Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 8425 - 8460 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Υπέρβαρος
Αγγλικός όρος:
Overweight

Μετάφραση: Overweight
Ελληνικός όρος:
Υπερβολή (π.χ. μαθηματική καμπύλη)
Αγγλικός όρος:
Hyperbola

Μετάφραση: Hyperbola
Ελληνικός όρος:
Υπερβολικός φόρτος εργασίας
Αγγλικός όρος:
Work overload

Μετάφραση: Work overload
Ελληνικός όρος:
Υπεργολαβική εργασία
Αγγλικός όρος:
Subcontracted work

Μετάφραση: Subcontracted work
Ελληνικός όρος:
Υπεργολάβος
Αγγλικός όρος:
Subcontractor

Μετάφραση: Subcontractor
Ελληνικός όρος:
Υπερεργασία
Αγγλικός όρος:
Overtime

Μετάφραση: Overtime
Ελληνικός όρος:
Υπερευαισθησία
Αγγλικός όρος:
Hypersensitivity

Μετάφραση: Hypersensitivity
Ελληνικός όρος:
Υπέρηχος
Αγγλικός όρος:
Ultra sound

Μετάφραση: Ultra sound
Ελληνικός όρος:
Υπερθειικά άλατα
Αγγλικός όρος:
Persulfates

Μετάφραση: Persulfates
Ελληνικός όρος:
Υπερθειικό αµµώνιο
Αγγλικός όρος:
Ammonium persulfate, APS

Μετάφραση: Ammonium persulfate, APS
Ελληνικός όρος:
Υπερθερμία
Αγγλικός όρος:
Hyperthermia

Μετάφραση: Hyperthermia
Ελληνικός όρος:
Υπερίτης
Αγγλικός όρος:
Yperite

Μετάφραση: Yperite
Ελληνικός όρος:
Υπεριώδες φώς
Αγγλικός όρος:
Ultra violet light (UV)

Μετάφραση: Ultra violet light (UV)
Ελληνικός όρος:
Υπεριώδης ακτινοβολία
Αγγλικός όρος:
Ultraviolet radiation

Μετάφραση: Ultraviolet radiation
Ελληνικός όρος:
Υπεριωδικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Periodic acid

Μετάφραση: Periodic acid
Ελληνικός όρος:
Υπερκρίσιμη ρευστή χρωματογραφία
Αγγλικός όρος:
Superficial fluid chromatography

Μετάφραση: Superficial fluid chromatography
Ελληνικός όρος:
Υπερλεπτόκοκκα σωματίδια
Αγγλικός όρος:
Ultrafine particles

Μετάφραση: Ultrafine particles
Ελληνικός όρος:
Υπερμαγγανικά
Αγγλικός όρος:
Permanganates

Μετάφραση: Permanganates
Ελληνικός όρος:
Υπερμαγγανικό κάλιο
Αγγλικός όρος:
Potassium permanganate

Μετάφραση: Potassium permanganate
Ελληνικός όρος:
Υπεροξέα
Αγγλικός όρος:
Peroxyacids

Μετάφραση: Peroxyacids
Ελληνικός όρος:
Υπεροξείδιο
Αγγλικός όρος:
Peroxide

Μετάφραση: Peroxide
Ελληνικός όρος:
Υπεροξείδιο της μεθυλοαιθυλοκετόνης
Αγγλικός όρος:
Methyl ethyl ketone peroxide

Μετάφραση: Methyl ethyl ketone peroxide
Ελληνικός όρος:
Υπεροξείδιο του βαρίου
Αγγλικός όρος:
Barium peroxide

Μετάφραση: Barium peroxide
Ελληνικός όρος:
Υπεροξείδιο του βενζοϋλίου
Αγγλικός όρος:
Benzoyl peroxide

Μετάφραση: Benzoyl peroxide
Ελληνικός όρος:
Υπεροξείδιο του υδρογόνου
Αγγλικός όρος:
Hydrogen peroxide, hydrogen dioxide

Μετάφραση: Hydrogen peroxide, hydrogen dioxide
Ελληνικός όρος:
Υπεροξικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Peroxyacetic acid

Μετάφραση: Peroxyacetic acid
Ελληνικός όρος:
Υπεροξυβενζοϊκό οξύ
Αγγλικός όρος:
Peroxybenzoic acid

Μετάφραση: Peroxybenzoic acid
Ελληνικός όρος:
Υπεροξυμυρμηκικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Peroxyformic acid

Μετάφραση: Peroxyformic acid
Ελληνικός όρος:
Υπερπίεση
Αγγλικός όρος:
Overpressure

Μετάφραση: Overpressure
Ελληνικός όρος:
Υπερσθενικό σύνδρομο
Αγγλικός όρος:
Hypersthenic syndrome

Μετάφραση: Hypersthenic syndrome
Ελληνικός όρος:
Υπερσυσκευασία
Αγγλικός όρος:
Overpack

Μετάφραση: Overpack
Ελληνικός όρος:
Υπέρταση
Αγγλικός όρος:
Hypertension

Μετάφραση: Hypertension
Ελληνικός όρος:
Υπέρταση (π.χ. ηλεκτρική)
Αγγλικός όρος:
Overvoltage

Μετάφραση: Overvoltage
Ελληνικός όρος:
Υπερτάχυνση
Αγγλικός όρος:
Over speed

Μετάφραση: Over speed
Ελληνικός όρος:
Υπερτονική συχνότητα
Αγγλικός όρος:
Overtone frequencies

Μετάφραση: Overtone frequencies
Ελληνικός όρος:
Υπέρυθρη ακτινοβολία
Αγγλικός όρος:
Infrared radiation

Μετάφραση: Infrared radiation

Ακολουθήστε μας