Ν. 4210/2013 (ΦΕΚ 254/Α` 21.11.2013)
| Συνημμένο | Μέγεθος |
|---|---|
| ΦΕΚ 254Α_2013 | 372.44 KB |
1. Οι διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 50 του Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007) καταργούνται. Κάθε διάταξη που ρυθμίζει το ίδιο ζήτημα με τις ως άνω καταργούμενες διατάξεις και αφορά υπαλλήλους ή λειτουργούς του Δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού παύει να ισχύει.
2. Η παρ. 7 του άρθρου 50 του Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007) αναριθμείται σε παράγραφο 6.
1. Το άρθρο 55 του Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 55
Χορήγηση αναρρωτικής άδειας
1. Η αναρρωτική άδεια χορηγείται ανά μήνα με εξαίρεση την περίπτωση των δυσίατων νοσημάτων όπως αυτά ορίζονται με την απόφαση της παραγράφου 4 του άρθρου 54 που χορηγείται ανά εξάμηνο κατ’ ανώτατο όριο.
2. Βραχυχρόνιες αναρρωτικές άδειες χορηγούνται με γνωμάτευση θεράποντος ιατρού έως οκτώ (8) ημέρες κατ’ έτος. Δύο (2) εξ αυτών, αλλά όχι συνεχόμενες, μπορούν να χορηγούνται μόνο με υπεύθυνη δήλωση του υπαλλήλου.
3. Ο υπάλληλος υποχρεούται να δεχτεί την επίσκεψη του ελεγκτή ιατρού.
4. Η αποστολή ιατρού για έλεγχο υπαλλήλου, που κάνει χρήση βραχυχρόνιων αναρρωτικών αδειών κατ’ επανάληψη, είναι υποχρεωτική για την υπηρεσία και η τυχόν παράλειψή της συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα του αρμοδίου προϊσταμένου της διεύθυνσης διοικητικού.»
2. Το άρθρο 62 του ν. 3584/2007 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 62
Χορήγηση αναρρωτικής άδειας
1. Η αναρρωτική άδεια χορηγείται ανά μήνα με εξαίρεση την περίπτωση των δυσίατων νοσημάτων όπως αυτά ορίζονται με την απόφαση της παραγράφου 4 του άρθρου 54 που χορηγείται ανά εξάμηνο κατ’ ανώτατο όριο.
2. Βραχυχρόνιες αναρρωτικές άδειες χορηγούνται με γνωμάτευση θεράποντος ιατρού έως οκτώ (8) ημέρες κατ’ έτος. Δύο (2) εξ αυτών, αλλά όχι συνεχόμενες, μπορούν να χορηγούνται μόνο με υπεύθυνη δήλωση του υπαλλήλου.
3. Ο υπάλληλος υποχρεούται να δεχτεί την επίσκεψη του ελεγκτή ιατρού.
4. Η αποστολή ιατρού για έλεγχο υπαλλήλου, που κάνει χρήση βραχυχρόνιων αναρρωτικών αδειών κατ’ επανάληψη, είναι υποχρεωτική για την υπηρεσία και η τυχόν παράλειψή της συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα του αρμοδίου προϊσταμένου της διεύθυνσης διοικητικού.»
1. Η παρ. 3 του άρθρου 56 του Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«3. Αναρρωτική άδεια πέραν των οκτώ (8) ημερών κατ’ έτος χορηγείται ύστερα από γνωμάτευση της οικείας υγειονομικής επιτροπής, με εξαίρεση την περίπτωση που η άδεια χορηγείται βάσει γνωμάτευσης του διευθυντή κλινικής δημοσίου νοσοκομείου και εφόσον πρόκειται για νοσηλεία επτά (7) ημερών τουλάχιστο ή κατόπιν χειρουργικής επέμβασης.»
2. Η παρ. 3 του άρθρου 63 του ν. 3584/2007 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«3. Αναρρωτική άδεια πέραν των οκτώ (8) ημερών κατ’ έτος χορηγείται ύστερα από γνωμάτευση της οικείας υγειονομικής επιτροπής, με εξαίρεση την περίπτωση που η άδεια χορηγείται βάσει γνωμάτευσης του διευθυντή κλινικής δημόσιου νοσοκομείου και εφόσον πρόκειται για νοσηλεία επτά (7) ημερών τουλάχιστον ή κατόπιν χειρουργικής επέμβασης.»
