Σχετικό έγγραφο:
Τροποποιήθηκε από:
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 260Α_1981 | 846.83 KB |
α) Τας διατάξεις του άρθρου 6 του από 25.8/5.9.1920 Β. ∆/τος «περί κωδικοποιήσεως των περί υγιεινής και ασφαλείας των εργατών διατάξεων».
β) Τας διατάξεις του άρθρου 17 του Νόµου ∆ΚΘ/1912 «περί εργασίας γυναικών και ανηλίκων».
γ) Τας διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 17 του Π.∆/τος 1156/1977 «περί οργανισµού του Υπουργείου Εργασίας».
δ) Την υπ. αριθ. 1474/1.10.1980 γνωµοδότησιν του Ανωτάτου Υγειονοµικού Συµβουλίου.
ε) Την από 26.2.81 γνωµοδότησιν του Ανωτάτου Συµβουλίου Εργασίας.
στ) Την υπ αριθµ. 876/1981 γνωµοδότησιν του Συµβουλίου Επικρατείας, προτάσει του Υπουργού Εργασίας, αποφασίζοµεν:
Επί των πάσης φύσεως εργοταξιακών έργων αρμοδιότητος Πολιτικού Μηχανικού, συμπεριλαμβανομένων και των οικοδομικών τοιούτων, τηρούνται υπό των κατά Νόμον υπευθύνων, πέραν των διατάξεων του Π.Δ/τος της 14.3.1934 «περί υγιεινής και ασφαλείας των εργατών και υπαλλήλων των πάσης φύσεως βιομηχανικών και βιοτεχνικών εργοστασίων, εργαστηρίων κλπ.» και του Π.Δ/τος 778/26.8.80 «περί των μέτρων ασφαλείας κατά την εκτέλεσιν οικοδομικών εργασιών», και αι ειδικαί διατάξεις των επομένων άρθρων.
Προ της ενάρξεως εργασιών εκσκαφών πρέπει να ερευνάται, τη συνεργασία των αρµοδίων φορέων, η ύπαρξις και η θέσις εις τον χώρον του εργοταξίου, δικτύων ηλεκτρικού ρεύµατος, τηλεφώνου, φωταερίου, ύδατος κλπ. και να γίνεται η κατά περίπτωσιν απαιτουµένη αποµόνωσις ή µεταφορά των.
Αι εκσκαφαί εν γένει εκτελούνται διά µηχανικών µέσων, λαµβανοµένης προνοίας αντιστηρίξεως των πρανών της εκσκαφής των παρακειµένων οικοδοµών, των καταστρωµάτων οδών κλπ.
Αι αντιστηρίξεις µελετώνται υπό αρµοδίου Μηχανικού.
Πάντα τα επισφαλή ή προεξέχοντα τµήµατα βράχων, λίθων ή χωµάτων, τα οποία δύνανται εκ τυχαίας πτώσεως να προξενήσουν ατυχήµατα εις τους πλησίον απασχολουµένους εργαζοµένους πρέπει να κατακρηµνίζωνται συµφώνως προς τας οδηγίας εµπείρου προσώπου, να µην επιτρέπεται δε η ανάληψις εργασίας προ της βεβαιώσεως υπό του αρµοδίου εργολάβου ή του επιβλέποντος µηχανικού ότι δεν υπάρχει κίνδυνος.
Προ της ενάρξεως των εκσκαφών και κατά την διάρκειαν αυτών, πρέπει να ερευνάται η τυχόν ύπαρξις προγενεστέρων εκσκαφών, προκειµένου να λαµβάνωνται πρόσθετα µέτρα ασφαλείας.
∆ιά την αντιστήριξιν οµόρων κτιρίων επιβάλλεται µεθοδική και τεχνική υποθεµελίωσις των εις την απαιτουµένην έκτασιν και εις τα απαιτούµενα βάθη.
Μεταξύ των καταλλήλων προς τούτο µεθόδων αναφέρεται η τµηµατική αντιστήριξις διά ντουλαπιών εις καταλλήλους αποστάσεις, ή και η κατασκευή αερογεφυρών αντιστηρίξεως, η καθολική αγκύρωσις µετά ή άνευ κατακορύφων στοιχείων κλπ.
Οι πλησίον των εκσκαφών ευρισκόµενοι µανδρότοιχοι, ιστοί, φανοστάται, δένδρα και άλλα καθηλωµένα εντός του εδάφους αντικείµενα, εφ όσον εκλονίσθησαν από την εκσκαφήν ή εφ όσον υπάρχη αυτός ο κίνδυνος, πρέπει να στηρίζωνται δι αντερεισµάτων µέχρι του τέλους των εργασιών ή εις περιπτώσεις ανάγκης να κατεδαφίζωνται ή αποµακρύνωνται προσωρινά.
Επί εκσκαφής εντός ύδατος, τούτο αντλείται και διοχετεύεται κατά το δυνατόν εις τα στόμια υπονόμων. Ομοίως αντλούνται ή αποχετεύονται τα όμβρια ύδατα.
Αι ενδεχόμεναι συνέπειαι της αντλήσεως επί της ευσταθείας των ομόρων κτισμάτων λαμβάνονται καταλλήλως υπ’ όψιν.
Οι εργαζόμενοι εις τας εν λόγω εκσκαφάς, εφοδιάζονται με ειδικά αδιάβροχα υποδήματα.
Κατά τας εκσκαφάς πρέπει να αποφεύγεται η πλησίον των ανοιγµάτων συγκέντρωσις των υλικών εκσκαφής, εργαλείων ή άλλων βαρών. Ταύτα πρέπει να τοποθετώνται εκτός του εύρους κατακλίσεως του πιθανού πρίσµατος ολισθήσεως, ώστε να αποκλείεται κίνδυνος κατολισθήσεως ή καταρρεύσεώς των εντός του χώρου των εκσκαφών.
Το πλάτος των κεκλιμένων επιπέδων κυκλοφορίας των φορτηγών αυτοκινήτων, εντός των χώρων εκσκαφών πρέπει να είναι τουλάχιστον τριών (3,00) μέτρων. Η κλίσις αυτών πρέπει να μην υπερβαίνη το είκοσι πέντε (25%) επί τοις εκατό, άλλως πρέπει να ελέγχεται η ευστάθεια του πρίσματος. Τα επίπεδα ταύτα πρέπει να είναι ανθεκτικά.
1. Κατά την εκσκαφήν θεµελίων, τάφρων ή ορυγµάτων επιµήκων ή µεµονωµένων η αντιστήριξις διά βάθη µεγαλύτερα των εµφαινοµένων εις το κατωτέρω διάγραµµα 1 είναι υποχρεωτική.
Η αντιστήριξις παραλείπεται εάν η εκσκαφή πραγµατοποιήται εις βράχον και εις περιπτώσεις, κατά τας οποίας η ισορροπία των πρανών εκσκαφής έχει εξασφαλισθή διά καταλλήλου κλίσεώς των.
Η αντιστήριξις πραγµατοποιείται παραλλήλως προς την πρόοδον των εργασιών και εάν υπάρχη ανάγκη διά καταλλήλων µεθόδων ή διά µηχανικών µέσων εξ αποστάσεως, άνευ της εισόδου των εργαζοµένων εις την εκσκαφήν.
2. Απαγορεύεται η κάθοδος εργαζοµένων εις την εκσκαφήν προ της λήξεως των αναγκαίων µέτρων ασφαλείας πλην εκείνων οι οποίοι είναι επιφορτισµένοι διά την λήψιν των µέτρων τούτων.
3. ∆ιά την παρεµπόδισιν πτώσεως υλικών, εργαλείων και αντικειµένων πάσης φύσεως εις την εκσκαφήν πρέπει τα χείλη της εκσκαφής να περιβάλλωνται από κράσπεδα ύψους τουλάχιστον δεκαπέντε εκατοστών (0,15) του µέτρου, η δε επένδυσις της τάφρου, εις τας περιπτώσεις κατά τας οποίας υφίσταται τοιαύτη επένδυσις, να εξέχη της επιφανείας του εδάφους τουλάχιστον κατά δεκαπέντε εκατοστά (0,15) του µέτρου, ως εµφαίνεται εις το κατωτέρω σχήµα 1.
Όταν µελετάται το θέµα αντιστηρίξεως κρανών µιας εκσκαφής, πρέπει να λαµβάνωνται υπ όψιν εκτός από τας κρατούσας κατά την εκσκαφήν συνθήκας και τα ακόλουθα:
α) Πιθανότης αυξήσεως της ωθήσεως των γαιών, λόγω εµποτισµού των, εποχιακού ή άλλου.
β) ∆ονήσεις λόγω διελεύσεως βαρέων οχηµάτων.
γ) Χρήσις εκρηκτικών εις γειτονικάς εκσκαφάς.
δ) Πιθανότης αυξήσεως των ωθήσεων λόγω αποθέσεως, πλησίον του ανοίγµατος, υλικών εκσκαφής, µηχανηµάτων κλπ.
ε) Ερπυστική παραµόρφωσις του εδάφους.
στ) Αποσάθρωσις λόγω επαφής µε την ατµόσφαιραν.
Η αντιστήριξις επί εκσκαφών τάφρων µεγάλου µήκους, όπως π.χ. διά τοποθέτησιν αγωγών ηλεκτρικού ρεύµατος, ύδατος, τηλεφώνου κλπ. πραγµατοποιείται κατά τας διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου. Τα προϊόντα εκσκαφής τοποθετούνται εις απόστασιν τουλάχιστον εξήκοντα εκατοστών (0,60) του µέτρου από το χείλος του ορύγµατος. Κατά τας εκσκαφάς εις οδούς και συναφείς κοινοχρήστους χώρους, λαµβάνονται κατά περίπτωσιν και τα αντίστοιχα µέτρα ασφαλείας, τα οποία προβλέπονται από τας οικείας διατάξεις του ισχύοντος «Κώδικος Οδικής Κυκλοφορίας» Κ.Ο.Κ.
∆ιά την ασφαλή διεξαγωγήν εργασιών εντός τάφρων, πρέπει να αφήνωνται εις ενδεδειγµένας θέσεις στερεαί διαβάσεις ή να κατασκευάζωνται ανθεκτικά γεφυρώµατα, διά την διέλευσιν διαβατών και οχηµάτων. Εις τας δύο πλευράς των διαβάσεων τούτων πρέπει να υπάρχουν κιγκλιδώµατα.
Τα πρανή ορυγµάτων ή και αι αντιστηρίξεις των επιθεωρούνται υπό αρµοδίου προσώπου, µετά πείρας, οριζοµένου υπό του εργοδότου, ως ακολούθως:
α) Καθ’ εκάστην, εις τας θέσεις εργασίας εκσκαφών βάθους πλέον του ενός µέτρου και πεντήκοντα εκατοστών (1,50) του µέτρου.
β) Καθ’ εκάστην αλλαγήν φυλακής εργασίας:
Εις το άκρον διανοιγοµένης τάφρου βάθους άνω των τριών (3,00) µέτρων.
Εις τον πυθµένα και τας παρειάς διανοιγοµένου φρεάτος.
Εις το µέτωπον προβολής σήραγγος.
Αι τυχόν παρατηρήσεις των επιθεωρήσεων αυτών αναγράφονται εις το Ηµερολόγιον Μέτρων Ασφαλείας της Εργασίας.
Λεπτοµερής εξέτασις κάθε είδους εκσκαφής διενεργείται υπό του επιβλέποντος µηχανικού:
Μετά την εκτέλεσιν ανατινάξεων.
Μετά την εµφάνισιν ζηµιών ή µετά από καταπτώσεις πρανών.
Προ της επαναλήψεως εργασιών, διακοπεισών λόγω θεοµηνίας ή παγετού, αναφέρονται δε και αι τυχόν απαιτούµεναι ενισχύσεις.
Ανεξαρτήτως των προηγουµένων άπαξ της εβδοµάδος.
Αι εκθέσεις των εξετάσεων αυτών περιλαµβάνονται εις το Ηµερολόγιον Μέτρων Ασφαλείας της Εργασίας.
Εφ όσον πρόκειται περί εκσκαφής φρεάτων εις εδάφη µαλακά, ελώδη ή υποχωρούνται και εν γένει δι εργασίας εις επικινδύνους θέσεις (π.χ. γεφύρας, φρέατα, εκσκαφάς εις ελώδη ή υποχωρούντα εδάφη) πρέπει οι εργαζόµενοι να είναι προσδεδεµνοι, εκ σταθερού σηµείου, ασφαλώς, διά ζώνης ασφαλείας ή σχοινίων καταλλήλου διατάξεως, ώστε να ανασύρωνται αµέσως εις περίπτωσιν κινδύνου. Εις τας ανωτέρω περιπτώσεις είναι απαραίτητη η χρησιµοποίησις προσωρινής αντιστηρίξεως.
Αι παρειαί των φρεάτων πρέπει να επιθεωρούνται εις την αρχήν εκάστης φυλακής (βάρδιας) και να λαµβάνωνται όλα τα µέτρα διά την πρόληψιν καταπτώσεων, ουδεµία δε εργασία επιτρέπεται να γίνη εις φρέαρ πριν ή βεβαιωθούν οι εργαζόµενοι ότι ουδείς ευρίσκεται εντός αυτού.
Αι παρειαί των φρεάτων καλύπτονται, ανεξαρτήτως της φύσεως του εδάφους, δι ενός καταλλήλου προκατασκευασµένου κλωβού αντιστηρίξεως.
Οι κάδοι εξαγωγής των υλικών εκσκαφής πρέπει να ανασύρωνται διά βαρούλκου ή ενδεδειγµένης ανυψωτικής µηχανής και να µην πληρούνται µέχρι των χειλέων.
Η ανάρτησις των κάδων πρέπει να γίνεται µετά προσοχής κατακορύφως και εις το κέντρον της κοιλότητος του εκσκαπτοµένου χώρου.
Όταν υπάρχουν εγκατεστηµέναι εις τα φρέατα κλίµακες, αυταί πρέπει να είναι ασφαλώς προσηρµοσµέναι και αι βαθµίδες των να µην απέχουν µεταξύ των πλέον των είκοσι πέντε εκατοστών (0,25) του µέτρου. ∆ιά φρέατα µεγάλου βάθους εκσκαφής, αι σχετικαί κλίµακες πρέπει να φέρουν αναπαυτήρια τουλάχιστον ανά δέκα (10,00) µέτρα. Εις την είσοδον (αρχήν) του φρέατος και εις τα ενδιάµεσα αναπαυτήρια, πρέπει αι κλίµακες να υπερβαίνουν το δάπεδον τουλάχιστον κατά ένα (1.00) µέτρον και να υπάρχουν εις το ίδιο ύψος χειρολαβαί.
Κλίµακες εκ σχοινίου επιτρέπονται µόνον εις φρέατα βάθους µικροτέρου των δέκα (10.00) µέτρων, πρέπει δε να είναι στερεώς προσηρµοσµέναι και κατά τα δύο άκρα των.
Απαγορεύεται η, εις φρέατα βάθους µεγαλυτέρου των είκοσι (20.00) µέτρων, κάθοδος ή άνοδος βαρών µεγαλυτέρων των (250) διακοσίων πεντήκοντα χιλιογράµµων εάν δεν υπάρχη εγκατάστασις οδηγών.
Εάν εις φρέαρ υπάρχη εγκατάστασις κλιµάκων και µηχανηµάτων εξαγωγής υλών εκσκαφής, απαγορεύεται η άνοδος ή κάθοδος των εργαζοµένων κατά την διάρκειαν λειτουργίας των µηχανών εξαγωγής.
Όταν χρησιµοποιούνται µηχανικά µέσα και εφ όσον υπάρχη έστω και ένας εργαζόµενος εις το φρέαρ πρέπει εις την επιφάνειαν να υπάρχη µονίµως ένας χειριστής του µηχανικού αυτού µέσου.
Συνιστάται να µη χρησιµοποιούνται τα µηχανικά µέσα διά την άνοδον.
Εις περιπτώσεις λειτουργίας, εντός του φρέατος, κινητήρος εσωτερικής καύσεως, τα καυσαέρια απάγονται εις την ύπαιθρον διά καταλλήλου σωλήνος.
Κατά την πραγµατοποίησιν εργασιών εις φρέατα πρέπει να λαµβάνωνται µέτρα διά τον επαρκή αερισµόν των θέσεων εργασίας και την προστασίαν των εργαζοµένων από τας αναθυµιάσεις.
Φρέατα βάθους µεγαλυτέρου των οκτώ (8,00) µέτρων πρέπει να φωτίζωνται διά τεχνητού φωτισµού. Προς τούτο χρησιµοποιούνται ειδικαί λυχνίαι µε προστατευτικόν πλέγµα, τηρουµένων, εις περίπτωσιν ηλεκτροφωτισµού, των διατάξεων περί Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων.
Προ της ενάρξεως των εργασιών της κατεδαφίσεως ενός έργου, πρέπει να λαµβάνωνται υπ' όψιν η αντοχή και η ευστάθεια εκάστου τµήµατος αυτού και ιδιαιτέρως των δαπέδων, προκειµένου να γίνουν αι αναγκαίαι αντιστηρίξεις και υποστηρίξεις.
Ο εργαζόµενος επιφορτίζεται µε εργασίαν κατεδαφίσεως όταν είναι κατάλληλος διά την εργασίαν ταύτην και έχει επαρκή γνώσιν και εµπειρίαν.
Προ των κυρίων εργασιών κατεδαφίσεως, αφαιρούνται υλικά και τµήµατα δυνάµενα να θρυµµατισθούν και να εκτοξευθούν, όπως π.χ. υαλοπίνακες, κιγκλιδώµατα και άλλα παρόµοια.
Αι κατεδαφίσεις εκτελούνται είτε διά της χρήσεως, υπό των εργαζοµένων, ικριωµάτων αντοχής αναλόγου προς τον σκοπόν της χρήσεώς των και εργαλείων χειρός είτε διά µηχανικών µέσων ή και αµφοτέρων.
