Καταργήθηκε από:
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
Εγκ. 7600_700_1960 | 417.16 KB |
1. Το άρθρον 8 παραγρ. ζ’ του Νόµου 5273/1931 «περί τροποποιήσεως και συµπληρώσεως του Νόµου 4661/1930 περί διοργανώσεως Πυροσβεστικής Υπηρεσίας εν τω Κράτει».
2. Τα άρθρα 17 παραγρ. 23 και 45 παραγρ. 1 και 2 του από 9-12-1948 Β.∆. Περί Κανονισµού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Πυροσβεστικού Σώµατος.
3. Τα άρθρα 4, 5 και 9 του Νόµου 2373/1940 «περί Πολιτικής Αµύνης της Χώρας».
4. Τα άρθρα 264, 265, 266, 267, 270, 271, 272, 288, 433 και 434 του Ποινικού Κώδικος «περί εµπρησµού, παραβάσεως διατάξεων προφυλακτικών από του πυρός κ.λ.π.»
5. Τας υπ’ αριθ. 975/∆.37/15-4-1954 και 483/28-1-60 ∆ιαταγάς Υπουργείου Εσωτερικών ∆/νσεως Πυροσβεστικής Υπηρεσίας «περί λήψεως προληπτικών µέτρων κατά του κινδύνου του πυρός, της παρακολουθήσεως και ελέγχου των Επιχειρήσεων εν γένει».
6. Την υπ’ αριθ. 1102/3/54/12-3-1954 ∆ιαταγήν του Υπουργείου Εσωτερικών Γεν. ∆/νσεως Πολιτικής Αµύνης Χώρας «περί επιθεωρήσεως Ανεξαρτήτων Ιδρυµάτων».
7. Τας υπ’ αριθ. 81-1-3029-12-58 και 81-1-30162-23-12-1959 ∆ιαταγάς του Υπουργείου Εσωτερικών Γεν. ∆/νσεως Πολιτικής Αµύνης Χώρας «περί τρόπου χαρακτηρισµού Ανεξαρτήτων Ιδρυµάτων».
Αποσκοπούντες εις την συστηµατοποίησιν της εργασίας επιθεωρήσεως παρακολουθήσεως και ελέγχου από απόψεως πυρασφαλείας των Βιοµηχανικών Επιθεωρήσεων, Οργανισµών κ.λ.π. υπό των κατά Πόλεις Πυροσβεστικών Υπηρεσιών και την Κωδικοποίησιν των µέχρι σήµερον εκδοθεισών ∆ιαταγών επί του αντικειµένου τούτου επί τω τέλει του καθορισµού ενιαίου και οµοιοµόρφου τρόπου ενεργείας και υποδείξεως µέτρων πυρασφαλείας, αποφασίζοµεν Καθορίζοµεν τ’ ακόλουθα:
1. Σκοπός της επιθεωρήσεως των Επιχειρήσεων εν γένει είναι η υπό των οργάνων της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, υπόδειξις µέτρων πυρασφαλείας, η παρακολούθησις και ο λεπτοµερής έλεγχος των Πυροσβεστικών µέσων και η λήψις και τήρησις αυτών παρά των υποχρέων διά την πρόληψιν του κινδύνου εκρήξεως πυρκαϊών, και την άµεσον αντιµετώπισιν εν τη ενάρξει εις περίπτωσιν εκδηλώσεώς των.
1. Οι ∆ιοικηταί των Π.Υ. και Πυροσβεστικών Σταθµών υποχρεούνται όπως συµφώνως τοις άρθροις 17 παραγρ. 23 και 45 παράγρ. 1 και 2 του από 9-12-1948 Β.∆. «περί Κανονισµού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Πυροσβεστικού Σώµατος» ενεργώσιν απαρεγκλίτως άπαξ του έτους συνεργασία των Αστυνοµικών Αρχών τακτικάς και εκτάκτους επιθεωρήσεις εις τα εν τη περιφερεία των Εργοστάσια, Νοσοκοµεία, Λιµενικάς εγκαταστάσεις, Σιδηροδροµικούς Σταθµούς, Αποθήκας ευφλέκτων υλών, Κινηµατοθέατρα και επί οιασδήποτε ενγένει ετέρας εγκαταστάσεως ανηκούσης εις το ∆ηµόσιον, Εταιρείαν κ.λ.π. εν η υφίσταται κίνδυνος εκ του πυρός, υποβάλλοντες ως εν άρθρω 14 της παρούσης καθορίζεται εκθέσεις εν αις να εµφαίνονται τα προτεινόµενα διά την πυρασφάλειαν µέτρα, η καλή κατάστασις, η λειτουργία αυτών και τα τυχόν µη ληφθέντα µέτρα υπό της Επιχειρήσεως, εφ’ όσον είχον υποδειχθή τοιαύτα υπό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας εις ενεργηθείσαν προηγουµένην επιθεώρησιν.
2. Εις Πόλεις εν αις υφίστανται πολλαί Επιχειρήσεις δύναται ο ∆ιοικητής της πυροσβεστικής Υπηρεσίας Πόλεως να ορίση και ετέρους καταλλήλους Αξιωµατικούς δια την ταχυτέραν ενέργειαν της επιθεωρήσεως.
3. Ο Αξιωµατικός κατά την επιθεώρησιν υποχρεούται να περιέρχηται απαραιτήτως άπαντα τα διαµερίσµατα γραφεία, διαδρόµους, αποθήκας, προαύλια κ.λ.π. ίνα σχηµατίση ιδίαν αντίληψιν επί των ληπτέων µέτρων και να µη περιορίζηται απλώς εις ερωτήσεις ή εις πληροφορίας των αρµοδίων της Επιχειρήσεως.
4. Αι επιθεωρήσεις των Κινηµατοθεάτρων και Κέντρων διασκεδάσεως θα ενεργώνται υποχρεωτικώς, συµφώνως τω άρθρω 8 του Νόµου 955/1937 «περί τροποποιήσεως και συµπληρώσεως του Α.Ν. 455/1937 «περί Κινηµατοθεάτρων» υπό του Συµβουλίου επιθεωρήσεως Κινηµατοθεάτρων, εις ο µετέχει και Αξιωµατικός της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
5. Επιθεώρησις δύναται να ενεργηθή υπό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας εφ’ όσον ήθελε κριθή αναγκαία και εις πάσας τας εν τη περιφερεία του Νοµού ή και των οµόρων τούτου Νοµών, εν οις δεν εδρεύει Κρατική Πυροσβεστική Υπηρεσία, υπαρχούσας, ζωτικής διά το Έθνος σηµασίας, ∆ηµοσίας ή ιδιωτικάς Επιχειρήσεις, Οργανισµούς, Ιδρύµατα κ.λ.π. ως είναι τα Εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικού ρεύµατος, Μεταλλείων, άνθρακος, ζακχάρεως, λιπασµάτων, πριονιστηρίων, εριουργίας (Λαναρά - Ναούσης, Πειραϊκή-Πατραϊκή - Μεγάλο Πεύκο) Κολοφωνίων, Οινοπνευµατοποιίας, αι εγκαταστάσεις Ψυγείων, αι αποθήκαι εξαγωγής εγχωρίων προϊόντων, αι µόνιµοι εγκαταστάσεις ευφλέκτων υγρών, αι
µόνιµοι Κρατικαί παιδικαί εγκαταστάσεις (Ιστιαίας - Ευβοίας), Μουσεία (Ολυµπίας ή Επιδαύρου), αι Εκκλησιαστικαί Μοναί (Μετεώρων. Αγίου Όρους) ένθα φυλάσσονται πολύτιµοι συλλογαί ή κειµήλια αρχαιολογικής αξίας (πολύτιµα χειρόγραφα, βιβλία, εικόνες, τοιχογραφίαι), τα Σανατόρια, Νοσοκοµεία κ.λ.π.
6. Επί του προκειµένου οι ∆/ταί των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών οφείλουσι να εξακριβώσι, µέσω των Αστυνοµικών Αρχών του τόπου ή ετέρων αρµοδίων Αρχών και Υπηρεσιών, τας υπαρχούσας εν τω Νοµώ ή τοις οµόροις προς τούτον Επιχειρήσεις και τα ληφθέντα ή µη παρά των Επιχειρήσεων µέτρα διά την πρόληψιν του εκ του πυρός κινδύνου, υποβάλλοντες εις το Αρχηγείον κεχωρισµένως δι’ εκάστην εξ’ αυτών ειδικήν αναφοράν µετά της εαυτών γνώµης. Στοιχεία διά την πυρασφάλειαν δύνανται να ζητώνται εγγράφως υπό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και απ’ ευθείας εκ των Επιχειρήσεων.
7. Το Αρχηγείον λαµβάνον υπ’ όψει τα δι’ εκάστην Επιχείρησιν στοιχεία και εφ’ όσον κρίνει αναγκαίαν την επιθεώρησιν, ενεργεί διά την παρά του Υπουργείου Εσωτερικών ∆/νσιν Πυροσβεστικής Υπηρεσίας έκδοσιν της σχετικής περί µετακινήσεως πυροσβεστικού οργάνου ∆/γής.
8. Επιθεώρησις εις τινα Επιχείρησιν, δύναται να διαταχθεί αυτεπαγγέλτως και απ’ ευθείας υπό του Υπουργείου Εσωτερικών ή του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώµατος ή τη αιτήσει Αρχής τινός ή της ενδιαφεροµένης Επιχειρήσεως.
Οι ∆/ταί των Π.Υ. και Σταθµών υποχρεούνται όπως γνωρίζωσιν εκ των προτέρων εις την Επιχείρησιν την ηµέραν και ώραν της επιθεωρήσεως.
1. Κατ’ αρχήν µέτρα ασφαλείας κατά του πυρός δέον να λαµβάνωνται παρά παντός ατόµου κατοικούντος εις Πόλιν, Κωµόπολιν, Χωρίον και ακόµη εις τελείως αποµεµωνοµένον µέρος ευρισκόµενον εντός κατωκοιµένης περιοχής ή και εκτός ταύτης.
2. Ειδικώτερον µέτρα πυρασφαλείας υποχρεούνται να λαµβάνωσιν :
α) Αι ιδιωτικαί Επιχειρήσεις, Βιοµηχανίαι, Εµπορικαί, Τραπεζιτικαί, οι αυτόνοµοι Οργανισµοί ∆ηµοσίου ή Ιδιωτικού ∆ικαίου και τα Κρατικά Ιδρύµατα ή αι Υπηρεσίαι χρησιµοποιούσαι µηχανήµατα ή µη τοιαύτα ή οιασδήποτε άλλας τεχνικάς τεχνικάς εγκαταστάσεις απασχολούσαι εργατικόν ή Υπαλληλικόν προσωπικόν 50 ατόµων και άνω, εξαιρέσει των ζωτικής σηµασίας τοιούτων, ων το προσωπικόν δύναται να η και ελάχιστον.