Η παρ. 14 του άρθρου ένατου του ν. 4057/2012 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«14. Δεν χορηγούνται άδειες και παρατάσεις αδειών υπηρεσιακής εκπαίδευσης του άρθρου 58 του ν. 3528/ 2007 και του άρθρου 65 του ν. 3584/2007 για τη συμμετοχή του υπαλλήλου σε προγράμματα ή κύκλους μεταπτυχιακής εκπαίδευσης μέχρι τις 31.12.2014. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν θίγει την ισχύ αδειών υπηρεσιακής εκπαίδευσης που έχουν χορηγηθεί έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις.»
1. Η παρ. 2 του άρθρου 60 του Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Η άδεια εξετάσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δέκα (10) εργάσιμες ημέρες κάθε έτος και χορηγείται συνεχώς ή τμηματικώς κατά την εξεταστική περίοδο που ζητά ο ενδιαφερόμενος. Οι άδειες εξετάσεων χορηγούνται για το χρόνο φοίτησης και μέχρι δύο το πολύ εξάμηνα μετά τη λήξη του, εφόσον ο υπάλληλος εξακολουθεί να φοιτά. Για κάθε ημέρα εξετάσεων χορηγείται άδεια μίας (1) ημέρας.» 2. Η παρ. 2 του άρθρου 67 του ν. 3584/2007 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Η άδεια εξετάσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δέκα (10) εργάσιμες ημέρες κάθε έτος και χορηγείται συνεχώς ή τμηματικώς κατά την εξεταστική περίοδο που ζητά ο ενδιαφερόμενος. Οι άδειες εξετάσεων χορηγούνται για το χρόνο φοίτησης και μέχρι δύο το πολύ εξάμηνα μετά τη λήξη του, εφόσον ο υπάλληλος εξακολουθεί να φοιτά. Για κάθε ημέρα εξετάσεων χορηγείται άδεια μίας (1) ημέρας.»
1. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 53 του Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007) και στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 60 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Σε περίπτωση γέννησης διδύμων, τριδύμων κ.λπ. τέκνων χορηγείται επιπλέον άδεια ανατροφής χρονικής διάρκειας έξι (6) μηνών με αποδοχές για κάθε τέκνο πέραν του ενός.»
2. Το εδάφιο γ΄της παρ. 3 του άρθρου 53 του Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007), καθώς και το εδάφιο γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 60 του ν. 3584/ 2007 καταργούνται.
1. Η παρ. 2 του άρθρου 7 του Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η υγεία των υποψήφιων υπαλλήλων να ασκήσουν τα καθήκοντα της αντίστοιχης θέσης, πιστοποιείται με γνωματεύσεις (α) παθολόγου ή γενικού ιατρού και (β) ψυχιάτρου, είτε του δημοσίου είτε ιδιωτών, με βάση παραπεμπτικό έγγραφο, στο οποίο περιγράφονται από την υπηρεσία τα καθήκοντα της θέσης που πρόκειται να καταληφθεί.»
2. Η περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 165 του ν. 3528/2007 καταργείται και οι περιπτώσεις γ΄ και δ΄ αναριθμούνται σε περιπτώσεις β΄ και γ΄ αντίστοιχα.
