Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 6205Β_2022 | 622.12 KB |
1. α. Της παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 1108/1980 (Α’ 304) όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 52 του ν. 4313/2014 «Ρυθμίσεις θεμάτων Μεταφορών, Τηλεπικοινωνιών και Δημοσίων Έργων και άλλες διατάξεις» (Α’ 261).
β. Του π.δ. 455/1976 «Περί όρων και προϋποθέσεων ιδρύσεως και λειτουργίας σταθμών αυτοκινήτων και εγκαταστάσεως εντός αυτών πλυντηρίων - λιπαντηρίων αυτοκινήτων, αντλιών παροχής καυσίμων ως και προϋποθέσεων χορηγήσεως των προς τούτο απαιτούμενων αδειών» (Α’ 169).
γ. Της υπ’ αρ. 170078/2013 κοινής απόφασης των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής «Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις για τα έργα και δραστηριότητες της κατηγορίας Β της 6ης ομάδας “Τουριστικές εγκαταστάσεις και έργα αστικής ανάπτυξης, κτιριακού τομέα, αθλητισμού και αναψυχής” με α/α 15, 16, 17, 19, 20, 21, 22, 23, 24 και 25 του παραρτήματος VI της υπ’ αρ. 1958/2012 υπουργικής απόφασης (Β’ 21), όπως εκάστοτε ισχύει» (Β’ 2507).
δ. Της υπ’ αρ. 32279/1990/10-6-2009 απόφασης του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών «Καθορισμός λεπτομερειών τρόπου σφράγισης για εγκαταστάσεις σταθμών υπεραστικών λεωφορείων, σταθμών φορτηγών αυτοκινήτων για φορτοεκφόρτωση εμπορευμάτων και σταθμών αυτοκινήτων και πλυντηρίων - λιπαντηρίων» (Β’ 1189), η οποία τροποποιήθηκε με την υπ’ αρ. 20612/1759/02-10-2013 απόφαση του Υφυπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων «Τροποποίηση της υπ’ αρ. οικ. 32279/1990/2009 (Β’ 1189/18-6-2009) υπουργικής απόφασης «Καθορισμός λεπτομερειών τρόπου σφράγισης για εγκαταστάσεις σταθμών υπεραστικών λεωφορείων, σταθμών φορτηγών αυτοκινήτων για φορτοεκφόρτωση εμπορευμάτων και σταθμών αυτοκινήτων και πλυντηρίων-λιπαντηρίων» (Β’ 2469).
ε. Του ν. 4014/2001 «Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, ρύθμιση αυθαιρέτων σε συνάρτηση με δημιουργία περιβαλλοντικού ισοζυγίου και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος» (Α’ 209).
στ. Του π.δ. 41/2018 «Κανονισμός Πυροπροστασίας Κτιρίων» (Α’ 80).
ζ. Του ν. 2696/1999 «Κύρωση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας» (Α’ 57).
η. Του ν. 4622/2019 «Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης» (Α’ 133).
θ. Του άρθρου 90 του Κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (π.δ. 63/2005, Α’ 98), το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με την παρ. 22 του άρθρου 119 του ν. 4622/2019 (Α’ 133).
ι. Του ν. 4727/2020 «Ψηφιακή Διακυβέρνηση (Ενσωμάτωση στην Ελληνική Νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/2102 και της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1024) - Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (Ενσωμάτωση στο Ελληνικό Δίκαιο της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972) και άλλες διατάξεις» (Α’ 184).
ια. Του άρθρου 5 του ν. 3469/2006 «Εθνικό Τυπογραφείο, Εφημερίς της Κυβέρνησης και λοιπές διατάξεις» (Α’ 131).
ιβ. Του π.δ. 123/2017 «Οργανισμός του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών» (Α’ 151).
ιγ. Του π.δ. 81/2019 «Σύσταση, συγχώνευση, μετονομασία και κατάργηση Υπουργείων και καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους - Μεταφορά υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων» (Α’ 119).
ιδ. Του π.δ. 83/2019 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α’ 121).
ιε. Του π.δ. 62/2020 «Διορισμός Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α’ 155).
ιστ. Του π.δ. 68/2021 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρώτριας Υπουργού και Υφυπουργών» (Α’ 155).
ιζ. Της υπ’ αρ. 317/22.9.2021 απόφασης του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Υποδομών και Μεταφορών, Μιχαήλ Παπαδόπουλο» (Β’ 4383).
ιη. Του ν. 2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (Α’ 45), και αφού λάβαμε υπόψη:
2. Την υπ’ αρ. 588/17-07-2020 εισηγητική έκθεση δημοσιονομικών επιπτώσεων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών.
3. Το υπ’ αρ. 324131/16-10-2022 έγγραφο της Διεύθυνσης Οδικών Υποδομών (Δ13) του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών.
4. Την ανάγκη καθορισμού των αρμοδίων οργάνων,
των όρων και προϋποθέσεων ίδρυσης και λειτουργίας των κειμένων εντός και εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων εγκαταστάσεων σταθμών μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων ως και συμπληρωματικών εντός των ανωτέρω εγκαταστάσεων δραστηριοτήτων (εμπορικών, παροχής υπηρεσιών).
5. Το γεγονός ότι από την παρούσα δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:
Με την παρούσα απόφαση καθορίζονται τα αρμόδια όργανα, οι όροι και οι προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας σταθμών μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, εντός και εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων, και συμπληρωματικών εντός των ανωτέρω εγκαταστάσεων δραστηριοτήτων (εμπορικών, παροχής υπηρεσιών).
Όπου αλλού δεν ορίζεται από την παρούσα διαφορετικά, εφαρμόζεται το π.δ. 455/1976 (Α’ 169). Οι σταθμοί μοτοσυκλετών και μοτοποδηλάτων επιτρέπεται να λειτουργούν ως ανεξάρτητες εγκαταστάσεις ή ως συμπληρωματικές, εντός και άλλων εγκαταστάσεων εφόσον τηρούνται οι διατάξεις της παρούσας.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας απόφασης, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1. Από άποψη χρήσεως τους, οι ως άνω σταθμοί διακρίνονται σε:
α. Ιδιωτικής χρήσεως και
β. Δημόσιας χρήσεως.