β) Αι Κοινής Ωφελείας Κρατικαί Ιδιωτικαί ή ∆ηµοτικαί Επιχειρήσεις ως είναι αι Επιχειρήσεις ηλεκτροφωτισµού, ηλεκτροκινήσεως, φωταερίου, υδρεύσεως, υπονόµων, ο Οργανισµός Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος, το Εθνικόν Ίδρυµα Ραδιοφωνίας κ.λ.π.
γ) Οι διατηρούντες Εργοστάσια ή Εργαστήρια υποκείµενα εις πυρκαϊάν ως εκ του είδους της πρώτης ύλης το οποίον παράγουν ή επεξεργάζονται.
δ) Οι κάτοχοι αποθηκών ευφλέκτων υγρών ή υλών µετά των συναφών εγκαταστάσεων.
ε) Οι διατηρούντες Σταθµούς αυτοκινήτων (Γκαράζ).
στ) Τα Νοσοκοµεία, Σανατόρια, Κλινικαί και θεραπευτήρια εν γένει.
ζ) Τα θέατρα, οι Κινηµατογράφοι, αι αίθουσαι και πολυσύχναστα Κέντρα συγκεντρώσεως του κοινού.
η) Τα Ξενοδοχεία ύπνου και Πανσιόν.
θ) Οι κάτοχοι πλοίων, οχηµάτων και εν γένει παντός µεταφορικού µέσου.
3. Επί προσθέτως η Πυροσβεστική Υπηρεσία υποδεικνύει την λήψιν προληπτικών µέτρων κατά του πυρός εις Σιδηροδροµικάς εγκαταστάσεις και συρµούς τούτων, εις Λιµενικάς εγκαταστάσεις, Ναυπηγεία, Αεροπορικάς εγκαταστάσεις και Αεροπλάνα, εις ∆ηµόσια ή ∆ηµοτικά οικήµατα, Οργανισµούς, Εταιρείας, Ανώτερα Πνευµατικά Ιδρύµατα, Σχολεία εν γένει, Ορφανοτροφεία, Φιλανθρωπικά Ιδρύµατα, Ναούς, Εκκλησιαστικάς Μονάς, Εκθέσεις, Μουσεία, αποθήκας, Καταστήµατα παντός είδους, Σταύλους, Αχυρώνας, Αλωνιστικά συγκροτήµατα.
4. Μέτρα πυρασφαλείας δύναται επίσης η Πυροσβεστική Υπηρεσία να υποδεικνύη εις πολυορόφους οικοδοµάς και εν γένει παντός κτιρίου ή υποστέγου ή ασκεπούς χώρου περιέχοντος ύλας υποκειµένας εις κίνδυνον πυρκαϊάς.
5. Εις Στρατιωτικάς εν γένει εγκαταστάσεις και Ναυστάθµους τα µέτρα πυρασφαλείας υποδεικνύονται τη συνεργασία πυροσβεστικών οργάνων και Στρατιωτικών Αρχών.
6. Εκ των ανωτέρω καταδεικνύεται ότι η Πυροσβεστική Υπηρεσία δύναται να ενεργήση, επιθεώρησιν εις οιανδήποτε εγκατάστασιν και να γνωµατεύση επί της λήψεως µέτρων πυρασφαλείας χωρίς να λαµβάνηται υπ’ όψιν ο αριθµός των ασχολουµένων εν τινι Επιχειρήσει προσώπων ή το µέγεθος της κτιριακής εγκαταστάσεως.
7. Εξ άλλου η λήψις µέτρων πυρασφαλείας παρ’ ολοκλήρου του πληθυσµού της Χώρας προβλέπεται και υπό των οικείων διατάξεων περί Πολιτικής Αµύνης της Χώρας.
Η Οργάνωσις πυρασφαλείας των Επιχειρήσεων περιλαµβάνει :
- Την οργάνωσιν προσωπικού και οργάνωσιν µέτρων πυρασφαλείας.
I. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΝ
1. Η ∆ιεύθυνσις εκάστης Επιχειρήσεως υποχρεούται να ορίση ένα υπεύθυνον πυρασφαλείας φέροντα τον τίτλον «Αρχηγός Πυρασφαλείας» ως και το απαραίτητον προσωπικόν επιφορτισµένον µε καθήκοντα πυροσβέστου. Τούτο δέον να λαµβάνηται κατ’ εκλογήν εκ των νεωτέρων και σωµατικώς ισχυροτέρων ατόµων του εργατικού ή υπαλληλικού προσωπικού αυτής, κατά προτίµησιν εκ των ειδικοτήτων ξυλουργού, υδραυλικού, κτίστου, τεχνίτου και λοιπών συναφών επαγγελµάτων, πλην του Αρχηγού όστις δύναται να είναι και εκ του ανωτέρου προσωπικού της Επιχειρήσεως.
2. Ο Αρχηγός πυρασφαλείας δύναται να είναι και ο Αρχηγός της Πολιτικής Αµύνης.
3. Το προσωπικόν πυρασφαλείας δέον να είναι συγκροτήται εις στοιχεία ή οµάδας, εκάστη των οποίων αποτελουµένη εκ 2 ή 3 ατόµων, αναλαµβάνει την πυρασφαλείαν ωρισµένου χώρου (αποθηκών, κτιρίων, ορόφου υλικού εν υπαίθρω κ.λ.π.).
Ο αριθµός των οµάδων εξαρτάται εκ της κατασκευής και εκτάσεως των κτιριακών εγκαταστάσεων, των παραγοµένων και εναποθηκευοµένων ειδών.
4. Ο Αρχηγός πυρασφαλείας πρέπει να ευρίσκεται εις διαρκή επαφήν µετά της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας συµβουλευόµενος αυτήν διά παν θέµα αφορών την πληρεστέραν οργάνωσιν πυρασφαλείας της Επιχειρήσεώς του.
ΙΙ. ΜΕΤΡΑ ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Ταύτα διαιρούνται εις Προληπτικά και Κατασταλτικά:
Προληπτικά Μέτρα.
Ταύτα συνίστανται εις:
α) Τον συνεχή καθαρισµόν απάντων των διαµερισµάτων, γραφείων προαυλίων κ.λ.π.
β) Την αποµάκρυνσιν ευφλέκτων υλών και υγρών εκ φλογών, σπινθήρων και εν γένει εστιών θερµάνσεως.
γ) Την αποφυγήν χρησιµοποιήσεως γυµνών φώτων.
δ) Την αποφυγήν αναµίξεως διαφόρων φύσεως υλικών και γενικώς χηµικών προϊόντων.
ε) Τον καλόν και συνεχή αερισµόν απάντων των χώρων.
στ) Την αποµάκρυνσιν ή καταλλήλου διευθετήσεως υλών υποκειµένων εις αυτανάφλεξιν.
ζ) Την απαγόρευσιν του καπνίσµατος εις επικινδύνους χώρους.
η) Την αποµάκρυνσιν εκ των αποθηκών, διαδρόµων, ταρατσών, προαυλίων κλπ. όλων των αχρήστων ευφλέκτων υλικών και τοποθέτησιν αυτών εις ασφαλές µέρος προς αποφυγήν µετάδοσεως εις αυτά του πυρός.
θ) Την τήρησιν διόδων µεταξύ των υλικών αποθηκεύσεως διά την διευκόλυνσιν επεµβάσεως εν περιπτώσει πυρκαϊάς.
ι) Την διακοπήν του ηλεκτρικού ρεύµατος κατά τας µη εργασίµους ώρας πλην του φωτός ασφαλείας.
ια) Την επιµεληµένην συντήρησιν των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων προς πρόληψιν βραχυκυκλωµάτων. Η ηλεκτρική εγκατάστασις δέον να είναι ενσωληνωµένη.
ιβ) Την εγκατάστασιν αλεξικεραύνου ή την επιθεώρησιν αυτής εφ’ όσον υπάρχει. ∆ι’ αλεξικεραύνου δέον να εφοδιάζωνται αι Επιχειρήσεις αίτινες παρουσιάζουσι σοβαρόν κίνδυνον εκ κεραυνών (Πυριτιδοποιεία, Αποθήκαι Πυροµαχικών, ∆ιϋλιστήρια Πετρελαίου, Εργαστήρια Ζακχάρεως, Λιπασµάτων, Χηµικών Προϊόντων κλπ.).
ιγ) Την επιθεώρησιν παρ’ υπευθύνου της Επιχειρήσεως, των διαµερισµάτων, αιθουσών, αποθηκών κλπ. ευθύς µετά την παύσιν της εργασίας, ως και κατά τας µη εργασίµους ώρας, ηµέρας και νυκτός (εφ’ όσον καθίσταται εφικτόν) προς αποκάλυψιν και καταστροφήν τυχόν προϋποθέσεων εκδηλώσεως πυρκαϊάς.
ιδ) Την ανάρτησιν πινακίδων εις εµφανή σηµεία, εφ’ ων αναγράφονται οδηγίαι προλήψεως πυρκαϊών και οι τρόποι ενεργείας του προσωπικού εις περίπτωσιν εκρήξεως τοιούτων.
ιε) Την λήψιν παντός ετέρου µέτρου τείνοντος εις την αποφυγήν των αιτιών και την µείωσιν του κινδύνου εκ του πυρός.
Κατασταλτικά Μέτρα.
Ταύτα αποσκοπούν εις την καταπολέµησιν ενάρξεων πυρκαϊών ή και προοδευµένων τοιούτων και συνίστανται:
Α’. Από Φορητούς και τροχηλάτους πυροσβεστήρας, τοποθετηµένους, µεµονωµένως, εις διάφορα σηµεία των εγκαταστάσεων.
Β’. Από τας Πυροσβεστικάς Φωλεάς, δηµιουργουµένας εις έκαστον όροφον αποθήκης, προαύλιον κ.λ.π. και αποτελουµένας από:
α) Πυροσβεστήρας πλήρεις και καταλλήλους διά την κατάσβεσιν πάσης κατηγορίας πυρκαϊάς.
β) Χειραντλίας ύδατος χωρητικότητος 15-20 κιλών εκάστης.
γ) Χειραντλίας αφρού χωρητικότητος 15-20 κιλών εκάστης.
δ) Υδρίας και βαρέλια πλήρη ύδατος.
ε) ∆οχείο και κιβώτια πλήρη άµµου.
στ) Πτύα, πελέκεις, σκαπάνας, αρπάγας, διαρρηκτικά εργαλεία (λοστοί κ.λ.π.).
ζ) Κώδωνα πυρκαϊάς.
Γ’. Από την εγκατάστασιν υδρονοµικού Πυροσβεστικού ∆ικτύου εντός και εκτός των κτιριακών συγκροτηµάτων και την τοποθέτησιν επ’ αυτού εις επίκαιρα σηµεία στοµίων, µετ’ αναλόγου µήκους κανναβίνων ή ελαστικών σωλήνων και αυλών. Αι διάµετροι των ηµισυνδέσµων των στοµίων πυρκαϊάς, των σωλήνων εκροής και αυλών δέον να ώσιν της αυτής διαµέτρου µετά των τοιούτων της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, ίνα εις περίπτωσιν πυρκαϊάς καθίσταται εφικτή η χρησιµοποίησίς των υπό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
Ύδωρ δύναται να εξασφαλισθή από:
α) το δίκτυον υδρεύσεως της Πόλεως.