1. Στο τέλος του άρθρου 15 του ν. 2190/1994 (Α΄ 28) προστίθεται παράγραφος 9, ως εξής:
«9. Η κάλυψη θέσεων τακτικού προσωπικού των υπηρεσιών και των νομικών προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3812/2009 είναι δυνατόν να πραγματοποιείται μετά από σύμφωνη γνώμη του Α.Σ.Ε.Π. και τη σύμφωνη γνώμη του οικείου φορέα, χωρίς νέα προκήρυξη από πίνακα επιλαχόντων προηγούμενου διαγωνισμού του Α.Σ.Ε.Π., υπό την προϋπόθεση ότι οι νέες προς κάλυψη θέσεις αφορούν όμοιους κλάδους−ειδικότητες και πρόσθετα προσόντα, και ότι δεν έχουν παρέλθει εννέα (9) μήνες από τη δημοσίευση των αντίστοιχων πινάκων διοριστέων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 11 του ν. 3833/2010 (Α΄40), όπως εκάστοτε ισχύει. Η επιλογή των διοριστέων στις νέες θέσεις από τους επιλαχόντες, γίνεται με απόφαση του Α.Σ.Ε.Π. με βάση τους πίνακες κατάταξης των αντίστοιχων κλάδων−ειδικοτήτων και επί πλειόνων πινάκων εκείνων που προηγούνται χρονικά και με τη σειρά που έχουν οι υποψήφιοι σε αυτούς και μετά τον έλεγχο των προσόντων τους. Οι υποψήφιοι καλούμενοι από το Α.Σ.Ε.Π. να καταλάβουν την προτεινόμενη σε αυτούς νέα θέση, οφείλουν να δηλώσουν με γραπτή δήλωσή τους, εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από τότε που θα περιέλθει σε αυτούς η έγγραφη ειδοποίηση του Α.Σ.Ε.Π., αν αποδέχονται τη νέα θέση. Η δήλωση κατατίθεται στο Α.Σ.Ε.Π. ή αποστέλλεται σε αυτό μέσω τηλεομοιοτυπίας. Αν δεν υποβληθεί η ως άνω δήλωση, τεκμαίρεται αμαχήτως η μη αποδοχή της προτεινόμενης νέας θέσης, χωρίς ο υποψήφιος να διαγράφεται από τους οικείους πίνακες κατάταξης.»
2. Στο άρθρο 17 του ν. 2190/1994, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο β΄ στην παράγραφο 16, ως εξής:
«Μετά την έκδοση πράξης διορισμού, ο οικείος φορέας υποχρεούται να αποστείλει στο Α.Σ.Ε.Π. αντίγραφο της σχετικής πράξης ανάληψης υπηρεσίας.»
3. Στο άρθρο 17 του ν. 2190/1994, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 19 και στο άρθρο 18 του ν. 2190/1994, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 18, ως εξής:
Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 3329/2005, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 4052/2012, προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Η πρόσληψη του επικουρικού αυτού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου τελεί υπό τον έλεγχο του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.).» Το Α.Σ.Ε.Π. κατά την άσκηση της ανωτέρω αρμοδιότητάς του εφαρμόζει, όπου είναι απαραίτητο, τις σχετικές διατάξεις του ν. 2190/1994, όπως ισχύει. Οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Υγείας και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, μετά από πρόταση του Α.Σ.Ε.Π.»
Οι προθεσμίες της παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4024/2011 παρατείνονται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014.
1. Στην παρ. 2 του άρθρου 80 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) προστίθενται περιπτώσεις στ΄, ζ΄ και η΄ ως εξής:
«στ) υπάλληλος Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΔΕ Διοικητικών Καθηκόντων) ο οποίος τέθηκε σε διαθεσιμότητα βάσει της υποπαραγράφου Ζ.4. της παρ. Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012,
ζ) οι διορισθέντες βάσει των διατάξεων των άρθρων 18 του ν. 3448/2006, 19 του ν. 1911/1990, όπως ισχύει, 5 του ν. 2452/1996, 5 του ν. 3624/2007, της παρ. 20 του άρθρου 14 του ν. 2266/1994,
η) υπάλληλοι των οποίων η μισθοδοσία καλύπτεται από Διεθνείς Οργανισμούς.»
2. Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 80 του ν. 4172/2013 (Α΄167) οι λέξεις «των περιπτώσεων α΄ έως ε΄» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των περιπτώσεων α΄ έως η΄».
3. Στην παρ. 2 του άρθρου 81 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) προστίθενται περιπτώσεις ζ΄, η΄ και θ΄ ως εξής:
«ζ) υπάλληλος Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΔΕ Διοικητικών Καθηκόντων) ο οποίος τέθηκε σε διαθεσιμότητα βάσει της υποπαραγράφου Ζ.4. της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012,
η) οι διορισθέντες βάσει των διατάξεων των άρθρων 18 του ν. 3448/2006, 19 του ν. 1911/1990, όπως ισχύει, 5 του ν. 2452/1996, 5 του ν. 3624/2007, της παρ. 20 του άρθρου 14 του ν. 2266/1994,
θ) υπάλληλοι των οποίων η μισθοδοσία καλύπτεται από Διεθνείς Οργανισμούς.»
4. Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 81 του ν. 4172/2013 (Α΄167) οι λέξεις «των περιπτώσεων α΄ έως στ΄» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των περιπτώσεων α΄ έως θ΄».