Η κατεδάφισις εκτελείται εκ των άνω προς τα κάτω και εξ ύψους ουχί πλέον του ενός ηµίσεος (1,50) µέτρου άνωθεν του εκάστοτε δαπέδου εργασίας, και προκειµένου περί δαπέδου ικριώµατος µέχρις ύψους πεντήκοντα εκατοστών (0,50) του µέτρου.
Οι εργαζόµενοι δεν δύνανται να απασχολούνται εις διαφορετικά καθ ύψος επίπεδα (ο ένας άνωθεν του άλλου), παρά µόνον εφ όσον ληφθούν µέτρα διά την ασφάλειαν των εργαζοµένων εις τα κατώτερα επίπεδα, διά κατασκευής είτε κιγκλιδωµάτων µετά σανίδος µεσοδιαστήµατος και θωρακίου, είτε δικτύων ή και άλλων ισοδυνάµων µέτρων.
Όταν, εν συνεχεία κατεδαφίσεως τµήµατος έργου, παρά τα αρχικώς ληφθέντα µέτρα δύναται να πιθανολογηθή ότι τα παραµένοντα στοιχεία, τµήµατα ή γειτονικά έργα έχουν αµφίβολον ισορροπίαν, πρέπει να λαµβάνωνται µέτρα διά την προστασίαν από οιονδήποτε κίνδυνον αιφνιδίας καταρρεύσεως.
∆ιά την ασφαλή πραγµατοποίησιν των εργασιών κατεδαφίσεως, πρέπει:
α) Εφ όσον η εργασία απαιτεί την χρησιµοποίησιν µέχρι δέκα (10) εργαζοµένων, να υπάρχη Προϊστάµενος Συνεργείων αποκλειστικώς δια την επίβλεψιν τούτων. Έκαστος Προϊστάµενος Συνεργείων δύναται να επιβλέπη το πολύ δέκα (10) εργαζοµένους.
Όταν η εργασία απαιτή ταυτόχρονον απασχόλησιν περισσοτέρων οµάδων εργασίας οι Προϊστάµενοί των πρέπει να τίθενται υπό τας οδηγίας ενός επικεφαλής συντονιστού.
β) Τα ανοίγµατα προς το κενόν, ακόµη και προς το εσωτερικόν της οικοδοµής, να φράσσωνται προσωρινώς αλλά κατά τρόπον ασφαλή, αµέσως µετά την αφαίρεσιν των θυρών, κιγκλιδωµάτων κ.ά.
γ) Αι µόνιµοι κλίµακες να διατηρούνται κατά το δυνατόν, διά την εξυπηρέτησιν των εργαζοµένων. Μετά την αφαίρεσιν των µονίµων κιγκλιδωµάτων των, τοποθετούνται προς την πλευράν του κενού προσωρινά κιγκλιδώµατα επαρκούς αντοχής.
δ) Προς αποφυγήν της υπερφορτώσεως των δαπέδων κατά την διάρκειαν κατεδαφίσεως, να διανοίγωνται εκ των προτέρων εις τα δάπεδα οπαί διά την αποµάκρυνσιν των προϊόντων της κατεδαφίσεως.
Αι οπαί αυταί είναι επιφανείας µέχρις ενός (1,00) τετραγωνικού µέτρου. Η εργασία διανοίξεώς των αρχίζει εκ του ανωτάτου ορόφου και προχωρεί διαδοχικά προς τους κατωτέρους ορόφους.
ε) Τα υφιστάµενα ανοίγµατα δαπέδων, να φράσσωνται εις το δάπεδον του υπό κατεδάφισιν ορόφου. Τα ανοίγµατα τα χρησιµοποιούµενα διά την αποµάκρυνσιν υλικών κατεδαφίσεως επιτρέπεται να αποκαλύπτωνται µόνον κατά την διάρκειαν της εργασίας αποµακρύνσεως.
Εις ορόφους ή θέσεις µε ανοίγµατα µη φραγµένα ή περιφραγµένα, πρέπει να αποκλείεται η προσπέλασις διά καταλλήλων προστατευτικών µέσων.
στ) Όταν προκαλήται πτώσις υλικών, οι σχετικοί χώροι πτώσεως τούτων, εσωτερικώς ή εξωτερικώς του κτιρίου, να καθορίζωνται προσεκτικώς και να εξασφαλίζεται η απαγόρευσις διελεύσεως ή παραµονής εις τούτους, εργαζοµένων ή άλλων. Η απαγόρευσις αύτη θα πραγµατοποιήται διά φραγµάτων, σχοινίων κ.ά., δύναται δε να ενισχύεται εάν κρίνεται απαραίτητον διά φυλάξεως υπό εργαζοµένων, παραµενόντων εκτός του περιφραγµένου χώρου.
ζ) Η ηθεληµένη ελευθέρα ρίψις υλικών επί θέσεων προσπελασίµων, να περιορίζεται µόνον εις τας απολύτως αναγκαίας περιπτώσεις. Αι θέσεις πτώσεως, να εξασφαλίζωνται έναντι προσπελάσεως διά καταλλήλων προσωρινών εµποδίων και ταυτοχρόνως έναντι προσεγγίσεως διά τοποθετήσεως επαρκούς αριθµού φυλάκων.
Η κατεδάφισις έργων εξ ωπλισµένου σκυροδέµατος ή προεντεταµένου και η κατεδάφισις έργων φεροµένων υπό σκελετού µεταλλικού και θολωτών ή αψιδωτών κατασκευών δύναται να πραγµατοποιήται µόνον υπό την διεύθυνσιν προσώπων εχόντων επαρκή πείραν της εκάστοτε ειδικής τεχνικής, η οποία πρέπει να εφαρµοσθή διά την κατεδάφισιν τοιούτων έργων.
Η κατεδάφισις των προεντεταµένων έργων απαιτεί ειδικήν µελέτην ως προς την διαδικασίαν και την σειράν κατεδαφίσεως.
Απαγορεύεται η αποκοπή στοιχείων εδράσεως κατά την διάρκειαν εργασιών κατεδαφίσεως επί τούτων, όπως π.χ. εις περιπτώσεις φορέων ωπλισµένου σκυροδέµατος ή µεταλλικών σκελετών.
Οι προς κατεδάφισιν τοίχοι πρέπει προ οιασδήποτε άλλης εργασίας να απαλλάσσονται από εξέχοντα τεµάχια ξύλου ή σιδήρου, τα οποία δεν συγκρατούνται καλώς ή εξέχουν περισσότερον των δύο (2,00) µέτρων.
Η κατεδάφισις και αφαίρεσις στοιχείων, τα οποία παρουσιάζουν ελαστικότητα ή ευρίσκονται εις κατάστασιν εντάσεως οπότε και εν πλήγµα δυνατόν να προκαλέση θραύσιν αυτών ή στοιχείων των οποίων η αιφνιδία απελευθέρωσις ή µετατόπισις δυνατόν να έχη σοβαράς συνεπείας επί της ευσταθείας του συνόλου ή τµήµατος της κατασκευής, θα επιχειρήται µόνον συµφώνως προς τας οδηγίας προσώπου έχοντος επαρκή εµπειρίαν της εκάστοτε ειδικής τεχνικής.
Εξωτερικοί εξώσται, µαρκίζαι κ.τ.λ. υποστηρίζονται στερεώς κατά την διάρκειαν κατεδαφίσεως των τµηµάτων από τα οποία φέρονται, αφαιρούνται δε και µεταφέρονται διά µηχανικών µέσων, εκτός εάν είναι δυνατόν να πραγµατοποιήται επί τόπου κατατεµαχισµός των.
Κατά την κατεδάφισιν επιβάλλεται διαβροχή των κατεδαφιζοµένων τµηµάτων δι΄αφθόνου ύδατος, προς αποφυγήν δηµιουργίας κονιορτού.
∆ιά την καθαίρεσιν στρώσεων αι οποίαι περιέχουν εκτοξευτό ελαφροκονίασµα αµιάντου, αύται θα διαβρέχωνται καλώς δύο ηµέρας προ της αποξηλώσεως, και δη δύο φοράς την ηµέρα. Το κονίαµα τούτο θα αποµακρύνεται προ της κατεδαφίσεως του κτιρίου. Η αποµάκρυνσίς του θα γίνεται δι αποξέσεως τη βοηθεία σπάτουλας στερεωµένης εις χειρολαβήν µήκους άνω του ενός (1,00) µέτρου, από σύγχρονον διαβροχήν. Εάν το ελαφροκονίαµα δεν εµποτίζεται δι ύδατος θα πρέπει οι εργαζόµενοι να φορούν προσωπίδας, έναντι κονιορτού. Προκειµένου να κατεδαφισθούν ελαφραί πλάκες αµιάντου (ασβεστολούξ), θα διαβρέχωνται, επίσης δε θα αφαιρούνται µετά της µικροτέρας δυνατής φθοράς.
Τα προϊόντα καθαιρέσεως, θα συγκεντρώνονται εις σάκκους στεγανούς, πριν ξηρανθούν, θα προσδένωνται επιµελώς και θα απορρίπτωνται εις χώρους όπου θα γίνεται τελική ταφή τούτων. Απόρριψις των προϊόντων τούτων απαγορεύεται.
∆ιά κατεδαφίσεις δι εργαλείων χειρός κατακορύφων στοιχείων ελευθέρου ύψους άνω των τεσσάρων (4,00) µέτρων απαιτείται χρήσις σταθερού µεταλλικού ικριώµατος, το οποίον θα φέρη τα υπό του άρθρου 13 του Π.∆./τος 778/80 οριζόµενα µέτρα ασφαλείας έναντι πτώσεως. ∆ιά κατεδαφίσεις κατακορύφων στοιχείων ελευθέρου ύψους πανταχόθεν κάτω των τεσσάρων (4,00) µέτρων δεν επιβάλλεται κατασκευή σταθερού ικριώµατος, υπό την προϋπόθεσιν ότι δεν θα χρησιµοποιηθούν ως δάπεδα εργασίας κατεδαφιστέα στοιχεία πλάτους µικροτέρου των τριάκοντα πέντε εκατοστών (0,35) του µέτρου.
∆ιά κατεδαφίσεις εσωτερικών τοίχων επιβάλλεται κατασκευή ικριώµατος πλην των περιπτώσεων εσωτερικών τοίχων συνήθους ύψους και µικρού πάχους.
∆ιά κατεδαφίσεις δοκών και παρεµφερών οριζοντίων στοιχείων ανεξαρτήτως ύψους επιβάλλεται η κατασκευή σταθερού ικριώµατος.
Τα ικριώµατα τα χρησιµοποιούµενα διά την κατεδάφισιν στοιχείων οριζοντίων ή κατακορύφων κατασκευάζονται κατά το εξωτερικόν περίγραµµα του στοιχείου και είναι ανεξαρτήτου φορέως. Προκειµένου περί κατεδαφίσεως εξωτερικών τοίχων το ικρίωµα κατασκευάζεται εις το εξωτερικόν περίγραµµα της οικοδοµής ως ανωτέρω και επιτρέπει την χρήσιν αλεπαλλήλων καθ ύψος δαπέδων εργασίας.
α) Εις περιπτώσεις κατεδαφίσεως διά µηχανικών µέσων, αι εργασίαι αύται πραγµατοποιούνται δι έλξεως, κρούσεως, ή ωθήσεως, χρησιµοποιουµένων εκάστοτε καταλλήλων µηχανηµάτων και διατάξεων.
β) Όταν η κατεδάφισις τοίχου ή άλλου στοιχείου επιχειρήται δι έλξεως µέσω συρµατοσχοίνων, σχοινίων ή άλλων µέσων, η περιοχή εις την οποίαν τα στοιχεία ταύτα θα καταπέσουν πρέπει να προσδιορίζεται και να αποκλείεται επιµελώς.
γ) Όταν η κατεδάφισις τοίχου ή άλλου στοιχείου επιχειρήται δι΄ωθήσεως ή κρούσεως, πρέπει επίσης να λαµβάνωνται µέτρα ώστε να µη δηµιουργήται κίνδυνος εκ της καταπτώσεως, προς αµφοτέρας τας πλευράς του.
δ) Εις τας άνω περιπτώσεις η εργασία εκτελείται εις κατάληλον ώραν, λαµβάνονται δε τα κατά περίπτωσιν απαιτούµενα µέτρα προστασίας.
ε) Η στατική υπονόµευσις έργου τη βοηθεία µηχανήµατος επιτρέπεται µόνον εάν δεν προκαλή κίνδυνον.
στ) Η διά χειρωνακτικών εργασιών υπονόµευσις κτιρίου ή στοιχείου απαγορεύεται εάν δεν ληφθούν µέτρα εγγυώµενα την ασφάλειαν των εργαζοµένων καθ όλην την διάρκειαν της εργασίας της υπονοµεύσεως.
1. Το πλάτος των διαδρόµων εργασίας των ικριωµάτων πρέπει να είναι επαρκές και ανάλογο µε την εργασίαν διά την οποίαν κατασκευάσθη το ικρίωµα.
Εις πάσαν περίπτωσιν πρέπει να υπάρχη διάστηµα ελεύθερον, από σταθερά εµπόδια ή αποθηκευµένα υλικά, πλάτους τουλάχιστον εξήκοντα εκατοστών (0,60) του µέτρου.
Ούτω το πλάτος του δαπέδου εργασίας του ικριώµατος πρέπει κατά περίπτωσιν να είναι:
α) Εξήκοντα εκατοστά (0,60) του µέτρου εάν υποβαστάζη αποκλειστικώς εργαζοµένους (χωρίς απόθεσιν υλικών πλην των αµέσως χρησιµοποιουµένων).
β) Ογδοήκοντα εκατοστά (0,80) του µέτρου εάν χρησιµοποιήται και δι απόθεσιν υλικών.
γ) Ενός µέτρου και δέκα εκατοστών (1,10) του µέτρου εάν χρησιµοποιήται διά την έδρασιν ετέρου δαπέδου εργασίας εις υψηλοτέραν στάθµην.
δ) Ενός µέτρου και τριάκοντα εκατοστών (1,30) του µέτρου εάν χρησιµοποιήται δι εργασίας ανεγέρσεως, επενδύσεως µε λίθους, ορθοµαρµαρώσεως ή λαξεύσεως.
ε) Ενός µέτρου και πεντήκοντα εκατοστών (1,50) του µέτρου εάν το ικρίωµα χρησιµοποιήται συγχρόνως διά τας ως άνω εργασίας και διά την στήριξιν άλλου δαπέδου εργασίας εις υψηλοτέραν στάθµην.
Πλην του ικριώµατος της περιπτώσεως α της παρούσης παραγράφου το οποίον προδιαγράφεται εις το υπ αριθµ. 778/80 Π.∆/γµα «Περι ασφαλείας κατά την εκτέλεσιν
οικοδοµικών εργασιών», διά την κατασκευήν απάντων των λοιπών ειδών σταθερών ικριωµάτων απαιτείται σύνταξις µελέτης υπό του επιβλέποντος το έργον µηχανικού.
Αντίγραφον της ως άνω µελέτης πρέπει να τηρήται εις το εργοτάξιον.
2. Άπαντα τα µαδέρια τα οποία συνιστούν το δάπεδον εργασίας πρέπει:
α) Να υποβαστάζωνται από τρία τουλάχιστον στηρίγµατα, πλην των περιπτώσεων κατά τας οποίας η απόστασις µεταξύ των διαδοχικών εγκαρσίων δοκίδων και το πάχος των µαδερίων είναι τοιούτον ώστε να αποκλείη κάθε κίνδυνον ταλαντώσεως ή κάµψεως.
β) Να εξέχουν του σηµείου στηρίξεώς των κατά µήκος µεγαλύτερον του τετραπλασίου του πάχους των.
γ) Να υπερκαλύπτωνται εις τας θέσεις της µεταξύ των καλύψεως εις τρόπον ώστε να παρέχουν ασφάλειαν απροσκόπου κυκλοφορίας (διατάξεις έναντι ανατροπής).
3. Κατά τα λοιπά ισχύουν αι διατάξεις περί ικριωµάτων του υπ αριθµ. 778/80 Π.∆/τος «Περί των µέτρων ασφαλείας κατά την εκτέλεσιν οικοδοµικών εργασιών».
1. Εις περιπτώσεις εγκαταστάσεως ανυψωτικής µηχανής επί ικριώµατος:
α) Η εγκατάστασις γίνεται µόνον κατόπιν αδείας του επιβλέποντος το έργον µηχανικού, ο οποίος θα µελετά και ενισχύη τα στοιχεία του ικριώµατος αναλόγως των επιβαλλοµένων προσθέτων φορτίων.
β) Οι ορθοστάται είναι στερεώς προσδεδεµένοι εξ ακλονήτων σηµείων του έργου τουλάχιστον εις το τµήµα εγκαταστάσεως της ανυψωτικής µηχανής.
2. Εάν η αναβίβασις γίνεται ελευθέρως, άνευ παρεµβολής σιδηροτροχιών, κατασκευάζεται καθ όλον το ύψος του ικριώµατος κατάλληλος περίφραξις προς αποτροπήν προσκρούσεως του διακινουµένου φορτίου επί των µερών του ικριώµατος.
Πρέπει να απαγορεύεται η διέλευσις κάτωθεν των ικριωµάτων. Εις περιπτώσεις κατά τας οποίας επιβάλλεται εκ των πραγµάτων η διέλευσις αύτη, πρέπει να δηµιουργήται ασφαλής δίοδος απηλλαγµένη εµποδίων και προεξοχών ελευθέρου ύψους µεγαλυτέρου των δύο µέτρων και είκοσι εκατοστών (2,20) του µέτρου µετά νυκτερινού φωτισµού.
1. Οι χώροι και τα δάπεδα εργασίας, αι οδοί κυκλοφορίας και αι προσβάσεις των εργοταξίων πρέπει να κατασκευάζωνται και να διατηρώνται ασφαλείς.
