Καταργήθηκε από:
Τροποποιήθηκε από :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 1459Β_2000 | 77.53 KB |
1. Εκτάσεις στις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού είναι:
α) Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις, όπως αυτές ορίζονται και περιγράφονται στις παραγρ. 1,2,3,4 και 5 του άρθρου 3 του Ν.998/1979.
β) Οι χορτολιβαδικές εκτάσεις, καθώς και οι βραχώδεις και πετρώδεις εκτάσεις, που βρίσκονται σε πεδινά εδάφη, σε ανώμαλα εδάφη και σε λόφους, όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 3 του Ν.998/1979 και
γ) Οι αγροτικές εκτάσεις, όπως αυτές περιγράφονται στο άρθρο 2 του Ν.Δ. 3030/1954.
2. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν έχουν εφαρμογή στις παρακάτω περιοχές :
α.- Στις περιοχές που υπάρχουν εγκεκριμένα σχέδια πόλεως ή καταλαμβάνονται από οικισμούς, που προϋπήρχαν του έτους 1923 ή πρόκειται περί οικοδομήσιμων εκτάσεων των οικιστικών περιοχών.
β.- Στις αλυκές
γ.- Στους αρχαιολογικούς χώρους και
δ.- Στα λατομεία και ορυχεία
Στις περιοχές της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου απαγορεύεται, με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων των επόμενων άρθρων :
1. Να ανάβεται και να διατηρείται για οποιοδήποτε σκοπό φωτιά στην ύπαιθρο.
2. Να ανάβεται και να διατηρείται για οποιοδήποτε σκοπό φωτιά εντός κατοικιών, ξενοδοχείων, εργαστηρίων, καλυβιών, ποιμνιοστασίων, σκηνών, αυλών ή περιφραγμένων ακάλυπτων χώρων, που βρίσκονται εντός δασών και δασικών εκτάσεων και μέχρις απόσταση 300 μέτρων.
3. Να τοποθετούνται, φυλάσσονται ή εγκαταλείπονται εύφλεκτες ύλες ή άχρηστα είδη ή απορρίμματα εντός των δασών ή δασικών εκτάσεων και μέχρις αποστάσεως 300 μέτρων από αυτές.
4. Η δημιουργία χώρων απόρριψης και η καύση απορριμμάτων εντός των δασών ή δασικών εκτάσεων και μέχρις αποστάσεως 500 μέτρων από αυτές.
5. Η εντός δασών και δασικών εκτάσεων και μέχρις αποστάσεως 100 μέτρων από αυτές καύση ανθρακοκαμίνων, όπως και η εγκατάσταση εργαστηρίου ή τεχνικού συγκροτήματος που λειτουργεί με καύσιμη ύλη.
6. Η εντός δασών και δασικών εκτάσεων θήρα με όπλα, που έχουν βύσμα από ύλη, από την οποία μπορεί να μεταδοθεί φωτιά.
7. Το κάπνισμα μελισσών.
8. Η καύση αγρών ή αγροτικών και χορτολιβαδικών εκτάσεων.
9. Η απόρριψη αναμμένων τσιγάρων - σπίρτων και άλλων υλών.
1. Οι Διοικητές των Περιφερειακών Διοικήσεων Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, εκδίδουν μέχρι τέλους Μαρτίου κάθε έτους, ύστερα από έγγραφη εισήγηση των αρμοδίων κατά τόπον Πυροσβεστικών Υπηρεσιών, διατάξεις, οι οποίες εγκρίνονται από το Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας και ρυθμίζουν τα χρονικά όρια για τη χρήση πυρός στις περιοχές που έχει εφαρμογή ο παρών κανονισμός.
2. Κατ’ εξαίρεση των οριζομένων στο προηγούμενο άρθρο επιτρέπονται ενέργειες και εργασίες που απαιτούν τη χρήση φωτιάς στην ύπαιθρο μόνο κάτω από τους όρους και τις προϋποθέσεις που περιγράφονται στα άρθρα 4 έως και 11 του παρόντος.