5. Στην παρ. 3 του άρθρου 82 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) προστίθενται περιπτώσεις στ΄, ζ΄ και η΄ ως εξής:
«στ) υπάλληλος Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΔΕ Διοικητικών Καθηκόντων) ο οποίος τέθηκε σε διαθεσιμότητα βάσει της υποπαραγράφου Ζ.4. της παρ. Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012,
ζ) οι διορισθέντες βάσει των διατάξεων των άρθρων 18 του ν. 3448/2006, 19 του ν. 1911/1990, όπως ισχύει, 5 του ν. 2452/1996, 5 του ν. 3624/2007, της παρ. 20 του άρθρου 14 του ν. 2266/1994, η) υπάλληλοι των οποίων η μισθοδοσία καλύπτεται από Διεθνείς Οργανισμούς.»
6. Στην παρ. Α του άρθρου 93 του ν. 4172/2013 (Α΄167) προστίθενται περιπτώσεις στ΄, ζ΄ και η΄ ως εξής:
«στ) υπάλληλος Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΔΕ Διοικητικών Καθηκόντων) ο οποίος τέθηκε σε διαθεσιμότητα βάσει της υποπαραγράφου Ζ.4. της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012,
ζ) οι διορισθέντες βάσει των διατάξεων των άρθρων 18 του ν. 3448/2006, 19 του ν. 1911/1990, όπως ισχύει, 5 του ν. 2452/1996, 5 του ν. 3624/2007, της παρ. 20 του άρθρου 14 του ν. 2266/1994,
η) υπάλληλοι των οποίων η μισθοδοσία καλύπτεται από Διεθνείς Οργανισμούς.»
7. Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. Α. του άρθρου 93 του ν. 4172/2013 (Α΄167) οι λέξεις «των περιπτώσεων α΄ έως ε΄» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των περιπτώσεων α΄ έως η΄».
Στο όγδοο εδάφιο της περίπτωσης 4 της υποπαραγράφου Ζ.1 της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, όπως έχει αντικατασταθεί με την παρ. 2 του άρθρου 91 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167), μετά τις λέξεις «οι τρίτεκνοι υπάλληλοι» προστίθεται η φράση «καθώς και οι πολύτεκνοι υπάλληλοι, για τους οποίους δεν εφαρμόστηκε η υποπερίπτωση αα΄ της περίπτωσης Δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 90 του ν. 4172/2013, εφόσον έχουν τρία τέκνα που συνοικούν με αυτούς και ανήκουν στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών, σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει,».
Επανέρχεται σε ισχύ το εδάφιο 2 της παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 2672/1998 το οποίο είχε καταργηθεί με την παρ. 4 του άρθρου 48 του ν. 3979/2011. Τυχόν επικυρώσεις που έχουν πραγματοποιηθεί από την έναρξη ισχύος του ν. 3979/2011 μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου είναι νόμιμες και τα επικυρωθέντα έγγραφα έχουν ισχύ ακριβούς αντιγράφου.
1. Στην παρ. 1 περίπτωση γ΄ του άρθρου 103 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007), όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 1 της υποπαραγράφου Ζ.3. της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«με την επιφύλαξη των περιπτώσεων της παραγράφου 1 περίπτωση γ΄ του επόμενου άρθρου».
2. Στην παρ. 1 περίπτωση ε΄ του άρθρου 103 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007), όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 1 της υποπαραγράφου Ζ.3. της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:
«με την επιφύλαξη των περιπτώσεων της παραγράφου 1 περίπτωση δ΄ του επόμενου άρθρου».
3. Στην παρ. 1 περίπτωση γ΄ του άρθρου 107 του ν. 3584/2007, όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 3 της υποπαραγράφου Ζ.3 της παραγράφου Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«με την επιφύλαξη των περιπτώσεων της παραγράφου 1 περίπτωση γ΄ του επόμενου άρθρου».
4. Στην παρ. 1 περίπτωση ε΄ του άρθρου 107 του ν. 3584/2007, όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 3 της υποπαραγράφου Ζ.3 της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«με την επιφύλαξη των περιπτώσεων της παραγράφου 1 περίπτωση δ΄ του επόμενου άρθρου».
