Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 8209 - 8244 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Τριχλωροαιθυλένιο
Αγγλικός όρος:
Trichloroethylene

Μετάφραση: Trichloroethylene
Ελληνικός όρος:
Τριχλωροακεταλδεΰδη ή χλωράλη
Αγγλικός όρος:
Trichloroacetaldehyde or chloral

Μετάφραση: Trichloroacetaldehyde or chloral
Ελληνικός όρος:
Τριχλωροβενζόλιο
Αγγλικός όρος:
Trichlorobenzene

Μετάφραση: Trichlorobenzene
Ελληνικός όρος:
Τριχλωρομεθάνιο ή χλωροφόρμιο
Αγγλικός όρος:
Trichloromethane or chloroform or methane trichloride

Μετάφραση: Trichloromethane or chloroform or methane trichloride
Ελληνικός όρος:
Τριχλωρομεθυλοσιλάνιο
Αγγλικός όρος:
Methyltrichlorosilane

Μετάφραση: Methyltrichlorosilane
Ελληνικός όρος:
Τριχλωροναφθαλίνιο
Αγγλικός όρος:
Trichloronaphthalene

Μετάφραση: Trichloronaphthalene
Ελληνικός όρος:
Τριχλωροοξικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Trichloroacetic acid

Μετάφραση: Trichloroacetic acid
Ελληνικός όρος:
Τριχλωροπροπάνιο
Αγγλικός όρος:
Trichloropropane

Μετάφραση: Trichloropropane
Ελληνικός όρος:
Τριχλωροσιλάνιο
Αγγλικός όρος:
Trichlorosilane (TCS)

Μετάφραση: Trichlorosilane (TCS)
Ελληνικός όρος:
Τριχλωροτριφθοροαιθάνιο
Αγγλικός όρος:
Trichlorotrifluoroethane

Μετάφραση: Trichlorotrifluoroethane
Ελληνικός όρος:
Τριχλωροφαινόλη
Αγγλικός όρος:
Trichlorophenol

Μετάφραση: Trichlorophenol
Ελληνικός όρος:
Τριχλωροφαινοξυοξικό οξύ 2,4,5-
Αγγλικός όρος:
2,4,5-trichlorophenoxyacetic acid, 2,4,5-T

Μετάφραση: 2,4,5-trichlorophenoxyacetic acid, 2,4,5-T
Ελληνικός όρος:
Τριχλωροφθορομεθάνιο ή φρέον 11
Αγγλικός όρος:
Trichlorofluoromethane or Freon 11

Μετάφραση: Trichlorofluoromethane or Freon 11
Ελληνικός όρος:
Τριχλωρφών ή (2,2,2-τριχλωρο-1-υδροξυαιθυλο)διμεθυλοφωσφορικός εστέρας
Αγγλικός όρος:
Trichlorfon or (2,2,2-trichloro-1-hydroxyethyl)dimethylphosphonate

Μετάφραση: Trichlorfon or (2,2,2-trichloro-1-hydroxyethyl)dimethylphosphonate
Ελληνικός όρος:
Τροξείδιο του χρωμίου
Αγγλικός όρος:
Chromium trioxide

Μετάφραση: Chromium trioxide
Ελληνικός όρος:
Τροπικές ασθένειες
Αγγλικός όρος:
Tropical diseases

Μετάφραση: Tropical diseases
Ελληνικός όρος:
Τροπινικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Tropinic acid

Μετάφραση: Tropinic acid
Ελληνικός όρος:
Τροπινόνη
Αγγλικός όρος:
Tropinone

Μετάφραση: Tropinone
Ελληνικός όρος:
Τροπολόνη
Αγγλικός όρος:
Tropolone

Μετάφραση: Tropolone
Ελληνικός όρος:
Τροποποίηση
Αγγλικός όρος:
Amendment

Μετάφραση: Amendment
Ελληνικός όρος:
Τροποποιητής
Αγγλικός όρος:
Modifier

Μετάφραση: Modifier
Ελληνικός όρος:
Τρόπος λειτουργίας
Αγγλικός όρος:
Mode

Μετάφραση: Mode
Ελληνικός όρος:
Τρόφιμα
Αγγλικός όρος:
Food

Μετάφραση: Food
Ελληνικός όρος:
Τροφοδότες
Αγγλικός όρος:
Feeders

Μετάφραση: Feeders
Ελληνικός όρος:
Τροφοδότης κυψελών καυσίμου
Αγγλικός όρος:
Fuel cell engine

Μετάφραση: Fuel cell engine
Ελληνικός όρος:
Τροχαλιοστάσιο (ασανσέρ)
Αγγλικός όρος:
Pulley room

Μετάφραση: Pulley room
Ελληνικός όρος:
Τροχήλατος πυροσβεστήρας
Αγγλικός όρος:
Mobile fire extinguisher

Μετάφραση: Mobile fire extinguisher
Ελληνικός όρος:
Τροχιστής
Αγγλικός όρος:
Grinder

Μετάφραση: Grinder
Ελληνικός όρος:
Τρυγικό νάτριο ή ταρταρικό νάτριο
Αγγλικός όρος:
Sodium tartrate

Μετάφραση: Sodium tartrate
Ελληνικός όρος:
Τρυγικό οξύ ή 2,3-διυδροξυβουτενοδιικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Tartaric acid or 2,3-dihydroxy butanedioic acid

Μετάφραση: Tartaric acid or 2,3-dihydroxy butanedioic acid
Ελληνικός όρος:
Τρύπα
Αγγλικός όρος:
Hole

Μετάφραση: Hole
Ελληνικός όρος:
Τρυπανισμός
Αγγλικός όρος:
Punching, drilling

Μετάφραση: Punching, drilling
Ελληνικός όρος:
Τρωκτικοκτόνα
Αγγλικός όρος:
Rodenticides

Μετάφραση: Rodenticides
Ελληνικός όρος:
Τσάπα
Αγγλικός όρος:
Hoe

Μετάφραση: Hoe
Ελληνικός όρος:
Τσιμέντο Πόρτλαντ
Αγγλικός όρος:
Portland cement

Μετάφραση: Portland cement
Ελληνικός όρος:
Τύλιγμα
Αγγλικός όρος:
Winding

Μετάφραση: Winding

Ακολουθήστε μας