1. Επιτρέπεται από 1ης Νοεμβρίου μέχρι και 30 Απριλίου του επομένου έτους, το άναμμα φωτιάς στην ύπαιθρο χωρίς την έκδοση άδειας από την Πυροσβεστική Υπηρεσία, για την εκτέλεση γεωργικών ή άλλων εργασιών περιορισμένης έκτασης, για τις οποίες δεν προκύπτουν για το παραπάνω χρονικό διάστημα διαφορετικά μέτρα από την παρούσα ή άλλη διάταξη, εφόσον ληφθούν από τον ενεργούντα την καύση όλα τα απαραίτητα κατά περίπτωση μέτρα για την αποφυγή εκδήλωσης πυρκαγιάς.
2. Επιτρέπεται από 1η Νοεμβρίου μέχρι 30 Απριλίου του επομένου έτους, το άναμμα και η διατήρηση φωτιάς για λόγους εστίασης ή κατασκήνωσης στην ύπαιθρο εντός δασών και δασικών εκτάσεων, εφόσον λαμβάνονται τα παρακάτω μέτρα:
α.- Γίνεται πλήρης αφαίρεση της παρεδάφιας βλάστησης σε ακτίνα 2 τουλάχιστον μέτρων από την εστία.
β.- Τηρείται η ελάχιστη απόσταση της εστίας από παρακείμενη δενδρώδη ή θαμνώδη βλάστηση που είναι τουλάχιστον 10 μέτρα και εξασφαλίζεται με τοποθέτηση περιμετρικά της εστίας της φωτιάς κατάλληλου μεγέθους λίθων.
γ.- Υπάρχει ικανή ποσότητα νερού για την αντιμετώπιση της φωτιάς, σε περίπτωση που αυτή ξεφύγει από τον έλεγχο.
δ.-Σε περίπτωση απομάκρυνσης των ατόμων που άναψαν φωτιά, υποχρεούνται στην πλήρη κατάσβεσή της ή στο σκέπασμά της με ποσότητα χώματος.
3. Επιτρέπεται για το χρονικό διάστημα από 1ης Μαρτίου μέχρι και 31 Οκτωβρίου κάθε έτους, το άναμμα φωτιάς για λόγους εστίασης μόνον εντός οργανωμένων για το σκοπό αυτό χώρων, όπως κάμπινγκ και εφόσον λαμβάνονται τα μέτρα της προηγούμενης παραγράφου.
4. Κατ’ εξαίρεση των απαγορεύσεων της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του παρόντος κανονισμού επιτρέπεται το άναμμα φωτιάς καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους στα οικοδομήματα και τους χώρους που περιγράφονται σε αυτό, εφόσον λαμβάνονται από τους ιδιοκτήτες ή εκμεταλλευτές τα παρακάτω μέτρα:
5. - Τοποθετείται στους καπνοδόχους κατάλληλη συσκευή για την πρόληψη της εκτίναξης σπινθήρων.
β.- Καθαρίζονται οι καπνοδόχοι από την αιθάλη.
γ.- Σβήνεται η φωτιά μετά το τέλος της χρήσης.
δ.- Υπάρχει παροχή ή ικανή ποσότητα νερού ή άλλων φορητών μέσων για την αποτελεσματική καταστολή της, εάν αυτό απαιτηθεί.
ε.- Καθαρίζεται ο χώρος από την παρεδάφια βλάστηση, σε ικανή απόσταση από την εστία της φωτιάς.
1. Για τους μήνες Μάιο μέχρι και Οκτώβριο κάθε έτους, επιτρέπεται, ύστερα από άδεια, ατομική ή ομαδική, που εκδίδεται από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, η καύση αγροτικών εκτάσεων κατά τις πρωινές ώρες και μέχρι τη 12η μεσημβρινή, όταν ο δείκτης επικινδυνότητας, που εκδίδεται, σύμφωνα με την παράγρ. 6 του άρθρου 3 της ΚΥΑ 12030 Φ.109.1/1999 από το Πυροσβεστικό Σώμα, είναι για την περιοχή καύσης 1 (χαμηλή) ή 2 (μέση) και εφόσον λαμβάνονται σωρρευτικά τα ακόλουθα μέτρα και υποχρεώσεις :
α.- Δημιουργηθεί ψιλή ζώνη με άροση ή προωθητήρα πλάτους τουλάχιστον 10 μέτρων γύρω από την υπό καύση περιοχή, όταν αυτή απέχει λιγότερο από 300 μέτρα από δάση ή δασικές εκτάσεις και στις λοιπές περιπτώσεις ζώνη τουλάχιστον τριών (3) μέτρων.