β) Υπογείους ή Υπεργείους δεξαµενάς.
γ) Ποταµόν ή αύλακα δι’ ης διέρχεται πάντοτε ύδωρ.
δ) Λίµνην.
ε) Θάλασσαν.
στ) Φρέατα.
Η χωρητικότης της δεξαµενής εις ύδωρ δέον να είναι ανάλογος της εκτάσεως των κτιριακών εγκαταστάσεων της Επιχειρήσεως και των παρ’ αυτής παραγοµένων, χρησιµοποιουµένων ή εναποθηκευµένων υλικών.
Υπολογίζεται εν κυβικόν µέτρον ύδατος δι’ επιφάνειαν 50 τετραγωνικών µέτρων µε συνήθη επίπλωσιν ή 15 κυβικά µέτρα αποθηκευοµένων υλικών. Η ποσότης του ύδατος τούτου πέραν των 1000 τετραγωνικών µέτρων και 300 κυβικών µέτρων υλικών δέον να ελαττούται εις το ήµισυ.
Η εξακόντησις του ύδατος δύναται να γίνει διά µηχανικών µέσων και διά φυσικού τρόπου (συγκοινωνούντων δοχείων).
α) Μηχανικά µέσα είναι αι αντλίαι. Αύται είναι βενζινοκίνητοι, πετρελαιοκίνητοι, ηλεκτροκίνητοι, χειροκίνητοι. Αι πυροσβεστικαί αντλίαι είναι συνήθως διπλής ενεργείας ήτοι αναρροφήσεως και εκτοξεύσεως. Υπάρχουν διαφόρου αποδόσεως αντλίαι και δέον να επιλέγηται η κατάλληλος δι’ εκάστην Επιχείρησιν. Η απόδοσις της πυροσβεστικής αντλίας δέον να µη είναι µικροτέρα των 25 κυβικών µέτρων την ώραν.
β) Η διά φυσικού τρόπου (άνευ µηχανικών µέσων) εκτόξευσις του ύδατος υπό πίεσιν εξαρτάται από το υψόµετρον της δεξαµενής του ύδατος. Υψόµετρον 10 µέτρων, ή 15 λιµπρών αντιστοιχεί προς µίαν ατµόσφαιραν. Τα δίκτυα υδρεύσεως των Πόλεων κατά κανόνα λειτουργούν δι’ αυτού του τρόπου και έχουν πίεσιν 3-10 ατµοσφαιρών αναλόγως του υψοµέτρου της δεξαµενής, της διαµέτρου των σωλήνων, του µήκους της εγκαταστάσεως κ.λ.π.
Κατά τας επιθεωρήσεις δέον να ζητήται υπό των ενεργούντων αυτάς Αξ/κών από τας Επιχειρήσεις σχέδιον τοπογραφικόν και κατόψεως των κτιρίων υπό κλίµακα 1:50 ή 1:100. Εις το σχέδιον να σηµειώνται εφ’ όσον παραδίδεται τοιούτον, η οδός εξ ης διέρχηται το υδρονοµικόν δίκτυον της Πόλεως η διάµετρος του αγωγού τούτου και η µέση πίεσις αυτού (εξαγοµένη εκ της αθροίσεως της µεγίστης κατά το µεσονύκτιον και της ελαχίστης τοιαύτης κατά την µεσηµβρίαν διά 2) ως και το εσωτερικόν υδραυλικόν πυροσβεστικόν δίκτυον δι ερυθράς µελάνης αναγραφοµένων των διαµέτρων και εν τω υποµνήµατι, όπερ θα συντάσσηται εις το περιθώριον του σχεδίου και θα υπογράφηται παρά του ενεργούντος την επιθεώρησιν Αξιωµατικού.
Ο υπολογισµός της αποδόσεως του δικτύου θα γίνεται εκ των αναγκών εις στόµια πυρκαϊάς τας οποίας τούτο πρέπει να καλύψη, υπολογιζοµένης της αποδόσεως εκάστου στοµίου εις 250-300 λίτρας ύδατος κατά 1 λεπτόν µε διάµετρον προστοµίου αυλού 14 χιλιοστών και υπό πίεσιν 4-6 ατµοσφαιρών.
Ούτω διά 2 στόµια υπό τας ανωτέρω προϋποθέσεις απαιτείται οι σωλήνες του υδρονοµικού δικτύου να είναι 0,050, διά 3-4 στόµια πυρκαϊάς διαµέτρου 0,062, διά 4-6 στόµια διαµέτρου 0,075 και εις εξαιρετικάς περιπτώσεις, καθ’ ας αι κτιριακαί εγκαταστάσεις του Ιδρύµατος είναι πολλαί και εκτεταµέναι, απαιτείται οι σωλήνες του δικτύου να είναι διαµέτρου 0,100. Τοιαύται εγκαταστάσεις δέον να προβλέπωνται διά µεγάλας και σοβαράς Επιχειρήσεις.
∆΄. Από άλλα µέσα Πυρασφαλείας.
α) Συστήµατα συναγερµού πυρκαϊάς (αυτόµατα ή µη).
β) Αυτόµατα συστήµατα αποκαλύψεως πυρκαϊάς.
Εις Στρατιωτικάς, Αεροπορικάς, Λιµενικάς και Σιδηροδροµικάς εγκαταστάσεις ως και εις µεγάλας Επιχειρήσεις εν γένει δέον να προβλέπηται η εγκατάστασις ενός Κεντρικού Πυροσβεστικού Σταθµού και Πυροσβεστικών Υποσταθµών εφωδιασµένων διά φορητών και τροχηλάτων πυροσβεστήρων, βαρελίων πλήρων ύδατος µετά καλυµµάτων, κιβωτίων πλήρων άµµου, δοχείων, χειραντλιών ύδατος και αφρού, κανναβίνων ή ελαστικών σωλήνων µετ’ ηµισυνδέσµων και αυλών, πτύων, πελέκεων, σκαπανών, διαρρηκτικών εργαλείων, κώδωνος συναγερµού πυρκαϊάς, µιας απλής κλίµακος µήκους 4-5 µέτρων και µιας διπλής αναπτύξεως µήκους 8-10 µέτρων, αναπνευστικών συσκευών και στολών αµιάντου (δι’ ειδικάς Επιχειρήσεις) γοµώσεων αφρού, ηλεκτρικούς φανούς χειρός θυέλλης κ.λ.π.
3. Όπου εις µικρά Καταστήµατα, κατοικίας κ.λ.π. δεν είναι ευχερής, δι’ οιονδήποτε λόγον ο εφοδιασµός διά πυροσβεστικών µέσων συνεπαγοµένων δαπάνας µη δυναµένας ν’ αντιµετωπισθώσιν υπό των ιδιοκτητών, δύναται να επιβληθή η διατήρησις δοχείων πλήρων ύδατος ως και τοιούτων πλήρων άµµου διά την αντιµετώπισιν ενάρξεων πυρκαϊών.
1. Το πυροσβεστικόν υλικόν είναι ποικίλον.
Η εκλογή των καταλλήλων δι’ εκάστην περίπτωσιν πυροσβεστικών µέσων εξαρτάται από την φύσιν των προστατευοµένων κινητών πραγµάτων και από τας συνθήκας αποθηκεύσεως, χρήσεως και διαθέσεως αυτών. Προκειµένου δε περί ακινήτων εκ του είδους και ποιότητος των καυσίµων υλικών των υπεισελθόντων εις την κατασκευήν αυτών, εκ του όγκου των, εκ του σχήµατός των, εκ της αποστάσεώς των από τάλλα κινητά ή ακίνητα καύσιµα και κυρίως εκ των, εντός αυτών αποθηκευοµένων ή προς χρήσιν των ενοικούντων υπαρχόντων κινητών ειδών (πρώται ύλαι, εµπορεύµατα, έπιπλα, µηχανήµατα κ.λ.π.). Συνεπώς εις την απόλυτον κρίσιν του ενεργούντος την επιθεώρησιν εναπόκειται ο καθορισµός του είδους και του αριθµού των πυροσβεστικών µέσων, άτινα ενδείκνυνται διά την εξασφάλισιν εκάστης Επιχειρήσεως. Πάντως τα υποδεικνυόµενα µέτρα δέον να είναι τόσα ώστε να δύναται εκάστη Επιχείρησις ν’ αντµετωπίζη ευχερώς πάντοτε, ουχί µόνον ενάρξεις πυρκαϊών, αλλά ενίοτε και µεγάλης εντάσεως τοιαύτας ως π.χ. Εταιρείαι Πετρελαιοειδών.
1. Αι Πυρκαϊαί είναι αποτέλεσµα συνδυασµού τριών παραγόντων.
α) Καυσίµου ύλης.
β) Υψηλής θερµοκρασίας.
γ) Οξυγόνου του αέρος.
2. Η κατάσβεσις της πυρκαϊάς δύναται να γίνη:
α) Είτε δι’ αποµακρύνσεως της καυσίµου ύλης (αποµάκρυνσις αναφλεγέντος δοχείου µε εύφλεκτον υγρόν, εκκένωσις αναφλεγείσης βενζίνης δεξαµενής διά του σωλήνος εξαγωγής και διοχετεύσεως του καυσίµου εις ετέραν δεξαµενήν κενήν).
β) Είτε δι’ υποβιβασµού της θερµοκρασίας της καιοµένης ύλης κάτω της θερµοκρασίας αναφλέξεως.
γ) Είτε διά παρεµποδίσεως της ενώσεως του οξυγόνου του αέρος µετά της καιοµένης ύλης (επικάλυψις του υγρού δι’ αφρού, διοξειδίου άνθρακος κ.λ.π.). Ο τρόπος ούτος καλείται κατάσβεσις δι αποµονώσεως.
3. Τα χρησιµοποιούµενα µέσα προς κατάσβεσιν πυρκαϊών είναι:
α) Ύδωρ. Τούτο δύναται να εκσφενδονισθή υπό µορφήν συµπαγούς βολής ή διεσκορπισµένης βολής ή οµίχλης διά πιέσεως ή να ριφθή εκ δοχείου.
β) Χηµικός ή Μηχανικός αφρός. Ούτος δύναται να εκτοξευθή εκ:
- Φορητών πυροσβεστήρων αφρού
- Τροχηλάτων πυροσβεστήρων αφρού
- Μονίµων πυροσβεστικών εγκαταστάσεων
- Φορητών αναµικτήρων και αυλών αφρού
- Πυροσβεστικών αυτοκινήτων
- Χειραντλιών αφρού
γ) ∆ιοξείδιον του άνθρακος δυνάµενον να εκτοξευθή εκ φορητών ή τροχηλάτων πυροσβεστήρων ή εκ µονίµων εγκαταστάσεων.