2. Εάν εις δάπεδον εργασίας δεν υπάρχη προστατευτικόν κιγκλίδωµα και θωράκιον πρέπει να τοποθετώνται εναλλακτικώς κατά περίπτωσιν:
∆άπεδον εργασίας και ξύλινον κεκλιµένον επίπεδον το οποίον να εµποδίζη την ελευθέραν πτώσιν των εργαζοµένων, δι ύψος µεγαλύτερον των τριών (3,00) µέτρων ή δίχτυ ή έτερον υλικόν ιδίας ελαστικότητος το οποίον να εµποδίζη την ελευθέραν πτώσιν, δι ύψος ανώτερον των εξ (6,00) µέτρων. (βλ. σχήµατα 2 και 3).
Αι ως άνω κατασκευαί δεν είναι απαραίτητοι εφόσον η εργασία υπ αυτάς τας συνθήκας δεν πρόκειται να διαρκέση πλέον της ηµέρας και εφ όσον οι εργαζόµενοι φέρουν ζώνας ασφαλείας.
3. Ανωµαλίαι ή κοιλώµατα των δαπέδων, όπως π.χ. οπαί ή αύλακες, πρέπει να καλύπτωνται ισοπέδως και κατά τρόπον ασφαλή εις το βάδισµα.
4. ∆ιαφοραί στάθµης εις τα δάπεδα, όπως λ.χ. βαθµίδες, κατώφλια κλπ., πρέπει να είναι ευχερώς αντιληπταί ή να εξοµαλύνονται διά κεκλιµένων επιπέδων (κλίσις, ήτοι αναλογία ύψους προς µήκος επιθυµητή:1/10 µεγίστη:1/6 υπό τον όρον επικαλύψεως µη ολισθηράς).
5. Αι ολισθηραί ή λείαι επιφάνειαι πρέπει να καθίστανται τραχείαι.
6. Οι χαµηλοί διάδροµοι και αι στεναί διαβάσεις κυκλοφορίας οχηµάτων πρέπει να επισηµαίνωνται. Αι επικίνδυνοι γωνίαι και ακµαί πρέπει να στρογγυλεύωνται και να επισηµαίνωνται.
7. Αι οδοί κυκλοφορίας του τόπου εργασίας πρέπει να είναι επαρκώς πλατείαι και να είναι ελεύθεραι αντικειµένων ή υλικών.
Το ελάχιστο πλάτος των οδών κυκλοφορίας είναι εξήκοντα εκατοστά (0,60) του µέτρου.
8. Θέσεις επικίνδυνοι (χαµηλαί δοκοί κλπ.) πρέπει να επισηµαίνωνται και να επενδύωνται διά καταλλήλων υλικών προς αποφυγήν ατυχηµάτων.
9. Αι οδοί προσπελάσεως προς τας θέσεις εργασίας, χώρους διαµονής, χώρους εργαλείων και αποθήκης πρέπει να διατάσσωνται και συντηρώνται κατά τοιούτον τρόπον, ώστε οι απασχολούµενοι να µπορούν να µεταβαίνουν και αποχωρούν ασφαλώς.
10. Εις περιπτώσεις χιόνος και παγετού, όλα τα τµήµατα των εγκαταστάσεων, επί των οποίων συνήθως βαδίζουν οι εργαζόµενοι, πρέπει να καθαρίζωνται εγκαίρως από τον πάγον και την χιόνα και να καλύπτωνται µε εκτραχυντικά µέσα.
Αι οδοί κυκλοφορίας του τόπου εργασίας πρέπει να είναι επαρκώς πλατείαι και να είναι ελεύθεραι αντικειμένων ή υλικών.
Το ελάχιστο πλάτος των οδών κυκλοφορίας είναι εξήκοντα εκατοστά (0,60) του μέτρου.
1. Πεζογέφυραι, εξέδραι, πλατύσκαλα, κεκλιμένα επίπεδα (ράμπες), μόνιμοι άνω διαβάσεις κ.λπ., ευρισκόμεναι εις ύψος μεγαλύτερον των εβδομήκοντα πέντε εκατοστών (0,75) του μέτρου από του δαπέδου, καθώς και πάσα διάβασις άνωθεν υδάτων πρέπει να έχουν, χάριν προστασίας κατά της πτώσεως ανθρώπων ασφαλές στηθαίον, ύψους τουλάχιστον ενός (1,00) μέτρου μετά χειρολισθήρος (κουπαστής) σανίδος μεσοδιαστήματος και θωρακίου (σοβατεπί).
2. Πεζογέφυραι και διαβάσεις πεζών πρέπει να είναι τουλάχιστον πλάτους εβδομήκοντα πέντε εκατοστών (0,75) του μέτρου και όταν χρησιμεύουν διά μεταφοράν φορτίων τουλάχιστον ενός μέτρου και είκοσι πέντε εκατοστών (1,25) του μέτρου. Αύται πρέπει να είναι τοιουτοτρόπως στερεωμέναι και αντιστηριγμέναι ώστε κατά την κίνησιν επ’ αυτών να μην είναι δυνατόν να ολισθήσουν, ανατραπούν ή ταλαντευθούν.
3. Κεκλιμέναι πεζογέφυραι, διαβάσεις πεζών ή κεκλιμένα επίπεδα είναι ανεκτά μέχρι κλίσεως 1:2 (αναλογία ύψους προς μήκος).
Επ’ αυτών και καθ’ όλον των το πλάτος πρέπει να τοποθετώνται εγκάρσιοι πήχεις προς προστασίαν κατά της ολισθήσεως. Τούτοι, δύνανται να παραλείπονται εις περιπτώσεις αντιολισθηρών επιστρώσεων και κλίσεων μικροτέρων του 1 : 10 (αναλογία ύψους προς μήκος).
4. Γέφυραι φορτώσεως κ.λπ. πρέπει να είναι επαρκούς πλάτους και τοιαύτης αντοχής και στηρίξεως, ώστε κατά την κυκλοφορίαν πεζών ή οχημάτων να αποκλείεται θραύσις, ανατροπή, ολίσθησις ή ισχυρά ταλάντωσίς των.
1. Εντός του Εργοταξίου πρέπει να τηρούνται οι ισχύοντες κανονισµοί ασφαλούς κυκλοφορίας, τόσον διά την κίνησιν πεζών, όσον και διά την κίνησιν µεταφορικών µέσων και µηχανηµάτων.
2. Απαγορεύεται η µεταφορά ανθρώπων διά µηχανηµάτων ως και οχηµάτων µη προοριζοµένων διά τον σκοπόν τούτον.
Εις ότι αφορά την ασφαλή κυκλοφορίαν πεζών, οχηµάτων και µηχανηµάτων εντός του Εργοταξίου, έχουν ισχύν αι διατάξεις του Κώδικος Οδικής Κυκλοφορίας εφαρµοζόµεναι υπό των εντεταλµένων υπό τούτου οργάνων.
Απαγορεύεται η μεταφορά ανθρώπων διά μηχανημάτων ως και οχημάτων μη προοριζομένων διά τον σκοπόν τούτον.
Εις ότι αφορά την ασφαλή κυκλοφορίαν πεζών, οχημάτων και μηχανημάτων εντός του Εργοταξίου, έχουν ισχύν αι διατάξεις του Κώδικος Οδικής Κυκλοφορίας εφαρμοζόμεναι υπό των εντεταλμένων υπό τούτου οργάνων.
1. Καταπακταί δαπέδων, ανοίγµατα κλιµάκων, υαλωταί στέγαι, φωταγωγοί, εκσκαφαί, τάφροι, φρεάτια, αύλακες και άλλα επικίνδυνα χάσµατα, καθώς και δεξαµεναί ή τάφροι περιέχουσαι θερµάς καυστικάς ή δηλητηριώδεις ουσίας ως και τάφροι φυλάξεως ασβέστου πρέπει να εξασφαλίζωνται κατά πτώσεων περιµετρικώς διά στηθαίου µετά χειρολισθήρος ελαχίστου ύψους ενός (1,00) µέτρου από του δαπέδου, σανίδος µεσοδιαστήµατος και θωρακίου (σοβατεπί), ή δι επικαλύψεως ικανής αντοχής.
2. Όµοια στηθαία απαιτούνται και εις τας περιπτώσεις καταπακτών, ανοιγµάτων κλιµάκων κλπ, κλειστών διά κινητών καλυµµάτων ή θυρίδων.
Εάν αι τοπικαί συνθήκαι δεν επιτρέπουν τούτο, τα καλύµµατα ή θυρίδες πρέπει να είναι ούτω διατεταγµέναι, ώστε όταν είναι ανοικταί να παρέχουν και πάλιν ασφάλειαν. Εις καταπακτάς ελευθέρας επιφανείας µέχρι δέκα πέντε εκατοστά (0,15) του τετραγωνικού µέτρου αντί στηθαίου δύναται να τοποθετηθή ανθεκτικόν δικτυωτόν κάλυµµα.
Τα καλύµµατα των καταπακτών και αι θυρίδες πρέπει να είναι επίπεδα και εφ όσον δεν αποµακρύνωνται, να στηρίζωνται µε σιδηράς ράβδους προσηρµοσµένας καταλλήλως, ώστε να εξασφαλίζωνται έναντι ακουσίου κλεισίµατος.
3. Στέγαι και φωταγωγοί µε επικάλυψιν εκ κοινών υαλοπινάκων πρέπει να έχουν κάτωθεν αυτών, επαρκώς ισχυράν προστασίαν εκ δικτυωτού συρµατίνου πλέγµατος, µόνιµον ή κινητήν. Εν περιπτώσει χρησιµοποιήσεως ωπλισµένων υαλοπινάκων η χρήσις συρµατίνου πλέγµατος µπορεί να παραλειφθή.
Επί στεγών και φωταγωγών µε ελαφράν επικάλυψιν (υαλωτήν, πλαστικήν αµιαντοτσιµέντου κλπ.) η άνοδος επιτρέπεται µόνον ότσν υπάρχουν ανθεκτικοί διάδροµοι επισκέψεως και ασφαλής πρόσβασις προς τούτους
1. Τα ανοίγµατα κατακορύφων επιφανειών, πρέπει να έχουν προστατευτικόν στηθαίον ή προσωρινόν κιγκλίδωµα επαρκούς αντοχής.
2. Τα κινητά κιγκλιδώµατα ή περιφράγµατα επιτρέπεται να ανοίγωνται ή αφαιρώνται κατά την διάρκειαν εργασιών αι οποίαι δεν είναι δυνατον να εκτελεσθούν άλλως, εφ όσον ληφθούν ισοδύναµα µέτρα αποκλείοντα την πτώσιν ή δυνάµενα να συγκρατήσουν πίπτοντα εργαζόµενον. Μετά το πέρας των εργασιών, τα ανοίγµατα επανακλείωνται αµέσως.
1. Τα βαρέα καλύµµατα (φρεατίων, επισκεψίµων, αγωγών κλπ.) επιτρέπεται να ανυψώνωνται µόνον µε ειδικά εργαλεία ή διατάξεις, διά την αποφυγήν τραυµατισµού των άκρων του εργαζοµένου.
2. Διά καταλλήλων µέτρων πρέπει να παρεµποδίζεται το ακούσιον κλείσιµον βαρέων καλυµµάτων ή κλείστρων µηχανών, συσκευών, αµµοδόχων, φρεατίων κλπ.
Όταν το µέτρον τούτο δεν καθίσταται δυνατόν, πρέπει τα βαρέα καλύµµατα να αφαιρώνται και τοποθετώνται επί οριζοντίας επιφανείας.
1. Όλαι αι κλίµακες πρέπει να είναι ασφαλώς βαταί και επαρκώς φωτισµέναι, δεν επιτρέπεται να χρησιµοποιώνται δι εναπόθεσιν, ή φύλαξιν αντικειµένων.
2. Κλίµακες µε περισσοτέρας των πέντε (5) βαθµίδας πρέπει να έχουν εις πάσας τας ελευθέρας (ανοικτάς) πλευράς στηθαίον µετά χειρολισθήρος, σανίδος µεσοδιαστήµατος και θωρακίου, προς προστασίαν έναντι πτώσεως.
1. Όλαι αι χρησιµοποιούµεναι εις το Εργοτάξιον φορηταί κλίµακες πρέπει να πληρούν τας προϋποθέσεις αι οποίαι ορίζονται δι αυτάς εις το Π.∆. της 22.12.1933 «περί ασφαλείας εργατών και υπαλλήλων εργαζοµένων επί φορητών κλιµάκων» ως συνεπληρώθη διά του Π.∆. 17/7.1.78 «περί συµπληρώσεως του από 22/29.12.33 Π.∆/τος «περί ασφαλείας εργατών και υπαλλήλων εργαζοµένων επί φορητών κλιµάκων».
2. Κατά την διά φορητών κλιµάκων κίνησιν των εργαζοµένων απαγορεύεται εις τούτους να κρατούν εις τας χείρας των εργαλεία ή άλλα βαρέα αντικείµενα.
Ταύτα δέον να προσδένωνται στερεώς εις το σώµα των ή να φέρωνται εντός σάκκου κεκλεισµένου και προσδεδεµένου εις το σώµα των ή να αναβιβάζωνται διά σχοινίου.
Πάντα τα µηχανήµατα, συσκευαί, εργαλεία κλπ. των οποίων γίνεται χρήσις εις τα εργοτάξια, πρέπει να πληρούν τας υπό των Νόµων ή των Κανονισµών προβλεποµένας διατάξεις ασφαλείας ως και τας συνιστωµένας υπό του κατασκευαστικού οίκου οδηγίας ακόµη και όταν ευρίσκωνται εκτός λειτουργίας επί µακρόν χρόνον, έστω και αν δεν είναι ικανά προς λειτουργίαν ή ελλείπουν εξ αυτών εξαρτήµατα. Όλαι αι ενδείξεις λειτουργίας και ασφαλείας πρέπει να αναγράφωνται εις την ελληνικήν γλώσσαν. Έκαστον µηχάνηµα ή συσκευή πρέπει να συνοδεύεται υπό εγχειριδίου οδηγιών λειτουργιας, συντηρήσεως και ασφαλείας εις ελληνικής γλώσσαν.
∆ιά την εγκατάστασιν και τον χειρισµόν των µηχανηµάτων εργοταξίων ισχύουν τα ακόλουθα:
α) ο χειρισµός των µηχανηµάτων πρέπει να διενεργήται, µόνον υπό ατόµων άνω των 18 ετών και εχόντων επαρκή προς τούτο εµπειρίαν, καθώς και άδειαν χειριστού εφ όσον τούτο προβλέπεται υπό της κειµένης νοµοθεσίας.
β) Τα µηχανήµατα εργοταξίου γενικώς πρέπει να είναι εγκατεστηµένα εις θέσεις, αι οποίαι θα επιτρέπουν την ασφαλή και απρόσκοπτον λειτουργίαν των.
γ) η είσοδος-κίνησις προσωπικού εις τους χώρους εγκαταστάσεως λειτουργίας ή κυκλοφορίας µηχανηµάτων, γενικώς θα απαγορεύεται ή θα πραγµατοποιήται εις προβλεποµένας ασφαλείς διαδροµάς.
δ) Εις την περιοχήν λειτουργίας κινητήρων, γενικώς ηλεκτρικών πινάκων, και αποθηκεύσεων ευφλέκτων (υγρών καυσίµων, διαλυτικών, αραιωτικών κ.ά.) πρέπει να διατίθενται πυροσβεστήρες καταλλήλου τύπου.
Η ασφαλής και καλή λειτουργία πάντων των µηχανηµάτων, καθώς και η συντήρησίς των, θα ελέγχεται υπευθύνως υπό εξειδικευµένου και αρµοδίου προσώπου συµφώνως προς τας ισχύουσας διατάξεις του από 4/5 Οκτωβρίου 1951 Β.∆/τος «περί επιβλέψεως της λειτουργίας χειρισµού και συντηρήσεως µηχανηµάτων εκτελέσεως τεχνικών έργων».
Ωσαύτως άπαντα τα µηχανήµατα εσωτερικής καύσεως ρυθµίζονται ώστε, η καύσις να είναι τελεία και το σύστηµα απαγωγής των προϊόντων της καύσεως να περιορίζη εις το ελάχιστον τον θόρυβον και τας εν γένει οχλήσεις, συµφώνως προς τους σχετικούς Κανονισµούς ή και τας οδηγίας του κατασκευαστού.
Τα µηχανήµατα πρέπει να ακινητούν, και προκειµένου περί ηλεκτροκινήτων να τίθενται εκτός τάσεως, προ της ενάρξεως οιασδήποτε εργασίας επισκευής, συντηρήσεως, καθαρισµού ή ρυθµίσεως. Η ακινησία και παραµονή τους εκτός τάσεως θα εξασφαλίζεται διά µανδαλώσεως και τοποθετήσεως απαγορευτικών πινακίδων επί των χειριστηρίων πινάκων και συστηµάτων εκκινήσεως. ∆ιά την πλήρη εξασφάλισιν του αµετακινήτου των, κεραίαι, κάδοι φορτώσεως και λοιπά κινητά στοιχεία κατά περίπτωσιν πρέπει να καταβιβάζωνται ή στερεούνται (τακάρισµα ή άλλη εξασφάλισις).
Εις περίπτωσιν κατά την οποίαν προβλέπεται ότι δι οιονδήποτε λόγον µηχανήµατα δεν θα τεθούν εις λειτουργίαν επί µακρόν χρονικόν διάστηµα ταύτα πρέπει να µεταφέρωνται εις διακεκριµένον χώρον περιγεγραµµένον καταλλήλως (π.χ. πασαλίσκοι, σηµαιούλες επί σχοινίου κλπ.).
Μηχανήµατα ηλεκτροκίνητα ακόµη και φορητά (όπως π.χ. µηχαναί τριβής, σβουράκια λειάνσεως ή κοπής, ηλεκτροδράπανα ηλεκτροσυγκολήσεις κ.ά.) πρέπει να ελέγχωνται γενικώς προ της χρήσεώς των και ιδιαιτέρως ως προς την καλήν κατάστασιν µονώσεώς των και των καλωδίων τροφοδοσίας των, την καλήν γείωσίν των κ.ά., όπως προβλέπει ο Κανονισµός Εσωτερικών Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων.
