Σχετικό έγγραφο:
Τροποποιήθηκε από :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 150Α_1970 | 492.35 KB |
Οι όροι και προϋποθέσεις εγκαταστάσεων και λειτουργίας αντλιών καυσίµων προ πρατηρίων κειµένων εντός των εγκεκριµένων σχεδίων πόλεων και κωµών ή εκτός κατωκηµένων εν γένει περιοχών ως και της κυκλοφοριακής συνδέσεως εγκατστάσεων µετά των οδών, ρυθµίζονται υπο των κατωτέρω διατάξεων.
Ως πρατήρια εν γένει, χαρακτηρίζονται εγκαταστάσεις µέσω των οποίων δια των εκάστοτε ισχυόντων µέσων µετρήσεως και υπό τους όρους του παρόντος, είναι επιτρεπτή η παροχή
υγρών καυσίµων εις τροχοφόρα οχήµατα κλπ, ονοµάζονται δε αύται εφεξής εν των παρόντι «πρατήρια»
1. Αναλόγως του είδους των χρησιµοποιουµένων αντλιών παροχής καυσίµου, τα πρατήρια διακρίνονται εις:
α. Πρατήρια δια µονίµων αντλιών, ηλεκτρικών ή χειροκινήτων.
β. Πρατήρια δια φορητών αντλιών και
γ. Πρατήρια δια µονίµων και φορητών αντλιών.
2. Αναλόγως της συνυπάρξεως ή µη ετέρας συναφούς εγκαταστάσεως, τα πρατήρια διακρίνονται εις:
α. πρατήρια απλά, τα χρησιµοποιούµενα µόνον προς ανεφοδιασµόν των οχηµάτων δια υγρών καυσίµων και
β. πρατήρια σταθµών εξυπηρετήσεως αυτοκινήτων, τα διαθέτοντα και εγκαταστάσεις πλύσεως και λιπάνσεως οχηµάτων και άλλως αποκαλούµενα SERVICE-STATION.
3. Αναλόγως της χρήσεώς των, τα πρατήρια διακρίνονται εις:
α. Πρατήρια ιδιωτικής χρήσεως, τα χρησιµοποιούµενα δι έξυπηρέτησιν οχηµάτων, ανηκόντων εις τον υπέρ ου η άδεια λειτουργίας του πρατηρίου και
β. πρατήρια δηµοσίας χρήσεως, τα χρησιµοποιούµενα δι΄εξυπηρέτησιν οιουδήποτε οχήµατος
1. Ως απόστασις µεταξύ δύο πρατηρίων λειτουργούντων ή υπό ίδρυσιν, θεωρείται η τοιαύτη η µετρουµένη παραλλήλως προς τον άξονα της οδού και µεταξύ των αξόνων συµµετρίας, ως ούτοι σηµειούνται εν τοις σχεδίοις, ήτοι των µέσων των τραπεζοειδών νησίδων.
2. Ως απόστασις πρατηρίων από οιασδήποτε θέσεως νοείται η απόστασις του άξονος συµµετρίας αυτού από της θέσεως ταύτης.
1. Θέσις τις κρίνεται κατάλληλος δια την ίδρυσιν πρατηρίου, εφ΄οσον εκ της λειτουργίας τούτου δεν παρακωλύεται η επί της προ αυτού οδού κυκλοφορία των οχηµάτων µη επιτρεποµένης της ιδρύσεως και λειτουργίας αυτού εις τας κάτωθι περιπτώσεις:
α. Εις αποστάσεις µικροτέρας των 200µ., 150µ. και 70 µ., δια τας περιπτώσεις πρατηρίων επι εθνικών, επαρχιακών και δηµοτικών ή κοινοτικών οδών αντιστοίχως, από θέσεως καµπυλότητος ή αναστροφής της κλίσεως των οδών και µόνον εφ΄οσον παρακωλύεται η ορατότης. Αι αποστάσεις εν προκειµένω µετρώνται από του σηµείου τοµής της διχοτόµου της γωνίας της σχηµατιζοµένης εκ της τοµής των προεκτάσεων των ευθυγράµµων τµηµάτων των αξόνων της οδού µετά του άξονος αυτής.
β. Εις αποστάσεις µικροτέρας των 200 µέτρων δια τας περιπτώσεις πρατηρίων επί εθνικών, 150 µέτρων δια τας περιπτώσεις πρατηρίων επί επαρχιακών και 70 µέτρων δια τας περιπτώσεις πρατηρίων επί δηµοτικών ή κοινοτικών οδών, από του σηµείου συναντήσεως των αξόνων της εφ΄ης το πρατήριον οδού και ετέρας τοιαύτης ή από της αρχής ή του τέρµατος της διατάξεως κυκλοφοριακής συνδέσεως σταθµών διοδίων και πλατυσµάτων (PARKING)
γ. ΄Όταν η απόστασις πρατηρίου από ετέρου εκτός κατωκηµένης περιοχής, ευρισκοµένου και επί της εφ΄ης τούτο πλευράς της οδού είναι µικροτέρα:
αα. Των 15.000 µ. δια την περίπτωσιν εθνικών οδών του βασικού δικτύου της χώρας ββ. Των 5.000 µ. δια την περίπτωσιν εθνικών οδών δευτερεύοντος δικτύου της χώρας και επαρχιακών οδών. γγ. Των 500 µ. δια την περίπτωσιν δηµοτικών ή κοινοτικών οδών
δ. ΄Όταν η απόστασις πρατηρίων από ορίου τινός κατωκηµένης περιοχής ως τούτο καθορίζεται, κατ΄εφαρµογήν των διατάξεων του υπ΄αριθ. 301/64 Β.∆/τος, δι΄αποφάσεως του Υπουργείου ∆ηµοσίων ΄Εργων, είναι µικροτέρα:
αα. Των 200 µ. δια τας περιπτώσεις των εθνικών οδών του βασικού δικτύου
ββ. Των 120 µ. δια τας περιπτώσεις των εθνικών οδών του δευτερεύοντος δικτύου
γγ. Των 100 µ. δια τας περίπτώσεις επαρχιακών οδών
δδ. Των 50 µ. δια τας περιπτώσεις των δηµοτικών ή κοινοτικών οδών.
Θέµα ελαχίστης αποστάσεως µεταξύ πρατηρίων διαχωριζοµένων υπο κατωκηµένης τινός περιοχής δεν υφίσταται.
Εν η περιπτώσει η κατωκηµένη περιοχή δεν έχει χαρακτηρισθεί ως τοιαύτη εκατέρωθεν της οδού, αλλ΄επί της µιας µόνον πλευράς αυτής, ο περιορισµός της ελαχίστης µεταξύ πρατηρίων αποστάσεως, εφαρµοζεται επί της πλευράς της µη χαρακτηρισθείσης ως κατωκηµένης περιοχής.
ε. ΄Όταν η απόστασις πρατηρίου από του άκρου τεχνικού έργου της οδού, µη δυναµένου να διαπλατυνθεί, είναι µικροτέρα κατά περίπτωσιν των ως άνω περιπτ. (δ) ελαχίστων αποστάσεων.
΄Όταν η διαπλάτυνσις είναι δυνατή κατά την κρίσιν της αρµοδίας δια την οδόν Υπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµοσίων Εργων, η σχετική δαπάνη βαρύνει τον πρατηριούχον.
Απαγορεύεται η ίδρυσις και η λειτουργία πρατηρίου εις τας ακολούθους περιπτώσεις:
α. Εν γειτνιάσει προς εγκατάστασιν, η λειτουργία της οποίας προϋποθέτει χρήσιν φλογός ή οιασδήποτε µορφής έναυσµα και µόνον όταν αι εστίαι απέχωσι των θέσεων των αντλιών των φρεατίων πληρώσεως των δεξαµενών ή των επιστοµίων εξαεριώσεως αυτών απόστασιν µικροτέραν των 30 µέτρων.
Η προϋπόθεσις αύτη δεν είναι υποχρεωτική προκειµένου περί εστιών εστιατορίων, κλιβάνων αρτοποιείων και λεβητοστασίων κεντρικών θερµάνσεων, εφ΄οσον αύται εγκαθίστανατι εντός ιδιαιτέρου διαµερίσµατος µη έχοντος άµεσον επικοινωνίαν µετά του προ πρατηρίου χώρου εγκαταστάσεως των αντλιών και δεξαµενών.
β. Εις θέσεις πλησίον Εκπαιδευτηρίων, Ναών, Νοσηλευτικών Ιδρυµάτων, Κινηµατογράφων ή Θεάτρων και µόνον εφ΄οσον αι ζώναι επιβραδύνσεως ή επιταχύνσεως εκτείνονται προ τη εισόδου ή εξόδου τούτων.
γ. Εις µικροτέραν των 200 µέτρων απόστασιν µεταξύ του περιγράµµατος αρχαιολογικών χώρων και του πρατηρίου, ως τοιούτου λογιζοµένου του παραλληλογράµµου µε πλάτος το τοιούτον της υποχρεωτικής προσόψεως και ύψος το προκύπτον µέχρι της οικοδοµκής γραµµής, και προς πάσαν κατεύθυνσιν, υπο την προϋπόθεσιν ότι εξ΄άλλων τινών διατάξεων δεν υφίσταται έτερος περιορισµός.
δ. Επί των εθνικών οδών του δασικού δικτύου ένθα ελαχίστη µεταξύ πρατηρίων απόστασις ορίζεται συµφώνως τη παρ.1 (γ) του παρόντος άρθρου εις 15.000µ. επιτρέπεται, µετά την συµφώνως τω παρόντι ίδρυσιν ενός (του πρώτου) πρατηρίου, η ίδρυσις και ετέρων τοιούτων εκατέρωθεν αυτού επι συνεχοµένων οικοπέδων εχόντων ελαχίστην πρόσοψιν επι της οδού 80µ., το πολύ προ ή και µετά το αρχικόν. Η οµάς πρατηρίων δέον να έχει κοινήν σύνδεσιν µετά της οδού, ήτοι κοινήν είσοδον και έξοδον κατά στάδιον αναπτύξεως αυτής.
Η κεντρική νησίς πρασίας επεκτείνεται εν τη περιπτώσει ταύτη έµπροσθεν απάντων των πρατηρίων.
Πάσα νέα εγκατάστασις πρατηρίου εις µίαν οµάδα, συνεπάγεται την οικονοµικήν επιβάρυνσιν του εγκαθιστώντος δια την εκτέλεσιν των απαιτουµένων εργασιών τροποποιήσεως της συνδέσεως µετά της οδού προς εξυπηρέτησιν ολοκλήρου της οµάδος πρατηρίων, υπο την νέαν της µορφήν.
ε. Εν περιπτώσει πρατηρίου επι διαµπερούς οικοπέδου, έχοντος πρόσοψιν επι δύο οδών παραλλήλου οδεύσεως, επιτρέπεται η κυκλοφοριακή σύνδεσις και η λειτουργία του
πρατηρίου επ΄αµφοτέρων των οδών, εφαρµοζοµένου εφ΄εκάστης οδού του ισχύοντος τύπου κυκλοφοριακής συνδέσεως, υπο τον όρον της απαγορεύσεως, δια καταλλήλου περιφράξεως και ανισοσταθµίας της επικοινωνίας από της µιας εις την ετέραν οδόν µέσω του πρατηρίου. Εν τη περιπτώσει ταύτη, αι περί ελαχίστης αποστάσεως οικοδοµικών γραµµών διατάξεις ως ελαχίστης αποστάσεως οικοδµικών γραµµών διατάξεις ως και αι τοιαύται περί ελαχίστων αποστάσεων των πρατηρίων, εφαρµόζονται επ΄αµφοτέρων των οδών.
στ. Γενικώς εις άπαντα τα πρατήρια επιβάλλεται η περίφραξις του περιβάλλοντος ταύτα χώρου τηρουµένων των εν τη πολεοδοµική νοµοθεσία διατάξεων, προς παρεµπόδισιν της είσοδου εις την οδόν και εξόδου εκ ταύτης των οχηµάτων µέσω του χώρου του πρατηρίου.
1. Απαγορεύεται η δια των εφεξής ιδρυοµένων πρατηρίων παροχή καυσίµων εις επι του καταστρώµατος της προ αυτών οδού σταθµεύοντα οχήµατα, επί ποινή προσωρινής ή και οριστικής αφαιρέσεως της αδείας λειτουργίας των.
2. Απαγορεύεται η ίδρυσις και η λειτουργία πρατηρίων, ων αι αντλίαι ευρίσκονται εις απόστασιν µικροτέραν των από του άξονος του διαδρόµου δουλείας διελεύσεως των γραµµών µεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας τάσεως 66.000, 150.000 και 380.000 βολτ.
3. Η εγκατάστασις και λειτουργία πρατηρίου δι΄απλής αντλίας πετρελαίου επιτρέπεται, της εγκαταστάσεως ταύτης υποκειµένης εις τας διατάξεις του παρόντος και θεωρουµένης οµοίως ως πρατηρίου.
4. Κυρούνται τα συνοδεύοντα το παρόν σχεδιαγράµµατα διαµορφώσεως της κυκλοφοριακής συνδέσεως πρατηρίων και λοιπών εν Κεφαλαίω ∆΄ του παρόντος, εγκαταστάσεων, συνταχθέντα ως υποδείγµατα, από του αριθ.101 έως 109 εφαρµοζόµενα ως κάτωθι:
Α. Σχέδιον 101:
∆ια πρατήρια και λοιπάς εγκαταστάσεις επί εθνικών οδών του δευτερεύοντος δικτύου, εκτός ορίων εγκεκριµένων σχεδίων πόλεων ή κατωκηµένων περιοχών. Εις ταύτα η κυκλοφοριακή σύνδεσις διαµορφούται ως κάτωθι:
Εις το κέντρον της συνδέσεως κατασκευάζεται τραπεζοειδής νησίς πρασιάς πλάτους 4,00 µ. µε τας συγκλινούσας πλευράς υπο γωνίαν 30° προς τον άξονα της οδού και την κάτω βάσιν µήκους 30,00µ. τουλάχιστον εις απόστασιν 2.50 µ. από του άκρου του οδοστρώµατος.