δ) Ειδική ξηρά κόνις εκτοξευοµένη εκ φορητών ή τροχηλάτων πυροσβεστήρων ή εκ δεξαµενών κόνεων φεροµένων επ’ αυτοκινήτων.
ε) Βρωµιούχον µεθύλιον εκτοξευόµενον εκ φορητών πυροσβεστήρων εν ανοικτώ χώρω.
στ) Χλωροβρωµοµεθάνιον εκτοξευόµενον εκ φορητών πυροσβεστήρων εν ανοικτώ χώρω.
ζ) Τετραχλωριούχος άνθραξ εκτοξευόµενος εκ φορητών πυροσβεστήρων εν ανοικτώ χώρω.
4. Άλλα πρόχειρα µέσα δυνάµενα να χρησιµοποιηθώσιν είναι:
α) Άµµος, χώµα, τσιµέντο, γύψος, µαρµαρόκονις. Ταύτα χρησιµοποιούνται µόνον διά την κατάσβεσιν µικρών ποσοτήτων ευφλέκτων υγρών χυθέντων επί του εδάφους, ουδέποτε δε διά την κατάσβεσιν υγρών ευρισκοµένων εντός δοχείων βαρελίων ή δεξαµενών, καθ’ όσον τα µέσα ταύτα είναι βαρύτερα των ευφλέκτων υγρών και βυθίζονται εντός αυτών, οπότε τα υγρά, λόγω της ελαφρότητός των, ανέρχονται, εκχειλίζουν και εξαπλώνουν την πυρκαϊάν.
Χώµα ή άµµος δύνανται να χρησιµοποιθώσιν αποτελεσµατικώς διά την παρεµπόδισιν της ροής καιοµένου υγρού ή την έµφραξιν οπής εκ της οποίας θα ηδύνατο να εξαπλωθή το πυρ.
β) Υγρά σκεπάσµατα, σκηναί, σάκκοι και αδιάβροχα δύνανται να χρησιµοποιηθώσι διά την κατάσβεσιν µικράς εντάσεως πυρκαϊάς υγρού (κατάσβεσις δοχείου πλήρους υγρού) και καιοµένων ενδυµάτων προσωπικού.
1. Πυρκαϊαί ξύλων, επίπλων, κιβωτίων, χάρτου, αχύρων, ξηρών χόρτων, απορριµάτων κλπ. σβύνονται δι’ ύδατος.
2. Πυρκαϊαί ευφλέκτων υγρών (βενζίνης, οινοπνεύµατος, πετρελαίου κλπ.) καταπολεµούνται διά χηµικού ή µηχανικού αφρού. Η παροχή του αφρού δέον να είναι συνεχής και να καλύπτηται τελείως η επιφάνεια του υγρού διά στρώµατος αφρού αρκετού πάχους. Ο αφρός δέον να πίπτη ηρέµως επί της επιφανείας του αναφλεγέντος υγρού και να µη αναταράσση αυτό.
Οµοίως η κατάσβεσις ευφλέκτων υγρών επιτυγχάνεται και διά διοξειδίου του άνθρακος, ξηράς κόνεως και παντός ετέρου αδρανούς αερίου.
3. Πυρκαϊά εις ηλεκτρικάς εγκαταστάσεις εξουδετερούται διά της διακοπής της παροχής του ηλεκτρικού ρεύµατος και κατασβέσεως µετέπειτα δι’ οιουδήποτε κατασβεστικού µέσου.
1. Άπαν το Πυροσβεστικόν προσωπικόν εκάστης Επιχειρήσεως δέον να έχη εκπαιδευθή εις τον χειρισµόν των πυροσβεστήρων και την χρήσιν των διατιθεµένων υπό της Επιχειρήσεως πυροσβεστικών µέσων.
2. Η εκπαίδευσις θα γίνεται υπό του Αρχηγού της πυρασφαλείας ή Πολιτικής Αµύνης, εφ’ όσον ούτος έχει προϋπηρετήσει ή εκπαιδευθεί εις την Κρατικήν Πυροσβεστικήν Υπηρεσίαν ή κατά τον χρόνον της Στρατιωτικής του θητείας είχεν αποκτήσει την ειδικότητα του Πυροσβέστου. Άλλως η εκπαίδευσις και ειδικώτερον των Αρχηγών πυρασφαλείας δέον να γίνεται από Αξιωµατικούς και Υπαξιωµατικούς της Κρατικής Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
3. Η εκπαίδευσις δέον να περιλαµβάνη πρακτικάς ασκήσεις επί εικονικών πυρκαϊών ή και πραγµατικών τεχνηκώς δηµιουργουµένων εστιών πυρός, διά την απόκτησιν ετοιµότητος και ψυχραιµίας του προσωπικού, εθισµού του εις την οµαδικήν ενέργειαν και έλεγχον της καλής λειτουργίας των πυροσβεστικών µέσων.
4. Ασκήσεις δέον να γίνωνται και εκτάκτως ουχί µόνον εν καιρώ ηµέρας αλλά και εν καιρώ νυκτός, διά τας Επιχειρήσεις αι οποίαι εργάζονται και κατά την νύκτα.
5. Ο Αρχηγός πυρασφαλείας δέον κατά καιρούς να προβαίνη επίσης εις γενικήν εκπαίδευσιν ολοκλήρου του προσωπικού της Επιχειρήσεως παντός φύλλου και ηλικίας ίνα πας τις αντιλαµβανόµενος πυρκαϊάν και µέχρις αφίξεως του πυροσβεστικού προσωπικού της ιδίας Επιχειρήσεως δύναται να καταπολεµά ταύτην ο ίδιος εν τη ενάρξει.
6. Το πυροσβεστικόν προσωπικόν δέον µετά την εκπαίδευσίν του να εφοδιάζηται διά βεβαιώσεως της Κρατικής Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, εφ’ ής επικολλάται και σφραγίζεται η φωτογραφία του εκπαιδευθέντος και διά της οποίας θα βεβαιούται ότι ο εικονιζόµενος είναι γνώστης του χειρισµού των πυροσβεστικών µέσων. Την βεβαίωσιν ταύτην υποχρεούνται οι κατέχοντες να παρουσιάζωσιν εις τα ενεργούντα εκάστοτε έλεγχον κατά τας επιθεωρήσεις όργανα της Κρατικής Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
1. Εκάστη Επιχείρησις υποχρεούται να καταρτίση Κανονισµόν πυρασφαλείας αναφερόµενον εις :
α) Προληπτικά µέτρα κατά της πυρκαϊάς γενικώς και ειδικώς δι’ ωρισµένους ευπαθείς χώρους (εύφλεκτα υγρά, χηµικά προϊόντα, αναφλέξιµα σώµατα κλπ.)
β) Κατασταλτικά µέτρα κατά της πυρκαϊάς µε σχέδιον δι’ εκάστην περίπτωσιν.
γ) Θεωρητικήν και πρακτικήν εκπαίδευσιν του προσωπικού.
δ) Την πειθαρχίαν του προσωπικού.
2. Εις το θυρωρείον ή τον Κεντρικόν Πυροσβεστικόν Σταθµόν εκάστης Επιχειρήσεως δέον να έχη ανηρτηµένον πίνακα εφ’ ου θ’ αναγράφηται :
α) Ο Αρχηγός πυρασφαλείας.
β) Το Πυροσβεστικόν προσωπικόν και τα καθήκοντα εκάστου.
γ) Ο αριθµός τηλεφώνου του Κρατικού Πυροσβεστικού Σταθµού της περιφερείας.
1. Εκάστη Επιχείρησις υποχρεούται να έχη τοποθετηµένον εις το θυρωρείον ή έτερον προσιτόν µέρος αυτόµατον τηλέφωνον, πλησίον του οποίου ν’ αναρτηθεί πίναξ εφ’ ου αναγράφονται δι’ ανεξιτήλου µελάνης οι αριθµοί τηλεφώνου της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, οίτινες δέον να ώσιν ευδιάκριτοι εξ αποστάσεως τουλάχιστον δύο µέτρων.
1. Ο ενεργών την επιθεώρησιν Αξιωµατικός υποχρεούται να ελέγχη λεπτοµερώς άπαντα τα υπό της επιχειρήσεως διατιθέµενα πυροσβεστικά µέσα.
Ειδικώτερον ούτος ελέγχει :
α) Την καλήν κατάστασιν και λειτουργίαν των πυροσβεστήρων
β) Την καλήν κατάστασιν του υδρονοµικού Πυροσβεστικού δικτύου
γ) Την χωρητικότητα των δεξαµενών ύδατος
δ) Την καλήν λειτουργίαν των τυχόν διατιθεµένων πυροσβεστικών αυτοκινήτων, φορητών ή µονίµως εγκατεστηµένων αντλιών ύδατος, αφρού, ξηράς κόνεως κλπ.
ε) Την πίεσιν ύδατος
στ) Την καλήν κατάστασιν των εγκαταστάσεων, συσκευών και αναµικτήρων αφρού, διοξειδίου άνθρακος κλπ.
ζ) Την καλήν λειτουργίαν των συστηµάτων συναγερµού πυρκαϊάς
η) Την καλήν κατάστασιν των εγκαταστάσεων σπρίγκλερ
θ) Την καλήν κατάστασιν και συντήρησιν των σωλήνων και λοιπών Πυροσβεστικών εργαλείων και εξαρτηµάτων
ι) Εάν αι Πυροσβεστικαί φωλεαί είναι πλήρεις από τα Πυροσβεστικά µέσα και εάν ευρίσκωνται εις καταλλήλους θέσεις
ια) Εάν αι κτιριακαί εγκαταστάσεις πληρούν τους όρους πυρασφαλείας
ιβ) Εάν τηρήται καθαριότης εις άπαντα τα διαµερίσµατα
ιγ) Εάν ενεργήται αερισµός εις άπαντας τους χώρους
ιδ) Εάν υπάρχωσιν έξοδοι κινδύνου εις Επιχειρήσεις, ένθα παράγονται επεξεργάζονται ή εναποθηκεύονται επικίνδυναι ύλαι
ιε) Εάν λαµβάνονται µέτρα διά την προστασίαν των εγκαταστάσεων και προϊόντων της Επιχειρήσεως εκ γυµνών ή ανοικτών φώτων, πυρών, φανών, πυραύνων, θερµαντήρων, θερµαστρών, ηλεκτρικών σπινθήρων, ηλεκτρικών τόξων, εκ κεραυνών, παραγωγής επικινδύνου θερµότητος εκ τριβής, πιέσεως, κρούσεως ή κινήσεως µεταλλικών εξαρτηµάτων ιµάντων ή κατά την κονιοποίησιν
των υλών ή εκ χηµικών αντιδράσεων των υλών (εξωθερµικών - ενδοθερµικών)
ιστ) Εάν η αποθήκευσις των εµπορευµάτων, ευφλέκτων υγρών κλπ. έχη καλώς
ιζ) Εάν υπάρχωσιν οδηγίαι προλήψεως της πυρκαϊάς
ιη) Εάν υπάρχη σχέδιον καταπολεµήσεως της πυρκαϊάς
ιθ) Εάν το προσωπικόν πυρασφαλείας είναι εκπαιδευµένον καλώς εις τα πυροσβεστικά µέσα, εάν είναι εφωδιασµένον διά δελτίου πυροσβεστικής ταυτότητος και εάν είναι ενήµερον των λεπτοµερειών του σχεδίου καταπολεµήσεως του πυρός κλπ.