2. «Σταθμός μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων», ή αλλιώς «σταθμός»: είναι ο ειδικός χώρος που προορίζεται για την εξυπηρέτηση της στάθμευσης μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων. Ο υπόψη χώρος μπορεί να αποτελείται από ένα ή περισσότερα ανεξάρτητα τμήματα των εξής κατηγοριών:
α. Χώρος κλειστός στεγασμένος εντός κτιριακής εγκατάστασης,
β. χώρος στεγασμένος μερικώς ανοικτός από μία ή περισσότερες πλευρές,
γ. υπαίθριος χώρος με ή χωρίς χρήση σκιάστρου,
δ. οποιοσδήποτε συνδυασμός των ανωτέρω χώρων.
Οι ανωτέρω σταθμοί δεν απαιτείται να έχουν ελάχιστη ωφέλιμη επιφάνεια στεγασμένου χώρου (κλειστού ή μερικώς ανοικτού) ούτε οποιοσδήποτε περιορισμό όσον αφορά στον αριθμό των θέσεων στάθμευσης των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων.
3. «Χώρος στάθμευσης»: νοείται το τμήμα του σταθμού που προορίζεται για τη στάθμευση μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων (ολική ή μερική διημέρευση ή διανυκτέρευση). Ο χώρος στάθμευσης αποτελείται από:
α. «θέσεις στάθμευσης»: ευκρινώς οριοθετημένα τμήματα του οικοπέδου, γηπέδου ή κτιρίου που προορίζονται για τη στάθμευση των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων. Κατά μήκος των θέσεων στάθμευσης υφίσταται και νησίδα προσπέλασης.
β. «λωρίδες κυκλοφορίας»: κατάλληλα διαμορφωμένες, εντός του σταθμού, λωρίδες και χώροι ελιγμών των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων για την πρόσβαση στις θέσεις στάθμευσης.
γ. «νησίδα προσπέλασης»: είναι η νησίδα που προορίζεται για την πρόσβαση στους χώρους στάθμευσης και για την εγκατάσταση βοηθητικού εξοπλισμού των θέσεων στάθμευσης. Κατ’ ελάχιστο κάθε νησίδα φέρει ένα κάδο απορριμμάτων και διαθέτει την υποδομή για υδραυλική εγκατάσταση παροχής νερού.
4. «Χώρος αναμονής»: νοείται το τμήμα του σταθμού που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την προσωρινή διευθέτηση και αναμονή των εισερχόμενων και εξερχόμενων προς και από τον σταθμό μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, ο οποίος δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για τη στάθμευση αυτών.
5. «Ωφέλιμη επιφάνεια»: νοείται η επιφάνεια του χώρου στάθμευσης που αποτελείται από την επιφάνεια των θέσεων στάθμευσης και την επιφάνεια των λωρίδων κυκλοφορίας του σταθμού, υπολογίζεται δε ως το άθροισμα των εμβαδών αυτών. Οι σταθμοί κατηγοριοποιούνται σε μικρού, μεσαίου και μεγάλου μεγέθους, βάσει της παρ. 3 του άρθρου 2 του π.δ. 455/1976 (Α’ 169).
6. «Βοηθητικές εγκαταστάσεις»: το σύνολο των απαιτούμενων κατασκευών, κτιρίων, διαμορφώσεων και εγκαταστάσεων, συμπεριλαμβανομένου και του χώρου στάθμευσης για χρήση από το προσωπικό του σταθμού για την εύρυθμη λειτουργία του.
7. «Συμπληρωματικές εγκαταστάσεις»: είναι οι λοιπές εγκαταστάσεις που δεν συνδέονται άμεσα με τη στάθμευση των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων και αποσκοπούν στην παροχή επιπρόσθετων υπηρεσιών προς τους οδηγούς των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων ή τρίτους.
8. «Ακτινική απόσταση»: είναι η απόσταση μετρούμενη ακτινικά και επί οριζοντίου επιπέδου προβολής των ορίων του οικοπέδου ή γηπέδου του σταθμού από άλλα κτίρια, περιγράμματα αρχαιολογικών χώρων και σημεία, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 της παρούσας.
9. «Εκμεταλλευτής του σταθμού»: είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου λειτουργεί ο σταθμός. Οι υπάλληλοι, με εξαρτημένη σχέση εργασίας, του σταθμού πρέπει να κατέχουν άδεια οδήγησης αντίστοιχης κατηγορίας με τα εξυπηρετούμενα οχήματα (μοτοσικλέτες και μοτοποδήλατα).
10. «Μοτοποδήλατο»: ελαφρύ μηχανοκίνητο δίκυκλο, τρίκυκλο ή τετράκυκλο όχημα, με μέγιστη σχεδιαστική ταχύτητα 45 χλμ./ώρα. Αυτά τα οχήματα είναι τα εξής:
α. Το δίκυκλο μοτοποδήλατο (L1e-Β) με κινητήρα κυβισμού ≤ 50 cm3 εάν η διάταξη πρόωσης του οχήματος περιλαμβάνει έναν κινητήρα εσωτερικής καύσης επιβαλλόμενης ανάφλεξης (positive ignition PI) ή με κινητήρα μέγιστης συνεχούς ονομαστικής ή καθαρής ισχύος ≤ 4 κιλοβάτ (kW), ≤
β. το τρίκυκλο μοτοποδήλατο (L2e): τρίκυκλα με κινητήρα κυβισμού ≤ 50 cm3 με κυβισμό κινητήρα ≤ 50 cm3 για κινητήρα PI ή ≤ 500 cm3 για κινητήρα ανάφλεξης με συμπίεση (compression ignition CI) ή με κινητήρα μέγιστης συνεχούς ονομαστικής ή καθαρής ισχύος ≤ 4 κιλοβάτ (kW) και μάζα σε κατάσταση ετοιμότητας προς κυκλοφορία ≤ 270 kg και τα οποία διαθέτουν έως δύο (2) θέσεις καθίσματος, συμπεριλαμβανομένης της θέσης καθίσματος του οδηγού,
γ. το μηχανοκίνητο δίκυκλο (L1e-A), τρίκυκλο ή τετράκυκλο ποδήλατο: ποδήλατα που έχουν σχεδιαστεί για ποδηλάτηση, με βοηθητική μηχανή πρόωσης για υποβοήθηση της ποδηλάτησης με μέγιστη συνεχή ονομαστική ή καθαρή ισχύ ≤ 1 κιλοβάτ (kW) και διακοπή της ισχύος της σε ταχύτητες οχήματος ≤ 25 χλμ./ώρα,
δ. το ελαφρύ τετράκυκλο (L6e), με μάζα σε κατάσταση ετοιμότητας προς κυκλοφορία ≤ 425 kg με κυβισμό κινητήρα ≤ 50 cm3 για κινητήρα PI ή ≤ 500 cm3 για κινητήρα CI και διαθέτουν έως δύο (2) θέσεις καθίσματος, συμπεριλαμβανομένης της θέσης καθίσματος του οδηγού.