Έµπροσθεν της νησίδος ταύτης κατασκευάζεται πεζοδρόµιον πλακοστρωµένον πλάτους 1.00µ. µεταξύ δε τούτου και του άκρου του οδοστρώµατος αφίεται ουδετέρα ζώνη φέρουσα διαγράµµισιν. Εκατέρωθεν της νησίδος, διαµορφούνται η είσοδος και έξοδος, πλάτους 5.00µ. υπο γωνίαν 30° προς τον άξονα της οδού,εν συνεχεία δε αυτών αι ζώναι επιβραδύνσεως και επιταχύνσεως ελαχίστου µήκους 60.00µ. εκάστη, εκτός του οδοστρώµατος, πλάτους 0-4.00µ.
Πέραν των ζωνών τούτων κατασκευάζεται έρεισµα συµπεπιεσµένον πλάτους 1.50µ.
Παρά την είσοδον και έξοδον κατασκευάζονται δύο πλευρικαί πρασιαί.
Η νησίς αντλιών τοποθετείται εις απόστασιν 3.50 µ. τουλάχιστον από της κεντρικής νησίδος.
Αι ζώναι επιβραδύνσεως και επιταχύνσεως, η είσοδος και η έξοδος ως και η ουδετέρα ζώνη επιστρώνυνται δι΄οδοστρώµατος οµοίου τύπου προς το της οδού. Ο υπόλοιπος χώρος του πρατηρίου επιστρώννυται κατά την κρίσιν της επιχειρήσεως.
∆ια την εφαρµογήν του τύπου τούτου κυκλοφοριακής συνδέσεως απαιτείται ελάχιστον µήκος προσόψεως οικοπέδου 50.00µ.
Πλήρης σήµανσις οριζόντιος και κατακόρυφος, κατά τας οδηγίας της αρµοδίας δια την οδόν Τεχνικής υπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµ.΄Εργων, εξασφαλίζει την κυκλοφορίαν εις την θέσιν της συνδέσεως.
Επί της κεντρικής νησίδος πρασιάς, εις απόστασιν 5.00µ. από του άκρου του οδοστρώµατος επιτρέπεται η τοποθέτησις ενός ιστού ύψος 5.00 µ. µετ΄επιγραφής ή σήµατος της Εταιρείας Πετρελαιοειδών µεγίστων διαστάσεων 1,00Χ1,50µ.
Β. Σχέδιον 102
∆ια πρατήρια και λοιπάς εγκαταστάσεις επι επαρχιακών οδών ως αύται καθωρίσθησαν δια Β. ∆ιαταγµάτων εκδοθέντων εις εκτέλεσιν του Ν. 3155/55 «περί κατασκευής και συντηρήσεως οδών», εκτός ορίων εγκεκριµένων σχεδίων πόλεων ή κατωκηµένων περιοχών. Εις ταύτα η κυκλοφοριακή σύνδεσις διαµορφούται ως κάτωθι:
Αι ζώναι επιβραδύνσεως και επιταχύνσεως έχουσιν ελάχιστον µήκος 45.00µ. Η είσοδος και έξοδος διαµορφούνται µε κλίσιν 45° προς τον άξονα της οδού. Η κάτω βάσις της τραπεζοειδούς νησίδος προβλέπεται ελαχίστου µήκους 20.00µ.
∆ια την εφαρµογήν του σχεδίου τούτου κυκλοφοριακής συνδέσεως απαιτείται ελάχιστον µήκος προσόψεως οικοπέδου 40.00µ.
Κατά τα λοιπά, ως εις σχέδιον 101
Γ. Σχέδιον 103
∆ια πρατήρια επί υπεραστικών τµηµάτων Κοινοτικών ή ∆ηµοτικών οδών εκτός ορίων εγκεκριµένων σχεδίων πόλεων ή κατωκηµένων περιοχών η κυκλοφοριακή σύνδεσις διαµορφούται ως κάτωθι:
Εις το κέντρον της συνδέσεως κατασκευάζεται τραπεζοειδής νησίς πλακοστρωµένη, πλάτους 3.00µ. µε τας συγκλινούσας πλευράς υπο γωνίαν 45° προς τον άξονα της οδού και την άνω βάσιν ελαχίστου µήκους 10.00µ. Κατασκευάζεται µε την κάτω βάσιν εν επαφή προς την ακραίαν γραµµήν του ερείσµατος της οδού. Εκατέρωθεν της νησίδος ταύτης κατασκευάζεται η είσοδος και έξοδος µε πλάτος 3.00µ. ελάχιστον και 5.00µ. µέγιστον και υπό κλίσιν 45° προς τον άξονα της οδού.
Η νησίς αντλιών καυσίµων, ελαχίστου πλάτους 1.00µ. τοποθετείται εις απόστασιν 3.00µ.
τουλάχιστον από της κεντρικής νησίδος.
Η είσοδος, έξοδος και χώρος του πρατηρίου, επιστρώνυνται κατά την κρίσιν της επιχειρήσεως.
∆. Σχέδιον 104
∆ια πρατήρια επι οδών εντός Οικισµών, µη αποτελουσών τµήµατα εθνικών ή επαρχιακών οδών η κυκλοφοριακή σύνδεσις διαµορφούται ως κάτωθι:
Εις το κέντρον της συνδέσεως κατασκευάζεται τραπεζοειδής νησίς πλακοστρωµένη µε τας συγκλινούσας πλευράς υπο γωνίαν 45° προς τον άξονα της οδού. Το πλάτος της νησίδος είναι 1.00µ., το δε µήκος της άνω βάσεως 4.00 µ. τουλάχιστον. Εκατέρωθεν της νησίδος κατσακευάζονται η είσοδος και έξοδος µε πλάτος 3.00µ. ελάχιστον και 8.00µ. µέγιστον και υπο κλίσιν προς τον άξονα της οδού 45°.
Η νησίς αντλιών καυσίµων ελαχίστου πλάτους 1.00µ. τοποθετείται εις απόστασιν 3.00µ. τουλάχιστον από της κεντρικής νησίδος.
Η είσοδος, η έξοδος και ο χώρος του πρατηρίου, επιστρώνται κατά την κρίσιν της επιχειρήσεως. Η Κεντρική νησίς τοποθετείται εν επαφή προς την γραµµήν του κρασπέδου του πεζοδροµίου ή ελλείψει πεζοδροµίου εν επαφή προς την οικοδοµικήν γραµµήν.
Ε. Σχέδιον 105-109
∆ια πρατήρια επί εθνικών οδών του βασικού δικτύου ως τούτο καθορίζεται εκάστοτε υπο του Υπουργείου ∆ηµοσίων Έργων.
Συγκεκριµένως:
Σχέδιον 105
∆ια πρατήρια επί οδών εν ευθυγραµµία, διπλής κατευθύνσεως πορείας, µετά µιας λωρίδος κυκλοφορίας εις εκάστην κατεύθυνσιν πορείας. Εις ταύτα η κυκλοφοριακή σύνδεσις διαµορφούται ως κάτωθι:
Εις το κέντρον της συνδέσεως κατασκευάζεται τραπεζοειδής νησίς πρασιάς µε τας συγκλινούσας πλευράς υπό γωνίαν 30° προς τον άξονα της οδού, την άνω βάσιν εις απόστασιν 20.00µ. από του άξονος της οδού και την κάτω µήκους ελαχίστου 50.00µ. εις απόστασιν 3.50µ. από του στερεουύ εγκιβωτισµού της οδού.
Εκατέρωθεν της νησίδος διαµορφούνται η είσοδος και έξοδος µε πλάτος 5.00µ. και υπό γωνίαν 30° προς τον άξονα της οδού, εν συνεχεία δε τούτων αι ζώναι επιβραδύνσεως και επιταχύνσεως, ελαχίστου µήκους 120.00µ. και πλάτους 3.50µ., εκτός του πλάτους των λωρίδων κυκλοφορίας, ήτοι πέραν του στερεού εγκιβωτισµού της οδού.
Πέραν των ζωνών επιβραδύνσεως-επιταχύνσεως κατασκευάζεται συµπεπιεσµένον έρεισµα πλάτους 1.50µ. Παρά την είσοδον και έξοδον κατασκευάζονται δύο πλευρικαί πρασιαί. Η νησίς αντλιών καυσίµων τοποθετείται εις απόστασιν 31.00µ. από του άξονος της οδού.
Πλήρης σήµανσις οριζόντιος και κατακόρυφος, κατά τας οδηγίας της αρµοδίας δια την οδόν Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµ. ΄Εργων, διασφαλίζει την κυκλοφορίαν εις την θέσιν της συνδέσεως.
Επί της κεντρικής νησίδος πρασιάς εις απόστασιν 5.50µ. από του στερεού εγκιβωτισµού, επιτρέπεται η τοποθέτησις ενός ιστού ύψους 5.00µ. µετ΄επιγραφής ή σήµατος της Εταιρείας Πετρελαιοειδών, µεγίστων διαστάσεων 1.00Χ1.50µ.
Αι ζώναι επιβραδύνσεως και επιταχύνσεως, η είσοδος και έξοδος ως και η ουδετέρα ζώνη, επιστρώννυται δι΄οδοστρώµατος οµοίου τύπου προς το της οδού. Ο υπόλοιπος χώρος του πρατηρίου, επιστρώννυται κατά την κρίσιν της επιχειρήσεως.
∆ια την εφαρµογήν του σχεδίου τούτου κυκλοφοριακής συνδέσεως, απαιτείται ελάχιστον µήκος προσόψεως οικοπέδου 80.00µ.
Σχέδιον 106
∆ια πρατήρια επί οδών εν ευθυγραµµία διπλής κατευθύνσεως πορείας µετά δύο ή περισσοτέρων λωρίδων κυκλοφορίας εις εκάστην κατεύθυνσις.
Η απόστασις της νησίδος αντλιών καυσίµων ως και η απόστασις της οικοδοµικής γραµµής µετρώνται από του µέσου του πλάτους, όπερ καταλαµβάνουσιν αι λωρίδες κυκλοφορίας της προσκειµένης κατευθύνσεως πορείας, ενώ η απόστασις της άνω βάσεως της τραπεζοειδούς νησίδος πρασιάς µετρείται από του µέσου του συνολικού πλάτους της οδού.
Κατά τα λοιπά ως εις Σχέδιον 105
Σχέδιον 107
∆ια πρατήρια υγρών καυσίµων και λοιπάς εγκαταστάσεις επι καµπύλων τµηµάτων οδών διπλής κατευθύνσεως πορείας µετά µιας λωρίδος κυκλοφορίας εις εκάστην κατεύθυνσιν.
Το σχέδιον τούτο προβλέπει δύο περιπτώσεις:
Α. εξωτερικώς της καµπύλης και Β. εσωτερικώς της καµπύλης
Εις αµφοτέρας τας περιπτώσεις εφαρµόζεται το Σχέδιον 105 προσαρµοζόµενον εις την καµπύλην της οδού.
Σχέδιον 108
∆ια πρατήρια υγρών καυσίµων και λοιπάς εγκαταστάσεις επί καµπύλων τµηµάτων οδών,
διπλής κατευθύνσεως πορείας µετά δύο λωρίδων κυκλοφορίας ανά κατεύθυνσιν.
Και το σχέδιον τούτο προβλέπει δύο περιπτώσεις:
Α. εξωτερικώςς της καµπύλης και Β εσωτερικώς της καµπύλης.
Εις αµφοτέρας τας περιπτώσεις εφαρµόζεται το σχέδιον 106 προσαρµοζόµενον εις την καµπύλην της οδού.
Σχέδιον 109
∆ιαλαµβάνει κατά πλάτος τοµάς της οδού εις θέσιν κυκλοφοριακής συνδέσεως πρατηρίων.
Το έδαφος εντός των ορίων της οικοπεδικής εκτάσεως του πρατηρίου, διαµορφούται µε κλίσιν προς τα έσω ή προς τα πλάγια, ούτως ώστε τα όµβρια ύδατα να µη κατακλύζουν την οδόν, ή άλλως η αποχέτευσις τούτων να γίνεται δι΄υπογείων αγωγών µέσω φρεατίων.
Αι ζώναι επιταχύνσεως-επιβραδύνσεως κατασκευάζονται µε την κατά πλάτος κλίσιν του καταστρώµατος της οδού, τα δε ερείσµατα µε κλίσιν 3 %. Αι τάφροι της οδού εις τας θέσεις των συνδέσεων συνεχίζονται δι΄υπογείων οχετών µετά φρεατίων επιθεωρήσεως, τα δε υπάρχοντα τεχνικά ήτοι οχετοί, γεφυρίδια επεκτείνονται πέραν της καταλαµβανοµένης ζώνης δαπάναις του ιδιοκτήτου του πρατηρίου και βάσει οδηγιών της Υπηρεσίας.
5. Εκ των εν τοις ως άων σχεδίοις εµφαινοµένων, η θέσις του κτιρίου του πρατηρίου ως και ο αριθµός των δυναµένων, αναλόγως της διατιθεµένης εκτάσεως, να τοποθετηθώσι νησίδων αντλιών καυσίµων είναι ενδεικτικαί.
6. τα αρχιτεκτονικά σχέδια ως και τα σχέδια συνδέσεως των πρατηρίων µετά των οδών εγκρίνονται, δια µεν την περίπτωσιν εθνικών και επαρχιακών οδών, εκτός ορίων σχεδίων πόλεων ή κατωκηµένων περιοχών υπο του αρµοδίου Περιφερειακού ∆/ντού ∆ηµοσίων ΄Εργων, δια δε τας λοιπάς περιπτώσεις υπο του αρµοδίου Πολεοδοµικού Γραφείου.
Έκαστον πρατήριον εξυπηρετεί τα οχήµατα τα κινούµενα επι της κατευθύνσεως της προσκειµένης προς το πρατήριον, απαγορευοµένης της εξυπηρετήσεως οχηµάτων αντιθέτως κινουµένων.
1. Αι ζώναι επιβραδύνσεως-επιταχύνσεως διαµορφούνται επι ιδιοκτήτου, παραχωρηθέντος ή δηµοσίου χώρου, συµφώνως προς τους εγκεκριµένους τύπους, από απόψεως αποστάσεων, ακτίνων και καµπύλων προσαρµογής, επιστρώννυνται δε δι οδοστρώµατος οµοίου τύπου προς τον την οδού.