Μετά την παύσιν εργασίας, όλα τα µηχανήµατα εργοταξίου πρέπει να αφήνωνται άνευ φορτίου να είναι δε όλα τα στοιχεία των ακινητοποιηµένα πλήρως, τα συστήµατα ακινητοποιήσεώς των τοποθετηµένα εις θέσιν «ΕΝΤΟΣ», οι κινητήρες των εις θέσιν «ΕΚΤΟΣ» και στοιχεία, όπως κάδοι τροφοδοσίας ή ανυψώσεως ιστοί κ.ά. εις θέσεις ασφαλείς από τας οποίας δεν δηµιουργούν κίνδυνον.
∆ιά τον χειρισµόν µηχανηµάτων πεπιεσµένου αέρος, των οποίων η λειτουργία συνεπάγεται κίνδυνον υγείας, λόγω του αντικτύπου (κλωτσήµατος) επιτρέπεται να χρησιµοποιώνται µόνον από άτοµα ηλικίας άνω των 18 ετών και υγιή.
Συνιστάται η χρήσις συµπιεστών ειδικού αντιθορυβικού τύπου, ως και αεροσφυρών µε αντιθορυβικάς διατάξεις. Αι χειρολαβαί των αεροσφυρών πρέπει να έχουν ηλεκτρικήν µόνωσιν και µόνωσιν αποσβέσεως των κραδασµών.
Ο καθαρισµός ενδυµάτων εργασίας και άλλων διά πεπιεσµένου αέρος απαγορεύεται.
Έκαστον ανυψωτικόν μηχάνημα πρέπει να φέρη μεταλλικήν πινακίδα εις την οποίαν ν’ αναγράφωνται η επωνυμία του κατασκευαστού και πλήρη τεχνικά στοιχεία. Τα στοιχεία ταύτα καθώς και τυχόν προειδοποιητικαί και άλλαι σημάνσεις του μηχανήματος πρέπει να είναι εις την Ελληνικήν γλώσσαν.
Επίσης, έκαστον ανυψωτικόν μηχάνημα θα συνοδεύεται απαραιτήτως από φυλλάδιο Οδηγιών χρήσεως Συντηρήσεως και Ασφαλείας εις γλώσσαν Ελληνικήν.
Εις κατάλληλον τμήμα του μηχανήματος και επίσης πλησίον του χειριστηρίου του, πρέπει να είναι τοποθετημέναι Πινακίδες, αναφέρουσαι τα όρια χρησιμοποιήσεως του μηχανήματος (μέγιστον φορτίον του σχετικά με το αντίβαρον, την θέσιν του, την κλίσιν της κεραίας του μηχανήματος εν συνδυασμώ και με την ταχύτητα ανέμου κ.ά.).
Τα στοιχεία ταύτα χορηγούνται από τον κατασκευαστή του μηχανήματος.
Έκαστος γερανός μεταβλητής ακτίνος δράσεως πρέπει να:
α) Φέρη ευκρινώς σημειωμένα επ’ αυτού τα φορτία ασφαλείας εις τας διαφόρους ακτίνας της κεραίας, βάσεως ή αρπάγης και εις την περίπτωσιν γερανού φέροντος κινητήν κεραίαν την μεγίστην ακτίνα εις την οποίαν επιτρέπεται η χρησιμοποίησίς της.
β) Είναι εφοδιασμένος δι’ ακριβούς αυτομάτου δείκτου, ευκρινώς ορατού υπό του χειριστού δεικνύοντος την ακτίνα της κεραίας, βάσεως ή αρπάγης, ανά πάσαν στιγμήν ως και το φορτίον ασφαλείας το αντιστοιχούν εις την ακτίνα ταύτην.
Αι ανυψωτικαί μηχαναί δεν πρέπει να φορτίζωνται πέραν του φορτίου ασφαλείας των δι’ οιονδήποτε χρονικόν διάστημα.
Τα ανυψωτικά μηχανήματα πρέπει να τοποθετώνται επί επιφανείας στηρίξεως επαρκούς αντοχής.
Η ευστάθεια των ανυψωτικών μηχανημάτων πρέπει να είναι εξασφαλισμένη διαρκώς, έστω και όταν ταύτα είναι εκτός λειτουργίας, διά της χρήσεως έρματος συρματοσχοίνων αγκυρώσεως, σφηνώσεων κοχλιώσεων κ.ά.
Προς προστασίαν των εργαζομένων λαμβάνεται ειδικώτερα μέριμνα διά την ασφαλή συμπεριφοράν έναντι κραδασμών τόσον των ιδίων των μηχανημάτων όσον και των γειτονικών ή εν επαφή οικοδομικών στοιχείων ή βοηθητικών κατασκευών (ικριωμάτων κλπ.) του έργου.
Απαγορεύεται η εγκατάστασις ή χρήσις γερανού υπό καιρικάς συνθήκας, αι οποίαι είναι δυνατόν να θέσουν εις κίνδυνον την ευστάθειάν του.
Γερανός, ο οποίος έχει υποστή την επίδρασιν δυσμενών καιρικών συνθηκών δυναμένων να επηρεάσουν την ευστάθειάν του, πρέπει να ελέγχεται προ της εκ νέου χρήσεώς του.
Ο χώρος λειτουργίας των ανυψωτικών µηχανηµάτων σταθεράς τροχιάς ανυψώσεως γενικώς αποµονούται διά καταλλήλων περιφραγµάτων, ούτως ώστε να καθίσταται αδύνατος η διέλευσις προσώπων ασχέτων προς την εκτελουµένην εργασίαν.
Κατά την ανύψωσιν και εν γένει µεταφοράν φορτίων από γερανούς και συναφή µηχανήµατα, πρέπει να εξασφαλίζεται διά περιφράξεων κλπ., ώστε οι εργαζόµενοι ή οι διερχόµενοι να µη κυκλοφορούν ή να µην ευρίσκωνται κάτωθεν των διακινουµένων φορτίων.
Τα ανυψωτικά µηχανήµατα τοποθετούνται εις θέσεις τοιαύτας ώστε αι κατακόρυφοι τροχιαί των (εφ όσον υπάρχουν) και γενικώς τα συρµατόσχοινα και λοιπά στοιχεία των, να µη προσεγγίζουν γενικώς αγωγούς ηλεκτρικών δικτύων, εφαρµοζοµένων ειδικώτερον των εις τα άρθρα 78 και 79 του Κεφ. Α του Πέµπτου Τµήµατος του παρόντος.
Ειδική πρόνοια λαµβάνεται διά την καλήν στήριξιν των µικρών γερανών των τοποθετουµένων επί των πλακών των ορόφων οικοδοµών.
Το αµετακίνητόν των εξασφαλίζεται διά της τοποθετήσεως αντιβάρου ικανού και αναλόγου προς το ανυψούµενον βάρος ή διά της ακυρώσεώς των.
1. Τα ανυψωτικά µηχανήµατα τα κινούµενα επί τροχιών πρέπει να πληρούν και τους ακολούθους όρους:
α) Αι τροχιαί κινήσεώς των πρέπει να είναι τοποθετηµέναι εις ένα οριζόντιον επίπεδον και να είναι πλήρως στερεωµέναι. Αι τροχιαί αύται πρέπει να είναι εφωδιασµέναι εις τα άκρα της διαδροµής των δι αναστολέων ή χαλινωτηρίων, να εκτείνωνται δε και πέραν των εµποδίων πέρατος της διαδροµής των κατά µήκος επαρκές, προς εξασφάλισιν αποδεκτής διανοµής του βάρους των µηχανηµάτων εις το έδαφος συµπεριλαµβανοµένης και της προσκρούσεως επί των εν λόγω εµποδίων πέρατος. Το µήκος προεκτάσεως δεν πρέπει να είναι µικρότερον του ενός µέτρου (1,00).
β) Αι τροχιαί κινήσεως κυλιοµένου γερανού απαγορεύεται να χρησιµοποιούνται ως σηµεία αγκυρώσεως τούτου.
γ) Αι σιδηροτροχιαί επί των οποίων κινείται γερανός πρέπει να:
αα) Στηρίζωνται επί επαρκώς σταθεράς επιφανείας προς αποφυγήν υπερβολικής κάµψεώς των.
ββ) Έχουν επαρκή διατοµή και οµαλήν άνω επιφάνειαν.
γγ) Ενώνωνται δι’ αρµοκαλυπτριών ή διπλών ακροσυνδέσµων.
δδ) Στερεώνωνται ασφαλώς επί των στρωτήρων ή του φορεώς των.
εε) Έχουν ακτίνα καµπυλότητος εις τα καµπύλα τµήµατά των επαρκή ώστε να µην υπάρχη κίνδυνος εκτροχιασµού.
2. Άπαντα τα ανωτέρω ανυψωτικά µηχανήµατα πρέπει να διαθέτουν:
α) Σύστηµα µειώσεως των κραδασµών των προκαλουµένων είτε εις το τέλος της διαδροµής είτε εκ συγκρούσεως είτε εξ αποτόµου πεδήσεως.
β) Ισχυράς λιθοκαθαριστικάς διατάξεις διά την απελευθέρωσιν των τροχών από λιθοσυντρίµµατα και τυχόν εγκαταλελειµένα αντικείµενα.
γ) Μέσα υποστηρίξεως, τροχοπεδήσεως, προσδέσεως, ικανά διά την πλήρη ακινητοποίησίν των έστω και υπό συνθήκας ισχυρών ανεµοπιέσεων.
3. Μεταξύ των πλέον προεξεχόντων τµηµάτων µηχανήµατος, το οποίον περιστρέφεται ή και κυκλοφορεί επί τροχιών και των σταθερών εµποδίων εις την θέσιν εγκαταστάσεως, πρέπει να υπάρχη ελεύθερος χώρος πλάτους τουλάχιστον εξήκοντα εκατοστών (0,60) του µέτρου, διά την ασφαλή κυκλοφορίαν του προσωπικού.
Εάν τούτο δεν είναι δυνατόν, πρέπει να δηµιουργούνται καταφύγια κατά µήκος της τροχιάς και εις αποστάσεις το πολύ δέκα (10,00) µέτρων. Όταν είναι αδύνατος η τήρησις της ανωτέρω αποστάσεως, πρέπει να επισηµαίνεται καταλλήλως η απαγόρευσις της εισόδου προσώπων εις την επικίνδυνον ζώνην.
1. Το χειριστήριον ανυψωτικού µηχανήµατος, πρέπει να είναι εφοδιασµένον διά καταλλήλου συστήµατος µανδαλώσεως, προς αποκλεισµόν τυχαίας κινήσεώς του.
2. Τα τύµπανα των βαρούλκων καθώς και αι αύλακες των τροχαλιών, πρέπει να έχουν λείας επιφανείας.
Η διάµετρος του τυµπάνου δέον όπως είναι τουλάχιστον εικοσαπλασία της διαµέτρου του συρµατοσχοίνου, το οποίον χρησιµοποιείται.
3. Η διάµετρος του συρµατοσχοίνου το οποίον χρησιµοποιείται επί τροχαλίας, δεν πρέπει να είναι µεγαλυτέρα του πλάτους της αύλακος ταύτης.
4. Αι τροχαλίαι πρέπει να έχουν σύστηµα εµποδίζον την έξοδον του συρµατοσχοίνου από την αύλακα. Τροχαλίαι ευρισκόµεναι εις θέσεις εις τας οποίας ενδέχεται να εµπλακή η χειρ του εργαζοµένου πρέπει να είναι εφωδιασµέναι δι αντιστοίχου προστατευτικού καλύµµατος.
5. Οι οδηγοί των αντιβάρων πρέπει να είναι καταλλήλως προφυλαγµένοι.
Τα ειδικά κιβώτια τα χρησιµοποιούµενα διά την ανύψωσιν λίθων, πλίνθων, χύδην υλικών ή υλικών µικρών διαστάσεων πρέπει να είναι ειδικής ισχυράς κατασκευής, να φέρουν δε εις τα καίρια σηµεία των ενίσχυσιν διά ταινίας εκ σιδηρού ελάσµατος.
Οι κάδοι ανυψώσεων των ηµιρρεύστων υλικών πρέπει να είναι κατασκευασµένοι εκ σιδηρού ελάσµατος πάχους τουλάχιστον πέντε χιλιοστών (0,005) του µέτρου µε ενδιάµεσον ενισχυτικήν στεφάνην. Χρήσις κιβωτίων ή κάδων προχείρου κατασκευής, επισφαλούς αντοχής, όπως δοχείων πετρελαίου ή χρωµάτων απαγορεύεται. Η ανάρτησις των κιβωτίων των κάδων και των λοιπών εξαρτηµάτων ανυψώσεως επί του αγκίστρου εκτελείται µετά της προσηκούσης επιµελείας, εις τρόπον ώστε η αντίστοιχος λαβή να εφαρµόζεται καλώς εντός του αγκίστρου. Τα χείλη των ανηρτηµένων κάδων και δοχείων ανυψώσεως εν γένει είναι οριζόντια. Το φορτίον των δεν επιτρέπεται να φθάνη µέχρι των χειλέων.
Τα δίκτυα και αι αρτάναι (σαµπάνια) αι χρησιµοποιούµεναι διά την ανύψωσιν υλικών µεγάλων διαστάσεων είναι κατασκευασµέναι εκ σχοινίου ή συρµατοσχοίνου. Τα στοιχεία της χρησιµοποιουµένης αρτάνης (όπως το υλικό, η διάµετρός του, το µήκος) εξαρτώνται από την εκάστοτε εργασίαν (βάρος, διαστάσεις και άλλα στοιχεία του προς ανύψωσιν αντικειµένου). Περιβολή των προς ανύψωσιν αντικειµένων απ ευθείας διά του σχοινίου ή συρµατοσχοίνου ανυψώσεως απαγορεύεται. Αι αρτάναι επιθεωρούνται ως προς την καταλληλότητα και την καλήν των κατάστασιν προ εκάστης χρησιµοποιήσεώς των.
Αι αρτάναι, αι οποίαι χρησιµοποιούνται εκάστοτε διά την ανύψωσιν υλικών-αντικειµένων, πρέπει επίσης να έχουν µήκος επαρκές και η γωνία η σχηµατιζοµένη εις την κορυφήν των (παρά το άγκιστον ανυψώσεως), να είναι οξεία, διά την µείωσιν της καταπονήσεώς των.
Σχοινία, συρµατόσχοινα, αλύσεις και τα λοιπά στοιχεία, τα οποία χρησιµοποιούνται εκάστοτε µετ αυτών, όπως άγκιστρα και αρτάναι, πρέπει να είναι επαρκούς αντοχής, διά την ασφαλή πραγµατοποίησιν της εκάστοτε εργασίας διατηρηµένα καλώς και ειδικώτερον:
α) Σχοινία, συρµατόσχοινα και αλύσεις χρησιµοποιούµενα εις ανυψωτικά µηχανήµατα ή βαρούλκα, πρέπει να είναι ενιαίας αντοχής καθ όλον το µήκος των και απαραιτήτως άνευ κόµβων.
β) Απαγορεύεται η χρήσις αλύσου, η οποία εβραχύνθη ή συνεδέθη µετ άλλης αλύσου διά κοχλιών και περικοχλίου παρατεθέντων διά µέσου των δακτυλίων τούτων.
γ) Η πρόσδεσις του αγκίστρου επί του σχοινίου γίνεται δι ειδικού κόµβου αποκλείοντος χαλάρωσιν της αναρτήσεως.
δ) Εις την περίπτωσιν χρησιµοποιήσεως καινουργούς σχοινίου προ της τοποθετήσεώς του, πρέπει να λαµβάνεται µέριµνα διά την απόσβεσιν των συστροφών (ξεθύµασµα: τούτο επιτυγχάνεται δι ελευθέρας αναρτήσεως µετά βάρους κατά το έτερον άκρον).
ε) Τα σχοινία ή συρµατόσχοινα πρέπει να στερεώνωνται επί του τυµπάνου ελίκτρου στερεώς, το δε µήκος των είναι τοιούτον ώστε το τύµπανον να περιβάλλεται εισέτι διά τριών τουλάχιστον σπειρών, εις περίπτωσιν πλήρους και µέχρι του τέρµατος της διαδροµής αναπτύξεώς των. Ιδιαιτέρως η εγκατάστασις του άκρου συρµατοσχοίνου εκτός των προβλεποµένων επί του τυµπάνου ελίκτρου εγκαθίσεων (σφήνωσις ή εγκοχλίωσις) να είναι τελεία και το συρµατόσχοινον να εδράζεται επί του τυµπάνου αβιάστως. Η αντοχή του συστήµατος στερεώσεως του συρµατοσχοίνου επί του τυµπάνου πρέπει να είναι τουλάχιστον τριπλασία του κανονικού φορτίου.
στ) Τα χρησιµοποιούµενα άγκιστρα πρέπει να είναι τύπου ασφαλείας, ήτοι µετά διατάξεως αναστολής τυχαίας απαγκιστρώσεως του εξηρτηµένου από αυτά φορτίου.
ζ) Εις περιπτώσεις κατά τας οποίας τα συρµατόσχοινα ανυψώσεως δεν είναι ασύστροφα, απαιτείται η χρήσις αγκίστρου διά συστήµατος εξουδετερώσεως των στροφών.
η) Η στερέωσις αγκίστρου επί συρµατοσχοίνου πραγµατοποιείται µέσω ψελίου (καρδιάς) και αγκυλίου ή άλλων ειδικών εξαρτηµάτων εγγυηµένης αντοχής.
Η σύσφιξις του συρµατοσχοίνου πραγµατοποιείται διά χρήσεως ειδικών σφιγκτήρων.
θ) Κατά την περιέλιξιν συρµατοσχοίνου επί τυµπάνου, αι σπείραι πρέπει να διάκεινται πλησίον αλλήλων τεταγµέναι οµοιοµόρφως, προς αποφυγήν µονίµων παραµορφώσεων και χαλαρώσεων της πλοκής του συρµατοσχοίνου.