2. Οι ∆ιευθυνταί των Επιχερήσεων υποχρεούνται όπως παρέχωσι πάσαν διευκόλυνσιν εις τους ενεργούντας την επιθεώρησιν Πυροσβεστικούς ή από κοινού µε Αστυνοµικούς υπαλλήλους, οίτινες µετ’ αυτήν συντάσσουσιν έκθεσιν εν η αναφέρονται η καλή κατάστασις και λειτουργία των πυροσβεστικών µέσων και τα κατά την κρίσιν αυτών επιβαλλόµενα µέτρα ή επενεκτέαι τροποποιήσεις, συµπληρώσεις ή µεταλλαγαί εντός τακτής προθεσµίας.
3. Ο έλεγχος των πυροσβεστικών µέσων δύναται να ενεγρήται και δις του έτους.
4. Επί των ελεγχθέντων πυροσβεστικών µέσων θα επικολλάται φύλλον χάρτου ή αναρτάται πινακίς (καρτέλλα) διαστάσεων 0,11 Χ 0,07 ως το κατωτέρω υπόδειγµα.
1. Η πρώτη νοµοθετική µέριµνα διά την λήψιν µέτρων ασφαλείας κατά της πυρκαϊάς εκδηλούται από το έτος 1912 διά του Νόµου ∆.Κ.ΣΤ’. περί των όρων της ιδρύσεως βιοµηχανικών Εργοστασίων του άρθρου 3 έχοντος ως εξής:
Τα βιοµηχανικά εργοστάσια, Καταστήµατα, Αποθήκαι και επαγγέλµατα υπαγόµενα εις τας διατάξεις του παρόντος Νόµου διακρίνονται εις τρεις κατηγορίας:
α) Τα επικίνδυνα λόγω εκρήξεως πυρκαϊάς ή άλλης αιτίας
β) Τα ανθυγιεινά λόγω αναθυµιάσεων, µολύνσεων ή άλλης αιτίας
γ) Τα ενοχλητικά λόγω θορύβου, δυσοσµίας ή άλλης αιτίας
Εις εκτέλεσιν του ανωτέρω Νόµου εξεδόθη το από 29-9-1922 Β. διάταγµα δι’ ου καθορίζονται τα εις κίνδυνον πυρκαϊάς ή εκρήξεως υποκείµενα εργοστάσια Αποθήκαι κλπ.
Ωσαύτως εις εκτέλεσιν του ως άνω νόµου εξεδόθη το από 14-22-3-1934 ∆ιάταγµα «περί υγιεινής και ασφαλείας των εργατών και υπαλλήλων των πάσης φύσεως βιοµηχανικών και βιοτεχνικών Εργοστασίων κλπ.» Ειδικώτερον το άρθρον 29 του ∆ιατάγµατος τούτου έχει ως εξής:
Οι ιδιοκτήται και οι διευθυνταί Επιχειρήσεων απασχολούσης πλέον των 50 εργατών, αδιαφόρου φύλλου και ηλικίας, λαµβάνουσι τα κατάλληλα µέτρα ώστε πάσα έναρξις πυρκαϊάς να δύναται να καταπολεµήται αποτελεσµατικώς. Οδηγίαι τοιχοκολληµέναι εν εκάστω διαµερίσµατι εργασίας δεικνύουσι τα υλικά και τα µέσα της σβέσεως τα οποία πρέπει να είναι πρόχειρα, ακόµη και τον τρόπον του χειρισµού αυτών. Τα υλικά τηρούνται πάντοτε εν καλή καταστάσει.
Κατά το άρθρον 155 του ∆ιατάγµατος, πάσα παράβασις των διατάξεων αυτού τιµωρείται κατά τας διατάξεις των άρθρων 3 και 4 του Νόµου Γ.Π.Α.∆. του 1911.
2. ∆ιά του από 20-8-1928 ∆ιατάγµατος καθορίζεται ο τρόπος εναποθηκεύσεως βενζίνης εντός Πρατηρίων και Σταθµών αυτοκινήτων και διαθέσεως ταύτης εις τους καταναλωτάς.
3. ∆ιά του από 11-4-1955 Β. ∆ιατάγµατος Φ.Ε.Κ. 59 τεύχος Α’. περί Κανονισµού κατασκευής εσωτερικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων εν άρθροις 236 έως 305 καθορίζονται τα κτίρια και εν γένει οι χώροι υποκείµενοι εις έκρηξιν πυρκαϊάς και τα ληπτέα δια την αποφυγήν του κινδύνου του πυρός.
4. ∆ιά του από 30-9-1955 Β. ∆ιατάγµατος Φ.Ε.Κ. 266 τεύχος Α’. «περί Γενικού Οικοδοµικού Κανονισµού του Κράτους» εν άρθροις 53, 54, 55, 56 και 57 καθορίζονται τα κατά την ανέγερσιν των οικοδοµών ληπτέα µέτρα από του κινδύνου του πυρός.
5. ∆ιά του από 24-9-1934 ∆ιατάγµατος καθορίζονται οι όροι κατασκευής και ασφαλείας των αυτοκινητοστασίων (Γκαράζ).
6. ∆ιά του από 14/24 Ιανουαρίου 1938 ∆ιατάγµατος «περί καθορισµού τύπου παντός είδους κλινικών, Ιατρείων και εργαστηρίων και περί παροχής αδείας ιδρύσεως και λειτουργίας αυτών» εν άρθροις 51 ορίζεται ότι αι ανεγειρόµεναι Κλινικαί, Εργοστάσια και Ιατρεία δέον να εφοδιάζωνται διά πυροσβεστικών εγκαταστάσεων, τα δε σχεδιαγράµµατα ανεγέρσεως θεωρώνται υπό του οικείου Νοµοµηχανικού ή του Προϊσταµένου του Γραφείου σχεδίου Πόλεως ως επίσης και του Προϊσταµένου της πλησιεστέρας Πυρ. Υπηρεσίας.
7. ∆ιά του υπ’ αριθ. 2373/40 Νόµου «περί Παθητικής Αεραµύνης της Χώρας ορίζεται ότι αι ιδιωτικαί βιοµηχανίαι ή Επιχειρήσεις βαρύνονται µε τας δαπάνας διά τα µέτρα τοπικής προστασίας των εγκαταστάσεών των και ότι οι ∆ήµοι και αι Κοινότητες υποχρεούνται εις την προσαρµογήν των µηχανηµάτων καθαριότητος προς ενίσχυσιν της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
8. ∆ιά των από 17-5-1956 και 12-2-1959 Β. ∆ιαταγµάτων καθορίζονται τα µέτρα πυρασφαλείας εν τοις Κινηµατοθεάτροις.
9. ∆ιά των άρθρων 17 και 45 του από 21-1-1949 Β. ∆/τος «Περί Κανονισµού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Π.Σ. εκδοθέντος εις εκτέλεσιν του υπ΄αριθ. 5273/1931 Νόµου ορίζεται όπως οι ∆ιοικηταί των Πυροσβεστικών Σταθµών ενεργώσιν άπαξ του έτους εν συνεργασία µετά των Αστυνοµικών Αρχών τακτικάς και εκτάκτους επιθεωρήσεις εις τα εν τη περιφερεία αυτών Εργοστάσια κλπ.
10. Εκτός των ανωτέρω Νόµων και ∆ιαταγµάτων ευρίσκονται εν ισχύει και Αστυνοµικαί ∆ιατάξεις, δι’ ων προβλέπεται η λήψις µέτρων ασφαλείας κατά των πυρκαϊών και τας οποίας αι ∆ιοικήσεις των Π.Υ. δέον να έχωσιν υπ’ όψιν των.
11. Ωσαύτως µέτρα ασφαλείας κατά τας πυρκαϊάς εις Λιµένας και Πλοία προβλέπονται υπό των Κανονισµών εκδοθέντων υπό των κατά τόπους Λιµενικών Αρχών και τους οποίους Κανονισµούς δέον να έχωσιν υπ’ όψιν οι ενεργούντες επιθεωρήσεις εις αυτά Αξιωµατικοί του Πυροσβεστικού Σώµατος.
Εν άρθροις 264, 265, 266, 267, 270, 271, 272, 430, 432 και 433 του Ποινικού Κώδικος ορίζονται τα κοινώς επικίνδυνα εγκλήµατα αφορώντα εµπρησµούς, πληµµύρας, εκρήξεις πυρκαϊών, παραβάσεις διατάξεων προφυλακτικών από του πυρός κλπ. αι επιβαλλόµεναι εν εκατέρα περιπτώσει ποιναί.
Ειδικώτερον τα άρθρα 264, 265, 266, 267 και 433 του Π.Κ. έχουσιν ως ακολούθως:
Άρθρον 264
Εµπρησµός
«Ο εκ προθέσεως προξενών πυρκαϊάν τιµωρείται:
α) ∆ιά φυλακίσεως τουλάχιστον δύο ετών, αν εκ της πράξεως δύναται να προκύψη κοινός κίνδυνος εις ξένα πράγµατα.
β) ∆ιά καθείρξεως αν εκ της πράξεως δύναται να προκύψει κίνδυνος ανθρώπου.
γ) ∆ιά καθείρξεως ισοβίου ή προσκαίρου τουλάχιστον δέκα ετών, αν εις την περίπτωσιν του στοιχείου β’ επήλθε θάνατος».
Άρθρον 265
Εµπρησµός εις δάση
«Ο εκ προθέσεως προξενών πυρκαϊάν εις δάσος τιµωρείται διά φυλακίσεως τουλάχιστον ενός έτους εκτός εάν συντρέχη περίπτωσις βαρυτέρας τιµωρήσεως κατά τους όρους του άρθρου 264.
Άρθρον 266
Εµπρησµός εξ αµελείας
«Αν τις των εν άρθροις 264 και 265 πράξεων εξετελέσθη εξ αµελείας επιβάλλεται φυλάκισις».
Άρθρον 267
«Ο υπαίτιος της εν άρθρω 266 πράξεως απαλλάσσεται πάσης ποινής, εάν ελευθέρα θελήσει καταστείλη την πυρκαϊάν ο ίδιος ή διά της ταχείας προς την αρχήν αγγελίας του δώση αφορµήν εις καταστολήν ταύτης.