β.- Τεμαχισθεί με άροση ή άλλο τρόπο η υπό καύση έκταση έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ο έλεγχός της όταν η περιοχή απέχει λιγότερο από 300 μέτρα από δάση ή δασικές εκτάσεις.
γ.- Διαβρέχεται η ζώνη προς την πλευρά του δάσους ή της δασικής έκτασης όταν αυτή απέχει λιγότερο από 300 μέτρα από την υπό καύση περιοχή και 50 μέτρα από δεντροστοιχία.
δ.- Εξασφαλίζεται η παρουσία φορητών μέσων για την αντιμετώπιση τυχόν επέκτασης της φωτιάς από απρόβλεπτα αίτια (υδροφόρων - γεωργικών ελκυστήρων - πτυοσκάπανων κλπ) καθώς και οχήματος της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, όπου αυτό είναι δυνατό και μόνο σε περιπτώσεις ομαδικών καύσεων.
ε.- Ειδικά για τις περιοχές πρώτης επικινδυνότητας όπως αυτές προσδιορίζονται στο Π.Δ. 575/81 (Α’157), ο Διοικητής της οικείας Πυροσβεστικής Υπηρεσίας όταν κρίνει απαραίτητο, ζητά επιπλέον των ανωτέρω και βεβαίωση Γεωπόνου της οικείας Νομαρχίας, στην οποία αναφέρεται η αναγκαιότητα της καύσης.
στ.- Ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να ενημερώνεται από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία την προηγούμενη ημέρα της καύσης για τις αναμενόμενες καιρικές συνθήκες που θα επικρατούν.
2. Επιτρέπεται κατά το χρονικό διάστημα από 1η Νοεμβρίου μέχρι και 30 Απριλίου του επόμενου έτους, στις επι-κίνδυνες περιοχές, όπως αυτές ορίζονται με το Π.Δ. 575/81, η καύση αγροτικών εκτάσεων που βρίσκονται εντός δασικών εκτάσεων ή σε απόσταση μικρότερη από 300 μέτρα από αυτές και 50 μέτρα από δενδροστοιχίες, χωρίς άδεια της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, μόνον όταν λαμβάνονται όλα τα μέτρα της προηγούμενης παραγράφου, ενώ για τις λοιπές περιοχές της χώρας, μόνον όταν λαμβάνονται τα μέτρα της περίπτωσης (δ) της προηγούμενης παραγράφου.
1. Απαγορεύεται η εγκατάλειψη εύφλεκτων υλών ή άχρηστων ειδών στην ύπαιθρο. Επιτρέπεται η τοποθέτηση - φύλαξή τους σε κατάλληλο χώρο η απόσταση του οποίου είναι 300 μέτρα από τις παρυφές δασών ή δασικών εκτάσεων και 50 μέτρα από δενδροστοιχίες με δενδρώδη και θαμνώδη βλάστηση.
2. Σε περίπτωση που δε μπορεί να ανεβρεθεί χώρος εκτός δάσους, όπως αυτός ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, κατ’ εξαίρεση μπορούν να αποθηκευθούν εύφλεκτα υλικά σε αποθηκευτικούς χώρους, που βρίσκονται εντός δασών και δασικών εκτάσεων ή πλησίον αυτών, κατόπιν αδείας του οικείου Δασάρχη και μόνον εφόσον τηρούνται τα μέτρα που έχουν υποδειχθεί από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, εκδιδομένου στην περίπτωση αυτή σχετικού πιστοποιητικού πυρασφαλείας.
