Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 151 - 200, σε σύνολο 388
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: New facilities
Μετάφραση: Νέες εγκαταστάσεις

Όρος: New forms of work
Μετάφραση: Νέες μορφές εργασίας

Όρος: New research findings
Μετάφραση: Νέα πορίσματα ερευνών

Όρος: New substance
Μετάφραση: Νέα ουσία

Όρος: New technology
Μετάφραση: Νέα τεχνολογία

Όρος: New workers
Μετάφραση: Νεοπροσληφθέντες εργαζόμενοι

Όρος: Newton
Μετάφραση: Νιούτον

Όρος: Niacin see nicotinic acid
Μετάφραση:

Όρος: Nickel
Μετάφραση: Νικέλιο ή νικκόλιο

Όρος: Nickel carbonyl or tetracarbonyl nickel
Μετάφραση: Νικελοκαρβονύλιο ή καρβονύλιο του νικελίου ή τετρακαρβονυλονικέλιο

Όρος: Nickel chloride
Μετάφραση: Χλωριούχο νικέλιο

Όρος: Nickel nitrate
Μετάφραση: Νιτρικό νικέλιο

Όρος: Nickel powder
Μετάφραση: Νικελίου σκόνη

Όρος: Nickel sulphate
Μετάφραση: Θειικό νικέλιο

Συντομογραφία: NAD
Όρος: Nicotinamide adenine dinucleotide
Μετάφραση: Νικοτιναμιδοαδενινοδινουκλεοτίδιο

Συντομογραφία: NADP
Όρος: Nicotinamide adenine dinucleotide phosphate
Μετάφραση: Φωσφορικό νικοτιναμιδοαδενινοδινουκλεοτίδιο ή φωσφορυλιωμένο παράγωγο του NAD

Όρος: Nicotine, 3-(N-methyl-2-pyrrolidinyl)pyridine
Μετάφραση: Νικοτίνη

Όρος: Nicotinic acid or niacin or 3-pyridinecarboxylic acid
Μετάφραση: Νικοτινικό οξύ ή νιασίνη ή 3-πυριδινοκαρβοξυλικό οξύ

Όρος: Nicotinoyl chloride
Μετάφραση: Νικοτινοϋλοχλωρίδιο

Όρος: Night shift
Μετάφραση: Νυχτερινή βάρδια

Όρος: Night work
Μετάφραση: Νυχτερινή εργασία

Όρος: Niobium
Μετάφραση: Νιόβιο

Όρος: NIOSH equation
Μετάφραση: Εξίσωση NIOSH

Όρος: Nitrapyrin
Μετάφραση: Νιτραπυρίνη

Όρος: Nitrate
Μετάφραση: Νιτρικό

Όρος: Nitrated derivatives
Μετάφραση: Νιτροπαράγωγα ή νιτρωμένα παράγωγα

Όρος: Nitrated derivatives of aromatic hydrocarbons
Μετάφραση: Νιτροπαράγωγα αρωματικών υδρογονανθράκων

Όρος: Nitrated derivatives of phenols
Μετάφραση: Νιτροπαράγωγα φαινολών

Όρος: Nitrating acid
Μετάφραση: Οξύ νίτρωσης

Όρος: Nitration
Μετάφραση: Νίτρωση

Όρος: Nitric acid
Μετάφραση: Νιτρικό οξύ

Όρος: Nitric acid esters
Μετάφραση: Εστέρες του νιτρικού οξέος

Όρος: Nitric acid propyl ester see propyl nitrate
Μετάφραση:

Όρος: Nitric oxide
Μετάφραση: Μονοξείδιο του αζώτου

Όρος: Nitrified derivatives
Μετάφραση: Νιτροδωμένα παράγωγα

Όρος: Nitrile
Μετάφραση: Νιτρίλιο

Όρος: Nitrile gloves
Μετάφραση: Γάντια νιτριλίου

Όρος: Nitrile synthesis
Μετάφραση: Νιτριλική σύνθεση

Συντομογραφία: NTA
Όρος: Nitrilotriacetic acid
Μετάφραση: Νιτριλοτριοξικό οξύ

Όρος: Nitrite
Μετάφραση: Νιτρώδες

Όρος: Nitrites
Μετάφραση: Νιτρώδη άλατα

Όρος: Nitro compounds
Μετάφραση: Νιτρoενώσεις

Όρος: Nitro methylbenzophenone
Μετάφραση: Νιτρομεθυλοβενζοφαινόνη

Όρος: Nitroacetanilide
Μετάφραση: Νιτροακετανιλίδιο

Όρος: nitroacetophenone p- or methyl p-nitrophenylketone
Μετάφραση: p-νιτροακετοφαινόνη ή μεθυλο p-νιτροφαινυλοκετόνη

Όρος: Nitroaniline
Μετάφραση: Νιτροανιλίνη

Όρος: Nitroanisole
Μετάφραση: Νιτροανισόλη

Όρος: Nitrobenzaldehyde
Μετάφραση: Νιτροβενζαλδεΰδη

Όρος: Nitrobenzene
Μετάφραση: Νιτροβενζόλιο ή έλαιο της μιρβάνας

Όρος: Nitrobenzoic acid
Μετάφραση: Νιτροβενζοϊκό οξύ

Ακολουθήστε μας