11. «Μοτοσικλέτα»: Κάθε δίτροχο μηχανοκίνητο όχημα με ή χωρίς καλάθι, του οποίου είτε η μέγιστη εκ κατασκευής ταχύτητα είναι μεγαλύτερη των 45 χιλιομέτρων την ώρα είτε, εάν είναι εξοπλισμένο με κινητήρα εσωτερικής καύσης, ο κυλινδρισμός του κινητήρα είναι μεγαλύτερος των 50 κυβικών εκατοστών.
12. «Ποδήλατο»: Το όχημα δύο τουλάχιστον τροχών το οποίο κινείται με τη μυϊκή δύναμη εκείνων που επιβαίνουν και μπορεί να υποβοηθείται με βοηθητικό ηλεκτροκινητήρα μέγιστης συνεχούς ονομαστικής ισχύος 0,25 κιλοβάτ (kW) και η ισχύς του οποίου μειώνεται σταδιακά και τελικά μηδενίζεται όταν η ταχύτητα του οχήματος φθάσει τα 25 χλμ./ώρα ή νωρίτερα, εάν σταματήσει η ποδηλάτηση.
1. Η χωροθέτηση των σταθμών της παρούσας είναι αποδεκτή σε περιοχές όπου αυτή επιτρέπεται από τις οικείες πολεοδομικές διατάξεις περί χρήσεων γης.
2. Η λειτουργία σταθμών μοτοσυκλετών και μοτοποδηλάτων απαγορεύεται:
α. Σε άμεση γειτνίαση με νοσοκομείο ή κλινική.
β. Σε ακτινική απόσταση μικρότερη των είκοσι μέτρων (20μ) από τα όρια του οικοπέδου ή γηπέδου αποθηκών εύφλεκτων ή εκρηκτικών υλών.
γ. Σε ακτινική απόσταση μικρότερη των εκατό μέτρων (100μ) από το περίγραμμα ορατών αρχαιολογικών χώρων ή κηρυγμένων μνημείων, τηρουμένων και των διατάξεων περί προστασίας των αρχαιολογικών χώρων.
Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για σταθμούς ωφέλιμης επιφάνειας έως τριακόσια τετραγωνικά μέτρα (300μ2) και εφόσον από την είσοδο και έξοδο του σταθμού δεν είναι ορατός ο αρχαιολογικός χώρος.
δ. Σε ακτινική απόσταση μικρότερη των πενήντα μέτρων (50μ) από σχολεία ή από ενοριακούς ναούς.
ε. Όταν το πλησιέστερο σημείο της εισόδου - εξόδου του σταθμού είναι σε απόσταση μικρότερη των τριάντα μέτρων (30μ) από φωτεινούς σηματοδότες και σηματοδοτούμενους κόμβους.
στ. Όταν δεν εξασφαλίζονται, πριν από το σταθμό, λόγω της οριζοντιογραφίας ή και της μηκοτομής της οδού έμπροσθεν αυτών ή λόγω πλευρικών εμποδίων, τα μήκη ορατότητας που περιλαμβάνονται στον πίνακα του άρθρου 4 του π.δ. 118/2006 (Α’ 119).
3. Οι συμπληρωματικές εγκαταστάσεις δεν εντάσσονται στους παραπάνω περιορισμούς, αλλά οφείλουν να πληρούν τις αποστάσεις ασφαλείας και εν γένει τις ειδικότερες κατά περίπτωση διατάξεις λειτουργίας τους, στις οποίες υπάγονται νομοθετικά.
1. Για σταθμούς εκτός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως και εκτός ορίων οικισμού, η κυκλοφοριακή σύνδεση με εθνικές ή επαρχιακές ή δημοτικές - κοινοτικές οδούς κατασκευάζεται και εγκρίνεται σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις του β.δ. 465/1970 (Α’ 150).
2. Για σταθμούς εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή εντός ορίων οικισμών προ-υφισταμένων του έτους 1923 ή οριοθετημένων, η κυκλοφοριακή σύνδεση διαμορφώνεται:
α. είτε με την κατασκευή ενιαίας εισόδου-εξόδου, ελάχιστου πλάτους τεσσάρων μέτρων (4μ),
β. είτε με την κατασκευή χωριστής εισόδου και εξόδου δίκυκλων οχημάτων, ελάχιστου πλάτους δύο μέτρων (2μ) η κάθε μία σε περίπτωση διαφορετικών θέσεων μεταξύ τους, ή δυόμιση μέτρων (2,5μ) στην περίπτωση ύπαρξης ενδιάμεσης νησίδας.