1. Απαγορεύεται η εγκατάλειψη εύφλεκτων υλών ή άχρηστων ειδών στην ύπαιθρο. Επιτρέπεται η τοποθέτηση - φύλαξή τους σε κατάλληλο χώρο η απόσταση του οποίου είναι 300 μέτρα από τις παρυφές δασών ή δασικών εκτάσεων και 50 μέτρα από δενδροστοιχίες με δενδρώδη και θαμνώδη βλάστηση.
1. Απαγορεύεται καθόλη τη διάρκεια του χρόνου η καύση απορριμμάτων ή άλλων αποβλήτων τόσο εντός των οργανωμένων χώρων απόθεσής τους όσο και στους υπάρχοντες χώρους ανεξέλεγκτης διάθεσης.
2. Για την αντιπυρική προστασία των Χώρων Υγειονομικής Ταφής των Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) λαμβάνονται τουλάχιστο τ’ ακόλουθα μέτρα:
α.- Περιμετρική περίφραξη και κατασκευή αντιπυρικής ζώνης ελάχιστου πλάτους 8 μέτρων, εφόσον η μορφολογία του εδάφους το απαιτεί.
β.- Αποθήκες εδαφικού υλικού για τη χωματοκάλυψη εστιών πυρκαγιάς στα απορρίμματα.
γ.- Δεξαμενή πυρόσβεσης επαρκούς χωρητικότητας.
δ.- Πινακίδες αναγνωρίσιμες από απόσταση για την απαγόρευση του καπνίσματος.
ε.- Τοποθέτηση σε εύκολα προσβάσιμα σημεία των Χώρων Υγειονομικής Ταφής των απορριμμάτων φορητών πυροσβεστήρων.
στ.- Σε Χώρους Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων με δυναμικότητα άνω των πεντακοσίων (500) τόνων ημερησίως να παρευρίσκεται βυτιοφόρο όχημα, κατά την αντιπυρική περίοδο.
ζ.- Ύπαρξη σχεδίου αντιμετώπισης πυρκαγιών και εγχειρίδιο οδηγιών πρόληψης και αντιμετώπισης πυρκαγιάς, για το προσωπικό.
η.- Συγκρότηση ομάδας πυρασφαλείας κατάλληλα εκ-παιδευμένης.
θ.- Εκτέλεση άσκησης πυρόσβεσης κάθε χρόνο.
ι.- Στους χώρους γραφείων των Χώρων Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) η ύπαρξη αναρτημένων σε εμφανή σημεία των τηλεφώνων των αρμοδίων Υπηρεσιών (Πυροσβεστική Υπηρεσία, Ο.Τ.Α, Δασαρχείο).
3. Για τους ΧΥΤΑ που γειτνιάζουν με δασικές εκτάσεις και σε απόσταση λιγότερη από 300 μέτρα πραγματοποιείται από την κατά τόπο αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία υπόδειξη για τη λήψη πρόσθετων μέτρων εάν αυτό απαιτείται.
4. Στους χώρους ανεξέλεγκτης διάθεσης αποβλήτων, που υφίστανται κατά τη δημοσίευση της παρούσας διάταξης, ενεργείται κάθε χρόνο πριν από την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου, αυτοψία από τριμελή Επιτροπή, που συγκροτείται για κάθε Περιφέρεια τον Ιανουάριο κάθε έτους με απόφαση του αρμόδιου κατά τόπο Γ ενικού Γραμματέα και αποτελείται από έναν Αξιωματικό του Πυροσβεστικού Σώματος και της Ελληνικής Αστυνομίας και έναν υπάλληλο της Δασικής Υπηρεσίας. Για την αυτοψία συντάσσεται σχετική έκθεση που υποβάλλεται από την Επιτροπή στην αρμόδια Περιφέρεια, η οποία με έγγραφό της υποβάλλει αυτή για υλοποίηση στην αρμόδια Αρχή Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Τα προτεινόμενα από την Επιτροπή μέτρα πυρασφαλείας είναι τουλάχιστον τα εξής :
α.- Άνοιγμα λάκκου βάθους 2 μέτρων για την απόθεση των απορριμμάτων, εφόσον το επιτρέπουν οι συνθήκες του εδάφους.
β.- Περίφραξη με δικτυωτό συρματόπλεγμα ύψους 2,5 μέτρων τουλάχιστον ολόκληρου του χώρου απόρριψης.