ι) Πρέπει να δίδεται προσοχή εις τον συνδυασµόν της φοράς πλοκής του συρµατοσχοίνου και της φοράς περιελίξεώς του επί του ελίκτρου (περιέλιξις επί του τυµπάνου αριστερόστροφος διά συρµατόσχοινον δεξιόστροφον και αντιστρόφως), ώστε η περιέλιξιςεκτύλιξις να παραγµατοποιήται αβιάστως και οµαλώς.
ια) Η εγκατάστασις, ο έλεγχος και η συντήρησις σχοινίων-συρµατοσχοίνων, καθώς και του συνόλου των στοιχείων των ανυψωτικών µηχανηµάτων, εκτελείται από έµπειρον και εξειδικευµένον προσωπικόν.
ιβ) Η επιθεώρησις των συρµατοσχοίνων πρέπει να αφορά κυρίως εις την ανεύρεσιν φθοράς ή χαλαρώσεως εξωτερικών συρµάτων, σφαλµάτων συναρµολογήσεως, σχηµατισµού εκπωµατιστήρος κ.ά.
ιγ) απαγορεύεται η χρήσις συρµατοσχοίνου όταν επί µήκους 10πλασίου της διαµέτρου του ο ολικός αριθµός των ορατών θραυσθέντων συρµάτων υπερβαίνει το 5% του ολικού αριθµού των συρµάτων αυτού.
ιδ) Εφ’ όσον ιδιαίτεραι ενδείξεις (π.χ. σκωρία) πείθουν περί της κακής καταστάσεως του συρµατοσχοίνου, είναι αναγκαία η αντικατάστασίς του ανεξαρτήτως του αριθµού θραυσθέντων συρµάτων.
ιε) Όλα τα κινούµενα συρµατόσχοινα, τα οποία χρησιµοποιούνται εις συνεχώς λειτουργούν σύστηµα πρέπει να επιθεωρούνται καθηµερινώς. Γενική επιθεώρησις συρµατοσχοίνου πρέπει να γίνεται τουλάχιστον άπαξ του µηνός.
Συρµατόσχοινα συστήµατος µη λειτουργούντος πέραν του µηνός, πριν επαναλειτουργήσουν, υπόκεινται εις γενικήν επιθεώρησιν.
ιστ) Τα σχοινία και συρµατόσχοινα δεν επιτρέπεται να αποθηκεύωνται εις χώρους εις τους οποίους χρησιµοποιούνται ή φυλάσσωνται χλωριούχα άλατα ή διαλύµµατά των ή άλλα χηµικά υγρά τα οποία προκαλούν σκωρίασιν.
ιζ) Τα κανάβινα σχοινία πρέπει να προφυλάσσωνται εκ της υγρασίας, του εµποτισµού δι ελαιώδους ή λιπαράς ουσίας και εν καιρώ ψύχους, εκ του παγετού. Τα εκ του παγετού σκληρυνθέντα σχοινία πριν χρησιµοποιηθούν εκ νέου πρέπει να επανελέγχωνται.
Απαγορεύεται η χρήσις σχοινίων εκ κανάβεως ή σιζάλου τα οποία είναι εµποτισµένα διά λιπαρών ουσιών.
ιη) Απαγορεύεται η χρήσις αλύσεως, κρίκου, δακτυλίου, αγκίστρου, αγκυλίου, συνδετήρος ή κοχλιωτού κρίκου, εφ όσον υπέστησαν επιµήκυνσιν, µετασκευήν ή διά συγκολλήσεως επισκευήν.
ιθ) Κατά την αντικατάστασιν αλύσεων, συρµατοσχοίνων, σχοινίων, αγκίστρων, αρτανών και λοιπών στοιχείων ανυψώσεως-καταβιβάσεως-αναρτήσεως, ταύτα πρέπει να διαθέτουν τα τεχνικά χαρακτηριστικά, τα καθοριζόµενα υπό του κατασκευαστού.
Η ένωσις των άκρων συρµατοσχοίνων πρέπει να είναι έντεχνος, πραγµατοποιουµένη κατ' αρχήν δι ενώσεως των εµβόλων των άκρων οµοίων τεµαχίων συρµατοσχοίνων (αµµάτισις µακρά ή βραχεία). Η τοιαύτη ένωσις συνεπάγεται µείωσιν της ονοµαστικής ικανότητος αναλήψεως φορτίου υπό του συρµατοσχοίνου κατά το 1/3.
Η σύνδεσις συρµατοσχοίνων δι οργάνων µέσω ακροσυνδέσµων δύναται να πραγµατοποιήται διά χρήσεως µεταλλικών περικαλυµµάτων ή καλύκων.
Ταχεία και ασφαλής ένωσις συρµατοσχοίνων µεταξύ των δύναται να πραγµατοποιήται διά χρήσεως ειδικών µεταλλικών κοχλιωτών συνδετήρων και ο αριθµός αυτών εξαρτάται εκ της διαµέτρου του συρµατοσχοίνου, όπως δεικνύεται εις τον κατωτέρω πίνακα.
Οι κοχλιωτοί συνδετήρες απέχουν αλλήλων απόστασιν τουλάχιστον ίσην προς το πλάτος ενός συνδετήρος ή ίσην προς το πενταπλάσιον της διαµέτρου του συρµατοσχοίνου.
(Εκλέγεται η µεγαλυτέρα απόστασις).
Το τµήµα U κάθε κοχλιωτού συνδετήρος θα τοποθετήται κατά το βραχύ άκρον του συρµατοσχοίνου όπως φαίνεται εις το κατωτέρω σχήµα 4.
Ο χειρισµός των ανυψωτικών µηχανηµάτων γίνεται απαραιτήτως από άτοµον υγιές, µε καλήν όρασιν και ακοήν, το οποίον έχει εµπειρίαν και, εφ όσον προβλέπεται υπό των κειµένων διατάξεων, Άδειαν Χειριστού.
Απαγορεύεται ο χειρισµός οιασδήποτε ανυψωτικής µηχανής ή η καθοδήγησις του χειριστού της διά σηµάτων από άτοµα ηλικίας κάτω των 18 ετών.
Ο χειριστής κατά την διάρκειαν λειτουργίας του µηχανήµατος ευρίσκεται εις θέσιν εκ της οποίας έχει πλήρη ορατότητα και εποπτείαν φορτώσεως και εκφορτώσεως των υλικών και της όλης διαδροµής των, κατά την ανύψωσιν ή και την οριζόντιον µεταφοράν των. Η εκτέλεσις εργασίας εις σηµεία µη ορατά υπό του χειριστού, είναι δυνατή µόνον όταν εις τας επισφαλείς θέσεις υπάρχει έµπειρον πρόσωπον, προφυλαγµένον από την πιθανήν πτώσιν των µεταφεροµένων υλικών, διά να κατευθύνη διά σηµάτων τους χειρισµούς.
Κάθε σήµα διδόµενον διά την κίνησιν ή ανακοπήν κινήσεως της ανυψωτικής µηχανής πρέπει να είναι ευκρινές και να δίδεται κατά τρόπον, ώστε το πρόσωπον προς το οποίον απευθύνεται να δύναται να το αντιληφθή ευκόλως.
Όργανα ή συσκευαί, τα οποία χρησιµοποιούνται διά την παροχήν ηχητικών ή φωτεινών εγχρώµων ή µη σηµάτων, πρέπει να διατηρούνται εις καλήν κατάστασιν λειτουργίας και προστατεύονται εκ τυχαίας επεµβάσεως.
Η θέσις ή εξέδρα, η οποία διατίθεται διά το προσωπικόν οδηγήσεως του ανυψωτικού µηχανήµατος, πρέπει να είναι γενικώς επαρκούς επιφανείας, να έχει ασφαλή προσπέλασιν και να είναι ασφαλής (κιγκλίδωµα αντοχής). Εξ άλλου, ο θάλαµος οδηγήσεως εφ όσον διατίθεται, πρέπει, επί πλέον των ανωτέρω να προστατεύη τον χειριστήν από τας καιρικάς συνθήκας, να µην εµποδίζη το οπτικόν πεδίον του και να µην δυσκολεύη τον περιοδικόν έλεγχον των τµηµάτων του ανυψωτικού µηχανήµατος, τα οποία ευρίσκωνται εντός ή πλησίον του θαλάµου.
Ο χειριστής κατά την λειτουργίαν του ανυψωτικού µηχανήµατος πρέπει να παρακολουθή συνεχώς την πορείαν και την όλην λειτουργίαν του, απαγορευοµένης της περιφοράς και ανυψώσεως των φορτίων υπεράνω θέσεων εργασίας και άλλων θέσεων συγκεντρώσεως προσωπικού.
Οµοίως δεν πρέπει να εγκαταλείπη το µηχάνηµα µε φορτίον ανυψωµένον και αιωρούµενον και προκειµένου να αποµακρυνθή τούτου οφείλει να θέτει τα χειριστήρια εις θέσιν «ΕΚΤΟΣ», να διακόπτη την ηλεκτροδότησίν του και να συσφίγγη την πέδην. Εις περίπτωσιν αιφνιδίας διακοπής της τάσεως, ο χειριστής πρέπει αµέσως να θέτη όλα τα χειριστήρια εις θέσιν «ΕΚΤΟΣ».
Εξ άλλου, οι εκτελούντες την φόρτωσιν πρέπει να αποµακρύνωνται του φορτίου, προ της ενάρξεως ανυψώσεώς του.
Ο έλεγχος των ανυψωτικών µηχανηµάτων πραγµατοποιείται τουλάχιστον άπαξ του έτους και οπωσδήποτε προ της ενάρξεως των εργασιών µεθ’ εκάστην νέαν εγκατάστασιν. Ο έλεγχος τούτος καλύπτει όλα τα συστήµατα, τµήµατα και όργανα του ανυψωτικού µηχανήµατος και επίσης δοκιµαστικήν φόρτισίν του, µε βάρος 25% µεγαλύτερον της µεγίστης ανυψωτικής ικανότητος του µηχανήµατος.
Βλάβαι, ανωµαλίαι λειτουργίας και συναφή περιστατικά επιβάλλουν την διενέργειαν γενικωτέρου επανελέγχου.
Η πραγµατοποίησις των ανωτέρω ελέγχων καταχωρείται εις το υπό του άρθρου 113 του παρόντος Ηµερολόγιον Μέτρων Ασφαλείας.
Η μεταφορά-ανύψωσις προσωπικού με μηχανήματα ανυψώσεως υλικών, απαγορεύεται.
Επίσης απαγορεύεται η αναρρίχησις προσωπικού επί κατακορύφων τροχιών ή ικριωμάτων μηχανημάτων, εκτός εάν αυτά ακινητούν και έχει απαγορευθή η κίνησίς των (κλειδωμένον το χειριστήριόν των), έχουν δε ληφθή και όλα τα λοιπά μέτρα ασφαλείας τα οποία απαιτούνται κατά περίπτωσιν.
Απαγορεύονται αι ακόλουθοι ενέργειαι, ως επικίνδυνοι:
α) O ανεφοδιασμός του μηχανήματος είς καύσιμα ή η πραγματοποίησις επισκευών στοιχείων του, χωρίς το μηχάνημα να είναι εν πλήρει στάσει και με τους κινητήρας εκτός λειτουργίας και εξασφαλισμένους έναντι τυχαίας λανθασμένης εκκινήσεως.
β) H ελευθέρα αιώρησις φορτίου (χρήσις σχοινίου οδηγού).
γ) H ανάρτησις φορτίων υπό γωνίαν (με άνισα σκέλη αρτανών).
δ) H ανύψωσις -καταβίβασις φορτίων, απότομος ή με μεγάλην ταχύτητα ή απότομος πέδησις.
ε) H χρήσις εφθαρμένων αρτανών, συρματοσχοίνων και ακαταλλήλων αγκίστρων.
στ) H έλξις ή ανύψωσις φορτίων όταν το συρματόσχοινον του συστήματος ανυψώσεως ευρίσκεται υπό γωνίαν (μη κατακόρυφος ανύψωσις)
ζ) H υπερφόρτωσις του μηχανήματος
η) H μεταφορά φορτίου προσδεδεμένου χαλαρώς ή ανεπαρκώς.
θ) H ανύψωσις ή απόθεσις φορτίων πέραν της προβολής του βραχίονος του μηχανήματος (λοξό τράβηγμα).
ι) H παραμονή οιουδήποτε προσώπου κάτωθεν αναβιβαζομένων φορτίων συμπεριλαμβανομένου και του εκφωνούντος τα σήματα δια την ανύψωσιν, ο οποίος πρέπει να ευρίσκεται εις θέσιν ασφαλή.
ια) H παραμονή προσώπου πλησίον συρματοσχοίνων και σχοινίων ευρισκομένων υπό τάσιν.
∆ιά τα χειροκίνητα ανυψωτικά µηχανήµατα, πέραν των οριζοµένων εις τα προηγούµενα άρθρα του παρόντος τµήµατος, πρέπει να τηρούνται τα ακόλουθα.
α) Ο σκελετός στηρίξεως του τυµπάνου να είναι µεταλλικός. Το τύµπανον, να είναι απολύτως εξησφαλισµένον διά καταλλήλων διατάξεων έναντι ενδεχοµένης µετατοπίσεως ή αντιστρόφου περιστροφής του περί τον άξονα.
Ο άξων του τυµπάνου να αποτελήται εκ σιδηράς ράβδου, τετραγωνικής, καταλλήλου διατοµής.
β) Εφ όσον το βαρούλκον χρησιµοποιήται διά την ανύψωσιν φορτίων βάρους µεγαλυτέρου των 10 χιλγρ. ή εφ όσον το τύµπανόν του είναι µεταλλικόν, πρέπει να φέρη ανασταλτικόν όνυχα (καστάνια).
∆ιά φορτία µεγαλύτερα, επιβάλλεται η ύπαρξις πέδης.
γ) Εις πάσαν περίπτωσιν, να εξασφαλίζεται η µη ολίσθησις του σχοινίου επί του τυµπάνου.
δ) Η περιστροφή του τυµπάνου διενεργείται υπό δύο εργαζοµένων.
ε) Τα τρίποδα βαρούλκα (γάβριες) πρέπει να εξασφαλίζωνται από ολίσθησιν ή ανατροπήν.
Πρέπει να τοποθετούνται επί σταθερού υποβάθρου.
Οι τρίποδες πρέπει να εξασφαλίζωνται δι αιχµών εις τους πόδας, δι αλύσεως ή ράβδων εις τας κνήµας ή δι άλλων διατάξεων.
Η εγκατάστασις του σχετικού δαπέδου εργασίας πραγµατοποιείται διά τοποθετήσεως οριζοντίου πλαισίου σχήµατος ορθογωνίου παραλληλογράµµου, συνισταµένου εκ τεσσάρων (4) ξυλίνων δοκών (καδρονίων), διατοµής τουλάχιστον δέκα επί δέκα εκατοστών (0,10 Χ 0,10) του µέτρου. Αι κορυφαί των γωνιών του πλαισίου αυτού εδράζονται επί τεσσάρων ορθοστατών δι αναβολέων (τάκων). Συµµετρικώς επί του πλαισίου τούτου και καθέτως προς τον τοίχον της οικοδοµής, κοχλιούνται έτεραι δύο ξύλιναι δοκοί διατοµής τουλάχιστον δώδεκα επί δώδεκα εκατοστών (0,12 Χ 0,12) του µέτρου επί των οποίων στηρίζονται τα έδρανα (πόδια).
Έµπροσθεν και όπισθεν του βαρούλκου κατασκευάζεται κανονικόν ικρίωµα µετά προστατευτικών κιγκλιδωµάτων.
Τα αυτοκίνητα εγχύσεως διά πιέσεως, ετοίµου σκυροδέµατος και κονιαµάτων (πρέσσαι) πρέπει, πέραν των απαιτήσεων των διατάξεων περί οδικής κυκλοφορίας, να έχουν και τας κάτωθι εξασφαλίσεις:
1. Η τοποθέτησις αυτών να γίνεται εις κατά το δυνατόν οριζοντίαν και επίπεδον θέσιν, εξοµαλυµένων τυχόν υπαρχουσών ανωµαλιών του εδάφους και να εξασφαλίζεται το ελεύθερον άνοιγµα των βραχιόνων (ποδαρικών) στηρίξεως (δυνατότης αναπτύξεως µέχρι των προβλεποµένων σηµείων σταθεροποιήσεως), ώστε η σταθεροποίησις αυτών να γίνεται ασφαλώς.
2. Εις περιπτώσεις κατά τας οποίας η αντοχή του εδάφους και της επιφανείας στηρίξεως των πελµάτων δεν είναι επαρκής, πρέπει να τοποθετήται κατάλληλον υπόβαθρον προς επαρκή αύξησιν της επιφανείας στηρίξεως αυτών.
1. Η τοποθέτησις των αυτοκινήτων τούτων, πρέπει να γίνεται εις τον τυχόν υπάρχοντα ελεύθερον, εναερίων ηλεκτρικών αγωγών, χώρον.
2. Ο σωλήν µεταφοράς και εγχύσεως σκυροδέµατος πρέπει να απέχη όσον το δυνατόν περισσότερον από υπάρχοντας ηλεκτροφόρους αγωγούς, κατά τα προβλεπόµενα εις το άρθρον 78 του Κεφαλαίου Α του V Τµήµατος του παρόντος ώστε να αποκλείεται αφ ενός µεν τυχαία επαφή του σωλήνος µε τους αγωγούς, αφ ετέρου δε η εξ επαγωγής διαπήδησις ηλεκτρικής ενεργείας εκ των αγωγών.
∆ιά την ασφαλή ανάπτυξιν και σύµπτυξιν (καταβίβασιν) του σωλήνος εγχύσεως πρέπει να υπάρχη συνεχής οπτική επαφή του χειριστού της πρέσσας µε τον βραχίονα και τον σωλήνα, άλλως απαιτείται η συνεργασία συντονιστού (κουµανταδόρου).