Άρθρον 433
Παράβασις διατάξεων προφυλακτικών από του πυρός
«∆ιά κρατήσεως µέχρι τριών µηνών ή προστίµου εφ’ όσον ετέρα διάταξις δεν επιβάλλει βαρυτέραν ποινήν, τιµωρείται:
α) όστις φέρεται απερισκέπτως και αµελώς περί την χρήσιν του πυρός ή των µέσων του φωτισµού εις τρόπον ώστε να δύναται να προκύψη εντεύθεν βλάβη εις άνθρωπον ή εις ξένον πράγµα και
β) όστις παραβαίνει τας προς αποτροπήν του κινδύνου του εµπρησµού εκδιδοµένας διατάξεις της αρµοδίας αρχής, και ιδίως της αστυνοµικής».
1. ∆ι’ εκάστην επιθεωρουµένην Επιχείρησιν συντάσσεται έκθεσις.
Η έκθεσις αύτη θα περιλαµβάνει απαραιτήτως κατά σειράν τα κατωτέρω στοιχεία:
α) Την Π.Υ. Πόλεως, π.χ. Π.Υ. Πόλεως Αθηνών
β) Τον Πυροσβεστικόν Σταθµόν (π.χ. Γ’ Πυροσβεστικός Σταθµός) εις ον ανήκει από πυροσβεστικής απόψεως η Επιχείρησις, Ίδρυµα κλπ. ασχέτως εάν η επιθεώρησις εγένετο παρ’ Αξ/κού ετέρου Πυροσβεστικού Σταθµού ή της ∆.Π.Υ. Πόλεως ή του Αρχηγείου Π.Σ. κλπ.
γ) Την Αστυνοµικήν Υποδιεύθυνσιν ή ∆ιαµέρισµα της περιοχής π.χ. Α’. Αστυνοµική Υποδιεύθυνσις.
δ) Το Αστυνοµικόν Τµήµα της περιοχής π.χ. ΙΒ’ Αστυνοµικόν Τµήµα.
Τα στοιχεία ταύτα θα αναγράφωνται εις το άνω αριστερόν µέρος.
2. Η έκθεσις θ’ άρχηται ως ακολούθως:
(Υπόδειγµα)
ΕΚΘΕΣΙΣ
Ενεργηθείσης επιθεωρήσεως
Εν Αθήναις σήµερον την 1ην Μαϊου του έτους 1960 ο υπογεγραµµένος Αξ/κός του Πυροσβεστικού
Σώµατος Υποδ/τής Β’. τάξεως ..............................................................................................................
παρουσία και του εκπροσωπούντος, την αρµοδίαν Αστυνοµικήν Αρχήν Υπαστυνόµου ή υποµοιράρχου
κλπ. ..............................................................................................................................
εις εκτέλεσιν της υπ’ αριθ. ................................. ∆/γής της ∆.Π.Υ. Πόλεως ...........................................
προέβηµεν εις την ενέργειαν επιθεωρήσεως από απόψεως πυρασφαλείας εις το παρά την οδόν
............................................. αριθ. ......... Περιφερείας ................ Αστυνοµικού Τµήµατος εργοστάσιον
ή Σταθµόν Αυτοκινήτων, Καπνεργοστάσιον κλπ. ιδιοκτησίας ................................................................
ή Ανωνύµου Εταιρείας κλπ. διαπιστώσαντες τα κάτωθι:
Υπεύθυνος ∆ιευθυντής ..................................................................................
Υπεύθυνος Αρχηγός Πυρασφαλείας ή Πολιτικής Αµύνης .................................................................
Λειτουργεί δυνάµει αδείας (αναγράφεται ναι ή όχι)
Προσωπικόν Πυρασφαλείας (αναγράφεται τούτο αριθµητικώς)
Απασχολούµενον προσωπικόν (αναγράφεται αριθµητικώς άπαν το προσωπικόν, άρρεν και θήλυ, µόνιµον, έκτακτον, εργατικόν, υπηρετικόν).
Αριθµός Τηλεφώνου .........................
Α΄. ΟΙΚΟ∆ΟΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΙΣ
(Αναγράφονται περιληπτικώς τα κτιριακά συγκροτήµατα εάν ταύτα είναι λιθόκτιστα ή εκ µπετόν ή µικτά, εκ πόσων ορόφων σύγκεινται πως είναι κατασκευασµέναι αι στέγαι, τα δάπεδα κ.λ.π.),
Β’. ΚΙΝ∆ΥΝΟΣ ΠΥΡΚΑΪΑΣ
(Αναγράφονται ενδεικτικώς αι σπουδαιότεραι και επικινδυνοδέστεραι ύλαι και µηχανήµατα, εξ ων δύναται να προκληθή πυρκαϊά ή να µεταδοθή το πυρ εις γειτνιάζοντα οικήµατα κ.λ.π., ήτοι καύσιµα υλικά, εύφλεκτα υγρά, αέρια καύσιµα και άκαυστα ευρισκόµενα υπό πίεσιν εντός φιαλών, παραγωγής σπινθήρων, ηλεκτροστατικαί φορτίσεις, υπερθερµάνσεις αξόνων, εδράνων, κυλίνδρων, χηµικά και οξειδωτικά προϊόντα, υλικά συσκευασίας, τρόποι φωτισµού, εγκαταστάσεις εστιών θερµάνσεως, γειτνίασις ευφλέκτων υλικών κ.λ.π.
Ο καθορισµός των υλικών και η θέσις αυτών ως και των µηχανηµάτων, εστιών κ.λ.π. ενέχει µεγίστην σηµασίαν, ου µόνον εις το να καταστήσωµεν τον ∆ιευθυντήν της Επιχειρήσεως προσεκτικώτερον εις την αποφυγήν του κινδύνου εκρήξεως πυρκαϊάς, λαµβανοµένου υπ’ όψιν ότι θα κοινοποιήται αύτη εις τον ενδιαφερόµενον, αλλά και να διευκολύνωνται ενίοτε αι αρµόδιαι Αρχαί και κυρίως η Π.Υ. εις την αποκάλυψιν της αιτίας εκρήξεως πυρκαϊάς οσάκις ορίζονται εµπειρογνώµονες).
Γ’. ΥΠΑΡΧΟΝΤΑ ΜΕΣΑ ΠΥΡΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Αναγράφονται λεπτοµερώς τα υπό της Επιχειρήσεως διατιθέµενα µέσα πυροσβέσεως, η θέσις, κατάστασις και λειτουργία αυτών,
Ειδικώτερον αναγράφεται εάν διατίθηνται:
α) Πυροσβεστήρες, ποίος ο αριθµός αυτών, το είδος, η χωρητικότης, η καταλληλότης διά την κατάσβεσιν εάν η θέσις είναι προσιτή διά την χρησιµοποίησίν των εν δεδοµένη ανάγκη, εάν είναι πλήρεις ή κενοί, εάν χρήζουν αναγοµώσεως, π.χ. 10 πυροσβεστήρες κοινής πυρκαϊάς (σόδας οξέος ή καθαρού ύδατος) των 10 κιλών έκαστος, εξ ων 5 πλήρεις και 5 κενοί ή 5 πυροσβεστήρες αφρού εξ ων 4 φορητοί των 10 κιλών έκαστος και εις τροχήλατος των 34 γαλλονίων εξ ων εις φορητός χρήζει αναγοµώσεως ή 10 πυροσβεστήρες ξηράς κόνεως των 12 κιλών έκαστος εκτοξευοµένης δι’ αδρανούς αερίου ή 15 πυροσβεστήρες διοξειδίου εξ ων 10 των 6 κιλών ή 15 λιµπρών και 5 τροχήλατοι των 25 κιλών έκαστος τοποθετηµένοι εις καταλλήλους θέσεις, οίτινες ζυγισθέντες ευρέθησαν πλήρεις ή τρεις τετραχλωριούχου άνθρακος λειτουργούντες διά χειραντλίας εν καλή καταστάσει και λειτουργία ή 2 χλωροβρωµεθανίου του 1 κιλού έκαστος οίτινες επιθεωρηθέντες ευρέθησαν κενοί.
β) Χειραντλίαι, βαρέλια ύδατος, δεξαµεναί ύδατος κ.λ.π. ποία η χωρητικότης, η κατάστασίς των κ.λ.π.
γ) Υδρονοµικόν Πυροσβεστικόν δίκτυον, ποίος ο αριθµός των διατιθεµένων στοµίων πυρκαϊάς, η διάµετρος αυτών, η παροχή ύδατος κατά λεπτόν, η πίεσις του ύδατος εις έκαστον στόµιον πυρκαϊάς, εάν το άνοιγµα και κλείσιµον των στοµίων γίνεται διά κλειδός ή διά στρόφιγγος ή δι’ ετέρου µέσου και ποίου, εάν η τροφοδοσία των στοµίων δι’ ύδατος γίνεται απ’ ευθείας εκ του υδροδοτικού δικτύου της Πόλεως ή εξ υπεργείου ή υπογείου υδατοδεξαµενής, εάν χρησιµοποιήται αντλία διά την πίεσιν
του ύδατος και ποία η ισχύς ταύτης, ποία η διάµετρος των σωλήνων εκροής ή των ελαστικών τοιούτων ως και η κατάστασις αυτών.
δ) Πυροσβεστικά εργαλεία, κλίµακες, κιβώτια άµµου.
ε) Τηλέφωνον.
∆’. ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ
Προληπτικά
«Ταύτα αποσκοπούσιν εις την µείωσιν ή εξάλειψιν των αιτίων πυρκαϊάς και αναφέρονται εις:
α) Την διατήρησιν της καθαριότητος.
β) Τον καθαρισµόν καπνοδόχων.
γ) Την απαγόρευσιν καπνίσµατος, γυµνών φώτων κ.λ.π. πλησίον ευφλέκτων υγρών και εν γένει εις επικινδύνους χώρους.
δ) Την επιµελή συντήρησιν των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων.
ε) Τον αερισµόν των διαµερισµάτων.
στ) Την χρησιµοποίησιν µεταλλικών δοχείων αποθέσεως απορριµάτων.
ζ) Την ανάρτησιν πινακίδων εφ’ ων ν’ αναγράφωται οδηγίαι προλήψεως πυρκαϊών.
η) Την εγκατάστασιν τυχόν αλεξικεραύνων.
θ) Την διακοπήν του ηλεκτρικού ρεύµατος κατά τας µη εργασίµους ηµέρας και ώρας πλην του φωτός ασφαλείας.
ι) Την καλήν αποθήκευσιν των εµπορευµάτων και τήρησιν διαδρόµων µεταξύ αυτών.
ια)Την αποφυγήν αναµίξεως οξειδωτικών ουσιών µετά χηµικών προϊόντων και καυσίµων υλών.
ιβ)Την επιθεώρησιν των διαµερισµάτων, αποθηκών, προαυλίων µετά την παύσιν της εργασίας υπό του Αρχηγού πυρασφαλείας, νυκτοφύλακος κ.λ.π.
ιγ) Την ύπαρξιν εξόδων κινδύνου.
ιδ)Τη τήρησιν παντός ετέρου µέτρου κρινοµένου αναγκαίου διά την αποφυγήν του κινδύνου εκ του πυρός.
