Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 181 - 216 of 393
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Βιολογία
Αγγλικός όρος:
Biology

Μετάφραση: Biology
Ελληνικός όρος:
Βιολογικές ιδιότητες
Αγγλικός όρος:
Biological properties

Μετάφραση: Biological properties
Ελληνικός όρος:
Βιολογικές Οριακές Τιμές
Αγγλικός όρος:
Biological Limit Values, BLV

Μετάφραση: Biological Limit Values, BLV
Ελληνικός όρος:
Βιολογικές παράμετροι
Αγγλικός όρος:
Biological parameters

Μετάφραση: Biological parameters
Ελληνικός όρος:
Βιολογική διαθεσιμότητα
Αγγλικός όρος:
Bioavailability, biological availability

Μετάφραση: Bioavailability, biological availability
Ελληνικός όρος:
Βιολογική παρακολούθηση
Αγγλικός όρος:
Biological monitoring

Μετάφραση: Biological monitoring
Ελληνικός όρος:
Βιολογική προσβολή
Αγγλικός όρος:
Biological attack

Μετάφραση: Biological attack
Ελληνικός όρος:
Βιολογικό περιβάλλον
Αγγλικός όρος:
Biological environment

Μετάφραση: Biological environment
Ελληνικός όρος:
Βιολογικοί θάλαμοι ασφαλείας
Αγγλικός όρος:
Biological safety cabinets

Μετάφραση: Biological safety cabinets
Ελληνικός όρος:
Βιολογικός κίνδυνος ή βιοκίνδυνος
Αγγλικός όρος:
Biohazard

Μετάφραση: Biohazard
Ελληνικός όρος:
Βιολογικώς απαιτούμενο οξυγόνο
Αγγλικός όρος:
Biological oxygen demand

Μετάφραση: Biological oxygen demand
Ελληνικός όρος:
Βιολογικώς απαιτούμενο οξυγόνο
Αγγλικός όρος:
Biological oxygen demand, BOD

Μετάφραση: Biological oxygen demand, BOD
Ελληνικός όρος:
Βιομάζα
Αγγλικός όρος:
Biomass

Μετάφραση: Biomass
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανία
Αγγλικός όρος:
Industry

Μετάφραση: Industry
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανία γαλβανισμού
Αγγλικός όρος:
Electroplating industry

Μετάφραση: Electroplating industry
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικά απόβλητα
Αγγλικός όρος:
Industrial waste

Μετάφραση: Industrial waste
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικά κράνη ασφαλείας
Αγγλικός όρος:
Industrial safety helmets

Μετάφραση: Industrial safety helmets
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικά πλυντήρια
Αγγλικός όρος:
Industrial laundry machinery

Μετάφραση: Industrial laundry machinery
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικά χημικά προϊόντα
Αγγλικός όρος:
Industrial chemicals

Μετάφραση: Industrial chemicals
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικές λυματολάσπες
Αγγλικός όρος:
Industrial effluent sludges

Μετάφραση: Industrial effluent sludges
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανική τοξικολογία
Αγγλικός όρος:
Industrial toxicology

Μετάφραση: Industrial toxicology
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανική υγιεινή
Αγγλικός όρος:
Industrial hygiene

Μετάφραση: Industrial hygiene
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανική χρήση
Αγγλικός όρος:
Industrial use

Μετάφραση: Industrial use
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικό ατύχημα
Αγγλικός όρος:
Industrial accident

Μετάφραση: Industrial accident
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικό ατύχημα μεγάλης έκτασης (ΒΑΜΕ)
Αγγλικός όρος:
Major industrial accident

Μετάφραση: Major industrial accident
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικό δάπεδο
Αγγλικός όρος:
Industrial floor

Μετάφραση: Industrial floor
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικοί αντιδραστήρες
Αγγλικός όρος:
Industrial reactors

Μετάφραση: Industrial reactors
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικός εξοπλισμός
Αγγλικός όρος:
Industrial equipment

Μετάφραση: Industrial equipment
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικός εργάτης
Αγγλικός όρος:
Blue-collar worker, Industrial worker

Μετάφραση: Blue-collar worker, Industrial worker
Ελληνικός όρος:
Βιομηχανικός χρήστης
Αγγλικός όρος:
Industrial User

Μετάφραση: Industrial User
Ελληνικός όρος:
Βιομόρια
Αγγλικός όρος:
Biomolecules

Μετάφραση: Biomolecules
Ελληνικός όρος:
Βιο-ΜΤΒΕ
Αγγλικός όρος:
Bio-MTBE, methyl-tertio-butyl-ether

Μετάφραση: Bio-MTBE, methyl-tertio-butyl-ether
Ελληνικός όρος:
Βιοστατιστική
Αγγλικός όρος:
Biostatistics

Μετάφραση: Biostatistics
Ελληνικός όρος:
Βιοσυγκέντρωση
Αγγλικός όρος:
Bioconcentration

Μετάφραση: Bioconcentration
Ελληνικός όρος:
Βιοσυσσώρευση
Αγγλικός όρος:
Bioaccumulation

Μετάφραση: Bioaccumulation
Ελληνικός όρος:
Βιοσυσσωρευσιμότητα
Αγγλικός όρος:
Bio-accumulative

Μετάφραση: Bio-accumulative

Ακολουθήστε μας