1. Προ της ενάρξεως της εργασίας εγχύσεως του σκυροδέµατος πρέπει απαραιτήτως τόσον ο χειριστής της αντλίας όσον και ο µεταφορεύς του σωλήνος αυτής να ευρίσκωνται εις τας θέσεις εργασίας των.
2. Κατά την διεξαγωγήν της εργασίας αυτής πρέπει να υπάρχη άµεσος οπτική επαφή µεταξύ του χειριστού και του µεταφορέως, άλλως απαιτείται να παρευρίσκεται και συντονιστής (κουµανταδόρος) εις θέσιν έχουσαν πλήρη ορατότητα αµφοτέρων, διά τον συντονισµόν των ενεργειών των.
Αι ηλεκτρικαί εγκαταστάσεις εργοταξίων γενικώς πρέπει να ακολουθούν τας διατάξεις του ισχύοντος «Κανονισµού Εσωτερικών Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων». Το αυτό ισχύει και διά τας συσκευάς και τα µηχανήµατα τα οποία λειτουργούν µε ηλεκτρικό ρεύµα, φορητά ή µη τα οποία χρησιµοποιούνται εις εργοτάξια. Αι γραµµαί τροφοδοσίας δι ηλεκτρικής ενεργείας, µετά από Πίνακα, δύναται να αποτελούνται από καταλλήλους µεταφεροµένας καλωδιώσεις, αι οποίαι όµως πρέπει να έχουν ηυξηµένην µηχανικήν αντοχήν και επαρκή ηλεκτρικήν µόνωσιν
Ηλεκτρικοί πίνακες διανοµής και τροφοδοσίας, εγκαταστάσεις, συσκευαί και µηχανήµατα γενικώς πρέπει να συντηρούνται εις τακτά χρονικά διαστήµατα και εκτάκτως εις πάσαν περίπτωσιν ανωµαλίας ή βλάβης, ώστε να είναι πάντοτε εις αρίστην κατάστασιν ασφαλούς λειτουργίας.
Η συντήρησις θα πραγµατοποιήται υπό εξουσιοδοτηµένου υπευθύνου Αδειούχου Ηλεκτροτεχνίτου, το όνοµα και η διεύθυνσις του οποίου θα αναγράφωνται ευκρινώς πλησίον του πίνακος διανοµής και τροφοδοσίας του εργοταξίου. ∆ι’ εκτεταµένα εργοτάξια, αι ίδιαι αναγραφαί θα υπάρχουν πλησίον των σχετικών υποπινάκων διανοµής ηλεκτρικής ενεργείας.
Οι ηλεκτρικοί πίνακες διανομής και τροφοδοσίας πρέπει να είναι μεταλλικοί ή πλαστικοί, στεγανού τύπου και πρέπει να έχουν την δυνατότητα ασφαλίσεως (κλειδώματος). Οι ως άνω πίνακες πρέπει να γειώνωνται καταλλήλως με μόνιμον σταθεράν εγκατάστασιν γειώσεως.
Τα κλειδιά των πινάκων αυτών θα φυλάσσωνται υπό υπευθύνου προσώπου.
Οι πίνακες διανομής και τροφοδοσίας πρέπει να φέρουν αυτόματον προστατευτικόν διακόπτην διαφυγής (διαφορικής προστασίας-αντιηλεκτροπληξιακός αυτόματος).
∆ιά την πρόληψιν ατυχηµάτων, από άµεσον ή έµµεσον επαφήν ή προσέγγισιν προς δίκτυα ή λοιπά στοιχεία ηλεκτρικών εγκαταστάσεων υπό τάσιν, πρέπει ειδικώτερον:
α) Να λαµβάνωνται όλα τα επιβαλλόµενα µέτρα ώστε να αποκλείεται η προσέγγισις εργαζοµένων εις ηλεκτροφόρους αγωγούς ή στοιχεία, ασχέτως τάσεώς των.
β) Αι µεταφοραί, χειρωνακτικαί ή µη, σιδηροπλισµού, σωλήνων, κιγκλιδωµάτων κ.ά. και οι εγκαταστάσεις µηχανηµάτων, τροχιών αναβατορίων, πυραύλων κ.ά. ως και αι προσεγγίσεις αντλιών σκυροδέµατος, να πραγµατοποιούνται µακράν από ηλεκτροφόρους αγωγούς ασχέτως τάσεως.
γ) Εις περιοχάς όπου υπάρχουν εναέρια ηλεκτρικά δίκτυα ή εγκαταστάσεις εφ όσον εργάζονται ή κινούνται υψηλά οχήµατα-µηχανήµατα, γερανοί, εκσκαφείς κλπ. να λαµβάνωνται πέραν των εις την προηγουµένην παράγραφον και µετά έγγραφον έγκρισιν της ∆ΕΗ πρόσθετα ειδικά µέτρα ασφαλείας.
Αντιπροσωπευτικά των σχετικών µέτρων αναφέρονται, η καταβίβασις του ιστού (µπούµας), η κατασκευή ειδικών ξυλίνων πλαισίων-περιθωρίων ασφαλείας εις σηµεία συνήθων διελεύσεων κάτωθεν γραµµών κ.ά.
δ) Οιαδήποτε απαιτουµένη επέµβασις εις τα δίκτυα της ∆ΕΗ (όπως ανύψωσις, διακοπή ρεύµατος κλπ.), να πραγµατοποιήται µόνον υπό ταύτης, µετά έγγραφον αίτησιν του ενδιαφεροµένου. Η ανύψωσις ή άλλη επέµβασις επί ή πλησίον ιδιωτικών γραµµών, πρέπει να
πραγµατοποιήται αποκλειστικά υπό αρµοδίων αδειούχων ηλεκτρολόγων.
ε) Η έναρξις εργασιών όπως η επίχωσις πλησίον εναερίων ηλεκτρικών δικτύων ή η εκσκαφή εις την περιοχήν εδράσεως στύλων ή πύργων να πραγµατοποιήται µόνον κατόπιν εγγράφου εγκρίσεως της ∆ΕΗ ή άλλου εις την κυριότητα του οποίου υπάγονται τα δίκτυα.
στ) Προ της ενάρξεως εκσκαφών, να λαµβάνωνται αρµοδίως πληροφορίαι διά το ενδεχόµενον υπάρξεως εις την περιοχήν υπογείων καλωδίων µεταφοράς-διανοµής ηλεκτρικού ρεύµατος και εις καταφατικήν περίπτωσιν η ακριβής θέσις και διαδροµή των προς αποφυγήν των κινδύνων ηλεκτροπληξίας. ∆ιά τον σκοπόν αυτόν πρέπει να δίδεται η σχετική προσοχή εις τα ενδεικτικά τούβλα ή τας ειδικάς ενδεικτικάς πλάκας, µε το σήµα «∆ΕΗ», αι οποίαι τοποθετούνται άνωθεν των καλωδίων.
ζ) Τα υπόγεια ηλεκτρικά δίκτυα τα οποία εγκαθίστανται εις την περιοχήν των εργοταξίων να επισηµαίνωνται καταλλήλως και ευκρινώς διά την εξυπηρέτησίν των.
Εάν πλησίον εργοταξίου διέρχωνται αγωγοί ηλεκτρικού ρεύματος, ειδοποιείται εγγράφως, υπό του εκτελούντος το έργον, προ της ενάρξεως των εργασιών, η αρμοδία υπηρεσία της ΔΕΗ. Τα μέτρα ασφαλείας τα οποία πρέπει να ληφθούν, εξετάζονται από κοινού υπό της ΔΕΗ, του εκτελούντος το έργον και του επιβλέποντος τούτο Μηχανικού. Κατόπιν δε της εγγράφου εγκρίσεως της αρμοδίας υπηρεσίας της ΔΕΗ λαμβάνονται όλα τα κατά περίπτωσιν ενδεικνυόμενα περαιτέρω προστατευτικά μέτρα και ιδίως κατασκευή προστατευτικών σανιδωμάτων.
Αι φορηταί λυχνίαι (µπαλαντέζες) πρέπει να ευρίσκωνται εις αρίστην κατάστασιν και να τροφοδοτούνται µε ηλεκτρικόν ρεύµα Χαµηλής Τάσεως µέχρι 42 βολτ, µέσω ειδικού µετασχηµατιστού, αποκλειοµένου πάντως του τύπου αυτοµετασχηµατιστού.
Κατά την χρήσιν εις εργοτάξια φορητών ηλεκτρικών συσκευών, κινητών προβολέων και µηχανηµάτων λειτουργούντων µε ηλεκτρικόν ρεύµα τάσεως 220/380 βολτ, πρέπει να τηρούνται τα ακόλουθα:
α) Τα καλώδια τροφοδοσίας να ακολουθούν διαδροµάς εις τας οποίας δεν δηµιουργούν κινδύνους (µακράν από συνήθεις διακινήσεις προσωπικού, οχηµάτων και υλικών).
β) Αι διαδροµαί και θέσεις των καλωδίων τροφοδοσίας εις εκάστην περίπτωσιν επισηµαίνονται επαρκώς. Εις σηµεία εις τα οποία υπάρχει ενδεχόµενον δηµιουργίας επικινδύνων συνθηκών πρέπει να αποκλείεται η κυκλοφορία οχηµάτων-µηχανηµάτων κ.ά.
γ) Κατά την εγκατάστασιν καλωδίων τροφοδοσίας επί δαπέδων, τα δάπεδα πρέπει να είναι ελεύθερα από χαλίκια και άλλα αιχµηρά υλικά-αντικείµενα, λάδια-πετρελαιοειδή, αραιωτικά και άλλα, τα οποία είναι δυνατόν να προκαλέσουν φθοράν των καλωδίων.
δ) Εις θέσεις συνήθους διελεύσεως οχηµάτων-µηχανηµάτων, τα διερχόµενα καλώδια τροφοδοσίας πρέπει να εξασφαλίζωνται επί πλέον µε την τοποθέτησιν ειδικών προστατευτικών δαπέδων επικαλύψεώς των.
ε) Οι χρησιµοποιούµενοι ρευµατολήπται και ρευµατοδόται πρέπει να είναι στεγανού τύπου.
στ) Η όλη εγκατάστασις και τα καλώδια τροφοδοσίας πρέπει να περιλαµβάνουν αγωγόν γειώσεως έστω και εις τας περιπτώσεις κατά τας οποίας τα εξυπηρετούµενα εργαλεία δεν απαιτούν γείωσιν.
1. Εργασίαι πραγματοποιούμεναι κατά τας νυκτερινάς ώρας ή εις χώρους σκοτεινούς, πρέπει να διεξάγωνται με τεχνητόν φωτισμόν διανεμόμενον εις ολόκληρον το πεδίον εργασιών.
Ειδικώτερον, απαιτείται η ύπαρξις:
α) Γενικού φωτισμού οδών, κλιμακοστασίων και διαδρόμων προσπελάσεως.
β) Γενικού Κατευθυνομένου Φωτισμού του τόπου εργασίας.
γ) Ειδικού Φωτισμού της θέσεως εργασίας εξαρτωμένου από το είδος της πραγματοποιουμένης εργασίας.
2. Εις τους υπαιθρίους χώρους νυκτερινών εργασιών, απαιτείται φωτισμός διάχυτος και κατά το δυνατόν ομοιόμορφος, όχι εκτυφλωτικός, τόσον διά την εκτέλεσιν των εργασιών, όσον και διά την διακίνησιν του προσωπικού και των υλικών.
Εις χώρους εις τους οποίους υφίσταται κίνδυνος αναφλέξεως ή εκρήξεως, αι εγκαταστάσεις φωτισµού θα είναι τύπου ασφαλείας, ως προβλέπει «ο Κανονισµός Εσωτερικών Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων».
Εις εργοταξιακάς εγκαταστάσεις ιδιαζόντων χώρων ως σηράγγων, υπονόµων, εκτεταµένων υπογείων κλπ., επιβάλλεται η ύπαρξις εφεδρικού φωτισµού ασφαλείας αυτοµάτου λειτουργίας.
1. Η φόρτωσις, εκφόρτωσις και µεταφορά υλικών ή αντικειµένων πρέπει να γίνεται κατά τρόπον ώστε να µην εκτίθενται εις κίνδυνον πρόσωπα λόγω καταπτώσεως, κυλίσεως, ανατροπής, καταρρεύσεως ή θραύσεως αντικειµένων.
Η έξοδος κεκλιµένων επιπέδων, ανοικτών ή κλειστών αγωγών εκφορτώσεως ή απορρίψεως, πρέπει να είναι κατασκευασµένη, ούτως ώστε ουδείς να διακινδυνεύη κατά την διεξαγωγή των ανωτέρω εργασιών.
2. Οι οδηγοί εκφορτώσεως µε κύλιστρα, κεκλιµένοι αγωγοί εκφορτώσεως, κεκλιµέναι τροχιαί και φορτωτήρες πρέπει να ασφαλίζωνται κατά εκτροχιασµών, πλαγίων µετατοπίσεων και καταπτώσεων εν ανάγκη δε να υποστηρίζωνται.
3. Εις φορτώσεις και εκφορτώσεις απαγορεύεται η παραµονή προσώπων εντός της τροχιάς διακινήσεως του υλικού.
4. Προ της φορτώσεως και εκφορτώσεως οχηµάτων πρέπει υπ ευθύνη του οδηγού να εξασφαλίζωνται ταύτα κατά τρόπον ώστε να µη τίθενται εις τυχαίαν κίνησιν.
1. Κατά την αποθήκευσιν και στοίβασιν πρέπει να καταβάλλεται φροντίς, ώστε ουδείς να διακινδυνεύη εκ καταρρεύσεως ή πτώσεως αντικειµένων.
2. Εάν η αποθήκευσις ή στοίβασις αντικειµένων γειτνιάζη µε περιοχάς εργασίας ή κυκλοφορίας, πρέπει να λαµβάνωνται κατάλληλα µέτρα προστασίας ως λ.χ. περιφράγµατα, σανιδώµατα, προστατευτικά δίκτυα κλπ.
3. Κατά την στοίβασιν σιδηροδοκών εις περισσοτέρας επαλλήλους στρώσεις, πρέπει να τοποθετώνται εγκαρσίως ως υπόστρωµα και προ της τοποθετήσεως της υπερκειµένης στρώσεως τεµάχια σανίδων ή καδρονίων.
1. Οι σωροί ξυλείας επιτρέπεται να ανεγείρωνται µόνον επί επιπέδου και σταθεράς βάσεως, κατά το δυνατόν κατακόρυφοι, µε χρησιµοποίησιν κανονικώς τεµαχισµένων ξύλων στοιβάσεως και συνδέσεως.
2. Κατά την αποθήκευσιν στρογγυλών κορµών ξυλείας ή σωλήνων πρέπει να λαµβάνωνται µέτρα προς αποφυγήν κυλίσεως.
3. Κατά την αποθήκευσιν εν γένει επιµήκων ράβδων κατακορύφως πρέπει να λαµβάνεται µέριµνα διά την αποφυγήν κατολισθήσεως ή πτώσεως.
4. Η άνοδος εις σωρούς είναι επιτρεπτή µόνον εις περίπτωσιν κατά την οποίαν δεν υπάρχει κίνδυνος καταρρεύσεως, ολισθήσεως ή κυλίσεως του συσσωρευοµένου υλικού και εξασφαλίζεται σταθερά έδρασις εις τον εργαζόµενον.
Όσον φυλάσσεται εις το ύπαιθρον άσβεστος κονιοποιημένη πρέπει να καλύπτεται διά στρώματος άμμου διά να παρεμποδίζεται η διακόρπισίς της υπό του πνέοντος ανέμου.
1. Εις περίπτωσιν απολήψεως συσσωρευµένου υλικού, υποκειµένου εις κατολίσθησιν (γαίαι, άνθρακες, κωκ, άµµος κλπ.) δεν επιτρέπεται να δηµιουργούνται απότοµα πρανή ή να υπονοµεύεται τούτο.
2. Απαγορεύεται η απόληψις σωλήνων, ξυλείας κλπ. από τα πλάγια σωρών.
1. Ρίψις αντικειµένων από ύψους επιτρέπεται µόνον όταν ο επικίνδυνος χώρος φυλάσσεται από επιτηρητήν και φράσσεται ασφαλώς. Η ρίψις επιτρέπεται να αρχίση αφού προηγηθή ειδοποίησις υπό του επιτηρητού ο οποίος πρέπει να έχη βεβαιωθή ότι η θέσις ρίψεως είναι ελευθέρα και απρόσιτος και δεν υφίσταται κίνδυνος αναπηδήσεως επ αυτής.
2. Οι επιτηρηταί δεν επιτρέπεται να ασχολούνται µε άλλας εργασίας.
1. Επιµήκη αντικείµενα (καρδόνια, ράβδοι, σιδηροί οπλισµοί κλπ.) µεταφερόµενα από ένα άτοµον πρέπει να µεταφέρωνται έχοντα κλίσιν προς τα οπίσω. Η διάβασις παρά τας γωνίας κτισµάτων πρέπει να γίνεται κατά ανοικτήν καµπύλην.
2. Κατά την µεταφοράν βαρέος αντικειµένου από περισσότερα άτοµα πρέπει ο αριθµός των να ρυθµίζεται αναλόγως του προς µεταφοράν βάρους και η διάταξίς των να γίνεται κατ ανάστηµα, λαµβανοµένης υπ όψιν και της κλίσεως του εδάφους.
Η διεύθυνσις (κουµάντο) πρέπει να ανατίθεται εις κατάλληλον πρόσωπον, το οποίον πρέπει να έχη διαρκή οπτικήν εποπτείαν της εργασίας. Προς τας εντολάς του πρέπει να συµµορφούνται οι εκτελούντες την µεταφοράν.
3. Προ της αποθέσεως ή απορρίψεως επιµήκων αντικειµένων πρέπει οι εκτελούντες την µεταφοράν να ευρίσκωνται από την αυτήν πλευράν.