3. Η είσοδος και η έξοδος του σταθμού φέρει κατάλληλη οριζόντια και κατακόρυφη σήμανση, ώστε να εξασφαλίζεται η ασφαλής διέλευση των πεζών και η οδική ασφάλεια κατά την είσοδο και έξοδο των οχημάτων προς και από τον σταθμό κατ’ αναλογία των απεικονίσεων στα Παραρτήματα Β1 και Β2 του άρθρου 4 της υπ’ αρ. 79983/58/2017 (Β’ 4103) κοινής υπουργικής απόφασης.
Σε περιοχές στις οποίες δεν προβλέπεται πεζοδρόμιο, αυτό κατασκευάζεται με ελάχιστο πλάτος δύο μέτρων (2μ) είτε εξωτερικά του ορίου του γηπέδου, αν υφίσταται ικανό για την κυκλοφορία πλάτος της οδού, αλλιώς το πεζοδρόμιο κατασκευάζεται εσωτερικά του ορίου, σε βάρος του γηπέδου. Κατά τη διαμόρφωση των πεζοδρομίων και των νησίδων πρέπει απαραίτητα να προβλέπεται η δημιουργία κεκλιμένου επιπέδου τύπου σκάφης, κλίσης πέντε τις εκατό (5%) μεταξύ πεζοδρομίων ή νησίδων και οδοστρώματος για τη διακίνηση εμποδιζόμενων ατόμων, καθώς και ειδικοί διάδρομοι «οδηγοί τυφλών», που θα συνεχίζονται σε όλους τους χώρους του σταθμού που κυκλοφορεί κοινό, για την εξυπηρέτηση των ατόμων με προβλήματα στην όραση.
4. Για όλους τους σταθμούς απαιτείται επαρκής ηλεκτροφωτισμός της εισόδου - εξόδου των οχημάτων, για τις εκτός σχεδίου συνδέσεις σύμφωνα με τα ισχύοντα στο π.δ. 118/2006 (Α’ 119), ώστε να γίνονται εύκολα αντιληπτοί οι διερχόμενοι πεζοί και γενικά να παρέχεται επαρκής οδική ασφάλεια κατά την είσοδο και έξοδο των δίκυκλων οχημάτων προς και από τον σταθμό. Ο ηλεκτροφωτισμός της εισόδου - εξόδου του σταθμού πρέπει να επιτυγχάνεται με κατάλληλη διάταξη των φωτιστικών ιστών και των φωτιστικών σωμάτων, ώστε να μην προκαλείται θάμβωση των οδηγών των οχημάτων που διέρχονται στην οδό και γενικά να μην προκαλείται ενόχληση ούτε στην κυκλοφορία των οχημάτων στις παρακείμενες του σταθμού δημόσιες οδούς, ούτε στις παρακείμενες ιδιοκτησίες.
5. Οι κυκλοφοριακές συνδέσεις του σταθμού με τις δημόσιες οδούς κυκλοφορίας οχημάτων και ο χώρος αναμονής του δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για τους ελιγμούς των οχημάτων και την κυκλοφορία αυτών από και προς τις διάφορες θέσεις στάθμευσης του σταθμού, οι οποίοι πραγματοποιούνται αποκλειστικά στις λωρίδες κυκλοφορίας και στις θέσεις στάθμευσης του σταθμού.
1. Οι ελάχιστες διαστάσεις των θέσεων στάθμευσης δίδονται στο Παράρτημα της παρούσας. Για τον σχεδιασμό των θέσεων στάθμευσης διακρίνονται οι εξής περιπτώσεις:
α. Ενιαία (μοναδική) πρόσβαση: όταν η ίδια πλευρά της θέσης στάθμευσης χρησιμοποιείται για την είσοδο και έξοδο του δίκυκλου οχήματος στη θέση στάθμευσης, οπότε μόνο μία λωρίδα κυκλοφορίας εξυπηρετεί τη θέση στάθμευσης.
β. Αμφίπλευρη πρόσβαση: όταν η μία πλευρά της θέσης στάθμευσης χρησιμοποιείται για την είσοδο του δίκυκλου οχήματος στη θέση και η απέναντι πλευρά για την έξοδο του δίκυκλου οχήματος από αυτήν, οπότε μία λωρίδα κυκλοφορίας εξυπηρετεί την είσοδο της μοτοσικλέτας και του μοτοποδήλατου στη θέση στάθμευσης και μία άλλη λωρίδα κυκλοφορίας εξυπηρετεί την έξοδο της μοτοσικλέτας και του μοτοποδηλάτου από αυτή.
2. Η επιφάνεια των θέσεων στάθμευσης πρέπει να είναι επίπεδη και η κλίση της δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερη από τέσσερα τις εκατό (4%). Οι διαστάσεις της θέσης στάθμευσης πρέπει να επαρκούν για τη στάθμευση των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων για τα οποία προορίζονται. Ειδικότερα:
α. Οι ελάχιστες διαστάσεις κάθε θέσης στάθμευσης απεικονίζονται στο Παράρτημα.
β. Οι στροφές των λωρίδων κυκλοφορίας υπολογίζονται με ακτίνα στροφής του δίκυκλου τουλάχιστον δύο μέτρα (2μ).
γ. Για θέσεις στάθμευσης παράλληλες στον διάδρομο κυκλοφορίας, το μήκος της θέσης στάθμευσης πρέπει να είναι τουλάχιστον τέσσερα μέτρα (4μ).
3. Για τον ελιγμό των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων προς και από τις θέσεις στάθμευσης χρησιμοποιούνται οι λωρίδες κυκλοφορίας. Η λωρίδα κυκλοφορίας δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για στάθμευση. Επιτρέπεται να χρησιμοποιείται μόνο για την προσωρινή στάση - αναμονή, λόγω πραγματοποιούμενου ελιγμού από άλλο όχημα.
4. Το πλάτος της λωρίδας κυκλοφορίας πρέπει να είναι ικανού μεγέθους, ώστε να υπάρχει επαρκής ελεύθερος μπροστά ή πίσω από κάθε θέσης στάθμευσης για την είσοδο ή έξοδο των οχημάτων. Ο απαιτούμενος ελεύθερος χώρος πρόσβασης στη θέση στάθμευσης εξαρτάται από το μήκος του προς στάθμευση μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, τον τύπο των παρακείμενων θέσεων στάθμευσης, τη γωνία κλίσης της θέσης στάθμευσης σε σχέση με τη λωρίδα κυκλοφορίας και το πλάτος της θέσης στάθμευσης. Ενδεικτικές τιμές του πλάτους της λωρίδας κυκλοφορίας για διάφορους τύπους στάθμευσης δίδονται στο άρθρο 6 της παρούσας καθώς και στο Παράρτημα της παρούσας.
