπογραφές όλων των εντεταλµένων για τους ελέγχους αυτούς. Ο έλεγχος αερίων υποδεικνύει τις συνθήκες κατά τον χρόνο του ελέγχου και όπου είναι απαραίτητο πρέπει να ορίζονται στην άδεια επαναλείψεις ελέγχων.
β) Η εργασία που επιτρέπεται.
γ) Οι όροι που πρέπει να τηρούνται, συµπεριλαµβανοµένων π.χ. της αποµόνωσης, του ελέγχου αερίων, της χρησιµοποίησης προστατευτικού ρουχισµού ή αναπνευστικών συσκευών των προφυλάξεων κατά της πυρκαγιάς κ.λπ.
Ο έλεγχος για συσσωρεύσεις αερίων και η έκδοση πιστοποιητικού απαερίωσης πρέπει να γίνεται µόνο από αρµόδιο ειδικευµένο προσωπικό.
- Και άλλοι έλεγχοι που να βεβαιώνουν ασφαλείς καταστάσεις µπορεί να απαιτούνται σε συνδυασµό µε την έκδοση της άδειας για την κάλυψη του κινδύνου των εκσκαφών, την αποµόνωση ηλεκτρισµού από µηχανικό ή ηλεκτρικό εξοπλισµό, τη χρήση πηγών ακτινοβολίας κ.λπ. Αυτοί πρέπει να ορίζονται στην άδεια και να ελέγχονται είτε µε ανεξάρτητα πιστοποιητικά είτε µε υπογραφές στην ίδια την άδεια.
2.2. ΣΚΟΠΟΣ ΤΩΝ Α∆ΕΙΩΝ
- Όταν θεωρείται ότι η εργασία είναι ρουτίνας ή είναι µη επικίνδυνη και δεν απαιτείται άδεια, πρέπει να υπάρχει κατάλληλη και αποτελεσµατική εποπτεία για να εξασφαλισθεί η ασφάλεια διεξαγωγής της εργασίας.
Μερικοί υπαίθριοι χώροι ή µερικά κτίρια π.χ. συνεργεία, εργαστήρια κ.λπ.
µέσα στην εγκατάσταση µπορεί να χαρακτηρισθούν σαν χώροι στους οποίους επιτρέπεται χωρίς άδεια η εργασία, συµπεριλαµβανοµένης και εκείνης εν θερµώ ή η εργασία που συµπεριλαµβάνει εστία ανάφλεξης.
Η έκταση µιας τέτοιας περιοχής πρέπει να είναι σαφώς διαχωρισµένη και αποµονωµένη.
- Σε όλους του χώρους µέσα σε µία εγκατάσταση απαιτείται άδεια για οποιαδήποτε εργασία που είναι επικίνδυνη ή µπορεί να προκαλέσει κινδύνους.
Παραδείγµατα τέτοιων εργασιών είναι :
α) Είσοδος σε κλειστό χώρο, όπως δεξαµενή, δοχείο, πύργοι, κλίβανοι κ.λπ.
β) Εργασία σε εγκατάσταση που συµπεριλαµβάνει εργασία εν θερµώ ή τη χρήση άλλων εστιών ανάφλεξης, κινητών µηχανών εσωτερικής καύσης, αεροσυµπιεστές ή φορητά ηλεκτρικά φώτα, µε συρόµενα καλώδια.
γ) Εργασία στο ύπαιθρο ή σε κτίριο κοντά σε επικίνδυνη περιοχή.
δ) Εργασία µέσα, πάνω ή κοντά σε δεξαµενές, δοχεία, σωληνώσεις, ελαιοσυλλέκτης, εξοπλισµό ή άλλα µηχανήµατα διακίνησης πετρελαιοειδών ή µέσα σε λάκκους, οχετούς ή φρεάτια.
ε) Εργασίες µέσα στα όρια των µονάδων παραγωγής.
ζ) Εκσκαφές πάσης φύσεως.
η) Εργασίες στις περιοχές µε ηλεκτρικούς σταθµούς και υποσταθµούς ή άλλες ηλεκτρικές εγκαταστάσεις.