Η απόθεσις ή απόρριψις πρέπει να γίνεται ταυτοχρόνως από όλους, κατόπιν µεγαλοφώνου παραγγέλµατος.
1. Εις χώρους αποθηκεύσεως ουσιών, αι οποίαι εις συνήθη θερμοκρασίαν γίνονται πτητικαί ή εις τους οποίους είναι δυνατή η ανάπτυξις, συγκέντρωσις ή διασπορά εκρηκτικών μειγμάτων αερίου, αέρος, ατμών ή κόνεων εις επικινδύνους ποσότητας (χώροι επικίνδυνοι εκρήξεων), εφαρμόζονται πέραν των προβλεπομένων εις το άρθρον 83 του κεφαλαίου Β του V Τμήματος, τα εις τας επομένας παραγράφους αναφερόμενα μέτρα. Τα μέτρα ταύτα ισχύουν επίσης διά γειτονικούς χώρους, οι οποίοι ευρίσκονται ή δύναται να ευρεθούν εις επικοινωνίαν με τους προηγουμένους, συνεχώς ή προσκαίρως λ.χ. διά θυρών, καναλίων, καπνοδόχων κλπ.
2. Οι χώροι τούτοι δεν επιτρέπεται να θερμαίνωνται δι’ ανοικτής φλογός ή ερυθροπυρουμένων θερμαντικών στοιχείων.
Η θέρμανσις πρέπει να είναι τοιαύτη ώστε να μην είναι δυνατή η πρόκλησις αναφλέξεως ή εκρήξεως αερίων ή ατμών εξ αυτής.
3. Δεν επιτρέπεται η εργασία με μηχανάς ή εργαλεία προκαλούντα ανάπτυξιν σπινθήρων.
4. Το κάπνισμα απαγορεύεται.
5. Εφ’ όσον δεν υπάρχη ή δεν λειτουργή ηλεκτρική εγκατάστασις επιτρέπεται η είσοδος εις τους χώρους μόνον με φανούς ασφαλείας.
Η είσοδος με γυμνήν φλόγα ή κοινόν φανός απαγορεύεται.
1. Αι εγκαταστάσεις αγωγών ατµών, θερµών υγρών ή αερίων πρέπει οπωσδήποτε να επισηµαίνωνται δι ειδικού κωδικοποιηµένου χρωµατισµού καθ όλην την έκτασίν των και πινακίδων σηµάνσεως, τοποθετουµένων κατ εύλογα διαστήµατα εις χαρακτηριστικάς και επικαίρους θέσεις.
2. Ελαστικοί συνδετήρες εφαρµοζόµενοι επί αγωγών υπό πίεσιν (ατµού, αερίων κλπ.), πρέπει να εξασφαλίζωνται από αποσύνδεσιν.
3. Αι εγκαταστάσεις εκτονώσεως και αι οπαί εκροής πρέπει να είναι διατεταγµέναι ούτως ώστε κατά την εκτόνωσιν ή εκροήν να αποφεύγωνται εγκαύµατα (ζεµατίσµατα).
1. Εις τους χώρους εις τους οποίους υφίσταται ένδειξις υπάρξεως αερίων ή κόνεων επιβλαβών διά την υγείαν ή ευαναφλέκτων πρέπει προ πάσης εργασίας και κατά την διάρκειαν αυτής, να ενεργήται έλεγχος του χώρου δι ειδικών µέσων υπό προσώπων ειδικών προς τούτο, οριζοµένων υπό του εργοδότου, προς εξακρίβωσιν της επικινδυνότητος διά την υγείαν και σωµατικήν ακεραιότητα των εργαζοµένων. Η έναρξις της εργασίας και η συνέχισις ταύτης θα επιτρέπεται µόνον εφ όσον κατά τους ως άνω ελέγχους διαπιστούται καταλληλότης των συνθηκών. Εις περιπτώσεις διαπιστώσεως ακαταλληλότητος των συνθηκών κατά τα ανωτέρω αι επιβλαβείς και επικίνδυνοι ουσίαι πρέπει να απάγωνται κατά ακίνδυνον τρόπον από τας θέσεις δηµιουργίας ή εµφανίσεώς των διά καταλλήλων διατάξεων.
2. ∆ιά την αντιµετώπισιν εκτάκτων περιστατικών, οι απασχολούµενοι πρέπει να εφοδιάζωνται µε τα κατάλληλα κατά περίπτωσιν ατοµικά µέσα προστασίας.
3. Οι εισερχόµενοι εις επικινδύνους χώρους, πρέπει να είναι καταλλήλως προσδεδεµένοι, ώστε να είναι δυνατή εις περίπτωσιν κινδύνου η άµεσος ανέλκυσίς των υπό των εκτός του χώρου τούτου επιτηρούντων αυτούς.
Επικίνδυνοι θέσεις και τόποι εργασίας πρέπει να επισηµαίνωνται δι ευκρινών σηµάτων συµφώνως προς το Π.∆/γµα 422/15-6-79 «περί συστήµατος σηµατοδοτήσεως ασφαλείας εις τους χώρους εργασίας» να κλείωνται διά περιφράξεων, καλυµµάτων, προστατευτικών στεγάστρων ή να φυλάσσωνται διά φυλάκων.
1. ∆ιά την πρόληψιν και αντιµετώπισιν πυρκαϊών εις τα εργοτάξια, τηρούνται οι «Κανονισµοί Πυρασφαλείας» του Πυροσβεστικού Σώµατος και κατά περίπτωσιν αι οικείαι ∆ιατάξεις του Υπουργείου Βιοµηχανίας.
2. Ως ληπτέα µέτρα ενδεικτικώς αναφέρονται τα ακόλουθα:
α) Αποµάκρυνσις κάθε µη αµέσως χρησιµοποιησίµου ποσότητος ευφλέκτων ως ξυλείας αχρήστου (παλαιών ξυλοτύπων, ξυλείας από συσκευασίας κ.ά.), αχρήστων τηλµάτων (σκουπιών), απορριµµάτων, πετρελαίων, ελαίων, χρωµάτων, δοχείων ή βαρελίων έστω και «κενών» τα οποία περιείχον όµως εύφλεκτα υγρά κ.ά.
Τα ανωτέρω, εάν δεν είναι δυνατή η τελική αποµάκρυνσις ή διάθεσίς των, πρέπει να τοποθετούνται εις θέσεις ασφαλείς, κατά το δυνατόν αποµονωµένας από το έργον και από άλλας επικινδύνους γειτνιάσεις.
β) Εργασίαι ανοικτής φλογός, κοπής, συγκολλήσεων, καύσεων κλπ. πρέπει να εκτελούνται µόνον εις ακινδύνους περιοχάς και υπό συνεχή παρακολούθησιν διά την πρόληψιν και αντιµετώπισιν τυχόν αναφλέξεως.
γ) Κατά την εκτέλεσιν απαραιτήτων εργασιών συγκολλήσεων ή άλλων ανοικτής φλογός ή ανατινάξεων εις θέσεις επικινδύνους δι ανάφλεξιν, επιβάλλεται η λήψις ειδικών µέτρων πυρασφαλείας καθοριζοµένων υπό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφεροµένου.
δ) Φωτιαί προχείρου τύπου, έστω και διά την προσωπικήν εξυπηρέτησιν και θέρµανσιν εργαζοµένων, απαγορεύονται.
ε) Εις χώρους επικινδύνους διά πυρκαϊάν, όπως εις αποθήκας καυσίµων, χρωµάτων και άλλων ευφλέκτων υλών κλπ., απαιτείται η λήψις προσθέτων ειδικών µέτρων προλήψεως πυρκαϊάς όπως:
(αα) Ο έλεγχος της τυχόν υπάρξεως ευφλέκτων αερίων δι ειδικής συσκευής (ανιχνευτής ευφλέκτων αερίων). Ο έλεγχος τούτος διενεργείται τόσον προ της ενάρξεως των εργασιών όσον και κατά διαστήµατα κατά την διάρκειάν των.
(ββ) Η µέριµνα διά συνεχή καλόν εξαερισµόν και διατήρησιν της θερµοκρασίας των χώρων εις χαµηλά επίπεδα, ώστε να αποκλείεται αυτανάφλεξις.
(γγ) Η απαγόρευσις καπνίσµατος, εργασιών γυµνής φλογός ή άλλων αι οποίαι συνεπάγονται ενδεχοµένως παραγωγήν σπινθήρος. Η απαγόρευσις πρέπει να επισηµαίνεται µε ειδικάς ευκρινείς επιγραφάς.
στ) Εξασφάλισις ζώνης πυρασφαλείας εις τα όρια του χώρου του εργοταξίου, ιδίως προκειµένου περί εργοταξίου ευρισκοµένου πλησίον δασώδους περιοχής ή έχοντος άλλας επικινδύνους γειτνιάσεις.
ζ) Εις τα εργοτάξια πρέπει να υπάρχουν µέσα σηµάνσεως, συναγερµού και πυροσβέσεως (σωλήνες εκτοξεύσεως ύδατος, πυροσβεστήρες καταλλήλων τύπων κατά περίπτωσιν, σκαπανικά εργαλεία κ.ά.). Τα ανωτέρω καθοριζόµενα πρέπει να είναι έτοιµα δι άµεσον χρήσιν, και εις θέσεις και ποσότητας αναλόγους προς τας ανάγκας.
η) Το προσωπικόν του εργοταξίου πρέπει να είναι εξοικειωµένον εις την αναγνώρισιν και αποτελεσµατικήν χρήσιν των ανωτέρω µέσων.
θ) Εις τα εργοτάξια πρέπει να υπάρχουν οδοί διαφυγής ή έξοδοι κινδύνου. Αύται πρέπει να είναι γνωσταί εις το προσωπικόν, να επισηµαίνωνται καταλλήλως και να φωτίζωνται.
β) Εργασίαι ανοικτής φλογός, κοπής, συγκολλήσεων, καύσεων κ.λ.π. πρέπει να εκτελούνται μόνον εις ακινδύνους περιοχάς και υπό συνεχή παρακολούθησιν διά την πρόληψιν και αντιμετώπισιν τυχόν αναφλέξεως.
γ) Κατά την εκτέλεσιν απαραιτήτων εργασιών συγκολλήσεων ή άλλων ανοικτής φλογός ή ανατινάξεων εις θέσεις επικινδύνους δι’ ανάφλεξιν, επιβάλλεται η λήψις ειδικών μέτρων πυρασφαλείας καθοριζομένων υπό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου.
Εις χώρους επικινδύνους διά πυρκαϊάν, όπως εις αποθήκας καυσίμων, χρωμάτων και άλλων ευφλέκτων υλών κ.λ.π., απαιτείται η λήψις προσθέτων ειδικών μέτρων προλήψεως πυρκαϊάς όπως:
(γγ) Η απαγόρευσις καπνίσματος, εργασιών γυμνής φλογός ή άλλων αι οποίαι συνεπάγονται ενδεχομένως παραγωγήν σπινθήρος. Η απαγόρευσις πρέπει να επισημαίνεται με ειδικάς ευκρινείς επιγραφάς.
1. Εις εργασίας σφυροκοπήσεως µε βαρείαν σφύραν, τα κοπίδια σφήνες, τρυπάνια κλπ. πρέπει να κρατούνται υπό δευτέρου προσώπου όχι απ ευθείας διά της χειρός, αλλά τη βοηθεία καταλλήλου µέσου (λαβίδες ή άλλα µέσα).
Τα κεφαλώµατα επί κοπιδίων, σφηνών, σφυρών κλπ. πρέπει να διορθώνωνται εγκαίρως.
2. Κατά τας εργασίας λαξεύσεως ή θραύσεως λίθων αι θέσεις των πλησίον εργαζοµένων πρέπει να χωρίζωνται από τας θέσεις των ως άνω εργασιών διά κινητού διαχωρίσµατος εκ καναβίνου υφάσµατος ή λεπτής σανίδας.
3. Οι λιθοξόοι και σκυροθραύσται πρέπει να είναι εφωδιασµένοι διά στερεών διοπτρών προφυλασσοµένων διά λεπτού συρµατίνου δικτύου παρεχοµένων υπό του εκτελούντος το έργον και δαπάναις αυτού.
Οι ασχολούµενοι µε την σβέσιν της ασβέστου εργάται πρέπει να φέρουν ειδικάς διόπτρας παρεχοµένας υπό του εκτελούντος το έργον και δαπάναις αυτού.
1. Εξέχοντες ήλοι, κοχλίαι, λαµάκια και τεµάχια συρµάτων επί κιβωτίων, βαρελίων, σανίδων υποστηλωµάτων, τοιχείων, δοκών κλπ. πρέπει να αφαιρούνται ή να αναδιπλώνωνται ή να καλύπτωνται.
2. ∆εν επιτρέπεται να τίθενται εις τα θυλάκια άνευ προστασίας εργαλεία και αντικείµενα µε οξείαν κόψιν ή αιχµήν. Καρφιά, βίδες, τρυπάνια κλπ. πρέπει να τίθενται εις κατάλληλα δοχεία χορηγούµενα υπό του εκτελούντος το έργον.
3. ∆εν επιτρέπεται να εγκαταλείπωνται επί του εδάφους ή του δαπέδου εργασίας κοπτερά ή αιχµηρά αντικείµενα (φτυάρια, αξίνες, καρφιά κλπ.).
1. Εις περιπτώσεις κατά τας οποίας γίνεται χρήσις τετηγµένων µετάλλων, κραµάτων αυτών ή ζεόντων υγρών πρέπει να λαµβάνεται µέριµνα προς αποφυγήν ανατροπής του λέβητος ή του δοχείου τήξεως ή ζέσεως διά στερεώσεως τούτου επί σταθεράς βάσεως.
2. Κατά την µεταφοράν του τετηγµένου µολύβδου ή πίσσης, τα δοχεία πρέπει να µην είναι υπερπληρωµένα, οι δε εργαζόµενοι να είναι εφωδιασµένοι δι ειδικής στολής εργασίας και ειδικών περικνηµίδων, χειροκτίων και εµπροσθέλλας.
Οι εργαζόµενοι οφείλουν να νίπτωνται επιµελώς µετά το πέρας της εργασίας ως και προ της λήψεως πάσης τροφής και να µην καπνίζουν µε ακαθάρτους χείρας.
Κατά την μεταφοράν του τετηγμένου μολύβδου ή πίσσης, τα δοχεία πρέπει να μην είναι υπερπληρωμένα, οι δε εργαζόμενοι να είναι εφωδιασμένοι δι’ ειδικής στολής εργασίας και ειδικών περικνημίδων, χειροκτίων και εμπροσθέλλας.
Οι εργαζόμενοι οφείλουν να νίπτωνται επιμελώς μετά το πέρας της εργασίας ως και προ της λήψεως πάσης τροφής και να μην καπνίζουν με ακαθάρτους χείρας.
Εις εργασίας κατά τας οποίας υπάρχει κίνδυνος πνιγµού πρέπει να χρησιµοποιούνται ζώναι ασφαλείας, εφ όσον τούτον είναι εφικτόν ή και να διατηρούνται έτοιµα προς χρήσιν εις καταλλήλους θέσεις, µέσα διασώσεως ως λ.χ. λέµβοι, σχοινία, γάντζοι, σωσίβια κλπ. και να διατίθεται εξειδικειµένον διά την χρήσιν των προσωπικόν.
1. Η ανάπαυσις και ο ύπνος εις επικινδύνους χώρους απαγορεύονται.
2. Απαγορεύεται εις τους απασχολουµένους να φέρουν ή να πίνουν οινοπνευµατώδη ποτά
κατά την διάρκειαν της εργασίας, περιλαµβανοµένων και των διαλειµµάτων.
3. Οι εις κατάστασιν µέθης δεν επιτρέπεται να εισέρχωνται εις τον τόπον εργασίας, ούτε
να γινεται ανεκτή η παραµονή των εις τούτον.
2. Απαγορεύεται εις τους απασχολουμένους να φέρουν ή να πίνουν οινοπνευματώδη ποτά κατά την διάρκειαν της εργασίας, περιλαμβανομένων και των διαλειμμάτων.
3. Οι εις κατάστασιν μέθης δεν επιτρέπεται να εισέρχωνται εις τον τόπον εργασίας, ούτε να γινεται ανεκτή η παραμονή των εις τούτον.
Εις περιπτώσεις κατά τας οποίας η προστασία των εργαζοµένων δεν δύναται να εξασφαλισθή απόλυτα είτε διά της εξαλείψεως του κινδύνου είτε διά των οµαδικών µέτρων προστασίας διατίθενται υπό του εκτελούντος το έργον εις τους εργαζοµένους ατοµικά µέσα προστασίας.
Τα ανωτέρω µέσα προστασίας πρέπει να προστατεύουν αποτελεσµατικά από τον συγκεκριµένον κίνδυνον, να ευρίσκωνται εις αρίστην κατάστασιν, να συντηρούνται περιοδικώς, να καθαρίζωνται και να αποθηκεύωνται µε επιµέλειαν.
Αι συσκευαί και λοιπός εξοπλισµός πρέπει να είναι προσωπικός δι έκαστον εργαζόµενον, να ελέγχεται και καθαρίζεται µε επιµέλειαν πριν διατεθή εις άλλον εργαζόµενον.
Όλος ο αναγκαίος εξοπλισµός ατοµικής προστασίας να τίθεται εις την διάθεσιν όλων των εργαζοµένων εις το εργοτάξιον και να είναι εις κατάστασιν αµέσου χρησιµοποιήσεως.
Οι εκτελούντες το έργον πρέπει να φροντίζουν ώστε τα απαιτούµενα κατά περίπτωσιν ατοµικά µέσα προστασίας να χρησιµοποιούνται υπό των εργαζοµένων.
Οι εργαζόµενοι οφείλουν να χρησιµοποιούν τα ατοµικά µέσα προστασίας εις τας περιπτώσεις κατά τας οποίας απαιτείται τοιαύτη χρήσις.