5. Τα όρια κάθε θέσης στάθμευσης πρέπει:
α. Να σημαίνονται ευκρινώς με χρώμα ή άλλο ευδιάκριτο υλικό, ή
β. να ορίζονται με κατάλληλη κατασκευή (όπως ενδεικτικά κυβόλιθοι, έγχρωμα προκατασκευασμένα δομικά υλικά κ.ά.).
6. Οι αναγκαίες για το προσωπικό του σταθμού θέσεις στάθμευσης καθορίζονται με βάση τις πολεοδομικές απαιτήσεις μόνο για τις κτιριακές εγκαταστάσεις που στεγάζουν γραφεία, αποθήκες, εστιατόρια, αναψυκτήρια, πλυντήρια, πρατήρια καυσίμων, συνεργεία, κ.λπ. Οι θέσεις αυτές χωροθετούνται σε ανεξάρτητο του σταθμού χώρο (εντός του οικοπέδου), ο οποίος δεν υπολογίζεται στην ωφέλιμη επιφάνεια του σταθμού, σημαίνονται κατάλληλα και μελετώνται βάση των αντιστοίχων για τις θέσεις αυτές πολεοδομικών διατάξεων.
7. Στις θέσεις στάθμευσης του σταθμού των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, προβλέπεται και η στάθμευση ποδηλάτων, σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στο άρθρο 8 της υπό στοιχεία ΔΥΟ/οικ.1920/14-04-2016 απόφασης «Έγκριση Τεχνικών Οδηγιών για ποδηλατοδρόμους (Υποδομές ποδηλάτων)» (Β’ 1053).
8. Οι ενδεικτικές διαστάσεις των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς της παρούσας είναι οι εξής:
Πίνακας 1. Ενδεικτικές διαστάσεις Μοτοσικλετών και Μοτοποδηλάτων
Το ελάχιστο πλάτος των λωρίδων κυκλοφορίας στην περίπτωση λωρίδας μονής κατεύθυνσης είναι δύο μέτρα (2μ) και στην περίπτωση λωρίδας διπλής κατεύθυνσης τέσσερα μέτρα (4μ). Οι εξωτερικές ακτίνες στροφής των λωρίδων κυκλοφορίας εξαρτώνται από την εν γένει διαμόρφωση της στροφής και τον τύπο των κυκλοφορούντων μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, αλλά σε κάθε περίπτωση πρέπει να είναι μεγαλύτερες ή ίσες των δύο μέτρων (2μ).
1. Η συνολική γενική διάταξη του σταθμού (κτίρια, προσπελάσεις πεζών, θέσεις στάθμευσης, λωρίδες κυκλοφορίας, εγκαταστάσεις κ.λπ.), διαμορφώνεται με κύρια κριτήρια:
α. Την εκπλήρωση των βασικών λειτουργιών του σταθμού με ορθολογικό τρόπο,
β. την ανάγκη τυχόν μελλοντικών επεκτάσεων είτε σε κτίρια είτε σε θέσεις στάθμευσης, και
γ. τη δυνατότητα εναρμόνισης νέων τεχνολογιών.
2. Εντός των σταθμών μεσαίου και μεγάλου μεγέθους [όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 2 του π.δ. 455/1976 (Α’ 169)] υφίσταται γραφείο κίνησης, αποθήκη τουλάχιστον δέκα τετραγωνικών μέτρων (10μ2), χώροι υγιεινής και εγκαταστάσεις για την πρόσβαση ΑμεΑ σύμφωνα με
την ισχύουσα νομοθεσία.
3. Το ελεύθερο ύψος διέλευσης των οχημάτων κάτω από δοκούς, στέγαστρα, τυχόν πύλες εισόδου-εξόδου, δικτυώματα ανάρτησης πινακίδων και γενικά κάτω από κάθε καθ’ ύψος εμπόδιο ορίζεται στο άρθρο 5 του π.δ. 455/1976 (Α’ 169). Σε κάθε περίπτωση, το ύψος πρέπει να επαρκεί για τον τύπο των δίκυκλων οχημάτων που εισέρχονται στο σταθμό.
4. Ο σταθμός αποτελεί χωροταξικά μία ενιαία ενότητα με ευδιάκριτα όρια. Τα όρια αυτά διαμορφώνονται με κατάλληλη περίφραξη, κιγκλιδώματα, τοιχία ή τοίχους, δενδροφυτεύσεις ή άλλα τεχνητά διαχωριστικά και ευκρινή σημεία εισόδου - εξόδου των δίκυκλων οχημάτων προς τις υπόλοιπες εγκαταστάσεις του σταθμού, ώστε να τηρούνται οι προβλεπόμενες κείμενες διατάξεις τα προβλεπόμενα όρια θορύβου και μέτρα πυροπροστασίας.
5. Η επιφάνεια του χώρου στάθμευσης, των χώρων εισόδου και εξόδου, των κυκλοφοριακών συνδέσεων, και του χώρου αναμονής, έχει κατάλληλη επίστρωση και διαθέτει κατάλληλες στρώσεις βάσης και υπόβασης, ανθεκτικές στα φορτία που ασκούνται από τα κινούμενα
οχήματα.