2.3. ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚ∆ΟΣΗ Α∆ΕΙΑΣ
- Πριν από την έκδοση άδειας, το πρόσωπο που την υπογράφει πρέπει να µένει ικανοποιηµένο ότι οι συνθήκες σε ότι αφορά την τοποθεσία, τα κτίρια ή τον εξοπλισµό που τα αφορά, είναι ασφαλείς για την αναλαµβανόµενη εργασία και ότι όλες οι απαραίτητες προφυλάξεις που έχουν προβλεφθεί από την άδεια έχουν γίνει.
- Οι όροι ασφάλειας που θα συµπεριληφθούν στην άδεια θα εξαρτηθούν από την έκταση της εργασίας εν θερµώ, τις εστίες ανάφλεξης ή άλλη πιθανή επικίνδυνη εργασία, την πιθανή απελευθέρωση εύφλεκτου υγρού ή αερίου, την γειτνίαση µε επικίνδυνες περιοχές, τις εργασίες που πρόκειται να εκτελεσθούν στην εγκατάσταση και τον χρόνο διάρκειας της εργασίας.
Η εξέταση αυτών των συντελεστών υποβοηθάτε από τον κατάλογο ελέγχου που υπάρχει στο έντυπο της άδειας. Συντελεστές που πρέπει να ληφθούν υπόψη εκεί όπου είναι απαραίτητο σε συνεχή βάση για να καλύψουν όλη την περίοδο της εργασίας είναι :
Αυτές οι οδηγίες δεν µπορούν να καλύψουν όλες τις συνθήκες που µπορεί να εµφανισθούν και οι ειδικές συνθήκες µπορεί να απαιτούν περαιτέρω όρους που πρέπει να περιληφθούν στην άδεια.
2.4. ΕΚ∆ΟΣΗ Α∆ΕΙΩΝ
- Καµµιά άδεια δεν πρέπει να εκδίδεται έως ότου ο υπεύθυνος της εγκατάστασης ή ο εξουσιοδοτηµένος εκπρόσωπός του, έχει επιβεβαιωθεί ότι όλοι οι σχετικοί παράγοντες έχουν ελεγχθεί, οι όροι που αναφέρονται στην άδεια έχουν ικανοποιηθεί, έγινε ο τελικός έλεγχος αερίων και η εργασία µπορεί ακίνδυνα να αρχίσει.
Το άτοµο που είναι υπεύθυνο για την εκτέλεση της εργασίας πρέπει να υπογράψει επίσης την άδεια για να επιβεβαιώσει ότι θα εκτελεσθεί µόνο η εργασία για την οποία έχει δοθεί άδεια και ότι όλοι οι όροι της άδειας θα τηρηθούν αυστηρά.
2.5 ΙΣΧΥΣ ΤΩΝ Α∆ΕΙΩΝ
- Οι άδειες πρέπει να αναφέρουν σαφώς το χρόνο για τον οποίο ισχύουν, αλλά σε καµιά περίπτωση αυτός δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις 24 ώρες.
Μπορεί να έχουν εκδοθεί για περιορισµένο χρόνο, όπως για την περίπτωση µικρών επισκευών εξοπλισµού ή δεξαµενών. Όταν ο χρόνος είναι µεγάλος και απαιτούνται συχνοί έλεγχοι παρουσίας αερίων ή για πρόσθετη χρήση κινητού µηχανικού ή ηλεκτρικού εξοπλισµού ή για παράταση του χρόνου ισχύος της αδείας πέραν των 8 ωρών (µέγιστος αρχικός επιτρεπτός χρόνος) ή για αλλαγή βάρδιας προσωπικού, τότε απαιτείται αναθεώρηση της αδείας και έγκριση του χρόνου παράτασης.
- Οι άδειες µπορεί να ισχύουν για όλη την περίοδο της εργασίας, όταν η φύση της δεν δηµιουργεί κινδύνους ή όταν οι ειδικές συνθήκες που συνδέονται µε την έκδοση της αδείας εξασφαλίζουν ότι όλοι οι κίνδυνοι θα αποµακρυνθούν κατά την διάρκεια της εργασίας.
