Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 6697 - 6732 of 9239
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Πιστοποίηση συμφωνίας
Αγγλικός όρος:
Compliance assurance

Μετάφραση: Compliance assurance
Ελληνικός όρος:
Πιστοποιητικό
Αγγλικός όρος:
Certificate

Μετάφραση: Certificate
Ελληνικός όρος:
Πιστοποιητικό απαλλαγής επικίνδυνων αερίων
Αγγλικός όρος:
Gas free certificate

Μετάφραση: Gas free certificate
Ελληνικός όρος:
Πιστοποιητικό απεντόμωσης
Αγγλικός όρος:
Fumigation certificate

Μετάφραση: Fumigation certificate
Ελληνικός όρος:
Πιστοποιητικό Πρόληψης της Ρύπανσης από Πετρέλαιο
Αγγλικός όρος:
Oil Pollution Prevention Certificate, OPPC

Μετάφραση: Oil Pollution Prevention Certificate, OPPC
Ελληνικός όρος:
Πιστότητα
Αγγλικός όρος:
Fidelity

Μετάφραση: Fidelity
Ελληνικός όρος:
Πιστότητα (π.χ. αναλυτικών αποτελεσμάτων)
Αγγλικός όρος:
Precision

Μετάφραση: Precision
Ελληνικός όρος:
Πιχλωράμ
Αγγλικός όρος:
Picloram, 4-amino-3,5,6-trichloro-picolimic acid, ATCP

Μετάφραση: Picloram, 4-amino-3,5,6-trichloro-picolimic acid, ATCP
Ελληνικός όρος:
Πλάγια διαμόρφωση
Αγγλικός όρος:
Skew conformation

Μετάφραση: Skew conformation
Ελληνικός όρος:
Πλαίσιο
Αγγλικός όρος:
Frame

Μετάφραση: Frame
Ελληνικός όρος:
Πλάκα διαχωριστή
Αγγλικός όρος:
Plate-beam splitter

Μετάφραση: Plate-beam splitter
Ελληνικός όρος:
Πλάκα διογκωμένου περλίτη
Αγγλικός όρος:
Expanded perlite board

Μετάφραση: Expanded perlite board
Ελληνικός όρος:
Πλακάκι
Αγγλικός όρος:
Tile

Μετάφραση: Tile
Ελληνικός όρος:
Πλάκες φίλτρων
Αγγλικός όρος:
Filter cakes

Μετάφραση: Filter cakes
Ελληνικός όρος:
Πλάνισμα
Αγγλικός όρος:
Planing

Μετάφραση: Planing
Ελληνικός όρος:
Πλάσμα
Αγγλικός όρος:
Plasma

Μετάφραση: Plasma
Ελληνικός όρος:
Πλασμοχίνη
Αγγλικός όρος:
Plasmochin, pamaquine

Μετάφραση: Plasmochin, pamaquine
Ελληνικός όρος:
Πλαστικό υλικό
Αγγλικός όρος:
Plastics material

Μετάφραση: Plastics material
Ελληνικός όρος:
Πλαστικοποιητής
Αγγλικός όρος:
Plasticizer, plasticiser

Μετάφραση: Plasticizer, plasticiser
Ελληνικός όρος:
Πλάτη
Αγγλικός όρος:
Back

Μετάφραση: Back
Ελληνικός όρος:
Πλατίνιο
Αγγλικός όρος:
Platinum

Μετάφραση: Platinum
Ελληνικός όρος:
Πλατφόρμες γεώτρησης
Αγγλικός όρος:
Drilling platforms

Μετάφραση: Drilling platforms
Ελληνικός όρος:
Πλευρό
Αγγλικός όρος:
Rib

Μετάφραση: Rib
Ελληνικός όρος:
Πλήθος (δειγμάτων)
Αγγλικός όρος:
Population

Μετάφραση: Population
Ελληνικός όρος:
Πληθυσμός
Αγγλικός όρος:
Population

Μετάφραση: Population
Ελληνικός όρος:
Πληκτρολόγιο
Αγγλικός όρος:
Keyboard

Μετάφραση: Keyboard
Ελληνικός όρος:
Πλήρες φορτίο
Αγγλικός όρος:
Full load

Μετάφραση: Full load
Ελληνικός όρος:
Πλήρης έκθεση μελέτης
Αγγλικός όρος:
Full study report

Μετάφραση: Full study report
Ελληνικός όρος:
Πλήρης σάρωση
Αγγλικός όρος:
Full scan

Μετάφραση: Full scan
Ελληνικός όρος:
Πλήρης φορτάμαξα
Αγγλικός όρος:
Wagon load

Μετάφραση: Wagon load
Ελληνικός όρος:
Πληροφοριακή τιμή
Αγγλικός όρος:
Information value

Μετάφραση: Information value
Ελληνικός όρος:
Πληροφορίες για ορισμένες ουσίες & μείγματα
Αγγλικός όρος:
Information on certain substances and mixtures

Μετάφραση: Information on certain substances and mixtures
Ελληνικός όρος:
Πληροφορίες χρήσης
Αγγλικός όρος:
Information for use

Μετάφραση: Information for use
Ελληνικός όρος:
Πλήρωμα
Αγγλικός όρος:
Crew

Μετάφραση: Crew
Ελληνικός όρος:
Πλήρωση με σκόνη
Αγγλικός όρος:
Powder filling

Μετάφραση: Powder filling
Ελληνικός όρος:
Πλήρωση περιεκτών
Αγγλικός όρος:
Filling containers

Μετάφραση: Filling containers

Ακολουθήστε μας