6. Στη βάση κάθε τοίχου, τοιχίου ή περίφραξης που συνορεύει με λωρίδα κυκλοφορίας ή με θέση στάθμευσης παρεμβάλλεται εντός του σταθμού πεζοδρόμιο πλάτους τουλάχιστον ενός μέτρου και πενήντα εκατοστών (1,50μ) και ύψους μεγαλύτερου ή ίσου των δέκα πέντε εκατοστών (15εκ.). Τα πεζοδρόμια επιστρώνονται με κατάλληλα υλικά και διαμορφώνονται με κατάλληλο τρόπο, ώστε αφενός να διασφαλίζεται η αυτόνομη και ασφαλής μετακίνηση όλων των χρηστών προς και από τις εισόδους - εξόδους πεζών του χώρου στάθμευσης και αφετέρου να διευκολύνεται η απορροή των όμβριων υδάτων.
7. Τα επίπεδα των στεγασμένων χώρων στάθμευσης πρέπει να έχουν ελάχιστη κλίση 1:200 (0,5%) έτσι ώστε να υφίστανται οι ελάχιστες απαιτήσεις αποστράγγισης των όμβριων υδάτων. Οι κλίσεις αυτές πρέπει να οδηγούν σε κατάλληλα κανάλια/φρεάτια απορροής.
8. Τα σημεία σύνδεσης του σταθμού με τις οδούς και τα σημεία ελέγχου πρόσβασης πρέπει να πληρούν τα κάτωθι:
α. Η μέγιστη επιτρεπόμενη κλίση του τμήματος μεταξύ κρασπεδικής γραμμής (ορίου του δρόμου) και της ρυμοτομικής γραμμής ή του ορίου του οικοπέδου του σταθμού έμπροσθεν του διαδρόμου πρόσβασης αυτού, δεν μπορεί να ξεπερνά το 1:40 (2,5%).
β. Στους χώρους αναμονής οχημάτων η μέγιστη επιτρεπόμενη κλίση είναι 1:10 (10%) για το απαιτούμενο μήκος διαδρόμου αναμονής.
γ. Στα σημεία ελέγχου οχημάτων η μέγιστη επιτρεπόμενη κλίση είναι 1:20 (5% μέγιστο) για τουλάχιστον τέσσερα μέτρα (4μ) πριν το σημείο ελέγχου.
1. Ο σταθμός διαθέτει κατάλληλη εγκατάσταση ηλεκτροφωτισμού. Ο ηλεκτροφωτισμός εξασφαλίζει ομοιομορφία φωτισμού και προσαρμογή αυτής από περιοχή σε περιοχή. Το επίπεδο έντασης φωτισμού των χώρων του σταθμού καθώς και των κυκλοφοριακών συνδέσεων προσδιορίζεται σύμφωνα με το πρότυπο του ΕΛΟΤ ΕΝ12464-2. Τα φωτιστικά σώματα σχεδιάζονται, τοποθετούνται και λειτουργούν με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην προκαλούν ενόχληση στην κυκλοφορία των οχημάτων των παρακειμένων οδών ή στις γειτνιάζουσες ιδιοκτησίες.
2. Ο σταθμός διαθέτει επαρκές και κατάλληλα διαμορφωμένο δίκτυο σωληνώσεων με το οποίο πραγματοποιείται η υδροδότηση αυτού.
3. Ο σταθμός διαθέτει κατάλληλο δίκτυο απορροής όμβριων υδάτων, όπως σχάρες συλλογής υδάτων.
4. Στο σταθμό υπάρχει κατάλληλο αποχετευτικό σύστημα ικανό για την απορροή των ακαθάρτων στο δημοτικό αποχετευτικό δίκτυο ή σε απολύτως στεγανό βόθρο.
Σε αυτό, εκτός των συνήθων λυμάτων των κτιριακών εγκαταστάσεων (χώροι υγιεινής) και εφόσον συνυπάρχουν στον σταθμό πρόσθετες συμπληρωματικές εγκαταστάσεις (όπως πλυντήρια- λιπαντήρια, συνεργεία, κ.λπ.) πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για τη διάθεση των λυμάτων αυτών, καθώς και εγκαταστάσεων επεξεργασίας των αποβλήτων τους (βορβοροσυλλέκτες, ελαιολασποσυλλέκτες, κ.λπ.) σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία διάθεσης των αποβλήτων, τις Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις, ή τους εγκεκριμένους Περιβαλλοντικούς Όρους.
5. Υπόγειοι χώροι στάθμευσης και γενικότερα χώροι στάθμευσης, οι οποίοι δεν εξαερίζονται με φυσικό τρόπο φέρουν σύστημα ελέγχου της συγκέντρωσης μονοξείδιου του άνθρακα στον αέρα, σύμφωνα με την υπ’ αρ. 40589/2138/25-6-2004 (Β’ 1102) απόφαση, και έχουν κατάλληλο σύστημα εξαερισμού του χώρου που επιτρέπει ανανέωση του αέρα πραγματοποιώντας τουλάχιστον τέσσερις (4) εναλλαγές ανά ώρα.
6. Οι σταθμοί εμπίπτουν από πλευράς πυροπροστασίας στο άρθρο 11 του κεφαλαίου Β’ του π.δ. 41/2018 «Κανονισμός Πυροπροστασίας Κτιρίων» (Α’ 80).
1. Οριζόντια σήμανση: Σημειώνονται στο δάπεδο τα όρια κάθε θέσης στάθμευσης, με ανεξίτηλο ειδικό χρώμα σήμανσης οδοστρωμάτων, λευκής ή κυανής απόχρωσης, πλάτους ογδόντα έως εκατό χιλιοστών (80 - 100χιλ.). Με ευμεγέθη βέλη μήκους τριών μέτρων (3μ) για βέλη ευθείας πορείας ή στροφής και τριών μέτρων και εβδομήντα πέντε εκατοστών (3,75μ) για βέλη συνδυασμένης πορείας, καθορίζονται οι κατευθύνσεις κυκλοφορίας σε όλες τις λωρίδες κυκλοφορίας και στα σημεία διασταύρωσης αυτών ή με τις ράμπες. Με το λευκό χρώμα καθορίζονται τα σημεία υποχρεωτικής διακοπής πορείας (STOP) των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, ενώ για την αρίθμηση των θέσεων στάθμευσης στο σημείο επαφής του ορίου της με τον διάδρομο κυκλοφορίας επιτρέπεται η χρήση οποιουδήποτε ευδιάκριτου χρώματος. Τα χρησιμοποιούμενα υλικά είναι σύμφωνα με τις απαιτήσεις των χρωμάτων διαγράμμισης οδών των ισχυουσών Πρότυπων Τεχνικών Προδιαγραφών.