2.6 ΑΚΥΡΩΣΗ Α∆ΕΙΑΣ
- Εάν κάποιος από τους προκαθορισµένους όρους της άδειας δεν µπορεί να συνεχίσει να ισχύει, όλη η εργασία πρέπει να σταµατήσει και η άδεια να παραδοθεί για ακύρωση.
Πρέπει µετά να γίνει επανεξέταση όλων των όρων και να γίνουν ενέργειες επανόρθωσης προτού επανεκδοθεί η άδεια.
- Μετά την περάτωση µιας εργασίας, η άδεια πρέπει να φέρει αναγεγραµµένη την ώρα και ηµέρα αποπεράτωσης και η άδεια να ακυρώνεται µε τις υπογραφές του εκδότη ή του εξουσιοδοτηµένου του αντιπροσώπου και του υπεύθυνου ατόµου που εκτέλεσε την εργασία.
2.7 ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΣΤΑ ΣΥΝΕΡΓΕΙΑ Η ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Εάν ο εξοπλισµός πρέπει να µεταφερθεί σε συνεργείο στα εργοτάξια των εργολάβων ή άλλη περιοχή έξω από την εγκατάσταση, σχετική άδεια πρέπει να προσδιορίζει τον καθαρισµό ή την απαερίωση που πρέπει να γίνει πριν από την µεταφορά αποθήκευσης ή έναρξης εργασίας ώστε να µην προκληθεί κίνδυνος από τη διακίνηση που θα ακολουθήσει.
Όταν ο εξοπλισµός µεταφέρεται, ο υπεύθυνος επιβλέπων τη µεταφορά η αποστολή πρέπει να διασφαλίζει ότι έχει καθαρισθεί και απαεριωθεί σύµφωνα µε την άδεια και ότι είναι ασφαλής η παράδοση του για µεταφορά. Επίσης, πρέπει να επικολλά οδηγίες που να υποδεικνύουν περαιτέρω προφυλάξεις που είναι απαραίτητες για την αποφυγή κινδύνων ανάφλεξης ή από τοξικές ουσίες που µπορεί να δηµιουργηθούν όταν εκτελείται εργασία εν θερµώ.
Το εργαστήριο ή άλλα εργοτάξια που θα παραλάβουν τον εξοπλισµό δεν πρέπει να το δεχθούν χωρίς τέτοιες οδηγίες οι οποίες πρέπει να φέρουν την υπογραφή του επόπτη αποστολής και την ηµεροµηνία αποστολής.
2.8 ΥΠΟ∆ΕΙΓΜΑ Α∆ΕΙΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Αυτό πρέπει να περιλαµβάνει:
Ηµεροµηνία Έκδοσης:
Χρόνος ισχύος:
Τοποθεσία του χώρου εργασίας:
∆ώσατε Σχέδιο εάν χρειάζεται:
Περιγραφή εργασίας και εξοπλισµού:
ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
(Αναγράψατε σε στήλη ΝΑΙ, ΟΧΙ)
Α. Έχει ο εξοπλισµός απόλυτα:
- Τοποθέτηση τυφλών;
- Αποσύνδεση;
- Βάνες;
∆. Η κατεύθυνση του ανέµου έχει ληφθεί υπόψη:
Έχει γίνει έρευνα για έλεγχο α) εκρηκτικών αερίων β) τοξικών αερίων.
Ε. Είναι η δεξαµενή/εξοπλισµός ασφαλής για είσοδο προσώπων εν θερµώ;
Υποδείξατε τον εξοπλισµό που θα χρησιµοποιηθεί:
- Ηλεκτροσυγκόλληση
- Κοπή µε φλόγα
- Εργαλεία κρούσης
- Αµµοβολή
- Άλλος εξοπλισµός
ΕΙ∆ΙΚΕΣ Ο∆ΗΓΙΕΣ
(Συµπεριλαµβάνουν, όπου χρειάζεται, την αποµόνωση, τον καθαρισµό, τον έλεγχο αερίων, την επάρκεια οξυγόνου, το προστατευτικό ρουχισµό).