1. Στην παρ. 1 του άρθρου 104 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007), όπως ισχύει, όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 2 της υποπαραγράφου Ζ.3 της παρ. Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, μετά την περίπτωση β΄ προστίθενται εδάφια, ως εξής:
«γ) έχει παραπεμφθεί αμετακλήτως με την ιδιότητα του μέλους υπηρεσιακού συμβουλίου και συλλογικού οργάνου εν γένει ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου για τα αδικήματα της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία και της απιστίας περί την υπηρεσία,
δ) έχει ασκηθεί με την ιδιότητα του μέλους υπηρεσιακού συμβουλίου και συλλογικού οργάνου πειθαρχική δίωξη για το πειθαρχικό παράπτωμα της παράβασης καθήκοντος κατά τον ποινικό κώδικα ή άλλους ειδικούς ποινικούς νόμους ή για το παράπτωμα της αναξιοπρεπούς ή ανάρμοστης ή ανάξιας για υπάλληλο συμπεριφοράς εκτός υπηρεσίας.»
2. Στην παρ. 1 του άρθρου 108 του ν. 3584/2007, όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 2 της υποπαραγράφου Ζ.3 της παρ. Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, μετά την περίπτωση β΄, προστίθενται εδάφια ως εξής:
«γ) έχει παραπεμφθεί αμετακλήτως με την ιδιότητα του μέλους υπηρεσιακού συμβουλίου και συλλογικού οργάνου εν γένει ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου για τα αδικήματα της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία και της απιστίας περί την υπηρεσία,
δ) έχει ασκηθεί με την ιδιότητα του μέλους υπηρεσιακού συμβουλίου και συλλογικού οργάνου πειθαρχική δίωξη για το πειθαρχικό παράπτωμα της παράβασης καθήκοντος κατά τον ποινικό κώδικα ή άλλους ειδικούς ποινικούς νόμους ή για το παράπτωμα της αναξιοπρεπούς ή ανάρμοστης ή ανάξιας για υπάλληλο συμπεριφοράς εκτός υπηρεσίας.»
1. Η παρ. 3 του άρθρου 103 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007), όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 3 της υποπαραγράφου Ζ.3 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 λήγει μετά τη φράση «αντίστοιχης διαπιστωτικής πράξης» και προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Εφόσον έχει επιβληθεί αυτοδίκαιη αργία στις περιπτώσεις β΄, γ΄, δ΄ και ε΄ της παραγράφου 1, η οποία δεν έχει αρθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 και δεν έχει επιβληθεί στον υπάλληλο πειθαρχική ποινή οριστικής παύσης, το πειθαρχικό συμβούλιο στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση γνωμοδοτεί μετά την πάροδο ενός έτους από τη θέση του υπαλλήλου σε αυτοδίκαιη αργία και κάθε επόμενο έτος σχετικά με την τυχόν συνδρομή λόγων που καθιστούν μη αναγκαία τη συνέχισή της. Το όργανο που είναι αρμόδιο για το διορισμό του υπαλλήλου, εφόσον κρίνει μετά την ανωτέρω γνωμοδότηση του πειθαρχικού συμβουλίου ή μετά από γνωμοδότηση του ίδιου συμβουλίου που μπορεί να ζητηθεί οποτεδήποτε, ότι με βάση τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης, την υπηρεσιακή απόδοση του υπαλλήλου και το συμφέρον της υπηρεσίας, δεν είναι αναγκαία η συνέχιση της αργίας, συνεκτιμώντας την τυχόν συνδρομή στο πρόσωπο του αιτούντος υπαλλήλου σοβαρών οικονομικών, κοινωνικών ή οικογενειακών λόγων, μπορεί να διατάσσει την αναστολή της και την επάνοδο του υπαλλήλου στα καθήκοντά του ή τη μετακίνησή του σύμφωνα με το άρθρο 66. Την αναστολή της αργίας μπορεί να ζητήσει οποτεδήποτε και ο υπάλληλος με αίτησή του προς το αρμόδιο για το διορισμό όργανο, το οποίο αποφασίζει μετά την τήρηση της ως άνω διαδικασίας και εφόσον συντρέχουν αφενός οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις και αφετέρου στο πρόσωπο του αιτούντος υπαλλήλου σοβαροί οικονομικοί, κοινωνικοί ή οικογενειακοί λόγοι. Το αίτημα του υπαλλήλου διαβιβάζεται άμεσα στο πειθαρχικό συμβούλιο. Το εν λόγω συμβούλιο γνωμοδοτεί, σε κάθε περίπτωση υποβολής σχετικού αιτήματος, από τους κατά νόμο δικαιούμενους το αργότερο εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την περιέλευση σε αυτό του εν λόγω αιτήματος. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της ως άνω προθεσμίας, το αρμόδιο όργανο έχει διακριτική ευχέρεια να αποφασίσει και χωρίς τη γνωμοδότηση. Μέχρι την τυχόν έκδοση απόφασης αναστολής της αργίας ο υπάλληλος παραμένει σε αργία.