2. Κατακόρυφη σήμανση: Σε κάθε όροφο τοποθετούνται πινακίδες, στις οποίες αναγράφεται ο αριθμός του ορόφου (1ος, 2ος, κ.λπ.) με διαφορετικό χρώμα σήμανσης στοιχείων για κάθε επίπεδο, σε τοίχους ή υποστυλώματα, σε κατάλληλες θέσεις (αρχή και τέλος κάθε ράμπας αλλά και ενδιάμεσα, στους διαδρόμους), με στοιχεία μεγέθους εβδομήντα εκατοστών (70εκ.), σε μέσο ύψος ένα μέτρο και είκοσι εκατοστά (1,20μ) από το δάπεδο.
3. Πέρα από την παραπάνω σήμανση, η κυκλοφορία στα διάφορα επίπεδα του σταθμού, ρυθμίζεται με κατακόρυφη σήμανση σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2696/1999 «Kύρωση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας» (Α’ 57), για την οδική σήμανση, (π.χ. απαγορεύσεις εισόδων, υποχρεωτικές πορείες, υποχρεωτική διακοπή πορείας (STOP κ.λπ.) που τοποθετούνται σε ορατά σημεία και σ’ όλες τις απαραίτητες θέσεις όπως για π.χ. στις διασταυρώσεις λωρίδων κυκλοφορίας μεταξύ τους ή με ράμπες.
4. Σε εμφανή σημεία του σταθμού, τοποθετούνται πινακίδες με ενδείξεις και πληροφορίες για την κυκλοφορία των οχημάτων εντός αυτού, καθώς και για την έξοδο αυτών από το σταθμό. Τα στοιχεία των πινακίδων είναι τύπου HELVETICA, μαύρα ύψους δεκαπέντε εκατοστών (15εκ). Σε κάθε όροφο αναρτάται πινακίδα που δείχνει την κάτοψη και τις θέσεις στάθμευσης των δίκυκλων οχημάτων.
5. Σε κατάλληλες θέσεις, εντός και εκτός ορίων του οικοπέδου ή γηπέδου του σταθμού πρέπει να υπάρχουν τοποθετημένες πινακίδες, αναγνώσιμες σε κατάλληλη απόσταση, με πληροφορίες για το είδος, το ύψος και βάρος των επιτρεπόμενων να εισέλθουν στο σταθμό οχημάτων, τον τρόπο λειτουργίας του σταθμού και των ειδικών χώρων στάθμευσης όπως ενδεικτικά μονίμων πελατών, οχημάτων προοριζόμενων για πλύση, τις ώρες λειτουργίας του σταθμού, οδηγίες σε περίπτωση πυρκαγιάς ή άλλης έκτακτης ανάγκης, κ.λπ. Στην είσοδο του σταθμού και σε σημείο εμφανές από την οδό προσπέλασης, πρέπει να υπάρχει φωτεινή ένδειξη πληρότητας του σταθμού, κατευθυντήριες και πληροφοριακές πινακίδες για τα τέλη και τον τρόπο είσπραξης αυτών.
6. Σήμανση για τους πεζούς: Σε όλα τα κλιμακοστάσια και σε όλες τις ορατές από τον λοιπό χώρο του σταθμού πλευρές τους, υπάρχουν πινακίδες με ένδειξη εξόδου για τους πεζούς, σαφώς διαφοροποιημένες σε χρώμα, μέγεθος και σχήμα από αυτές της ένδειξης εξόδου για τις μοτοσικλέτες και τα μοτοποδήλατα. Ανάλογες πινακίδες για την έξοδο των πεζών τοποθετούνται και σε ενδιάμεσα μεταξύ των κλιμακοστασίων σημεία του σταθμού, π.χ. υποστυλώματα.
7. Η κυκλοφορία των οχημάτων εντός του σταθμού σημαίνεται κατάλληλα, με τη χρήση πινακίδων (προτεραιότητας, ορίου ταχύτητας, υποχρεωτικής πορείας, κ.λπ.) καθώς και με σημάνσεις και βέλη επί του οδοστρώματος.
Με ευδιάκριτο επίσης τρόπο, σημαίνεται και η πορεία εξόδου των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων από το χώρο στάθμευσης.
8. Οι διάδρομοι κίνησης των πεζών σχεδιάζονται και σημαίνονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι εύκολα αναγνωρίσιμοι και να διαφοροποιούνται από τις σημάνσεις που αφορούν τις μοτοσικλέτες και τα μοτοποδήλατα.
Επίσης, η σήμανση των πεζών επιτρέπει την αυτόνομη, εύρυθμη και ασφαλή μετακίνηση τους από το χώρο στάθμευσης προς την έξοδο. Τα σημεία εισόδου-εξόδου των πεζών από το περίγραμμα του σταθμού προς την οδό είναι διαφορετικά από τις πύλες εισόδου - εξόδου των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων. Όταν οι διάδρομοι κίνησης των πεζών διασταυρώνονται με λωρίδες κυκλοφορίας, διαγραμμίζονται κατάλληλα. Σε κάθε περίπτωση, η σήμανση του χώρου στάθμευσης διασφαλίζει την προτεραιότητα κίνησης των πεζών. Για το σκοπό αυτό προβλέπονται σε κατάλληλες θέσεις πεζοδρόμια πλάτους τουλάχιστον ενός μέτρου και πενήντα εκατοστών (1,50μ) για την ασφαλή κίνηση των πεζών. Τα κράσπεδα των πεζοδρομίων σημαίνονται με έντονο χρώμα (π.χ. 1μ κίτρινο ακολούθως 1μ μαύρο κ.ο.κ.), ώστε να δημιουργείται αντίθεση με τις παρακείμενες επιφάνειες.