Κατασταλτικά
α) Ποία πυροσβεστικά µέσα κρίνονται απαραίτητα διά την πυρασφάλειαν της Επιχειρήσεως ή εάν αύτη έχη τοιαύτα, ποία τα προς συµπλήρωσιν.
β) Εάν αι πυροσβεστικαί φωλεαί ευρίσκωνται εγκατεστηµέναι εις καταλλήλους θέσεις ή πρέπει να µετατεθώσιν εις έτερα σηµεία και εις ποία.
γ) Εάν τα πυροσβεστικά µέσα κρίνωνται επαρκή, εάν δε ουχί διά ποίων πρέπει να συµπληρωθώσιν.
δ) Εάν οι πυροσβεστήρες πρέπει ν’ αναγοµωθώσιν ή αντικατασταθώσι και ποίοι.
ε) Εάν τα πυροσβεστικά µέσα ευρίσκωνται εν καλή καταστάσει και λειτουργία, εάν δε ουχί ποία µέτρα πρέπει να ληφθώσιν.
στ) Εάν η διάµετρος των σωλήνων του υδρονοµικού πυροσβεστικού δικτύου κρίνεται ικανοποιητική διά την παροχήν ύδατος εν περιπτώσει πυρκαϊάς.
ζ) Εάν τα στόµια πυρκαϊάς κρίνωνται επαρκή, εάν δε ουχί πόσα εισέτι απαιτούνται και εις ποία σηµεία πρέπει να τοποθετηθώσιν.
η) Εάν η πίεσις του ύδατος κρίνεται ικανοποιητική και εάν αύτη επιτρέπη την προσθήκην ετέρων στοµίων.
θ) Εάν παρατηρήται έλλεψις ύδατος, πως δύναται αύτη ν’ αντιµετωπισθή.
ι) Εάν οι ηµισύνδεσµοι των σωλήνων εκροής και των στοµίων πυρκαϊάς είναι όµοιοι µετά των χρησιµοποιουµένων υπό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, εν αντιθέτω δε περιπτώσει ποία µέτρα δέον να ληφθώσι.
ια)Εάν τα πυροσβεστικά οχήµατα δύνανται να πλησιάσωσι τας υδατοδεξαµενάς και εάν δύναται να γίνη παρ’ αυτών αναρρόφησις ύδατος διά µυζητικών σωλήνων ή να ενεργηθή η πλήρωσις αυτών απ’ ευθείας εξ υπεργείων δεξαµενών ή γερανών και εάν όχι ποία τα ληφθησόµενα µέτρα.
ιβ)Εάν κρίνεται αναγκαίος ο εφοδιασµός της Επιχειρήσεως διά φορητής ή ρυµουλκουµένης πυροσβεστικής αντλίας, αναµικτήρων κ.λ.π. διά την παρασκευήν και εκτόξευσιν αφρού.
ιγ) Εν τη εκθέσει δέον να καθορίζηται επακριβώς το Γραφείον, διαµέρισµα, κλιµακοστάσιον, προαύλιον και ει δυνατόν, η θέσις ένθα γενήσεται η εγκατάστασις των πυροσβεστικών µέσων».
Ε΄. ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
«Αναλόγως της εκτάσεως της Επιχειρήσεως και των ειδικών συνθηκών αυτής καθορίζεται το προσωπικόν πυρασφαλείας (Αρχηγός, οµάδες), εκ ποίων ειδικοτήτων τούτο θα λαµβάνεται και ο τρόπος εκπαιδεύσεως (ήτοι εάν θα γίνηται παρά του Αρχηγού Πολιτικής Αµύνης ή υπό της Π.Υ.).
ΣΤ΄. ΓΕΝΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Προτείνεται:
α) Η καλή συντήρησις και τακτικός έλεγχος των µέσων πυρασφαλείας, ίνα εν δεδοµένη στιγµή ταύτα ώσιν έτοιµα προς λειτουργίαν.
β) Η ανάρτησις εις κεντρικά και εµφανή σηµεία πινακίδων µε τους αριθµούς τηλεφώνων του Πυροσβεστικού Σταθµού της περιοχής διά την εν ώρα πυρκαϊάς άµεσον κλήσιν της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
γ) Η προµήθεια παρά του Ιδρύµατος παντός µέσου δι’ ου θα ηδύνατο τούτο να διευκολυνθή εις το έργον της κατασβέσεως (π.χ. προµήθεια σωλήνων, ηλεκτρικών φανών χειρός, αναπνευστικών συσκευών κ.λ.π.).
δ) Ο εφοδιασµός και η πύκνωσις των µέσων πυρασφαλείας.
Εις περίπτωσιν κηρύξεως της χώρας εις κατάστασιν Πολιτικής Αµύνης συµπληρωµατικώς διά κιβωτίων άµµου, δοχείων, βαρελίων ύδατος, λοστών, πτύων επικεκαλυµµένων διά τσιµέντου, µετατροπής τυχόν υδροφόρων οχηµάτων εις πυροσβεστικά διά της τοποθετήσεως επ’ αυτών αντλίας µετ’ αναλόγου µήκους σωλήνων εκροής και αυλών.
ε) Η αποµάκρυνσις περιττών υλικών και τοποθέτησις εις µέρη αποκλείοντα την µετάδοσιν του πυρός.
στ) Η κατεδάφισις ετοιµορρόπων και επικινδύνων ή ξυλίνων κτισµάτων.
ζ) Η εκκένωσις του καταφυγίου από τυχόν υπάρχοντα υλικά και η διατήρησις τούτου εντελώς καθαρού εφ’ όσον διατίθεται τοιούτον.
η) Αναφέρεται παν έτερον µέτρον κρινόµενον απαραίτητον διά την πυρασφάλειαν της επιθεωρηθείσης Επιχειρήσεως.
θ) Τέλος ορίζεται η προθεσµία εκπληρώσεως των προτεινοµένων µέτρων.
Προς τούτοις δέον να παρέχηται εις τους ενδιαφεροµένους προθεσµία ανάλογος των υποδεικνυοµένων µέσων πυροσβέσως. Η προθεσµία δέον να µη είναι µικροτέρα του µηνός διά τα φορητά µέσα και των εξ τουλάχιστον µηνών διά τας µονίµους εγκαταστάσεις, υδρονοµικά πυροσβεστικά δίκτυα κ.λ.π.). Εις εξαιρετικάς περιπτώσεις και εφ’ όσον η εξεύρεσις πυροσβεστικών µέσων καθίσταται δυσχερής, δύναται να παρέχηται µεγαλυτέρα προθεσµία των ανωτέρω καθοριζοµένων.
ι) ∆ι’ εγκαταστάσεις ∆ηµοσίων Υπηρεσιών (Πολιτικών-Στρατιωτικών) δεν θα ορίζηται προθεσµία συµµορφώσεως των Προϊσταµένων των διά την προµήθειαν των πυροσβεστικών µέσων, καθ’ όσον διά την πραγµατοποίησιν ταύτης θα πρέπει ν’ αναγραφή σχετική πίστωσις εις τον ετήσιον προϋπολογισµόν και ακολούθως να εγκριθή η δαπάνη, γεγονός όπερ απαιτεί µακρόν χρονικόν διάστηµα µη δυνάµενον να προβλεφθή».
1. Ο οριζόµενος διά την επαναπιθεώρησιν Αξιωµατικός προ της µεταβάσεώς του εις την Επιχείρησιν δέον να µελετά τας εκθέσεις των ενεργηθεισών κατά τα προηγούµενα έτη επιθεωρήσεων, ων θα λαµβάνη γνώσιν από την ∆ιοίκησιν του Σταθµού - εφ’ όσον ενηργήθησαν τοιαύται - και κατόπιν θα προβαίνη εις την επιθεώρησιν. Τα τυχόν προτεινόµενα νέα µέτρα δέον εν τη εκθέσει να αιτιολογούνται επαρκώς. Εν τη νέα εκθέσει δεν είναι απαραίτητον να επαναλαµβάνονται άπαντα τα αναγραφόµενα εις την αρχικήν έκθεσιν Επιχειρήσεώς τινος. Επί της νέας θ’ αναγράφηται εν αρχή και εις το άνω δεξιόν µέρος: Επανεπιθεώρησις, κάτωθεν αυτής και αφού θα σύρεται γραµµή θ’ αναγράφηται ο αντίστοιχος αύξων αριθµός του ευρετηρίου των Επιχειρήσεων της περιοχής του Πυροσβεστικού Σταθµού. Ακολούθως θ’ αναγράφωνται άπαντα τα στοιχεία µέχρι «Οικοδοµική σύστασις».
2. Αι επικεφαλίδες των εκθέσεων, οικοδοµική σύστασις, Κίνδυνοι πυρκαϊάς, Υπάρχοντα µέσα πυρασφαλείας, Προτεινόµενα πυροσβεστικά µέσα, Ορισµός και εκπαίδευσις προσωπικού και Γενικά µέτρα, θ’ αναγράφωνται υποχρεωτικώς επί της εκθέσεως και θα συµπληρώνωνται αναλόγως των γενοµένων παρατηρήσεων και υποδείξεων π.χ. διά την οικοδοµικήν σύστασιν και εφ’ όσον παραµένει η ιδία κατάστασις θ’ αναγράφηται «παραµένει η ιδία κατάστασις ως εις την αρχικήν ή την δευτέραν έκθεσιν επανεπιθεωρήσεως κλπ. ή ανηγέρθησαν και έτερα οικήµατα κλπ.»
1. Παρ’ εκάστης Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Πόλεως καταρτίζεται ευρετήριον κατά Π. Σταθµούς απασών των κατά την κρίσιν αυτής επικινδύνων από απόψεως πυρασφαλείας Επιχειρήσεων, Οργανισµών, Κινηµατοθεάτρων, Καταστηµάτων, Οικοδοµών κλπ. κειµένων εντός και εκτός της Πόλεως.
Το ευρετήριον θα περιλαµβάνει τ’ ακόλουθα στοιχεία:
α) Αύξοντα αριθµόν των Επιχειρήσεων
β) Ονοµασίαν, ήτοι Καπνεργοσάσιον, Ξενοδοχείον, ∆ηµαρχείον, Υπουργείον, Θέατρον, Μουσείον, Σανατόριον κλπ.
γ) Τίτλον ήτοι «ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ» - «ΣΕΣΙΛ» «ΠΑΛΛΑΣ» - κλπ. εφ’ όσον έχει τοιούτον.
δ) ∆ιεύθυνσιν (οδός - αριθµός - Συνοικία)
Βάσει του ευρετηρίου τούτου θα ενεργήται κατ’ έτος επιθεώρησις των Επιχειρήσεων από πυροσβεστικής απόψεως.
2. Το ευρετήριον θα παραµένη πάντοτε το ίδιον µε τον αύξοντα αριθµόν των Επιχειρήσεων δι’ όλα τα έτη ήτοι δεν θα καταρτίζηται νέον κατ’ έτος, επ’ αυτού δε θα συνεχίζηται η αναγραφή νέων επιθεωρήσεων Επιχειρήσεων δίδοντες εις εκάστην εξ αυτών και τον συνεχιζόµενον αυξ. αριθµόν.