ΥΠΟΓΡΑΦΗ Υπεύθυνος εγκατάστασης/µονάδας
Έχω προσωπικά ελέγξει την τοποθεσία και τις συνθήκες. ∆ίνεται η άδεια για την έναρξη της εργασίας.
ΥΠΟΓΡΑΦΗ Επόπτης
Η άδεια αυτή πρέπει να φυλάσσεται στον τόπο της εργασίας. Ένα αντίγραφο θα αναρτηθεί στο γραφείο του τεχνικού προϊσταµένου. Η ολοκλήρωση, παραλαβή και αποδοχή της εργασίας πρέπει να καταγραφεί σε τρίτο αντίγραφο που θα φυλαχθεί από τον Υπεύθυνο της εγκατάστασης.
Σηµ. Απαεριωµένο ή ελεύθερο αερίων δεν σηµαίνει και ελεύθερο από µόλυβδο.
Όταν είναι απαραίτητο να εκτελεσθεί εργασία συντήρησης, επισκευής ή επέκτασης σε λειτουργούσα εγκατάσταση, πρέπει να γίνεται µια προσεκτική εκτίµηση του βαθµού του πιθανού κινδύνου λαµβάνοντας υπόψη:
- Το είδος της προγραµµατιζόµενης εργασίας και το χαρακτηρισµό αυτής σαν θερµής ή ψυχρής. Ο χαρακτηρισµός αυτός είναι απαραίτητος προκειµένου να εκδοθεί η αντίστοιχη άδεια εργασίας (θερµή ή ψυχρή).
Γενικά µε ψυχρές άδειες εργασίας καλύπτονται όλες οι µη επικίνδυνες εργασίες και επεµβάσεις. Για διαχωρισµό, συνιστάται έντυπο διαφορετικού χρώµατος έναντι της αντιστοίχου θερµής εργασίας π.χ. (χρώµα ερυθρό για τις θερµές εργασίες και χρώµα πρασίνου για τις ψυχρές εργασίες).
Πολλές χηµικές Βιοµηχανίες και ∆ιυλιστήρια χρησιµοποιούν ενιαίο τύπο αδειών εργασίας και δεν προχωρούν σε διαχωρισµό ψυχρών ή θερµών. Η µέθοδος αυτή διευκολύνει την µεταβολή του είδους της εργασίας από ψυχρή σε θερµή και έτσι δίνεται µεγάλη βαρύτητα σε όλες τις εργασίες που γίνονται.
- Την επίδραση αυτής της ίδιας της εργασίας και την έκταση κάποιας εστίας ανάφλεξης υπό οµαλές και πιθανόν ανώµαλες συνθήκες ή και συνθήκες ατυχήµατος.
- Τις εργασίες που γίνονται για την επεξεργασία και διακίνηση των πετρελαιοειδών και την πιθανότητα ατυχήµατος άσχετου προς την εργασία και προερχοµένου από τη λειτουργία ή διακίνηση του προϊόντος ή τις αναθυµιάσεις του προϊόντος στη γειτονική περιοχή της εργασίας.
- Τον καιρό, την υγρασία, την κατεύθυνση του ανέµου, τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά της τοποθεσίας και την ετοιµότητα παροχής βοήθειας σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
Οι όροι ασφάλειας που πρέπει να περιληφθούν στην άδεια πρέπει να αντικατοπτρίζουν αυτή την εκτίµηση της έκτακτης οποιουδήποτε κινδύνου.
Τα µέσα πυρόσβεσης που σήµερα χρησιµοποιούνται στα ∆ιυλιστήρια και στις λοιπές
Βιοµηχανίες πετρελαίου είναι τα πιο κάτω:
- Νερό
- Σκόνες
- ∆ιοξείδιο του άνθρακα
- HALON
- Αφρός
Η σωστή χρήση του κατάλληλου µέσου από εκπαιδευµένο προσωπικό και µε τη βοήθεια του προβλεπόµενου πυροσβεστικού εξοπλισµού, συνήθως αρκεί για την καταστολή των πυρκαγιών στις βιοµηχανίες, εφόσον η επέµβαση γίνει έγκαιρα.
