Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 7417 - 7452 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Σορβικό οξύ ή 2,4-εξαδιενοϊκό οξύ
Αγγλικός όρος:
Sorbic acid or 2,4 hexadienoic acid (C6H8O2)

Μετάφραση: Sorbic acid or 2,4 hexadienoic acid (C6H8O2)
Ελληνικός όρος:
Σορβιτόλη
Αγγλικός όρος:
Glucitol, sorbitol

Μετάφραση: Glucitol, sorbitol
Ελληνικός όρος:
Σορβόζη
Αγγλικός όρος:
Sorbose (C6H12O6)

Μετάφραση: Sorbose (C6H12O6)
Ελληνικός όρος:
Σουβλιά
Αγγλικός όρος:
Punches

Μετάφραση: Punches
Ελληνικός όρος:
Σουλπροφώς
Αγγλικός όρος:
Sulprofos

Μετάφραση: Sulprofos
Ελληνικός όρος:
Σουλτονικό προπάνιο
Αγγλικός όρος:
Propane sultone

Μετάφραση: Propane sultone
Ελληνικός όρος:
Σουλφαμεραζίνη
Αγγλικός όρος:
Sulfamerazine

Μετάφραση: Sulfamerazine
Ελληνικός όρος:
Σουλφαμικό αμμώνιο
Αγγλικός όρος:
Ammonium sulfamate, ammate

Μετάφραση: Ammonium sulfamate, ammate
Ελληνικός όρος:
Σουλφαμικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Sulphamic acid

Μετάφραση: Sulphamic acid
Ελληνικός όρος:
Σουλφανιλαμίδιο
Αγγλικός όρος:
Sulfanilamide (C6H8N2O2S)

Μετάφραση: Sulfanilamide (C6H8N2O2S)
Ελληνικός όρος:
Σουλφανιλικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Sulfanilic acid (H2NC6H4SO3H)

Μετάφραση: Sulfanilic acid (H2NC6H4SO3H)
Ελληνικός όρος:
Σουλφίδιο του διμεθυλίου
Αγγλικός όρος:
Dimethyl sulphide, 2-thiopropane

Μετάφραση: Dimethyl sulphide, 2-thiopropane
Ελληνικός όρος:
Σουλφοναμίδιο
Αγγλικός όρος:
Sulfonamide

Μετάφραση: Sulfonamide
Ελληνικός όρος:
Σουλφονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Sulfonic acid (RSO3H)

Μετάφραση: Sulfonic acid (RSO3H)
Ελληνικός όρος:
Σουλφονικός αλκυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Alkyl sulfonate

Μετάφραση: Alkyl sulfonate
Ελληνικός όρος:
Σουλφονυλοχλωρίδιο
Αγγλικός όρος:
Sulfonyl chloride

Μετάφραση: Sulfonyl chloride
Ελληνικός όρος:
Σουλφονωμένα παράγωγα
Αγγλικός όρος:
Sulfonated derivatives

Μετάφραση: Sulfonated derivatives
Ελληνικός όρος:
Σουλφοτέπ ή τετρααιθυλοδιθειοπυροφωσφορικός εστέρας
Αγγλικός όρος:
Sulfotep or tetraethyl dithiopyrophosphate (TEDP) (C8H20O5P2S2)

Μετάφραση: Sulfotep or tetraethyl dithiopyrophosphate (TEDP) (C8H20O5P2S2)
Ελληνικός όρος:
Σουλφουρυλοφθορίδιο
Αγγλικός όρος:
Sulfuryl fluoride (F2O2S)

Μετάφραση: Sulfuryl fluoride (F2O2S)
Ελληνικός όρος:
Σούλφωση
Αγγλικός όρος:
Sulfonation

Μετάφραση: Sulfonation
Ελληνικός όρος:
Σπάνιες γαίες
Αγγλικός όρος:
Lanthanids (Ln)

Μετάφραση: Lanthanids (Ln)
Ελληνικός όρος:
Σπάραξη (ξεσκάρωμα)
Αγγλικός όρος:
Scrabbling

Μετάφραση: Scrabbling
Ελληνικός όρος:
Σπασμός
Αγγλικός όρος:
Convulsion, spasm

Μετάφραση: Convulsion, spasm
Ελληνικός όρος:
Σπείρωμα (κοχλία)
Αγγλικός όρος:
Thread

Μετάφραση: Thread
Ελληνικός όρος:
Σπειρώματα για τμήματα προσώπου
Αγγλικός όρος:
Threads for facepieces

Μετάφραση: Threads for facepieces
Ελληνικός όρος:
Σπερμίνη
Αγγλικός όρος:
Spermine (C8H17N4)

Μετάφραση: Spermine (C8H17N4)
Ελληνικός όρος:
Σπίλος
Αγγλικός όρος:
Nevus

Μετάφραση: Nevus
Ελληνικός όρος:
Σπινθήρας
Αγγλικός όρος:
Spark

Μετάφραση: Spark
Ελληνικός όρος:
Σπιρομετρία
Αγγλικός όρος:
Spirometry

Μετάφραση: Spirometry
Ελληνικός όρος:
Σπλήνας
Αγγλικός όρος:
Spleen

Μετάφραση: Spleen
Ελληνικός όρος:
Σπόριο
Αγγλικός όρος:
Spore

Μετάφραση: Spore
Ελληνικός όρος:
Σπρώξιμο
Αγγλικός όρος:
Pushing

Μετάφραση: Pushing
Ελληνικός όρος:
Σταγονίδια
Αγγλικός όρος:
Mists, splash

Μετάφραση: Mists, splash
Ελληνικός όρος:
Σταδιακά εισαγόμενη ουσία
Αγγλικός όρος:
Phase-in substance

Μετάφραση: Phase-in substance
Ελληνικός όρος:
Σταθερά οξύτητας
Αγγλικός όρος:
Acidity constant

Μετάφραση: Acidity constant
Ελληνικός όρος:
Σταθερά σχηματισμού υπό όρους
Αγγλικός όρος:
Contitional formation constant

Μετάφραση: Contitional formation constant

Ακολουθήστε μας