Η αναστολή της αργίας μπορεί να διατάσσεται και για ορισμένο χρόνο και να ανακαλείται οποτεδήποτε, εφόσον επιβάλλεται από το συμφέρον της υπηρεσίας και ιδίως σε περίπτωση υποτροπής, που οφείλεται στην τέλεση οποιουδήποτε νέου παραπτώματος από τον υπάλληλο.»
2. Η παρ. 4 του άρθρου 107 του ν. 3584/2007, όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 3 της υποπαραγράφου Ζ.3 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, λήγει μετά τη φράση «αντίστοιχης διαπιστωτικής πράξης», και προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Εφόσον έχει επιβληθεί αυτοδίκαιη αργία στις περιπτώσεις β΄, γ΄, δ΄ και ε΄ της παραγράφου 1, η οποία δεν έχει αρθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2, και δεν έχει επιβληθεί στον υπάλληλο πειθαρχική ποινή οριστικής παύσης, το πειθαρχικό συμβούλιο στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση γνωμοδοτεί μετά την πάροδο ενός έτους από τη θέση του υπαλλήλου σε αυτοδίκαιη αργία και κάθε επόμενο έτος σχετικά με την τυχόν συνδρομή λόγων που καθιστούν μη αναγκαία τη συνέχισή της. Το όργανο που είναι αρμόδιο για το διορισμό του υπαλλήλου, εφόσον κρίνει μετά την ανωτέρω γνωμοδότηση του πειθαρχικού συμβουλίου ή μετά από γνωμοδότηση του ίδιου συμβουλίου που μπορεί να ζητηθεί οποτεδήποτε, ότι με βάση τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης, την υπηρεσιακή απόδοση του υπαλλήλου και το συμφέρον της υπηρεσίας, δεν είναι αναγκαία η συνέχιση της αργίας, συνεκτιμώντας την τυχόν συνδρομή στο πρόσωπο του αιτούντος υπαλλήλου σοβαρών οικονομικών, κοινωνικών ή οικογενειακών λόγων, μπορεί να διατάσσει την αναστολή της και την επάνοδο του υπαλλήλου στα καθήκοντά του ή τη μετακίνησή του σύμφωνα με το άρθρο 66. Την αναστολή της αργίας, μπορεί να ζητήσει οποτεδήποτε και ο υπάλληλος με αίτησή του προς το αρμόδιο για το διορισμό όργανο, το οποίο αποφασίζει μετά την τήρηση της ως άνω διαδικασίας και εφόσον συντρέχουν αφενός οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις και αφετέρου στο πρόσωπο του αιτούντος υπαλλήλου σοβαροί οικονομικοί, κοινωνικοί ή οικογενειακοί λόγοι. Το αίτημα του υπαλλήλου διαβιβάζεται άμεσα στο πειθαρχικό συμβούλιο. Το εν λόγω συμβούλιο γνωμοδοτεί, σε κάθε περίπτωση υποβολής σχετικού αιτήματος, από τους κατά νόμο δικαιούμενους το αργότερο εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την περιέλευση σε αυτό του εν λόγω αιτήματος. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της ως άνω προθεσμίας, το αρμόδιο όργανο έχει διακριτική ευχέρεια να αποφασίσει και χωρίς τη γνωμοδότηση. Μέχρι την τυχόν έκδοση απόφασης αναστολής της αργίας ο υπάλληλος παραμένει σε αργία.
Η αναστολή της αργίας μπορεί να διατάσσεται και για ορισμένο χρόνο και να ανακαλείται οποτεδήποτε, εφόσον επιβάλλεται από το συμφέρον της υπηρεσίας και ιδίως σε περίπτωση υποτροπής, που οφείλεται στην τέλεση οποιουδήποτε νέου παραπτώματος από τον υπάλληλο.»