1.1 ΝΕΡΟ
Το νερό είναι το κύριο πυροσβεστικό µέσο για την καταστολή πυρκαγιών σε στερεά καύσιµα. Βασικά το νερό σβήνει τέτοιες πυρκαγιές µε την αφαίρεση της θερµότητας. Το νερό αξιοποιείται σαν µέσο πυρόσβεσης και προστασίας µε τους παρακάτω τρόπους:
- Κύριο κατασβεστικό µέσο σε πυρκαγιές κατηγορίας Α.
- Κύριο συστατικό για την παραγωγή αφρών.
- Ψυκτικό µέσο.
- Κατασβεστικό µέσο πυρκαγιών κατηγορίας Β, σε µορφή ψεκασµού.
- Υπό µορφή ατµού, εφόσον διατίθεται, για κατάκλιση και πυρόσβεση θαλάµων κλιβάνων, αντλιοστασίων και µηχανολογικών διαρροών.
Γενικά η επάρκεια νερού σε µια εγκατάσταση είναι κυρίως ο απαιτούµενος παράγοντας ασφάλειας του συγκροτήµατος, κατά τα ειδικότερα αναφερόµενα στο κεφάλαιο για το υδροδοτικό σύστηµα του παρόντος Κανονισµού.
1.2 ΣΚΟΝΕΣ
Οι σκόνες είναι άριστο πυροσβεστικό µέσο για φωτιές και πυρκαγιές σε µηχανολογικό εξοπλισµό, χωρίς να υστερούν σε κατασβεστική ικανότητα και στις υπόλοιπες περιπτώσεις ανάφλεξης και εκδήλωσης φωτιάς.
Η κατασβεστική ικανότητα των διαφόρων σκονών οφείλεται στην κατάπνιξη της φωτιάς µε τη θερµική διάσπαση και την αποβολή διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Γενικά, στις σκόνες προσθέτουν διάφορα πρόσθετα µεταξύ των οποίων αντιυγροσκοπικές ουσίες και στέαρ 2% για να µην κολλάνε στις γραµµές και τους εκτοξευτήρες.
Οι χρησιµοποιούµενες σκόνες είναι:
- Σκόνη όξινου ανθρακικού νατρίου (NaHCO3)
Περιορισµένης κατασβεστικής ικανότητας. Πολύ φθηνή. ∆εν είναι συµβατή µε τους διάφορους αφρούς.
- Σκόνη όξινου ανθρακικού καλίου (KHCO3) ή µίγµατος KHCO3K + K2SO4
Ισχυρής κατασβεστικής ικανότητας. Με επεξεργασία µε σιλικόνη είναι απόλυτα συµβατή
µε τους αφρούς.
- Σκόνη ιωδιούχου καλίου (ΚJ)
Πολύ ισχυρής κατασβεστικής ικανότητας. Αρκετά διαβρωτική. Είναι συµβατή µε τους διάφορους αφρούς.
- Σκόνη φωσφορώδους αµµωνίου ((NH4)H2RO3 ή (NH4)H2RO3) ή (ΝΗ4)2ΗRΟ3) Αυτή η σκόνη είναι γενικής χρήσης και χρησιµοποιείται για όλους τους τύπους πυρκαγιών µε καλό αποτέλεσµα. Είναι συµβατή µε αφρούς.
- Σκόνη χλωριούχου νατρίου (NaCl)
Είναι σκόνη για πυρκαγιές κατηγορίας D. Σβήνει φωτιές χηµικών ενώσεων και µετάλλων µε τον σχηµατισµό επικάλυψης µε τήγµα.
- Σκόνη µε βάση την ουρία
Είναι η άριστη σκόνη. Απόλυτα συµβατή µε τους αφρούς. Είναι απόλυτα κατάλληλη και
για φωτιές υγραερίων.
Η αλλαγή τύπου σκόνης στον πυροσβεστήρα και η τοποθέτηση ισχυρότερης, σε καµία
περίπτωση δεν πρέπει να συνοδεύεται από µείωση του αριθµού των πυροσβεστήρων.
1.3 ∆ΙΟΞΕΙ∆ΙΟ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ
Το διοξείδιο του άνθρα