Τα ατοµικά µέσα προστασίας πρέπει να προσαρµόζωνται εις τα ανθρωποµετρικά στοιχεία και ανατοµικάς αναλογίας εκάστου εργαζοµένου.
Οι εργαζόµενοι εις Εργοτάξια, ασχέτως απασχολήσεως, πρέπει να φέρουν κράνη προστασίας της κεφαλής, χορηγούµενα υπό του εκτελούντος το έργον.
Η χρήσις κρανών είναι υποχρεωτική.
Εις εργασίας, αι οποίαι, είναι δυνατόν να προκαλέσουν βλάβας οφθαλµών ως π.χ. κατεδαφίσεις, συγκολλήσεις, τροχίσµατα, κοπή κεφαλών ήλων, τεµαχισµό λίθων, εκκένωσιν ή µετάγγισιν οξέων ή αλκαλίων, κλπ. διατίθενται υπό του εκτελούντος το έργον κατάλληλα µέσα προστασίας π.χ. οµµατοϋάλια, προσωπίδες, ασπίδια κ.ά.
Εις εγκαρσίας, αι οποίαι, είναι δυνατόν να προκαλέσουν τραύµατα ή εγκαύµατα ή δερµατικάς παθήσεις χειρών, διατίθενται υπό του εκτελούντος το έργον τα κατάλληλα χειρόκτια (γάντια).
Οι εργαζόµενοι εις εργοτάξια πρέπει να φέρουν κατάλληλα υποδήµατα (σκληρόν ή ενισχυµένον ποντίνι διά την προστασίαν εναντι πτώσεως βαρέων αντικειµένων και σόλα η οποία να προφυλάσση από κίνδυνον ολισθήσεως, διατρήσεως από καρφιά κλπ.).
∆ι ειδικάς εργασίας αι οποίαι έχουν ειδικούς κινδύνους ως π.χ. εργασίαι παρά το ύδωρ ή πλησίον φωτιάς ή πλησίον καυστικών ουσιών ο εκτελών το έργον υποχρεούται να παρέχη τα ειδικά κατά περίπτωσιν υποδήµατα. Απαγορεύεται η χρήσις ακαταλλήλων υποδηµάτων (π.χ. σαγιονάρες, πέδιλα, παντός είδους πάνινα υποδήµατα τύπου ΤΕΝΝΙS ή υποδήµατα µε τακούνια).
Ο εκτελών το έργον πρέπει να εξασφαλίζη την δυνατότητα χρήσεως των ζωνών ασφαλείας εις τας περιπτώσεις κατά τας οποίας η χρήσις αύτη είναι αναγκαία.
Αι ζώναι ασφαλείας δεν πρέπει να επιτρέπουν την ελευθέραν πτώσιν πλέον του ενός (1,00) µέτρου.
Απαγορεύεται να εργάζωνται µεµονωµένως οι εργαζόµενοι οι οποίοι χρησιµοποιούν διά την προστασίαν των ζώνας ασφαλείας.
Κατά την εργασία ενδείκνυται η χρησιµοποίησις υπό του εργαζοµένου στολής εργασίας.
Η στολή πρέπει να είναι κατασκευασµένη εκ καταλλήλου υφάσµατος ή ειδικού υλικού, ώστε να µη προκαλή ερεθισµόν εις τα σηµεία επαφής µε το σώµα του εργαζοµένου.
Η στολή πρέπει να αποτελήται εξ ενός ή δύο τεµαχίων.
Απαγορεύονται οι ζώνες, πλατείς επενδύται και εν γένει κρεµάµενα ή εξέχοντα τµήµατα ενδυµασίας γραβάται, µανδήλια λαιµού, ταυτότητες, δακτυλίδια, αλυσίδες κ.ά.
1. ∆ιά την αλλαγήν ενδυµασίας και φύλαξιν των ενδυµάτων, πρέπει να διατίθενται επαρκείς και κατάλληλοι χώροι.
2. ∆ιά τους χώρους υγιεινής, και διά το ύδωρ (πόσιµον και καθαριότητος) εφαρµόζονται αι Υγειονοµικαί ∆ιατάξεις του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών.
3. Εις εργασίας ρυπαράς ή προκαλούσας επαγγελµατικάς νόσους, πρέπει να υφίστανται δυνατότης νίψεως και καθαρισµού διά καταιονισµού (ντους) εις καταλλήλους χώρους, καθώς και πλύσις ή και απολύµανσις των στολών.
4. Εντός του εργοταξίου συνιστάται να υπάρχη κατάλληλος χώρος διά την διατήρησιν του φαγητού των εργαζοµένων εις καλήν κατάστασιν. Εφ όσον ο αριθµός των απασχολουµένων είναι µεγαλύτερος των εβδοµήκοντα (70), η διάθεσις του ως άνω χώρου είναι υποχρεωτική.
5. Εις τας περιπτώσεις κατά τας οποίας η προστασία της υγείας ή της ασφαλείας των εργαζοµένων το απαιτεί, πρέπει να απαγορεύεται εις τους απασχολουµένους να τρώγουν, να πίνουν ή να καπνίζουν εις τους χώρους εργασίας.
6. Οι απασχολούµενοι οφείλουν να επιµελώνται ιδιαιτέρως διά την ατοµικήν των καθαριότητα, ιδίως προ του φαγητού και προ της αναχωρήσεως εκ του τόπου εργασίας.
7. Αι ειδικαί στολαί εργασίας πρέπει να αφαιρούνται προ του φαγητού, αι δε στολαί εργασίας πρέπει να αφαρούνται προ της αναχωρήσεως.
8. Ιδιαίτερη µέριµνα πρέπει να λαµβάνεται διά την συγκέντρωσιν και αποκοµιδήν των απορριµµάτων φαγητών.
1. Εις έκαστον εργοτάξιον πρέπει να υπάρχει πρόχειρον µικρόν φαρµακείον διά την παροχήν πρώτων βοηθειών τοποθετηµένον εις θέσιν ευκόλως προσιτήν και υπό την επίβλεψιν εντεταλµένου, µερίµνη του εργοδότου, περιέχον ενδεικτικώς τα ακόλουθα είδη εις τας έναντι εκάστοτε ελαχίστας ποσότητας:
Φυλλάδιον οδηγιών χρήσεως και πρώτων βοηθειών
Β΄ Εκτός πόλεως
Επί πλέον των ανωτέρω προβλεποµένων:
1. Αντιοφικός Ορός.
2. Ενέσιµον κορτιζονούχον σκεύασµα των 100 mg. (Αντισόκ).
3. Σύριγγες πλαστικαί µιας χρήσεως των 5 cc 2 τεµ.-3.
4. Σύριγγες πλαστικαί µιας χρήσεως των 10 cc 2 τεµ. -3.
5. ∆ισκία αντιδιαρροϊκά.
6. ∆ισκία αντιόξινα.
2. Εις εργοτάξια απασχολούντα ταυτοχρόνως άνω των 100 προσώπων, πρέπει να υπάρχη και εντεταλµένος, ειδικώς εκπαιδευθείς εις την παροχήν απλών Πρώτων Βοηθειών, καθώς και αυτοκίνητον δυνάµενον να µεταφέρη φορείον.
Εφ όσον η εργασία εκτελείται εις φυλακάς (βάρδιας) επιβάλλεται η παρουσία του ως άνω ειδικού ανά φυλακήν (βάρδιαν).
3. Εις εργοτάξια αποµεµακρυσµένα πλέον της µιας ώρας διαδροµής από νοσοκοµειακάς µονάδας και απασχολούντα ταυτοχρόνως άνω των 300 προσώπων, πρέπει καθ όλας τας εργασίµους ώρας να υπάρχη πρόχειρον ιατρείον εξυπηρετούµενον και υπό συνεργαζοµένου ιατρού.
∆ιά την διαρκή επίβλεψιν και επιµέλειαν της εφαρµογής του παρόντος ως και του Π.∆/τος 778/80 «περί των µέτρων ασφαλείας κατά την εκτέλεσιν οικοδοµικών εργασιών» εις τας οικοδοµικάς και εν γένει εργοταξιακάς εργασίας, παρίσταται ανελλιπώς καθ όλην την διάρκειαν της ηµερησίας εργασίας οι νόµω υπόχρεοι εργοδόται ή οι εκπρόσωποι τούτων.
Το προσωπικόν εκάστου συνεργείου πρέπει να επιθεωρήται τουλάχιστον άπαξ της ηµέρας υπό του επικεφαλής του υπεργολάβου, άπαξ δε της εβδοµάδος, υπό του εργολάβου, εφ΄όσον έχει ειδικάς γνώσεις, ή υπό καταλλήλου εκπροσώπου του.
Οι υπεργολάβοι και εργολάβοι οφείλουν διαρκώς να καθοδηγούν τους εργαζοµένους περί των, κατά φάσιν εργασίας, απαιτουµένων µέτρων ασφαλείας.
Οι απασχολούµενοι, ειδικώς δε οι νεοπροσλαµβανόµενοι, πρέπει να διαφωτίζωνται µερίµνη των αµέσως προϊσταµένων των σχετικώς µε τους κινδύνους τους συνυφασµένους µε την εργασίαν των και γενικώτερον να ενηµερώνωνται επί των διατάξεων του παρόντος.
1. Εις έκαστον εργοτάξιον τηρείται μερίμνη του εργοδότου ή του αρμοδίως εξουσιοδοτημένου οργάνου Ημερολόγιον Μέτρων Ασφαλείας, της Εργασίας εις το οποίον αναγράφονται τα ως κατωτέρω αναφερόμενα ως και οριζόμενα τοιαύτα εκ συναφών διατάξεων ή κανόνων ασφαλείας.
α) Ο αριθμός της θεωρημένης βεβαιώσεως του επιβλέποντος μηχανικού της αφορώσης εις την καταλληλότητα των εξωτερικών ικριωμάτων και αναφερομένης εις την παρ. 2 του άρθρου 3 του 778/80 Π.Δ/τος «περί των μέτρων ασφαλείας κατά την εκτέλεσιν οικοδομικών εργασιών».
β) Αι, κατά την παρ. 4 του άρθρου 21 του ως άνω Π.Δ/τος, επιθεωρήσεις προ της επαναλήψεως εργασιών διακοπεισών λόγω θεομηνίας.
γ) Αι, κατά το άρθρον 13 του παρόντος, επιθεωρήσεις των πρανών ορυγμάτων και των αντιστηρίξεών των.
δ) Η, κατά το άρθρον 35 του παρόντος, άδεια του επιβλέποντος μηχανικού διά την περίπτωσιν εγκαταστάσεως, ανυψωτικής μηχανής επί ικριώματος (ως και η εν προκειμένου ενίσχυσίς του).
ε) Αι, κατά την παρ. ΙΕ’ του άρθρου 60 του παρόντος, γενικαί επιθεωρήσεις συρματοσχοίνων ως και οι κατά την παρ. ΙΖ’ του αυτού άρθρου απαιτούμενοι επανέλεγχοι.
ζ) Οι, κατά το άρθρον 67 του παρόντος οριζόμενοι έλεγχοι και επανέλεγχοι των ανυψωτικών μηχανημάτων.
2. Λεπτομέρειαι διά την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου ρυθμίζονται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εργασίας μετά γνώμην του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας.
1. Έκαστος εργαζόµενος και οιοδήποτε άλλο άτοµον το οποίον ευρίσκεται εις τους τόπους εργασίας, πρέπει να συνεργάζεται µετά του εργοδότου διά την εφαρµογήν του παρόντος Κανονισµού.
2. Έκαστος εργαζόµενος ο οποίος ασχολείται εις το εργοτάξιον, πρέπει να ειδοποιή αµέσως τον εργοδότην ή τον προϊστάµενον του εργοταξίου δι οιοδήποτε ελάττωµα το οποίον ίσως αντιληφθή εις την εγκατάστασιν ή τας µηχανάς ή οιονδήποτε λάθος ατόµου το οποίον δύναται να προκαλέση ατύχηµα.
3. Ουδείς πρέπει να παρενοχλή, να µετατοπίζη, να αφαιρή, να προκαλή βλάβας ή να καταστρέφη τας εγκαταστάσεις και τας διατάξεις ασφαλείας, αι οποίαι προδιαγράφοται υπό του παρόντος Π. ∆/τος ή άλλου Κανονισµού, χωρίς να λαµβάνη την άδειαν του εργοδότου ή του υπευθύνου προϊσταµένου του εργοταξίου.
4. Έκαστος εργαζόµενος, πρέπει να χρησιµοποιή τα µέσα προστασίας και όλας τας διατάξεις ασφαλείας, ή τας άλλας εγκαταστάσεις αι οποίαι προβλέπονται διά την προστασίαν του και πρέπει να συµµορφούνται προς το σύνολον των οδηγιών ασφαλείας αι οποίαι αναφέρονται εις την εργασίαν του.
5. Έκαστος εργαζόµενος πρέπει να εφαρµόζη µεθόδους εργασίας ασφαλείς, να λαµβάνη τας απαραιτήτους προφυλάξεις διά την προσωπικήν του ασφάλειαν και διά την ασφάλειαν οιουδήποτε άλλου ατόµου, και να απέχη από οιανδήποτε πράξιν η οποία ενδέχεται να θέση εις κίνδυνον τον ίδιον ή οιονδήποτε άλλον άτοµον.
6. Ουδείς εργαζόµενος, πρέπει να προσέρχεται ή να εγκαταλείπη την θέσιν του, άνευ της χρησιµοποιήσεως των µέσων ασφαλούς προσβάσεως ή εξόδου, τα οποία έχουν προβλεφθή.
1. Οι νόµω υπόχρεοι εργοδόται και οι εκπρόσωποι αυτών υποχρεούνται εν περιπτώσει ατυχήµατος επισυµβάντος εις τον τόπον εργασίας εις τινα των εργαζοµένων, να ειδοποιούν αµελλητί την πλησιεστέραν Αστυνοµικήν Αρχήν, να αναγγέλουν δε εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών το ατύχηµα εις το οικείον Τµήµα ή Γραφείον Εργασίας και εφ όσον πρόκειται περί σοβαρού τραυµατισµού ή θανάτου, να διατηρούν αµετάβλητα πάντα τα στοιχεία, άτινα δύναται να χρησιµεύσουν προς εξακρίβωσιν των αιτίων του ατυχήµατος.
2. Ο εργοδότης ή ο εκπροσωπών τούτον υποχρεούται ευθύς ως συµβή το ατύχηµα να µεριµνήση διά την άµεσον παροχήν πρώτων βοηθειών εις τον παθόντα διά των µέσων των αναφεροµένων εις το άρθρον 110 του παρόντος, εις σοβαρωτέρας δε περιπτώσεις, διά εργοτάξια µη εµπίπτοντα εις τας περιπτώσεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 110, διά την άµεσον µεταφοράν του παθόντος εις το πλησιέστερον φαρµακείον ή σταθµόν πρώτων βοηθειών ή νοσοκοµείον ή κλινικήν.
Οι νόμω υπόχρεοι εργοδόται και οι εκπρόσωποι αυτών υποχρεούνται εν περιπτώσει ατυχήματος επισυμβάντος εις τον τόπον εργασίας εις τινα των εργαζομένων, να ειδοποιούν αμελλητί την πλησιεστέραν Αστυνομικήν Αρχήν, να αναγγέλουν δε εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών το ατύχημα εις το οικείον Τμήμα ή Γραφείον Εργασίας και εφ’ όσον πρόκειται περί σοβαρού τραυματισμού ή θανάτου, να διατηρούν αμετάβλητα πάντα τα στοιχεία, άτινα δύναται να χρησιμεύσουν προς εξακρίβωσιν των αιτίων του ατυχήματος.
Ο έλεγχος και η επίβλεψις της εφαρµογής τόσον του παρόντος όσον και του Π.∆/τος 778/80 ανατίθεται εις τα αρµόδια όργανα του Υπουργείου Εργασίας και τας Αστυνοµικάς Αρχάς.
Τα ως άνω όργανα δικαιούνται να διατάσσουν την διακοπήν της εργασίας, εις Τµήµα ή το σύνολον του έργου κατά τον διενεργούµενον έλεγχον ότι εις το υπό κατασκευήν έργον δεν έχουν ληφθή τα υπό των ανωτέρω διαταγµάτων προβλεπόµενα µέτρα ασφαλείας.
Πάσα παράβασις των διατάξεων του παρόντος διώκεται και τιµωρείται συµφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 3 του Β.∆. 25-8/5.9.1920 «περί κωδικοποιήσεως των περί υγιεινής και ασφαλείας των εργατών διατάξεων, ως αύται αντικατεστάθησαν διά του άρθρου 1 εδαφ. β του Ν. 2943/1922 «περί τροποποιήσεως εργατικών τινών νόµων».
Από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος καταργούνται:
α) Το άρθρον 1.
β) Τα άρθρα 17 και 18 του Κεφ. Β.
γ) Τα άρθρα 20 και 21 του Κεφ. Γ.
δ) Οι παράγραφοι 1, 2, 3 του άρθρου 22, τα άρθρα 23 και 24, οι παράγραφοι 1, 2, 4 και 5
του άρθρου 26. Τα άρθρα 27, 28, 29, 30 και 31 του κεφ. Δ του Π.∆/τος 447/75 «περί ασφαλείας των εν ταις οικοδοµικαίς εργασίαις ασχολουµένων µισθωτών».
ε) Το Π.∆/γµα 12.1.34 «περί κανονισµού προβλέψεως ατυχηµάτων εις υπαιθρίους εργασίας».
Η ισχύς του παρόντος άρχεται µετά εξ (6) µήνες από της δηµοσιεύσεώς του διά της Εφηµερίδος της Κυβερνήσεως.
Εις τον Υπουργόν Εργασίας, ανατίθεµεν την δηµοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος ∆ιατάγµατος.
Εν Θεσσαλονίκη τη 12 Σεπτεµβρίου 1981
Ο ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ ΤΗΣ ∆ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΛΑΣΚΑΡΗΣ