Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 7849 - 7884 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Σφύρες
Αγγλικός όρος:
Tampers

Μετάφραση: Tampers
Ελληνικός όρος:
Σφυριά
Αγγλικός όρος:
Hammers

Μετάφραση: Hammers
Ελληνικός όρος:
Σφύριγμα (αυτιών) ή βόμβος
Αγγλικός όρος:
Tinnitus

Μετάφραση: Tinnitus
Ελληνικός όρος:
Σχάσιμα νουκλεΐδια
Αγγλικός όρος:
Fissile nuclides

Μετάφραση: Fissile nuclides
Ελληνικός όρος:
Σχάσιμο υλικό
Αγγλικός όρος:
Fissile material

Μετάφραση: Fissile material
Ελληνικός όρος:
Σχέδια έκτακτης ανάγκης
Αγγλικός όρος:
Emergency plans

Μετάφραση: Emergency plans
Ελληνικός όρος:
Σχεδιασμένη πειραματική μελέτη
Αγγλικός όρος:
Experimental study planned

Μετάφραση: Experimental study planned
Ελληνικός όρος:
Σχεδιασμός αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων
Αγγλικός όρος:
Emergency planning

Μετάφραση: Emergency planning
Ελληνικός όρος:
Σχεδιασμός εξοπλισμού
Αγγλικός όρος:
Equipment design

Μετάφραση: Equipment design
Ελληνικός όρος:
Σχεδιασμός και διάταξη του χώρου εργασίας
Αγγλικός όρος:
Workplace design and layout

Μετάφραση: Workplace design and layout
Ελληνικός όρος:
Σχεδιασμός μηχανής
Αγγλικός όρος:
Machine design

Μετάφραση: Machine design
Ελληνικός όρος:
Σχεδιασμός πειραμάτων
Αγγλικός όρος:
Design of experiments

Μετάφραση: Design of experiments
Ελληνικός όρος:
Σχεδιασμός ποιότητας
Αγγλικός όρος:
Quality planning

Μετάφραση: Quality planning
Ελληνικός όρος:
Σχεδιασμός συστημάτων εργασίας
Αγγλικός όρος:
Work systems design

Μετάφραση: Work systems design
Ελληνικός όρος:
Σχεδιασμός τύπου
Αγγλικός όρος:
Design type

Μετάφραση: Design type
Ελληνικός όρος:
Σχεδιασμός χρήσεων γης
Αγγλικός όρος:
Land-use planning

Μετάφραση: Land-use planning
Ελληνικός όρος:
Σχέδιο
Αγγλικός όρος:
Design, plan

Μετάφραση: Design, plan
Ελληνικός όρος:
Σχέδιο HACCP
Αγγλικός όρος:
HACCP plan

Μετάφραση: HACCP plan
Ελληνικός όρος:
Σχέδιο ασφάλειας και υγείας
Αγγλικός όρος:
Safety and health plan

Μετάφραση: Safety and health plan
Ελληνικός όρος:
Σχέδιο διαφυγής
Αγγλικός όρος:
Escape plan

Μετάφραση: Escape plan
Ελληνικός όρος:
Σχέδιο έκτακτης ανάγκης
Αγγλικός όρος:
Emergency plan

Μετάφραση: Emergency plan
Ελληνικός όρος:
Σχέδιο ποιότητας
Αγγλικός όρος:
Quality plan

Μετάφραση: Quality plan
Ελληνικός όρος:
Σχέδιο προτύπου
Αγγλικός όρος:
Draft standard

Μετάφραση: Draft standard
Ελληνικός όρος:
Σχέδιο υλοποίησης του REACH
Αγγλικός όρος:
REACH Implementation project, RIP

Μετάφραση: REACH Implementation project, RIP
Ελληνικός όρος:
Σχέσεις δομής - δραστικότητας
Αγγλικός όρος:
Structure Activity Relationship (SAR)

Μετάφραση: Structure Activity Relationship (SAR)
Ελληνικός όρος:
Σχέσεις δόσης-απόκρισης
Αγγλικός όρος:
Dose-response relationship

Μετάφραση: Dose-response relationship
Ελληνικός όρος:
Σχέσεις εργασίας
Αγγλικός όρος:
Labour relations

Μετάφραση: Labour relations
Ελληνικός όρος:
Σχέση σήματος-θορύβου
Αγγλικός όρος:
Signal to noise ratio

Μετάφραση: Signal to noise ratio
Ελληνικός όρος:
Σχετιζόμενη συσκευή
Αγγλικός όρος:
Associated apparatus

Μετάφραση: Associated apparatus
Ελληνικός όρος:
Σχετικά συστατικά
Αγγλικός όρος:
Relevant ingredients

Μετάφραση: Relevant ingredients
Ελληνικός όρος:
Σχετικά συστατικά στοιχεία
Αγγλικός όρος:
Relevant components

Μετάφραση: Relevant components
Ελληνικός όρος:
Σχετική απορρόφηση
Αγγλικός όρος:
Relative absorbance

Μετάφραση: Relative absorbance
Ελληνικός όρος:
Σχετική ένταση
Αγγλικός όρος:
Relative intensity

Μετάφραση: Relative intensity
Ελληνικός όρος:
Σχετική μετακίνηση ως προς το μέτωπο του διαλύτη
Αγγλικός όρος:
Relative migration to the solvent front

Μετάφραση: Relative migration to the solvent front
Ελληνικός όρος:
Σχετική πυκνότητα
Αγγλικός όρος:
Relative density

Μετάφραση: Relative density
Ελληνικός όρος:
Σχετική πυκνότητα ατμών
Αγγλικός όρος:
Vapour density ratio

Μετάφραση: Vapour density ratio

Ακολουθήστε μας