γ.- Διάνοιξη αποψιλωμένης βλαστήσεως ζώνης πλάτους τουλάχιστον 50 μέτρων περιμετρικά της περίφραξης.
δ.-Ύπαρξη επαρκούς αριθμού εργαλείων και ικανής ποσότητας ή παροχής νερού.
Ειδικά κατά τη διάρκεια της αντιπυρικής περιόδου οι Δήμοι και Κοινότητες μεριμνούν για 24ωρη φύλαξη των θέσεων απόρριψης από το προσωπικό τους.
Επίσης κατά τη διάρκεια των κρισίμων ημερών της αντιπυρικής περιόδου επιβάλλεται η παρουσία υδροφόρου οχήματος με μέριμνα του οικείου Δήμου ή Κοινότητας.
1. Απαγορεύεται καθόλη τη διάρκεια του χρόνου η καύση απορριμμάτων ή άλλων αποβλήτων τόσο εντός των οργανωμένων χώρων απόθεσής τους όσο και στους υπάρχοντες χώρους ανεξέλεγκτης διάθεσης.
1. Όπου από την ισχύουσα νομοθεσία πυρασφαλείας για τη λειτουργία παντός είδους εγκαταστάσεων και δραστηριοτήτων εντός δασών ή δασικών εκτάσεων ή πλησίον αυτών, προβλέπεται η λήψη ειδικών προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων πυροπροστασίας, αυτά εφαρμόζονται και επιπροσθέτως λαμβάνονται και τα κατά περίπτωση μέτρα που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.
2. Η ελάχιστη απόσταση εγκατάστασης και λειτουργίας ανθρακοκαμίνων, ασβεστοκαμίνων και λοιπών εργαστηριακών συγκροτημάτων που λειτουργούν με καύσιμη ύλη είναι 100 μέτρα από τις παρυφές δασών και δασικών εκτάσεων.
3. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η εγκατάσταση και λειτουργία σε αποστάσεις μικρότερες των 100 μέτρων ή εντός δασικών εκτάσεων ύστερα από άδεια του οικείου Δασάρχη, που αναφέρει ρητά το χρόνο λειτουργίας, και την ακριβή θέση της εγκατάστασης, εφόσον διαπιστώνεται αδυναμία εξεύρεσης χώρου εκτός του δάσους. Για τη λειτουργία της εγκατάστασης είναι απαραίτητη η έκδοση βεβαίωσης πυρασφαλείας από την οικεία Πυροσβεστική Υπηρεσία η οποία χορηγείται εφόσον τηρούνται τουλάχιστον οι παρακάτω όροι και προϋποθέσεις που υποδεικνύονται και ελέγχονται με αυτοψία εντεταλμένων οργάνων της :
α.- Αποψιλωμένη από βλάστηση ζώνη περιμετρικά της εγκατάστασης πλάτους 25 μέτρων.
β.- Ελάχιστη απόσταση της εγκατάστασης από την παρακείμενη θαμνώδη βλάστηση τουλάχιστον 50 μέτρα.
γ.- Τοποθέτηση κατάλληλης διάταξης για την αποφυγή της διασποράς σπινθήρων στις καπνοδόχους ή σωλήνες εξαγωγής καυσαερίων των εγκαταστάσεων.
δ.- Τοποθέτηση των κατάλληλων κατά περίπτωση φορητών πυροσβεστικών μέσων και εργαλείων που υποδεικνύονται από την Πυροσβεστική Υπηρεσία για την αντιμετώπιση πυρκαγιάς.
4. Στην περίπτωση που δεν πληρούνται οι όροι και προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, εκτός από τις προβλεπόμενες ποινικές ευθύνες, ανακαλείται από την εκδούσα Πυροσβεστική Υπηρεσία η βεβαίωση και παράλληλα κοινοποιείται η ανάκληση στην αρμόδια Δασική Υπηρεσία.