2. Η κεντρική νησίς προκηπίου (πρασιάς), ως και αι πλευρικαί τοιαύται, διαµορφούνται ως εν τοις σχεδίοις, καλύπτονται τοιαύται, διαµορφούνται ως εν τοις σχεδίοις, καλύπτονται δε εκ χλόης, ανθέων ή θάµων ύψους µικροτέρου των 0.80µ.
3. Το οδόστρωµα προσπελάσεως δέον να παρουσιάζει τας καταλλήλους κλίσεις, αίτινες µέσω ειδικών οχετών επιτρέπουσι την απαγωγήν των οµβρίων υδάτων.
4. Αι εργασίαι κυκλοφοριακής συνδέσεως εκτελούνται υπο του πρατηριούχου συµφώνως προς τας εντολάς και οδηγίας της αρµοδίας δια την οδόν Τεχνικής Υπηρεσίας του
Υπουργείου ∆ηµοσίων Εργων.
5. Εξαιρούνται των διατάξεων της προηγουµένης παραγράφου αι περιπτώσεις πρατηρίων επι του εθνικού οδικού δικτύου, βασικού και δευτερεύοντος, καθ΄ας αι εργασίαι κατασκευής της βάσεως και ασφαλτικής επιστρώσεως των ζωνών επιταχύνσεως, επιβρανδύσεως, βραδείας κυκλοφορίας ως και αι τοιαύται σηµάνσεως, εκτελούνται από της αρµοδίας δια την οδόν Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµ. ΄Εργων εις βάρος και δια λογαριασµόν του εγκαθιστώντος το πρατήριον, όστις και υποχρεούται να εξοφλή αµέσως και άνευ ετέρας διατυπώσεως τους παρά της ως άνω Υπηρεσίας αποστελλοµένους αυτώ οικείους εγκεκριµένους λογαριασµους δαπανών.
Προς εξασφάλισιν του ∆ηµοσίου ως προς την συµµόρφωσιν του εγκαθιστώντος το πρατήριον προς τας ανωτέρω υποχρεώσεις του, κατατίθεται µετά της αιτήσεώς του προς έναρξιν των ως άνω εργασιών εις την προς τούτο αρµοδίαν Υηρεσίαν εγγυητική επιστολή ανεγνωρισµένης Τραπέζης ή γραµµάτιον Ταµείου Παρακαταθηκών και ∆ανείων δια ποσόν οριζόµενον υπο του Προϊσταµένου της Υπηρεσίας ταύτης, ήτις εγγύησις επιστρέφεται µετά την περαίωσιν των έργων και εξόφλησιν των λογαριασµών. Το ποσόν της εγγυήσεως δεν δύναται να είναι κατώτερον των 200.000 δραχµών.
Αι εν λόγω εργασίαι εκτελούνται είτε δι΄απ΄ευθείας αναθέσεως είς ένα των εν τη περιοχή εργολάβων συντηρήσεως ή ανακαινίσεως ή κατασκευής εθνικής ή επαρχιακής οδού ή κατόπιν δηµοπρασίας βάσει µελέτης κατά τας περί εκτελέσεως ∆ηµοσίων ΄Εργων διατάξεις ή δι΄απ΄ευθείας αναθέσεως εις τινα πτυχιούχον εργολάβον έχοντα τα προς τούτο απαιτούµενα προσόντα, βάσει προσφοράς, ή δι΄εγγράφου δηλώσεώς του ο ιδιοκτήτης του πρατηρίου αποδέχεται, παραιτούµενος της τυχόν ωφελείας ήν θα είχεν εκ της κατόπιν δηµοπρασίας επιτεύξεως ενδεχοµένως καλλιτέρων τιµών. Η σχετική σύµβασις υπογραφοµένη µεταξύ εργολάβου και Υπηρεσίας, διέπεται υφ΄όλων των περί εκτελέσεως ∆ηµ. Εργων διατάξεων.
1. Αι αντλίαι τοποθετούνται υποχρεωτικώς επι νησίδων, οι δε συναφείς προς παροχήν ύδατος και αέρος µηχανισµοί ή εγκαταστάσεις δέον να τοποθετώνται είτε επί των αυτών µετά των αντλιών νησίδων είτε επι ετέρων τοιούτων.
2. Το ελάχιστον επιτρεπόµενον πλάτος της νησίδος δέον να είναι 1.00µ. το µέγιστον από του οδοστρώµατος σταθµεύσεως ύψος ταύτης 0.15µ. το δε µήκος ταύτης δύναται να ποικίλλη αναλόγως, προς καλυτέραν εξυπηρέτησιν, µη δυνάµενον να είναι µικρότερον του1.00µ.
3. Η διάταξις των νησίδων ρυθµίζεται επι σκοπώ της καλυτέρας εξυπηρετήσεως της εγκαταστάσεως από λειτουργικής απόψεως.
4. Επί της νησίδος είναι δυνατή η ύπαρξις των καλυµµάτων των φρεατίων επιθεωρήσεως των υπογείων δεξαµενών καυσίµων.
5. Η νησίς των αντλιών δύναται να καλύπτεται δια στεγάστρου αναλόγου εµφανίσεως και ύψους, κατόπιν αδείας της αρµοδίας υπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµοσίων ΄Εργων.
6. Η επίστρωσις των νησίδων δέον όπως είναι αντιολισθητική.
1. Το κτίσµα ή διαµέρισµα του πρατηρίου δέον όπως έχει εσωτερική ωφέλιµον επιφάνειαν 10 τ.µ. τουλάχιστον, µη εξεταζοµένου του πλάτους της προσόψεως.
Η επιφάνεια αύτη δύναται να µειωθεί εφ΄όσον υφίσταται αντίστοιχος αναπλήρωσίς της υπο ετέρου χώρου εξυπηρετούντος το πρατήριον δια της εν αυτώ εναποθηκεύσεως ελαίων, τιλµάτων και συναφών προς τους σκοπούς του πρατηρίου ειδών.
2. Το κτίσµα ή διαµέρισµα του πρατηρίου δέον να χρησιµοποιείται αποκλειστικώς ως γραφείον και ως κατάστηµα διά την πώλησιν συναφών προς τα αυτοκίνητα και την οδήγησιν αυτών ειδών, απαγορευοµένης της χρήσεως τούτου ως καταστήµατος πωλήσεως άλλων ειδών, επι ποινή προσωρινής ή οριστικής αφαιρέσεως της αδείας λειτουργίας του πρατηρίου.
Απαγορεύεται η µέσω θύρας ή ετέρου ανοίγµατος επικοινωνία του διαµερίσµατος του πρατηρίου προς ετέρους χώρους µη εξυπηρετούντας αυτήν την εγκατάστασιν και τον σκοπόν αυτού.
3. Η θέσις του κτιρίου δέον να είναι τοιαύτη, ώστε να εξυπηρετείται καλύτερον ο σκοπός της εγκαταστάσεως, παραλλήλως δε να µη αφίσταται αύτη των διατάξεων του Γ.Ο.Κ. ή συναφών εν ισχύϊ ετέρων διατάξεων.
4. Τα κτίρια των πρατηρίων δέον γενικώς να πληρώσι τους υπο των σχετικών οικοδοµικών κανονισµών προβλεποµένους τεχνικούς κ.λ.π. όρους.
Η οικοδοµική γραµµή αυτών ορίζεται συµφώνως τω Β.∆.30/16.1.1965 (ΦΕΚ 9/65 Α΄), ως ετροποποιήθη δια του από 7.8.67 Β.∆ιατάγµατος (ΦΕΚ 104/67 τεύχος ∆΄).
Α. παρά τας διεθνείς αρτηρίας, κατά την περί αυτών δήλωσιν της Γενεύης, τουλάχιστον 40µ. από του άξονος της οδού.
Β. παρά τας εθνικάς οδούς, τας µη υπαγοµένας εις την κατηγορίαν των διεθνών αρτηριών, τουλάχιστον 30µ. από του άξονος της οδού.
Γ. παρά τας επαρχιακάς οδούς τουλάχιστον 20µ. από του άξονος της οδού, πλην των επαρχιακών οδών των Νοµών Κυκλάδων, Λέσβου, Χίου, Σάµου, Νήσων Νοµού Πειραιώς, Νήσων Βορείων Σποράδων, Σκύρου, Σκιάθου, Σκοπέλου και Αλοννήσου, ∆ωδεκανήσσου πλην Νήσου Ρόδου και Ιονίων Νήµων, πλην Νήσου Κερκύρας, δι΄ας ισχύει το από 26.8.36 Β.∆. (ΦΕΚ 392 Α΄)«περί τηρήσεως προκηπίου προ των οικοδοµών των ανεγειροµένων εκατέρωθεν των εθνικών, επαρχιακών και δηµοτικών ή κοινοτικών οδών».
∆. παρά τας δηµοτικάς ή κοινοτικάς οδούς, συµφώνως τω Β.∆. της 26.8.36 (ΦΕΚ 392 Α΄).
Ως όριον της οδού, εφ΄οσον τούτο δεν καθορίζεται δι΄απαλλοτριώσεως, νοείται συµφώνως τω ανωτέρω Β.∆/τι το σηµείον συναντήσεως της εξωτερικής παρειάς της τάφρου ή του πρανούς του εκχώµατος ή επιχώµατος µετά του φυσικού εδάφους.
Επί οδών διπλής κατευθύνσεως πορείας, µετά ή άνευ διαχωριστικής των δύο κατευθύνσεων νησίδος και µετά περισσοτέρων της µιας λωρίδων κυκλοφορίας ανά κατεύθυνσιν πορείας, ως άξων οδού νοείται δι΄εκατέραν κατεύθυνσιν πορείας το µέσον του πλάτους όπερ καταλαµβάνουν αι λωρίδες κυκλοφορίας της κατευθύνσεως ταύτης.
Εν περιπτώσει υπάρξεως παραπλεύρου οδού (SERVICE ROAD) η πρόσοψις του πρατηρίου δέον ν΄απέχει 20µ. από του άξονος της παραπλεύρου οδού.
Μεταξύ της ούτω καθοριζόµενης οικοδοµικής γραµµής και της υπό του Β.∆. 30/16.1.65 καθοριζόµενης εφαρµόζεται εκάστοτε ή πλέον αποµεµακρυσµένη.
5. Τα κτίρια των πρατηρίων δέον να έχωσιν οροφήν, δάπεδα και τοιχοποϊιαν εκ µη ευφλέκτου υλικού, απαγορευόµενης της υπάρξεως διαχωρισµάτων, µεσοπατωµάτων κλπ. εξ εύφλεκτων υλικών.
Είς τα κτίρια των πρατηρίων δέον να υφίστανται ανοίγµατα δια τον επαρκή αερισµόν του χώρου αυτών.
Είναι δυνατή η χρήσις µεταλλικών περιπτέρων αρτίας κατασκευής και εµφανίσεως προς εγκατάστασιν πρατηρίου.
6. Το όλον κτίριον του πρατηρίου δέον να περιλαµβάνη τα ακόλουθα διαµερίσµατα:
α) Το διαµέρισµα του πρατηρίου ως εν παρ.1 του παρόντος άρθρου περιγράφεται.
β) Το διαµέρισµα των βοηθητικών χώρων, περιέχον µιας αποθήκην µετά εξωτερικάς θύρας, δυο κεχρωσµένα αποχωρητήρια (ανδρών-γυναικών) µετ’ ιδιαιτέρου προθαλάµου και ουρητήρια είς τον προθάλαµον του αποχωρητηρίου ανδρών είς περίπτωσιν πρατηρίου επί εθνικών οδών ή ενός αποχωρητηρίου εις περίπτωσιν πρατηρίου επί επαρχιακών, δηµοτικών ή κοινοτικών οδών, και
γ)Το διαµέρισµα προσωπικού µετά χώρου καταιονητήρος.
7. Η ηλεκτρική εγκατάστασις του κτιρίου του πρατηρίου δέον να είναι εξ ολοκλήρου στεγανή, συµφώνως δε πάντως προς τους εν ισχυϊ κανονισµούς ηλεκτρικών εγκαταστάσεων.
8. Εντός του πρατηρίου δέον να υφίσταται κιβώτιον φαρµάκων πρώτων βοηθειών.
Αι εξυπηρετούσαι την εγκατάστασιν υπόγειοι δεξαµεναί εναποθηκεύσεως καυσίµων και τα µετ΄αυτών συνδεόµενα στοιχεία δέον να πληρώσι τους κάτωθι όρους:
Α.εις ότι αφορά τας λεπτοµερείας κατασκευής των ως άνω δεξαµενών δέον να τηρώνται τα ακόλουθα:
Αα.Αύται δέον να είναι σιδηραί, κυκλικής ή ελλειπτικής διατοµή, απαγορευοµένης της χρήσεως δεξαµενών εξ επιπέδων τοιχωµάτων. Η υποχρέωσις αύτη δεν είναι απαραίτητος δια την προσαρµογήν λειτουργούντος προς της εκδόσεως του Α.Ν. 77/67 πρατηρίου.
Ββ. ΄Απαντα τα στοιχεία αυτών εν γένει δέον να συνδέωνται προς άλληλα µέσω ηλεκτροσυγκολλήσεως, συντελουµένης της χρήσεως των δι΄ηλώσεων δεξαµενών. Το µόνιµον κάλλυµα της ανθρωποθυρίδος προσαρµόζεται µέσω κοχλιών, ώστε να είναι ευχερής η αποσυναρµολόγησις, προς επιθεώρησιν ταύτης.
Γγ. Το ελάχιστον πάχος των σιδηρών τοιχωµάτων ορίζεται αναλόγως της διαµέτρου ως κάτωθι:
∆δ. Αι δεξαµεναί δέον να φέρουν πινακίδιον προσαρµοζόµενον επί του µονίµου καλύµµατος τούτων εις ο να αναγράφηται το Εργοστάσιον κατασκευής, το έτος κατασκευής, αι διαστάσεις και η χωρητικότης αυτών.
Εε. Αύται δεον όπως επαλείφωνται εξωτερικώς δι΄αντιδιαβρωτικού υλικού ή περιβάλλωνται δι΄αδιαβρόχου µανδύου, εµπεποτισµένου αναλόγως εντός αντιδιαβρωτικού υλικού, προς προστασίαν των εκ των κινδύνων οξειδώσεων.