3. Στο τέλος του εδαφίου 6 της υποπαραγράφου Ζ.3 του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος ως εξής: «Αρμόδιο όργανο για την έκδοση της πράξης αναστολής της αργίας στις αμέσως προηγούμενες περιπτώσεις, εφόσον οι οικείες κάθε φορά διατάξεις δεν ορίζουν διαφορετικά, είναι εκείνο που κατά νόμον εκδίδει την απόφαση θέσης του υπαλλήλου σε αργία.»
1. Tα δυο πρώτα εδάφια της παρ. 7 του άρθρου 141 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (Υπαλληλικός Κώδικας, ν. 3528/2007), όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο δεύτερο του ν. 4057/2012, αντικαθίστανται ως εξής:
«7. Η ένσταση κατά των αποφάσεων των πειθαρχικώς προϊσταμένων κατατίθεται, με ποινή απαραδέκτου, στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο, συντασσομένης εκθέσεως. Η ένσταση κατά αποφάσεων του πειθαρχικού συμβουλίου που έκρινε σε πρώτο βαθμό κατατίθεται, με ποινή απαραδέκτου, σε αυτό, συντασσομένης εκθέσεως, το οποίο τη διαβιβάζει αμελλητί στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο με τον πλήρη φάκελο της πειθαρχικής υπόθεσης. Η ένσταση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης αποστέλλεται σε κάθε περίπτωση με συστημένη αλληλογραφία στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο για τη σύνταξη εκθέσεως κατάθεσης. Ως ημερομηνία κατάθεσης λογίζεται η ημερομηνία κατάθεσης της συστημένης αλληλογραφίας από το Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης στο Ταχυδρομικό Κατάστημα.»
2. Tα δυο πρώτα εδάφια της παρ. 7 του άρθρου 145 του ν. 3584/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«7. Η ένσταση κατά των αποφάσεων των πειθαρχικώς προϊσταμένων κατατίθεται, με ποινή απαραδέκτου, στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο, συντασσομένης εκθέσεως. Η ένσταση κατά αποφάσεων του πειθαρχικού συμβουλίου που έκρινε σε πρώτο βαθμό κατατίθεται, με ποινή απαραδέκτου, σε αυτό, συντασσομένης εκθέσεως, το οποίο τη διαβιβάζει αμελλητί στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο με τον πλήρη φάκελο της πειθαρχικής υπόθεσης.
Η ένσταση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης αποστέλλεται σε κάθε περίπτωση με συστημένη αλληλογραφία στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο για τη σύνταξη εκθέσεως κατάθεσης. Ως ημερομηνία κατάθεσης λογίζεται η ημερομηνία κατάθεσης της συστημένης αλληλογραφίας από το Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης στο Ταχυδρομικό Κατάστημα.»
1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 146Α του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (Υπαλληλικός Κώδικας, ν. 3528/2007), αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο λειτουργεί σε δύο τμήματα, καθένα από τα οποία αποτελείται από:».
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 146Β του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (Υπαλληλικός Κώδικας, ν. 3528/2007), που προστέθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 4057/2012, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Τα πειθαρχικά συμβούλια είναι τριμελή και αποτελούνται από:».
3. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 146Β του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικιών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (Υπαλληλικός Κώδικας, ν. 3528/2007, Α΄ 26) όπως προστέθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 4057/2012 (Α΄ 54) αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Τον Πρόεδρο, ο οποίος είναι πάρεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή εφέτης ή πρόεδρος πρωτοδικών ή πρωτοδίκης των διοικητικών ή των πολιτικών δικαστηρίων ή εισαγγελέας ή αντεισαγγελέας εφετών ή εισαγγελέας ή αντεισαγγελέας πρωτοδικών με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του οικείου δικαστηρίου ή από τον προϊστάμενο της οικείας εισαγγελίας.»
4. Η περίπτωση β΄ της παρ. 3 του άρθρου πέμπτου του ν. 4057/2012 (Α΄ 54) αντικαθίσταται ως εξής:
«β) δύο (2) Νομικούς Συμβούλους του Κράτους με τους αναπληρωτές τους, επιπλέον των προβλεπόμενων στο άρθρο 146Α του παρόντος.»