1. Το κάπνισμα κυψελών που είναι μέσα σε δάση και δασικές εκτάσεις και σε απόσταση μικρότερη των 300 μέτρων από τις παρυφές των δασών επιτρέπεται μόνον εφόσον :
α.- Γίνει αποψίλωση της βλάστησης του χώρου εγκατάστασης των κυψελών και σε απόσταση τουλάχιστον 5 μέτρων γύρω από τις κυψέλες.
β.- Η ελάχιστη απόσταση του χώρου εγκατάστασης των κυψελών από τα δένδρα και θάμνους είναι τουλάχιστον 10 μέτρων.
γ.- Στο χώρο των κυψελών διατηρείται ικανή ποσότητα νερού (τουλάχιστον 200 λίτρα νερού).
δ.- Στις κυψέλες και σε εμφανή σημείο αναγράφεται το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση και το τηλέφωνο του ιδιοκτήτη.
Ειδικά κατά την αντιπυρική περίοδο επιτρέπεται το κάπνισμα κυψελών μόνο μέχρι τη 12η μεσημβρινή και εφό¬σον ο δείκτης επικινδυνότητας της περιοχής είναι 1 (μι¬κρή) ή 2 (μέση).
2. Το κάπνισμα μελισσών που είναι σε κορμούς δένδρων επιτρέπεται εκτός αντιπυρικής περιόδου, μόνον εφόσον επικρατούν κατάλληλες καιρικές συνθήκες, έχουν ληφθεί τα προληπτικά μέτρα της προηγουμένης παραγράφου και έχει ενημερωθεί η αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία για το χρόνο της ενέργειας του καπνίσματος.
Η καύση χορτολιβαδικών εκτάσεων επιτρέπεται μόνο κατόπιν αδείας της αρμόδιας Δασικής Αρχής. Για την έκδοση της παραπάνω αδείας, απαραίτητη είναι η προηγούμενη έγκριση-θεώρηση από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία σχετικής μελέτης για τα αναγκαία μέτρα, μέσα και υλικά πυρασφαλείας που υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο και περιλαμβάνει οπωσδήποτε τα εξής:
α.- Αιτιολόγηση της σκοπιμότητας της καύσης.
β.- Την τεχνική της ελεγχόμενης καύσης.
γ.-Το χρόνο ή το χρονικό διάστημα που θα πραγματοποιηθεί η καύση.
δ.- Τα προληπτικά μέτρα και μέσα πυρασφαλείας που θα χρησιμοποιηθούν για την αντιμετώπιση του κινδύνου εξάπλωσης της φωτιάς.
1. Ο έλεγχος των προβλεπόμενων από τον παρόντα κανονισμό μέτρων πυροπροστασίας, ανήκει στα πυροσβεστικά όργανα, τα οποία υποχρεούνται να διευκολύνουν οι ιδιοκτήτες ή οι καθοιονδήποτε τρόπο εκμεταλλευτές ή υπεύθυνοι για τη διαχείριση των εκτάσεων, επιχειρήσεων και δραστηριοτήτων στις οποίες ισχύει αυτός.
2. Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε χωματερές και χώρους απόθεσης απορριμμάτων, λαμβάνονται υποχρεωτικά τα προβλεπόμενα από το άρθρο 7 παράγρ. 2 του παρόντος κανονισμού μέτρα πυρασφάλειας που υποδεικνύονται από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία. Ο έλεγχος εφαρμογής των μέτρων ενεργείται από την αρμόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία καθώς και από την Επιτροπή της παραγράφου 4 του άρθρου 7 της παρούσης.
Με την επιφύλαξη διατάξεων που προβλέπουν αυστηρότερες ποινές, οι παραβάτες του παρόντος κανονισμού διώκονται και τιμωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 458 του Ποινικού Κώδικα.
1. Σε υποθέσεις, που αφορούν τα αντικείμενα του παρόντος Κανονισμού και για τις οποίες ασκήθηκε ποινική δίωξη πριν από την έναρξή του εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν κατά τη δίωξη.
2. Κανονισμοί και διατάξεις που έχουν εκδοθεί από άλλες Αρχές πριν τη δημοσίευση του παρόντος κανονισμού και ρυθμίζουν τα θέματα του παρόντος, καταργούνται.
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.