Β. Εις ότι αφορά τα στοιχεία των σωληνώσεων των εξυπηρετουσών τας δεξαµενάς δέον να τηρώνται τα ακόλουθα:
Αα. Άπαντες οι µετά της δεξαµενής συνδεόµενοι σωλήνες δέον να είναι γαλβανισµένοι, απαγορευοµένης της χρήσεως µαύρων σωλήνων, οίτινες είναι επιρρεπείς εις οξειδώσεις.
Ββ. Τα χρησιµοποιούµενα ως στοιχεία συνδέσεως των σωλήνων εξαρτήµατα δέον να είναι καλής κατασκευής και αρίστης ποιότητος, απαγορευοµένης της χρήσεως τοιούτων
φερόντων πόρους.
Γγ. Τα πώµατα των σωλήνων πληρώσεως και µετρήσεως στάθµης δέον να είναι κατασκευασµένα εξ ορειχάλκου ή εξ αλουµινίου ή ετέρου αναλόγων ιδιοτήτων υλικού, ώστε να µη είναι δυνατή η πρόκλησις σπινθηρισµού εκ τυχόν κρούσεως αυτών µετ΄άλλων σιδηρών στοιχείων αφ΄ενός και να µη υπόκεινται εις διαβρώσεις συνεπεία επιδράσεως των στοιχείων του καυσίµου, αφ΄ετέρου.
∆δ. Τα πώµατα ταύτα δέον όπως ή κοχλιούνται επι των αντιστοίχων σωλήνων µέσω κλειδός ή προσαρµόζωνται αεροστεγώς επί τούτων µέσω µηχανισµού ταχείας συνδέσεως, απαγορευοµένης της κρούσεως δια σφύρας δια την τοποθέτησιν ή αφαίρεσίν των.
Γ. Ως προς την τοποθέτησιν των δεξαµενών δέον να τηρώνται τα ακόλουθα:
Αα. Αι εξυπηρετούσαι τας αντλίας του πρατηρόιυ δεξαµεναί τοποθετούνται υπογείως εντός του εδάφους και εις βάθος τοιούτον ώστε το ανώτερον σηµείον του καλύµµατος του στοµίου των να κείται τουλάχιστον 0.50 µ. υπό την επιφάνειαν του άνωθεν τούτων καταστρώµατος.
Ββ. Αύτη τοποθετείται εξ ολοκλήρου εντός ετέρας δεξαµενής εκ σκυροδέµατος ανοκτής άνωθεν και εδραζοµένης επι ξηρολιθοδοµής πάχους τουλάχιστον 0.40µ. του εδράνου τούτου µη απαιτουµένου, εφ΄οσον ο πυθµήν της δεξαµενής κατασκευάζεται εκ σκυροδέµατος ωπλισµένου δι΄αναλόγου σιδηράς εσχάρας.
Αι πλευραί της εκ σκυροδέµατος δεξαµενής ταύτης δέον να έχωσι πάχος τουλάχιστον 0.20µ. Επί του πυθµένος ταύτης δέον να υπάρχωσι τέσσαρες οπαί διαµέτρου 0.30µ. εφ΄οσον ο υδροφόρος ορίζων της περιοχής ευρίσκεται κάτωθεν της εν λόγω δεξαµενής.
Η προς την οικοδοµικήν γραµµήν του κτιρίου της εγκαταστάσεως εξωτερικής παρειά της εκ σκυροδέµατος δεξαµενής δέον ν΄απέχη τουλάχιστον 1.00µ. ή 0.50µ. αναλόγως της υπάρξεως ή µη υπογείου, αντιστοίχως, υπο το πρατήριον, δια τας περιπτώσεις µόνον κτιρίων µε θεµέλια εκ λιθοδοµής.
Γγ. Ο µεταξύ των παρειών της εκ σκυροδέµατος δεξαµενής και της σιδηράς τοιαύτης ελεύθερος χώρος, πλάτους τουλάχιστον 0.10µ. πληρούται δια ξηράς άµµου, ο δε άνωθεν της δεξαµενής χώρος µέχρι της επιφανείας του έδάφους δια χωµάτων επαρκώς συµπιεζοµένων, εν συνεχεία δε καλυποµένων δια πλακός εκ σκυροκονιάµατος, πάχους 0.15µ. µέχρι της τελικής επιφανείας.
Εις περιπτώσεις δυνατότητος διελεύσεως οχηµάτων άνωθεν της δεξαµενής, η εκ σκυροδέµατος δεξαµενή καλύπτεται δια πλακος εξ οµοίου υλικού, υπολογιζοµένης εις φόρτισιν µε συγκεντρωµένον φορτίον 15 τόννων τουλάχιστον.
∆δ. Αι πλευραί της εκ σκυροδέµατος δεξαµενής (εξωτερικώς) δέον να απέχωσι των εντός του εδάφους σωλήνων αερίου, ύδατος, αποχετεύσεως, ηλεκτρικών καλωδίων κλπ τουλάχιστον 0.20µ.
Εε.΄Ανωθεν των δεξαµενών τούτων κατασκευάζεται φρεάτιον εκ σκυροδέµατος, εντός του οποίου περικλείονται το στόµιον πληρώσεως και τα λοιπά εξαρτήµατα της θυρίδος επιθεωρήσεως της σιδηράς δεξαµενής και το οποίον καλύπτεται δια διπλών σιδηρών ή χυτοσιδηρών καλυµµάτων απεχόντων αλλήλων 0.10µ., του εξωτερικού κατασκευής τοιαύτης, ώστε να υποδέχεται το βάρος ύπερθεν διερχοµένων οχηµάτων, του δε ετέρου (εσωτερικού) ασφαλιζοµένου δια κλείθρου ασφαλείας.
Στστ. Η σιδηρά δεξαµενή εδράζεται επί δύο βάθρων εκ σκυροδέµατος κατασκευαζοµένων επί του πυθµένος της εκ του υλικού δεξαµενής πάχους τουλάχιστον 0.30µ. εκάστου, ωπλισµένων αναλόγως, προς παραλαβήν του αναλογούντος εκ της πλήρους δεξαµενής φορτίου.
Ζζ. Απαγορεύεται η εγκατάστασις υπογείου δεξαµενής εντός του κτιρίου του πρατηρίου, ταύτης επιτρεποµένης µόνον εις ακάλυπτον χώρον
Ηη. Το εσωτερικόν της σιδηράς δεξαµενής δέον να εξαερίζηται απολύτως, τούτου επιτυγχανοµένου µέσω σωλήνος εξαερισµού, όστις δέον να είναι διαµέτρου 1, 1/2΄΄
τουλάχιστον, να καταλήγει δε, ανυψούµενος και υποχρεωτικώς εφαπτόµενος εξωτερικής παρειάς τοίχου και κτιρίου, εις ελευθέραν κάτωθεν της στέγης και µακράν πάσης εστίας σπινθηρισµού επιφάνειαν, του ακραίου στοµίου αυτού προστατευοµένου δια µεταλλικού πλέγµατος. Ο εν λόγω σωλήν εξαερισµού δύναται να καταλήγει και κάτωθεν τυχόν υφισταµένου στεγάστρου αντλιών.
Θθ. Η προσαρµογή απάντων των σωλήνων της σιδηράς δεξαµενής και του µηχανισµού της αντλίας δέον να έχει απόλυτον στεγανότητα εις τρόπον ώστε να καθίσταται αδύνατος πάσα εκφυγή καυσίµου, η δε πλήρωσις της δεξαµενής και η τροφοδότησις των οχηµάτων να τελείται κατά τρόπον ώστε να µη διαρρέει καύσιµον επί του εδάφους.
Ιι. Σιδηραί δεξαµεναί τοπθετούµεναι εντός της αυτής τάφρου δέον ν΄απέχωσι αλλήλων 0.40µ. παρεµβαλλοµένου υποχρεωτικώς µεταξύ αυτών τοιχίου εκ σκυροδέµατος πάχους 0.20µ. Τούτο δεν απαιτείται εις περιπτώσεις καθ΄ας η ολική χωρητικότης των εν λόγω δεξαµενών δεν υπερβαίνει τα 7κ.µ.
Ιαια.Αι σιδηραί δεξαµεναί υποβάλλονται υποχρεωτικώς εις επιθεώρησιν προς διαπίστωσιν της στεγανότητος αυτών υπ΄ευθύνη των Εταιρειών Πετρελαιοειδών και εκµεταλλευτών των πρατηρίων.
Ιβιβ.Αι δεξαµεναί δέον απαραιτήτως να γειούνται προ της καλύψεώς των δι΄αντιδιαβρωτικού υλικού.
∆. Η µεγίστη επιτρεπόµενη χωρητικότης εκάστης υπογείου δεξαµενής ορίζεται εις 10 κυβικά µέτρα, µη συµπεριλαµβανοµένου του αναγκαιούντος κενου εκ 5 επί τοις εκατόν.
Η συνολικώς δι΄εκάστην εγκατάστασιν µεγίστη επιτρεποµένη χωρητικότης υπογείων δεξαµενών καθορίζεται εις 40Μ³ δια βενζίνην, κοινήν και ενισχυµένην και 30Μ³δια πετρέλαιον.
Η εγκατάτασις και χρήσις υπεργείων δεξαµενών πετρελαίου δια την εξυπηρέτησιν αντλιών, επιτρέπεται υπο τους κάτωθι όρους:
Α. Η θέσις της δεξαµενής δέον να ορίζηται εις ακάλυπτον χώρον και εις ικανήν απόστασιν από υφισταµένης προς της εγκαταστάσεως οδικής αρτηρίας πάντως δε έσωθεν της οικοδοµικής γραµµής κατά 3µ. τουλάχιστον.
Β. Η δεξαµενή δέον να είναι µεταλλική, κυκλικης ή ελλειπτικής διατοµής, πάχους τοιχωµάτων ως εν περιπτ. (α) (γγ) του άρθρου 10 ορίζεται και να τοποθετείται επι βάθρου αναλόγου αντοχής, κατασκευαζοµένου εκ σκυροδέµατος ή εκ µεταλλικών στοιχείων (σιδηροκατασκευή).
Γ. Η τοποθέτησις υπεργείου δεξαµενής δέον να συντελείται µε τον διαµήκη άξονα υπο κλίσιν προς τον κρουνόν απαγωγής των στερεών καταλοίπων τουλάχιστον 3% ως προς το οριζόντιον επίπεδον.
∆. Η δεξαµενή δέον να φέρει:
Αα. Κρουνόν εκκενώσεως και απαγωγής των στερεών καταλοίπων εις το κατώτατον σηµείον αυτής.
Ββ. Κρουνόν εκροής του πετρελαίου εις τον έναντι, εν σχέσει προς τον κρουνόν εκκενώσεως, πυθµένα της δεξαµενής. Το κέντρον της αντιστοίχου οπής δέον να υπέρκειται του κατωτάτου σηµείου του αντιστοίχου πυθµένος τουλάχιστον κατά 90 χιλιοστόµετρα.
Γγ. Σωλήνα πληρώσεως
∆δ. Σωλήνα εξαερισµού µε το άνω άκρον καµπυλούµενον προς τα κάτω και φέρον επιστόµιον εκ µεταλλικού πλέγµατος, εξ ανοξειδώτου µετάλλου των 40 ΜΕSH ανά τετραγωνικήν ίντσαν.
Εε. ∆είκτην ελέγχου στάθµης
Στστ.Οπήν µεθ΄οδηγού σωλήνος δια την καταµέτρησιν του περιεχοµένου
Ε. Η δεξαµενή δέον να προστατεύηται δια διατάξεως γειώσεως (της αντιστάσεως γειώσεως ουσης µικροτέρας των 7 ΟΗΜ) του µεταλλικού αυτής κελύφους, εις ην να γεφυρούνται άπαντα τα µη συγκεκολληµένα µέρη αυτής ως και της εν γένει σιδηράς κατασκευής της, κατά τους ισχύοντας εκάστοτε περί γειώσεων κανονισµούς.
Στ. Η προσαρµογή των διαφόρων εξαρτηµάτων (σωληνώσεων, κρουνών κλπ), επί της δεξαµενής δέον να είναι επιµεληµένη, εξασφαλιζοµένης απολύτως της στεγανότητος εις τα σηµεία προσαρµογής.
Ζ. Τα χρησιµοποιούµενα δια την εγκατάστασιν της δεξαµενής εξαρτήµατα, δέον όπως ανθίστανται εις την εξ οξειδώσεως προσβολήν.
Η. Αι σωληνώσεις µεταγγίσεως του καυσίµου από της υπεργείου δεξαµενής εις την ή τας υπογείους τοιαύτας, δέον όπως διέρχωνται υπογείως, απαγορευοµένης της χρήσεως σωληνώσεως υπερ το έδαφος.
1. Απαγορεύεται η εγκατάστασις και χρήσις αντλιών µη πληρούντων τους κάτωθι όρους:
α. Η παροχή να γίνεται συµφώνως προς την ισχύουσα µονάδα µετρήσεως, ελεγχοµένη υπο γνώµονος, εξαιρουµένης της περιπτώσεως αντλιών µεθ΄υαλίνων δοχείων µετρήσεως.
β. Η παροχή να αντοποκρίνηται προς την καταγραφοµένην υπό του γνώµονος της αντλίας ένδειξιν, το δε σφάλµα µετρήσεως να ευρίσκηται εντός των επιτρεποµένων ορίων, ως ταύτα καθορίζονται υπο της αρµοδίας Υπηρεσίας Μέτρων και Σταθµών του Υπουργείου Εµπορίου.
γ. Η προσαρµογή των σχετικών µηχανισµών δέον να εξασφαλίζει απόλυτον στεγανότητα, ώστε να αποκλείηται πάσα περίπτωσις διαρροής καυσίµου
δ. Ο ηλεκτρικός κινητήρ της αντλίας δέον να είναι απολύτως στεγανού τύπου µετά βραχυκυκλωµένου δροµέως.
ε. Η ηλεκτρική εγκατάστασις της αντλίας δέον να είναι απολύτως στεγανή καθ΄όλα τα στοιχεία ταύτης, ώστε να αποκλείηται περίπτωσις εισόδου εντός των στοιχείων αυτής
αερίου εκ του παρεχοµένου καυσίµου.
στ. Να υφίσταται δείκτης ροής του καυσίµου, όστις δέον να είναι πλήρης προς και µετά την παροχήν, τούτου σηµειουµένου απαραιτήτων επι παρ΄αυτόν τοποθετουµένου πινακιδίου.
ζ. Να είναι αύτη εφωδιασµένη δια βαλβίδος αντεπιστροφής
η. Να είναι εφωδιασµένη δια καταλλήλου µηχανισµού, µη επιτρέποντος την παροχήν άνευ µηδενισµού των ενδείξεων προηγουµένης παροχής.
θ. Το επιστόµιον παροχής δέον να λειτουργεί δια διπλής βαλβίδος (χειρισµού και πιέσεως)
ι. Η υποδοχή του επιστοµίου δέον όπως εκβάλλει οπωσδήποτε εκτός του κελύφους της αντλίας τυχόν αποµένουσαν ποσότητα καυσίµου, ήτοι δέον όπως είναι κλειστή ως προς τον εσωτερικόν του κελύφους χώρον, ένθα ο µηχανισµός αντλήσεως.
ια.∆έον όπως υφίσταται σύστηµα φυσικού αερισµού του εσωτερικου του κελύφους χώρου
β. ∆έον όπως υφίσταται δυνατότης εξασφαλίσεως της αντλίας από απόψεως ακριβούς παροχής µέσω ειδικών µολυβδοσφραγίδων, διατηρουµένων ανεπάφων επι ποινή αφαιρέσεως της αδείας λειτουργίας του πρατηρίου.
ιγ. Η αντλία φέρει υποχρεωτικώς ίδιον φωτισµόν προς παρακολούθησιν των ενδείξεων.
ιδ. Η αντλία συνοδεύεται υποχρεωτικώς υπο πινακιδίου προσηρµοσµένου επί ταύτης και αναγράφοντος το εργοστάσιον κατασκευής, τον τύπον και τον αριθµόν σειράς αυτής.
Ιε. Ο όλος µηχανισµός της αντλίας δέον όπως περικλείηται εντός κελύφους µεταλλικής κατασκευής, εξαιρουµένων των χειροκινήτων αντλίων.
2.Η έγκρισις του τύπου των αντλιών παρέχεται υπο του Υπουργείου Εµπορίου κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις.
1. Εφεξής η ίδρυσις πρατηρίων δια φορητών αντλιων απαγορεύεται.
2. Η λειτουργία ιδρυθέντων πρατηρίων δια φορητών αντλιών επιτρέπεται µόνον εφ΄οσον ταύτα κείνται επι υπεραστικών τµηµάτων δηµοτικών ή κοινοτικών οδών.
3. Εις τα πρατήρια ταύτα αι φορηταί αντλίαι φυλάσσονται κατά τας ώρας µη λειτουργίας του πρατηρίου εντός ειδικού διαµερίσµατος κατασκευαζοµένου εντός του κτιρίου του πρατηρίου, τηρουµένων των κάτωθι όρων όσον αφορά εις το ειδικόν τούτο διαµέρισµα:
Α. Να είναι κατεσκευασµένον καθ΄ολοκληρίαν εξ υλικού ακαύστου, µε επικάλυψιν δια πλακός εκ σιδηροπαγούς σκυροδέµατος.
Β. Να φέρη εν µόνον άνοιγµα δια την επικοινωνίαν του µετά του χώρου του πρατηρίου εις την µεγαλυτέραν πλευράν αυτού, κλειόµενον καλώς δια σιδηράς θύρας.
Γ. Να αερίζεται επαρκώς, του εξαερισµού επιτυγχανοµένου δια φυσικού ελκυσµού, ήτοι δι΄ειδικής, καλυπτοµένης δια πυκνού συρµατοπλέγµατος οπής διαµέτρου 10 περίπου εκατοστών επι µιας των πλευρών του και εις ύψος από του δαπέδου 15 εκατοστών, εφ΄ης να είναι προσηρµοσµένος σωλήν αερισµού της αυτής διαµέτρου, εξερχόµενος του κτιρίου υπο συνεχή κλίσιν τουλάχιστον 2% και δι΄οµοίας οπής επι της οροφής του διαµερίσµατος, εφ΄ης να είναι προσηρµοσµένος σωληήν αερισµού της αυτής διαµέτρου, εξικνούµενος υπο την στέγην της οικοδοµής. Το άνω στόµιον του σωλήνος τούτου δέον να είναι κεκαλυµµένον δια πυκνού συρµατοπλέγµατος.
∆. Εντός του πρατηρίου απαγορεύεται η καθ΄οιονδήποτε τρόπον εναποθήκευσις κενών ή πλήρων δοχείων ή βαρελιών καυσίµων.
4. ΄Οσον αφορά εις το κτίριον του πρατηρίυ δέον να τηρώνται οι κάτωθι όροι πλέον των καθοριζοµένων διά πρατήρια µετά µονίµων αντλιών:
Α. απαγορεύεται η ύπαρξις υπογείου κάτωθεν του κτιρίου, εις ο το πρατήριον.
Β. απαγορεύεται η ύπερθεν του πρατηρίου ύπαρξις ορόφου
5. Επιτρέπεται η εις άπαντα τα πρατήρια χρήσις φορητών χειροκινήτων αντλιών παροχής µίγµατος βενζίνςη µετ΄ορυκτελαίου, µόνον εφ΄οσον αύται εξυπηρετούνται εξ υπογείων δεξαµενών και κατόπιν αδείας χορηγουµένης υπο της αρµοδίας Υπηρεσίας επι τη υποβολή αιτήσεως και του βάσει του άρθρου 20 του Ν.∆. 3334/55 γραµµατίου καταθέσεως εις το ∆ηµόσιον Ταµείον δραχµών 300.
Η δια τας ως άνω αντλίας ύπαρξις φυλακίου τοποθετήσεώς των δεν είναι υποχρεωτική.
1. Τα ληπτέα µέτρα έναντι κινδύνου πυρκαϊάς, άτινα κρίνονται αναγκαία δια την λειτουργίαν του πρατηρίου είναι τα κάτωθι:
Α. Εκαστον πρατήριον δέον όπως είναι εφωδιασµένον δια δύο τουλάχιστον πυροσβεστήρων κόνεως εκτοξευοµένης δια διοξειδίου του άνθρακος, βάρους περιεχοµένου 6 χιλιογράµµων ή χωρητικότητος 10 λίτρων, ευρισκοµένων εν παντί εις εµφανείς θέσεις και εις κατάστασιν λειτουργίας.
Β. Εις εµφανή θέσιν δέον όπως υφίσταται πινακίς αναγράφουσα την φράσιν «Απαγορεύεται το κάπνισµα ως και πάσαι χρήσις πυρός».
Γ. Απαγορεύεται η εναποθήκευσις οιασδήποτε µορφής ευφλέκτων υλών εντός του πρατηρίου, των τιλµάτων φυλασσοµένων εντός σιδηρών δοχείων ή εν συσκευασία επί φορειαµών µεταλλικής κατασκευής.
∆. Απαγορεύεται η εντός του πρατηρίυ εναποθήκευσις κενών δοχείων ή δοχείων µετά καυσίµου.
Ε. Απαγορεύεται η χρήσις θερµαστρών πετρελαίου ή τοιούτων δι΄ηλεκτρικής πυρακτώσεως ή δια φλογός εν γένει προς θέρµανσιν του πρατηρίου.
2. Η πλήρωσις των δεξαµενών καυσίµων συντελείται επί παρουσία του πρατηριούχου ή εντεταλµένου υπαλλήλου και υπ΄ευθύνη του µεταφορέως, υποχρεουµένου όπως έχει εν ετοιµότητι τους δύο πυροσβεστήρας του βυτιοφόρου παρά το φρεάτιον, δι΄ού συντελείται η πλήρωσις της δεξαµενής δια καυσίµου.
3. Απαγορεύεται η ύπαρξις ανοιγµάτων ή αεραγωγών, οδηγούντων προς υπογείους των πρατηρίων χώρους, εις απόστασιν µικροτέραν των 10 µ. από της πλησιεστέρας αντλίας καυσίµου.
4. Το προσωπικόν του πρατηρίου δέον να γνωρίζει την χρήσιν των πυροσβεστήρων.
1. Άδειαι ιδρύσεως πρατηρίων υγρών καυσίµων δηµοσίας χρήσεως χορηγούνται ελευθέρως και απεριορίστως εις παν φυσικόν ή νοµικόν πρόσωπον ως και εις πάσης µορφής Εταιρείας.
2. ΄Αδειαι λειτουργίας πρατηρίων δηµοσίας χρήσεως χορηγούνται εις φυσικά πρόσωπα ή Εταιρεία, εξαιρουµένων των Εταιρειών Πετρελαιοειδών, εφ΄οσον τα πρόσωπα ταύτα ή τα µέλη των Εταιρειών είναι ΄Ελληνες υπήκοοι ή οµογενείς, αποδεδειγµένως απελαθέντες εκ της αλλοδαπής. Επί Ανωνύµων Εταιρειών, εχουσών την έδραν αυτών εν τη ηµεδαπή, δεν εξετάζεται η υπηκοότης των µετόχων.
3. ΄Εκαστον φυσικόν πρόσωπον ή Εταιρεία δικαιούται να τύχη µιας µόνον άδειας λειτουργίας πρατηρίου δηµοσίας χρήσεως καθ΄απασαν την Επικράτειαν υπο την προϋπόθεσιν ότι δεν υφίστανται επ΄ονόµατι των έτερον ή έτερα λειτουργούντα τοιαύτα ως ανωτέρω πρατήρια.
Κατ΄εξαίρεσιν, άδειαι λειτουργίας πρατηρίων δύνανται να χορηγώνται και επ΄ονόµατι Εταιρειών Πετρελαιοειδών ή επ΄ονόµατι των υπ΄αυτών προτεινοµένων προσώπων, φυσικών ή νοµικών, εφ΄οσον τούτο προβλέπεται εξ ειδικής µετά του ∆ηµοσίου Συµβάσεως και µέχρι του υπ΄αυτής οριζοµένου αριθµού πρατηρίων.
4. Τόσον δια τας περιπτώσεις χορηγήσεως αδειών ιδρύσεως όσον και δια τας τοιαύτας λειτουργίας πρατηρίων, τα δικαιούµενα αυτών φυσικά πρόσωπα δέον να έχωσι συµπληρώσει το 21ον έτος της ηλικίας των.
Αι άδειαι ιδρύσεως και λειτουργίας των πρατηρίων υγρών καυσίµων χορηγούνται δια µεν την Αστικήν περιοχήν Αθηνών-Πειραιώς-Περιχώρων (εντός ακτίνος 20 χιλιοµέτρων από της Πλατείας Οµονοίας) υπό της Υπηρεσίας Συγκοινωνιών Αθηνών, δια δε τας λοιπάς περιοχάς υπό κατά τόπους Νοµαρχιών.
1. ∆ια την χορήγησιν αδείας ιδρύσεως πρατηρίου υγρών καυσίµων δέον όπως υποβληθώσιν εις την αρµοδίαν ως άνω Υηρεσίαν τα κάτωθι δικαιολογικά:
Α. Αίτησις του ενδιαφεροµένου
Β.Τοπογραφικόν σχεδιάγραµµα της περιοχής εις πενταπλούν υπο κλίµακα 1:200 ή 1:500 εις ακτίνα 150µ., εις ο σηµειούται δι΄ερυθρού χρώµατος η οικοδοµική γραµµή, η θέσις του πρατηρίου µε τα πλάτη των οδών ως και τα είδη των γειτονικών κτισµάτων.
Ιδιαιτέρως δέον να σηµειούνται αι ακριβείς θέσεις τυχόν υπαρχόντων Νοσηλευτικών Ιδρυµάτων, Αρχαιολογικών χώρων, Εργοστασίων ή Αποθηκών ευφλέκτων ή εκρηκτικών υλών, Εκπαιδευτηρίων, Κινηµατογράφων ή Θεάτρων, εγκαταστάσεων ων η λειτουργία προϋποθέτει χρήσιν φλογός, αγωγών υψηλής τάσεως της ∆.Ε.Η. κλπ.
Γ. Γραµµάτιον καταθέσεως εις το ∆ηµόσιον Ταµείον δραχµών 500
∆. Αποδεικτικόν ασκήσεως του εκλογικού δικαιώµατος ή τοιούτον δικαιολογούν νοµίµως την παράλειψιν ασκήσεως τούτου.
Ε. Υπεύθυνος δήλωσις του αιτούντος, συντασσοµένη συµφώνως προς τας διατάξεις του Ν.∆. 105/69, εις ην να δηλούται ότι ούτος έχει νόµιµον δικαίωµα χρησιµοποιήσεως του ακινήτου δια την ίδρυσιν πρατηρίου.
2. Μετά την υποβολήν και τον έλεγχον των ως άνω δικαιολογητικών διενεργείται αυτοψία υπο δύο ή περισσοτέρων Μηχανικών ή Υποµηχανικών, εν οις απαραιτήτως εις ∆ιπλωµατούχος Μηχανικός, οριζοµένων, δια µεν την αστικήν περιοχήν ΑθηνώνΠειραιώς-Περιχώρων υπο της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών (∆ιεύθυνσις Στ΄), δια δε τας λοιπάς περιοχάς υπο του οικείου Νοµάρχου, προς γνωµοδότησιν δια την ίδρυσιν εκάστης εγκαταστάσεως και υποβάλλεται σχετική έκθεσις.
3. Εις περιπτώσεις καθ΄ας προκύπτει εκ των υποβαλλοµένων ταις αρµοδίαις Υπηρεσίαις τοπογραφικών σχεδίων, η ακαταλληλότης της προτεινοµένης θέσεως ιδρύσεως πρατηρίων, είτε εκ λόγων αναφεροµένων εις τας διαστάσεις του διατιθεµένου οικοπέδου είτε εξ άλλων τοιούτων (θέσις, γειτνιάζουσαι εγκαστάσεις κλπ) παρέλκει η διενέργεια αυτοψίας.
4. Η κατά τα ανωτέρω αυτοψία δια την έγκρισιν της καταλληλότητος θέσεως τινος προς ίδρυσιν πρατηρίου αναφέρεται εις τα στοιχεία της περιοχής και ουχί εις τας διαστάσεις του ακινήτου και την βάσει τούτων δυνατότητα διαµορφώσεως επ΄αυτού πρατηρίου υγρών καυσίµων.
5. Εφ΄όσον η προτεινοµένη θέσις κρίνεται κατάλληλος δια την ίδρυσιν πρατηρίου ο ενδιαφερόµενος ειδοποιείται εγγράφως περί τούτου, υποχρεούµενος άµα όπως εντός τριµήνου, από της ηµεροµηνίας εκδόσεως της εν προκειµένω εγγράφου ειδοποιήσεως, ανατρεπτικής προθεσµίας υποβάλη τα σχέδια συνδέσεως του πρατηρίου µετά της οδού εις την αρµοδίαν, κατά τα εν παραγρ.6 του άρθρου 6 του παρόντος, Υπηρεσίαν,δια της Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργειου ∆ηµοσίων ΄Εργων της εχούσης αρµοδιότητα επι της οδού, προκειµένου να τύχει της σχετικής απαραιτήτου εγκρίσεως, µεθ΄ης υποβάλλονται εν συνεχεία εις την αρµοδίαν, κατά το παρόν άρθρον, Υπηρεσίαν, τα κάτωθι συµπληρωµατικά δικαιολογητικά:
Α. σχεδιάγραµµα υπό κλίµακα 1:50 ή 1:100 εν κατόψει και τοµή, εµφαίνοντο κτίριον το οποίο θα χρησιµοποιηθεί ως πρατήριον, τας ακριβείς διαστάσεις αυτου ως και το είδος της κατασκευής των τοίχων, δαπέδων, οροφής και των τυχόν υπαρχόντων διαχωρισµάτων.
Β. σχεδιάγραµµα υπό κλίµακα 1:200 ή 1:500, εµφαίνον την θέσιν του κτιρίου και των εγκατασταθησοµένων αντλιών και δεξαµενών ως και την µεταξύ αυτών σύνδεσιν, το πλάτος του προ του πρατηρίου ελευθέρου χώρου, την διαµόρφωσιν αυτού ως και τας λεπτοµερείας συνδέσεώς του µετά της ή των οδών.
Γ. Σχεδιάγραµµα υπό κλίµακα 1:20 ή 1:50, εµφαίνον τας διαστάσεις των δεξαµενών, τον τρόπον εγκαταστάσεως αυτών, τας λεπτοµερείας υδραυλικής συνδέσεώς των µετά των αντλιών, ως και την εν γένει διάταξιν της ηλεκτρικής εγκαταστάσεως.
Τα ανωτέρω σχεδιαγράµµατα δέον να υποβάλλωνται εις πενταπλούν επί τυποποιουµένου χάρτου κατά DIN 476 (594Χ841 ή 420Χ594 ή 297Χ420χιλ), να φέρουν την υπογραφήν του συντάξαντος ταύτα ∆ιπλωµατούχου Μηχανικού ή Υποµηχανικού και του ενδιαφεροµένου, να έχουν δε σηµανθεί δεόντως.
∆εξιά και κάτωθι των σχεδιαγραµµάτων δέον να συντάσσηται υπόµνηµα φέρον τεχνικάς λεπτοµερείας της κατασκευής ως και τα στοιχεία του αιτούντος.
∆. Τεχνική έκθεσις επί των µηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων εις τριπλούν, συντεταγµένη και υπογεγραµµένη υπο ∆ιπλωµατούχου Μηχανικού, εις ην αναγράφονται αι χρησιµοποιούµεναι συσκευαί και ο τρόπος συνδέσεως και λειτουργίας αυτών.
Ε. Προϋπολογισµός της δαπάνης εις τριπλούν δια την προµήθειαν και εγκατάστασιν των αντλιών και των δεξαµενών αναλυτικώς, ως και απασών των λοιπών µηχανολογικών ή ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων υπογεγραµµένος υπο του συντάξαντος τούτον ∆ιπλωµατούχου Μηχανικού και υπο του ενδιαφεροµένου.
Στ. Γραµµάτιον καταθέσεως εις το ∆ηµόσιον Ταµείον δρχ. 500 δι΄εκάστην αντλίαν, συνυπολογιζοµένου προφανώς και του αρχικώς κατετεθέντος τοιούτου. Προκειµένου περί τοποθετήσεως αντλίας παρεχούσης κεχωρισµένως ή εν αναµίξει διάφορα είδη καυσίµων υποβάλλεται και δεύτερον γραµµάτιον καταθέσεως εις το ∆ηµόσιον Ταµείον δρχ. 500.
Ισόποσον γραµµάτιον υποβάλλεται και εν περιπτώσει εγκαταστάσεως πλυντηρίουλιπαντηρίου.
6. Το υπο στοιχείον γ΄της προηγουµένης παραγράφου σχεδιάγραµµα των µηχανολικών ή ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων του πρατηρίου, η υπό στοιχείον δ΄τεχνική έκθεσις ως και ο υπό στοιχείον ε΄ προϋπολογισµός , δέον να ώσι συντεταγµένα και υπογεγραµµένα υπο ∆ιπλωµατούχου Μηχανολόγου ή Ηλεκτρολόγου ή Ναυπηγού Μηχανικού, ως αι διατάξεις του από 16/17 Μαρτίου 1950 «περί διαιρέσεως, κατατάξεως και απογραφής των µηχανολογικών εγκαταστάσεων, περί αδειών εκπονήσεως µελετών µηχανολογικών εγκαταστάσεων, επιβλέψεως εκτελέσεως και επιβλέψεως της λειτουργίας αυτών» Β.∆/τος ορίζουν (άρθρ.3 παρ.1 εν συνδυασµώ προς το άρθ.2 παρ.3) τροποποιηθείσαι ή συµπληρωθείσαι δια του από 24-11/17.12.53 οµοίου.
7. Μετά την υποβολή των ανωτέρω συµπληρωµατικών δικαιολογικών η Υπηρεσία προβαίνει εις τον έλεγχον αυτών και εφ΄όσον ταύτα πληρούν τους δια του παρόντος καθοριζοµένους όρους χορηγεί την άδειαν ιδρύσεως του Πρατηρίυ υπο την προϋπόθεσιν της προηγουµένης υποβολής των κάτωθι αποδεικτικών:
Α. Αποδεικτικού καταθέσεως εις το Τ.Ε.Ε. ή εις τα παραρτήµατα αυτου κλπ. της αµοιβής του συντάξαντος την µελέτην ∆ιπλωµατούχου Μηχανικού κατά την διαδικασίαν την οριζοµένην υπο του από 30/31.5.65 Β.∆/τος, ως τούτο ετροποποιήθη και συνεπληρώθη µεταγενεστέρως.
Β. Αποδεικτικού καταθέσεως των υπο των διατάξεων του Α.Ν. 2326/40 και 546/43 οριζοµένων υπέρ του ΤΣΜΕ∆Ε (2% και 1%) και Ε.Μ.Π.(1 %0 και 0,5%0) κρατήσεων επι της ως άνω αµοιβής του Μηχανικού, και
Γ. Αποδεικτικού προκαταβληθέντος εις το ∆ηµόσιον Ταµείον φόρου επι της αµοιβής του κατά τα ανωτέρω ∆ιπλωµατούχου Μηχανικού, τόσον δια την µελέτην όσον και δια την επίβλεψιν των εγκαταστάσεων το Πρατηρίου.
Αρµόδιοι δια την κατά την παρούσαν παρ. θεώρησιν των σχετικών πινακιδίων αµοιβής των Μηχανικών ως και δια την έκδοσιν των σχετικών εντολών καταβολής κρατήσεων υπέρ του ∆ηµοσίου ή υπέρ τρίτων είναι δια µεν την περιοχήν του Νοµού Αττικής το Τ.Ε.Ε. δια δε τας λοιπάς περιοχάς αι ∆ιευθύνσεις Τεχνικών Υπηρεσιών των Νοµών, όπου δεν υφίστανται παραρτήµατα του Τ.Ε.Ε.
8. Επιτρέπεται η δια µιας αποφάσεως χορήγησις αδείας ιδρύσεως πρατηρίου, εφωδιασµένου δια πλειόνων της µιας αντλιών ή τοιούτου περιλαµβάνοντος πλυντήριον-λιπαντήριον (πρατήρια σταθµών εξυηρετήσεως αυτοκινήτων).
9. Η άδεια ιδρύσεως µετά πλήρους σειράς εγκεκριµένων σχεδιαγραµµάτων, κοινοποιείται απαραιτήτως εις το αρµόδιον δια την χορήγησιν της αδείας οικοδοµής Πολεοδοµικόν Γραφείον, εις τον εγκρίνοντα την σύνδεσιν περιφερειακόν ∆ιευθυντήν ∆ηµοσίων ΄Εργων, εις την αρµοδίαν δια την οδόν Τεχνικήν Υπηρεσίαν, εις την οικείαν Αστυνοµικήν Αρχήν και εις τον ενδιαφερόµενον.
10. Η άδεια ιδρύσεως είναι διαρκείας δώδεκα (12) µηνών δυναµένη να παραταθεί δις επί οκτάµηνου, εφ΄οσον υποβληθεί σχετικη αίτησις προς της λήξεως αυτής ή της πρώτης παρατάσεώς της κατά περίπτωσιν και διαπιστωθεί ότι δεν επερατώθησαν αι εργασίαι κατασκευής της οικοδοµής ή διαµορφώσεως του προ του πρατηρίου χώρου. Αίτησις παρατάσεως της αδείας ιδρύσεως, υποβαλλοµένη µετά την λήξιν αυτής ή της πρώτης παρατάσεώς της θεωρείται ως νέα αίτησις δια την εξ΄ υπαρχής έρευναν χορηγήσεως αδείας ιδρύσεως υποβαλλοµένων των εν παραγράφοις 1(α), 1(γ), 1(δ) και 1(ε) του παρόντος άρθρου δικαιολογητικών.
1. ∆ια την χορήγησιν αδείας λειτουργίας πρατηρίων υγρών καυσίµων δέον όπως, προ της λήξεως της ισχύος της αδείας ιδρύσεως αυτού, υποβληθώσιν εις την αρµοδίαν Υπηρεσίαν τα κάτωθι δικαιολογητικά:
Α. Αίτησις του υπερ ου εξεδόθη η άδεια ιδρύσεως του πρατηρίου
Β. Πιστοποιητικόν της αρµοδίας Αστυνοµικής Αρχής, ότι ο αιτών διάγει ησύχως και νοµιµοφρόνως.
Γ. Υπεύθυνος δήλωσις του αιτούντος, συντασσοµένη συµφώνως προς τας διατάξεις του Ν.∆. 105/69 εις ήν να δηλούται ότι δεν είναι κάτοχος αδείας λειτουργίας ετέρου πρατηρίου ή ιδανικών µεριδίων καθ΄άπασαν την Επικρατείαν.
∆.Υπεύθυνος δήλωσις του επιβλέψαντος κατά Νόµον την εκτέλεσιν των µηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων του πρατηρίου ∆ιπλ.Μηχανικού, συντασσοµένη συµφώνως προς τας διατάξεις του Ν.∆. 105/69 εις ην να δηλούται ότι άπασαι αι εγκαταστάσεις εξετελέσθησαν συµφώνως προς τα εγκεκριµένα σχεδιαγράµµατα, τηρηθέντων κατά την εκτέλεσιν, των όρων των περιεχοµένων εν τη αδεία ιδρύσεως και τω παρόντι.
Ε. ΄Εγγραφος συναίνεσις της αρµοδίας δια την οδόν Υπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµ. ΄Εργων ή της οικείας Νοµαρχίας κατά περίπτωσιν, επι της χορηγήσεως της αιτουµένης αδείας λειτουργίας.
2. Εις περίπτωσιν µεταβιβάσεως ή µισθώσεως ή καθ΄οιονδήποτε τρόπον παραχωρήσεως της εκµεταλλεύσεως πρατηρίου τινός, τυχόντος αδείας ιδρύσεως, η άδεια λειτουργίας χορηγείται επ΄ονόµατι του εις ον πραχωρείται ως ανωτέρω η εκµετάλλευσις επί τη δι΄αιτήσεώς του υποβολη των υπο στοιχεία γ΄, δ΄ και ε΄της προηγουµένης παραγράφου δικαιολογητικών, ως και των ακολούθων συµπληρωµατικών τοιούτων:
Α. Πιστοποιητικού της αρµοδίας Αστυνοµικής Αρχής, ότι ο αιτών διάγει ησύχως και νοµιµοφρόνως.
Β. Γραµµατίου καταθέσεως εις το ∆ηµόσιον Ταµείον, ως κατά περίπτωσιν εν παρ.5 του άρθρου 13 και παρ.5 (στ) του άρθρου 17 του παρόντος αναφέρεται.
Γ. Αποδεικτικού ασκήσεως εκλογικού δικαιώµατος ή τοιούτου δικαιολογούντος νοµίµως την παράλειψιν ασκήσεως τούτου.
∆. Υπευθύνου δηλώσεως του αιτούντος την άδειαν λειτουργίας, συντασσοµένης συµφώνως προς τας διατάξεις του Ν.∆. 105/69, ότι ούτος έχει νόµιµον δικαίωµα εκµεταλλεύσεως του πρατηρίου.
3. Μετά την υποβολήν των ως άνω δικαιολογητικών χορηγείται η άδεια λειτουργίας, ήτις ισχύει επί πενταετίαν.
4. Η χορηγουµένη άδεια λειτουργίας, ουδέν λειτουργεί δικαίωµα υπερ του υπερ ου αύτη ή υπέρ τρίτου ουδέ τυχόν δια το πρατήριον, δύναται δε, εφ΄οσον διαπιστωθεί οποτεδήποτε οι έπαυσαν υφιστάµεναι αι προϋποθέσεις υφ΄ας εχορηγήθει, να αφαιρεθεί προσωρινώς ή οριστικώς δι΄ητιολογηµένης ειδικής αποφάσεως της χορηγησάσης ταύτην Αρχής, χωρίς εκ τούτου να δύναται να εγερθεί αξίωσίς τις υπ΄αυτών.
1. ∆ια την ανανέωσιν αδείας λειτουργίας πρατηρίου δέον όπως προ της λήξεως αυτής, υποβάλλωνται εις την αρµοδίαν Υπηρεσίαν τα κάτωθι δικαιολογητικά:
Α. Αίτησις του ενδιαφεροµένου
Β. Γραµµάτιον καταθέσεως εις το ∆ηµόσιον Ταµείον δραχµών 300 δι΄εκάστην µόνιµον αντλίαν, δραχµών 100 δι΄εκάστην φορητήν και δραχµών 300 δι΄έκαστον πλυντήριονλιπαντήριον.
Γ. Πιστοποιητικόν της αρµοδίας Αστυνοµικής Αρχής, ότι ο αιτών την ανανέωσιν της αδείας, διάγει ησύχως και νοµιµοφρόνως.
∆. Υπεύθυνος δήλωσις του αιτούντος, συντασσοµένη συµφώνως προς τας διατάξεις του Ν.∆. 105/69, ότι ουδεµία αλλαγή του πρατηρίου επήλθε.
Εις ην περίπτωσιν έλαβε χώραν µεταβολη τις των στοιχείων της εγκαταστάσεως του πρατηρίου ή ουσιώδηε τοιαύτη της πέριξ αυτού περιοχής κατά την διάρκειαν της πενταετίας, καθ΄ην ίσχυεν η προηγουµένως χορηγηθείσα άδεια λειτουργίας, απαιτείται η υποβολή νέων λεπτοµερειακών σχεδίων κατά τα εν άρθρω 17 οριζόµενα.
2. Μη εµπρόθεσµος υποβολή αιτήσεως µετά των ανωτέρω οριζοµένων δικαιολογητικών προς ανανέωσιν αδείας λειτουργίας, πρατηρίων, δύναται να αποτελέσει λόγον προσωρινής αφαιρέσεως της εν λόγω αδείας δι΄αποφάσεως της Υπηρεσίας Συγκοινωνιών Αθηνών ή του οικείου Νοµάρχου κατά περίπτωσιν, επι χρονικόν διάστηµα µέχρις 6 µηνών.
3. Τυχόν εγκρινοµένη ανανέωσις αδείας λειτουργίας πρατηρίου µετ΄εµπρόσθεσµον υποβολήν της αιτήσεως συνεπάγεται την καταβολήν των υπο των παρ.5 του άρθρου 13 και παρ.6(στ) του άρθρου 17 οριζοµένων υπερ του ∆ηµοσίου εισφορών, αντί των εν τη παρ.1 (β) του παρόντος άρθρου οριζοµένων, θεωρουµένης της εν τω παρόντι περιπτώσεις ως εξ υπαρχής εξετάσεως του αιτήµατος.
Εις την περίπτωσιν ταύτην ο χρόνος ισχύος της νέας αδείας λειτουργίας υπολογίζηται από της λήξεως της προηγουµένης τοιαύτης.
Εις περίπτωσιν παραχωρήσεως της χρήσεως ή της εκµεταλλεύσεως, εν όλω ή εν µέρει, νοµίµως κατά τα ανωτέρω λειτουργούντος πρατηρίου εις τρίτον πρόσωπον, η νέα άδεια λειτουργίας της εγκαταστάσεως επ΄ονόµατι του τρίτου προσώπου εκδίδεται τη υποβολή των κάτωθι δικαιολογητικών:
Α. Αιτήσεως του νέου εκµεταλλευτού
Β. Υπευθύνου δηλώσεως του νέου εκµεταλλευτού συντασσοµένης συµφώνως προς τας διατάξεις του Ν.∆. 105/69 ότι δεν έχει την εκµετάλλευσιν ετέρου πρατηρίου ή ιδανιών µεριδίων αυτου καθ΄άπασαν την Επικράτειαν.
Γ. Γραµµατίου καταθέσεως εις το ∆ηµόσιον Ταµείον δραχµών 500 δι΄εκάστην µόνιµον αντλίαν, δραχµών 300 δι΄εκάστην φορητήν τοιάυτην και δραχµών 500 δι΄έκαστον πλυντήριον-λιπαντήριον.
∆. Πιστοποιητικού της αρµοδίας Αστυνοµικής Αρχής ότι ο νέος εκµεταλλευτής, διάγει ησύχως και νοµιµοφρόνως.
Ε. Υπευθύνου δηλώσεως του νέου εκµεταλλευτού συµφώνως προς τα εν παρ. 1(δ) του άρθρου 19 λεπτοµερώς αναφερόµενα.
Στ. Υπευθύνου δηλώσεως του αιτούντος συντασσοµένης συµφώνως προς τας διατάξεις του Ν.∆. 105/69, ότι ούτος έχει νόµιµον δικαίωµα εκµεταλλεύσεως του πρατηρίου.
1. Πρατήριον δύναται να εγκατασταθεί εις διαµέρισµα της προσόψεως σταθµού αυτοκινήτων εφ΄οσον συντρέχουν άπαντες οι όροι και προϋποθέσεις της παρούσης, θεωρουµένης της περιπτώσεως ταύτης, ως τοιαύτης πρατηρίου, ανεξαρτήτως της υπάρξεως του σταθµού.
2. Η διαπίστωσις της ηλικίας και της υπηκοότητος των ενδιαφεροµένων δύναται να γίνεται εκ της αστυνοµικής τουτότητος ή του διαβατηρίου αυτών.
3. Εις τας περιπτώσεις πρατηρίων ιδρυοµένων επί οδών, καθ΄ας γεννώνται αµφιβολίαι δια τον χαρακτηρισµόν αυτών ως εθνικών, επαρχιακών κλπ. δέον να υποβάλληται σχετική
υπο των ενδιαφεροµένων βεβαίωσις της αρµοδίας προς τούτο Αρχής (Υπουργείον ∆ηµ. ΄Εργων ή Νοµαρχίας).
4. Το περιβάλλον του πρατηρίου δεον να φωτίζηται καθ΄όλην την διάρκειαν της νυκτός απλέτως ουχί όµως εκτυφλωτικώς δια τους επι της οδου κινουµένους προς αποφυγήν ατυχηµάτων.
Η σχετική µελέτη δέον να συντάσσηται υοπ διπλωµατούχου Μηχανολόγου-Ηλεκτρολόγου Μηχανικού ή Μηχανολόγου ή Ηλεκτρολόγου, να εγκρίνηται δε υπο των αρµοδίων Υπηρεσιών του Υπουργείου ∆ηµ. ΄Εργων και η έγκρισις να προσκοµίζεται υπο του ενδιαεροµένου εις την αρµόδιαν Πολεοδοµικήν Υπηρεσίαν ως δικαιολογητικόν δια την χορήγησιν της αδείας οικοδοµής. Η εκτέλεσις δέον να γίνεται υπο την επίβλεψιν και ευθύνην διπλωµατούχου ως άνω Μηχανικού.
5. Επιβάλλεται η πλήρης σήµανσις του κόµβου κυκλοφοριακής συνδέσεως του πρατηρίου, ως εις τα εγκεκριµένα τυπικά σχέδια προβλέπεται.
6. Εν περιπτώσει κατασκευής παραπλεύρου οδου (SERVICE ROAD) ο ιδιοκτήτης του πρατηρίου υποχρεούται να προσαρµόσει την κυκλοφοριακήν σύνδεσιν προς την δηµιουργηθησοµένην νέαν κατάστασιν δαπάναις του και συµφώνως ταις οδηγίαις της αρµοδίας Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργείυ ∆ηµ. Εργων.
7. Η άδεια κυκλοφοριακής συνδέσεως του πρατηρίου χορηγείται υπο την προϋπόθεσιν ότι ο ιδιοκτήτης αυτου θέλει καταβάλει ετήσιον µίσθωµα δια χρήσιν της καταλαµβανοµένης προσωρινής εκτάσεως του ∆ηµοσίου, η οποία αναγκαιοί δια την προσπέλασιν και εκµετάλλευσιν του πρατηρίου.
Το µίσθωµα καθ΄έκαστον έτος καθορίζεται δια πρακτικού Επιτροπής αποτελουµένης εκ του Οικονοµικού Εφόρου, του ∆ιευθυντού Τεχνικών Υπηρεσιών και του ∆ιευθυντού Γεωργίας του Νοµού, υπολογίζεται δε από της ηµεροµηνίας εκδόσεως της αδείας λειτουργίας και προκαταβάλλεται εντός τριµήνου από της ως άνω ηµεροµηνίας δια το πρώτον έτος, εντός δε του πρώτου ηµερολογιακού τριµήνου δια τα επόµενα έτη.
Ενστάσεις κατά του πρακτικού της Επιτροπής γίνονται δεκταί εντός δέκα ηµερών από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως της Επιτροής, αποφαίνται δε τελεσιδίκως επ΄αυτών ο οικείος Νοµάρχης.
Το ούτω καθοριζόµενον ετήσιον µίσθωµα, βεβαιούµενον και εισπραττόµενον ως δηµόσιον έσοδον αποδίδεται υπο του ∆ηµοσίυ εις το Ταµείον Εθνικής Οδοποιϊας, κατατιθέµενον εις πίστωσιν του παρά τη Τραπέζη της Ελλάδος τηρουµένου λογαριασµού του Ταµείου τούτου.
Καθυστερήσεις καταβολής του µισθώµατος πέραν του τριµήνου εντός του οποίου έδει να καταβληθεί, συνεπάγεται άρσιν της χορηγηθείσης αδείας.
8. Επι κατασκευαζοµένων νέων οδών και προ της αποδόσεως της οδού, εις το σύνολον ή κατά τµήµατα, επισήµως εις κοινήν χρήσιν δεν θα εξετάζωνται τυχόν υποβληθησόµεναι αιτήσεις ιδρύσεως πρατηρίων υγρών καυσίµων.
9. Επιθεωρήσεις πρατηρίων δύνανται να λαµβάνουν χώραν οποτεδήποτε κρίνει τούτο σκόπιµον η αρµοδία Υπηρεσία, προς διαπίστωσιν της καλής και συµφώνως προς τους όρους του παρόντος λειτουργίας των πρατηρίων.
10. Αι διατάξεις του παρόντος δεν έχουσιν εφαρµογήν επί της νέας εθνικής οδού ΚορίνθουΠατρών, χαρακτηριζοµένης ως διεθνούς αρτηρίας ταχείας κυκλοφορίας, εις ην απαγορεύονται αι απ΄ευθείας συνδέσεις παροδίων ιδιοκτησιών.
∆ια τας οδούς της κατηγορίας ταύτης, θέλουσιν εγκριθεί ειδικαί διατάξεις ρυθµίζουσαι τα της ιδρύσεως και λειτουργίας πρατηρίων υγρών καυσίµων και σταθµών εξυπηρετήσεως αυτοκινήτων.
1. Ως ιδιωτικής χρήσεως πρατήρια κατά τους εν Κεφαλαίω Α΄ ορισµούς χαρακτηρίζονται εν γένει τα προς εξυπηρέτησιν οχηµάτων ανηκόντων εις την υπερ ης η άδεια λειτουργίας ατοµικήν ή µη επιχείρησιν ή νοµικόν πρόσωπον δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Τα εν λόγω πρατήρια ιδρύονται εντός του ιδιοκτήτου ή µεµισθωµένου χώρου (περιβόλου) των
εγκαταστάσεων των ως άνω επιχειρήσεων κλπ.
2. Η εγκατάστασις της ιδιωτικής χρήσεως πρατηρίων δέον όπως πληροί µόνον τους εν άρθροις 5 παρ.1 περιπτ.(α),(β),(δ),(ε), παρ.2 περιπτ.(α),(β),(γ),(ε) και (στ), άρθρ.6 παρ.1,2,3, άρθρ.8, άρθ.10, άρθρ.11, άρθρ.12, άρθρ.13 και άρθρ.14 αναφεροµένους εις θέµατα ασφαλείας όρους του παρόντος, των σχετικών αδειών χορηγουµένων τη υποβολή εις την αρµοδίαν Υπηρεσίαν απάντων των εν Κεφαλαίω Γ΄κατά περίπτωσιν, δικαιολογητικών (εκτός αν δι΄ειδικών διατάξεων άλλως ορίζεται) πλην του εν παρ.1(γ) του άρθρου 18 τοιούτου.
1. Πρατήρια τυχόντα αδείας λειτουργίας κατά τα προϊσχύσαντα υποχρεούνται µέχρι της 31.12.1970 εις την προσαρµογήν της διατάξεως συνδέσεώς των µετά της εθνικής, επαρχιακής,δηµοτικής ή κοινοτικής οδού, εις ήν κατά περίπτωσιν ανήκουν συµφώνως προς τα δια της παρ.4 του άρθρου 6 του παρόντος εγκρινόµενα σχεδιαγράµµατα υπ΄αριθ.101 έως 109 αντιστοίχως µη απαιτουµένης εν προκειµένω της εφαρµογής ετέρου τινός όρου του παρόντος.
2. Εις την αυτήν ως άνω υποχρέωσιν υπόκεινται και τα πρατήρια δι΄α εχορηγήθει έγκρισις καταλληλότητος θέσεως ή άδεια ιδρύσεως αυτών, µη ανασταλείσα κατ΄επιταγήν της υπ΄ αριθµ.ΣΤ/155838/22.12.69 εγκυκλίου διαταγής του Υπουργείου Συγκοινωνιών.
3. Οι υπέρ ων αι άδειαι λειτουργίας των εν παραγράφοις 1 και 2 του παρόντος άρθρου πρατηρίων, εφ΄οσον επιθυµούν την µετά την λήξιν των ως άνω προθεσµιών συνέχισιν της λειτουργίας αυτών υποχρεούνται όπως προσαρµόσωσι ταύτα συµφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος υποβάλλοντες εις την αρµόδιαν υπηρεσίαν άπαντα τα προβλεπόµενα δικαιολογητικά δια την εξ υπαρχής χορήγησιν αδείας ιδρύσεως υπο την νέαν διαµόρφωσιν και υπό τους περιορισµούς του παρόντος.
4. Μέχρι των ως άνω ηµεροµηνιών µεταβολή εις τας εγκαταστάσεις των πρατηρίων τουτων των µη δυναµένων να προσαρµοσθώσιν εξ ολοκλήρου προς τας διατάξεις του παρόντος, απαγορεύεται, εξαιρέσει:
Α. της χορηγήσεως αδείας ιδρύσεως και λειτουργίας αντλιών εις πρατήρια ένθα υφίσταται ήδη νοµίµως λειτουργούσα έστω και µια τοιαύτη υπο τον όρον ότι ο συνολικός εν πρατηρίω αριθµός αντλιών δεν θα υπερβεί τας τρείς (3), της τυχόν εγκατασταθησοµένης ή υφισταµένης ήδη διδύµου τοιαύτης λογιζοµένης ως διπλής.
Η χορήγησις της αδείας ιδρύσεως και λειτουργίας των προσθέτων τούτων αντλιών δέον να πραγµατοποιηθεί κατόπιν υποβολης υπευθύνου δηλώσεως ως εν παρ.1(δ) του άρθρου 18 του παρόντος ορίζεται.
Β. της αντικαταστάσεως αντλιών ή δεξαµενών ή και αµφοτέρων µέχρι των ως ανωτέρω οριζοµένων προθεσµιών υπο τον όρον ότι δεν θα αυξηθεί ο συνολικός αριθµός των αρχήθεν εγκατεστηµένων αντλιών και δεξαµενών (των διδύµων αντλιών λογιζοµένων ως εν τη προηγουµένη περιπτώσει).
5. Αλλαγή εκµεταλλευτού πρατηρίου, µη διαµορφωθέντος κατά τας διατάξεις του παρόντος απαγορεύεται, εξαιρέσει της επ΄ονόµατι της χήρας, των τέκνων και των εξ αίµατος γονέων και αδελφών του θανόντος πρατηριούχου εκδόσεως νέας αδείας λειτουργίας του πρατηρίου ωσαύτως η µέχρι ως άνω προθεσµιών άπαξ µόνον χορήγησις αδείας λειτουργίας εις ιδρυθέν και µη εισέτι λειτουργήσαν πρατήριον επ΄ονόµατι προσώπου πληρούντος τας προϋποθέσεις του παρόντος Β.∆/τος και διαφόρου του εν τη αδεία ιδρύσεως αναγραφοµένου επιτρέπεται, εφ΄όσον ο υπέρ ου η άδεια ιδρύσεως δεν επιθυµεί την εκµετάλλευσιν του ιδρυθέντος πρατηρίου.
6. Πρατήρια δηµοσίας χρήσεως ιδρυθέντα κατά τας προς της εκδόσεως του παρόντος Β.∆/τος ισχυούσας διατάξεις δύνανται, προσαρµοζόµενα προς τας διατάξεις του παρόντος Β.∆/τος να τύχουν νέας αδείας επ΄ονόµατι του υπερ ου µέχρι τούδε η άδεια λειτουργίας, ανεξαρτήτως αριθµού τυχόν κατεχοµένων υπ΄αυτου πρατηρίων.
1. Ως εγκαταστάσεις έχουσαι σχέσιν µε την κυκλοφορίαν επι των οδών νοούνται:
α. Αι αποσκοπούσαι εις την εξυπηρέτησιν των επι των οδών κινουµένων, ως ξενοδοχεία, µοτέλ, εστιατόρια, τουριστικά συγκροτήµατα (CAMPINGS, BUNGALOWS) και
β. Αι προακαλούσαι αύξησιν του φόρτου κυκλοφορίας επι των οδών, ήτοι εργοστάσια, αποθήκαι, νοσοκοµεία, εγκαταστάσεις οργανισµών κοινής ωφελείας και λοιπαί εγκταταστάσεις έχουσαι ανάγκην καταλλήλου κυκλοφοριακής συνδέσεως µετά των οδών δια την ασφαλή είσοδον και έξοδον των οχηµάτων.
2. Αι εγκαταστάσεις αύται ονοµάζονται εν τω παρόντι «Εγκαταστάσεις».
Ισχύουν και εν προκειµένω καθ΄οσον αφορά εις την κυκλοφοριακήν σύνδεσιν των εγκαταστάσεων αι διατάξεις των παρ.1 και 2 του άρθρου 4 παρ.1 του άρθρ.5, παρ.1(α), (β),(δ) και (ε) του άρθρου 5 και παρ.2 (γ), (ε) και (στ) του άρθρου 5 του παρόντος.
1. Η κυκλοφοριακή σύνδεσις των πάσης φύσεως εγκαταστάσεων επι εθνικών οδών του τε βασικού και δευτερεύοντος δικτύου ως και επι επαρχιακών τοιούτων εκτός ορίων εγκεκριµένων σχεδίων πόλεων ή κατωκηµένων περιοχών, εφ΄οσον αύτη επιτρέπεται εκ των διατάξεων και των περιορισµών του παρόντος επιβάλλεται να συντελήται συµφώνως προς τα τυπικά σχέδια περί ων η παρ.4 του άρθρου 6 του παρόντος.
2. Ειδικώς δια την κυκλοφοριακήν σύνδεσιν επι των οδών του βασικού εθνικού δικτύου των εν παρ. 1(β) του άρθρου 24 εγκαταστάσεων, αίτινες δεν αποσκοπουν εις την εξυπηρέτησιν των επι των οδών κινουµένων, ισχύουν οι κατωτέρω ειδικοί όροι:
Α. Η εγκατάστασις να µη είναι εστερηµένη ποιας τινός σπουδαιότητος, κρινοµένης υπο της εν παρ.6 του άρθρου 6 Αρχής.
Β. Να µη παραβλάπτηται η αισθητική του τοπίου κατά την κρίσιν της ιδίας ως άνω Αρχής.
Γ. Εφ΄όσον εις την θέσιν της συνδέσεως, υφίσταται παράπλευρως οδός (S.R.) η προσπέλασις της εγκαταστάσεως δέον να συντελείται ουχί δι΄απ΄ευθείας συνδέσεως αλλά δια των εγκεκριµένων κόµβων και της παραπλεύρου οδού.
∆. Εφ΄οσον δεν εφίσταται η προηγουµένη προϋπόθεσις και είναι δυνατή η προσπέλασις της εγκαταστάσεως µέσω επαρχιακής ή κοινοτικής ή αγροτικής οδού, συµβαλλούσης εις την εθνικήν οδόν δι΄εγκεκριµένου κόµβου, η απ΄ευθείας σύνδεσις δεν επιτρέπεται και η εγκατάστασις εξυπηρετείται δια της υφισταµένης ως άνω προσπελάσεως.
Ε. Μη υφισταµένων των ως άνω υπο στοιχεία γ΄και δ΄προϋποθέσεων επιτρέπεται η απ΄ευθείας σύνδεσις της εγκαταστάσεως µετά της εθνικής οδού κατά τους τύπους του παρόντος και υπο τους όρους αυτού, προσωρινώς και µέχρι κατασκευής παραπλεύρου οδού ότε η απ΄ευθείας σύνδεσις διακόπτεται και διαµορφούται νέα τοιαύτη µετά της παραπλεύρου οδου, δαπάναις της επιχειρήσεως και βάσει οδηγιών και σχεδίων της αρµοδίας δια την οδόν Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµοσίων ΄Εργων.
3. Εν περιπτώσει απ΄ευθείας συνδέσεως µετά εθνικής οδού του βασικού δικτύου εγκαταστάσεων πάσης φύσεως εν επαφή ή εις απόστασιν απ΄αλλήλων µέχρι 500 µ., επιβάλλεται κοινή κυκλοφοριακή σύνδεσις ήτοι κοινή είσοδος και έξοδος των οχηµάτων.
Η κεντρική νησίς πρασιάς επεκτείνεται εν τη περιπτώσει ταύτη έµπροσθεν και των δύο εγκαταστάσεων και ο δεύτερος εγκαθιστών υποχρεούται να εκτελέσει δαπάναις του απάσας τας εργασίας προσαρµογής της υφισταµένης συνδέσεως ώστε να περιληφθεί εις αυτήν και η νέα εγκατάστασις.
4. Ο όρος ούτος ισχύει και εν περιπτώσει κοινής συνδέσεως εγκαταστάσεως και πρατηρίου.
Τα σχέδια κυκλοφοριακής συνδέσεως ως και τα αρχιτεκτονικά τοιαύτα, εγκαταστάσεων πάσης φύσως επι εθνικών και επαρχιακών οδών, εγκρίνονται κατά τα εν παρ.6 του άρθρου 6 καθοριζοµένα.
Ισχύουν και εν προκειµένω αι διατάξεις των παρ.1,2,3,4 και 5 του άρθρου 7 του παρόντος.
Ισχύουν τα εν παρ.4 του άρθρου 9 καθοριζόµενα.
1. Υποβάλλεται εις την αρµοδίαν δια την οδόν Τεχνικήν Υπηρεσίαν του Υπουργείου ∆ηµ. ΄Εργων εις πενταπλουν υπο κλίµακα 1:500, τοπογραφικόν δάγραµµα εµφαίνον το οικόπεδον της επιχειρήσεως την κάτοψιν του υπο ανέγερσιν οκοδοµήµατος, την οδόν οριζοντιογραφικώς, τα επ΄αυτής τεχνικά, την οικοδοµικήν γραµµή, το όριον απαλλοτριώσεως της οδού, την τυπικήν διάταξιν της εφαρµοζοµένης κυκλοφοριακής συνδέσεως και την οριζόντιον και κατακόρυφον σήµανσιν της συνδέσεως (διαγράµµισιςπινακίδες).
Το τοπογραφικόν διάγραµµα δέον να συνοδεύηται υπο σχεδίων εµφαινόντων τας κατά πλάτος τοµάς της οδού εις την θέσιν της συνδέσεως και το σύστηµα αποχετεύσεως των οµβρίων υδάτων.
2. Η Τεχνική Υπηρεσία η έχουσα την ευθύνην κατασκευής ή συντηρήσεως της οδού, µετ΄επιτόπιον εξέτασιν, διαβιβάζει τεθεωρηµένα δια την ακρίβειαν τα σχέδια µετά των παρατηρήσεών της εις τον αρµόδιον Περιφερειακόν ∆ιευθυντήν ∆ηµ. ΄Εργων προς έγκρισιν συµφώνως τη παρ.6 του άρθρου 6 του παρόντος.
3. Υποβάλλονται ακολούθως τα αρχιτεκτονικά των κτιριακών εγκαταστάσεων της εν λόγω εγκαταστάσεως εις την αρµοδίαν Πολεοδοµικήν Υπηρεσίαν, ήτις θεωρούσα ταύτα από απόψεως Γ.Ο.Κ. και λοιπών διατάξεων, διαβιβάζει ταύτα εις τον αρµόδιον Περιφερειακόν ∆ιευθυντήν ∆ηµ. ΄Εργων προς έγκρισιν συµφώνως της παρ.6 του άρθρου 6 του παρόντος.
4. Κατόπιν των ως άνω εγκρίσεων ελέγχεται κατά τα λοιπά η µελέτη ανεγέρσεως του κτιρίου της εγκαταστάσεως και χορηγείται η οικοδοµική άδεια. Χορήγησις οικοδοµικής αδείας άνευ προηγουµένης εγκρίσεως της κυκλοφοριακής συνδέσεως απαγορεύεται.
1. Προς διευκόλυνσιν των εργοταξιακών µεταφορών ανεγέρσεως των κτιριακών εγκαταστάσεων εκτελούνται πρώτον αι χωµατουργικαί εργασίαι διαµορφώσεως της κυκλοφοριακής συνδέσεως µετά των αποχετευτικών τοιούτων ως και τα απαραίτητα τεχνικά έργα δια την ασφαλή είσοδον και έξοδον των οχηµάτων του εργοταξίου.
Ακολούθως γίνεται έναρξις των οικοδοµικών κλπ εργασιών.
2. Καθ΄όλην την διάρκειαν των εργασιών δέον να λαµβάνωνται µέτρα προς αποφυγήν ρυπάνσεως του οδοστρώµατος της οδού εκ της µεταφεροµένης ιλύος υπο των τροχών των οχηµάτων των εκτελούντων τας εργοταξιακάς µεταφοράς.
1. ∆ια την λειτουργίαν των εγκαταστάσεων πλην των εξ άλλων διατάξεων προβλεποµένων εγκρίσεων αρµοδίων Υπηρεσιών, απαιτείται και βεβαίωσις της εχούσης την αρµοδιότητα δια την οδόν Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργείου ∆ηµ. ΄Εργων ότι αι εργασίαι κυκλοφοριακής συνδέσεως εξετελέσθησαν πλήρως και συµφώνως τοις εγκεκριµένοις σχεδίοις.
1. Επί κατασκευαζοµένων νέων οδών η κυκλοφοριακή σύνδεσις εγκαταστάσεων πάσης φύσεως δεν εγκρίνεται προ της περαιώσεως της οδού και αποδόσεως αύτής εις την κυκλοφορίαν
2. Εν περιπτώσει τµηµατικής κατασκευής της οδού τα ανωτέρω εφαρµόζονται επι των περαιωµένων και αποδιδοµένων εις την κυκλοφορίαν τµηµάτων της οδού.
1. Εγκαταστάσεις ιδρυθείσαι προς της εκδόσεως του παρόντος και µη πληρούσαι τας διατάξεις αυτού δέον να προσαρµοσθώσι προς τα ανωτέρω καθοριζόµενα µέχρι της 31ης ∆εκεµβρίου 1970. παρερχοµένης απράκτου της προθεσµίας ταύτης, η σύνδεσις διακόπτεται υπο της αρµοδίας δι΄εκάστην οδόν Τεχνικής Υπηρεσίας.
2. Εφ΄όσον η ως άνω προσαρµογή δεν τυγχάνει εφικτή είτε λόγω αποστάσεως οικοδοµικής γραµµής, είτε λόγω µειωµένης προσόψεως οικοπέδου, είτε εξ οιασδήποτε ετέρας αιτίας, δέον να επιδιωχθεί εξεύρεσις ετέρας λύσεως επιτρεποµένων εν εσχάτη ανάγκη παρεκκλίσεων εκ των δια της παρούσης εγκρινοµένων τύπων κυκλοφοριακής συνδέσεως, κατόπιν εγκρίσεως δι΄εκάστην περίπτωσιν υπο του Υπουργού ∆ηµ. ΄Εργων.
Ισχύουν τα εν παρ.4 του άρθρου 21 καθοριζόµενα.
Ισχύουν τα εν παρ.5 του άρθρου 21 καθοριζόµενα.
Ισχύουν τα εν παρ.6 του άρθρου 21 καθοριζόµενα.
Ισχύουν τα εν παρ.7 του άρθρου 21 καθοριζόµενα.
Εις τους αυτούς επι των Οικονοµικών, ∆ηµ.΄Εργων και Συγκοινωνιών Υπουργούς, ανατίθεµεν την δηµοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος.
Εν Αθήναις τη 25 Ιουνίου 1970
Εν Ονόµατι του Βασιλέως