5. Στο άρθρο πέμπτο του ν. 4057/2012 προστίθεται παράγραφος 6 ως ακολούθως:
«6. Τα τακτικά μέλη της περιπτώσεως β΄ της παραγράφου 3 είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο. Η θητεία τους σε αυτό θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας τους στις οργανικές τους θέσεις και στο βαθμό τον οποίο κατέχουν, για όλες τις συνέπειες. Τα ανωτέρω μέλη μπορούν να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της Ολομέλειας, των Τμημάτων και των λοιπών συλλογικών οργάνων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.»
6. Πρόεδροι των πειθαρχικών συμβουλίων που κατά τη διάρκεια της θητείας τους προάγονται σε βαθμό ανώτερο από αυτόν τον οποίο κατείχαν κατά τον ορισμό τους στο πειθαρχικό συμβούλιο διατηρούν την ιδιότητα του προέδρου του πειθαρχικού συμβουλίου. Οι μέχρι την ισχύ του παρόντος πρόεδροι των πειθαρχικών συμβουλίων που τυχόν προήχθησαν σε βαθμό ανώτερο από αυτόν τον οποίο κατείχαν κατά τον ορισμό τους στο πειθαρχικό συμβούλιο μετείχαν νομίμως στη σύνθεση του οικείου πειθαρχικού συμβουλίου.
Η παράγραφος 6 του άρθρου 114 του Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007 όπως ισχύει), αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών έχει υποχρέωση να ανακοινώνει αμέσως στην προϊσταμένη αρχή του υπαλλήλου κάθε ποινική δίωξη που ασκείται κατ’ αυτού. Ο Γραμματέας του Δικαστηρίου ή του δικαστικού συμβουλίου υποχρεούται να ανακοινώνει αμέσως στην ίδια αρχή τα παραπεμπτικά ή απαλλακτικά βουλεύματα σε κάθε βαθμό δικαιοδοσίας καθώς και τις εκδιδόμενες σε κάθε βαθμό δικαιοδοσίας, καταδικαστικές ή αθωωτικές αποφάσεις κατά του υπαλλήλου. Σε περίπτωση εγκλεισμού σε σωφρονιστικό κατάστημα, ο διευθυντής φυλακών γνωστοποιεί τούτο, χωρίς καθυστέρηση, στην προϊστάμενη αρχή του υπαλλήλου.
Με την επιφύλαξη των καταδικαστικών αποφάσεων όπου η άσκηση της πειθαρχικής δίωξης είναι υποχρεωτική, τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα οφείλουν εντός είκοσι (20) ημερών μετά την ως άνω ενημέρωσή τους να αποφαίνονται αιτιολογημένα για την άσκηση ή μη πειθαρχικής δίωξης σε βάρος του υπαλλήλου.»
1. Οι επιτυχόντες του διαγωνισμού της υπ’ αριθμ. 9Κ/2008 προκήρυξης του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α΄ 575/3.11.2008 Τεύχος Προκηρύξεων Α.Σ.Ε.Π.), οι οποίοι εν συνεχεία απολύθηκαν, επαναπροσλαμβάνονται κατά προτεραιότητα σε φορείς του Υπουργείου Εργασίας. Η πρόσληψη γίνεται, κατά τη σειρά του σχετικού πίνακα κατάταξης, μετά από την ολοκλήρωση του διορισμού όλων των επιτυχόντων του διαγωνισμού της υπ’ αριθμ. 8Κ/2008 προκήρυξης του Α.Σ.Ε.Π., στις κενές οργανικές θέσεις του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ..
2. Οι προσλαμβανόμενοι καταλαμβάνουν κενές οργανικές θέσεις για τον κλάδο Τεχνολογικής Εκπαίδευσης και ειδικότητας Διοικητικού – Λογιστικού και για τον κλάδο Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και ειδικότητα Διοικητικών Γραμματέων.
3. Η πρόσληψη προσωπικού, κλάδου Τεχνολογικής Εκπαίδευσης και ειδικότητας Διοικητικού – Λογιστικού και κλάδου Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και ειδικότητας Διοικητικών Γραμματέων, σε φορείς του Υπουργείου Εργασίας, γίνεται κατά προτεραιότητα με επιτυχόντες του διαγωνισμού της υπ’ αριθμ. 9Κ/2008 προκήρυξης του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού, κατά τη σειρά του Πίνακα Κατάταξης.
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός κι αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 21 Νοεμβρίου 2013
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