Εντός του σταθμού είναι επιτρεπτή η ύπαρξη ιδιαίτερου χώρου για τον καθαρισμό, την πλύση ή/και τη λίπανση ή/και τον ανεφοδιασμό με καύσιμα των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, σύμφωνα με τους όρους
και τις προϋποθέσεις της ισχύουσας νομοθεσίας. Η κάθε συμπληρωματική εγκατάσταση ελέγχεται και αδειοδοτείται σύμφωνα με την ισχύουσα κείμενη νομοθεσία.
Επιπλέον, είναι επιτρεπτή η ύπαρξη και άλλων συμπληρωματικών εγκαταστάσεων, εφόσον εξασφαλίζεται γι’ αυτές ο σχετικός χώρος, οι απαιτήσεις και οι προδιαγραφές της νομοθεσίας που αφορούν τις εγκαταστάσεις αυτές και δεν επηρεάζεται η εύρυθμη λειτουργία του σταθμού. Κάθε συμπληρωματική εγκατάσταση βρίσκεται σε ξεχωριστό χώρο και αποτελεί μία ενιαία ενότητα χωροταξικά, ανεξάρτητη του χώρου στάθμευσης, αλλά και κάθε άλλης συμπληρωματικής εγκατάστασης. Τα όρια της εγκατάστασης σημαίνονται ευκρινώς και συνίσταται η χρήση περίφραξης, κιγκλιδωμάτων, τοιχίων ή τοίχων, δενδροφυτεύσεων ή άλλων τεχνητών διαχωριστικών και ευκρινών σημείων εισόδου - εξόδου των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων προς τις υπόλοιπες εγκαταστάσεις
του σταθμού, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Σε κάθε περίπτωση τηρείται η κείμενη νομοθεσία για τις κατά περίπτωση συμπληρωματικές εγκαταστάσεις. Η επιφάνεια της συμπληρωματικής εγκατάστασης δεν περιλαμβάνεται στην ωφέλιμη επιφάνεια του σταθμού.
Για την πρόσβαση των μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων στις συμπληρωματικές εγκαταστάσεις του σταθμού χρησιμοποιούνται οι κυκλοφοριακές συνδέσεις και οι λωρίδες κυκλοφορίας του χώρου στάθμευσής του.
Οι υποψήφιοι εκμεταλλευτές των σταθμών μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων γνωστοποιούν την λειτουργίας τους σύμφωνα με την υπ’ αρ. 315162/2021 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Υποδομών και Μεταφορών και Επικρατείας «Καθορισμός διαδικασίας, περιεχομένου και
δικαιολογητικών, παραβόλου και κυρώσεων για τη γνωστοποίηση λειτουργίας χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων, μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων» (Β’ 5273).
Οι σταθμοί ιδιωτικής χρήσης της παρούσας, δεδομένου ότι δεν διαθέτουν Κωδικό Αριθμό Δραστηριότητας (Κ.Α.Δ.) δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της υπ’ αρ. 315162/2021 (Β’ 5273) κοινής υπουργικής απόφασης και προβαίνουν σε αναγγελία έναρξης λειτουργίας σταθμού ιδιωτικής χρήσης, σύμφωνα με τις ισχύουσες κείμενες διατάξεις.
Στους εκμεταλλευτές εγκαταστάσεων σταθμών, που λειτουργούν χωρίς άδεια λειτουργίας ή βεβαίωση νόμιμης λειτουργίας ή γνωστοποίηση ή μετά από προσωρινή ή οριστική αφαίρεσή της ή κατά παράβαση των όρων λειτουργίας που προβλέπονται στην παρούσα, επιβάλλεται διοικητική αναλογική ποινή σφράγισης του σταθμού σύμφωνα με την υπ’ αρ. 32279/1990/10-06-2009 (Β’ 1189) απόφαση, του άρθρου 8 της υπ’ αρ. 315162/2021 (Β’ 5273) κοινής υπουργικής απόφασης, την παρ. 3 του
άρθρου 26 του π.δ. 455/1976 (Α’ 169) και την παρ. 4 του άρθρου 29 του π.δ. 455/1976 (Α’ 169) κατά περίπτωση.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 803/1978 (Α’ 123), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 του ν. 2465/1997 (Α’ 28), όσοι εκμεταλλευτές εκ προθέσεως διαρρηγνύουν ή βλάπτουν σφραγίδα που τίθεται από την αρμόδια Αρχή κατά τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 2465/1997 (Α’ 28), όσοι με οποιονδήποτε τρόπο ματαιώνουν τη σφράγιση αυτή, καθώς και όσοι με οποιονδήποτε τη τρόπο θέτουν σε λειτουργία τέτοια εγκατάσταση μετά τη σφράγισή της, τιμωρούνται με τις ποινές του άρθρου 178 του Ποινικού Κώδικα.
Η σφράγιση των εγκαταστάσεων του σταθμού εντός τριάντα (30) ημερών, τηρουμένων των διαδικασιών που προβλέπονται στο άρθρο 6 του ν. 2690/1999 (Α’ 45), περί προηγούμενης ακρόασης του διοικούμενου.
Οι σταθμοί υπόκεινται σε επιθεώρηση από τις αρμόδιες οικείες Περιφερειακές Υπηρεσίες Μεταφορών και Επικοινωνιών για τη διαπίστωση της νόμιμης και ασφαλούς λειτουργίας τους σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις της παρούσας. Η πρώτη επιθεώρηση για τους σταθμούς της παρούσας πραγματοποιείται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία της γνωστοποίησης της έναρξης λειτουργίας τους και οι επόμενες επιθεωρήσεις πραγματοποιούνται κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας, κατ’ ελάχιστο κάθε διετία (2έτη).
Σταθμοί που έχουν δραστηριοποιηθεί πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης οφείλουν να συμμορφωθούν με τις διατάξεις αυτής εντός δέκα οκτώ (18) μηνών από τη δημοσίευσή της.
Το Παράρτημα της παρούσας, προσαρτάται και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της.
Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παπάγου, 28 Νοεμβρίου 2022
Ο Υφυπουργός
ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