3. Εάν Επιχείρησίς τις διελύθη ή δι’ οιονδήποτε λόγον έπαυσε να λειτουργή θ’ αναγράφηται επί του ευρετηρίου και εις την θέσιν της διευθύνσεως αυτής διά µολυβδίδος «έπαυσε να λειτουργή» εν περιπτώσει δε επαναλειτουργίας αύτη δεν λαµβάνει νέον αύξοντα αριθµόν αλλά τον ίδιον ον είχεν κατά την πρώτην καταχώρησίν της εις το ευρετήριον, αναγράφοντες τας λέξεις «ήρχισε να επαναλειτουργή» έστω και εάν ήλλαξεν ο ιδιοκτήτης ή ο τίτλος. Εάν όµως µετετράπη εις ετέραν Επιχείρησιν τότε θ’ αναγράφηται εις το ευρετήριον υπό νέον αύξοντα αριθµόν.
4. Πάσα παύσις ή επαναλειτουργία Επιχειρήσεως θ’ αναφέρηται εις την αναφοράν υποβολής των εκθέσεων εις το Αρχηγείον διά την ενηµέρωσιν του ευρετηρίου και υποφακέλλων αυτού εις το τέλος του µηνός καθ’ ον ενηργήθη επιθεώρησις.
5. Εν περιπτώσει ιδρύσεως νέου Πυροσβεστικού Σταθµού εν τίνι ∆.Π.Υ. Πόλεως δέον όπως οι έτεροι Πυροσβεστικοί Σταθµοί παραδίδωσιν εις τον νέον τας εκθέσεις µετά των σχετικών υποφακέλλων απασών των επιθεωρηθεισών επιχειρήσεων ανηκουσών εις την περιοχήν του νέου Πυροσβεστικού Σταθµού αναγράφοντες εις τας οικείας θέσεις του ευρετηρίου των «παρεδόθη εις Πυροσβεστικόν Σταθµόν.
6. Ο νέος Πυροσβεστικός Σταθµός παραλαµβάνων τας εκθέσεις θα καταρτίζη ιδικόν του ευρετήριον εν ω θ’ αναγράφη εκ των εκθέσεων τας Επιχειρήσεις ως και τας τυχόν κατά την κρίσιν του νέας τοιαύτας εις ας δέον να γίνεται επιθεώρησις της περιοχής του, δίδοντες εις εκάστην εξ αυτών και τον αυξ. αριθµόν του νέου ευρετηρίου, όστις θα παραµένη πάντοτε ο ίδιος ως ανωτέρω εκτίθεται.
Αντίγραφον του ευρετηρίου τούτου θα υποβάληται εις διπλούν εις την ∆.Π.Υ. Πόλεως ήτις εν θα τηρή εις το Αρχείον της το δε έτερον θα υποβάλη εις το Αρχηγείον όπερ βάσει αυτού θα προέρχηται εις την διαγραφήν των επιχειρήσεων εκ του ευρετηρίου των ετέρων Πυροσβεστικών Σταθµών, την αφαίρεσιν των υποφακέλλων µετά των εκθέσεων των εν λόγω Επιχειρήσεων εκ των ετέρων Σταθµών και την κατάρτισιν ιδίου Φακέλλου του νέου Πυρ. Σταθµού.
1. Εκάστη ∆/νσις Υπηρεσίας και Σταθµός να καταρτίση Γενικόν Φάκελλον υπό τον τίτλον «Γενικός Φάκελλος Επιθεωρήσεως Επιχειρήσεων» δι’ εκάστην δε επιθεωρουµένην Επιχείρησιν ίδιον υποφάκελλον εντός του οποίου θα τίθηνται αι συντασσόµεναι εκθέσεις ως και πάσα σχετική µε την Επιχείρησιν αλληλογραφία. Ωσαύτως εν αυτώ να τεθώσι και αι τοιαύται παρελθόντων ετών.
2. Επί του εξωτερικού µέρους εκάστου υποφακέλλου θ’ αναγράφηται ο τίτλος της Υπηρεσίας, το έτος του ανοίγµατος του υποφακέλλου, α αύξων αριθµός του ευρετηρίου Επιχειρήσεων, ο τίτλος και η ∆/νσις της Επιχειρήσεως.
3. Αι αναφοραί υποβολής των εκθέσεων και Ευρετήριον των Επιχειρήσεων να τίθενται εις τον ίδιον υποφάκελλον τιθέµενον εν αρχή του Γενικού Φακέλλου.
1. Εις το Αρχηγείον Πυροσβεστικού Σώµατος, βάσει των υποβαλλοµένων αυτώ εκθέσεων και λοιπών στοιχείων τηρεί κεχωρισµένως δι’ εκάστην Π. Υπηρεσίαν Γενικούς Φακέλλους, Ευρετήριον Επιχειρήσεων και υποφακέλλους οµοίους προς καταρτιζοµένους υπό των κατά Πόλεις Πυροσβεστικών Υπηρεσιών.
1. ∆ι’ εκάστην επιθεωρουµένην Επιχείρησιν συντάσσεται παρά του Αξ/κού αυτοτελής έκθεσις ήτις µετά την υπογραφήν θα υποβάληται δι’ αναφοράς του εις την ∆ιοίκησιν του Σταθµού του εις πενταπλούν (τετραπλούν των Π.Υ. Πόλεων) ήτις θα ελέγχη ταύτην και εάν δεν είναι σύµφωνος µε τας ∆/γάς την επιστρέφη εις τον Αξ/κόν προς τροποποίησιν ή συµπλήρωσιν των υποδεικνυοµένων µέτρων και επανυποβολήν, εάν ευρίσκη αυτήν πλήρη τηρεί µίαν εις το αρχείον της τας δε υπολοίπους υποβάλλει εις την ∆ιοίκησιν Πόλεως.
2. Η ∆ιοίκησις Πόλεως ελέγχη ταύτην ως ανωτέρω και εάν είναι σύµφωνος προς τας ∆/γάς την θεωρεί εις το τέλος, εξ ων µίαν υποβάλλει εις το Αρχηγείον, µίαν τηρεί η ιδία εις το Αρχείον της και δύο διαβιβάζει δι εγγράφου της εις το οικείον Αστυνοµικόν Τµήµα το οποίον µίαν τηρεί το ίδιον ίνα παρακολουθή την εκτέλεσιν ταύτης υπό της Επιχειρήσεως, την δε ετέραν επιδίδει εις την ενδιαφεροµένην Επιχείρησιν διά την λήψιν των υποδεικνυοµένων µέτρων.
3. Εκθέσεις επιθεωρήσεως Στρατιωτικών εγκαταστάσεων και Καταστηµάτων δεν θα διαβιβάζωνται εις τα Αστυνοµικά Τµήµατα αλλά θα υποβάλλωνται απ’ ευθείας εις τας αρµοδίας Στρατιωτικάς Αρχάς. Εις τας περιπτώσεις ταύτας η έκθεσις συντάσσεται υπό των ∆.Π.Υ. Πόλεων εις τετραπλούν υπό δε των Π.Υ. Πόλεων εις τετραπλούν υπό δε των Π.Υ. Πόλεων εις τριπλούν.
4. Οι οριζόµενοι ως µέλη του Συµβουλίου επιθεωρήσεως Κινηµατοθεάτρων Αξ/κοί υποχρεούνται να λαµβάνωσι αντίγραφον του πρακτικού εις διπλούν και υποβάλλωσι τούτο εις την ∆ιοίκησίν των, ήτις το εν τηρεί η ιδία το δε έτερον υποβάλλει εις το Αρχηγείον διά την ενηµέρωσιν των φακέλλων.
Εν αδυναµία χορηγήσεως αντιγράφου υπό του Προέδρου του Συµβουλίου ο Αξιωµατικός υποχρεούται να υποβάλλη εις την ∆ιοίκησίν του αντίγραφον των προταθέντων υπ’ αυτού µέτρων πυρασφαλείας εις διπλούν το οποίον θα υποβάλλεται ως ανωτέρω.
5. Εις το Αρχηγείον αι εκθέσεις θα υποβάλλωνται δι’ αναφοράς εις το τέλος εκάστου µηνός πλην των δι’ ειδικών ∆ιαταγών διατασσοµένων.
Εν τη αναφορά θ’ αναγράφωνται:
α) Ο αύξων αριθµός
β) Ο αντίστοιχος της επιθεωρήσεως αύξων αριθµός ο αναγραφόµενος εις το Ευρετήριον των επιθεωρουµένων επιχειρήσεων, παραπλεύρως του αριθµού τούτου θ’ αναγράφωνται τ’ αρχικά γράµµατα του Σταθµού του ενεργήσαντος την επιθεώρησιν εφ’ όσον πρόκειται περί εντεταγµένων τοιούτων π.χ. Α΄. Π.Σ. ή Β΄. Π.Σ. κλπ.
γ) Το είδος της Επιχειρήσεως
δ) ∆ιεύθυνσις της Επιχειρήσεως
ε) Τυχόν παρατηρήσεις π.χ. εάν εγένετο αλλαγή της ονοµασίας της οδού θ’ αναγράφηται ότι η οδός τάδε µετωνοµάσθη εις τάδε.
στ) Εάν ιδρύθησαν νέαι Επιχειρήσεις και ποίαι.
ζ) Εάν αι εκθέσεις διαβιβάσθησαν εις τα οικεία Αστυνοµικά Τµήµατα προς επίδοσίν των εις τας ενδιαφεροµένας Επιχειρήσεις διά την εφαρµογήν παρά των τελευταίων, προκειµένου δε περί Στρατιωτικών εγκαταστάσεων εάν υπεβλήθησαν εις τας αρµοδίας Στρατιωτικάς Αρχάς.
6. Αι εκθέσεις και αναφοραί ούσαι εµπιστευτικής φύσεως θα λαµβάνωσιν εµπιστευτικόν αριθµόν πρωτοκόλλου.
7. Αντίτυπον της παρούσης να χορηγηθή εις έκαστον Αξιωµατικόν του Σώµατος επί αποδείξει.
8. Ωσαύτως ανά εν αντίτυπον θα παραδίδεται εις εκάστην Επιχείρησιν κατά την πρώτην επιθεώρησιν αυτής υπό του ενεργούντος ταύτην Αξιωµατικού υποχρεουµένου όπως µνηµονεύη τούτο εις το τέλος της εκθέσεώς του.
9. Αι υπ’ αριθ. Ε.Π. 627 Φ.Ε. 54/Π.Α./10-5-54 και Ε.Π. 792 Φ.Ε. 55/Π.Α./29-4-1955 ∆ιαταγαί καταργούνται.
Ο ΑΡΧΗΓΟΣ
ΝΙΚ. ΜΠΟΥΡΑΝΤΑΣ
ΕΚΡΙΝΕΤΑΙ
Αθήναι τη 6 Ιουλίου 1960
Ο
Υφυπουργός Εσωτερικών
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΚΑΛΑΝΤΖΗΣ