Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 829 - 864 of 1306
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Ανώτατη Διοίκηση Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων
Αγγλικός όρος:
Confederation of Public Servants, ADEDY

Μετάφραση: Confederation of Public Servants, ADEDY
Ελληνικός όρος:
Ανώτατη ηχοστάθμη (οξεία έκθεση)
Αγγλικός όρος:
Peak sound level (acute exposure)

Μετάφραση: Peak sound level (acute exposure)
Ελληνικός όρος:
Ανώτατο όριο εκρηκτικότητας
Αγγλικός όρος:
Upper explosion limit

Μετάφραση: Upper explosion limit
Ελληνικός όρος:
Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ)
Αγγλικός όρος:
Supreme Labour Council, SLC

Μετάφραση: Supreme Labour Council, SLC
Ελληνικός όρος:
Ανώτατος Συντονιστής Καταπολέμησης Ρύπανσης
Αγγλικός όρος:
Supreme On-Scene Commander, SOSC

Μετάφραση: Supreme On-Scene Commander, SOSC
Ελληνικός όρος:
Ανώτερο όριο
Αγγλικός όρος:
Upper limit

Μετάφραση: Upper limit
Ελληνικός όρος:
Ανώτερο όριο εκτίμησης
Αγγλικός όρος:
Upper assessment threshold

Μετάφραση: Upper assessment threshold
Ελληνικός όρος:
Ανώτερο στέλεχος
Αγγλικός όρος:
Senior executive

Μετάφραση: Senior executive
Ελληνικός όρος:
Αξίες στον τομέα της ασφάλειας
Αγγλικός όρος:
Safety values

Μετάφραση: Safety values
Ελληνικός όρος:
Αξιολόγηση
Αγγλικός όρος:
Evaluation, verification activity, assessment

Μετάφραση: Evaluation, verification activity, assessment
Ελληνικός όρος:
Αξιολόγηση ενδιάμεσων προϊόντων
Αγγλικός όρος:
Evaluation of intermediates

Μετάφραση: Evaluation of intermediates
Ελληνικός όρος:
Αξιολόγηση επικινδυνότητας
Αγγλικός όρος:
Hazard assessment

Μετάφραση: Hazard assessment
Ελληνικός όρος:
Αξιολόγηση συμμόρφωσης
Αγγλικός όρος:
Conformity assessment

Μετάφραση: Conformity assessment
Ελληνικός όρος:
Αξιολόγηση της κατάρτισης
Αγγλικός όρος:
Training assessment

Μετάφραση: Training assessment
Ελληνικός όρος:
Αξιολόγηση της ουσίας
Αγγλικός όρος:
Substance evaluation

Μετάφραση: Substance evaluation
Ελληνικός όρος:
Αξιολόγηση του προγράμματος
Αγγλικός όρος:
Program evaluation

Μετάφραση: Program evaluation
Ελληνικός όρος:
Αξιολόγηση φακέλου
Αγγλικός όρος:
Dossier evaluation

Μετάφραση: Dossier evaluation
Ελληνικός όρος:
Αξιολόγηση χημικής ασφάλειας
Αγγλικός όρος:
Chemical Safety Assessment, CSA

Μετάφραση: Chemical Safety Assessment, CSA
Ελληνικός όρος:
Αξιολόγηση κινδύνου
Αγγλικός όρος:
Risk Assessment, RA

Μετάφραση: Risk Assessment, RA
Ελληνικός όρος:
Αξιόπιστη εκτίμηση
Αγγλικός όρος:
Reliable assessment

Μετάφραση: Reliable assessment
Ελληνικός όρος:
Αξιοπιστία
Αγγλικός όρος:
Reliability

Μετάφραση: Reliability
Ελληνικός όρος:
Αξιοπιστία του σχεδίου ασφάλειας
Αγγλικός όρος:
Reliability in safety design

Μετάφραση: Reliability in safety design
Ελληνικός όρος:
Αξιόπιστο με περιορισμούς
Αγγλικός όρος:
Valid with restrictions

Μετάφραση: Valid with restrictions
Ελληνικός όρος:
Αξιοπρέπεια στην εργασία
Αγγλικός όρος:
Decent at work, dignity at work

Μετάφραση: Decent at work, dignity at work
Ελληνικός όρος:
Άξονας
Αγγλικός όρος:
Shaft

Μετάφραση: Shaft
Ελληνικός όρος:
Αορτή
Αγγλικός όρος:
Aorta

Μετάφραση: Aorta
Ελληνικός όρος:
Άοσμο
Αγγλικός όρος:
Odourless

Μετάφραση: Odourless
Ελληνικός όρος:
Απoξείδωση
Αγγλικός όρος:
Deoxidation

Μετάφραση: Deoxidation
Ελληνικός όρος:
Απαγορεύεται το κάπνισμα
Αγγλικός όρος:
No smoking

Μετάφραση: No smoking
Ελληνικός όρος:
Απαγορευμένα συστατικά
Αγγλικός όρος:
Prohibited ingredients

Μετάφραση: Prohibited ingredients
Ελληνικός όρος:
Απαγορευμένο χημικό προϊόν
Αγγλικός όρος:
Banned chemical

Μετάφραση: Banned chemical
Ελληνικός όρος:
Απαγόρευση
Αγγλικός όρος:
Prohibition

Μετάφραση: Prohibition
Ελληνικός όρος:
Απαγόρευση λειτουργίας
Αγγλικός όρος:
Prohibition of use

Μετάφραση: Prohibition of use
Ελληνικός όρος:
Απαγωγή αέρα
Αγγλικός όρος:
Extraction

Μετάφραση: Extraction
Ελληνικός όρος:
Απαγωγός
Αγγλικός όρος:
Hood, extraction

Μετάφραση: Hood, extraction
Ελληνικός όρος:
Απαιτήσεις συστήματος
Αγγλικός όρος:
Steering requirements

Μετάφραση: Steering requirements

Ακολουθήστε μας